Οι πόρτες - Καίτη Βασιλάκου - Εκδόσεις Ιωλκός

Page 1

Καίτη Βασιλάκου

Οι πόρτες Μικρές έκκεντρες ιστορίες


Η Καίτη Βασιλάκου γεννήθηκε στα Χανιά. Σπούδα­ σε αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργά­ στηκε ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση. Ζει μόνιμα στην Αθήνα.

Εμφανίστηκε στα γράμματα με το βιβλίο «Ο πειρα­ σμός του ερημίτη Χάρτμουτ Λιμπέργκερ και άλλες ιστορίες» (εκδόσεις Ιωλκός, 2008). «Οι πόρτες» είναι το δεύτερο βιβλίο της.


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ Καίτη Βασιλάκου Διορθώσεις: Δανάη Αλεξοπούλου Σελιδοποίηση: Ζωή Ιωακειμίδου Επιμέλεια: Κωνσταντίνος Ι. Κορίδης Μακέτα εξωφύλλου: Κατερίνα Φωτιάδη © Copyright: Εκδόσεις «Ιωλκός» & Καίτη Βασιλάκου Μάρτιος 2010 Α΄ Έκδοση ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΙΩΛΚΟΣ»

• Ανδρέου Μεταξά 12 & Ζ. Πηγής, Αθήνα 106 81 Τηλ.: 210-3304111, 210-3618684, Fax: 210-3304211 E-mail: iolkos@otenet.gr

www.iolcos.gr ISBN 978-960-426-573-2


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

ΟΙ Π ΟΡΤΕΣ

Μικρές έκκεντρες ιστορίες

ΙΩΛΚΟΣ



Η ΜΟΡΦΗ

Η Μορφή παρουσιάστηκε εντελώς ξαφνικά μια μέρα στον ουρανό χωρίς προηγουμένως οι επιστήμονες να έχουν προβλέψει το παραμικρό. Αλλά και μετά την εμφάνισή της πάλι δεν μπόρεσαν να δώσουν καμιά ικανοποιητική ερμηνεία και το φαινόμενο παρέμενε ανεξήγητο, μόλο που ακούστηκαν και γράφτηκαν τα πιο απίθανα πράγματα. Είναι αλήθεια ότι ένα τέτοιο φαινόμενο δεν είχε προηγούμενο στην ιστορία της Γης – απ’ όσο τουλάχιστον μπορούσε η επιστήμη να ανιχνεύσει. Ως γνωστόν η Γη είναι στρογγυλή κι αυτό που βλέπει η μια πλευρά της δεν μπορεί συγχρόνως να το δει και η άλλη. Όμως, στην περίπτωση της Μορφής ο φυσικός αυτός νόμος δεν ίσχυσε. Η Μορφή ήταν ακριβώς η ίδια απ’ όποιο σημείο της Γης κι αν την έβλεπες οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή της νύχτας.


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Ήταν ένα τεράστιο αχνό σχεδίασμα, που κάλυπτε σχεδόν ολόκληρο τον ουράνιο θόλο: ένα κεφάλι ανδρικό με μακριά μαλλιά και γένια κι ένα μέρος τού στήθους που σκεπαζόταν από ένα ακαθορίστου χρώματος ύφασμα. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου ήταν κανονικά χωρίς τίποτα το εξεζητημένο και η έκφραση ήρεμη και ίσως μια ιδέα αυστηρή. Στο σημείο αυτό οι άνθρωποι διαφωνούσαν. Κατ’ άλλους δεν ήταν αυστηρή, αλλά μελαγχολική. Κατ’ άλλους έκρυβε μια δόση ειρωνείας. Οι περισσότεροι πάντως έβλεπαν στην έκφραση της Μορφής μια σταθερή και απέραντη σοβαρότητα. Το αποτέλεσμα ήταν να παραμείνει η Μορφή αινιγματική, τόσο στην έκφραση όσο και στην προέλευση. Η συννεφιά, η ομίχλη ή η νύχτα δεν μπορούσαν να την εξαφανίσουν από τον ουρανό. Κατά ένα παράλογο τρόπο αυτή διαφαινόταν πίσω απ’ όλα τα σύννεφα και τις ομίχλες κι όσο για τη νύχτα, τότε έλαμπε φωσφορίζουσα σαν ένας τεράστιος αστερισμός ή μάλλον σαν μια τεράστια ουράνια διαφήμιση από νέον. Δεν είναι επομένως παράξενο που η ανθρωπότητα από την πρώτη κιόλας στιγμή αγνοώντας τις φιλότιμες προσπάθειες των επιστημόνων, έπεσε σε θρησκευτικό παροξυσμό και περίμενε από στιγμή σε στιγμή το τέλος του κόσμου. Αλλά και πολλοί


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

επιστήμονες προσχώρησαν στα θρησκόληπτα πλήθη κι άρχισαν τις προετοιμασίες για την επικείμενη Μεγάλη Κρίση. Υπήρχαν όμως και οι αδιάλλακτοι που συνέχιζαν με πείσμα τις έρευνες. Σ’ αυτό βοηθήθηκαν από τις ψυχραιμότερες κυβερνήσεις που τους διέθεσαν τεράστια κονδύλια, τα οποία απέσυραν από άλλους τομείς, λόγου χάρη από την παιδεία και την ιατρική περίθαλψη. Τα αποτελέσματα όμως ήταν πενιχρά, για την ακρίβεια δεν υπήρξαν καθόλου αποτελέσματα. Μετά από πυρετώδεις έρευνες το μόνο για το οποίο βεβαιώθηκαν ήταν ότι η Μορφή δεν ήταν τεχνολογική παγίδα κάποιων αντιπάλων. Έτσι τα ισχυρά κράτη, μετά από μια σύντομη περίοδο έντασης και αμοιβαίας καχυποψίας, χαλάρωσαν ξανά και μάλιστα ένωσαν τις προσπάθειές τους για να ερμηνεύσουν το φαινόμενο. Σ’ αυτήν την ευγενική προσπάθεια συνεργάστηκαν πρόθυμα επιστήμονες από όλα τα κράτη, εκτός από δύο τρία που η διαγωγή τους από παλιά ήταν περίεργη και αντιφατική και τα οποία διακήρυξαν στους λαούς τους ότι όλ’ αυτά είναι μια φτηνή συμπαιγνία των Μεγάλων για να καταπιούν πιο εύκολα τους Μικρούς. Οι έρευνες στράφηκαν σε διάφορες κατευθύνσεις. Μελετήθηκαν ξανά το κλίμα και οι ποικίλες δια


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

κυμάνσεις του, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, τα διάφορα μετεωρολογικά φαινόμενα, η μόλυνση της ατμόσφαιρας, οι επιδράσεις των πλανητών, η περίπτωση επέμβασης από εξωγήινους, ο ήλιος, οι μαύρες τρύπες του διαστήματος, πιθανοί κομήτες και ό,τι άλλο σχετικό με την αστρονομία, τη μετεωρολογία, την οικολογία, την πυρηνική φυσική και τη χημεία. Ακόμα μερικοί ευφάνταστοι στράφηκαν στις θεωρητικές επιστήμες και χώθηκαν στις βιβλιοθήκες ανασκαλεύοντας αρχαίες βίβλους με μαρτυρίες για υπερφυσικά συμβάντα του παρελθόντος, παλαιοντολόγοι και σπηλαιολόγοι, αρχαιολόγοι, φιλόλογοι, ιστορικοί, ακόμα και νομομαθείς έπεσαν με τα μούτρα, ο καθένας στην επιστήμη του, μήπως και ανακαλύψουν κανένα ύποπτο ίχνος που θα τους οδηγούσε σε μια λογική ερμηνεία. Δε βρήκαν απολύτως τίποτα, αν και υπήρξε κάποιο κέρδος απ’ όλη αυτήν την κινητοποίηση μια και ο κόσμος γενικά πλούτισε τις εγκυκλοπαιδικές του γνώσεις. Οι αστροναύτες, που εθελοντικά ανέλαβαν το επικίνδυνο εγχείρημα να πλησιάσουν τη Μορφή, δεν κατάφεραν κάτι σημαντικό. Ήταν, όπως διηγήθηκαν αργότερα, σαν να ήθελαν να φτάσουν το ουράνιο τόξο. Όταν πλησίασαν πολύ κοντά, έπαψαν να βλέπουν οτιδήποτε. Όταν απομακρύνθηκαν πάρα πολύ προς τα έξω, δεν είδαν τίποτα από τη μεριά της Γης, ούτε 10


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

καν την πλάτη της Μορφής. Όταν ξαναγύρισαν στη Γη την είδαν, όπως την έβλεπαν όλοι. Μετά από αυτήν την αποτυχία επικράτησε για ένα διάστημα μια διάχυτη πεποίθηση ότι η Μορφή ήταν αποτέλεσμα παγκόσμιας υποβολής που προκλήθηκε είτε από κάποια άγνωστη μέχρι στιγμής αιτία είτε από κάποιον πολύ ικανό υπνωτιστή που αποζητούσε προφανώς την παγκόσμια αναγνώριση. Κατόπιν τούτου την έρευνα την ανέλαβαν οι νευρολόγοι και οι ψυχαναλυτές, αλλά ο κόσμος είχε πλέον κουραστεί και όσοι είχαν ακόμη παραμείνει ψύχραιμοι, έχασαν την ψυχραιμία τους κι έπεσαν κι αυτοί στον ίδιο θρησκευτικό παροξυσμό με τους πολλούς. Εντωμεταξύ η Μορφή παρέμενε στον ουρανό μέρα και νύχτα ακίνητη με μόνιμα στραμμένο προς τη Γη το μελαγχολικό ή αυστηρό ή ειρωνικό ή σοβαρό ή αινιγματικό της βλέμμα. Εκτός από τους επιστήμονες, που στο κάτω κάτω ήταν πάντα τους πολύ λίγοι και άρα αμελητέοι, ο πολύς κόσμος βρήκε αμέσως την εξήγηση του φαινομένου. Δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία ότι το νεαρό αυτό ανδρικό πρόσωπο που ήρθε και στάθηκε στον ουρανό, ήταν ο αντιπρόσωπος του Θεού ή ίσως ο ίδιος ο Θεός. Οι χριστιανοί αναγνώρισαν χωρίς δυσκολία το Χριστό, αν και μερικοί διαφώνησαν μετά από σκέ11


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

ψη και προτίμησαν να αναγνωρίσουν τον Αρχάγγελο Γαβριήλ. Στο σημείο αυτό συμφωνούσαν με πολλούς μουσουλμάνους, όχι όμως με όλους, γιατί και σ’ αυτούς παρουσιάστηκαν διαφωνίες, αν πρόκειται για το Γαβριήλ ή για τον ίδιο τον προφήτη τους, το Μωάμεθ. Οι εβραίοι πάλι έκλιναν προς το Μωυσή, ενώ οι ινδουιστές μπερδεύτηκαν τελείως, επειδή είχαν πολλούς ισότιμους θεούς. Πάνω κάτω το ίδιο συνέβη και σε όλες τις άλλες θρησκείες, όπου η Μορφή άλλοτε γινόταν ο Μεγάλος Πρόγονος κι άλλοτε η Μεγάλη Ψυχή του Ζώντος Κόσμου. Σε δύο περιπτώσεις, επίσης, η Μορφή ταυτίστηκε με το Πνεύμα του Κακού και σε άλλη μια με το Πνεύμα των Εξωγήινων. Φυσικά υπήρξαν και άλλες πολλές παραλλαγές ήσσονος σημασίας. Ξαφνικά γεννήθηκαν πολύ άγριες, μεταξύ των πιστών, έριδες και θεολογικές διαμάχες, ήρθαν ξανά στο φως οι αρχαίες ιερές γραφές και κυρίως ορισμένες σημαδιακές φράσεις που είχαν από αιώνες ξεχαστεί και περιπέσει σε αχρηστία. Ο καιρός, όμως, δεν έπαιρνε για μακροχρόνιες, αιματηρές φιλονικίες, όπως συνέβαινε στις παλιές καλές εποχές. Ήταν φανερό ότι η Μορφή δε θα καθόταν επ’ άπειρον βουβή στον ουρανό και ότι πολύ σύντομα θα ζητούσε αυτό για το οποίο είχε έρθει. 12


