8
“
Είναι αναγκαίο να ανανεώσουμε, να ανακτήσουμε, να αναπτύξουμε, συνειδητοποιήσουμε και συστηματοποιήσουμε τη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ και πολύ καιρό, ήταν σαφές ότι έπρεπε να απαλλαγούμε από τον αντιμνημονιακό χαρακτήρα και να επιμένουμε ότι είμαστε ενάντια στη λιτότητα και την εσωτερική υποτίμηση.
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η ΕΠΟΧΗ 13 Σεπτεμβρίου 2015
Να δοθεί η δυνατότ του πολέμου την επ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΜΙΧΑΛΗ ΣΠΟΥΡ∆ΑΛΑΚΗ, ΚΑΘΗΓΗΤΗ
Τη συνέντευξη πήρε ο Παύλος Κλαυδιανός
Θα προκύψουν αλλαγές, μετά τις εκλογές, στους συσχετισμούς και στο πολιτικό σύστημα; Η ιστορική νίκη της Αριστεράς, το Γενάρη, σηματοδότησε μια αλλαγή στο σύστημα πολιτικής εκπροσώπησης, η οποία προδιαγράφει μια νέα δυναμική των πολιτικών δυνάμεων. Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο επιτεύχθηκε αυτή η νίκη και οι δυσκολίες που αντιμετώπισε η πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς, οδήγησαν, μετά το δημοψήφισμα του Ιουλίου, σε μια σημαντική υποχώρηση, μια ήττα. Αυτή την ήττα πρέπει να κατανοήσουμε ως μια καμπή σε ένα μεγάλο και μακρύ πόλεμο για την επικράτηση της Αριστεράς στον αγώνα του ελέγχου της κρατικής εξουσίας. ∆εν αντιμετωπίστηκε, όμως, με συλλογικές διαδικασίες, με αποτέλεσμα να υπάρχουν απολύτως δικαιολογημένες θυμικές αντιδράσεις, με κύριο χαρακτηριστικό την απογοήτευση, που, φυσικά, έχει δημιουργήσει ένα συναίσθημα απογοήτευσης και κατά συνέπεια φυγόκεντρες τάσεις. Επρόκειτο για υποχώρηση ή και ήττα αλλά δεν ήταν αποτέλεσμα προδοσίας ή «κωλοτούμπας» μιας ιδιοτελούς και «πονηρής» ηγεσίας. Για μένα επρόκειτο για ελιγμό, μπροστά σε τρομακτικά υπέρτερες δυνάμεις, για να περισωθούν δυνάμεις και η δυνατότητα για τη συνέχιση του πολέμου την επόμενη μέρα. Έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία να το δούμε και να το βιώσουμε έτσι και όχι είτε σαν επιτυχία είτε ακόμη με την απλουστευτική λογική ότι δεν γινόταν διαφορετικά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και η κοινωνία
Ασκείται σκληρή κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν έπρεπε να προκαλέσει εκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές υποσχόμενος ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα (πρόγραμμα Θεσσαλονίκης), αναγκάστηκε να αναδιπλωθεί και γι’ αυτό καταφεύγει στη λαϊκή ετυμηγορία προτείνοντας νέα πολιτική πρόταση. Αυτό αντιτίθεται στις γνωστές παθογένειες της Μεταπολίτευσης. Υπάρχει, βέβαια, και η κοινοβουλευτική διάσταση (απώλεια δεδηλωμένης), αλλά αυτό δεν ήταν το κύριο. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, εμφορείται από άλλη λογική. Συγκροτήθηκε και αναπτύχθηκε στη βάση της υπόσχεσης ότι «θα φέρει την κοινωνία στο πολιτικό προσκήνιο». Υποσχέθηκε δε, ότι θα το κάνει με τη δράση του στο κοινωνικό πεδίο, θα πάει στα κοινωνικά κινήματα, θα μάθει απ’ αυτά, δεν θα πάει εκεί με την παράδοση της Αριστεράς της μεταπολίτευσης ως πρωτοπορία και ως πάτρωνας ή υποκαταστάτης τους. Υποσχέθηκε, ακόμη, ότι θα φτιάξει ένα κυβερνητικό πρόγραμμα, που θα λαμβάνει υπόψη του όχι τόσο τεχνοκρατικές ιεραρχίες, αλλά την εμπειρία που εισπράττει από τα κινήματα. Μάλιστα, για τον ΣΥΡΙΖΑ προϋπόθεση αυτής της στρατηγικής αποτέλεσε η έκκληση ενότητας της Αριστεράς. Αυτή ήταν η στρατηγική του, όταν έλεγε ότι δεν ενδιαφέρεται αν κάποιος προέρχεται απ΄ την τάδε ή τη δείνα ιδεολογική – κομματική καταγωγή ή κίνημα και αναφέρονταν στο όλον της Αριστεράς με τρόπο πλουραλιστικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, με τη δράση του στο κοινωνικό πεδίο και με το πρόγραμμά του, που στηρίζεται σε αυτή
του την δράση επεδίωξε τη συμμετοχή και στους θεσμούς. Πατάει, επομένως, με το ένα πόδι στην κοινωνία και στην κοινωνική δυναμική και με το άλλο σε μια σοβαρή, συστηματική παρουσία στους θεσμούς: στο κοινοβούλιο, στην αυτοδιοίκηση και συνδικάτα, στους συνεταιρισμούς, στις ποικίλες συλλογικότητες πολιτών κτλ. Μ’ αυτά τα προαπαιτούμενα, θεμελίωσε και νομιμοποίησε το «δικαίωμα» να κυβερνήσει, για να διαχειριστεί την κρατική εξουσία, σ΄ άλλη λογική απ’ αυτή που είχε επιβληθεί στα χρόνια της Μεταπολίτευσης. ∆υσκολεύεται να πείσει ότι θα τηρήσει τη λογική που παρουσίασες. Αυτό δεν δείχνει η χαμηλή, ακόμη, συσπείρωσή του; Η αδυναμία αυτή προέρχεται από το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασε στο 27%, το 2012, μέσα απ’ τη λογική που περιέγραψα, ωστόσο φοβάμαι ότι ακόμη και τα στελέχη του, που είχαν συνδιαμορφώσει και λειτουργούσαν στο πλαίσιο αυτής της λογικής, δεν συνειδητοποίησαν πλήρως αυτή τη στρατηγική. ∆εν προέβησαν σε επιμόρφωση των στελεχών και νέων μελών, ώστε να διασφαλιστεί η εμπέδωση του «συριζαίικου τρόπου». Έτσι, μετά το 2012, άρχισε να γίνεται υπέρ το δέον «κυβερνητικός» και να βιάζεται ν’ ανέβει στην εξουσία, περίπου, «πάση θυσία». Έδωσε πολλή έμφαση στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι και η προσφυγή στο κοινωνικό πεδίο έμοιαζε πρακτική ρουτίνας. Έπαψε να παίρνει πρωτοβουλίες στην κοινωνία, να είναι ευρηματικός όσο ήταν το 2010 ή το 2011. Φάνηκε αυτό και στη συνδιάσκεψη του 2012 και ακόμη πολύ καθαρά στο ιδρυτικό συνέδριο του 2013, όπου τα ζητήματα που συζητήθηκαν, ήταν κυρίως διαδικαστικού χαρακτήρα και αφορούσαν, περίπου αποκλειστικά και ενδεχομένως αποκομμένα από το κοινωνικό πεδίο, τα «εσωκομματικά» οργανωτικά του κόμματος. Χωρίς καμιά έμπνευση και ευρηματικότητα, η οργάνωση ήταν αδύνατο να ανταποκριθεί και να στηρίζει αυτή τη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, που μέχρι το 2012 είναι πιο καθαρή και φρέσκια.
