NO LIFE PLACES: ABANDONED VILLAGES IN CR

Page 1

πλατυμέτωπα σπίτια χωρίς στύλο

στενομέτωπα σπίτια με στύλο

την ταράτσα του σπιτιού στη γη, για να συμμετέχει αργότερα στο παιχνίδισμα των χώρων της κάτοψης27.

Στο τρίτο χαρακτηριστικό παράδειγμα, το σπίτι έχει τρεις κάμαρες σε σχηματισμό κλειστό και λογικά οργανικό σπίτι -κελάρι- αποθήκη, χωμάτινο επίπεδο για τον ύπνο και πέτρινη γούρνα για το πλύσιμο στην αυλή. Ακολουθεί περισσότερο οργανωμένη κάτοψη σε σχηματισμό Γ το οποίο γράφεται από το κελάρι, τον αχυρώνα και το μαγειρείο, ενώ τη θέση της αυλής τη γεμίζει η σάλα και το υπνοδωμάτιο.

Το σπίτι με ξύλινο στύλο μπορεί να προϋπήρχε εκείνου με χωρίς στύλο ή και το αντίθετο. Όμως ο ξύλινος στύλος αποτελεί την πανάρχαια προϊστορική τεχνική σκέψη για την στήριξη του δώματος, ενώ δομικά στοιχεία αυτού του σπιτιού συναντάμε στην Κρήτη από τα μινωικά ακόμη σπίτια και παλάτια.

Μια άλλη ενότητα αποτελούν τα πλατυμέτωπα σπίτια με συμμαζεμένο ξύλινο πατάρι, όπου συναντάμε εκείνα με μια κάμαρα και μισόκλειστο πατάρι, εκείνα που στον ίδιο χώρο έχουν δυο αντικριστά επίπεδα, δηλαδή ξύλινο μαζεμένο πατάρι και απλωτή πεζούλα και τέλος εκείνα με συμμαζεμένο πατάρι που είναι τυπολογικά αόριστο και λειτουργεί σαν εξέδρα, με τα τέσσερα μεσαία δοκάρια να στηρίζουν το λιακό.

Τα στενομέτωπα σπίτια με στύλο, με “λυρατζή”, πως λέγεται στην Κρήτη, είναι λιγοστά και έτσι η εξέλιξη στηρίζεται σε μερικές πολύ απλές παραλλαγές του βασικού τύπου. η ξύλινη κολώνα συγκρατεί απάνω σε μια διχάλα το μεσαίο δοκάρι που σηκώνει το λιακό. Δοκάρια και μεσοδόκια είναι συνήθως από σκληρό και σχεδόν ακατέργαστο ξύλο, όπως πρίνο, λιοπρίνι ή ασίλακα. Οι διαστάσεις τους κυμαίνονται σε πάχος 36 - 40 εκατοστά και 11 μέτρων μήκος γεγονός που κάνει πολύ δύσκολη τη μεταφορά τους.

Οι προσόψεις τους είναι τιγμένες δυναμικά καθώς οι τοξωτές πόρτες που αγγίζουν το ύψος του σπιτιού, δίνουν την εντύπωση ότι το σπίτι χτίστηκε για να στηριχθούν πάνω του αυτές οι πόρτες. Τα σπίτια αυτά όμως, αποζητούν μετασχηματισμό και εξέλιξη που θα πραγματοποιηθεί μόνο στις Κυκλάδες ενώ στην Κρήτη θα διατηρηθεί με επιμονή ο υπαρξιακός τους χαρακτήρας.

Στον αντίστοιχο πλατυμέτωπο τύπο κρητικού σπιτιού, η είσοδος γίνεται συνήθως πιο κεντρικά, για να ξεχωρίζουν οι λειτουργίες εσωτερικά σε μια από τις μεγάλες πλευρές με μικρά παράθυρα δίπλα στην πόρτα, ώστε να συμπληρώνεται ο φωτισμός, προστατευμένα με σιδεριές για ασφάλεια. Ακανόνιστα πέτρινα καντραρίσματα σε πόρτες και παράθυρα, ελαφριές ανισοσταθμίες ανάμεσά τους, πλάκες χωνεμένες στον τοίχο με γλάστρες, υδρορροές με αβέβαιη ύπαρξη νερού και ανάγλυφος σταυρός στην εξώπορτα.

Τα ξύλινα πατάρια (σοφάδες) απελευθερώνονται, απλώνονται μέσα στο στενόμακρο πλατυμέτωπο σπίτι και καταλαμβάνουν το μισό. Σκαλιά, πλατύσκαλα, χωμάτινο επίπεδο, γωνιακό τζάκι μπροστά και μικρό υπόγειο. Στη συνέχεια το ξύλινο πατάρι μοιράζεται σε δύο επίπεδα, σχηματίζοντας πρώτο και δεύτερο πατάρι σε ανισοσταθμία.

Η μελέτη της πορείας που ακολούθησε η εξέλιξη στην αρχιτεκτονική των πλατυμέτωπων σπιτιών, μπορεί να χωριστεί σε ενότητες.

Σε άλλη περίπτωση το σπίτι ορίζεται από τα δύο ξύλινα αντικριστά πατάρια αριστερά και δεξιά, ενώ σε ακραία παραλλαγή προς το δίπατο, το σπίτι πλαισιώνεται από πατάρια αριστερά και δεξιά, χωρίς τη δυνατότητα περαιτέρω εξέλιξης.

Στην πρώτη παρουσιάζουμε, σε μια σύντομη αλλά ξεκάθαρη πορεία, τέσσερα παραδείγματα σπιτιών με λογική ιεράρχηση των χωρών που διαγράφουν μια εξέλιξη. Η κάτοψη είναι πλέον στενή και ορθογώνια, με φούρνο στα δεξιά και χαμηλό επίπεδο από πέτρες και χώμα στ’αριστερα, για τον ύπνο. Τα δοκάρια του λιακού κινημένα ανήσυχα σε στροφή ενώ είναι σαφής η φυσιοκρατική επιρροή καθώς δεν υπάρχει σχεδόν ξεκάθαρος διαχωρισμός του μέσα με το έξω. Στη συνέχεια δυο στενά ορθογώνια ίσα, θα ενωθούν κολλητά και θα απλωθούν σε βάθος σχηματίζοντας το “σπίτι και το μέσα σπίτι”, με ξύλινο πατάρι, χωμάτινες πεζούλες, γωνιακό τζάκι και αυλή.

Την τέταρτη ενότητα αποτελούν τα σπίτια με εμφανές πατάρι, οργανικό, προσαρμοσμένο στην κλίση του οικοπέδου και ένα ξύλινο χώρισμα να το διαιρεί σε δύο κάμαρες κάτω από τον ίδιο λιακό. Στη συνέχεια ο λιακός μοιράστηκε στα δύο και σκεπάστηκε με δύο επίπεδα. Το πατάρι εισχώρησε και χάθηκε μέσα στην τομή, το τζάκι εξακολουθεί να είναι γωνιακό, ενώ το ξύλινο διαχωριστικό(μεσοχώρι) γίνεται πλέον σταθερός τοίχος.

27. Ε. ΣΤΑΜΑΤΑΚΗ, Ο λαογράφος Γιώργος Σταματάκης μας ξεναγεί στα φτωχικά λαϊκά σπίτια των Κρητικών του παρελθόντος, 2018.

50


πλατυμέτωπα σπίτια με στύλο

Έτσι δημιουργήθηκε ένας πυρήνας δίπατου σπιτιού με εξωτερική πέτρινη σκάλα και μονόχωρα διαμερίσματα πάνω κάτω. Την τελική μορφή του αποτελεί το απλό δίπατο σπίτι με διπλές κάμαρες κάτω, τριπλές απάνω, πέτρινη σκάλα απ’ έξω που ανεβάζει στον εξώστη και ξύλινη εσωτερική, που ενώνει την αποθήκη με το μαγειρείο, χωρίς να απουσιάζει φυσικά το πατητήρι και το “δοχείο” στο στεγαστό. Στην ίδια παραλλαγή δίπατου σπιτιού με τα προηγούμενα, αλλά σε πιο σύνθετο σχηματισμό, ανήκουν και τα σπίτια που έχουν ένα μόνο μέρος δίπατο και τα οποία βρίσκονται σε ημιτελή μορφή, με εσωτερική ξύλινη σκάλα και ξύλινο μπαλκόνι, που αποτελεί ξενικό στοιχείο, τόσο στην κρητική, όσο και στην αιγαιοπελαγίτικη παράδοση. Από την ενοποίηση δύο δίπατων σπιτιών που βρίσκονται σε γωνία, προκύπτει η γνώριμη παραλλαγή πλατυμέτωπου σπιτιού με εσωτερική αυλή περιτριγυρισμένη από μαντρότοιχο και πρόσοψη που χαράσσεται δυναμικά από υδροροές.