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

Έτσι, ύστερα από κάποιες ασήμαντες μικροσυμπλοκές, ο κόσμος έπεσε σε θρησκευτική έκσταση – όπως την εννοούσε ο καθένας. Αυτό ήταν πολύ ευχάριστο, γιατί, αν εξαιρέσουμε τις αναπόφευκτες υπερβολές μερικών υστερικών ατόμων, οι περισσότεροι άνθρωποι μεταμορφώθηκαν ξαφνικά σε αγγελικά πλάσματα. Η εγκληματικότητα έπεσε κατακόρυφα σε όλη την υφήλιο και η αστυνομία φάνηκε για ένα διάστημα να είναι περιττή. Η μόνη της δουλειά, που τη μοιραζόταν με την πυροσβεστική υπηρεσία, ήταν να τρέχει και να σώζει τους υστερικούς που πήγαιναν να σταυρωθούν μόνοι τους ή αυτοπυρπολούνταν για να πάνε πιο γρήγορα στον προορισμό τους – όπως τον εννοούσε ο καθένας. Επίσης, η αεροπορία ανέλαβε να κυνηγά τους τρελούς που έκαναν απόπειρες να πετάξουν με κάθε μέσο προς τη Μορφή. Τέλος, γίνονταν και τίποτα μικροκλοπές από καθυστερημένα διανοητικώς άτομα που δεν μπορούσαν να συλλάβουν το μέγεθος του γεγονότος. Κατά τα άλλα όλη η ανθρωπότητα έπεσε στην περισυλλογή και στις καλές πράξεις και επιτέλους ύστερα από μια πορεία χιλιάδων ετών οι φτωχοί, οι άρρωστοι, οι άστεγοι, τα ορφανά, ακόμα και οι λαθρομετανάστες βρήκαν προστασία και ανακούφιση από τα δεινά τους. Οι κυβερνήσεις στάθηκαν ανίκανες να εμποδίσουν 13


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

μια τέτοια εξέλιξη. Και γιατί να την εμποδίσουν άλλωστε; Οι ίδιοι οι κυβερνήτες είχαν μεταμορφωθεί σε φιλόθρησκα και φιλειρηνικά άτομα, οι εξόριστοι γύρισαν από τις εξορίες, οι όμηροι αφέθηκαν ελεύθεροι, οι φυλακισμένοι βγήκαν από τις φυλακές, αρκετοί μάλιστα από αυτούς μπήκαν βοηθητικοί στις εκκλησίες. Η Γη ολόκληρη μεταμορφώθηκε μέσα σε λίγο χρόνο. Έμοιαζε με ένα καλό αντίγραφο του Παραδείσου και μερικοί οξυδερκείς θεολογούντες έθεσαν δημόσια το ερώτημα: «Μήπως συντελέσθηκε η Δευτέρα Παρουσία κι έχουμε ήδη μπει στον Παράδεισο;». Την άποψη αυτήν υποστήριξαν με θέρμη πολλοί μάρτυρες του Ιεχωβά και άλλες θρησκευτικές μειονότητες. Διότι το πιο ευχάριστο απ’ όλα δεν ήταν η ατομική αγαθοεργία και η προστασία των αδυνάτων. Ήταν η γενική κατάπαυση των πολέμων. Χωρίς δηλαδή να προηγηθούν οι καθιερωμένες διαπραγματεύσεις και τα πολιτικά παζάρια, με μια σιωπηρή συμφωνία, όλες οι αντιμαχόμενες ιδεολογίες και παρατάξεις, τα αντιμαχόμενα κόμματα, οι αντιμαχόμενοι λαοί, οι αντιμαχόμενες ομάδες και μειονότητες, που διαφωνούσαν μέχρι προ ολίγου έως θανάτου, μοίρασαν μεταξύ τους τα δίκαια και τα άδικα και συμφιλιώθηκαν. 14


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

Η επί Γης ειρήνη ήρθε στη Γη τόσο απλά και εύκολα όσο μια ανατολή του ηλίου. Μια νέα άγνωστης διάρκειας ευημερία άνοιγε για την ανθρωπότητα. Δεν υπήρχαν πια πεινασμένοι λαοί. Χιλιάδες τόνοι από τρόφιμα κατέφθαναν καθημερινά και με κάθε μέσο στις χώρες του Τρίτου Κόσμου και κανένα μαυράκι ή κιτρινάκι δεν πέθανε πια από ασιτία. Στις πλούσιες πάλι χώρες συνέβη μια σημαντική αλλαγή. Με πολλή προθυμία οι καλοπερασμένοι και βαριεστημένοι πλούσιοι στερήθηκαν τις απολαύσεις τους και περιορίστηκαν σε ένα λιτό γεύμα καθημερινά και σε μια φορεσιά που με τον καιρό τρίφτηκε κι έλιωσε πάνω στο κορμί τους. Ήταν, όμως, όλοι τους πολύ ευτυχισμένοι με τη σκέψη ότι αυτό, που εθελοντικά στερήθηκαν, έδινε ζωή και υγεία στους παρακατιανούς λαούς. Επιπλέον, κατά διαστήματα, είχαν και τύψεις για την αισχρή διαγωγή τους στο παρελθόν. Όπως ήταν επόμενο, οι επιχειρήσεις που στήριζαν τα κέρδη τους στην εκμετάλλευση και τη δυστυχία των άλλων, φαλίρισαν μέσα σε λίγες εβδομάδες. Κανείς δε στενοχωρήθηκε γι’ αυτό. Ούτε και οι ίδιες οι επιχειρήσεις. Τέλος, οι πολιτικές ιδεολογίες και ιδεοληψίες εκτοπίστηκαν ως αναχρονιστικές, ανίκανες να συλλάβουν τα μηνύματα των καιρών. Στη θέση τους φύτρωσαν διάφορες συγκεχυμένες, αλλά εντελώς ακίν15


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

δυνες θεωρίες, που στηρίζονταν περισσότερο στις θρησκευτικές δοξασίες των λαών και κήρυτταν την αγάπη, την αλληλοκατανόηση και την ανοχή και εφόσον όλοι τις είχαν ασπαστεί, δεν υπήρχε χώρος για σοβαρές διαφωνίες. Ωστόσο η Μορφή στον ουρανό παρέμενε σιωπηλή. Πότε πότε μερικές φανατισμένες ομάδες χάνοντας την υπομονή τους και φτάνοντας σε μια κατάσταση ντελίριουμ εκτραχηλίζονταν σε ακατονόμαστες πράξεις, προϊόν του φόβου ή της πλήρους σύγχυσης του λογικού και τότε τα ΜΜΕ ανέφεραν το γεγονός συνοδεύοντάς το με διάφορα υπαινικτικά σχόλια του τύπου: «Μέχρι πότε, λοιπόν, πρέπει να δοκιμάζονται οι πιστοί;». Ή, όταν καμιά φορά η αστυνομία έφτανε πολύ αργά κι έβρισκε καρβουνιασμένα πτώματα, τα ΜΜΕ ανέφεραν το νέο με μια διακριτική, αλλά λίαν ορατή θλίψη και όλοι καταλάβαιναν ότι υπήρχε στον αέρα διάχυτη κάποια μομφή, που δεν τολμούσε, όμως, ακόμα να διατυπωθεί ξεκάθαρα. Αλλά όλα αυτά άφηναν ασυγκίνητη τη Μορφή που θα είχε ασφαλώς το σχέδιό της και γι’ αυτό οι πιο ρεαλιστές ζητούσαν υπομονή και κατανόηση. Και καθώς ο καιρός περνούσε χωρίς καμιά εξέλιξη, από μέρους της Μορφής, οι άνθρωποι αποφάσισαν να επιταχύνουν μόνοι τους τις εξελίξεις και 16


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

με μια γενναιόφρονη χειρονομία άνοιξαν τα σύνορά τους κι άρχισε το μεγάλο ανακάτωμα των λαών. Τι νόημα μπορεί να έχουν τα τεχνητά και απάνθρωπα πολλές φορές σύνορα, που χωρίζουν τους ανθρώπους σε εχθρούς και φίλους; Ρωτούσαν τα ΜΜΕ εδώ και μήνες και παρέθεταν παραδείγματα σπαρακτικών χωρισμών, όπου η μάνα βρισκόταν από τη μια μεριά των συνόρων και το παιδί από την άλλη. Ακόμα ο κόσμος έμαθε με έκπληξη ότι οι μειονότητες και οι χωρισμένοι λαοί δεν ήταν αυτοί οι δύο τρεις που μέχρι πρότινος μονότονα επαναλάμβαναν τα ΜΜΕ, αλλά ήταν πολυάριθμες αυτές οι περιπτώσεις, σχεδόν όπου υπήρχε σύνορο, υπήρχε κι ένας χωρισμένος στα δύο λαός. Έκλαψαν πολλοί, λοιπόν, όταν ήρθαν στη δημοσιότητα αυτές οι εθνικές τραγωδίες και η αγαλλίαση ήταν απέραντη, όταν είδαν στην τηλεόραση την εκ νέου συνάντηση και οριστική ένωση των κομματιασμένων μειονοτήτων. Η κατάργηση των συνόρων είχε βέβαια κι άλλες συνέπειες, που αρκετοί είχαν προβλέψει, αλλά που ποτέ δε θέλησαν να τις διατυπώσουν καθαρά. Τι σημασία είχε, άλλωστε, αν εξαπλώνονταν και λίγες ενδημικές ασθένειες στον πλούσιο κόσμο. Στο κάτω κάτω η Μορφή ήταν πάντα εκεί, επιτηρούσε και ήξερε. Θα μπορούσε μάλιστα κανείς να υποπτευθεί ότι η κατάργηση των συνόρων ήταν ένας λεπτός εκβιασμός 17


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

για να την υποχρεώσουν να δραστηριοποιηθεί μια ώρα αρχύτερα. Οι γιατροί είχαν τώρα πολλαπλάσια δουλειά και τα νοσοκομεία σιγά σιγά γέμισαν από αρρώστους κάθε χρώματος και κάθε φυλετικής προέλευσης. Καθώς μάλιστα δεν επαρκούσαν πλέον, επιτάχθηκαν άλλα δημόσια κτίρια που υπολειτουργούσαν, όπως τα σχολεία, οι τράπεζες και τα δαιδαλώδη γραφεία των υπουργείων. Είναι αλήθεια ότι οι μόνοι που δούλευαν σκληρά αυτόν τον καιρό ήταν οι ιερείς και οι γιατροί. Όλοι οι άλλοι γνωρίζοντας το μάταιο κάθε πράξης, μπροστά στο επικείμενο τέλος του κόσμου, έχασαν κάθε ενδιαφέρον για την εργασία τους. Άλλοι την εγκατέλειψαν εντελώς κι άλλοι υποαπασχολούνταν μέχρι να έρθει η Μεγάλη Ώρα. Το φάσμα του λιμού δεν ήταν μακριά. Κανείς ωστόσο δεν ανησυχούσε στα σοβαρά, καθώς υπήρχε πάντα το επείγον πρόβλημα των νόσων, που φαινόταν ότι θα κατέληγαν σε άγριες και αγνώστου μεγέθους επιδημίες. Οι πλούσιες χώρες έδειξαν παροιμιώδη υπομονή στα δεινά που τις έπληξαν. Αυτό τις βοήθησε να ξεπεράσουν, μέχρι κάποιο βαθμό, τις αρρώστιες που έφεραν μαζί τους οι μετανάστες. Βέβαια πολλοί δεν πρόλαβαν να θεραπευθούν και πέθαναν. Αλλά πάλι αυτό δεν ήταν τόσο τρομερό, εφόσον η Μορφή βρι18


