ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:15 ΜΜ Page 3
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
ΠΕΙΤΕ ΜΟΥ ΠΩΣ ΕΙΝ’ ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΛΑΚΗ ΚΑΙ ΤΗ ΖΩΗ
d
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΙΣΠΑΝΙΚΑ
ΝΑΝΝΑ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 4
Η παρούσα μετάφραση πραγματοποιήθηκε με την επιχορήγηση του Γενικού Τμήματος Βιβλίων, Αρχείων και Βιβλιοθηκών του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού της Ισπανίας.❧ ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: Marcos Ana, Decidme como es un Arbol © ©
Copyright Hemingway Foreign Rights Trust, 1999 Copyright για την ελληνική γλώσσα Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 200;
Έτος 1ης έκδοσης: 2014 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31
e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-5704-2
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 5
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝA
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ . . . . . . . . . . . . . . . . . .
13
του Ζοζέ Σαραμάγκου Ι. Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
15
Επανασύνδεση με την παιδική ηλικία . . . . . . . . . . . . . . . . . Η ζωή . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Ο πρώτος μου έρωτας . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
19
ΙΙ. Ο ΠΟΛΕΜΟΣ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
43
Ο πατέρας μου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Τα στρατόπεδα Λος Αλμέντρος και Αλμπατέρα . Το καρφί . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Η σύλληψη και τα βασανιστήρια . . . . . . . . . . . .
31 37
. . . . . . . . .
44
. . . . . . . . .
54
. . . . . . . . .
61
. . . . . . . . .
65
ΙΙΙ. ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
72
Η φυλακή της Πορλιέρ . . . . . . . . Η φυλακή της Οκάνια . . . . . . . . . Η φυλακή του Αλκαλά ντε Ενάρες Η φυλακή του Μπούργος . . . . . .
..... . . . . . . . . . . . . . .
72
..... . . . . . . . . . . . . . .
126
..... . . . . . . . . . . . . . .
157
..... . . . . . . . . . . . . . .
167
IV. Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
217
Επιτέλους το Παρίσι! . . . . . Η επίσκεψή μου στην Αγγλία Η ΕΣΣΔ και η Πασιονάρια . . Ρουμανία . . . . . . . . . . . . . .
......... . . . . . . . . . . . . . .
217
........ . . . . . . . . . . . . . . .
226
......... . . . . . . . . . . . . . .
231
........ . . . . . . . . . . . . . . .
249
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 6
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
Η βασιλομήτωρ του Βελγίου Οι νεαροί ριζοσπάστες . . . . Κούβα . . . . . . . . . . . . . . . . Η Βίδα και ο γιος μας . . . . . Χουλιάν Γκριμάου . . . . . . .
....... . . . . . . . . . . . . . . . .
250
........ . . . . . . . . . . . . . . .
257
....... . . . . . . . . . . . . . . . .
261
........ . . . . . . . . . . . . . . .
275
....... . . . . . . . . . . . . . . . .
281
V. ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΑΜΕΡΙΚΗ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
290
Βραζιλία . . . Ουρουγουάη Χιλή . . . . . . Αργεντινή . .
.................. . . . . . . . . . . . . . . . .
290
................... . . . . . . . . . . . . . . .
299
.................. . . . . . . . . . . . . . . . .
311
................... . . . . . . . . . . . . . . .
337
VI. ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
344
Τα φώτα της ράμπας . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Ιταλία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Σκανδιναβία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Καναδάς και Γερμανία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Το CISE και ο Λαγουνέρο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Η Διεθνής Ομοσπονδία Αντιστασιακών και οι Διεθνείς Ταξιαρχίες . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . .
342
. . . .
349
. . . .
356
. . . .
359
. . . .
361
. . . .
375
VII. Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
384
Ο θάνατος του Φράνκο . Η αρχή του τέλους . . . . Η σύνοδος της Ρώμης . . Κόκκινο Μέγα Σάββατο
........... . . . . . . . . . . . . . . .
384
.......... . . . . . . . . . . . . . . . .
385
........... . . . . . . . . . . . . . . .
388
........... . . . . . . . . . . . . . . .
392
ΜΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
. . . . . . . . . . .
395
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 7
Στους γονείς μου Μάρκος και Άνα, αθώα θύματα του πολέμου και των συνεπειών του. Στον γιο μου Μάρκος και στη μάνα του Βίδα Σέντερ. Στις νέες γενιές, στα οργωμένα χωράφια των οποίων σπείραμε την ιστορία μας. Στους συντρόφους μου της αιχμαλωσίας και σ’ όλους τους άντρες και τις γυναίκες του κόσμου που αγωνίστηκαν κι εξακολουθούν ν’ αγωνίζονται για την ελευθερία.
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 8
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 9
Πείτε μου πώς είν’ το δέντρο. Πείτε μου το τραγούδι του ποταμού όταν τον σκεπάζουν τα πουλιά. Μιλήστε μου για τη θάλασσα, μιλήστε μου για την πλατιά μυρωδιά του κάμπου, για τ’ αστέρια, για τον αέρα. (από το ποίημα «Η ζωή», φυλακή του Μπούργος, 1960)
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 10
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 11
∂ÀÃ∞ƒπ™∆π∂™
Στον Ζοζέ Σαραμάγκου, με τον οποίο με συνδέουν τόσα πράγματα, για τη φιλία του, τον πρόλογό του και τα ωραία λόγια του. Και στην Πιλάρ ντελ Ρίο, τη σύζυγό του και εξαιρετική δημοσιογράφο, με ευγνωμοσύνη και τα ίδια αδελφικά συναισθήματα. Στη Μαρία Λουίσα Κάλβο, τον Ντιέγο Ναβάρο και την κόρη τους Σάντρα, επειδή με συνόδευσαν, μέρα με τη μέρα, σ’ αυτή τη δύσκολη περιπέτεια του να γράψω τη ζωή μου. Στην Τσούσα και τον Φέλιξ Πέρεθ, που μου πρόσφεραν γενναιόδωρα ένα πανέμορφο και ήσυχο μέρος για να διευκολύνουν το έργο μου. Στη Σάρα Βιάλ, «νύφη του Βαλπαραΐσο», που ξύπνησε στη μνήμη μου ξεχασμένα και χαμένα συναισθήματα και αναμνήσεις. Και, τέλος, στον φίλο μου Τεοδούλφο Λαγουνέρο, που χρόνο με τον χρόνο με προέτρεπε να γράψω τα απομνημονεύματά μου.
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 12
Ο Μάρκος Άνα με τον Ζοζέ Σαραμάγκου.
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 13
Ζοζέ Σαραμάγκου
¶ƒ√§√°√™ °π∞ ∆√¡ ª∞ƒ∫√™ ∞¡∞
«Πείτε μου πώς είν’ το δέντρο, πείτε μου πώς είναι η δικαιοσύνη, μην μου λέτε πώς είναι η αξιοπρέπεια». Πείτε τους πώς είναι το δέντρο, διότι η φυλακή, σαν αχόρταγος βρικόλακας, ρουφάει σιγά σιγά τις αναμνήσεις απ’ τον έξω κόσμο. Πείτε τους πώς είναι η δικαιοσύνη, διότι εκεί όπου βρίσκονται, ανάμεσα σε τέσσερις βρωμερούς τοίχους ή απέναντι απ’ το εκτελεστικό απόσπασμα, έχει γίνει ποταπή γελοιογραφία, μια πομπώδης απομίμηση, το ίδιο το προσωπείο του εξευτελισμού. Μην τους λέτε όμως τι είναι αξιοπρέπεια, διότι τη γνωρίζουν πολύ καλά, μαζί της κοιμούνται και μαζί της ξυπνούν, έχουν φάει στο τραπέζι της ή της έχουν προσφέρει την πείνα τους και, ανάμεσα στο ένα και στο άλλο, αντιμέτωποι με δεσμοφύλακες και δήμιους, σφίγγοντας τα χείλη και τα δόντια την ώρα των ακραίων βασανιστηρίων, τούτοι οι άνθρωποι επαναπροσδιόρισαν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια στα μέρη όπου, σύμφωνα με τον κήρυκα των εγκληματιών, θα έπρεπε εν τέλει να τη χάσουν. Αυτό το βιβλίο του Μάρκος Άνα μας διηγείται πώς συνέβη. Παρουσιάζεται ως αναμνήσεις μιας ζωής, αλλά είναι πολύ περισσότερο από αυτό, όχι μόνον επειδή ο συγγραφέας απορρίπτει όλους και έναν έναν τους πειρασμούς να κοιταχτεί ικανοποιημένος στον καθρέφτη, αλλά κυρίως επειδή τον σπάει, ώστε στα πάμπολλα κομμάτια του να καθρεφτιστούν τα πρόσωπα των συντρόφων του στη δυστυχία. Το εγώ εδώ είναι πάντα εμείς. Τούτο το βιβλίο είναι ένα μάθημα ανθρωπιάς, αλλά όχι επειδή στόχος και σκοπός του ήταν να δώσει ένα μάθημα στους αναγνώ-
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 14
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
στες γύρω από τον σωστό δρόμο, λες κι απ’ αυτές τις σελίδες έπρεπε να προκύψει κάποιος ηθικός κώδικας ή ένα εγχειρίδιο κανόνων δημοσίας και ιδιωτικής χρηστοήθειας. Κατά κάποιον τρόπο που ταυτοχρόνως είναι και ωμός και ποιητικός, ο Μάρκος Άνα εξετάζει και περιγράφει, με επιδέξια πένα κι ένα ύφος σίγουρο για τις πηγές του, τη ζωή στη φυλακή, με τους ηρωισμούς και τις αδυναμίες της, την αλληλεγγύη που είχε μετατραπεί σε ένστικτο, τη γενναιότητα ως συνήθεια, χαρακτηριστικά χωρίς τα οποία δεν θα ήταν δυνατή η επιβίωση στην κόλαση της μέρας και της νύχτας, στον φόβο της αυγής που έφερνε τον θάνατο, στη μακρά αναμονή μιας απελευθέρωσης που για πολλούς δεν ήρθε ποτέ. Πες μας πώς είναι ένα δέντρο για να μην αμφιβάλουμε πως κάτι στον κόσμο, έξω από τούτους τους τοίχους, εξακολουθεί ν’ αγωνίζεται εναντίον του εξευτελισμού, εναντίον του ψέματος, εναντίον της παράλογης βαρβαρότητας των εχθρών της ζωής. Πες μας πώς είναι και πού βρίσκεται η δικαιοσύνη, ώστε να της ξεσκεπάσουμε τα μάτια για να δει επιτέλους αυτόν που ουσιαστικά υπηρετούσε. Μην μας πείτε όμως πώς είναι η αξιοπρέπεια, διότι αυτό ήδη το ξέρουμε. Ακόμα κι όταν λέγαμε πως δεν είναι παρά μόνο μια λέξη, καταλαβαίναμε ότι επρόκειτο για την καθαρή ουσία της ελευθερίας με την πιο βαθιά της έννοια, αυτήν που μας επιτρέπει να πούμε, ακόμη κι όταν τα γεγονότα μαρτυρούν το αντίθετο, πως ήμασταν φυλακισμένοι αλλά ελεύθεροι. Τούτο το βιβλίο το αποδεικνύει, σαν πνοή δροσερού αέρα που έρχεται να κατατροπώσει τον κυνισμό, την αδιαφορία, τη δειλία. Αποδεικνύει ακόμα πως είναι πραγματικά δυνατή η πρόσβαση στη σφαίρα του αληθινού ανθρώπινου. Ο Μάρκος Άνα πήγε εκεί. Πήγε και θα εξακολουθήσει να βρίσκεται εκεί όσο ζει. Ας ευγνωμονούμε την απλότητα, τη φυσικότητα με τις οποίες είναι φτιαγμένος ο άνθρωπος. Ολόκληρος, αυθεντικός και ολοκληρωμένος.
