Ερρίκος Ίψεν - Ένας Εχθρός του Λαού

Page 1


᾽Εσώϕυλλο τῆς πρώτης ἔκδοσης τοῦ ἔργου. Κοπενχάγη, 1882.


῾Ε ρρίκος ῎Ιψεν

ΕνΑς ΕχΘΡΟς ΤΟῦ λΑΟῦ Θεατρικὸ ἔργο σὲ πέντε πράξεις ΕΙςΑΓΩΓΗ - ΜΕΤΑΦΡΑςΗ-ς χΟλΙΑ

Θεοδόσης ᾽Α. Παπαδημητρόπουλος ΠΡΟλΟΓΟς -ΕΠΙΜΕλΕΙΑ-ς χΟλΙΑ

῟Ηρκος ῾Ρ. ᾽Αποστολίδης

GutenberG / ΘΕ ΑΤΡΟ ᾽Α θήνα 2016


Τὸ σπίτι ποὺ γεννήθηκε ὁ ῎Ιψεν.


ΠρΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗ

ΕχΘρΟΣ τῶν «εἰσαγωγῶν» μιά ζωή, ἀποϕάσισα, στὸν πέμπτο μόλις τίτλο τῆς σειρᾶς τῶν ῾Απάντων, νὰ δώσω κάποιες προσωπικὲς σκέψεις εἰδικὰ γι᾽ αὐτὸ τὸ γραϕτὸ καὶ τὸ δημιουργό του, πιστεύοντας ὅτι τὰ μεγάλα ἔργα εἶναι –κι ὄχι δὰ ἄδικα–, σημαδεμένα... Μοντέρνος κι ἀντικονϕορμιστής, ὁ ἄναρχος Νορβηγὸς ἀϕήνει συχνὰ πολλὲς χαραμάδες, «κενά» στὴν κατανόηση τῶν χαρακτήρων του - μὰ καὶ τοῦ γενικώτερου κόσμου του. Αὐτή μοιάζει νάν ᾽ ἡ δικιά του «μαγεία»: νὰ μήν ὁδηγῇ στὴν ἀριστοτελικὴ κάθαρση, ὅπως τὴν ἀποζητοῦν οἱ κλασσικοθρεμμένοι τῆς ἀρχαίας τραγωδίας... Μὰ εἶναι πνευματικὴ πρόκληση νὰ γεύεται κανεὶς τὸ μ ὴ γνώριμό του. Κάπως ἔτσι νοιώθω καὶ προσλαμβάνω τὸν ῎ Ιψεν... ᾽ Εντελῶς διαϕορετικὴ παραταῦτα ἡ περίπτωση τοῦ ᾽Εχθροῦ τοῦ λαοῦ. ῾ Ο συγγραϕέας ἐδῶ δίνει καθαρὰ τὸ προσωπικό του δ ρ ᾶ μ α. Κι ἀκόμα περισσότερο: μήν τρέϕοντας καμμιὰν ἀπολύτως αὐταπάτη, ἀπαισιόδοξος γιὰ τὴν τάχα δικαίωση, «διακωμωδεῖ» κιόλας ἐλαϕρὰ τὸν κεντρικὸ ἥρωα γιατρὸ Στόκμανν, ἀκριβῶς γιατὶ γνωρίζει τὴν τραγικότητα ἐκεινοῦ ποὺ μάχεται ἀπελπισμένα ἐναντίον ὅλων. Λύκος μονάχος ὁ ῎ Ιψεν, μορϕὴ σύστοιχη τοῦ Νίτσε (ἀλλ᾽ ἀπὸ ἐντελῶς διαϕορετικὴ ἀϕετηρία), ἀποτραβηγμένος στὸ βουνό, ρίχνει κεραυνοὺς κατὰ τῶν κρεατομη-


20

ΠρΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗ

χανῶν τῆς ἰσοπέδωσης, τῆς «πλειοψηϕίας», τοῦ «δίκιου τῶν πολλῶν», τοῦ «κιμᾶ» - μὲ τὶς ὅποιες ἐκϕάνσεις τους: «συλλόγους»-κλίκες, ἢ κόμματα κάθε λογῆς κάπηλων. Στὸν πυρῆνα του μένει συνειδητὰ ἀ - π ο λ ι τ ι κ ό ς, δηλαδὴ συνειδητὰ ἐναντίος πάσης Πολιτικῆς...1 Τὰ κείμενα τοῦ ῎ Ιψεν τὰ γνώρισα ἀργά. Σὲ μιὰν αὐτοδιαγνωστικὴ ϕάση, ἐνδοσκοπῶντας, καὶ ταλαιπωρῶντας τὴ μνήμη μου νὰ ξανατεκμηριώσω τὶς ρίζες μου, τὴ γῆ πούμαθα νὰ πατάω.. - καὶ δὲν ἄργησα νὰ ϕτάσω. ῎ Εμενε ὁ μόνος ἀνεξερεύνητος δικὸς τοῦ «ἐσωτερικοῦ στενοῦ κύκλου». Οἱ ἄλλοι, μετὰ τοὺς ᾽Αρχαίους: Νίτσε, Ντοστογέβσκι, Κάϕκα, Μπαλζάκ. Συνηθισμένες στὴν οἰκογενειακὴ καθημερνότητα τῶν παιδικῶν μου χρόνων σημαδιακὲς ϕράσεις ἔργων του. Τό: ῎Η ὅλα ἢ τίποτα τοῦ Μπράντ,.. ἡ λάμψη τῆς ἀπόλυτης ὀμορϕιᾶς τῆς ῞ Εντα Γκάμπλερ - κι ἄλλες πολλές... Περιέργως, καμμιά ἀπ ᾽ τὸν ᾽Εχθρὸ τοῦ λαοῦ... Πέϕτοντας καὶ καταβροχθίζοντάς τον λοιπόν, ἔϕτασα καὶ κεῖ, ἀνακαλύπτοντας τόσο ὕστερα ἀπίστευτες ὁμοιότητες μὲ καταβολικές μου ἰδέες, ἔννοιες, συλλήψεις - ὥς καὶ γεγονότα. χωρὶς καμμιὰν ὑπερβολή, ἔ τ σ ι μεγαλώσαμε, μὲ τὸν ἀδερϕό μου, στὸ σπίτι ἑνὸς διωκόμενου κι ἀμετανόητου Στόκμανν... * 1. Κι ἀσϕαλῶς ὄχι apolitique - δηλαδή, κατὰ τὴν συνήθη ἀνελλήνιστη ἀπόδοση: «ἀπολίτικος», ποὺ χρησιμοποιεῖται βέβαια ἀπ ᾽ τοὺς μαρξιστὲς ὡς μ ο μ ϕ ή (κάτι σὰν τὸν ἰδιώτη τῶν ᾽Αρχαίων)...


ΠρΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΕΠΙΜΕ ΛΗΤΗ

21

Κάποιοι, κάποτε, ἀναδέχονται μιὰ στάση ζωῆς καὶ τὴν πᾶνε πέρα, ἀνυποχώρητα - πέρ᾽ ἀπ ᾽ τὰ ὅρια τῆς ϕαντασίας τοῦ πρωτοθέτη: ῾ Υπάρχει, ϕορές, μιὰ ὤσμωση στὰ πράγματα, στὶς ἰδέες, στὶς ζωὲς τῶν ἀνθρώπων: ἕνας χαράζει, κι ἀκολουθοῦν ἄλλοι - ὄχι «ὀπαδοί», παρὰ σκόρπια ϕυτρωμένοι μαχητές, καθένας μὲ τοὺς δικούς του γνώμονες κι ἀπ ᾽ τὴ δική του ὀπτική... χαρακτηριστικά, ἐν προκειμένῳ, πρώιμες θέσεις τοῦ Ῥένου ᾽Αποστολίδη –ποὺ στὰ νιᾶτα του διάβασε καὶ παρακολούθησε παραστάσεις τοῦ μεγάλου Νορβηγοῦ,2 ἀπ ᾽ τὸν ὁποῖον κι ἀναπόϕευκτα ἐπηρεάστηκε– συνιστοῦν ad hoc ἰ δ ε ο λ ο γ ι κ ο π ο ι η μ έ ν η προέκταση τῆς ἴ δ ι α ς στάσης ἀπέναντι στὸν κόσμο...3 2. Βλ. Τὰ Νέα ῾Ελληνικά, 1966-7 (γ΄ περιόδου), τ.13, 102732. ῾ Η ἐπίδρασή του εἶναι ϕανερὴ στὴ συλλογὴ δοκιμίων Τρεῖς σταθμοὶ μιᾶς πορείας καὶ στὴν Πυραμίδα 67 (βλ. εἰδικώτερα, πα-

ρακάτω). Στὸ ᾽Αρχεῖο του σώζεται ἀκόμα ἕνα μέρος τοῦ τεράστιου ὑλικοῦ ἀποδελτίωσης-ἀνθολόγησης τοῦ ἰψενικοῦ ἔργου, ποὺ ὁ Ῥ. ξεκίνησε μέσα στὴν Κατοχή· (τὸ ὑπόλοιπο, δυστυχῶς, χάθηκε στὰ χέρια μαθητῶν του, στοὺς ὁποίους τὸ εἶχε δώσει). Καί, ϕυσικά, ὄχι μόνο εἶχε δεῖ παραστάσεις ῎ Ιψεν στὸ Θέατρο Τέχνης τὴν Κατοχή (ἐκτιμητὴς τότε τοῦ νεωτεριστῆ Κούν· ἀργότερα, πιὸ σκεπτικός), παρ᾽ ἀπὸ ἔϕηβος ζοῦσε μές στὸ κλίμα τῶν ἔντονων ζυμώσεων στὸ σπίτι του, μὲ τὸ στενὸ ϕίλο τοῦ πατέρα του Φῶτο Πολίτη, ἤ ἀκόμα (στὸν κύκλο τοῦ θείου του, Κ. Θ. Παπαλεξάνδρου) τὸ Μῆτσο ροντήρη, μαθητὴ τοῦ Reinhard, μ᾽ ἀτέλειωτες συζητήσεις πάνω σὲ καίρια θέματα ἑρμηνείας τῶν ἔργων. 3. Τὸ 1966, ὁ Ῥ. δημοσιεύει Τὰ Νέα ῾Ελληνικά (1966-7), τ.4, σ.189-90, τὴν ἀπομαγνητοϕωνημένη συζήτηση μὲ τὸν Μίκη Θεοδωράκη γιὰ τὴ γενικώτερη πολιτικὴ κατάσταση στὴ χώρα. Πρὶν καλά-καλὰ μποῦν στὸ θέμα, καταγράϕεται ἡ ἑξῆς στιχομυθία: Θεοδ.: ...Γιὰ νὰ βροῦμε μιὰν ἄκρη,.. ἂς ψάξουμε μαζὶ νὰ βροῦμε π ο ι ό ς ε ἶ ν α ι ὁ ἐ χ θ ρ ὸ ς τ ο ῦ λ α ο ῦ!