Τα πλατυμέτωπα σπίτια με στύλο αποτελούν σχηματική εξέλιξη με μεγάλο κατασκευαστικό ενδιαφέρον και συναρπαστικές τεχνικές δομικές λύσεις. Ξεκινώντας από το πλατυμέτωπο μονόχωρο, ζευγόσπιτο με στύλο σε απλή σχεδόν πρωτόγονη μορφή, σκέτο, λιτό, χωρίς παράθυρα και τζάκι, προχωράμε στο ίδιο μονόχωρο μακρόστενο που χτίζεται χωρίς λάσπη αλλά με ξερολιθιά και φαρδύς τοίχους γύρω στο 1 μέτρο, που ωστόσο στηρίζονται από έναν δεύτερο τοίχο εσωτερικά με μορφή αντηρίδας που θα κρατήσει την ξερολιθιά όρθια δημιουργώντας μια ανεπαίσθητα κυρτή βαθμιδωτή πυραμίδα. Το σπίτι εξελίσσεται σε πλατυμέτωπο μονόχωρο με κεντρικό όρθιο στύλο και μεσαίο δοκάρι που γέρνει και ακουμπάει στην κορυφή της κολώνας, που ονομάζεται “φράγκα” και στους απέναντι τοίχους. Ο κεντρικός στύλος στενεύει προς τα κάτω αντιγράφοντας τα μινωικά κτίσματα. Το σπίτι με πατάρι, οργανικό σε κλίση, μονόχωρο, με μεταβατική παραλλαγή, συνεχίζει την πορεία στο δίχωρο με μεσοδόκια τραβέρσα, εγκάρσια και όχι και κατά μήκος. Αργότερα, όμως, υπάρχει ένα μόνο μεσαίο δοκάρι στο μάκρος που χωρίζει το σπίτι σε δύο ζώνες, μετατρέποντας το σε κανονικό δίχωρο. Έπειτα σε τρίχωρο που κλείνει την αυλή στο εσωτερικό του σε μισό κλειστό, μισό ανοιχτό σχεδιασμό.

Την τελευταία ενότητα αποτελούν τα σπίτια με το γνωστό πυρήνα του δίπατου σπιτιού με στεγαστό, εξώστη και ταράτσα. Το φουρνόσπιτο σε λιτή άρθρωση, απλοχωριά και αναλογίες με εμφανώς διαχωρισμένες τις λειτουργίες στην κάτοψη, προέκταση του “στεγαστού” στην αυλή και ανάπτυξη του στην ταράτσα-εξώστη.

σπίτια με λιακό που στηρίζεται σε τόξο

Υπάρχουν όμως και παραδείγματα με το δίπατο τμήμα και το “στεγαστό” να βρίσκονται σε σύνθεση αντιθετική και τους κατά μήκος άξονες να τέμνονται. Πρόκειται για την πρώτη αλλαγή που στη συνέχεια τροποποιείται με αποτέλεσμα η κάτοψη να εμφανίζει άρθρωση των στοιχείων του ισογείου και κλιμακωτή διάταξη των επιπέδων εξαιτίας της μεγάλης κλίσης του εδάφους. Έτσι, αποκαλύπτεται ότι η παραδοσιακή αρχιτεκτονική πορεύεται εξελικτικά διαγράφοντας εντυπωσιακή αρχιτεκτονική ιστορία με σταθμούς και προεκτάσεις28.

Όλες οι κάμαρες έχουν λιακό χωρισμένο στα δύο από το μεσοδόκι στο οποίο στηρίζεται ο λυρατζής, ενώ όταν μικραίνει η μονοκάμερα μικραίνει και το μεσαίο δοκάρι, που στηρίζεται τώρα σε δύο ξύλινους στύλους αντί σε έναν, όπως συνηθιζόταν. Στη συνέχεια, οι στύλοι γίνονται τρεις με πλευρισμένο το στεγαστό και η κάτοψη εμφανίζεται πιο σύνθετη μέχρι το δίπατο σπίτι να αποκτήσει δίπατο στύλο με τα χαρακτηριστικά της φέρουσας κεντρικής κολώνας. Ανεκτίμητο για το μεταβυζαντινό Κρητικό και τον Κρητικό της ενετοκρατίας και της τουρκοκρατίας, είναι το σπίτι με τόξο. Πρόκειται για δομικά συγκροτημένο και λειτουργικά ξεκάθαρο οίκημα που τα συνολικά χαρακτηριστικά του, επίσης, μπορούν να αναλυθούν σύντομα στις παρακάτω ενότητες. Μια πρώτη ενότητα από τέσσερα σπίτια, δυο στενομέτωπα και δυο πλατυμέτωπα. Στο πρώτο μονόχωρο, το τόξο είναι εγκάρσιο και στηρίζεται σε

28. Ε. ΣΤΑΜΑΤΑΚΗ, Ο λαογράφος Γιώργος Σταματάκης μας ξεναγεί στα φτωχικά λαϊκά σπίτια των Κρητικών του παρελθόντος, 2018.

51


διάταξη των οικισμών

δυο πίλαστρα, που προεξέχουν από τον τοίχο. Στο δεύτερο σπίτι, που είναι δίχωρο, προστέθηκε ένα ίσο τμήμα στο βάθος, ο χώρος για το κελάρι. Στο τρίτο παράδειγμα ένα πλατυμέτωπο μονόχωρο σπίτι με το τόξο να ορίζει το λιακό, και στο τέταρτο δίπατο σπίτι εξαιτίας της έντονης κλίσης του εδάφους κάθε κάμαρα έχει τόξο που στηρίζει την οροφή του. Στη συνέχεια στα δυο πλατυμέτωπα σπίτια που είναι χτισμένα σε έδαφος με πολλή μεγάλη κλίση, το τόξο στηρίζεται σε δύο άνισα πίλαστρα δημιουργώντας άλλοτε ένα και άλλοτε δυο πατάρια, χωρίζοντας το σπίτι σε άνισα τμήματα. Όταν το τόξο χτίζεται δίπλα στα μονόχωρα δημιουργεί το στεγαστό που γύρω του θα απλωθούν και άλλες κάμαρες. Έπειτα, το άνοιγμα του τόξου αυξάνεται στα έξι μέτρα, ενώ καθώς το πλάτος των σπιτιών μεγαλώνει το τόξο χωρίζεται στα δύο δημιουργώντας τοξοστοιχία.

Στην διάταξή τους οι ορεινοί οικισμοί παρουσιάζονται και χτίζονται κυρίως αμφιθεατρικά είτε σε πλαγιά, είτε στην κορυφή ενός λόφου, δημιουργώντας έτσι τον αμυντικό τους χαρακτήρα. Στην Ανατολική και Κεντρική Κρήτη η δόμηση είναι κυρίως πυκνή και συνεχής. (πχ. Έξω Λακώνια). Το σχήμα των οικισμών ακολουθεί συνήθως το έντονο φυσικό ανάγλυφο του εδάφους. Συνήθως έχουμε ένα σύνολο από γειτονιές που αποτελούν την κοινότητα και το χωριό του οικισμού. Συνήθως οι οικισμοί όταν είναι μεγάλου μεγέθους διακρίνονται σε Πάνω, Κάτω- και Μέσο- ή σε Μέσα ή Έξω και συνοδευόμενοι από το όνομα του οικισμού30. Στην δυτική Κρήτη και περισσότερο στις επαρχίες Σελίνου, Κισσάμου και Σφακίων, η δόμηση είναι αρκετά αραιή και ελεύθερη σε επιμέρους μικρότερες κοινότητες (πχ. Κάτω Βρύσες Κισσάμου)

Οι παραλλαγές που θα ακολουθήσουν στην εξέλιξη της χρήσης του τόξου στο παραδοσιακό κρητικό σπίτι είναι σχεδόν αναπόφευκτες. Δυο ή περισσότερα τόξα σε παράλληλο ή κάθετο μεταξύ τους σχηματισμό29.

ε13: σκίτσα τυπολογιών σπιτιών του Δ. Βασιλειάδη - με πατάρι και πεζούλα

ε14: σκίτσα τυπολογιών σπιτιών του Δ. Βασιλειάδη - με αφέντη «στύλο» και νοικοκυρά το μεσοδόκι

29. Ε. ΣΤΑΜΑΤΑΚΗ, Ο λαογράφος Γιώργος Σταματάκης μας ξεναγεί στα φτωχικά λαϊκά σπίτια των Κρητικών του παρελθόντος, 2018. 30. Ν.ΣΚΟΥΤΕΛΗΣ, ΚΡΗΤΗ ΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ, ΧΑΝΙΑ, ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΚΡΗΤΗΣ, 2020.

52


+

τυπολογίες

ε15: σκίτσα τυπολογιών σπιτιών του Δ. Βασιλειάδη δίχωρο σπίτι σε σχήμα Γ

ε16: σκίτσα τυπολογιών σπιτιών του Δ. Βασιλειάδη - με οντά και βεράντα για ταράτσα

ε17: σκίτσα τυπολογιών σπιτιών του Δ. Βασιλειάδη - με αυλή, με ξερολιθιά

53


ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ Ε

Ρ

Η

Μ

Ω

Σ

Η


+


γενικά

Υπάρχουν διάφοροι λόγοι αλλά και κατηγορίες εγκατάλειψης μιας τοποθεσίας. Στην έρευνα παρακάτω θα αναφέρουμε κυρίως τοποθεσίες που αφορούν την εγκατάλειψη ολόκληρων οικισμών, χωριών αλλά και γειτονιών που υπάγονται σε χωριά που δεν έχουν εγκαταλειφθεί πλήρως. Γενικά οι απώλειες του πληθυσμού της εικοσαετίας 1951-1971 αντανακλούν τις επιπτώσεις από τις πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που επικράτησαν, όπως διαμορφώθηκαν αυτές μετά από ένα παγκόσμιο και ένα εμφύλιο πόλεμο. Υπήρξε η «δεκαετία της μετανάστευσης», η οποια κατέχει τα πρωτεία για τον ημιορεινό πληθυσμό της Κρήτης, σε αυτή την περίοδο ανασυγκρότησης της χώρας. Στην εικοσαετία 1951-1971 το πλήθος των ημιορεινών οικισμών μειώνεται, οι ορεινοί από 6,8%, το 1951, αυξάνονται στο 7,2%, το 1961, και μειώνονται ξανά στο 6,8% του πληθυσμού το 1971. Η συρρίκνωση του ορεινού πληθυσμού είναι εντονότατη, και σχεδόν επτά φορές μεγαλύτερη από τη μείωση των ημιορεινών οικισμών31.

