31
ΜΝΗΜΗ
Η ΕΠΟΧΗ 4 Οκτωβρίου 2015
στικό Κόμμα Ιταλίας, σε μια χώρα όπως η Ιταλία που υπήρξε εργαστήριο ιδεολογικών, κοινωνικών και πολιτικών διεργασιών ολόκληρο τον εξαιρετικά πυκνό σε γεγονότα 20ό αιώνα. Ο Ινγκράο βρέθηκε σε ιδανικό περιβάλλον να δράσει όχι μόνο ως πολιτικός αλλά να συμβάλει ως θεωρητικός και να ανοίξει νέους δρόμους για την ιστορική Αριστερά”.
Η φυλή των «ινγκραϊανών»
Της Λουτσιάνα Καστελίνα
Ο
ταν κάποιος πεθαίνει και είναι πάνω από εκατό χρονών, είμαστε προετοιμασμένοι γι’ αυτό και επομένως ο πόνος μπορεί να είναι λιγότερος. Όμως δεν είναι έτσι, γιατί ακριβώς η μακροζωΐα του μας οδηγεί στο να συνηθίσουμε στην εξωπραγματική ιδέα ότι πρόκειται για ανθρώπους που είναι προικισμένοι με αιωνιότητα. Ο Πιέτρο Ινγκράο, επιπλέον, κατείχε τόσο μεγάλο μέρος της ζωής πάρα πολλών από μας, που είναι δύσκολο ακόμη και να σκεφτούμε το θάνατό του χωρίς, να σκεφτούμε τον δικό μας. Και είμαι βέβαιη ότι αυτό δεν ισχύει μόνο για εκείνους από μας που είναι ήδη αρκετά γέροι. Έτσι, όταν τη ∆ευτέρα πήρα το τηλεφώνημα της Κιάρα ενώ καθόμουν στη λιακάδα σε ένα καφέ στη Βαρκελώνη, όπου, περαστική για την Ισπανία, είχα σταματήσει για να περιμένω τα εκλογικά αποτελέσματα της Καταλονίας, η εξαιρετικά θλιβερή αυτή είδηση ήταν σχεδόν σαν μια τουφεκιά. Γιατί πρώτα απ’ όλα ήταν σαν να μου αφαιρούσαν ένα κομμάτι από το ίδιο μου το κορμί.
Μια φυλή που δεν ήταν ρεύμα
Νομίζω ότι το ίδιο συνέβη σε ολόκληρη την ευρύτατη φυλή που ονομαζόταν «οι ινγκραϊανοί», κάτι που δεν υπήρξε ποτέ ρεύμα υπό τη στενή έννοια της λέξης, γιατί η εσωτερικευμένη ορθοδοξία μας δεν θα επέτρεπε ούτε να φανταστούμε πως ήταν κάτι τέτοιο το δίκτυό μας. Όμως ίσως να υπήρξαμε κάτι περισσότερο: ένας τρόπος να εννοεί κανείς την πολιτική και επομένως τη ζωή, πέρα από τις συγκεκριμένες αναλύσεις και τα προγράμματα που υποστηρίζαμε. Έτσι, από την αρχή της δεκαετίας του εξήντα μέχρι σήμερα, οι ινγκραϊανοί είναι κατά κάποιον τρόπο διακριτοί, παρόλο που οι ατομικές τους επιλογές διαφοροποιούνταν με τον καιρό, μέσα και έξω από το «Μανιφέστο» και στη συνέχεια μέσα και έξω από τις επόμενες ασταθείς μετενσαρκώσεις του PCI. Όσο για σήμερα — μέσα σε μια αριστερά που με κόπο αναγνωρίζει τα ίδια της τα χαρακτηριστικά και κανείς δεν αισθάνεται σαν στο σπίτι
του μέσα σε αυτή, γιατί θα ήθελε το ίδιο του το σπίτι διαφορετικό απ’ αυτό που είναι –αυτό το ιστορικό χαρακτηριστικό του ινγκραϊσμού θα έλεγα ότι βαραίνει τον καθένα μας ακόμη περισσότερο. Θα ήθελα όλο αυτό να μη χαθεί, γιατί πέρα από τις διαφορετικές επιλογές στις οποίες οδήγησε τον καθένα μας, είναι και σήμερα μια πολύτιμη και χρήσιμη κληρονομιά. Έχω ήδη μιλήσει, όπως και άλλοι, πολλές φορές για τον σκληρό πυρήνα τής σκέψης του Πιέτρο Ινγκράο, και αναφέρθηκα πάλι σ’ αυτόν στο ένθετο που το «Μανιφέστο» αφιέρωσε στα 100 χρόνια του, το οποίο αναδημοσιεύθηκε χθες. Θα ήθελα εκείνες οι αναλύσεις του και οι προγραμματικές του γραμμές, που δυστυχώς το PCI δεν ασπάστηκε, να μην πνιγούν, όπως συνέβη με τον Μπερλινγκουέρ, μέσα στην περιοριστική και διαστρεβλωτική ρητορική που μένει στο πόσο «ήταν καλός, σωστός και τίμιος, πόσο μας δίνει κουράγιο και πάθος». Σήμερα, πάντως, θα ήθελα να κρατήσω στη μνήμη μου κυρίως δύο πράγματα από τον Πιέτρο, τα οποία στην πραγματικότητα είναι μόνο ένα: ότι άκουγε τους άλλους και αντιλαμβανόταν την πολιτική πρώτα απ’ όλα ως συμμετοχή και ως εκ τούτου σαν υποκειμενικότητα των μαζών.