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

σκόταν στον ουρανό. Θα είχε ασφαλώς το σχέδιό της. Ούτε ήταν τόσο τρομερό που οι χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου κατακλύστηκαν από τους φτωχούς λαούς του Τρίτου Κόσμου. Μερικοί πρώην ρατσιστές, που δεν είχαν ως φαίνεται ξεπεράσει τα απωθημένα τους, διαμαρτυρήθηκαν ήπια και μίλησαν για πιθανά μελλοντικά προβλήματα, αλλά κανείς δεν τους έδωσε σημασία, εκτός από δύο τρεις περιπτώσεις, που κάποιοι τους κυνήγησαν και οι ρατσιστές αναγκάστηκαν να κλείσουν το στόμα τους. Αλλά ο καιρός περνούσε, είχε κλείσει κιόλας ένας χρόνος που η Μορφή στεκόταν αδρανής στον ουρανό και τίποτα μεγάλο δεν είχε επιχειρήσει. Αντίθετα οι άνθρωποι –αυτό μπορούσες να το πεις με σιγουριά– είχαν επιτύχει πολλά και μεγάλα πράγματα, αντάξια ενός Θεού μάλλον παρά μιας ατελούς ανθρωπότητας. Γι’ αυτό δεν είναι παράξενο που ακούστηκε κι αυτό, μήπως δηλαδή κάτω από τη μυστηριώδη επιρροή της Μορφής το ανθρώπινο γένος μεταλλάχθηκε κι έγινε ο κάθε άνθρωπος ένας μικρός θεός. Η σκέψη αυτή απορρίφθηκε με βδελυγμία από τους περισσότερους ορθόδοξους πιστούς – και το άμεσο μέλλον θα τους δικαίωνε πέρα για πέρα. Ήδη οι αγορές όλου του κόσμου άρχισαν να φτωχαί19


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

νουν επικίνδυνα. Οι πλούσιοι δεν εξασφάλιζαν πάντα το καθημερινό λιτό τους γεύμα και στους δρόμους των άλλοτε κυρίαρχων πόλεων έπεφταν πού και πού εξαντλημένοι από το κρύο και τη στέρηση οι περαστικοί. Τα φάρμακα άρχισαν να σπανίζουν και στο τέλος εξαφανίστηκαν, οι θάνατοι πολλαπλασιάστηκαν. Η υπομονή ολοένα λιγόστευε. Οι πιστοί, με ειλικρινή προσπάθεια, κατέπνιξαν τις πρώτες αμαρτωλές σκέψεις που ξεφύτρωσαν μέσα τους σαν δηλητηριώδη μανιτάρια. Τότε μερικές σκιώδεις κυβερνήσεις αποφάσισαν να ενεργοποιηθούν. Σε ένα παγκόσμιο συνέδριο που έγινε την άνοιξη του επόμενου χρόνου στο Παρίσι, με αντιπροσώπους από όλα σχεδόν τα κράτη της Γης, αποφασίστηκε ότι έπρεπε να ληφθούν ορισμένα προσωρινά έστω μέτρα για την καλύτερη και ασφαλέστερη διαβίωση των λαών έως ότου η Μορφή έδειχνε, τέλος πάντων, ποιες ήταν οι προθέσεις της. Στο σημείο αυτό υπήρξε πλήρης συμφωνία, η οποία δυστυχώς στη συνέχεια διαλύθηκε πλήρως και για πρώτη φορά, μετά από πολύ καιρό, ακούστηκαν θυμωμένες φωνές και κάποιες φράσεις που ξύπνησαν ακαριαία παλιά μίση και πάθη. Το κύριο πρόβλημα ήταν η διαφαινόμενη πλέον πείνα και οι αρρώστιες που είχαν πάρει έναν καλπάζοντα ρυθμό. Η πρώτη γνώμη που ακούστηκε ήταν ότι έπρεπε οι 20


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

λαοί να ξαναστρωθούν στη δουλειά. Όλοι οι σύνεδροι συμφώνησαν σ’ αυτό εκτός από δύο, που ανήκαν σε θεοκρατικά συστήματα και περίμεναν από ώρα σε ώρα το τέλος του κόσμου. Οι υπόλοιποι τους αγνόησαν και προχώρησαν παρακάτω. — Με τι κίνητρο θα τους ξαναστρώσουμε στη δουλειά; ρώτησε ένα κράτος που ζούσε ανέκαθεν με τις εμπορικές συναλλαγές. Ένα άλλο κράτος, που συνεχώς είχε αποτυχίες λόγω αδυναμίας έξυπνων πολιτικών ελιγμών, πρότεινε να πουν στους λαούς την αλήθεια, ότι δηλαδή ήταν ανάγκη να καταπολεμήσουν την πείνα και την αρρώστια. — Λάθος, απάντησε ένα άλλο κράτος. Οι λαοί δε θα πεισθούν, οι λαοί περιμένουν να μιλήσει η Μορφή. — Νομίζω, είπε τότε ένα ξανθό κράτος, ότι δεν αγγίζουμε την ουσία του προβλήματος και αυτή είναι να στείλουμε τους μετανάστες στις χώρες τους. Ακολούθησε μια αμφίβολη σιωπή. Τέλος, ένα μελαχρινό κράτος σηκώθηκε και ρώτησε τι ακριβώς εννοούσε το ξανθό κράτος. — Να κλείσουμε πάλι τα σύνορα, είπε το ξανθό κράτος παγερά. Ακολούθησε μια νέα σιωπή. — Αυτό δε θα γίνει ποτέ, είπε μετά ένα άλλο μελαχρινό κράτος. Και πρόσθεσε πως ο καιρός της παντοδυναμίας 21


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

των Μεγάλων έχει ανεπιστρεπτί περάσει και ότι «Ἔστιν Δίκης ὀφθαλμός, ὃς τὰ πάνθ’ὁρᾷ». Τα ξανθά κράτη χλώμιασαν από ξαφνικό ανεκδήλωτο θυμό. Ένα από αυτά, με μακρά παράδοση διπλωματικών επιτυχιών, σηκώθηκε και είπε γλυκά ότι οι Μεγάλοι είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν τους Μικρούς με φάρμακα, τρόφιμα και ό,τι άλλο χρειαστούν. Τα μελαχρινά κράτη απάντησαν ότι αυτό είναι παλιό παραμύθι και ότι δεν πρόκειται αυτήν τη φορά να το καταπιούν. Τα ξανθά κράτη χλώμιασαν ξανά και κοίταξαν με μίσος τα μελαχρινά. Ένα άλλο ξανθό κράτος, που του άρεσαν τα μεγάλα λόγια, έδωσε γοητευτικότερες υποσχέσεις. Σε ένα μακρύ, καλοσυνάτο λόγο που εκφώνησε, εξήγησε ότι θα στείλουν επιστήμονες, τεχνικούς και άφθονο τεχνολογικό υλικό για να αναπτύξουν οι τριτοκοσμικοί μια αυτοδύναμη οικονομία. Εννοείται ότι θα παραγράφονταν όλα τα προηγούμενα εξωτερικά χρέη τους και εννοείται ότι θα τους ενίσχυαν με νέα πολύ συμφέροντα δάνεια. Τα μελαχρινά κράτη παρέμειναν ανένδοτα. — Ξεχάστε το, είπαν, αυτά τα έχουμε ακούσει αμέτρητες φορές στο παρελθόν και δεν είμαστε τόσο ηλίθιοι για να την ξαναπάθουμε. Εξάλλου, είπαν, είναι και η Μορφή. Μπορεί αύριο κιόλας να μιλήσει. 22


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

Τότε το ξανθό κράτος, που του άρεσαν τα μεγάλα λόγια, σηκώθηκε πάνω και φώναξε με θυμό: — Ποια Μορφή και αηδίες! Ας είμαστε ρεαλιστές, αυτή δεν πρόκειται ν’ ανοίξει το στόμα της στον αιώνα τον άπαντα. Τα τελευταία αυτά λόγια έφεραν στο συνέδριο μεγάλη ταραχή. Όλα τα κράτη σηκώθηκαν όρθια κι άρχισαν να χειρονομούν και να φωνάζουν, ακούστηκαν απαράδεκτα πράγματα, έγιναν εγκλήσεις και αντεγκλήσεις, κάπου κάποιος, που ποτέ δεν ανακαλύφθηκε ποιος ήταν, πέταξε τη φράση «στο διάολο, βρομιάρηδες, εσείς και η παλιο-Μορφή σας» τότε μερικοί πιο ευερέθιστοι άρπαξαν τα ανθοδοχεία και τις κανάτες με το νερό και τα εκσφενδόνισαν εναντίον των πλούσιων κρατών, τα πλούσια κράτη έκαναν το ίδιο βρίζοντας πλέον φανερά τα άπορα κράτη και μέσα σ’ αυτήν τη γενική αταξία τα καστανά κράτη, που έπαιζαν από πάντα βωβούς ρόλους, μπερδεύτηκαν και μην ξέροντας με τίνος το μέρος να πάνε, προτίμησαν να κρυφτούν κάτω από τα τραπέζια. Το συνέδριο έληξε λίγο αργότερα με παταγώδη αποτυχία και η αστυνομία του Παρισιού πολύ ευχαριστημένη, που ξύπνησαν κάπως τα αίματα, συνέλαβε αρκετούς ταραχοποιούς, που φώναζαν απαράδεκτα συνθήματα έξω από το Μέγαρο των Συνεδριάσεων. Κατόπιν τούτου τα γεγονότα έλαβαν αναπόφευκτα την εξής τροπή: 23


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Τα πλούσια κράτη ανακοίνωσαν από τα ΜΜΕ ότι είναι υποχρεωμένα για το γενικό καλό να αποκαταστήσουν τα σύνορά τους και να εκδιώξουν από τα εδάφη τους όλους τους ξένους που είχαν εισβάλει μετά την εμφάνιση της Μορφής. Είναι πεπεισμένα, είπαν, ότι η Μορφή δε θα είχε καμιά αντίρρηση, εφόσον η ενέργειά τους υπαγορεύεται από τους κανόνες δικαίου και όχι από ταπεινά κίνητρα. Δεδομένου ότι οι λαοί του Τρίτου Κόσμου βρίσκονται δυστυχώς ακόμη πολιτιστικά σε πολύ χαμηλό επίπεδο και είναι ανίκανοι να λάβουν προφυλακτικά μέτρα κατά των νόσων και κατά των γεννήσεων, η ανθρωπότητα κινδυνεύει από τις επιδημίες, αλλά και από έναν ανεξέλεγκτο υπερπληθυσμό, εφόσον τώρα τους παρέχεται ικανή τροφή και ιατρική περίθαλψη. Το άμεσο αποτέλεσμα αυτού του υπερπληθυσμού θα είναι αναμφίβολα ένας φοβερός παγκόσμιος λιμός και λοιμός που θα εξοντώσουν την ανθρωπότητα, πράγμα που κατά κανέναν τρόπο δε θα επιθυμούσε η Μορφή. Κατόπιν τούτου οι κυβερνήσεις των χωρών του ανεπτυγμένου κόσμου με θλίψη ανακοινώνουν ότι στέλνουν πίσω στις πατρίδες τους όλους τους μετανάστες και υπόσχονται με πλήρη ειλικρίνεια ότι θα καταβάλουν κάθε προσπάθεια για να υποστηρίξουν τις οικονομίες των πτωχών χωρών, αφού όμως πρώτα ορθοποδήσουν οι δικές τους. Για να το επιτύχουν αυτό, μια λύση 24