φυσικά αίτια

οικονομικοί λόγοι

Τα αίτια όμως που οδηγούν στην εγκατάλειψη των χωριών, οικισμών και γειτονιών χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες - παράγοντες που επηρέασαν την ιστορία των τόπων αυτών: σε οικονομικούς, πολεμικούς-αμυντικούς παράγοντες και σε φυσικά αίτια. Ο κάθε παράγοντας από τους παραπάνω διαχωρίζεται σε επιμέρους υποκατηγορίες, αλλά και συνδέεται μεταξύ ο ένας με τον άλλο. Οι οικονομικοί παράγοντες είναι κυρίως αυτοί οι οποίοι οδηγούν τους ανθρώπους στο να εγκαταλείπουν τον τόπο τους. Η αστικοποίηση* ή καλύτερα η αστυφιλία αποτελεί ένα φαινόμενο, ίσως και το πιο συχνό, που έχει οδηγήσει σε αυτό το αποτέλεσμα. Η εγκατάλειψη των νέων είναι κυρίως σε αυτην την περίπτωση αυτή που κυριαρχεί, καθώς μετά το σχολείο καταφεύγουν για σπουδές σε πόλεις στις οποίες συνεχίζουν συνήθως να διαμένουν και μετά το πέρας των σπουδών . Έτσι οι νέοι από τα χωριά αφήνουν πίσω τους γονείς και τους γηραιότερους, με αποτέλεσμα, όταν αυτοί πεθάνουν, να μην υπάρχουν απόγονοι να κατοικήσουν πλέον το χωριό. Συχνό φαινόμενο ενίσχυσης της αστικοποίησης αποτελεί και η ανάγκη για επιβίωση λόγω της εξέλιξης. Η αγροτική ζωή, (καλλιέργεια, κτηνοτροφία) παρακμάζει εξαιτίας των πολυεθνικών και εξελιγμένων εμπορίων στη βιομηχανία των λαχανικών και γενικώς των τροφίμων. Έτσι δημιουργείται η ανάγκη για επιβίωση του ανθρώπου με αποτέλεσμα να μεταφέρεται σε μεγάλα αστικά κέντρα για την εξασφάλιση ενός σταθερού εισοδήματος. Τα φυσικά αιτία, επίσης συμβάλλουν στην εγκατάλειψη μιας τοποθεσίας και πολύ συχνά δημιουργούν συνθήκες οι οποίες οδηγούν τον άνθρωπο στην αναγκαστική εγκατάλειψη της τοποθεσίας, του τόπου του, του χωριού που μεγάλωσε και του εδάφους που καλλιεργεί και συνεπώς του τοπίου που συλλέγει το εισόδημά του. Η καθίζηση του εδάφους, δηλαδή η υποχώρηση του εδάφους, που οδηγεί σε κατολισθήσεις κτιρίων αλλά και ολόκληρων δρόμων, όπως για παράδειγμα στο Ροπωτό Τρικάλων32, έχει οδηγήσει σε μερική εγκατάλειψη του χωριού καθώς κάποια κτίρια έχουν καταφέρει να διασωθούν. Το νερό παίζει και αυτό το ρόλο του, μέσω των βροχοπτώσεων, των πλημμύρων αλλά και ανυδρίας. Σημαντικό παράδειγμα είναι η πρόσφατη κιόλας εγκατάλειψη του οικισμού Καλάμι33, κατά το 19771980, στο δήμο Βιάννου το οποίο από μαρτυρίες ανθρώπων του χωριού γνωρίζουμε ότι εγκαταλείφθηκε καθώς η γη πλέον δεν ήταν εύφορη αφού οι πηγές είχαν στερέψει. Έτσι, οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να έχουν πλέον εισόδημα από τι από τις καλλιέργειες και την κτηνοτροφία, και κατά συνέπεια εγκατέλειψαν το χωριό τους και μεταφέρθηκαν στο διπλανό χωριό, το οποίο είναι παραθαλάσσιο ώστε να μπορούν να βιοποριστούν από νέες επαγγελματικές δραστηριότητες. Εννοείται ότι ο ανθρώπινος παράγοντας δεν έμελλε 31. Π. ΛΑΦΑΖΑΝΗ, ΤΟ ΟΙΚΙΣΤΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΟΝΟ, 2006 32. Ροποτό: Το χωριό που βουλιάζει από τις κατολισθήσεις. 33. Καλάμι: Οδοιπορικό στο χωριό φάντασμα στο Ηράκλειο Κρήτης.

56


Η μετακίνηση σε πιο σύγχρονες πόλεις με περισσότερες παροχές πολύ συχνά γίνεται καθώς υπάρχει η ανάγκη των ανθρώπων να ενταχθούν σ’ ένα πιο μοντέρνο και εξελιγμένο, σύγχρονο περιβάλλον, με ταχύ ρυθμό ζωής εκεί που θεωρούν πως είναι υπολογίσιμοι πολίτες μιας κοινωνίας. Άρα η ανάγκη για αποδοχή και ένταξη στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο είναι μια ψευδαίσθηση που οδηγεί πολλούς νέους στο να εγκαταλείψουν τα χωριά τους και να μεταφερθούν σε πόλεις, θεωρώντας πως θα συμμετάσχουν και θα λάβουν σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις και αποφάσεις του έθνους τους. Συνεπώς, για να υπάρχει ψυχική υγεία σ’ ένα άτομο, πρέπει να υπάρχει ισορροπία στη ζωή του, να έχει το αίσθημα της ασφάλειας, της κυριαρχίας να νιώθει πως συνεισφέρει και πως είναι ικανό να ενταχθεί σ’ ένα σύνολο ξένο προς αυτό. Άρα οι άνθρωποι εγκαταλείπουν οικειοθελώς και με πλήρη επίγνωση των πράξεων τους τα χωριά και αφήνουν πίσω τους προγόνους τους, με αποτέλεσμα όταν αυτοί πια δεν ζουν, τότε να αφανιστεί ο πληθυσμός ενός χωριού και να ερημώσει για πάντα. Τέλος οι βεντέτες*, ευρέως γνωστές σε ολόκληρη την Ελλάδα είναι από τους αρκετά συχνούς λόγους ώστε οι κάτοικοι ενός χωριού να φύγουν, προστατεύοντας τη δική τους ζωή. Μια βεντέτα είναι δυνατό να κρατήσει για πολλές και συνεχόμενες γενιές35. 34. Φιλόξενα Χωριά 35. ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΠΟΥ “ΕΣΒΗΣΕ” ΑΠΟ ΤΟ ΧΑΡΤΗ ΥΠΟ ΤΟ ΦΟΒΟ ΒΕΝΤΕΤΑΣ

57

πολιορήσεις αστικοποίηση

Ακόμη οι πολιορκήσεις αποτελούσαν κυρίως στο παρελθόν το βασικότερο αίτιο εγκατάλειψης μιας γειτονιάς ή ακόμη και ενός ολόκληρου χωριού. Οι εχθροί που πολιόρκησαν ανά περιόδους την Κρήτη, εκκένωσαν, εκτέλεσαν και έκαψαν ολόκληρα χωριά. Τα λεηλάτησαν και δεν άφησαν τίποτα στο πέρασμά τους34.

βεντέτες

Ψυχικοί λόγοι, είναι ακόμη αυτοί που ωθούν τον άνθρωπο να εγκαταλείψει την κατοικία του, σε απομακρυσμένες περιοχές, και να μεταφερθεί συνήθως σε μεγαλύτερα αστικά κέντρα. Η ψυχική υγεία αναφέρεται στη ψυχοσυναισθηματική ευημερία του ατόμου και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την «υποκειμενική ευεξία, την αντιληπτή αυτοαποτελεσματικότητα, την αυτονομία, την ικανότητα, την εξάρτηση μεταξύ των γενεών και την αυτοεκτίμη και συναισθηματικού δυναμικού ενός ατόμου» . Ένας ακόμη πολύ σημαντικός παράγοντας, λοιπόν, που επηρέασε στην ερήμωση και την εγκατάλειψη των οικισμών, χωριών ή μετοχιών ήταν η απόσταση του εκάστοτε από ένα μεγαλύτερο αστικό κέντρο ή έστω από μια τοποθεσία που θα μπορούσε να έχει κάποιες παροχές μείζον σημασίας για τον άνθρωπο σε μικρή απόσταση από την κατοικία του. Τέτοιες παροχές είναι τα νοσοκομεία, τα σουπερμάρκετ, τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και άλλες παροχές σημαντικές για την ομαλή διαβίωση του ανθρώπου σε ένα μέρος. Το αίσθημα κυρίως της ασφάλειας, που μπορεί να είναι μέσω του νοσοκομείου ή ιατρείου, σε περιπτώσεις ανάγκης, η επιθυμία και η ανάγκη για εξέλιξη οδήγησε αλλά και ακόμη μέχρι και σήμερα οδηγεί τον άνθρωπο στο να αφήσει το χωριό του και να μεταφερθεί σε κωμοπόλεις ή και πόλεις.

