Gothic Religious Architecture: Static typlogies and the example of Notre Dame

Page 1

ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων Το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame

ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΑΠΟ ΤΟΙΧΟΠΟΙΙΑ: ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ, ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ, ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ, ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ Ε.Θ. ΔΟΜΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ 8ΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΣ: ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ ΑΝΔΡΟΝΙΚΗ

ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Ε.Μ.Π. ΑΚΑΔ. ΕΤΟΣ 2019-2020


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΡΥΘΜΟΥ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ ΓΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΔΟΜΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ ΔΟΜΗΣ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΜΟΡΦΕΣ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΚΑΘΕΔΡΙΚΟΥ ΤΗΣ NOTRE-DAME ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

σελ. 2 σελ. 4 σελ. 14 σελ. 23 σελ. 26 σελ. 27 σελ. 28 σελ. 37 σελ. 45 σελ. 47

1


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οι καθεδρικοί ναοί αποτελούν ορισμένα από τα καλύτερα παραδείγματα συνδυασμού αρχιτεκτονικής, αισθητικής, λειτουργικότητας, αλλά ακόμη και ανεπτυγμένου στατικού σχεδιασμού και στατικής αντίληψης. Ο κύριος σκοπός της κατασκευής αυτών των επιβλητικών κτισμάτων ήταν από τις απαρχές τους η λατρεία του θείου και η συνεύρεση των πιστών της εκάστοτε θρησκείας. Έτσι λοιπόν από τη γένεση των χώρων λατρείας, κύριος στόχος της κατασκευής τους ήταν η εκδήλωση της δύναμης του Θεού αλλά και η εντύπωση του πλούτου και το δέος απέναντι σε μια υπέρτατη δύναμη. Λίγες περίοδοι στη ιστορία της αρχιτεκτονικής έχουν προκαλέσει τόσες υφολογικές ερμηνείες και αποτελέσει πηγή έμπνευσης για ποιητές, συγγραφείς και καλλιτέχνες όσο η Γοτθική Αρχιτεκτονική. Στόχος αυτής της εργασίας είναι η εμβάθυνση στη κατασκευή και τη τυπολογία του Γοτθικού Ναού. Με λίγα λόγια μια απλοποιημένη παρουσίαση του φέροντος οργανισμού των γοτθικών ναών και η συσχέτιση της μορφής των ναών με τον τρόπο μεταφοράς των κατακόρυφων φορτίων της ανωδομής στο έδαφος, καθώς και η μελέτη του συστήματος των πλευρικών αντηριδικών τοίχων αλλά και βασικά στοιχεία της λιθοδομής και της συμβολής της στην αποφυγή ανάπτυξης εφελκυστικών τάσεων. Τέλος θα γίνει μια συνοπτική ανάλυση του καθεδρικού ναού της Notre Dame, ως χαρακτηριστικό δείγμα της Γοτθικής Αρχιτεκτονικής και με βάση πρόσφατες έρευνες θα γίνει αναφορά στους κινδύνους καθώς και τα προβλήματα ,που προέκυψαν μετά τη πυρκαγιά του 2017, που πρέπει να αντιμετωπιστούν.

Εικόνα 1. Προοπτικό σχέδιο ενός τυπικού Γοτθικού Ναού

2


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Εικόνα 2. Αξονομετρική απεικόνιση του καθεδρικού SainteChapelle (Αγίου Παρεκκλησίου) ενός ναού της βασιλικής οικογένειας της Γαλλίας σε Γοτθικό ρυθμό εντός του μεσαιωνικού Palais de la Cité, (Βασιλικής κατοικίας της Γαλλίας έως το 14ο αιώνα στο νησάκι Île de la Cité στο κέντρο του Παρισιού

3


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

1130–1240 μ.Χ. Πρώιμος και Υψηλός Γοτθικός Ρυθμός

1240-1350 μ.Χ. Γοτθικός Rayonnant και Διακοσμητικό Στυλ

1350–1500 μ.Χ. Ύστερος Γοτθικός Ρυθμός και Κατακόρυφος Ρυθμός

Σ

ήμερα γίνεται ευρέως αποδεκτό σε όλο τον ακαδημαϊκό κύκλο ότι η γοτθική τεχνοτροπία γεννήθηκε στην περιοχή γύρω από το Παρίσι -την Ιλ ντε Φράνς- τη δεκαετία του 1130, και ότι παρόλο που χαρακτηριστικά του γνωρίσματα όπως ο θόλος με τις νευρώσεις και το οξυκόρυφο τόξο είχαν κιόλας εμφανιστεί στην ισλαμική αλλά και τη ρομανική αρχιτεκτονική, ο γοτθικός ρυθμός πράγματι αντιπροσώπευε μια ρήξη με το παρελθόν. Σύμφωνα με τον ιστορικό της αρχιτεκτονικής David Watkin στο βιβλίο του « Η Ιστορία της Δυτικής Αρχιτεκτονικής », η αποφασιστικότητα αυτής τη ρήξης με το παρελθόν σημαδεύεται σε αισθητικό επίπεδο από την κατάργηση της ογκώδους τοιχοποιίας και της μετωπικότητας των ρομανικών εκκλησιών και την υιοθέτηση μιας ελαφρότερης και πιο εξαϋλωμένης κατασκευής, με έμφαση στις διαγώνιες γραμμές και τις οπτικές φυγές. Η νέα αυτή αίσθηση του χώρου συνδυάζεται ωστόσο με τη διαίρεση των εσωτερικών χώρων σε μια διαδοχή κυψελών που ορίζονται από νευρώσεις, με αποτέλεσμα τα γοτθικά κτίρια, μεγάλα και μικρά, εκκλησιαστικά και κοσμικά, να αρθρώνονται με ένα τρόπο που θυμίζει «ανθρώπινο σκελετό». Αυτή η μέθοδος άρθρωσης βεβαίως δεν υπήρχε στην αρχαία ή στην πρώιμη μεσαιωνική αρχιτεκτονική. Άλλο καινούριο στοιχείο είναι ο εμφατικός κατακορυφισμός που κάνει τις οριζόντιες γραμμές να σβήνουν έναντι των κάθετων χαράξεων. «Όλες οι γραμμές υψώνονται προς τα πάνω, προς τον ουρανό, σαν να αψηφούν τη βαρύτητα», D.Watkin. Αυτή η αίσθηση ενός άλλου, θεϊκού κόσμου ενισχύεται από το φως που διαχέεται με πλούσια σκούρα χρώματα μέσα από τα υαλογραφημένα παράθυρα (βιτρό) και μοιάζει να προέρχεται από μια μη φυσική πηγή. Μερικά τουλάχιστον από αυτά τα χαρακτηριστικά τα συναντάμε σε όλα τα γοτθικά κτίρια του Μεσαίωνα, υπάρχει όμως και υφολογική εξέλιξη του γοτθικού ρυθμού μέσα στο χρόνο, από την πρώιμη γαλλική τεχνοτροπία του 12ου αιώνα προς μια πιο εκλεπτυσμένη εκδοχή του στον 13ο αιώνα, γνωστή ως «Αχτιδοβόλος ρυθμός». Ακολούθησε στη Γαλλία μια πλουσιότερη παραλλαγή γνωστή ως «Φλογόμορφη», που απλώθηκε σε πολλά μέρη της Ευρώπης, αλλά όχι στην Αγγλία. Στην τελευταία αυτή χώρα η ανέλιξη από ένα απλό στυλ με λογχόσχημα παράθυρα τον 12ο αιώνα σε ένα πιο περίτεχνο ύφος γνωστό ως «Διακοσμημένο» είχε καταλήξει σε έναν Κατακόρυφο ρυθμό, ο οποίος διήρκησε ως τον 16 ο αιώνα, χωρίς να έχει ακριβές ηπειρωτικό παράλληλο.

4


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Η νέα αυτή αρχιτεκτονική ανδρωνόταν καθώς η ίδια η Ευρώπη, μετά το 1100, έμπαινε σε νέα φάση σταθερότητας και ευμάρειας: ένα αίσθημα σιγουριάς που εκφράστηκε, παραδείγματος χάρη, στις πολλές σταυροφορίες που οργανώθηκαν για την ανάκτηση των Αγίων Τόπων από το Ισλάμ. «Τα απομονωμένα μοναστήρια, τα κάστρα και τα χωριά του ρομανικού κόσμου έδωσαν σιγά σιγά τη θέση τους σε πολιτείες και κωμοπόλεις, οι οποίες έγιναν τα νέα πληθυσμιακά και πολιτιστικά κέντρα. Την περίοδο αυτή η Ευρώπη αν και παρέμενε ενωμένη χάρη στη διεθνική έννοια της χριστιανοσύνης, είδε να γεννιέται η αντίληψη του εθνικού κράτους στην Αγγλία, την Γαλλία και την Ισπανία. Η ανάπτυξη των γραμμάτων τον 12ο και τον 13ο αιώνα, που κορυφώθηκε με τη σχολαστική φιλοσοφία του αγίου Θωμά του Ακινάτη, συνοδεύτηκε από πολλά συγγράμματα για το θρησκευτικό μυστικισμό και την πνευματικότητα. Η γόνιμη αυτή αντιπαράθεση πνεύματος και ύλης αποδόθηκε με συγκλονιστικό τρόπο στους μεγάλους καθεδρικούς ναούς, που αν και χτισμένοι από πέτρα στόχευαν στα ουράνια. Μαζί με τη νέα αρχιτεκτονική εμφανίστηκε μια τέχνη που ενσωμάτωνε νέα αφηγηματικά θέματα και λατρευτικούς εικονογραφικούς τύπους. Μέσω της ανδριαντοποιίας σε φυσική κλίμακα, που ξαναέκανε την εμφάνιση της για πρώτη φορά μετά την ύστερη αρχαιότητα, τα θρησκευτικά θέματα πήραν ανθρώπινη έκφραση. Η νέα αυτή ανθρώπινη διάσταση είναι ενσταλαγμένη στα αναρίθμητα αγάλματα της Παρθένου με το Βρέφος, όπου η Μήτηρ Θεού παρουσιάζεται σαν μια νεανική, χαριτωμένη και χαμογελαστή μορφή.» D. Watkin.

ΓΑΛΛΙΑ «Το νέο φως»: ο ηγούμενος Συζέ και οι απαρχές του γοτθικού ρυθμού

Τ

ο σεβέ και ο νάρθηκας των ετών 1140-44 στον βενεδικτίνειο μοναστηριακό ναό του Αγίου Διονυσίου (Saints-Denis) κοντά στο Παρίσι είναι από τα πρωιμότερα και πιο σημαντικά σκιρτήματα αυτού του νέου κινήματος. Με βάση τα γεγραμμένα του D.Watkin, o πάτρωνας του νέου έργου ηγούμενος Συζέ (1081-1151) υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς στην ιστορία του Γαλλικού πολιτισμού. Αρχικά ήταν υπουργός του Λουδοβίκου Σ και του Λουδοβίκου Ζ, και από μια άποψη θεμελιωτής της συγκεντρωτικής μοναρχίας που έμελλε να κορυφωθεί με τη βασιλεία του Λουδοβίκου ΙΔ. Ο Άγιος Διονύσιος ήταν το μέρος που ενταφιάζονταν οι Καπέτιδες βασιλιάδες (η δυναστεία που βασίλεψε από τα τέλη του 10 ου ως τις αρχές του 14ου αιώνα), και επομένως ο Συζέ, αυξάνοντας τη λαμπρότητα του, έκανε σίγουρα μια χειρονομία εθνικής σημασίας. Η δυναμική του προσωπικότητα ξεπροβάλλει μέσα από τις δύο θελκτικές εκθέσεις που μας άφησε για το αβαείο του αγίου Διονυσίου και για τα όσα έχει κάνει για ώστε να το μεταμορφώσει. Σύμφωνα με τον Συζέ, η καρολίγγεια εκκλησία ήταν σχεδόν ερείπιο και συνάμα πολύ μικρή για να χωρέσει τα πλήθη των προσκυνητών που έρχονταν να αποδώσουν τιμή στα ιερά της λείψανα, στα οποία συγκαταλέγονταν εκείνα του προστάτη της Γαλλίας αγίου Διονυσίου και των συν αυτώ. Στο δυτικό άκρο ο Συζέ έχτισε ένα νάρθηκα με δίδυμους πύργους που είχε ένα παράθυρο με ρόδακα στο κέντρο της πρόσοψης. Ο συνδυασμός αυτός πρόσοψης με δίδυμους πύργους και παράθυρου με ρόδακα ίσως ήταν ο πρώτος του είδους του, αλλά στη γενική του μορφή το δυτικό άκρο απηχούσε τη νορμανδική ρομανική εκκλησία του Αγίου Στεφάνου στο Κάν. Εκεί που ο άγνωστος αρχιτέκτονας και ο Συζέ του έκαναν τα πιο αποφασιστικά βήματα προς τη νέα αρχιτεκτονική, ήταν στο διάδρομο που περιέβαλλε το χορό. Οι αρχιτεκτονικές μορφές που χρησιμοποίησαν στον περιμετρικό διάδρομο -οξυκόρυφα τόξα, θόλοι με νευρώσεις, παρεκκλήσια τοποθετημένα αχτιδωτά γύρω από μια κόγχη- είχαν χρησιμοποιηθεί και στο παρελθόν. Το καινούριο εδώ ήταν η αντικατάσταση των βαριών διαχωριστικών τοίχων από ραδινές κολόνες, έτσι που ο χώρος να μπορεί να ρέει ελεύθερα σε μια εναλλαγή φωτός και σκιάς, δημιουργώντας μια κατακόρυφη ένταση που βρίσκεται στην καρδιά της γοτθικής αρχιτεκτονικής και την αντιδιαστέλει από τη ρομανική.

5


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Εικόνα 3. Κάτοψη του μοναστηριακού ναού του Αγίου Διονυσίου σε αντιπαράθεση με το προηγούμενο καρολίγγειο κτίσμα, κοντά στο Παρίσι (δυτικό και ανατολικό άκρο 1140-44 κεντρικό κλίτος, εγκάρσια κλίτη και χορός 1231-81)

Άλλοι Καθεδρικοί ναοί στην Ιλ Ντε Φρανς: Σανς, Νουαγιόν, Λαν και Παρίσι

Τ

ο χοροστάσιο του Συζέ στον Άγιο Διονύσιο αντικαταστάθηκε τη δεκαετία του 1230 από μια ελαφριά υψιτενή κατασκευή σε Αχτιδοβόλο γοτθικό ύφος, αλλά το χοροστάσιο του καθεδρικού του Σανς, του έτους 1140 περίπου, σώζεται και αποτελεί παράδειγμα του πρωιμότατου γοτθικού ρυθμού στην Ιλ ντε Φρανς. Ο καθεδρικός ναός του Νουαγιόν, που άρχισε γύρω στο 1150, διατηρεί τις κεραίες των εγκάρσιων κλιτών με τα στρογγυλεμένα άκρα και την τριώφορη εσωτερική όψη των επιβλητικών ρομανικών εκκλησιών της Νορμανδίας, που ενσωματώνει βαθιά υπερώα, η άρθρωση όμως αναδείχτηκε με την εισαγωγή ενός πρόσθετου τέταρτου ορόφου, ενός τριφορίου, ή χαμηλού διαδρόμου μέσα στον τοίχο, ανάμεσα στο υπερώο και στον υπερυψωμένο φωταγωγό. Αυτό συνδυάστηκε με ένα σύστημα εναλλασσόμενων στηριγμάτων στο κεντρικό κλίτος -σύνθετων πεσσών και κυκλικών στύλων-, που υποβάσταζαν εξαμερείς θόλους. Το Νουαγιόν αντιπροσωπεύει την ισορροπία του πρώιμου γοτθικού ρυθμού ανάμεσα στον κατακορυφισμό του οξυκόρυφου τόξου και στην οριζόντια αίσθηση που προκαλούν οι πολλοί όροφοι. Το ενοποιό πνεύμα της ώριμης γοτθικής τεχνοτροπίας του 13 ου αιώνα συνίστατο στο ότι, όπως θα γίνει στη Σάρτρ και αλλού, κατάργησε το πιο διαμερισματικό χαρακτήρα ναών όπως το Νουαγιόν, το Λαν και η Παναγία των Παρισίων (Notre-Dame). Οι καθεδρικοί ναοί του Λαν και του Παρισιού χτίστηκαν ταυτόχρονα, από το 1160 περίπου και μετά, και αντιπροσωπεύουν και αντιπροσωπεύουν δύο ερμηνείες του πρώιμου γοτθικού ύφους που διαφέρουν εντυπωσιακά μεταξύ τους. Το Λαν έχει μια εκχειλίζουσα και γραφική ιλαρότητα, ενώ η Παναγία μια

6


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

γαλήνια σοβαρότητα. Το μνημειώδες κεντρικό κλίτος του Λαν απηχούσε την τετραώροφη εσωτερική όψη του Νουαγιόν, αλλά αντικαθιστούσε τα εναλλασσόμενα στηρίγματα της τοξοστοιχίας με μια σειρά πανομοιότυπους κυκλικούς στύλους. Το μοτίβο αυτό υιοθετήθηκε ευρέως στην ώριμη γοτθική αρχιτεκτονική, γιατί είχαν διαπιστώσει ότι τα εναλλασσόμενα στηρίγματα επιβράδυναν την εντύπωση της κίνησης κατά μήκος του κεντρικού κλίτους. Οι κυκλικοί στύλοι, ή κολόνες, εκκλησιών όπως το Λαν και η Παναγία έχουν ένα Εικόνα 4. Πρόσοψη του καθεδρικού ναού του Νουαγιόν και αρχαίο ρωμαϊκό μεγαλείο, που φωτογραφία του κεντρικού κλίτους του ναού το οποίο άρχισε το ξέρουμε ότι το εκτιμούσαν οι 1150 περίπου. άνθρωποι της εποχής. Ο Συζέ ισχυριζόταν ότι οι κολόνες του Αγίου Διονυσίου απηχούσαν εκείνες που είχε θαυμάσει στη Ρώμη, στις Θέρμες του Διοκλητιανού και αλλού. Ας μη νομίζουμε λοιπόν πως οι πάτρωνες και οι σχεδιαστές του πρώιμου γοτθικού ρυθμού θεωρούσαν ότι τα έργα τους ήταν καθ’ οποιονδήποτε τρόπο εχθρικά προς τη κλασσική παράδοση. Το Λαν αξίζει ιδιαίτερη μνεία για τη διάταξη των πέντε πύργων του, δύο στο δυτικό, ενός σε κάθε εγκάρσιο κλίτος και ενός στη διασταύρωση των κλιτών. Το αισθητικό τους αποτέλεσμα επιτείνεται από την εντυπωσιακή θέση του ναού στην κορυφή λόφου, πράγμα ασυνήθιστο για τις μεγάλες εκκλησίες της Γαλλίας. Η οικοδόμηση αυτών των πύργων, που αντλούσαν την έμπνευση τους από τον καθεδρικό ναό του Τουρναί (Ρομανικός ναός με μετέπειτα γοτθικές επεμβάσεις) και επομένως αποδεικνύουν το συνεχιζόμενο σφρίγος της ρομανικής παράδοσης, ήταν εξαρχής προγραμματισμένη, άσχετα αν χτίστηκαν τελικά στο πλαίσιο ενός μεταγενέστερου οικοδομικού προγράμματος, που ξεκίνησε γύρω στο 1190. Ο δυναμισμός, τα ανοίγματα και οι πολυάριθμες διαγώνιοι τους δημιουργούν το είδος της πολυπλοκότητας του χώρου που χαρακτηρίστηκε από ένα μελετητή ως παρεπόμενο της «γοτθικής επιθυμίας για “πολλαπλή εικόνα”». Πρόσθετη ζωντάνια χαρίζει στους πύργους η απροσδόκητη παρουσία έξι τεράστιων γλυπτών βοδιών κοντά στις κορυφές τους, γλυκύτατος φόρος τιμής στη μνήμη των ζώων που για χρόνια αγκομαχούσαν στην ανηφόρα του λόφου, τραβώντας ως την κορυφή του τις πέτρες από την πεδιάδα. Οι πύργοι προκάλεσαν το θαυμασμό του λαμπρού αρχιτέκτονα Βιλάρ ντε Ονκούρ, συγγραφέα του μοναδικού τετραδίου σχεδιασμάτων που σώζεται από τον 13 ο αιώνα, αν και το σχέδιο του για το Λαν μειώνει τη βαρύτητα τους υπέρ μιας πιο λεπτής, ώριμης γοτθικής γραμμής. Η δυνατή δυτική πρόσοψη του Λαν, που άρχισε το 1190 περίπου, έχει μια πλαστικότητα και ένα βάθος που, αν και δεν χαρακτηρίζουν όλη την ώριμη γοτθική αρχιτεκτονική, αποκλίνουν αποφασιστικά από τις πιο επίπεδες επιφάνειες της ρομανικής σύνθεσης. Εξίσου γεμάτο ζωή είναι το υπέροχο νότιο εγκάρσιο κλίτος, του έτους 1180 περίπου, στον καθεδρικό ναό του Σουασσόν, με την ημικυκλική του κόγχη που αποτελείται από τέσσερις επάλληλες οριζόντιες σειρές τόξα. Ο David Watkin αναφέρει «Όπως στο Νουαγιόν και στο Λαν, η τετραώροφη αυτή εσωτερική όψη διαλύει τη σάρκα του ρομανικού τοίχου και αφήνει ένα τεταμένο αλλά φωτεινό σκελετό από τεντωμένα τόξα». Ο γραφικός αυτός και απροσδόκητος άθλος έρχεται σε έντονη αντίθεση με τις αυστηρότερες ώριμες γοτθικές μορφές του κεντρικού κλίτους του Σουασσόν, που χτίστηκαν στις αρχές του 13 ου αιώνα. Τη μετάβαση προς την ενότητα και την αυτοσυγκράτηση, που χαρακτηρίζει πολλά από τα ώριμα γοτθικά σχέδια, μπορούμε να τη διαπιστώσουμε αμέσως ρίχνοντας μια μόνο ματιά στην κάτοψη του καθεδρικού ναού της Παναγίας των

7


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Εικόνα 5. Η δυτική όψη του καθεδρικού ναού της Σαρτρ (κυρίως μετά το 1194, τα χαμηλά μέρη 1134-περ.1150, το αριστερό βέλος 1507)

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Παρισίων (την οποία θα αναλύσουμε σε βάθος αργότερα) που άρχισε το 1163. Ο ναός είναι ένα μονόχωρο, ενιαίο σκάφος, χωρίς ίχνος από τη διαμερισματικότητα στην κάτοψη και στη συναρμογή του που χαρακτήριζε τη ρομανική αρχιτεκτονική. Όταν άρχισε να χτίζεται, ήταν η ψηλότερη εκκλησία της χριστιανοσύνης, και έτσι, για να τη προφυλάξουν από τη κατάρρευση της πρόσθεσαν επίστεγες αντηρίδες, το 1180 περίπου. Αυτές, από τις πρωιμότερες του είδους τους, βοηθούσαν το υπερώο πάνω από την τοξοστοιχία του κεντρικού κλίτους να αντέχει τη πλευρική πίεση των υψηλών θόλων. Οι εσωτερικές όψεις μετασκευάστηκαν μετά το 1230, όταν οι τέσσερις όροφοι μειώθηκαν σε τρεις, ακολουθώντας το συρμό που είχε εγκαινιαστεί στη Σαρτρ.

