14
ΠΑΙ∆ΕΙΑ
“
Η ΕΠΟΧΗ 13 Σεπτεμβρίου 2015
Η “αλλαγή κλίματος” αποτελεί ένα εξαιρετικά σύνθετο εγχείρημα, εξαρτάται, όμως, κυρίως, από τις δικές μας πρωτοβουλίες και από τη σαφήνεια της στρατηγικής μας.
Μια ρεαλιστική στρατηγική για τα πανεπιστήμια σήμερα Του Κώστα Γαβρόγλου*
Ε
ίναι κοινή διαπίστωση ότι ο απολογισμός του κυβερνητικού έργου των επτά μηνών είναι σχετικά ισχνός. Οι αιτίες είναι πολλές: στελέχη αντιμέτωπα με έναν κρατικό μηχανισμό, που αρνείται να συνεργαστεί, αστοχίες στην επιλογή προσώπων σε θέσεις ευθύνης, η κυριαρχία των διαπραγματευτικών διεργασιών, ο χρονοβόρος και νομοκεντρικός χαρακτήρας της όποιας κατοχύρωσης πολιτικών πρωτοβουλιών και, βέβαια, οι αυτοσχεδιασμοί και ερασιτεχνισμοί ως προς τις πολιτικές προτεραιότητες, συνέτειναν σε αυτό τον ισχνό απολογισμό. Υπήρξαν, σίγουρα, οι εξαιρέσεις, που δείχνουν ότι είναι, όντως, δυνατό να γίνονται πράγματα, είναι δυνατό να λαμβάνονται πρωτοβουλίες, είναι δυνατό να ανοίγουν χαραμάδες. Οι εξαιρέσεις στους τομείς της αλληλεγγύης, της δημόσιας διοίκησης με την επαναπρόσληψη των απολυθέντων, της μετανάστευσης, της ρύθμισης των δανείων και της δικαιοσύνης δείχνουν ότι θα μπορούσαν να είχαν γίνει πολλά περισσότερα στους υπόλοιπους τομείς. Ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα, που αντιμετωπίζουμε για την επομένη των εκλογών, ανεξάρτητα από το αν θα είναι αυτοδύναμος ο ΣΥΡΙΖΑ ή θα αναγκαστεί να προχωρήσει σε κυβέρνηση συνεργασίας, είναι η έλλειψη επεξεργασμένων κυβερνητικών στόχων και η εμμονή μας στις γενικές διακηρύξεις. Ενώ είναι σαφές ότι οι προτεραιότητες μας θα είναι σε πεδία με έντονη την κοινωνική διάσταση, σε πολλούς τομείς μας λείπει ένα συγκεκριμένο πολιτικό σχέδιο, που θα μπορέσει να αποδώσει αποτελέσματα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα και που θα αφήνει το «δικό μας» αποτύπωμα. Είναι επίσης εντυπωσιακό, ότι η εξαιρετικά πυκνή αρθρογραφία των τελευταίων μηνών, ενώ αναλύει πολύ εύστοχα την κατάσταση και υπογραμμίζει τη μεγάλη σημασία της εμμονής μας στο κοινωνικό, δεν προχωράει στο επόμενο βήμα, που θα πρέπει να είναι η συγκεκριμενοποίηση αυτών των αναφορών για το κοινωνικό και το ξεδίπλωμα ενός σχεδίου για το πώς θα υλοποιηθεί. Το καίριο ερώτημα, φυσικά, είναι αν υπάρχουν, έστω και στενά, περιθώρια
παρέμβασης παρά το μνημόνιο. Και αν σε αυτά τα περιθώρια υπάρχει η δυνατότητα να προταθούν κάποια ριζοσπαστικά μέτρα. Η απάντηση είναι, νομίζω, καταφατική και στα δύο ερωτήματα και η μεγάλη πρόκληση, έστω στο παρά πέντε, είναι να ανιχνεύσουμε τα όρια και τις δυνατότητες μιας στρατηγικής, που θα μπορέσει να υλοποιηθεί μέσα στην μνημονιακή πραγματικότητα που καλούμαστε να διαχειριστούμε.