ψυχικοί λόγοι

να λείψει από τα αίτια παραβίασης και εγκατάλειψης ενός χωριού, καθώς τα τεχνητά φράγματα πολλές φορές μπορούν να υπερχειλίσουν. Όπως συνέβη, σε συνδυασμό με τα ακραία καιρικά φαινόμενα βροχοπτώσεων, στο Σφεντύλι της Κρήτης το οποίο πλημμύρισε ολόκληρο σχεδόν το χωριό με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να το εκκενώσουν και να μεταφερθούν σχεδόν όλοι στο διπλανό χωριό Ποταμιές. Πλέον, μετά από αρκετά χρόνια στο Σφεντύλι η στάθμη του νερού έχει κατέβει, εξαιτίας των λιγοστών βροχών, δίνοντας ελπίδες για την επανένταξη του ανθρώπου στο χωριό αυτό. Αντίθετα με τις πλημμύρες υπάρχει και η ανυδρία η οποία μπορεί να καθιστά ένα τόπο ακατάλληλο προς κατοίκηση ή σ’έναν τόπο που υπήρχε νερό η μεταγενέστερη έλλειψη του, λόγω των φυσικών καιρικών φαινομένων όπως ξηρασία, να οδηγήσει στο αποτέλεσμα της εγκατάλειψης.


Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στα χωριά όπου υπάρχει εκκλησία, σχεδόν σε όλα τα χωριά της Κρήτης δηλαδή, η εκκλησία διατηρείται πάντα σε πολύ καλή κατάσταση, ακόμη και αν το χωριό είναι πλήρως κατεδαφισμένο. Εγκατάλειψη, ερείπωση, ερήμωση, τη συναντάμε σε χωριά, γειτονιές και σοκάκια εκεί που πλέον ακούγεται το θρόισμα των φύλλων και ο ήχος του αέρα. Έτσι παρακάτω θα αναλύσουμε μερικά μέρη της Κρήτης καλά κρυμμένα και απομονωμένα από την ανθρώπινη παρουσία.

ε18: εγκαταλελειμμένο χωριό στους Μυλοποτάμους της Κρήτης

*Αστικοποίηση είναι η τάση συγκέντρωσης του πληθυσμού μιας χώρας στις μεγάλες πόλεις ή αύξησης του πληθυσμού που ζει σε αστικές περιοχές. Είναι η φυσική αύξηση του πληθυ­ σμού και της έκτασης που καταλαμβάνουν οι αστικές περιοχές, ως συνέπεια της μετανά­ στευσης από τις αγροτικές ή τις προαστιακές περιοχές. Εναλλακτικά, χρησιμοποιείται ο όρος «αστυφιλία», για την περιγραφή της αγάπης προς την πόλη και της τάσης συγκέ­ ντρωσης των κατοίκων των περιφερειών ή της υπαίθρου στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ως κοινωνική δια­ δικασία θεωρείται «υπεύθυνη» για την απογύμνωση και την εγκατάλειψη της υπαί­ θρου, και γενικότερα για την πρόκληση οικονομικών ανισοτήτων μεταξύ των πε­ριφερειών μιας χώρας36. *Η αίσθηση της υποχρέωσης (αντ)εκδίκησης που διακατέχει κάποιον, εξαιτίας κάποιας αδικίας που έγινε στον ίδιο ή την οικογένεια του, καθώς και οι ενέργειες (π.χ. φόνοι) που γίνονται στα πλαίσια αυτά.

36. Αστική ανάπτυξη

58


Το παρακάτω απόσπασμα ανήκει στην ποιητική σύνθεση Η τελευταία π. α. εκατονταετία. O Ρίτσος έγραψε το ποίημα το 1942, ως άμεση αντίδραση στα σύγχρονα ιστορικά γεγονότα (πτώση του αλβανικού μετώπου, γερμανοϊταλική Κατοχή, προμηνύματα της Αντίστασης), το δημοσίευσε ωστόσο πολύ αργότερα, το 1961. Στο απόσπασμα αποτυπώνεται με ρεαλιστικό τρόπο η θλιβερή υποχώρηση του ελληνικού στρατού, κατά την οποία όμως, παρά τις δυσκολίες, διατηρούνται η ελπίδα και το αγωνιστικό φρόνημα.

«Ερημωμένα χωριά, ξεροπόταμα σ’ ένα ανελέητο ξερό καλοκαίρι. Βομβαρδισμένες εκκλησιές. Ένας άσπρος άνεμος σφύριζε σαν τον τρελό ψάλτη που τραγούδαγε άγρια τροπάρια μες στο ντουφεκίδι κι ο παπάς με τις μπότες του σκοτωμένου αξιωματικού σήκωνε τα ράσα του και πηδούσε το φράχτη. Στους τοίχους ήταν σβησμένα τα συνθήματα. Υπόκωφοι* κανονιοβολισμοί στο βάθος, χαμηλά στον ορίζοντα η σιγαλιά του χαμένου πολέμου. Ένα άλογο σκοτωμένο στην πλαγιά. Είχε κολλήσει ο πάγος το παπούτσι στην κάλτσα, την κάλτσα στο πόδι. Θα ξανάρθουμε - είπαν. Και δίχως πόδια θα ξανάρθουμε. Τρίζαν οι αραποσιτιές* παράξενα σα να μας σκίζαν τα χαρτιά με τα πατριωτικά τραγούδια μας σα να μας σκίζαν τις σημαίες μας. Δυο λιγνά* σύγνεφα κρέμονταν πάνου στο βουνό σα δυο πλεξούδες σκόρδο δίπλα σ’ ένα τζάκι σ’ ένα βομβαρδισμένο σπίτι. Να κρύψουμε τούτο το φως μη μας το πάρουνε κι αυτό - πού να το κρύψουμε; - είπε. O άλλος κοιτούσε τα νύχια του. Νύχτωνε. Κατέβηκαν ξυστά, τοίχο τοίχο. Σκύψαν πήραν τον ίσκιο τους και κουκουλώθηκαν. Χάθηκαν. Μονάχα τα τσιγάρα τους μακριά πότε πότε μια κόκκινη λάμψη».

*υπόκωφοι: μακρινοί, μόλις που ακούγονταν, αραποσιτιές: καλαμποκιές, λιγνά: μικρά

59


Χ Ω Ρ Ι Α ΜΕΛΕΤΗΣ Ε

Ρ

Ε

Υ

Ν

Α


+


χάρτης διαδρομής 5

h

3

0

m

i

n

ΚΑΤΩ ΒΡΥΣΕΣ ΚΙΣΣΑΜΟΥ


ΝΕΑ ΒΟΡΙΖΙΑ ΒΛΕΡΩΜΑ

ΜΑΡΝΕΛΛΗΔΕΣ

ΚΑΛΑΘΙΑΝΑ Ξ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Π ΟΣ

Β


Χωριά έχει αμέτρητα η Κρήτη άλλα ερημωμένα και άλλα γεμάτα ζωή, μικρά, μεγάλα, εύφορα γεμάτα δέντρα και καρπούς, λουλούδια και φρούτα. Σπίτια μέσα στην εξοχή, και η εξοχή μέσα σ’ αυτά που έχουν ερημώσει. Μπορεί κάποιος να τα βρει κοντά στις πόλεις και στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά και καλά κρυμμένα μέσα στα βουνά εκεί που ίσως και κανένας να μην μπορεί να τα βρει. Χωριά που έχουν μαρτυρήσει, έχουν λεηλατηθεί, έχουν καεί και αφανιστεί ολόκληρα. Είναι κι αυτά που έμειναν αναλλοίωτα στο χρόνο με τις πλατείες και τα καφενεία τους γεμάτα. Παρακάτω αναλύω έξι περιπτώσεις εγκαταλελειμμένων οικισμών, χωριών και γειτονιών ολόκληρων, εκεί που δεν υπάρχει πλέον ανθρώπινη ζωή. ε1.1: παράθυρο με σιδεριά στις Κάτω Βρύσες Κισσάμου

64


ΚΑΤΩ ΒΡΥΣΕΣ

Νο Ι


χάρτης διαδρομής

ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΧΑΝΙΩΝ

ΚΟΛΠΟΣ ΤΗΣ Σ Ο Υ Δ Α Σ

ΚΑΤΩ

ΒΡΥΣΕΣ

ΚΙΣΣΑΜΟΥ

Β

52min

|

48,8km

ΧΑΝΙΑ - ΚΑΤΩ ΒΡΥΣΕΣ ΚΙΣΣΑΜΟΥ


διαγραμματικός χάρτης

δέντρα πρόβατα κτίσματα κτίσματα με οροφή εκκλησία-τάφοι

Β


τοποθεσία

Οι Κάτω Βρύσες Κισσάμου βρίσκονται στη δυτική πλευρά της Κρήτης σε ορεινό σημείο με θέα που ατενίζει στο νοτιοδυτικο πέλαγος. Παρά το γεγονός ότι το χωριό ανήκει στον δήμο Κισσάμου, απέχει από την κωμόπολη του, τον Κίσσαμο, έως το 1969 το Καστέλλιον, 11,6 χμλ και 49 χλμ απο το κέντρο της πόλης των Χανίων. Ο Κίσσαμος, είναι κωμόπολη και έδρα του δήμου Κισσάμου που ανήκει στη περιφερειακή ενότητα των Χανίων της δυτικής Κρήτης, αποτελείται από 29 Κοινότητες, οι οποίες βρίσκονται στις τρεις Δημοτικές Ενότητες Κισσάμου, Ιναχωρίου και Μυθήμνης.

Για τις Κάτω Βρύσες δεν υπάρχει πληροφοριακό υλικό που να μας προδίδει την ιστορία τους. Γεωγραφικά γνωρίζουμε ότι για να φτάσουμε στον Κίσσαμο από το χωριό μπορούμε να διασχίσουμε 2-3 διαφορετικές διαδρομές, με όχημα. Βορειοανατολικά του χωριού περνάμε με σειρά από τα Ζαχαριανά, τις Λουσακιές, τη Μεράδα, το Μετόχι και εν τέλη φτάνουμε στον Κίσσαμο. Αντίστοιχα παίρνοντας την βορειοδυτική διαδρομή διασχίζουμε το χωριό Πλάτανος, τα Ζερβιανά, τον Αγ. Γεώργιο και τον Τράχηλο. Ενδιάμεσα των παραπάνω διαδρομών λίγο εκτός της πορείας μας ανακαλύπτουμε μικρά χωριουδάκια που κρύβονται ανάμεσα σε βουνοπλαγιές, ένα από αυτά είναι η Πολυρρήνια που αναφέραμε και παραπάνω (σχήμα 1). Η πιο απλή και γρήγορη διαδρομή για να φτάσεις στο χωριό είναι μέσω της επαρχιακής οδού Καστελλίου-Κεφαλίου. πρόσβαση

Η αρχαία Κίσσαμος ήταν το λιμάνι της αρχαίας Πολυρρήνιας37 της παλαιότερης δωρικής πόλης της Κρήτης, 7 χλμ βόρεια της Κισσάμου. Μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση της Κρήτης, το 69 π.Χ., η Κίσσαμος γνώρισε μεγάλη οικονομική και οικιστική ανάπτυξη. Από την ιστορική γραμμή που την διασχίζει δεν παραλείπεται η εισβολή των Ενετών, των Τούρκων και των Γερμανών, που έχουν χαράξει πίσω τους σημάδια της ύπαρξής τους από την οχύρωση της πόλης με το βενετσιάνικο φρούριο, το οποίο κατέλαβαν οι Τούρκοι και βομβάρδισαν εν τέλει οι Γερμανοί. είσοδος

ιστορία

Η κωμόπολη βρέχεται από τον κόλπο της Κισσάμου και βρίσκεται μεταξύ των ακρωτηρίων Γραμβούσα και Σπάθα. Σ’ όλη την ιστορική της πορεία η Κίσσαμος αναπτύσσει πλούσια εμπορική και οικονομική δραστηριότητα, άλλοτε μεγαλύτερη και άλλοτε μικρότερη. Σ’ αυτή βοηθά η γεωγραφική της θέση καθώς είναι μια περιοχή παραθαλάσσια με εύφορα εδάφη στο βόρειο και βορειοδυτικό τμήμα της.

Οι Κάτω Βρύσες Κισσάμου ανήκουν στο δήμο Κισσάμου αλλά τοποθετούνται με τελείως άλλο προσανατολισμό από το κέντρο του και σε τοποθεσία καλά κρυμμένη. Συχνά συναντάμε κατά την περίοδο της βενετικής κυριαρχίας οικισμούς πέρα από τα οχυρωμένα τείχη. Το χωριό αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως μια μικρή γειτονιά, μια μικρή γειτονιά εκτός των τειχών της πόλης που είχαν χτίσει οι Ενετοί. Αυτή λοιπόν η “γειτονιά” που θα αναλύσουμε είναι πλήρως ερημωμένη και αποξενωμένη από τα υπόλοιπα χωριά της περιοχής, η ανθρώπινη παρουσία είναι έως και μηδαμινή αφού υπάρχει μόνο ένα ενεργό σπίτι, αυτό του βοσκού της περιοχής, το οποίο δεν χρησιμοποιείται ως η μόνιμη κατοικία του αλλά μονάχα ως ενας χώρος όπου μπορεί να ξεκουράζεται κατά τη διάρκεια της μέρας, ενδιάμεσα από τις αγροτικές του δουλειές.

Αν δεν γνωρίζει κάποιος την τοποθεσία του είναι πολύ δύσκολο να το βρεί, μονάχα από τους σύγχρονους ψηφιακούς χάρτες με τη λειτουργία δορυφόρου είναι εφικτό κάποιος να φτάσει στο χωριό αυτό. Δεν υπάρχει ασφαλτοστρωμένος δρόμος παρά ένας χωματόδρομος ανοιγμένος από τα αγροτικά της ευρύτερης περιοχής, αλλού στενός και αλλού φαρδύς. Στην κατά μήκος διαδρομή συναντάμε εκτάσεις από ελαιόδεντρα, όπου δεξιά του χωματόδρομου υπάρχει απότομη κλίση του βουνού, γκρεμός, και αριστερά το βουνό του Προφήτη Ηλία όπου σκιάζει και προφυλάσσει την περιοχή. Το βουνό κατακλύζεται από ελαιόδεντρα, πυκνούς θάμνους απο φασκόμηλο, άγριο βότανο που συναντάμε σε πολλές βουνοπλαγιές της Κρήτης, άγρια χόρτα, βολβούς κλπ. Με το που φτάνουμε στο χωριό συναντάμε ένα χωματένιο πλάτωμα και το μικρό, βυζαντινού τύπου, εκκλησάκι της Παναγίας όπου δίπλα του έχουν ταφεί μερικοί από τους λιγοστούς κατοίκους του χωριού αυτού. Οι τάφοι είναι πρόσφατοι καθώς αναγράφεται η ημερομηνία θανάτου λιγοστών κατοίκων, μάλλον, του χωριού το διάστημα 1995-2006. Από τα μνήματα* αντλούμε τις πληροφορίες για την οικογένεια των κατοίκων, ονομαζόμενων Γιαννενάκη, ένα επίθετο που το συναντάμε πολύ συχνά, πλέον, στην κωμόπολη του Δήμου Κισσάμου, το Καστέλλι Κισσάμου ή αλλιώς Κίσσαμο. Ενδεχομένως παλιά, όπως και τώρα, συνηθιζόταν οι κάτοικοι να ασχολούνται με την κτηνοτροφία και τη γεωργία, αφού στα περισσότερα χωριά της Κρήτης οι άνθρωποι παράγουν την ίδια τους την τροφή αλλά και

ε1.2: χάρτης με τις κοινότητες Κισσάμου 37. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, ΑΘΗΝΑ, Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος, 1996

68


κοινότητες δήμου Κισσάμου


έχοντας θέα από τόσο ψηλά προς το νοτιοδυτικό πέλαγος να είχαν το ρόλο αφύπνισης του δήμου Κισσάμου και τους κατοίκους του για πειρατικές εισβολές κ.α. Οι θεωρίες κατοίκησης αλλά και εγκατάλειψης είναι πάρα πολλές και δυστυχώς πολύ δύσκολα επιβεβαιωμένες. αρχιτεκτονική

την εμπορεύονται. Στα δεξιά του πλατώματος, στην νοητή είσοδο στις Κάτω Βρύσες Κισσάμου, συναντάμε ένα περιφραγμένο, πρόχειρα κατασκευασμένο από σύρμα, μαντρί για την μάντρωση-περίφραξη των προβάτων. Ο βοσκός είναι ο μοναδικός κάτοικος του χωριού, δεν μεγάλωσε εκεί απλά έφτιαξε το μαντρί του. Μέσα στα χαλάσματα προβάλλει μια στάμπα ασπρισμένου τοίχου που αντιστέκεται στην εγκατάλειψη και αυτό είναι το σπίτι του, που βρίσκεται πίσω από την εκκλησία. Ξασπρισμένο το σπίτι όπως και η εκκλησία. Προχωρώντας στο χωριό πλέον συναντάμε μόνο χαλάσματα και πέτρινους βαριούς τοίχους που σχηματίζουν μεγάλες σχετικά κατοικίες για την εποχή εκείνη. Η εποχή εκείνη όμως δεν μπορεί να προσδιοριστεί από κανένα στοιχείο. Δεν υπάρχει χαραγμένη ημερομηνία στην πέτρα των εισόδων των κατοικιών, δεν υπάρχουν παρά ελάχιστα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά που να προσδιορίζουν μια περίοδο, ούτε ήδη υπάρχουσα μελέτη για το χωριό αυτό. Το χωριό ήταν πολύ καλά απομονωμένο και κρυμμένο ίσως για την προστασία των κατοίκων από τους συνεχόμενους πολιορκητές της Κρήτης, ίσως οι κάτοικοι