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

μόνο υπάρχει: να επιστρέψουν όλοι οι πολίτες στις εργασίες τους και να ριχτούν με ζήλο στη δουλειά. Η Μορφή που όλα τα βλέπει και τα επιβλέπει, θα τους ευλογεί από ψηλά και θα συμπαραστέκεται στο έργο τους. Αμέσως μετά αποκαταστάθηκαν τα σύνορα και άρχισαν οι διώξεις και οι υποχρεωτικοί επαναπατρισμοί. Επειδή, όπως ήταν φυσικό, υπήρξαν πολλές περιπτώσεις αντίστασης, έγιναν και τα πρώτα φονικά. Μετά τους ιερείς και τους γιατρούς οι αστυνομικοί βρέθηκαν πνιγμένοι στη δουλειά. Στο δύσκολο έργο τους τους βοήθησαν πρόθυμα οι παλιοί ρατσιστές και κατόπιν και άλλοι απλοί πολίτες, που ασπάστηκαν τις απόψεις των σοφών κυβερνητών τους. Τα ΜΜΕ, μετά από πολύ καιρό, ανέφεραν δειλά τις πρώτες συγκρούσεις και τους πρώτους σκοτωμένους και ο Τρίτος Κόσμος ξαναθυμήθηκε εκείνο το παλιό μίσος που τον έτρεφε κάποτε. Τα καστανά κράτη καταπνίγοντας κάποιες ανόητες ενοχές περίμεναν ήσυχα και καιροσκοπικά τις εξελίξεις. Τα ισχυρά κράτη αμφιταλαντεύθηκαν προς στιγμή: Να συμμαχήσουν μεταξύ τους προ του κοινού κινδύνου ή να υπερασπίσουν τα επί μέρους συμφέροντά τους συμπαρασύροντας σε ύπουλες συμμαχίες όσους τριτοκοσμικούς προλάβουν; 25


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Για λίγο καιρό το πράγμα δεν έλεγε να ξεκαθαρίσει. Οι ναοί ξαναγέμισαν ασφυκτικά από ταραγμένους πιστούς που απαιτούσαν πιεστικά πλέον από τη Μορφή να αποκαλύψει τις προθέσεις της. Στις πλατείες και στα προαύλια των εκκλησιών ο κόσμος πανικόβλητος από τα φονικά, που ολοένα πλήθαιναν, άρχισε να κάνει ολονυκτίες και να αναπέμπει δεήσεις προς τη Μορφή, που επέμενε να στέκεται απαθής σαν είδωλο στον ουράνιο θόλο. Ακολούθησαν τάματα και θυσίες, προσφορές, παρακλήσεις και κλάματα. Αλλά η Μορφή δεν αντέδρασε καθόλου. Παρέμεινε αδιάφορη προς όλα τα συμβαίνοντα με κείνη την ανεξιχνίαστη έκφραση ειρωνείας ή μελαγχολίας ή σοβαρότητας ή αυστηρότητας στα χαρακτηριστικά της. Ήταν ολοφάνερο ότι επί του παρόντος, τουλάχιστον, δεν είχε σκοπό να επέμβει στα έργα των ανθρώπων και εντωμεταξύ η εγκληματικότητα άρχισε να ανεβαίνει κατακορύφως, όπως κατακορύφως είχε πέσει από τις πρώτες μέρες μ.Μ. (μετά τη Μορφή). Στις ΗΠΑ βρέθηκε ένα πρωινό μια οκταμελής οικογένεια μαύρων σφαγιασμένη. Μια εβδομάδα αργότερα πέθαναν δεκαπέντε ναρκομανείς στο Κίεβο, επειδή είχαν πάρει νοθευμένη ηρωίνη. 26


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

Τρεις μέρες κατόπιν ένας εργάτης στο Λίβερπουλ λήστεψε και βίασε έως θανάτου μια σαραντάχρονη νοσοκόμα. Την ίδια μέρα στο Μόντρεαλ ένας αξιοπρεπέστατος κύριος στραγγάλισε ένα κοριτσάκι επτά ετών και ασέλγησε στο πτώμα του. Τις επόμενες μέρες τα ΜΜΕ κατακλύστηκαν από συνταρακτικές ειδήσεις περί φόνων, ληστειών, συμπλοκών, τραυματισμών και άλλων συναφών ενεργειών. Κάπου στη νοτιοανατολική Ασία άναψε και ο πρώτος μ.Μ. τοπικός πόλεμος. Μετά από αυτά τα γεγονότα τα ισχυρά κράτη δεν αμφιταλαντεύθηκαν άλλο. Έκλεισαν μεταξύ τους όπως όπως τις πρώτες συμμαχίες και αμέσως μετά φούντωσαν οι πόλεμοι, ο ένας μετά τον άλλον, στις διάφορες περιοχές του κόσμου. Οι τριτοκοσμικοί λαοί περιφρονημένοι και αποδιωγμένοι έγιναν εννοείται εύκολο θήραμα στις γνωστές ιδεοληψίες που εξαπλώθηκαν αστραπιαία παντού. Την ίδια αστραπιαία εξάπλωση είχαν και οι επιχειρήσεις, οι οποίες μ.Μ. είχαν τιναχτεί στον αέρα λόγω άτιμων κερδών. Ξεφύτρωσαν, πολλαπλασιάστηκαν και γιγαντώθηκαν και τα προϊόντα τους κατέκλυσαν ξανά όλες τις νόμιμες και τις παράνομες αγορές του κόσμου. 27


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Ακολούθησε κατόπιν ένας γενναίος λιμός που έφερε στα παλιά του πληθυσμιακά επίπεδα τον Τρίτο Κόσμο. Τα καστανά κράτη, χωρίς να το καταλάβουν, βρέθηκαν πάλι να σύρονται πίσω από τις μεγάλες συμμαχίες. Για άλλη μια φορά είχαν χάσει την ευκαιρία της ζωής τους. Όλα ξανάγιναν όπως π.Μ. (προ της Μορφής) και η μοναδική διαφορά που, όπως αποδείχτηκε, δεν άξιζε τον κόπο ούτε να την αναφέρει κανείς, ήταν πως στον ουρανό εξακολουθούσε να στέκεται η Μορφή, τυφλή και κουφή για όλα τα επίγεια. Στα θρησκευτικά πράγματα, μετά τον πρώτο πανικό και το θόρυβο, επικράτησε μια ανησυχητική ησυχία. Οι πιστοί είχαν λιγοστέψει δραματικά. Μερικές εκκλησίες απόμειναν έρημες. Όσοι εξακολουθούσαν να πιστεύουν, έδωσαν ποικίλες ερμηνείες στην αδράνεια της Μορφής, από τις οποίες ερμηνείες προέκυψαν διάφορες αιρέσεις ή και εντελώς νέες θρησκείες. Άτομα καλλιεργημένα και φιλόθρησκα υποστήριξαν την πολύ λογική άποψη ότι είναι ανεξιχνίαστες οι βουλές της Μορφής και επομένως ήταν λάθος να επιχειρούν οποιαδήποτε ερμηνεία με βάση τον ανθρώπινο τρόπο σκέψης. Άλλοι είπαν, επίσης, πολύ λογικά, ότι ο χρόνος που είναι κάτι σχετικό, κυλά 28


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

με άλλους ρυθμούς για τους ανθρώπους και με άλλους για τη Μορφή, για την οποία χίλια χρόνια είναι μόνο μια στιγμή και ότι επομένως η ανθρωπότητα βιάστηκε πολύ να προσδιορίσει το χρόνο της Δευτέρας Παρουσίας. Μερικοί πιστοί αναρχικών τάσεων υποστήριξαν ότι η Μορφή δεν έχει αναλάβει απέναντι στην ανθρωπότητα καμιά υποχρέωση και άρα πολύ κακώς η ανθρωπότητα απαιτεί οτιδήποτε από αυτήν. Υπήρξαν βέβαια και άλλες πολλές απόψεις αφελέστερες ή πολυπλοκότερες –μερικές μάλιστα εντελώς ακατάληπτες για τον κοινό νου– και κάποιες, ευτυχώς ελάχιστες, επέμεναν ότι η Μορφή είναι δαιμονική και χαίρεται ιδιαίτερα να παρατηρεί την ανθρώπινη αθλιότητα. Από αυτόν τον κλάδο ξεπήδησε αργότερα και μια νέα παραλλαγή σατανισμού. Φυσικά δεν έλειψαν και οι θεωρητικοί της αθεΐας, οι οποίοι όλο αυτόν τον καιρό είχαν υποχρεωτικά φιμωθεί. Τώρα, όμως, που όλα είχαν ξαναγίνει όπως παλιά, έκαναν κι αυτοί την εμφάνισή τους. Οι αγνωστικιστές υποστήριξαν την άποψη ότι δεν είναι καθόλου υποχρεωτικό να έχει η Μορφή οποιαδήποτε σχέση με τη θεότητα. Αυτό το σχεδίασμα στον ουρανό μπορούσε να είναι ένα φυσικό φαινόμενο που με τον καιρό η επιστήμη θα ήταν σε θέση να το εξηγήσει, όπως εξήγησε, όταν ήρθε η ώρα, το ουράνιο τόξο, τον κεραυνό και τις εκλείψεις του ηλίου και ότι όλα, σε 29


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

τελική ανάλυση, είναι ζήτημα χρόνου να βρουν την επιστημονική τους ερμηνεία. Το ίδιο περίπου υποστήριξαν και οι εντελώς άθεοι, καθώς και οι άλλες ενδιάμεσες ομάδες διανοούμενων και αναπτύχθηκαν ακολούθως πολλές και περίπλοκες θεωρίες, που κάλυψαν όλο το φάσμα της φιλοσοφίας από τον άκρατο ιδεαλισμό έως τον άκρατο υλισμό και δημιουργήθηκαν κατόπιν σχολές και φανατισμοί όλων των αποχρώσεων και μέσα σ’ όλα αυτά η Μορφή ατένιζε ατάραχη τα έργα των ανθρώπων. Αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι παρασύρθηκαν σιγά σιγά από τα τρέχοντα και καθημερινά γεγονότα της ζωής τους και αποκόπηκαν από την όλη συζήτηση, χωρίς να έχουν καταλήξει πουθενά. Δεν ήταν ούτε άθεοι ούτε θρήσκοι. Δεν απαρνήθηκαν ποτέ επίσημα την ουράνια Μορφή, μόνο που έχασαν λίγο λίγο το ενδιαφέρον τους και αραίωσαν τις επισκέψεις τους στις εκκλησίες. Μόνο μια φορά το χρόνο, στην επέτειο της εμφάνισής της, μαζεύονταν στους ναούς και με αναμμένα κεριά έψαλλαν τους σχετικούς ύμνους που είχαν συντεθεί εντωμεταξύ. Κι αυτό όμως με την πάροδο του χρόνου ατόνησε και οι νέες γενιές που ήρθαν, όσοι δηλαδή γεννήθηκαν μ.Μ. έμαθαν να ζουν με άνεση μαζί της, χωρίς μεταφυσικούς φόβους και αγωνίες, χωρίς δέος, χωρίς τίποτα. Οι άνθρωποι κατέληξαν να πιστεύουν ότι ο κόσμος 30