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 15
[ Ι ]
∏ ∂§∂À£∂ƒπ∞ Εμπρός, στον δρόμο! Ήρθε η ώρα να διαβούμε προτάσσοντας τα γυμνά μας στήθη. ΓΚΑΜΠΡΙΕΛ ΘΕΛΑΓΙΑ
Ήταν 17 Νοεμβρίου 1961. Δεν θυμάμαι την αίσθηση της ζέστης ή του κρύου, του σκοταδιού ή του φωτός που είχα βγαίνοντας απ’ τη φυλακή. Πετούσα στα σύννεφα, απροσάρμοστος κι ευτυχισμένος. Ο Φράνκο είχε εκδώσει ένα διάταγμα που θα το ’λεγες καλύτερα πρόποση στον ήλιο. Ανακοίνωσε την αυτόματη απελευθέρωση όλων των πολιτικών κρατουμένων που ήταν φυλακισμένοι συνεχώς για πάνω από είκοσι χρόνια. Εκείνη τη στιγμή, από τους 465 κρατούμενους που βρίσκονταν μόνο στη φυλακή του Μπούργος, ήμουν ο μοναδικός που πληρούσε την προϋπόθεση. Ειδοποίησα την οικογένειά μου ότι από μέρα σε μέρα θα με αποφυλάκιζαν. Συναντήθηκα με τους συντρόφους από την καθοδήγηση του Κόμματος, οι οποίοι θεωρούσαν ότι μετά την αποφυλάκισή μου θα ήμουν πιο χρήσιμος στο εξωτερικό παρά στην Ισπανία και ειδοποίησαν το Παρίσι ώστε να πάρει τα αναγκαία μέτρα. Αν και δεν ήμασταν σίγουροι ότι θα μ’ έπιανε η «χάρις του Αρχηγού» λόγω του ιδιάζοντος της περίπτωσής μου: δύο καταδίκες και κατ’ επανάληψιν διαπιστωμένη επικινδυνότητα. Παρ’ όλα αυτά το πρωί εκείνης της 17ης Νοεμβρίου με φώναξαν στο Διοικητήριο:
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 16
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
«Ετοιμαστείτε να αφεθείτε ελεύθερος. Μετά το φαγητό, μόλις ετοιμαστούν τα χαρτιά, θα μπορέσετε να φύγετε». Φώναξα κάποιους συντρόφους, τους παρέδωσα μερικούς φακέλους που περιείχαν πολιτικά κείμενα και ποιήματα για να τα φυλάξουν και να μου τα στείλουν το συντομότερο δυνατόν. Μετά το φαγητό με φώναξαν από τα μεγάφωνα: «Φερνάντο Μακάρο, στο Διοικητήριο με όλα σας τα υπάρχοντα». Έφυγα μόνο με τα ρούχα που φορούσα. Μαζί μου πήρα μόνο το Κάντο Xενεράλ του Πάμπλο Νερούδα, καμουφλαρισμένο με το εξώφυλλο και τις πρώτες σελίδες ενός βιβλίου με θρησκευτικούς στίχους. Αποχαιρέτησα και πάλι τους φίλους και συντρόφους από την πτέρυγά μου. Είχε διαδοθεί το νέο και, όταν κατέβηκα, στην αυλόπορτα που έβλεπε κατά τα συρματοπλέγματα της εξόδου είχαν ήδη συγκεντρωθεί πολλοί άλλοι σύντροφοι για να μ’ αποχαιρετήσουν. «Μην μας ξεχνάς, μην μας ξεχνάς», μου έλεγαν μερικοί όταν μ’ αγκάλιαζαν. Τους είπα αντίο μ’ έναν κόμπο στον λαιμό, υπό το άγρυπνο και έκπληκτο βλέμμα των φρουρών. Το ραντεβού με την οικογένειά μου ήταν στη συνοικία Γιάγουε,* δίπλα στη φυλακή, όπου έμεναν μακρινοί συγγενείς. Με περίμεναν η μεγάλη μου αδερφή Μαργαρίτα, που πάντα την είχα σαν μητέρα, ο θείος Χοσέ κι ένας συγγενής που δούλευε ως ταξιτζής στη Μαδρίτη και είχε προσφερθεί να έρθει μαζί τους να με πάρει. Ήταν συγκινητική συνάντηση, λες και υποδέχονταν κάποιον που αναστήθηκε. Η αδερφή μου δεν σταματούσε τις αγκαλιές
* Juan Yagüe y Blanco (1891-1952), στρατιωτικός ο οποίος έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στο κίνημα κατά της δημοκρατικής κυβέρνησης, που οδήγησε στον εμφύλιο του 1936. Πέθανε στο Μπούργος και προς τιμήν του έδωσαν το όνομά του στα περίχωρα της εν λόγω φυλακής. (Σ.τ.Μ.)
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 17
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
και τα φιλιά, ενώ έκλαιγε μ’ αναφιλητά και ταυτόχρονα γελούσε τρέμοντας. Βγαίνοντας απ’ το σπίτι των συγγενών, κοίταξα επίμονα τη φυλακή που μόλις είχα εγκαταλείψει. Απ’ έξω δεν είχε απαίσια όψη. Τα μάτια μου όμως διέσχιζαν τους χώρους και ήξεραν πολύ καλά τα σκοτεινά σωθικά εκείνου του βόθρου. Μετά από τις συγκινητικές σκηνές της συνάντησης με την οικογένειά μου, ξεκινήσαμε το ταξίδι. Τα ξαδέρφια μου απ’ το Μπούργος μου πρότειναν να πάω στο κέντρο της πόλης, να πιω ένα αναψυκτικό στη λεωφόρο Εσπολόν, να βολτάρω στους δρόμους όπως ένας ελεύθερος άνθρωπος... «Το Μπούργος είναι πολύ ενδιαφέρουσα πόλη», μου έλεγαν. Αλλά εγώ προτίμησα να ξεκινήσω το ταξίδι μου μια ώρα αρχύτερα, σχεδόν λες και με κυνηγούσαν. Ένιωθα την ανάγκη ν’ απομακρυνθώ σαν να με παραμόνευε κάποιος κίνδυνος. Δεν μπορούσα όμως να ξεφύγω απ’ τον εαυτό μου. Η φυλακή μ’ ακολουθούσε σαν τη σκιά μου. Κυριευμένος από μεγάλη αγωνία, ένιωθα σαν να με είχαν ξεριζώσει συθέμελα απ’ το φυσικό μου σύμπαν. Παρήλαυναν στον νου μου τα οικεία πρόσωπα των συντρόφων που άφηνα στη φυλακή, υποδειγματικά αδέρφια, με τα οποία είχα μοιραστεί τόσους αγώνες κι ελπίδες. Μερικά χιλιόμετρα πιο κάτω κάναμε μια στάση γιατί ανακατώθηκα και έβγαλα τα λίγα που είχα φάει. Όλα στριφογύριζαν, ζαλιζόμουν. Ήταν για μένα μια στιγμή μεγάλης σύγχυσης. Μου μαζεύτηκαν υπερβολικά πολλά σε λίγες ώρες – ο αποχαιρετισμός των συντρόφων μου, η συνάντηση με την οικογένειά μου, η χαρά της ελευθερίας, που ακόμα μου έμοιαζε σαν θαύμα. Από την άλλη, ένας άγνωστος και ανησυχητικός κόσμος πρόβαλλε απ’ το παράθυρο του ταξί και τον κατασπάρασσα με τα μάτια μου. Τα μάτια μου όμως υπέφεραν κι αυτά τυφλωμένα απ’ το φως, την έκταση και το βάθος του ορίζοντα, έτσι όπως ήταν
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 18
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
συνηθισμένα για τόσα χρόνια στους κλειστούς και κάθετους χώρους. Όταν άρχισε να σουρουπώνει και το φως έχασε την έντασή του, ένιωσα καλύτερα. Τα μάτια μου ξεκουράστηκαν, αν και η φυσική ενόχληση και η ανασφάλεια με συνόδευαν σε όλη τη διαδρομή, μέχρι που φτάσαμε, νύχτα πια, στο σπίτι της αδερφής μου στο Αλκαλά ντε Ενάρες. Εκεί περίμενε η υπόλοιπη οικογένεια, η ανιψιά μου η Τίτα με τον σύζυγό της Χουλιάν και τα μικρά παιδιά τους, που είχαν περάσει πολλές φορές απ’ τη φυλακή για να με δουν όταν τους έδιναν άδεια, δυο τρεις αργίες τον χρόνο. Κάτσαμε και πιάσαμε την κουβέντα ως τα ξημερώματα. Εν μέσω όλης αυτής της σύγχυσης συναισθημάτων και της χαράς της οικογένειας, δεν έλεγα να ξεχάσω το τελευταίο αίτημα των συντρόφων μου: «Μην μας ξεχνάς, μην μας ξεχνάς...» Για κείνους αυτά τα λόγια σήμαιναν ελπίδα, για μένα ήταν δέσμευση που θα με συνόδευε σε όλη μου τη ζωή. Δεν θυμάμαι καλά πώς κοιμήθηκα εκείνη την πρώτη νύχτα ελεύθερος. Σίγουρα θα ονειρεύτηκα τη φυλακή. Όχι μόνο εκείνη τη στιγμή, αλλά επί πολλά χρόνια μετά η φυλακή κρυβόταν, κι ακόμα κρύβεται, στα όνειρά μου. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΦΥΛΑΚΗ
Αγκαθωτοί τοίχοι, τσόφλια τραχιά όπου ο άνθρωπος πονάει κάθε μέρα. Στενό κοίλωμα πληγής και τάφρου. Σπηλιά της Καστίλης, αργός φόβος, καθεδρικός ναός ανάστροφος προς τον τάφο, κάτω από ’να δέρμα καρκινοπαθούς πέτρας. Υπάρχει ένα δέντρο εδώ, πληθωρικό, θαμμένο, από ζωντανές καρδιές που μοιάζουν
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 19
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
κόκκινες λάμπες στο θολό το φως. Φύλλα πολλά δίχως αίμα σιγά σιγά πέφτουν, μα η φωσφορική του ρίζα ανθίζει, σημαία ξεδιπλωμένη σε κάθε πλάκα. Και σ’ αυτόν τον σκοτεινό πόνο όπου η καρδιά μου κατοικεί μες στις σκιές, μόνο το φως πια τούτης της σημαίας είναι εκθαμβωτικό.
Επανασύνδεση με την παιδική ηλικία Το επόμενο πρωί περπάτησα στους δρόμους και στις πλατείες του Αλκαλά ντε Ενάρες, ανακτώντας πολλές σκηνές της εφηβείας μου. Η παιδική μου ηλικία ήταν πιο θολή, τυλιγμένη στο κενό, λες και η φυλακή να ήταν ο ποταμός της λησμονιάς και, με το που τον διάβηκα, έσβησε εκείνη η μακρινή όχθη της ζωής μου. Είμαι απ’ τη Σαλαμάνκα. Γεννήθηκα στις 20 Ιανουαρίου του 1920, στη γειτονιά του Σαν Βιθέντε της κοινότητας Αλκονάδα, αλλά μέναμε στη Βεντόσα ντελ Ρίο Αλμάρ, ένα χωριουδάκι της επαρχίας της Σαλαμάνκα. Γεννήθηκα σε μια πάμφτωχη οικογένεια μεροκαματιάρηδων του κάμπου. Οι γονείς μου, ο Μάρκος και η Άνα, ήταν ευγενικοί και απλοί άνθρωποι, σκλάβοι μιας γης που δεν τους ανήκε. Ο πατέρας μου δούλευε από παιδί κι ήταν αναλφάβητος. Είχε μια φυσική ανθρωπιά και τον απασχολούσε πάντα η ευημερία της οικογένειάς του. Η μάνα μου ήξερε να διαβάζει και να γράφει, μόνον αυτό. Ήταν γυναίκα με φυσική ευφυΐα και με μια τρυφερότητα που θα θυμάμαι πάντα. Δουλειά της, πέρα απ’ το να φροντίζει το σπίτι και την οικογένεια, ήταν να πηγαίνει κάθε μέρα το φαγητό που μαγείρευε η ίδια στους κολίγους που δούλευαν στο χωράφι. Το κουβάλαγε μ’ ένα παλιό δίτροχο καρότσι που έσερνε ένα άλο-
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 20
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
«Ο πατέρας μου μύριζε ιδρώτα, τιμιότητα, φτώχεια...»
γο που το φώναζαν Αυγερινό. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί το έβγαλαν έτσι, αφού ήταν μαύρο σαν τη νύχτα. Ίσως επειδή είχε μιαν άσπρη πιτσιλιά στο κούτελο, σαν αστέρι. Εκεί, στη Βεντόσα, ζούσε όλη μου η οικογένεια. Ήμασταν τέσσερα αδέρφια. Η Μαργαρίτα, η μεγάλη, πήγε να δουλέψει υπηρέτρια στο Αλκαλά ντε Ενάρες, στην επαρχία της Μαδρίτης, και ύστερα σιγά σιγά πήρε μαζί της και τα άλλα δυο αδέρφια μου, την Πέτρα και τον Φαμπριθιάνο. Στο χωριό μείναμε μόνο οι γονείς μου κι εγώ, που ήμουν τότε πέντε ή έξι χρόνων, ήμουν ο μικρότερος της οικογένειας. Οι αναμνήσεις που έχω από την παιδική μου ηλικία σ’ εκείνο το χωριουδάκι είναι ελάχιστες και μου έρχονται ασυνάρτητα. Τα πρόσωπα μερικών φίλων μου, τα παιδικά παιχνίδια, οι κατσάδες της μάνας μου επειδή έκανα μπάνιο στο ποτάμι, η κούραση του πατέρα μου όταν γύριζε απ’ τη δουλειά, η ακραία αθλιότητα της οικογένειάς μου. Μερικά πράγματα τα θυμάμαι πιο καθαρά, όπως ότι το σούρουπο, σχεδόν νύχτα, συνήθιζα να περιμένω στα περίχωρα του χωριού τον πατέρα μου που γύριζε απ’ το χωράφι. Όταν τον έβλεπα να εμφανίζεται στο βάθος, έτρεχα να τον συναντήσω και πηδούσα στην αγκαλιά του. Μύριζε χώμα, ιδρώτα και φτώχεια. Η φτώχεια έχει μια ευγενική και τίμια μυρωδιά που αντιλαμβάνονται οι φτωχοί. Μ’ άρεσε να πηγαίνω μαζί τους τις Κυριακές στον κάμπο για να μαζέψουμε καυσόξυλα. Θυμάμαι ότι μια μέρα μάς
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 21
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Ο Μάρκος Άνα με τη μητέρα του, που πέθανε το 1943. Δεν άντεξε τη θανατική του καταδίκη.
ξάφνιασε μια τρομερή καταιγίδα. Ένας κεραυνός έκοψε στα δυο ένα κοντινό δέντρο κι ο πατέρας μου με σκέπασε με μια κουβέρτα και με κουλούριασε κάτω απ’ τον γάιδαρο για να με προστατεύσει απ’ τον φόβο κι απ’ τη βροχή. Τίποτα σημαντικό δεν συνέβαινε στο χωριό. Ο χρόνος κυλούσε αργά και μονότονα, ώσπου μια μέρα όλα άλλαξαν ξαφνικά. Η αδερφή μου η Μαργαρίτα, που είχε πάντα την εμμονή να συγκεντρώσει την οικογένεια, βρήκε στον πατέρα μου δουλειά περιβολάρη σ’ ένα περιβόλι στο Αλκαλά ντε Ενάρες. Μετά από πολλούς δισταγμούς και ταλαντεύσεις μπροστά στο άγνωστο, οι γονείς μου δέχτηκαν. Μου εντυπώθηκε πολύ ζωντανά η στιγμή που αφήναμε το χωριό. Ξεκινήσαμε μ’ ένα κάρο που έσερναν μουλάρες να πάμε στον σταθμό του Μπρακαμόντε, κοντά στη Σαλαμάνκα, για να πάρουμε το τρένο. Ο πατέρας μου μ’ έβαλε στο ψηλότερο σημείο του κάρου, πάνω σ’ έναν σωρό από βαλίτσες και οικοσκευή. Ποτέ δεν είχα βγει απ’ το χωριό κι ό,τι έβλεπα εξήπτε τη φαντασία μου. Απ’ αυτή την περιπέτεια, σαν σε παιδικό παραμύθι, αυτό που χαράχτηκε πιο έντονα στη μνήμη μου ήταν η στάση μας στον σταθμό της Μεδίνα ντελ Κάμπο, που εκείνη την εποχή ήταν σημαντικός σιδηροδρομικός κόμβος. Ο θόρυβος των τρένων, οι μηχανές που πηγαινοέρχονταν βγάζοντας καπνό και ξεφυσώντας σαν τεράστια σιδερένια ζώα – η φασαρία του κό-
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 22
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
σμου, εκείνη η πυρετώδης δυναμική σε αντιπαράθεση με την αργή και ήσυχη ζωή στο χωριό με εντυπωσίασε ιδιαίτερα. Ρουφούσα τα πάντα με τα έκπληκτα μάτια κι αυτιά μου. Καθετί ήταν έκπληξη, μια νέα ανακάλυψη. Φτάσαμε στο Αλκαλά ντε Ενάρες και μας εγκατέστησαν σε ένα πολύ ταπεινό κι απλό σπίτι από λάσπη και πέτρα που ήταν χτισμένο σε μια γωνιά του περιβολιού. Κι αρχίσαμε τη νέα μας ζωή, που κατά τα φαινόμενα ήταν καλύτερη από κείνη που είχαμε αφήσει. Ιδίως για μένα, που μετέτρεψα το περιβόλι στον προσωπικό μου παράδεισο, κυρίως τα καλοκαίρια, που έπαιζα γυμνός, σαν ένα μικρό ξανθό αγρίμι, μουντζουρωμένος πάντα με μούρα και τσαμπιά, και τσαλαβουτούσα στη γούρνα κάτω από τη σκιά της δάφνης και κάποιων ασυνήθιστων κυπαρισσιών... Πολλά χρόνια αργότερα, στη φυλακή, κάποια στιγμή νοσταλγίας μες στην αιχμαλωσία μου, έγραψα ένα παράξενο ποίημα στο οποίο εμφανίζονται ενστικτωδώς ανακατωμένα με τη θλίψη εκείνα τα τοπία της παιδικής μου ηλικίας:
Το κυπαρίσσι μπόρεσε καλύτερα από κάθε άλλο. Μαχαίρι μυτερό ανάστροφο κάρφωσε στο αίμα μου το άρωμά του. Οι ντάλιες πλέκουν στεφάνια με φως ιώδες στα ξεθωριασμένα μάτια του απογεύματος. Τα κυπαρίσσια χέρι χέρι με τη δάφνη έριξαν γέφυρα πάνω στη γούρνα (νερό λεπτό και ισχνό, λίμνη αγνή, η ζωή μου,
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 23
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
χωρίς να τη ζήσω ούτε στιγμή). Τσεκούρι ηχεί στο δάσος. Το φθινόπωρο κόβει τα κλαδιά της νιότης μου. Κλάψτε με! Έχω μια χαρούμενη ανάμνηση από την ανακήρυξη της Δημοκρατίας τον Απρίλιο του 1931. Η αδερφή μου η Μαργαρίτα ήρθε να με πάρει απ’ το σπίτι, μου χάρισε έναν φρυγικό σκούφο, τον φόρεσα χωρίς να καλοξέρω τι σήμαινε και πήγαμε στο κέντρο της πόλης, στην πλατεία Θερβάντες και στην οδό Μαγιόρ, όπου έπαιζαν μουσική και πολύς κόσμος γιόρταζε τη νίκη. Η αδερφή μου μου αγόρασε από έναν πάγκο μια τρίχρωμη σημαία και μια κάρτα με τα φωσφορίζοντα πρόσωπα του Γκαλάν και του Γκαρθία Ερνάντεθ και μου είπε πως ήταν δυο δημοκράτες ήρωες. Μου εξήγησε ότι πρώτα έπρεπε να κοιτάξω επίμονα την κάρτα και μετά να σηκώσω τα μάτια στον ουρανό. Μαγικά πράγματα και για μένα σχεδόν θεϊκά – εκεί, στον ουράνιο θόλο, εμφανίζονταν τα πρόσωπα των ηρώων, μέχρι που εξαφανίζονταν σιγά σιγά. Όταν η αδερφή μου με πήγε πίσω στο σπίτι, οι γονείς μου, τρομαγμένοι, μου πήραν τη σημαία και τον φρυγικό σκούφο και τα έκρυψαν. Θυμάμαι έντονα και τους εορτασμούς του κόσμου. Ήμουν έντεκα χρόνων και δεν μπορούσα να φανταστώ πόσο θα έπρεπε ν’ αγωνιστώ και να υποφέρω στο όχι και πολύ μακρινό μέλλον για κείνη τη Δημοκρατία που ο λαός υποδέχτηκε με τόση χαρά. Οι φράχτες του περιβολιού έβλεπαν σ’ ένα αλώνι που το έλεγαν «τ’ αλώνι του αρτεσιανού φρέατος» και ήταν παιχνιδότοπος της πιτσιρικαρίας. Στην άλλη άκρη, κοντά στο πηγάδι, βρισκόταν το «Ελ Βεντόρο», ένα είδος ταβέρνας ή μαγειρείου όπου ο πατέρας μου συνήθιζε να πηγαίνει τις Κυριακές για να παίξει χαρτιά. Εκεί εγώ τριγύριζα σαν το ψάρι στο νερό, μια και ήμουν στενός φίλος των παιδιών των ιδιοκτητών. Και οι ι-
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 24
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
διοκτήτες και οι υπάλληλοι με συμπαθούσαν και με φώναζαν «Ανακατωσούρα», προφανώς επειδή, ως παιδί, έκανα ζαβολιές. Απ’ την έξω πλευρά και κατά μήκος του περιβολιού που έβλεπε στ’ αλώνια εκτείνονταν κάτι αυτοσχέδια τσαντίρια Τσιγγάνων, οι οποίοι εγκαθίσταντο εκεί μια δυο φορές τον χρόνο, την εποχή που γίνονταν τα παζάρια των κτηνοτρόφων. Εγώ έπαιζα και συνυπήρχα με τα τσιγγανόπουλα της ηλικίας μου, που με δέχονταν στις παρέες τους, μου έδειχναν πώς να καβαλάω γαϊδούρια και ποτέ δεν είχαμε προβλήματα μαζί τους, ούτε εγώ ούτε κι οι γονείς μου. Δεν ήταν όμως όλα παιχνίδι. Σύντομα μ’ έγραψαν στο σχολείο. Εκεί έμαθα να διαβάζω και να γράφω. Το σχολείο ήταν ένα μικρό ισόγειο, κολλητά στο κτήριο του πανεπιστημίου. Ήταν ένα σχολείο της εκκλησίας, όπου για το παραμικρό σου επέβαλλαν υπερβολικές τιμωρίες. Με απέβαλαν εξαιτίας της ανυπακοής μου και της εξέγερσής μου εναντίον της μεταχείρισης που μας επεφύλασσαν. Η αδερφή μου η Μαργαρίτα, η οποία δούλευε υπηρέτρια στο σπίτι ενός δασκάλου του δημοσίου συστήματος, μίλησε μαζί του και μπήκα σ’ ένα δημόσιο σχολείο. Τον δάσκαλο τον έλεγαν κύριο Μοϊσές, ήταν αυστηρός άνθρωπος, αλλά δίκαιος και καλός με τους μαθητές. Εκεί, με πιο ανθρώπινη μεταχείριση και πιο σύγχρονες μεθόδους διδασκαλίας, απέκτησα μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τη μελέτη και έμαθα περισσότερα πράγματα. Τα βράδια του Σαββάτου, όντας περήφανος σαν παιδί που είχα μάθει να διαβάζω, μ’ άρεσε πολύ να διαβάζω στους γονείς μου, στην οικογενειακή θαλπωρή, μυθιστορήματα σε τεύχη που αγοράζαμε για μερικές δεκάρες κάθε βδομάδα. Θυμάμαι κυρίως ένα με τον τίτλο Σπουργίτες χωρίς φωλιά, που μιλούσε για τα φτωχά παιδιά, που τα νοίκιαζαν και τα εκμεταλλεύονταν υποχρεώνοντάς τα να ζητιανεύουν. Αυτή η ιστορία μάς έκανε και τους τρεις να κλαίμε. Στα δώδεκα ή στα δεκατρία μου χρόνια με βάλανε πωλητή
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 25
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
σ’ ένα μαγαζί που ανήκε στους Πενάλβα, μια οικογένεια που με είχε σαν δικό της παιδί και την οποία θυμάμαι με ευγνωμοσύνη και αγάπη. Εκεί δούλεψα μέχρις ότου ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος. Οι σπουδές μου είχαν τελειώσει.
Θρησκεία και συνείδηση ❖ Οι γονείς μου πίστευαν στον Θεό. Στο σπίτι μας κάθε Κυριακή, εκτός απ’ το ότι το πρωί πηγαίναμε στη λειτουργία, προσευχόμασταν με το κομποσκοίνι. Μεγάλωσα σ’ αυτό το θρησκευόμενο περιβάλλον το οποίο ήταν σημαδεμένο από την καθολική πίστη των γονιών μου και των «αφεντικών» τους –όπως τους έλεγε ο πατέρας μου–, οι οποίοι είχαν λόγο ακόμα και στη συνείδησή τους. Έφτασα να γίνω γραμματέας μιας παιδικής ένωσης της ενορίας, και τις Κυριακές τραγουδούσα στη χορωδία της εκκλησίας. Εκείνη την περίοδο, όπως κι όσες επρόκειτο να έρθουν αργότερα, την έζησα μ’ ένα πάθος έντονο και αθώο, μέχρι του ακραίου σημείου τα γόνατά μου συχνά να μελανιάζουν και να πονάνε επειδή σερνόμουν γονατιστός κάνοντας μετάνοιες. Οι νεαροί καθολικοί εκείνης της εποχής πηγαίναμε στις πολιτικές συγκεντρώσεις των νεολαιίστικων οργανώσεων της Αριστεράς για να μοιράσουμε στην έξοδο τα θρησκευτικά προπαγανδιστικά μας φυλλάδια. Σε μια τέτοια περίσταση, ακούγοντας ένα στέλεχος της Σοσιαλιστικής Νεολαίας, ένιωσα έκπληξη και συγκινήθηκα από τον λόγο του νεαρού εκείνου ρήτορα. Έμοιαζε να μιλάει για μένα, για τα προβλήματα του σπιτιού μου, τις αντιξοότητες της οικογένειάς μου. Με εντυπωσίασε πολύ και κατάλαβα ότι ανήκα στην τάξη των κατατρεγμένων στην οποία αναφερόταν και ότι η οικογένειά μου, χωρίς να το ξέρει, αποτελούσε μέρος εκείνου του κόσμου του ιδρώτα και της αθλιότητας. Ο νεαρός αυτός ρήτορας ονομαζόταν Φεδερίκο Μελτσόρ, και πολλά χρόνια αργότερα, αφού βγήκα από τη φυλακή, είχα
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 26
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
την τύχη να τον γνωρίσω στο Παρίσι, να δουλέψω μαζί του και να γίνουμε πολύ καλοί φίλοι. Ήταν υποδειγματικός άνθρωπος, έξυπνος και με αξέχαστη ανθρωπιά. Η αλήθεια είναι ότι ο Φεδερίκο Μελτσόρ, όπως ο κλειδούχος που είναι υπεύθυνος για τον χειρισμό των σιδηροδρομικών γραμμών, συνέβαλε στην αλλαγή της πορείας και του προορισμού της ζωής μου. Μετά απ’ αυτό, κάθε φορά που γινόταν κάποια εκδήλωση της Σοσιαλιστικής Νεολαίας, δήλωνα εθελοντής για να μοιράσω φυλλάδια των καθολικών. Ήλπιζα να ξανασυναντήσω τον νεαρό ρήτορα που με είχε εντυπωσιάσει τόσο. Δεν ερχόταν πάντα αυτός, αλλά όλοι έφερναν το ίδιο μήνυμα αγώνα και ελπίδας για τους απόκληρους. Άκουγα κάθε φορά και με περισσότερη προσοχή, μέχρι που σιγά σιγά με αιχμαλώτισαν οι ιδέες τους. Μου φαινόταν πανέμορφο και ρομαντικό το ιδεώδες της λύτρωσης των θυμάτων της εκμετάλλευσης, και τον Γενάρη του 1936, την ημέρα που έκλεινα τα δεκαέξι, αποφάσισα να ενταχθώ στη Σοσιαλιστική Νεολαία. Είχα παθιαστεί με την απόφασή μου να υπερασπιστώ εκείνο τον ευγενή σκοπό, αλλά ταυτόχρονα είχα ν’ αντιμετωπίσω και μια προσωπική, ουσιαστική αντίφαση, διότι το θρησκευτικό αίσθημα ήταν βαθιά ριζωμένο στη ζωή μου. Δεν είχα ανατινάξει ακόμα τις γέφυρες που με ένωναν με το παρελθόν. Τα απογεύματα, μετά τη δουλειά στο μαγαζί, πουλούσα τη Renovación, την εφημερίδα της Σοσιαλιστικής Νεολαίας, και εκτελούσα τα καθήκοντα του μέλους, ενώ τα βράδια, πριν ξαπλώσω, εξακολουθούσα να προσεύχομαι, με ειλικρινή ακόμη πίστη. Ήταν μια δύσκολη μετάλλαξη, την οποία πέρασα σιγά σιγά. Είχα πολλές αμφιβολίες και έθετα στον εαυτό μου σοβαρότατα ερωτήματα, όχι σχετικά με τα ιδανικά που είχα πρόσφατα ασπαστεί, αλλά σχετικά με τη θρησκεία και τις αντιφάσεις της, οι οποίες μου είχαν φανερωθεί ξαφνικά. Κοντά στο σπίτι μας έμενε ένας δομινικανός που με συμπαθούσε πολύ και που, σύμφωνα με τους ιδιοκτήτες του αγρο-
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 27
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
κτήματος, τους οποίους επισκεπτόταν συχνά, πρότεινε να μπω στο τάγμα, και μάλιστα προσφέρθηκε να αναλάβει τα έξοδα του σεμιναρίου. Η ιδέα άρεσε πολύ στους γονείς μου, αλλά δεν ευοδώθηκε διότι η αδερφή μου η Μαργαρίτα ήταν ανένδοτη. Όταν, μήνες αργότερα, ο ιερέας έμαθε, ή του το είπα ο ίδιος, ότι είχα μπει στη Σοσιαλιστική Νεολαία, με φώναξε και κάναμε διάφορες και έντονες συζητήσεις. Θυμάμαι τις ερωτήσεις, φαινομενικά παιδιάστικες αλλά και αναπάντητες, που του έθετα. Παραδείγματος χάριν: «Η δύναμη του Θεού είναι περιορισμένη ή απόλυτη;» Εκείνος απαντούσε ότι η δύναμή του είναι άπειρη. Τότε εγώ επέμενα: «Γιατί δημιούργησε αυτό τον κόσμο με τόση αθλιότητα, τόση ανισότητα και δυστυχία, αφού μπορούσε να δημιουργήσει μια ανθρωπότητα τέλεια κι ευτυχισμένη;» Η απάντησή του ήταν κάπως έτσι: Ο Θεός μάς παραχώρησε την ελευθερία να επιλέγουμε και είναι όπως ο πατέρας που αναγκάζεται να τιμωρήσει το παιδί του αν επιλέξει τον κακό δρόμο. Δεν μου ήταν χρήσιμο ως παράδειγμα, διότι εγώ πίστευα ότι ο κάθε πατέρας, αν είχε τη δύναμη που απέδιδαν στον Θεό, θα δημιουργούσε ένα τέλειο παιδί, ανίκανο για το κακό. Επιπλέον πίστευα ότι οι τιμωρημένοι, ένας ένας ξεχωριστά και όλοι μαζί, ήταν πάντα οι ίδιοι – οι φτωχοί και οι πιο αθώοι. Τελικά μια μέρα τού έθεσα το εξής ερώτημα: «Ο Θεός γνωρίζει το μέλλον; Η δύναμή του είναι τόση ώστε να γνωρίζει πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα;» «Η δύναμη του Θεού», μου είπε, «δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος και γνωρίζει το μέλλον του καθενός από μας και τη μοίρα του σύμπαντος που δημιούργησε». Κάπως θυμωμένος, του απάντησα: «Τότε ο Θεός έπαιξε και διασκέδασε μαζί μας, διότι από τη στιγμή που μας δημιούργησε ήξερε τη μοίρα μας, μια μοίρα άδικη και δραματική για την τεράστια πλειοψηφία των ανθρώ-
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 28
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
πινων πλασμάτων, την οποία μπορούσε να αποτρέψει αν είχε τη δύναμη για κάτι τέτοιο». Διάβασα πρόσφατα μια φράση του συγγραφέα Πρίμο Λέβι, ο οποίος έζησε τη φρίκη ενός ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης: «Πρέπει να παραδεχτώ ότι η εμπειρία του Άουσβιτς έσβησε από μέσα μου κάθε ίχνος θρησκευτικής παιδείας. Αφού υπάρχει το Άουσβιτς, δεν μπορεί να υπάρχει Θεός». Σήμερα, απ’ αυτή τη χρονική απόσταση, εκείνες οι απόψεις μού φαίνονται κάπως αφελείς. Αλλά οι συζητήσεις μας, που κράτησαν πολλές μέρες, βοήθησαν να καταρρεύσει εκείνος ο θρησκευτικός κόσμος που ήταν επώδυνος και στείρος εξαιτίας της ασυνέπειας και του παραλογισμού του. Κι έτσι εδραιώθηκαν οι καινούργιες μου ιδέες, και ήθελα να πετύχουμε, στη γη, έναν κόσμο δικαιότερο και πιο ευτυχισμένο, που θα λύτρωνε τους απόκληρους απ’ την αδικία και τη φτώχεια. Η στράτευσή μου και ο κοινωνικός αγώνας με μεταμόρφωσαν σε έναν καινούργιο άνθρωπο, έναν Άνθρωπο με άλφα κεφαλαίο, όπως έγραφε κι ο Μαξίμ Γκόρκι, πιο συνειδητοποιημένο και κύριο του εαυτού του. Πριν ήμουν ένα πλάσμα μικρό, μειωμένο, τρομοκρατημένο, χωρίς δική του βούληση, εξαρτημένο από το θείο έλεος, ανάμεσα σε προσευχές και παράλογες μετάνοιες. Τώρα ένιωθα ελεύθερος κι ευτυχισμένος, δημιουργός του μέλλοντος, «ιεραπόστολος» σ’ αυτό τον κόσμο και γι’ αυτό τον κόσμο, που αγωνιζόταν για κάτι εφικτό και αναγκαίο. Κι ο ενθουσιασμός μου μεγάλωσε ακόμα περισσότερο όταν, τον Απρίλιο, ολοκληρώθηκε η διαδικασία συνένωσης της σοσιαλιστικής και της κομμουνιστικής νεολαίας. Την Πρωτομαγιά του 1936 παρελάσαμε στην οδό Μαγιόρ του Αλκαλά ντε Ενάρες τραγουδώντας το «Joven Guardia», υπό τις σημαίες της JSU.* * Juventudes Socialistas Unificadas – Ενοποιημένες Σοσιαλιστικές Νεολαίες. (Σ.τ.Μ.)
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 29
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Από κείνο το μυστικιστικό και θρησκευτικό παρελθόν ωστόσο μου έχει μείνει ακόμα και τώρα βαθύς σεβασμός για όσους ασκούν την πίστη και βλέπουν σ’ αυτήν, με ειλικρίνεια και συνέπεια, μια ενεργό δέσμευση αγάπης για τους άλλους, και ειδικά τους πιο καταρρακωμένους και θιγμένους. Σε πολλές περιπτώσεις καλέσαμε από τη φυλακή τους καθολικούς να διορθώσουν την αδικία σε βάρος των φυλακισμένων και να ενώσουν τη φωνή τους με τον λαό που απαιτούσε την απελευθέρωσή μας. Και το έκαναν: Χιλιάδες καθολικοί, οι αποκαλούμενοι παπάδες-εργάτες, η Εκκλησία των Φτωχών και οργανώσεις όπως η HOAC* συμμετείχαν στην εκστρατεία για την αμνηστία, και θυμάμαι ότι κάποιος ιερέας δέχτηκε επίπληξη επειδή διάβασε από άμβωνος στο ποίμνιό του ένα από τα ποιήματα που έγραψα στη φυλακή, καλώντας τους πιστούς:
Ναι, το καταλαβαίνω. Φοράς σταυρό στο στήθος, προσεύχεσαι με πάθος κάθε μέρα, δεν περιμένεις ν’ ανταμειφθείς σ’ αυτό τον κόσμο: Υπάρχουν άγγελοι που θερίζουν με τα φτερά τους τα γαλάζια στάχυα των ονείρων σου. Εντάξει. Αλλά η καρδιά σου είναι μαζί μου, ριζωμένη σε γη αναπόφευκτη. Χρειάζεσαι τον άρτον τον επιούσιον, τα πουλιά, τα δέντρα, το νερό και τον αέρα που ανασαίνεις. Βλέπουν τα μάτια σου τοπία –πώς να το αποφύγουν αφού είναι ζωντανά– * Hermandad Obrera de Acción Católica – Εργατική Αδελφότητα Καθολικής Δράσης. (Σ.τ.Μ.)
