Δ. Π. Μ. Σ. “ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ - ΧΩΡΟΣ - ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ” ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ
Αθήνα αυτόματη πόλη
διδάσκοντες Αριστείδης Αντονάς Ελπίδα Καραμπά Πέτρος Μώρης Πέτρος Φωκαΐδης σπουδαστής Μπουγιούκος Γεώργιος
η υπέρτατη υποδομή εντοπίζοντας την υποδομή του διαδικτύου
Ιούνιος 2019
η υπέρτατη υποδομή εντοπίζοντας την υποδομή του διαδικτύου
Η παρούσα εργασία θα μπορούσε εύκολα να παρεξηγηθεί, λόγω του πομπώδους τίτλου της, ο οποίος παραπέμπει σε τίτλους αμερικάνικων ταινιών δράσης. Αν αναρωτηθούμε, όμως, ποιος είναι ο λόγος που επιλέχθηκε η χρήση της λέξης ‘υπέρτατη’, θα μπορούσαμε να πούμε -όντας ειλικρινείς- ότι από τη μια προεξοφλεί έναν ενθουσιασμό (ειδωμένο και ως αφέλεια πολλές φορές), ο οποίος συνόδευσε το εγχείρημα και θα συνεχίζει να το κάνει, εφόσον το δοκίμιο αυτό αποτελεί ένα στιγμιότυπο μιας γενικότερης κίνησης γύρω από την έννοια του αρχείου και του ψηφιακού χώρου. Από την άλλη, ο όρος ‘υπέρτατη υποδομή’, διεκδικεί -αφελώς- μια πρωτοκαθεδρία, η οποία είτε είναι προφανής, είτε αγνοείται: πρόκειται για την θεμελιακή εμπλοκή του ψηφιακού παραδείγματος στην σύγχρονη αστική πραγματικότητα. Επικαλούμενος, λοιπόν τον ενθουσιασμό μου και την δεδομένη πραγματικότητα, θα ασχοληθώ με την υπερ-δομή του Διαδικτύου, το οποίο ειδωμένο από το πρίσμα των υποδομών, αποκτά μια ιδιαίτερη καταστατική θέση για το μέλλον των συγχρόνων μεγαλουπόλεων, συμπεριλαμβανόμενης και της Αθήνας, η οποία θα αποτελέσει το παράδειγμα-προς-εξέταση της εργασίας. Η πρόθεσή μου δεν είναι να ισχυριστώ κάτι που ήδη γνωρίζουμε: πως το Διαδίκτυο είναι πανταχού παρόν και συνεχίζει να αποτελεί την αιχμή του δόρατος της εποχής μας -θα ήμουν ακόμα πιο αφελής τότε. Αυτό που θα επιχειρήσω είναι να αναζητήσω τους όρους και τις σχέσεις που θα μπορούσαν να καταστήσουν το διαδίκτυο ως την υποδομή par excellence της Δυτικής μητρόπολης. Το ενδιαφέρον, εδώ, έγκειται τόσο στους όρους που αποδεικνύουν την υποδομική (infrastractural) φύση του διαδικτύου, όσο και στις σχέσεις που διατηρεί αυτό με τις υπόλοιπες υποδομές που ενυπάρχουν στον αστικό ιστό, αλλά και με τους χρήστες αυτών. Αυτό, ταυτόχρονα, σημαίνει ότι το κύριο ερευνητικό ερώτημα εδώ δεν είναι το αν, τελικά, αποτελεί την υπέρτατη αστική υποδομή το διαδίκτυο. Το καίριο ερώτημα που με απασχολεί είναι: ποιο είναι το πλέγμα των σχέσεων που αναπτύσσει το Παγκόσμιο Δίκτυο με τις υποδομές μιας πόλης και -μέσω αυτών- με τους κάτοικους της. Παράλληλα με το ερώτημα που με απασχολεί, εμφανίστηκε και ένα αναμενόμενο ζήτημα, το οποίο έχει να κάνει με την επαγωγική δυνατότητα που εμφανίζουν τα όποια συμπεράσματα προκύποτυν: μπορούμε να ισχυρισθούμε πως ότι ισχύει για την Αθήνα, ισχύει και για το Παρίσι, την Νέα Υόρκη, ή ότι ο κάτοικος της Αθήνας χρησιμοποιεί και αντιλαμβάνεται τις υποδομές της πόλης του με τον ίδιο τρόπο που το κάνει ο κάτοικος του Άμστερνταμ; Από την μια, επεξεργαζόμαστε έννοιες, όπως ο αυτοματισμός, οι υποδομές και οι χρήστες τους, που τείνουν να απατώνται με τον ίδιο τρόπο στο υποσύνολο που προηγουμένως ονόμασα ‘Δυτικές μητροπόλεις’. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, όμως, πως όσο ‘παγκοσμιοποιημένη’ κι αν είναι η σημερινή Δύση, ακόμα υπάρχουν σαφείς διαφορές μεταξύ των λαών που την συγκροτούν, οι οποίες δεν μας επιτρέπουν βιαστικές γενικεύσεις. Μπορούμε τότε -με κάθε επιφύλαξη- να υποστηρίξουμε ότι τα αποτελέσματα της υπόθεσης εργασίας που επιχειρείται εδώ αφορούν πρώτα και κύρια την Αθήνα, ως μητρόπολη. Ακόμα και έτσι όμως η εντροπία είναι ήδη μεγάλη: σκεφτείτε μονάχα με ποιο τρόπο αφορά η παρούσα μελέτη, έναν κάτοικο του Κολωνακίου και έναν κάτοικο των Άνω Λιοσίων. Πως αντιλαμβάνονται αυτοί οι δυο κάτοικοι τις υποδομές και πως τις χρησιμοποιούν; πως αντιλαμβάνονται τον αυτοματισμό και το διαδίκτυο, παρόλο που τυπικά είναι και οι δύο κάτοικοι της μητροπολιτικής Αθήνας; Για να γίνω πιο σαφής, με τα ερωτήματα που διατύπωσα προηγουμένως, υπονοώ-υποθέτω ότι αλλάζει οντολογικά η έννοια της υποδομής (εξαιτίας της συμπλοκής της με το διαδίκτυο) και μαζί αλλάζει και η σχέση που έχει ο χρήστης με αυτή. Η κατάληξη της εργασίας μας φέρνει αντιμέτωπους με ένα ερώτημα που περισσότερο θέλει να προβοκάρει μια αντίδραση σε μια συγκεκριμένη χρήση του διαδικτυακού παραδείγματος και των υποδομών του, παρά να απαντηθεί ως τετοιο. -3-
“Οι υποδομές θέτουν τους αόρατους κάνονες που εξουσιάζουν τον χώρο και την καθημερινότητα μας, κάνοντας την πόλη το κρισιμότερο πεδίο δύναμης και αντίστασης του 21ου αιώνα.”1 Η παραπάνω ρήση της Keller Easterling, αποτελεί τον φακό με τον οποίο η εργασία αυτή επιλέγει να εστιάσει στο διαδίκτυο· ένα διαδίκτυο ειδωμένο υπό το πρίσμα των υποδομών. Για την Αμερικανή αρχιτεκτόνισσα και καθηγήτρια, όπως φαίνεται πιο πάνω, οι υποδομές είναι πολύπλοκα ανθρωπογενή συστήματα, που ενισχύουν ήδη υπάρχουσες ή δημιουργούν νέες αστικές ιεραρχίες, τις οποίες οι κάτοικοι των σύγχρονων πόλεων καλούνται να διαχειριστούν. Κινούμενος πάνω σε αυτή την κατεύθυνση σκέψης θα προσεγγίσω το διαδίκτυο, ως το παγκόσμιο δίκτυο που δημιουργεί ένα πολύπλοκο πλέγμα σχέσεων με τις υποδομές της πόλης.
