Μανώλης Αναστασάκης, Editorial στο GRA Review No 5/2013α, "Κατοίκηση στην ύπαιθρο", σελ. 5.
Η αστικοποίηση στις αναδυόμενες οικονομικά χώρες (βλ. BRIC) είναι καλπάζουσα επιδεικνύοντας πλέον πρωτόγνωρες σε μέγεθος πόλεις. Αυτές εκπέμπουν ευρωστία και δύναμη, ενσωματώνουν όμως και τα προβλήματα της ταχύτατης ανάπτυξής τους – φτώχεια στις παρυφές, ελλιπείς υποδομές κ.α. Η ζωή στην αγροτική γή γι αυτές τις χώρες παίρνει διαστάσεις φυγής. Αντίθετα, στην ώριμα αστικοποιημένη Δύση η σχέση με την ύπαιθρο αναπροσδιορίζεται, τόσο σε επίπεδο αναψυχής και τουρισμού όσο και παραγωγής. Νέα νοικοκυριά επενδύουν σε νέες αγροτικές καλλιέργειες και επιλέγουν ως μόνιμη κατοικία περιοχές εκτός μεγάλων πόλεων. Από την άλλη η δεύτερη κατοικία (εξοχική) γίνεται ευκολότερα προσβάσιμη και για περισσότερο χρόνο επισκέψιμη. Προσβασιμότητα και νέες τεχνολογίες επιτρέπουν πυκνότερες μετακινήσεις και αδιάκοπη επικοινωνία καθιστώντας το δίπολο πόλη-ύπαιθρος λιγότερο διακριτό. Το κατασκευασμένο τοπίο στην ύπαιθρο μεταβάλλεται από τους νέους παράγοντες διαμονής και εκμετάλλευσης και μαζί του μεταβάλλεται και ο τρόπος κατοίκησής του συμπαρασύροντας τη σχέση μας με το φυσικό τοπίο γενικότερα.
Ο αναπροσδιορισμός της σχέσης μας με την ύπαιθρο και το φυσικό περιβάλλον αποτυπώνεται σε μία σειρά μελετών και κατασκευών όπου τίθενται εμφατικά νέα προβληματισμοί και νέα στοιχεία διαχείρισης του κτιστού στη σχέση του με το εξωαστικό τοπίο. Ο Ζήσης Κοτιώνης, σε ένα κριτικό του κείμενο, επισημαίνει τον κίνδυνο η μαζική οικοδόμηση της υπαίθρου να δημιουργήσει τελικά συνθήκες απαξίωσής της. Σε μία μελέτη- πρόταση, οι περιπατητικές διηγήσεις των Χ. Παπαδοπούλου και Π. Χατζηαγγελίδη είναι ένας στοχασμός πάνω στη σχέση του ανθρώπου με τη φύση με αφορμή τις αλυκές Μεσολογγίου. Τα καταφύγια αρχιτεκτονικής, μία εμπειρική εκπαίδευση αρχιτεκτόνων της Σχολής Taliesin με καθηγητή τον Άρη Γεωργίου, αποτελούν παραδείγματα οικολογικής ευαισθησίας μέσα από απλά μαθήματα τεχνικής. Μπαίνοντας σε περισσότερο αρχιτεκτονημένα μονοπάτια οι πέντε κατοικίες στον Παρνασσό των Ρ. Κοτσιλάτη και Β. Χατζή ερμηνεύουν τις παραδοσιακές μορφές σε ένα σύγχρονο βιοκλιματικό κτήριο. Οι δύο κατοικίες στο Σχινιά των Γ. Καρύδη και Μ. Τζώρα καθορίζουν τη σχέση τους με το τοπίο με τρόπο τη μικρότερη δυνατή αλλοίωση στο φυσικό ανάγλυφο. Η «αετοφωλιά» στο Χωματοβούνι Σερίφου του Γ. Σίνα εντάσσεται ήπια στις έντονες κλίσεις ενός βραχώδους κυκλαδίτικου
τοπίου αλλά και στην τοπική δομική παράδοση. Τέλος, η μικρή εξοχική κατοικία κοντά στο Ηράκλειο των Νίκο Σκουτέλη & Φλάβιο Ζανόν αποτελεί παράδειγμα σύμπνοιας κατοικίας και κήπου μέσα από μία ελευθερία οργάνωσης, νέων διαμορφώσεων και μικρών κατασκευών που διατηρεί ζωντανή τη σχέση της φύτευσης με τα δομικά στοιχεία οργάνωσής της. Σε αυτό το παράδειγμα πλησιάζουμε κάπως τον «φανταστικό-ουτοπικό κόσμο» του εικαστικού Λεωνίδα Γιαννακόπουλου, έναν κόσμο ο οποίος διαδραματίζεται στο δικό του έργο μέσα από ένα περιβάλλον με άνθη, φυτά και τοπία.
Σε αυτό το 5ο τεύχος του GRA Review αποτυπώθηκε για λίγο η ανάγκη για συνεχή διερεύνηση της δυνατότητας κατοίκησης της υπαίθρου με όρους όχι αντιθετικούς αλλά σύμπλευσης. Η εμπειρία των περασμένων δεκαετιών όπου η οικονομική ανάπτυξη συνοδεύτηκε με κατάκτηση της υπαίθρου δεν οδηγεί αυτόματα στο συμπέρασμα ότι λιγότερη ανάπτυξη θα οδηγήσει σε μικρότερη καταστροφή. Η συνειδητοποίηση της ένταξης της βιοκλιματικής παραμέτρου στο σχεδιασμό κτηρίων και
τοπίων και μία στάση που ευνοεί την αειφόρα ανάπτυξη είναι σημαντικότεροι παράγοντες για μία ύπαιθρο με ισχυρή φυσική ταυτότητα.
Μανώλης Αναστασάκης από το άρθρο αρχισυντάκτη στο GRA Review No 5/2013α.