22

ΠρΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗ

Πάσχα τοῦ 1945, εἰκοσιενὸς μόλις χρονῶν, στὸ πρῶτο βιβλίο του, Τρεῖς σταθμοὶ μιᾶς πορείας,4 προτάσσει τό «μανιϕέστο» μιᾶς προσωπικῆς ἐπαναστατικῆς ἀναρχικῆς του θέσης - συμπτωματικά(;) ἕνα μόλις μῆνα μετὰ τὴν ἡμερομηνία (18-3-᾽ 45) ποὺ ὁ ἴδιος σημειώνει πὼς κρατάει σὲ ϕίσες ἐπίλεκτα χωρία ἀπ ᾽ τὸν ᾽Εχθρὸ τοῦ λαοῦ: «...᾽Αντίκρυσα τὰ πράγματα μανιασμένα γύρω μου καὶ τοὺς ἔμοιασα. Γι᾽ αὐτό, ϕαίνεται, καὶ σ τ έ κ ω ἔτσι ἐ π ι θ ε τ ι κ ὰ σ υ σ π ε ι ρ ω μ έ ν ο ς ἐνάντια σ ᾽ ὅλα, ἐνῶ, κατὰ βάθος, δὲν τάχω ἀπ ᾽ τὰ πρὶν μὲ κανέναν καὶ μὲ τίποτα. Θέλησα νὰ ζήσω μὲ πληρότητα κ᾽ ἔνταση τὴν ἐποχή μου, μὰ τόσο ἤμουν βέβαιος πὼς δὲν θὰ βολευόμουν μές στὰ ὁποιαδήποτε σχήματα τῆς σημερνῆς κοινωνικῆς δράσης, ὅπου δὲν τὰ σίμωσα κἄν ὣς τὰ σήμερα. Καὶ μήν ἀμϕιβάλλῃς πὼς ἔτσι θὰ πάῃ τὸ πρᾶγμα. ᾽ Εκτός, ἴσως, κατὰ σύμπτωση, κάποτε, πάνω στὴ μάχη - γιὰ τὴ μάχη! Κάθε ἔβγα κ᾽ ἕνα Ῥ.: ... ῎ Αρθρον πρῶτον, λοιπόν: ῾ Ο ἐχθρὸς τοῦ λαοῦ... εἶμ᾽ ἐγώ! [ ῾ Ο Θεοδωράκης σκάει στὰ γέλια.] Ῥ.: ῎ Οχι, ὄχι! Νὰ μή γελᾶς καθόλου!.. [] Δὲ θὰ μοῦ τὸ ἀϕαιρέσῃς αὐτὸ τό «πιστοποιητικό» - ποὺ θὰ μείνῃ σ ᾽ αὐτὸν τὸν Τόπο κρεμασμένο ἐκεῖ γιὰ πάρα πολλὰ χρόνια. [] ῾ Ο ἐχθρὸς τοῦ λαοῦ εἶμ᾽ ἐγώ - ἔτσι εἴπατε, ἔτσι διακηρύξατε! ᾽ Εγώ, ἀπ ᾽ ὅλη τὴ γενιά μας!.. Μὲ τὸν ἐχθρὸ τοῦ λαοῦ συζητᾶς καὶ μένεις σὲ τόσα σύμϕωνος μὲ τὸν ἐχθρὸ τοῦ λαοῦ !.. [Καὶ συνεχίζει, σ ᾽ ἀνάλογο τόνο...] 4. Σ.8-9. (Τ ᾽ ἀραιὰ ὑποδεικνύουν τὶς πανομοιότυπες πρὸς τὶς ἰψενικές, θέσεις τοῦ Ῥένου - ποὺ μερικές τους βέβαια εἶν ᾽ ἐμποτισμένες μὲ νιτσεϊκὴ ὁρμὴ καὶ στιρνερικὸ ἀτσάλινο νεῦρο.)




Π ρά ξ η Π ρ ώ τ η

Τὸ καθιστικὸ τοῦ Στόκμάνν. Βράδυ. Τὸ δωμάτιο ἔχει ἁπλῆ, ἀλλὰ γουστόζικη διαρρύθμιση κ ᾽ ἐπίπλωση. Στὸ δεξὶ πλαϊνὸ τοῖχο, δυὸ πόρτες: ἡ πίσω γιὰ τὸ δωμάτιο ὑποδοχῆς κ ᾽ἡ μπροστινὴ γιὰ τὸ γραϕεῖο τοῦ Στόκμάνν. Στὸν ἀριστερὸ τοῖχο –ἀκριβῶς ἀπέναντι ἀπ ᾽τὴν πόρτα γιὰ τὸ δωμάτιο ὑποδοχῆς– ἄλλη πόρτα γιὰ τὰ ὑπόλοιπα δωμάτια τῆς οἰκογένειας. Στὴ μέση αὐτοῦ τοῦ τοίχου, σόμπα. ᾽Ακόμα πιὸ κοντὰ στὸ προσκήνιο, σοϕὰς μὲ καθρέϕτη πίσω του. Μπρὸς ἀπ ᾽τὸ σοϕά, ὀβὰλ τραπέζι μὲ τραπεζομάντηλο. Πάνω του, ἀναμμένη λάμπα μὲ ἀμπαζούρ. Στὸ βάθος, ἀνοιχτὴ πόρτα γιὰ τὴν τραπεζαρία. Μέσα, τραπέζι στρωμένο γιὰ δεῖπνο, μὲ καντηλέρια. ῾Ο μΠίλλίνγκ κάθεται στὸ τραπέζι μὲ πετσέττα στὸ λαιμό. ῾Η κυρίά Στόκμάνν στέκεται πλάι στὸ τραπέζι καὶ τοῦ βάζει στὸ πιάτο ἕνα μεγάλο κομμάτι ψητὸ μοσχάρι. Οἱ ὑπόλοιπες θέσεις ἄδειες. Α ᾽ καταστασία στὸ τραπέζι ὕστερ ᾽ἀπὸ γεῦμα.

᾽άϕοῦ ἤρθατε μιὰν ὥρα ἀργότερα, κύριε μπίλλινγκ, νάστ ᾽ εὐχαριστημένος μὲ τὸ κρύο ϕαγητό. μΠίλλίνγκ (Τρώγοντας): Εἶν ᾽ ἐξαιρετικό,.. πρώτης τάξεως. κυρίά Στόκμάνν:


56

Ο Ε χΘρΟΣ ΤΟΥ Λ ΑΟΥ

Ξέρετε πόσο β α σ α ν ι σ τ ι κ ὰ ἀκριβὴς εἶν ᾽ ὁ Στόκμανν μὲ τὴν ὥρα τοῦ ϕαγητοῦ... ΜΠΙΛΛΙΝΓΚ: Δέ μὲ πειράζει. Μοῦ ϕαίνεται κιόλας πὼς τώρα εἶν ᾽ ἀκόμα καλύτερο - ἔτσι ποὺ κάθομαι ὁλομόναχος καὶ τρώω ἀνενόχλητος. ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ: ῎ Ε... ᾽ Εϕόσον σᾶς ἀρέσει... ( Α ᾽ ϕουγκράζεται ἀπ ᾽ τὸ δωμάτιο ὑποδοχῆς.) Σίγουρα θά ᾽ ναι ὁ χόβσταντ. ΜΠΙΛΛΙΝΓΚ: Μᾶλλον. ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ:

Μπαίνει ὁ ΔΗΜΑρχΟΣ ΣΤΟΚΜΑΝΝ μὲ παλτό, καπέλλο ὑπηρεσίας καὶ μπαστούνι. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Πολὺ καλησπέρα σας, νύϕη. ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ (Μπαίνει στὸ κυρίως δωμάτιο):

Γιά κοίτα δῶ! Καλησπέρα! ᾽ Εσύ εἶσαι; Καλά ἔκανες κ᾽ ἦρθες νὰ μᾶς δῇς. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: ῞ Οπως περνοῦσα ἀπὸ δῶ... (Ρίχνει βλέμμα στὸ τραπέζι.) ᾽Απ ᾽ ὅ,τι βλέπω, ἔχετε παρέα... ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ (Κάπως ἀμήχανα): ῎ Ω, ὄχι, κατὰ τύχη πέρασε. (Γοργά.) Θές νὰ κάτσῃς νὰ ϕᾷς μιὰ μπουκιά; Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: ᾽ Εγώ; ῎ Οχι, σ ᾽ εὐχαριστῶ πολύ. Θεὸς ϕυλάξοι, ζεστὸ ϕαγητὸ τὸ βράδυ... Δὲν κάνει γιὰ τὸ δ ι κ ό μ ο υ στομάχι. ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ: ῎ Αχ, μ ί α ϕορὰ ἴσον καμμ ί α ϕορά...


ΠρΑ ΞΗ Πρ ΩΤΗ

57

῎ Οχι, ὄχι, σοῦ ᾽ μαι ὑπόχρεως. Θ ᾽ ἀρκεστῶ σὲ τσάι, ψωμὶ καὶ βούτυρο. Τὰ χωνεύω καλύτερα... καὶ μοῦ εἶναι καὶ κάπως πιὸ οἰκονομικά. ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ (Γελάει): Μήπως μᾶς ἔχεις –τὸν Τόμας κ᾽ ἐμένα– γιὰ τίποτα σπάταλους;.. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: ῎ Οχι ἐ σ έ ν α, νύϕη· οὔτε ποὺ θὰ μοῦ πέρναγε ἀπ ᾽ τὸ μυαλό. (Δείχνει τὸ γραϕεῖο τοῦ ΣΤΟΚΜΑΝΝ.) Λοιπόν, δέν εἶναι σπίτι; ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ: ῎ Οχι, κάνει ἕνα μικρὸ περίπατο μετὰ τὸ ϕαγητό,.. μαζὶ μὲ τ ᾽ ἀγόρια. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Κ ᾽ εἶναι πράγματι ὑγιεινὸς ὁ περίπατος;.. ( ᾽Αϕουγκράζεται.) Νάτος, ἔρχεται. ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ: ῎ Οχι, μᾶλλον δὲν εἶν᾽ αὐτός. (Χτυπάει κάποιος τὴν πόρτα.) Περάστε! Ο ΔΗΜΑρχΟΣ:

Μπαίνει ὁ χΟΒΣΤΑΝΤ ἀπ ᾽τὸ δωμάτιο ὑποδοχῆς. ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ: ῏ Α! ᾽ Εσεῖς, κύριε χόβσταντ;.. χΟΒΣΤΑΝΤ: Ναί,.. συγχωρήστε με, μὰ καθυστέρησα

στὸ τυπογραϕεῖο. Καλησπέρα, κύριε δήμαρχε. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ ( ῾Υποκλίνεται κάπως μαζεμένα): Κύριε ἀρχισυντάκτα, ἔρχεστε γιὰ δουλειά νὰ ὑποθέσω; χΟΒΣΤΑΝΤ: Περίπου. Εἶναι κάτι γιὰ τὴν ἐϕημερίδα. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Αὐτὸ σκέϕτηκα κ ᾽ ἐγώ. ῾ Ο ἀδερϕός μου –ἀπ ᾽ ὅ,τι ἀκούω– πρέπει νάναι πολὺ δραστήριος συνεργάτης τοῦ ᾽Αγγελιαϕόρου τοῦ λαοῦ. χΟΒΣΤΑΝΤ: Ναί, ὅποτε θέλει νὰ πῇ ἀλήθειες γιὰ τό ’να ἢ τ ᾽ ἄλλο ζήτημα, γράϕει στὸν Α ᾽ γγελιαϕόρο...


58

Ο Ε χΘρΟΣ ΤΟΥ Λ ΑΟΥ

(Στὸν χΟΒΣΤΑΝΤ): Δέ θὰ θέλατε..; (Δείχνει τὴν τραπεζαρία.) Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: ῎ Ω, δὲν τὸν κατηγορῶ ἂν γράϕῃ γιὰ τὸ ἀναγνωστικὸ κοινὸ ἀπ ᾽ ὅπου ἀναμένει τὴ μέγιστη ἀνταπόκριση. Οὕτως ἢ ἄλλως, προσωπικά, δὲν ἔχω καὶ κανένα λόγο νάμαι δυσαρεστημένος μὲ τὴν ἐϕημερίδα σας, κύριε χόβσταντ. χΟΒΣΤΑΝΤ: ῎ Οχι, ἔτσι μοῦ ϕαίνεται κ᾽ ἐμένα. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Γενικά, κυριαρχεῖ ἕν ᾽ ἀξιοθαύμαστο πνεῦμα ἀνεκτικότητας στὴν πόλη μας,.. ὁ πολίτης ἀντιλαμβάνεται τὴ θέση του. Κι αὐτό, ἐπειδὴ μιὰ μεγάλη εὐκαιρία μᾶς ἑνώνει,.. μιὰ εὐκαιρία ποὺ ἐξυπηρετεῖ ταυτόχρονα κάθε ἀξιοπρεπῆ συμπολίτη μας... χΟΒΣΤΑΝΤ: Μάλιστα, τὰ λουτρά... Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: ᾽Ακριβῶς. ῎ Εχουμε τὰ μεγάλα, καινούργια, λαμπρὰ λουτρά μας. Προσέξτε! Τὰ λουτρὰ εἶν ᾽ οἱ ζωτικοὶ πνεύμονες τῆς πόλης μας, κύριε χόβσταντ. Δὲν ὑπάρχει καμμιά ἀμϕιβολία! ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Τὸ ἴδιο λέει κι ὁ Τόμας. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Τί γιγάντια ἀνάπτυξη εἶχε ὁ τόπος μας τὰ δυὸ τελευταῖα χρόνια! ῎ Ηρθανε λ ε ϕ τ ὰ στὸ λ α ό· ἡ πόλη μας ἀπόχτησε ζωὴ καὶ κίνηση! Οἱ ἀξίες τῶν οἰκοδομῶν καὶ τῆς γῆς μέρα μὲ τὴ μέρα παίρνουν τὴν ἀνοδική! χΟΒΣΤΑΝΤ: Κ ᾽ ἡ ἀνεργία μειώνεται. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Κι αὐτό, βέβαια. ῾ Η ἐπιβάρυνση τῶν εὔπορων τάξεων ὑπὲρ τῶν ϕτωχῶν –μπορῶ νὰ πῶ μετὰ χαρᾶς– μειώθηκε, καὶ θὰ συνεχίσῃ ἀκόΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ


ΠρΑ ΞΗ Πρ ΩΤΗ

59

μα περσότερο νὰ μειώνεται - μονάχα νὰ μᾶς ἔρθῃ ϕέτος ἕνα καλὸ καλοκαίρι,.. μιὰ ζωηρὴ κίνηση ξένων,.. ἕνας σημαντικὸς ἀριθμὸς ἀσθενῶν, ποὺ κάνουν ϕημισμένα τὰ λουτρά μας. χΟΒΣΤΑΝΤ: ῾ Υπάρχει δικαιολογημένη αἰσιοδοξία, καταπὼς ἀκούω. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Οἱ οἰωνοὶ εἶναι καλοί. Κάθε μέρα ρωτᾶνε ὅλο καὶ περσότερο γιὰ διαμερίσματα καὶ λοιπά. χΟΒΣΤΑΝΤ: ῾ Οπότε, τὸ ἄρθρο τοῦ γιατροῦ θάν ᾽ ὅ,τι πρέπει. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Ξανάγραψε;.. χΟΒΣΤΑΝΤ: Εἶν ᾽ ἕνα χειρόγραϕο ἀπ ᾽ τὸν περασμένο χειμῶνα: ἀσχολεῖται μὲ τὰ λουτρὰ καὶ παρουσιάζει τὶς ἄψογες συνθῆκες ὑγιεινῆς ἐδωπέρα. ᾽Αλλὰ τόβαλα στὴν ἄκρη τότε... Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: ᾽ Αχά, μᾶλλον θάχε τίποτα περίεργο μέσα... χΟΒΣΤΑΝΤ: ῎ Οχι, δέν εἶν ᾽ αὐτό. ῾ Απλᾶ, θεώρησα καλύτερο νὰ τ ᾽ ἀϕήσω γιὰ τὴν ἄνοιξη - τ ώ ρ α ξεκινάει ὁ κόσμος νὰ σκέϕτεται καὶ νὰ κανονίζῃ γιὰ τὶς καλοκαιρινὲς διακοπές του... Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Σωστά. Πολύ σωστά, κύριε χόβσταντ. ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Ναί, τίποτα δὲν πτοεῖ τὸν Τόμας σ ᾽ ὅτι ἔχει σχέση μὲ τὰ λουτρά μας. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: ῾ Υ π η ρ ε τ ε ῖ κιόλας ἐκεῖ. χΟΒΣΤΑΝΤ: Κ ᾽ ἔπειτα, ἐ κ ε ῖ ν ο ς ἔβαλε τὰ θεμέλια. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: ᾽ Εκεῖνος; ῎ Ετσι, ἔ;.. ῞ Ολο κι ἀκούω διάϕορους κύκλους ποὺ τὸ πιστεύουν. Μὰ νόμιζα


60

Ο Ε χΘρΟΣ ΤΟΥ Λ ΑΟΥ

πὼς ἐ γ ὼ ἔπαιξα ἀποϕασιστικὸ ρόλο στ ᾽ ὅλο ἐγχείρημα. ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Κι ὁ Τόμας τὸ λέει συνέχεια... χΟΒΣΤΑΝΤ: Ποιός σᾶς τὸ ἀρνεῖται, κύριε δήμαρχε; ᾽ Ε σ ε ῖ ς τὸ βάλατε μπρὸς καὶ τὸ ἀποτελειώσατε - ὅλοι τὸ ξέρουμε. ᾽ Εννοοῦσα μόνο πὼς ἡ ἀ ρ χ ι κ ὴ ἰ δ έ α ἦταν τοῦ γιατροῦ. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Ναί, ὁ ἀδερϕός μου κατεβάζει ἰδέες, ἀπὸ τότε ποὺ γεννήθηκε - δ υ σ τ υ χ ῶ ς. ῍ Αν ὅμως εἶναι κάτι νὰ προχωρήσῃ, χρειάζονται ἄλλου εἴδους ἄντρες, κύριε χόβσταντ.12 Καὶ πίστευα πὼς τοὐλάχιστον σὲ τοῦτο τὸ σπίτι... ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Μά, ἀγαπημένε μου κουνιάδε... χΟΒΣΤΑΝΤ: Πῶς μπορεῖτε, κύριε δήμαρχε; Μόνο πού... ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Τώρα ὅμως πηγαίνετε μέσα, κύριε χόβσταντ, καὶ σερβιριστῆτε κάτι. Στὸ μεταξύ, θαρθῇ κι ὁ ἄντρας μου. χΟΒΣΤΑΝΤ: Εὐχαριστῶ πολύ! Μονάχα μιὰ μπουκιά! (Πάει πρὸς τὴν τραπεζαρία.) Ο ΔΗΜΑρχΟΣ (Κάπως χαμηλόϕωνα): Πράγματι, ἔχουν κάτι περίεργο ὅσοι κατάγονται ἀπευθείας ἀπὸ ἀγρότες - οὔτ ᾽ ἴχνος λεπτότητας ἐπάνω τους... ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ: ᾽ Αξίζει ν ᾽ ἀσχολῆσαι;.. Δέ μπορεῖτε ἐσὺ κι ὁ Τόμας νὰ μοιραστῆτε σὰν ἀδέρϕια τὶς τιμές; Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Ναί, θὰ μποροῦσε νὰ γίνῃ κ᾽ ἔτσι. Μά, καθὼς ϕαίνεται, δὲν εἶν ᾽ ὅ λ ο ι ἱκανοποιημένοι μὲ τὸ μερτικό τους.


ΠρΑ ΞΗ Πρ ΩΤΗ

61

῎ Ω, ἀνοησίες! ᾽ Εσὺ κι ὁ Τόμας τὰ πᾶτε μιά χαρὰ μεταξύ σας. (Προσπαθεῖ ν ᾽ἀκούσῃ.) Νομίζω, ἔϕτασε.

ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ:

Πηγαίνει κι ἀνοίγει τὴν πόρτα τοῦ δωματίου ὑποδοχῆς.

(Γελάει καὶ κάνει θόρυβο ἀπέξω): Κοίτα, Κατρίνε μου! ῎ Εχεις κι ἄλλο μουσαϕίρη! Δέν εἶν ᾽ ἐξαίσια; [Τοῦ λέει κάτι ὁ χΟρΣΤΕρ χωρίς ν ᾽ἀκούγεται.] Τί; Σᾶς παρακαλῶ τώρα, καπετάνιε. Κρεμάστε μόνο τὴν κάππα σας στὸν καλόγερο. [Τοῦ ξαναλέει κάτι ὁ χΟρΣΤΕρ.] ῏Α, ἔτσι... Δέ ϕορᾶτε παλτό; Κατρίνε, τὸν συνάντησα στὸ δρόμο· δὲν ἤθελε μὲ τίποτα νάρθῃ μαζί μου μέσα. χΟρΣΤΕρ (Μπαίνει κ ᾽ὑποκλίνεται στὴν ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ). ΣΤΟΚΜΑΝΝ (Στὸ κατώϕλι): Μπῆτε μέσα, παῖδες. [Στὴν ΚΑΤρΙΝΕ.] Τί νὰ σοῦ πῶ! ῎ Εχουνε λυσσάξει ἀπ ᾽ τὴν πεῖνα! ᾽ Ελᾶτε, καπετάνιε! Νὰ ϕᾶτε λίγο ψητό... ΣΤΟΚΜΑΝΝ

Τραβάει τὸν χΟρΣΤΕρ πρὸς τὴν τραπεζαρία. ᾽Ακολουθοῦν ὁ ΑϊΛΙΦ μὲ τὸν ΜΟρΤΕΝ. ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ: ῞ Ομως, Τόμας, δέ βλέπεις;.. ΣΤΟΚΜΑΝΝ (Γυρίζει καθὼς στέκεται στὴν πόρτα):

῏Α, ἐσὺ εἶσαι, Πέτερ! (Πηγαίνει πρὸς τὸ μέρος του καὶ τοῦ τείνει τὸ χέρι.) Πολύ χαίρομαι. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Δυστυχῶς, πρέπει νὰ ϕύγω ἀμέσως...


62

Ο Ε χΘρΟΣ ΤΟΥ Λ ΑΟΥ

Βλακεῖες! ῞ Οπου νάναι ἔρχεται καὶ τὸ τόντυ. Μή μοῦ πῇς πὼς τὸ ξέχασες, Κατρίνε; ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Θεὸς ϕυλάξοι. Βράζει κιόλας τὸ νερό. (Φεύγει πρὸς τὴν τραπεζαρία.) Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Καὶ τόντυ, ἔ!.. ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Ναί, κάθησε ποὺ θάμαστε ἄνετα. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Εὐχαριστῶ. Δὲ συμμετέχω ποτὲ σέ «κρασοκατανύξεις». ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Μὰ δὲ μαζευτήκαμε νὰ τὰ πιοῦμε. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Μοῦ ϕαίνεται... (Κοιτάζει τὴν τραπεζαρία.) ᾽Απίστευτο τί ἔχουνε καταβροχθίσει!.. ΣΤΟΚΜΑΝΝ (Τρίβει τὰ χέρια): Ναί, δέν εἶναι χάρμα νὰ βλέπῃς μικρὰ παιδιὰ νὰ τρῶνε; ῎ Εχουν πάντα ὄρεξη! Κ ᾽ ἔτσι πρέπει. Γι᾽ αὐτούς εἶναι τὸ ϕαγητό! Νὰ γίνουν δυνατοί! Ν ᾽ ἀνακατέψουνε τὸ μοῦστο, νὰ ξεκινήσουνε τὴ ζύμωση γιὰ τὸ μέλλον, Πέτερ! Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: ῍ Αν μοῦ ἐπιτρέπῃς, τί σόι «ἀνακάτεμα», ὅπως μοῦ λές, ὑπάρχει ἐδῶ; ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Πρέπει νὰ ρωτήσῃς τοὺς νέους,.. σὰ ϕτάσῃ ἡ ὥρα.14 ᾽ Εμεῖς δέ θὰ τὸ προλάβουμε... Προϕανῶς. Κάτι γερόντια σὰν καὶ τοὐλόγου μας... Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Στάσου! Δὲν εἶναι καὶ τόσο ταιριαστὴ τούτη ἡ περιγραϕή... ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Μή μὲ παίρνῃς τοῖς μετρητοῖς, Πέτερ. Μάθε πὼς εἶμαι τρομερὰ χαρούμενος κ᾽ εὐδιάθετος. Νοιώθω τρισευτυχισμένος μὲ τούτη τὴ ζωντάνια γύρω μου - τὸ σπόρο ποὺ βλασταίνει. ῎ Αχ, τί ἐξαίσιοι καιροὶ αὐτοὶ ποὺ ζοῦμε! Σὰ νὰ θάλλῃ ὁλόγυρά μας ἕνας καινούργιος κόσμος. ΣΤΟΚΜΑΝΝ: 13


ΠρΑ ΞΗ Πρ ΩΤΗ

Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Τὸ πιστεύεις ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Βέβαια, δὲν τὸ

63

πραγματικά; βλέπεις ξ ε κ ά θ α ρ α ὅπως ἐγώ. Πέρασες ὁλάκερη τὴ ζωή σου μέσα δῶ, κ᾽ ἡ αἴσθηση αὐτὴ ξεθωριάζει. ᾽ Εγώ, ὅμως, πούζησα τόσα χρόνια κειπάνω στὸ Βορρᾶ καὶ στὴ μοναχικὴ γωνιά μου, δὲν ἄκουγα σχεδὸν ἀπὸ κανέναν ξένο ἐκεῖ κάτι ποὺ νὰ ξυπνήσῃ τὸ λογισμό μου,.. τὸ νοιώθω ἀκόμα, σὰ νὰ μεταϕέρθηκα στὴν καρδιὰ μιᾶς μεγαλούπολης... Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: χμ, μεγαλούπολη... ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Ξέρω, τὰ πράγματα ἐδῶ εἶναι πολὺ στενά, στρυμωγμένα, σὲ σύγκριση μ᾽ ἄλλους τόπους. ῞ Ομως, ἐδῶ!, ὑπάρχει ζωή,.. ὑποσχέσεις γιὰ τὸ μέλλον, ἕνα σωρὸ πράγματα ποὺ μπορεῖς νὰ κάνῃς - νὰ παλέψῃς γι᾽ αὐτά· κι α ὐ τ ὸ εἶναι τὸ ζητούμενο. (Φωνάζει): Κατρίνε, δέν ἦρθε ὁ ταχυδρόμος; ΚΥρΙΑ ΣΤΟΚΜΑΝΝ ( ᾽Απ ᾽ τὴν τραπεζαρία): ῎ Οχι, δὲν ἦρθε κανείς. ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Κ ᾽ ἔπειτα, ἕνα καλὸ εἰσόδημα, Πέτερ! Μαθαίνεις νὰ τὸ ἐκτιμᾷς - εἰδικὰ κάποιοι σὰν κ᾽ ἐμᾶς ποὺ δὲν εἴχαμε μ π ο υ κ ι ὰ νὰ βάλουμε στὸ στόμα μας... Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Στὰ σοβαρά τώρα... ΣΤΟΚΜΑΝΝ: ῎ Ω, ναί! Πίστεψέ με! Περνάγαμε πολὺ δύσκολα ἐκεῖ πάνω. Καὶ τώρα νὰ ζοῦμε σὰν ἄρχοντες!.. Σήμερα, γιὰ παράδειγμα, εἴχαμε ψητὸ μοσχάρι γιὰ μεσημεριανό! Μάλιστα! - μᾶς ἔμεινε καί γιὰ τὸ βράδυ. Θές νὰ δοκιμάσῃς λίγο;


64

Ο Ε χΘρΟΣ ΤΟΥ Λ ΑΟΥ

῎ Ασε με τοὐλάχιστον νὰ σοῦ δείξω... ῎ Ελα μαζί μου... Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: ῎ Οχι, ὄχι, μὲ τίποτα... ΣΤΟΚΜΑΝΝ: ῎ Ελα ποὺ σοῦ λέω. Δές, πήραμε καὶ τραπεζομάντηλο. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Ναί, τὸ πρόσεξα. ΣΤΟΚΜΑΝΝ: Καὶ ἀμπαζούρ. Τὸ βλέπεις; ῞ Ολα ἀπὸ οἰκονομίες τῆς Κατρίνε. ῎ Εγινε τόσο ἄνετη ἡ κάμαρα. Δέ νομίζεις; Στάσου μιὰ στιγμὴ ἐδῶ... ῎ Οχι, ὄχι, ὄχι ἔτσι. ῎ Ε τ σ ι. Μάλιστα! Βλέπεις πῶς συγκεντρώνεται τὸ ϕῶς... Μοῦ ϕαίνεται πολὺ ϕινετσᾶτο. Βρίσκεις; Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: ᾽ Εϕόσον μπορεῖς ν ᾽ ἀντέξῃς τέτοιες πολυτέλειες... ΣΤΟΚΜΑΝΝ: ῎ Ω, ναί· τώρα, μπορῶ νὰ τὶς ἀντέξω. ῾ Η Κατρίνε λέει πὼς κερδίζω σχεδὸν ὅσα χρειαζόμαστε. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Σχεδόν,.. μάλιστα! ΣΤΟΚΜΑΝΝ: ῞ Ομως ἕνας ἄνθρωπος τῆς ᾽ Επιστήμης πρέπει νὰ ζῇ καὶ κάπως ἄνετα. Στοιχηματίζω πὼς ὑπάρχουν δημόσιοι ὑπάλληλοι ποὺ ξοδεύουν πολὺ περσότερα σ ᾽ ἕνα χρόνο. Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Ναί, τὸ πιστεύω! ῞ Ενας δημόσιος ὑπάλληλος, ἕνας ἀνώτερος ἀξιωματοῦχος... ΣΤΟΚΜΑΝΝ: ᾽ Ακόμα κ᾽ ἕνας κοινὸς μαουνιέρης μπορεῖ νά «καθαρίζῃ» πολὺ περσότερα... Ο ΔΗΜΑρχΟΣ: Τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν... ΣΤΟΚΜΑΝΝ: ῎ Επειτα, Πέτερ, δὲν εἶμαι δὰ καὶ σπάταλος. ᾽Αλλὰ δὲν μπορῶ νὰ στερηθῶ τὴ χαρὰ ποὺ


Αναζητ'στε το εδ,

www.gutenbergbooks.gr /gutenbergbooks


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.