οι πρώτες δομές Οι βάσεις για την μετατροπή του διαδικτύου σε ένα παγκόσμιο δίκτυο είχαν -κυριολεκτικά- θεμελιωθεί από το 1858 (εικ. 1), όταν το πρώτο υποβρύχιο υπερατλαντικό καλώδιο τηλεγράφου ένωσε τηλεπικοινωνιακά την Αγγλία με τον Καναδά (μάλιστα το καλώδιο αυτό, προκειμένου να είναι αδιάβροχο είχε επίστρωση από ρετσίνι δέντρου). Από εκεί και έπειτα, η νεογέννητη -τότε- προσταγή της άμεσης επικοινωνίας οδήγησε, ήδη από το 1900, στο να έχουν “στρωθεί” περισσότερα από 200.000 χλμ. υποβρύχιων καλωδίων. Το 1956, είχαμε και το πρώτο υποβρύχιο υπερατλαντικό τηλεφωνικό καλώδιο, ενώ 32 χρόνια μετά οι πρώτες υποβρύχιες οπτικές ίνες ένωσαν την Ευρώπη με την Αμερική. Αυτές οι υποβρύχιες -και άρα επίγειες- εγκαταστάσεις, αποτελούν την ραχοκοκαλιά του μετέπειτα Διαδικτύου. Σήμερα υπολογίζεται ότι ένα σύνολο τρακοσίων υποβρυχίων καλωδίων οπτικών ινών ευθύνεται για το 99% της διεθνούς ροής της ψηφιακής πληροφορίας στο διαδίκτυο2. Αυτό το υποβρύχιο πλέγμα καλωδίων (εικ. 2) αποτελεί ένα μονό κομμάτι ενός γιγαντιαίου συστήματος που βρίσκεται πίσω από αυτό που εμείς ονομάζουμε Παγκόσμιο Δίκτυο. [εικ. 1, Χάρτης εγκατάστασης του πρώτου υποβρύχιου καλωδίου, πηγή: https://www.visualcapitalist.com/submarine-cables/]
1. Keller Easterling, Extrastatecraft, The Power of infrastructure space, Verso Books, New York, 2014, από το οπισθόφυλλο της έκδοσης. 2. Όλα τα στατιστικά βρίσκονται στο: https://www.visualcapitalist.com/submarine-cables/ (ημερ. ανακτ. 20/06/2019).
-4-
[εικ.2, Παγκόσμιος χάρτης των υποβρύχιων καλωδιων, πηγή: https://www.visualcapitalist.com/submarine-cables/]
Η υποδομή αυτή έκτος από τα υποβρύχια καλώδια περιλαμβάνει μια απειρία τηλεπικοινωνιακών δικτύων, τα οποία αποτελούνται από υπόγεια και υπέργεια καλώδια, κεραίες εκπομπής και λήψης ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων, αναμεταδότες, ακόμα και δορυφόρους. Περιλαμβάνει, επίσης, τις υποστηρικτικές εγκαταστάσεις των δικτύων αυτών, τα λεγόμενα data centers, όπου φυλάσσονται διακομιστές (servers) σε ειδικές κλιματολογικές συνθήκες, λόγω των ιδιαίτερα μεγάλων ενεργειακών απαιτήσεων που έχουν προκειμένου να λειτουργούν ομαλά (εικ. 3). Προκύπτει, έτσι, ένα υπερεθνικό, πολυεπίπεδο, πολυσύνθετο τηλεπικοινωνιακό πλέγμα, το οποίο όμως είναι απολύτως εντοπισμένο γεωγραφικά, άλλα αχανές ώστε να μπορέσει να χαρτογραφηθεί ολόκληρο. Ας δώσουμε τον τίτλο του “παγκόσμιου” διαδικτύου σε αυτή την εικόνα. [εικ.3, Data center της Facebook, στο Luleå της Σουηδίας, πηγή: https://time.com/4508165/facebook-data-center-photos-2016/]
-5-
Παράλληλα με αυτή, υπάρχει και μια άλλη εικόνα για το διαδίκτυο, το οποίο όσο αντιφατικό και αν ακούγεται, έχει και μια τοπική διάσταση. Ας δώσουμε λοιπόν στην δεύτερη εικόνα τον τίτλο “τοπικό” διαδίκτυο, η υποδομή του οποίου εξαντλείται στο σύνολο των υποδομών των εθνικών δικτύων και των υποστηρικτικών εγκαταστάσεων αυτών. Η υποδομή που υποστηρίζει για παράδειγμα το “ελληνικό διαδίκτυο” είναι το τηλεπικοινωνιακό δίκτυο του ΟΤΕ και οι εγκαταστάσεις του και όλα τα δίκτυα όλων των υπόλοιπων εταιρειών που επιχειρούν στην Ελλάδα, τέσσερα data center στην Αθήνα και ένα στα Χανιά3, κάποια υποβρύχια καλώδια οπτικών ινών που περνούν από τον Πειραιά και τα Χανιά και διασχίζουν για χιλιόμετρα τον βυθό της Μεσογείου, ενώνοντας το δίκτυο της Ελλάδας με αυτό του Ισραηλ, της Κύπρου, της Τουρκίας και της Ιταλίας4 (εικ. 4-5) και τέλος τρεις δορυφόροι, οι Hellas Sat 2, 3 και 45 (εικ. 8). Σε αυτή την περιγραφή το μονό που προστίθεται, σε σχέση με την προηγούμενη για το παγκόσμιο διαδίκτυο, είναι οι οικιακές εγκαταστάσεις του τοπικού διαδικτύου, δηλαδή οι διαποδιαμορφωτές (τα γνωστά ως modem) και οι συσκευές που χρησιμοποιούμε καθημερινά για να συνδεθούμε στο διαδίκτυο, δηλαδή οι οι φορητοί και σταθεροί υπολογιστές, οι ταμπλέτες (tablets) και τα κινητά (smart phones). Αυτό ταυτόχρονα είναι και το τελευταίο κομμάτι του παγκόσμιου διαδικτύου (εφόσον το πρώτο είναι οργανικό υποσύνολο του δεύτερου) που κλείνει αυτή την περιγραφική σχηματοποίηση του ως παγκόσμια υποδομή.
[εικ. 4, Χάρτης που υποδυκνύει την θέση των υποβρύχιων καλωδίων οπτικών ινών, στην λεκάνη της Μεσογείου, πηγή: https://www.submarinecablemap.com/]
3. πηγή: https://map.datacente.rs/ (ημερ. ανακτ. 20/06/2019). 4. πηγή: https://www.submarinecablemap.com/#/submarine-cable/mednautilus-submarine-system (ημερ. ανακτ. 16/06/2019) 5. πηγή: https://www.hellas-sat.net/fleet (ημερ. ανακτ. 20/06/2019)
-6-
[εικ. 5, Χάρτης που υποδυκνύει την θέση των υποβρύχιων καλωδίων οπτικών ινών, στην λεκάνη της Μεσογείου, εστιάζοντας στο σύστημα που περνά από την Ελλάδα (Αθήνα και Χανιά). πηγή: https://www.submarinecablemap.com/]
[εικ. 6, Η θέση των Ελληνικών δορυφόρων πάνω από την Ευρώπη, πηγή: https://www.hellas-sat.net/fleet]
-7-
η υπέρτατη υποδομή
Αυτό το πρόχειρο και σύντομο σχήμα για την περιγραφή των υλικοτεχνικών υποδομών του διαδικτύου στήθηκε σκόπιμα με αυτό τον τρόπο, καθώς δεν θα ήταν δυνατό σε μια σύντομη εργασία σαν κι αυτή να καλύψουμε, με επαρκή τρόπο, την αρχιτεκτονική των υποδομών του διαδικτύου, αλλά πρωτίστως επειδή αυτό που μας ενδιαφέρει περισσότερο είναι να κάνουμε κάποιες συνολικές παρατηρήσεις, που δεν απαιτούν μια λεπτομερή περιγραφή. Σκύβοντας, λοιπόν, πάνω από αυτό το υπερ-δίκτυο, το πρώτο πράγμα που παρατηρούμε είναι ένα ενδιαφέρον παράδοξο: μόλις περιέγραψα την υποδομή του διαδικτύου. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται περισσότερο για ένα αφαιρετικό σχήμα της δομής του, καθώς μια πλήρης και κυριολεκτική περιγραφή θα ήταν αδύνατη, αν αναλογιστούμε την πολυεπίπεδη αρχιτεκτονική της δομής αυτής. Αποκαλύπτεται, λοιπόν, η εικόνα μιας αχανούς υποδομής, μιας υπερδομής, ή σωστότερα, της υπέρτατης υποδομής. Αυτή η εικόνα μας θυμίζει τις λογοτεχνικές περιγραφές του διαδικτύου, της Cyberpunk κουλτούρας. Η πιο γλαφυρή από αυτές εντοπίζεται στον Νευρομάντη του William Gibson, όπου ο κυβερνοχώρος (συνώνυμο του σημερινού διαδικτύου) είναι μια ψευδαίσθηση, η οποία βιώνεται από δισεκατομμύρια χρήστες ταυτόχρονα και η οποία προσομοιώνεται σε μια γραφική αναπαράσταση αδιανόητης πολυπλοκότητας6. Εάν όμως, επιστρέψουμε από τον λυρισμό μιας εποχής προ-διαδικτυακής στο σήμερα, θα δούμε ότι αυτή η αφαιρετική, η δυνητική και άπειρη χωρικότητα, που ακόμα μονοπωλεί την σκέψη μας κάθε φορά που επιδιώκουμε να ανασυγκροτήσουμε εννοιολογικά τον “κυβερνοχώρο”, είναι πλέον προσδιορισμένη και περατή. Κάποιος που θα στεκόταν ακόμα πιο κριτικά απέναντι σε μια τόσο ρομαντική συγκρότηση του διαδικτύου (η οποία, όμως, είναι δικαιολογημένη στην εποχή που το διαδίκτυο ήταν ακόμα ένα όραμα για τους καβαλάρηδες της τεχνολογίας), θα προσέθετε και τον χαρακτηρισμό ‘περιορισμένη’. Ιδού το παράδοξο που αναδύεται εδώ: ενώ η υλική, ματεριαλιστική δομή του διαδικτύου, η υποδομή του δηλαδή, είναι αδύνατο να συγκροτηθεί και να χαρτογραφηθεί εν τω συνόλω, η συνολική ψηφιακή του εικόνα είναι δυνατή πλέον. Μάλιστα έχει, ήδη, γίνει μια πρώτη κίνηση προς την συνολική περιγραφή του κυβερνοχώρου, καθώς έχει συσταθεί ο χάρτης του Ίντερνετ (The Internet Map), που περιλαμβάνει σχεδόν όλες τις διευθύνσεις, που υπάρχουν αυτή την στιγμή στο διαδίκτυο και καταγράφει τις σχέσεις μεταξύ αυτών7. Φαίνεται, λοιπόν, η αχανής, άπειρη και πολυσύνθετη έννοια του διαδικτύου να συμφωνεί οντολογικά περισσότερο με την -τόσο πραγματική και υλική- υποδομή της, η οποία εξελίσσεται δυναμικά, παρά με την πολυφαντασμένη δυνητική, ψηφιακή της πραγματικότητα, που είναι πιο εύκολα καταγράψιμη και παρακολουθίσημη. Εάν, λοιπόν, αναρωτιόμασταν, μέχρι τώρα, που αρχίζει και που τελειώνει -ή καλύτερα, που εντοπίζεται- ο ψηφιακός χώρος, ίσως είναι καιρός να αρχίσουμε να αναρωτιόμαστε το ίδιο και για την υποδομή του. Κρατώντας το κομβικό αυτό ερώτημα στο παρασκήνιο της εργασίας αυτής, στην προσπάθεια μας να παρατηρήσουμε το αφαιρετικό σχήμα της υποδομής του δι6. Ο ακριβής ορισμός του Gibson: “a consensual hallucination experienced daily by billions of legitimate operators, in every nation, by children being taught mathematical concepts... A graphical representation of data abstracted from the banks of every computer in the human system. Unthinkable complexity. Lines of light ranged in the non-space of the mind, clusters and constellations of data”, όπως εντοπίζεται στο “Neuromancer”, Gibson William, New York: Berkley Publishing Group, 1989, σελ. 128. 7. Περισσότερα για τον λεγόμενο “The Internet Map” στο: https://internet-map.net/#6-155.31024950336734-111.51831036429364 (ημερ. ανακτ. 20/06/2019).
-8-
αδικτύου, καταλαβαίνουμε αμέσως και κάτι άλλο: πως δεν ανήκει σε κάποιο πρόσωπο ή σύνολο προσώπων (φυσικό ή νομικό) εξ’ ολοκλήρου. Εφόσον το διαδίκτυο, όπως προκύπτει μέχρι σήμερα, είναι το άθροισμα πολλών μικρότερων δικτύων, δεν υπάρχει ένας μοναδικός φορέας, ένας θεσμός, μια εταιρεία, ένας οργανισμός κρατικός ή διακρατικός, που να το διαχειρίζεται και να το ελέγχει. Υπάρχουν εκατοντάδες από αυτά, τα οποία συμπλέκονται. Αυτό σημαίνει ότι η υποδομή του διαδικτύου διαφέρει από τις κοινές υποδομές, οι οποίες διαθέτουν τα δικά τους δίκτυα και έχουν συγκεκριμένους διαχειριστές-ιδιοκτήτες (π.χ. ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε.). Αυτή η κοινότυπη παρατήρηση οδηγεί σε μια πιο κρίσιμη: ακριβώς επειδή το διαδίκτυο έχει περισσότερο από έναν ιδιοκτήτες - διαχειριστές, υπόκεινται σε πολλές διαφορετικές πολίτικες χρήσης και στρατηγικές. Το διαδίκτυο ως βασική υποδομή της σύγχρονης πραγματικότητας, επηρεάζεται από κυβερνητικές πολιτικές (χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της σχεδόν ολικής απαγόρευσης του από την κυβέρνηση της Βόρειας Κορέας), ενώ ταυτόχρονα μπορεί να υπονομεύει ολόκληρα κράτη· φτάνει να θυμηθούμε, σε αυτή την περίπτωση, τον κομβικό ρόλο που είχε το διαδίκτυο ως υποδομή επαναστατική κατά την διάρκεια της Αραβικής Άνοιξης. Από την άλλη, μια μικρή κίνηση μπορεί να κλιμακωθεί ακαριαία (η έννοια του viral) αλλά μπορεί ταυτόχρονα και η καθημερινότητα ενός ατόμου -ή ενός μικρού συνόλου σε σχέση με τον παγκόσμιο πληθυσμό- να επηρεαστεί από την δυσλειτουργία μιας συσκευής ή ενός τοπικού δικτύου, χωρίς να επηρεάζει την ευρύτερη ροή των πληροφοριών στο διαδίκτυο. Αμέσως διαφαίνεται ένα βασικό χαρακτηριστικό της υποδομής του διαδικτύου, το οποίο βασίζεται στην αρχιτεκτονική της υποδομής του: η θραυσματοποιημένη -και ταυτόχρονα- ιεραρχική του δομή επιτρέπουν διαφορετικά πεδία κλιμάκωσης, τα οποία αλληλοδιαπλέκονται (τοπικό-υπερτοπικό, εξουσιαστικό-αντιεξουσιαστικό, θεσμοθετημένο-άτυπο). Μια περίπτωση διαχωρισμού μεταξύ διαφορετικών πεδίων εμπλοκής στο διαδίκτυο συντελείται, θα λέγαμε, μεταξύ ενός παγκόσμιου διαδικτύου και ενός εθνικού. Η διττή αυτή φύση του διαδικτύου, η οποία υπονοήθηκε στην περιγραφή που επιχείρησα προηγουμένως, φαίνεται να επιβεβαιώνεται και από τον αντίκτυπο που έχει το μέσο αυτό στην καθημερινότητα μας. Για να γίνει περισσότερο αντιληπτό αυτό, ας πάρουμε το παράδειγμα του θορύβου που δημιουργήθηκε, γύρω από τον νέο νόμο που ψηφίστηκε στην Ευρώπη, σχετικά με την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων στις ιστοσελίδες, ο οποίος λέγεται ότι θα αλλάξει ριζικά το διαδίκτυο8, ως προς την εμπειρία χρήσης του. Η είδηση αυτή, θα έπρεπε να μας αφορά όλους άμεσα, ως χρήστες του ίδιου τεχνικού μέσου. Η απήχηση, όμως, που είχε μια είδηση, η οποία αφορά το μέλλον του “Ευρωπαϊκού Ίντερνετ”, ενοχλεί λιγότερο έναν κάτοικο της Αθήνας, ο οποίος αντιμετωπίζει προβλήματα με την σύνδεσή του στο “Ελληνικό διαδίκτυο”, το οποίο μάλιστα είναι ένα προσωρινό ζήτημα, σε σχέση με την νέα κατάσταση που επιβάλλει το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο σε όλους τους Αθηναίους. Αντίστοιχα, ο περίφημος νόμος που ψηφίστηκε στην Αμερική9, ο οποίος στην ουσία καταργεί την “Ουδετερότητα του Δικτύου” (Net neutrality) και επιτρέπει στους μεγάλους παικτές της παροχής ευρυζωνικού ίντερνετ (Internet Service Providers), όπως η Comcast και η Verizon, να αυξομειώνουν τις ταχύτητες σύνδεσης στο διαδίκτυο που προσφέρουν κατά το δοκούν, επιλέγοντας τους πελάτες τους, πέρασε και πάλι απαρατήρητος στην Ελλάδα και την 8. Περισσότερα για το θέμα στο https://www.wired.com/story/europes-copyright-law-could-change-the-web/ (ημερ. ανακτ. 20/06/2019). 9. Περισσότερα για το Net Neutrality στο: https://www.wired.com/story/heres-how-the-end-of-net-neutrality-will-change-the-internet/ (ημερ. ανακτ. 20/06/2019).
-9-
Αθήνα. Μια απόφαση, η οποία αφορά το “Παγκόσμιο” διαδίκτυο, δεν είναι ικανή να αφυπνίσει τον Αθηναίο χρήστη του, πάρα μόνο όταν αυτοί οι κολοσσοί των τηλεπικοινωνιών αλλάξουν την στάση τους απέναντι στο “Ελληνικό” διαδίκτυο. Ακόμα ένα ενδιαφέρον ζήτημα γίνεται, τώρα, εμφανές και άφορα στην φαντασιακή συγκρότηση του διαδικτύου από τους χρήστες του: μπορεί ο Αθηναίος να αντιλαμβάνεται το παγκόσμιο δίκτυο, ως ένα μέσο ενημέρωσης, εργασίας και διασκέδασης αλλά ελάχιστα αντιλαμβάνεται την ‘παγκοσμιότητα’ που αυτό φέρει. Περισσότερο το αντιλαμβάνεται ως ένα εργαλείο, ένα μέσο ενίσχυσης της δικής του τοπικότητας και λιγότερο ως μια υποδομή, της οποίας την παγκόσμια και ισότιμη μεταχείριση οφείλει να διαφυλάττει. Φανταστείτε, τώρα, να αντιλαμβανόμασταν και το οδικό δίκτυο της Αθήνας με τον ίδιο τρόπο, ως ένα κομμάτι ενός ευρύτερου οδικού δικτύου (του Ελληνικού, του Ευρωπαϊκού, κοκ) και να διεκδικούσαμε, με την στήριξη των διεκδικήσεων των κατοίκων άλλων πόλεων, την βελτίωση του ή για παράδειγμα να στηρίζαμε εμείς τους Θεσσαλονικείς στην διεκδίκησή τους για ένα καλύτερο οδικό δίκτυο στην πόλη τους. Παρόλο που μια τέτοια σκέψη φαίνεται παράλογη, τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο ξεκάθαρα, εάν αναλογιστούμε την συμβολική εγγύτητα που παρουσιάζει ένα πραγματικό οδικό δίκτυο με το «παγκόσμιο δίκτυο των λεωφόρων της πληροφορίας». Ας επιστρέψουμε όμως σε μια πιο ρεαλιστική προτροπή: να αντιληφθούμε το διαδίκτυο ως παγκόσμια υποδομή. Πρέπει η αντίληψη μας να διευρυνθεί, να επεκταθεί και πέρα από το Αθηναϊκό και το Ελληνικό διαδίκτυο, προς το Ευρωπαϊκό και το Παγκόσμιο, προκειμένου να έχουμε μια συνολικότερη εποπτεία του μέσου που χρησιμοποιούμε.
η υπερδομή της Αθήνας Πριν αναρρωτηθούμε πόσο εύκολα η δύσκολα μπορούμε να αποκτήσουμε αυτή την εποπτεία του μέσου που χρησιμοποιούμε, θα σταθώ λίγο ακόμα στην περιγραφή της υποδομής του διαδικτύου προκειμένου να εκθέσω την τελευταία μου παρατήρηση, η οποία σχετίζεται με την αναγνώριση της διάχυσης της υποδομής του μέσα σε άλλες υπάρχουσες υποδομές. Είναι ξεκάθαρο ότι δεν με απασχολεί το αν οι υποδομές αυτές χρησιμοποιούν το διαδίκτυο, ή το προσφέρουν ως παροχή στους χρήστες τους. Αυτό που με απασχολεί, είναι, εδώ, είναι το αν αυτές οι υποδομές χρησιμοποιούν συστήματα και εξοπλισμούς που ανήκουν στην υποδομή του διαδικτύου, όπως την ορίσαμε προηγουμένως, και τι σχέσεις μπορεί να αναπτυχθούν ανάμεσά τους. Ψάχνοντας, λοιπόν, τις διαφορές υποδομές που χρησιμοποιούμε καθημερινά διαπιστώνει κανείς εύκολα την εξάρτηση των υπόλοιπων υποδομών από την υποδομή του διαδικτύου. Η ιεραρχία αυτή εδραιώνεται στην ανάγκη του “εκσυγχρονισμού”. Στην Ελλάδα και την Αθήνα, τα νοσοκομεία, τα ΜΜΜ, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, οι κρατικές υπηρεσίες και οτιδήποτε άλλο μπορεί να συνιστά μια παραδοσιακή υποδομή, προκειμένου να αναπροσαρμοστούν στο κλίμα της επιτάχυνσης που χαρακτηρίζει το δυτικό καπιταλιστικό παράδειγμα ήδη από τα τέλη του 20ού αιώνα στραφήκαν στην πληροφορική και τις σύγχρονες εφαρμογές της. Σε αυτή την στροφή, έστω και υπόρρητα, η κάθε υποδομή ξεχωριστά, ενσωματώθηκε, ως ένα βαθμό, στην υπέρτατη υποδομή. Αυτό συνέβη διότι, ο ξεχωριστός τομέας πληροφορικής που αναπτύχθηκε σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις -και ο οποίος αποτελεί σήμερα έναν από τους σημαντικότερους τομείς μιας υποδομής- φρόντισε και φροντίζει από την μία για την “ψηφιοποίηση” των παρεχόμενων υπηρεσιών και από την άλλη -προκειμένου να υποστηρίξει την ψηφιοποίηση αυτή- για την ανάπτυξη των κατάλληλων δικτύων. Έτσι, η ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. μας ενημερώνει για το σύστημα αυτοματισμού -10-
και έλεγχου των κτίριων της (το αποκαλεί BACS), το οποίο παρακολουθεί και ελέγχει ο σύστημα αερισμού, κλιματισμού και πυροπροστασίας των σηράγγων της, τα ηλεκτρομηχανολογικά σύστημα των σταθμών, των φρεατίων και των σηράγγων. Η διαδικασία αυτή γίνεται δε, τόσο σε τοπικό επίπεδο, δηλαδή σε κάθε σταθμό, όσο και κεντρικά, από το Κέντρο Έλεγχου Λειτουργίας, που βρίσκεται στον σταθμό του Συντάγματος10. Επιπλέον, δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που είδαμε τις λεγόμενες “πύλες ηλεκτρονικού εισιτηρίου” (ή αλλιώς μπάρες), οι οποίες συμπλήρωσαν μια εικόνα με αυτόματους πωλητές και πινάκες τηλεματικής . Σε όλη αυτή την αυτοματοποιημένη ησυχία προστίθεται και ένας ειδικός φρουρός προκειμένου να εξασφαλίζει την ομαλή χρήση της υποδομής. Παράλληλα με όλο αυτό το αυτοματοποιημένο σύστημα η εταιρεία έχει και αυτόνομο ανεπτυγμένο δίκτυο επικοινωνίας προκειμένου να εξασφαλίζεται η άριστη λειτουργιά της υποδομής αυτής. Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι η Αττικό Μετρό έχει εγκατεστημένα δίκτυα και εφαρμογές, που της επιτρέπουν αφενός να αναπτύξει “αποτελεσματικότερα” και αποδοτικότερα την λειτουργία που επιτελεί, καθιστώντας την όλο και πιο ελκυστική, ή όλο και πιο απαραίτητη για τους χρήστες της, και αφετέρου την συνδέουν με την ευρύτερη υποδομή της επικοινωνίας, την υποδομή του διαδικτύου. Από τη μια, λοιπόν, βλέπουμε πως η κουλτούρα της εκμηδένισης της απόστασης και του αυτοματισμού που ενυπάρχουν στο διαδίκτυο αποτελούν, επίσης, τα βασικά επίδικα μιας υποδομής μεταφοράς. Πέρα όμως από αυτή την έμμεση ταύτιση, υπάρχει και μια άμεση σχέση υπαγωγής ορισμένων βασικών εγκαταστάσεων του μετρό σε ευρύτερα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα. Στο παράδειγμα που επιλέξαμε διαπιστώνουμε κάποιες μεταλλάξεις: η ταχύτητα γίνεται επιτάχυνση και η οργάνωση αυτοματισμός. Αυτό το σχήμα προφανώς επαναλαμβάνεται -τηρούντων των αναλογίων- και στις υπόλοιπες υποδομές όπως π.χ. στα νοσοκομεία, όπου η διασύνδεση των νοσοκομείων είναι κομβικής σημασίας και γι’ αυτό αναπτύσσονται εφαρμογών πληροφορικής, που συμβάλλουν στην ομαλή λειτουργιά του νοσοκομείου, άρα και σε μια καλύτερη εξυπηρέτηση των ασθενων τους. Προκειμένου να υποστηριχτούν όλες αυτές οι εφαρμογές πληροφοριακής διαχείρισης των νοσοκομείων, για τις οποίες μας ενημερώνει η ΗΔΙΚΑ11, απαιτείται και η αντίστοιχη υποδομή από τα νοσοκομεία ή τους συνεργάτες αυτών. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως ότι ισχύει και στο παράδειγμα της Αττικό Μετρό ισχύει και εδώ. Η υποδομή του διαδικτύου κάνει την εμφάνιση της προκειμένου τα νοσοκομεία να μπορέσουν να προσφέρουν πιο ελκυστικές υπηρεσίες στους ασθενείς του, ερχόμενες, ταυτόχρονα, ακόμα πιο κοντά στον όρο “μηχανές που θεραπεύουν”, που ο Φουκώ είχε επινοήσει για να δώσει το στίγμα τους στον 18ο αιώνα. Υποθέτουμε ότι αυτή την τακτική την έχουν υιοθετήσει τα περισσότερα νοσοκομεία της χωράς μας, ενώ ταυτόχρονα βρήκαμε και μια λίστα που μαρτυρεί πως το Γενικό Νοσοκομείο Παίδων Παν. και Αγλ. Κυριακού, έχει λίστα με τους server που διαθέτει προκειμένου να τους συντηρεί12. 10. Όλες τις πληροφορίες για την ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. τις αντλούμε από: https://www.ametro.gr/?page_id=240 (ημερ. ανακτ. 20/06/2019). 11. Η σχετική λίστα των εφαρμογών βρίσκεται στο: http://www.idika.gr/etaireia/erga/plhroforiakasysthmata nosokomeiwn/diaxeiristikoplhroforiakosysthmanosokomeiwn (ημερ. ανκτ. 20/06/2018). 12. Η λίστα βρέθηκε στην διεύθυνση: http://0317.syzefxis.gov.gr/wp-content/uploads/2015/08/%CE%A4% CE%95%CE%A7%CE%9D%CE%99%CE%9A%CE%95%CE%A3-%CE%A0%CE%A1%CE%9F%CE%94 %CE%99%CE%91%CE%93%CE%A1%CE%91%CE%A6%CE%95%CE%A3-%CE%93%CE%99%CE%91%CE%A4%CE%97-%CE%A3%CE%A5%CE%9D%CE%A4%CE%97%CE%A1%CE%97%CE%A3% CE%97-%CE%95%CE%9E%CE%9F%CE%A0%CE%9B%CE%99%CE%A3%CE%9C%CE%9F%CE%A5%CE%A0%CE%9B%CE%97%CE%A1%CE%9F%CE%A6%CE%9F%CE%A1%CE%99%CE%9A%CE%97 %CE%A3-SERVERS.pdf (ημερ. ανακτ. 20/06/2018).
-11-
Στην περίπτωση της εκπαίδευσης, η ταχύτητα της ροής της πληροφορίας -και άρα της γνώσης- επηρεάζει άμεσα την εκπαιδευτική διαδικασία. Στο Εθνικό Μέτσοβιο Πολυτεχνείο, μάλιστα, μας πληροφορούν μέσω της σελίδας τους για αυτές τις ροές πληροφορίας. Μπορούμε λοιπόν να μάθουμε εύκολα πόσα Terrabytes κυκλοφορήσαν στο δίκτυο του πανεπιστημίου13 και πόσοι επισκέπτες συνδέθηκαν, για κάθε μήνα. Προφανώς, τα στατιστικά αυτά μαρτυρούν, ένα αυτοματοποιημένο σύστημα που ελέγχει την κίνηση της γνώσης εντός του πανεπιστημίου και από την άλλη την αυτονόητη ύπαρξη εγκαταστάσεων που θα φιλοξενούν όλα αυτά σύστημα αποθήκευσης και έλεγχου. Ασχέτως του ποιος είναι ο ιδιοκτήτη αυτών των συσκευών που χρησιμοποιεί το Ίδρυμα προκειμένου να επιτηρεί την ψηφιακή κίνηση, που επιτελείται στους κόλπους του, σημασία έχει εδώ να αναγνωρίσουμε αρχικά την παρουσία, έστω και έμμεσα, της υποδομής του παγκόσμιου δικτύου, το οποίο χρησιμοποιεί το Ε.Μ.Π., όπως και όλα τα πανεπιστήμια της χώρας μας. Μετά από αυτή την ενδεικτική εξερεύνηση ορισμένων κλασικών υποδομών της Αθήνας έχουμε πλέον μια πρώτη εικόνα που μας επιτρέπει κάποια γενικά σχόλια. Βλέπουμε, λοιπόν, πως οι στόχοι των υποδομών της Αθήνας ταυτίζονται με τους στόχους του παγκόσμιου δικτύου. Επίσης, οι πρώτες δανείζονται υλικοτεχνικά στοιχεία από την υποδομή του δεύτερου προκειμένου να πετύχουν τους σκοπούς τους. Διακρίνουμε λοιπόν μια απορρόφηση των πρώτων από την μεγαδομή του δεύτερου, η οποία συντελείται σε δυο επίπεδα: Από την μια, επαναπροσδιορίζεται ο γενετικός κώδικας των υποδομών, ο οποίος επηρεάζεται από το ψηφιακό παράδειγμα. Από την άλλη, προκειμένου να θεμελιωθεί αυτή η “ψηφιοποίηση” της λογικής των υποδομών, χρειάζεται πρώτα να ενσωματωθούν οι εγκαταστάσεις τους στην υπέρτατη υποδομή, αντλώντας από την δυναμική της. Τα λόγια της Easterling, που μας συνοδεύουν από την αρχή της εργασίας αυτής, σε συνδυασμό με την παραπάνω διαπίστωση μπορούν να οδηγήσουν σε μια παράτολμη μεν, αλλά ενδιαφέρουσα δε, επαναδιατύπωση:
“Η υπερδομή θέτει τους αόρατους κάνονες που εξουσιάζουν τις υποδομές και την καθημερινότητα μας, κάνοντας την πόλη το κρισιμότερο πεδίο δύναμης και αντίστασης του 21ου αιώνα.”
Εάν για την Easterling οι υποδομές είναι αυτές που ασκούν τον έλεγχο, έστω και αόρατα, στην καθημερινότητα μας, αυτό που διατυπώνεται εδώ δεν είναι μια διαφωνία με την αρχική διατύπωση. Μάλλον το αντίθετο θα λέγαμε: πρόκειται περισσότερο για την επαλήθευσή της και την περαιτέρω επέκταση της σκέψης μας στην κατεύθυνση που ορίζει η Αμερικανή διανοήτρια. Με την ανάδειξη της συμβιωτικής σχέσης των υποδομών με την υπερδομή του διαδικτύου που επιχειρήθηκε, προτείνεται στην ουσία ένα πρίσμα, με την χρήση του οποίου μπορούμε να αναζητήσουμε την πεμπτουσία των υποδομών έλεγχου, για τις οποίες κάνει λόγο η Easterling. Το δεύτερο μισό της επαναδιατύπωσης, όπως φαίνεται, παραμένει απαράλλαχτο. Η επιλογή αυτή δεν προκύπτει από κάποια δημιουργική απραξία, άλλα ούτε και από κάποια λιγότερη έμφαση που δόθηκε σε αυτό. Αυτό που υπονοείται εδώ είναι η πλήρης ταύτιση με την αρχική δήλωση: η πόλη εξακολουθεί να είναι το κρισιμότερο πεδίο δύναμης και αντίστασης του 21ου αιώνα. Επίσης οι υποδομές εξακολουθούν εξουσιάζουν την καθημερινότητα και τους χώρους μας. Αυτό που προστίθεται εδώ είναι η εμφάνιση ενός επικίνδυνου πεπρωμένου. Προκειμένου οι υποδομές να εξακολουθούν να ασκούν τον έλεγχο τους 13. Όλες τις πληροφορίες για την κίνηση των δεδομένων τις αντλούμε από: http://ftp.ntua.gr/ (ημερ. ανακτ. 20/06/2019).
-12-
στους ολοένα αυξανόμενους πληθυσμούς, οφείλουν να αναμειχθούν με την -ιδιαίτερη για αυτόν ακριβώς τον λόγο- υποδομή του παγκόσμιου δικτύου. Η παραδοχή αυτή ταυτόχρονα επιβεβαιώνει την επιλογή τον όρων «υπέρτατη υποδομή» και «υπερδομή», Κλείνοντας την σειρά των παρατηρήσεων γύρω από την υποδομή του διαδικτύου, οδηγούμαστε σε ένα εύλογο και απλό ερώτημα. Πριν το διατυπώσουμε, ας συγκεντρώσουμε τις ιδιότητες της υπέρτατης υποδομής με την σειρά που αυτές προέκυψαν προηγουμένως. Αρχικά, μέσα από ένα αναπάντεχο παράδοξο, διαπιστώσαμε ότι η πραγματική απειρία του διαδικτύου είναι υλική -και όχι ψηφιακή- και άφορα στην απέραντη υποδομή του. Επιπλέον, είδαμε ότι αυτή η υλική απειρία (της υποδομής του διαδικτύου) συνοδεύεται και από μια απειρία διαχειριστών που έχουν λόγο. Οι άπειροι -όπως προκύπτει- αυτοί λόγοι διαφέρουν, βέβαια, ως προς την δυναμική τους. Η τρίτη παρατήρηση, αφορά στις διάφορες «τοπικότητες» που ιδρύονται στο διαδικτύου, λόγω της θραυσματικής και ιεραρχικής δομής του. Έτσι, μιλήσαμε για το Ελληνικό διαδίκτυο, το Ευρωπαϊκό διαδίκτυο, το Παγκόσμιο κτλ. και τις σχέσεις που αναπτύσσουν. Στο τέλος στραφήκαμε στις υποδομές της Αθήνας, για να δούμε το επίπεδο εμπλοκής της παγκόσμιας υποδομής του διαδικτύου σε αυτές και την σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα τους. Γυρίζοντας, στα λόγια της Easterling -και με τις παραπάνω παρατηρήσεις κατά νου- τα επαναδιατυπώσαμε, επιβεβαιώνοντάς τα ταυτόχρονα. Αυτή η κίνηση, από την αρχή μέχρι και το τέλος της, απεδείχθη εξαιρετικά γόνιμη γιατί με ώθησε σε μια καλύτερη συνειδητοποίηση γύρω από την υποδομή του διαδικτύου και άρα γύρω από το φαινόμενο το ίδιο, το οποίο με απασχολεί. Όμως, ταυτόχρονα με αυτή την ικανοποίηση, ήξερα ότι το σημείο στο οποίο βρισκόμουν δεν ήταν ανοίκειο, μη αναμενόμενο ή αποκαλυπτικό. Λίγο πολύ, περίμενα αυτό που θα ανακάλυπτα, χωρίς αυτό να με επηρεάσει αρνητικά. Τότε ήταν που μου γεννήθηκε ένα ερώτημα που όπως είπα και προηγουμένως με ξάφνιασε λόγω της απλότητας του. Δεδομένων, λοιπόν, όλων των προαναφερθέντων και έχοντας υπόψιν την τάση που θέλει τις έρευνες γύρω από το διαδίκτυο να ασχολούνται περισσότερο με την ψηφιακή του πραγματικότητα, αναρωτιέται κάνεις: Πως γίνεται η υποδομή του διαδικτύου, με τις ιδιότητες και την δυναμική που, εν τέλει, φέρει να περνάει σχεδόν απαρατήρητη, ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται παντού γύρω μας; Είναι γεγονός πως, χωρίς υπερβολή, σχεδόν σε όλους τους χώρους που κινούμαστε, σε ένα αστικό μητροπολιτικό περιβάλλον όπως η Αθήνα, η παρουσία της υποδομής του διαδικτύου είναι εμφανής. Κι όμως ακόμα απαρατήρητη.
πίσω από την διεπαφή
Αντί να κλείσουμε, λοιπόν, την εργασία αυτή με την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της θα επιμείνουμε λίγο ακόμα σε μια προσπάθεια απάντησης του ερωτήματος αυτού, γιατί διαφαίνεται εκεί κάτι το κρίσιμο, όπως θα δούμε παρακάτω. Πράγματι, το ερώτημα που τέθηκε προηγουμένως φαίνεται απλό και η απάντηση είναι λίγο πολύ αναμενόμενη. Δεν ασχολείται κάνεις με το “υλικό διαδίκτυο” γιατί οι περισσότεροι επιλέγουμε την εξατομικευμένη εμπειρία της χρήσης του. Εάν τώρα παραφράσουμε τα λόγια του Αριστείδη Αντονά, αφήνοντας όμως ακέραιο το νόημα της πρότασης του θα λέγαμε ότι: -13-
“το διαδίκτυο καταλαμβάνει χώρο. Δεν είναι μουσική για να απελευθερώνεται μέσα στον «άυλο» χρόνο.[…] Δεν μπορεί να είναι κάτι έκτος του χώρου που καταλαμβάνει το σώμα του και το σώμα του είναι ογκώδες.”14
Στην συγκεκριμένη πρόταση αντικαταστήσαμε τον όρο αρχιτεκτονικό έργο με τον ορό διαδίκτυο. Αυτό δεν πιστεύουμε ότι αλλοιώνει το νόημα της πρότασης, καθώς και στις δυο περιπτώσεις αυτό που προκρίνεται είναι μια έμφαση στην υλικότητα, της αρχιτεκτονικής και του διαδικτύου, προκειμένου να γειωθούν και με αυτό τον τρόπο να γίνουν πιο εύκολα αντιληπτά τα νοήματα που φέρουν. Αντί να παρατηρούμε τα ίχνη των καλωδίων στους δρόμους της πόλης μας, να κοιτάμε τα υπέργεια τηλεπικοινωνιακά υφαντά στον ουρανό της πόλης, να μας ενδιαφέρει να μάθουμε που βρίσκονται και σε ποιους ανήκουν οι εγκαταστάσεις των data centers της Αθήνας, να γνωρίζουμε τι καλώδια βρίσκονται στον πυθμένα των θαλασσών μας, να γνωρίσουμε γενικά την υποδομή του παγκόσμιου δικτύου, επιλέγουμε το αυτονόητο: να συνδεθούμε και να το χρησιμοποιήσουμε.
“Οι τεχνικές εικόνες είναι επιφάνειες συντεθειμένες από σημειακά στοιχειά. Όταν παρατηρούμε μια φωτογραφία μέσα από έναν μεγεθυντικό φακό, βελπουμε κόκκους. Όταν πλησιάζουμε μια οθόνη τηλεόρασης, βλέπουμε σημεία.”15 Εκείνη την στιγμή είναι που ενεργοποιείται μια από τις μεγαλύτερες και πιο κάλα ανεπτυγμένες δυνάμεις του ψηφιακού παραδείγματος. Αναφερόμαστε στο κομμάτι της διεπαφής (interface), και το οποίο, εξ’ ορισμού, βρίσκεται ανάμεσα σε κάθε επικοινωνία μεταξύ ανθρώπου και μηχανής, για να την μεσολαβήσει. Στο σημείο αυτό δεν θα επεκταθούμε περισσότερο στην έννοια της διεπαφής, καθώς η εργασία αυτή δεν θέλει -ούτε και μπορεί στα στενά πλαίσιά της- να αναλύσει την ψηφιακή εμπειρία. Θεωρεί, όμως, δεδομένη την δυναμική που εμφανίζει η έννοα της διεπαφής σε μια, θα λέγαμε, διαισθητική και -ίσως- κοινή για όλους μας βιωμένη ψηφιακή εμπειρία. Υπό αυτή την ενεργοποιημένη δύναμη της διαπύηση, λιπάνω, η εμπειρία της χρήσης του διαδικτύου γίνεται όλο και πιο εξατομικευμένη και άρα όλο και πιο προσομοιωτική. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι, σε μια εποχή όπου η έννοια της βύθισης (immersion) δεν θεωρείται πλέον εξεζητημένη, η διεπαφή φαίνεται να κυριαρχεί με εμφατικό τρόπο. Κανένας δεν έχει την ανάγκη να καταλάβει πως αυτή η ψηφιακή βιομηχανία τίθεται σε κίνηση, αφού την χρησιμοποιεί για να ζήσει, να μετακινηθεί, να ερωτευτεί, να εργαστεί, να περάσει την ώρα του. Κι όμως επειδή ακριβώς χρησιμοποιούμε το διαδίκτυο για όλα τα παραπάνω, θα έπρεπε να μας απασχολεί περισσότερο η προηγούμενη ερώτηση. Φαίνεται, όμως, πως όσα περισσότερα είναι τα επίδικα και όσο περισσότερο αναγκαίο γίνεται το αφήγημα του διαδικτύου για την καθημερινότητα μας, τόσο περισσότερο αυτό θα μας κρύβεται. Δεν έχει υπάρξει άλλη παρόμοια περίπτωση στην ιστορία, οπού να χρησιμοποιούσε ο άνθρωπος ένα μέσο για την εξυπηρέτηση του, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο που αυτό λειτουργεί και μάλιστα χωρίς να τον ενδιαφέρει να μάθει, μιας και κάτι άλλο είναι πάντα εκεί για να τον βοηθήσει να κάνει αυτό που 14. Αριστείδης Αντονάς, Η αναβολή της κατεδάφισης, στο: https://www.aristideantonas.com/tag/texts/link/delaying-demolition (ημερ. ανακτ. 20/06/2019). 15. Vilém Flusser, Προς το σύμπαν των τεχνικών εικόνων, μτφ. Γιώργος Ηλιόπουλος, επιμ. Διονύσης Καββαθάς, Σμίλη, Αθήνα, Ιούλιος 2008, σελ. 49.
-14-
θέλει, απλοποιώντας τα πράγματα. Αυτή η εικονοποίηση από την μια της ψηφιακής εμπειρίας -μέσα από την εξατομικευμένη περιήγηση που προσφέρει η διεπαφή- προκειμένου να έρθει στα μετρά του καθενός από εμάς, και από την άλλη η πρωτοκαθεδρία του ως το πλέον αναγκαίο μέσο για να κάνουμε τα περισσότερα πράγματα που συνηθίζουμε δημιουργούν ένα πλέγμα γύρω μας, μας αποτρέπουν από το να δούμε αυτό που κοιτάζουμε: πολλούς κόκκους μαζί που συνθέτουν μια εικόνα. Ακόμα πιο απλά: η χημεία και η τεχνολογία συνεργάζονται για να κάνουν “μια χειρονομία που εκτυλίσσεται στο σημειακό σύμπαν, […] να αναδυθεί από το αδιάστατο στο δισδιάστατο· από την άβυσσο των κενών διαστημάτων στην επιφάνεια, από το πιο αφηρημένο στο κατά τα φαινόμενα συγκεκριμένο.”16 Το κλειστό αφήγημα του ψηφιακού χώρου δεν εκπέμπει πλέον με την ίδια λάμψη που το έκανε την δεκαετία του 1980, παρόλο που οι ιστορίες εκείνων των δυστοπικών μυθιστορημάτων έρχονται να επιβεβαιωθούν στην τυφλή εμπιστοσύνη που δείχνουμε σήμερα στο διαδίκτυο. Η προσέγγιση όμως που επιχειρεί αυτή η εργασία στην υποδομή του διαδικτύου δεν είναι τεχνοφοβική. Πως θα μπορούσε να είναι, άλλωστε, όταν το μονό που αναζητά, εν τέλει, είναι μια καλύτερη εποπτεία του μέσου που χρησιμοποιεί. Σε αυτή την κατεύθυνση, λοιπόν, αυτό που προτείνεται εδώ είναι ένα βλέμμα πίσω από οποιαδήποτε οθόνη. Ένα βλέμμα που διαπέρνα την μεσολάβηση της διεπαφής καθώς αντιλαμβάνεται τι συνιστούν όλα αυτά που βλέπει. Ένα βλέμμα σε αυτό που υπάρχει, ως τέτοιο, και όχι ένα βλέμμα σε μια οθόνη που στήνει κάτι ώστε να υπάρχει. Ένα βλέμμα που από την μια θα έρθει να διαρρήξει αυτή την ερμητικά κλειστή αφήγηση του ψηφιακού χώρου, προσγειώνοντας τον εκεί που πραγματικά και υλικά εδράζεται. Από την άλλη μέσω αυτού του βλέμματος, μέσω αυτής της αναγνώρισης του υλικού διαδικτύου, της παγκόσμιας υποδομής του και της δυναμικής που αυτή φέρει, καθίσταται κάνεις πιο έτοιμος να χρησιμοποιήσει το μέσο αυτό. Να χρησιμοποιήσει το παγκόσμιο δίκτυο ως αυτό που είναι: μια παγκόσμια υποδομή με ένα παγκόσμιο πλέγμα σχέσεων σε πολλαπλά επίπεδα. Κλείνοντας, επειδή πιστεύουμε ότι τα παρακάτω λόγια, που παραθέτουμε αυτούσια, είναι πιο επίκαιρα από ποτέ, επιχειρήσαμε σε αυτή την μικρή εργασία να προτείνουμε έναν τρόπο -πλάι σε αυτή την αποκωδικοποίηση που προτείνει ο Vilém Flusser- που θα μας οδηγήσει σε μια καλύτερη εποπτεία του μέσου που χρησιμοποιούμε.
“Η αποκωδικοποίηση των τεχνικών εικόνων είναι ένα έργο το οποίο […] δεν το έχουμε ακόμη φέρει σε πέρας. Για όσον καιρό, όμως δεν είμαστε σε θέση να κάνουμε κάτι τέτοιο, παραμένουμε εκτεθειμένοι στη γοητεία τους και προγραμματιζόμαστε να εκδηλώνουμε μια μαγικοτελετουργική συμπεριφορά. Η κριτική πρόσληψη των τεχνικών εικόνων απαιτεί ένα επίπεδο συνείδησης αντίστοιχο με εκείνο που καθιστά δυνατή την δημιουργία τους.”17
16. ο. π., σελ. 34.
17. ο. π. σελ.35.
-15-
βιβλιογραφία - Αντονάς Αριστείδης. Η αναβολή της κατεδάφισης. Σε: Παρουσίαση του Έργου Τέχνης και νέες Τεχνολογίες, Ε.Μ.Π. Αθήνα. Ελλάδα. Φεβρουάριος 2000. Επιμ. Βάνα Ξένου. - Αντονάς Αριστείδης, The world of Tags, σε: http://www.neme.org/texts/the-world-of-tags (ημερ. ανακτ. 20/06/2019) - Αντονάς Αριστείδης. Ο διαμένων υπό επίβλεψη. Σε “Συμβιώσεις”, συλλογικό. Επιμ. Ζήσης Κοτιώνης, Γιώργος Τζιρτζιλάκης. Καστανιώτη. Αθήνα. 2015, σελ. 164. - Easterling Keller. Extrastatecraft: The Power of infrastructure space. London: Verso, 2014. - Flusser Vilém. Προς το σύμπαν των τεχνικών εικόνων. Μτφ. Γιώργος Ηλιόπουλος. Φιλοσοφία και Αισθητική των μέσων. Αθήνα, Ελλάδα: Σμίλη, 2008. - Foucault Michel. “The Incorporation of the Hospital into Modern Technology.” Μτφ. Edgar C. Knowlton Jr., William J. King, και Stuart Elden. Στο Space, Knowledge and Power: Foucault and Geography. Routledge, 2016. - Gibson William. Neuromancer. New York: Berkley Publishing Group. 1989.
-16-