Τρεις άξονες
Παρακάτω είναι κάποιες σκέψεις για μία τέτοια στρατηγική για τα πανεπιστήμια. Το πανεπιστήμιο, σήμερα, βιώνει μία καθημερινότητα, η οποία καθίσταται σχεδόν μη διαχειρίσιμη, λόγω της συνεχούς κατάρρευσης της υλικοτεχνικής υποδομής. Υπάρχει μία απροθυμία για την συμμετοχή στα κοινά, εκφράζεται μία γενικευμένη αδιαφορία για τις όποιες νομοθετικές ρυθμίσεις και δεν φαίνεται να απασχολούν τους πανεπιστημιακούς, αλλά ούτε και τους φοιτητές, η έλλειψη συζητήσεων και συνθέσεων για ένα σύνολο νέων ζητημάτων, που ταλανίζουν όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου και, άρα, και τα δικά μας. Η «αλλαγή κλίματος» αποτελεί ένα εξαιρετικά σύνθετο εγχείρημα, εξαρτάται, όμως,κυρίως, από τις δικές μας πρωτοβουλίες και από τη σαφήνεια της στρατηγικής μας.
Άμεση νομοθέτηση εκκρεμοτήτων
Οι ψηφισμένοι νόμοι για τα πανεπιστήμια, εδώ και δέκα χρόνια από την εποχή της κ. Γιαννάκου και μετά, έχουν σταδιακά υπονομεύσει σχεδόν όλες τις λειτουργίες του πανεπιστημίου, όπως αυτές είχαν θεσμοθετηθεί τις προηγούμενες δεκαετίες. Οι σχετικά πρόσφατοι νόμοι, με αποκορύφωμα τους νόμους της κ. ∆ιαμαντοπούλου και του κ. Αρβανιτόπουλου, διέλυσαν οτιδήποτε ελάχιστο λειτουργούσε, ήταν νόμοι που δεν σεβάστηκαν ούτε τις ιστορικά διαμορφωμένες ιδιαιτερότητες, που κάθε πανεπιστήμιο έχει, αλλά ούτε και κατάφεραν να συνθέσουν, με δημιουργικό τρόπο, τις διεθνείς εμπειρίες. Το αποτέλεσμα
ήταν ένα αλαλούμ ρυθμίσεων, πολλές από τις οποίες ήταν ακαδημαϊκά απαράδεκτες, διοικητικά γραφειοκρατικές και αρκετές, στα όρια της συνταγματικής νομιμότητας. Έχει ήδη γίνει αρκετή προετοιμασία από το Υπουργείο Παιδείας και επείγει η ψήφιση μιας σειράς ρυθμίσεων, που να επαναφέρουν το πανεπιστήμιο σε μία τροχιά ακαδημαϊκά υπερασπίσιμων διαδικασιών και διοικητικά αποτελεσματικών δομών. Σε αυτό, όμως, το σημείο θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί, ώστε να μην θεωρηθεί ότι επαναφέρουμε το μοντέλο που διαμορφώθηκε μετά την ψήφιση του νόμου πλαίσιο του ΠΑΣΟΚ το 1982. Το μοντέλο αυτό έχει κλείσει τον κύκλο του, δεν μπορεί να αποτελεί αποκλειστικό σημείο αναφοράς της αριστεράς γιατί υπάρχει ο κίνδυνος να δίνουμε την εντύπωση ότι η πολιτική μας είναι πολιτική επιστροφής στις «παλιές καλές μέρες».