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

ήταν από πάντα του τέτοιος. Όπως δηλαδή υπήρχε ο ήλιος, το φεγγάρι, τα άστρα και τα σύννεφα, έτσι υπήρχε και η Μορφή, ήταν ένα αναντίρρητο γεγονός, ένα στοιχείο του παρόντος κόσμου κι έτσι περνούσε μες στην πιο βαθιά πτυχή του εγκεφάλου κάθε καινούργιου ανθρώπου. Έγινε ισότιμη με τη βροχή και τη λιακάδα, με τους ανέμους και τα περίτεχνα σχέδια των νεφών, έγινε τελικά ένα φυσικό φαινόμενο. Ως τέτοιο το μελετούν μέχρι σήμερα οι επιστήμονες, φυσικοί, μετεωρολόγοι και οι άλλοι, καθώς και οι φιλόσοφοι που το χρειάζονται ως αποδεικτικό στοιχείο για τις ομιχλώδεις θεωρίες τους και στα σχολειά τα μελετηρά παιδάκια μαθαίνουν ότι η Μορφή υπάρχει μεν, αλλά δεν υπάρχει, όπως ακριβώς το μπλε του ουρανού υπάρχει, αλλά δεν υπάρχει, είναι βέβαια μπλε, αλλά δεν είναι μπλε. Τέλος, στα εργαστήρια οι βιολόγοι έχουν στραφεί σε νέες έρευνες μήπως ανακαλύψουν καμιά λαθραία μετάλλαξη, που έλαβε χώρα στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Αλλά όλα αυτά είναι ζητήματα επιστημονικά και ο κόσμος δε χολοσκάει και τόσο. Εδώ υπάρχουν άλλα τρέχοντα και επείγοντα προβλήματα, η εγκληματικότητα, η ανεργία και τα χαμηλά μεροκάματα, το πρόστυχο εμπόριο ναρκωτικών και όπλων και η μοιρασιά των άτιμων κερδών, 31


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

υπάρχει, επίσης, ο ρατσισμός, η μισαλλοδοξία και ο απροκάλυπτος φασισμός, καθώς, επίσης, οι ύπουλες θανατηφόρες αρρώστιες, οι σεισμοί, οι πλημμύρες, οι ξηρασίες, οι φωτιές και τα παντός είδους δυστυχήματα. Υπάρχουν ακόμα και άλλα μικρότερα προβλήματα, όπως η εμπάθεια, ο εγωισμός, η απληστία, η πανουργία και το ψέμα, καθώς και άλλα μεγαλύτερα προβλήματα, όπως η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι φυλακές, τα βασανιστήρια και οι εκτελέσεις. Και, τέλος, υπάρχουν τα πολύ πολύ μεγάλα προβλήματα, όπως ο Πόλεμος και η Πείνα. Δύσκολα, άλυτα προβλήματα, μεταφυσικά και οι άνθρωποι είναι μόνοι, ολομόναχοι, πώς να τα βγάλουν πέρα, άνθρωποι τρομαγμένοι και αβοήθητοι, άνθρωποι ορφανοί στους μπερδεμένους δρόμους, ακηδεμόνευτα παιδιά και ενστικτώδη, νάνοι που δε μεγαλώνουν ποτέ.

32


Ο ΕΠΙΒΑΤΗΣ

Το λεωφορείο θα περνούσε κατά τις τέσσερις.

Όχι. Το λεωφορείο θα περνούσε κατά τις τρεις. Έψαξε γύρω, βρήκε μια βολική πέτρα και κάθι­ σε. Ωραία ήταν η εξοχή, αρκεί να μην άρχιζε να βρέ­ χει. Ο ουρανός ήταν βαρύς –πάντα ο ουρανός είναι βαρύς– και το φως που έπεφτε στο ερημικό τοπίο έκανε τα χρώματα του κόσμου ξεκούραστα. Γενικά απέφευγε το καλοκαιρινό φως. Η υπερβολική φωτεινότητα τον κατέβαλλε. Μπορούσε ν’ αρρωστήσει, αν από λάθος του επέλεγε ένα τοπίο με εκθαμβωτικό ήλιο. Δευτέρα, οχτώ το πρωί. 33


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Στέκεται όρθιος μπροστά στο νιπτήρα και βουρτσίζει τα δόντια του. Απέξω έρχεται ο γνώριμος θόρυβος του μποτιλιαρίσματος, κάτι που του λείπει τα πρωινά της Κυριακής με τη νεκρική ησυχία τού τίποτα. Τίποτα. Αυτή η λέξη κυριαρχεί στις εορτές και τις αργίες του. Και φυσικά στα Σαββατοκύριακά του. Όταν όλοι χάνονται, χώνονται μες στην οικογένεια. Όλοι αυτοί οι πλαδαροί φίλοι του. Θα μπορούσε να τους μισήσει γι’ αυτό. Το λεωφορείο θα περνούσε κατά τις τρεις. Το φως του τοπίου σε ικανοποιητικά, χαμηλά επίπεδα. Έψαξε γύρω, βρήκε μια βολική πέτρα και κάθι­ σε. Ωραία ήταν η εξοχή, αρκεί να μην έπιανε καμιά βροχή. Τουλάχιστον μέχρι να ερχόταν το λεωφο­ ρείο. Στις τρεις και δέκα το λεωφορείο φάνηκε από το βάθος του δρόμου. Σηκώθηκε κι έκανε σήμα στον οδηγό. — Σπανίως παίρνω επιβάτη αποδώ, του είπε ο οδηγός. Έψαξε για θέση, αλλά το λεωφορείο ήταν γεμά­ το. 34


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

— Κάθισε εδώ, είπε ο οδηγός και του έδειξε το κάθισμα δίπλα του. Για μισή ώρα το λεωφορείο έτρεχε σιωπηλό. Μερικές σταγόνες έπεσαν στο τζάμι. — Θα βρέξει, είπε στον οδηγό. — Δεν έχει καμιά σημασία αυτό. Η διαδρομή γίνεται κάτω από όλες τις συνθήκες. Ναι, αλλά σε λίγο θα νύχτωνε. Θα έβρεχε και ο δρόμος θα γινόταν ολισθηρός. Και δε θα υπήρχε και ορατότητα. Πόσο θέλει να πάρει μια τούμπα το λεωφορείο και να βρεθούν όλοι κομματιασμένοι σε κανέναν γκρεμό; — Έχεις κάνει πολλές φορές αυτήν τη διαδρομή; — Πολλές φορές, μην ανησυχείς. Φτάνουμε πά­ ντα στον προορισμό μας την προκαθορισμένη ώρα. — Πάντα; — Πάντα. Δεν ανησυχούσε ακριβώς. Είχε κακή διάθεση. Μια μόνιμη κακή διάθεση που τον συνόδευε σε όλη τη ζωή του. Τα Σαββατοκύριακα η κακή του διάθεση ανέβαινε κατακόρυφα. Τις εργάσιμες μέρες ξεχνιόταν με τη δουλειά, έρχονταν μάλιστα στιγμές που μπορούσε να πει με σιγουριά ότι ένιωθε καλά και τότε απορούσε γιατί να μην αισθάνεται πάντα έτσι. 35


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Όλα ήταν θέμα ενός κλικ τελικά. Την Παρασκευή το απόγευμα γινόταν το κλικ. Δεν τον έσωζε τίποτα. — Πώς βρέθηκες σ’ αυτές εδώ τις ερημιές; ρώτησε ο οδηγός. — Δουλειές, είπε αόριστα. Δεν μπορούσε βέβαια να του πει ότι βρέθηκε έτσι, χωρίς λόγο εκεί πέρα. Ότι ξεκίνησε μια περι­ πλάνηση από αυτές που του αρέσει να κάνει, όταν είναι κακόκεφος και χάθηκε στις απέραντες ερη­ μιές. Ότι πάντα του αυτό έκανε προσπαθώντας να ξεφύγει από τις κακές σκέψεις του και πάντα έτσι χανόταν κι έπρεπε μετά να επιστρατεύσει όλη του τη λογική για να ξαναβρεί το δρόμο του. Το λεωφορείο έτρεχε ήσυχο. Έριξε μια ματιά πίσω. Οι άλλοι επιβάτες κάθονταν ακίνητοι στις θέσεις τους. Μερικοί κοιμούνταν, άλλοι κοίταζαν έξω, κάποι­ ος σκυμμένος μπροστά κάτι θα διάβαζε. Έδειχναν όλοι κλεισμένοι στον εαυτό τους. — Δε μου είπες, ρώτησε πάλι ο οδηγός, τι γύρευ­ ες εδώ στις ερημιές; — Σου είπα, δουλειές. — Τι δουλειές; — Δουλειές. 36


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

— Τι δουλειά μπορεί να έχει κανείς σ’ αυτές τις ερημιές; — Υπάρχουν δουλειές που γίνονται στις ερημι­ ές. — Ο κόσμος δε γυρίζει στις ερημιές, είπε ο οδη­ γός και του έριξε μια λοξή ματιά. — Γυρίζω στις ερημιές και σκέφτομαι. Κάνω δύσκολες σκέψεις. Πάντα του ήταν προκλητικός, όταν κυκλοφορού­ σε στα ερημικά τοπία του κι ο οδηγός τώρα ήταν ένας καλός στόχος. Ο άλλος δε μίλησε. — Μ’ αρέσει να είμαι ολομόναχος, συνέχισε αυ­ τός. Οι άνθρωποι με κουράζουν με τις φλυαρίες τους. — Δεν είσαι συνηθισμένος επιβάτης δηλαδή, είπε ο οδηγός. Όχι, δεν ήταν. Γενικά δεν ήταν συνηθισμένος άνθρωπος. Θα ήθελε να είναι ωστόσο. Δε φταίει αυτός που κατάντησε τόσο μοναχικός. Ή μήπως φταίει; Αν, παραδείγματος χάρη, παντρευόταν και είχε τώρα κι αυτός τη ζαχαρωμένη του οικογένεια… ναι, φυσικά, οι πλαδαροί φίλοι του θα τον καλούσαν στις οικογενειακές τους συνεστιάσεις. 37


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Αλλά ένας μοναχικός άνδρας είναι κάτι παράταιρο, είναι αρχειοθετημένος σε άλλο φάκελο, αυτόν των εργασίμων ημερών. Ο οδηγός έκανε ένα νεύμα με το κεφάλι: — Τους βλέπεις αυτούς πίσω; Είναι εξαιρετικοί επιβάτες. Δεν ακούς ούτε την ανάσα τους. Εσύ, όμως, δε μου φαίνεσαι και πολύ εντάξει. Τους ξανακοίταξε. Όλοι ακίνητοι, λες και είχαν απολιθωθεί. Μερικοί έβλεπαν έξω, άλλοι κοιμούνταν, κάποιος διάβαζε σκυμμένος κάτι που δε φαινόταν. — Παραείναι ήσυχοι, σχολίασε. Ο άλλος χαμογέλασε: — Οι δικοί μου επιβάτες είναι πάντα έτσι. Τους ξανακοίταξε πιο προσεχτικά. Σαν μαρμαρωμένοι. Δύο ηλικιωμένες κυρίες πίσω του είχαν πέσει σε βαθύ ύπνο. Απέναντι μια γυναίκα με μαύρα γυαλιά δεν καταλάβαινε ακριβώς, αν κοιμόταν ή αν τον κοίταζε καρφωτά στα μάτια. Δίπλα ένα παιδάκι είχε ακουμπήσει πάνω της και κοίταζε με απλανές βλέμμα την πόρτα του λεωφορείου. Πιο πίσω τα ίδια. Ένας άνδρας γύρω στα πενήντα παρατηρούσε με αξιοπρέπεια την εξοχή. Ένα ζευγάρι αγκαλια­ σμένο κοιμόταν. Δύο νεαρά κορίτσια κοίταζαν έξω. 38