Σαρτρ

Ο

O καθεδρικός ναός της Σαρτρ, όπως ξαναχτίστηκε μετά από πυρκαγιά του 1194, θεωρείται κατά τον Watkin εδώ και πολλά χρόνια το κτίριο-κλειδί στην ανάπτυξη της ώριμης γοτθικής τεχνοτροπίας και μια και μια από τις πιο αδιάψευστες εκφράσεις της δύναμης και της ποίησης του μεσαιωνικού καθολικισμού. Ο Watkin αναφέρει “Στη Σαρτρ συντελέστηκε μια ελάφρυνση και ένα ξεκαθάρισμα της δομής του τοίχου με την αποφασιστική κατάργηση των υπερώων, πράγμα που άφησε τρεις μόνο ορόφους στην εσωτερική όψη: μια ψηλή τοξοστοιχία, ένα χαμηλό τριφόριο και τα παράθυρα του φωταγωγού, που μεγάλωσαν ώστε να γίνουν ισοϋψή με την τοξοστοιχία. Ο αρχιμάστορας της Σαρτρ είχε προφανώς υπολογίσει ότι οι επίστεγες αντηρίδες θα αρκούσαν για να σταθεροποιήσουν τους ψηλούς θόλους, χωρίς πρόσθετη στήριξη από τους διαδρόμους των υπερώων. Το πνεύμα ενοποίησης και κατακορυφισμού υπογραμμίζεται από την παρουσία λεπτών προσκολλημένων κορμών πάνω στους πεσσούς του κεντρικού κλίτους, που υψώνονται από το έδαφος ως τη γένεση των θόλων, όπου σμίγουν με τις νευρώσεις. Ο αρχιτέκτονας της Σαρτρ έκανε, για πρώτη φορά σε μεγάλη γοτθική εκκλησία, το μόνο

8


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

θολοσκέπαστο τμήμα βασική μονάδα σχεδιασμού στο κεντρικό κλίτος, αντί για τα διπλά των ρομανικών εκκλησιών. Αυτό διπλασιάζει αμέσως το βηματισμό της κίνησης προς την ανατολή.» Έδρα πλούσιας επισκοπής, η πόλη της Σαρτρ όφειλε την ευμάρεια της στον επίσκοπο και στη σύνοδο, που είχαν θεσπίσει τέσσερις ετήσιες εμποροπανηγύρεις στις γιορτές της Παρθένου Μαρίας, στην οποία ήταν αφιερωμένος και ο καθεδρικός ναός: στο Γενέσιο, στον Ευαγγελισμό, στην Υπαπαντή και στην Κοίμηση. Η επιλογή αυτών των ημερών συνδυαζόταν με τον ισχυρισμό ότι ο καθεδρικός ναός κατείχε το μανδύα που φορούσε η Μαρία όταν γέννησε το Χριστό, ο οποίος σώθηκε εκ θαύματος από τη μεγάλη πυρκαγιά του 1194. Τα παράθυρα του ναού φράζονται με ιστορημένα υαλοστάσια, πολλά από τα οποία είναι αφιερωμένα στη λατρεία της Μαρίας, λούζουν το κτίριο με το βαρύτιμο, υπερκόσμιο εκείνο φως που αποτελεί ουσιώδη συνιστώσα του ολοκληρωμένου γοτθικού βιώματος. Οι δωρεές για τα υαλοστάσια αυτά και για το γλυπτικό διάκοσμο του ναού προέρχονται από τους ευγενείς και τους εύπορους της Ιλ ντε Φρανς, καθώς και από τους μεγαλέμπορους, τους μικροέμπορους, ακόμα και τους εργάτες της πόλης της Σαρτρ. Μια μείζων προσκυνηματική εκκλησία σαν τον καθεδρικό ναό της Σαρτρ δεν αντανακλούσε μόνο την επίγεια πραγμάτωση της Ουράνιας Πολιτείας που περιέγραφε η Αποκάλυψη του Ιωάννη, αλλά συμβόλιζε και τη θρησκευτική πίστη και την εμπορική προκοπή των κατοίκων της πόλης. Ήταν επομένως ταυτόχρονα τόπος πολλών και ποικίλων κοσμικών δραστηριοτήτων, νομικών, εμπορικών και άλλων. Στα Εικόνα 6. Το δυτικό μέτωπο του καθεδρικού ναού τέλη του Μεσαίωνα, όταν ο αστικός πολιτισμός της Ρενς όπως είναι διαμορφωμένο σήμερα (άρχισε απέκτησε ακόμα μεγαλύτερη σπουδαιότητα, το 1235) αρχιτεκτονικά ισοδύναμα των καθεδρικών ναών τύπου Σαρτρ έγιναν τα μεγάλα αστικά κτίρια, όπως η Αγορά Υφασμάτων του Υπρ και της Μπρυζ. Μολονότι αριστούργημα που διατηρεί σχεδόν όλα τα μεσαιωνικά του υαλοστάσια καθώς και έξι ανάγλυφους πυλώνες, ο καθεδρικός της Σαρτρ είναι ένα σύνθετο αμάλγαμα πολλών περιόδων. Τα χαμηλότερα μέρη του δυτικού μετώπου, που χρονολογούνται στα 1134-περ.1150, ανήκουν στο πριν από τη πυρκαγιά ναό, ενώ οι προσόψεις του νότιου και του βόρειου εγκάρσιου κλίτους είναι των αρχών του 13ου αιώνα. Αρχικά είχαν προγραμματιστεί εννιά συνολικά πύργοι, αλλά χτίστηκαν μόνο δύο, ο βορειοδυτικός , του έτους 1140 περίπου, είναι μάλιστα ο πρωιμότερος γοτθικός πύργος που υπάρχει, έστω και αν το 1507 στέφθηκε με ένα μεγαλοπρεπές βέλος σε Φλογόμορφο στυλ. Οι αντιθέσεις και η ασσυμετρία του ναού της Σαρτρ εκφράζουν όμορφα το ευμετάβολο και τη δυναμική ενέργεια των δημιουργών του γοτθικού ρυθμού. Για να δούμε τη λογική κορύφωση των αισθητικών ιδεωδών του αρχιμάστορα της Σαρτρ γύρω στο 1195, πρέπει να στραφούμε σε καθεδρικούς ναούς των αρχών του 13ου αιώνα όπως της Ρενς, της Αμιένης, του Μπωβαί και της Μπουρζ, πάντα στη Βόρεια Γαλλία.

9


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Ο ώριμος γοτθικός: Ρενς, Αμιένη, Μπωβαί και Μπουρζ Τονίσαμε τη σπουδαιότητα του καθεδρικού ναού της Σαρτρ ως συμβολικής καρδιάς μιας ευημερούσας αστικής και αγροτικής κοινωνίας. Παρομοίως, η ακόμα μεγαλύτερη αρχιτεκτονική λαμπρότητα του καθεδρικού ναού της Ρενς σχετίζεται με τη μοναδική του θέση ως τόπου όπου γινόταν η στέψη των Καπετιδών βασιλιάδων της Ιλ ντε Φρανς. Δεν θα γίνει εκτεταμένη αναφορά εδώ πως η δυναστεία αυτή, επεκτείνοντας την Εικόνα 7. κυριαρχία της σε εδάφη όπως η Νορμανδία, η Βουργουνδία και η Ο Καθεδρικός ναός του Μπωβαί όπως φαίνεται σήμερα από τα Βρετάνη, συνέλαβε στη δημιουργία ανατολικά (μετά το 1284) διακρίνονται βοηθητικά μεταλλικά στηρίγματα στις εξωτερικές αντηρίδες του ναού και στο προσδιορισμό μιας εθνότητας παραπλήσιας με το σύγχρονο γαλλικό έθνος. Είναι όμως σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι η Ιλ ντε Φρανς στη διάρκεια του 13ου αιώνα θεωρούσε ότι είναι η μεγάλη αντιπρόσωπος της πολιτιστικής και υλικής ανωτερότητας της καθολικής Γαλλίας. Η πολυδάπανη λαμπρότητα της Ρενς πρέπει να ερμηνευτεί σ ’αυτή την ατμόσφαιρα. Επιπλέον, από την Ιλ ντε Φρανς ο γοτθικός ρυθμός μεταδόθηκε προς όλες τις πολιτισμένες πρωτεύουσες της Ευρώπης. Ο αρχιτέκτονας της Ρενς, πιθανώς ο Ζαν ντ’ Ορμπαί κατά τον Watkin, υιοθέτησε γύρω στο 1210 τη νέα τριώροφη εσωτερική όψη, τα σταυροθόλια, τα σύνθετα στηρίγματα και τις εξωτερικές αντηρίδες της Σαρτρ. Ανέδειξε όμως τα δομικά αυτά στοιχεία με μια νέα έμφαση στον γλυπτικό διάκοσμο, ο οποίος περιλάμβανε αγγέλους στα εξωτερικά κορυφώματα, άγκιστρα, υδρορρόες και φυτικά ανάγλυφα στους πυλώνες στα κιονόκρανα και στις ζωφόρους των στηριγμάτων. Ο καθεδρικός ναός της Ρενς διαθέτει επίσης τα αρχαιότερα παραδείγματα λεπτών διάτρητων στοιχείων στα τύμπανα των παραθύρων. Στα παχύτερα διάτρητα στοιχεία, όπως στη Σαρτρ, τα ανοίγματα γίνονται πάνω στη στέρεη πέτρα, οπότε εξακολουθεί να κυριαρχεί η επιφάνεια του τοίχου. Στα λεπτά διάτρητα στοιχεία της Ρενς τα δίλοβα παράθυρα διαμορφώνουν ένα ενιαίο τζαμωτό άνοιγμα που επιστέφεται από ένα κυκλικό φεγγίτη, ο οποίος περιέχει ένα εξάφυλλο διάτρητο στοιχείο, όπου τα γραμμικά μοτίβα έχουν αντικαταστήσει σχεδόν τελείως τη στερεή μάζα. Τα διάτρητα στοιχεία είναι γοτθική εφεύρεση με τεράστια σημασία, γιατί δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι, τελικά, ολόκληρα κτίρια, όπως το Άγιο Παρεκκλήσιο, έμελλε να οριστούν και να συντεθούν από τα διάτρητα στοιχεία και τα υαλοστάσια τους. Ο καθεδρικός ναός της Ρενς θα στεφόταν αρχικά με έξι πύργους, ή και εφτά αν μετρήσουμε το βέλος πάνω από τη διασταύρωση των κλιτών, από αυτούς όμως μόνο οι δύο του δυτικού μετώπου κατασκευάστηκαν, και οι δύο τον 15ο αιώνα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι πύργοι που επιστέφονται από βέλη ήταν γοτθική επινόηση και ότι, όσο και αν πρόκειται για κάτι αυταπόδεικτο, τα βέλη τα έβλεπαν ανέκαθεν σαν δάχτυλα που έδειχναν προς τον ουρανό. Το πλούσιο δυτικό μέτωπο της Ρενς ίσως σχεδιάστηκε από τον Ζαν λε Λου στα μέσα της δεκαετίας του 1230. Τα έργα συνεχίστηκαν με αργό ρυθμό ως τα τέλη του 13ου αιώνα, ενώ το άνω υπερώο, με τις μορφές των βασιλέων που τόνιζαν το βασιλικό νόημα του κτιρίου -κοινό γνώρισμα των καθεδρικών ναών της Ιλ ντε Φρανς- ολοκληρώθηκε μόλις τον 15ο αιώνα. Η τριάδα των προεξεχόντων προθύρων με αετώματα, τα οποία σημαδεύουν λογικά τις

10


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

εισόδους προς το μεσαίο και τα πλάγια κλίτη, διαμορφώνει ένα εντυπωσιακότατο μοτίβο θριαμβικού τόξου, με έναν τρόπο που είχε διατυπωθεί για πρώτη φορά από την ιδιοφυΐα που είχε σχεδιάσει το δυτικό μέτωπο του καθεδρικού ναού του Λαν, στη δεκαετία του 1190. Ενώ όμως το Λαν παρέμενε στην ουσία ένας τοίχος διάτρητος από παράθυρα και στολισμένος με προσκολλημένα πρόθυρα, το δυτικό μέτωπο της Ρενς είναι μια παλλόμενη γλυπτική σύνθεση, με την οποία τα αετωματοφόρα πρόθυρα, πλούσια στολισμένα με άγκιστρα και γλυπτές μορφές, δένουν απόλυτα. Χάρη στις καλλιτεχνικές του αρετές, που συνδέουν τη μνημειακότητα με τη λεπτότητα και τη λογική με τη φαντασία, και σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη σοβαρότητα του κεντρικού του ρόλου στη θρησκευτική και πολιτική ιστορία της Γαλλίας, ο ναός αυτός θεωρήθηκε από πολλούς ως το γοτθικό αντίστοιχο του Παρθενώνα. Για κάποιους άλλους, προς τη σύγκριση αυτή ωθεί πιο επιτακτικά το δυτικό μέτωπο της Παναγίας των Παρισίων (περ. 1200-50), με το θαυμάσιο αισθητικά πλέγμα της από οριζόντιες και κάθετες γραμμές. Παρ’ όλα αυτά, το μνημείο που θεωρείται συνήθως ότι αντιπροσωπεύει την κλασσική στιγμή του ώριμου γοτθικού ρυθμού είναι ο καθεδρικός ναός της Αμιένης. Το κεντρικό κλίτος της Αμιένης σχεδιάστηκε το 1220 από τον Ρομπέρ ντε Λυζάρς, μετά τη καταστροφή της ρομανικής εκκλησίας από φωτιά δύο χρόνια νωρίτερα, και ακολουθεί από κοντά το κεντρικό κλίτος της Ρενς. Οι θόλοι του υψώνονται ακόμα πιο ψηλά: σχεδόν 42,5 μέτρα έναντι 38 της Ρενς και 36,5 της Σαρτρ. Τα διάτρητα στοιχεία, επίσης, είναι πιο εξελιγμένα από της Ρενς: εδώ έχουμε τετράλοβα παράθυρα που επιστέφονται από τρεις διάτρητους κύκλους. Έτσι, ο τοίχος διαλύεται και αντικαθίσταται από γυαλί κεντημένο με πέτρινες μεμβράνες, σαν τις νευρώσεις ενός φύλλου. Το διάτρητο αυτό μοτίβο επεκτείνεται στο τριφόριο, που μοιάζει τώρα με μια σειρά παράθυρα δίχως τζάμια, τα οποία απηχούν τον υπερκείμενο φωταγωγό. Η τελική μετατροπή του τριφορίου σε πραγματικά παράθυρα που σμίγουν με το φωταγωγό αποτελεί ένα από τα διακριτικά γνωρίσματα του ενοποιού γραμμικού πνεύματος του λεγόμενου Ακτιδοβόλου ύφους, που διαδέχθηκε τον ώριμο γοτθικό ρυθμό. Το σπινθηροβόλο φωτεινό αποτέλεσμα αυτής της διάταξης το βλέπουμε στο χοροστάσιο της Αμιένης, που οικοδομήθηκε στη δεκαετία του 1250, στα χρόνια του τρίτου αρχιτέκτονα του ναού Ρενιώ ντε Κορμόν. Ένα άλλο πρώιμο παράδειγμα του ίδιου αυτού γνωρίσματος εμφανίζεται εντυπωσιακά στον καθεδρικό ναό του Μπωβαί, που άρχισε το 1225, τελευταίος από τους μεγάλους καθεδρικούς ναούς της Ιλ ντε Φρανς. Χτίστηκε με τη συνειδητή φιλοδοξία να έχει τους ψηλότερους θόλους από οποιοδήποτε άλλο γοτθικό κτίριο: πάνω από 46 μέτρα. Στο έργο The Seven Lamps of Architecture (Οι εφτά λυχνίες της αρχιτεκτονικής) ο Ράσκιν έγραψε με δέος ότι « Ακόμα και στις Άλπεις λίγοι είναι οι βράχοι που ορθώνονται κατακόρυφα τόσο ψηλά όσο το χοροστάσιο του Μπωβαί». Ήταν τέτοιας κλίμακας η κατακόρυφη ανύψωση, ώστε οι θόλοι του χορού κατέρρευσαν το 1824, αν και αυτό ενδέχεται να οφειλόταν λιγότερο στο ύψος τους και περισσότερο στην ανεπάρκεια της θεμελίωσης και των στηριγμάτων. Εξαιτίας της δαπάνης ο ναός δεν ολοκληρώθηκε ποτέ: τα τρία συγκινητικά σπαράγματα που σώζονται σήμερα είναι η αρχική πολυγωνική κόγχη του ιερού, το χοροστάσιο όπως ανοικοδομήθηκε μετά το 1284 και τα πολυτελή φλογόμορφα εγκάρσια κλίτη. Σύμφωνα με τον Watkin, ο εμφατικός κατακορυφισμός του Μπωβαί δεν βρήκε καθολική απήχηση στη γαλλική αρχιτεκτονική στα χρόνια που ακολούθησαν το σχεδιασμό του. Οι αρχιτέκτονες του Αχτιδοβόλου ρυθμού δεν ενδιαφέρονταν τόσο για το ύψος, τη μνημειακότητα και τις νέες εντυπώσεις όσον αφορά το χώρο, όσο για την εύθραυστη, σχεδόν μεταλλική κομψότητα και την εκλέπτυνση των γραμμικών μοτίβων. Προτού εξετάσουμε αυτή την παράδοση, ας σημειώσουμε ότι ο καθεδρικός ναός της Μπουρζ, που άρχισε περί το 1195, τονίζει περισσότερο την πολλαπλότητα των όψεων στο εσωτερικό του, παρά το πάθος της ενοποίησης που οδήγησε από τη Σαρτρ στο Μπωβαί. Οι τοξοστοιχίες, τα τριφόρια και ο υπερυψωμένος φωταγωγός του μεσαίου κλίτους αναπαράγονται σε μικρότερη κλίμακα στα ψηλά, εσωτερικά πλάγια κλίτη. Αυτό αναγκαστικά περιπλέκει τις οπτικές φυγές κατά το πλάτος της εκκλησίας, όπου , αν συνυπολογίσουμε τα εσωτερικά και τα εξωτερικά πλάγια κλίτη, υπάρχουν συνολικά πέντε οριζόντιες διαιρέσεις ή όροφοι. Αποήχους αυτού του επεκτατικού συστήματος βρίσκουμε στα χοροστάσια των ναών του Λε Μαν και της Κουτάνς στη Γαλλία και του Τολέδου και του Μπούργος στην Ισπανία, όλα του 13ου αιώνα.