Μια νέα συζήτηση για μια νέα συναίνεση
Η όποια δυναμική του πανεπιστημίου (αλλά και των ερευνητικών ιδρυμάτων) θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την ατζέντα των θεμάτων, που θα τεθούν προς συζήτηση. Η αριστερά καταγράφεται στη συνείδηση της κοινωνίας και από τα καινούργια ζητήματα που (πρέπει να) θέτει προς συζήτηση. Όχι για να επιβληθούν «αριστερές λύσεις», που μόνο εγκεφαλικές μπορεί να είναι. Οι απαντήσεις, που είναι ώριμες στην συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία, θα αρχίσουν να αχνοφαίνονται μόνο μέσα από τις συζητήσεις και τους πειραματισμούς. Επείγει, λοιπόν, να προσδιοριστεί μία νέα ατζέντα, η συγκρότηση της οποίας θα αναπροσανατολίσει τις συζητήσεις, που (δεν) γίνονται για τα πανεπιστήμια. Πρέπει, με άλλα λόγια, να διερευνηθούν οι νέοι όροι συγκρότησης των πανεπιστημίων, πρέπει να μιλήσουμε για το πού και πώς παράγεται η γνώση, για το πώς διαχέεται, τι αξία θέλουμε να της δώσουμε, για τις δυνατότητες αλλά και τις απειλές των νέων τεχνολογιών και του διαδικτύου, να μιλήσουμε για τη τόσο βαριά τραυματισμένη δημοκρατία στα πανεπιστήμια, για τα μεταπτυχιακά, για τα φροντιστήρια και τις εισαγωγικές, για τα οικονομικά της «δωρεάν» τριτοβάθμιας
εκπαίδευσης, ώστε να αρχίσει να διαμορφώνεται ένα μπλοκ δυνάμεων, που θα διεκδικήσει αυτό το νέο πανεπιστήμιο. Το πιο σημαντικό θέμα, όμως, είναι να συζητήσουμε και να βρούμε τρόπους για ένα πανεπιστήμιο ανοιχτό στους νέους επιστήμονες. Είναι αδιανόητο να παράγουμε τόσο υψηλής ποιότητας νέους επιστήμονες και μετά τα ίδια αυτά άτομα να βρίσκουν μπροστά τους έναν θεσμό, όπως το πανεπιστήμιο, αφιλόξενο προς αυτούς, αδιάφορο για το μέλλον τους και ο οποίος, στην καλύτερη περίπτωση, τους εκμεταλλεύεται χωρίς να τους πληρώνει. Ένα από τα μεγάλα ζητούμενα σήμερα είναι η διαμόρφωση μιας νέας πολιτικής προσλήψεων και απασχόλησης, μία νέα πολιτική θεσμικής εμπλοκής νέων επιστημόνων στα πανεπιστήμια και στα ερευνητικά κέντρα. ∆εν είναι μόνο η έλλειψη πιστώσεων, που δημιουργεί το πρόβλημα, όσο η έλλειψη μιας νοοτροπίας, που να θέλει ανοιχτό το πανεπιστήμιο στην κοινωνία. Και υπάρχουν αρκετοί τρόποι να βρεθούν κονδύλια για όλα αυτά.
Νέο μπλοκ δυνάμεων, νέα συμμαχία
Είναι εντυπωσιακό ότι στα πανεπιστήμια, σήμερα, δεν υπάρχει ένα μπλοκ δυνάμεων, που να συναινεί γύρω από ένα πρόγραμμα αιτημάτων και δράσης, ώστε να βγούμε από την παραλυσία της καθημερινότητας. ∆εν υπάρχει ένα τέτοιο μπλοκ, γιατί δεν έγινε δυνατόν να συγκροτηθεί ούτε πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου ούτε και μετά. Και η αδυναμία συγκρότησης του δηλώνει την έλλειψη πολιτικής ατζέντας, που να συσπειρώνει τις ζωντανές δυνάμεις στα πανεπιστήμια. Όσοι και όσες ασχολούμαστε με τα των πανεπιστημίων, είμαστε υποχρεωμένοι να βρούμε τρόπους, που θα αλλάξουν το καθεστώς αδιαφορίας των πανεπιστημιακών και των φοιτητών, αλλά και να ακυρώσουμε την αυτοαναφορικότητα και εφησυχασμό της αριστεράς στις «παλιές, καλές συνταγές» για τα πανεπιστήμια.
* Ο Κ. Γαβρόγλου είναι υποψήφριος με τον ΣΥΡΙΖΑ στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας.