6-Ε-270_Η Νευροεπιστημη στην Εκπαίδευση_SAMPLE PAGES_ΙΩΝ_ION Publishing

Page 1

18

Πώς Μπορούν οι Διευθυντές να Υποστηρίξουν την Επιτυχία των Εκπαιδευτικών Όταν Διδάσκουν Μαθητές με Διαφορετικό Γλωσσικό Υπόβαθρο; Patricia M. Valente

"Η επίτευξη γλωσσικής επάρκειας απαιτεί χρόνο και προσοχή στις γλωσσικές, πολιτισμικές, και ακαδημαϊκές ανάγκες του μαθητή". —Η. Gary Cook, Timothy Boals & Todd Lundberg

Οι μαθητές χρειάζονται χρόνο και υποστήριξη για να αποκτήσουν επαρκείς γνώσεις σε μια δεύτερη γλώσσα. Αυτό συνήθως διαρκεί από πέντε έως επτά χρόνια. Πόσο καιρό χρειάζονται οι μαθητές με διαφορετικό γλωσσικό υπόβαθρο να αποκτήσουν "γλωσσική επάρκεια"; Έρευνες έχουν δείξει ότι εάν ένα παιδί δεν έχει προηγουμένως σχολική εκπαίδευση ή υποστήριξη στην ανάπτυξη της μητρικής του γλώσσας, μπορεί να χρειαστούν από επτά έως δέκα χρόνια για την κατανόηση μιας ξένης γλώσσας (Collier, 1995). Η γλώσσα είναι νευρο-γλωσσολογικά πολύπλοκη. Τα διάφορα επίπεδα γλώσσας περιλαμβάνουν:  Το φωνολογικό επίπεδο, το οποίο είναι κρίσιμο για την αφηρημένη κατηγοριοποίηση των ήχων της γλώσσας. 153


154

Η Νευροεπιστήμη στην Εκπαίδευση

 Το λεκτικό επίπεδο, όπου συντελείται η λεξική επεξεργασία.

 Το επίπεδο της πρότασης, απαραίτητο για τη συντακτική επεξεργασία.

 Το πραγματολογικό επίπεδο, όπου εννοιοποιούνται λέξεις ή φράσεις και εξάγονται συμπεράσματα .

 Το επίπεδο κειμένου/ λόγου, όπου οι προτάσεις που συνθέτουν τον γραπτό ή τον προφορικό λόγο αποδίδουν το γενικό νόημα.

Αν και η εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας χαρακτηρίζεται από γνωστική πολυπλοκότητα, ο εγκέφαλος μπορεί να τη διαχειριστεί. Η νευροαπεικόνιση έχει δείξει ότι τα δίγλωσσα άτομα αναπτύσσουν ισχυρές δεξιότητες προσοχής, επειδή η εναλλαγή των δύο γλωσσών ενισχύει την περιοχή του εγκεφάλου που υποστηρίζει την προσοχή. Επίσης, αναπτύσσονται δεξιότητες εκτελεστικής λειτουργίας, όπως η οργάνωση, η εστίαση και η μνήμη. Στους αλλόγλωσσους μαθητές, ένα δίκτυο στον μετωπιαίο λοβό του εγκεφάλου θα εστιάσει τον εγκέφαλο στη γλώσσα που διδάσκεται, προβάλλοντας λέξεις από τη μητρική γλώσσα.

Ο ΛΟΓΟΣ ΣΤΟΝ ΕΓΚΕΦΑΛΟ

Κατά την εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας, ο εγκέφαλος χρησιμοποιεί τέσσερις μεγάλες περιοχές για την κατανόηση και την παραγωγή λόγου. Ο εγκέφαλος δίνει την αίσθηση των λέξεων στιγμιαία, αλλά η διαδικασία μετασχηματισμού των ήχων σε νόημα και στη συνέχεια η διατύπωση απάντησης παράγεται μέσα από πολλές εγκεφαλικές περιοχές. Όταν το αυτί μας μετατρέπει τα ηχητικά κύματα σε νευρικά ερεθίσματα, αυτά με τη σειρά τους προκαλούν αντιδράσεις από τέσσερις μεγάλες περιοχές: τον ακουστικό φλοιό, την περιοχή Wernicke, την περιοχή Broca και τον κινητικό φλοιό.

Οι ήχοι που μεταφέρονται στο αυτί μετατρέπονται σε νευρικά ερεθίσματα και σταματούν πρώτα στον ακουστικό φλοιό, που βρίσκεται και στις δύο πλευρές του εγκεφάλου. Αυτή η περιοχή επιτρέπει στον εγκέφαλο να γνωρίζει από πού προήλθε ο ήχος και πότε. Στη συνέχεια, αυτές οι πληροφορίες μεταδίδονται στις πιο εξειδικευμένες περιοχές του εγκεφάλου. Αφού περάσουν από τον ακουστικό φλοιό, οι νευροηχητικές πληροφορίες μεταφέρονται στην περιοχή Wernicke, που βρίσκεται στο αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου. Αυτή η περιοχή μετατρέπει τα ερεθίσματα σε αναγνωρίσιμες λέξεις και φράσεις, και επομένως σε ουσιαστική επικοινωνία.

Η περιοχή Broca, η οποία βρίσκεται, επίσης, στο αριστερό ημισφαίριο είναι υπεύθυνη για τη γλωσσική παραγωγή και τον κινητικό σχεδιασμό. Μόλις ο εγκέφαλος


Πώς Μπορούν οι Διευθυντές να Υποστηρίξουν την Επιτυχία των Εκπαιδευτικών;

155

ερμηνεύσει τη γλώσσα και το νόημά της, τότε διαμορφώνεται η απάντηση στην περιοχή Broca. Η τελική περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με την γλωσσική επεξεργασία είναι ο κινητικός φλοιός, ο οποίος βοηθά στο σχεδιασμό, τον έλεγχο, και την εκτέλεση εθελοντικών κινήσεων. Αυτή η περιοχή ελέγχει την κίνηση του στόματος και των χειλιών καθώς αυτά σχηματίζουν λέξεις. Ενώ οι άλλες περιοχές του εγκεφάλου χειρίζονται τη λογική και τη σύνθεση των φράσεων, ο κινητικός φλοιός βοηθά στην άρθρωση καθώς παράγονται οι ήχοι που αναγνωρίζουμε ως γλώσσα.

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ

Τη στιγμή που τα ηχητικά κύματα εισέρχονται στο αυτί και μετατρέπονται σε νευρικά ερεθίσματα, ο εγκέφαλος εκτελεί μια σειρά ταχύτατων ενεργειών, που πολύ λίγοι αντιλαμβανόμαστε. Για τους δίγλωσσους, αυτή η διαδικασία περιλαμβάνει και τις δύο γλώσσες. Από την πρώτη συλλαβή που ακούγεται, ο εγκέφαλος των δίγλωσσων προσπαθεί να αναγνωρίσει τη λέξη. Ο εγκέφαλος του ακροατή αρχίζει να αναγνωρίζει οποιεσδήποτε λέξεις, σε οποιαδήποτε γλώσσα, που θα μπορούσαν να συνδυαστούν με τους ήχους, όπως αυτοί φτάνουν στο αυτί. Η διάκριση μεταξύ δύο γλωσσών μπορεί να είναι πολύπλοκη, αλλά οι εκτελεστικές λειτουργίες του εγκεφάλου, ειδικά της προσοχής και της αυτοσυγκράτησης, ενισχύονται μέσω αυτής της διαδικασίας. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, οι δίγλωσσοι ομιλητές να είναι καλύτεροι κατά τη διεκπεραίωση εργασιών που απαιτούν διαχείριση συγκρούσεων. Η εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας μπορεί να αναπτύξει νέους τομείς στο μυαλό και να ενισχύσει την φυσική ικανότητα του εγκεφάλου να συγκεντρωθεί, να σκεφτεί πολλαπλές δυνατότητες, και να επεξεργαστεί πληροφορίες.

Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΒΟΗΘΑ ΣΤΗ ΔΙΑ-ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ

Το σχολείο πρέπει να κτίζει στις ικανότητες και δεξιότητες που φέρνουν οι μαθητές από το σπίτι τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η γλώσσα και οι γνωστικές δεξιότητες μεταφέρονται εύκολα σε άλλες γλώσσες, αλλά διευκολύνοντας τη διαγλωσσική μεταφορά – ή τη ρητή σύνδεση μεταξύ της μητρικής και μιας ξένης γλώσσας, βοηθάται η απόκτηση αλφαβητισμού στη δεύτερη, ξένη γλώσσα. Η μητρική γλώσσα του εκπαιδευόμενου παίζει σημαντικό ρόλο στην εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας αναφορικά με τις γνωστικές, γλωσσικές, και κοινωνικοπολιτιστικές επιρροές.


156

Η Νευροεπιστήμη στην Εκπαίδευση

Αξιοποιώντας τη μητρική γλώσσα σε οδηγίες ή συγκεκριμένα κείμενα με τα οποία τα παιδιά είναι εξοικειωμένα από το σπίτι τους, θα βελτιωθεί η μαθησιακή τους εμπειρία. Η ευαισθητοποίηση των εκπαιδευτικών για τη σχέση μεταξύ της μητρικής και της δεύτερης γλώσσας είναι, επομένως, σημαντική, καθώς τους δίνεται η δυνατότητα να χρησιμοποιούν τις εμπειρίες αλφαβητισμού των μαθητών στη μητρική τους γλώσσα, ζητώντας από τα παιδιά να φέρουν βιβλία ή περιοδικά για να τα μοιραστούν με την τάξη. Συγκρίνοντας τις σχέσεις μεταξύ δύο γλωσσών, ο διάλογος μπορεί να προωθήσει την πολιτισμική ευαισθησία και να δημιουργήσει δεσμούς μεταξύ των γλωσσών και των πολιτισμών προσφέροντας πολύτιμες γνώσεις και στάσεις ζωής για τα παιδιά.

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑΣ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ ΚΑΙ ΟΜΟΡΡΙΖΑ

Όταν επιτρέπεται στους μαθητές να χρησιμοποιούν τη μητρική τους γλώσσα ως μέρος των δραστηριοτήτων του μαθήματος, τους παρέχεται η ευκαιρία να βελτιώσουν το λεξιλόγιό τους στη δεύτερη γλώσσα, συνδέοντας τις γνώσεις τους με το λεξιλόγιο της μητρικής τους γλώσσας. Μια χρήσιμη πρακτική λεξιλογίου είναι η χρησιμοποίηση ετικετών για συνηθισμένα αντικείμενα στην τάξη. Χρησιμοποιώντας ετικέτες για συνηθισμένες λέξεις που χρησιμοποιούνται στην τάξη, οι μαθητές μπορούν να συσχετίσουν και να μάθουν συγκεκριμένες λέξεις μέσα σε ένα ουσιαστικό πλαίσιο.

Μια άλλη κοινή στρατηγική για τη διδασκαλία των αλλόγλωσσων μαθητών είναι να διδάσκονται ομόρριζα (cognates). Τα ομόρριζα είναι λέξεις παρόμοιες τόσο στον ήχο όσο και στο νόημα και στις δύο γλώσσες του μαθητή. Για παράδειγμα, μερικά ομόρριζα στα αγγλικά και τα ισπανικά είναι time/tiempo (χρόνος), hour/hora (ώρα), minutes/minutos (λεπτά) και seconds/segundos (δευτερόλεπτα). Ο στόχος είναι να γνωρίζουν οι μαθητές τις γλωσσικές ομοιότητες που μπορεί να υπάρχουν μεταξύ των δύο γλωσσών τους.

Η χρήση της αλλαγής κώδικα, δηλαδή η ικανότητα αλλαγής μεταξύ δύο γλωσσών στην τάξη, είναι ένα σημαντικό γλωσσικό εργαλείο που διαθέτει ο μαθητής της δεύτερης γλώσσας. Καθώς οι μαθητές γίνονται πιο ικανοί σε μια άλλη γλώσσα, μπορούν να αλλάζουν γλώσσες σε διαφορετικά επίπεδα και για διαφορετικές κοινωνιογλωσσικές λειτουργίες. Η αλλαγή του γλωσσικού κώδικα των μαθητών εξαρτάται από το αν οι δύο γλώσσες είναι γραμματικά παρόμοιες και από την αντίληψη των μαθητών για το κύρος που έχει η κάθε γλώσσα σε μια συγκεκριμένη κοινότητα. Οι μαθητές χρησιμοποιούν αυτές τις εναλλαγές του γλωσσικού κώδικα στο σπίτι ή το σχολείο, ως εργαλείο για να συμμετέχουν και να γίνουν μέλη κοινωνικών ομάδων με διαφορετική ομιλία (Reyes & Ervin-Tripp, 2010).


Πώς Μπορούν οι Διευθυντές να Υποστηρίξουν την Επιτυχία των Εκπαιδευτικών;

157

Οι διευθυντές και οι εκπαιδευτικοί μπορούν να χρησιμοποιήσουν την εναλλαγή κώδικα ενσωματώνοντάς την στη γλωσσική κουλτούρα του σχολείου. Το προσωπικό μπορεί να μοντελοποιήσει την εναλλαγή κώδικα ως καθημερινό τρόπο επικοινωνίας χρησιμοποιώντας δύο ή περισσότερες γλώσσες σε ανακοινώσεις και στην επισήμανση κοινών σχολικών αντικειμένων σε όλο το σχολείο. Η αλλαγή κώδικα μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία γλωσσικού περιβάλλοντος στο οποίο τα παιδιά αισθάνονται άνετα χρησιμοποιώντας τη μητρική τους γλώσσα, βιώνοντας μεγαλύτερη ικανοποίηση από τη μαθησιακή τους εμπειρία.

Οι διευθυντές και οι εκπαιδευτικοί μπορούν να αξιοποιήσουν τις οικογένειες των αλλόγλωσσων μαθητών τους για να ενσωματώσουν στην καθημερινότητα του σχολείου διάφορους γλωσσικούς κώδικες. Όταν τα μέλη της σχολικής κοινότητας είναι εξοικειωμένα με το οικογενειακό περιβάλλον των μαθητών τους, γίνονται πιο αποτελεσματικά στη δημιουργία ενός υποστηρικτικού μαθησιακού περιβάλλοντος στην τάξη. Η χρήση αυτών των πρακτικών, όχι μόνο θα βοηθήσει τους μαθητές να μάθουν, αλλά και θα αυξήσει το επίπεδο κύρους που έχει η γλωσσική κληρονομιά τους στη σχολική κοινότητα.

ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Οι περισσότεροι αλλόγλωσσοι και δίγλωσσοι μαθητές θα αναπτύξουν ένα λειτουργικό επίπεδο στην ξένη γλώσσα στα δύο πρώτα χρόνια της σχολικής τους φοίτησης, αλλά θα χρειαστούν συνεχή υποστήριξη για την τελιοποίηση της γλώσσας που είναι απαραίτητη για την ακαδημαϊκή τους επιτυχία. Ο Jim Cummins (1999) θεωρεί την κοινωνική ακαδημαϊκή εκμάθηση ως τη βάση της διαπροσωπικής επικοινωνίας. Η διαπροσωπική επικοινωνία, ως δεξιότητα, είναι απαραίτητη στην καθημερινή κοινωνική αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους.

Οι αλλόγλωσσοι μαθητές χρησιμοποιούν τη διαπροσωπική επικοινωνία όταν βρίσκονται στην παιδική χαρά, στο σχολικό λεωφορείο, σε πάρτυ, παίζοντας αθλήματα, και συνομιλώντας με φίλους. Η γλώσσα που χρησιμοποιείται σε αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι ακαδημαϊκή και αναπτύσσεται, συνήθως, μέσα σε έξι μήνες έως δύο χρόνια από την άφιξή των παιδιών στη χώρα. Η σύγχυση δημιουργείται όταν οι εκπαιδευτικοί πιστεύουν ότι εφόσον τα παιδιά έχουν κατακτήσει την κοινωνική γλώσσα μέσω της διαπροσωπικής επικοινωνίας, έχουν αναπτύξει και την ακαδημαϊκή γλώσσα ταυτόχρονα.

Συχνά, οι εκπαιδευτικοί υποθέτουν ότι μόλις τα παιδιά μπορούν να επικοινωνήσουν άνετα στη γλώσσα υποδοχής έχουν και τον πλήρη έλεγχο αυτής της γλώσσας. Ωστόσο,


158

Η Νευροεπιστήμη στην Εκπαίδευση

η εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας δεν εξαντλείται μόνο στον τρόπο με τον οποίο τα παιδιά μπορούν να τη μιλούν. Ένας μαθητής που είναι ικανός στη διαπροσωπική επικοινωνία μπορεί να μην έχει επάρκεια στην πιο αφηρημένη και ενσωματωμένη ακαδημαϊκή γλώσσα που απαιτείται για να συμμετάσχει στις περισσότερες δραστηριότητες στην τάξη, ειδικά στις μεγαλύτερες τάξεις.

Η επάρκεια της ακαδημαϊκής γλώσσας είναι πολύ διαφορετική από την επάρκεια της κοινωνικής γλώσσας. Ο Cummins (1999) αναφέρεται στην τυπική ακαδημαϊκή μάθηση ως γνωστική επάρκεια στην ακαδημαϊκή γλώσσα (cognitive academic language proficiency, CALP). Αυτό περιλαμβάνει την ακρόαση, την ομιλία, την ανάγνωση και τη γραφή σχετικά με το εξειδικευμένο περιεχόμενο των μαθημάτων. Αυτό το επίπεδο εκμάθησης γλωσσών είναι απαραίτητο για να πετύχουν οι μαθητές στο σχολείο. Η απόκτηση της ακαδημαϊκής γλώσσας διαρκεί περισσότερο χρόνο από την απόκτηση της κοινωνικής γλώσσας. Η απόκτηση ακαδημαϊκής γλώσσας δεν είναι μόνο η κατανόηση του ανάλογου εξειδικευμένου λεξιλογίου. Περιλαμβάνει δεξιότητες όπως η σύγκριση, η ταξινόμηση, η σύνθεση, η αξιολόγηση, και η εξαγωγή συμπερασμάτων. Η ακαδημαϊκή γλώσσα που χρησιμοποιείται σε μια σχολική αίθουσα δεν χρησιμοποιείται σε ένα φυσικό περιβάλλον γλωσσικής επικοινωνίας. Οι πληροφορίες διαβάζονται από ένα εγχειρίδιο ή παρουσιάζονται από τον εκπαιδευτικό. Καθώς ο μαθητής μεγαλώνει, τα ακαδημαϊκά του καθήκοντα γίνονται ολοένα και περισσότερο αποσυνδεδεμένα από το περιβάλλον. Η γλώσσα γίνεται, επίσης, περισσότερο απαιτητική. Νέες ιδέες, και έννοιες παρουσιάζονται στους μαθητές την ίδια στιγμή. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να παρέχουν στοχευμένη υποστήριξη στους αλλόγλωσσους μαθητές καθώς προσπαθούν να κατακτήσουν αυτήν την ακαδημαϊκή γλώσσα.

Η εξειδίκευση σε μια δεύτερη γλώσσα ακολουθεί ένα προβλέψιμο μοτίβο για τους περισσότερους μαθητές που περνούν από τα στάδια εκμάθησης της γλώσσας. Το πόσο χρόνο χρειάζονται οι μαθητές σε κάθε στάδιο εξαρτάται από τους ίδιους, την έκθεση και την εξάσκησή τους στη γλώσσα αυτή. Η παρακάτω λίστα περιγράφει κάθε στάδιο:  Προπαραγωγή: Οι μαθητές αρχίζουν να μιλούν ό,τι γλώσσα ομιλείται στο σπίτι τους και αλληλεπιδρούν με τον εκπαιδευτικό και τα άλλα παιδιά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Μετά από λίγο χρονικό διάστημα, καταλαβαίνουν ότι η ομιλία τους είναι διαφορετική και προσπαθούν να μάθουν ακούγοντας τους άλλους. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, μπορεί να μην μιλούν ή να γράφουν πολύ. Αυτή είναι η σιωπηρή περίοδος. Συντελείται μάθηση, αλλά δεν υπάρχουν πολλές αποδείξεις.


24

Πώς Μπορεί η Επιστήμη του Εγκεφάλου να Διαμορφώσει την Κουλτούρα του Σχολείου; Christine Paxson "Ένας γνήσιος ηγέτης δεν είναι ένας αναζητητής συναίνεσης, αλλά ένας διαμορφωτής συναίνεσης". —Martin Luther King, Jr.

Οι υψηλές προσδοκίες που έχουν μερικοί διευθυντές μπορούν να εκπληρωθούν μόνο με την υποστήριξη του προσωπικού τους. Ένα μεγάλο μέρος του άγχους το να είναι κάποιος διευθυντής αφορά τη σύμπλευση του προσωπικού με τις προσδοκίες του. Σε όλα τα επίπεδα του σχολείου, οι προσδοκίες πρέπει να αποτελούν πρόκληση, αλλά να είναι εφικτές, για να έχουν οι μαθητές τα μέγιστα οφέλη από την εκπαίδευσή τους. Απαιτείται, επίσης, να γνωρίζει ο διευθυντής τι θέλουν οι γονείς και τα μέλη της κοινότητας για τους μαθητές τους.

Κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, ένας διευθυντής πρέπει να βοηθήσει στην οικοδόμηση θετικών σχέσεων που να συμπεριλαμβάνουν και να υποστηρίζουν όλους. Η πρόκληση της ηγεσίας είναι να διατηρηθεί η ανάπτυξη σε μια θετική κατεύθυνση. Οι εκπαιδευτικοί που αισθάνονται ότι δεν ανήκουν στην ομάδα μπορεί να επιλέξουν να αποκοπούν και να δημιουργήσουν αρνητικές υποκουλτούρες. 203


204

Η Νευροεπιστήμη στην Εκπαίδευση

Σκεφτείτε μια αναλογία από την επιστήμη του εγκεφάλου που απεικονίζει την αναγκαιότητα ενός διευθυντή να χτίσει κουλτούρα ομάδας σε ένα σχολείο: "Για να μεγιστοποιήσετε το δυναμικό της φυσικής απόδοσης του νευρικού ιστού, είναι απαραίτητο να ενεργοποιήσετε και να ασκήσετε όλα τα μέρη του εγκεφάλου και να διατηρήσετε όλα τα μέρη συνδεδεμένα και προσβάσιμα μεταξύ τους" (Sen, 2010, σ. 107-8). Η γνώση για τα μέρη του εγκεφάλου που συνδέονται εφαρμόζεται και στους εκπαιδευτικούς και το υπόλοιπο προσωπικό που πρέπει να συνδέονται και να υπάρχει πρόσβαση μεταξύ τους. Οι ηγέτες που δημιουργούν συνδέσεις, δημιουργούν ζωτικά πολιτισμικά πρότυπα και διαδικασίες που μεγιστοποιούν το δυναμικό. Οι διευθυντές πρέπει να διευκολύνουν το προσωπικό τους να μιλάει μεταξύ του έτσι ώστε να αναπτυχθεί μια αίσθηση κοινής κουλτούρας. Ως ηγέτες και μαθητευόμενοι, οι διευθυντές πρέπει να έχουν πάντα στο μυαλό τους μερικές κρίσιμες ερωτήσεις σχετικά με την ικανότητά τους να οικοδομούν μια θετική, υποστηρικτική, και ουσιαστική κουλτούρα συνεργασίας. Στις κρίσιμες ερωτήσεις για την κουλτούρα περιλαμβάνονται:

 Είμαι ειλικρινής και ανοικτός στη λήψη αποφάσεων και την επίλυση προβλημάτων;  Πώς ρυθμίζω τα συναισθήματά μου;

 Πώς ρυθμίζω τα συναισθήματα του προσωπικού μου;

 Πώς θέτω προτεραιότητες στον χρόνο μου στο σχολείο;  Δίνω χρόνο στον εαυτό μου για αναστοχασμό;

Η ανάπτυξη και εδραίωση θετικής σχολικής κουλτούρα "μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερες επιδόσεις - όχι μόνο στις βαθμολογίες στις εξετάσεις, αλλά στο πλήρες φάσμα των κοινωνικών, συναισθηματικών, και ευρύτερων αποτελεσμάτων που αναμένουμε από τα σχολεία" (Deal & Peterson, 2009, σ. 4). Το καθήκον του διευθυντή είναι να διατηρήσει θετικά δίκτυα κουλτούρας. Η κουλτούρα έχει ονομαστεί ως "η συμβολική κόλλα" που συγκρατεί τις ομάδες μαζί και ως "ο ιστός σημασίας". Έχει επίσης, οριστεί ως κάτι που διαμορφώνεται από μέσα, ως "ένα μοτίβο βασικών θεωρήσεων– που εφευρέθηκαν, ανακαλύφθηκαν ή αναπτύχθηκαν από μια δεδομένη ομάδα καθώς μαθαίνει να αντιμετωπίζει κοινά προβλήματα" (Schein, 1985, σ. 9).

ΕΝΑΣ ΗΓΕΤΗΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΕΙ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ

Ένας ηγέτης διαμορφώνει κουλτούρα μέσα από προσεγγίσεις μοντελοποίησης που αντικατοπτρίζουν τις βασικές θεωρήσεις και δημιουργούν θετικά πρότυπα, ιδιαίτερα στην επίλυση προβλημάτων και τη λήψη αποφάσεων. Στο παρελθόν, δινόταν έμφαση


Πώς Μπορεί η Επιστήμη του Εγκεφάλου να Διαμορφώσει την Κουλτούρα του Σχολείου;

205

στην ύπαρξη μιας ορθολογικής διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Αυτή η προσέγγιση δεν ήταν εντελώς ικανοποιητική. Μπορεί να συμβάλει σε καταστάσεις άγχους όταν οι άνθρωποι έχουν ορθολογικές, αλλά αντικρουόμενες θέσεις σε διάφορα θέματα. Όταν οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων δεν καθοδηγούνται επιδέξια, οι άνθρωποι αρχίζουν να διαφωνούν και μπορεί να υπερισχύσουν τα συναισθήματα. Ανάλογα με τη φύση μιας διαφωνίας, απαιτούνται δεξιότητες επίλυσης συγκρούσεων αλλά αυτές μπορεί να μην υπάρχουν. Η έρευνα της νευροεπιστήμης έδειξε ότι το συναίσθημα είναι εξίσου σημαντικό για τη λήψη αποφάσεων όσο και τα επιχειρήματα. Από βιολογική άποψη, είναι αδύνατο να εξαιρέσουμε το συναίσθημα από τη λήψη αποφάσεων. Όταν προκύψει σύγκρουση και οι διευθυντές κάνουν τη "σκέψη" τους ορατή και περιλαμβάνουν τα συναισθήματά τους για τις εναλλακτικές λύσεις, δίνουν το στίγμα της κουλτούρας που επιδιώκουν να δημιουργήσουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Αυτή η διαφανής διαδικασία επιτρέπει στα μέλη του προσωπικού να πράξουν το ίδιο. Αντί τα συναισθήματα να απορρίπτονται, επιβεβαιώνονται ως σημαντικά και αναπόσπαστα στοιχεία της διαδικασίας.

Στο παρελθόν, οι διευθυντές ρύθμιζαν πολύ προσεκτικά τα συναισθήματά τους για να δείξουν τον έλεγχο που είχαν στο σχολείο. Η επίδειξη συναισθημάτων θεωρούνταν αδυναμία σε έναν ηγέτη. Ένας στόχος ήταν να κρατηθεί η κοινότητα εκτός σχολείου, αντικατοπτρίζοντας τη θεώρηση ότι οι σχέσεις με την κοινότητα δεν ήταν σημαντικές και οι εκπαιδευτικοί είχαν τον πρώτο και κύριο λόγο. Σήμερα, η έμφαση δεν είναι στον έλεγχο, αλλά στη δέσμευση -δέσμευση του εκπαιδευτικού, των γονέων, και της κοινότητας στα νέα πρότυπα λήψης αποφάσεων. Αντί να διατηρούν τον έλεγχο, οι διευθυντές ασχολούνται με τον τρόπο που τα πρότυπα λήψης αποφάσεων προσκαλούν την κοινότητα να εμπλακεί και περιλαμβάνουν όλες τις φωνές, μεταξύ αυτών, τους περιθωριοποιημένους μαθητές και τις οικογένειές τους.

Για να αναπτύξουμε μια πιο συστηματική επαγγελματική μαθησιακή κοινότητα, είναι σημαντικό οι εκπαιδευτικοί να έχουν την ευκαιρία να δημιουργήσουν ισχυρές συνεργατικές και συλλογικές μαθησιακές ανταλλαγές που θα βοηθήσουν στην ενδυνάμωση της επαγγελματικής τους γνώσης (Deal & Peterson, 2009). Ακριβώς όπως οι εκπαιδευτικοί δημιουργούν ένα θετικό μαθησιακό περιβάλλον στην τάξη, έτσι και ο διευθυντής δημιουργεί διαδικασίες θετικής κουλτούρας στη σχολική κοινότητα. Ο διευθυντής με υψηλό επίπεδο αυτογνωσίας σχετικά με τα συναισθήματα, που εφαρμόζει διεργασίες συμπερίληψης στην επίλυση προβλημάτων και στη λήψη αποφάσεων, αναπτύσσει μια πιο ισχυρή κουλτούρα μάθησης που μπορεί να εξαπλωθεί για να αγκαλιάσει όλους τους μαθητές.