Αρχιτεκτονικά μπορούμε να σχολιάσουμε όμως τη δομή των κτισμάτων, τη διαμόρφωση και να τα ταυτοποιήσουμε με χαρακτηριστικά που έχουν αρκετά Κρητικά σπίτια του παρελθόντος. Χτισμένα εξ ολοκλήρου από πέτρα και ξύλινα στοιχεία, πυκνοδομημένοι ψηλοί τοίχοι, με λιγοστά αλλά σχετικά μεγάλα ανοίγματα, σε σχέση μ’ αυτά που συνήθιζαν να έχουν σε πολλά χωριά. Στα ανοίγματα συναντάμε μεγάλους ημιλαξευμένους λίθους, ενώ στην τοιχοποιία εσωτερικά πλήρως αλάξευτα, αλλά σοβαντισμένα στοιχεία. Εσωτερικά τοξωτές καμάρες, με οξυκόρυφα τόξα, μεγάλων ανοιγμάτων και πόρτες που οδηγούν σε επιμέρους δωμάτια ή ίσως και πιο πιθανόν να συνδέουν τις κατοικίες μεταξύ τους, όπως έχουμε παρατηρήσει στο χωριό Βλέρωμα (το οποίο αναλύω παρακάτω). Οι δίκεντροι οξυκόρυφοι θόλοι και τόξα, όπως αυτά των κατοικιών της περιοχής, μαρτυρούν την επίδραση των βενετογοτθικών επιρροών τον πρώτο καιρό στην αρχιτεκτονική του νησιού38. Από αυτά τα δείγματα που έχουν παραμείνει βλέπουμε τα δοκάρια να είναι ξύλινα εξ ολοκλήρου, εσωτερικά υπάρχουν σοβαντισμένοι τοίχοι και τα ανοίγματα ανάμεσά τους φαίνεται να έχουν γεμιστεί μεταγενέστερα με πέτρα για να μην καταρρεύσει η κατασκευή. Οι πόρτες όλων των σπιτιών, εσωτερικές και εξωτερικές κατασκευάζονταν από ξύλο και στηρίζονταν με μεταλλικούς πασσάλους, που ονομάζονταν στρούφιγγες*.

ε1.4: στρούφιγγια των πορτών ε1.5: τοιχοποιία με συμπληρώματα από μικρές πέτρες *στρούφιγγα: μεντεσες για το κρέμασμα της πόρτας.

ε1.3: πόρτα εισόδου σπιτιού με ημικυκλικό τόξο

38. Δ. ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ-ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ-ΚΡΗΤΗ, ΑΘΗΝΑ, ΜΕΛΙΣΣΑ, 1984.

70


71


72


κοινόχρηστο χώρο και δωμάτια-ύπνο. Διαθέτει αμυντικά χαρακτηριστικά, όπως σίδερα στα παράθυρα και θέα που ρεμβάζει στο πέλαγος, προφυλάσσεται ταυτόχρονα λόγω του δυσπρόσιτου τρόπου για να φτάσει κάποιος, αλλά και βλέποντας από ψηλά για πιθανές πειρατικές εισβολές. το τώρα

η κατοικία

Εισερχόμενοι στην κατοικία συνήθως από την στενομέτωπη πλευρά του, παρατηρούμε το τυπικό αρχιτεκτονικό χαρακτηριστικό στοιχείο, στα σπίτια της Κρήτης, τις εσοχές στους τοίχους, που χρησίμευαν ως ερμάρια για αποθήκευση αγαθών. Οι εσοχές αυτές, συχνά οριοθετούνται από ξύλινη κορνίζα σε αρκετά σημεία της κατοικίας και τα ράφια είναι επίσης κατασκευασμένα από ξύλο. Στο μακρόστενο δωμάτιο του σπιτιού, συναντάμε σε αρκετές κατοικίες, τζάκι, με ξύλινο πρέκι όπως και σ’ αυτές. Ταυτόχρονα στους ίδιους μακρόστενους χώρους παρατηρούμε τις εσωτερικές οξυκόρυφες καμάρες που συνήθως χώριζαν νοητά έναν χώρο με τέσσερις διαφορετικές χρήσεις. Τα ενδιάμεσα ανοίγματα, πέραν από τις καμάρες, δηλαδή οι ενδιάμεσες πόρτες έχουν ξύλινο πρέκι ενώ τα παράθυρα έχουν πέτρινο πρέκι. Σε αρκετά από τα σπίτια παρατηρούμε πάνω από τα παράθυρα, εξωτερικά, να υπάρχει ένα στέγαστρο για προστασία από τη βροχή. Δεξιά ή αριστερά των ανοιγμάτων συχνά υπάρχουν πέτρες, πλακέ σχήματος που χρησίμευαν ως ράφια για να αφήνουν μικροαντικείμενα οι ιδιοκτήτες των κατοικιών, σε ύψος όμως αρκετά ψηλό για να μην το φτάνουν κάποιο ζώο. Όπως φαίνεται η προστασία από τους ξένους πολιορκητές, και σ’ αυτό το χωριό, αποτελούσε σημαντικό στοιχείο διαμόρφωσης αρχιτεκτονικών προσθηκών στα σπίτια, στα παράθυρα, λοιπόν υπάρχει η χρήση μεταλλικών ράβδων. Εξωτερικά επίσης παρατηρούμε τις τοξωτές πόρτες, φανερό στοιχείο της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής επί Ενετοκρατίας στην Κρήτη, δηλαδή βενετσιάνικα στοιχεία που χρησιμοποιούν ως και σήμερα στην λαϊκή αρχιτεκτονική. Ακόμη όπως μαρτυρούν τα οριζόντια δοκάρια που έχουν απομείνει οι οικίες είχαν άλλο ένα χαρακτηριστικό στοιχείο το οποίο τονίζει και ο Felix Faber, κατά το 1480-1483, «Τα σπίτια της Κρήτης είναι ψηλά, χτισμένα με καλή πέτρα. Κι όλων η σκεπή είναι εντελώς επίπεδη όπως μια όμορφη σάλλα και στις σκεπές μπορεί κανείς να περπατήσει όπως και στους δρόμους. Είναι βαμμένες και ασβεστωμένες ώστε να μαζεύουν το νερό της βροχής»39

Ο έντονος τουριστικός χαρακτήρας του νησιού δεν έμελλε να λείψει από την περιοχή καθώς πλέον ένα από τα ερημωμένα σπίτια του χωριού, προσανατολισμένο προς το πέλαγος, ανακαινίζεται και ενισχύεται με οπλισμένο μπετόν. Η χρήση “σύγχρονων” υλικών σίγουρα δεν συνάδει και δεν μιμείται των παραδοσιακό τρόπο κατασκευής των προγενέστερων χρόνων. Τουλάχιστον όμως δίνουν ζωή σ’ ένα ξεχασμένο, ερημωμένο και κενό περιβάλλον που οι μνήμες του στέκουν ακόμη γερά.

ε1.6: μικρό δωμάτιο της οικίας - εμφανή ακατέργαστα δοκάρια από κορμούς δέντρων

*Το δώμα Το πιο χαρακτηριστικό απ’ όλα τα στοιχεία του σπιτιού και ενδιαφέρον στην κατασκευή είναι το δώμα. Είναι χαρακτηριστικό μορφολογικό στοιχείο της λεκάνης της Μεσογείου, έχει διασωθεί από την Αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Σχεδόν όλες οι ιδιωτικές κατοικίες, όπως και τα ανάκτορα της Μινωικής Κρήτης, στεγάζονται με δώμα, που χρησιμοποιείται στην κατασκευή ως και τους Βυζαντινούς χρόνους. Η χρήση του δώματος στην Κρήτη επεκτείνεται και στα δημόσια κτίρια της Αυθεντίας. Ο George Lengherand (1486), o Daniel Ecklin (1552), o Jaque le Saige (1518) και όλοι οι περιηγητές όλων των εποχών, σημειώνουν με ιδιαίτερη προσοχή και έκπληξη την ύπαρξη επίπεδων ταρατσών που μπορούσε κανείς να περπατάει πάνω τους όπως στο δρόμο41. Συνηθίζεται η στέγη με πατημένο χώμα ή χαλίκι (πιο σπάνια) να έχει κλίση για να φεύγουν τα νερά. Ακόμη για την απορροή των νερών χρησιμοποιούσαν πέτρινες σκαλιστές κουτσουνάρες και αναγλυφάδες. Σ’ αυτές όταν έχει καλό καιρό οι κάτοικοι κοιμούνται τις ζεστές νύχτες του καλοκαιριού και κάθονται την ημέρα42.

Συνοψίζοντας από τα βιβλιογραφικά στοιχεία, από φωτογραφίες αλλά και από την περιήγηση στο χωριό Κάτω Βρύσες Κισσάμου, συμπεραίνουμε πως τα σπίτια ήταν ισόγεια και είχαν ορθογωνικό σχήμα, στενομέτωπα40, όπως και οι επιμέρους χώροι τους. Είχαν αναγεννησιακά στοιχεία επηρεασμένα από τη Βενετσιάνικη αρχιτεκτονική όπως τις τοξωτές πόρτες και τα οξυκόρυφα τόξα. Συγκεντρώνουν στο εσωτερικό τους όλες τις λειτουργίες τους, κουζίνα-μαγείρεμα,

39. ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα, ΑΘΗΝΑ, 1976. 40. Δ. ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ-ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ-ΚΡΗΤΗ, 41. op. cit 42. ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα, ΑΘΗΝΑ, 1976.

73

ΑΘΗΝΑ, ΜΕΛΙΣΣΑ, 1984


+

εγκατάλειψη

Οι Κάτω Βρύσες Κισσάμου εγκαταλείφθηκαν και ερήμωσαν πλήρως. Αρκετά από τα απομακρυσμένα χωριά της Κισσάμου έχουν ερημωθεί τελείως είτε εξαιτίας της πανόλης, είτε από λεηλασίες των Τούρκων, αλλά και από την ανάγκη κάλυψης των βασικών αναγκών των ανθρώπων. Πλέον στο Καστέλλι συναντάμε πολλούς απογόνους οι ρίζες των οποίων φτάνουν μέχρι τους κατοίκους των Κάτω Βρυσών.