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

Ένας έφηβος με στρογγυλά γυαλάκια φαινόταν να τον παρατηρεί χωρίς διακριτικότητα. Μια ξανθιά τον κοίταζε, επίσης, επίμονα. Δύο γυναίκες στραμ­ μένες η μια απέναντι στην άλλη κοιτάζονταν κατά­ ματα. Ένας νεαρός κοίταζε αφηρημένα ψηλά. Ένα μεσόκοπο ζευγάρι κοιμόταν. Ο τύπος που διάβαζε κάτι αόρατο, είχε σκύψει τόσο πολύ που φαινόταν μόνο η πλάτη του. Μια γυναίκα πολύ βαμμένη κοί­ ταζε τα μαλλιά του μπροστινού της. Αυτός πάλι λαγοκοιμόταν με μισόκλειστα μάτια. Ένας χοντρός πιο πίσω κοίταζε λοξά προς τα έξω και το βλέμμα του έπεφτε στο κενό. Κι όλοι μαζί δονούνταν αδιόρατα από το τρέμου­ λο της μηχανής του λεωφορείου. Υπήρχε κάτι παράξενο στην ατμόσφαιρα. — Οι επιβάτες σου δε μου φαίνονται φυσιολο­ γικοί, είπε. — Εσύ το λες αυτό; Δεν του απάντησε. — Οι επιβάτες μου είναι άψογοι. Αντίθετα εσύ δεν είσαι. Γυρίζεις στις ερημιές και κάνεις δύσκολες σκέψεις. Τι είδους σκέψεις δηλαδή; Αυτό του έλειπε, να αναλύσει στον οδηγό τις σκέψεις του. Έβγαλε τα τσιγάρα του κι ετοιμάστηκε να ανά­ ψει ένα. — Το κάπνισμα απαγορεύεται. 39


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Φύλαξε το πακέτο στην τσέπη του. — Σε κατάλαβα από την αρχή, ξέρεις, είπε ο οδηγός. Από την ώρα που σε είδα εκεί στις ερη­ μιές. Ένας άνθρωπος που βρίσκεται τόσο μακριά από τον υπόλοιπο κόσμο, είναι ένας ξεστρατισμέ­ νος άνθρωπος. Τώρα μου λες πως κάνεις δύσκολες σκέψεις. Τι είδους σκέψεις δηλαδή; «Πήγαινε στο διάολο», είπε από μέσα του. — Άμα δε σκέφτεται κανείς θετικά, καλύτερα να μη σκέφτεται καθόλου, συνέχισε ο άλλος. Η αρνητική σκέψη έχει γενικά κακή επίδραση στο πε­ ριβάλλον, όπως ακριβώς το παθητικό κάπνισμα. Η αρνητική σκέψη βλάπτει τους συνανθρώπους σου. Ήταν λάθος που άνοιξε κουβέντα με τον οδη­ γό. Σηκώθηκε νευριασμένος και προχώρησε στο διά­ δρομο ψάχνοντας για μια κενή θέση. Τα τελευταία καθίσματα ήταν άδεια. Κρατήθηκε από τις χειρολαβές και κατευθύνθηκε προς τα κει. Οι επιβάτες δεν του έδωσαν σημασία. Περνώντας δίπλα από αυτόν που ήταν σκυμμένος, πρόσεξε ότι δε διά­ βαζε τίποτα. Ήταν απλά σκυμμένος. Θα κοιμόταν. Το λεωφορείο πήρε μια απότομη στροφή. Έχασε την ισορροπία του και άθελά του έπεσε πάνω στο νεαρό που κοίταζε επίμονα την οροφή του λεωφορείου. — Συγγνώμη, είπε. 40


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

Ο νεαρός δε γύρισε να τον κοιτάξει. Το κεφάλι του μετακινήθηκε ελαφρά και τώρα κοίταζε επίμονα την κουρτίνα στο παράθυρο. Τον κυρίευσε μια ακαθόριστη ανησυχία. Προχώ­ ρησε βιαστικά και βολεύτηκε στα πίσω καθίσματα ολομόναχος. Ξανακοίταξε τους επιβάτες. Σίγουρα κάτι δεν πήγαινε καλά μ’ αυτούς. Έκλεισε τα μάτια και προσπάθησε να σκεφτεί λογικά. Αυτό το Σαββατοκύριακο του είχε πάει στρα­ βά από την αρχή και τώρα ήταν εκνευρισμένος. Δεν μπορούσε να εκτιμήσει σωστά την κατάσταση, πράγμα που του συμβαίνει τακτικά. Επίσης ξέρει πολύ καλά ότι υποφέρει από την αχαλίνωτη και νοσηρή φαντασία του, που τον κάνει να βλέπει εφι­ άλτες εκεί που οι άλλοι βλέπουν όνειρα. Με λίγα λόγια τίποτα περίεργο δε συνέβαινε. Το μόνο περίεργο μες στο λεωφορείο ήταν μάλλον ο ίδιος. Άνοιξε τα μάτια. Είχε αρκετά σκοτεινιάσει και δεν έβλεπε τώρα παρά μόνο τις σκούρες σιλουέτες τους. Ήταν βέβαια παράλογο αυτό που του πέρασε από το μυαλό. Όλα έχουν την εξήγησή τους: ο οδηγός είναι φλύ­ αρος και προσπαθεί με την κουβέντα να μην απο­ 41


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

κοιμηθεί. Οι επιβάτες είναι κουρασμένοι και βαριε­ στημένοι από το ταξίδι. Ο νεαρός που τον αγνόησε είναι απλώς αγενής. Θα ρωτήσει τώρα το χοντρό που κάθεται μπρο­ στά του τι ώρα είναι. Αυτός θα κοιτάξει το ρολόι του και θα του απαντήσει. Έτσι θα ξαναγίνουν όλα φυσιολογικά. Έσκυψε προς το μέρος του χοντρού: — Μου λέτε τι ώρα είναι; Ο χοντρός δεν κουνήθηκε. — Κοιμάστε; ρώτησε ανόητα. Καμιά αντίδραση. Τον εκνεύριζε αυτή η αναισθησία εκεί μέσα. Σηκώθηκε και στάθηκε από πάνω του. Ο χοντρός κοίταζε πάντα λοξά προς τα έξω με το βλέμμα να χάνεται στο κενό. — Έχετε ώρα; ρώτησε με φωνή αφύσικα δυνα­ τή. Ο άλλος δεν του έδωσε σημασία. Τον σκούντησε ελαφρά στον ώμο. Τίποτα. Τον κυρίεψε πάλι ο τρόμος. Γύρισε χωρίς να σκεφτεί από την άλλη μεριά και βρέθηκε μπροστά στη βαμμένη γυναίκα. — Τι ώρα είναι; τη ρώτησε, αλλά εκείνη κοίταζε πάντα τα μαλλιά του μπροστινού της και δεν του έδωσε καμιά σημασία. 42


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

Έσκυψε από πάνω της, την παρατήρησε προσε­ χτικά στο μισοσκόταδο. Η γυναίκα δε φάνηκε να ενοχλείται. — Τι συμβαίνει εδώ μέσα; φώναξε δυνατά. Η φωνή του κάλυψε το βόμβο της μηχανής και πέρασε πάνω απ’ όλους τους επιβάτες. Τίποτα, όμως, δεν έγινε. Γύρισε πάλι προς τη γυναίκα. — Με ακούτε; Αυτή συνέχισε να τον αγνοεί. Ασυναίσθητα ακούμπησε το χέρι του στα μαλλιά της. Ούτε και τώρα, όμως, έγινε τίποτα. Η γυναίκα τον αγνοούσε προκλητικά. Από φόβο ή ίσως από θυμό γι’ αυτήν την απαρά­ δεκτη συμπεριφορά άρπαξε μια τούφα της και την τράβηξε με δύναμη. Η γυναίκα έπεσε στο πλάι με τα μάτια ορθάνοι­ χτα. Στάθηκε μετέωρος με το μυαλό μουδιασμένο. Ύστερα σε μια ενστικτώδη προσπάθεια αυτο­ προστασίας έτρεξε μπροστά. — Σταμάτα, φώναξε στον οδηγό, είναι όλοι τους νεκροί! Ο οδηγός δεν έκοψε ταχύτητα. — Κάνεις λάθος, είπε. Δεν είναι νεκροί. — Τι είναι τότε; Δεν ακούν, δε μιλούν, δεν αντι­ δρούν. Τι έχουν πάθει; 43


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

— Δεν έχουν πάθει τίποτα. — Σταμάτα, θέλω να κατέβω. — Δεν μπορώ να σταματήσω στη μέση του που­ θενά. Θα κατέβεις, όταν φτάσουμε στο τέρμα. Στάθηκε όρθιος, μπερδεμένος, μην ξέροντας τι να κάνει. Γύρισε πίσω και τους ξανακοίταξε. Ήταν σκοτεινά, δε διέκρινε παρά μόνο τα περιγράμματά τους. — Άναψε τα φώτα, είπε στον οδηγό. Ο οδηγός άναψε τα φώτα. Νάτοι πάλι εκεί, απολιθωμένοι, στις ίδιες ακρι­ βώς στάσεις. Εκτός από τη βαμμένη γυναίκα που είχε χαθεί στο κάθισμά της. — Τι τους συμβαίνει; ρώτησε τον οδηγό προσπα­ θώντας να βρει την αυτοκυριαρχία του. — Δεν τους συμβαίνει απολύτως τίποτα. — Είναι πεθαμένοι; — Όχι. — Μήπως είναι ντοπαρισμένοι; — Όχι. — Τι παριστάνουν τότε; — Δεν παριστάνουν τίποτα. Είναι αυτό που εί­ ναι. — Δε μ’ αρέσουν αυτά. Σταμάτα να κατέβω. — Φοβάσαι; Φοβόταν. — Είναι που κάνεις αυτές τις δύσκολες σκέψεις. 44


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

Δεν έβγαζε άκρη με τον οδηγό. Έπρεπε να λύσει μόνος του αυτό το μυστήριο, αν δεν ήθελε να χάσει το μυαλό του. Στο κάτω κάτω έδειχναν ακίνδυνοι. Κοίταξε το παιδί που ακουμπούσε στη γυναίκα με τα μαύρα γυαλιά. Ένα παιδί είναι πάντα ένα παιδί, σκέφτηκε. Το άγγιξε στο πρόσωπο. Το χάιδεψε. Το παιδί έμεινε αδιάφορο με το βλέμμα να περνά ξυστά από δίπλα του και να καρφώνεται στο άπειρο. Ζούσε, λοιπόν, πάλι έναν εφιάλτη. Γύρισαν ανάποδα τα ερημικά τοπία και το πνεύ­ μα του είχε χωθεί σ’ αυτό το παράλογο όχημα ενός παράλογου κόσμου. Γιατί να συμβαίνουν μόνο σ’ αυτόν όλα τα πα­ ράλογα; Έφτυσε την οδοντόκρεμα στο νιπτήρα και είδε πως είχαν πάλι ματώσει τα ούλα του. Μόνος. Καλύτερα. Ήταν επιλογή του στο κάτω κάτω, έπρεπε να το παραδεχτεί. Φοβάται βέβαια το μέλλον. Ένας άνδρας μέσης ηλικίας που βλέπει τη φθορά στον καθρέφτη τού μπάνιου του, ένα πρωινό μιας Δευτέρας, στις οχτώ το πρωί. 45