206

Η Νευροεπιστήμη στην Εκπαίδευση

ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΟΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΟΣ ΗΓΕΤΗΣ

Στη βιβλιογραφία της συναισθηματικής νοημοσύνης, ο όρος "στο ίδιο μήκος κύματος" χρησιμοποιείται για να περιγράψει πότε ένας ηγέτης και μια ομάδα είναι συναισθηματικά κοντά. "Όταν οι ηγέτες καθοδηγούνται από θετικά συναισθήματα. . . βγάζουν τον καλύτερο εαυτό στον καθένα. Αυτό το φαινόμενο το ονομάζουμε συντονισμό (resonance)" (Goleman, Boyatzis, & McKee 2002, σ. 5). Η ικανότητα επίτευξης ή η δημιουργία συντονισμού ενισχύει και βελτιώνει την ηγεσία. Το επίπεδο συναισθηματικής νοημοσύνης των ηγετών σχετίζεται με το πόσο καλά μπορούν να επικεντρωθούν σε συναισθήματα για να βοηθήσουν μια ομάδα να επιτύχει τους στόχους της. Η διαδικασία ξεκινά με την αυτογνωσία. Οι διευθυντές που δημιουργούν συναισθηματικό συντονισμό, ακόμη και σε περιόδους άγχους, συμβάλλουν στην ευημερία των εκπαιδευτικών και στον ενθουσιασμό τους για την εργασία τους. Και τα δύο, οι εκπαιδευτικοί τα μεταφέρουν στους μαθητές τους. Τι δημιουργεί όμως τον συντονισμό; Στο βιβλίο τους, Ο Πρωταρχικός Ηγέτης (Primal Leadership), οι Daniel Goleman, Richard Boyatzis και Annie McKee (2002) γράφουν ότι, "ο συντονισμός πηγάζει από έναν ηγέτη που εκφράζει τα συναισθήματά του με πεποίθηση, γιατί αυτά τα συναισθήματα είναι σαφώς αυθεντικά, έχουν τις ρίζες τους σε βαθιές αξίες" (σ. 48-49).

Για να αυξήσει το ηθικό και την παρακίνηση και να αναπτυχθεί εμπιστοσύνη, ένας διευθυντής πρέπει να είναι σε επαφή με τα συναισθήματα του προσωπικού του. Από την άποψη της συναισθηματικής νοημοσύνης, είναι επίσης σημαντικό να είναι σε θέση να αναπτύξει έναν νευρωνικό συντονισμό με το προσωπικό του. Αυτό ονομάζεται επίσης μεταιχμιακός συντονισμός (limbic resonance), και θεωρείται χαρακτηριστικό γνώρισμα ενός κοινωνικά ευαισθητοποιημένου ηγέτη. Δεδομένου ότι η διέγερση του μεταιχμιακού συστήματος επηρεάζει τη σκέψη και την απόδοση, οι διευθυντές πρέπει να είναι προσεκτικοί και συντονισμένοι με τους δικά τους συναισθήματα (Ringleb & Rock, 2008).

Σύμφωνα με τους Goleman et al. (2002), "η ικανότητα να συναισθανόμαστε, στην πιο βασική της μορφή, προέρχεται από νευρώνες σε εκτεταμένα κυκλώματα που συνδέονται προς και με την αμυγδαλή. Αυτοί οι νευρώνες διαβάζουν τα συναισθήματα στο πρόσωπο και τη φωνή του άλλου προσώπου και μας ενημερώνουν συνεχώς για το πώς αισθάνεται ο άλλος όταν μιλάμε μαζί του" (σ. 48). Η ρύθμιση των συναισθημάτων δεν σημαίνει ότι ένας διευθυντής δεν εκφράζει τα συναισθήματά του, αλλά ότι μπορεί να καταλάβει ανθρώπους και καταστάσεις και να αποφύγει ανεπιθύμητες αντιδράσεις.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.