*Οξυκόρυφο τόξο Οι χώροι του ίσογείου στεγάζονταν άλλοι μεν με θόλους, άλλοτε οξυκόρυφους, διατομής δηλαδή δίκεντρου ή οξυκόρυφου (ή γοτθικού) τόξου, μορφη τό­ξου ποu είναι ανθεκτικότερη από όλες τις άλλες μορφές, και άλλοτε ημικυλινδρικούς. Δεν έχτιζαν συνεχείς συμπαγείς τοίχους άλλα προτιμούσαν μια πιο ευέλικτη διάταξη, χτίζοντας μεταξύ εκατέρωθεν παραστάδων ένα μεγάλου ανοίγματος τόξο από λαξευτούς αψιδόλιθους, ένα τόξο που συνήθως άνηκε σε περιφέρεια κύκλου αλλά ήταν μικρότερο του ημικυκλίου. Το βέλος, το ύψος δηλαδή του τόξου στο μέσον του ήταν μικρότερο από το μισό της χορδής του. Το τόξο αυτό δεν συμβαδίζει φυσικά με την Αναγέννηση. Είναι μια παλαιότερη μορφή, όπως το οξυκόρυφο της γοτθικής αρχιτεκτονικής με ακόμη παλαιότερη καταγωγή από τη ρωμαϊκή αρχιτεκτονική της Δύσης. Η διατήρησή του στα τέλη της Ενετικής εποχής οφειλόταν στο γεγονός ότι παρόλο το χαμηλωμένο τόξο είναι το πιο αδύναμο στις καταπονήσεις των φορτίων, λιγότερο ανθεκτικό και από το ημικυκλικό ακόμη, προσαρμόζονταν καλά στις απαιτήσεις του μικρού ύψους, έναντι εκείνου που θα απαιτούσε ένα του ιδίου ανοίγματος (πλάτος) ημικυκλικό και ακόμη περισσότερο ένα οξυκόρυφο τόξο. *Κρητική Αναγέννηση Στην αρχιτεκτονική των κατοικιών είτε φεουδαρχών, είτε αστών παρατηρούνται όχι με τόση καθαρότητα όπως στα μοναστήρια και τα δημόσια έργα πολλές επιρροές της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής. Τα αναγεννησιακά αυτά στοιχεία εμφανίζονται κυρίως στη διαμόρφωση των όψεων και είναι συνήθως η τοξωτή πόρτα με παραστάδες και διακοσμήσεις και ο τονισμός των ανοιγμάτων (πχ. δίλοβα παράθυρα, φουρούσια κλπ.)

ε1.7: καμάρα σπιτιού με τετραγωνισμένα δοκάρια και μεσοδόκια ε1.8: μεσόπορτες οικίας

74


75


76


77


Π Ο Ρ Τ Α Συναντάμε δύο διαφορετικούς τύπους πόρτας στις Κάτω Βρύσες Κισσάμου, οι εξωτερικές είναι, Βυζαντινού χαρακτήρα, με σχεδόν ημικυκλικό τόξο, με λαζευμένες-σμιλευμένες πέτρες. Οι εσωτερικές έχουν όλες ξύλινο , ακατέργαστο πρέκι και λαξευμένες πέτρες στο άνοιγμα.

σκίτσο πόρτας με ημικυκλικό τόξο

σκίτσο εσωτερικής πόρτας με ξύλινο πρέκι

ε1.9: εσωτερική πόρτα με ξύλινο πρέκι ε1.10: πόρτα με ημικυκλικό τόξο

78


79


εσωτερική όψη

ξύλινα πατζούρια

εξωτερική όψη

τομή (ανώφλι)

Π Α Ρ Α Θ Υ Ρ Ο Παράθυρο με ξύλινο πρέκι εσωτερικά και πέτρινο λαξευμένο εξωτερικά όπως και η πέτρινη λαξευμένη κορνίζα που έχει, ανώφλι και ποδιά πέτρινα εξωτερικά. Ξύλινα παραθυρόφιλα με μεταλλικά στοιχεία που τα συγκρατούν κλειστά. Οι μεντεσέδες ονομάζονται στρουφίγγια. Εξωτερικά υπάρχει οριζόντια σιδεριά, όχι καφασωτή όπως συνηθίζοταν, για προστασία. ε1.11: πόρτα από το εσωτερικό του σπιτιού

80


81


82


Τ Ζ Α Κ Ι Τζάκι με ξύλινο πρέκι , κατάχαμο. Χρησιμοποιείται ως εστία μαγειρικής, βρίσκεται στην κουζίνα η οποία συνήθως ήταν και ο χώρος που καθόντουσαν όλοι μαζί. Επιπλέον η χρήση του είναι για να ζεσταίνει το σπίτι . ε1.12: τζάκι - κουζίνα - εστία στον κοινόχρηστο χώρο της οικίας

σκίτσο από τζάκι - κουζίνα - εστία στον κοινόχρηστο χώρο της οικίας

83


διάταξη

καμινάδα

οξυκόρυφα τόξα

ε1.13: σπίτι στην είσοδο του χωριού

ε1.14: οξυκόρυφες καμάρες από το σπίτι στην είσοδο του χωριού

ε1.15: καμινάδα σπιτιού ε1.16: μεταγενέστερη πλήρωση εσωτερικής πόρτας ώστε να μην καταρρεύσει

84


85


86


1

τύπος

στενομέτωπα

2

σχήμα κατοικίας

ορθογώνια

3

τοιχοποιία

πέτρινη με ίχνη από σοβάντισμα

4

ανοίγματα

παράθυρα και πόρτες με λαξευμένες πέτρες, οι πόρτες με τόξο ημικυκλικό (Βενετσιάνικη επιρροή)

5

πρέκια

εξωτερικά | παράθυρα και πόρτες από πέτρα εσωτερικά | οι πόρτες από ξύλο

6

οροφή

επίπεδη σοβαντισμένη, με λούκια στις άκρες για την απορροή των νερών, στην άκρη υπήρχε πήλινο κεραμίδι για την λειτουργία αυτή.

πάτωμα

χωμάτινο ( σε αρκετά σπίτια ανακάτευαν, βουτσά, δηλαδή κόπρανα αγελάδων, χώμα και ασβέστη και το τοποθετούσαν κυρίως στους χώρους του σαλονιούκουζίνας)

7

87


ΝΕΑ ΒΟΡΙΖΙΑ Νο 2



χάρτης διαδρομής

ΠΟΛΗ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ

ΝΕΑ

ΒΟΡΙΖΙΑ

Β

56min

ΗΡΑΚΛΕΙΟ

|

-

52,4km

ΝΕΑ

ΒΟΡΙΖΙΑ


διαγραμματικός χάρτης

δέντρα πρόβατα κτίσματα κτίσματα με οροφή

Β


γενικά τα Βορίζια

Τα Βορίζια συγκεκριμένα, βρίσκονται σε υψόμετρο 536 μέτρων από τη στάθμη της θάλασσας και είναι πυκνοδομημένα παρά το μικρό τους μέγεθος. Τα μαρτυρικά επεισόδια που συνέβησαν στο χωρίο αυτό εξαιτίας πολέμου και πολιορκητών, το 1943, ήταν να εγκαταλειφθεί ολόκληρο το χωριό. Οι βεντέτες δεν έλειψαν ούτε απ’ αυτό το χωριό με θανάτους και τραυματισμούς το 1955. Η βεντέτα ξεκίνησε στη γιορτή του Αγ. Φανουρίου μεταξύ ενός κατοίκου και του δασοφύλακα τον οποίο σκότωσε και συνεχίστηκε μεταξύ των οικογενειών και άτυχων θυμάτων. Αυτή η βεντέτα όμως δεν ήταν λόγος αυτή τη φορά οι κάτοικοι να εγκαταλείψουν ξανά τον τόπο τους.

Τα Βορίζια ή παλαιότερα Βορίζα πριν τον βομβαρδισμό τους ήταν χτισμένα όπως οι λαϊκοί οικισμοί της Κρήτης. Τα σπίτια από πέτρα και ξύλο, κοντά το ένα στο άλλο και μια κεντρική οδός που τα χωρίζει σε δυο νοητές γειτονιές. (βλ. λαϊκο σπιτι)

τα ΝέαΒορίζια

Η περιοχή κατακλύζεται από ελαιόδεντρα, άγρια χόρτα και βότανα. Υπάρχουν ακόμη και σήμερα δραστηριότητες πάνω στην κτηνοτροφία σε μικρή κλίμακα και η παρουσία της περιορίζεται σ’ ένα ολόκληρο, ακατοίκητο και ερημωμένο χωριό, τα Νέα Βορίζια, εκεί που οι μόνοι κάτοικοι ήταν και είναι τα πρόβατα και οι κατσίκες.

πρόσφατη ιστορία

τοποθεσία

*Ο Δήμος Φαιστού με έδρα τις Μοίρες και ιστορική έδρα το Τυμπάκι αποτελείται από τους δήμους Μοιρών, Τυμπακίου και Ζαρού. Πιο συγκεκριμένα λοιπόν τα Βορίζια ανήκουν στο δήμο Ζαρού.