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Πώς τα κατάφερε έτσι, να μείνει ολομόναχος σ’ αυτόν τον κόσμο. Το λεωφορείο συνέχιζε το ταξίδι του στα σκοτει­ νά. Ο οδηγός σιωπηλός. Εκείνος όμως ένιωθε ότι τον παρακολουθούσε μέσα από τον καθρέφτη. Πάντα είχε αυτήν την αίσθηση, σε όλη του τη ζωή: ότι κάποιος τον παρακολουθεί σιωπηλός και τον καταγράφει. Ακόμα και στις ερημιές που του άρεσε να τριγυρνά, είχε την αίσθηση ότι ένα αόρατο μάτι τον παρατηρούσε προσεχτικά και σημείωνε τις αντιδράσεις του. Παραλογισμός βέβαια. Ποιος είχε τη διάθεση να ασχοληθεί μαζί του. Είναι από τη μοναξιά που ξεπηδούν αυτές οι τρελές ιδέες. Τώρα, κατά έναν περίεργο τρόπο... Το αόρατο μάτι είχε ταυτιστεί με το μάτι του οδη­ γού. Αυτή η σκέψη τού έφερε μια εξοικείωση, ο τρόμος του εξατμίστηκε και τη θέση του πήρε μια διάθεση προκλητική, σχεδόν εριστική. 46


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

Σήκωσε το παιδί από το κάθισμα και το κράτησε στην αγκαλιά του. Αυτό δεν αντέδρασε, αφέθηκε υπάκουα στα χέρια του. Το παρατήρησε προσεχτι­ κά στο φως. Κούκλα – ήταν μια κούκλα! Το μυαλό του κόλλησε. Κρατούσε μια κούκλα, μια κούκλα βαριά, πα­ ραγεμισμένη ποιος ξέρει με τι άχρηστα υλικά. Μια κούκλα, τέλεια απομίμηση ενός παιδιού. Κοίταξε γύρω του: ήταν όλοι κούκλες, ομοιώμα­ τα επιβατών. Του ήρθε ξαφνικά να βάλει τα γέλια με τη χον­ δροειδή γκάφα του. Αντί γι’ αυτό ένιωσε πάλι να ανατριχιάζει. Πέταξε την κούκλα στο κάθισμα και γύρισε στον οδηγό: — Πού τις πας τις κούκλες; — Δεν είναι κούκλες. Είναι επιβάτες. — Δεν είναι κούκλες; Αυτές εδώ δεν είναι κού­ κλες; — Είναι επιβάτες. Εγώ είμαι ο οδηγός. Εσύ δεν ξέρω τι «φρούτο» είσαι. — Σταμάτα να κατέβω. — Θα κατέβεις, όταν το αποφασίσω εγώ. Με μια απότομη κίνηση ο οδηγός έσβησε τα εσω­ τερικά φώτα. Το λεωφορείο βουτήχτηκε στο σκοτά­ δι. Έξω είχε, επίσης, σκοτάδι. Εκτός από μια περιο­ ρισμένη ακτίνα ορατότητας από τα φώτα πορείας. 47


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Στάθηκε όρθιος πίσω του. Από μέσα του αναδύθηκε μια βαθιά εχθρότητα, όμως παράλληλα ένιωσε ότι δεν είχε τη δύναμη να τα βάλει μ’ αυτόν το σίγουρο οδηγό. — Είναι που κάνεις αυτές τις δύσκολες σκέψεις, είπε ο οδηγός. Δε σκέφτεσαι απλά. — Σταμάτα να κατέβω. — Όχι. Έβγαλε τα τσιγάρα του κι άναψε ένα. — Απαγορεύεται το κάπνισμα, είπαμε. — Κατέβασέ με τότε. — Άκου, φίλε, είπε ο οδηγός, όση περισσότε­ ρη φασαρία κάνεις, τόσο το χειρότερο για σένα. Ξεχωρίζεις. Αναγκάζεις τους άλλους να σε προσέ­ ξουν. Γίνεσαι επικίνδυνος με άλλα λόγια. Κι αυτές οι βόλτες στις ερημιές δε βγαίνουν σε καλό. Άκου που σου λέω. Δεν του απάντησε. Έπρεπε να σκεφτεί. Όποτε μπλεκόταν σε τέτοιες παράλογες ιστορίες, το μόνο που τον έσωζε ήταν το μυαλό του. Δεν ήταν η πρώτη φορά που χανόταν μέσα σ’ έναν εφιάλτη του, που άγγιζε τα τοιχώματα της λογικής και τα τράνταζε. Όμως ήταν πάντα σίγουρος για τη δύναμή του, ήξερε πως κάθε στιγμή, όποτε το αποφάσιζε, μπορούσε ν’ ανοίξει ένα λαγούμι και να δραπετεύσει από το σκοτεινό παράλογο που 48


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

είχε αφήσει να τον τυλίξει. Τα είχε καταφέρει καλά ως τώρα, πάντα επανερχόταν στον κόσμο της λογικής. — Γιατί δεν προσπαθείς να συμμορφωθείς; είπε ο οδηγός. Κοίτα τι κάνουν οι άλλοι. Κλείσε κι εσύ τα μάτια και πάρε ένα υπνάκο, είναι απλό. — Δε θα μου πεις εσύ τι θα κάνω. — Όσο βρίσκεσαι στο λεωφορείο μου, θα σου λέω εγώ τι θα κάνεις. — Κατέβασέ με τότε. — Όχι πριν φτάσουμε στο τέρμα. Εντωμεταξύ πάψε να παριστάνεις τον αντάρτη. Δεν έχεις καμιά εξουσία εδώ μέσα. — Έχω τη φωνή μου και μπορώ να λέω ό,τι θέ­ λω. Ο οδηγός χαχάνισε και τον κοίταξε από τον κα­ θρέφτη. — Και που με παρακολουθείς, το ίδιο μου κάνει, συνέχισε αυτός. Δε με νοιάζει. Βλέπε με, αν αυτό σου αρέσει. Βλέπε με και άκου με. Στο κάτω κά­ τω έχω περισσότερο ενδιαφέρον από τις κούκλες σου. — Όσο γι’ αυτό, ναι, πρέπει να το παραδεχτώ. Αλλά είσαι άδικος μαζί μου. Εγώ κάνω τη δουλειά μου, αυτό είναι όλο. Μεταφέρω επιβάτες, αυτήν τη δουλειά μου έχουν αναθέσει. 49


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

— Ποιοι; Ο οδηγός δεν απάντησε. — Ποια άλλη δουλειά σού έχουν αναθέσει; Να μας παρακολουθείς και να τους δίνεις αναφορά; — Δεν είναι δική μου δουλειά αυτή, είπε ο οδη­ γός. Εγώ μεταφέρω επιβάτες. — Κούκλες μεταφέρεις, αντικείμενα που δεν έχουν ιδέα ότι βρίσκονται σ’ ένα λεωφορείο. Μες στο κεφάλι τους, αντί μυαλό, έχουν σκουπίδια. Εί­ ναι ανίκανοι για οποιαδήποτε σκέψη. — Και είναι κακό αυτό; Φαντάζεσαι ένα ολόκλη­ ρο λεωφορείο γεμάτο με τύπους σαν εσένα; Δεν είχε νόημα αυτή η συζήτηση, το ήξερε από την αρχή. Ο άλλος του ξέφευγε συνέχεια. Όλη η κατάσταση ξέφευγε από τον έλεγχό του. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, όταν ο εφιάλτης του τον οδηγούσε σε αδιέξοδο και κανένα λαγούμι δεν ήταν δυνατόν να ανοιχτεί, μόνο μια λύση του απέμενε: έβαζε μια γενναία φωτιά και τα κατέστρεφε όλα. Το ίδιο θα έκανε και τώρα. Μια γενναία φωτιά – αλλά προηγουμένως έπρεπε να εξαντλήσει όλες του τις δυνατότητες και… — Μήπως θα ήθελες να γίνω κι εγώ κούκλα; ρώτησε σβήνοντας το τσιγάρο του κάτω. — Γιατί όχι; Αυτό θα ήταν μια καλή λύση. 50


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

— Για ποιους θα ήταν μια καλή λύση; — Πρωτίστως για σένα. Κοίτα πόσο ταραγμέ­ νος είσαι. Ενώ οι άλλοι, το βλέπεις, είναι σε βαθιά γαλήνη. Ευτυχισμένοι. — Τίποτα δεν είναι, είπε με κακία. Είναι τόσο ευτυχισμένοι και τόσο δυστυχισμένοι όσο και τα καθίσματα που κάθονται. — Έχεις λάθος οπτική γωνία. — Δε θα γίνω ποτέ κούκλα, αυτό αντιβαίνει στη λογική μου. — Η λογική σου σε έφερε σ’ αυτήν την παράλογη κατάσταση. Τι νομίζεις πως είσαι; Δεν είσαι τίποτα ξεχωριστό, δεν έχεις τίποτα δικό σου, τίποτα δε σου ανήκει. Ούτε καν η λογική σου. Κι αυτήν άλλοι στην έδωσαν. Ό,τι έχεις, το έχεις δανειστεί. Κάθισε, λοιπόν, στη θέση σου και κλείσε τα μάτια. Θα πε­ ράσεις καλύτερα. Θα ’θελε να τον βρίσει, αλλά τώρα είχε χάσει όλο του το κουράγιο. Ξανά, λοιπόν, το ίδιο πρόβλημα: η υποχρεωτική πορεία προς τα εμπρός με δανεισμένα πόδια, δανεισμένη διάθεση, δανεισμένη λογική. Από χρόνια τώρα το υποπτεύεται πως σ’ αυτό το παιχνίδι δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα ανδρείκελο που συγκρούεται με τα πράγματα και δημιουργεί νέες προοπτικές. 51


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Για ποιον ανοίγονται αυτές οι προοπτικές; Όχι γι’ αυτόν πάντως, σίγουρα όχι γι’ αυτόν. Βάζει κι άλλη οδοντόπαστα και συνεχίζει να βουρτσίζει τα δόντια του. Θα πρέπει να κλείσει πάλι ένα ραντεβού με τον οδοντογιατρό. Αυτή η καταραμένη ουλίτιδα. Το ήξερε βέβαια από καιρό, δεν το ανακάλυψε τώρα, πως όλα πάνω του, μέσα του, έξω του ήταν δανεισμένα, πως τίποτα δεν ήταν δικό του. Εκτός ίσως από τις εμπειρίες του. Αυτές ήταν τουλάχιστον δικές του, πρωτότυπα προϊόντα, μια πρωτότυπη παραγωγή βγαλμένη από δανεισμένα μηχανήματα. Γι’ αυτές θα άξιζε ίσως τον κόπο να αντισταθεί. — Κι αυτές θα στις πάρουν, είπε ήσυχα ο οδηγός. — Τι είπες; — Θα στις πάρουν κι αυτές. Όταν φτάσεις στο τέρμα, θα σε αδειάσουν ολόκληρο. Αλλά και τώρα δεν είναι αποκλειστικά δικές σου. Τις μοιράζεσαι μαζί τους. Όλες σου οι εμπειρίες καταγράφονται. Αυτή είναι η πιο δύσκολη, η πιο άσχημη σκέψη που μπορούσε να κάνει. Το αόρατο μάτι που νιώθει από αιώνες να τον παρακολουθεί, που τον ακολουθεί στις ερημικές περιπλανήσεις του και καταγράφει λεπτομερώς τα πά52