Καλλιεργούσε τη συμμετοχή των πολλών
Όταν συναντούσε κάποιον, ή και στις συνεδριάσεις ακόμα, ή και κουβεντιάζοντας με έναν σύντροφο στο περιθώριο μιας ομιλίας, ήταν πάντα εκείνος που ρωτούσε πρώτος: «Μα εσύ τι σκέφτεσαι, πώς κρίνεις το τάδε γεγονός, τι θα πρότεινες;». ∆εν ήταν νάζι αυτό, ήθελε στ’ αλήθεια να το μάθει και καθόταν ν’ ακούσει. Γιατί ο τρόπος που λειτουργούσε ως ηγετικό στέλεχος, ήταν να προσπαθεί να ερμηνεύσει το αίσθημα των συντρόφων, καθώς και να φέρνει τις ιδέες τους σε ένα υψηλότερο επίπεδο ανάλυσης και πρότασης ασφαλώς, αλλά πάντα ξεκινώντας απ’ αυτούς, για να φθάσει, μαζί τους και όχι μόνος του, σε ένα συμπέρασμα, σε μια επιλογή. Γι’ αυτό, εκείνο που μετρούσε για τον Ινγκράο, εκείνο που κατά τη γνώμη του έκρινε τη δημοκρατία και την ποιότητα
ενός κόμματος, ήταν η συμμετοχή, η ικανότητα να παρακινήσει τον πρωταγωνισμό, την υποκειμενικότητα των μαζών. Χωρίς αυτό δεν μπορούσε να υπάρξει ούτε σημαντική θεωρία ούτε πράξη. ∆εν θέλω να κάνω συγκρίσεις με το σήμερα, θα ήταν ανελέητο. Η Ροσάνα, απαντώντας σε μια συνέντευξη στη Repubblica, χθες είπε για το δισταγμό του Πιέτρο να πάρει πιο καθαρές θέσεις, όπως συνέβη τη στιγμή κατά την οποία εμείς, μολονότι ήμασταν «ινγκραϊανοί doc», πραγματοποιήσαμε τη ρήξη με την έκδοση του «Μανισφέστο». Υπενθυμίζει επίσης το Άρκο ντι Τρέντο, όταν εκείνο το 30% του PCI που αρνιόταν τη διάλυση του κόμματος που πρότεινε η πλειοψηφία του Οκέτο, παρόλο που αναγνώριζε τον εαυτό του στην εισήγηση που είχε κάνει ο Λούτσιο Μάγκρι στο όνομα όλων, χωρίστηκε στις επιλογές που έπρεπε να κάνει: υπήρξαν αυτοί που επέλεξαν να αποχωρήσουν και δημιούργησαν την Επανίδρυση, κι αυτοί –όπως ο Πιέτρο- που αποφάσισαν ότι θα παρέμεναν παρόλα αυτά στον οργανισμό, το PDS, που ερχόταν στο φως, ήδη φιλάσθενο. «Για να μείνουν μέσα στη δίνη», όπως είπε με μια φράση που έμεινε χαραγμένη στο μυαλό όλων μας. Ασφαλώς, είναι αλήθεια ότι αν ο Πιέτρο είχε ενωθεί μαζί μας στην οικοδόμηση ενός νέου πολιτικού υποκειμένου, θα ήταν όλα διαφορετικά, πολύ διαφορετικά. Η Κομμουνιστική Επανίδρυση θα ήταν πιο πλούσια και στ’ αλήθεια επανιδρυτική, χάρη στην προσωπική του συμβολή, αλλά και στη συμβολή εκείνου του ευρέος χώρου στελεχών που βρίσκονταν κοντά του, που αποτελούσαν ακόμη ένα ζωντανό κομμάτι του PCI και θα ήταν πολύτιμα για το νέο εγχείρημα. Αντίθετα, ενεπλάκησαν απρόθυμα στον αργό εκφυλισμό των πολιτικών οργανισμών που ακολούθησαν: στο ∆ημοκρατικό Κόμμα της Αριστεράς, μετά στους ∆ημοκράτες της Αριστεράς και, τέλος, αλλά μόνο μερικοί, στο ∆ημοκρατικό Κόμμα.
Για ένα νέο πολιτικό υποκείμενο
Ο Πιέτρο, όμως, κατάλαβε αμέσως ότι μένοντας σ’ αυτό το χώρο δεν «έμενε πλέον μέσα στη δίνη», γιατί η δίνη, έστω και πολύ αποδυναμωμένη, εξελισσόταν
πια αλλού. Πράγματι, προχώρησε σε ρήξη μετά από λίγο και αγωνίστηκε μέσα στα κινήματα που είχαν ξεκινήσει νεότερες γενιές. Και αυτές τον άκουσαν. Η ιστορία, όπως γνωρίζουμε, δεν γίνεται με υποθέσεις. Όμως το να αναλογιστούμε εκείνη την ιστορική μετάβαση για να στοχαστούμε τα λάθη που έγιναν, ποια και από ποιον, θα ήταν ίσως χρήσιμο γι’ αυτούς οι οποίοι, όπως όλοι εμείς, προσπαθούν να οικοδομήσουν ένα νέο πολιτικό υποκείμενο. Για να το κάνουμε να γεννηθεί καλά, νομίζω ότι είναι σε κάθε περίπτωση ουσιώδες να πάρει μαζί του το θεμελιώδες δίδαγμα του Πιέτρο, που δεν αμφισβητείται από το γεγονός ότι κάποιες φορές δεν προσπάθησε αρκετά: ότι, δηλαδή, δεν υπάρχει κόμμα που να αξίζει τον κόπο να φτιαχτεί, αν δεν εξοπλιστεί, αμέσως, έτσι που να γίνει μια δύναμη ικανή να παρακινήσει τη λαϊκή υποκειμενικότητα, γιατί αυτή είναι πολυτιμότερη από οποιαδήποτε ορθοδοξία.
Στο τέλος θα πετάξουμε
Θα ήθελα όμως να κρατούσαμε από τον Πιέτρο και την αισιοδοξία της βούλησης που είχε. Εκείνος αγαπούσε πολύ την αναφορά στην περίφημη παραβολή του Μπρεχτ για το ράφτη της Ούλμ (από όπου ο Λούτσιο Μάγκρι πήρε τον τίτλο του βιβλίου του για τον ιταλικό κομμουνισμό). Όπως θα θυμάστε, ο ράφτης επέμενε ότι ο άνθρωπος θα μπορούσε να πετάξει, μέχρι που ο επίσκοπος άρχοντας της Ούλμ βαρέθηκε και του είπε «δοκίμασε» κι αυτός έπεσε από το καμπαναριό με τα εύθραυστα φτερά που είχε κατασκευάσει. Και φυσικά τσακίστηκε. Ο Μπρεχτ όμως αναρωτιέται: ποιος είχε δίκιο, ο ράφτης ή ο επίσκοπος; Γιατί στο τέλος ο άνθρωπος πέταξε. Είναι η παραβολή του κομμουνισμού: μέχρι σήμερα, όποιος προσπάθησε να τον υλοποιήσει πάνω στη γη τσακίστηκε, μα στο τέλος, όπως έγινε με την αεροπλοΐα, θα τα καταφέρουμε. Αυτή είναι η δέσμευση που θα ήθελα να αναλάβουμε τη στιγμή του χαμού του πολύτιμου συντρόφου μας Πιέτρο Ινγκράο: να το προσπαθήσουμε.
Αφιέρωμα στον Πιέτρο Ινγκράο
Μετάφραση: Τόνια Τσίτσοβιτς, από το «Μανιφέστο» (28/9/2015)
Με αφορμή το θάνατο του Πιέτρο Ινγκράο, οι εκδόσεις «Εύμαρος» διοργανώνουν μια βραδιά αφιερωμένη στη μεγάλη ιστορική μορφή της ιταλικής και ευρωπαϊκής Aριστεράς, τη ∆ευτέρα 5 Οκτωβρίου, στις 19:30, στο χώρο των εκδόσεων Εύμαρος, Γ. Σεφέρη 7, στη ∆άφνη. Μιλούν οι: Απόστολος ∆εδουσόπουλος, καθηγητής Οικονομικών της Εργασίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τόνια Τσίτσοβιτς, μεταφράστρια βιβλίων του, Πέτρος Κακολύρης, υπεύθυνος των εκδόσεων Εύμαρος. Θα ακολουθήσει προβολή της ταινίας του Φιλίπο Βεντεμιάτι «∆εν με έχετε πείσει, ο αιρετικός Πιέτρο Ινγκράο»