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 30
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
που πονούν ή τραγουδούν στο κοίταγμά σου. Δεν θα καταφέρεις να τυφλωθείς, ούτε να τρέξεις να κρυφτείς στη μοναχική πλαγιά, ούτε να βουβάνεις την κραυγή των ανθρώπων. Η αγάπη έχει γεύση σιωπής και είναι ανθρώπινη. Η μάνα μου ήταν η «αγία Άνα», μια χούφτα σάρκα φαγωμένη, ρυτιδιασμένη και μόνη στη σιωπή, που πέθανε γονατιστή –μου είπαν– απ’ το κλάμα, σταυρωμένη σ’ ένα κούτσουρο, με το δικό μου όνομα, του παιδιού της, στα χείλη, ζητώντας απ’ τον Θεό να σπάσει τις αλυσίδες μου. Υπάρχουν ακόμα σήμερα μάνες που προσεύχονται –χιλιάδες καρδιές γονατισμένες– για τα παιδιά τους τα λαβωμένα στις σκιές. Κι άλλες μάνες που αγωνίζονται, χτυπούν τις πύλες της γης, απαιτούν απ’ τους ανθρώπους τον θάνατο των τοίχων. Άκουσέ με, όποιος και να ’σαι, αν η αγάπη του Θεού φωτίζει την ψυχή σου. Δεν γίνεται να φύγεις έτσι απ’ τον κόσμο τούτο, να πάρεις το μεγάλο μονοπάτι με άδεια χέρια, να φτάσεις προ των Πυλών του Θεού, που κατά πώς ονειρεύεται η πίστη σου βρίσκονται κάτω απ’ την Αψίδα της Αιωνίας Σκέπης, και να πεις: Κύριε, Κύριε, δεν φέρνω τίποτα, δώσ’ μου μια θέση στην αγάπη της θείας εστίας σου. Διότι ο Κύριος, ο Θεός σου, θ’ απαντούσε: Φύγε, σπάσε τα πόδια σου στους απέραντους πάγους,
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 31
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
στηρίξου στη ροζιασμένη μαγκούρα του μίσους σου, θα μετανιώνεις για πάντα αν δεν βρεις την παλάμη της αγάπης που δεν θέλησες να πάρεις απ’ το δέντρο που φύτεψε το αίμα μου.
Η ζωή Όταν ανέκτησα την ελευθερία μου, το σοκ μου από τη ζωή ήταν απίστευτο. Πολλές φορές, ακόμα και σήμερα, ο κόσμος με ρωτά τι ήταν πιο δύσκολο για μένα: τα είκοσι τρία χρόνια στη φυλακή, η καταδίκη σε θάνατο, τα βασανιστήρια, ο χωρισμός από την οικογένεια... Εγώ απαντούσα και απαντώ πάντα το πιο ανέλπιστο: «Το πιο δύσκολο ήταν η ελευθερία». Όταν βγήκα, ξεκίνησε αναγκαστικά μια μακρά περίοδος προσαρμογής στη ζωή. Ένιωθα σαν αλεξιπτωτιστής σε παράξενο πλανήτη. Ξερνούσα τα φαγητά, ζαλιζόμουν στ’ αυτοκίνητα, κοκκίνιζαν τα μάτια μου που καίγονταν απ’ το φως, με ενοχλούσαν οι ανοιχτοί χώροι επειδή είχα συνηθίσει τις μικρές και κάθετες διαστάσεις. Γεννιόμουν στη ζωή, μια ζωή που έπρεπε ν’ ανακαλύψω σιγά σιγά, σχεδόν ψηλαφιστά, σαν νεογέννητο. Στο Αλκαλά ντε Ενάρες είχα περάσει την πολιτική μου ζωή κατά τη διάρκεια του πολέμου, και δεν ήταν η πιο φρόνιμη επιλογή να μείνω εκεί μόλις βγήκα απ’ τη φυλακή, εκτεθειμένος σε πιθανές προβοκάτσιες. Αποφασίσαμε ότι ήταν πιο ασφαλές να πάω στη Μαδρίτη, στο σπίτι του αδερφού μου Φάμπρι. Ο αδερφός μου ήταν παντρεμένος με τέσσερα παιδιά, τα οποία αγάπησα αμέσως πάρα πολύ. Είχα μεγάλη λαχτάρα για οικογένεια, μ’ άρεσε μάλιστα να πηγαίνω τ’ απογεύματα να περιμένω στην πόρτα του σχολείου το μικρότερο κοριτσάκι, την Άνα Μάρι, πέντ’ έξι ετών, και να τη φέρνω στο σπίτι. Ο πρώτος άνθρωπος που συνάντησα, πέρα απ’ την οικογένειά μου, ήταν ο ποιητής Φέλιξ Γκράντε, στενός φίλος του Χο-
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 32
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
σέ Λουίς Γκαγιέγο,* ο οποίος τον είχε ενημερώσει πως βγήκα. Ήταν πολύ καλός μαζί μου, με πήγε να επισκεφθώ το Μουσείο του Πράδο και κάναμε περίπατο στη Μαδρίτη σαν παλιοί φίλοι, παρόλο που μόλις είχαμε γνωριστεί. Υπήρχε αυτή η θετική ροή ενέργειας που ενώνει καμιά φορά τους ανθρώπους. Δεν τον ξαναείδα ώσπου επέστρεψα από την εξορία. Όχι επειδή δεν ήθελα, αλλά, δεδομένης της τόσο ιδιόμορφης κατάστασής μου περιμένοντας να φύγω από την Ισπανία, δεν ήθελα να του δημιουργήσω κανένα πρόβλημα. Ξαναθυμηθήκαμε πολλές φορές εκείνη τη συνάντηση. Η Μαδρίτη, η Μαδρίτη της δεκαετίας του ’60 μου προκάλεσε μεγάλη εντύπωση. Δεν ήταν εκείνη η βομβαρδισμένη και σκοτεινή πόλη που είχα αφήσει είκοσι τρία χρόνια πριν. Μπροστά στα μάτια μου είχα μια πόλη γεμάτη φως και ζωή. Φυσικά η πολιτική μου συνείδηση και οι πληροφορίες μου για την κατάσταση μου επέτρεπαν να αντιλαμβάνομαι ότι αυτό που έβλεπα ήταν μόνο το λαμπερό δέρμα της πόλης, και ότι από κάτω του έβραζαν σοβαρά ανθρώπινα και κοινωνικά προβλήματα. Μια μέρα επισκέφθηκα το Βαγιέκας, στις φτωχογειτονιές του οποίου εκείνη την εποχή ζούσαν στριμωγμένοι πρόσφυγες, εργάτες που έρχονταν απ’ όλες τις περιοχές της Ισπανίας για να ξεφύγουν απ’ τη φτώχεια και την πείνα και συνωστίζονταν σε εκατοντάδες άθλιες παράγκες με αυτοσχέδιες στέγες από αμίαντο. Αυτό ήταν το άλλο πρόσωπο της νέας Μαδρίτης που ανακάλυπτα.
* José Luis Gallego (1913-1980), ποιητής και χρονογράφος στο Ahora, κεντρικό όργανο της JSU. Στρατευμένος κομμουνιστής, πήρε μέρος στον εμφύλιο πόλεμο και καταδικάστηκε σε δωδεκαετή φυλάκιση στο Μπούργος, όπου γνώρισε τον Μάρκος Άνα. Μετά την αποφυλάκισή του επανήλθε στην πολιτική δράση και καταδικάστηκε σε θάνατο. Περισσότερες αναφορές στον Γκαγιέγο υπάρχουν στη συνέχεια του βιβλίου. (Σ.τ.Μ.)
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 33
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
(Σε όλες τις χώρες που θα επισκεπτόμουν μετά, στην περιοδεία μου ανά τον κόσμο, ακόμα και στις πιο ανεπτυγμένες, ανακάλυπτα πάντα το απεγνωσμένο πρόσωπο της πιο ακραίας φτώχειας, τεράστιους θυλάκους αθλιότητας, τη βάναυση αντίθεση ανάμεσα στον προσβλητικό πλούτο και στην πιο σκανδαλώδη ένδεια και πείνα.)
Με μάγευαν οι γεμάτες προϊόντα βιτρίνες, τα φορτωμένα με διάφορες μυρωδιές μανάβικα, οι φωτεινές επιγραφές... Γενικά η ζωή στον δρόμο με τραβούσε σε τέτοιο σημείο, που περνούσα τις μέρες μου περιπλανώμενος εδώ κι εκεί, τυλιγμένος σ’ ένα πολύχρωμο σύννεφο. Πάνω απ’ όλα με γοήτευε το περπάτημα τη νύχτα, να κοιτάζω τον έναστρο ουρανό που επί είκοσι τρία χρόνια μπορούσα να βλέπω μόνο μέσα από τον μικρό φεγγίτη ενός κελιού. Παρατηρούσα ακόμα τα ρούχα των ανθρώπων, την τελευταία μόδα, κυρίως στις γυναίκες, την καινούργια γραμμή των αυτοκινήτων, το μετρό, τις φωτεινές διαφημίσεις στην Πουέρτα Ντελ Σολ και στην Γκραν Βία. Ανακάλυπτα καινούργιες απολαύσεις: να κάθομαι σ’ ένα υπαίθριο τραπεζάκι για να πιω ένα αναψυκτικό και να παρατηρώ τον κόσμο που περνούσε, να πηγαίνω στο πάρκο Ελ Ρετίρο και να κοιτάζω τα ζευγαράκια των νεαρών ερωτευμένων, να κάθομαι στην όχθη της λίμνης, να ξαναβρίσκω σιγά σιγά, σαν παιδί, το συναρπαστικό νήμα της ζωής. Στη φυλακή μόνο στα όνειρά μου επέστρεφα στην ελευθερία, στις χαμένες αναμνήσεις. Είχα αυτή την ευκολία, ήμουν σχεδόν δάσκαλος στα όνειρα. Όταν όμως ήμουν πια είκοσι ένα και είκοσι δύο χρόνια στη φυλακή, παρατήρησα, προς απογοήτευσή μου, ότι αυτές οι αναμνήσεις έσβηναν λίγο λίγο και εξαφανίζονταν σιγά σιγά απ’ τα όνειρά μου, μέχρι που η φυλακή επιβλήθηκε ως μοναδική πρωταγωνίστρια, μέρα νύχτα, στην αιχμαλωσία μου. – Πείτε μου πώς είν’ το δέντρο
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 34
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
Σε κάποια απ’ τα ποιήματά μου εμφανίζεται αυτή η θλίψη και ο φόβος της λήθης, η αγωνία μήπως χάσω σιγά σιγά την ανάμνηση και των πιο στοιχειωδών πραγμάτων. Η ΖΩΗ
Πείτε μου πώς είν’ το δέντρο. Πείτε μου το τραγούδι του ποταμού όταν τον σκεπάζουν τα πουλιά. Μιλήστε μου για τη θάλασσα, μιλήστε μου για την πλατιά μυρωδιά του κάμπου, για τ’ αστέρια, για τον αέρα. Απαγγείλατέ μου έναν ορίζοντα δίχως κλειδαριά και δίχως κλειδιά, όπως το καλύβι του φτωχού. Πείτε μου πώς είναι το φιλί μιας γυναίκας. Δώστε μου το όνομα του έρωτα, δεν το θυμάμαι. Ακόμα αρωματίζονται οι νύχτες από ερωτευμένους που τρέμουν απ’ το πάθος κάτω απ’ το φεγγάρι; Ή μόνο τούτο το λαγούμι απομένει, το φως μιας κλειδαρότρυπας και το τραγούδι απ’ τα πλακάκια μου; Είκοσι δύο χρόνια... Ξεχνάω πια τη διάσταση των πραγμάτων, το χρώμα τους, το άρωμά τους... Γράφω
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 35
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
ψηλαφιστά: «η θάλασσα», «ο κάμπος»... Λέω «δάσος» κι έχω χάσει τη γεωμετρία του δέντρου. Μιλάω, για να πω κάτι, για θέματα που μου έσβησαν τα χρόνια (δεν μπορώ να συνεχίσω, ακούω τα βήματα του υπαλλήλου).* Επίσης σ’ αυτή την περίοδο αναμονής μού άρεσε να πηγαίνω στον κινηματογράφο. Καθόμουν, και κάθομαι ακόμα, στις θέσεις που είναι δίπλα στον διάδρομο. Πρόκειται για εμμονή που μου κληροδότησε το άγχος που μου προκαλούν οι χώροι δίχως έξοδο. Μία από τις ταινίες που έκανε πρεμιέρα εκείνες τις μέρες ήταν ο Σπάρτακος, με τον Κερκ Ντάγκλας. Απ’ αυτή την ταινία με συγκίνησε, πάνω απ’ όλες, εκείνη η σκηνή όπου ο εκατόνταρχος απευθύνεται στους ηττημένους και τους ρωτά: «Ποιος είναι ο Σπάρτακος;» Πριν ο Σπάρτακος προλάβει ν’ απαντήσει, ο ένας μετά τον άλλον οι σκλάβοι σηκώνονταν και φώναζαν με δυνατή φωνή: «Εγώ είμ’ ο Σπάρτακος». «Εγώ είμ’ ο Σπάρτακος». «Εγώ είμ’ ο Σπάρτακος...» Δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Εκείνη η γενναία συλλογική κίνηση μου έφερε στον νου τη γνώριμη αλληλεγγύη που μας είχε κρατήσει στη φυλακή στις πιο αβέβαιες στιγμές της ζωής μας, και το θάρρος και την αξιοπρέπεια των αδελφών μου που υπέμειναν τα πιο ανηλεή βασανιστήρια επειδή δεν κατέδωσαν τους συντρόφους τους. * «Υπάλληλος» λεγόταν ο δεσμοφύλακας. (Σ.τ.Σ.)
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 36
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
Πέρα απ’ αυτή τη δίψα για ζωή, ανακτώντας τα χαμένα χρώματά της, φυλαγόμουν κιόλας, διότι ήξερα ότι ζούσα μια παρένθεση: Από τη μια μέρα στην άλλη ο παράνομος μηχανισμός του Κόμματος θα εμφανιζόταν για να με βγάλει από την Ισπανία, και δεν μπορούσα να κάνω τίποτε που να προκαλούσε και την παραμικρή υποψία. Το μόνο που διακινδύνευσα σ’ εκείνη την παρένθεση που έπρεπε ν’ αφήσω πολιτικά κενή, χωρίς να ξέρω πως αποτελούσε ρίσκο, ήταν να τηλεφωνήσω στον Αρμάντο Λόπεθ Σαλίνας. Μου άρεσε το μυθιστόρημά του Το ορυχείο και θυμάμαι ότι του είχα στείλει κάποιο ποίημα απ’ τη φυλακή. Αυτό που δεν γνώριζα τότε ήταν ότι ο Σαλίνας ήταν μέχρι τα μπούνια στην παρανομία και ότι ήταν μέλος της καθοδήγησης του Κομμουνιστικού Κόμματος στη Μαδρίτη. Ήρθε στο ραντεβού συνοδευόμενος από τον συγγραφέα Αντόνιο Φέρες και περάσαμε πολύ ωραία όλο το απόγευμα – αργότερα ξαναθυμηθήκαμε πολλές φορές αυτή τη συνάντηση. Γιατί ο αδερφός μου, που ήταν παλιός φίλος ενός αστυνομικού επιθεωρητή, μας είπε ότι με παρακολουθούσαν. Όντως, στο μπαρ απέναντι απ’ το σπίτι του αδερφού μου στην οδό Μονεδέρος υπήρχαν πάντα δυο αστυνομικοί με πολιτικά, τους οποίους συναντούσα καμιά φορά κατά τη διάρκεια των περιπάτων μου. Η ζωή μου όμως ήταν τόσο απλή και υπολογισμένα μοναχική, που έπαψαν να με ακολουθούν και περνούσαν τη μέρα τους παίζοντας ντόμινο στο μπαρ. Επιστρέφοντας στο σπίτι μετά από οποιαδήποτε έξοδό μου, φρόντιζα να με δουν ή περνούσα απ’ το μπαρ, λες κι είχαμε κάποια σιωπηρή συμφωνία μεταξύ μας. Όλως περιέργως, μερικές μέρες αφότου ο παράνομος μηχανισμός με έβγαλε από την Ισπανία, σύμφωνα με τα λεγόμενα του επιθεωρητή στον αδερφό μου, οι αστυνομικοί εκλήθησαν να δώσουν μια αναφορά ρουτίνας για τις δραστηριότητές μου και είπαν ότι εξακολουθούσα να διάγω μια καθ’ όλα φυσιολογική ζωή.
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 37
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
«Ναι, τόσο φυσιολογική», τους διέκοψε ο επιθεωρητής, «που χτες μίλησε από τον ραδιοφωνικό σταθμό των Παρισίων, από τη γαλλική πρωτεύουσα. Κι επιπλέον είναι ο Μάρκος Άνα».
Ο πρώτος μου έρωτας Με τη ζωή μετά τη φυλακή να μου προκαλεί κατάπληξη και σαστιμάρα, οι γυναίκες ήταν αυτές που με γοήτευαν και ταυτόχρονα με φόβιζαν περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο. Έβλεπα να περνάει μια κοπέλα, μου άρεσε και πήγαινα ξοπίσω της σαν παιδί πίσω από γλειφιτζούρι, αλλά δεν τολμούσα να της μιλήσω. Ήταν απόλαυση να τις παρατηρώ, ν’ ακούω τις φωνές τους, να παρακολουθώ τον συναρπαστικό ρυθμό των γοφών τους καθώς περπατούσαν. Τις ακολουθούσα από κοντά μέχρι που εξαφανίζονταν στην είσοδο ενός σπιτιού ή του μετρό. Η ατολμία και η ανασφάλειά μου δεν μου επέτρεπαν να προχωρήσω. Συμπεριφερόμουν σαν έφηβος. Τα τρία χρόνια πριν με κλείσουν στη φυλακή ήταν χρόνια πολέμου, και επομένως δεν ήταν φυσιολογικά για μένα. Τον έρωτα ακουστά μόνο τον είχα. Πέρασα ξαφνικά από την εφηβεία στην ωριμότητα, από τα δεκαέξι στα σαράντα ένα, και σ’ αυτό το πεδίο ήμουν γεμάτος αναστολές και συμπλέγματα. Ένα απόγευμα, σχεδόν σούρουπο, συναντήθηκα μ’ έναν φίλο απ’ τα παιδικά μου χρόνια, επιχειρηματία, ο οποίος, χωρίς να ασπάζεται τις ιδέες μου, με επισκέφθηκε κάμποσες φορές στη φυλακή της Πορλιέρ. Με κάλεσε για έναν περίπατο στη Μαδρίτη και με πήγε να δω μερικά καμπαρέ στα οποία σίγουρα σύχναζε. Εγώ παρίστανα τον αδιάφορο, γιατί ήμουν λίγο παλιομοδίτης και δεν μου φαινόταν και πολύ υπεύθυνο να επισκέπτεται κανείς τέτοια μέρη. Κρυφοκοίταζα όμως και μου είχαν πεταχτεί τα μάτια έξω βλέποντας εκείνες τις ερεθιστικές γυναίκες να περιφέρονται προκλητικά πέρα δώθε.
