ΒΑΣΙΛΗ ΚΑΡΚΑΤΣΕΛΗ
ΑΥΛΑΙΑ ΣΤΗΝ ΑΥΛΑΙΑ
(κείμενα και ημερολόγια σε ένα περιοδικό ποικίλης ύλης) 2004 - 2006
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2007
ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΕΤΟΙΩΝ ΔΙΣΕΛΙΔΩΝ ΣΤΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ «ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ» Είναι πολύ ενδιαφέρον να διαπιστώνεις πως, παρά το συνεχές άπλωμα της πόλης εντός της οποίας γράφεται και διανέμεται το έντυπο που κρατάτε στα χέρια σας, οι παλαιοί συνάδελφοι, μαθητές, φίλοι και γνωστοί (αν και δεν τους συναντάς πλέον) είναι κάπου εκεί, λαμβάνουν τα σήματα που με κάθε αφορμή εκπέμπεις και στην κατάλληλη ευκαιρία, απ’ ευθείας, μέσω τρίτων, ή με τη βοήθεια της τεχνολογίας, σου τα επιστρέφουν σαν αντίδωρο ανθρωπιάς ή κοινωνικότητας. Η τέχνη, γενικά, έχει ανάγκη ένα τέτοιο δούναι και λαβείν. Ο καλλιτέχνης ταχυδρομεί γράμματα προς κάθε φίλο και γνωστό – φυσικά και προς αγνώστους – και περιμένει απαντήσεις. Χωρίς αυτές τις απαντήσεις το έργο δεν ολοκληρώνεται. Το πόσο αναγκαία και θεμελιώδης είναι αυτή η αρχή της επικοινωνίας για τις εικαστικές τέχνες δεν είναι τόσο κατανοητό στον καθένα, τόσο όσο π.χ. είναι για το θέατρο. Στο θέατρο όλοι καταλαβαίνουν πως είναι αδύνατον να υπάρξει παράσταση χωρίς κοινό. Στο θέατρο χρειαζόμαστε κόσμο και επάνω και κάτω από τη σκηνή, το ίδιο ενεργούς, το ίδιο ζωντανούς. Γιατί όχι να μη συμβαίνει το ίδιο και με τις πλαστικές τέχνες; Παρά τις όποιες διαφοροποιήσεις του θιάσου που βρίσκεται πίσω ή δίπλα στο μουσαμά, αυτών που βρίσκονται πίσω από το φωτογραφικό ή χαρακτικό χαρτί, απαιτείται η ίδια ζωντανή επικοινωνία. Για να στηθεί μία έκθεση – όπως ακριβώς συμβαίνει και με τις πρόβες στο θέατρο – υποτίθεται πως ο δημιουργός, ο επιμελητής, ο γκαλερίστας και κάθε άλλος εμπλεκόμενος κάνουν ότι μπορούν. Δεν αρκεί όμως αυτό. Ακριβώς επειδή η κάθε έκθεση είναι χώρος με χρόνους και νοήματα σα μία παράσταση, για να «δοθεί» αυτή η παράσταση, για να ολοκληρωθεί, απαιτείται – όπως ακριβώς και στο θέατρο – το ζωντανό της κοινό. Ζωντανό κοινό είναι το κοινό (ενός έργου ή μιας έκθεσης) που θα αισθανθεί, θα αναλύσει, θα καταλάβει, που θα συμπονέσει, θα διαλογιστεί επί των έργων που την συναπαρτίζουν, θα γελάσει με την κατάλληλη ατάκα/εικόνα, θα θυμώσει αν πρέπει, θα διαμαρτυρηθεί όταν του προκληθεί δυσφορία, θα
αποδοκιμάσει, αλλά θα φτάσει και «μέχρι τα καμαρίνια» να ρωτήσει, να συγχαρεί εάν ευχαριστήθηκε δεόντως, και εν ανάγκη, να διατυπώσει αντιρρήσεις, να έλθει ακόμη και σε ανοικτή ρήξη με το δημιουργό προκαλώντας διάλογο. Διάλογο χωρίς ταμπού, με θέλω, πιστεύω, προσδοκώ, μου αρέσει, ρήματα που να χωράνε σε μια συζήτηση περί τέχνης και ιδεών. Σε αυτή την εκθεσιακή παράσταση είναι που μπορεί να συνδράμει και ο οποιοσδήποτε γράφει κάπου, σε κάποιο έντυπο. Τοποθετούμενος στα τεκταινόμενα, σα διευκολυντής, καταλύτης, συν-δημιουργός ή θεωρητικός, έστω και σαν απλός προπα-γανδιστής, έστω και εκτός τόπου, συν-μετέχει στην παράσταση διευρύνοντας το κοινό της. Μόνο που, ένας τέτοιος ''συν-γραφέας" για να έχει πραγματικό λόγο ύπαρξης, αν ξεπεράσει το επίπεδο μιας απλής πληροφόρησης, πρέπει να είναι αυθεντικός. Σε όποια πλευρά της τέχνης και αν βρίσκεσαι, αν μπορείς να της προσφέρεις κάτι, αυτό είναι η κατάθεση των δικών σου στοιχείων, των απόλυτα προσωπικών σου απόψεων. Κανένας δεν έχει ανάγκη να ακούσει τη γνώμη του από στόμα άλλου. Όταν σε ρωτά κάποιος, τη γνώμη σου είναι που θέλει να ακούσει. Και εάν τυχαίνει ο ερωτώμενος να εμπλέκεται με τον έναν ή άλλο τρόπο στο αντικείμενο της συζήτησης, τότε, οι απαντήσεις του «μετράν» περισσότερο. Ένας δημοσιογράφος που εργάζεται στο «πολιτιστικό ημερολόγιο» αρκείται να αναφέρει τίτλους, ονόματα και ημερομηνίες. Ένα ημερολόγιο δεν απαιτεί περισσότερες πληροφορίες, παρά μόνο τιμιότητα. Με λίγα λόγια και οργάνωση γίνεται σωστή δουλειά. Το αντίθετο συμβαίνει στην περίπτωση που ο δημοσιογράφος εργάζεται στις καλλιτεχνικές σελίδες ενός πολιτιστικού εντύπου. Ακόμη και αυτοί που εργάζονται σε περιοδικά ποικίλης ύλης, που όμως επιζητούν και ένα «ειδικό» κοινό, έχουν άλλη αποστολή. Οφείλουν να «τοποθετηθούν» επί του θέματος και παράλληλα, να δώσουν βήμα στις σκέψεις των δημιουργών, να παρουσιάσουν τις απόψεις τους, να υποβάλλουν ερωτήσεις που θα βοηθήσουν τους δημιουργούς να εμβαθύνουν και τους αναγνώστες να κατανοήσουν. Όλα στο τραπέζι και ο θεός της φωτογραφίας βοηθός.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΕΝΟΣ ΕΡΓΟΥ ΤΕΧΝΗΣ Προς πότερον των παραδειγμάτων ο τεκταινόμενος αυτόν απηργάζετο, πότερον προς τα κατά ταύτα και ωσαύτως έχον η προς το γεγονός. Τιμαίος Πλάτωνος 29α
Ότι έχει σώμα, είναι ορατό και απτό. Ότι είναι απτό είναι αισθητό. Αισθητό σημαίνει πως γίνεται αντιληπτό από τις αισθήσεις. Οι αισθήσεις εξ ορισμού δεν αποτελούν σταθερά, δεν είναι αδιαφιλονίκητες, μεταβάλλονται, δεν είναι αντικειμενικά μετρήσιμες. Διαφέρουν όχι μόνο από άνθρωπο σε άνθρωπο, αλλά και από τόπο σε τόπο, από εποχή σε εποχή. Αλλιώς βλέπουν το λευκό στην αραβική έρημο και αλλιώς οι ινδιάνοι στα βουνά της Ντακότα. Σήμερα ακούμε, αύριο όχι. Κάποτε ένα χάδι το απολαμβάναμε με ένα συγκεκριμένο τρόπο, τώρα το αισθανόμαστε διαφορετικά. Τα αντικείμενα των υποκειμενικών αισθήσεων είτε είναι πράγματα, είτε γεγονότα, γίνονται κατανοητά υποκειμενικά, η ίδια η πραγματικότητα αν την εξετάσουμε μέσω των αισθήσεων δεν είναι αντικειμενική. Υποκειμενική αντίληψη, υποκειμενική ερμηνεία, υποκειμενική βίωση. Μία φωτογραφία, ένας πίνακας, ένα έργο τέχνης καταλαμβάνουν χώρο, άρα έχουν σώμα. Αυτό το σώμα κάποτε αποκτήθηκε, που πάει να πει, κάποτε κάποιος το δημιούργησε. Βάσει ποιών προτύπων συντελέστηκε αυτή η δημιουργία; Σα θεατές ενός δημιουργήματος πρέπει να αναρωτηθούμε, προτείνει ο Πλάτωνας, αν ο κατασκευαστής του το έφτιαξε «προς το γεγονός», σύμφωνα δηλαδή με κάτι που βίωσε μέσω των αισθήσεων, με βάση, όπως είπαμε παραπάνω, μια υποκειμενική θεώρηση της πραγματικότητας ή «προς το κατά
ταύτα», δηλαδή, σύμφωνα με μία ανεξάρτητη από τις υποκειμενικές αισθήσεις ιδέα, βάσει κάποιας ανώτερης αρχής, σύμφωνα με κάτι που βίωσε με το πνεύμα. Είναι πολύ σημαντικό για τον παρ-ιστάμενο ενός έργου τέχνης να μετατραπεί από θεατής σε συν-δημιουργός. Για να το καταφέρει, απαραίτητο στάδιο είναι να μπορέσει να σταθεί κριτικά απέναντι στο έργο. Για να το μπορέσει, πρέπει (ο θεατής) να καταλάβει με ποια από τις δύο μεθόδους εργάστηκε ο δημιουργός του έργου. Εργάστηκε σύμφωνα με κάποια σταθερή ιδεολογική αξία ή παρασυρμένος από κάτι που υπέπεσε στην αντίληψή του και απλώς το «αντέγραψε»; (Άρα μη σταθερό, αφού μεσολάβησαν οι αισθήσεις, και άρα επιλήψιμο). Και πως θα αποκωδικοποιήσει ο θεατής μια τέτοια σύνθετη εκκίνηση; Μα φυσικά από το ίδιο το έργο, και εάν είναι δυνατόν και από τον ίδιο το δημιουργό. Είναι το ίδιο το έργο (και ας γίνεται κατανοητό μέσω των αισθήσεων), που θα μας επιτρέψει να καταλάβουμε το πώς εργάστηκε ο δημιουργός του. Εάν μεν είναι «καλόν» αυτό, και ο δημιουργός του «αγαθός», τότε είναι φανερό ότι χρησιμοποίησε το «αιώνιο» υπόδειγμα – λέει ο Πλάτωνας – ενώ εάν συμβαίνει το αντίθετο, τότε σημαίνει ότι ο δημιουργός χρησιμοποίησε σα βάση του έργου του κάτι που είδε, κάτι που έχει κιόλας γίνει, και άρα, το έργο αντί "καλού" είναι απλώς "χρήσιμο". Κάτι τέτοιο βροντοφώναξε στην ανθρωπότητα ο Πικάσο, με την ευκαιρία της ολοκλήρωσης ενός πορτραίτου της Γερτρούδης Στάϊν. Δεν ήθελε το πορτραίτο να μοιάζει του μοντέλου, γιατί σύντομα το μοντέλο θα έμοιαζε της εικόνας του. Μα η φωτογραφία, θα αντιτάξει κάποιος, δείχνει πάντα αυτό που έχει υπάρξει μπροστά από τη μηχανή. Κι’ όμως, καμία μηχανή δεν βγάζει μόνη της εικόνες. Κανένα έργο δε βρίσκεται πεταμένο στο δρόμο. Πρώτα σχηματίζεται στο μυαλό του φωτογράφου, στη συνέχεια καταθέτεται άποψη και κατόπιν το βλέπει ο φακός.
Ο πραγματικός καλλιτέχνης είναι πάντα ο εαυτός του, είναι πάντα προσανατολισμένος σε σταθερές αξίες, όπως η αλήθεια είναι πάντα ανεξάρτητη των υποδείξεων της Αγοράς. Δεν έχουμε παρά να το επιβεβαιώσουμε εξετάζοντας τα σημαντικά έργα τέχνης. Τι βλέπουμε; Όλοι σχεδόν οι αληθινοί δημιουργοί (ακόμη και οι ρεαλιστές) εργάστηκαν με το ιδεατό μέσα τους υπόδειγμα και όχι ξεπατικώνοντας κάτι, απλά και μόνον γιατί αυτό το κάτι προϋπήρξε γύρω τους σαν κυρίαρχο ή γιατί προϋπήρξε στην πριν από αυτούς τέχνη σα θρίαμβος, κάτι δηλαδή που «λειτουργούσε» πριν το έργο τους. Το έργο τέχνης γεννιέται και σχεδιάζεται με βάση το αμετάβλητο αντικείμενο του λόγου και της φρόνησης. Η ηθική είναι κυρίαρχο στοιχείο στη δημιουργία του δημιουργού. Αν όμως έτσι έχουν τα πράγματα, το έργο τέχνης είναι εικόνα κάποιου άλλου κόσμου και όχι του παρόντος. Ενός κόσμου ικανού να ανταποκρίνεται τουλάχιστον στα «κατά ταύτα και ωσαύτως έχοντα», στα πνευματικά ζητούμενα του δημιουργού του. Ακόμη και η κατ’ εξοχήν ρεαλιστικότερη των τεχνών φωτογραφία, για την οποία χιλιάδες επιστήμονες εργάστηκαν για χρόνια ώστε να την κάνουν ικανή να καταγράφει «το γεγονός», απαιτεί το «κατά ταύτα».
Η φωτογραφία είναι μια βεβαιότητα που γεννά αμφιβολίες
Είτε ανήκεις σε κείνους που κυνηγούνε τις εικόνες, είτε σε κείνους που τις κατασκευάζουν οι ίδιοι, ένα είναι σίγουρο ∙ Για να τις έχεις, τις χρειάζεσαι πρώτα στο μυαλό και μετά στο φιλμ ή τα pixels.
Ο φακός ψάχνει μόνο κατόπιν εντολής. Το ξεδιάλεγμα των "εντολών" (επιλογή εκ των τυπωμένων φωτογραφιών) από το φωτογράφο, είναι κι’ αυτό μια άκρως βασανιστική διαδικασία που υπόκειται στις πνευματικές αναζητήσεις κάθε εποχής. Το ξεφύλλισμα ενός βιβλίου με εικόνες ή η παρουσία σε μία έκθεση και πάλι πράξη επιλογής και αναζήτησης είναι. Η τοποθέτηση απέναντι στην τυπωμένη (με τη μία ή την άλλη μορφή) εικόνα είναι, επίσης, πράξη γεμάτη από «πιστεύω», «απόψεις» και «φιλοσοφίες». Η δημιουργική συν-ζήτηση με κάθε έργο (συν-δημιουργία) και ο εξ αυτής προκύπτων διάλογος το ίδιο. Αρκεί το έργο να είναι ανοικτό. Να μη δηλώνει ντε και καλά μόνο βεβαιότητες. Μία φωτογραφία είναι ένας περιορισμένος χώρος χωρίς όρια, ένας δεδομένος τόπος, στον οποίο όμως χωρούν σκέψεις πολλές. Μια φωτογραφία είναι μία επιφάνεια κατάθεσης αναμνήσεων και αισθημάτων, αλλά και ιδεών και θέσεων, συνεχώς, όμως, υπό αμφισβήτηση του όποιου συν-διαλεγόμενου. Ένα κέντρο ακτινοβολίας είναι, από και προς, υπομόχλιο της συλλογικής σκέψης, ένας τόπος γλεντιού, όπου συστρέφεται η δημιουργικότητα του κατασκευαστή με αυτή του θεατή της. Μία φωτογραφία είναι παράθυρο ανοικτό (άνοιξε από το φωτογράφο), προς τον εσωτερικό ή εξωτερικό κόσμο (δικό του ή δικό μας) που περιμένει κάποιον να κοιτάξει διαμέσου. Για να δούμε λοιπόν τι παράθυρα ανοίγουν αυτό το μήνα. . . . . . . . . . . . .
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΓΡΑΦΕΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ
Σαν απόλυτος στερεοφωνικός ήχος που φτάνει από παντού, η τέχνη της φωτογραφίας στη Θεσσαλονίκη δηλώνει την παρουσία της πολλαπλώς. Για τους μη ειδικούς, αυτή η έντονη διεργασία δηλώνεται μέσω των εκθέσεων. Είναι οι εκθέσεις που, με χίλιους δυο τρόπους, βάζουν αυτή τη μορφή έκφρασης σε «κοινωνία» με το κοινό. Είναι οι εκθέσεις που δίνουν την ευκαιρία για συνεύρεση και ανάπτυξη διαλόγου μεταξύ των καλλιτεχνών αυτής της πόλης και της ευρύτερης περιοχής. Είναι οι εκθέσεις που προσπαθούν να παρουσιάσουν το επίπεδο του παραγόμενου έργου, από ντόπιους, εθνικούς και διεθνείς δημιουργούς, δίνοντας το στίγμα του που βαδίζουμε ή πετάμε. Είναι οι εκθέσεις που τεστάρουν, κάθε τόσο, την ευθύνη των κατοίκων αυτής της πόλης, για το τι είδους πολιτισμό μπορούν να ανεχθούν, να υποστηρίξουν, και γιατί όχι, να συντηρήσουν, αυτοί, το πολυδιαφημισμένο πολυπολιτισμικό της κοινό. Σε επίπεδο προτάσεων, παραγωγής και εκθεσιακής παρουσίας η «καλλιτεχνική φωτογραφία» στη Θεσσαλονίκη βρίσκεται σε ευρωπαϊκά επίπεδα (δίχως τα απαραίτητα μετρητά για την προβολή της), και για τούτο η Θεσσαλονίκη από καιρό καλείται πρωτεύουσα της δημιουργικής Ελληνικής Φωτογραφίας (και ας είναι τα χρήματα, για τους επαγγελματίες του είδους, και οι αριθμοί στην Αθήνα). Από τη δεκαετία του 80 και μετά η παρουσία της δημιουργικής φωτογραφίας στη Θεσσαλονίκη είναι άκρως σημαντική. Με την παράλληλη δράση φορέων όπως η «Φωτογραφική Συγκυρία», η «Φωτογραφική Ομάδα Τριανδρίας/Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης», τα παραρτήματα των διεθνών Ινστιτούτων και άλλων φορέων, και πρόσφατα το «Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης», έγινε μπορετό να προωθηθούν αρκετές και διαφορετικές
εκδοχές για το τι μπορεί να είναι και με το τι μπορεί να ασχολείται η δημιουργική φωτογραφία στα τέλη του 20ου αιώνα και τις αρχές της νέας χιλιετίας. Σήμερα, τίποτε δε θυμίζει το άγονο τοπίο των πρώτων μεταδικτατορικών χρόνων, εποχή που δεν έβρισκες στην πόλη ούτε καν αντιόξινα πασπαρτού. Σήμερα δεν συναντιέται εκείνος ο πανικός που έβλεπες στα μάτια των «υπευθύνων» και των ιδιοκτητών εκθεσιακών χώρων, μόλις τους πρότεινες μία έκθεση φωτογραφίας. Το ίδιο υποχώρησαν συντετριμμένοι και οι δήθεν θεωρητικοί ή ιστορικοί τέχνης, που εκείνες τις εποχές, τρέμανε μην τύχει και προφέρουνε έστω τη λέξη φωτογραφία, οι δύσμοιροι. Αλλά και οι φωτογράφοι άλλαξαν και αναπνέουν πιο ελεύθερα, και γίνανε και περισ-σότεροι. Γενικώς, τίποτε δεν έμεινε ίδιο. Και επειδή, τίποτε δε θυμίζει εκείνη τη μακρινή εποχή των είκοσι χρόνων πριν, ίσως ήρθε η χρυσή ευκαιρία για να ασχοληθούν και οι ιστορικοί μαζί της. Μία αμερόληπτη αναδρομή και τεκμηρίωση θα είναι η κίνηση που θα προσδώσει παρελθόν στην παρουσία του μέσου αυτού στη συμπρωτεύουσα, όχι τόσο γιατί η δημιουργική φωτογραφία την έχει ανάγκη ή για να αποκτήσει υπόσταση, όσο για να αυξηθούν οι εσωτερικές της διεργασίες, για να πάρει νέα φωτιά ο διάλογος που απαιτείται για την εξέλιξη του μέσου. Στη νέα εποχή που ανατέλλει για τη φωτογραφία, η ιστορία της να αποτελέσει αντικείμενο μελέτης, σαν εφαλτήριο για νέα άλματα. Ίσως οι δυνατότητες που προσφέρει το πρόγραμμα για ψηφιοποιήσεις και δημοσιότητα αρχείων που δόθηκε στο Μουσείο Φωτογραφίας – στο πλαίσιο της «κοινωνίας της πληροφορίας» (μερικών χιλιάδων ευρώ) - να είναι η χρυσή ευκαιρία, που είπαμε παραπάνω, εφ’ όσον φυσικά αξιοποιηθεί κατάλληλα, ενδεχομένως και σε συνεργασία με το Α.Π.Θ. Η ιστορία της φωτογραφίας στην πόλη, όμως, συνεχίζεται να γράφεται στο κάθε σήμερα και στο κάθε τώρα. Για τούτο ας ρίξουμε μια ματιά και στις υποχρεώσεις μας, τις εκθέσεις του μηνός. ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ: ΕΓΚΑΙΝΙΑΖΟΝΤΑΙ: ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ:
ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ
Γλιστράνε ανάμεσα στις φωτογραφίες οι λέξεις, όπως γλιστράνε τα ιδρωμένα σώματα των συντρόφων μας στο ποτάμι του χρόνου. Μακριά πορεία, που γράφεται εδώ και εκεί, μα πάντα, στο εκάστοτε τώρα. Σε πόσα γεγονότα φωνάξαμε παρών; Γλιστράνε ανάμεσα στις πετρωμένες σχέσεις μας με τους άλλους οι ιδέες στη μορφή τυπωμένου ασπρόμαυρου ή χρωματιστού χαρτιού, όπως οι στιγμές αυτής της ροής. Ένας μακρινός μας πρόγονος βροντοφώναξε πως, "δε μπαίνεις δεύτερη φορά στο ίδιο ποτάμι", όχι μόνο γιατί αλλάζεις ο ίδιος ανά δευτερόλεπτο, αλλά και γιατί ποτέ το ποτάμι δε μπορεί – και να ήθελε – να είναι το ίδιο. Άλλο νερό, άλλη λάσπη, άλλα σκουλήκια, άλλα φερτά υλικά. Αγγίζουμε ότι δε θα ξαναχαϊδέψουμε, αγαπάμε ότι δε θα ξαναερωτευτούμε, φωτογραφίζουμε ότι χάθηκε κιόλας. Η φωτογράφιση – τι κρίμα – είναι συνεχώς μια πράξη του παρελθόντος, ενώ η φωτογραφία του παρόντος. Καμία σχέση με τη ζωγραφική που βιώνεται πάντα ταυτόχρονα, πράξη και αποτέλεσμα. Ο έρωτας πότε βιώνεται; Μια πρόχειρη απάντηση σε πρόχειρη ερώτηση θα ήταν πως η φωτογραφία εικονίζει ένα παρελθόν, ένα παρελθόν που όμως από σήμερα σε σήμερα ταξιδεύει στα μακρινά μεθαύριο. Είναι έτσι; Και ναι, και όχι. Γιατί άλλο η φωτογραφία σαν αντικείμενο και άλλο η πράξη της φωτογράφισης. Έρωτας και τα δύο. Είναι διαφορετικό γεγονός η φωτογραφία του γάμου μας και άλλο ο ίδιος ο γάμος. Ας μη μπλέκουμε τη στιγμή με τη διάρκεια, την ιδέα με την εφαρμογή της, το αποτέλεσμα με την πράξη. Αντιμετωπίζονται το ίδιο, αλλά υφίσταται διαφορά ανάμεσα στη φωτογραφία
και το φωτογραφίζειν, η διαπίστωση πως είναι διαφορετικά πράγματα η πνευματική πράξη και το υλικό αποτέλεσμα ή μήπως όχι; Η ώρα της φωτογράφισης είναι ο χρόνος που επιτέλους δίνεις εντολή να πατηθεί το κουμπί που θα απελευθερώσει το κλείστρο, για να ξεκινήσει η αποτύπωση της πράξης στη φωτοευαίσθητη επιφάνεια. Αν πρέπει να την παρομοιάσω με κάτι, την παρομοιάζω με τη στιγμή, που έχοντας απορρίψει τον υπόλοιπο γυναικείο πληθυσμό στη συνεύρεση, αποφασίζω να αρχίσει το «καμάκι» για την επιλεγμένη. Τα περί κεραυνοβόλου έρωτα, μεγάλου κατοπινού έρωτα, υπέροχης σχέσης ή μακροχρόνιας αγάπης κ.τ.λ., όλα αυτά μοιάζουν μπούρδες φιλολογικές μπροστά στο τώρα, που είναι ταυτόχρονα εμπνευσμένη στάση απόρριψης των υπολοίπων και επιλογής του συγκεκριμένου. Σε πόσες συγκυρίες θα δηλώσουμε παρών; Ποιος νοιάζεται; Το μέλλον είναι μία απάτη. Το ίδιο και το παρελθόν, που το χειρίζονται και το ερμηνεύουν κατά το δοκούν οι κατά εποχές περιστασιακοί νικητές. Μόνο το τώρα είναι ανεξέλεγκτο. Μόνο το τώρα παίζει, μόνο το τώρα αξίζει, μόνο αυτό απαιτεί, όπως ο έρωτας και η τέχνη. Αυτός που ΘΑ κάνει το μεγάλο και σπουδαίο έργο ή ΘΑ ψιθυρίσει τα λόγια αγάπης, σε μία πιο κατάλληλη στιγμή, έχασε πριν παίξει, πριν ρίξει τη ζαριά. Το τώρα όχι μόνο δεν αναπολεί, αλλά και δεν ονειρεύεται και δε συγχωρεί για ότι δεν έγινε. Δε ζητάμε πολλά, τα θέλουμε όλα, και τα θέλουμε τώρα. Ίσως γι’ αυτό το τώρα για τους ερωτευμένους και τους φωτογράφους είναι συνυφασμένο με τη δράση, δράση με πάθος. (Τα υπόλοιπα χάρισμα στους κρυόκωλους που έχουνε μάθει να υπολογίζουνε τα πάντα στη ζωή για το όποιο κέρδος). Η φωτογράφιση είναι όμοια με ερωτικό χορό, με μακριά και κοντά, πάνω και κάτω, εντός και εκτός, σε έκταση, σε διέγερση. Μια πλήρης πράξη. Το ίδιο και η προσπάθεια να πάρει "σάρκα και οστά" ο καρπός αυτής της διέγερσης. Να λοιπόν που φτάσαμε σε κάποια μορφή «ορισμού». Άλλο πράγμα η «πράξη» της φωτογράφισης, άλλο η εντολή να πατηθεί το κουμπί – πόσο ψυχρή και αδιάφορη μοιάζει – και άλλο πράγμα η αγωνία του να κρατάς στο χέρι το τυπωμένο ίχνος της, που φυσικά (μόνο για εσένα) ίσως περιλαμβάνει και κάτι από την αρχική πράξη. Άλλο η φωτογραφία και άλλο η διαδικασία που οδήγησε
σ’ αυτήν, όπως διαφέρουν το πάθος της ερωτικής συνεύρεσης, με την κορύφωσή της και τον καρπό που εμφανίζεται 9 μήνες μετά, καρπός, που αν μάλιστα όλα πάνε καλά, σύντομα θα ανεξαρτητοποιηθεί από εσένα, και μετά από άπειρες περιπέτειες, θα σε θάψει οριστικά. Φωτογραφίζουμε όπως ερωτευόμαστε και ερωτευόμαστε όπως φωτογραφίζουμε. Ίσως για τούτο – σα φωτογράφος – γράφω πως άλλο έρωτας και άλλο ο Άγιος Βαλεντίνος, μεγάλη η χάρη του, που σιγομουρμούραγε η θεία μου, κάθε που αναφερόταν σε κάποιον άγιο.
Υ.Γ. Τι φωτογραφίζει ένας ερωτευμένος φωτογράφος και γιατί διαφέρει τόσο από έναν ερωτευμένο ποιητή;
ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΓΡΑΦΕΤΑΙ ΤΩΡΑ
«Θαυμάζουμε τους Έλληνες μόνο σαν τους αναγνωρίσουν οι ξένοι» Ηρωπάριχος
Δεν ξέρω ποιάς επιστήμης είναι αντικείμενο, αλλά φαντάζομαι, πως κάποιοι πανεπιστημιακοί θα βρουν ομάδα να αναθέσουν την έρευνα αυτού του συνδρόμου. Αυτοί ξέρουν και σπανίως χάνουν ευκαιρίες να εξασφαλίζουν τα χρήματα κάποιου προγράμματος. Το θέμα που τίθεται σε αυτό το άρθρο το έδωσε η έκθεση του Δημήτρη Προκοπίου «εικόνα – όχθη – πρόσωπο» στη Γκαλερί JLS στο Παρίσι. Κάπου κυκλοφόρησαν οι προσκλήσεις και ξεσηκώθηκε σάλος – καθόλου κακό αυτό. Καθόλου αρνητικό να ενδιαφέρονται ομότεχνοι και να συλλέγουν πληροφορίες για τον καλλιτέχνη που θα εκθέσει στο εξωτερικό. Δύο μάλιστα, που φυσικά έτυχε να βρίσκονται στο Παρίσι εκείνες τις ημέρες, πήγαν και στα εγκαίνια. Ο λόγος της παρουσίας τους εκεί, δεν είναι του παρόντος να συζητηθεί. Εκείνο που με καίει είναι ότι πήγανε κάπου στο εξωτερικό να δούνε την έκθεση ενός Έλληνα. Απίστευτο! Απίστευτο για δύο λόγους. Πρώτον γιατί ενημερώθηκαν για τις διεθνείς εξελίξεις στη φωτογραφία, βλέποντας τη δουλειά ενός Έλληνα, και δεύτερον, γιατί την ίδια ακριβώς έκθεση την περιφρόνησαν απόλυτα όταν αυτή παρουσιάστηκε πριν ενάμιση χρόνο στη Θεσσαλονίκη, στον τότε εκθεσιακό χώρο του Φωτογραφικού Κέντρου Θεσσαλονίκης επί της οδού Μενελάου. Μία σημαντική έκθεση είχε έλθει στη Θεσσαλονίκη. Στάλθηκαν προσκλήσεις, κολλήθηκαν αφίσες. Πολλά έντυπα την αναγγείλανε στις σχετικές στήλες τους. Τα ραδιόφωνα της πόλης φιλοξένησαν συνεντεύξεις του δημιουργού και του επιμελητή της έκθεσης σε σχετικές με την τέχνη εκπομπές, κι’ όμως, κανείς από τους παρευρισκόμενους στη συζήτηση που αναφέραμε, δεν
είχε πάει να δει την έκθεση όταν αυτή τους τίμησε με την παρουσία της στη δική τους πόλη. Idiots; Μιζέρια, ζήλια, αδιαφορία ή μικροαστισμός από χωριάτες; Τώρα που είπα χωριάτες, θυμήθηκα μιαν άλλη, ξεχωριστή οπωσδήποτε, αλλά και παρεμφερή περίπτωση. Τότε, την εποχή που η Θεσσαλονίκη έπαιζε το ρόλο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης, στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού παρουσιάστηκε μια σημαντική έκθεση της «Συλλογής Βελιμέζη». Οι εφημερίδες της Αθήνας την έκαναν «τουμπεκί». Ούτε λέξη για μία τόσο σπουδαία έκθεση. Κοινοί εκβιαστές και ταυτόχρονα άξεστοι χωριάτες οι πρωτευουσιάνοι. Δεκάδες «δημοσιογράφοι» για τόσους μήνες, όχι μόνο δεν πήραν χαμπάρι για το τι «έτρεχε» στη Θεσσαλονίκη, αλλά την ίδια στιγμή χωρίς ντροπή, παρουσίαζαν για σημαντικά τα απόλυτα τίποτε, που πλήρωναν καταχωρήσεις. Έλα, όμως, που έχει ο καιρός γυρίσματα! Όπως οι Θεσσαλονικείς τρέξανε στο Παρίσι να δουν αυτό που δεν είδαν στον τόπο τους, έτσι και οι δήθεν δημοσιογράφοι, άρχισαν να γεμίζουν ολοσέλιδα, όταν ένα μικρό τμήμα της αρχικής έκθεσης, με σαφώς χειρότερη ανάπτυξη, πήγε στην Αθήνα. Έμειναν άφωνοι απ’ το μισάδι, αυτοί που ενώ είχαν πολλαπλώς «ανέβει» στη Θεσσαλονίκη κατά το διάστημα της έκθεσης, φραπεδιάζανε στην παλιά παραλία και σαβουρώνανε στην Άθωνος, συνεχώς εκτός καθήκοντος. Μα είναι θέμα καθήκοντος; Τουλάχιστον. Και για τους δημοσιογράφους, και για τους δημιουργούς, και για τους κοσμικούς, και για το κοινό (ειδικό ή όχι), και για τους χορηγούς. Το μέλλον της Ελληνικής Φωτογραφίας – και τέχνης γενικότερα – γράφεται τώρα. Γι’ αυτό ας δούμε τι «παίζει» αυτόν τον μήνα. ................................................................
Ο φωτογράφος ενδιαφέρεται για το κοινό του όσο και για το ίδιο το έργο του.
Στις 20 του Νοέμβρη, η Θεσσαλονίκη έγινε, έστω και για ένα διήμερο, η πρωτεύουσα της καλλιτεχνικής και επαγγελματικής φωτογραφίας. Το ένθετο στην εφημερίδα Καθημερινή περιοδικό Φωτογράφος, διοργάνωνε μία σειρά εκδηλώσεων. Η δεύτερη καλύφθηκε από σεμινάρια και επιδείξεις νέων προϊόντων . Η πρώτη (η καλλιτεχνική φωτογραφία) εκπροσωπήθηκε από εκθέσεις φωτογραφίας και ανιχνεύθηκε από μία ανοικτή συζήτηση που οργάνωσε το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, με τίτλο ΄΄Προοπτικές της καλλιτεχνικής φωτογραφίας στην Ελλάδα. Ελπίδες και πραγματικότητα.΄΄ Σε αυτήν παραβρέθηκαν και έκαναν τις αρχικές εισηγήσεις οι πλέον αρμόδιοι για αυτό. Στην έδρα βρέθηκαν ο Γ. Γ. του Υπουργείου Πολιτισμού Χρ. Ζαχόπουλος, ο νέος Διευθυντής του Μουσείου Φωτογραφίας Β. Ιωακειμίδης, ο Διευθυντής του Διεθνούς Μήνα Φωτογραφίας στην Αθήνα Στ. Μωρεσόπουλος, και ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φωτογραφικού Κέντρου Θεσσαλονίκης Β. Καρκατσέλης. Έγιναν εισηγήσεις, ακολούθησαν ερωτήσεις, τοποθετήσεις και διάλογος. Στην κατάμεστη αίθουσα βρέθηκαν πολλοί διευθυντές καλλιτεχνικών οργανισμών της πόλης μας, εκδότες, αντιπρόσωποι φωτογραφικών σχημάτων και φυσικά πλήθος φωτογράφων από Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις της Βορ. Ελλάδας. Το πηγαδάκι που στήθηκε μετά το τέλος αυτής της ανοικτής συζήτησης, έδωσε την αφορμή για ετούτο το κείμενο. Ερώτηση. Γιατί συνεχώς τονίζετε ότι ενδιαφέρεστε για τη δημιουργία και κοινού και δημιουργών; Γιατί πρέπει αυτά τα δύο να μπλέκονται; Γιατί δεν ασχολείσθαι μόνο με τους φωτογράφους και το έργο τους; Μία ομάδα, μία συνεύρεση
φωτογράφων δεν πρέπει να ασχολείται μόνο με τη δουλειά της, που είναι η προώθηση των έργων της και να αφήνει τα άλλα στο Υπουργείο Παιδείας ή το Υπουργείο Πολιτισμού, τους δήμους, τα ΜΜΕ κ.τ.λ.; Κάπως έτσι ήταν η ερώτηση, αλλά, η απάντηση έπρεπε να περιμένει αυτό το κείμενο, μιας και όπως συμβαίνει στις συζητήσεις όπου συμμετέχουν πολλοί, σύντομα άλλαξε το θέμα. Κι όμως, η σχέση τέχνης και κοινωνίας είναι κάτι, που όλο και πιο συχνά, γυρίζει και ξαναγυρίζει στις συζητήσεις των καλλιτεχνών. Είναι προφανές, απασχολεί όλο και περισσότερο τους δημιουργούς στη σύγχρονη κοινωνία της απομόνωσης και της κυριαρχίας της οικονομίας επί του πνεύματος. Το συναντάμε από την ακραία του θέση που είναι "τέχνη και πολιτική" μέχρι την δήθεν ουδέτερη "πώς επικοινωνούμε με το εν δυνάμει κοινό μας" και την πιο απλή "μα επιτέλους, τι φωτογραφίζουμε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και πως;" Πρόκειται ακριβώς για το ίδιο πρόβλημα / ερώτημα / στάση ζωής, πως δηλαδή αναπτύσσεται πνευματικά ο καλλιτέχνης, τι έργο προσφέρει στην εποχή του και για ποιους, πως επεμβαίνει στην κοινωνία του και πως από αυτήν αντλεί δύναμη να συνεχίσει. Είναι αυτονόητο, αυτό που έρχεται στο μυαλό μας σαν απάντηση, πως, η κύρια δουλειά του δημιουργού είναι να φτιάχνει έργα, έργα σωστά, έργα δυνατά, έργα που να μπορούν να αναγνωριστούν σαν τέτοια και να προκαλέσουν στην κοινωνία τον διάλογο που τους αξίζει. Αρκεί όμως αυτό; Είναι τόσο εύκολη υπόθεση να παραχθούν σημαντικά έργα στην Ελλάδα, όταν η φωτογραφία δε διδάσκεται σαν τέχνη σε καμία σχολή καλών τεχνών (σαν κατεύθυνση) και όταν ακόμη και στα ΤΕΙ φωτογραφίας, (όπου υποτίθεται διδάσκεται η επαγγελματική αποκατάσταση μέσω της εφαρμοσμένης εκδοχής της φωτογραφίας) τα πράγματα έχουν βαλτώσει και εξ αιτίας του συστήματος, και εξ αιτίας των διδασκόντων; Είναι τόσο απλό να παραχθούν σημαντικά φωτογραφήματα, όταν η χώρα στερείται (εκτός της εξειδικευμένης γνώσης) και ενός γενικότερου επιπέδου φωτογραφικής παιδείας; Όταν το κοινό των εκθέσεων (που διοργανώνονται, όταν
διοργανώνονται και από αυτούς που διοργανώνονται), δεν έχει διδαχθεί έστω τα βασικά για τη φωτογραφία (ενώ για τη λογοτεχνία ή τις άλλες τέχνες κάτι έχει μάθει στο σχολείο), δεν έχει καλλιεργημένη ευθυκρισία (ποιά ΜΜΕ να το κάνουν;), πως θα μπορέσει να σταθεί κριτικά απέναντι σε ότι βλέπει; πως να παρέμβει, και με αυτές τις παρεμβάσεις του να επηρεάσει τις εξελίξεις αυτής της τέχνης, που υποτίθεται, με τη σειρά της, επηρεάζει τους θεατές; Το επίπεδο μιας τέχνης σε μια χώρα κρίνεται από το επίπεδο των έργων που έχουν παραχθεί σε αυτή τη χώρα. Αυτό το επίπεδο και η ανάδειξή του δεν είναι μόνο υπόθεση των δημιουργών, δεν είναι μόνο ατομική υπόθεση, είναι υπόθεση συλλογικού αγώνα, υπόθεση και της κοινωνίας. Δίχως τη δυνατότητα απόλαυσης του έργου σημαντικών δημιουργών της ιστορίας του μέσου στην αυθεντική του μορφή (και όχι μέσω αναπαραγωγών), δίχως ευκαιρίες μελέτης πολύτιμων, για την εξέλιξη του μέσου, έργων, που θα πατήσουν οι δημιουργοί κατά πρώτον, και το κοινό κατά δεύτερον, για να εξελιχθεί η εκάστοτε κατάσταση; Μπορείς να φέρεις σε έναν τόπο το πιο πρωτοποριακό καλλιτεχνικό γεγονός. Άμα δεν έχεις δημιουργούς να το κοινωνήσουν και κοινό να ζηλέψει και να το ζητήσει στο μέλλον από τους δικούς του δημιουργούς, έστω και σα μέτρο σύγκρισης, έκανες μία τρύπα στο νερό ή άλλως, πέταξες κόπο και χρήματα. Η αδυναμία αποκωδικοποίησης οδηγεί σε αδυναμία εκτίμησης και δίχως εκτίμηση δεν έχουμε εξέλιξη, δεν έχουμε ποιότητα, δεν έχουμε τέχνη και καλλιτέχνες, αλλά αντιγραφείς και καλλιτεχνίζοντες. Η αλληλεπίδραση κοινού και δημιουργών είναι κάτι που κανείς δε μπορεί να αμφισβητήσει. Κανείς σοβαρός δημιουργός δε μπορεί να επιβιώσει παράγοντας σοβαρή (με ότι σημαίνει αυτό) τέχνη, αν η κοινωνία εντός της οποίας λειτουργεί, δεν τον υποστηρίξει, αν δεν σταθεί δίπλα του, και πνευματικά και υλικά. Το παραγόμενο/προσφερόμενο έργο τσιγκλάει τη συνείδηση του κοινού του, εκπαιδεύει την καλαισθησία του, και καθώς θέτει ερωτήματα , απαιτεί αντιδράσεις. Το κοινό του οποιουδήποτε έργου (όσο ελάχιστο και αν είναι) παίρνει τη σκυτάλη, συμμετέχει στο παιχνίδι, ανταποδίδει με αντιδράσεις και σε
βάθος χρόνου οικοιοποιήται το παιχνίδι και για να το συνεχίσει, ανεβάζει συνεχώς τον πήχη, ζητά υψηλότερης δυσκολίας προσφορά, πράγμα που μεταφράζεται σε τέχνη υψηλότερων προδιαγραφών κ.ο.κ. Από αυτή την αλληλεπίδραση (το κάθε μέρος αυτής της σχέσης συνιστά λειτουργία του άλλου) εξαρτάται η ίδια η τύχη της φωτογραφίας στη Θεσσαλονίκη και στην Ελλάδα γενικότερα. Αν είναι να γίνει και εδώ, ότι και στην Αθήνα (συμβαίνουν πράγματα που δεν αφορούν κανέναν), θα έχει χαθεί, για μία ακόμη φορά, μία επί πλέον ευκαιρία. Σε μία πόλη, όπου ακόμη οι αποστάσεις είναι μικρές, όπου οι παρέες μπορούν ακόμη να συνα-ντιούνται και τα ενδιαφέροντα να αλληλοκαλύπτονται, (παρά το ότι η τέχνη ενδιαφέρει πραγματικά ένα θλιβερά απειροελάχιστο ποσοστό των κατοίκων της), αυτή η σχέση του δημιουργού με το κοινό του πρέπει να διαφυλαχθεί σαν κόρη οφθαλμού, να καλλιεργηθεί σα χωράφι το Φθινόπωρο ή το Χειμώνα, και γιατί όχι να διευρυνθεί με κάθε μέσον, κόστος και κόπο. Η φωτογραφική συνείδηση του κοινού των εκθέσεων ή των λευκωμάτων της καθαρά καλλιτεχνικής φωτογραφίας, δε μπορεί να μένει στην τύχη της. Απαιτείται υποστήριξη των πρωτύπων με αξιολογικές αρχές για την ποιότητα και τα λοιπά χαρακτηριστικά ενός έργου, έστω και από τη μεριά των ίδιων των δημιουργών. Δεν αρκεί η επίσκεψη σε μία έκθεση , αν αυτή δεν συνοδεύεται από την απόλαυση της κατανόησης, της εκτίμησης, της συμμετοχής που προαναφέραμε. Απόλαυση προκαλεί και η αίσθηση κάποιου, ότι μπορεί να συνδέσει αυτό που βλέπει, δημιουργικά με ότι γνωρίζει από το παρελθόν, με τα άλλα παράλληλα καλλιτεχνικά παρόντα, ακόμη και με αυτά που πρόκειται να γίνουν στο άμεσο μέλλον από κάποιους. Ένα εκπαιδευμένο υπεύθυνο κοινό με θέληση και άποψη (εδώ κατατάσσουμε και τους παραγωγούς εκθέσεων, και τους ιστορικούς τέχνης, και τους εκδότες, και τους μεταφραστές, τους τυπογράφους, τους δημοσιογράφους κ.τ.λ.) διαμορφώνει τις συνθήκες συμμετοχής του στη δημιουργία των πνευματικών συνθηκών, εντός των οποίων θα παραχθούν τα μελλοντικά σημαντικά έργα.
Ο θεατής οφείλει να ζήσει την ανάπτυξη της Νέας Ελληνικής Φωτογραφίας τώρα, και όχι να συναντηθεί μαζί της μέσω της αρχαιολογίας ή της ιστορίας. Η Ιστορία γράφεται πάντα στο Τώρα από τους γενναίους και τολμηρούς, και ποτέ ερήμην τους. Η μυθολογία είναι για τους αδύναμους, και τα μετά θάνατον λιβανιστήρια δεν προσφέρουν έργο. Είναι πολλές οι υποχρεώσεις της πολιτείας απέναντι στις τέχνες και τους καλλιτέχνες. Είναι πολλές οι υποχρεώσεις του θεατή απέναντι στο έργο και τον εαυτό του. Είναι πολλές οι υποχρεώσεις του κοινού, των πολιτών απέναντι στο τώρα. Είναι όμως το ίδιο πολλές και οι υποχρεώσεις των δημιουργών απέναντι σε όλους τους παραπάνω, και σίγουρα δεν εξαντλούνται με μία σκέτη παραγωγή έργου. Η έλλειψη συντροφικότητας, αλληλεγγύης και σωστής εκτίμησης μεταξύ των ίδιων των δημιουργών, μεταξύ αυτών και του κοινού τους και κατ επέκταση όλης της τοπικής τους -τουλάχιστον - κοινωνίας, σκοτώνει, όχι μόνο τους καλλιτέχνες, αλλά και το ίδιο το έργο τέχνης. Στην αρχή το πληγώνει με την όχι ιδανική ολοκλήρωσή του, και σε μία δεύτερη φάση, με την μη ενασχόληση με αυτό, ακόμη και με την όχι σύλληψή του από το δημιουργό, σαν άρνηση σκέψης, σαν απέχθεια προς δημιουργία, σαν τιμωρία προς όλους, και εαυτόν. Ένας νέος καλλιτέχνης εύκολα φουσκώνει σαν παγώνι και παρουσιάζει την πτυχιακή του, σαν κάτι σπουδαίο. Στη συνέχεια, συνήθως το ίδιο εύκολα, ολοκληρώνει αυτό που είχε ξεκινήσει στη σχολή με το δάσκαλο δίπλα του. Από εκεί και πέρα, όμως, τα περιθώρια στενεύουν. Για να ολοκληρωθεί κάτι, ¨κατά μόνας", απαιτείται πολλαπλάσιος κόπος και κόστος και είναι η αίσθηση πως θα καταφέρει μία αξιοπρεπή πνευματική συνδιαλλαγή (πως θα βρει κοινό να κατανοήσει τα επιτεύγματά και να αναγνωρίσει την ποιότητα του έργου του), που του δίνει δύναμη να συνεχίσει, να καταξοδευτεί και να παλέψει, μέχρι να φτάσει το έργο του εκεί που το φαντάστηκε. Είναι, δηλαδή, το κοινό και οι
ομότεχνοί του, που ανάβουν το πράσινο φως να συνεχίσει, να μην τα παρατήσει και ριχτεί στην επιβίωση και την κονόμα. Ακόμη και η ελάχιστη επιτυχία, δηλαδή η ελάχιστη σωστή εκτίμηση του έργου, συνιστά για το δημιουργό, υλικό αίτημα για να παραχθεί μία έκθεση, για να βγει από τα συρτάρια και τις αποθήκες, και να ταξιδέψει στον κόσμο, μετ΄ επιστροφής, για συνέχιση του υπέροχου αυτού δημιουργικού πυρετού. Να γιατί ο καλλιτέχνης δεν εργάζεται σε γυάλινο πύργο, αλλά παλεύει σε όλα τα αλώνια και όχι μόνο στα μαρμαρένια.
ΥΓ. Ο δημιουργός δε μπορεί να ζήσει δίχως να δημιουργεί. Όσο άσχημα τα πράγματα και αν είναι, συνεχίζει να δημιουργεί. Κατά μόνας; Ενδέχεται, αλλά για πόσο! Δίχως, συζήτηση επ ί των όσων δημιουργεί, δεν έχει ζωή. Πόσο να ζήσεις δίχως αέρα;
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΕΚΘΕΤΕΙΝ
Μόλις τελείωσε μία υπαίθρια έκθεση φωτογραφίας στην Πλατεία Αριστοτέλους, πλαισιωμένη με πλήθος διαδραστικά συμμετοχικά εργαστήρια για παιδιά. Μία παρέα δημιουργών, από αυτούς που συμμετείχαν στην έκθεση φωτογραφίας ή με τις μηχανές τους συμμετείχαν στο υπαίθριο happening που συμπεριλαμβανόταν στις παραπάνω δράσεις, κάθισε σε παρακείμενη καφετέρια να ξαποστάσει, να συνοψίσει την εμπειρία, να συζητήσει – εν θερμώ – για τα αρνητικά και θετικά, για τα οφέλη της όλης προσπάθειας, για τα επόμενα βήματα. Διάχυτη η ικανοποίηση στους παρόντες. Κουρασμένοι μεν, αλλά ικανοποιημένοι. Όλα είχαν κυλίσει αρκετά πολύ καλύτερα απ’ όσο είχαν υπολογιστεί. Οι συνεργασίες ευόδωσαν. Η έκθεση λειτουργική και καλοστημένη. Κόσμος πολύς. Σχεδόν όλοι οι παρόντες και οι περισσότεροι περαστικοί είδαν την έκθεση και σχολίασαν τις εικόνες. Επικοινωνία, καινούργιες γνωριμίες, αλλά και επαφή με ξεχασμένους στους ρυθμούς της πόλης φίλους, κέφι για τους περισσότερους, και φυσικά νέες φωτογραφίες για κάποιες από τις οποίες η διαίσθηση περιμένει πολλά. Όλα καλά, αλλά και κούραση. Κούραση πολύ. Άξιζε άραγε τον κόπο; Ποιος θα απαντήσει; Άξιζε τόσων εβδομάδων συλλογική προσπάθεια και προετοιμασία για μερικές εκατοντάδες θεατών, λίγες ώρες καλοπέρασης, ίσως και κάποιες καλές φωτογραφίες; Μέχρι πότε θα πηγαίνουμε με τη φωτογραφία εκεί που γλεντάνε πίνουνε ή κατουράνε οι πιθανοί εν «δυνάμει» συνομιλητές της; Μέχρι πότε θα τους κυνηγάμε μονομερώς;
Αυτοί πότε θα έλθουνε στους δικούς μας ναούς; Μήπως είμαστε για γέλια; Τέλη Οκτωβρίου του τέταρτου χρόνου μετά τη φαντασμαγορική παγκόσμια υποδοχή του 21ου αιώνα και οι κάθε είδους εμπλεκόμενοι στο πρώτο σκεύος του δίπολου τέχνη – κοινό συνεχίζουν να «προσκυνάνε» μονομερώς, σαν ηρωϊνομανείς. Όσο ο καιρός ήταν καλός, κυνηγούσαν το πιθανό «κοινό» τους στην ύπαιθρο, στα χωριά, σε νησιά και στους οποιουσδήποτε χώρους διακοπών με κάθε είδους εκθέσεις, φεστιβάλ, γιορτές και πανηγύρια. Τώρα που ο καιρός φθινοπώριασε, τα σχολεία άνοιξαν και το πόπολο επέστρεψε από τις διακοπές του, οι φωτογράφοι συνεχίζουν τις απεγνωσμένες προσπάθειες για απόκτηση επαφής, σε νέους χώρους και με νέα ορμή. (Που τη βρίσκουνε άραγε;). Πριν καν έλθουν τα πρωτοβρόχια, πέφτουν βροχή οι εκθέσεις. Τώρα που οι οπώρες φθίνουν, τα ώριμα έργα θα σερβιριστούν στους τοίχους προς κάθε ενδιαφερόμενο. Υπάρχουν όμως ενδιαφερόμενοι; Υπάρχει ζήτηση σχετική με την προσφορά; Ήταν ποτέ οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης φιλότεχνοι; Ήταν ποτέ ερωτικοί; Ερωτήσεις, ερωτήσεις που υποβάλλει προς διερεύνηση και προς κάθε κατεύθυνση η τέχνη της φωτογραφίας. Ερωτήσεις και όχι βεβαιότητες. Θα επανέλθουμε όμως!
ΥΠΑΡΧΕΙ ΖΩΗ ΠΡΙΝ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ;
Καθώς ο φωτογράφος καδράρει, τι πραγματικά συμβαίνει γύρω του; Και από αυτό το γύρω του, τι δεν είναι αντανάκλαση; Η οθόνη της κατακαίνουργιας ψηφιακής μας μηχανής φωτίζει τη ζωή ή μήπως τα δήθεν της; Τώρα που οι εικόνες βρίσκονται παντού γιατί η ζωή μας δε γέμισε χρώμα; Μία φωτογραφία με τίποτα δε μπορεί να είναι μία σκέτη κουρτίνα. Το νόημα στις εικόνες κρύβεται ή μήπως χάθηκε; Μήπως η απουσία νοήματος, που προωθούν κάποιοι, να είναι το νέο νόημα; Η αγορά έθαψε ή σκότωσε τους δημιουργούς; Σταματά ποτέ η δημιουργία και αν ναι, πότε; Υπάρχει τέχνη πριν το οριστικό ξεκαθάρισμα του μακελάρη; Ποια αναχώρηση από τα εγκόσμια περιλαμβάνει και τις απαραίτητες αποστάσεις για να σταθμίσουμε τις απαντήσεις μας;
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΜΕ ΤΟ ΤΣΟΥΒΑΛΙ
Φεβρουάριος, ο μήνας της φωτογραφίας για τη Θεσσαλονίκη. Οι αίθουσες και όλοι οι διοργανωτές εκθέσεων της πόλης, συνεισφέρουν με ότι καλύτερο και στήνουν τη μεγαλύτερη γιορτή της ελληνικής καλλιτεχνικής φωτογραφίας. Όπως ακριβώς συμβαίνει και στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου, η πόλη πλημμυρίζει από δημιουργούς και φίλους της καλλιτεχνικής φωτογραφίας. Όλοι αφήνουν τη μοναξιά του εργαστηρίου και ξεχύνονται στους χώρους των εκθέσεων, να δουν το καινούργιο, να συναντήσουν το παλαιό και να προβληματιστούν για το επόμενο, να διαλογιστούν για το μέλλον τους για το μέλλον της τέχνης, της φωτογραφίας και των δημιουργών της. Η φωτογραφία έχει μία εξέχουσα, συχνή δράση και παρουσίαση στη Θεσσαλονίκη καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Κάθε Φεβρουάριο όμως, «τα πράγματα ξεφεύγουν ευχάριστα», με αφορμή τη Φωτογραφική Συγκυρία, όπως συνεχίζουμε να την ονομάζουμε οι παλαιότεροι. Με βροχή εκθέσεων – πάρα πολλές από τις οποίες είναι θεματικές ομαδικές – οι φίλοι και οι θεράποντες της φωτογραφικής τέχνης, πρέπει να υπερβούν εαυτούς, να εξοπλιστούν με υπομονή και ανοικτό μυαλό και δίχως άλλες υποχρεώσεις να ξεχυθούν στις αίθουσες της πόλης. Θα συναντήσουν όλους σχεδόν τους ντόπιους δημιουργούς, όλους τους γνωστούς από την υπόλοιπη Ελλάδα και το εξωτερικό και θα γνωρίσουν καινούργιους στα διάφορα FORUM γνωριμιών, ανταλλαγής ιδεών και προβληματισμών, αλληλοκατανόησης και προγραμματισμού των επόμενων projects. Ευελπιστούμε αυτό το πρόγραμμα που σας ετοιμάσαμε, να βοηθήσει στην οργάνωση της περιπέτειας προς το διάλογο, θυμίζοντας ότι, τουλάχιστον στα εγκαίνια, βρίσκει κανείς τους δημιουργούς και μπορεί να συζητά μαζί τους από πρώτο χέρι (αλλά και σε πηγαδάκια με τρίτους), πολλά πέραν αυτών που έχουν να πουν τα ίδια τα εκτεθειμένα έργα, πολύ περισσότερα απ όσα γίνονται κατανοητά σε κατά μόνας επισκέψεις.
ΨΗΦΙΑΚΑ ΠΟΥΛΑΚΙΑ
Οι δεσμοί όσο λειτουργούν σε επίπεδο φαντασίωσης, όσο εμπνέουν για ολοκλήρωση, είναι θαυματουργοί. Με το που γίνονται, όμως, οι στόχοι εφικτοί, με το που «κουμπώνουν» οι σχέσεις, γίνονται χαλκάς, η αρχή ίσως μιας βαριάς αλυσίδας, η αρχή μιας οικιοθελούς σκλαβιάς.
Νέα χιλιετία, νέες αγωνίες Έχει θεριέψει στις μέρες μας ο διάλογος για το μέλλον της φωτογραφίας. Κείμενα και συζητήσεις παντού, για το τι μέλλει γενέσθαι. Καθώς, μάλιστα, οι νέες ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές πωλούνται πλέον και στα σούπερ μάρκετ, σε αυτό το διάλογο εμπλέκονται και οι νοικοκυρές. Το μέγεθος και το βάρος των νέων μηχανών μειώθηκε σημαντικά και έτσι εμπλέκονται και οι μοδίστρες, που πρέπει δίπλα στην εσωτερική τσέπη για το κινητό τηλέφωνο να προβλέπουν πλέον και ανάλογη θήκη για την κινητή φωτογραφική μηχανή. Οι νέες ψηφιακές μηχανές βρήκαν τη θέση τους και στα ράφια των πολυεθνικών αλυσίδων (φραντσάϊζινγκ για μερικούς) και έτσι έγιναν υπόθεση και του κάθε παπαρδέλα πωλητή, που από τις ηλεκτρικές σκούπες, τα απορρυπαντικά και τις προσφορές συμβολαίων για περιποιήσεις προσώπου πέρασε στα γκάτζετ της δήθεν νέας εποχής, τις νέες δήθεν φωτογραφικές μηχανές, με τα τόσα μεγαμπάιτ. Ένας δήθεν διάλογος έχει φουντώσει, όπως δήθεν φωτογραφίες ήταν και αυτά που αποθήκευαν τόσο καιρό οι νέοι στα κινητά τους, φωτογραφίες κατάλληλες μόνο για τις οθόνες των κινητών τους, φωτογραφίες που ποτέ δεν τυπώνονται, φωτογραφίες που αν ζητήσουμε να τις δούμε και σε χαρτί, να τους δώσουμε σάρκα και οστά και να πάρουν τη θέση που τους αξίζει στο προσωπικό σύμπαν του ιδιοκτήτη τους, μετατρέπονται σε άθλια δυσανάγνωστα τετράγωνα γεμάτα τετραγωνάκια (pixels).
Ένας διάλογος για το μέλλον της φωτογραφίας έχει ανοίξει, μόνο που αμέσως μόλις θελήσεις να λάβεις μέρος και εσύ, ξεθωριάζει και σβήνει, όπως ξεπλένονται ή σβήνουν οι με τεράστιο κοστολόγιο τυπωμένες στον inject εκτυπωτή του γραφείου μας φωτογραφίες, στον εκτυπωτή που υποτίθεται ήταν επανάσταση πριν 20 χρόνια. Προς τι λοιπόν το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός; Το πέρασμα από την αναλογική μορφή καταγραφής των δεδομένων μίας φωτογραφίας στην ψηφιακή τους μορφή (και με ότι αυτό φέρνει μαζί του) ξεσηκώνει τη φαντασία του κοινού, αλλά δεν προτρέπει σε αναζήτηση της ουσίας της φωτογραφικής πράξης. Τεχνολογικά θαύματα συνέβησαν ουκ ολίγα κατά το παρελθόν (της σύντομης ιστορίας του φωτογραφικού μέσου) και το καθένα από αυτά άλλαξε οριστικά τη μοίρα της φωτογραφίας, χωρίς όμως να αλλάξει το παραμικρό στην ουσία της. Κάποια στιγμή εφευρέθηκε η φωτογραφία σε χαρτί και αντικατέστησε με μεγάλη ανακούφιση τη φωτογραφία σε μέταλλο, δηλαδή σε μία επιφάνεια που για να δεις την εικόνα ήθελες κατάλληλο φωτισμό και υπό σωστή γωνία. Αργότερα η πρόοδος μεταφέρθηκε στα χημικά που επέτρεπαν να διαρκέσει ελάχιστα η λήψη και να δοθεί ψυχή στα ζωντανά που φωτογραφιζόντουσαν. Κάποια άλλη στιγμή αυτής της πορείας αντικαταστάθηκαν οι τεράστιες βαριές φωτο-γραφικές μηχανές με ελαφρύτερες και γλυτώσανε οι φωτογράφοι τοπίου π.χ. από τους βαστάζους και τα γαϊδούρια που χρειαζόντουσαν για τις περιοδείες τους. Και η εμφάνιση του μεγεθυντή ήταν επανάσταση, αφού ο κάθε φοιτητής τύπωνε τα αρνητικά του κάπου στο σπίτι. Και ο κος Κόντακτ προσέφερε τα μάλλα σε αυτή την εξέλιξη, όταν καταχώρησε τις πρώτες του διαφημίσεις που βροντοφώναζαν στον κόσμο «εσείς πατάτε το κου-μπί και εμείς κάνουμε τα υπόλοιπα», εσείς αγοράζετε τη μηχανή με το φιλμ και εμείς σας παραδίδουμε τις εικόνες. Και η εποχή των ντιλίβερι ήταν μυθική. Είχε εμφανιστεί το έγχρωμο φιλμ και σε οποιοδήποτε μέρος (της Ελλάδας π.χ.) και αν ήσουν, πήγαινες το φιλμ στο φωτογράφο της γειτονιάς σου και από εκεί με ένα τρομακτικό δίκτυο το φιλμάκι έφτανε στο μοναδικό εργοστάσιο και επέστρεφε σε λιγότερο από μία εβδομάδα με τις φωτογραφίες σου σε φάκελο. Και δεν άργησε η ημέρα που οι
6Χ6 μηχανές (αυτές που πέταξαν στα σκουπίδια της ιστορίας τις μηχανές πλάτης) θα πετιόντουσαν και αυτές με τη σειρά τους, στα ράφια των συλλεκτών σαν το ίδιο άχρηστες μπροστά στην ανυπέρβλητη χρηστικότητα των 135 SLR (ναι, αυτές που σήμερα αντικαθίστανται από τις ψηφιακές). Έτσι είναι η ζωή, κυλάει, δίχως να κοιτάει τη δικιά μας μελαγχολία. Έτσι είναι και οι φωτογραφία, αποκτάει δυνατότητες δίχως να χάνει το παραμικρό από αυτό που η ίδια είναι. Ένα μέσον καταγραφής αυτού που υπήρξε μπροστά από την κάμερα, αλλά και αυτού που δεν υπήρξε. Ένα μέσον μεταφοράς του ρέοντος παρόντος, άρα παρελθόντος χρόνου, σαν σταθερή αξία, στο ρευστό και απροσδιόριστο μέλλον, ένα μέσον έκφρασης διαφορετικό σίγουρα από τη λογοτεχνία, ή το χορό και για τούτο μοναδικό. Ένα μέσον πολιτικό το ίδιο επικίνδυνο με το τουφέκι, το ίδιο ανατρεπτικό με τον τηλεβόα, το ίδιο αποχαυνωτικό με το χασίσι και την κοκαΐνη. Ένα μέσον/ιδέα, μία τέχνη με τα ίδια προβλήματα από τους εναγκαλισμούς της οικονομίας της αγοράς και τα ίδια αδιέξοδα που αυτή σπέρνει, θυσία στο βωμό του κέρδους. Ένα μέσον, τελικά, με πανομοιότυπα προβλήματα επικοινωνίας μεταξύ του δημιουργού και του θεωρητικά εν δυνάμει κοινού του έργου που αυτός παράγει. Σε τι απ’ όλα τα παραπάνω έρχεται να τοποθετηθεί και να αλλάξει η ψηφιακή τεχνολογία; Σε τίποτε. Καμία από τις βασικές παραμέτρους της σύγχρονης φωτογραφίας δεν θίγεται, καμία δεν αμφισβητείται, καμία δεν διευρύνεται, καμία απολύτως. Απλώς όλα θα γίνονται λίγο πιο απλά, λίγο πιο ακριβά (αν και θα μοιάζουν φτηνότερα). Καμία αλλαγή στη φόρμα, καμία και στο περιεχόμενο των εικόνων μας (και ας ξέρουμε πως σιγά-σιγά τα νέα εργαλεία θα γεννήσουν πολλές και μεγάλες διαφοροποιήσεις και αυτές οι νέες δυνατότητες θα προξενήσουν αλλαγές και στην αντίληψή μας για το μέσον, και στο πως θα εκφράζεται αυτό). Ακόμη δεν έχουμε δει τίποτε! Οι αλλαγές Το 1997, τη χρονιά που η Θεσσαλονίκη είχε ονομαστεί Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης είχε παρουσιάσει στον τριώροφο εκθεσιακό του χώρο τον Μεξικανό Pedro Meyer, έναν από τους
σημαντικότερους δημιουργούς της ψηφιακά συντεθειμένης εικόνας μέσω Ηλεκτρονικού Υπολογιστή (κάτι σα ρεαλιστικό κολάζ, πυ όμως δεν αναγνωρίζεται ως τέτοιο). Τι άλλαξε από τότε; Σε αυτόν τον κόσμο τίποτε, απλώς οι υπολογιστές γίνανε μικρότεροι. Στην ίδια έκθεση λειτουργούσε τρίωρη διαδραστική προβολή για το πώς κατασκευάζονταν οι ψηφιακές εικόνες της έκθεσης από αναλογικές λήψεις του ιδίου του φωτογράφου. Τι άλλαξε από τότε; Τίποτε, απλώς αυτού του τύπου οι πληροφορίες σήμερα βρίσκονται παντού και παρά το ότι τα εργαλεία βελτιώθηκαν απαιτείται το ίδιο σκληρή εργασία για την κατάκτηση της τεχνικής και ακόμη σοβαρότερη πνευματική τοποθέτηση "για το τι αξίζει να αποτελέσει το περιεχόμενο του έργου ενός φωτογράφου". Τι φωτογραφίζει ένας φωτογράφος; Για ποιο πράγμα θέλει να μιλήσει; Να το μεγάλο και ζωτικό ερώτημα, που υπήρχε πριν τη νέα ψηφιακή εποχή και παραμένει. Το πώς έρχεται δεύτερο. Το πώς προκύπτει. Η φόρμα είναι απότοκο του περιεχομένου. Θα επανέλθουμε όμως στην ψηφιακή και για την ψηφιακή. Μέχρις τότε ας δούμε κάποιες εκθέσεις, που "τρέχουν" ή θα "τρέξουν" στην πόλη μας.
Η σκληρή αλήθεια μιας φωτογραφίας
Έχοντας αποδεχθεί, χωρίς πολύ σκέψη, μία παραγγελία από το Μενέλαο Μελετζή, για να στήσω μία έκθεση στο Λιμάνι της Θεσσαλονίκης, και μάλιστα σε οριακό χρόνο, αμέσως μετά από τη συμμετοχή μου στην έκθεση «Φθεγγόμενοι Λίθοι» στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης και ελάχιστα πριν από μία συμμετοχή μου στην έκθεση «Ροπές και Εκδοχές» στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, έπεσε λίγο πανικός. Μπορεί το θέμα «πορτραίτο και φως», να με απασχολούσε τα τελευταία χρόνια, αλλά τα ερωτήματα έστεκαν βασανιστικά. Είχα αποφασίσει ότι, οι διαστάσεων 30x40 cm αργυροτυπίες που είχα έτοιμες, ήταν μέγεθος μικρό για μια τέτοια παρουσία, και όλα έπρεπε να τυπωθούν από την αρχή, σε μεγαλύτερες διαστάσεις και κάποιο άλλο στυλ. Σε αυτόν τον πανικό και με δεδομένο το υπόλοιπο βαρύ πρόγραμμα, το σπίτι για λίγες μέρες γέμισε απλωμένα δείγματα. Σε τραπέζια, καρέκλες, καναπέδες, ακόμα και στο πάτωμα, ήτανε απλωμένες φωτογραφίες. Ανάμεσά τους και ένα πορτραίτο της Ε., που κατά σύμπτωση, κτυπά το κουδούνι, εισβάλει στο σπίτι, φυσικά σαν φίλη εξερευνά τις απλωμένες φωτογραφίες, φυσικά ανακαλύπτει και τη δική της, και μένει έκπληκτη. Μετά από κάποια λεπτά εξονυχιστικής διερεύνησης της εικόνας της, ορμά στο διπλανό δωμάτιο, όπου εγώ συνέχιζα να τυπώνω μανιωδώς, και σε πλήρη έξαψη, μου ζητά, ούτε λίγο ούτε πολύ, το λόγο, γιατί κατέστρεψα το πρόσωπό της, γιατί είχα προσθέσει τόσα σημάδια που δεν είχε, ρυτίδες που δεν είχαν αναπτυχθεί ακόμη, και εκείνα τα απαίσια σπυράκια που ουδέποτε υπήρξαν, αφού αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα τα είχε δει πρώτη αυτή στον καθρέφτη της. Ήταν μία αιφνιδιαστική
επίθεση. Με βοήθησε να αμυνθώ το όπλο του υπολογιστή που διέθετα και τα πράγματα κυλήσανε ως εξής: Βρήκαμε το αρχείο με τη σειρά των εικόνων της από την οποία είχα επιλέξει την κατ’ εμέ δυνατότερη και τις «ανοίξαμε» αυξομειώνοντας την μεγέθυνση από το 30 έως το 300% της εικόνας. Από το όλον στο μέρος, από την γενική επιφάνεια της επιδερμίδας, στο πιο ελάχιστο σημείο αυτής της επιφάνειας, από το μάγουλο στη βάση της ρίζας της τρίχας και από το ασπράδι του ματιού στις φλέβες του. Έμεινε κατάπληκτη από ότι έβλεπε στη φωτογραφία και συνεχώς τα συνέκρινε με αυτά που νόμισε ότι έβλεπε στο μεγεθυντικό καθρέφτη της τουαλέτας κάθε πρωί. Λες και μιλούσαμε για δύο διαφορετικά πρόσωπα. Δεν είχε δει ποτέ το τάδε και δε γνώριζε την ύπαρξη του δείνα. Δεν πίστευε την εικόνα της, αν και είχε πειστεί για την αλήθεια της φωτογραφίας της. Αυτά που έβλεπε στην οθόνη, και μάλιστα με τέτοια ένταση, γιατί δεν τα είχε δει, γιατί δεν τα είχε συναντήσει στην πραγματικότητα; Πως είναι δυνατόν ένας φωτογράφος, σε μία μόνο στιγμή και μάλιστα χωρίς φλάς ή ήλιο, να συλλάβει τόσα όσα δεν είχε προσέξει η ίδια στον εαυτό της για μήνες και χρόνια; Πώς μία φωτογραφία, σε έναν τόσο κακοφωτισμένο χώρο και με τόσες περιοχές εκτός εστίασης, βγάζει περισσότερη αλήθεια από το ορατό; Ήταν η ώρα που μπήκα και εγώ στη «συζήτηση». Η φωτογραφία είναι ένα συγκλονιστικό μέσον. Διαθέτει μία δυνατότητα καταγραφής – άρα και αποκάλυψης – του ελάχιστου, μοναδική. Βλέπει πράγματα που ενδέχεται το βιαστικό μας μάτι να μην τα προσέξει. Επιτρέπει να εισβάλλουν στο χαρτί λεπτομέρειες, την ύπαρξη των οποίων, τις περισσότερες φορές, αντιλαμβάνεσαι εκ των υστέρων. Αποκαλύπτει αλήθειες και ανατρέπει βεβαιότητες με τον πιο ντόμπρο, σταράτο και αδιαμφισβήτητο τρόπο. Αποκαλύπτει μυστικά κρυμμένα κάτω από την πιο τέλεια παραλλαγή. Και όλα αυτά με ένα και μοναδικό όπλο. Το σταμάτημα της ροής του χρόνου. Ο σταματημένος χρόνος είναι μια προσφορά στο βωμό της απόλαυσης. Αυτός που θα βαδίσει πέρα από την πρώτη (αναγνώριση, συναισθηματική
τοποθέτηση) και δεύτερη ανάγνωση μιας εικόνας (θέμα, σύνθεση, περιεχόμενο, τοποθέτηση κ.τ.λ.) βουλιάζει σε ένα γλυκό πακτωλό πληροφοριών που του αποκαλύπτονται, τόσο ισχυρών μερικές φορές που μπορούν να ακυρώσουν ακόμη και την ύπαρξη του φωτογραφίζειν, υπέρ αυτής του αποκαλύπτειν. Μετά από εκατοντάδες πορτραίτα φίλων, γνωστών και αγνώστων μπορώ να πω με βεβαιότητα, ότι γνώρισα τους φωτογραφημένους πολύ καλύτερα διαβάζοντας την εικόνα τους σε μία μεγέθυνση ή στην οθόνη του υπολογιστή μου. Σε μία μεγέθυνση μου μιλάνε αλλιώς τα σκασμένα, τα σαλιωμένα ή τα δαγκωμένα χείλη. Και τι δεν έμαθα από μία ουλή στο λαιμό κάποιου, το μέγεθος ενός κρυμμένου αυτιού, το δισταγμό, το φόβο, το σφίξιμο ή το πάθος στα μάτια κάποιων άλλων, τις άσπρες τρίχες ή την κυριαρχία των ρυτίδων παντού. Ναι, η φωτογραφία περιλαμβάνει πολύ περισσότερα απ’ ότι σα φωτογράφοι νομίσαμε πως βάλαμε εντός της, την ώρα της λήψης. Όσο και να οργανώσεις τα στοιχεία και τα υλικά σου πριν το κλικ, πάντα κάτι παραπάνω θα εισχωρεί στο κάδρο σου, για να φωτίσει διαφορετικά τα πράγματα. Αυτή είναι μία από τις ξεχωριστές δυνάμεις του μέσου, που το κάνουν αναντικατάστατο. Για τούτο επιμένουμε και την ώρα της φωτογράφησης. Για τούτο είμαστε φωτογράφοι και όχι διαφημιστές, αρχιτέκτονες ή επικοινωνιολόγοι, γιατί μας αρέσουν οι εκπλήξεις και το κυνήγι τους. Στο κάτω-κάτω της γραφής ο έρωτας δεν είναι «πιτσιλάμε και φεύγουμε». Ψάχνω εμένα στους άλλους και τους άλλους σε μένα. Σαν ένα παιχνίδι αυτογνωσίας δίχως τέλος. Φωτογραφίζω τις απόψεις μου, και αυτές σαν για εκδίκηση, συνεχίζουν να με περνάνε κάπου αλλού, να με αλλάζουν με τον τρόπο τους, σιγά-σιγά, όπως μέσα στον χρόνο οι λευκές τρίχες αντικαθιστούν τις προηγούμενες μαύρες, κόκκινες ή καστανές. Ίσως αυτός είναι ο κυρίαρχος λόγος που οι φωτογράφοι της Θεσσαλονίκης αρνούνται να σηκώσουν εύκολα τη μηχανή τους για να φωτογραφίσουν την αγαπημένη τους πόλη. Οι ασχήμιες που συναντούν και οι συνεχείς βιασμοί στο σώμα της, πληγώνουν, και κάθε που αυτό συμβαίνει, καρφώνει τα μάτια και ξηλώνει τις καρδιές. Σε μία κοινωνία που κανείς δε νοιάζεται για το τι βλέπουν τα εξασκημένα μάτια, γιατί να κάνεις εικόνες;
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΖΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΠΟΛΗ
Υπόθεση εργασίας για την προχειρότητα με την οποία στήνονται εκθέσεις σε χώρους πολιτισμού της πόλης μας. Ποια έκθεση, σε ποιο χώρο και ποιανού δήμου δόθηκε η αφορμή για αυτό το σύντομο κείμενο δε θα κατονομαστεί, (αν και κάποτε πρέπει να τα βάλουμε και με τους δημόσιους υπαλλήλους, αυτούς που δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους). Ατυχώς τα φαινόμενα προχειρότητας από μέρους τους πληθαίνουν συνεχώς. Ας προχωρήσουμε, όμως, ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι το θέμα της έκθεσης είναι ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΙΑΣ ΠΟΛΗΣ.
Φωτογραφίζοντας μια πόλη (μετά την πρώτη αρχική και πιθανώς τυχαία συγκέντρωση υλικού) χρειάζεσαι (αν είσαι δημιουργός) έναν άξονα πάνω στον οποίο θα κινηθείς για να ολοκληρώσεις το έργο σου, μία ιδέα για το τι θα ήθελες να μιλήσεις, έναν στόχο για να συνεχίζεις να φωτογραφίζεις, ένα μύθο για να αφηγηθείς (σε όσους θα δουν τη δουλειά σου). Η μυθοπλασία μίας εργασίας, μίας έκθεσης, ενός λευκώματος, πρέπει και να υφίσταται και να επιδιωχθεί, για να μπορέσει να γίνει αντιληπτή και από τον αναγνώστη της έκθεσης στη συνέχεια. Αυτή η ιστορία από το μυαλό του δημιουργού, αν έχει κότσια, πρέπει να βγει και να συναντήσει, στο ξετύλιγμα της πλοκής της, την πραγματικότητα της πόλης μέσω της πραγματικότητας του έργου που θα δημιουργηθεί. Η μυθοπλασία είναι βασική προϋπόθεση για περιπλάνηση. Αν δεν υπάρξει κάτι στο μυαλό του καλλιτέχνη ή του εμψυχωτή του, πώς να ενωθούν τα κομμάτια του παζλ αργότερα. Δίχως στόχο, ασπόνδυλη εργασία θα προκύψει. Και προς αποφυγή παρεξηγήσεων, να τονίσω εδώ ότι μία μυθοπλασία δεν έχει την παραμικρή υποχρέωση να αναφέρεται σε κάτι οποιασδήποτε μορφής δεδομένο, στο υπάρχον ή το πραγματικό. Σε ποια και ποιανού άλλωστε πραγματικότητα να αναφερθεί; Μία έκθεση είναι ένα έργο που αποτελείται από πολλά επί μέρους αυτόνομα έργα. Το κάθε έργο είναι σύνολον κατά μέρος και σύνολον καθ’ ολοκληρίαν, μέρος και άπαν ταυτόχρονα. Το κάθε ξεχωριστό έργο μιλά,
πρωτίστως, για όλα αυτά που έχει να μας πει και, δευτερευόντως, προσθέτει πολύ περισσότερα στο ενορχηστρωμένο σύνολο της έκθεσης στην οποία συμμετέχει (ακόμα και μόνο του στον τοίχο του σπιτιού του αγοραστή του ή του συλλέκτη προσθέτει παραμέτρους). Το κάθε έργο είναι το κερασάκι στην τούρτα (έκθεση), αλλά μόνο με ανάκατα κεράσια τούρτα δε γίνεται. Το κάθε έργο φέρνει στην επιφάνεια τη δική του αλήθεια για το πραγματικό, σα μαχητής που έχει ταχθεί να μην το αφήσει να ξεχαστεί, να σβήσει στη λήθη. Ποιο, όμως, πραγματικό; Το πραγματικό των βιομηχάνων ή των εργατών, των τυφλών ή των βουδιστών, της όποιας κοινωνικής ομάδας ή του δημιουργού του; Φυσικά μόνο του τελευταίου. Όσες φωτογραφίες παίρνουν το ρόλο τους στα σοβαρά, (ας μη ξεχνάμε πως υποθετικά - για τις ανάγκες αυτού του κειμένου - φωτογραφίζουμε μια πόλη) εξελίσσονται σε εξόχως αυθεντικά τεκμήρια. Αυτό που φωτογραφήθηκε, υπήρξε. (Άσχετα αν υπήρξε στο μυαλό του δημιουργού του ή κάπου εκεί έξω, στη πόλη). Η φωτογραφία τεκμήριο, σαν οδηγός για τη μη λήθη, μπορεί και έχει τη δύναμη να αντικαταστήσει το πραγματικό, που οφείλει να μοιάσει στη φωτογραφία του. Εάν μάλιστα αυτό το τεκμήριο είναι σκέτη ιδέα, η πραγματικότητα οφείλει να μοιάσει στην ιδέα του δημιουργού. Ποιος προσομοιώνεται σε ποιόν; Μία πόλη τη θυμάσαι ή τη φαντάζεσαι όπως φωτογραφήθηκε. Είναι 'βαριά' υπόθεση το στήσιμο μιας έκθεσης. Η αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα της ύπαρξης μιας τυπωμένης εικόνας μπορεί να αντικαταστήσει την υποκειμενική πραγματικότητα του καθενός μας. Εάν η πραγματικότητα τηρήσει όλες της τις υποχρεώσεις, τι υποχρεώσεις έχει μία φωτογραφία της; Κατ’ αρχάς να έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά του ηγέτη. Σε κάθε εικόνα πρέπει να μπορείς να βρεις μία καθηλωτική αυθεντικότητα, χωρίς αυτό να μας εμπλέκει με το θέμα που μόλις αναλύσαμε, εάν δηλ. η αυθεντικότητα υπήρξε ή όχι. Αυθεντικό δεν είναι η παραπομπή σε στερεότυπα, αλλά η δημιουργία τους. (Το αυτό ισχύει και για μία έκθεση). Τα στερεότυπα μιας εποχής δεν μπορεί να ταυτίζονται με μιας άλλης, όπως δε μπορεί να ταυτίζονται τα στερεότυπα μιας άλλης πόλης με αυτό της δικής μας. Τη φωτογραφία
μιας πόλης δεν επιτρέπεται να τη μπερδεύεις με τη φωτογραφία κάποιας άλλης. Η κάθε πόλη καταλαμβάνει το δικό της χώρο, κουβαλάει το ξεχωριστό της φορτίο, ζει σε διαφορετικό χρόνο, είναι μοναδική, και τέτοιες πρέπει να είναι οι φωτογραφίες της. Μόνη εξαίρεση στη μοναδικότητα η ομοιότητα. (Δείχνουμε τα κοινά σημεία, αν πιστεύουμε στις παράλληλες πορείες). Μία πόλη είναι ιστορία, τοπίο, αρχιτεκτονική, άνθρωποι, σκουλήκια, κουρσάροι, μέλλον και άλλα αμέτρητα επί μέρους. Η χωρίς ενσωματωμένο χώρο και χρόνο φωτογραφία (τουλάχιστον στην παραδοσιακή της μορφή) αδυνατεί να χωρέσει το πλήρες, το υποκαθιστά με το μέρος, και αυτό της δίνει ένα πλεονέκτημα, μπορείς επάνω της να στηριχθείς με σιγουριά, όπως αυτός με το πληγωμένο πόδι στηρίζεται στην πατερίτσα του. Ο κόσμος του καθένα μας έχει τη δυνατότητα να είναι πλήρης, ανεξάρτητα από το εάν έχει επαφή με αυτόν του διπλανού μας. Το όλον του μερικού κόσμου μας μπορεί να χωρέσει στη φωτογραφία μας; Σίγουρα χωράει το μέρος του, όπως σε μία έκθεση χωράνε πολλές εικόνες. Στη λεία επιφάνεια του ολοκληρωμένου η μνήμη γλιστράει εύκολα. Γαντζώνεται, όμως, στο αγκάθι του ελάχιστου και διασώζεται. Το απόσπασμα χώνεται βαθιά στη σκέψη και αναπλάθεται διαπλάθοντας. Ο χώρος μου, ο χώρος σου, ο χώρος τους. Η αλήθεια μου, η αλήθεια σου, η αλήθεια τους. Η μνήμη μου, η δική σας, η δική μας. Η πόλη ορίζεται από τον αντίκτυπο σε ποια μνήμη, σε ποια φωτογραφία, σε ποια παρέα! Ποια δράση μας μπορεί να διεγείρει την πόλη, να την κρατά σε συνεχή εγρήγορση; Ποια φωτογραφία μας θα την ξαναζωντανεύει συνεχώς, δε θα την αφήνει να βαλτώνει στου ρουτίνα; Ποια τεκμήρια των ιδεών μας θα παρακολουθήσουν το χρόνο; Τι φωτογραφία έχουμε να κάνουμε και πως την παρουσιάζουμε, πως την εντάσσουμε στον ιστό της πόλης; Υ.Γ. Το κάθε θέμα αυτοπροσδιορίζεται, όπως ακριβώς και ο καθένας μας, από τις αντιθέσεις του. Είναι αυτές τις αντιθέσεις που πρέπει να ενορχηστρώσεις αρμονικά σε μία κοινή παρουσία τους.
Άλλο το δικαίωμα του να αγοράσω το καπέλο που θέλω και άλλο το που το πετώ, με το που μπαίνω στο σπίτι. Εκτός κι αν δεν το βγάζω καθόλου, αλλά οι εποχές, που στάβλος και κρεβατοκάμαρα ήταν ένα, πέρασαν, εύχομαι, ανεπιστρεπτί. Βλέπουμε δεκάδες εκθέσεις κάθε μήνα, και εκείνο που τουλάχιστον απαιτούμε από το δημιουργό και τον υπεύθυνο του χώρου, είναι να σεβαστεί το χρόνο που τους διαθέσαμε και την καλή μας πρόθεση για διάλογο με τις σκέψεις τους, μέσω του έργου (μέρους και όλου). Χωρίς ιδέες δεν υπάρχει έργο. Χωρίς έργο δεν υπάρχει δημιουργός.
Ένας τραγουδιστής με το που βγάζει δίσκο, παίρνει σβάρνα τα πρωϊνάδικα. Ένας φωτογράφος τι παίρνει για κάθε καινούρια του έκθεση;
Δεκέμβρης. Επιτέλους. Μία υπέροχη χρονιά τελειώνει. Τελειώνει, όμως, με γεύση στιφή, σαν το εκτός εποχής πορτοκάλι που στριφογυρίζω στο στόμα. Δεκέμβρης. Επιτέλους τέλος. Good Bye 2004. Θα μείνεις στη μνήμη μου οπωσδήποτε. Ήσουν έτος σταθμός, που για χρόνια θα σε πληρώνουμε. Για δύο λόγους. Πρώτον. Είσαι το έτος που το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, πήρε ξανά, αδιαμφισβήτητα και αδιαφιλονίκητα, τη θέση του στο πιλοτήριο αυτής της χώρας. Και δεύτερον, γιατί εντός σου Αθήνα (πάλι αυτή) φιλοξένησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Και το πρώτο και το δεύτερο αποτέλεσαν και πιστεύω θα αποτελούν για πολλά χρόνια ακόμη, γεγονότα άκρως οριακά για τον κόσμο της φωτογραφίας. Από το ανέβασμα της Ν.Δ. στην εξουσία μας προέκυψε ένας ακόμη μεταβατικός, ένας ακόμη προσωρινός υπουργός πολιτισμού, ο οποίος για να μας αποδείξει ότι ενδιαφέρεται πολύ για τον πολιτισμό, το έβαλε αμέτι μουχαμέτι να κρατάει στην ίδια μασχάλη τρία καρπούζια. Ίσως για να υπενθυμίζει καθημερινά με το χειρότερο τρόπο, την ασημαντότητα των 'λαπάδων' του πολιτισμού μπροστά στα τεράστια προβλήματα της χώρας, για να τονίζει το μέγεθος της δικής μας απελπισίας. Και άντε – εμείς που τριάντα χρόνια τώρα βαρεθήκαμε να μετράμε περαστικούς (δήθεν υπουργούς) – να ζητήσουμε συνέχεια, συνέπεια και εφαρμογή των όσων ελαχίστων μας υπεσχέθησαν (προεκλογικά) ή θα μας υποσχεθούν (στους μπουφέδες). Άσε που το ΠΑΣΟΚ και όχι οι Ολυμπιακοί, άφησε άδεια τα ταμεία και έτσι δεν θα υπάρχει ούτε ψίχουλο για τον πολιτισμό. (Το ποσοστό στον προϋπολογισμό υπέρ του ΥΠΠΟ;). Κλειδώσαμε στον κοτσαδόρο – τι λέξη κι’ αυτή – και την απογραφή και με την καλύτερη όλων δικαιολογία, ένα χρόνο τώρα προγραμματίζονται τίποτα σχεδόν. Δεύτερο σπουδαιότερο εφέτος γεγονός, όπως είπαμε, ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, κάτι το ασυνήθιστα δυναμικό. Πρώτα απ’ όλα, μας έδωσαν τη χαρά να απολαύσουμε την αντιλαϊκιστική έναρξη (παρά τη νίκη του λαϊκού στην τελε-
τή λήξης). Στη συνέχεια υποχρέωσαν τους αργυρώνητους δημοσιογράφους να παινέψουν τον εθελοντισμό. Αυτοί που κάνουν τα πάντα για το χρήμα, αναγκάστηκαν να παραδεχθούνε πως, πάρα πολλά από τα πράγματα που δοξάζουν την Ελλάδα, γίνονται από ανθρώπους που όχι μόνο δεν εισπράττουν αμοιβή για το έργο τους, αλλά πληρώνουν και από πάνω. (Έχω υπ’ όψιν μου πολλούς φορείς σε όλη την Ελλάδα, που εργάζονται σε τέτοια βάση για τη φωτογραφία – και όχι μόνο – και κάποιοι, μάλιστα, από αυτούς, ενίοτε, υποκαθιστούν ή αναλαμβάνουν το ρόλο του ΥΠΠΟ ή κάποιου από τους ρόλους που θα έπρεπε να είχε το ΥΠΕΞ ή το ΠΑΙΔΕΙΑΣ). Κάτι άλλο για το οποίο με χαροποίησαν οι Ολυμπιακοί με τη βροχή μεταλλίων που έφεραν για τα Ελληνικά χρώματα, είναι ότι απάντησαν με τον καλύτερο τρόπο στις απόψεις του κακόμοιρου κου Π. Τατούλη για τον κρατικοδίαιτο πολιτισμό. Μόνο με πολλά, πάρα πολλά χρήματα κερδίζεται η θέση που θα θέλαμε να έχουμε στον σημερινό παγκόσμιο πολιτισμό. Μόνον αν το κράτος βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη συντηρούνται μουσεία, προχωράνε ανασκαφές, διακτινίζονται απόψεις, κερδίζονται διεθνή βραβεία, στέλνονται αντιπροσωπείες στο εξωτερικό, επιμελούνται σωστές εκθέσεις, τυπώνονται κατάλογοι και φυσικά, σαν αντίδωρο, έρχεται ο τουρισμός που με τη σειρά του επαναχρηματοδοτεί αντίστοιχα προγράμματα. (Όχι ότι είναι ψέμα πως μία ομάδα 7 ακριβώς ατόμων λυμαίνονταν, 10 χρόνια τώρα, και συνεχίζει(;) τις επιδοτήσεις του ΥΠΠΟ για την καλλιτεχνική φωτογραφία]. Στους Ολυμπιακούς απόλαυσα και την εκδίκηση κάποιων σύγχρονων Ελλήνων δημιουργών, απέναντι στο OUTLOOK και τους Δήμους. Κυρίως ο κεντρικός δήμος, για να περάσει ευχάριστα ο κόσμος τον οποίο χρειαζότανε στο δρόμο, αναγκάστηκε να βγάλει την τέχνη στους κοινόχρηστους χώρους. Πεζοδρόμια, πλατείες, προσόψεις κτιρίων, στάσεις λεωφορείων, ακόμη και τα κάγκελα του πρώην Βασιλικού Κήπου, γέμισαν τέχνη, κάθε άλλο παρά παραδοσιακή ή αποδεκτή από το πλατύ κοινό και την προβεβλημένη από την TV. Τέχνη Ελλήνων προς Έλληνες και ξένους, τέχνη προσωπική προς το σύνολο, τέχνη με κώδικες προς αποκωδικοποίηση, τέχνη προς κοινωνία και όχι εμπορεία, τέχνη φορτισμένη από τη μοναξιά της δημιουργίας προς το παιχνίδι της συν-
μετοχής. Τι ωραίες ημέρες! Σκέτη απόλαυση. Έργα στην πόλη και τριγύρω, με κόσμο επάνω τους ή μέσα τους (χιλιάδες περιπατητών). Είχα να νοιώσω έτσι από τότε που δουλεύαμε με την ομάδα για τις τοιχογραφίες στους τοίχους των πόλεων. (Μη με ρωτήσετε για πόσα χρόνια θα πληρώνουμε αυτούς τους Ολυμπιακούς γιατί θα κλατάρω). Στα δικά μας, τώρα. Τη φωτογραφία. Η υπόθεση της φωτογραφίας για τους Θεσσαλονικιούς δε βρέθηκε και στις καλύτερές της στιγμές το 2004. Ίσως για πρώτη φορά τα 20 τελευταία χρόνια το εκθεσιακό πρόγραμμα της Αθήνας στάθηκε πολύ ψηλότερα από αυτό της συμπρωτεύουσας, ήταν πιο πλούσιο, πιο μοντέρνο, πιο πλουραλιστικό, αντιπροσωπευτικότερο και οπωσδήποτε – για πρώτη φορά – συγκέντρωσε σημαντικό αριθμό θεατών. Εδώ στη Θεσσαλονίκη, το Μουσείο Φωτογραφίας δεν τόλμησε. Παρέμεινε σε μία άκρως συντηρητική εκθεσιακή πολιτική. Μερικές από τις εκθέσεις του ήταν βαρετά μία από τα ίδια, και μάλιστα με τους ίδιους ανθρώπους του ίδιου κλειστού χώρου. (Ευτυχώς τρεις από τις παραγωγές του το ξελάσπωσαν). Ασχολήθηκε υπερβολικά με το παρελθόν και είδε σχεδόν μονομερώς το τι μπορεί να είναι η ελληνική φωτογραφία σήμερα και πως παρεμβαίνει ένα μουσείο υπέρ της. Το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης συνέχισε την πολιτική υποστήριξης της πειραματικής φωτογραφίας, των νέων φωτογράφων, της μετάκλησης Βαλκάνιων δημιουργών, της αποστολής ελλήνων στο εξωτερικό, τη συνεργασία με πολλούς χώρους και φορείς. Μέσα όμως από την τόση δράση γίνεται φανερό το πόση ανάγκη υπάρχει σε αυτή την ομάδα, να βρεθεί χρόνος για να βρεθούν χορηγοί ικανοί να υποστηρίξουν με καταλόγους αυτόν τον πειραματισμό, για μεγαλύτερη ζύμωση και διάχυση στην κοινωνία. Στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης η προσθήκη των νέων εκθεσιακών χώρων, απογείωσε την παρουσία του στην πόλη και την καλλιτεχνική ζωή της χώρας. Το μουσείο απέκτησε εκθεσιακές δυνατότητες
τέτοιες που του προσέφεραν ζωντάνια, ευκινησία και ευχέρεια πολλαπλών επιλογών ανάμεσα σε κάθε σχεδόν μορφή σύγχρονης έκφρασης, φυσικά και της φωτογραφίας. Και οι εμπορικές γκαλερί, όμως, αθροιστικά τόλμησαν περισσότερο από κάθε φορά. Φυσικά δεν αρκεί. Ας ελπίσουμε την επόμενη χρονιά ακόμη περισσότερη πρωτότυπη αντιπροσώπευση και λιγότερες μετακλήσεις, με προώθηση και των ντόπιων δημιουργών.
Διότι και η φωτογραφία θέλει να χωνευθεί και να μετατραπεί σε θερμίδες και άλλα χρήσιμα για τον οργανισμό μας στοιχεία και ουσίες
Μάρτιος, ο πιο κουρασμένος μήνας του χρόνου για τους ασχολούμενους με την καλλιτεχνική φωτογραφία στη Θεσσαλονίκη. Το Φλεβάρη, από τις πρώτες κιόλας ημέρες, μια πυκνή ομίχλη συνοδευόμενη με βροχή εκθέσεων, πάσης φύσεως και είδους φωτογραφίας, κατέκλυσε κάθε διαθέσιμο χώρο, όχι μόνο στο κέντρο, αλλά και στην περιφέρεια της πόλης. Πολλές απ’ αυτές ίσως όχι σημαντικές, όχι καλοοργανωμένες, όχι σε ιδανικές συνθήκες παρουσίασης για ανάγνωσή τους από το κοινό, καθώς όμως ήταν από νέους ανεξάρτητους δημιουργούς, εμπεριέχουν τις ελπίδες τους για ένα καλύτερο επόμενο βήμα. Ήλθε στο τέλος του μήνα και το καθιερωμένο μπαράζ άλλων τόσων εκθέσεων της Φωτογραφικής Συγκυρίας (22 τον αριθμό) και το γλυκό έδεσε. Γι’ αυτό το «Μάρτιος θα είναι ο κουρασμένος μήνας», ο μήνας της ανασυγκρότησης και της αυτοσυγκέντρωσης. Τώρα που όλα έχουνε εγκαινιαστεί, όλα έχουνε μπουμπουνιάσει, περιμένουν τη δική μας θαλπωρή για να βλαστήσουν. Προσέφεραν την κατάλληλη θερμοκρασία στο μικρό μας θερμοκήπιο και σαν αντάλλαγμα περιμένουν το δικό μας προβληματισμό και διάλογο (επί όσων θίξανε) για να καρπίσουν, να δώσουν καινούργια τροφή και φρέσκο ενδυναμωμένο σπόρο. Όλα έχουνε γίνει, αλλά γνωρίζουμε πως στο προσεχές μέλλον θα γίνουν κι άλλα ακόμα πιο ανήκουστα. Όλα τα έχουμε δει, αλλά είναι άπειρα αυτά που θα μας ξαφνιάσουν αργότερα με τη φρεσκάδα τους, την πρωτοτυπία, τις ιδέες τους, τις ανατροπές που θα προκαλέσουν. Οι πραγματικοί διάκονοι της τέχνης (διακονευτές διάβασα κάπου – καμία σχέση με τους διακορευτές) όπως και οι φίλοι τους (αυτοί που δε
θαμπώνονται από τους φο αστραφτερούς ''Σταθόπουλους'') δεν κλείνουν τα πλαίσια διαλόγου, δε σταματούν την έρευνα, δεν αρκούνται στα όσα όποια επιτευχθέντα. Προσπερνούνε τις εντυπώσεις και προχωρούνε στην σε βάθος ανάλυση, ακόμη και αυτής της απόλαυσής μας. Όταν μαζευτούν τα τραπεζομάντηλα των εγκαινίων, επανερχόμαστε στον τόπο που συντελέσθηκε το μυστήριο και επαληθεύουμε. Κοσκινίζουμε τα όσα διοργανωτές και δημιουργοί μας παρουσίασαν και κρατάμε αυτά που ταιριάζουνε σε μας, αυτά που μπολιάζουνε στις δικές μας ανάγκες, ανοίγουμε τα παράθυρα για να ατενίσουμε τους δικούς μας διευρυμένους πλέον ορίζοντες, κρατάμε κάποιες από τις λύσεις και συνταγές που θα απελευθερώσουν τη δική μας δεξιότητα, πετάμε σε δανεικούς ουρανούς για να ολοκληρώσουμε τα δικά μας όνειρα. Γρηγορείτε λοιπόν, (ω κοινό και δημιουργοί) να προλάβετε κάποιες από τις παρακάτω εκθέσεις. . . . . .
ΜΑΡΤΙΟΣ Ο ΜΗΝΑΣ ΤΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ
Η εκδίκηση ενός περιοδικού, γιατί και τα περιοδικά παίρνουν εκδίκηση, λαμβάνεται όταν ο κάτοχός του αναγκάζεται να το κρατά επί μακρόν. Το περιοδικό που δεν οδεύει πάραυτα για ανακύκλωση, αλλά, καταφέρνει να διατηρηθεί στο γραφείο, το τραπεζάκι, τον καναπέ ή την τουαλέτα των αναγνωστών του για πολύ περισσότερο χρονικό διάστημα απ’ όσο ενδεχομένως έχει ορίσει και το ίδιο για τον εαυτό του, τότε είναι που κάποια τουλάχιστον από τα κείμενά του έχουν κερδίσει. Αφορμή για αυτή τη σκέψη έδωσε ο τίτλος της σελίδας για τη φωτογραφία αυτού του τεύχους. Είναι αρχές Μαρτίου και οι μισές και παραπάνω από τις εκθέσεις που αναφέρθηκαν στο προηγούμενο τεύχος συνεχίζουν στους χώρους τους. Αναζητήστε τες λοιπόν και εξορμήστε εναντίον τους, αφού υπολογίσετε στα δρομολόγιά σας και όσες επί προσθέτως αναφέρονται εδώ. Ως γνωστόν, σε εκθεσιακό τουλάχιστον επίπεδο, η Θεσσαλονίκη αναφέρεται από όλους σαν «Η Μητρόπολη της Καλλιτεχνικής Φωτογραφίας στην Ελλάδα» και θα ήτανε τελείως κρίμα να υπάρχουν κάτοικοι της πόλης αυτής που δε θα έχουν δοκιμάσει τη γεύση αυτή. Η συμμαζεμένη τοπιογραφία της πόλης βοηθάει στις περιοδείες από χώρο σε χώρο, ιδίως τα Σάββατα το πρωί, που το ίδιο επαναλαμβάνουν και πολλοί καλλιτέχνες της πόλης. Οι συναντήσεις μαζί τους βοηθούν πολλαπλώς, όχι μόνο για τη διατήρηση μίας ανθρώπινης κοινωνίας, λίγο πολύ γνωστών, αλλά και (μέσω των συζητήσεων που προκύπτουν εκτός εγκαινίων) στη δημιουργική κατανόηση των θεμάτων που τίθενται σε κάθε έκθεση. Συνεχίζονται έως τις 30 Μαρτίου: . . . . . . . . . .
Για τους στόχους μιας έκθεσης Είπε η νεαρή λεύκα στο γεροπλάτανο «Κοίταξε τι όμορφα σπάζουνε τα κλαδιά μου στο φύσημα του αγέρα!»
Συμβάν Βρίσκομαι σε μία έκθεση και συναντώ δύο φίλους, από το χώρο της φωτογραφίας και αυτοί, που έχουμε, όμως, καιρό να τα πούμε. Μετά τα γενικά περί των γενικών και του τι συμβαίνει στις ομάδες εντός των οποίων ο καθένας μας δραστηριοποιείται, αρχίζει μία συζήτηση για την έκθεση εντός της οποίας βρισκόμασταν. Σε λιγότερο από τρία-τέσσερα λεπτά, έχουν μαζευτεί γύρω μας και οι άλλοι παρευρισκόμενοι. Ένα ζευγάρι νέων, μία ηλικιωμένη και η κυρία που «πρόσεχε» την έκθεση. Στην αρχή πλησίασαν διστακτικά, χωρίς συμμετοχή στη συζήτηση, λες και κοιτούσαν το έργο δίπλα μας, και συντομότατα, με ερωτήσεις και τοποθετήσεις. Αργότερα στην παρέα προστέθηκαν και δύο φοιτητές με άκρως δυναμικές τοποθετήσεις. Μείναμε έτσι κάπου 40 λεπτά με ουσιαστικές συζητήσεις για τα έργα, τον τρόπο προσέγγισης του θέματος από το φωτογράφο, την κοινωνική ή όχι τοποθέτησή του, το εάν η φόρμα παρουσίασης ήταν η σωστότερη για το έργο, μέχρι και για το εάν είχαν αναρτηθεί τα έργα σωστά ή όχι. Αν δεν πίεζαν τα ωράριά μας ποιος ξέρει πόσο ακόμη θα συζητούσαμε. Φύγαμε όλοι μαζί. Αυτοί μάλιστα που κατέβηκαν πρώτοι με το ασανσέρ, χωρίς συνεννόηση περίμεναν και τους υπόλοιπους. Στο πεζοδρόμιο, όλοι, κοντοσταθήκαμε λίγο ακόμη να αλληλευχαριστηθούμε. Ο καθένας έφευγε με ένα συναίσθημα πληρότητας. Όλοι είχαν «κερδίσει» κάτι από εκείνη την τυχαία συνεύρεση. Η μέρας μας ξεκίναγε ελπιδοφόρα. Συμπεράσματα
Μία ατομική έκθεση καθώς «εξ ορισμού» είναι «μονοσήμαντη» μπορεί να «καλύψει» τον επισκέπτη θεατή, μπορεί και όχι. Στη δεύτερη περίπτωση ο θεατής φεύγει δυσαρεστημένος. Μία ομαδική έκθεση με αρκετούς καλλιτέχνες, που συμμετέχουν με πολλά έργα (σα μικρές ατομικές), ώστε να μπορεί να αναπτυχθεί ο λόγος τους και ταυτόχρονα να μπορεί να γίνει κατανοητός, έχει πολλαπλάσιες δυνατότητες να «καλύψει» και τον πιο «περίεργο» θεατή. Σε κάθε έκθεση υπάρχουν δύο – σαφώς διαχωρισμένες μεταξύ τους – ομάδες θεατών. Η ομάδα τα μέλη της οποίας μπορούν να επικοινωνήσουν με τα έργα της έκθεσης, και αυτή των θεατών που θα ήθελαν να το μπορέσουν. Στην πρώτη ανήκουν όσοι κατέχουν τους κώδικες που απαιτούνται για τα συγκεκριμένα έργα και έχουν εκπαιδευτεί να τους εφαρμόζουν, ώστε να λύνουν τους εκάστοτε γρίφους, και φυσικά, τη δεδομένη στιγμή βρίσκονται στην ψυχική και πνευματική «φόρμα» που απαιτείται για την επί-κοινωνία. Έστω και ένα από τα παραπάνω εάν δεν συν-τρέχει, ακόμα και αυτοί (οι 'γνωρίζοντες') εντάσσονται αυτόματα από την πρώτη στη δεύτερη ομάδα. Στην εποχή μας, κανείς δεν πηγαίνει σε μία έκθεση φωτογραφίας χωρίς συγκεκριμένο λόγο. Αν εξαιρέσουμε τους κοσμικούς, που τρέχουν στα εγκαίνια για να φανούν οι ίδιοι εκθέτοντας τον εαυτό τους, τους πειναλέους, που ψάχνουν τζάμπα φαγητό, τους υποχρεωμένους, που παρευρίσκονται γιατί πρέπει και τους εμπόρους, που ψάχνουν ασήμι, όλοι οι άλλοι, θέλουν και ζητάνε κάτι πνευματικό, κάτι που θα τους μιλήσει, είτε από το περιεχόμενο του εκτεθειμένου έργου, είτε από την πρωτοτυπία του θέματος ή της φόρμας, που αναζητούν το ξάφνιασμα των αισθημάτων, είτε, και γιατί όχι, από τη χαρά που προσφέρει η συνάντηση με το απόλυτο έργο τέχνης, την πιθανότητα ανακάλυψης ενός ολοκληρωτικά πλήρους έργου. Οι καλλιτέχνες φοβούνται το διδακτισμό της τέχνης τους, ευνουχίζουν τα έργα και τις εκθέσεις τους από ότι θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν τέτοιο. Από την εποχή που η δικτατορία όριζε τι πρέπει να λέγεται και τι όχι, περάσανε στην άλλη όχθη, να μη λένε τίποτε. Τους έμεινε το κουσούρι του να μη φανεί ότι θέλουν να επιβάλουν απόψεις, ο φόβος μη τύχει και αισθανθεί ο θεατής ότι τον
«καλουπώνεις». Παραχώρησαν αυτό το δικαίωμα μόνο στην τηλε-όραση και επέβαλαν αυτό και στους νέους δημιουργούς, αυτούς που δε γνώρισαν δικτατορία. Έτσι, στο σύνολό τους (οι δημιουργοί) και στο σύνολο του έργου τους (ατομικά ο καθένας) αυτολογοκρίνονται με τη μεγαλύτερη ευκολία, μην τύχει και τους λογοκρίνει η νέα εξουσία, η Αγορά. Κακώς, φυσικά. Αντίθετα με τους καλλιτέχνες, το κοινό των εκθέσεων ζητά και τοποθέτηση (πολιτική και κοινωνική), αλλά, και βοήθεια. Ζητά κείμενα στους τοίχους, κατατοπιστικά σημειώματα με πληροφορίες, καταλόγους και υλικό για μελέτη στο σπίτι, συμπληρωματικές προβολές, ξεναγήσεις και βεβαίως τον καλλιτέχνη παρόντα συνεχώς στην έκθεσή του, για να αναπτυχθούν – όσο αυτό μπορεί να γίνει μπορετό – οι απαραίτητες εκείνες γέφυρες, που θα επιτρέψουν στο κοινό να δια-λογιστεί με το έργο τέχνης και ως εκ τούτου, μέσα από αυτή την ανάπτυξη λόγου (διά), να αισθανθεί και αυτός τη χαρά της δημιουργίας, και από θεατής να μεταμορφωθεί σε συν-δημιουργό. Ηθικόν Δίδαγμα Ο δημιουργός πρέπει να σταματήσει να βλέπει την έκθεση των έργων του σαν τέλος της μέχρι τότε πορείας του, σαν παρουσίαση των όποιων "τελικών" λύσεων, αλλά, σαν αρχή μιας νέας, στηριγμένης στο διάλογο που θα προκύψει μεταξύ των κρεμασμένων έργων και του ίδιου, των φίλων, των ομοϊδεατών και αντιπάλων του, καθώς και του όποιου κοινού. Αυτός ο διάλογος πρέπει – πάση θυσία – να υποστηρίζεται με κάθε πρόσφορο μέσον. Ο θεατής πρέπει όχι μόνο να φτάσει στο χώρο της έκθεσης, αλλά και να μείνει σε αυτήν το δυνατόν περισσότερο. Σε ποιες αίθουσες θα αναπτυχθεί αυτός ο διάλογος/σχέση είναι ένα άλλο ζητούμενο. Αν το παγκάκι στη νέα παραλία είναι αρκετό για να συσφίξουν τις σχέσεις τους δύο ερωτευμένοι, δε φτάνει για έκθεση φωτογραφίας. Για μεγάλες ομαδικές εκθέσεις ικανές να καλύπτουν ένα ευρύ κοινό χρειάζονται μεγάλες αίθουσες, και τέτοιες – δυστυχώς – μόνο οι δημοτικές και κρατικές αρχές μπορούν να προσφέρουν. Επί αυτού όμως θα επανέλθουμε. Μέχρις τότε ας δούμε κάποιες εκθέσεις στην πόλη μας.
Γάμος και φωτογραφία Με αφορμή ένα θέαμα για τη φωτογραφία «γάμου» και «πορτραίτου»
Το Μάρτιο στη Θεσσαλονίκη θα συντελεστεί ένα ξεχωριστό γεγονός πανελληνίου φωτογραφικού ενδιαφέροντος. Για πρώτη φορά στην Ελλάδα, θα διοργανωθεί ένα συνολικό σόου για την επιμόρφωση των επαγγελματιών της εικόνας, ένα σύνολο εκδηλώσεων για όλους αυτούς που ασχολούνται με τον τομέα της 'φωτογραφίας Γάμου και Πορτραίτου'. 11,12 και 13 Μαρτίου στην αποθήκη Γ! του Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης (Α! Προβλήτα), δίπλα στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, φωτογράφοι από τουλάχιστον όλη την Ελλάδα θα δηλώσουν "παρόν".
Οι φωτογραφίες Γάμου και Πορτραίτου είναι ένας κρίσιμος τομέας της δουλειάς του επαγγελματία φωτογράφου, καθώς η παροχή υπηρεσιών αποκτά συνεχώς ένα όλο και μεγαλύτερο μερίδιο στους τζίρους των σχετικών καταστημάτων, αφού η λιανική εμπορία φωτογραφικών προϊόντων πέρασε στις παλαιές και τις νέες μεγάλες αλυσίδες πώλησης ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών. Ζούμε σε μία εποχή, που πολλά αλλάζουν στον χώρο και σίγουρα πολλά θα αλλάξουν στο μέλλον περισσότερο, και ίσως είναι αυτή η αίσθηση που κάνει τους μέχρι εχθές αδιάφορους για πράγματα πέραν του άμεσου κέρδους να διαλογίζονται (;). Ακόμη και μόνο για τούτο το λόγο, η ενημέρωση και η επανεκπαίδευση δείχνουν -ευτυχώς- μονόδρομος. Στο πρόγραμμα των εκδηλώσεων, εκτός από τα εκπαιδευτικά σεμινάρια και εργαστήρια, (φωτογραφίσεις, ψηφιακή διαχείριση χρώματος, βίντεο και βιvτεoμoντάζ, photoshop και ψηφιακό άλμπουμ) περιλαμβάνεται και έκθεση προϊόντων με όλες τις τελευταίες τεχνολογικές εξελίξεις, που όχι μόνο δεν είναι λίγες, αλλά τις περισσότερες φορές καλπάζουν, αφήνοντας εκτός ανταγωνισμού όποιον εφησυχάσει. Τι είναι όμως αυτό που κάνει τη φωτογραφία γάμου τόσο διαχρονική; Γιατί ενώ τόσα και τόσα είδη φωτογραφίας "εξαφανίστηκαν" η φωτογραφία γάμου συνεχίζει; Ακόμη και η φωτογραφία πορτραίτου, αυτή που στα πρώτα
χρόνια εμφάνισης του νέου αυτού αναπαραστατικού μέσου «έσβησε» τη ζωγραφική και "μονοπώλησε" την αναπαράσταση και για την αξία της οποίας γράφτηκαν χιλιάδες κείμενα (υπέρ και κατά), έχει σχεδόν εκλείψει (αν εξαιρέσουμε τις χρήσεις ταυτοποίησης πχ φωτογραφίες ταυτότητος, διαβατηρίου κτλ), ενώ η φωτογραφία γάμου συνεχίζει και να εξελίσσεται και να ενδιαφέρει τον κόσμο, έστω και μία ή δύο φορές στη ζωή του. Ίσως εδώ να βρίσκεται το μυστικό αυτής της συνέχειας. Αν πρόκειται για μία φορά στη ζωή του, ο καθένας μπορεί να το προγραμματίσει και να διαθέσει τα απαραίτητα κονδύλια. Πριν από μερικές δεκαετίες οι πενηντάρηδες πήγαιναν στο «ατελιέ» για μια «εβδομαδιαία» φωτογραφία να την έχουνε για το μνήμα, για τον τάφο τους. Φωτογραφία στο γάμο τους βγάζουνε όλοι και είναι πολλοί οι λόγοι. Ξεχωρίζω σαν πρώτο λόγο την αίσθηση για την αξία της ιδιαίτερης αυτής "στιγμής", μιας διαδικασίας που για σένα είναι μοναδική (τουλάχιστον την πρώτη φορά). Τι πιο φυσικό να επιθυμείς την ημέρα εκείνη να την κρατήσεις όσο πιο ζωντανή μπορείς, και ο ρόλος του συγκεκριμένου είδους φωτογραφίας είναι αυτός (ωραιοποιημένη μνήμη, απόδειξη, ανάμνηση). Να τονισθεί το εξής: Σήμερα οι άνθρωποι (αν και κατέχουν όλοι από μία φωτογραφικήμηχανή) δεν έχουν σχέση με το τελετουργικό της φωτογράφησης, δεν τους αφορά η φωτογραφία πορτραίτου καθώς η απομυθοποίηση μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας (βλέπε και κινητά τηλέφωνα) ακύρωσε κάθε είδους επιθυμία για την «διαφορετική εικόνα». Έτσι, οι φωτογράφοι με γνώση που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν επ αφορμή, να καταστήσουν την ημέρα και την τελετή του γάμου, μοναδικά γεγονότα, βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα της αλλαγής και καταποντίστηκαν παρέα με τη γνώση και την εμπειρία τους. Η φωτογραφία γάμου λοιπόν έγινε μια κοινότυπη, με ελάχιστη αισθητική, διαδικασία. Αποτέλεσμα αυτής της υποβάθμισης είναι και τα αποτελέσματα που πιθανόν θα πάρουμε. Η θα έχουμε εξαιρετική (φωτογραφική) απόδοση των όσων θα συμβούν, ή θα πέσεις σε «επαγγελματία» φωτογράφο ο οποίος αγνοεί τα
πάντα γύρω από το θέμα. Αλλά αυτό είμαι μια άλλη συζήτηση, πού ίσως τη θίξουμε κάποια άλλη στιγμή. Ένας δεύτερος λόγος διατήρησης της ανάγκης ύπαρξης του φωτογράφου στο συγκεκριμένο γεγονός, είναι διότι όλοι μέσα τους επιθυμούν να γίνουν διάσημοι, έστω και για λίγο, έστω και επ αμοιβή. Κάτι που ισχύει κυρίως για τους μη κατέχοντες. Η φωτογραφία γάμου είναι η εκδίκηση των φτωχών και των άσημων. Όλοι αυτοί που ποτέ δεν είδανε, ούτε και θα δούνε τον εαυτό τους στις αντίστοιχες στήλες των εγκαινίων ή τις στήλες των δήθεν κοσμικών, στα περιοδικά ποικίλης ύλης, τραβάνε με τον τσαμπουκά τα φλας επάνω τους, έστω και σε μία μόνο στιγμή της ζωής τους. Πληρώνουν οι άλλοι με καταχωρήσεις των επιχειρήσεών τους για μία φωτό στις σελίδες των σχετικών εντύπων; Θα πληρώσουν και αυτοί για μία καταχώρηση στο άλμπουμ τους, και μάλιστα με φωτογραφίες από την πιο μακιγιαρισμένη και πιο σκηνοθετημένη παράστασή τους. Καταχωρούνται στο ογκωδέστατο – και για τούτο "υπέροχο" – άλμπουμ του γάμου τους, που μάλιστα φέρει στο εξώφυλλό του φαρδιά-πλατιά τα μικρά ονόματα του ζεύγους, πάντα τα μικρά του ονόματα. Τέτοια οικειότητα. «Τάκης και Ντίνα», για παράδειγμα. Ματαιοδοξία είπατε; Ίσως. Ο τρίτος λόγος, πιστεύω, είναι ο πανικός μπροστά στη φθορά. Η υποβόσκουσα αίσθηση και γνώση ότι, ο χρόνος κυλά και ποτέ δεν θα ξανά είμαστε, γίνουμε νεότεροι. Κάθε χρόνος, ας πούμε καλύτερα κάθε μέρα, που περνά, προσθέτει ρυτίδες, λευκές τρίχες, προγούλια, κιλά, χαλάρωση της επιδερμίδας, φθορά γενικώς, μα κυρίως, αφαιρεί κάτι από αυτό το υπέροχο σπινθηροβόλο θράσος της νεότητας του καθένα. Εμείς λοιπόν που ντρεπόμαστε να μπούμε στο στούντιο ενός καλού αρτίστα φωτογράφου, για να διατηρήσουμε, έστω και στις δύο διαστάσεις μιας φωτογραφίας, αυτό που είμαστε τώρα, κάτι που σύντομα θα απολέσουμε και ποτέ ξανά δεν θα ήμαστε έτσι, με την πρόφαση του γάμου και χωρίς κανείς να μας χαρακτηρίσει ψώνια ή νάρκισσους, εισβάλλουμε (μακιγιαρισμένοι και με τα καλλιτερότερά μας, επ αφορμή) στο στούντιο για μία σειρά καλά πορτραίτα. Άλλωστε και ευτυχώς, οι περισσότεροι
επαγγελματίες φωτογράφοι γάμου είναι για κλάματα, γνωρίζουν ελάχιστα γύρω από τους φωτισμούς, τις πόζες και τη γλώσσα του σώματος, και αυτό εξυπηρετεί τα μοντέλα μας, εξυπηρετεί εμάς τους ίδιους που προσφεύγουμε σε αυτούς. Το φλας που χρησιμοποιούν οι περισσότεροι, φωτίζει το ορατό, τη μάσκα, αυτό που όλοι ξέρουνε για μας, αυτό που και εμείς θα θέλαμε να βλέπουν οι άλλοι σε μας, οπότε, ούτε γάτα, ούτε ζημιά. Είναι σίγουρο πως σήμερα δε μπορούμε να μιλήσουμε για «δραματικής ωραιότητας» φωτογραφίες γάμου την ώρα που αυτή η σημειολογία του γεγονότος χάθηκε, καθώς τα περισσότερα "μοντέλα" ντύνονται με νοικιασμένα και θυμίζουν (αντιγράφουν) επίδειξη μόδας ή σελίδες περιοδικών life style και οι περισσότεροι φωτογράφοι αντιγράφουν ψηφιακά εφέ και fake τοποθεσίες.
Επάγγελμα Φωτογράφος
Από το Νοέμβριο του 2005 μέχρι και τον Ιούνιο του 2006, στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών του Α.Π.Θ. μία μεγάλη έκθεση με τον γενικό τίτλο «Επαγγέλματα του χθες και του σήμερα», «έτρεχε» και στους δύο ορόφους. Ήταν μία φιλόδοξη προσπάθεια, να ανιχνευτεί και να μεταλαμπαδευτεί στους νέους, που με τα σχολεία τους προσέρχονταν μαζικά, μια κάποια αίσθηση για το τι περίπου συνέβαινε στα χρόνια των πατεράδων τους, για το τι ήταν αυτά που διαβάζουν στα βιβλία τους, για το πόσο εύκολα και ανεπαίσθητα γρήγορα αλλάζει ο κόσμος γύρω μας. Μια τέτοια έκθεση, όσο και αν είχαν προσπαθήσει οι επιμελητές της και οι ξεναγοί / παιδαγωγοί, δεν θα μπορούσε να καλύψει τα πάντα αν δεν λειτουργούσαν παράλληλα και τα δεκαπενθήμερα τα αφιερωμένα – το καθένα – σε ένα ξεχωριστό επάγγελμα. Έτσι είχαμε το δεκαπενθήμερο του ζαχαροπλάστη, της κομμώτριας, του ταξιτζή, του πυροσβέστη, του φούρναρη, των επαγγελμάτων του θεάτρου κ.ο.κ. Υπεύθυνοι για το καθένα τους άνθρωποι του χώρου. Φυσικά ανάμεσά τους και το δεκαπενθήμερο του επαγγέλματος του φωτογράφου, το οποίο σαν Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φωτογραφικού Κέντρου Θεσσαλονίκης ανέλαβα να οργανώσω. Ο χρόνος τρέχει, τρέχουμε και μεις και καθώς τα πράγματα αλλάζουν, αλλάζει και η φωτογραφία; Ας δούμε κάποιες σκέψεις που γεννήθηκαν από αυτή τη διοργάνωση. Όταν μου ζητήθηκε να αναλάβω την επιμέλεια του 15θημέρου που αντιστοιχούσε στο «Επάγγελμα Φωτογράφος», στο πλαίσιο της μακροχρόνιας έκθεσης «Επαγγέλματα του χθες και του σήμερα» δέχθηκα με χαρά. Ενστικτωδώς εντός μου κάτι φώναξε πως πράγματι, ζούμε σε μία εποχή μεταβατική, σε μία εποχή που αφήνει οριστικά πίσω της πολλά πράγματα και βεβαιότητες του επαγγέλματος και περνά σε μία νέα γεμάτη ερωτηματικά. Το φωτογραφικό κατάστημα όπως το ξέραμε μέχρι την τελευταία δεκαετία του
εικοστού αιώνα άλλαξε. Άλλαξε το τι εμπορεύεται, το ίδιο, όπως και το περιεχόμενο της παροχής υπηρεσιών. Τα έντυπα γέμισαν εικόνες σε βάρος του λόγου και η καλλιτεχνική φωτογραφία, όπως και αν την εννοούμε, γνωρίζει μία πλατιά αποδοχή και γεμίζει τα ημερολόγια εικαστικών εκθέσεων. Μεγάλες αλλαγές δηλαδή. Το επάγγελμα φωτογράφος εγκατέλειψε οριστικά ή εγκαταλείπει σιγά-σιγά την κάπως παγιωμένη, στις προηγούμενες δεκαετίες, κατάσταση και πέρασε ή περνά σε μία νέα, που δεν είναι μόνο η καθιέρωση ενός νέου συστήματος καταγραφής της εικόνας, του ψηφιακού, έναντι του προηγούμενου αναλογικού. Για ένα επάγγελμα σε μετάβαση έπρεπε να επιμείνω πολυδιάστατα. Να γιατί πρότεινα μία τριπλή σύνθετη ανάπτυξη αυτής της μετάβασης από το πριν στο ερχόμενο. Χρειαζόμασταν μία έκθεση, μία συζήτηση και ένα φωτογραφικό happening. Η έκθεση θα ήταν χωρισμένη σε δυο τομείς: Έκθεση υλικών και εργαλείων και έκθεση δημιουργικής φωτογραφίας, στην οποία θα προσκαλούσα να παρουσιάσουν τη δουλειά τους δημιουργοί που εκφράζονται με τεχνικές από την ιστορία του μέσου. Στην έκθεση θα ήταν ενταγμένη και η πλήρης ανάπτυξη ενός σκοτεινού θαλάμου για εμφάνιση και εκτύπωση ασπρόμαυρου όπως και η ανάπτυξη ενός παλιομοδίτικου studio, απαραίτητων και για τα happenigs και όλα όσα θα συνέβαιναν. Όλα το εκθέματα θα συνοδεύονταν από σύντομα κατατοπιστικά κείμενα, προς ενημέρωση όλων όσων δεν ήθελαν να προσπεράσουν τα εκθέματα πρόχειρα. Η συνάντηση των αντιπροσώπων του κλάδου (επαγγελματικού και καλλιτεχνικού) με το κοινό θα περιελάμβανε σύντομες εισηγήσεις και θα ακολουθούσαν ερωτήσεις και συζήτηση με το κοινό επί παντός επιστητού. Το happening θα έφερνε το κοινό σε άμεση επαφή με τη διαδικασία δημιουργίας ενός «απλού» φωτογραφικού είδους, του πορτρέτου, και παραγωγής του με την παλαιά και τη σύγχρονη μέθοδο. Παρουσία όλων το κοινό θα φωτογραφιζόταν στο studio, παρουσία όλων θα επέλεγε τη λήψη που του άρεσε σε μία οθόνη πλάσματος, (δευτερόλεπτα μετά τη λήψη), και άμεσα θα την παραλάμβανε τυπωμένη από ένα σύγχρονο και τελευταίας τεχνολογίας printer,
έγχρωμη ή ασπρόμαυρη, σε χαρτί και με μελάνια μουσειακών προδιαγραφών. Καθώς μάλιστα το κοινό (τα μοντέλα μας) θα περίμενε τη σειρά του για φωτογράφηση ή για εκτύπωση του πορτρέτου του, θα μπορούσε να παρακολουθήσει στο σκοτεινό θάλαμο την εκτύπωση μιας φωτογραφίας από ασπρόμαυρο αρνητικό, κατανοώντας πλήρως, και τις διαφορές, στο τελικό προϊόν, και το ποιες χρονοβόρες διαδικασίες αφήνουμε πίσω με τη βοήθεια της νέας τεχνολογίας, διαδικασίες που δεν επηρεάζουν καθόλου το τι φωτογραφίσαμε, το τι φωτογραφίζουμε. Ναι, ζούμε σε μία νέα εποχή για τους φωτογράφους. Και πότε όμως δεν ήταν έτσι; Με το που σχεδιάστηκαν όλα επί χάρτου και άρχισε η λεγόμενη δεύτερη ανάγνωση της αρχικής αντίδρασης, τα ερωτήματα στήθηκαν απέναντι αμείλικτα. «Δηλαδή, επειδή ήλθε η ώρα να αλλάξεις και εσύ φωτογραφική μηχανή και εξοπλισμό, ήλθαν τα πάνω-κάτω, έγινε ριζική μετατροπή του επαγγέλματος; Για ρίξε μια ματιά προς το πίσω στην ιστορία του φωτογραφικού μέσου, να δεις σε πόσο τακτά χρονικά διαστήματα συνέβαινε αυτό, συντελούνταν ριζικές ανατροπές. Για δες κάθε πόσο οι τεχνολογικές εξελίξεις της κάθε εποχής υποχρέωναν τους φωτογράφους να αλλάζουν, να πετάνε ή να συμπληρώνουν εξοπλισμούς. Για δες τις εξελίξεις στους φακούς, στα φλας, τα χαρτιά, στα φιλμ, στα χημικά τι προκάλεσαν. Πάντα έτσι ήταν. Κάθε τόσο και μία νέα αρχή. Τίποτε μέχρι τώρα δεν κύλησε ομαλά στη φωτογραφία. Ποτέ τα νερά της δεν ήταν ήρεμα. Ποτέ δε στηρίχτηκε στους ουραγούς. Προχώρησε μόνο με αυτούς που ανοίγανε δρόμους.» Από την πρώτη ημέρα που εμφανίστηκε αυτό το νέο μέσον και καθ' όλη την πορεία του, (διακόσια σχεδόν χρόνια τώρα), δεν πέρασε ούτε μία δεκαετία, σχεδόν, που τα πράγματα δεν πιέστηκαν από κάτι καινούργιο, κάτι που έφερνε ανατροπές, κάτι που χάλαγε τον ύπνο των «κεκοιμημένων». Πάντα κάποια εξέλιξη, αφού βελτίωνε κατά πρώτον την υποδομή (τα εργαλεία), στη συνέχεια έσπρωχνε μακρύτερα και το αποτέλεσμα της φωτογράφησης, άλλαζε αμετάκλητα και την ίδια τη φωτογραφία και την ιδέα που δικαιούμαστε να έχουμε γι' αυτή. Το κάθε νέο όπλο στη φαρέτρα του μέσου προσέφερε νέους ορίζοντες, ορίζοντες
που διεύρυναν τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο, άρα και τον τρόπο που μιλούμε για αυτόν, δηλαδή, άγγιζαν και την ουσία του ίδιου του φωτογραφικού μέσου. Με τον ίδιο τρόπο που οι καραβέλες (αποτέλεσμα τεχνολογίας αιχμής της εποχής) βοήθησαν στην ανακάλυψη της Αμερικής, με τον ίδιο τρόπο λειτουργούσε και η κάθε νέα τεχνική εξέλιξη για ή στη φωτογραφία. Η φωτογραφία ήταν μία ανάγκη της εποχής, ήταν μία ανάγκη των τεχνών. Ο δέκατος όγδοος αιώνας απαιτούσε την εφεύρεση της φωτογραφίας. Η ζωγραφική του 1800, που είχε βουλιάξει στο τέλμα της αναπαράστασης, εκλιπαρούσε για κάτι που θα την έσπρωχνε προς τα εμπρός απαλλάσσοντάς την από την πέτρα του Σίσυφου. Οι επιστήμονες χρειαζόντουσαν τη φωτογραφία για να προχωρήσουν τις επιστήμες τους. Το κοινό ζήταγε να μάθει για πράγματα μακρινά του, να ενημερωθεί, να δει όλα αυτά που υπήρχαν ή συνέβαιναν, αλλά στη σύντομη ζωή του δε θα προλάβαινε να συναντήσει. Ήταν μια ωραία περίοδος για τη φωτογραφία, όπως είναι και τώρα, όπως ήταν και παλαιότερα, γεμάτη ελπίδες για το καλύτερο και ας μένουνε κάποιοι πίσω. Πάντα έτσι ήταν. Οι παλαιοί στο χώρο ανησυχούνε, ενώ οι νιόφερτοι ξεχειλίζουν από ενθουσιασμό. Από ποιόν να ζητήσεις στα σοβαρά, να μιλήσει για το τώρα με γλώσσα, εκφράσεις και στερεότυπα του προχθές; Όλες οι ευκολίες «έπιασαν» γιατί καθώς απάλλασσαν το φωτογράφο από άχρηστες ατέλειες ή χρονοβόρες διαδικασίες, του προσέφεραν χρόνο. Χρόνο για να ασχοληθεί ιδιαίτερα με αυτό που κάνει, να εξελίξει, έστω, την αισθητική του. Αυτός που γεμάτος δυνατότητες απαλλάσσεται από περιττές ενασχολήσεις, δεν έχει δικαιολογία να μην ασχοληθεί με την ουσία αυτού που τον απασχολεί. Η ουσία, όμως, της τέχνης δεν είναι του παρόντος. Πάντως, αν έπρεπε να μιλήσω και για αυτή, θα διάλεγα σα μουσική υπόκρουση, εκείνο το τραγουδάκι που υπογραμμίζει την αξία όλων αυτών των νέων εργαλείων σε σχέση με την τέχνη. «Όλα τριγύρω αλλάζουνε, κι όλα τα ίδια μένουν».
Φωτογραφικό έτος 2005 Ένας απολογισμός
Δεκέμβριος και πάλι. Ο μήνας του αναστοχασμού, ο μήνας επανεξέτασης των πεπραγμένων του έτους, της πενταετίας, της δεκαετίας, της ζωής μας. Μα πώς περνάνε έτσι οι μήνες; Όχι ότι δεν έγιναν τα άπειρα πράγματα και εφέτος, όχι ότι δεν κάναμε τα μύρια όσα και μεις με την παρέα μας, τόσα που μερικές φορές να αναρωτιόμαστε πότε τα προλάβαμε, αλλά να, το πώς φεύγουνε οι μήνες είναι κάτι το καταπληκτικό. Γιατί δεν ξαφνιάζει κανέναν μας το πόσα ακόμη θα μπορούσαν να έχουνε γίνει, πόσα ακόμη χωρούσανε εκεί που ορκιζόμασταν ότι το αδιαχώρητο είναι γεγονός; Δεκέμβριος. Ο σημαντικότερος (;) μήνας του έτους, ο μήνας που κλείνει (παραδοσιακά) μία περίοδος και αρχίζει μία νέα. Ο μήνας που φιλοξενεί τον καινούργιο ήλιο, την καινούργια αρχή και ταυτόχρονα, το υποχρεωτικό τέλος της κάθε μισοτελειωμένης προσπάθειας. Με το γλέντι του (ο Δεκέμβρης) και τις γιορτινές του διακοπές μας αποδιοργανώνει, ώστε να βρούμε χρόνο, κέφι και μυαλό, να συνεχίσουμε, έστω αναθεωρημένα. Δεκέμβριος σε μία εποχή επαναανακαλύψεων των πρωτοποριών που δεν προλάβαμε στην ώρα τους, σε μία εποχή όπου το οτιδήποτε σχετίζεται με την ιστορία της φωτογραφίας στη χώρα μας, διεκδικεί τη θέση του. Έτσι κι αλλιώς, όσο και να προσπαθούν οι εκάστοτε κρατούντες, παράθυρα θα ανοίγουν και αργά ή γρήγορα, τα στο σκοτάδι χαντακωμένα, θα φτάνουν στο φως, και η γνώση αυτών (γεγονότων και προσωπικοτήτων) που σημάδεψαν την κάθε περίοδο, θα διευρύνεται σημαντικά.
Μα τι έγινε εφέτος; Τίποτε τόσο σημαντικό. Τίποτε τόσο ξεχωριστό, τίποτε τόσο τεράστιο που να δημιούργησε ουρές κοινού για να δουν φωτογραφία. (Μας έλεγε, πρόσφατα, ο υπεύθυνος της έκθεσης «Το ΜΟΜΑ στο Βερολίνο» ότι, μία ημέρα, η ουρά για να επισκεφτείς την έκθεση είχε φτάσει τις 12 ώρες αναμονή, έναντι 5-6 ωρών που ήταν τις υπόλοιπες, ενώ στο ραδιόφωνο εκπομπές πολιτισμού ξεκινούσαν με το πόση ήταν η αναμενόμενη ώρα εισόδου στην έκθεση εκείνη τη στιγμή). Εδώ, που τέτοια μεγαλεία. Στη Θεσσαλονίκη, ωστόσο, οι εκθέσεις έχουν ανέβει, τουλάχιστον σε επίπεδο παραγωγής. Αν βελτιωθεί κάπως και το περιεχόμενο, το γιατί δηλαδή κάνει κάποιος φωτογραφία και τι σημαντικό θέλει να μας κοινωνήσει με την έκθεσή του, τότε, ίσως περάσουμε και σε ένα επίπεδο άνω του φαίνεσθαι, που είναι πάντα το ζητούμενο στην τέχνη. Μόνη εξαίρεση με την κακή της ποιότητα (και πρέπει να τονιστεί αυτό), ήταν η έκθεση που έφερε (και μάλιστα με πολλά χρήματα) το Φεστιβάλ Κινηματογράφου στο Μουσείο Φωτογραφίας και στο Μουσείο Κινηματογράφου, η έκθεση του ανεκδιήγητου Στοράρο. Πολλά ελαφρυντικά δίνουνε στο Φεστιβάλ, αφού οι υπεύθυνοι δεν ξέρανε τι έκθεση (πακέτο) θα έφερνε ένας βραβευμένος πολλές φορές με Όσκαρ, φωτογράφος του σινεμά, αλλά από την άλλη, άντε την πληρώσατε (ω υπεύθυνοι) την έκθεση, δότι το θεωρήσατε ότι (τι να κάνουμε;) είναι συμπληρωματική αμοιβή στις αποδοχές που έλαβε ο Στοράρο για την παρουσία του στο Φεστιβάλ, δεν μπορούσατε να ζητήσετε σεβασμό της ιστορίας μας σαν πόλης και των θεσμών μας (μουσεία), ώστε να τον υποχρεώσετε να κόψει (κάποια έργα) κάτι από αυτή την απόλυτη οπτική μόλυνση που άπλωσε στα δύο μας μουσεία; Γιατί δεν άφηνε τους εδώ υπεύθυνους, που επανειλημμένως έχουν αποδείξει το πόσο καλοί είναι στο στήσιμο μιας έκθεσης, να χειριστούνε αυτοί το ίδιο υλικό για μία πολύ ανώτερη παρουσίασή του; Η Φωτογραφική Συγκυρία του 2005 ήταν από τις χειρότερες. Το χρεώνουνε στον επιμελητή της, το Θανάση Μουτσόπουλο, που και αυτός σαν αληθινός αθηναίος ξοδεύτηκε στον κατάλογο και έμεινε πίσω στην ενημέρωση, τη βιβλιογραφία και το στήσιμο των εκθέσεων.
Πάντως το Μουσείο Φωτογραφίας απέκτησε επιτέλους, έστω και εκ μεταγραφής από τη Σκόπελο, το νέο του διευθυντή και όλες οι εκκρεμότητες δείχνουν να ανήκουν πλέον στο παρελθόν. Ας ελπίσουμε, από την Άνοιξη του 2006, ακόμα-ακόμα και από το Καλοκαίρι αυτής της χρόνιας, να δούμε και την πολιτική που αυτός θα εφαρμόσει, πολιτική από την οποία περιμένουμε πολλά, καθώς άρχισαν να ενταλματοποιούνται και τα σχετικά κονδύλια. Σε αυτή τη νέα διοίκηση του Μουσείου Φωτογραφίας, πρέπει να πιστώσουμε και το άνοιγμα που κάνει προς χώρους εκτός μουσείου. Εκθέσεις/παραγωγές έτοιμες και πληρωμένες, αντί να τις καταχωνιάζει στις αποθήκες, άρχισε να τις περιοδεύει σε άλλες πόλεις, ώστε η καλλιτεχνική φωτογραφία να φτάσει σε όλη την Ελλάδα και να γίνει υπόθεση πολλών (ας ελπίσουμε σύντομα και στο εξωτερικό). Φυσικά, αξίζει να τονιστεί ότι, αυτές οι εκθέσεις χρειάζονται και άλλου είδους υποστήριξη, κάτι που για παράδειγμα κάνει το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, που σα ζωντανός φορέας προώθησης της σύγχρονης φωτογραφίας, υποστηρίζει τις περιοδείες του στη Βόρειο Ελλάδα, περιοχή που κυρίως δραστηριοποιείται, με τους ίδιους τους συμμετέχοντες φωτογράφους. Αυτό αυξάνει και την επιτυχία της έκθεσης στις τοπικές κοινωνίες, και την θετική επιρροή στους φωτογράφους της κάθε περιοχής. Αυτές οι διαπροσωπικές σχέσεις είναι που έχουνε δέσει τους φωτογράφους στη Βόρεια Ελλάδα και αισθάνεται κανείς ότι μόνο κάτι καλό θα προκύψει στο μέλλον από αυτό. Η ίδια αίσθηση υπάρχει διάχυτη και για τη δουλειά που γίνεται στα σχολεία για τη φωτογραφία. Οι καθηγητές που έχουνε διοριστεί και αγαπούν τη δουλειά τους, η ετήσια 'έκθεση μαθητικής φωτογραφίας' που διοργανώνεται από το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, οι οργανωμένες επισκέψεις και ξεναγήσεις μαθητών της πρωτοβάθμιας στο Μουσείο Φωτογραφίας, είναι μία συνολική εργασία σε βάθος, που πιστεύουμε ότι σύντομα θα αποφέρει καρπούς. Θετική ήταν η διοργάνωση μίας καθαρά επαγγελματικής (κλαδικής) έκθεσης φωτογραφικών προϊόντων, που διοργανώθηκε στη συμπρωτεύουσα από το ένθετο φωτογραφικό περιοδικό της εφημερίδας Καθημερινή. Διανθίστηκε με καλές εκθέσεις φωτογραφίας και με μία ημερίδα, προεξέχοντος του Γενικού
Γραμματέα του Υπουργείου Πολιτισμού κου Ζαχόπουλου, όπου συζητήθηκε όχι το εμπορικό μέλλον της φωτογραφίας, όπως θα περίμενε κανείς στην εποχή μας, αλλά το δημιουργικό μέλλον (με κάποιες εξαγγελίες), της καλλιτεχνικής και δημιουργικής φωτογραφίας. Και μία και ο λόγος για το ΥΠΠΟ, ευτυχώς, εκείνοι οι φανφαρονισμοί του κου Τατούλη, περί δήθεν απαραίτητης στροφής και υποταγής των τεχνών και της φωτογραφίας, στην οικονομία της χορηγίας και της αγοράς, ευτυχώς ξαναλέω, δείχνουν να υποχωρούν. Γίνεται αντιληπτό τελικά σήμερα, το γεγονός ότι ένα μη μαζικό 'άθλημα' σαν την καλλιτεχνική φωτογραφία ελάχιστα μπορεί να ενδιαφέρει τους εμπόρους, που ούτε παιδεία και εθνική συνείδηση διαθέτουν, ούτε κρατική στήριξη φοροαπαλλαγών βρίσκουν (για τις χορηγίες), ούτε αισθάνονται πως η φωτογραφία μπορεί να τους εξασφαλίσει την αναμενόμενη ανά διαθέσιμο κονδύλιο (το βλέπουν σα διαφήμιση) ανταποδοτικότητα. Συνοψίζοντας, ήταν μια θετική χρονιά με πολύ δουλειά σε βάθος Μία χρονιά και με πολλά καλά βιβλία με κείμενα προς φωτογράφους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων, βιβλία που πολύ απέχουν από τις παλαιές μέτριες εκδόσεις και τα άθλια δήθεν φωτογραφικά λευκώματα. Τα υπόλοιπα είναι να γίνουν και με τη δική μας εργασία και με τη δική μας ευθύνη. Σε ένα πρόσφατο μάθημα με θέμα την αξία της φωτογραφίας για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου το 1973, ένας από τους νεαρούς φωτογράφους του ακροατηρίου, εξέφρασε τη λύπη του για το ότι δε ζούσε να φωτογραφίσει τα τόσο σημαντικά γεγονότα εκείνης της εποχής. Όταν απαριθμήσαμε τα τουλάχιστον σημαντικά γεγονότα των δύο τελευταίων ετών, (χρονικό διάστημα που αυτός ασχολείται με τη φωτογραφία) και που κανένα δεν είχε φωτογραφίσει, έμεινε άφωνος. Είχε μείνει πίσω, και σα θεατής, και σαν πολίτης, και κυρίως σα φωτογράφος. Ας μη το ξεχνάμε λοιπόν. Το μέλλον γράφεται τώρα και πρέπει να γράφεται και από εμάς. Καλή Καινούργια Χρονιά
ΜΙΑ ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (ΦΚΘ) ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕ ΦΕΤΟΣ 10 ΧΡΟΝΙΑ ΕΝΤΟΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΟΥΣ ΔΡΑΣΗΣ
Σαν το μερμήγκι, φωτογράφο το φωτογράφο, κείμενο στο κείμενο, συνεργασίες και εκθέσεις, πανηγύρια και γιορτές και εικόνες, κυρίως εικόνες, χειμώνες και καλοκαίρια, στο περιθώριο της κοινωνίας των ανθρώπων, μεταφέρει χρόνια τώρα, τα υλικά της σύγχρονης Ελληνικής Φωτογραφίας.
Από το 1984, χρονιά που συστήθηκε η Φωτογραφική Ομάδα Τριανδρίας, η ομάδα που μετεξελίχθηκε σε Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης (ΦΚΘ) πολλά έγιναν, τόσα πολλά που τίποτε σχεδόν δεν θυμίζει σήμερα το τότε, τίποτε δεν έμεινε ίδιο. Σε έναν κυκλωτικό χορό γεμάτο παιχνίδια χαράς, γεμάτο όνειρα, έρωτες, μάχες και εικόνες η εκθέσιμη φωτογραφία πέρασε από τις ασπρόμαυρες εκτυπώσεις στις τεράστιες έγχρωμες και από εκεί στις ψηφιακές. Από μία τέχνη που έψαχνε χώρους να διατυπώσει τους προβληματισμούς της, σήμερα (η φωτογραφική) φιλοξενείται παντού όπου επιθυμεί. Από μία μορφή έκφρασης που εθεωρείτο υποδεέστερη της ζωγραφικής, ακόμα και αυτού του σχεδίου, περάσαμε σε κάτι αποδεκτό από όλους. Τα μουσεία που τότε φοβόντουσαν να συμπεριλάβουν τη φωτογραφία στις συλλογές τους – παρά το γεγονός ότι γεμίζανε προχειρότητες και σαβούρες άλλων μέσων – σήμερα τρέχουν να καλύψουν τα κενά. Ενώ τότε στην Ελλάδα δεν υπήρχε ούτε ένας ιστορικός, επιμελητής ή κριτικός, που να έχει σπουδάσει φωτογραφία ή την ιστορία της, σήμερα πολλοί καμώνονται τους επαΐοντες, μην τύχει και χάσουν το κομμάτι από την πίτα που τους αναλογεί, μην τύχει και τους ξεράσει η ιστορία. Ήταν δύσκολα χρόνια για τη φωτογραφία. Χρόνια χωρίς πανεπιστημιακές σχολές που να τη διδάσκουν σαν τέχνη, χωρίς φορείς που να
την προωθούν καταστατικώς, χωρίς μέριμνα από το κράτος καμία. Πέτρινα χρόνια και το τοπίο δύσβατο. Κόπος και χρόνος πολύς χρειαζότανε για να χαράξεις μονοπάτια, να διεκδικήσεις δικαιώματα, να υποστηρίξεις συνεργασίες, να οικοδομήσεις πιστεύω και γραφές, να στήσεις θεσμούς, να βρεις ακόμη και τα ειδικά υλικά ή εργαλεία που απαιτούσε η φωτογραφία σαν τέχνη, να ξεκαθαρίσεις την ήρα από το σιτάρι. Κι’ όμως, σ’ αυτά τα χρόνια σπάρθηκαν σπόροι πολλοί και το ΦΚΘ ήταν συνεχώς εκεί, να τροφοδοτεί ποικιλίες και σπόρους καθαρούς, φρέσκους, δυναμικούς – ευτυχώς με πολλούς άλλους – για να τους καλλιεργήσει και κάποια στιγμή να απαιτήσει καρπούς, να πολεμήσει τα ζιζάνια. (Ποιος από τους παλαιούς μπορεί άραγε να ξεχάσει τη συντεταγμένη μάχη που έδωσε η «ομάδα των 9» να μη γίνει το Μουσείο Φωτογραφίας στη Θεσσαλονίκη, μόλις μάθανε ότι δε θα το διοικούνε αυτοί, και πως η ίδια ομάδα έσπευσε να το καπελώσει, όταν 4 χρόνια μετά κατάφερε να αποκτήσει τη διοίκησή του;). Το ΦΚΘ και όλη η ομάδα των φωτογράφων που βρίσκονται πίσω του, απέδειξαν όλα αυτά τα χρόνια, ότι δεν είναι μια συντεχνιακή συνδικαλιστική ένωση, η οποία προσπαθεί μόνο για τα ίδια συμφέροντα των μελών της, αλλά μία ελεύθερη ομάδα, ανοικτή στον καθένα (αιθεροβάμονες ονόμασαν κάποτε τα μέλη της) που μάχονται για τα γενικότερα συμφέροντα της δημιουργικής φωτογραφίας, για τις ιδέες της καλλιτεχνικής φωτογραφίας, μία ανιδιοτελή συνεχώς εμπλουτιζόμενη ομάδα δημιουργών η οποία, βεβαίως, υποστηρίζει με κάθε μέσον εκείνη την φωτογραφία που καταφέρνει να κινείται πέραν των προδιαγεγραμμένων της διαδρομών, πέραν των ορίων της. Οι φωτογράφοι του ΦΚΘ βάζοντας στη σκιά τους εαυτούς τους και τον φορέα τους – η δημοσιότητα που διεκδίκησαν όλα αυτά τα χρόνια ήταν ελάχιστη μπροστά στον όγκο και την ποιότητα της προσφοράς τους, ιδιαίτερα μάλιστα εάν συγκριθεί με τους κατά περιόδους διάττοντες, που συνήθως απαιτούν και καταφέρνουν τα φώτα της προβολής να στρέφονται επάνω τους – δούλεψαν οικειοθελώς ακαταπόνητα για τους στόχους και τα προγράμματα της ομάδας. (Εθελοντισμός πολύ πριν τους Ολυμπιακούς). Στόχοι που θα μπορούσαν να
συνοψιστούν στο σύνθημα «'νέοι' και 'παλαιοί' μαζί για τη διάδοση και τη διάδραση της φωτογραφίας». Εκατοντάδες είναι οι μαθητές (που πέρασαν όλα αυτά τα χρόνια από τις τάξεις και τα εργαστήριά του), της εναλλακτικής σχολής διδασκαλίας της φωτογραφικής τέχνης που διατηρεί. Πρόκειται για μία σχολή διδασκαλίας της φωτογραφίας που δουλεύει πρωταρχικά πέρα από την τεχνική του μέσου, (την τεχνική μπορείς να μάθεις παντού και σε όλες τις βαθμίδες), κυρίως μέσα από τα τμήματα «προχωρημένων», μία σχολή που προσεγγίζει τη φωτογραφία όχι μόνο σαν εργαλείο, αλλά και μέσον έκφρασης, και φορέα διατύπωσης ερωτημάτων και ιδεών. Εκατοντάδες είναι τα μέλη και οι προσκεκλημένοι φωτογράφοι που παρουσίασαν πρωτότυπες εργασίες τους και όχι αναμασήματα. Μιλάμε για εκθέσεις και δράσεις, οπωσδήποτε καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, εντός και κυρίως εκτός της έδρας του φορέα, στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αλλά και καθόλου σπάνια, σε όλη την ευρύτερη περιοχή, εδραιώνοντας ένα δίκτυο επικοινωνίας ισχυρό, ένα δίκτυο που στηριγμένο πέρα από τους θεσμούς, και στις προσωπικές σχέσεις, και στις φιλίες, δείχνει πως δεν έχει τίποτε να φοβηθεί πλέον. Ακόμη και αν σταματούσε σήμερα τη δράση του το ΦΚΘ, οι φωτογράφοι του θα συναντιούνται στις διάφορες πόλεις των επισκέψεων, των εκδρομών, των διακοπών και ο διάλογος για τη φωτογραφία θα συνεχίζεται, οι προτροπές για δημιουργία θα υποδαυλίζουν το μεράκι, η σκέψη δε θα ησυχάζει, το έργο ποτέ δε θα μένει μόνο στα συρτάρια, δε θα υποτιμά τον εαυτό του. Το ΦΚΘ είναι μια ιδιόμορφη ομάδα εργασίας για την καλλιτεχνική φωτογραφία. Παρά το γεγονός ότι πάντα διέθετε άποψη για το τι είναι και τι δεν είναι τέχνη και φωτογραφία, ποτέ δεν την επέβαλε στα μέλη και τους μαθητές του, ποτέ δεν την απαίτησε από τους συνεργαζόμενους φωτογράφους, ποτέ δεν ζήτησε από τρίτους (άτομα ή ομάδες) να κινηθούν σε αυτές τις γραμμές. Αντίθετα, αποδέχτηκε σαν ισότιμες σχεδόν όλες τις τάσεις, ροπές και εκδοχές της φωτογραφίας και απαίτησε από τους δημιουργούς –όπου και αν εργάζονταν – να μας παραδώσουν ποιότητα, αίτια και θεωρίες για να τους αποδεχτούμε, απόψεις
δηλαδή που θα έπειθαν τον καθένα, ειδικούς και όχι, για το τίμιο της πρόθεσής τους, υλικά που θα καταχωρούσαν αδιαμφισβήτητα και τη δική τους εργασία στο κουτάκι τέχνη, και τη δική τους φωτογραφία στην κατηγορία καλλιτεχνική/δημιουργική. Μία τέτοια αντιμετώπιση της δημιουργίας από το ΦΚΘ δεν υπαγορεύτηκε μόνο από τις θεωρίες του μεταμοντέρνου της εποχής. Ήταν και συνεχίζει να είναι, πιστεύει, το απαραίτητο σκαλί για το πέρασμα της Νέας Ελληνικής Φωτογραφίας από την παιδική στην εφηβική ηλικία. Ένα πέρασμα που απαιτεί από όλο το σώμα αυτής (της Νέας Ελληνικής Φωτογραφίας) να καταλάβει πως οι αισθητικές περί ωραίου των μέχρι τη δικτατορία χρόνων, πάει τελείωσαν, ανήκουν σε άλλες εποχές, να αντιληφθεί ότι είναι άχρηστο να αντιγράφει κανείς αδιάκριτα τα ξένα πρότυπα, να αντιγράφει δίχως αιτία πειράματα τρίτων ή ακόμη χειρότερα, να αντιγράφει από βιβλία και όχι από προσωπική επαφή με το αυθεντικό έργο. Είναι απαραίτητο ο 'νέος Έλληνας φωτογράφος' να νοιώσει μέχρι το μεδούλι του πως η φωτογραφία των ιλουστρασιόν εντύπων, παρ’ ότι φωτογραφία, θα παραμένει πάντα ο μεγαλύτερος εκμαυλιστής των κριτηρίων, η Κίρκη που νοιάζεται κανένας να μην καταφέρει να συνεχίσει το ταξίδι του για την Ιθάκη. Μία τέτοια διαυγής στάση του ΦΚΘ του επέτρεψε να συνεργαστεί και να υποστηρίξει όλες τις προσπάθειες που έγιναν από φωτογράφους ή ομάδες φωτογράφων στη Θεσσαλονίκη όλα αυτά τα χρόνια, ακόμη και αν αυτές κινιόντουσαν σε καθαρά ερασιτεχνικό επίπεδο. Να μείνουμε λίγο στο γιατί όλες αυτές οι ομάδες (πλην ΦΚΘ) λειτούργησαν για λίγο και σύντομα χάθηκαν ή ψευδο-υφίστανται με απειροελάχιστη δράση. Είναι κάτι που πρέπει να ερευνηθεί, και η εμπειρία αυτή να μεταλαμπαδευτεί σε όλους τους μεταγενέστερους για αποφυγή των ίδιων λαθών. Πρώτον: καμία ομάδα δε μπορεί να λειτουργεί μακροχρόνια για την προώθηση του έργου μόνο των μελών ή των ιδρυτών της.
Δεύτερον: Καμία ομάδα δε μπορεί να ανανεώνεται συνεχώς προς τον εαυτό της και ταυτόχρονα προς την κοινωνία, αν δε λειτουργεί σε αυτήν σχολή (θεωρητικής) φωτογραφίας. Τρίτον: Καμία ομάδα δε θα συνεχίσει να παράγει έργο αν δε στηρίζεται, σε πόρους που προέρχονται από τα μέλη της. Η εξάρτηση από Κράτος, ΥΠΠΟ, αυτοδιοίκηση ή χορηγούς σπαταλά δυνάμεις πολύτιμες για τη δημιουργία. Τέταρτον: Η συλλογική διοίκηση απελευθερώνει δυνάμεις και βοηθά να ξεπερνιούνται κρίσεις, «κοιλιές» και κοπώσεις, καθώς όπως είναι γνωστό, πάντα η ζωή θα προχωρά, δίχως να κοιτά τη δική μας μελαγχολία. Πέμπτον: Σε μία ομάδα δημιουργών δεν αναθέτουμε καθήκοντα υπέρ τρίτων. Ούτε σε μία ομάδα δημιουργών αρκούμεθα να αναθέτουμε (άνωθεν) πότε - πότε (φωτογραφικές) εργασίες. Όποιος ενδιαφέρεται για την πραγματοποίηση του οποιουδήποτε project, το αναλαμβάνει ο ίδιος και προχωρά με τη βοήθεια όλων. Έτσι και διαφορετικά πράγματα προωθούνται και πολλοί μπλέκουν στο παιχνίδι, φέρνοντας κάθε φορά νέες ιδέες, και κανείς δεν μπορεί να αποκλειστεί μια και του δίδονται οι ευκαιρίες να δοκιμάσει τις απόψεις του (και μόνος και με την προσφορά συνεργατών). Ο απόλυτος συνδυασμός των δύο τελευταίων ορίζει και τη διαχρονική επιτυχία του ΦΚΘ. Το Φωτογραφικό Κέντρο είναι τα μέλη του, μέλη που εργάζονται εθελοντικά σε όποιο πόστο θέλουν ή μπορούν. Καθώς μάλιστα το ΦΚΘ έχει πάντα πολλά και ανοιχτά μέτωπα, είναι σχεδόν αδύνατον κάποιος να θέλει και να μη βρίσκει που και τι να προσφέρει, γιατί πραγματικά το ΦΚΘ είναι ένας φορέας προσφοράς. Προσφορά προς τον έτερον, τον άλλον, τον καθ’ ομοίωσιν, προσφορά προς τον άλλον μας εαυτό. (Δεν προσφέρουν στην κοινή πορεία/εξέλιξη των ομάδων μόνον όσοι βάζουν τον εαυτό τους στη θέση του εισπράκτορα, αυτοί που πιστεύουν ότι οι άλλοι τους έχουν μόνο υποχρεώσεις, ότι οι άλλοι είναι υποχρεωμένοι να εργάζονται για αυτούς.) Φυσικά μία τόσο μαζική συμμετοχή στη διοίκηση, στην επεξεργασία προγραμμάτων και στη διαχείρισή τους απαιτεί πολύ κόπο για μεταλαμπάδευση γνώσεων και πείρας, για έλεγχο και αποφυγή λαθών. Είπαμε όμως, το ΦΚΘ ήταν
και παραμένει ένα τεράστιο σχολείο. Η φωτογραφία άλλωστε δε χρειάζεται μόνο φωτογραφίες, θέλει και τους φωτογράφους που θα τις κάνουν, και τους φορείς που θα τις προωθούν, και αυτούς που θα διοικούν αυτούς τους φορείς, και την κοινωνία γύρω τους σα θεατές/συνομιλητές, και τους γραφίστες, και τους τυπογράφους, και τους μεταφραστές, και τους δασκάλους στα σχολεία, και τους διευθυντές των σχολείων, και τους χορηγούς και το ΥΠΠΟ και χίλιους δυο ακόμη, θέλει δηλαδή δημιουργούς αλλά και έργο, και ανθρώπους και περιβάλλον. Δουλειά και προς τα μέσα, και προς την κοινωνία, και για την εδραίωση του αναμεταξύ τους διαλόγου. Αυτός που θα ήθελε σήμερα να γίνει καλλιτέχνης φωτογράφος θα πρέπει πάντα να έχει κατά νου ότι στην Ελλάδα των αρχών του 21 ου αιώνα το κράτος είναι σχεδόν "απών", το ΥΠΠΟ δεν έχει Υπουργό Πολιτισμού, οι Σχολές Καλών Τεχνών δε θέλουνε με τίποτε να αποκτήσουν έδρες φωτογραφίας, τα Τ.Ε.Ι. ψευτολειτουργούν (ίσως για να διδάξουν καλά το ψευτο-επάγγελμα), οι γκαλερί είναι μπακάλικα και σαν τέτοια θέλουν εμπορεύματα μόνο, τα μουσεία είναι δέσμια των σχέσεών τους με το εμπόριο έργων, η TV είναι υποταγμένη απόλυτα στον οδοστρωτήρα του μέσου όρου και στους δήθεν δείκτες της θεαματικότητας (καταντήσαμε να είναι συμμετοχή στον πολιτισμό η καταχώρηση του διαφημιστικού μιας εκδήλωσης, στην οποία μπήκε το κανάλι χορηγός επικοινωνίας). Οι εφημερίδες και τα περιοδικά "ξοφλάνε" τις υποχρεώσεις τους προς τις εκθέσεις δημοσιεύοντας τη φωτογραφία κάποιου πολιτικού ή μοντέλου που παρευρέθηκε στα εγκαίνια της έκθεσης και άλλα απογοητευτικά ων ουκ έστι αριθμός. Αυτός που θα ήθελε να γίνει και να λειτουργεί σήμερα ως καλλιτέχνης φωτογράφος, ας μη ξεχνά ότι ένα τόσο μεγάλο πρόβλημα για μία περιθωριακή τέχνη (τέχνη στο περιθώριο), σε μία αδιάφορη κοινωνία μιας απόλυτα παγκοσμιοποιημένης περιφέρειας, δε λύνεται ούτε με υποταγή, ούτε με εκπτώσεις, αλλά με συνύπαρξη ομοίως σκεπτόμενων δημιουργών. Συνύπαρξη βασισμένη στον αμοιβαίο σεβασμό και το κοινό συμφέρον, που είναι η καλλιτεχνική φωτογραφία, έννοια, όπως είπαμε, ανοικτή αρκετά για να χωράνε
πολλοί και ταυτόχρονα κλειστή, γιατί το μέλλον αυτής της φωτογραφίας δε μπορεί να γράφεται με προχειρότητες και χωρίς αυστηρά κριτήρια. Να τι κληροδοτεί το ΦΚΘ, ένας μοναδικός στην Ελλάδα φορέας, που με έδρα τη Θεσσαλονίκη μάχεται χρόνια τώρα για τη δημιουργική φωτογραφία. Πείρα, συμβουλές, ανθρώπους, πειράματα, φωτογραφίες, μα πάνω απ’ όλα την αίσθηση ότι σαν σε παιχνίδι και με τη χαρά της δημιουργίας τίποτε δεν έχει χαθεί, πολλά μπορούνε να κερδηθούν ακόμη. Έτσι κι’ αλλιώς η ίδια η ζωή ένα παιχνίδι είναι και δεν αξίζει – με τίποτε – να μείνεις στη γωνία και να μην το παίξεις, να μην το απολαύσεις ο ίδιος. Είναι υποχρέωση του καθένα μας να αρνηθεί τον οδοστρωτήρα της κοινής λογικής, να διαφοροποιηθεί, να ξεχωρίσει του μέσου όρου και να ανθήσει, να γεμίσει αρώματα την ατμόσφαιρα, και αν τα καταφέρει, να δώσει και καρπούς.
ΣΤΑΘΜΟΙ ΣΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΦΚΘ 1984: Ίδρυση στην Πάνω Πόλη Θεσσαλονίκης της "Φωτογραφικής Ομάδας Τριανδρίας" (Εσωτερική εργασία κυρίως). 1990: Μετά από μια σειρά μετεγκαταστάσεων μεταφορά στο Πνευματικό Κέντρο Δήμου Τριανδρίας και παράλληλη συνύπαρξη με την αντίστοιχη ομάδα του Δήμου, που ιδρύθηκε επί τούτου. 1995: Επί υπουργίας Θάνου Μικρούτσικου, στην προσπάθεια να κτιστεί ένα πανελλαδικό δίκτυο για την καλλιτεχνική φωτογραφία, η Φ.Ο.Τ. μετατρέπεται σε "Αστική Εταιρία μη Κερδοσκοπικού Χαρακτήρα". Λειτουργεί το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης σαν τριώροφος εκθεσιακός χώρος με πολυποίκιλες δράσεις, εργαστήρια, μαθήματα και κυρίως έντονη εκθεσιακή πολιτική. 2003: Νέα αλλαγή έδρας υπέρ των μαθημάτων και της εσωτερικής λειτουργίας. Οι εκθέσεις μεταφέρονται εκτός έδρας με αποτέλεσμα την πρόσβαση σε μεγαλύτερα τμήματα της κοινωνίας.
info: ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Μητσαίων 7 (περιοχή Ρωμαϊκής Αγοράς)
ΤΑ ΚΥΡΙΟΤΕΡΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΦΚΘ 1.- «ΝΕΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΙ» Ενίσχυση παραγωγής έργου νέων φωτογράφων. 2.- «ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΙ» Επαναφορά προς διάλογο του έργου παλαιότερων εκθέσεων και φωτογράφων. 3.- «ΒΑΛΚΑΝΙΚΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ» Παρουσίαση στην Ελλάδα του έργου σημαντικών φωτογράφων της Βαλκανικής και αντίστοιχη προώθηση της Ελληνικής φωτογραφίας στις χώρες τους. 4.- «ΠΕΡΙΟΔΙΑ» ΜΙΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Εφέτος περιοδεύει σε διάφορες πόλεις η έκθεση «Ροπές και Εκδοχές της Σύγχρονης Ελληνικής Φωτογραφίας» 5.- «ΜΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ» Στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς, μαθητές από όλα τα Δημοτικά, Γυμνάσια και Λύκεια της Θεσσαλονίκης (δημόσια ήιδιωτικά) παρουσιάζουν το έργο τους 6.- «ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΕΚΘΕΣΕΩΝ» Αναγγελία ετήσιων μεγάλων ομαδικών παραγωγών. Επόμενες μεγάλες εκθέσεις οι «ΠΕΤΡΕΣ ΟΜΙΛΟΥΣΕΣ – φωτογραφίζοντας την Αρχαία Ελλάδα» και «ΔΡΟΜΟΙ – Δρόμοι που έρχονται ή φεύγουν, Δρόμοι της ζωής» 7.- «ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ» Λειτουργία εναλλακτικής σχολής εκμάθησης της φωτογραφικής τέχνης
Για περισσότερες πληροφορίες στο 6942-860.890 και το www.fkth.gr
Για το εργαστήριο VAGABOND
Μία πρωτότυπη καλλιτεχνική συνάντηση με τίτλο «ΤΕΧΝΗ ΣΕ ΔΡΑΣΗ» θα πραγματοποιηθεί στο κεντρικό κτίριο του παλιού τελωνείου του Λιμανιού της Θεσσαλονίκης (από τις 21-23 Μαΐου 2004). Φωτογράφοι, ζωγράφοι, γλύπτες αλλά και δημιουργοί από το χώρο του βίντεο, του χοροθεάτρου και της μουσικής, θα εργαστούν μαζί για τρεις ημέρες και (νύχτες) για την πραγματοποίηση ενός έργου σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, για την παραγωγή έργου προσωπικού γεμάτου αλληλοεξαρτήσεις, από και προς το συγκεκριμένο τόπο. Στη μεγάλη κεντρική αίθουσα του τελωνείου, σε τρεις ημέρες, οι καλλιτέχνες πρέπει να ολοκληρώσουν παρουσία των υπολοίπων και σε συνεργασία με αυτούς, ένα έργο ή μία εγκατάσταση ο καθένας, ώστε στο τέλος του τριημέρου να γίνουν τα εγκαίνια της δράσης και το κλείσιμο των προϊόντων της έκθεσης που γεννήθηκαν για/από αυτήν. Το έργο του καθενός μπορεί να χρησιμοποιεί αποκλειστικά τα συστήματα που προέρχονται ή αφορούν το μέσον με το οποίο εργάζεται ή αποφάσισε να εργαστεί στη συγκεκριμένη έκθεση, (π.χ. μόνο καθαρή ζωγραφική ή καθαρή φωτογραφία), αλλά γιατί όχι, και αυτό είναι ένα ζητούμενο/πρόκληση για τη διοργάνωση αυτής της ξεχωριστής δράσης, το κάθε έργο να μπορέσει να ξεπεράσει τα στενά και περιοριστικά όρια του μέσου και ελεύθερο να πετάξει προς όποιες άλλες γραφές/κατευθύνσεις. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος της κοινής συνεύρεσης των δημιουργών, που αξίζει να προσπαθήσουν σε κινούμενη άμμο (το αλατοπίπερο προστίθεται μετά το σερβίρισμα). Αφήνοντας τη σιγουριά του εργαστηρίου και τη μονομέρεια της κατακτημένης γνώσης και τεχνικής στο αντικείμενό του, ο κάθε δημιουργός θα προσπαθήσει (υποτίθεται) να βαδίσει προς τον έτερο, τον συνάδελφο και τις δικές του σιγουριές, που (υποτίθεται επίσης) και εκείνος με τη σειρά του θα αφήσει ξοπίσω, βαδίζοντας από κοινού προς το όλον.
Οι πάγκοι εργασίας ή συν-εργασίας θα δομηθούν κατάλληλα ώστε να επιτρέπεται μία τέτοια διάδραση και από τους δημιουργούς και από το κοινό. Κρεμασμένοι εικονικά από την οροφή, θα σχηματίζουν ένα σαλίγκαρο/λαβύρινθο, εντός του οποίου θα είναι υποχρεωμένος να γλιστρήσει ο καθείς. Σε αυτόν το λαβύρινθο θα υποχρεούται να κινείται ο δημιουργός προκειμένου να φτάσει στο δικό του χώρο, σε αυτόν (θα εισέρχεται) και ο φίλος που θέλει να δει ή να συναντήσει το φίλο, σε αυτόν και ο θεατής ο οποίος θα θελήσει να πάρει μία γεύση των τεκτενόμενων (είτε κατά την ώρα της δημιουργίας, είτε κατά την ώρα της παρουσίασης των αποτελεσμάτων αυτού του εργαστηρίου). Ο πάγκος εργασίας του κάθε δημιουργού θα είναι άκρως περιορισμένος και σε άμεση επαφή με τους αντίστοιχους των εκατέρωθεν δημιουργών, που σχεδόν στριμωγμένοι, θα είναι «υποχρεωμένοι» να συζητούν ακόμη και τις κρυφές τους σκέψεις. Θα έχεις πάντα κάποιον και μπρος και πίσω σου, και δεξιά και αριστερά και ανάμεσα. Αυτή η δυσκολία, όρος για συμμετοχή της συνεύρεσης, ορίζει και τις δυνατότητες πραγματοποίησης απουσιών από το χώρο, ο οποίος οφείλει, και τις τρεις ημέρες της προεργασίας, να μοιάζει με φωλιά από μελίσσι, που σβόλο το σβόλο γεμίζει τις κηρύθρες. Τα έργα δεν πρέπει να έλθουν έτοιμα από τα εργαστήρια. Ούτε οι καλλιτέχνες να απομακρύνονται πολύ από το χώρο. Όσο αργά και αν τελειώνει το πάρτι της προηγούμενης νύχτας, το επόμενο πρωί, τη συμφωνημένη ώρα, όλοι πρέπει να βρίσκονται στο χώρο. Εκεί το ξετσίμπλιασμα, εκεί ο καφές, εκεί οι εφημερίδες, εκεί και τα ραντεβού και οι επισκέψεις των φίλων, συγγενών και κοινού, εκεί και οι δάσκαλοι, εκεί και οι επίσημοι. Όλοι σε ένα τόπο για τη δημιουργία του έργου των τριών ημερών. Οι παρατηρήσεις για την εξέλιξη κάποιου έργου αφορούν όλους, οι συζητήσεις περί τέχνης απασχολούν τους πάντες, το κάθε τι μοιάζει σα να λέγεται με τηλεβόα σε Γενική Συνέλευση. Προοπτικές χωρίς όρια, είπαμε. Τρεις ημέρες και νύχτες μέσα σε δημιουργικό περιβάλλον για την παραγωγή έργου συγκεκριμένου, στο ελάχιστό του και ανιστόρητο στην ουσία
του. Έργο απερίγραπτο εάν δεν είσαι εκεί. Όπως στο θέατρο, ή είσαι παρών και σε παρασύρουν οι ηθοποιοί στο ταξίδι τους ή βράστα, (συζήτα καλύτερα για αστακομακαρονάδες). Έχω την αίσθηση πως κανένα έργο εκ των υστέρων δε θα καταφέρει να περιλαμβάνει το τι έγινε εκεί, να μιλήσει για την παράσταση που αυτοσχεδιαστικά δόθηκε. Ακόμη και κείμενα σαν αυτό δε θα μπορέσουν να περιγράψουν τη αξία της κοινής συμβίωσης, την εμπειρία της κομούνας, το ξεπέρασμα της μοναξιάς (του καλλιτέχνη την ώρα της δημιουργίας) και της ατομικότητας. Για τούτο και δεν θα το προσπαθήσω. Το πραγματικό έργο που θα δούμε – όσοι επισκεφτούμε το χώρο – θα είναι ακριβώς αυτή η κοινή υπερ-δημιουργία του υπερ-έργου της συλλογικής καλλιτεχνικής δράσης, θα είναι το αποτέλεσμα ενός πειράματος για το ξεπέρασμα των προβλημάτων που δημιούργησε στην τέχνη η οικονομία της Αγοράς. Το τριήμερο δεν θα εκτεθούν τα δημιουργήματα κάποιων αλλά η κατασκευή τους.
Η φωτογραφία στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων.
Όσα κι αν κάνει η θάλασσα, ποτέ δε θα καταφέρει να μοιάσει στην πισίνα μου.
Γύρω και μέσα σε μία τεράστια λίμνη/μήτρα νερού, έκτασης σχεδόν ενός σταδίου με προεκτάσεις στον κόσμο όλον, και με το φτερωτό γιό της Αφροδίτης, τον Έρωτα, να εκμαιεύει ή να στεφανώνει κάθε μας βήμα, κάθε μας εξέλιξη, όλη η ιστορία του πολιτισμού, έτσι όπως θα τη θέλανε οι ανθρωπιστές, παρελαύνει. Όλες οι τέχνες παρούσες. Το θέατρο, ο χορός, η μουσική, η ζωγραφική, η αρχιτεκτονική, η γλυπτική, ακόμα και τα ολογράμματα και το VIDEO από τις πιο πρόσφατες. Όλες οι τέχνες παρούσες πλην μιας. Στη μεγάλη πορεία του πολιτισμού δε βρέθηκε χώρος για το μεγαλύτερο ανατροπέα στην εξέλιξη των τεχνών στα τελευταία 170 χρόνια – ίσως και για τούτο το μεγάλο βοηθό της σύγχρονης σκέψης – τη φωτογραφία. Τι θα ήταν η ζωγραφική χωρίς αυτήν; Τι και μέχρι που θα είχαν φτάσει οι άλλες τέχνες; Πού θα ήταν οι επιστήμες χωρίς αυτήν σήμερα; Η ίδια η από μακριά τηλέ-όραση που αναμετέδιδε το γεγονός, καθώς δεν χειρίστηκε σωστά τα μαθήματα που πήρε από τη φωτογραφία, υστέρησε σημαντικά στην αναμετάδοση. Σε μία παρέλαση, άσκηση γνώσης και μνήμης, που δεν κατρακύλησε στον ευτελισμό με το πρόσχημα της κατανόησης των τεκταινόμενων από το πλατύ αμόρφωτο κοινό, (πρέπει να γνωρίζεις φώναξε για να απολαύσεις), απουσίαζε ένα κατ’ εξοχήν εργαλείο γνώσης και μνήμης, η φωτογραφία. Απουσίαζε όμως; Ένα κουπί που ξέβρασε η θάλασσα, είναι άραγε απόδειξη ενός ναυαγίου, ευχαριστήρια σπονδή στον Ποσειδώνα για την επιτυχή ολοκλήρωση κάποιου ταξιδιού ή μήπως ένα στραπάτσο πριν τον απόπλου; Αυτός που «περί
άλλων τυρβάζει» αδυνατεί να απαντήσει. Ο και ολίγον ασχολούμενος, όμως, κοιτάζει τις πληγές του ξύλου και αποφαίνεται. Το ίδιο εύκολα απαντάμε και στο ερώτημα αν τελικά η φωτογραφία απουσίαζε από αυτή τη γιορτή της εκδίκησης του μοντέρνου απέναντι στο κυρίαρχο τουρκομπαρόκ της μαζικής υποκουλτούρας. Ναι μπορεί η φωτογραφία να μη βρήκε τη θέση της στην «κλεψύδρα του χρόνου και του πολιτισμού» ήταν όμως παντού και με τις τρεις μορφές της (μέσα και έξω από το στάδιο). Τα φλάς που αναβοσβήνανε στις κερκίδες δήλωναν ότι η ερασιτεχνική φωτογραφία ήταν παρούσα σε όλο το μήκος και πλάτος των κερκίδων. Οι τεράστιοι λευκοί αποχρωματικοί φακοί και οι φωτογραφίες που από την επομένη γεμίζουνε και θα γεμίζουνε τις σελίδες των εφημερίδων, περιοδικών και πάσης φύσεως άλλων εντύπων, καταδηλώνουν πως η εφαρμοσμένη πλευρά του μέσου, η φωτογραφία πληροφόρησης και ντοκουμέντου ήταν το ίδιο παρούσα. Το ίδιο παρούσα ήταν και η καλλιτεχνική φωτογραφία. Σε όλες τις μεγάλες και μικρότερες εικαστικές εκθέσεις, που στήθηκαν για να συνοδεύσουν τους αγώνες, υπάρχει πάντα θέση για τη φωτογραφία. Το «σώμα υγιές σε πνεύμα υγιές» και το «δεν κρατάς τουρίστα χωρίς εκθέσεις» προϋποθέτει και εκθέσεις σε όλους τους σχετικούς δημόσιους, κρατικοδίαιτους και ιδιωτικούς χώρους και μουσεία και μάλιστα επιπέδου των χωρών προέλευσης των επισκεπτών/τουριστών (πχ Παρισιού, Λονδίνου κ.τ.λ.). Με ή χωρίς τη σφραγίδα της «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΟΛΥΜΠΙΑΔΑΣ» διοργανώθηκαν σημαντικές εικαστικές εκθέσεις, σε πολλές από τις οποίες η σύγχρονη καλλιτεχνική φωτογραφία (σε αρκετές από τις εκφάνσεις της) κατείχε σημαντική θέση. Η εκδίκηση του "δυναμικού νέου" σε όλο το μεγαλείο του για να αποδείξει ότι οι δύο Ελλάδες θα είναι καταδικασμένες να βαδίζουν δίπλαδίπλα ανά τους αιώνες. Για το Θεσσαλονικιό, τώρα, δημιουργό ή φίλο της φωτογραφίας, καθώς οι περισσότερες από τις εκθέσεις, που αποτελούν μία σοβαρή και ανοικτή
πρόκληση, θα συνεχιστούν μέχρι τέλους Σεπτεμβρίου, ας είναι μία καλή αφορμή για κάθοδο στην Αθήνα. Προσοχή όμως. Απαιτείται πλάνο. Οι χώροι που πρέπει να επισκεφθεί αυτός που θέλει και απαιτεί να γνωρίζει, είναι πολλοί και διάσπαρτοι. Το παλαιό καλλιτεχνικό τρίγωνο, που ορίζονταν από Πινακοθήκη, Εργοστάσιο (ΑΣΚΤ) και κάποιες σημαντικές γκαλερί, έχει πλέον μετατραπεί σε ένα περίπλοκο και στρεβλό πολύγωνο, που για να προλάβεις να το γυρίσεις κατά τη διάρκεια μιας σύντομης διαμονής, χρειάζεται μελέτη από τα πριν και χάραξη διαδρομών. Αγαπητοί φίλοι, Τα δεκαπέντε – είκοσι τελευταία χρόνια η Θεσσαλονίκη χαρακτηρίζεται από την κυρίαρχη θέση που κατέχει στον κόσμο της Ελληνικής Καλλιτεχνικής Φωτογραφίας. Εάν θέλουμε να συνεχίσουμε τη δυναμική μας παρουσία και στο επίπεδο παραγωγής έργων και στο επίπεδο παραγωγής εκθέσεων, πρέπει να γνωρίζουμε, δηλαδή έχουμε την υποχρέωση να επισκεφτούμε τους 18 στεγασμένους και υπαίθριους χώρους/εκθέσεις/δράσεις της Αθήνας, με την ίδια ψυχή που χρόνια τώρα, οι Αθηναίοι ανεβαίνουν να δουν εδώ εκθέσεις.
1st Balkan Performing Arts Market - BPAM Θεσσαλονίκη 1-4 Ιουνίου 2006 «Η Σύγχρονη Καλλιτεχνική Δημιουργία ενός δικτύου»
Η διοργάνωση που πραγματοποιείται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, επιδιώκει την συνάντηση της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας με τη διεθνή αγορά και κατ’ επέκταση με το διεθνές πολιτιστικό γίγνεσθαι. Το Υπουργείο Πολιτισμού και ο Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού δημιουργούν ένα νέο «πλαίσιο επαφής» επιτρέποντας στα καλλιτεχνικά σχήματα από την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων να παρουσιαστούν στην παγκόσμια αγορά (εκπρόσωποι της οποάς θα προσέλθουν στη "συμπρωτεύουσα") και να επιδιώξουν νέες συνεργασίες. Το Balkan Performing Arts Market, απευθύνεται σε καλλιτέχνες του τομέα των παραστατικών τεχνών (Θέατρο, Χορός, Μουσική) από 12 Βαλκανικές χώρες: την Αλβανία, τη Βοσνία Ερζεγοβίνη, τη Βουλγαρία, την Κροατία, την Κύπρο, τη FYROM, την Ελλάδα, τη Μολδαβία, τη Ρουμανία, τη Σερβία Μαυροβούνιο, τη Σλοβενία και την Τουρκία. Βασικός στόχος είναι να αποτελέσει μία μοναδική ευκαιρία προβολής και κινητοποίησης τόσο του Ελληνικού, όσο και του βαλκανικού τομέα παραστατικών τεχνών και κυρίως την αφορμή για τη δημιουργία δυναμικών και ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας με μεγάλα Ευρωπαϊκά και παγκόσμια Φεστιβάλ και κέντρα τεχνών. Το Υπουργείο Πολιτισμού και ο Ο.Π.Ε.Π. προσκαλούν καλλιτεχνικούς διευθυντές Φεστιβάλ, εταιρείες παραγωγής, παραγωγούς και γραφεία εκπροσώπησης καλλιτεχνών από ολόκληρο τον κόσμο, να ανακαλύψουν και να διερευνήσουν ένα δυναμικό και σχεδόν άγνωστο πολιτιστικό περιβάλλον. Στο πλαίσιο αυτό, δημιουργούνται οι κατάλληλες συνθήκες προκειμένου οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες να παρουσιάσουν τη δουλειά τους και κυρίως να επιδιώξουν μελλοντικές συνεργασίες ή να συνάψουν επαγγελματικές
συμφωνίες, διεισδύοντας σε μεγαλύτερες αγορές εκτός των γεωγραφικών τους ορίων. Τρεις είναι οι τρόποι συμμετοχής στους οργανισμούς, θεσμούς, ομάδες, εταιρείες και ανεξάρτητους καλλιτέχνες από τις Βαλκανικές χώρες. Οι συμμετέχοντες μπορούν να επιλέξουν έναν, δύο ή το συνδυασμό και των τριών. Συγκεκριμένα, οι τρόποι συμμετοχής είναι οι εξής: Εκθεσιακό μέρος Προβολή και προώθηση μέσω περιπτέρου στο χώρο της έκθεσης. Οι εκθέτες έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν οπτικοακουστικό και έντυπο προωθητικό υλικό, προκειμένου τα περίπτερά τους να αποτελέσουν το σημείο αναφοράς και επικοινωνίας των σχημάτων με τους ενδιαφερόμενους «αγοραστές». Συνέδριο α) Συμμετοχή και παρακολούθηση διεθνούς συνεδρίου με κεντρική θεματική τη διερεύνηση των τρόπων διείσδυσης των δημιουργών και καλλιτεχνών στη διεθνή αγορά, μέσω της αξιοποίησης Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων Χρηματοδότησης Πολιτισμού και μέσω της ένταξης και συμμετοχής σε Διεθνή Πολιτιστικά Προγράμματα. β) Στρογγυλά τραπέζια προβληματισμού για τη δημιουργία, τις ανταλλαγές, την κινητικότητα των καλλιτεχνών, την προβολή τους στις διεθνείς αγορές. Παραστάσεις Παρουσίαση του έργου των καλλιτεχνών υπό τη μορφή παραστάσεων 30λεπτης διάρκειας, σε διεθνές κοινό από το χώρο των επαγγελματιών (παραγωγών, διευθυντών Φεστιβάλ, κ.λπ.) στον τομέα των παραστατικών τεχνών, αλλά και ερευνητές και φοιτητές. Το Balkan Performing Arts Market θα πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη από την 1η έως τις 4 Ιουνίου 2006, στις εγκαταστάσεις των παρακάτω: Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, Βασιλικό Θέατρο, Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών και στον κινηματογράφο Αριστοτέλειο.
Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνολική συμμετοχή, το Υπουργείο Πολιτισμού και ο Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού προσφέρουν δωρεάν σε όλους τους συμμετέχοντες, τα εκθεσιακά περίπτερα, θα καλύψουν το κόστος των τεχνικών απαιτήσεων των παραστάσεων και θα δώσουν δωρεάν πρόσβαση στο σύνολο των καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων, και των παράλληλων εκδηλώσεων, που θα λάβουν χώρα κατά τη διάρκεια της διοργάνωσης. Η διοργάνωση θέτει τις βάσεις για την ανάδειξη της Ελλάδας σε ρυθμιστικό παράγοντα διαμόρφωσης του διεθνούς πολιτιστικού τοπίου. Το Balkan Performing Arts Market δημιουργεί στη χώρα μας ένα διαβαλκανικό πολιτισμικό άξονα ζωτικής σημασίας, τόσο για την εγχώρια καλλιτεχνική δημιουργία όσο και για την ευρύτερη περιοχή. Η επιτυχία της συγκεκριμένης πρωτοβουλίας έγκειται στην περαιτέρω αξιοποίηση και καθιέρωση αυτού του δυναμικού και αμφίδρομου «εργαλείου» προβολής και προώθησης. Εδώ θα είμαστε να δούμε τα αποτελέσματα και αν θα συνεχιστεί και στο μέλλον.
«Οι θεσσαλικοί σιδηρόδρομοι (1881 – 1955)» Με αφορμή μία έκθεση φωτογραφικών ντοκουμέντων
Η δημιουργία και η ανάπτυξη του σιδηροδρομικού δικτύου στη Θεσσαλία, από το 1881 έως το 1955, προβάλλονται στην εντυπωσιακή έκθεση φωτογραφιών «Οι Θεσσαλικοί σιδηρόδρομοι (1881 - 1955)», η οποία παρουσιάζεται στο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης (Βασιλίσσης Όλγας 108) και συνδιοργανώνεται από το Μουσείο Φωτογραφίας Καλαμαριάς «Χρήστος Καλεμκερής» και το ΜΙΕΤ. Στην έκθεση ξετυλίγεται η ιστορία των Θεσσαλικών Σιδηροδρόμων με αναφορά στις πρώτες κατασκευαστικές προσπάθειες, στις συμβάσεις που υπογράφηκαν και στους σιδηροδρομικούς σταθμούς, τροχαϊκό υλικό και λοιπά τεχνικά στοιχεία, ενώ παράλληλα παρουσιάζεται και η κοινωνική, οικονομική και πολιτική ιστορία του τόπου την εποχή εκείνη. Οι σιδηρόδρομοι της Θεσσαλίας ήταν το πρώτο μεγάλο δίκτυο που λειτούργησε στην Ελλάδα. Λίγο νωρίτερα είχαν αρχίσει να λειτουργούν ο σιδηρόδρομος Αθήνας – Πειραιά (ο σημερινός «ηλεκτρικός» ατμοκίνητος τότε) και ο σιδηρόδρομος Πύργου - Κατακώλου, οι οποίοι όμως κινούνταν σε διαδρομή λίγων μόνο χιλιομέτρων. Το θεσσαλικό δίκτυο αποτελεί «κεντρικό σταθμό» της σιδηροδρομικής πολιτικής του Χαριλάου Τρικούπη, που απέβλεπε στην κατασκευή διαφόρων τοπικών δικτύων, δικτύων τα οποία θα ένωναν τις πεδινές περιοχές της ενδοχώρας με τα πλησιέστερα λιμάνια, τα οποία με τη σειρά τους θα εντάσσονταν αργότερα σε ένα διεθνές δίκτυο, που θα ένωνε την Ελλάδα με τα Βαλκάνια και τη δυτική Ευρώπη. Η διαδρομή του δικτύου της Θεσσαλίας ξεκινούσε από τον Βόλο και στο Βελεστίνο διαιρούνταν σε δύο σκέλη: το ένα
κατευθυνόταν στα βορειοδυτικά με τελικό προορισμό τη Λάρισα, ενώ το άλλο προχωρούσε δυτικά, περνούσε από τα Φάρσαλα και την Καρδίτσα, και ακολούθως, με κατεύθυνση πάλι βορειοδυτικά, κατέληγε στα Τρίκαλα και την Καλαμπάκα. Έτσι, ο Βόλος συνδεόταν σιδηροδρομικά τόσο με το ανατολικό όσο και με το δυτικό τμήμα της θεσσαλικής πεδιάδας. Η γραμμή ήταν «μετρικού» εύρους, δηλαδή η απόσταση μεταξύ των σιδηροτροχιών της ήταν ίση με ένα μέτρο, ενώ το συνολικό της μήκος ήταν 204 χιλιόμετρα. Οι πρώτες προσπάθειες για την κατασκευή της γραμμής άρχισαν το 1881, επί πρωθυπουργίας Α. Κουμουνδoύρου, αμέσως μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας και σχεδόν πριν ακόμη αποχωρήσουν τα τουρκικά στρατεύματα. Ωστόσο, οι συστηματικές εργασίες ξεκίνησαν έναν χρόνο αργότερα, με πρωθυπουργό τον Χ. Τρικούπη. Οι Θεσσαλικοί Σιδηρόδρομοι, αποτελώντας το πρώτο μηχανοκίνητο μέσο χερσαίας μεταφοράς στη Θεσσαλία, αναμφισβήτητα συνετέλεσαν σε μεγάλο βαθμό στην ανάπτυξή της. Πάντως, η εκμετάλλευσή τους δεν είχε τα αναμενόμενα οικονομικά οφέλη, γεγονός που οφειλόταν σε πολλούς παράγοντες. Κατ' αρχήν, οι εμπορευματικές μεταφορές συνδέονταν άμεσα με τη γεωργική παραγωγή, κι εκείνη με τη σειρά της εξαρτιόταν από τις καιρικές συνθήκες, που δεν ήταν πάντα ευνοϊκές. Δεν πρέπει να παραβλέψει κανείς ότι η Θεσσαλία είχε την ατυχία να υποστεί τρεις μεγάλους πολέμους (τον πόλεμο του 1897, τον Α! και τον Β! Παγκόσμιο), με αποτέλεσμα να υποστούν οι σιδηρόδρομοι μεγάλες καταστροφές και να ξαναρχίσουν τη λειτουργία τους σχεδόν από το μηδέν. Ένα καίριο πλήγμα κατά των Θεσσαλικών Σιδηροδρόμων υπήρξε ο ανταγωνισμός με τους σιδηρόδρομους της Αθήνας - Λάρισας - Θεσσαλονίκης (Σιδηρόδρομοι Ελληνικού Κράτους - ΣΕΚ), ο οποίος τους αποστέρησε σημαντικό μέρος του εμπορικού τους έργου, καθώς τα προϊόντα του θεσσαλικού κάμπου μεταφέρονταν με τους ΣΕΚ γρηγορότερα δια ξηράς από τη Λάρισα στην Αθήνα και στον Πειραιά, χωρίς να χρειάζεται πλέον να μεσολαβεί η δια Θαλάσσης μεταφορά από το Βόλο. Τέλος, από τη δεκαετία του 1920 ξεκίνησε και ο ανταγωνισμός των αυτοκινήτων, ο οποίος, με την πάροδο του χρόνου,
απέβαινε ολοένα και περισσότερο επιζήμιος για τα θεσσαλικά τραίνα. Μεγάλες οικονομικές απώλειες είχε υποστεί και ο τροχιόδρομος του Βόλου εξαιτίας των αστικών λεωφορείων. Φωτογραφία και Ιστορία. Ιστορία και οπτικά τεκμήρια. Συλλέκτες και εθνική μνήμη. Ο λόγος της εικόνας και ο λόγος των 'λοιπών' τεκμηρίων στην κατανόηση του παρελθόντος. Τα φωτογραφικά αρχεία και η αξία τους σε κόντρα με τη φωτογραφία των γονέων μας στα σκουπίδια. Αυθεντικές φωτογραφίες και ψηφιακές αναπαραγωγές τους. Μουσεία φωτογραφίας για την 'παλαιά' φωτογραφία ή για τη φωτογραφία του σήμερα; Ορίστε μερικά από τα πολλά θέματα επί των οποίων θα αναρωτηθεί ο φωτογράφος που θα επισκεφτεί αυτή την έκθεση. Νομίζω πως αξίζει τον κόπο και η συζήτηση after.
Στην άκρη του δρόμου και της μνήμης Φωτογραφίες από τη συλλογή του Άρη Παπατζήκα
Ο Άρης Παπατζήκας, ένας ιδιαίτερα αξιόλογος, αν όχι μοναδικός στο είδος του συλλέκτης, για περισσότερα από είκοσι χρόνια συλλέγει με επιμονή φωτογραφίες χωρίς προτεραιότητα στην αισθητική, αλλά με έμφαση στις κοινότοπες εικόνες που παραμένουν στα αζήτητα των παλαιοπωλείων, στα πατάρια και στα συρτάρια ιδιωτών. Η προσέγγιση της συλλογής του γεννά αρχικά αμηχανία. Πολλές φωτογραφίες είναι μικρές σε μέγεθος, κακοτυπωμένες, ταλαιπωρημένες από την χρήση ή την κακή αποθήκευση, ώστε μόνο με φακό διακρίνεται το θέμα τους. Χωρίς να προκαλούν με την αισθητική τους, αν και σε μερικές αναγνωρίζεται ένα ιδιαίτερο φωτογραφικό βλέμμα, αποθησαυρίζονται από τη διεισδυτική ματιά ενός συλλέκτη, ο οποίος μέσα από τη φωτογραφία συνθέτει το πλαίσιο μιας εποχής με ασήμαντες λεπτομέρειες που συχνά διέφευγαν ακόμη και από τον ίδιο τον φωτογράφο. Ο Παπατζήκας τις συντάσσει σε ασυνήθιστα, συχνά προσχηματικά θέματα. Για το διαχωρισμό τους και στηρίζεται στη βάση κάποιων στοιχείων από τον ορισμό του Roland Barthes, άλλοτε για το stadium της φωτογραφίας (γενικό θέμα, εποχή, τοποθεσία) και άλλοτε για το punctum (μια αδιόρατη λεπτομέρεια στην ενδυμασία, μια μορφή ή μια επιγραφή στο βάθος). Η φωτογραφία εδώ αντιμετωπίζεται κυρίως ως οικονομική τεχνική παραγωγής εικόνων, για πολλές από τις οποίες τα κίνητρα είναι αδιευκρίνιστα ή μπαίνουν κάτω από το αόριστο πλαίσιο «αναμνηστική φωτογραφία», αναδεικνύοντας τον ρόλο του μέσου ως φορέα συλλογικής συνείδησης. Οι εικόνες που σκιαγραφούν τη επίσημη κοινωνική ζωή και ιστορία εμπλουτίζονται ουσιαστικά από το πλήθος λαϊκών φωτογραφιών που σμιλεύουν ψηφίδα – ψηφίδα το ήθος και τη μορφή μιας εποχής. Βέβαια, οι ταπεινές αυτές φωτογραφίες έπαιξαν συχνά σε ατομικό επίπεδο, ρόλο που καμιά καλλιτεχνική εικόνα δε μπορεί να υπερκεράσει. Τέλος, συχνά περιέχουν στοιχεία που ανάγονται στη σφαίρα της αναπόφευκτης τεκμηρίωσης, η οποία δεν αποτελεί
συνειδητή επιλογή αλλά αρκετές φορές γίνεται τυχαία: από παρόρμηση ή επειδή κάτι λανθάνει μέσα στην οπτική γωνία του φακού και καταγράφεται ασυνείδητα στο πλαίσιο μιας άλλης λήψης. Η μικρή αυτή ανθολογία συγκροτήθηκε με τη σκέψη να ρίχτει μια ακτίνα φωτός στον τρόπο που η φωτογραφία συναντά το περιθώριο της «επίσημης ζωής»: επαγγέλματα του πεζοδρομίου (κατά τον μεσοπόλεμο υπήρχε πληθώρα τέτοιων ασχολιών, συνηθισμένων ή οριακών), μορφές του κοινωνικού περιθωρίου (μάγκες, ρεμπέτες, αρτίστες, ληστές). Χώρος αφιερώνεται στους πλανόδιους φωτογράφους και στην αγοραία φωτογραφία ανθρώπων των ταπεινών κοινωνικών στρωμάτων, που πόζαραν στο δρόμο για μια φτηνή αναμνηστική φωτογραφία, αντίθετα με την ακριβότερη «εβδομαδιαία» που σκηνοθετούνταν στο στούντιο και ήταν πιο επιτηδευμένη τεχνικά και αισθητικά. Καθόλου τυχαία αλλά εντελώς ταιριαστά με τα ίδια τα θέματά τους, οι περισσότερες φωτογραφίες της έκθεσης είναι αγνώστων φωτογράφων. Έτσι, η φωτογραφία επικυρώνεται ως κοινωνικό τυπικό στο οποίο ανώνυμοι και επώνυμοι, το σαλόνι και το περιθώριο, παίρνουν θέση απέναντι στον φακό, ενωμένοι από την αγωνία του πολέμου της λήθης. Οι εικόνες αυτές, ως είδος, συμπληρώνουν ουσιαστικά την ιστορία της φωτογραφίας και της κοινωνίας, υφαίνοντας ένα πυκνό πλέγμα μορφών, σκηνών, λεπτομερειών, που αναπλάθουν ανάγλυφα το ήθος μιας εποχής. Την έκθεση επιμελήθηκε ο Ηρακλής Παπαϊωάννου.
ΡΕΝΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μία ιδιόμορφη έκθεση φωτογραφίας στους τοίχους ενός μνημείου για έναν τοίχο ενός άλλου μνημείου, του Λαυρίου. Η φωτό πλησιάζει κοντά και διερευνά τον τοίχο, ανακαλύπτει ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες του δεύτερου, πολλές από τις οποίες έχουν προκύψει και από παρέμβαση της δημιουργού. Καλή ιδέα που υστερεί ανυπέρβλητα σε εκτέλεση εξ αιτίας των κακών φωτογραφικών λήψεων. Ερώτημα πρώτον: - Γιατί δεν αναφέρεται το όνομα του δημιουργού αυτών των φωτογραφιών; - Είναι άραγε η ίδια η αποκολήσασα/ζωγράφος ή όχι; Μάλλον ναι, αν κρίνουμε από την κακή τους ποιότητα. Για τους προερχόμενους από τον εικαστικό χώρο και για τους curators που τον υποστηρίζουν, είναι "μεγάλη ντροπή" οι φωτογραφίες που χρησιμοποιούν να έχουν κάποιες εσωτερικές δικές τους αξίες, να τραβηχτούν πχ με τον σωστό τρόπο, αυτόν τον οποίο γνωρίζουν οι φωτογράφοι. Είναι μεγάλο μειονέκτημα, πιστεύουν, να κινδυνεύουν (οι φωτογραφίες) να δείχνουν σα φωτογραφίες. Όχι κακή ιδέα οι φωτό (μεγεθύνσεις υπερβολικά μικρών στοιχείων) να είναι ανάκατες, να μην παρουσιάζονται ούτε σαν ζευγάρι, ούτε με αριθμητικές αντιστοιχίες τοίχου, και να πρέπει ο θεατής να ανακαλύψει σε ποιο κομμάτι του τοίχου (που κάπου εκεί κοντά παρατίθενται/εκτίθενται) αυτές αντιστοιχούν ή βρίσκονται, αν θέλει να τις διαβάσει/παρατηρήσει στη φυσική τους μορφή. Όποιος γνωρίζει τη δουλειά της Ρένας από παλαιά, μπορεί εύκολα να καταλάβει γιατί και πως έφτασε στις φωτογραφίες αυτές. Στην αρχή, στα πρώτα της βήματα/έκθεση, αρκέστηκε στις αποτοιχίσεις, στο να παρουσιάσει το ίδιο το εφεύρημα, το χάος του και την τεχνική που αυτό κρύβει πίσω του. Στη δεύτερη φάση προσπάθησε να 'βγάλει' κάτι πιο 'χειροπιαστό' από τους τοίχους, να πάρει κάτι πιο κατανοητό από το κοινό και την καλλιτεχνική
κοινότητα, ότι ήταν δυνατόν, μία φόρμα, ένα χρώμα, την αίσθηση του βαψίματός του κ.τ.λ. Στη συνέχεια την είδαμε να σχεδιάζει επάνω στις αποκολλήσεις της, όχι μόνο σαν άσκηση ετοιμότητας και ευχέρειας στο συνδιάζειν και ανακαλύπτειν, αλλά και σαν προσπάθεια κατάδειξης, στο πλατύτερο κοινό, του τι μπορεί να κρύβεται πίσω από το ευρεθέν, μέσα στο τυχαίο του προϋπάρχοντος ή στο συνειδητό της επιλογής, την ανάγκη της έρευνας. Το παλίμψηστο στο αποκορύφωμά του. Με την έκθεση όμως στο Αλατζά Ιμαρέτ προσθέτει και τη φωτογραφία, ένα νέο μέσον, που δίνει τη δυνατότητα να αναγνωστεί η "αόρατη" λεπτομέρεια, ώστε να καλύψει το κενό, και να δημιουργήσει την απαραίτητη γέφυρα ανάμεσα στο ευρεθέν, στην καλλιτεχνική παρέμβαση και το «πλατύτερο» κοινό. Χρησιμοποιεί ένα 'λαϊκό' μέσον για τη δυνατότητα που έχει να υπογραμμίζει την 'αδιαμεσολάβητη' σχέση της εικόνας με το πραγματικό, ώστε να λειτουργήσει (η φωτογραφία) ως ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στη νέα πραγματικότητα (αυτήν που δημιούργησε με τις παρεμβάσεις της στον ευρεθέντα και οικειοποιηθέντα τοίχο τον οποίο αποτοίχισε για να μας τον φέρει στο χώρο της γκαλερί) και στους θεατές, που απ’ ότι φαίνεται, γρήγορα προσπερνούσαν τους τοίχους της και δεν ανακάλυπταν το σύνολο της εργασίας που είχε επενδύσει η δημιουργός. Να λοιπόν μία νέα προοπτική της φωτογραφίας: Εγώ ανακαλύπτω στο χάος του σήμερα τις λεπτομέρειες που με ενδιαφέρουν, και εσείς, μέσω των τυπωμένων φωτογραφιών μου, ψάχνετε να βρείτε τις αντιστοιχίες, προσπαθείτε να εντοπίσετε το που βρίσκεται τι. Η φωτογραφία όχι ως ντοκουμέντο αυτού που υπήρξε, ούτε ως καθρέφτης, αλλά σαν μεγεθυντικός φακός, σαν ψηφίδα ενός παζλ, το οποίο καλείσαι να συναρμολογήσεις, ενός παζλ που ακόμη και αν καταφέρεις να το στήσεις, και πάλι ένα χωρίς ιδιαίτερη αξία αντίγραφο θα στέκει, αφού δίπλα του, και ταυτόχρονα, έχεις τη δυνατότητα να θαυμάζεις το πρωτότυπο. Μεγάλη καταδίκη της φωτογραφίας. Η φωτογραφία αντίγραφο και μάλιστα ξεθωριασμένο θα είναι πάντα ένα τίποτε δίπλα στο αυθεντικό. Τι να κάνεις ένα κακοτυπωμένο πόουστερ με έργο του Ρέμπραντ στο μουσείο, όταν δίπλα του ακριβώς, μπορείς να έχεις το πρωτότυπο και μάλιστα στις φυσικές του διαστάσεις με την μυρωδιά και την υφή του;
Να λοιπόν η φωτογραφία σα μέσον μα όχι το μέσον. Η φωτογραφία σαν απαραίτητο κάτι, μα τίποτε πέρα απ’ αυτό. Η φωτογραφία σαν απαραίτητο ενδιάμεσο στάδιο και όχι σαν προορισμός. Το αποκορύφωμα δηλαδή του περιττού, το άκρον άωτον της άνευ λόγου έρευνας, πνευματικής εργασίας και πράξης. Αυτός όμως είναι και ο ορισμός της τέχνης. Η άνευ χρηστικής αξίας παραγωγή έργων. Όπερ έδει δείξαι. Εδώ κάνουμε τέχνη με φωτογραφίες που κανένα δεν πειράζουν, σαν κακοτραβηγμένες και κακοτυπωμένες. Πάντως να και η ιδέα της επόμενης έκθεσης. Οι φωτογραφίες στους τοίχους, φυσικά και θα είναι από τον τοίχο που θα προσφέρεται στο κέντρο της αίθουσας, κάποιες όμως θα είναι και από προηγούμενες και επόμενες εργασίες, οπότε, ο θεατής θα πρέπει να θυμάται ή να ανατρέχει σε καταλόγους επί τόπου. Ο θεατής δεν θα έχει μόνο να αντιστοιχήσει αλλά και να απορρίψει, και να εικάσει, να μετατραπεί δηλαδή σε πιο δημιουργός ίσως ακόμη και από τον εμπνευστή αυτής της δημιουργίας.
Ο Χρήστος Κουντουράς εκθέτει στον Παρατηρητή
Ο τρόπος με τον οποίο έμαθα να μην πιάνω τα μέταλλα που βρίσκονται κοντά στη φωτιά ήταν επώδυνος. Ένα από εκείνα τα Πάσχα των πρώτων τάξεων του δημοτικού ή μήπως της προσχολικής ηλικίας, βρισκόμουνα στο χωριό των παππούδων, την Πελασγία Φθιώτιδος. Για τις ανάγκες του παιχνιδιού χρειαζόμουνα την πυροστιά που ακουμπούσε δίπλα στο αναμμένο τζάκι. Δεν έκαιγε, αλλά είχε όλη την κάψα μέσα της. Το καταλάβαινες μόνο σαν την είχες χουφτώσει για τα καλά. Την πέταξα από ένστικτο προς οπουδήποτε, αρκεί να έφευγε απ’ τις μικρές μου παλάμες. Το γδάρσιμο στον τοίχο, απόδειξη του πως αποκτάς εμπειρίες, αποκάλυψε παλιές βαφές, με ροζ, λουλακί και άλλα χρώματα σε στρώσεις. Τα χρώματα αυτά ήταν η είσοδός μου στον χώρο των πνευμάτων, μου έδωσαν την ευκαιρία να μάθω μικρές ιστορίες για την ιστορία του σπιτιού, πχ για το πότε και γιατί η μητέρα της γιαγιάς μου είχε βάψει το δωμάτιο ροζ, και άλλες μικρές δροσερές αλλά άκρως ενδιαφέρουσες/κουτσομπολίστικες λεπτομέρειες για ένα κόσμο που ούτε καν είχα φανταστεί. Φυσικά, αυτή η πληγή στον τοίχο, το επόμενο καλοκαίρι σκεπάστηκε με ολόφρεσκια μπογιά, όποιος όμως ακόμη και σήμερα προσέξει στο σημείο, θα δει αμέσως κάτω από την βαφή το ίχνος της πεταγμένης πυροστιάς, θα δει το ίχνος μιας λάθος πράξης η οποία μου αποκάλυψε τον πλούτο των προσωπικών στιγμών της οικογένειας και τις σχέσεις τους με τα γεγονότα, μια ιστορία που από τότε και μετά μου άρεσε να ακούω, να ψάχνω. Πως και τα θυμήθηκα όμως όλα τούτα; Από τις επάλληλες καλύψεις και τα επάλληλα γδαρσίματα που επιφέρει στα έργα του ο Χρήστος Κουντουράς. Τα έργα του, σαν τους τοίχους των σπιτιών των προγόνων μας, είναι γεμάτα ιστορία, την οποία όμως δεν εικονογραφεί, αλλά παρουσιάζει ατόφια. Στρώματα υλικών προς ανάγνωση. Ανάγνωση των ίδιων των υλικών και της προηγούμενης χρήσης τους, ανάγνωση
και της ίδιας της πράξης της επιστρωμάτωσης (σαν τεχνική και τέχνη ταυτόχρονα). Ιστορίες πάνω στην ιστορία. Αφηγήσεις και παραμύθια με τους θρύλους της πόλης. Εικόνες, ίχνη του περάσματός μας από αυτή την πόλη, αποτυπώματα της παρουσίας μας προς ένα μέλλον αδιάφορο. Σαν βάση των έργων του ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί κάποια από τα παλαιά, «ιστορικά» σπίτια της πόλης και κάποια δημόσια αναγνωρίσιμα κτήρια, κτήρια σημεία αναφοράς για τους κατοίκους τούτης της πόλης. Κτήρια φορτισμένα με στυλ, γεμάτα ενδιαφέρουσες σχεδιαστικές λεπτομέρειες, κτήρια υποταγμένα σε ρυθμούς, κτήρια που ακτινοβολούν, με χαρακτήρα και προσωπικότητα, γεμάτα ζωή που δε θα γνωρίσουμε ποτέ (εμείς οι απ έξω) αλλά, ίσως, μπορούμε να φανταστούμε αν κοντοσταθούμε λίγο στην καθημερινότητα. Να ο καμβάς, η βάση των έργων του. Αυτά τα πολυφωτογραφημένα κτήρια. Κι όμως, αυτά τα τόσο ενδιαφέροντα εξωτερικά οικοδομήματα δεν αφήνει (ο καλλιτέχνης) να του επιβληθούν. Δουλεύει επάνω τους για τις δικές του ανάγκες, για τις δικές του ιστορίες. Τα χρησιμοποιεί σαν κάναβο, αλλά ταυτόχρονα τα προσπερνά βαδίζοντας πέρα από το φορτίο τους, δημιουργώντας έργα νέα, «κτιστά επ’ αφορμή». Έργα στα οποία τα εικονιζόμενα τοπόσημα προσέφεραν απλώς τη συνθετική τους γραμμή και το φορτίο του παρελθόντος, μα πέραν τούτου ουδέν. Τα υπόλοιπα ήταν δουλειά του καλλιτέχνη, των εικόνων τους. Πάνω στους βασικούς άξονες που προσέφερε το κάθε κτίσμα αποτέθηκαν στρώματα ύλης. Χαρτιά, χαρτόνια, έντυπα, αφίσες, πανάκριβα υλικά περιτυλίγματος, τμήματα φωτογραφιών, χειροποίητα χαρτιά χαρακτικής και γενικά υλικά με παρελθόν συσσωρεύονται το ένα επάνω στο άλλο, όπως τα στρώματα των χρωμάτων στους σοβάδες του δωματίου της προγιαγιάς (όλες οι γιορτές και οι επέτειοι). Υλικά διαφανή ή αδιαφανή κολλιούνται, άλλοτε εδώ και άλλοτε εκεί, σε μεγάλα ή μικρότερα κομμάτια και πολλές φορές σκισμένα, όπως οι αφίσες της διαδήλωσης στο μέτωπο της πόλης. Κάπου – κάπου ένα ψαλίδι ή κοπίδι αφαίρεσε τμήματά τους, όπως κάνανε οι επεμβάσεις των συντηρητών αυτών των κτηρίων στο παρελθόν. Σε μερικά σημεία βρίσκουμε γδαρσίματα (λες και πρέπει πάντα να θυμόμαστε τους βανδάλους και τον εμφύλιο) και σε πολύ
περισσότερα ξεχωρίζουν μολυβιές, σαν ίχνη της κίνησης του δημιουργού τους, σα θρίαμβος πάνω στα υλικά σαν υπενθύμιση της παρουσίας μας στο χώρο και τον χρόνο, σαν το σύνθημα των αναρχικών, που με τη φωνή της συνείδησής μας, κατακεραυνώνει την κατανάλωση. Επιφάνειες μεγάλες τα έργα, όχι τσιγκούνικες, όχι στριμόκωλες που να αδυνατούν να χωρέσουν τα όνειρά μας. Επάνω τους ο καλλιτέχνης προσθέτει και αφαιρεί, ακολουθεί και οδηγεί, χειραγωγείται και ταυτόχρονα χορεύει ελεύθερος, στριμώχνεται από το ποιούμενο την ίδια στιγμή που ξεφεύγει και επεκτείνεται προς το παντού, προσφέροντάς μας τη δυνατότητα να απλωθούμε και εμείς οι θεατές εκτός των ορίων της αναπαράστασης, να φτερουγίσουμε εκτός του εικονιζόμενου, να διαλογιστούμε πέραν του έργου, πέραν του κτιστού, πέραν του επιφαινόμενου.
Η φωτογράφος Βούλα Παπαϊωάνvου. Αναδρομική έκθεση
Η Βούλα Παπαϊωάννου (1898 - 1990) δραστηριοποιήθηκε ως φωτογράφος για μια περίπου τριακονταετία, από τα μέσα της δεκαετίας του '30 έως τα μέσα της δεκαετίας του '60. Μυήθηκε στην τέχνη της φωτογραφίας από το γνωστό φωτογράφο Πάνο Γεραλή. Στα πρώτα της βήματα ασκήθηκε με επιτυχία σε λήψεις μουσειακών εκθεμάτων, τοπίου και αρχαιοτήτων. Μετά την είσοδο της Ελλάδας στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής κατέγραψε τη ζωή του άμαχου πληθυσμού της Αθήνας, καταγγέλλοντας τη φρίκη του πολέμου με τις συγκλονιστικές φωτογραφίες των αποσκελετωμένων από την πείνα παιδιών. Κατά την περίοδο του εμφυλίου υπάλληλος αμερικανικών αποστολών, (1946 - 1948), αποτύπωσε τη ρημαγμένη ύπαιθρο, τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων της αλλά και τις προσπάθειες ανασυγκρότησης της χώρας, συνεργαζόμενη με τους ξένους οργανισμούς βοήθειας. Μετά το 1950 συμμετείχε με την προσωπική της ματιά, συχνά ως μέλος της ΕΦΕ (Ελληνικής Φωτογραφικής Εταιρείας), στη διαμόρφωση της μεταπολεμικής εικόνας της Ελλάδας όπως προβλήθηκε μέσα από τουριστικά έντυπα και φωτογραφικά βιβλία. Το έργο της, με την κατάθεσή του από την ίδια στο Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη το 1976, είδε πάλι το φως και επανεκτιμήθηκε κυρίως την τελευταία εικοσαετία. Η αναδρομική έκθεση της Βούλας Παπαϊωάννου, που παρουσιάζεται στη Φωτογραφική Συγκυρία 2006, είναι απόρροια μακρόχρονης έρευνας προκειμένου να τεκμηριωθεί πληρέστερα το αρχείο της και να διαγραφεί, όσο το δυνατόν αρτιότερα, η φωτογραφική της πορεία μέσα στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής.
Το έργο της (όπως παρουσιάζεται στην μεγάλη αυτή έκθεση) συνοψίζεται μέσα σε περίπου 100 φωτογραφίες, χωρισμένες σε 4 κύριες θεματικές ενότητες με χρονική διαδοχή: α) τα πρώτα βήματα στη φωτογραφία (1935 - 1940), β) από τη ζωή στην Αθήνα μετά την κήρυξη του πολέμου έως την απελευθέρωση (1940 - 1944), γ) η ρημαγμένη ελληνική ύπαιθρος και η προσπάθεια ανασυγκρότησης της χώρας (1944 - 1950) και δ) συμβολή στη μεταπολεμική φωτογραφική απεικόνιση της Ελλάδας (1950 - 1965). Οι φωτογραφίες κάθε ενότητας έχουν επιλεγεί με θεματικά αλλά και φωτογραφικά κριτήρια, ώστε, πέρα από τη λειτουργία τους ως «ντοκουμέντων», να παραπέμπουν και στην προσωπική γραφή της φωτογράφου, που έχει τη δύναμη να υπαινίσσεται μάλλον παρά να πληροφορεί και, αποτυπώνοντας συγκεκριμένα γεγονότα, να δημιουργεί φωτογραφικές διαχρονικές εικόνες. Η έκθεση είναι παραγωγή του Φωτογραφικού Αρχείου του Μουσείου Μπενάκη, με επιμέλεια της Φανής Κωνσταντίνου. Στο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης (Βασ. Όλγας 108), έως τις 9 Απριλίου.
Κλείτος Κύρου Αποχαιρετισμός στον ποιητή
Έφυγε να βρει τον φίλο του Μανώλη Αναγνωστάκη στα 85 χρόνια του, το πρωινό της Δευτέρας, 10 Απριλίου. Σεμνός, αφανής, ταπεινός στη ζωή του, υπήρξε συνεπής με τον εαυτό του, ως οι αληθινοί ποιητές κάνουν. Υπαρξιακή η αγωνία του που την τοποθετεί μέσα στην κοινωνία. Δεν ήταν κλεισμένος στον εαυτό του. Το αντίθετο. Είναι «ποιητής του ατόμου και του συνόλου» όπως είπε ο καθηγητής Παναγιώτης Μουλάς. Μετρημένο το έργο του, δεν υπήρξε πολυγράφος, μα περιέχει «χυμούς αφυπνιστικούς, βιταμινούχους» λέει ο Ξενοφών Κοκόλης. Όλο και φτωχαίνει αυτή η πόλη καθώς ένας - ένας οι ευπατρίδες αποχωρούν. Ο Κλείτος Κύρου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη τον Αύγουστο του 1921. Έζησε εδώ όλα του τα χρόνια εργαζόμενος σε τράπεζες. Στην διάρκεια της Κατοχής, ανήκε στην ομάδα που εξέδιδε το παράνομο περιοδικό «Ξεκίνημα». Την διετία 1974-1976 βρέθηκε στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, στη θέση του Γενικού Γραμματέα. Ασχολήθηκε με την ποίηση, τη μετάφραση, το θέατρο, τη φωτογραφία, την κριτική κινηματογράφου και μετέφρασε αξιόλογα ποιητές και λογοτέχνες. Το 1988 του απονεμήθηκε το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης, για το βιβλίο του, «τα πουλιά της αφύπνισης», το οποίο όμως δε δέχθηκε. Το 1992 βραβεύτηκε από την Ελληνική Εταιρεία Μεταφραστών Λογοτεχνίας για τη μετάφραση του έργου του Μάρλοου «Δόκτωρ Φάουστους», ενώ το 1994 του απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης για την μετάφραση της τραγωδίας του Σέλεϊ «Οι Τσέντσι». Το 2005 η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε για το σύνολο του ποιητικού του έργου, το Βραβείο Ουράνη. Ποιήματα του Κλείτου Κύρου μεταφράστηκαν σχεδόν σε όλες τις Ευρωπαϊκές γλώσσες.
«Στον ουρανό έπρεπε να μπεις…» του είχε πει κάποτε ο φίλος του, ζωγράφος, Κώστας Λούστας. Ήρθε η ώρα να μπει. Οι στάχτες του, σύμφωνα με επιθυμία που είχε εκφράσει, σκορπίστηκαν σε πλαγιά του Ολύμπου.
«Κι όμως είναι μερικά πράγματα που δεν θα σου τα πω γιατί δεν είμαι βέβαιος αν μπορώ να σου τα πω γιατί ποτέ μου δεν τολμώ να σου τα πω. Γιατί νομίζω πως ήδη τα ξέρεις» «Και προσεύχομαι στο Θεό να μας ελεήσει Και προσεύχομαι ώστε να μπορώ να ξεχάσω Τα ζητήματα αυτά που με τον εαυτό μου πάρα πολύ τα συζητώ Πάρα πολύ τα εξηγώ Επειδή δεν ελπίζω να ξαναγυρίσω» (Από την μετάφραση του Κλείτου Κύρου στο ποίημα του T.S. Eliot «Η Τετάρτη των Τεφρών» απόσπασμα. «Κέδρος» - 1979).
ΦΡΙΝΤΑ ΚΑΛΟ
Το Μεξικό δεν είναι μια οποιαδήποτε τυχαία χώρα. Είχε και έχει χαρακτήρα ξεχωριστό, που προσέφερε και προσφέρει αρκετά στον παγκόσμιο πολιτισμό. Σε ένα κομβικό, στο χάρτη της αμερικάνικης ηπείρου, σημείο, το Μεξικό αποτελεί τον κρίκο σύνδεσης της Λατινικής Κεντρονότιας Αμερικής με τους Αγγλοσάξονες Βορειοαμερικανούς, όχι μόνο οδικά. Ίσως για τούτο ο λαϊκός του πολιτισμός περιέχει από τα πάντα. Ίσως για αυτό οι ιδέες αναμίχθηκαν εκεί με τον καλύτερο τρόπο σε ένα περιβάλλον κάθε άλλο παρά ήρεμο. Ίσως για όλα αυτά και πολλά άλλα έγινε κόμβος διερχομένων, διανοουμένων ιδεών και τέχνης. Σε αυτή τη χώρα, που μόλις πριν 500 χρόνια, έχασε πολύ πάνω από το μισό της πληθυσμό, από τα τάγματα των καθολικών 'θεοφοβούμενων' Ισπανών, γεννήθηκε, ζωγράφισε, πάλεψε και πέθανε η Φρίντα Κάλο, μία σύνθετη προσωπικότητα που μέχρι το τέλος έμεινε πιστή στο καθόλου απλοϊκό πνεύμα της εποχής. Η Φρίντα όσο ζούσε ήταν γνωστή μόνο σε κάποιους κύκλους της ιντελιγκέντσιας, σε κάποιους επαναστατικούς και σε ελάχιστους τεχνοκριτικούς. Όταν το φαινόμενο της Μεξικάνικης αναγέννησης των τεχνών έγινε φαινόμενο προς μελέτη, την ανακάλυψαν πολλοί περισσότεροι. Στην Ελλάδα έγινε γνωστή στο πλατύ κοινό από την ομότιτλη άκρως ποιητική ταινία που είδαμε στις αίθουσες πριν δύο ή τρία χρόνια, από τη μουσική αυτής της ταινίας που υποστήριξε με συναυλίες η Λίλα Ντόουνς και από μία σειρά εκδόσεων στα Ελληνικά για αυτήν, κυρίως για τη σκανδαλώδη ζωή της και ελάχιστα για το έργο της. Οι ασχολούμενοι με τα εικαστικά ίσως τη γνωρίζανε από τους ξενόγλωσσους καταλόγους των εκθέσεών της. Οι ερευνούντες το σουρεαλισμό τη βρίσκουν στους καταλόγους των εκτός Παρισιού δημιουργών. Γενικά, η Φρίντα είναι μία σημαντική δημιουργός, που επειδή δε δούλεψε με στόχο την παραγωγή έργων για γκαλερί (εμπορία), το έργο της δεν είναι ευρύτερα γνωστό,
και επειδή οι ιδέες της ανήκουν στην αριστερά, κανένα δυτικοευρωπαϊκό "κέντρο προώθησης σκέψης" δεν ενδιαφέρθηκε να μας προβάλει την ιδεολογία της. Η Φρίντα ήταν ζωγράφος και σαν τέτοια είναι καταχωρημένη. Κι όμως, φτάνει σε εμάς όχι μόνο για τα έργα της αλλά και σαν προσωπικότητα, μία φυσιογνωμία η οποία έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο στο θερμοκήπιο του Μεξικού, κατά το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα. Συμμετείχε ενεργά στις συζητήσεις για το ποια μπορεί και πρέπει να είναι η θέση του δημιουργού στα γεγονότα που διαμορφώνουν την ιστορία, για το ποια μπορεί να είναι η θέση της παράδοσης στη σύγχρονη τέχνη, και βεβαίως για τη σχέση αυτής της τέχνης με τον κόσμο και την επανάσταση. Αφορμή για αυτό το κείμενο, στάθηκε η έκθεση "Πορτρέτα μιας Εικόνας" που θα δούμε στο Γενί Τζαμί (Παλαιό Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης), στα πλαίσια των φετινών Δημητρίων. Μία έκθεση που ακριβώς για να τονίσει την πέραν της ζωγράφου προσωπικότητα, ασχολείται όχι με τα ίδια τα έργα της ζωγράφου, αλλά με φωτογραφίες της, πορτραίτα της, έργα δηλαδή άλλων, ανάμεσά τους και μερικοί από τους σημαντικότερους φωτογράφους της εποχής, που καθόλου τυχαία, όπως θα δούμε παρακάτω, βρέθηκαν στο Μεξικό, στην αυλή της. Μία έκθεση, όχι με τα αποτελέσματα της καλλιτεχνικής παραγωγής της, αλλά με τη φάτσα της, που αντανακλά την εποχή και τα έργα που γέννησε, μία έκθεση όχι με τους ξεχωριστούς πίνακές της, αλλά με το διά ποίου προς ποίους. Για να καταλάβουμε την έκθεση και τη Φρίντα, πρέπει να καταλάβουμε που συνέβησαν όσα συνέβησαν, τι ήταν και τι αντιπροσώπευε το Μεξικό εκείνη την εποχή για τους σκεπτόμενους και την αριστερά όλου του πλανήτη, γιατί υπόθεση του πλανήτη ήταν. Στο Μεξικό ακμάζουν πολιτισμοί πολύ πριν φτάσουν οι Ισπανοί κονκισταδόρες. (Ολμέκοι, Τολτέκοι, Ζαποτέκοι, Αζτέκοι, Ίνκας κ.α.). Για να αρπάξουν το χρυσάφι και το ασήμι οι Ισπανοί και να βρουν τους άπειρους εργάτες που χρειάζονται προς εκμετάλλευση των γαιών που μόλις κατέκτησαν (αφαίρεσαν -είναι το σωστό- από τους πρώην ιδιοκτήτες τους - νυν σκλάβους),
εφαρμόζουν τα όσα γνωρίζουν ότι θα συμβούν σε αυτούς την ώρα που οι ίδιοι θα βρεθούν (σα χριστιανοί) στην κόλαση. Όσα κι αν κάψουν – στην προσπάθειά τους να αφήσουν τους Ινδιάνους χωρίς παρελθόν – οι τεράστιες πόλεις με τους ναούς πυραμίδες και η από στόμα σε στόμα προφορική παράδοση, θα συνεχίσουν να θυμίζουν την ιστορία και το πάντα ένδοξο παρελθόν αυτής της χώρας στους Μεξικάνους. Το 1810 (λίγο πριν τους Έλληνες) αρχίζουν οι επαναστάσεις για αποτίναξη του ζυγού της αποικιοκρατίας στην αρχή, της φεουδοκρατίας στη συνέχεια, των δικαιωμάτων, της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης. Ναι, οι επαναστάσεις σε αυτή τη χώρα της Κεντρικής Αμερικής είναι δεκάδες. Μόλις οι επαναστάτες τα καταφέρνουν και διώχνουν τον προηγούμενο, διορίζουν νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας με την ελπίδα αυτός να είναι άξιος. Κάθε που αυτός εξαγοράζεται από τους γαιοκτήμονες (το 90% της γης ανήκε στο 2% του πληθυσμού), ή υποκύπτει στις πιέσεις από το εξωτερικό υπέρ των πολυεθνικών (μέταλλα και πετρέλαιο), ή μετατρέπεται σε δικτάτορα, ακόμα-ακόμα και αν αποδεικνύεται ανεπαρκής για να προωθήσει τις αλλαγές που υποσχέθηκε, ο κόσμος παίρνει τα όπλα ξανά και ξεσπά νέα επανάσταση. (Να θυμηθούμε πως στη χώρα μας κανείς δεν ξεσηκώθηκε για τον Γκούρα, τον Μακρυγιάννη ή τον Κολοκοτρώνη και τα όσα τράβηξαν οι αγωνιστές του 1821). Ήταν μία εποχή δύσκολη για το Μεξικό, αλλά με πολύ πάθος και καθόλου εφησυχασμό. Να μη ξεχνάμε ότι και οι Γάλλοι κατέλαβαν το Μεξικό για ένα φεγγάρι, επί Ναπολέοντα του Γ΄, ενώ οι Βορειοαμερικανοί της Ουάσινγκτον, τους απέσπασαν ένα τεράστιο τμήμα της χώρας, αυτό που αποτελεί σήμερα τις πολιτείες του Νέου Μεξικού, της Καλιφόρνια, του Τέξας και της Γιούτα. Εύκολα καταλαβαίνει ο αναγνώστης πως όταν μιλάμε για δεκάδες νικηφόρες επαναστάσεις, είναι σα να μιλάμε για ένα συνεχές κλίμα πολιτικού, κοινωνικού και πνευματικού αναβρασμού, που παρά τις επιμέρους κατακτήσεις, όπως ο αναδασμός, τα προνόμια στους Ινδιάνους, η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, το σύνταγμα κ.τ.λ. δε δέχεται εύκολα συμβιβασμούς. Το 1910 όμως γίνεται η μεγάλη στροφή στην ποιότητα των αιτημάτων και του χαρακτήρα των αλλαγών. Με τους μυθικούς σχεδόν αρχηγούς, τον
Πάντσο Βίλλα στο Βορρά και τον Εμιλιάνο Ζαπάτα στο Νότο, το Μεξικό θα περάσει από την υπανάπτυξη στον εικοστό αιώνα (Η Φρίντα έζησε από το 1907 έως το 1954). Τα διαστήματα που οι επαναστάτες δεν είναι στη φυλακή αλλά στην εξουσία, συμβαίνουν πράγματα που θα οδηγήσουν σε αυτό που αργότερα θα πάρει το όνομα Μεξικάνικη Αναγέννηση. Αυτά τα χρόνια το Μεξικό συγκέντρωνε το ενδιαφέρον της παγκόσμιας επανάστασης (από αναρχικούς μέχρι κομμουνιστές), και φυσικά το ενδιαφέρον των καλλιτεχνών όλης της παγκόσμιας πρωτοπορίας. Τι είχε συμβεί στις τέχνες; Αναγεννιέται η χαρακτική, γιατί είναι πιο φτηνή, γιατί μπορεί να είναι πιο λαϊκή, γιατί είναι χρήσιμη στις εφημερίδες και τα άλλα έντυπα του αγώνα. (Ίδια άνθηση έχουμε και στην Ελλάδα τα χρόνια της κατοχής). Αναγεννιέται η ποίηση και λογοτεχνία, που βρίσκουν άνοιγμα, πάτημα και πνοή στην ιστορία και την παράδοση. Είναι περίοδος που η παράδοση και ο λαϊκός πολιτισμός ερευνούνται, η τέχνη των Ινδιάνων καταγράφεται και ανακαλύπτονται πολλά και ενδιαφέροντα στοιχεία σε αυτούς. Από αυτή την ανάδειξη το θέατρο θα κερδίσει δύο νέες κατηγορίες, που θα προσφέρουν πολλά στη εξέλιξή του, το λαϊκό θέατρο και το φολκλορικό θέατρο. (Πάντα έβρισκα μία αναλογία με τη δική μας ανανέωση του Αρχαίου Δράματος.) Ποια πρόοδος μπορεί να υπάρξει χωρίς πανεπιστήμια, ποιο σύγχρονο κράτος στήνεται χωρίς δημόσια κτίρια; Οι επαναστάτες που τα διεκδίκησαν και τα κτίσανε, συμβάλλανε και στην αναγέννηση της Μεξικάνικης Αρχιτεκτονικής, γιατί κτίστηκαν κτίρια με στόχους προδιαγεγραμμένους και με όραμα. Στο πνεύμα της εποχής, οι αρχιτέκτονες συνδύασαν με ξεχωριστό τρόπο τη δύναμη και τη μεγαλοπρέπεια των τοπικών προκολομβιανών οικοδομημάτων, με την ιδιαιτερότητα της τοπικής αποικιακής (κυρίως θρησκευτικής) και τη μοντέρνα αρχιτεκτονική και έδωσαν δείγματα εξαίρετα.
Στις επιφάνειες των κτιρίων αυτού του οικοδομικού οργασμού βρέθηκε η λύση για το ξεπέρασμα της αστικής ζωγραφικής του καβαλέτου και βρέθηκε ο δρόμος που θα έφερνε το ζωγραφικό έργο από τον ιδιωτικό χώρο της γκαλερί και του συλλέκτη στον δημόσιο κοινόχρηστο και άρα στην κοινοκτημοσύνη του. Στους τοίχος των κτιρίων γράφτηκε το έπος της Μεξικάνικης Τοιχογραφικής Αναγέννησης με κυρίαρχους μουραλίστες τον κυβοεξπρεσιονιστή Ορόζκο, τον μοντερνιστή Σικέιρος και τον Πουριστή Ριβέρα. Ο τελευταίος ήταν και ο σύζυγος της Φρίντα. Ασπαζόντουσαν και οι δύο την άποψη πως ο πλούτος του λαού τους ήταν τεράστιος, μοναδικός και υπεραρκετός για να μην ξεκόψει η επαναστατημένη τέχνη από το λαό, στο όνομα του οποίου υποτίθεται γίνεται (και η τέχνη και η επανάσταση), και μέσω της αλληλοκατανόησης, από κοινού, να προχωρήσουν στο όποιο επόμενο βήμα. Για τούτο η Φρίντα ντυνόταν πάντα με τοπικές ενδυμασίες, γι’ αυτό ο άντρας της ζωγράφιζε στις σκαλωσιές με ένα ιδιόμορφο κατανοητό δυναμικό Ρεαλισμό τις ιστορίες του λαού του. Όταν η ανανέωση των τεχνών συμπίπτει με ιστορικά γεγονότα, τότε γίνεται υπόθεση του λαού που διαμορφώνει αυτά τα γεγονότα και όταν αυτός ο λαός θεωρεί υπόθεσή του και την πορεία των τεχνών στον τόπο του, τότε κερδίζουν όλοι, και οπωσδήποτε η τέχνη, αφού απελευθερώνεται ο καλλιτέχνης από η σκλαβιά της αγοράς. (Στις μέρες μας σε όλα τα συνέδρια καλλιτεχνών αυτό είναι το ακριβό διαμάντι που εύχονται – μερικοί αγωνίζονται κιόλας – να ιριδίσει στις κοινωνίες που ζουν.) Τότε (στην εποχή της Φρίντας) το βλέπανε να λάμπει στο Μεξικό και συνέρρεαν από όλο τον κόσμο να το ζήσουν εκεί. Αυτή ήταν η εποχή της Φρίντα Κάλο που καλούμαστε να κατανοήσουμε από τις εικόνες της εικόνας της.
Δωρεάν διανεμόμενα έντυπα στην Ελλάδα: παρουσία, προοπτικές και προσκλήσεις Πρόσκληση για συμμετοχή στην ημερίδα που θα διεξαχθεί το Σάββατο 22 Μαΐου, στο περίπτερο 15 της Helexpo. Γενικές οδηγίες προς . . . ναυτιλλόμενους. Α) Όσοι θα θέλατε να φέρετε αντίτυπα του εντύπου σας (ή αρχειακό υλικό) για να παρουσιάζονται ή διανέμονται από τους χώρους της ημερίδας, παρακαλούμε ελάτε στις 3.30 για να τα τοποθετήσουμε εγκαίρως. Β) Επειδή ζωή να έχουμε, οι ομιλητές είμαστε πολλοί, παρακαλούμε να είσαστε κατά το δυνατόν σύντομοι και μέσα στο θέμα της στρογγυλής τράπεζας. Γ) Ακολουθούν κάποιες βασικές κατευθυντήριες οδηγίες, ώστε να διευκολυνθούν οι συζητήσεις και να τηρήσουμε το χρόνο της ημερίδας. 1η Τράπεζα: «Το Θεσσαλονικιώτικο φαινόμενο των δωρεάν εντύπων: από το 1987 στο 2004. Πώς ξεκίνησε, προς τα πού πηγαίνει». Αρχική δίλεπτη τοποθέτηση-υπενθύμιση των σημαντικότερων στιγμών/επιτευγμάτων του εντύπου καθενός και στη συνέχεια νέες τοποθετήσεις για: το που πάνε τα πράγματα, τον τυχόν ανταγωνισμό
και
δυσκολίες
που
προκαλούν
τα
Σαββατοκυριακάτικα φύλλα των εφημερίδων με τα πολλά ένθετα περιοδικά και πως αντιμετωπίζεται ο ανταγωνισμός αυτός, την εμπορική/διαφημιστική πολιτική του κάθε εντύπου, την απήχηση στο κοινό και την αγορά κ.ά. η
2 Τράπεζα: «Τα εκτός Θεσσαλονίκης δωρεάν διανεμόμενα έντυπα. Η εμπειρία της Αθήνας, των Σερρών, του Αγρινίου, του Δρυμού και του Χορτιάτη». Αρχική δίλεπτη τοποθέτηση-υπενθύμιση των σημαντικότερων στιγμών/επιτευγμάτων του εντύπου καθενός και στη συνέχεια νέες τοποθετήσεις για: το που πάνε τα πράγματα, τον τυχόν ανταγωνισμό-δυσκολίες
που
προκαλούν
τα
Σαββατοκυριακάτικα φύλλα των εφημερίδων με τα πολλά ένθετα περιοδικά και πως αντιμετωπίζεται ο ανταγωνισμός αυτός, την εμπορική/διαφημιστική πολιτική του κάθε εντύπου, την απήχηση στο κοινό και την αγορά, τα ιδιαίτερα προβλήματα της κάθε περιοχής κ.ά. η
3 Τράπεζα: «Η παρουσία των τεχνών στα έντυπα. Φωτογραφία, γραφιστική, μουσική και πολιτισμός». Φωτογραφία: Η σημασία της φωτογραφίας στο έντυπο, ο χειρισμός ή «χειραγώγηση» της εικόνας, η ανάγκη ήόχι και η λειτουργία της λεζάντας, πρακτικά και ηθικά διλήμματα, πνευματικά δικαιώματα, ποιότητα αναπαραγωγής, κατάτμηση ενός πλήρους έργου κ.ά. Γραφιστική: Παρουσίαση μέσω laptop και βιντεοπροτζέκτορα γραφιστικής δουλειάς της βραβευμένης (βραβεία ΕΒΓΕ) εταιρίας Dolphins Creations και σχετικός σχολιασμός, η ελληνική γραφιστική σκηνή σήμερα μέσω των δωρεάν εντύπων κ.ά. Μουσική: Πώς αποτυπώνεται ο καλλιτέχνης και η δουλειά του στο έντυπο. Σχέσεις με δισκογραφικές εταιρίες κ.ά. Πολιτισμός: Με ποια κριτήρια αποτυπώνονται οι εκδηλώσεις πολιτισμού, η ανάγκη γνώσης του σωστού και έγκαιρου τρόπου αποστολής ενημερωτικού υλικού από τους φορείς προς τα έντυπα ΜΜΕ. Γραφεία τύπου πολιτιστικών φορέων. Υπάρχουν; Και αν ναι, συνεργάζονται αρμονικά με τα έντυπα; κ.ά. 4
η
Τράπεζα:
«Γενικά
ή
εξειδικευμένα
έντυπα;
Μερικές
περιπτώσεις
εξειδικευμένων δωρεάν διανεμόμενων εντύπων στο χώρο του πανεπιστημίου, του κρασιού, της μουσικής και της οικολογίας». Σύντομη παρουσίαση-γνωριμία του εντύπου του κάθε συμμετέχοντα και στη συνέχεια: περιγραφή του ειδικού κοινού-χώρου στο οποίο κυρίως απευθύνεται, με τα χαρακτηριστικά και τις ιδιαιτερότητές του. Τα υπέρ και τα κατά ενός ειδικού εντύπου, σε αντιδιαστολή με ένα έντυπο γενικότερης κατεύθυνσης.
ΕΚΤΟΣ ΧΡΟΝΟΥ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΕΚΘΕΣΕΙΣ (ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΝΗΜΗΣ)
(από τις σελίδες "ημερολόγια εκθέσεων φωτογραφίας")
Κλείνοντας, λίγα λόγια για τις εκθέσεις που θα δούμε στις γιορτές (Δελτία τύπου έως 4/12/2004).
ΜΟΥΣΕΙΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Η πολυσυζητημένη εργασία της Calliope με «Παραδοσιακές φορεσιές του Λυκείου των Ελληνίδων» που φωτογραφήθηκαν με μοντέλα πρόσωπα της ελληνικής Show Business και κυκλοφόρησε σε λεύκωμα από τις εκδόσεις Φερενίκη, παρουσιάζεται έως τις 13 Ιανουαρίου.
ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Bazar και διάφορα άλλα έργα σε διαφορετικές εκθέσεις. Το πρωί πίνουμε και καφέ.
ΦΩΤΟΘΗΚΗ ΛΕΦΚΙΘ Μέχρι τις 5 Ιανουαρίου θα δείτε φωτογραφίες χορού του Δημήτρη Δεσποινούδη. Διάφορες φωτογραφίες από διαφορετικές παραστάσεις, με διαφορετικό τρόπο προσέγγισης του θέματος και αισθητικής.
ΓΚΑΛΕΡΙ ΛΟΛΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ Έως τις 4 Ιανουαρίου τα 9 φωτεινά κουτιά με τίτλο «Γνωστά – Άγνωστα» και το βίντεο που μετράει «419 βήματα» της Φωτεινής Καριωτάκη σας περιμένουν.
ΚΑΦΕ – ΜΠΑΡ ΓΙΟΥΚΑΛΙ Στην Πλατεία Προσφυγικής Αγοράς μας περιμένει για ποτό η βραβευμένη έκθεση της Κατερίνας Μαρνέλλου με τίτλο «Φωτοσκιάσεις». Ασπρόμαυρες φωτογραφίες μικροαντικειμένων σε ένα κρυφτούλι, της σκιάς με το φως. (Μέχρι τις 10 Ιανουαρίου – Παραγωγή Φ.Κ.Θ.).
ΚΑΦΕ – ΓΚΑΛΛΕΡΙ SANTE Επειδή η τέχνη δεν είναι πολυτέλεια αλλά αναγκαιότητα το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης διοργανώνει στον τρίτο όροφο του SANTE το «CHEAP – PHOTO, Φτηνή Τέχνη – Φτηνή Φωτογραφία». Πρόκειται για ένα παζάρι φωτογραφιών από τριάντα δύο Έλληνες
φωτογράφους, που ευελπιστεί να βάλει τη δημιουργική φωτογραφία σε κάθε σπίτι. (Ανώτατη τιμή τα 50 ΕΥΡΩ).
COSMOPOLIS Η φωτογραφία των επιμελητών ενάντια στη φωτογραφία των φωτογράφων. Όσοι δεν επισκέφθηκαν και τους τρεις χώρους στους οποίους απλώνεται η έκθεση, να το πράξουν μέχρι τις 13 Φεβρουαρίου (Μακεδονικό Μουσείο, (στη Δ.Ε.Θ.) και Κρατικό Μουσείο (στο Λιμάνι και τη Μονή Λαζαριστών). Είναι μία έκθεση που μας απελευθερώνει από τα δεσμά των Βαλκανίων και – επιτέλους επί το πολιτισμικότερον – μας αναβαθμίζει σε Νοτιοανατολική Ευρώπη. Από χωριό και υποανάπτυκτη Βαλκανική, με αυτήν την έκθεση μετατραπήκαμε σε Ευρωπαϊκή περιφέρεια και όχι μόνον (ενάντια στην οικονομική και πολιτιστική «α-μορφία» που έχουν επιβάλλει οι ίδιοι υπεύθυνοι επιλογής των δημιουργών που συμμετέχουν). Είναι μία έκθεση σε τρεις χώρους και έχει ενδιαφέρον για το κοινό της Βορ. Ελλάδος που ενδιαφέρεται να μελετήσει την παρουσία σε αυτήν της φωτογραφίας, των εικαστικών, και τη συνολική ρήξη της ελληνικής συμμετοχής (επιτέλους;) με το συρμό της υπόλοιπης Ευρώπης.