Τα Νέα Βορίζια και τα Βορίζια ανήκουν στην Περιφερειακή Ενότητα Ηρακλείου της Κρήτης και είναι χωριό και έδρα ομώνυμης Κοινότητος του Δήμου Φαιστού*. Ανήκουν στην επαρχία Καινούργιου* του νομού Ηρακλείου. Η θέση τους είναι στους νότιους πρόποδες του Ψηλορείτη και συνδέονται με το Ηράκλειο με ασφαλτόστρωτο δρόμο 53 χιλιομέτρων, απέχουν απ’ αυτό 1 ώρα με όχημα μέσω της εθνικής οδού Ηρακλείου - Φαιστού. Εκτός από την έδρα της, η Κοινότητα Βοριζίων, μαζί με τα Νέα Βορίζια, περιλαμβάνει και τους οικισμούς Λαλουμάς και Μεσήσκλι.

Τα Νέα Βορίζια είναι ένα χωριό ερημωμένο στις νότιες πλαγιές του Ψηλορείτη ανάμεσα στα χωριά Ζαρός και Βορίζια, κάτω από την ιστορική Μονή Βροντησίου. Ένας εγκαταλελειμμένος, για δεκαετίες οικισμός με τη δική του ιστορία που πάει πίσω στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

*Η επαρχία Καινούργιου βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα του νομού Ηρακλείου και συνορεύει στα ανατολικά με την επαρχία Μονοφατσίου, στα δυτικά με την επαρχία Πυργιωτίσσης, στα βόρεια με την επαρχία Μαλεβιζίου και με την επαρχία Μυλοποτάμου, η οποία ανήκει στο νομό Ρεθύμνου, και από τα νότια με το Λιβυκό Πέλαγος. Στην επαρχία Καινούργιου υπάρχει μια από τις γονιμότερες περιοχές της πεδιάδας της Μεσαράς ή Μεσσαράς. Εκεί παράγονται κυρίως λάδι, σταφίδα, σιτηρά και άλλα.

ε2.1: ερρήμωση, πεσμένα τοίχη

92


+

εγκατάλειψη αρχιτεκτονική του τώρα

Στη περιοχή αυτή του Ψηλορείτη κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είχε τα λημέρια της η αντιστασιακή ομάδα του Πετρακογιώργη* πού μαχόταν για την ελευθερία. Στις 15 Αυγούστου του 1943, ανήμερα της Παναγίας και ημέρα Πέμπτη η ομάδα του Πετρακογιώργη έδωσε αιματηρή μάχη στην κοντινή τοποθεσία Τραχήλι όπου οι Γερμανοί είχαν σημαντικές απώλειες. Για αντίποινα τα γερμανικά τάγματα, μερικές μέρες αργότερα και συγκεκριμένα στις 26 Αυγούστου μπήκαν στο χωριό Βορίζια εκτέλεσαν πολλούς κατοίκους, το έκαψαν ολοσχερώς, το βομβάρδισαν ισοπεδώνοντας το και έδιωξαν όσους από τους κατοίκους είχαν μείνει ζωντανοί. Αυτό ήταν ένα από τα πρώτα χωριά της Κρήτης το οποίο κατέληξε να ερημωθεί και να εγκαταλειφθεί πλήρως από τους κατοίκους του λόγω πλήρους εξοστρακισμού από τους πολιορκητές Γερμανούς. Η δύναμη και η πίστη των κατοίκων βέβαια στον τόπο τους, έδωσε ζωή μετά από αρκετά χρόνια, κατοικώντας ξανά, στα Βορίζια.

Τα σπίτια του έρημου αυτού χωριού, τα Νέα Βορίζια, προσπαθούν να μιμηθούν την λαϊκή παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Κρήτης, δίπατα και πετρόχτιστα με σκεπή. Με λίγα ανοίγματα και σχετικά μικρούς χώρους. Όμως η ανάγκη για γρήγορη ανοικοδόμηση οικισμού για τους ανθρώπους που το είχαν ανάγκη τότε οδήγησε στη χρήση και σύγχρονων υλικών, όπως σκυροδεμα. Αμφιθεατρικά τοποθετημένα, με απόσταση το ένα από το άλλο, χτισμένα χωρίς την αίσθηση του φόβου πλέον. Όπως σχολιάσαμε, προσπαθούν να μιμηθούν την παραδοσιακή αρχιτεκτονική αλλά η ιστορία δεν μπορεί να τα αγγίξει. Δύο χωριά για τους ίδιους ανθρώπους, το ένα το εγκατέλειψαν από ανάγκη και το άλλο από άρνηση αλλά και αγάπη για τον τόπο τους. ε2.2: τα Νέα Βορίζια από μακρυά

Μετά το τέλος του αιματηρού αυτού πολέμου το υπουργείο Ανοικοδόμησης, έχτισε σε μικρή απόσταση από το κατεστραμμένο χωριό έναν νέο οικισμό ώστε να μετοικήσουν εκεί οι κάτοικοι που είχαν χάσει τα σπίτια τους. Το νέο χωριό ονομάστηκε Νέα Βορίζια αλλά ποτέ δεν κατοικήθηκε αφού οι κάτοικοι προτίμησαν να χτίσουν τα σπίτια τους πάνω στις στάχτες του παλιού χωριού. Το νέο χωριό με τα μισογκρεμισμένα σπίτια στέκει ακόμη εκεί για να θυμίζει εκείνα τα χρόνια, δεν εγκαταλείφθηκε ποτέ, αφού ποτέ δεν κατοικήθηκε, όμως παραμένει έρημο χωρίς καμία ανθρώπινη ζωή. Μόνο ένα κοπάδι προβάτων αξιοποιεί τον τόπο αυτό.

93


94


ε2.3: ρογμές σε σπίτια

95


« Οι ηρωικοί Κρήτες , παίρνοντας δύναμη από την ιστορία των προγόνων τους, αποφασίζουν να συνεχίσουν την παράδοση που κληρονόμησαν από αυτούς ,για να φανούν αντάξιοι τους . Αντίθετοι εξαρχής στο δουλικό πνεύμα της υποταγής , δεν καταθέτουν τα όπλα , αλλά δηλώνουν το αδούλωτο φρόνημα του λαού εκφραζόμενο ως «ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ». Ιδρύθηκε η θρυλική αντάρτικη ομάδα «ΨΗΛΟΡΕΙΤΗΣ» με αρχηγό τον Γεώργιο Πετρακογιώργη. Αναμφίβολα οι Βοριζιανοί έπαιξαν τον ουσιαστικότερο ρόλο για την ίδρυση της ομάδας μιας και ήταν οι πρώτοι που ενθαρρύνανε τον καπετάν Πετρακογιώργη για τη δημιουργία της . Ένα από τα σπουδαιότερα θέματα που απασχολούσε σχεδόν συνέχεια την Εθνική Αντίσταση της κατοχικής περιόδου ήταν οι αποστολές που διενεργούσαν από και προς τη Μέση Ανατολή . Αυτές περιλάμβαναν φυγαδεύσεις των ξένων στρατιωτών , αφίξεις και αναχωρήσεις εκπροσώπων του συμμαχικού στρατηγείου Μ. Ανατολής , της εξόριστης Ελληνικής Κυβέρνησης , αλλά και δικών μας επίσης ανταρτών και άλλων πατριωτών.

96


Με βάση τα επίσημα στοιχεία που μας άφησε ο Καπετάν Πετρακογιώργης , η ομάδα «ΨΗΛΟΡΕΙΤΗΣ» διενεργεί μικρά και μεγάλα σαμποτάζ με αποφασιστική συμβολή Βοριζιανών Ανταρτών: 19 Μαϊου 1941 – Ανατίναξη της γέφυρας Βόρων – Μαγαρικαρίου Αύγουστος 1942 – Ανατίναξη του Γερμανικού Φυλακίου στη θέση «Επτά πόροι» της Περιφέρειας Αγίας Γαλήνης – Τοποθέτηση ναρκών στη θέση Βρύσινα Ρεθύμνης .- Ανατίναξη των αποθηκών καυσίμων στο Αεροδρόμειο Τυμπακίου_ Ανατίναξη 2 γερμανικών αυτοκινήτων στη θέση «Πρινιανά Χάρακα»- Πυρπόληση και καταστροφή της αποθήκης ελαστικών στη Γέργερη.- Πυρπόληση και καταστροφή 5 Γερμανικών αεροπλάνων στο αεροδρόμιο Καστελίου. Άνοιξη 1944 – Σαμποτάζ Ζαρού

Διεξαχθείσες μάχες υπό της Αντάρτικης ομάδας «Ψηλορείτης» - Χρονολογική εξέλιξη γεγονότων. Η Μάχη του Παπά – Πέραμα ( 9/7/1942) Η Μάχη στο Κουρουπιτό ( 16/7/1942) Η Μάχη στις Κουτσουνάρες ( 19/7/1943) Η Μάχη στον Πόρο Σταυρού (7/8/1943) »

Απόσπασμα από “ΔΙΚΤΥΟ ΜΑΡΤΥΡΙΚΩΝ ΠΟΛΕΩΝ & ΧΩΡΙΩΝ, ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΑ”

97


ε2.4: κατάρρευση κυρίως στα ανοίγματα

ε2.5: οικίες του χωριού

ε2.6: ρογμές και κατάρρευση

ε2.7: ρογμές και κατάρρευση ε2.8: προοπτική του χωριού

98


99


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.