4
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Μια αναγκαία παραδοχή για να «πάμε μπροστά»…
Η ΕΠΟΧΗ 13 Σεπτεμβρίου 2015
Ζητούμενο η σταθεροποίηση της πολιτικής αξιοπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμματος της κυβερνώσας αριστεράς Του Νίκου Τσαγκρή
Α
υτό που προέχει είναι η σταθεροποίηση της πολιτικής αξιοπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος της κυβερνώσας αριστεράς. Κάτι που φαίνεται ευκολότερο τώρα, μετά την απαλλαγή του από τα αντιευρωπαϊκά βαρίδια, τα αντιευρωπαϊκά «κόμματα» εντός του κόμματος… Αλλά δεν είναι. Η προεκλογική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να κινείται στα όρια μιας εφικτής μετεκλογικής κυβερνητικής πολιτικής, που πρέπει να φαίνεται και να είναι αριστερή. Προοδευτική, φιλολαϊκή, αντισυστημική. Να περιγράφει συγκεκριμένες κυβερνητικές εφαρμογές (μεταρρυθμίσεις) που θα αμφισβητούν και θα ακυρώνουν αντίστοιχες μνημονιακές. Κι ακόμα, οφείλει να γράφει (να καθαρογράφει, αν θέλετε) το «αφήγημα» της ελληνικής Αριστεράς – που είναι το αφήγημα της ευρωπαϊκής Αριστεράς – για το ευρωπαϊκό μέλλον. Είναι εύκολο; Ένα μεγάλο μέρος μελών και στελεχών του κόμματος, τα πιο ευαίσθητα ίσως – σύντροφοι αγαπημένοι, δοκιμασμένοι, ξεχωριστοί –, παραμένουν εγκλωβισμένοι σ’ εκείνο το συνειρμικό αίσθημα «ήττας» που αναδύθηκε το πρωινό της 13ης Ιουλίου, μετά τη λήξη της 17ωρης διαπραγμάτευσης Τσίπρα – Μέρκελ – Ολάντ. Και, λίγες μέρες αργότερα, ενισχύθηκε από την μηδενιστική στάση του Λαφαζάνη και της παρέας του στη Βουλή. Τη διάσπαση, εν τέλει, του ΣΥΡΙΖΑ. Η παραδοχή της ήττας είναι μια θυμική, μια αστόχαστη παραδοχή, όχι επειδή δεν ταιριάζει στην Αριστερά («κι όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα»*), αλλά επειδή αδικεί κατάφωρα τη σκληρή μάχη που έδωσε εκείνη τη νύχτα ο Αλέξης Τσίπρας. «Με αξιοθαύμαστη
γενναιότητα και ευθύνη εθνικού ηγέτη, έφερε σε πέρας την εν λευκώ εξουσιοδότηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων (61,3% μέσω του δημοψηφίσματος) να αποφύγει τη ρήξη (και το grexit) και να διαπραγματευτεί για μια καλύτερη, απ’ αυτήν της τελικής πρότασης Γιούνκερ, συμφωνία…», όπως γράφω σε παλαιότερο κείμενό μου στην «Εποχή».
Η αλήθεια να λέγεται
Και την έφερε!.. ∆ιότι, μνημόνιο – ξεμνημόνιο, η συμφωνία που απέσπασε εκείνη τη νύχτα ο Αλέξης Τσίπρας (με την αμέριστη συνδρομή του Ευκλείδη Τσακαλώτου), είναι ευκρινώς καλύτερη, ποιοτικά και ποσοτικά, από την απορριφθείσα, μέσω του δημοψηφίσματος, πρόταση Γιούνκερ, και αυτή είναι μια αδήριτη πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα, όμως, που χιλιάδες Συριζαίοι αδυνατούν να αναγνωρίσουν, εγκλωβισμένοι σ’ εκείνο το συνειρμικό αίσθημα «ήττας» που λέγαμε. Μα, «είναι μνημόνιο», θα μου πείτε. Και θα μου πείτε, «δεν υπάρχει καλό και κακό μνημόνιο»… Αλήθεια; Όποιος το λέει αυτό, εκτός του ότι ανατρέπει τη θεωρία της… σχετικότητας, οφείλει να προτείνει μια
εναλλακτική, ένα plan B, να πούμε. Και απ’ ότι ξέρω, μόνο ο Σόιμπλε κι ο Λαφαζάνης το έχουν: grexit και επιστροφή στη δραχμή… Είναι η αλήθεια. Τη βλέπει και την κάνει σημαία σύσσωμη η ευρωπαϊκή Αριστερά. Την ενστερνίζονται εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ και, διάβολε, αρνούνται να την αποδεχτούν και να την κάνουν προεκλογική παντιέρα δεκάδες στελέχη – χιλιάδες μέλη του κόμματος: ∆εν υπάρχει ήττα. Ούτε καν συνθηκολόγηση. Ήταν μια τακτική υποχώρηση σε συνθήκες ανοιχτού εκβιασμού, με στόχο την άτακτη χρεοκοπία της Ελλάδας. Μια σθεναρή αντίδραση για την αποτροπή ενός εξελισσόμενου πανευρωπαϊκού συστημικού πραξικοπήματος για την ανατροπή του Αλέξη Τσίπρα και της κυβέρνησής του, της κυβέρνησης της Αριστεράς… Ήταν επικράτηση του Τσίπρα, νίκη της κυβερνώσας Αριστεράς. Και η νίκη αυτή θα ήταν οριστική, εάν η «Αριστερή Πλατφόρμα» δεν λειτουργούσε σαν οπισθοφυλακή του Βόλφγκανκ Σόϊμπλε, αν δεν ανέτρεπε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Η εκλογική μάχη
Το σύμπτωμα Πανούση
Περισσότερο ενδιαφέρον από το – κάπως βερμπαλιστικό και σε σημεία ασύντακτο – γραπτό πόνημα του τέως Υπουργού, είχαν οι δηλώσεις του υπέρ της προοπτικής συγκρότησης κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Ήρθαν σε μία σημαντική καμπή της προεκλογικής περιόδου, όπου σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η 21η Σεπτέμβρη θα βρει μια πολυκομματική Βουλή με ισορροπίες που δημιουργούν μεγάλη δυσκολία στον σχηματισμό κυβέρνησης.
είδηση, γυμνή: νέες δηλώσεις και νέο κείμενο με διαφορά μίας ημέρας, χάρισε στο κοινό για μια εισέτι φορά ο τέως Υπουργός Προστασίας του Πολίτη. Όπως γνωρίζουμε, τα «Νέα», η «Καθημερινή» και το «Ανοιχτό Παράθυρο» φιλοξένησαν με μεγάλη τακτικότητα παρεμβάσεις του Υπουργού στους 7 μήνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, πάντα με εμπρηστική και καταγγελτική διάθεση, αποσκοπώντας στη συνεχή αναταραχή, την οποία πετύχαιναν. Σ’ αυτά, ο Γιάννης Πανούσης προσπαθούσε συνήθως να επανακαθορίσει τη «σωστή» Αριστερά, η οποία προϋπέθετε την αποπομπή των ριζοσπαστικών στοιχείων. Ήταν αυτά τα τελευταία, που λοιδωρούσε τακτικά, άλλοτε συνδέοντάς τα με το οργανωμένο έγκλημα, άλλοτε μιλώντας ανοιχτά για «φίδια που απειλούν την κοινοβουλευτική δημοκρατία». Στο λόγο του Γιάννη Πανούση, η ριζοσπαστική Αριστερά κέρδισε μια πληθώρα προσδιορισμών: «του Τίποτα», «παλαβή», «αυτοαναφορική». Στον τίτλο του τελευταίου του κειμένου στο Ανοιχτό Παράθυρο, η επιθυμητή Αριστερά είναι «αδιαπραγμάτευτη» και ορίζεται εντός ως «αυτή που δεν θέτει σε κίνδυνο το μέλλον της χώρας και του λαού κι όχι αυτή που προστατεύει τις αγκυλώσεις της και τους εκπροσώπους ενός κοινωνικά απομονωμένου Ιερατείου». ∆ιαβάζοντας πίσω απ’ τις λέξεις, μοιάζει σαν άλλο ένα κάλεσμα για εκκαθαρίσεις στα εναπομείναντα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να διευκρινίζεται ποια πρόσωπα στοχοποιεί αυτή τη φορά ο συντάκτης.
Στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έχουν ξεκινήσει ήδη να βολιδοσκοπούν τη δημοφιλία των επιλογών κυβέρνησης εθνικής ενότητας, των συνεργασιών με το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι, της επαναπροσέγγισης με τη Λαϊκή Ενότητα. Με τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ αισθητά μειωμένα, τους ΑΝΕΛ πιθανότατα εκτός Βουλής και το εκλογικό σώμα κατακερματισμένο, η αναπόφευκτη συγκυβέρνηση με τη Νέα ∆ημοκρατία στη βάση της εφαρμογής του τρίτου μνημονίου, θα χρειαστεί μια συνοδευτική αφήγηση που κανένα απ’ τα δύο μεγάλα κόμματα δεν έχει καταφέρει να συγκροτήσει μέχρι στιγμής. Η δημόσια στάση του Γιάννη Πανούση, με τις καταγγελίες κατά των συναδέλφων του στο υπουργικό συμβούλιο, τη δαιμονοποίηση της κομματικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ και τη διατύπωση θέσεων, που δεν συνδεόταν πουθενά μ’ αυτές του κόμματος, ερμηνεύτηκε εν πολλοίς ως αποτέλεσμα της ατομικής του ιδιοσυγκρασίας. Μια αναδρομή στον λόγο του, την εποχή της πρώτης αριστερής κυβέρνησης, ωστόσο, δείχνει πως η περίπτωση Πανούση αποτελεί απλή έκφανση μιας ευρύτερης τάσης στην απελθούσα κυβέρνηση, όπου η χάραξη ατομικών πολιτικών των κυβερνητικών στελεχών, δεν αντιμετωπιζόταν ως υπονόμευση των προγραμματικών θέσεων, αλλά ως δίοδος φυγής από κάθε πολιτικό εμπόδιο, που θα εμφανιζόταν στο δρόμο. Η μνημονιακή ανασύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ, θα ήταν αδύνατον να έχει προοπτικές διακυβέρνησης, αν στην αριστερή κατεύθυνση δεν προϋπήρχαν οι ρωγμές των πασοκογενών (Πανούσης, Σπίρτζης, Μάρδας, Κου-
Η
Του Γιάννη-Ορέστη Παπαδημητρίου
Το τριγυρίζω τόση ώρα για να πω ότι,
Ρωγμές στην αριστερή κατεύθυνση
προκειμένου να προχωρήσουμε μπροστά, θεωρώ ότι είναι εκ των ων ουκ άνευ για τον «όλον ΣΥΡΙΖΑ» μια αναγκαία παραδοχή: υπήρξαμε και παραμένουμε αντιμνημονιακοί, ενάντιοι ακόμα και στο… δικό μας μνημόνιο. Αλλά αυτό το μνημόνιο είναι ότι καλύτερο μπόρεσε να αποσπάσει ο Αλέξης Τσίπρας μέσα απ’ τις ρωγμές που ο ίδιος, και οι άμεσοι συνεργάτες του, κυβερνητικοί αξιωματούχοι και μέλη της διαπραγματευτικής ομάδας, άνοιγαν συστηματικά, στρατηγικά, από την πρώτη ως την τελευταία μέρα της διαπραγμάτευσης, στο σκληροπυρηνικό σύστημα ελέγχου της Ευρωζώνης. Με κέρδος, πέρα από την αποτροπή της άτακτης χρεοκοπία της χώρας μας και τη συνδεόμενη αποτροπή της «αριστερής παρένθεσης», την αναστολή των εργασιών Σόιμπλε για τη συγκρότηση εκείνου του «τεχνοκρατικού τερατουργήματος», όπως το είχε αποκαλέσει ο Τσίπρας, που φιλοδοξεί να οδηγήσει «σε μια Ευρώπη εντελώς ξένη προς τις ιδρυτικές της αξίες». Έτσι, με αυτή την παραδοχή ως κοινό – ειλικρινή τόπο, μπορεί να προκύψει η σταθεροποίηση της πολιτικής αξιοπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος της κυβερνώσας αριστεράς. Και μπορεί η προεκλογική μάχη να ολοκληρωθεί στα όρια μιας εφικτής μετεκλογικής κυβερνητικής πολιτικής, που πρέπει να φαίνεται και να είναι αριστερή.Προοδευτική, φιλολαϊκή, αντισυστημική. Να περιγράφει συγκεκριμένες κυβερνητικές εφαρμογές (μεταρρυθμίσεις) που θα αμφισβητούν και θα ακυρώνουν αντίστοιχες μνημονιακές. Να γράφει (να καθαρογράφει αν θέλετε) το σύγχρονο «αφήγημα» της ελληνικής Αριστεράς για το ευρωπαϊκό μέλλον.
*Στίχος του Μανόλη Αναγνωστάκη
ρουμπλής), τα δίκτυα επιρροής στους τομείς τους και η εσωτερική αντιπολίτευση στον υπόλοιπο ΣΥΡΙΖΑ.
Χρήσιμοι «ανεξάρτητοι»
Η προκλητική ασυλία που παρείχε ο τέως πρωθυπουργός στον Γιάννη Πανούση, εξηγείται εύκολα στη βάση της παραπάνω οπτικής. Οι επιθέσεις του ενάντια στη Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ συνηγορούσαν στον αποκλεισμό του αριστερού κόμματος από την κρατική εξουσία, με την αποστασιοποίηση αυτή να δίνει μεγαλύτερα περιθώρια πολιτικών ελιγμών, καθώς διαχώριζε την υπαρκτή πολιτική από το περιοριστικό αξιακό πλαίσιο του κόμματος. Για ένα σχηματισμό, που ανέλαβε την εξουσία με έντονες εσωτερικές αντιφάσεις σε μία δυσοίωνη για την πολιτική σταθερότητα περίοδο, η «απελευθέρωση» του πρωθυπουργικού κύκλου απ’ τα δεσμά των καταστατικών θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ, αποτελούσε μονόδρομο για την άσκηση πολιτικής. Η διαδικασία δεν ήταν ακαριαία. Ξεκίνησε με την αδρανοποίηση των μελών στις πτυχές της διακυβέρνησης, όπου δεν είχαν διατυπώσει επαρκείς προγραμματικές θέσεις (με πρώτη εξ αυτών την αστυνόμευση), συνέχισε με τη χρήση των εκτός ΣΥΡΙΖΑ υπουργών για την εσωτερική καταστολή και κατέληξε στην αποπομπή των διαφωνούντων, υποβοηθούμενη από τη μνημονιακή στροφή. Η ανθολόγηση και η μελέτη του λόγου, που ανέπτυξε ο Γιάννης Πανούσης την περίοδο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, θα παρείχε μια εναλλακτική καταγραφή πολιτικής ιστορίας. Θα επέτρεπε στον αναγνώστη της να κατανοήσει τη χρησιμότητα των «ανεξάρτητων» στο μικροπολιτικό επίπεδο του κυβερνητικού έργου, να δει τα σημεία σύγκρουσης μιας κυβέρνησης με την κομματική της βάση και να γνωρίσει με ακρίβεια πότε και πώς τα πράγματα πήγαν στραβά στην υπόθεση της πρώτης αριστερής κυβέρνησης. Εν όψει της συγκυβέρνησης, για άλλη μια φορά, ο Γιάννης Πανούσης αναλαμβάνει να προετοιμάσει το κοινό για τη νέα απόκλιση απ’ το αριστερό κοινωνικό όραμα, υπέρ του δέοντος ευχαριστημένος με τον ρόλο του αγγελιαφόρου κακών νέων.