11


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

ΑΓΓΛΙΑ Το γοτθικό στυλ εισήχθη πολύ νωρίς στην Αγγλία, εν μέρει λόγω της στενής σχέσης με το δουκάτο της Νορμανδίας, το οποίο μέχρι το 1204 εξακολουθούσε να κυβερνάται από τους βασιλείς της Αγγλίας. Η πρώτη περίοδος γενικά ονομάζεται πρώιμη αγγλική γοτθική και κυριαρχούσε από το 1180 έως το 1275. Το πρώτο μέρος του μεγάλου αγγλικού καθεδρικού ναού με το νέο στυλ ήταν η χορωδία του καθεδρικού ναού του Καντέρμπουρυ, που ξεκίνησε γύρω στο 1175. Δημιουργήθηκε από τον Γάλλο οικοδόμο, Γουλιέλμο του Σανς, προσθέτοντας αρκετές πρωτότυπες πινελιές, όπως χρωματιστό μαρμάρινο πεζοδρόμιο, διπλούς κίονες στις στοές και εμπλεκόμενους λεπτούς κιονίσκους που έφταναν μέχρι την οροφή. Το Αββαείο του Γουέστμινστερ ανοικοδομήθηκε από το 1245 έως το 1517. Ο καθεδρικός ναός του Σάλσμπουρι (1220-1320) είναι επίσης καλό παράδειγμα πρώιμης γοτθικής περιόδου, με εξαίρεση τον πύργο, που προστέθηκε το 1320. Η δεύτερη περίοδος αγγλικής γοτθικής είναι γνωστή ως διακοσμημένη γοτθική. Συνήθως χωρίζεται σε δύο στυλ "Γεωμετρικό" (1250-90) και "Καμπυλογραμμικό" (1290-1350), και είναι παρόμοιο με το γαλλικό στυλ Rayonnant, με έμφαση στις καμπυλόγραμμες μορφές, ιδιαίτερα στα παράθυρα. Αυτή η περίοδος γνώρισε την ακμή της γλυπτική της πέτρας, με περίτεχνα σκαλισμένα παράθυρα και κιονόκρανα, συχνά με μοτίβα λουλουδιών. Η οροφή στο διακοσμητικό γοτθικό έγιναν εξαιρετικά διακοσμημένοι, με πληθώρα ραβδιών που ήταν καθαρά διακοσμητικά. Οι θόλοι ήταν συχνά διακοσμημένοι με κρεμαστά πέτρινα μενταγιόν. Οι στήλες έγιναν επίσης διακοσμητικές, όπως στον καθεδρικό ναό του Πίτερμπορο, με νευρώσεις που επεκτάθηκαν προς τα πάνω. Εικόνα 8. Προοπτική αναπαράσταση του Αββαείου του Ουέστμινστερ (αγγλ. Westminster Abbey, εκ του Ουέστ + μίνστερ = δυτικό κλίτος)

12


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Το κατακόρυφο γοτθικό (περ. 1380-1520) ήταν η τελική φάση της Αγγλικής Γοτθικής, που διαρκεί στον 16ο αιώνα. Όπως υποδηλώνει το όνομα, η έμφαση δίνεται σε ξεκάθαρες οριζόντιες και κάθετες γραμμές που συναντώνται σε ορθή γωνία. Οι κίονες επεκτάθηκαν προς τα πάνω μέχρι τη στέγη, δίνοντας στο εσωτερικό την εμφάνιση ενός κλουβιού από γυαλί και πέτρα, όπως στο ναό του καθεδρικού ναού του Γκλούτσεστερ. Η αψίδα του Τυδώρ εμφανίστηκε ευρύτερη και χαμηλότερη και συχνά πλαισιωμένη από καλούπια, η οποία χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία μεγαλύτερων παραθύρων και για την εξισορρόπηση των ισχυρών κάθετων στοιχείων. Ο σχεδιασμός των σταυροθόλιων έγινε ακόμα πιο περίπλοκος, συμπεριλαμβανομένου του θόλου ανεμιστήρα με μενταγιόν που χρησιμοποιήθηκε στο παρεκκλήσι του Ερρίκου του 7ου στο Αββαείο του Ουέστμινστερ (1503-07). Ένα χαρακτηριστικό των Αγγλικών καθεδρικών ναών είναι το ακραίο μήκος τους και η εσωτερική τους έμφαση στην οριζόντια, που μπορεί να τονιστεί οπτικά, πολύ ή περισσότερο από τις κάθετες γραμμές. Κάθε αγγλικός καθεδρικός ναός (με εξαίρεση το Σάλσμπουρι) έχει ένα εξαιρετικό βαθμό στιλιστικής πολυμορφίας, σε σύγκριση με τους περισσότερους γαλλικούς, γερμανικούς και ιταλικούς καθεδρικούς ναούς. Δεν είναι ασυνήθιστο για κάθε μέρος του κτιρίου να έχει χτιστεί σε διαφορετικό αιώνα και με διαφορετικό στυλ, χωρίς προσπάθεια να δημιουργηθεί μια στιλιστική ενότητα. Σε αντίθεση με τους γαλλικούς καθεδρικούς ναούς, οι αγγλικοί καθεδρικοί ναοί επεκτείνονται οριζοντίως, με διπλά εγκάρσια κλίτη να προβάλουν έντονα. Στο δυτικό μέτωπο, οι πόρτες δεν είναι τόσο σημαντικές όσο στη Γαλλία, ενώ η συνηθισμένη είσοδος είναι η πλευρική. Το παράθυρο στη δυτική πρόσοψη είναι πολύ μεγάλο και ποτέ δεν είναι ρόδακας, το οποίο προορίζεται για τα εγκάρσια κλίτη. Η δυτική πρόσοψη μπορεί να έχει δύο πύργους, όπως σε έναν γαλλικό καθεδρικό ναό, ή κανέναν. Υπάρχει σχεδόν πάντα ένας πύργος στη διασταύρωση και μπορεί να είναι πολύ μεγάλος και να έχει στην κορυφή του οβλεό. Το χαρακτηριστικό αγγλικό ανατολικό άκρο είναι τετράγωνο, αλλά μπορεί να πάρει μια εντελώς διαφορετική μορφή. Τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά, η λιθοδομή είναι συχνά πλούσια διακοσμημένη με γλυπτά, ιδιαίτερα τα κιονόκρανα.

ΒΟΡΕΙΑ ΕΥΡΩΠΗ Μεταξύ του 13ου και του 16ου αιώνα κατασκευάστηκαν γοτθικοί καθεδρικοί ναοί στις περισσότερες μεγάλες πόλεις της βόρειας Ευρώπης. Ως επί το πλείστον ακολούθησαν το γαλλικό μοντέλο, αλλά με παραλλαγές ανάλογα με τις τοπικές παραδόσεις και τα διαθέσιμα υλικά. Οι πρώτες γοτθικές εκκλησίες στη Γερμανία χτίστηκαν γύρω στο 1230. Περιέλαβαν τη Λιμπφράουενκιρχε (περίπου 1233-1283) στη Τρηρ, που θεωρείται ότι είναι η παλαιότερη γοτθική εκκλησία στη Γερμανία και ο Καθεδρικός Ναός του Φράιμπουργκ, ο οποίος χτίστηκε σε τρεις φάσεις, αρχίζοντας αρχικά το 1120, αν και εξακολουθούν να υπάρχουν μόνο τα θεμέλια του αρχικού καθεδρικού ναού. Χαρακτηρίζεται από το καμπαναριό, ύψους 116 μέτρων, και είναι ο μοναδικός γοτθικός πύργος εκκλησίας στη Γερμανία που ολοκληρώθηκε στο Μεσαίωνα (1330). Η Πράγα, στην περιοχή της Βοημίας μέσα στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ήταν ένα άλλο ανθηρό κέντρο γοτθικής αρχιτεκτονικής. Ο Κάρολος Δ΄ της Βοημίας ήταν και βασιλιάς της Βοημίας και Άγιος Ρωμαίος αυτοκράτορας και ήθελε να κτίσει μνημειακές κατασκευές. Ξεκίνησε την κατασκευή του καθεδρικού ναού του Αγίου Βίτου της Πράγας σε γοτθικό ρυθμό το 1344, καθώς και ένα γοτθικό ανάκτορο, το Κάστρο Κάρλστεϊν στην Κεντρική Βοημία και γοτθικά κτίρια για το νέο Πανεπιστήμιο της Πράγας. Τα άλλα του γοτθικά έργα περιλάμβαναν το πλούσια διακοσμημένο παρεκκλήσι του Τιμίου Σταυρού μέσα στο κάστρο Κάρλστεϊν (1357-1367), και τη χορωδία του καθεδρικού ναού του Άαχεν (ξεκίνησε το 1355), η οποία χτίστηκε με μοντέλο το Σαιν Σαπέλ στο Παρίσι. Η γοτθική αρχιτεκτονική στη Γερμανία και τα βασίλεια της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ακολουθούσε γενικά τη γαλλική φόρμουλα, αλλά οι πύργοι ήταν πολύ ψηλότεροι και, αν είχαν ολοκληρωθεί, συχνά είχαν στην κορυφή τους πανύψηλους οβελούς. Ο διακριτικός χαρακτήρας του εσωτερικού των γερμανικών γοτθικών καθεδρικών ναών είναι το εύρος και το άνοιγμα τους. Οι γερμανικοί και τσεχικοί καθεδρικοί ναοί, όπως

13


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

και οι γαλλικοί, τείνουν να μην έχουν έντονες προεξοχές. Υπάρχουν επίσης πολλές εκκλησίες της αίθουσας (Hallenkirchen) χωρίς παράθυρα με σχισμές. Ο καθεδρικός ναός της Κολωνίας είναι μετά τον Ντουόμο του Μιλάνου ο μεγαλύτερος γοτθικός καθεδρικός ναός στον κόσμο. Η κατασκευή του άρχισε το 1248 και συνέχισε διακοπτόμενα μέχρι το 1880, οπότε και ολοκληρώθηκε - μια περίοδο πάνω από 600 χρόνια. Έχει μήκος 144,5 μέτρα, πλάτος 86,5 μ. Και οι δύο πύργοι είναι ύψους 157 μ. Το τούβλινο γοτθικό (γερμανικό: Backsteingotik, Πολωνικά: Gotyk ceglany) είναι ένα συγκεκριμένο κοινό στυλ στη Βόρεια Ευρώπη, ειδικά στη Βόρεια Γερμανία, την Πολωνία και στις περιοχές γύρω από τη Βαλτική Θάλασσα χωρίς φυσικούς βράχους. Πρωτότυπα παραδείγματα γοτθικής τέχνης περιλαμβάνουν την Εκκλησία της Παναγίας, στο Γκντανσκ (1379-1502), τη Βασιλική της Θεοτόκου στην Κρακοβία (12901365) και το Κάστρο του Μάλμπορκ (13ος αιώνας). Ο καθεδρικός ναός του Αγίου Στεφάνου στη Βιέννη (1339-1365) έχει το χαρακτηριστικό γνώρισμα μιας πολύχρωμης οροφής. Μια άλλη περιφερειακή διαφοροποίηση είναι το γοτθικό της Βραβάντης που βρίσκεται στο Βέλγιο και τις Κάτω Χώρες. Χαρακτηρίζεται από τη χρήση ανοιχτόχρωμου ψαμμίτη ή ασβεστόλιθου, το οποίο επέτρεψε πλούσιες λεπτομέρειες, αλλά ήταν επιρρεπής σε διάβρωση. Χαρακτηριστικά συμπεριλαμβάνονται κίονες με γλυπτό φύλλωμα σαν λάχανο, τοξωτά παράθυρα των οποίων η κορυφή έφτανε στην οροφή η οποία, μερικές φορές, ήταν ξύλινη. Παραδείγματα αυτού του ρυθμού περιλαμβάνουν τη Χρότε Κερκ στο Χάαρλεμ της Ολλανδίας, που χτίστηκε αρχικά ως καθολικός καθεδρικός ναός, πλέον προτεσταντικός ναός, και η Εκκλησία της Παναγίας του Σαμπλών στις Βρυξέλλες (15ος αιώνας).

Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΡΥΘΜΟΥ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ Τα γοτθικά κτίρια, που έχτισαν στην Ελλάδα κυρίως οι Φράγκοι σταυροφόροι μετά τη κατάκτηση του 1204-1205 μεγάλου τμήματος της Ελληνικής χερσονήσου και νησιών, δεν μπορούν βέβαια να συγκριθούν με τα μεγάλα μνημεία της Δύσης, ούτε ως προς την καλλιτεχνική τους αξία ούτε από πλευράς μεγέθους. Τα πιο σπουδαία βρίσκονται στην Πελοπόννησο, όπου τον 13 ο αιώνα άκμασε το πριγκιπάτο της Αχαΐας και είναι κυρίως εκκλησίες και κάστρα.

Σύμφωνα με τον αρχιτέκτονα-ιστορικό Χαράλαμπο Μπούρα (1933 – 2016) (καθηγητή της αρχιτεκτονικής σχολής του ΕΜΠ), στην περιοχή της Ολυμπίας, κοντά στο μικρό χωριό Μπιτζμπάρδι (σήμερα Τρυπητή), σώζονται τα ερείπια ενός αβαείου Βενεδικτίνων μοναχών της Μονής της Ισόβας, που χτίστηκε στις αρχές του 13ου αιώνα και κάηκε από τους Βυζαντινούς το 1262. Δύο εκκλησίες (της Παναγίας και του Αγίου Νικολάου) σώζονται σε ερείπια. Η Παναγία, το καθολικό τη μονής, είναι μεγάλη βασιλική, άλλοτε με ξύλινη στέγη, μονόκλιτη, με πεντάπλευρη την αψίδα του ιερού και ακτινωτές αντηρίδες. Τα γοτθικά χαρακτηριστικά του μνημείου είναι τα οξυκόρυφα παράθυρα (απλά στις τρείς πλευρές, δίλοβα με πεντάλοβο ρόδακα στο ιερό), οι αντηρίδες, οι υδρορρόες, και τα γείσα της στέγης. Η τοιχοποιία είναι εδώ πολύ πρόχειρη (αργολιθοδομή), και μόνο γύρω από τα ανοίγματα γίνεται περισσότερο επιμελημένη. Βορείως του ναού υπήρχε κλειστή αυλή (cloître). Η δεύτερη εκκλησία της Ισόβας ήταν μικρότερων

14


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Εικόνα 9. Προοπτική αναπαράσταση της Εκκλησίας αφιερωμένης στην Παναγία στην Ισόβα με τμήμα του cloître κατά τον R. Traquair

διαστάσεων, τρίκλιτη ξυλόστεγη, με οξυκόρυφα τόξα. Στην Ανδραβίδα της δυτικής Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του πριγκιπάτου, υπήρχαν δύο μεγάλα και επιβλητικά κτίρια. Η Αγία Σοφία και ο Άγιος Ιάκωβος. Από την δεύτερη δεν σώθηκε τίποτα. Από την Αγία Σοφία, μεγάλη τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική, διασώθηκε μόνο το τριπλό, ορθογώνιο εξωτερικώς, ιερό. Τα εσωτερικά στηρίγματα ήταν κίονες από γρανίτη. Το ιερό στεγάζεται με μεγαλοπρεπή σταυροθόλια με διαγώνιες νευρώσεις. Τα τούβλα στους θόλους, και σποραδικά στην αλάξευτη εξωτερικά τοιχοποιία, θυμίζουν λίγο τους βυζαντινούς τρόπους δομής.

Εικόνα 10. Δύο γοτθικά μνημεία της Πελοποννήσου σε κάτοψη: α) Καθολικό της μονής της Ισόβας, β) Καθολικό της μονής του Ζαρακά στην Στύμφαλο (Ν. Μουτσόπουλος, Α. Ορλάνδος)

Στην Στυμφαλία στους πρόποδες της Ζηρείας, σε ένα έρημο τοπίο, σώθηκαν τα λείψανα της φραγκικής μονής του Ζαρακά, του μοναχικού τάγματος των Κικστερκιανών, των αρχών του 13ου αιώνα. Το καθολικό της ήταν το σπουδαιότερο γοτθικό κτίσμα στην Ελλάδα. Ήταν τρίκλιτη βασιλική, στεγαζόμενη εξ ολοκλήρου με σταυροθόλια, με τετράγωνη εξωτερικά την αψίδα του ιερού, σύνθετα στηρίγματα και μεγαλοπρεπή πυλώνα στην δυτική όψη. Δεν υπήρχε εγκάρσιο κλίτος ούτε υπερώα και η τοιχοποιία ήταν ατελής με χρήση παλαιότερου αρχιτεκτονικού υλικού. Δυστυχώς τα λίγα λείψανα του ναού σώζονται σε κακή κατάσταση σήμερα.

15


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Λίγο έξω από την Μεθώνη σώζονται τα ερείπια μιας ακόμα μεγάλης τρίκλιτης γοτθικής βασιλικής, η οποία πιθανότατα ήταν καθολικό μιας γυναικείας μονής Κικστερκιανών (της Παναγίας). Το μνημείο έχει μια δεύτερη οικοδομική φάση του 15ου αιώνα και είναι γνωστό σήμερα με το νεωτερικό όνομα του Αγίου Λέου. Η Μονή Δαφνίου, που έγινε κατά τον 13ο αιώνα φραγκικό μοναστήρι επίσης Κικστερκιανών, υπέστη από αυτούς μια μετασκευή του εξωνάρθηκα της εκκλησίας στην οποία συμπεριλαμβάνεται η προσθήκη επάλξεων και η αναμόρφωση των ανοιγμάτων με οξυκόρυφα τόξα με νευρώσεις. Στην παλαιοχριστιανική βασιλική της Αγίας Παρασκευής στην Χαλκίδα έγινε επίσης μια μεγάλη μετασκευή τον 13 ο αιώνα. Το ιερό έγινε τριμερές και τετράγωνο στην κάτοψη, ενώ τα τρία τμήματα που στεγάσθηκαν με κομψά σταυροθόλια με νευρώσεις που υποστηρίζονται από κατάκοσμα μικρά φουρούσια. Η υπόλοιπη κατασκευή έμεινε και εδώ ξυλόστεγη (13 ος ή 14ος αιώνας). Η Υπαπαντή της Πλάκας στην Αθήνα, πλήρως κατεστραμμένη σήμερα, ήταν επίσης ένα ενδιαφέρον γοτθικό κτίσμα. Γλυπτά αρχιτεκτονικά, σαφώς γοτθικής τεχνοτροπίας, που σώζονται στο βυζαντινό μουσείο των Αθηνών, κάνουν βέβαια την ύπαρξη και άλλων φραγκικών εκκλησιών στην Αθήνα. Στην Κρήτη, τέλος οι Βενετσιάνοι έκτισαν αξιόλογες γοτθικής μορφολογίας εκκλησίες: στα Χανιά τον Άγιο Φραγκίσκο (σημερινό αρχαιολογικό μουσείο) και τον Άγιο Νικόλαο. Στο Ηράκλειο τον Άγιο Φραγκίσκο, τον Άγιο Πέτρο και τον Σωτήρα. Και οι τρεις αυτές εκκλησίες είχαν λιτή σχετικώς εμφάνιση, χωρίς γλυπτά, αλλά εξαιρετικές αναλογίες. Μετά το 1669 η μετατροπή τους σε τζαμιά τις υποβάθμισε σημαντικά. Σήμερα ο Άγιος Πέτρος είναι αποκαταστημένος (χωρίς βέβαια να είναι ανοιχτός στο κοινό καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου). Ο Σωτήρας (San Salvator ή Valide Τζαμί κατά τους Τούρκους) μια μεγάλη ξυλόστεγη

Εικόνα 11. Δυτική όψη του πλέον γκρεμισμένου ναού του Σωτήρα (San Salvator) στο Ηράκλειο της Κρήτης

βασιλική, κατεδαφίστηκε το 1971.

16


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Εικόνα 12. Φωτογραφίες του εναπομείναντος ιερού της Αγίας Σοφίας στην Ανδραβίδα και του σταυροθολίου με τις νευρώσεις.

Εικόνα 13. Φωτογραφίες του αποκαταστημένου ναού του Αγίου Πέτρο των Δομινικανών στο Ηράκλειο της Κρήτης

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Συγκεκριμένα ο ναός του Αγίου Πέτρου στο Ηράκλειο χτίστηκε ως μονόκλιτη βασιλική με μικρό εγκάρσιο κλίτος. Μετά την πρώτη κατάρρευση από σεισμό (ίσως το 1303) ξαναχτίστηκε στην κάτοψη που έχει και σήμερα, της μονόκλιτης βασιλικής. Τους αιώνες 14ο-16ο σταδιακά προστέθηκαν παρεκκλήσια στη νότια πλευρά. Στη διάρκεια αυτών των αιώνων ο ναός κατέρρευσε τουλάχιστον άλλες τρεις φορές. Στην Τουρκοκρατία (1669) μετατράπηκε σε τζαμί και προστέθηκε μιναρές στη Ν.Δ. γωνία. Τον 19ο αι. μετά από νέες καταρρεύσεις, το ένα σταυροθόλιο του ιερού μετατράπηκε σε θόλο και ο βόρειος τοίχος ανακατασκευάστηκε. Τα κελιά σταδιακά καταστράφηκαν, καλύφθηκαν και στις αρχές του 20ού αι. χτίστηκε το κτίριο της Καστέλας που κάλυψε μεγάλο μέρος στα βορειοανατολικά του χώρου του μοναστηριού και μέρος των κελιών. Μετά την απελευθέρωση ο ναός χρησιμοποιήθηκε ως κινηματογράφος και αργότερα ως ξυλουργείο. Η στέγη του σωζόταν μέχρι τη δεκαετία του '70. Όπως επισημαίνει η αρχιτέκτονας μηχανικός Δάφνη Χρονάκη, η κατασκευή του ναού είχε εξαρχής σοβαρότατα προβλήματα στατικής επάρκειας: μικρό πάχος τοίχων, υψίκορμες αναλογίες, έλλειψη συνδετήριων στοιχείων και διαφραγμάτων. Όλα αυτά συντέλεσαν στις επανειλημμένες καταρρεύσεις και στην πολύ μεγάλη δυσκολία στατικής αποκατάστασης. Μετά το 1995 υπήρξαν επάλληλες προσπάθειες αποκατάστασης καθώς και στερέωσης των τοίχων του ναού. Είναι χαρακτηριστικό ότι είκοσι δύο τάφοι καταστράφηκαν για να θεμελιωθούν οι αντηρίδες στη βόρεια πλευρά και πέντε-έξι καταστράφηκαν στο εσωτερικό του ναού οι οποίοι, ωστόσο, αποτυπώθηκαν και σχεδιάστηκαν. Στο εσωτερικό του ναού σώζονται τμήματα βυζαντινών τοιχογραφιών, ενώ σε άλλα σημεία υπάρχουν ίχνη. Οι τοιχογραφίες, έχουν υποστεί τεράστιες φθορές λόγω της γειτνίασης του ναού με τη θάλασσα και όσες έχουν παραμείνει χρήζουν συνεχούς φροντίδας. Εξάλλου, για στατικούς, κυρίως, λόγους ανακατασκευάστηκαν δύο παρεκκλήσια, το Βορειοανατολικό και το Νοτιοδυτικό. Η πλακόστρωση του ναού είναι του 14ου αιώνα που κρατήθηκε και

17


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

διορθώθηκε. Το έργο παραδόθηκε στο δήμο Ηρακλείου το 2010.

Εικόνα 14. Το εσωτερικό της Μονής του Αγίου Φραγκίσκου στα Χάνια (μέχρι πρόσφατα λειτουργούσε ως το αρχαιολογικό μουσείο της πόλης)

Εικόνα 12. Φωτογραφίες του εναπομείναντος ιερού της Αγίας Σοφίας στην Ανδραβίδα και του σταυροθολίου με τις νευρώσεις.

Ακόμη το καθολικό της ενετικής μονής του Αγίου Φραγκίσκου Χανίων που στέγαζε το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης σώζεται στο μεγαλύτερο μέρος του αλλοιωμένο βέβαια από σύγχρονες επεμβάσεις. Στη νότια πλευρά παρουσίαζε διπλή στοά (chiostro) με τα κελιά των μοναχών και άλλα κτίρια. Σήμερα η στοά είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος της ενταγμένη στα σπίτια και τα καταστήματα που υπάρχουν μέχρι την είσοδο της νεότερης καθολικής εκκλησίας. Στη βόρεια πλευρά του ναού του Αγίου Φραγκίσκου σημειώνεται στους χάρτες της εποχής η ύπαρξη ενός κήπου, ανάλογου με αυτόν που υπάρχει σήμερα από την εποχή της λειτουργίας του ως τζαμί. Οι πρόσφατες εργασίες αποκατάστασης του εσωτερικού του ναού αποκάλυψαν τις διάφορες οικοδομικές φάσεις. Το αρχικό τμήμα του ναού διακρίνεται σαφώς στο μέσο του σημερινού και ήταν αρχικά καλυμμένο με ένα είδος σκαφωτής στέγης, που ενισχυόταν από έξεργες νευρώσεις (βεργία). Στην επόμενη φάση έγινε ανακατασκευή της στέγης σε οξυκόρυφη καμάρα και διαχωρίστηκε το εσωτερικό του σε κλίτη. Τα πλάγια στεγάστηκαν με μισή οξυκόρυφη καμάρα. Στη συνέχεια κατασκευάστηκαν τα τρία παρεκκλήσια της βόρειας πλευράς, καλυμμένα από σταυροθόλια με έξεργες νευρώσεις και το γοτθικό μονόγραμμα του Χριστού στο κέντρο τους, και διαμορφώθηκε η βόρεια όψη του ναού. Στα 1605 θα πρέπει να τοποθετηθεί η προς την ανατολή επέκταση του ναού, η οποία Εικόνα 15. Οι ιδιαίτερης μορφής αντηρίδες που συνδέεται ασφαλώς με την δημιουργία της παρουσιάζονται σε τμήμα του κτιρίου Ruga Magistra (οδός Χάληδων) κατά την διάρκεια των εργασιών πολεοδομικής ανασυγκρότησης της πόλης.

18


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Εικόνα 16. Τα ερείπια του τριμερούς ιερού της Παναγιάς της Μπούργκου στη Ρόδο

Ο Μπούρας αναφέρει πως πολλές βυζαντινές εκκλησίες 13ου και 14ου αιώνα, επηρεασμένες από τα φραγκικά μνημεία, είχαν υιοθετήσει μορφές τις γοτθικής αρχιτεκτονικής (όπως η Παναγία η Ραχιώτισσα που βρίσκεται πάνω στην ακρόπολη τού αρχαίου Φλιούντος, βορειοδυτικά της σημερινής Νεμέας). Κοσμικά ή στρατιωτικής φύσεως κτίσματα σώθηκαν επίσης στην Ελλάδα, κτισμένα από τους Σταυροφόρους. Δεν πρέπει να συγχέονται με τα μεταγενέστερα βενετσιάνικα ή γενουάτικα κτίσματα, τα οποία σε πολλά διαφέρουν από τα εξεταζόμενα εδώ. Το κάστρο του Μυστρά, κτισμένο από τον Γουλιέλμο Βιλλαρδουΐνο (1249) και το κάστρο της Γλαρέντσας στη Κυλλήνη είναι τα πιο σπουδαία. Στην πόλη της Ρόδου έχει διασωθεί σειρά μνημείων με μεγάλο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον που ανήκουν στον όψιμο γοτθικό ρυθμό. Το νησί είχε Εικόνα 17. Ρόδος. περάσει στην εξουσία του Οικία αρ. 6. Πλάγια μοναχικού τάγματος των όψη (A. Gabriel) Ιπποτών του Αγίου Ιωάννου (1310) του οποίου τα μέλη έρχονταν από διάφορες χώρες της Ευρώπης (hospitaliers) και ανέπτυξαν μεγάλη δραστηριότητα όχι μόνο στρατιωτική και πολιτική, αλλά και οικοδομική. Έτσι η Ρόδος, κυρίως μετά το 1481 και έως τη πτώση της

19


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Εικόνα 18. Φωτογραφία του εσωτερικού χώρου της Παναγιάς του κάστρου. Τα χαμηλότερα τμήματα είναι βυζαντινής κατασκευής ενώ τα σταυροθόλια στην οροφή αμιγώς γοτθικής τεχνοτροπίας

20


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

στα χέρια των Τούρκων το 1522, οργανώθηκε εν σχέσει με το λιμάνι και τα ισχυρότατα τείχη της (των οποίων πρωτομάστορας ήταν κάποιος Έλληνας, Μανουήλ) και στολίστηκε με εκκλησίες και κοσμικά κτίρια. Ο μαλακός πωρόλιθος της Ρόδου αποδείχθηκε ένα εξαιρετικό υλικό για τη διαμόρφωση των λαξευτών στοιχείων της γοτθικής αρχιτεκτονικής, τοίχων και διακοσμήσεων.

Εικόνα 19. (Πάνω) φωτογραφίες από πρόπλασμα της Παναγιάς της Μπούργκου όπως θα ήταν κατά την ολοκλήρωση της κατασκευής της από τους Ιππότες (κατασκευή: Ματσαμάς-Μπαρτζούκη)και (κάτω) κάτοψη του καθεδρικού (ψηφ. επεξεργασία: Γιάννης Σταυρόπουλος)

Η παλιά πόλη της Ρόδου είναι ένα σύνολο πολύ εντυπωσιακό αρχιτεκτονικά λόγω της μεγάλης πυκνότητας των μνημείων της και της πολύ καλής τους διατήρησης, που οφείλεται εν μέρη στις συστηματικές αποκαταστάσεις που πραγματοποίησαν Ιταλοί αναστηλωτές κατά την δεκαετία του ’30. Από τις γοτθικές εκκλησίες της Ρόδου η σπουδαιότερη, ο Άγιος Ιωάννης δεν σώζεται πια και η Παναγία της Νίκης είναι σε ερείπια. Καλύτερα σώζεται η γοτθικού στυλ κάλυψη της Βυζαντινής Παναγίας του Κάστρου. Αξιόλογο παράδειγμα της εφαρμογής του γοτθικού στυλ στη Ρόδο αποτελεί η λεγόμενη Παναγιά της Μπούργκου. Η κατασκευή του ναού τοποθετείται γύρω στο 14ο αιώνα μ. Χ. Είναι τρίκλιτη βασιλική γοτθικού ρυθμού και είχε διάφορες ονομασίες ανά τους αιώνες, όπως «η Παναγία του Ελέους» και «η Παναγία της Μητρόπολης». Σύμφωνα με πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες ο ναός πρέπει να βρισκόταν σε χρήση μέχρι τις αρχές του 16ου αιώνα και καταστράφηκε κατά την πολιορκία του 1522, από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή. Ο ναός ήταν καθολικός, όπως φαίνεται από τη μορφή και τα χαρακτηριστικά του. Ήταν ένα από τα πρώτα κτίρια που κατασκεύασαν οι ιππότες. Η Παναγιά του Μπούργκου, του Άστεως δηλαδή, είναι κατασκευασμένη εξ ολοκλήρου από ροδίτικο πωρόλιθο. Ο ναός μετατράπηκε σε καθεδρικό ναό των δυτικών, αφιερωμένο στην Αγία Αικατερίνη, περί το 1480, όταν η Παναγία του Κάστρου έπαψε να αποτελεί τον καθεδρικό ναό της Ρόδου.

21


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Εικόνα 20. Προοπτική αναπαράσταση του Καθολικού της μονής Ζαρακά από τον Αναστάσιο Ορλάνδο.

Τα σπουδαιότερα κοσμικά κτίρια της πόλης βρίσκονται στη λεγόμενη οδό των Ιπποτών που συνέδεε το παλάτι του Μαγίστρου (Castello) και ακολουθούσε τη χάραξη μιας παλαιότερης βυζαντινής και της αρχαίας οδού. Το ίδιο το παλάτι του Μαγίστρου είναι μεγαλοπρεπές, τριώροφο, με μεγάλη εσωτερική αυλή και πολυτελείς αίθουσες, αποτελεί ίσως σε μεγάλο ποσοστό νεωτερική ανακατασκευή. Το νοσοκομείο των Ιπποτών (Spedale) είχε επίσης εσωτερική αυλή, γύρω από την οποία διατάσσονται αίθουσες με αξονικές κιονοστοιχίες και δωμάτια για τους αρρώστους. Σήμερα στεγάζει το αρχαιολογικό μουσείο της Ρόδου. Δεύτερο νοσοκομείο είναι εκείνο της Αγίας Αικατερίνης.

Εικόνα 21. Ανθρωπόμορφο διακοσμητικό γλυπτό από τη φραγκική εκκλησία από το φωτογραφικό αρχείο του Χαράλαμπου Μπούρα.

Άλλα μνημεία της μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου είναι η Καστελλανία, το Ναυαρχείο, οι διάφορες πύλες των τειχών και κυρίως τα καταλύματα (Auberges) των ιπποτών από τις διάφορες χώρες της δύσης, της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Προβηγκίας, της Ωβέρνης κ.τ.λ. Υπάρχουν ακόμα πολλά αρχοντικά και απλά σπίτια σε ικανοποιητική κατάσταση συντήρησης. Όλα αυτά τα κτίρια χαρακτηρίζονται από την άριστη κατασκευή, την άψογη τήρηση των κανόνων της υστερογοτθικής μορφολογίας (που οφείλεται σε μετάκληση αρχιτεκτόνων και αρχιμαστόρων από την Ευρώπη) και την εξαιρετική τεχνοτροπική ενότητα του συνόλου. Ας σημειωθεί αφενός ότι οι ιππότες της Ρόδου έκτισαν σπουδαία κάστρα στη περιοχή και αφετέρου ότι στοιχεία της

22


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

γοτθικής αρχιτεκτονικής υιοθετήθηκαν από τους εντόπιους τεχνίτες στην Ρόδο, αλλά και στην Πάτμο και την Μήλο.

ΓΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΔΟΜΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΓΟΤΘΙΚΟΥ ΡΥΘΜΟΥ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΑ ΜΕ ΤΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ

Α

ν και η γοτθική αρχιτεκτονική προήλθε από την εξέλιξη της ρομανικής, όπως ήδη αναφέρθηκε από πλευράς ύφους και τρόπων εκφράσεως διαφέρει βασικά από αυτήν. Υπάρχουν ελάχιστα κτίρια που θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως μεταβατικά από το ένα στυλ στο άλλο, κι αυτό μας κάνει να πιστέψουμε ότι τα γοτθικά μνημεία δεν είναι μόνο τα ώριμα αποτελέσματα της συνεχούς εξέλιξης και των απείρων αναζητήσεων των ρομανικών, αλλά κάτι περισσότερο. Οι διαφορές στη γενική σύλληψη των έργων και στην αίσθηση του χώρου είναι ουσιαστικές. Πράγματι, η μεγάλη δραστηριότητα και η ταχύτατη υιοθεσία μερικών νεωτερισμών δημιουργούν την εντύπωση ότι ο γοτθικός ρυθμός «εφευρέθηκε» κατά κάποιο τρόπο στην Ιλ ντε Φρανς σε μια σειρά από μνημεία που αναφέρθηκαν (Saint Denis, Sens, Noyon). Η εμπειρία από τους σπουδαίους αυτούς ναούς θα οδηγήσει στο ώριμο γοτθικό στυλ, μεταξύ 1190 και 1300 και όπως είπαμε προηγουμένως θα διαδοθεί παντού. Βασικές αρχές σχεδιασμού του γοτθικού ρυθμού είναι η εφαρμογή ενός τύπου ελαφρού θόλου με εντοπισμένες ωθήσεις, έτσι ώστε να επιτρέπει την διάρθρωση των τοιχωμάτων ως αφόρτιστων διαφραγμάτων, και συγχρόνως με ευελιξία στην στέγαση οποιουδήποτε σχήματος χώρου, που δημιούργησε τον νέο αρχιτεκτονικό αυτό τρόπο. Άλλες τελειοποιήσεις, όπως το οξυκόρυφο τόξο, η ανάλυση των στηριγμάτων σε σύνθετα στοιχεία, και η εφαρμογή των εξωτερικών αντηρίδων, έδωσαν τα βασικά γνωρίσματα του ρυθμού: την εξαύλωση στον εσωτερικό χώρο αφενός, την ανάταση αφετέρου. Τα επιτεύγματα αυτά οι αρχιτέκτονες των γοτθικών μητροπόλεων τα αξιοποίησαν εισάγοντας πλήθος από νέες αρχιτεκτονικές μορφές με μια εκπληκτική ενότητα και συνθέτοντας πολλά και μεγάλα κτίρια, το καθένα από τα οποία έχει την δική του προσωπικότητα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλές γοτθικές εκκλησίες είναι αρχιτεκτονικά αριστουργήματα από τα επιβλητικότερα δημιουργήματα του ανθρώπινου πνεύματος. Η ισορροπία των γοτθικών ναών βασίζεται σε ένα σύστημα ωθήσεων και αντιστηρίξεων, υπολογισμένο μέχρι την μικρότερη λεπτομέρεια του. Οι εντοπισμένες πια ωθήσεις από την στέγαση του μεγάλου μεσαίου κλίτους παραλαμβάνεται

Εικόνα 22. Ενδεικτικό διάγραμμα ροής των φορτίων πάνω σε μια τυπική τομή γοτθικού καθεδρικού ναού με την ορολογία συγκεκριμένων στοιχείων που συναντάμε στο γοτθικό ρυθμό να αναγράφεται στα δεξιά στην αγγλική γλώσσα

23


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

από τα τόξα και διαβιβάζονται σε εξωτερικές αντηρίδες που αποκτούν μεγαλύτερη ευστάθεια με τα πρόσθετα βάρη των πυργοειδών κορυφωμάτων τους. Ο φέρων οργανισμός των κολοσσιαίων αυτών κτιρίων μπορεί να αναλυθεί σε ένα σοφό σύστημα από κατακόρυφα στηρίγματα αντηρίδες, τόξα και σταυροθόλια, σε ένα σκελετό νευρώδη που δεν αποκρύπτεται από τον θεατή και ο οποίος όμως δεν είναι ορατός ποτέ στο σύνολο. Παράλληλα οι διατομές των φερόντων στοιχείων μειώνονται όσο γίνεται περισσότερο, έτσι ώστε να πλησιάζουν κάποτε τα όρια καταπονήσεως της ύλης. Έτσι πολλές φορές στο εσωτερικό των γοτθικών ναών απορεί κανείς για την επάρκεια τόσο εκλεπτυσμένων στοιχείων, γιατί αγνοεί αισθητικά τις πελώριες αντηρίδες που υποβαστάζουν το κτίριο. Οι νευρώσεις, που παραλαμβάνουν τα βάρη των θόλων και τα μεταφέρουν μέσω των στηριγμάτων στη γη, με την πλαστική τους διαμόρφωση δείχνουν ότι συγκεντρώνουν όλη τη δράση των δυνάμεων, δίνοντας έτσι μια υπερβολική δυναμικότητα στο εσωτερικό του κτιρίου. Η εξαΰλωση, που πολλές φορές παρατηρούμε στους βυζαντινούς ναούς, επιτυγχάνεται εδώ όπως και η έννοια του απείρου χώρου, αλλά τα εκφραστικά μέσα είναι τελείως διαφορετικά. Η δυναμικότητα τονίζεται και στο εξωτερικό των γοτθικών ναών. Τα κωδωνοστάσια, οι πύργοι στην διασταύρωση των κλιτών και πλήθος άλλα στοιχεία που διαπλάθονται με κορυφώματα, γίνονται μικρά ή μεγάλα λίθινα βέλη στραμμένα προς τον ουρανό. Λιγότερο ίσως πνευματικός από τον βυζαντινό, ο γοτθικός ρυθμός εμπνέει τα συναισθήματα του υψηλού και εκφράζει έντονη θρησκευτικότητα.

Εικόνα 23. Αξονομετρική άποψη του παράλληλου διαδρόμου στο κεντρικό κλίτος του γοτθικού ναού της μητροπόλεως της Αμιένης σε τομή κατά πλάτος από τον Viollet-le-Duc

Το αναλυτικό πνεύμα που δεσπόζει στις μητροπόλεις της Ευρώπης, αντίθετο με το συνθετικό του Βυζαντίου, αποκαλύπτει τον ορθολογισμό των λαών της. Είχε ήδη διαφανεί στα ρομανικά κτίρια, αλλά τώρα γίνεται η πρώτη μορφολογική αρχή. Η αισθητική του καταξίωση στα μεγάλα γοτθικά μνημεία δεν μας κάνει όμως να πιστέψουμε ότι αυτό δεν υπήρξε η σπουδαιότερη αρετή τους, όπως επέμενε ο Viollet-le-Duc πριν από εκατό περίπου χρόνια. Σήμερα υπάρχει η τάση μιας περισσότερο πλουραλιστικής ερμηνείας του καθενός από τα γιγαντιαία αυτά κτήρια, βασισμένης στην πολύπλοκη λειτουργεία τους, τις ανάγκες αναπτύξεως του γλυπτικού διακόσμου και άλλους παράγοντες.

Η έννοια της κλίμακος εισάγεται αμέσως στον γοτθικό ναό. Οι μικροί λίθοι από τους οποίους έχει κτιστεί, συγκρινόμενοι με τις μεγάλες γενικές διαστάσεις του, αυξάνουν αισθητικά τον χώρο. Η κλίμακα του ανθρώπου είναι επίσης πάντα παρούσα, με χρηστικά στοιχεία και μέλη που μένουν μικρά, όπως απλές

24


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

βαθμίδες, στασίδια, προσκυνητάρια, θωράκια κ.τ.λ. Η κλίμακα του διακόσμου βοηθάει στο επιθυμητό αποτέλεσμα με τα πολυάριθμα, μικρού μεγέθους κατά κανόνα αγάλματα, και τα άπειρα θέματα στολισμού, κυρίως στις όψεις. Μεγάλη σημασία τέλος από πλευράς χώρου έχουν οι άξονες στο εσωτερικό του ναού: δεσπόζει ο κατά μήκος άξων και ο κατακόρυφος. Οι αντιθέσεις και οι σχέσεις των δύο αυτών αξόνων δημιουργούν την ιδιομορφία του εσωτερικού χώρου. Στην γοτθική αρχιτεκτονική δεν διακρίνουν (όπως στην ρομανική) πολλές σχολές. Η ωριμότητα των εκφραστικών τρόπων, που αντικαθιστά τις συνεχείς αναζητήσεις του 11ου και του 12ου αιώνα, οδηγεί σε κοινή αποδοχή των νέων τρόπων. Διακρίνουν δύο μόνον ενότητες στη Γαλλία, μία για τη Βόρειο και μία για τη Νότιο. Διακρίνουν επίσης γερμανικό γοτθικό και ισπανικό γοτθικό ρυθμό, αν και η γαλλική καταγωγή τους είναι προφανής. Στην Αγγλία διαπιστώνεται μια διαφοροποίηση που δεν έχει σχέση με τοπικές σχολές, αλλά με την εξέλιξη του στυλ και με μορφολογικούς νεωτερισμούς (Decorated, Perpendicular, Tudor). Αλλά και στην ηπειρωτική Ευρώπη γίνεται μια χρονική διάκριση με την ωρίμανση της μορφολογικής εκφράσεως, την διεθνή διάδοση της και την ευχερή εφαρμογή των τρόπων κατασκευής και κυρίως των μορφών. Μία από τις εκδηλώσεις του διεθνούς αυτού στυλ είναι ο φλογόμορφος γοτθικός ρυθμός (1380-1540), που πήρε το όνομα του από τις φλόγες με τις οποίες μοιάζουν οι προς τα άνω απολήξεις των παραθύρων. Κατά την εποχή αυτή πια δεν κτίζονται μεγάλες μητροπόλεις αλλά μικρότερες εκκλησίες και χρηστικά κτίρια. Ανάλογα με την αρχιτεκτονική ο όψιμος γοτθικός τρόπος εκδηλώνεται και στην ζωγραφική και τη γλυπτική και έμμεσα δημιουργεί κάποιες από τις προϋποθέσεις της μεγάλης καλλιτεχνικής άνθησης αργότερα, κατά την Αναγέννηση. Ειδικότερα στη Ιταλία και καθαρά τα γοτθικά κτίρια είναι ολιγάριθμα. Πολλά μνημεία την εποχή αυτή επηρεάζονται λίγο ή πολύ από το κυρίαρχο στυλ αλλά παρουσιάζουν έντονες ιδιομορφίες. Εν πάση περιπτώσει τα καθαρώς γοτθικά στοιχεία μπήκαν στην Ιταλία μέσω των μοναχικών ταγμάτων (Κικστερκιανών, Chanoines και Φραγκισκανών) και του βασιλικού οίκου του Anjou. Κατά τον όψιμο Μεσαίωνα, εκτός από τις εκκλησίες, κτίζουν και άλλα μνημειώδη κτίρια θρησκευτικού ή όχι χαρακτήρος, σε ολόκληρη την Ευρώπη, πολλά από τα οποία είναι μεγάλου καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος. Έχουμε έτσι κτίσματα μονών, κλειστές αυλές (cloîtrés), τράπεζες, συνοδικά, κοιτώνες, μαγειρεία κ.τ.λ. Στις πόλεις, εκτός από τα τείχη και τον μεγάλο πύργο (donjon), υπήρχαν ενίοτε ανάκτορα, ιδιωτικά μέγαρα, κτίρια περιθάλψεως (Hôtel-Dieu) και σχολεία. Τα δημαρχεία επίσης γίνονταν αντικείμενο μεγάλης φροντίδας, ιδίως στη Φλάνδρα και τη Γερμανία. Στην Αγγλία εντυπωσιάζουν οι μεγάλες ξυλόστεγες σιταποθήκες (Barns) που σώθηκαν σε σημαντικό αριθμό.

Εικόνα 24. Σχεδιασμός πύργων από τοιχοποιία. Με ενιαίες γραμμές στο διάγραμμα οι παραδοσιακοί κανόνες και με διακεκομμένη τα αποτελέσματα επιστημονικών υπολογισμών τυπικών τιμών τοιχοποιίας για αντοχή σε δυναμικές καταπονήσεις όπως ο αέρας

25


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ ΔΟΜΗΣ

Ό

πως στην ρομανική, έτσι και στη γοτθική αρχιτεκτονική, το κύριο υλικό δομής είναι η πέτρα. Τα είδη των λίθων που εφαρμόζονται είναι πολλά και κατά κανόνα συμπίπτουν με τα υπάρχοντα σε κάθε περιοχή. Στην Γαλλία υπάρχει μία μέγιστη ποικιλία πωρόλιθων, σκληρών ή όχι, ανοιχτού χρώματος, χονδροκόκκων, λαμπρού υλικού για λάξευση και κατεργασία. Στην Ιταλία χρησιμοποιούν και μάρμαρα. Στα γοτθικά κτίρια της Ελλάδας έχουν χρησιμοποιήσει και αρχαίο υλικό σε δεύτερη χρήση (Στύμφαλος). Σπανιότερα χρησιμοποιούνται τούβλα (Γερμανία, Λομβαρδία). Ο αρχιτέκτων Χαράλαμπος Μπούρας στο δεύτερο τόμο της ιστορίας της αρχιτεκτονικής αναφέρει: «Η κατεργασία του λίθου στο κτίσιμο των γοτθικών μητροπόλεων φθάνει σε τελειότητα. Οι λιθοξόοι δεν δημιουργούν μόνο άψογες επιφάνειες τοίχων, αλλά με μεγάλη ικανότητα λαξεύουν σύνθετα λίθινα μέλη, με πολύπλοκη πολλές φορές διατομή, με τα οποία θα σχηματισθούν πολυμερή στηρίγματα, νευρώσεις τόξων και θόλων και άλλα πολυσύνθετα στοιχεία. Πολλά από αυτά λαξεύονταν σε τελική μορφή μετά από την τοποθέτηση τους. Η τάση ελάφρυνσης των κατασκευών και αφαίρεσης κάθε περιττής μάζας, που δεν είχε στατική καταπόνηση, θα οδηγήσει σε λίθινες μορφές, που μοιάζουν εκ πρώτης όψεως με ξύλινες ίσως, ή από άλλο υλικό. Στην διακόσμηση δεσπόζει η κατεργασία του αυτοφυούς υλικού δομής. Οι λίθοι κτίζονται με ισχυρό κονίαμα. Η δομή, με μικρά στοιχεία και κονίαμα, δίνει μια ελαστικότητα στο σύνολο και συγχρόνως ευκολύνει πολύ τις μεταφορές υλικών, δυσκολότατες κατά τον Μεσαίωνα.

Εικόνα 25. Τρία τόξα κεντρικού κλίτους γοτθικής εκκλησίας με σύνθετα βεργία. Αναλυτικό σχέδιο των λαξευτών θολιτών που τα συναποτελούν (Viollet-le-Duc)

Το ξύλο σε φέρουσες στέγες χρησιμοποιείται πολύ πιο σπάνια. Συνηθέστατη (σχεδόν απαραίτητη) είναι όμως η εφαρμογή του, σ’ όλες τις μεγάλες γοτθικές εκκλησίες, σε στέγες οι οποίες διαμορφώνονται πάνω από τους θόλους και αποσκοπούν να δώσουν μεγάλη κλίση στην επικάλυψη που τους στεγανώνει. Γενική χρήση ξύλων γινόταν σε μη θρησκευτικά κτίρια, κυρίως σε κατοικίες, με αποτέλεσμα τις συχνές καταστροφές από πυρκαγιά στις μεσαιωνικές πόλεις. Στις περιπτώσεις κατοικιών ή άλλων κτισμάτων, από ξύλο γίνονταν όχι μόνο τα πατώματα και οι στέγες αλλά και οι τοίχοι των οποίων οι ξυλοδεσιές ήταν εμφανείς, με διακοσμητική πρόθεση μερικές φορές (Αγγλία). Σε μικρά θρησκευτικά κτίρια ή αίθουσες με κάποια πρόθεση μνημειώδους εμφανίσεως (ανάκτορα, πύργοι, δημαρχεία) γίνονταν ενίοτε ξύλινες πολυτελείς στέγες, εμφανείς εσωτερικά.» Για τη θολοδομία θα γίνει λόγος αργότερα μαζί με τις αρχιτεκτονικές μορφές. Για τον τρόπο κατασκευής τους θα πρέπει να σημειωθεί ότι στις γοτθικές εκκλησίες έγινε δυνατή η κατά μεγάλο μέρος κατάργηση των ξυλοτύπων όπως τονίζει ο Μπούρας. Σε αντίθεση με τους ρομανικούς θόλους, στους οποίους ο πλήρης ξυλότυπος ήταν απαραίτητος, τώρα εφαρμόζονται λίθινες νευρώσεις πάνω στις οποίες στηρίζονται τα συμπληρωματικά θολωτά τμήματα. Ο κατασκευαστής υποβοηθείται μόνο από ένα ελαφρό ξύλινο τόξο (circe) πάνω στο

26


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Εικόνα 26. Κινητός ξυλότυπος για τη στήριξη μιας σειράς θολιτών στην γοτθική θολοδομία (Viollet-le-Duc)

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

οποίο προσωρινά στηρίζει τους τομείς που αποτελούν τα επιμέρους θολωτά τμήματα. Όλοι οι θόλοι γίνονται από λίθινους, πλήρως λαξευμένους, θολίτες. Τα τούβλα είναι και στην περίπτωση αυτή σπάνια. Χρησιμοποιούνται και εδώ ισχυρά κονιάματα. Άλλα υλικά και τεχνικές που εφαρμόζονται επίσης είναι: έγχρωμα ιστορημένα υαλοστάσια με σκελετό από μολύβι, μέταλλα στις πόρτες και

τα ανοίγματα, επενδύσεις στεγών από χαλκό ή μόλυβδο κ.τ.λ. Για τους αρχιτέκτονες και τους οικοδόμους των γοτθικών ναών υπάρχει αρκετά μεγάλος αριθμός πληροφοριών για την οργάνωση τους. Στις πόλεις σχημάτιζαν μια από τις κλειστές συντεχνίες που λειτουργούσαν με εσωτερικό κανονισμό, αυτοτέλεια στον τρόπο εργασίας και επαγγελματικά μυστικά. Ο αρχιμάστορας κοινωνικά δεν ξεχωρίζει από τους χειρωνάκτες συντρόφους του, αλλά είναι σε θέση να δώσει σχέδια του κτιρίου, να οργανώσει πλήρως το εργοτάξιο, να φτιάξει χνάρια, να χαράξει και να λαξεύσει τις δύσκολες διατομές και να αποπερατώσει τα παντοειδή γλυπτά. Σε αντίθεση με τη ρομανική περίοδο, ελάχιστοι κληρικοί ασχολούνται με την ανέγερση εκκλησιών. Η προχωρημένη τεχνική και οι απαιτούμενες γνώσεις γεωμετρίας ή στατικής κάνουν την οικοδομική δύσκολη εργασία που δεν επιδέχεται αυτοσχεδιασμούς. Σημαντικός αριθμός αρχιτεκτόνων της εποχής έχει διασωθεί, πλην όμως είναι βέβαιο ότι η κοινωνική τους προβολή ήταν περιορισμένη και η παιδεία τους εμπειρική και εξειδικευμένη. Οι αρχιτέκτονες παρουσίαζαν ξύλινες μακέτες και σχέδια στους εργοδότες, αν και οι μεταβολές κατά το διάστημα της εκτέλεσης του έργου ήταν πολύ συνηθισμένες. Μέσα στις συντεχνίες κυκλοφορούσαν τετράδια με σχέδια, θέματα διακοσμητικά, συστήματα χαράξεων και σκαριφήματα οικοδομικών μηχανημάτων. Μερικά από αυτά σώθηκαν (όπως το περίφημο λεύκωμα του Villard de Honnecourt) και μαζί με τα κείμενα, κυρίως συμφωνητικά κατασκευής, μας δίνουν μια εικόνα των συνθηκών εργασίας της γοτθικής περιόδου.

ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ

Α

ν και οι νέοι κατασκευαστικοί τρόποι της γοτθικής αρχιτεκτονικής άλλαξαν εκ βάθρων την μορφολογία των ναών στην Δύση, το γενικό σχέδιο της κάτοψης δεν υπέστη μεγάλες μεταβολές όπως υποστηρίζει και ο Χ. Μπούρας. Στις μεγάλες μητροπόλεις θα έχουμε και πάλι το γενικό σχήμα της τρικλίτου βασιλικής, με το εγκάρσιο κλίτος. Σπανιότερα έχουμε διπλά πλάγια κλίτη και την εκκλησία πεντάκλιτη (Bourges, Παναγία των Παρισίων). Οι περιφερειακοί διάδρομοι (deambulatoires) που συναντώνται στη ρομανική αρχιτεκτονική καθώς και τα ακτινωτά παρεκκλήσια γενικεύονται στις μεγάλες εκκλησίες. Το ένα από αυτά, το ευρισκόμενο στον άξονα του μνημείου, είναι πάντοτε αφιερωμένο στην Παναγία και ενίοτε γίνεται κάπως μεγαλύτερο από τα άλλα. Στην Αγγλία ιδίως, και αν ακόμα ο ναός δεν έχει ακτινωτά παρεκκλήσια, διαμορφώνεται ένα προέχον αξονικό πάντοτε (Lady chapel). Στην Αγγλία επίσης συνηθίζεται πολύ περισσότερο η ορθογώνια εξωτερικά κόγχη του ιερού, που είναι πολύ σπανιότερη στη Γαλλία (Πουατιέ, Λαν). Ο περιμετρικός διάδρομος δεν ήταν πάντοτε κυκλικός. Στα γοτθικά γίνεται πολλές φορές πεντάγωνος ή επτάγωνος σε κάτοψη. Οι εκκλησιές των Κικστερκιανών (ανάμεσα στις οποίες περιλαμβάνονται τα γοτθικά μνημεία της Ελλάδας) έχουν επίσης ορθογώνια την κόγχη του ιερού και ποτέ περιμετρικό διάδρομο. Λόγοι οικονομίας αλλά και λιτότητας (που χαρακτήριζε το τάγμα αυτό των μοναχών) επέβαλαν την απλή αυτή λύση. Άλλες παραλλαγές στην κάτοψη

27


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

δημιουργούνται με την αξιοποίηση του χώρου που σχηματίζεται ανάμεσα στις γιγαντιαίες εξωτερικές αντηρίδες που περιβάλλουν την εκκλησία. Μια χαμηλή κάλυψη, θολωτή συνήθως, και η κατάργηση του εξωτερικού τοίχου δίνουν την δυνατότητα διαμόρφωσης παρεκκλησιών. Στην Παναγία των Παρισίων και τη μητρόπολη της Αμιένης π.χ. έχουμε αυτή τη λύση. Άλλη διαφορά από τα ρομανικά παραδείγματα, σαφής και στην κάτοψη είναι η διαμόρφωση μνημειωδών πυλώνων στις πλάγιες πλευρές, στα δύο άκρα του εγκάρσιου κλίτους. Οι κρύπτες κάτω από το ιερό καταργούνται τώρα στις περισσότερες εκκλησίες. Ποικιλίες στο εγκάρσιο κλίτος δημιουργούν παραλλαγές κατόψεων επίσης. Μπορεί να μην υπάρχει διόλου εγκάρσιο κλίτος (Albi π.χ.) να είναι τριπλό (Σαρτρ, Ρουέν, Κολωνία) ή και διπλό (St. Quen, Rouen).

Εικόνα 27. Σχηματική κάτοψη γοτθικής μητροπόλεως. 1. 2. 3. 4. 5. 6. 7. 8. 9. 10. 11.

Παρεκκλήσιο της Παναγίας Περιμετρικός διάδρομος ιερού Ακτινωτά παρεκκλήσια Αψίδα του ιερού Μεσαίο κλίτος Πλάγιο παρεκκλήσιο Εγκάρσιο κλίτος Σημείο διασταυρώσεως των κλιτών Πλάγια κλίτη Το μεσαίο ή κεντρικό κλίτος Πλευρικά παρεκκλήσια (H. Focillon)

Όλα αυτά αναφέρονται σε μεγάλες εκκλησίες κυρίως μητροπόλεις (καθεδρικούς ναούς, cathedrals). Υπάρχει όμως και μεγάλος αριθμός μικρότερων μνημείων, πολλά από τα οποία είναι μεγίστης σημασίας (όπως π.χ. η Sainte Chapelle στο Παρίσι ή ο Άγιος Στέφανος στο Westminster) που έχουν απλή μονόκλιτη κάτοψη, όπως υπάρχουν και μικρότερες τρίκλιτες βασιλικές, κυρίως σε μοναστήρια. Ο τύπος της hall church, χωρίς τριφόρια, γυναικωνίτες, φωταγωγούς αλλά περίπου ισοϋψή τα τρία κλίτη, τύπος πολύ διαδεδομένος στις Γερμανόφωνες χώρες, δημιουργήθηκε επίσης στην Γαλλία (Άγιος Πέτρος στο Poitiers, 1162) χωρίς ιδιαίτερα στατικά προβλήματα και με ικανοποιητικό τον φωτισμό χάρη στα πλευρικά μεγάλα παράθυρα. Το γενικό σχέδιο των γοτθικών εκκλησιών συμπληρώνεται και με άλλα στοιχεία, πλάγιες αυλές (cloîtres, cloisters) όταν έχουν σχέση με μονή, σκευοφυλάκια, συνοδικά για την συγκέντρωση των κληρικών (περίκεντρα κτίρια στην Αγγλία, chapter houses), παρεκκλήσια κ.τ.λ.

ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΜΟΡΦΕΣ Για άλλη μια φορά ο Χαράλαμπος Μπούρας αναφέρει: «Οι γοτθικές μητροπόλεις δεν πρέπει να θεωρηθούν απλές εκκλησίες, όπως στην ανατολική Ευρώπη. Παίρνουν βασική σημασία στην κοινωνική ζωή των πόλεων και κτίζονται επί σειρά γενεών. Στον μεσαιωνικό κόσμο, που είχε ελάχιστες δυνατότητες καλλιέργειας, η μητρόπολη πήρε την θέση του σχολείου, μουσείου, αιθούσης για μουσική και συγχρόνως κέντρου κοινωνικής ζωής. Η σημασία τους είναι πολλές φορές ιστορική για μια πόλη και οι δυνατότητες εξυπηρέτησης των πιστών τεράστιες. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της μητροπόλεως της Αμιένης, εκτάσεως 7700 τετραγωνικών μέτρων, η οποία μπορούσε να περιλάβει δέκα χιλιάδες άτομα,

28


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

δηλαδή το σύνολο του τότε πληθυσμού της πόλεως. Το κολοσσιαίο μέγεθος των μητροπόλεων, σε αντίθεση με τα μικρά μεσαιωνικά σπίτια γύρω τους, εξέφραζε την έντονη θρησκευτικότητα της μεσαιωνικής κοινωνίας. Τα πανύψηλα κωδωνοστάσια των γοτθικών ναών, που δέσποζαν στις μικρές σχετικά πόλεις και τους οικισμούς, ορατά από μεγάλες αποστάσεις στις πεδιάδες της Δυτικής Ευρώπης, έγιναν τα σύμβολα μιας μεγάλης εποχής. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά κανόνα υπήρχαν δυσανάλογα μεγάλες προθέσεις, προγραμματίζονταν ογκώδη και επιβλητικά κτίρια, ακόμα και όταν τα οικονομικά μέσα δεν υπήρχαν και προσφέρονταν από τους ευγενείς, τον κλήρο και τους ανθρώπους των πόλεων χρήματα για την αποπεράτωση τους. Προσφορά υλικών και χειρωνακτικής εργασίας από τους πιστούς, συνηθισμένη στον πρώιμο Μεσαίωνα, δεν αναφέρεται πλέον την εποχή αυτή.»

Εικόνα 28. Σχηματική παράσταση διαφόρων τύπων γοτθικών σταυροθολίων , σε άνοψη

Κατά τον Μπούρα αλλά και πολλών άλλων ιστορικών της αρχιτεκτονικής, η εφεύρεση και η εφαρμογή των διαγωνίων τεθλασμένων νευρώσεων σε υπερυψωμένα σταυροθόλια έφερε επανάσταση στη δυτική ναοδομία. Η κατανόηση των μεγάλων πλεονεκτημάτων του νέου συστήματος και η αποκλειστική σχεδόν εφαρμογή του στην κάλυψη των ναών έγινε αφετηρία της δημιουργίας του νέου στυλ στην Κεντρική Γαλλία, τον 12 ο αιώνα.

Από παλαιότερα είχαν ήδη εμφανιστεί πρώιμα σταυροθόλια με διαγώνιες νευρώσεις. Δεν τα αγνοούσαν οι βυζαντινοί (Παναγιά του Οσίου Λουκά, Καμπιά) και τα χρησιμοποιούσαν ήδη από τον 11ο αιώνα οι Λομβαρδοί αρχιτέκτονες (Αγ. Αμβρόσιος στο Μιλάνο). Λίγο αργότερα τα ξαναβρίσκουμε στην Αγγλία, στο Durham. Η αξιοποίηση όμως και η γενίκευση τους αρχίζει τώρα. Ατελείωτες, επιστημονικές έρευνες, θεωρίες και αντιδικίες σχετίζονται με το πρόβλημα του ogive όπως λέγεται, του οξυκόρυφου διαγώνιου ενισχυτικού τόξου και κυρίως της καταγωγής του. Διαβλέπουν αφετηρίες ρωμαϊκές (τα χυτά σταυροθόλια των αυτοκρατορικών χρόνων), αραβικές (τους σφαιρικούς θόλους που υποστηρίζονται από αλληλοτεμνόμενα τόξα, όπως της Κόρδοβας), αρμενικές (με διαγώνια τοξωτά φέροντα τοιχία και αναλυτικό πνεύμα στο εσωτερικό των εκκλησιών) ή και βυζαντινές (νευρώσεις σε τρούλους και σταυροθόλια). Το πράγμα δεν έχει τόση σημασία γιατί ποτέ ως τότε δεν είχαν καταλάβει τα πραγματικά σπουδαία πλεονεκτήματα του νέου τύπου έναντι των καμάρων ή των απλών λίθινων σταυροθολίων. Αυτά είναι σύμφωνα με τον καθηγητή Χ. Μπούρα: 1. Εντοπισμένα φορτία σε τέσσερα μόνο σημεία 2. Δυνατότητα διαμόρφωσης αφόρτιστων τυμπάνων των υποκείμενων τόξων και διάνοιξης παραθύρων κάθε μεγέθους, αμέσως κάτω από τους θόλους 3. Ελαφρότητα ολόκληρης της κατασκευής, με πλεονεκτήματα όχι μόνο τεκτονικά αλλά και αισθητικά 4. Έκφραση και με τους θόλους καλύψεως του αναλυτικού πνεύματος που πρυτανεύει στον γοτθικό ρυθμό 5. Κατάργηση των ξυλοτύπων 6. Έναντι των ξύλινων στεγών, ασφάλεια (απρόσβλητα από πυρκαγιά)

29


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Οι ισχυρές πλάγιες ωθήσεις των τεσσάρων τόξων μετώπου (formerets) των νευρωτών γοτθικών σταυροθολίων αντιμετωπίσθηκαν με εξωτερικές αντηρίδες. Η ανάγκη αυτές να φθάσουν ως το ύψος του υπερυψωμένου μεσαίου κλίτους, χωρίς όμως να καταλάβουν τον χώρο των πλαγίων κλιτών, οδήγησε σε έναν νέο τύπο αντηρίδων, τις λεγόμενες επίστεγες (arcs boutants, flying buttresses, Strebebogen), οι οποίες με μεγάλα τεταρτοκυκλικά κυρίως τόξα γεφυρώνουν τα απαιτούμενα ανοίγματα. Έτσι τα εσωτερικά στηρίγματα έγιναν εξαιρετικά λεπτά και το εσωτερικό του ναού απέκτησε μια ελαφρότητα άνευ προηγουμένου στην αρχιτεκτονική. O ιστορικός της τέχνης Robert Branner (1927–1973) επισημαίνει πως το σύστημα των νευρώσεων των θόλων έγινε η βάση της σύνθεσης των γοτθικών κτισμάτων. Βρισκόμαστε στους αντίποδες των ρομανικών, με τις βαριές τοιχοποιίες που μετά βίας έπαιρναν τις πλάγιες ωθήσεις των λίθινων καμάρων. Η δυνατότητα διάνοιξης παραθύρων οδήγησε στην κατάργηση σχεδόν των τοίχων. Τα κενά υπερτερούν απολύτως πάνω στα πλήρη. Η προσπάθεια των αρχιτεκτόνων να φωτίσουν άπλετα το εσωτερικό, φθάνοντας σε υπερβολή, έφερε σε μερικές περιπτώσεις την διάλυση σχεδόν του κτιρίου, όπως είδαμε και προηγουμένως. Τα αφόρτιστα διαφράγματα των τόξων δημιούργησαν άλλωστε νέες μορφολογικές δυνατότητες και έγιναν αιτία να γενικευθούν τα έγχρωμα υαλοστάσια (vitraux).

Εικόνα 29. Δίλοβο εγγεγραμμένο άνοιγμα με τετράφυλλο σε όψη και σε κάτοψη. Από την Μητρόπολη της Ρενς (P. Frankl).

Οι προδρομικές μορφές των σταυροθολίων με νευρώσεις (λομβαρδικά κ.τ.λ.) έμεναν σε καθαρά κυλινδρικές επιφάνειες των τεσσάρων συμπληρωματικών τμημάτων, με ημικυκλικά τόξα μετώπου, και είχαν τις νευρώσεις απλές, διατομής ορθογωνίου. Στα γοτθικά, τα τέσσερα τόξα μετώπου γίνονται οξυκόρυφα, τα θολωτά μέρη ισχυρά υπερυψωμένα και οι νευρώσεις παίρνουν ειδική μορφή, ημικυκλική στην αρχή, τριών τετάρτων κύκλου ή και με κυμάτια αργότερα. Γρήγορα αρχίζουν οι παραλλαγές πάνω στο αρχικό θέμα με την προσθήκη και άλλων νευρώσεων. Έτσι προσέθεσαν νευρώσεις μεταξύ των κορυφαίων σημείων των διασταυρώσεων των διαγωνίων και των κλειδών των τόξων μετώπου (liernes). Άλλη μορφή δημιουργήθηκε αργότερα, όταν οι νευρώσεις αυτές δεν προεκτάθηκαν μέχρι τα τόξα του μετώπου, αλλά συνδέθηκαν, με άλλες πάλι νευρώσεις, λίθινες πάντα με πλαστική διάπλαση και σε συνδυασμό με τα απλά ενισχυτικά τόξα (που χωρίζουν τον ένα θόλο από τον άλλο), δημιούργησαν ένα πλέγμα στο οποίο περιοριζόταν η δράση των δυνάμεων, για να συγκεντρωθεί τέλος στους λεπτούς ημικίονες κατά μήκος των τοιχωμάτων ή στους αυτόνομους κίονες και τα στηρίγματα.

Αργότερα εμφανίζονται ακόμα πιο πολύπλοκες κατασκευές, με νευρώσεις που διαχωρίζουν τα θολωτά τμήματα. Έτσι θα έχουμε τους σύνθετους θόλους, που επικρατούν στην Αγγλία τον 14 ο αιώνα (Διακοσμητικό στυλ), με τις νευρώσεις σε σχήμα αστεροειδές εν προβολή ή ακόμα αργότερα (Κατακορυφισμός) σε σχήμα ριπιδίου (fan vaults). Τον 15ο αιώνα η τεχνική τελειότητα των θόλων οδηγεί σε υπερβολικά λεπτές κατασκευές, με χαρακτήρα σχεδόν διακοσμητικό. Οι ριπιδοειδείς θόλοι, με ακροβατικές στατικώς λύσεις, καταλήγουν σε θόλους με μετεωριζόμενα κρεμαστά κλειδιά. Η αύξηση των νευρώσεων έχει περιορίσει τα συμπληρωματικά θολωτά τμήματα στο ελάχιστο. Οι κομψές αυτές μορφές θόλων, με τα κρεμάμενα κλειδιά, εφαρμόσθηκαν κυρίως στην Αγγλία, σπανιότατα αλλού.

30


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Εικόνα 30.

Όλα τα προηγούμενα αφορούν σε θόλους που καλύπτουν τετράγωνους Δύο τυπικά κιονόκρανα διακοσμημένα με crochets (Viollet-leή ορθογώνιους σε κάτοψη χώρους. Duc) Υπάρχουν παραλλήλως λύσεις καλύψεως χώρων τραπεζοειδών ή πολυγωνικών σε προβολή, λύσεις βασιζόμενες στην ίδια αρχή του χωρισμού με ισχυρές νευρώσεις και συμπληρώσεως με θολωτά τμήματα. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι ολόκληρη η στέγαση της εκκλησίας είχε αναλυθεί σε ένα πλέγμα αυτοφερομένων ισχυρών νευρώσεων και μικρών θολωτών τμημάτων. Από κάθε κίονα ξεκινούν δέσμες νευρώσεων που διακλαδίζονται προς τα πάνω για την παραλαβή των δυνάμεων, με έξοχα αισθητικά πλεονεκτήματα. Οι θόλοι, όπως και οι τοίχοι, σχεδόν ποτέ δεν έχουν επιχρίσματα. Η λαξευτή πέτρα μένει γυμνή στο εσωτερικό του ναού, και οι κατασκευές είναι εμφανείς. Τα στηρίγματα είναι κίονες απλοί ή σύνθετοι. Συνήθως επικρατεί σ ’αυτά η αρχή της επιδείξεως ενός αναλυτικού πνεύματος. Εκτός δηλαδή από τον κυρίως κίονα, έχουμε προσηρτημένους και άλλους που αντιστοιχούν στις νευρώσεις των υπερκείμενων τόξων και θόλων, σχηματίζοντας δέσμη κιόνων, ημικιόνων ή τριτών τετάρτων κίονος. Παρόμοια στοιχεία συναντώνται και στην ρομανική αρχιτεκτονική. Οι αναλογίες των κιόνων αυτών δεν έχουν πλέον καμία απολύτως σχέση με τις κλασσικές. Ενδεικτικά μπορεί να σημειωθεί στην Παναγία των Παρισίων λ.χ. διάμετρος κίονος (που ανήκει στο στήριγμα) 27 εκατοστών και ύψος του 17,5 μέτρα, δηλαδή ύψος ίσο προς 65 κάτω βάσεις.

Εικόνα 31. Troyes. Μητρόπολη. Κιονόκρανα με crochets και φύλλα (Violletle-Duc)

Ο Paul Frankl (1878 –1962) στο βιβλίο του «Gothic Architecture» πως κάθε ένα στοιχείο της κατακόρυφου δέσμης είχε ιδιαίτερη βάση και κιονόκρανο. Επειδή το πλήθος των στοιχείων ήταν μεγάλο προέκυπταν βάσεις και κιονόκρανα σύνθετα. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμοζόταν η λύση της γεωμετρικής αλληλοτομίας των επί μέρους στοιχείων. Τα σύνθετα στηρίγματα συνήθως άρχιζαν από το δάπεδο και κατέληγαν στους νευρωτούς θόλους αλλά υπάρχουν και άλλες λύσεις, όπως της δημιουργίας ενός ενιαίου κίονος στο κάτω μέρος (Παναγία Παρισίων, Reims St. Remi). Υπάρχει επίσης η λύση της υποστηρίξεως μιας

κατερχομένης νευρώσεως, από μικρό κιλλίβαντα (φουρούσι). Οι βάσεις των γοτθικών κιόνων ακολουθούν τα πατροπαράδοτα: πλίνθος (ενίοτε μεγάλου ύψους) σπείρες και σκοτία. Τα κιονόκρανα απλουστεύονται πολύ και γίνονται πολύ μικρά σε μέγεθος,

31


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

ακολουθώντας τους λεπτούς κορμούς των κιόνων. Πρόκειται συνήθως για παραλλαγές του κορινθιακού με λιγότερα φυτικά στοιχεία. Νέοι τύποι κιονοκράνων εμφανίζονται επίσης με φύλλα αμπέλου και ισχυρότατο ανάγλυφο, και έντονη διάθεση φωτοσκιάσεως (μητρόπολη της Reims), αριστουργήματα της γοτθικής γλυπτικής. Στην Αγγλία εμφανίζονται κιονόκρανα με κυκλικό τον άβακα, οι γωνίες του τετραγώνου άβακος δεν είχαν νόημα στην στήριξη βεργίων. Τα ιστορημένα κιονόκρανα, που αφθονούσαν στην ρομανική αρχιτεκτονική, τώρα εξαφανίζονται. Δεν έχουν πια κανένα νόημα λόγω του μεγάλου ύψους των κιόνων που κάνει την παρατήρηση τους (και την αντίληψη του διδακτικού νοήματος του) πολύ δύσκολη. Κατά τον 14 ο αιώνα σε πολλά μνημεία τα κιονόκρανα γίνονται πολύ μικρά (Vendôme Αγ. Τριάς) και τέλος καταργούνται τελείως (Μητρόπολη Troyes, Aachen Minster). Οι νευρώσεις έτσι ξεκινούν από το δάπεδο και φθάνουν ως τα κλειδιά των θόλων, και οι κίονες χάνουν τελείως το νόημα τους. Στο εσωτερικό οι γοτθικές εκκλησίες εμφανίζονται τριώροφες. Στο ισόγειο υπάρχει η κανονική σειρά στηριγμάτων (κιόνων η συνθέτων) και ψηλότερα τα του triforium σε αντιστοιχία με τα κάτω , αλλά Εικόνα 32. χωρισμένα σε δίλοβα ή τρίλοβα τοξωτά στοιχεία. Το triforium πήρε το όνομα του από τα τρίλοβα συνήθως Διάφορες μορφές τόξων εφαρμοζόμενων τόξα (triforae), τα οποία καθ’ ύψος μπορεί να ανήκαν στον γοτθικό ρυθμό. Α. Οξυκόρυφο, Β. στον γυναικωνίτη ή στο κενό της ξύλινης στέγης που Ισοσκελές οξυκόρυφο, Γ. Χαμηλωμένο κατασκευαζόταν πάνω από τα σταυροθόλια των οξυκόρυφο, Δ. Με τέσσερα κέντρα (Tudor), Ε. πλαγίων κλιτών. Ο γυναικωνίτης πάντως είναι ένα Τρίφυλλο οξυκόρυφο, Στ. Πεντάφυλλο στοιχείο αρχαϊκό που εγκαταλείπεται τον 13ο αιώνα . οξυκόρυφο, Ζ. Ogee (ανακαμπτόμενο οξυκόρυφο με τέσσερα τόξα), Η. Επίπεδος Συνύπαρξη γυναικωνίτη και τριφορίου είναι σχετικώς θόλος σπάνια (Soissons λ.χ.). Ακόμα ψηλότερα από τον τριφόριο ανοίγονται τα μεγάλα παράθυρα του φωταγωγού. Τα παράθυρα γίνονται πάντα τοξωτά, μονόλοβα, δίλοβα, τρίλοβα, τετράλοβα και εξάλοβα. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, ένα τόξο ψηλότερα (που μπορεί να θεωρηθεί ανακουφιστικό) τα ενοποιεί με αποτέλεσμα τα εσωτερικά χωρίσματα τους να μην είναι ποτέ φέροντα. Τα τετράλοβα και τα εξάλοβα έχουν και ενδιάμεσα τόξα που τα υποδιαιρούν σε δύο δίλοβα ή τρία δίλοβα αντιστοίχως. Έτσι το θέμα του δίλοβου τοξωτού ανοίγματος επανέρχεται συνεχώς στις όψεις των γοτθικών εκκλησιών. Η διαμόρφωση του τυμπάνου του (μεταξύ των δύο τόξων των λοβών και του τρίτου εξωτερικού) γίνεται με την παρεμβολή ενός τριφύλλου ή τετραφύλλου διάτρητου στοιχείου. Τα χωρίσματα των παραθύρων γίνονται εξαιρετικά λεπτά (επειδή ακριβώς είναι αφόρτιστα), με λίθινους κιονίσκους και τόξα, και διαφράγματα με έγχρωμα υαλοστάσια με σκελετό μολύβδινο. Επανερχόμενοι στις μορφές των τόξων, που χρησιμοποιεί η γοτθική αρχιτεκτονική, σημειώνουμε την γενική σχεδόν επικράτηση του οξυκόρυφου, του οποίου η εμφάνιση έχει γίνει παλαιότερα σε ρομανικές εκκλησίες. Ο Μπούρας σημειώνει πως το οξυκόρυφο τόξο, που χαράσσεται με δύο κέντρα που βρίσκονται στην οριζόντια γραμμή που ενώνει τις γενέσεις τους, είχε τα μεγάλα πλεονεκτήματα να δίνει μικρότερες πλάγιες ωθήσεις, να κατασκευάζεται με περιορισμένο ξυλότυπο και να εκφράζει την τάση κατακορυφισμού και ανατάσεως πολύ περισσότερο από το κυκλικό. Οι αρμοί μεταξύ των θολιτών είναι

32


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

κατά κανόνα στην επέκταση των ακτινών των αντιστοίχων α) Γωνιακή, β)Επίστεγη και γ)Απλή κύκλων χαράξεως. Τα οξυκόρυφα τόξα (που (B. Fletcher) τα ονομάζουν μερικές φορές ψαλιδωτά) γίνονται σε παράθυρα και ανοίγματα εν γένει, πυλώνες, τυφλά αψιδώματα και τυφλές κιονοστοιχίες, πάντοτε με κυμάτια και νευρώσεις, ομόκεντρα προς το κυρίως άνοιγμα. Μια ειδική μορφή οξυκόρυφου τόξου, είναι αυτή στην οποία μπορεί να εγγραφεί κανονικό ισόπλευρο τρίγωνο (equilateral). Συνηθέστατες στο γοτθικό ρυθμό ήταν διάφορες παραλλαγές του οξυκόρυφου απλού τόξου , παραλλαγές που ήταν δυνατόν να κατασκευασθούν μόνο από λίθο και δεν προέκυπταν από δομική ανάγκη, αλλά από τάση διακοσμήσεως. Πρόκειται για τόξα στο εσωρράχιο των οποίων σχηματίζονται τρία, πέντε, επτά ή και περισσότερα τοξύλια (λοβοί), κυκλικοί ή πάλι ψαλιδωτού σχήματος (trefoil, cinquefoil, multifoil, κ.τ.λ.) Εικόνα 33. Αντηρίδες σε γοτθικούς ναούς:

Άλλη μορφή αυτοδύναμη, αλλά που μπορούσε πάλι να κατασκευασθεί μόνο από ειδικώς χαραγμένους θολίτες, ήταν το απλό οξυκόρυφο τρίφυλλο. Δεν το χρησιμοποιούν παρά μόνο σε μικρά ανοίγματα και είχε συνήθως χαρακτήρα διακοσμητικό. Ειδικές μορφές τέλος είναι οξυκόρυφα με τέσσερα κέντρα χαράξεως (Tudor, Αγγλία) και οξυκόρυφα με διπλή καμπυλότητα (ogee), συνηθέστερα στον υστερογοτθικό ή φλογόμορφο ρυθμό. Οι γοτθικές μητροπόλεις έχουν κανονικά τρεις προσόψεις, μία στην δυτική πλευρά και δύο στις μακρές πλευρές, με μνημειώδη αξονική διάπλαση εισόδου στα πέρατα του εγκάρσιου κλίτους. Η δυτική είναι βέβαια η σπουδαιότερη και αυτή που μόνο ολοκληρώθηκε στα περισσότερα τουλάχιστον παραδείγματα. Η γενική διάταξη της όψεως (αν και συνήθως συντίθεται από τα ίδια τα στοιχεία) διαφέρει από μνημείο σε μνημείο, και αυτό γιατί σε άλλα προσδίδεται έντονος κατακορυφισμός (Ulm, Κολωνία), ενώ σε άλλα επικρατούν στοιχεία περισσότερο οριζόντια (Παναγία των Παρισίων). Εκτός από τα κωδονοστάσια, που περιορίζονται στο να πλαισιώνουν το ανώτατο τμήμα της προσόψεως, διακρίνονται σ’ αυτήν συνήθως τρεις ζώνες: οι πυλώνες, ο ρόδαξ με τα πλάγια παράθυρα και τέλος το αέτωμα. Η διαίρεση αυτή ανταποκρίνεται και στην εσωτερική διάταξη του ναού. Σε αγγλικές ή ιταλικές μητροπόλεις, πολλές φορές, οργάνωση της προσόψεως είναι κάπως διαφορετική.

33


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Οι πυλώνες αποτελούν εξέλιξη των ρομανικών. Μερικά πράγματα βασικώς αλλάζουν: καθιερώνεται το κάθετο στήριγμα στη μέση του ανοίγματος (trumeau) και τα τόξα, που επάλληλα διατεταγμένα καταλαμβάνουν το πάχος του τοίχου, διακοσμούνται με μικρά αγάλματα. Οι κίονες, που τα υποβάσταζαν στα ρομανικά, εδώ αντικαθίστανται πάλι με αγάλματα σε μια η δύο σειρές. Τις περισσότερες φορές πάνω από τον κάθε πυλώνα σχηματίζεται αέτωμα με πολύ μεγάλη κλίση μάλιστα, το τύμπανο του οποίου πάλι διακοσμείται με γλυπτά. Οι πυλώνες είναι συνήθως τρεις σε πρόσοψη, αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις (Bourges πέντε, Marburg μία). Το μεσαίο τμήμα της δεύτερης ζώνης το καταλαμβάνει ο ρόδαξ (rose ή roue, ρόδα κατά τον Μεσαίωνα). Πρόκειται για πολύ μεγάλο κυκλικό φεγγίτη, καταγόμενο από το ρομανικό oculus στον οποίο ακτινωτές νευρώσεις λίθινες με μικρή διατομή δημιουργούν ένα σκελετό. Η δυνατότητα διαμορφώσεως αφόρτιστων στατικά τοιχωμάτων επέτρεψε τη διάνοιξη μεγάλων ανοιγμάτων (Παναγία των Παρισίων Δ=10,5μ. Reims Δ=12,5 μ.). Οι νευρώσεις πάντα σχεδόν ακολουθούσαν τις ακτίνες του κύκλου και περιμετρικά συνδέονταν με οξυκόρυφα τόξα. Οι ρόδακες συνήθως έχουν πολύχρωμα ιστορημένα υαλοστάσια, εξαιρετικά εντυπωσιακά από το εσωτερικό του ναού. Τα εικονογραφικά θέματα των υαλοστασίων αυτών έχουν κυρίως διδακτική σκοπιμότητα αλλά και η αισθητική τους σημασία είναι πολύ μεγάλη, γιατί δίνουν μια χρωματική εντύπωση στο ουδέτερο και ψυχρό εσωτερικό του ναού. Λίγα δυστυχώς υαλοστάσια έχουν διατηρηθεί ακέραια από την εποχή της ακμής της τεχνικής των vitraux. Ο ρόδαξ της Sainte Chapelle, στο Παρίσι, είναι ένα από τα ωραιότερα και σπουδαιότερα παραδείγματα του είδους. Όπως σημειώσαμε, έγχρωμα υαλοστάσια υπήρχαν σ’ όλα τα παράθυρα και τους φεγγίτες των γοτθικών εκκλησιών. Δεξιά και αριστερά από τον ρόδακα στη δεύτερη ζώνη διαμορφώνονται συνήθως μεγάλα παράθυρα, ενίοτε με οξυκόρυφα αετώματα, και γλυπτικό διάκοσμο (π.χ. Ρενς). Η τελευταία προς τα άνω ζώνη σχηματίζεται από το αέτωμα της στέγης του μεσαίου κλίτους το οποίο μπορεί να φθάνει μέχρι το επίπεδο της προσόψεως, ή να παραμένει σε εσοχή. Στην πρώτη περίπτωση η διακόσμηση του με τόξα ή κόγχες μπορεί και να προεκτείνεται δεξιά και αριστερά στις βάσεις των κωδωνοστασίων. Στην μητρόπολη της Ρενς, που είδαμε προηγουμένως, έχουμε την λύση αυτή και μάλιστα με σειρές αγαλμάτων μέσα στις κόγχες. Στην δεύτερη περίπτωση μια στοά μικρού πλάτους μπορεί να συνδέει τα δύο κωδωνοστάσια ενοποιώντας την όψη (Λαν, Παναγία των Παρισίων). Οι αντηρίδες, που είναι απαραίτητες για την αντιστήριξη των ακραίων σταυροθολίων του εσωτερικού, εμφανίζονται επίσης στην πρόσοψη, συνήθως υπό μορφή παραστάδων. Η ανάδειξη τους καθ’ όλο το ύψος της προσόψεως (μητροπόλεις Στρασβούργου, Κολωνίας, Σαρτρ) της προσδίδει έντονο κατακορυφισμό, ενώ αντιθέτως σειρές από τόξα, ανοίγματα ή αγάλματα, που διακόπτουν τις αντηρίδες δίνουν όψεις πιο ισορροπημένες και έμμετρές (Παναγία των Παρισίων). Τα κωδωνοστάσια είναι συνήθως δύο και πλαισιώνουν την πρόσοψη δίνοντας μεγαλοπρέπεια και επιβολή. Έχουν ως προηγούμενο τα ρωμανικά αντίστοιχα παραδείγματα. Έχουν γενικό σχήμα τετράγωνο σε κάτοψη αλλά ένα πλήθος από εξωτερικά στοιχεία, αντηρίδες, κιονίσκους, σηκούς εν προεξοχή (Λαν), πολυγωνικά ακροπυργώματα (Ρενς), που αποσκοπούν να τονίσουν την ανάταση του συνόλου και την τάση κατακορυφισμού της όψεως, δίνουν πολύπλοκο συνήθως σχήμα σ ‘αυτά. Τις περισσότερες φορές στις τέσσερις πλευρές τους θα έχουμε μεγάλα δίλοβα ανοίγματα με ψηλές αναλογίες. Όλα αυτά τα στοιχεία καταλήγουν προς τα πάνω σε οξυκόρυφα αετώματα ή οξυκόρυφα κορυφώματα. Όλο μαζί το κωδωνοστάσιο επιστρέφεται με οξυκόρυφη πυραμιδοειδή στέγη, το βέλος (flèche ή αλλιώς spire), τετράγωνη ή οκτάγωνη σε βάση, με φέροντα σκελετό λίθινο ή και ξύλινο ενίοτε. Τα βέλη ήταν απαραίτητο συμπλήρωμα όλων των γοτθικών κωδωνοστασίων αλλά πολλές φορές λείπουν από αυτά (Παναγία των Παρισίων, Ρενς), γιατί το έργο δεν τελείωσε ποτέ. Στις περιπτώσεις αυτές μια χαμηλή καμαρωτή στέγη προστατεύει τα κωδωνοστάσια από τα νερά της βροχής. Τα βέλη των κωδωνοστασίων έχουν συνήθως επικάλυψη μεταλλική (Σαρτρ) ή επιδεικνύουν την λίθινη κατασκευή τους που παίρνει περίτεχνη διάτρητη μορφή ενίοτε (Κολωνία, Στρασβούργο), κυρίως σε μεταγενέστερα παραδείγματα. Την μορφή των βελών μιμούνται τα άπειρα κορυφώματα με τα οποία

34


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

γίνονται οι προς τα άνω απολήξεις πολλών στοιχείων του γοτθικού ναού. Τα δύο κωδωνοστάσια ήταν όμοια και συμμετρικά ως προς τον άξονα του ναού. Υπάρχουν και εξαιρέσεις (Σαρτρ) με διαφορετικού τύπου πύργους, ή με πραγματοποιημένο μόνο τον ένα από τους δύο (Στρασβούργο). Σπανιότερα είναι τα κωδωνοστάσια που κτίζονται ανεξάρτητα από τους ναούς (St. Michel, Αγία Τριάς στην Βαντόμ). Η λύση ενός μόνο κωδωνοστασίου στον άξονα της προσόψεως είναι επίσης σπάνια (Ulm). Κωδονοστάσια έπρεπε κανονικά να υπάρχουν και στις πλάγιες προσόψεις των γοτθικών ναών και να πλαισιώνουν το εγκάρσιο κλίτος. Ποτέ όμως δεν πραγματοποιήθηκαν. Ο ιδεώδης καθεδρικός ναός που σχεδίασε ο Viollet-le-Duc, αποτέλεσμα της μεθοδικής μελέτης πλήθος εκκλησιών, έχει έξι πύργους κωδωνοστασίων και έναν ακόμα στη διασταύρωση των μεσαίων κλιτών. Τα κωδωνοστάσια με τα ψηλά βέλη τους, κατάκοσμα και με μια εκπληκτική πολλές φορές πολλαπλότητα κατακόρυφων στοιχείων και συνάμα ελαφρότητα και χάρη, προσδίδουν στον γοτθικό ναό δυναμική ανάταση και μεγαλειώδες ύφος. Το ίδιο ισχύει και για τους πύργους στην διασταύρωση των κλιτών. Στις πλάγιες όψεις του ναού κυριαρχούν οι επίστεγες και οι απλές αντηρίδες, για τις οποίες έγινε λόγος. Οι απλές αντηρίδες παίρνουν τις ωθήσεις θόλων που έχουν την μια τους πλευρά στους εξωτερικούς τοίχους της εκκλησίας. Τοποθετούνται καθέτως προς τους τοίχους, ενώ στις γωνίες ακολουθούν την κατεύθυνση της διαγωνίου. Αρχικά στην ρομανική εποχή είχαν μορφή απλής παραστάδος, αργότερα όμως χωρίζονται καθ’ ύψος σε δύο ή τρία τμήματα με διαφορετικό πλάτος. Στα γοτθικά διακοσμούνται με τυφλά οξυκόρυφα τοξύλια ή με οξυκόρυφα αετώματα ή τέλος αποκτούν περίτεχνα διακοσμητικά κορυφώματα με λίθινα βέλη. Μεγαλύτερη φροντίδα δίδεται όμως στις επίστεγες αντηρίδες, που πρωτοεφαρμόσθηκαν στην περιοχή της Ιλ-ντε-Φρανς, γύρω στα 1180, και ήταν από τα επιτεύγματα του γοτθικού στυλ, όπως έχουμε ήδη αναφέρει. Σκοπός τους είναι να παραλάβουν τις ωθήσεις των σταυροθολίων του μεσαίου κλίτους και να τις μεταβιβάσουν στις εξωτερικές όψεις του ναού. Σχεδόν πάντοτε συνδυάζονται έτσι με τις απλές πλάγιες αντηρίδες των πλάγιων κλιτών, αν και υπάρχουν επίστεγες αντηρίδες ανεξάρτητες, σε απόσταση από τους εξωτερικούς τοίχους του ναού (ιερό της Παναγίας των Παρισίων). Για να αντιμετωπισθούν οι ενισχυμένες ωθήσεις στο ισόγειο, οι αντηρίδες παίρνουν μεγάλο πλάτος, ενώ ψηλότερα από την στέγη του πλάγιου κλίτους υψώνονται σαν πυργίσκοι (culées), με ιδιαίτερα κορυφώματα πολλές φορές που δεν εξυπηρετούν μόνο διακοσμητικούς ή μορφολογικούς σκοπούς (βέλη στραμμένα προς τα άνω) αλλά με το πρόσθετο βάρος τους αυξάνουν την ευστάθεια του συνόλου σε πλάγιες ωθήσεις, Η μεταβίβαση των δυνάμεων γίνεται με τεταρτοκυκλικά ή άλλης μορφής ισχυρά τόξα, απλά στην αρχή διπλά αργότερα. Στην Αγγλία οι επίστεγες αντηρίδες είναι κάτω μικρότερες, και αυτό λόγω της περιορισμένης υπερύψωσης του μεσαίου κλίτους. Σε μονόκλιτους ναούς δεν υπάρχει θέμα επίστεγων αντηρίδων (St. Chapelle Παρισίων). Στην κόγχη του ιερού (chevet) των μεγάλων ναών, οι επίστεγες αντηρίδες (που μπαίνουν εδώ ακτινωτά) αποκτούν ιδιαίτερη σημασία. Υποβαστάζουν την υπερύψωση του κυρίως ιερού πάνω από τον περιμετρικό διάδρομο που στεγάζεται με ακτινωτά διατεταγμένους, τριγωνικούς σε κάτοψη, νευρωτούς θόλους. Οι κόγχες του ιερού, με το πλήθος των αντηρίδων με ιδιαίτερο πυργοειδές κορύφωμα η κάθε μια, την διπλή υπερύψωση ενίοτε (Bourges, Σαρτρ), τα προέχοντα παρεκκλήσια και ενίοτε στοές που περιτρέχουν τις στέγες (Ρενς), αποκτούν ένα ιδιότυπο ύφος, χαρακτηριστικό του ρυθμού, εξαιρετικά πολύπλοκο. Αλλά εν γένει η εξωτερική εμφάνιση των γοτθικών ναών με τα σκελετώδη πολλές φορές στηρίγματα, που κρύβουν τις γενικές γραμμές τους και αγωνίζονται να υποβαστάξουν το μεσαίο κλίτος, πολλές φορές απογοητεύει τον θεατή μετά από τη λαμπρή εντύπωση του εσωτερικού. Ο Μπούρας τονίζει πως οι στέγες των γοτθικών ναών θα μπορούσαν κάλλιστα να ήταν οριζόντια δώματα πάνω από τους νευρωτούς θόλους. Όπως ήδη αναφέρθηκε, για λόγους μορφολογικούς, αλλά και πρακτικούς (στεγάνωση, πρόβλεψη κατά της συσσώρευσης χιονιού τον χειμώνα) δημιουργείται κατά κανόνα πάνω από τους κτιστούς θόλους δεύτερη στέγη με μεγάλη κλίση, ξύλινη καλυπτόμενη με φύλλα μολύβδου ή άλλου μετάλλου ή με κεραμίδια. Με όμοιες ξύλινες στέγες μονοκλινείς δημιουργείται η

35


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

επικάλυψη των θόλων και των πλάγιων κλιτών. Τα νερά της βροχής με κατάλληλες διατάξεις, διοχετεύονται μακριά από το κτίριο. Στις εξωτερικές πλευρές των αντηρίδων, στα περισσότερα γοτθικά μνημεία, εντυπωσιάζουν οι πελώριες γλυπτές υδρορρόες (gargouilles) που έχουν συνήθως μορφή φανταστικού ζώου και επίμηκες σχήμα.

Εικόνα 34. Πρόπλασμα του ιδεατού γοτθικού ναού του 13ου αιώνα βασισμένο στα σχέδια του Eugène Viollet-le-Duc. Reims, Palais du Tau, Centre des Monuments Nationaux

36


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΚΑΘΕΔΡΙΚΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ (NOTRE-DAME DE PARIS)

Θ

εωρείται δικαίως ως ένα από τα καλύτερα παραδείγματα γαλλικής γοτθικής αρχιτεκτονικής, ο καθεδρικός ναός της Notre-Dame είναι ένα από τα πιο διάσημα και σημαντικά κτίρια της πόλης του Παρισιού. Βρίσκεται στο Île de la Cite, ένα νησί στον ποταμό Σηκουάνα, ο καθεδρικός ναός ανατέθηκε από τον Maurice de Sully λίγο μετά το διορισμό του ως Επίσκοπο του Παρισιού το 1160 εμπνευσμένος από τον νεόκτιστο τότε ναό του Saint-Denis, και η οικοδόμηση του διήρκησε πάνω από δύο αιώνες στη θέση παλαιότερου ρομανικού κτίσματος, από το 1163 έως το 1345, αν και μεγάλο μέρος του ολοκληρώθηκε πριν τον θάνατο του Sully το 1196. Ο καθεδρικός ναός είναι γνωστός για τον νατουραλισμό του γοτθικού γλυπτικού διακόσμου του, καθώς και για την υπέροχη τέχνη των ιστορημένων έγχρωμων παραθύρων του, αξιοποιώντας τις βελτιώσεις που έγιναν κατά την προηγούμενη εποχή της Ρομανικής Αρχιτεκτονικής (περίπου 1000-1200). Σημαντική ζημιά προκλήθηκε στον καθεδρικό ναό κατά τη διάρκεια της ριζοσπαστικής φάσης της Γαλλικής Επανάστασης (1790), η οποία ακολουθήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1840 από ένα εκτεταμένο πρόγραμμα ανακαίνισης, υπό την εποπτεία του ειδικού στις αποκαταστάσεις Eugene Viollet-le-Duc. Το 1991, ο καθεδρικός ναός της Παναγίας των Παρισίων προστέθηκε στον κατάλογο παγκόσμιων πολιτιστικών κληρονομιών της UNESCO. Η κατασκευή ξεκίνησε το 1163 αφού ο Πάπας Αλέξανδρος Γ΄ έθεσε τον ακρογωνιαίο λίθο για τον νέο καθεδρικό ναό. Μέχρι τη στιγμή του θανάτου του επισκόπου Maurice de Sully το 1196, η αψίδα, η χορωδία και ο νέος ψηλός βωμός είχαν τελειώσει, ενώ ο ίδιος ο ναός πλησίαζε στην ολοκλήρωση του. Το 1200, οι εργασίες ξεκίνησαν στη δυτική πρόσοψη, συμπεριλαμβανομένου του δυτικού ρόδακα με τα έγχρωμα υαλοστάσια και των πύργων, οι οποίοι ολοκληρώθηκαν γύρω στο 1250, μαζί με ένα νέο παράθυρο με βόρειο ρόδακα. Επίσης κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1250, τα κλίτη αναδιαμορφώθηκαν με το τελευταίο στάδιο του στυλ της γοτθικής αρχιτεκτονικής Rayonnant από τους αρχιτέκτονες Jean de Chelles και Pierre de Montreuil, και τα παράθυρα διευρύνθηκαν. Τα τελευταία εναπομένοντα στοιχεία ολοκληρώθηκαν σταδιακά τον επόμενο αιώνα. Ο καθεδρικός ναός έχει μήκος περίπου 128 μέτρα (420 πόδια) και πλάτος 12 μέτρα (39 πόδια) στο σηκό. Το σταυροειδές του σχέδιο, το κεντρικό κλίτος, το εγκάρσιο κλίτος αλλά και ο πύργος του δανείστηκαν στοιχεία από τη ρομανική αρχιτεκτονική του 11ου αιώνα, αλλά τα οξυκόρυφα τόξα και ο θόλος με τις νευρώσεις ήταν αυστηρά γοτθικά. Πράγματι, ήταν ένας από τους πρώτους γοτθικούς καθεδρικούς ναούς που είχαν τοξωτά εξωτερικά στηρίγματα , γνωστά όπως έχουμε ήδη αναφέρει, ως επίστεγες αντηρίδες. Αυτές δεν περιλαμβάνονταν στον αρχικό σχεδιασμό του κτιρίου, αλλά συμπεριελήφθησαν όταν άρχισαν να εμφανίζονται θλιπτικές αστοχίες στους λεπτούς άνω τοίχους καθώς υπήρχε εμφανή βλάβη υπό το μεγάλο βάρος του θόλου από ασβεστόλιθο. Εκτός από τις επίστεγες αντηρίδες, κατασκευάστηκαν πάνω από δώδεκα απλές αντηρίδες για τη στήριξη των εξωτερικών τοιχωμάτων και για την αντιμετώπιση της πλευρικής ώσης της θολωτής κατασκευής. Η Notre-Dame είναι επίσης διάσημη για τα εξωτερικά αγάλματα στη δυτική όψη και τα gargouilles που είναι τοποθετημένα γύρω από το εξωτερικό για να χρησιμεύσουν ως επιπλέον στηρίγματα στηλών και σωλήνες αποστράγγισης. Όπως ήλπιζαν οι αρχιτέκτονες, η πρόσθετη ενίσχυσης που επιτυγχάνεται από τις αντηρίδες -απλές και επίστεγες- και άλλα πέτρινα στηρίγματα επέτρεψε στους κύριους τοίχους του καθεδρικού ναού να γίνουν μη φέροντες, και έτσι μια μεγαλύτερη περιοχή τοίχου ήταν διαθέσιμη για διάνοιξη ανοιγμάτων, προκειμένου να συγκινήσει

37


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Εικόνα 35. Γραφιστική αξονομετρική απεικόνιση του καθεδρικού ναού της Παναγίας των Παρισίων με εγκάρσιες τομές στο ναό και εικονική αποκόλληση των τμημάτων του

τους πιστούς με το φαντασμαγορικό φωτισμό του εσωτερικού του καθεδρικού ναού. Πράγματι, ο καθεδρικός ναός της Παναγίας των Παρισίων αποτελεί παράδειγμα των κύριων συνεισφορών της γοτθικής τέχνης στη χριστιανική αρχιτεκτονική. Η αυστηρή πρόσοψη της Notre-Dame είναι διακοσμημένη με μια πληθώρα από πέτρινα γλυπτά, κυρίως γύρω από την κεντρική πύλη, η οποία πλαισιώνεται από αγάλματα που απεικονίζουν σκηνές από την Αποκάλυψη του Ιωάννη. Ο σχεδιασμός της πρόσοψης εξισορροπεί την κατακόρυφη έμφαση των δίδυμων πύργων (ύψος 69 μέτρων) με την οριζόντια λωρίδα των διακοσμημένων υπερώων. Αυτό παράγει μια απλή αλλά ισχυρή δυτική όψη, που κυριαρχεί στην πλατεία που ανοίγεται ακριβώς μπροστά (σημαντικά μικρότερη στα μεσαιωνικά χρόνια). Οι πύλες του καθεδρικού ναού είναι επίσης πλούσια διακοσμημένες με αρχιτεκτονικά ανάγλυφα γλυπτά. Η νότια πόρτα περιλαμβάνει σκηνές από τη ζωή του Αγίου Στεφάνου μαζί με άλλους τοπικούς αγίους, ενώ οι διακοσμήσεις γύρω από τη βόρεια πόρτα απεικονίζουν την παιδική ηλικία του Χριστού και την ιστορία του Θεόφιλου. Δυστυχώς όπως είναι ευρέως γνωστό το απόγευμα της 15 Απριλίου το 2019, κατά τη διάρκεια εργασιών αποκατάστασης της στέγης του μνημείου, ξέσπασε πυρκαγιά που διήρκησε 15 ολόκληρες ώρες και προκάλεσε σοβαρές ζημιές στο ξεχωριστό αυτό κτίριο. Η πυρκαγιά της 15ης Απριλίου 2019, κατέστρεψε μεγάλο μέρος της δομής του μητροπολιτικού καθεδρικού ναού του Παρισιού. Ολόκληρη η αρχική δομή της στέγης, αποτελούμενη από ξύλο περίπου 1300 βελανιδιών και καλυμμένο με 210 τόνους πλακιδίων από μόλυβδο, έχει καταστραφεί εξ ολοκλήρου από την πυρκαγιά, καθώς και το κεντρικό βέλος που υψωνόταν στη διασταύρωση εγκάρσιου και διαμήκους κλίτους. Η ένταση της πυρκαγιάς, που είχε οδηγήσει σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες, είχε ως αποτέλεσμα να προκαλέσει βλάβες και στην πέτρινη δομή: ένα μεγάλο μέρος του εξαμερούς

38


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

σταυροθολίου από ασβεστόλιθο κατέρρευσε, στον κύριο διάδρομο, στο εγκάρσιο κλίτος και επίσης στο κεντρικό κλίτος του καθεδρικού ναού, όπου συναντιούνται χορωδία, χορός και κλίτη. Είναι επίσης πιθανό μελλοντικές έρευνες να αποκαλύψουν σημαντική φθορά στα πέτρινα τμήματα που είχαν εκτεθεί στη φωτιά, έχοντας σαν αποτέλεσμα τη μείωση της αντοχής των λίθων. Όλοι αυτοί οι παράγοντες έχουν σίγουρα συμβάλει στη μεταβολή του στατικού μοντέλου του καθεδρικού ναού. Αυτό είναι σημαντικό για διάφορους λόγους: από τη μια, η αποκατάσταση του ναού θα διαρκέσει τουλάχιστον μια δεκαετία μετά από νέες εκτιμήσεις ειδικών, επομένως η κατάσταση ως έχει και το νέο στατικό μοντέλο λαμβάνουν ένα σχεδόν μόνιμο χαρακτήρα. Και από την άλλη, είναι κρίσιμο, για όλη τη διάρκεια των αναστηλωτικών διεργασιών, να εκτιμηθεί η τρωτότητα της δομής της εκκλησίας σε διάφορες καταπονήσεις , προκειμένου να αποφευχθούν νέες καταρρεύσεις και να ενισχυθεί ο φορέας. Όπως ήδη έχει γίνει σαφές, ένας γοτθικός ναός είναι μια ιδιαίτερα σύνθετη κατασκευή, και συγκεκριμένα η Παναγία των Παρισίων, ένας ναός με πέντε κλίτη, δύο σειρές πλευρικών παρεκκλησίων και μεγάλων βελών. Η ισορροπία μίας τέτοιας κατασκευής καθορίζεται από τις αμοιβαίες δράσεις και αντιδράσεις όλων των αρχιτεκτονικών στοιχείων: κίονες, αντηρίδες, θόλοι, χορωδία, πυλώνες, βέλη και τη ξύλινη κατασκευή της δικλινούς στέγης, όλα μαζί σε συνεργασία για να διασφαλίσουν τη στατική ισορροπία του όλου συστήματος και να αντέξουν τις δύο κύριες δράσεις στις οποίες υποβάλλεται η εκκλησία: Τα κατακόρυφα φορτία λόγω ίδιου βάρους και τις οριζόντιες καταπονήσεις λόγω ανέμου και σεισμού. Συγκεκριμένα, το ίδιο βάρος της οροφής υπολογίζεται γύρω στους 700 τόνους (συμπεριλαμβανομένου και του βάρους των πλακιδίων οδηγών) που λειτουργούν σαν έρμα συμβάλλοντας στην αντοχή έναντι στις οριζόντιες φορτίσεις από τον άνεμο. Όλα τα στοιχεία συνδέοντες επίσης μεταξύ τους μέσω πλευρικών αντηρίδων για την απορροή υδάτων.

Εικόνα 36. Ο καθεδρικός ναός όπως ήταν πριν την πυρκαγιά. Από αριστερά προς τα δεξιά: Εγκάρσια τομή (πάνω) και κάτοψη (κάτω) , αριθμητικό μοντέλο κατασκευασμένο από τους Vannucci, Στεφάνου, Masi και Maffi-Berthier που αντιστοιχεί στη σκασμένη με γαλάζιο περιοχή της κάτοψης και αντιστοιχεί σε τμήμα της θολωτής κατασκευής και της στέγης που έχει καταρρεύσει.

39


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Στη τωρινή κατάσταση, όλη η ξύλινη κατασκευή της στέγης έχει καεί και μεγάλα τμήματα της κάλυψης με σταυροθόλια έχει καταρρεύσει. Έτσι, η μεταφορά των δυνάμεων στις περιοχές των πλευρικών φεγγιτών έχει αλλάξει εις βάθος. Οι ωθήσεις που ασκούν οι επίστεγες αντηρίδες δεν αντισταθμίζεται από το υψηλό θόλο και o εξισορροπητικός ρόλος της στέγης σαν έρμα έχει χαθεί. Επιπλέον, όταν ασκηθούν δυναμικά φορτία ανέμου στη τοιχοποιία των φεγγιτών, η δράση αυτή θα προστεθεί σε αυτή των επίστεγων αντηρίδων, δημιουργώντας μια ανατρεπτική ροπή στη βάση του κτιρίου που μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη κατάρρευση. Επιπρόσθετα, λόγω της έλλειψης της ξύλινης στέγης στη κορυφή των τοίχων απορροής των υδάτων, η δράση του ανέμου δεν μεταδίδεται πλέον από το προσήμενο τοίχο στο υπήνεμο, η μετάδοση η οποία, μαζί με τις επίστεγες αντηρίδες στο πλάι, εξισορροπούσαν τις ωθήσεις από τον άνεμο. Τέλος, ο τοίχος όπου βρίσκονταν οι φεγγίτες ,άμεσα επηρεασμένος από τη πυρκαγιά πλέον μπορεί να καταρρεύσει με ένα αρκετά δυνατό άνεμο. Επομένως η ερώτηση είναι η εξής: Πως μπορεί να καταρχάς να συντηρηθεί ο ναός στην τρέχουσα κατάσταση του χωρίς να καταρρεύσει και αφετέρου πως μετά θα συντηρηθεί στην αρχική του κατάσταση. Στα πλαίσια λοιπόν της εργασίας αυτής στηριζόμενος και εμπνευσμένος στην έρευνα του Paolo Vannucci στη συνέχεια θα αναλύσω την αντοχή του ναού σε δυναμικές καταπονήσεις κυρίως λόγω ανέμου και θα παρουσιάσω μια προσπάθεια μεταφοράς μοντέλου του ναού στο πρόγραμμα acord για καλύτερη και απλουστευμένη κατανόηση των προβλημάτων του φορέα.

Εικόνα 37. Το αριθμητικό μοντέλο του ναού στη τωρινή του κατάσταση κατασκευασμένο από τους Vannucci, Στεφάνου, Masi και Maffi-Berthier

Αναλύοντας λοιπόν αρχικά το ερευνητικό έργο του Vannucci πρέπει να αναφερθεί ότι ο έλεγχος έγινε με τη δημιουργία δύο αριθμητικών μοντέλων του καθεδρικού της Notre-Dame (ένα με τη ξύλινη στέγη και τη θολοδομία και ένα χωρίς) με στόχο την δοκιμή αντοχής του σε δυναμικές καταπονήσεις. Κατ’ αρχάς πάρθηκε μια σειρά παραδοχών κατά τον έλεγχο, οι οποίοι είναι: • •

Σε θλίψη, το υλικό σχεδιάστηκε ως ισοτροπικό και γραμμικά ελαστικό με άπειρη αντοχή, συνηθισμένη παραδοχή για τέτοιου είδους περιπτώσεις. Σε εφελκυσμό, το υλικό επίσης θεωρείται ως ισοτροπικό και γραμμικά ελαστικό έως ότου όμως η μέγιστη κύρια μηχανική τάση δεν υπερβαίνει την αντοχή σε εφελκυσμό. Θεωρείται ft=0.5 MPa για το υλικό. Όταν η μέγιστη κύρια τάση υπερβεί το ft=0.5 MPa έχει σχεδιαστεί αστοχία με τη χρήση ενός μη γραμμικού στοιχειώδη νόμου που διέπει το αριθμητικό μοντέλο.

40


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

• • •

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Θεωρείται ένα ισοδύναμο ομογενοποιημένο μέτρο Young (μέτρο ελαστικότητας) Εeq=14000 MPa Η αναλογία Poisson είναι ίση με vs=0.25 Η πυκνότητα του υλικού είναι ρs=2000kg/m3

Εικόνα 38. Προφίλ πιέσεων λόγω ανέμου

Εικόνα 39. Μέγιστες τιμές τάσεων στο αριθμητικό μοντέλο του ναού πριν (αριστερά) και μετά (δεξιά) τη φωτιά

Όπως λοιπόν ήταν αναμενόμενο, η απώλεια του υψηλού σταυροθολίου δημιουργεί μια ανισόρροπη ώθηση των επίστεγων αντηρίδων, που κάνει το τοίχο των φατνωμάτων να γέρνει προς το εσωτερικό του ναού. Η οριζόντια μετατόπιση του ψηλότερου τμήματος του τοίχου, λόγω της απλής στατικής δράσης της βαρύτητας είναι ίση με 2.7 mm. Την ίδια στιγμή, o μέγιστος εφελκυσμός στις επίστεγες αντηρίδες είναι ίσος με 0.25 ΜPa. Όπως φαίνεται και στην εικόνα 36. , όπου εικονίζονται οι μέγιστες τιμές εφελκυστικών τάσεων. Είναι εμφανές ότι σε σύγκριση με τη κατάσταση του καθεδρικού πριν τη φωτιά, το στατικό μοντέλο έχει αλλάξει, ειδικά στη περιοχή των επίστεγων αντηρίδων όπου πλέον εμφανίζονται σημαντικά μεγέθη εφελκυσμού.

41


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Αυτά τα αποτελέσματα αποκαλύπτουν πως η απώλεια της στέγης και του θόλου έχουν σημαντικό ρόλο στη στατική Εικόνα 40. καταπόνηση του ναού. Ταχύτητα Ωστόσο, τα πιο σημαντικά ανέμου και και επικίνδυνα φορτία των αναλογία με δυναμικών καταπονήσεων τη οριζόντια δίνουν και άλλες μετατόπιση πληροφορίες. Εάν υπολογίζαμε τη ταχύτητα του ανέμου στο Καθεδρικό ναό σε υο=222km/h και με μια άλλη σειρά μαθηματικών και υπολογιστικών κυρίως παραδοχών, έχουμε τα αποτελέσματα όπως παρουσιάζονται στην εικόνα 37.. Εδώ βλέπουμε δύο γραμμές ανάλογες της ταχύτητας του ανέμου και της μέγιστης οριζόντιας μετατόπισης του κλειδιού του θόλου, για τη αρχική κατάσταση, και της κορυφής του τοίχου απορροής των υδάτων, για τη τωρινή κατάσταση. Από αυτό το διάγραμμα συμπεραίνουμε ότι η μέγιστη ταχύτητα ανέμου που μπορεί να αντέξει ο ναός είναι τα 90 km/h, δηλαδή το 40% της αρχικής του αντοχής. Με άλλα λόγια λόγω της φωτιάς και των απωλειών η αντοχή έναντι φορτίων ανέμου της εκκλησίας μειώθηκε κατά 60%. Ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι τέτοιες τιμές ταχυτήτων είναι συνηθισμένες στη περιοχή του Παρισίου ειδικά λαμβάνοντας υπ’ ‘όψη τις όλο και πιο συχνές κακοκαιρίες που μαστίζουν την Ευρωπαϊκή ήπειρο. Συμπερασματικά, καθίσταται επιτακτική η ανάγκη παροχής στο ναό επιπρόσθετων προσωρινών στηριγμάτων, μέχρι και το τέλος της περιόδου αποκατάστασης. Ιδιαίτερο σημαντικό είναι το γεγονός ότι η πραγματική ταχύτητα ανέμου που θα οδηγήσει σε κατάρρευση μπορεί να είναι μικρότερη από 90 km/h για δύο λόγους. Πρώτον, διότι η φωτιά πολύ πιθανόν έχει μειώσει την μηχανική αντοχή των λίθων και του κονιάματος, και κατά συνέπεια της τοιχοποιίας στο σύνολο της. Και δεύτερον, ότι ο έλεγχος αυτός δεν πήρε υπ’ όψη του τα ανοίγματα, τα οποία μπορούν να μεταφέρουν πρόσθετα οριζόντια φορτία στο οικοδόμημα.

Εικόνα 41. Μηχανισμός κατάρρευσης του ναού

42


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Στο ίδιο μήκος κύματος σχετικά με τους κινδύνους λόγω της καταστροφής της ξύλινης στέγης και της θολωτής κατασκευής από ασβεστόλιθο βρίσκεται και ο έλεγχος με το πρόγραμμα acord όπως εικονίζεται στον διπλανό πίνακα. Και εδώ είναι εμφανής η δημιουργία σημαντικών ροπών στις επίστεγες αντηρίδες μετά τη πυρκαγιά καθώς και η σημαντική αύξηση των αξονικών φορτίων στους τοίχους του κεντρικού κλίτους και των αντηρίδων και συγκεκριμένα στη βάση των στοιχείων αυτών. Τέλος παρατηρείται μεγαλύτερη μετατόπιση στη κατάσταση μετά τη κατάρρευση της στέγης στις επίστεγες αντηρίδες , οι οποίες καθίστανται στο πιο κρίσιμο τμήμα της κατασκευής μετά την απώλεια. Σημαντικό είναι να επισημάνω ότι είναι βέβαιη η ύπαρξη λαθών σε αυτό το έλεγχο μέσω του υπολογιστικού προγράμματος. Ωστόσο, είναι σημαντική η βοήθεια αυτού του ελέγχου για την εμπειρική κατανόηση των προβλημάτων εν λόγω και για μια ποιοτική εικόνα που μας βοηθά να κατανοήσουμε τους κινδύνους.

43


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Εικόνα 42. Διαγράμματα μεταφοράς των φορτίων στο Καθεδρικό ναό της Παναγίας των Παρισίων. Με μπλε χρώμα εικονίζονται τα στοιχεί από ασβεστόλιθο και με κόκκινο η χρήση ξύλου στην κατασκευή. Ο ναός εικονίζεται στη κατάσταση πριν τη πυρκαγιά

44


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Ε

ν κατακλείδι είναι κατανοητό ότι η φωτιά που συνέβη στις 15 Απριλίου το 2019, στη κατασκευή της στέγης της Παναγίας των Παρισίων έχει οδηγήσει σε μια σημαντική αύξηση τάσεων λόγω φορτίων ιδίου βάρους. Επιπλέον, η φωτιά μείωση κατά 60 τοις εκατό την αντοχή του μητροπολιτικού ναού σε φορτία ανέμου. Και μάλιστα η πραγματική αντοχή της κατασκευής σε τέτοια δυναμικά φορτία είναι πιθανόν ακόμα μικρότερη λόγω της φθοράς του υλικού και τη παρουσία ανοιγμάτων με επιπλέον φορτία και στη λιθοδομή και δυνατότητα οριζοντίων καταπονήσεων. Είναι σημαντικό να αναγνωρίζουμε ανάλογα μνημεία και στον Ελλαδικό χώρο και να επιζητούμε την συντήρηση και αποκατάσταση τους -όπως και κάθε μνημείου της χώρας- διατηρώντας αλλά και αποκαθιστώντας το ρόλο τους ως ένα κομμάτι της πολύχρωμης ιστορίας αυτού του τόπου. Ο γοτθικός ρυθμός αποτελεί σταθμό στην αρχιτεκτονική του Δυτικού κόσμου και πέρα από τη έντονη θρησκευτικότητα που ενέπνεε τότε σε ένα χαμηλού ύψους αστικό τοπίο, πλέον σε ζωντανές μητροπόλεις της σύγχρονης εποχής αποτελούν υπενθύμιση στο σύγχρονο πολίτη, θα έλεγα όχι του μεγαλείου της Θείας δύναμης, αλλά της ιδιοφυίας και του ανθρώπινου αγώνα να ξεπεράσει το παρελθόν του και να αποδείξει ότι η υπόσταση του ανθρώπου δεν περιορίζεται στα πλαίσια που ορίζει το παρελθόν. Όσον αφορά στο διασημότερο παράδειγμα αυτού του ρυθμού, η αποκατάσταση και η συντήρηση του μνημείου δεν αποτελεί επουσιώδη άθλο και πρέπει να ληφθούν υπόψη διάφοροι παράγοντες συμπεριλαμβανομένων εκείνων της Χάρτας της Βενετίας, έτσι ώστε να διατηρήσει τη αδιαμφησβήτητη πολιτιστική και αρχιτεκτονική του αξία.

45


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Εικόνα 43. Πρόπλασμα του βέλους και τμήματος της στέγης μαζί με το «δάσος» ξύλινων δοκών που καταστράφηκε ολοκληρωτικά το 2019. Το πρόπλασμα κατασκευάστηκε από τον Eugene Viollet-le-Duc (1859) (Museum of Historic Monuments, Paris)

46


«ΓΟΤΘΙΚΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ: Ανάλυση των Τυπικών Δομικών Μοντέλων , το παράδειγμα του καθεδρικού της Notre Dame»

Ι.Π.ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: •

• • • • • •

"Architectural Notes on German Churches Architectural Notes on German Churches: With Remarks on the Origin of Gothic Architecture with Remarks on the Origin of Gothic Architecture" Συγγραφέας: Whewell William «Ιστορία της Αρχιτεκτονικής, δεύτερος τόμος», Χαράλαμπος Μπούρας «Ιστορία της Δυτικής Αρχιτεκτονικής» David Watkin “Structural integrity of Notre Dame Cathedral after the fire of April 15th, 2019” Paolo Vannucci, Filippo Masi, Ioannis Stefanou, Victor Maffi-Berthier “Technical Challenges in the Construction of Gothic Vaults: The Gothic Theory of Structural Design”, Santiago Huerta “Mediterranean Gothic Architecture”, Various Authors «Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας Τομ. 30, 2009», Ντέλλας Γιώργος

47


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.