Απόλυτη αφέλεια
Όμως, υπήρχε μια λαϊκή πίεση προς τον ΣΥΡΙΖΑ, για να κυβερνήσει. Η κριτική αποτίμηση που κάνουμε, δεν μπορεί να αποδοθεί απλώς στις ελλειμματικές επιλογές της ηγεσίας, αλλά είναι ανταπόκριση σε πραγματικές πιέσεις και αναγκαιότητες, που προέκυπταν από την κοινωνική δυναμική και την πολιτική αναγκαιότητα. Επρόκειτο για «επιστράτευση» του ΣΥΡΙΖΑ από τις λαϊκές τάξεις, που απαιτούσαν να κυβερνήσει. Έτσι, δεν αντιμετωπίστηκαν ούτε τα οργανωτικά προβλήματα του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε και οι απαραίτητες προσαρμογές στα νέα δεδομένα, που θα απαιτούσαν μια καλύτερη εμπέδωση της στρατηγικής. Παράλληλα, υπήρξαν σειρά από αφέλειες, που έχουν να κάνουν με τη δράση του ΣΥΡΙΖΑ εντός της χώρας και την αντίληψή του στο διεθνές περιβάλλον. Υπήρχε η αντίληψη, ότι αν πάμε στην Ευρώπη και πούμε με σαφήνεια και καλά τεκμηριωμένα την άποψή μας, αυτή θα
ακουστεί και θα υποχωρήσουν οι «θεσμοί». «Θεσμοί» που, ωστόσο, είναι εμποτισμένοι από τη νεοφιλελεύθερη λογική και εκφράζουν πολύ σκληρά και ανελαστικά συμφέροντα. Αυτό ήταν μια τεράστια αφέλεια, που επηρέασε καθοριστικά τη διαπραγμάτευση. Στο εσωτερικό, αν προσπαθούσαμε να κωδικοποιήσουμε τις αφέλειες, θεωρήθηκε ότι αφού εκλογικά πάμε καλά δεν χρειάζεται να έχουμε και ένα κόμμα ζωντανό, δημοκρατικό, συμμετοχικό. Η θεωρητική δουλειά αγνοήθηκε και εν πάση περιπτώσει αν πάρεις την κυβέρνηση σιγά – σιγά θα αλλάξεις και την εξουσία. Η αφέλεια αυτή, που στηρίζεται σε εργαλειακές αντιλήψεις για την εξουσία και το κράτος, οδήγησε την κυβέρνηση στην ανοχή ανθρώπων κλειδιά στη δημόσια διοίκηση, που εξυπηρετούσαν άλλη λογική ή ακόμη και τεχνοκρατών, που καταφανώς είχαν άλλη συγκρότηση από εκείνη που υπηρετούσε την κοινωνική συμμαχία του ΣΥΡΙΖΑ. Με άλλα λόγια, την κοινωνική συμμαχία που ανέδειξε το ΣΥΡΙΖΑ και που δεν αποτελείται μόνο από τις υποτελείς κοινωνικές τάξεις (των εργαζόμενων, των επισφαλώς εργαζομένων, των ανέργων κτλ) αλλά και από τη λεγόμενη μικροαστική παραδοσιακή τάξη (μαγαζάτορες, μικρέμποροι κτλ), που συνθλίβεται κάτω από τις πολιτικές λιτότητας, αλλά και τη νέα μικροαστική τάξη (ελεύθεροι επαγγελματίες, τα μορφωμένα στρώματα των πόλεων κ.ο.κ.) Αυτή τη συμμαχία έπρεπε ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει στο μυαλό του και να την ενδυναμώνει, ούτως ώστε σιγά – σιγά με δομικές μεταρρυθμίσεις να αλλάζει συσχετισμούς και παρά τις αντίξοες συνθήκες, να ανοίγει δρόμους για έναν ευρύτερο κοινωνικό μετασχηματισμό. Η άποψη ότι όταν θα πάρουμε την κυβέρνηση όλα θα γίνουν, ήταν μια εξόφθαλμα εργαλειακή αντίληψη. Ακριβώς! Παρά το θεωρητικό κεκτημένο της ριζοσπαστικής, ανανεωτικής αριστεράς, που στέκεται απέναντι σε εργαλειακές λογικές, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αυτό δεν το ακολούθησε. Έδειξε μια απόλυτη αφέλεια. Συνάντησε, λοιπόν, τοίχο η νέα κυβέρνηση, αποδείχθηκε πιο αναποτελεσματική απ’ αυτό που περίμενε, με αποτέλεσμα την κριτική που γίνεται, νομίζω δικαίως, ότι πέρα από τους περιορισμούς του μνημονίου, σε άλλα πράγματα όπου δεν ακουμπάει, η κυβέρνηση δεν ήταν όσο αποτελεσματική έπρεπε να είναι.
Να επιβεβαιωθεί ο πλουραλισμός
Θεωρείς ότι η σημερινή δυσκολία του ΣΥΡΙΖΑ να συσπειρώσει, εκλογικά, την επιρροή της 25ης Γενάρη, αλλά και της νέας που κέρδισε ακόμη και παρά την επαχθή συμφωνία, έχει τις ρίζες της στη μετά το 2012 περίοδο. Από το 2012 και μετά, νομίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε πιο «κυβερνητικός», πριν ακόμη πάρει την κυβέρνηση. Ξέχασε, κατά κάποιο τρόπο, αυτό που τον είχε φέρει στο προσκήνιο, πρωταγωνιστή των εξελίξεων στη χώρα και στην Ευρώπη, στο παγκόσμιο δημοκρατικό κίνημα. Μετά, όμως, την υποχώρηση που έγινε τον Ιούλιο, υπήρξε ο εξής κίνδυνος: η διαχείριση της ήττας να είναι βαρύτερη σε επιπτώσεις από αυτή καθεαυτή την υποχώρηση. Πρώτον, δεν έγινε