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΟΛΩΝΙΚΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ Έως τις 20 Φεβρουαρίου στο Μουσείο Φωτογραφίας στο Λιμάνι, θα παρουσιαστεί μία από τις σημαντικές σχολές της Ευρωπαϊκής φωτογραφίας. Με υπότιτλο «η φωτογραφία στην Πολωνία σήμερα» έχουν αναγγελθεί ονόματα σημαντικών φωτογράφων και ταυτόχρονα απουσιάζουν άλλοι εξίσου σημαντικοί. Δε γνωρίζουμε την Πολωνική επιμελήτρια και άρα δε μπορούμε να υποψιαστούμε το αποτέλεσμα. (Η στήλη γράφτηκε πολύ πριν τα εγκαίνια). Μη διστάσετε όμως, δείτε τη και συζητείστε τη. Οι μεγάλες σχολές δε φοβούνται κανέναν.
Ο ΠΡΩΤΕΑΣ ΒΟΥΒΟΣ Στα πλαίσια του προγράμματος «επαναδιατυπώσεις» του Φωτογραφικού Κέντρου Θεσσαλονίκης, ο Φώτης Παλαιολόγος και ο Αργύρης Λιαπόπουλος παρουσιάζουν (μέχρι τις 11 Φεβρουαρίου) στην γκαλερί του Φ.Κ.Θ. (Μητσαίων 7) την κοινή τους πορεία στη μεταμόρφωση των
αντικειμένων, μέσω της χρωματικής αντιστροφής της φθοράς τους. Μία διαφορετική και ξεχωριστή φωτογραφική μέθοδος/τεχνική θέασης των πραγμάτων με άριστα αποτελέσματα.
ΚΙΡΙΛΙΑΝΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ Στην ίδια πορεία φωτογραφικής συλλήψεως του μη υπάρχοντος, είναι και η έκθεση ΚΙΡΙΛΙΑΝΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ του Γιώργου Καραβέργου, που ακολουθεί στον ίδιο χώρο και πρόγραμμα. Ο Καραβέργος έχοντας κατασκευάσει μόνος το απαραίτητο μηχάνημα, καταφέρνει να φωτογραφίσει την Αύρα που αναδύουν διάφοροι ζωντανοί οργανισμοί και αντικείμενα, και να την αποτυπώσει σε έγχρωμο ή ασπρόμαυρο φωτογραφικό χαρτί. Τα οπτικά αποτελέσματα είναι άκρως ενδιαφέρουσες οπτικές εμπειρίες.
ΑΣΚΑΡΔΑΜΥΚΤΙ Αυτός είναι ο τίτλος της έκθεσης του Γιώργου Ιωαννίδη στο 'Καφέ-Μπαρ Γιουκάλι'. Ασπρόμαυρες έντονες προοπτικές, γεμάτες σκιές, δίχως παραμορφώσεις, τονίζουν την απουσία. Σφιχτές συνθέσεις διαχειρίζονται την κάθε συγκεκριμένη επιλογή κάδρου. Η σύγχρονη κοινωνία μας περιφρονεί τη φύση, χωρίς όμως να μπορεί να την ξεπεράσει. Τα ίχνη της ανθρώπινης δράσης επάνω της, όσο κι αν μοιάζουν ενσωματωμένα, ξένα και παράταιρα θα είναι. Όσα φεγγάρια κι αν κλέψει ο ήλιος, πάντα θα υπάρχει η επόμενη νύχτα.
DELETE Κάθαρση. Η φωτογραφική εικόνα – σε όποια απ’ όλες της τις εκδοχές – μας κούρασε μήπως; Μήπως το κόψε-ράψε μιας εικόνας είναι ικανό να εξαγνίσει τη ματιά και τη σκέψη μας; Μπορεί το νέο – δοσμένο από την καλλιτέχνη– περιεχόμενο στο έργο να διαγράψει το παλαιό; Η Ράνια Ράγκου, πιστή στο ιδίωμα κατασκευής των εικόνων της, θα μας περιμένει μέχρι τις 19 Φεβρουαρίου στην Τερακότα να το συζητήσουμε. (Από το κολάζ της Ρώσικης Πρωτοπορίας και το κολάζ του Dada πέρασαν πολλά χρόνια και πολλά άλλαξαν).
................................................ Γρηγορείτε λοιπόν, να προλάβετε κάποιες από τις παρακάτω εκθέσεις. Στο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ (3 εκθέσεις) 1) «Αντικατοπτρισμοί του ανύπαρκτου». Ομαδική έκθεση 31 δημιουργών. Φωτογραφίες καθορισμένες και ταυτόχρονα ακαθόριστες, φώτο αινίγματα, μεταφυσικές, κάποιες μυστηριώδεις και φυσικά το «αδύνατον» να φωτογραφήθηκε κάτι πραγματικά. 2) «Το τελευταίο πορτρέτο». Πολυάριθμες φωτογραφίες όλων των τάσεων και στυλ, από τον 19 ο έως και τον 20ο αιώνα που ενδιαφέρονται γι’ αυτόν που ετοιμάζεται να εξαφανιστεί για πάντα από τον μάταιο τούτο κόσμο, τον πεθαμένο. Φωτογραφίες νεκρών. 3) «Εμείς οι μελλοθάνατοι». Κείμενα και φωτογραφίες σε μια ενιαία πολιτική τοποθέτηση, απέναντι στη θανατική ποινή. Η τελευταία συνεργασία του Ο. Τοσκάνι με την Benetton, που πραγματοποιήθηκε στις ΗΠΑ όπου συνεχίζεται το έθιμο αυτό (έως 13/3).
ΜΟΥΣΕΙΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Επίθεση στην αναπαράσταση. Ομαδική έκθεση 17 δημιουργών και από το χώρο της φωτογραφίας και από τους εικαστικούς, πάντρεμα που έπρεπε να είχε γίνει από χρόνια, αλλά κανείς δεν τολμούσε, ίσως και εξ αιτίας της ανυπαρξίας ειδικών στο χώρο. Επεμβάσεις πάνω στην ίδια την έννοια της αναπαράστασης και της αφήγησης της φωτογραφικής εικόνας, αρχές της φωτογραφίας που ως γνωστόν έχουν εγκλωβίσει πολλούς φωτογράφους. (Οι περισσότερες συμμετοχές είναι γνωστές από προηγούμενες εκθέσεις στην πόλη μας, αλλά πάντα έχει ενδιαφέρον να βλέπουμε "παλαιές" εργασίες σε νέους χώρους, με νέες γειτνιάσεις, γιατί όχι και σε νέα ή διαφορετικά πλαίσια κι υπερκείμενα ). Έως τις 17 Μαρτίου.
ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ ΗΛΙΟΣ (Επί της Οδού Λαγκαδά) ΣΤΗ ΝΕΑΠΟΛΗ Ομαδική έκθεση, νέων κυρίως φωτογράφων που ασχολούνται με το φλου, το κουνημένο και την ψηφιακή απεικόνιση (33 φωτογράφοι). Μια έκθεση μυστηριακών και φευγαλέων εικόνων, όπου υποτίθεται πως το σημαντικό δεν είναι αυτό που φωτογράφησε ο φωτογράφος, αλλά το τι νομίζει πως βλέπει ο θεατής. Μέχρι τις 13 Μαρτίου για όσους αντέξουν.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ «Η αποκάλυψη της αύρας». Φωτογραφίες έμβιων και όχι, έγχρωμες και ασπρόμαυρες, καμωμένες με τη μέθοδο του Ρώσου φυσικού Κυρίλιαν. Φωτογραφίες του Γιώργου Καραβέργου, που με ένα άκρως εικαστικό αποτέλεσμα, καταφέρνει να συλλάβει την αόρατη αύρα που αναδύεται από το φωτογραφιζόμενο θέμα. Έως τις 20 Μαρτίου.
ΛΟΥΤΡΑ Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ (Εγνατία και Αριστοτέλους) Η ομορφιά της φθοράς. «Συρτάρι Νο. 22 του τμήματος συντήρησης του Μουσείου Μπενάκη». Αυτό που για πολλούς από εμάς αποτελεί έργο ζωής, η ενσυνείδητη επέμβαση προς καταστροφή των αρνητικών ή των τυπωμένων εικόνων (αποδόμηση-χάος), το έπραξε ο χρόνος, η υγρασία και οι μερικές φορές άθλιες συνθήκες στις οποίες οι φωτογράφοι αποθηκεύουν τα αρνητικά τους. Μερική ή ολική καταστροφή της υπόστασης του έργου με ιδιαίτερο εικαστικό ενδιαφέρον (έως 15/3).
ΓΑΛΛΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Μέχρι τις 16 Μαρτίου 3 εκθέσεις για την Αφρική. Nabil Boutros (Αίγυπτος), Patrice-Felix Tchikaxa (Δημ. του Τόγκο) και η δική μας (Θεσσαλονικιά) πολυταξιδεμένη στη μαύρη ήπειρο, Ελένη Γκίνου.
ΚΑΦΕ – ΓΚΑΛΕΡΙ ΓΙΟΥΚΑΛΙ (Παλιατζίδικα - Διοιτητήριο) Εντός κλίματος και πνεύματος της Αποκριάς, δύο γυναίκες και ένας άνδρας φωτογράφοι, προσεγγίζουν και διαπραγματεύονται το θέμα του προσωπείου/μάσκας. Από την κατασκευή ενός αυτόνομου αντικειμένου, της μάσκας, περνάνε (μετις φωτογραφίες τους) στις πρόβες για αλλαγή ρόλου και χαρακτήρα και – στο τέλος – στην απόλυτη κυριαρχία της απόκρυψης, όταν σε συνδυασμό με την κατάλληλη αμφίεση οδηγεί (η μάσκα) στην αιτούμενη αντικατάσταση προσωπικότητας και ρόλων. Η μάσκα κρύβει ή φανερώνει;
ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΚΑΙΤΕ Ατομική έκθεση ενός σημαντικού εκπροσώπου της φωτογραφίας πορτρέτου, του Stefan Moses. Φωτογραφίες έξυπνες και ξεχωριστές που, καθώς έχουν δημιουργηθεί στο πέρασμα του χρόνου και όχι σαν ένα συγκεκριμένο project, απλώνονται σε πολλά και διαφορετικά στυλ, τα οποία, παρόλα
αυτά, καταφέρνουν να μας δώσουν με τον καλύτερο τρόπο το πνευματικό στίγμα της Γερμανίας. Ένα πορτρέτο, τελικά μιας ολόκληρης χώρας (έως τις 15/4).
ΕΚΘΕΣΙΑΚΟΣ ΧΩΡΟΣ CEDEFOP (Πυλαία) Για δεύτερη φορά σε λίγους μήνες, ο Ανδρέας Σφυρίδης μας καλεί να δούμε τη δουλειά του. Αυτή τη φορά την ενότητα «επαγγελματίες», ίσως μία άτυπη συνέχεια της προηγούμενης που είδαμε στην Εθν. Αμύνης. Ας ελπίσουμε όχι το ίδιο φλύαρη με τις εξαντλητικές επαναλήψεις του ίδιου κάδρου (έως τις 30 Μαρτίου).
Φωτοσυγκυρία Δύο ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες εκθέσεις φωτογραφίας παρουσιάζονται στο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης (Βασ. Όλγας 108), στο πλαίσιο της Φωτοσυγκυρίας 2006, υπό τον γενικό τίτλο «Το φωτογραφικό ντοκουμέντο. 'Οψεις & Mεταμoρφώσεις». Πρόκειται για τις εκθέσεις «Η φωτογράφος Βούλα Παπαϊωάννου. Αναδρομική έκθεση» και «Στην άκρη του δρόμου και της μνήμης. Φωτογραφίες από τη συλλογή του Άρη Παπατζήκα». Και οι δύο εκθέσεις θα διαρκέσουν έως τις 9 Απριλίου 2006 και θα λειτουργούν με το ακόλουθο ωράριο: Τρίτη έως Παρασκευή, ώρες 10:00 - 14:00 και 18:00 - 21:00, Σάββατο και Κυριακή 10:00 - 18:00 (Δευτέρα: κλειστά). Η είσοδος είναι ελεύθερη για το κοινό.
Μία φωτογραφία είναι παράθυρο ανοικτό (άνοιξε από το φωτογράφο), προς τον εσωτερικό ή εξωτερικό κόσμο (δικό του ή δικό μας) που περιμένει κάποιον να κοιτάξει διαμέσου. Για να δούμε λοιπόν τι παράθυρα ανοίγουν αυτό το μήνα.
ΦΟΥΑΓΙΕ ΘΕΑΤΡΟΥ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Έως τις 15 Οκτωβρίου συνεχίζεται η έκθεση του Βασίλη Μποζίκη (συνεργάτης του περιοδικού από το προηγούμενο τεύχος) με τίτλο «Τα χρώματα της jazz». Πορτραίτα μουσικών από όλο τον κόσμο, που βρεθήκανε στη Θεσσαλονίκη και παίξανε, σαν συμμετέχοντες στα πρώτα δέκα χρόνια του «Φεστιβάλ ΤΖΑΖ και αυτοσχεδιαζόμενης μουσικής». Φωτογραφίες δηλαδή που τραβήχτηκαν τη δεκαετία 1984-1994 και αποτελούν κατά κάποιο τρόπο προσπάθεια για συζήτηση με την ιστορία της πόλης. Ασπρόμαυρες εικόνες και jazz καδραρίσματα στην προσπάθεια να συλληφθεί η ξεχωριστή έκφραση του κάθε μουσικού και η ιδιομορφία του παιξίματός του.
ΜΟΥΣΕΙΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Έως τις 15 Οκτωβρίου συνεχίζεται η έκθεση «Ελληνικές Φωτογραφίες του 20 ου αιώνα από τη συλλογή του Μουσείου». Μία έκθεση που επιχειρεί ξαναπαρουσιάζοντάς μας έργα γνωστά, να αναδείξει, ελλειπτικά και μεταφορικά ένα μέρος του πορτραίτου της χώρας μέσα από το φωτογραφικό γίγνεσθαι του 20ου αιώνα. Μία έκθεση/ανθολογία που επιχειρεί να σκιαγραφήσει συνοπτικά ένα μέρος της εξέλιξης της ελληνικής φωτογραφίας μέσα από το έργο δημιουργών λιγότερο ή περισσότερο προβεβλημένων.
ΠΛΑΤΕΙΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ Εν μέσω πολλών διαδραστικών εργαστηρίων και ενός πολυμορφικού happening, το Σάββατο 2 Οκτωβρίου το απόγευμα, το Παιδικό Μουσείο Θεσσαλονίκης διοργανώνει έκθεση φωτογραφίας 11 Θεσσαλονικαίων φωτογράφων με τίτλο «ΠΑΙΔΙΑ ΧΑΡΟΥΜΕΝΑ ΣΕ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ». Την όλη εκδήλωση θα πλαισιώσει προβολή διαφανειών με πάνω από 1.500 εικόνες παιδιών από όλο σχεδόν τον κόσμο, στον ίδιο πάντα θεματικό άξονα. BAROCK CAFE Έως τις 11 Οκτωβρίου μία άκρως πρωτότυπη και καλά εκτελεσμένη έκθεση ασπρόμαυρης φωτογραφίας του Δημήτρη Παγίδη. Τα φωτογραφημένα σε συνθήκες studio αντικείμενα
επαναστατούν και επηρεάζουν τη φωτογραφία που προέκυψε από τη φωτογράφισή τους με τον τρόπο που μόνο εκείνα ξέρουν εξ αιτίας της κατασκευής τους, έτσι όπως φτιάχτηκαν να λειτουργούν, π.χ. ένα πινέλο βουτηγμένο σε λευκή μπογιά αφού φωτογραφήθηκε επιβιώνει και καταφέρνει να βάψει το φωτογραφικό χαρτί που το απεικονίζει λευκό, ενώ ένα ψαλίδι κόβει την εικόνα του.
ΓΑΛΛΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Στις 21 Οκτωβρίου εγκαινιάζεται η έκθεση φωτογραφίας «Φωτογραφία του Ελληνικού Τοπίου» του Jordi Ballesta. Η έκθεση μας παρουσιάζει ένα τοπίο ασταθές, αυθόρμητο και επιρρεπές στη λήθη, πάντα ευνοϊκό στην «εξέλιξη», που κτίζεται και προσαρμόζεται έτσι ώστε ο «εκσυγχρονισμός» να έχει τον πρώτο λόγο, σε βάρος της διατήρησης της ιστορίας. Ο φωτογράφος αναζητώντας τη ριζοσπαστική τάση του σύγχρονου ελληνικού τοπίου για μεταμόρφωση, φωτογραφίζει όλες του τις μορφές, αστικό, αγροτικό, βιομηχανικό ή τουριστικό με μία «σκληρή ματιά».
ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΚΑΙΤΕ Ταυτόχρονα με τη Φιλιππούπολη της Βουλγαρία (συμμετοχή στις εκεί διεθνείς φωτογραφικές συναντήσεις) παρουσιάζεται στη Θεσσαλονίκη (εγκαίνια 13 Οκτωβρίου) η έκθεση «Isolation and togetherness» του Φωτογραφικού Κέντρου Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για μία σημαντική έκθεση 25 φωτογράφων από Ελλάδα, Τουρκία και Σουηδία, που προσεγγίζουν την προοπτική της ανθρώπινης παρουσίας σε χώρους ιδιωτικούς και κοινόχρηστους. Ο διττός τίτλος της έκθεσης που σε ελεύθερη μετάφραση θα μπορούσε να αποδοθεί σε «και μαζί και μόνοι» πετυχαίνει διάνα, και σε επίπεδο θέματος και συνεύρεσης φωτογράφων. Οι δημιουργοί (παρ’ότι διαφορετικής φωτογραφικής προέλευσης) καταφέρνουν κάτω από την επίμονη καθοδήγηση του εκπαιδευτή τους, να πλησιάσουν τον άνθρωπο με τέτοια κοινή ένταση, ώστε το υλικό να αναδεικνύει και το επί μέρους και το σύνολο, (η έκθεση παρ’ ότι ομαδική μοιάζει ατομική) παράγοντας δυνατές εικόνες για μία δυνατή έκθεση.
Έως τις 22 Ιουνίου, Restaurant Parapoli Ασπρόμαυρες εικόνες παρουσιάζει ο Λάμπρος Κυριακού, πιστός στην καλή συνταγή της κεντροβαρούς σύνθεσης. Ακολουθώντας τη θεματογραφία και αισθητική με την οποία τον γνωρίσαμε και την ομογενοποιημένη απουσία των ισχυρών αντιθέσεων, που χαρακτηρίζει τη «σχολή» των ΒΔ συνοικιών της πόλης, μας ξάφνιασε ευχάριστα καθώς ανακαλύπταμε πως οι φωτογραφίες της έκθεσης ήταν φρέσκο υλικό. Πριν κλείσουμε την αναφορά σε αυτή την έκθεση, μία προτροπή, επισκεφθείτε την μόνο πρωινές ώρες, γιατί με το που χαμηλώνει ο φωτισμός τα έργα χάνονται. Και ένα ερωτηματικό. Δεν είναι κρίμα (για τη διάρκεια ζωής τους) να εκθέτουμε τις καλοτυπωμένες φωτογραφίες σε περιβάλλον τσιγαρίλας (δηλ. πτητικών ενώσεων καταστροφικών για τον άργυρο της εικόνας) χωρίς προστατευτικό τζάμι; Έως τις 16 Ιουνίου, Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης Ο Αβραάμ Παυλίδης εκθέτει τους έγχρωμους εσωτερικούς χώρους της παράδοσης, αν παράδοση είναι ότι προπολεμικό έφτασε στις μέρες μας. Επαρχιακά καφενεία, καταστήματα, εργαστήρια, ησυχαστήρια, ιδιωτικές κατοικίες και ότι άλλο κατάφερε να φτάσει από το παρελθόν στη στιγμή της φωτογράφισης, διασώζεται με τον πλέον ευαίσθητο τρόπο. Ο Αβραάμ ταξιδεύει πολύ, αποκτά επαφή, ψάχνει περισσότερο, και δε διστάζει να επισκεφθεί και το πιο μακρινό μέρος της ελληνικής επικράτειας, αν μάθει ότι εκεί υπάρχει κάποιος χώρος που τον περιμένει για φωτογράφηση πριν χαθεί τελείως, υποκύπτοντας στην άνιση μάχη του εκσυγχρονισμού. Η σύγχρονη ελληνική φωτογραφία καταγραφής στις ευαίσθητες στιγμές της. Έως τις 25 Ιουνίου, Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης «Όπου τόπος – Τέχνη, Μετανάστευση, Ουτοπία». 11 αυτόνομα καλλιτεχνικά projects που διαπραγματεύονται το θέμα της μετανάστευσης και μετακίνησης, εμπλέκοντας με τον τρόπο ζωής των μεταναστών, το έργο και την καταγωγή τους. Ενταγμένη σε αυτή την έκθεση και η ημερίδα «Τα Βαλκάνια και ο ρόλος του επιμελητή στον καθορισμό της εικόνας τους» που θα γίνει στις 5 Ιουνίου. ART ATHINA Στο επόμενο τεύχος θα σας παρουσιάσουμε τις δύο γκαλερί της Θεσσαλονίκης, που μετά από έρευνα, ρισκάροντας τα πάντα, πρότειναν στο πανελλήνιο και διεθνές κοινό της φουάρ στην Αθήνα Θεσσαλονικείς φωτογράφους.
PHOT BOOK MAGAZINE Η ζωή είναι περίεργη. Κυλά και χωρίς εμάς, και τις περισσότερες μάλιστα φορές καλύτερα. Την ώρα που ένα φωτογραφικό περιοδικό πουλήθηκε στην εφημερίδα Καθημερινή (και σαν ένθετο άρχισε πλέον να πετιέται στα σκουπίδια μαζί με τα υπόλοιπα διαφημιστικά των εφημερίδων), την ίδια ακριβώς ώρα, εμφανίστηκε ένα νέο. Το «PHOTO BOOK – Ταξίδια με το φως». Με έδρα και αυτό την Αθήνα, κυκλοφορεί με νέο σχήμα, λίγα λόγια, πολλές, πάρα πολλές εικόνες και ελάχιστες διαφημίσεις. Η ποιότητα των εκτυπώσεων και των δημοσιευμένων portfolio είναι έτσι όπως θα επιθυμούσε ο κάθε φωτογράφος να δει δημοσιευμένες τις εικόνες του. Ας ευχηθούμε να βρει τους αναγνώστες που του αξίζουν και να καταφέρουν (οι αναγνώστες) να το στηρίξουν ή κρατήσουν στη ζωή. LUCKY STRIKE ACTIVATION PROGRAM Ως γνωστόν, από το επόμενο έτος θα απαγορευτεί η διαφήμιση τσιγάρων στα έντυπα και διάφορους άλλους χώρους. Αυτό σημαίνει ότι θα περισσεύουν ετησίως αρκετά εκατομμύρια ευρώ για διαφήμιση, τα οποία κάπως και κάπου πρέπει να ξοδευτούν. Η παραπάνω εταιρία αποφάσισε να ασχοληθεί με τις εικαστικές τέχνες, όπως άλλοτε έκανε κάποια πράσινη μπύρα. Το σχέδιο ξεκίνησε στην Ισπανία. Παραγγέλθηκαν έργα σε δημιουργούς και αγοράστηκαν. Το ίδιο έγινε και στην Αθήνα. Το τρίτο σκαλί της πανευρωπαϊκής περιοδείας ήταν η Θεσσαλονίκη. Εδώ ακολουθήθηκε μια δημοκρατικότερη μεν μέθοδος, οικονομικότερη δε. Αντί παραγγελιών προκηρύχθηκε διαγωνισμός, με προοπτική να αγοραστούν τα βραβεία και κάποια άλλα, άξια λόγου, έργα. Καθόλου κακή σκέψη που θα μπορούσε να συνεχιστεί και από άλλες εταιρίες, προσφέροντας με αυτόν τον τρόπο και ευκαιρίες και κάποια οικονομική ελάφρυνση της καλλιτεχνικής παραγωγής, που είναι δυσβάστακτη. Καθόλου άσχημα και τα αποτελέσματα του διαγωνισμού, που είδαμε στην παρουσίασή τους στο λιμάνι (μαζί με τα έργα των Αθηναίων και Ισπανών).
.................................. Και μέχρι να επανέλθουμε στο θέμα, ας επισκεφτούμε δύο εκθέσεις αυτό το μήνα, τη μία από τις οποίες θα έλεγα οπωσδήποτε, γιατί εκτός από τον πλούτο του υλικού της έχει και πολλαπλά σημεία ανάγνωσης. Πρόκειται για την έκθεση στο
ΜΟΥΣΕΙΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Παρουσιάζεται έως τις 5 Δεκεμβρίου η έκθεση «Λεωνίδας Παπάζογλου, Φωτογραφικά πορτραίτα από την Καστοριά και την περιοχή της την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα». Μη σας ξεγελάει το θέμα και πιστέψετε πως πρόκειται για αδιάφορες ιστορικές φωτογραφίες, χωρίς συνθέσεις και με άθλια σε μορφή εικόνες. Το αντίθετο. Οι φωτογραφίες που έχουν επιλεγεί βλέπονται άνετα σήμερα και μπορούν να μας δώσουν πολλά, όχι μόνο για τα έθιμα που μας παρουσιάζουν ή το λαογραφικό τους περιεχόμενο. Ιντριγκάρουν σκέψεις και ως προς το θέμα, και ως προς την αντιμετώπισή του από τον φωτογράφο, και ως προς την αξία αυτού του είδους της φωτογραφίας, που ίσως στην εποχή μας δεν υπηρετείται ούτε από πολλούς, ούτε ικανοποιητικά. Προσέξτε (οι ασχολούμενοι) και την ενοποίηση των εικόνων και της έκθεσης, που προέκυψε από τη χρήση του ηλεκτρονικού υπολογιστή, απαραίτητου ενδιάμεσου εργαλείου πλέον μεταξύ των παλαιών αρνητικών και των σύγχρονων εκτυπώσεων.
ΚΑΦΕ – ΓΚΑΛΕΡΙ ΓΙΟΥΚΑΛΙ Στην πλατεία Προσφυγικής Αγοράς (Βενιζέλου και Ολύμπου, στο καφέ Γιουκάλι, δίπλα ακριβώς στο «Μπιτ Παζάρ») μέχρι το πρώτο δεκαήμερο του Γενάρη η Μαρνέλλου Κατερίνα παρουσιάζει την εργασία της (όνομα και πράγμα) «Φωτοσκιάσεις». Το φως αναδεικνύει τα αντικείμενα που φωτογραφίζονται προσδίδοντάς τους όγκο, σκιές και πλαστικότητα.
........................................................ Προς το παρόν ας δούμε τι «παίζει» αυτόν τον μήνα. Θυμίζοντας ή διευκρινίζοντας στους αναγνώστες μας και τους διοργανωτές εκθέσεων ότι η στήλη «κλείνει» στις 10 του προηγούμενου μήνα από αυτόν στον οποίον αναφέρεται.
ΦΟΥΑΓΙΕ ΘΕΑΤΡΟΥ ΑΥΛΑΙΑ Τη Δευτέρα 8 Νοεμβρίου θα παρουσιαστούν τα αποτελέσματα και θα δοθούν τα βραβεία στους νικητές του διαγωνισμού που διοργάνωσε το περιοδικό μας, εφέτος το καλοκαίρι. Θα είναι μια ενδιαφέρουσα έκθεση και για την ποιότητα των φωτογραφιών που υποβλήθηκαν/προκρίθηκαν και για τον πλούτο των προσεγγίσεων των φωτογράφων. Σας περιμένουμε. ΚΑΦΕ – ΜΠΑΡ ΓΙΟΥΚΑΛΙ Σε ένα χώρο όπου σχεδόν μόνιμα εκτίθεται φωτογραφία, αμέσως μετά την έκθεση του πατρινού φωτογράφου Θάνου Κοτσά, βλέπουμε τα ασπρόμαυρα τοπία του Θεόδωρου Σινάνη. Στην έκθεση, η οποία είναι μια παραγωγή του Φωτογραφικού Κέντρου Θεσσαλονίκης, πάνω από στενές λουρίδες στεριάς, απλώνονται σύννεφα, που σαν σε ένα μαγικό χωρό με το φως, πλέκουν το μυστηριακό ιστό τους, σε μία προσπάθεια να αποπλανήσουν βλέμμα και ψυχή. ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Σαράντα οκτώ έργα σύγχρονης τέχνης είκοσι επτά καλλιτεχνών απέκτησε πρόσφατα και μας παρουσιάζει το ΜΜΣΤ (στη Δ.Ε.Θ.). Τα έργα, που αποτελούν υλικό δωρεάς, προέρχονται από τη συλλογή του συλλέκτη Δημ. Μεϊμάρογλου και διαλέχτηκαν από συνεργάτες του μουσείου από πολύ περισσότερα. Ανάμεσά τους και πολλές φωτογραφίες. Ταυτόχρονα σε διπλανές αίθουσες ο θεατής θα συναντηθεί και με την έκθεση «Πτυχιούχοι 2003-2004» του τμήματος εικαστικών και εφαρμοσμένων Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ. ΚΕΝΤΡΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΗΜΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥΠΟΛΗΣ Έως τις 28 Νοεμβρίου, 19 φωτογράφοι εκθέτουν σε μία μεγάλη ομαδική έκθεση τη σύγχρονη δουλειά τους. Πρόκειται για μικρές αυτοτελείς ατομικές «ιστορίες», μία ματιά του σήμερα, καθόλου ξεκομμένη από ότι στο παρελθόν μας έχουν παρουσιάσει οι συμμετέχοντες φωτογράφοι. Η έκθεση παρ’ ότι επετειακού χαρακτήρα θα πλαισιωθεί με παρουσιάσεις διαφόρων φωτογραφικών θεμάτων.
Η ιστορία της φωτογραφίας στην πόλη, όμως, συνεχίζεται να γράφεται και στο κάθε τώρα, στο κάθε σήμερα. Για τούτο ας ρίξουμε μια ματιά και στις υποχρεώσεις μας, τις εκθέσεις του μηνός.
ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ:
ΕΩΣ ΤΙΣ 14 Απριλίου Γκαλερί-Βιβλιοπωλείο ΙΑΝΟΣ ΑΜΠΕΛΟΚΗΠΩΝ Στο κέντρο των δυτικών προαστίων, συνεχίζει αθόρυβα την εργασία του το Φωτογραφικό Εργαστήρι του Δήμου Αμπελοκήπων. Επτά από τα μέλη του παρουσιάζουν τη νέα τους εργασία με τίτλο «Τοπία στο χρόνο».
ΕΩΣ ΤΙΣ 18 Απριλίου ΒΑΦΟΠΟΥΛΕΙΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ Δύο μεγάλες αίθουσες γεμάτες φωτογραφίες ικανές να καλύψουν όλα τα «γούστα» και ενδιαφέροντα των θεατών. Από την παραδοσιακή κλασσική φωτογραφική καταγραφή και τη φωτογραφία τοπίου, μέχρι τη φωτογραφία εξερεύνησης, από την κατασκευασμένη πραγματικότητα, στην εικαστική εκδοχή της και τη χειρωνακτική ενασχόληση με αυτήν. Από τις ενδιαφέρουσες διπλοεκτυπώσεις/καταγγελίες, στην κοινωνική φωτογραφία (με πίκρα ή χιούμορ ο θεατής τις απολαμβάνει το ίδιο). 15 φωτογράφοι – 10 βαλκάνιοι και 5 Θεσσαλονικείς – διαλέγονται και προτείνουν με μοναδικό θεματικό άξονα το πολυδιάστατο που χωρά σε μία γιορτή της εικόνας.
ΕΩΣ ΤΙΣ 19 Απριλίου ΓΑΛΛΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Η σημερινή Βουλγαρική φωτογραφία, σύμφωνα με την έκθεση που προτείνει το «Κέντρο Φωτογραφικής Ενημέρωσης» της Σόφιας, στηρίζεται σε τρεις πυλώνες. Δύο εντός της Βουλγαρίας και ένας εκτός. Εντός έχουμε έναν στην πρωτεύουσα και έναν στο Μπουργκάς. Είτε γιατί εκεί υφίσταται μια κάποια οικονομική δραστηριότητα, είτε γιατί έχουν την έδρα τους ομάδες δραστήριων δημιουργών και με τα μέσα που διαθέτουν, κρατούν συνεχώς τον πυρσό αναμμένο και μάλιστα με υψηλά στάνταρτς. Η κατάρρευση του προηγούμενου καθεστώτος έπληξε σημαντικά τη φωτογραφία. Μπορεί να άφησε υψηλού επιπέδου εκπαίδευση, έκλεισαν όμως οι αίθουσες που τη φιλοξενούσαν και οι θεσμοί που την υποστήριζαν. Τώρα όλα αρχίζουν από την αρχή και μέχρι να «στηθούν» όπως πρέπει, κάποιοι από τους καλλιτέχνες που θα εκπροσωπούν τη φωτογραφία της χώρας αυτής – κάτι
που συνέβη και στην Ελλάδα από τον εμφύλιο και μετά – θα ζουν στο εξωτερικό. Είναι ενδιαφέρον να δούν οι θεατές τι φωτογραφίζουν οι Βούλγαροι σήμερα.
ΕΩΣ ΤΙΣ 28 Απριλίου ΛΕΣΧΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ Στις δύο μικρές αλλά ζεστές αίθουσες του ιστορικού σωματείου, ο Ηλίας Παπαδόπουλος συνεχίζει να επιμένει με τον αγαπημένο του βυθό και την υποβρύχια φωτογραφία. Στη νέα του έκθεση με τίτλο «Ο ασπρόμαυρος κόσμος του βυθού» τα κάδρα του γεμίζουν μπλέ σε όλες του τις αποχρώσεις, μπλέ επιβλητικό όπου η ζωή κυλά ήρεμα και αρμονικά, ακόμη ανάμεσα και σε ναυάγια πλοίων. Με μετρημένες συνθέσεις ο φωτογράφος κάνει ένα βήμα παραπάνω από την προηγούμενη εργασία του. Καταφέρνει να παρουσιάσει στο θεατή των εικόνων του όχι όλα όσα, ίσως, θα μπορούσαν να συμβαίνουν εκεί κάτω, αλλά μία έστω πλευρά τους εξαντλητική και πλήρως ειδομένη.
ΕΓΚΑΙΝΙΑΖΕΤΑΙ
16 Απριλίου ΜΟΥΣΕΙΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ «Περίπλους, Φωτογραφικές διαδρομές στη σύγχρονη Ελλάδα». Μία διεθνής έκθεση φωτογραφίας, στην οποία γνωστοί διεθνώς δημιουργοί, όπως ο Koudelka, ο Μάνος, ο Οικονομόπουλος κ.α. του πρακτορείου Magnum, προσκαλούνται να εξερευνήσουν διαφορετικές όψεις της σύγχρονης Ελλάδας, όπως η σύγχρονη Ελληνίδα, η ερήμωση της υπαίθρου, τα στερεότυπα του τουρισμού, η Αθήνα.
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ Δεν θα ήθελα να κλείσει αυτό το σημείωμα χωρίς να αναφερθούμε σε επίσης δύο σημαντικά θέματα και ας ξεφεύγουν από το «ημερολόγιο».
ΕΚΘΕΣΗ ΜΑΘΗΤΙΚΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ Το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης συνεχίζει και εφέτος τη διοργάνωση ενός πολύ σημαντικού θεσμού για τη "φωτογραφία στους νέους", προσφέροντας τη συμπαράστασή του στους καθηγητές και τους μαθητές της Θεσ/νίκης, που ασχολούνται με αυτή στη μέση εκπαίδευση.
Στη "Θ΄ ετήσια έκθεση μαθητικής φωτογραφίας" μπορούν να πάρουν μέρος τα Γυμνάσια και τα Λύκεια της Θεσ/νίκης (ιδιωτικά και δημόσια) που έχουν στο πρόγραμμά τους, σαν κανονικό ή σαν επιλογή, το μάθημα της φωτογραφίας, καθώς και μεμονωμένοι μαθητές που ασχολούνται με τη φωτογραφία. Περισσότερες πληροφορίες στο Θανάση Ράπτη, τηλ. 6973-221.887 (παράδοση φωτογραφιών μέχρι τις 20 Απριλίου).
ΕΚΘ - ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ Στο Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης είδαμε μια άκρως ενδιαφέρουσα έκθεση φωτογραφίας με τίτλο «Ενθύμιον Εξορίας». Πρόκειται για φωτογραφίες που τραβήχτηκαν και τυπώθηκαν στους τόπους εξορίας από έναν εξόριστο, μαθητευόμενο τότε φωτογράφο. Σε πρώτο επίπεδο, θα δούμε φωτογραφίες "ερασιτεχνικού ντοκουμέντου", όχι ίσως άκρως ενδιαφέρουσες από αισθητικής πλευράς, αν εξαιρέσουμε τις πληροφορίες που μας μεταφέρουν για το ντύσιμο της εποχής, τον τρόπο ζωής στους τόπους μαρτυρίου του σύγχρονου Ελληνισμού, την τοπιογραφία των περιοχών που τραβήχτηκαν. Σε δεύτερο επίπεδο, όμως, μας συγκλονίζει εκείνο που κάνει αυτή την έκθεση ξεχωριστή, το ότι μπορούμε να δούμε και τα κείμενα που έχουν αυτές οι φωτογραφίες γραμμένα πίσω τους
(σε κάθε φωτογραφία παρατίθεται η πίσω της όψη) και να
καταλάβουμε το γιατί τραβήχτηκαν, ίσως και το λόγο που ανάγκασε έναν αργότερα σημαντικό φωτογράφο των βιοπαλαιστών, να στραφεί προς τη φωτογραφία. Όλες οι φωτογραφίες έχουν από πίσω κείμενα περιγραφικά της ζωής και πιστοποίηση αισθημάτων με ένα σκοπό, κάποιες φορές καιμε ουδέτερη κωδικοποίηση,ώστε να μπορεί να περάσει τη λογοκρισία της εξορίας.. Να πείσουν τους γονείς ότι τα εξόριστα νιάτα δε χάθηκαν δα και όλως – διόλου, και άρα, μπορούν να συνεχίσουν να παραμένουν εξορία, αρνούμενοι να υπογράψουν τα «χαρτιά αποκήρυξης του κουμμουνισμού». Σας μεταφέρω το κείμενο από μία: «Στην μανούλα μου και στον πατερούλη μου για να με βλέπουν και να μην στεναχωριούνται. Με χίλια φιλιά ο γιός τους Στέλιος Κασιμάτης. Φραντάτο (Ικαρίας) 7 Νοεμβρίου 1948».
............................................................ Για όσους, τώρα, μένουν στη Θεσσαλονίκη, εκτός από την έκθεση στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης για την οποία γράψαμε στο προηγούμενο τεύχος θα υπάρχει μία μεγάλη διπλή έκθεση, στην πολύ όμορφη «Αίθουσα Τέχνης του Δήμου Νεάπολης». Στον επάνω όροφο θα αναπτυχθεί η έκθεση του Δημήτρη Ταλιάνη «Γη της Μακεδονίας» και στον κάτω όροφο ένα μεγάλο πανόραμα της σύγχρονης Βαλκανικής Φωτογραφίας (διοργάνωση Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης) καθώς οι εκθέσεις έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα των εκδηλώσεων ΒΑΛΚΑΝΙΚΗ ΠΛΑΤΕΙΑ.
Υ.Γ. Κυκλοφόρησε το δεύτερο τεύχος του καινούριου φωτογραφικού περιοδικού PHOTO BOOK. Είναι άλλου είδους σοβαρή πρόταση για την παρουσίαση της τυπωμένης εικόνας (και αυτή από την Αθήνα), που αξίζει να υποστηριχθεί. Προσοχή όμως, δεν κυκλοφορεί στα περίπτερα αλλά στα βιβλιοπωλεία (εγώ το προμηθεύομαι από τον Παπασωτηρίου). Μία γόνιμη βροχή από –ισμούς, μία πληθώρα από κινήματα ποτίζουν τη διψασμένη γη, της νέας ελληνικής φωτογραφίας. Στο τέλος της Άνοιξης μία νέα Άνοιξη ανατέλλει.
ΜΟΥΣΕΙΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (ΛΙΜΑΝΙ) Στο μεσοδιάστημα του προκληθέντος κενού, ανάμεσα στη διοίκηση του προηγούμενου διευθυντή, που φυσικά δεν παραιτήθηκε, αφού ούτε η θητεία του έληξε, ούτε του ζητήθηκε κάτι τέτοιο, και στη διοίκηση του επόμενου, που και αυτή δεν έχει διοριστεί ακόμη, μια και έμαθε, και αυτή την επιλογή της από το επίσημο σάιτ του υπουργείου πολιτισμού (με μικρά και όχι κεφαλαία καθώς συνεχίζει να παραμένει -το υπουργείο- ακέφαλο, χωρίς υπουργό, ο οποίος θα κρίνεται για/από τις πράξεις του) το μοναδικό στο είδος του Μουσείο για (τη φωτογραφία) της χώρας συνεχίζει με μία έκθεση του εκ Μαγνησίας Δημήτρη Λέτσιου. Ο Δ. Λέτσιος για περισσότερα από 60 χρόνια ασχολήθηκε με την καταγραφή του ελληνικού τοπίου και της ιδιαίτερης πατρίδας του. Ανάλογη της ηλικίας του είναι και η αισθητική. Θέμα, αισθητική και οι τεράστιες δυνατότητες επιλογών από ένα τεράστιο αρχείο, (σημαντικά τμήματα του οποίου έχουμε ξαναδεί και ξαναδεί και ξαναδεί), ας ελπίσουμε να βγάλουν μία ενδιαφέρουσα έκθεση, αν όχι για τους σύγχρονους δημιουργούς, τουλάχιστον για το πλατύ κοινό και τους μαθητές των σχολείων.
ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ (Π. Μελά 21) Στο χώρο του παλαιού 'Ερωδού', ο Θεσσαλονικιός θα θυμηθεί τις ημέρες του 2003 που αναστάτωσαν τη Θεσσαλονίκη. Θα θυμηθεί ή θα μάθει για τις ημέρες της συνόδου κορυφής των ηγετών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που συνεδρίαζαν στο Ξενοδοχείο Πόρτο Καράς της Χαλκιδικής (προετοιμάζοντας το ευρωσύνταγμα, τη μερική απασχόληση και διάφορα που βρήκαμε μπροστά μας), και της πολύχρωμης Αντισυνόδου με διαδηλωτές από όλη επίσης την Ευρώπη. (Ήταν οι μέρες που κηλίδωσαν την αξιοπρέπεια μιας πόλης που έλαμψε δια της λαμαρίνας της ντροπής.). Πρόκειται για μία έκθεση φωτογραφίας που διοργάνωσε το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης και διανθίζεται με προβολές διαφανειών, βίντεο, ποιητικές και μουσικές βραδιές και πολλά-πολλά άλλα καλλιτεχνικά συμβάντα. (Αναζητήστε το εβδομαδιαίο πρόγραμμα). ΚΑΦΕ – ΜΠΑΡ ΝΤΕ ΦΑΚΤΟ (Π. Μελά 19) Συνεχόμενη της προηγούμενης και στο ίδιο πλαίσιο εκδηλώσεων, σε διπλανό χώρο, η έκθεση του Βασίλη Καρκατσέλη με σειρές εικόνων και ποίηση περιμένει να φωτίσει τις αθέατες πλευρές μιας λαοσύναξης. Με τίτλο «Το τίποτα της Αντισυνόδου» ελάχιστα τμήματα του χαοτικού
περίγυρου, σα σύγχρονες νεκρές φύσεις (καθώς φέρουν στο προσκήνιο το μέρος του όλου), διεκδικούν το δικαίωμα να αυτονομηθούν και έτσι αυτονομημένα να μιλήσουν για το πόσο αντικειμενική, περιγραφική και εν τέλει αληθινή μπορεί να είναι η φωτογραφία σήμερα. ΤΕΛΛΟΓΛΕΙΟ ΙΔΡΥΜΑ ΤΕΧΝΩΝ (ΑΠΘ) Μία ομαδική έκθεση φωτογραφίας σε συνεργασία με το Μ.Φ.Θ. και το Ίδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού Βερολίνου με τίτλο ΠΕΡΙ(ΓΕ)ΓΡΑΜΜΕΝΟΙ ΚΟΣΜΟΙ. Μία έκθεση που θέτει ως βασικό στόχο την ανάδειξη των μεταβολών της σύγχρονης ελληνικής φωτογραφίας. Καθώς η έκθεση θα κρατήσει μέχρι και τις αρχές του Σεπτέμβρη θα επανέλθουμε μετά τα εγκαίνια, στο επόμενο τεύχος. ΣΤΕΡΕΩΣΙΣ (Ζεύξιδος) Στο υπόγειο της Στερέωσις ο Γιάννης Δημητράς μας προσκαλεί για την έκθεση ασπρόμαυρης φωτογραφίας με τίτλο «Μπουγάδες στα καντούνια». Μέχρι τις 6 Ιουνίου. ΚΑΦΕ – ΜΠΑΡ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ (Δ. Γούναρη 51 – πίσω από τη Ροτόντα) Στο βασίλειο των απελπισμένων τα χρώματα της πτώσης θα μας πούνε ψέματα. Σαν τα παραμύθια που θα γίνουν εφιάλτης, οι έγχρωμες φωτογραφίες του Γιώργου Ιωαννίδη, προσπερνάνε το πραγματικό και την επίφαση της δήθεν βιωμένης αλήθειας, προσπερνάνε τις δήθεν δυνατότητες της τεχνολογίας και του φωτοσόπ και σκάβουν προς αναζήτηση του διαφορετικού που ενδέχεται να κρύβει τις απαντήσεις. Η έκθεση με τίτλο «ο θάνατος του μικρού εξαρχιώτη» θα μας περιμένει μέχρι τις 24 Ιουνίου. ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΧΝΗΣ ΔΗΜΟΥ ΝΕΑΠΟΛΗΣ (Δημαρχείο) Πιστοί στο ετήσιο ραντεβού τους, οι μαθητές των δύο τμημάτων εναλλακτικής εκμάθησης της φωτογραφικής τέχνης και τεχνικής του Φωτογραφικού Κέντρου Θεσσαλονίκης, παρουσιάζουν τις φετινές τους δημιουργίες στον ίδιο υπέροχο, μεγάλο και φιλόξενο χώρο που μας έχουνε συνηθίσει. 18 νέοι φωτογράφοι που αξίζει κανείς να παρακολουθήσει, καθώς αυτά που μας παρουσιάζουν είναι πολύ αξιόλογα. Ενώ το θέμα είναι κοινό για όλους, έχει τεράστιο ενδιαφέρον να δει ο θεατής, πόσο διαφορετικά το προσεγγίζει ο κάθε φωτογράφος, με πόση ελευθερία κινείται και τελικά πόσο ξεχωριστή πρόταση διατυπώνει. Αναζητήστε και τον κατάλογο της έκθεσης (διανέμεται δωρεάν). ΤΡΙΚΑΛΑ Οι διαγωνισμοί τελειώνουν και το καλοκαίρι άρχισε κιόλας. Για όσους ταξιδεύσουν κατά Θεσσαλία μεριά, προτείνουμε να περάσουν και από το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Τρικέων. Στον
εκθεσιακό χώρο του μας περιμένει μία ομαδική έκθεση Θεσσαλονικέων και Τρικαλινών φωτογράφων, που διοργανώνει για το Ιούνιο η Εύξεινος Λέσχη Ποντίων και Μικρασιατων Τρικάλων, με την υποστήριξη της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Ανοικτά πρωί-απόγευμα.
ΜΟΥΣΕΙΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (λιμάνι) Μέχρι τις 22 Μαΐου μία καλοστημένη έκθεση με τίτλο «Ματιές στην πόλη της Θεσσαλονίκης – Η πόλη τον εικοστό αιώνα» θα περιμένει να ανταμείψει τους περίεργους που τολμήσανε να ανεβούνε τα σκαλιά του μουσείου. Πρόκειται για μία έκθεση που ξεναγεί τους θεατές της στην ιστορία της αγαπητής αυτής πόλης, που φιλοξενεί στο σημείο G του κόλπου της το ίδιο το μουσείο. Φωτογραφίες ανθρώπων, καταστάσεων, ιστορικών μνημείων, τοπίων, γεγονότων και άλλων γεμάτων πληροφοριακό ενδιαφέρον εικόνων θα γεμίσουν ευχαρίστηση μικρούς και μεγάλους. Παράκληση: απαιτείται τουλάχιστον μισή ώρα και περισσότερο για να την απολαύσετε. Για τούτο, καλό είναι να υπολογιστεί και διάλειμμα στη μέση της περιήγησης, στο καφέ του μουσείου. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΚΗΣ (Μητσαίων 7) Μονόχρωμες φωτογραφίες σε μία βαθιά μπλε απόχρωση είναι το υλικό της καινούριας έκθεσης που προτείνει το Φ.Κ.Θ. Στα πλαίσια του προγράμματος 'Επαναδιατυπώσεις', ενός προγράμματος που συστήνει στους Θεσσαλονικείς σημαντικές εργασίες και τεχνικές του παρελθόντος, με την κρυφή ελπίδα της απαραίτητης καλλιτεχνικής αφύπνισης, της από όπου προερχόμενης έμπνευσης για δημιουργία. Την φορά αυτή φιλοξενούμενος καλλιτέχνης στους χώρους του Φ.Κ.Θ. είναι ο Λουκάς Κορογιάνος από τη Σουηδία, (ήλθε προσκεκλημένος και δίδαξε στο σχετικό σεμινάριο, με την έκθεση που φέρει τον τίτλο της τεχνικής του, ΚΥΑΝΟΤΥΠΙΕΣ. (Μέχρι τις 14 Μαΐου). Φωτογραφίες καμωμένες με μία τεχνική μέθοδο των αρχών του αιώνα που προσφέρει κάτι ξεχωριστό στις νέας αισθητικής εικόνες. ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ (Δ.Ε.Θ.) Στο πάντοτε ενδιαφέρον Μ.Μ.Σ.Τ. μέχρι τις 22 Μαΐου μας περιμένει ανάμεσα στα άλλα εκθέματα (δωρεά συλλογής Ξύδη με πλήρη κατάλογο κ.τ.λ.) η έκθεση 'Αρχεία Του Μέλλοντος 1975 – 2004' των Silvie και Cherif Defraoui. Φωτογραφίες μεγάλες σε μουσαμά, video σε ανορθόδοξες προβολές και άλλα πολυδιάστατα θα εξάψουν τη φαντασία του επισκέπτη δημιουργού και θα δώσουν αφορμή για γόνιμες συζητήσεις.
ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ (Βασ. Όλγας) Η Ελλάδα μετά τον εμφύλιο, φωτογραφημένη από έναν αμερικανό ανάμεσα στα χρόνια 1954 – 1965, δείχνει αθώα, καθώς προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της και να ξεπεράσει τον σκόπελο της αναγκαστικής προσφυγιάς για τα περισσότερα από τα ανυπότακτα παιδιά της. Η έκθεση φέρει τον τίτλο 'Ελλάδα, τα χρόνια της αθωότητας' και είναι του Robert McCabe. Μέρη, συνήθειες, άνθρωποι, δρόμοι, πέτρες, χαλάσματα μιας Ελλάδας που σήμερα μόνο στις φωτογραφίες μπορείς να δεις. Μια έκθεση που βάζει επιτακτικό το καθήκον στους φωτογράφους, παράλληλα με το προσωπικό τους έργο, να ασχολούνται και με την καταγραφή της εποχής τους, και με το ντοκουμέντο. Το ποιο κοινότυπο σήμερα θα είναι απίθανο παρελθόν σε μόλις 30 χρόνια. ART HOUSE (Βογατσικού 2) Μέχρι τις 22 Μαΐου θα φιλοξενείται μία μικτή έκθεση εικαστικών. Ανάμεσά τους και οι Θεοδωράνου Ελίζα και Βαρυτιμιάδης Νίκος που παρουσιάζουν φωτογραφίες. ΥΨΙΚΑΜΗΝΟΣ (Πάικου 1) Ένας νέος χώρος στην περιοχή της οδού Συγγρού φιλοξενεί φωτογραφίες της Δέσπως Δημοπούλου. Καλή αρχή. ΜΑΥΡΗ ΓΑΤΑ ΚΑΙ ΥΦΑΝΕΤ Δεν θα πρέπει να κλείσει αυτό το σημείωμα χωρίς να αναφερθούν δύο σημαντικές και ελπιδοφόρες προσπάθειες που τάραξαν τα φωτογραφικά πράγματα της Θεσσαλονίκης τον Απρίλιο. Η δυναμική εμφάνιση δύο καταλήψεων, της 'Μαύρης Γάτας' και αυτής της 'ΥΦΑΝΕΤ'. Η φωτογραφική ομάδα της πρώτης συγκέντρωσε ντοκιμαντέρ, εκπομπές της τηλεόρασης και ταινίες για τη φωτογραφία, και με τετράωρες καθημερινές προβολές, κατάφερε σε δύο σχεδόν εβδομάδες να παρουσιάσει, σε όσους τυχερούς, όλη σχεδόν την ιστορία της φωτογραφίας και τους προβληματισμούς γύρω από αυτή. Η δεύτερη, με αφορμή τα γενέθλιά της, κατάφερε αυτό που δεν έκανε το ΥΠΠΟ και ο Οργανισμός Πολιτιστικής Πρωτεύουσα 1997, να μετατρέψει σε χώρο ελεύθερης έκφρασης και δημιουργίας το παλιό εργοστάσιο της υφαντουργίας που υποτίθεται θα μετετρέπετο σε Μουσείο, σε Κέντρο Τέχνης, ακόμα και Σχολή Καλών Τεχνών.
Ευελπιστούμε αυτό το πρόγραμμα που σας ετοιμάσαμε (με ελάχιστα επεξηγηματικά σχόλια λόγω του όγκου των πληροφοριών), να βοηθήσει στην οργάνωση και μιας απλής περιήγησης και της περιπέτειας προς την άρθρωση ενός διαλόγου, θυμίζοντας ότι, τουλάχιστον στα εγκαίνια, βρίσκει κανείς τους δημιουργούς και μπορεί να συζητά μαζί τους από πρώτο χέρι (αλλά και σε πηγαδάκια με τρίτους), πολλά πέραν αυτών που έχουν να πουν τα ίδια τα εκτεθειμένα έργα, πολύ περισσότερα απ όσα γίνονται κατανοητά σε κατά μόνας επισκέψεις.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΘΕΣΕΩΝ Έως 13 Φεβρουαρίου ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ GOETHE ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (Βασ. Όλγας 66). Ατομική έκθεση της Regina Schmeken με τίτλο «Η νέα μέση – φωτογραφίες 1989-2000». Ασπρόμαυρα στιγμιότυπα ιδιαίτερης ευαισθησίας, που ισορροπούν μεταξύ σοβαρού και αστείου. Έως 15 Φεβρουαρίου ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (Μητσαίων 7). Ομαδική έκθεση με τίτλο «Περιπλανήσεις στην πόλη των ανθρώπων». Εννέα φωτογράφοι μέλη της «Ομάδας Σίγμα» παρουσιάζουν τις ξεχωριστές τους ματιές πάνω στον άνθρωπο της μεγαλούπολης. Έως 18 Φεβρουαρίου ΚΑΦΕ – ΓΚΑΛΕΡΙ ΕΝΤΕΧΝΟΝ (Ιωάννου Δέλιου 4). Ομαδική έκθεση με τίτλο «Αντανακλάσεις – Η ηχώ των χρωμάτων και των σκιών». 7 φωτογράφοι από τη Θεσσαλονίκη και 2 από την Τουρκία σχολιάζουν
με
ξεχωριστό
τρόπο
την
αντιστροφή
του
πραγματικού που βιώνουμε μέσω της αντανάκλασης. Αλήθειες και ψέματα, μπρος - πίσω, εδώ και εκεί. Εικόνες ανάξιες εμπιστοσύνης που τραβάν σα μαγνήτης το βλέμμα. Τετ. 11 Φεβρουαρίου ΚΑΦΕ – ΓΚΑΛΕΡΙ ΓΙΟΥΚΑΛΙ (Προσφυγικής Αγοράς 7). Ατομική έκθεση της Χριστίνας Παπαφράγκου με αφορμή την παγκόσμια πρεμιέρα της καινούριας ταινίας του Θ. Αγγελόπουλου. Η φωτογράφος παρακολουθεί δύο σχεδόν χρόνια τώρα και φωτογραφίζει το χωριό που δημιούργησε ο σκηνοθέτης για τις ανάγκες
της
ταινίας
μέσα
στη
λίμνη.
Εικόνες
πολύ
ενδιαφέρουσες από την εποχή της κατασκευής του χωριού έως
σήμερα, που το νερό, με την άνοδο της στάθμης, κατέλαβε και πάλι το χώρο του. Δευτ. 16 Φεβρ. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (Μητσαίων 7). Ομαδική έκθεση μελών του Φ.Κ.Θ. επικεντρωμένη στην προτεραιότητα της φόρμας και της τεχνικής σε βάρος του περιεχομένου που κυριαρχεί λίγο πριν το τέλος του μεταμοντέρνου. Τρ. 17 Φεβρουαρ. ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ – ΓΚΑΛΕΡΙ ΙΑΝΟΣ (Αριστοτέλους 7). Ατομική έκθεση του Γιάννη Κόντου με τίτλο «Οι φωτογράφοι της Καμπούλ». Ο παλαιός Θεσσαλονικιός φίλος, φωτορεπόρτερ σήμερα, βρέθηκε στο Αφγανιστάν της μετά-Ταλιμπάν εποχής και φωτογράφισε την επανεμφάνιση σε αυτό των φωτογράφων. Ας μην ξεχνάμε ότι το Ισλαμικό καθεστώς των Ταλιμπάν απαγόρευε αυστηρά τις ανθρώπινες εικόνες γιατί η θέασή τους θεωρούνταν προσβολή στον (κατ ομοίωση) Θεό. Τρ. 17 Φεβρ. Γκαλερί ESP (Ν. Έλλης 3 – 5). Ατομική έκθεση του Χρήστου Καλού με τίτλο «Μεταλλική Πόλη». Τι συμβαίνει σε μία πόλη όταν η «Σύνοδος» και η «Αντισύνοδος» για την παγκοσμιοποίηση συμβαίνουν εντός της; Τρ. 17 Φεβρ. ΚΑΦΕ ΝΙΚΗΣ ΤΡΙΑΝΤΑΠΕΝΤΕ (Λεωφ. Νίκης 35). Ατομική έκθεση του Νίκου Αλεξόπουλου με τίτλο «Plastic life». Ένα ευχάριστο, χαρούμενο και πολύχρωμο σχόλιο για όλα τα όνειρα που πουλιούνται κατά χιλιάδες, απολύτως όμοια, συσκευασμένα σε κουτιά. Τρ. 17 Φεβρ. ΚΑΦΕ DE FACTO (Παύλου Μελά 19). Ατομική έκθεση της Άννας Τζίνη με τίτλο «ΖΟΟ». Εικόνες ζώων μέσα στο φυσικό τους χώρο. Μόνο που τα ζώα είναι πλαστικά. Τετ. 18 Φεβρ. Ε.Λ.Ι.Α. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (Θεοφίλου 13 – Άνω Πόλη). Αναδρομική έκθεση ενός ερασιτέχνη φωτογράφου του μεσοπολέμου, του Γιώργου Βαφιαδάκη.
Τετ. 18 Φεβρ. ΧΑΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (Πλατεία ΧΑΝΘ). Ομαδική φωτογραφική καταγραφή των εργασιών αποκατάστασης της οικολογικής καταστροφής, που προκάλεσε
στις
PRESTIGE.
Η
ακτές
της
φωτογραφική
Γαλλίας
το
μαρτυρία,
δεξαμενόπλοιο σα
μέρος
της
συλλογικής προσπάθειας για την προστασία του περιβάλλοντος. Τετ. 18 Φεβρ. ΤΕΛΟΓΛΕΙΟ ΙΔΡΥΜΑ (Αγ. Δημητρίου 159Α). Παρουσίαση των εργασιών που προέκυψαν από το εργαστήριο εκμάθησης της φωτογραφίας στους τσιγγάνους της Αγ. Βαρβάρας Αττικής με δάσκαλο τον Στ. Ευσταθόπουλο του Φ.Κ.Α. και την υποστήριξη του ΥΠΠΟ. Ξεχωριστές προσεγγίσεις, ματιές και αισθητική από τους νέους τσιγγάνους φωτογράφους. Τετ. 18 Φεβρ. ΓΑΛΛΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ (Λεωφ. Στρατού 2α). Ατομική έκθεση του Στράτου Καλαφάτη. Μεγάλες έγχρωμες φωτογραφίες φίλων από τη Σκόπελο, σαν προσωπικό ημερολόγιο, με μία ξεχωριστή τεχνική που επιβάλλει διαφορετική οπτική στα ίδια τα πράγματα. Εικόνες που μοιάζουν κοσμητικά επίθετα ικανά να υποβάλλουν ερωτήσεις. Στον πρώτο όροφο του ινστιτούτου θα εγκαινιαστεί ταυτόχρονα και η έκθεση της περσινής νικήτριας της Photosynkyria Τρισεύγενης Άρχοντα. Πεμ. 19 Φεβρ. ΓΚΑΛΕΡΙ ΖΗΤΑ-ΜΙ (Προξένου Κορομηλά 1). Ατομική έκθεση του Βρετανού Patric Ward. Πεμ. 19 Φεβρ. ΛΟΥΤΡΑ ΜΠΕΗ ΧΑΜΑΜ (Εγνατία Οδός και Αριστοτέλους). Ατομική έκθεση του Βρετανού Paul Seawright με τίτλο «Hidden» και εικόνες και πάλι από το Αφγανιστάν, γεμάτες με μεγάλα άσπρα σημάδια, προφανώς για να υποδηλώσουν ότι ο έλεγχος ολοκληρώθηκε. Ποιος όμως έλεγχος; Πεμ. 19 Φεβρ. AAS GALLERY (Ερμού 59). Ατομική του Στέλιου Ευσταθόπουλου με τίτλο «κάποιος χτυπάει την πόρτα».
Πεμ. 19 Φεβρ. ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ (Παλ. Πατρών Γερμανού 25). Ατομική έκθεση του αμερικανού Dick Blau με τίτλο «Λαμπερό Βαλκανικό Πρωινό», μια ασυνήθιστη ιστορία για «τσιγγάνους» και «Βαλκάνιους», που διαπραγματεύεται την πιθανότητα της αμοιβαίας πολιτιστικής ανταλλαγής σε μια περιοχή διάσημη για τις βίαιες εθνικές συγκρούσεις. Πεμ. 19 Φεβρ. GALERIE TINT (Χρυσ. Σμύρνης 13). Φωτογραφίες, βίντεο και εγκαταστάσεις με σατυρική διάθεση, του Τάκη Ζερδεβά. Παρ. 20 Φεβρ. ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΚΑΙΤΕ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ (Βασ. Όλγας 66). Φωτογραφική καταγραφή της περιοχής όπου ναυπηγήθηκε το γνωστό σε όλους σκάφος «Τιτανικός» που πρόλαβε να βουλιάξει στο παρθενικό του ταξίδι. Του Kai-Olaf Hesse. Παρ. 20 Φεβρ. ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ (Βασ. Όλγας 108). Φωτογραφίες του Lim Young Kyan από την Κορέα, του Δημήτρη Χαρισιάδη (με φωτογραφίες από την Επίδαυρο μεταξύ των ετών 1954-1966) και της Deborah Baker (ένα μοντάζ οικογενειακών φωτογραφιών με τίτλο «Φαντάσματα του παιδικού δωματίου»). Παρ. 20 Φεβρ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ (Δ.Ε.Θ.). Μία έκθεση του Βρετανού Wendy Mc Murdo και μία του γνωστού μας σκηνοθέτη Giuseppe Tornatore που παρουσιάζει εικόνες από το χωριό «Novij Urengoi» της Σιβηρίας, σαν επιστροφή, όχι σε μία άγνωστη, αλλά σε μία χαμένη χώρα. Σαβ. 21 Φεβρ. ΓΕΝΙ ΤΖΑΜΙ (Αρχαιολογικού Μουσείου 30). Μεγάλη ομαδική έκθεση 9 φωτογράφων με τίτλο «Συμπτώσεις και κατασκευές: ερμηνείες του καθημερινού» σε επιμέλεια Π. Κοκκινιά και της Αλεξ. Μόσχοβη. Σαβ. 21 Φεβρ. ΜΟΥΣΕΙΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ (Αποθήκη Α στο λιμάνι). Ομαδική διεθνής
έκθεση
με
τίτλο
«Επινοήσεις
και
Μαρτυρίες,
φωτογραφία και αφήγηση» σε επιμέλεια του γνωστού πλέον εργολάβου της Συγγυρίας John Stathatos. Η έκθεση αυτή που φιλοξενείται στην πολύ ωραία αίθουσα του διοργανωτή, είναι και ομότιτλη του θέματος
που δόθηκε πέρυσι στους
φωτογράφους, σαν κεντρικός άξονας όλων των εκδηλώσεων της Photosynkyria 2004.
Αφού θυμίσω ότι οι θεατές των εκθέσεων πρέπει να διαθέτουν χρόνο για κάθε έκθεση και ότι πρέπει να αναζητούν τους καταλόγους που τις συνοδεύουν, να ευχηθώ καλές και πολλές «απολαύσεις».
..................................................... Επί αυτού όμως θα επανέλθουμε. Μέχρις τότε ας δούμε κάποιες εκθέσεις στην πόλη μας.
Συνεχίζονται Έως τις 16 Μαϊου – Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης Η έκθεση «Περίπλους, Φωτογράφοι του Magnum στη σύγχρονη Ελλάδα» αποτελεί ένα μεγάλο δώρο στους Θεσσαλονικείς δημιουργούς, το μεγαλύτερο ίσως δώρο που θα μπορούσε να τους προσφέρει η «Πολιτιστική Ολυμπιάδα» που πλήρωσε για την παραγωγή της έκθεσης, και το Μουσείο Φωτογραφίας που τη φιλοξένησε. Η έκθεση αποτελεί δώρο, γιατί επιβεβαιώνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, τα όσα λέγονται και γράφονται για την ποιότητα των σύγχρονων Θεσσαλονικαίων και γενικά Ελλήνων φωτογράφων, το ότι, δηλαδή, είναι σε ένα πολύ υψηλό πανευρωπαϊκό επίπεδο και καλά θα κάνουν να μη ψαρώνουν με μεγάλα, δήθεν, ονόματα. Η «έκθεση δώρο» με φωτογραφίες μελών ενός από τα πιο πολύ αυτοδιαφημισμένα πρακτορεία του κόσμου, περιλαμβάνει οπωσδήποτε εικόνες «ενός επιπέδου», αλλά πέραν τούτον ουδέν. Ελάχιστες εικόνες του ελάχιστου, που απογοητεύουν όσους δε γνωρίζουν τι εστί Magnum σήμερα, πως λειτουργούν οι ατζέντηδες και τι σημαίνει «πλύση εγκεφάλου». Όλες οι φωτογραφίες της έκθεσης είναι καλές, μόνο δύο-τρεις όμως επιβεβαιώνουν αυτό που περίμενε ο μισοπληροφορημένος, αυτός που έχει ακούσει τόσα για το πρακτορείο που δούλευαν ο BRESSON, o SALGADO και τόσοι άλλοι πριν αποχωρήσουν. Η «έκθεση δώρο» δείχνει σα να προέκυψε μέσα από τον επιμελητή της. Όπως δηλαδή, δίνεις 30 φιλμ σ’ έναν αρχάριο (όχι ότι είναι αρχάριοι οι φωτογράφοι της έκθεσης, ο Οικονομόπουλος π.χ. έχει φτιάξει στο παρελθόν και είκοσι φωτό πάρα πολύ παγκόσμιου επιπέδου) και στο τέλος ο επιμελητής, διαλέγει τρεις καλές και ομογενοποιημένες φωτογραφίες, τις μεγεθύνει και τις βάζει σε μία ομαδική έκθεση, γεμίζοντας το κοινό ερωτηματικά για το «ποιος» κρύβεται πίσω από τις ελάχιστες εικόνες, έτσι και αυτή η έκθεση άφησε άφωνος τους φωτογράφους. Μήπως το Magnum στις μέρες μας είναι ένα ακόμη εμπόδιο στην παγκόσμια δημιουργική φωτογραφία; Δεν ξέρω. Το μόνο που ξέρω, είναι πως όλοι πρέπει να την δουν, έστω και με τα παραπάνω στη σκέψη τους και δε θα χάσουν.
Έως τις 23 Μαϊου, Καφέ – Μπάρ Γιουκάλι Στο καφέ της πλατείας Προσφυγικής Αγοράς (η εσωτερική πλατεία ανάμεσα στις πολυκατοικίες των «παλιατζίδικων» της οδού Τοσίτσα) η Τζένη Λυκουρέζου παρουσιάζει την έκθεσή της «TERRA AMATA» (αγαπημένη γη). Έγχρωμες φωτογραφίες, αποσπάσματα, που αποτελούν, όμως, μία εξομολόγηση αγάπης σε μια χώρα όμορφη και σημαντική, σαγηνευτική, πληθωρική και πολλές φορές θεατρική, την Ιταλία.
Μία χώρα που η φωτογράφος γνώρισε πολύ καλά και αγάπησε, μία χώρα στην οποία η φωτογράφος αφέθηκε να «χαθεί στους δρόμους της» και με το φακό της να ονειρευτεί. Έως τις 22 Ιουνίου, Restaurant Parapoli Έκθεση ασπρόμαυρης φωτογραφίας του Λάμπρου Κυριακού με παλαιές και νέες εικόνες. Από 7 έως 21 Μαϊου, Εκθεσιακός χώρος οδού Κρυστάλλη Στον υπόγειο χώρο του Δήμου Θεσσαλονίκης στην περιοχή της πλατείας Αντιγονιδών, το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, σε συνεργασία με το Α΄ Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Θεσ/νίκης, διοργανώνει την Θ΄ ετήσια έκθεση Μαθητικής Φωτογραφίας. Μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παρουσιάζουν τις ατομικές ή συλλογικές τους επιδόσεις (ανά σχολείο). Στα εγκαίνια θα γνωρίσετε πολλούς από τους αυριανούς φωτογράφους της πόλης μας. Αυτό τουλάχιστον δείχνει η πείρα των οκτώ προηγούμενων διοργανώσεων (έχουν συμμετάσχει μέχρι τώρα 37 σχολεία και έχουν εκθέσει φωτογραφίες τους περισσότεροι από εξακόσιοι μαθητές). Από 3 Μαϊου, Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης Έκθεση με τα αποτελέσματα του διαγωνισμού «τονισμένων φωτογραφιών» που διοργάνωσε το Φωτογραφικό Κέντρο με την υποστήριξη των καταστημάτων ΚΑΠΑ ΦΩΤ. Τονισμός ασπρόμαυρων φωτογραφιών ονομάζεται η χημική εκείνη διαδικασία, μέσω της οποίας το ασπρόμαυρο φωτογραφικό είδωλο μετατρέπεται σε χρωματιστό, με «ρεαλιστικά» ή όχι χρώματα. Τα βραβεία της έκθεσης αποδεικνύουν ότι οι φωτογράφοι χρησιμοποίησαν μία τεχνική, για να προσδώσουν πνευματικά χαρακτηριστικά τέτοια στις εικόνες τους, που καμία πραγματικότητα δε θα μπορούσε, να δώσουν ένταση στα εκφραζόμενα συναισθήματα, και ταυτόχρονα, πρόσθετη ποιητική διάθεση στον ξαφνιασμένο ευχάριστα θεατή. Από τις 7 έως 21 Μαϊου, Εκθεσιακός Χώρος Πολυτεχνείου του Α.Π.Θ. Η Φωτογραφική Ομάδα του Α.Π.Θ. για 18η συνεχή χρονιά παρουσιάζει τις εργασίες των παλαιών και νέων της μελών. Ο γνωστός μας ΦΟΑΠΘ είναι μία ομάδα που έχει λόγο ύπαρξης στον ιδιότυπο χώρο των φοιτητών και που κατά περιόδους, ανάλογα με τους "υπεύθυνους" ή τους "δασκάλους" της ομάδας, τη συνειδητότητα του φοιτητικού κινήματος ή τις δυνατότητες των μελών της, μας έδωσε υπέροχα αποτελέσματα.
Έως τις 28 Μαϊου, Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Μια άλλη Ελλάδα» ο TR. VALES παρουσιάζει εικόνες από την Ισλανδία, όπου αφηγούνται τους δεσμούς της πέτρας και του νερού, και ο OL. MERIEL εικόνες που υπενθυμίζουν συνεχώς, την ανθρώπινη αξία, το εύθραυστο της ζωής και τον χαρακτήρα όλων όσων μας περιβάλλουν.
Το μέλλον της Ελληνικής Φωτογραφίας – και τέχνης γενικότερα – γράφεται τώρα. Γι’ αυτό ας δούμε τι «παίζει» αυτόν τον μήνα.
ΔΗΜΑΡΧΕΙΟ ΝΕΑΠΟΛΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Μόλις και προλαβαίνετε να δείτε μία πλούσια, πολυποίκιλη και τεράστια έκθεση στον υπέροχο διόροφο εκθεσιακό χώρο του δημαρχιακού μεγάρου, στο πρώην Στρατόπεδο Στρεμπενιώτη. Πρόκειται για την έκθεση των σπουδαστών της σχολής φωτογραφίας του Φωτογραφικού Κέντρου Θεσσαλονίκης.
ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Από τις 6 Ιουλίου θα φιλοξενείται μία έκθεση του πρακτορείου Magnum με τίτλο «Πλανήτης ποδόσφαιρο». Η έκθεση στο φόρτε του παγκόσμιου ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος στην Πορτογαλία, παρουσιάζει τη γοητεία που ασκεί το ποδόσφαιρο σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου. Ας μην ξεχνάμε ότι η Θεσ/νίκη είναι «Ολυμπιακή Πόλη» για το ποδόσφαιρο.
ΛΙΜΕΝΑΣ ΘΑΣΟΥ Στο πλαίσιο του «Φεστιβάλ Θάσου», στο κτίριο του «Καλογερικού» στο Λιμένα, θα παρουσιαστεί (1-20/7) η έκθεση «Προσωπική Φωτογραφία» από την ομάδα «The Thassos Workshop». 23 φωτογράφοι από Θεσσαλονίκη, Κωνσταντινούπολη και Στοκχόλμη εργάστηκαν στο νησί το καλοκαίρι του 2003 και τώρα παρουσιάζουν το τι κάνανε τότε.
ΜΑΚΡΙΝΙΤΣΑ ΠΗΛΙΟΥ Με την υποστήριξη της Κοινότητας Μακρινίτσας Πηλίου, στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Πηλίου, από τις 25 Ιουλίου έως τις 21 Αυγούστου, θα παρουσιαστεί η συνεργασία των μελών του Φωτογραφικού Κέντρου Θεσ/νίκης και του Atelier Kontrast της Χαϊλδεμβέργης Γερμανίας με τίτλο «ΑΝΑΨΙΣ».
Συνεχίζονται έως τις 30 Μαρτίου
Στην αίθουσα βιβλιοθήκης του Δήμου Αγ. Παύλου (Λεωφ. Όχι 17-19) Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων της «ΟΛΥΜΠΙΑΔΑΣ ΕΙΡΗΝΗΣ» και του ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ «ΕΙΡΗΝΗ», που θα συνέλθει στην Αθήνα θα απολαύσουμε μία έκθεση "ταχυδρομικής τέχνης" (mail art) με άπειρες τεχνικές, τεχνοτροπίες και μέσα, με φωτογραφίες, σχέδια και έργα λοιπών εφαρμοσμένων και εικαστικών τεχνών. Πρόκειται για μια Θεσσαλονικιώτικη παραγωγή που ετοιμάζεται να περιοδεύσει σε Ελλάδα και εξωτερικό. Δεκάδες καλλιτέχνες απ’ όλο τον κόσμο, θα σας περιμένουν με το έργο και τη φαντασία τους να κραυγάζουν όχι στον πόλεμο, ναι στην φιλία και την ανεξαρτησία των λαών, ναι στην Ολυμπιακή εκεχειρία. Να θυμίσουμε πως στην ταχυδρομική τέχνη, ο δημιουργός του έργου αντί να το κατευθύνει προς τη γκαλερί με σκοπό την πώληση, το ταχυδρομεί δωρεάν προς όλους, φίλους και γνωστούς
Στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης (Αποθήκη Α στο λιμάνι) Ομαδική διεθνής έκθεση με τίτλο «επινοήσεις και Μαρτυρίες: φωτογραφία και αφήγηση» σε επιμέλεια γνωστού πλέον εργολάβου της «Φωτοσυγκυρίας» John Stathatos. Μέσα από μία εντυπωσιακή ποικιλία έργων και τεχνοτροπιών, η έκθεση προσπαθεί να ερευνήσει τις ποικιλόμορφες εκδοχές της φωτογραφικής αφήγησης, αποδεικνύοντας πως η φωτογραφία ξέρει πολύ καλά να λέει ιστορίες, πραγματικές αλλά και φανταστικές.
Στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (Δ.Ε.Θ.) Μία έκθεση του Βρετανού Wendy Mc Murdo με εξωπραγματικές εικόνες παιδιών (εικόνες μεταξύ του πραγματικού και του φανταστικού με τη βοήθεια της ψηφιακής τεχνολογίας) και μία του γνωστού μας σκηνοθέτη Giuseppe Tornatore, που παρουσιάζει εικόνες από το χωριό «Novij Urengoi» της Σιβηρίας, σαν επιστροφή, όχι σε μία άγνωστη, αλλά σε μία χαμένη χώρα. (Φυσικά παράλληλα με τις εκθέσεις αυτές «τρέχει» η έκθεση του Μπουντέα, οι μόνιμες συλλογές, το καφέ κ.τ.λ.).
Νέες εκθέσεις που εγκαινιάζονται
ΣΑΒΒΑΤΟ 20 ΜΑΡΤΙΟΥ Στο Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης (Λεωφ. Στρατού) Η Αλίκη στη χερσόνησο των Θαυμάτων, η Ευρώπη στα Βαλκάνια, θα μπορούσε να είναι κάπως παραφρασμένος ο τίτλος της έκθεσης αυτής. Οκτώ από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της σύγχρονης Βουλγάρικης φωτογραφίας παρουσιάζονται στο φωτογραφικό κοινό της πόλης στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «ASPECTS OF BALKAN PHOTOGRAPHY – NEW BALKAN IMAGES THESSALONIKI 2004» που διοργανώνει το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης υπό την αιγίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Ευρωπαϊκή Ενωτική Αριστερά / Βόρεια Πράσινη Συμμαχία).
ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ Στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο Στο ίδιο πλαίσιο εκδηλώσεων θα φιλοξενηθεί ημερίδα με θέμα «Για την ανάπτυξη ενός δικτύου ανταλλαγών για την καλλιτεχνική φωτογραφία στα Βαλκάνια». Στο πάνελ της ημερίδας θα βρίσκονται διευθυντές μουσείων, διεθνών θεσμών και εκθέσεων, αντιπρόσωποι πανεπιστημιακών σχολών και φορέων, ιστορικοί τέχνης, εκδότες φωτογραφικών περιοδικών, επιμελητές εκθέσεων και φωτογράφοι.
ΔΕΥΤΕΡΑ 22 ΜΑΡΤΙΟΥ Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο Εγκαίνια μιας μεγάλης έκθεσης σύγχρονης Βαλκανικής Φωτογραφίας, υπό την αιγίδα του Υπουργείου Μακεδονίας Θράκης. Στην έκθεση αυτή η κάθε βαλκανική χώρα σχεδόν αυτοπαρουσιάζεται. Η συμμετοχή των καλλιτεχνών που θα την εκπροσωπήσουν έχει προταθεί από τους ίδιους τους φορείς της χώρας, μουσεία και κέντρα τέχνης, ευτυχώς χωρίς επαναλήψεις, καθώς κανένας φορέας δε γνώριζε τις προτάσεις του άλλου. Το αποτέλεσμα της συνύπαρξης – όπως φαίνεται και από τον κατάλογο που συνοδεύει την έκθεση – δείχνει άκρως ενδιαφέρον. Οι δεκαπέντε φωτογράφοι που προτείνονται για διάλογο – αναμεταξύ τους αλλά και με το κοινό – είναι αντιπροσωπευτικοί εκφραστές των σύγχρονων εκδοχών της τέχνης αυτής.
Στο μικρό αυτό τόμο βρίσκονται όσα από τα κείμενά μου κατάφεραν να σωθούν στο φάκελό με το όνομά μου στο αρχείο του περιοδικού "Αυλαία της Θεσσαλονίκης, ένα περιοδικό για την τέχνη και τον πολιτισμό της καθημερινότητας". Δημοσιεύονται, για ευνόητους λόγους, όχι με τη μορφή που εστάλησαν (στο περιοδικό) από το συντάκτη τους, αλλά με τη μορφή που εγκρίθηκαν (από τους διευθυντές) αφού "λογοκρίθηκαν" (για διάφορους λόγους), και φυσικά όχι με χρονολογική σειρά. Η έκδοση γίνεται εκτός εμπορίου και μόνον για να διανεμηθεί εκπαιδευτικά στα μέλη του Φωτογραφικού Κέντρου Θεσσαλονίκης και αναμνηστικά σε κάποιους για τους οποίους γίνεται ιδιαίτερη μνεία στα κείμενα. Ευχαριστώ όλους για τις καλές στιγμές που περάσαμε συζητώντας με αφορμή αυτές τις λέξεις, γραμμές, ιδέες.
Καρκατσέλης Βασίλης τηλ. 6942 860 890