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

ντα, που δε θυμώνει ποτέ, δε θυμώνει ποτέ, όσο κι αν αυτός το βρίζει και στέλνει το ανάθεμα προς όλες τις κατευθύνσεις, όσο κι αν το προκαλεί, το καλεί με αμέτρητες πονηρές μεθόδους να του φανερωθεί, ποτέ δεν ταράζεται, δε δελεάζεται, δε θυμώνει το ψυχρό μάτι τού παρατηρητή, μόνο καταγράφει, σημειώνει, μελετά, βγάζει συμπεράσματα, οικειοποιείται την ψυχή του, του την αφαιρεί σιγά σιγά και την κάνει δική του, γιατί το αόρατο μάτι δε θέλει να μπει σ’ αυτόν τον κόσμο, δε διακινδυνεύει την υπόστασή του, άλλοι χρησιμοποιούνται γι’ αυτόν το σκοπό, είναι, λοιπόν, ένα ινδικό χοιρίδιο, ένα πειραματόζωο, αυτό είναι. — Κάθισε τώρα στη θέση σου, είπε μαλακά ο οδη­ γός. Όσο πιο ήσυχος είσαι, τόσο λιγότερο υλικό τους δίνεις. Υπάκουσε μηχανικά. Έκανε να βγάλει πάλι τα τσιγάρα του. — Μην καπνίζεις, είπε ο οδηγός. Μην κάνεις τίποτα. Μην τους βοηθάς. Κλείσε τα μάτια και κοι­ μήσου. — Και τα όνειρα, κι αυτά μού τα παίρνουν, είπε σιγανά. — Εκτός αν γίνεις κούκλα. Τότε δεν μπορούν να σου πάρουν τίποτα. Έκλεισε τα μάτια και προσπάθησε να βάλει σε τάξη τα νέα δεδομένα του. 53


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Υπήρχε ένα νόημα σ’ όλα αυτά που του συνέβαιναν, μόνο που το νόημα αυτό δεν ήταν δικό του. Οι άλλοι είχαν γίνει κιόλας κούκλες. Μερικοί, όπως, παραδείγματος χάρη, το παιδί, πρέπει να γεννή­ θηκαν εξαρχής έτσι. Κάποιοι άλλοι θα έγιναν στη διαδρομή. Είναι επομένως όλοι τους άχρηστοι τώ­ ρα, νεκρά πειραματόζωα, που το αόρατο μάτι δεν μπορεί άλλο να τους χρησιμοποιήσει. Αντίθετα αυτός θα έχει ακόμα κάποιο ενδιαφέ­ ρον. Όσο εξακολουθεί να δρα και να αντιδρά, το αόρατο μάτι θα τον μελετά κάτω από το μεγεθυ­ ντικό φακό του. — Κι εσύ ποιος είσαι; ρώτησε τον οδηγό. — Εγώ δεν είμαι τίποτα, εγώ κάνω απλώς τη μεταφορά. Μη σκέφτεσαι άλλο, κοιμήσου. — Τι ξέρεις γι’ αυτούς; — Δεν ξέρω τίποτα. Έκλεισε πάλι τα μάτια. Το λεωφορείο βουτηγμένο στο σκοτάδι έτρεχε σ’ ένα σκοτεινό δρόμο μέσα σ’ ένα σκοτεινό τοπίο. Με τα μάτια κλειστά το σκοτάδι έγινε απόλυτο. Τα ξανάνοιξε τρομαγμένος. — Πού πάμε; ρώτησε και μια κακή υποψία φτε­ ροκόπησε μέσα του. Ο οδηγός δεν απάντησε. Τα φώτα πορείας έδειχναν ένα μικρό, μικρότερο 54


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

από πριν, κομμάτι του δρόμου. Ένιωσε το σώμα του να σκληραίνει απ’ τον τρόμο. — Κοιμήσου, είπε ο οδηγός. — Δεν μπορώ. Φοβάμαι. — Ο φόβος σου είναι ό,τι καλύτερο γι’ αυτούς. Τους προμηθεύεις με υλικό πρώτης ποιότητας. — Δε μ’ ενδιαφέρει, στο διάολο κι αυτοί και το υλικό τους, πες μου πού πάμε και ποιος είσαι εσύ, είσαι το μάτι τους, έτσι δεν είναι; Είσαι το μάτι τους εσύ. — Εγώ δεν ανήκω σ’ αυτούς, είπε ο οδηγός, εγώ απλά κάνω τη σύνδεση, είμαι λίγο αποδώ και λίγο αποκεί. Έσκυψε προς το μέρος του κάπως συνωμοτικά: — Μεταξύ μας τώρα, ξέρεις πολύ καλά ποιος είμαι. Μια γενναία φωτιά τώρα, τώρα μια γενναία φωτιά, να καεί όλο το σκηνικό, να ξαναβρεθεί στον κόσμο τής λογικής, μες στο διαμέρισμά του, να βουρτσίζει τα δόντια του και να ετοιμάζεται να πάει στο γραφείο, ώρα οχτώ το πρωί μιας Δευτέρας, μιας μέρας καθημερινής, όπως όλες οι αμέτρητες Δευτέρες που κάνει πάντα τις ίδιες κινήσεις στις οχτώ το πρωί, τέλειωσε το παιχνίδι, πίσω στα γνώριμα και τα οικεία, τα ταχτοποιημένα μέσα σε αιώνες αιώνων, τα ταξινομημένα, τα αρχειοθετημένα, τα σχεδόν φιλικά, όχι άλλες 55


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

ακροβασίες έξω από το χωροχρόνο του, κινδυνεύει το μυαλό του μ’ αυτές τις αιωρήσεις. Δε βρίσκεται σε κανένα λεωφορείο με ανθρώπους μεταμορφωμένους σε κούκλες, δεν υπάρχει κανένα αόρατο μάτι και κανείς ψυχρός παρατηρητής, δεν είναι ινδικό χοιρίδιο, δεν είναι ολόκληρος δανεισμένος, χρεωμένος σε Άλλους, που τον χρησιμοποιούν για ν’ αποχτούν ακίνδυνα τις εμπειρίες τους και δεν κάθεται δίπλα σ’ αυτόν τον οδηγό, αυτόν τον αμφιλεγόμενο μηχανισμό που τον προστατεύει καταστρέφοντάς τον. Μια γενναία, τεράστια φωτιά τώρα, να εξαφανιστεί κάθε ίχνος αυτού του παραλογισμού. Ανοιγόκλεισε τα μάτια και προσπάθησε να φέρει πίσω το διαμέρισμά του, να νιώσει την αίσθηση της οδοντόβουρτσας πάνω στα ούλα του, καθώς και την ιδιότυπη γεύση της οδοντόπαστας, να δει επίσης το πρόσωπό του στον καθρέφτη, τον αφρό γύρω από τα χείλη του, ν’ ακούσει κάτω στο δρόμο το γνώριμο βουητό των αυτοκινήτων που έχουν μποτιλιαριστεί και τους οδηγούς που κορνάρουν εκνευρισμένοι. Ανοιγόκλεισε πολλές φορές τα μάτια, αλλά το μόνο που έβλεπε ήταν μια στενή λωρίδα φωτός και γύρω από αυτήν ένα απέραντο σκοτάδι, μια στενή και κοντή λωρίδα φωτός που όλο και μίκραινε και ο νους του αρνήθηκε να κάνει οποιαδήποτε προσπάθεια, λες και είχε αδειάσει και είχε απομείνει το ξερό καύκαλο 56


ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ

του κρανίου του, μόνο μια τελευταία σκέψη διέσχισε αστραπιαία την ύπαρξή του, «έγινα κούκλα», και μετά χάθηκαν όλα. Άφησε την οδοντόβουρτσα με αργές κινήσεις πάνω στο νιπτήρα και στάθηκε άδειος στη μέση του μπάνιου. Μετά προχώρησε λίγα βήματα τρεκλίζοντας σαν μεθυσμένος, έφτασε στην εξώπορτα, την άνοιξε και βγήκε. Κατέβηκε τις σκάλες, το βλέμμα του απύθμενα σκοτεινό, βγήκε στο δρόμο με τα μποτιλιαρισμένα αυτοκίνητα και τα κορναρίσματα, συνέχισε να περπατά, διέσχισε τη λεωφόρο, πέρασε στο απέναντι πεζοδρόμιο. Οι άνθρωποι τον παρατηρούσαν με έκπληξη, αυτός δεν κατάλαβε τίποτα, συνέχισε να περπατά στις απέραντες ερημιές του μυαλού του, άγονα τώρα εδάφη, χωρίς ήλιο από πάνω τους, μέρα νύχτα αποδώ και πέρα θα περπατούσε σ’ αυτές τις ερημιές, ήσυχος πια μετά από τόση προσπάθεια, συνεπής προς όλες τις αρνήσεις του, μη δανεισμένος, απλά αδειασμένος, χωρίς υλικό, άχρηστος επομένως για το αόρατο μάτι, μη υπάρχων. Ο οδηγός κοίταξε το μεσόκοπο άνδρα που καθόταν στη θέση τού συνοδηγού. Τώρα ήταν, επιτέλους, ήσυχος, απαλλαγμένος από τις δύσκολες και συγχρόνως τελείως περιττές σκέψεις του. 57


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Παρακάτω θα έπαιρνε ακόμα δύο τρεις υποψή­ φιους επιβάτες. Θα τους πετούσε στα πίσω καθί­ σματα. Αυτοί ήταν ήδη κούκλες από πριν, αμελητέες πε­ ριπτώσεις.

58


59 Το εξώφυλλο κοσμεί ο πίνακας «Οδύσσεια» του ζωγρά­ φου Αλέξανδρου (Μουστάκα).


ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Είκοσι τέσσερις έκκεντρες ιστορίες όπου η τρέχουσα ζωή γυρί­ ζει λοξά το πρόσωπό της για να μας αποκαλύψει μια άλλη διά­ σταση των πραγμάτων, έναν κόσμο με αναδιατεταγμένα τα γνωστά στοιχεία του, μια άλλη τρέχουσα ζωή δηλαδή. Η λογική κρατά τις αντιστάσεις της, όμως το παράλογο εισβάλ­ λει χρησιμοποιώντας αυτούς ακριβώς τους νόμους της λογικής με σκοπό να την ανατρέψει.

Στο βάθος ωστόσο κινείται πάντα ο κόσμος που αναγνωρίζουμε ως δικό μας:

Μάζες ανθρώπων που υποκύπτουν στις ανασφάλειες και στους φόβους τους, μοναχικοί που παίζουν επικίνδυνα παιχνίδια με τις ουτοπίες τους, μεσήλικες που ανακαλύπτουν ότι η ζωή τους υπήρξε τελικά μια φάρσα, περιθωριακοί που θέλουν αλλά δεν μπορούν να ενταχθούν στο κοινωνικό σώμα, αυτοκτονικοί που αναβάλλουν συνεχώς την αυτοχειρία τους. Κι όλα αυτά αντι­ κατοπτρίζονται ως θολά είδωλα μιας πραγματικότητας που μοιάζει σαν να γλιστρά πονηρά στα όρια της συνείδησής μας, υποψιάζοντάς μας ότι ίσως βρισκόμαστε μέσα σ’ έναν τεράστιο κοσμικό καθρέφτη. Όλες οι ιστορίες πάντως, είτε είναι αλληγορικές είτε τεχνητά παράδοξες, περιστρέφονται σταθερά γύρω από το ίδιο υπαρξι­ ακό αίτημα: τη λαχτάρα για νόημα και δικαίωση της ζωής μας, γιατί χωρίς αυτά δεν είμαστε παρά μια καρικατούρα, ένα φευ­ γαλέο σχήμα, μια οπτασία. Όπως ακριβώς και οι χαρακτήρες αυτών των ιστοριών.

60


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.