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 38
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
Κάποια στιγμή ο φίλος μου κοίταξε το ρολόι του και μου είπε: «Πρέπει να φύγω, έχω καλεσμένους στο σπίτι και έχω αργήσει. Δώσ’ μου το τηλέφωνό σου να τα πούμε άλλη μέρα με την ησυχία μας». Του έδωσα έναν ψεύτικο αριθμό, διότι, δεδομένης της κατάστασής μου, καθώς ανέμενα την παράνομη αναχώρησή μου απ’ την Ισπανία, δεν ήταν φρόνιμο να κάνω καμιά σχέση. «Περίμενε μια στιγμή», μου είπε πριν φύγει. Χάθηκε στο βάθος της αίθουσας και επέστρεψε με μια πανέμορφη κοπέλα, την οποία φώναξε Ισαμπέλ. Χωρίς καν να μου τη συστήσει, της έδωσε ένα πεντακοσάρικο και της είπε: «Πάρε για να περάσεις τη νύχτα με τον φίλο μου». Ήταν μια λεπτή, μελαχρινή κοπέλα με γαλανά μάτια και τόσο υπερβολικά νέα, που στο πρόσωπό της δεν υπήρχε το παραμικρό ίχνος του επαγγέλματός της. Μου είναι πάρα πολύ δύσκολο να περιγράψω τώρα πώς βίωσα εκείνη τη στιγμή, αλλ’ η αλήθεια είναι πως, όταν έμεινα μόνος μαζί της, ήθελα ν’ ανοίξει η γη να με καταπιεί. Δεν ήξερα πώς να συμπεριφερθώ. Εκείνη μου είπε αδιάφορα: «Πάμε λοιπόν». Κι εγώ, μπερδεμένος και με τρεμάμενη φωνή, τη ρώτησα: «Πού;» «Ε... στο ξενοδοχείο». «Κιόλας; Χωρίς καν να γνωριστούμε; Θα ήθελα να περπατήσουμε λίγο, να γνωριστούμε κάπως καλύτερα...» Αυτά ήταν ασυνήθιστα για μια πόρνη και με κοίταξε έκπληκτη. Κι επειδή είδε ότι δεν έλεγα να μιλήσω, ότι έτρεμε το τσιγάρο μου στο χέρι ενώ κάπνιζα νευρικά, σκέφτηκε ότι ήμουν μεθυσμένος και μου επέστρεψε τα λεφτά. Εγώ, αντί να πάρω το χαρτονόμισμα, έπιασα με τα δυο χέρια το δικό της... «Όχι, όχι, θέλω να έρθω μαζί σου, μ’ αρέσεις και το θέλω, αλλά είναι πολύ δύσκολα για μένα όλ’ αυτά...»
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 39
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Ψελλίζοντας τις λέξεις, τραυλίζοντας, της είπα ότι μόλις είχα βγει απ’ τη φυλακή, ότι ήμουν πολιτικός κρατούμενος, ότι με είχαν κρατήσει επί είκοσι τρία χρόνια μακριά απ’ τη ζωή και ότι δεν είχα πάει ποτέ με γυναίκα... Τότε η κοπέλα, κάπως παραξενεμένη, γλύκανε το ύφος της, τα μάτια της με κοίταξαν ξαφνικά με συμπάθεια, ή με λύπηση, δεν ξέρω, και μου έδωσε ένα μάθημα ανθρωπιάς με τέτοια ανέλπιστη τρυφερότητα και κατανόηση: «Κοίτα, νόμιζα ότι ήσουν μεθυσμένος. Τώρα αλλάζουν όλα και απόψε θα χάσω μαζί σου κάμποσα “σέρβις”». Εννοούσε ότι, επειδή θα έμενε μαζί μου, δεν θα δούλευε εκείνη τη νύχτα. Με πήγε βόλτα στη Μαδρίτη. Πήγαμε στην Πουέρτα Ντελ Σολ και μετά πήραμε την Γκραν Βία, που τότε λεγόταν λεωφόρος Χοσέ Αντόνιο. Έκανε κρύο, με είχε πάρει αγκαζέ και, μιλώντας ασταμάτητα, σφιγγόταν πάνω μου λες και γνωριζόμασταν μια ζωή. Εγώ την ένιωθα τόσο κοντά, που μου ’ρχόταν να τη φιλήσω, αλλά δεν τολμούσα, και για να δικαιολογήσω την αναποφασιστικότητά μου ήρθε να με βοηθήσει ένα ιαπωνικό χαϊκού:
Με τα μάτια δίνει κι όχι με τα χείλη το πρώτο φιλί. Με κάλεσε να φάμε, στον Πύργο της Μαδρίτης νομίζω ή σε κάποιο ψηλό κτήριο στην Πλάθα ντε Εσπάνια, κι έζησα, μες στα ρίγη, τις πιο όμορφες κι απίστευτες σκηνές. Όταν της έλεγα πώς ήταν η ζωή μου στη φυλακή και πώς έκλεψαν τη νιότη μου, εκείνη μου φιλούσε τα χέρια με τρυφερότητα, λες και ήμουν χαμένος αδερφός ή φίλος που ξαναβρέθηκε μετά από χρόνια. Είχα μείνει έκπληκτος από τη γλύκα της.
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 40
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
«Γιατί όμως; Γιατί τέτοια απάνθρωπη τιμωρία;» με ρώτησε με φωνή πονεμένη και θλιμμένη. Ήρθε στον νου μου ένα ποίημα που έγραψα στη φυλακή περιγράφοντας το «έγκλημά» μου. ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Τρομερό το αμάρτημά μου: Θέλησα να γεμίσω μ’ άστρα την καρδιά του ανθρώπου. Γι’ αυτό εδώ, πίσω απ’ τα σίδερα, τις άνοιξές μου έχασα σε είκοσι δυο χειμώνες. Από παιδί στη φυλακή κι η καταδίκη μου θανατική, τα μάτια μου ξεραίνουνε το φως τους πά’ στις πέτρες. Μα σκιά εκδικητή αρχάγγελου στις φλέβες μου δεν έχει. Ισπανία είν’ μόνο η κραυγή του πόνου μου που ονειρεύεται... Ύστερα εκείνη μου διηγήθηκε με δάκρυα στα μάτια γιατί έπεσε τόσο νέα στην πορνεία, εδώ και μερικούς μήνες μόνο. Μια οικογενειακή ιστορία απάνθρωπη και θλιβερή. Δεν ξέρω ποια χημεία μάς οδήγησε σε τέτοια ενστικτώδη εμπιστοσύνη ανάμεσά μας. Αφού δειπνήσαμε, συνεχίσαμε να συζητάμε για λίγο ακόμα, ώσπου εκείνη μου είπε: «Πάμε τώρα στο ξενοδοχείο;» Για μένα το πρόβλημα εξακολουθούσε να είναι το ίδιο. Ήταν σαν να διέσχιζα ένα άγνωστο ποτάμι χωρίς να ξέρω κολύμπι, γεμάτος ακόμα ανασφάλειες. Εκείνη όμως μου είπε γελώντας:
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 41
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
«Να μην σ’ απασχολεί. Εσύ δεν πρέπει ν’ ανησυχείς για τίποτα. Εγώ θα τα κάνω όλα». Και πήγαμε στο ξενοδοχείο όπου έμενε σ’ ένα νοικιασμένο δωμάτιο. Όλα αποδείχτηκαν ευκολότερα απ’ ό,τι φοβόμουν χάρη σ’ εκείνη. Ξεπέρασα τις αναστολές μου, κι η κοπέλα, με μεγάλη ευαισθησία και τρυφερότητα, κατάφερε να με κάνει να γνωρίσω για πρώτη φορά τον έρωτα μιαν ανέλπιστη νύχτα. Ύστερα, αφού ο «αγώνας» θεωρήθηκε λήξας, μου ζήτησε να μείνω και να κοιμηθώ μαζί της. Δίστασα λίγο – η ανησυχία της οικογένειας αν δεν επέστρεφα στο σπίτι, οι αστυνομικοί αν παρατηρούσαν την απουσία μου... Αλλά ήταν πολύ δύσκολο να παραιτηθώ. Έμεινα και συνεχίσαμε να συζητάμε μέχρι τις μικρές ώρες της αυγής. Το πρωί με ξύπνησε μ’ ένα φιλί. Κρατούσε έναν δίσκο στα χέρια. Είχε βγει έξω να φέρει μπαστουνάκια λαδόψωμου και σοκολάτα. Κάθισε στην άκρη του κρεβατιού και πήραμε πρωινό μαζί. Όταν αποχαιρετιστήκαμε, την έσφιξα πολύ τρυφερά στην αγκαλιά μου, μ’ έναν κόμπο στον λαιμό επειδή ήξερα ότι δεν θα την ξανάβλεπα ποτέ. Όταν έφτασα στο σπίτι, βρήκα τον αδερφό μου μουτρωμένο που δεν είχα ειδοποιήσει ότι θα περνούσα τη νύχτα έξω. Η νύφη μου η Λόλα, η οποία είχε πάρει το σακάκι μου για να το βουρτσίσει, έβγαλε από μια τσέπη ένα χαρτάκι διπλωμένο σαν τσιγάρο και με ρώτησε: «Τι είναι αυτό, Φερνάντο;» Πήρα το χαρτί, μέσα στο οποίο ήταν τυλιγμένο το χαρτονόμισμα που της είχε δώσει ο φίλος μου κι ένα μικρό σημείωμα που έλεγε: «Για να ξανάρθεις απόψε». Όταν διάβασα εκείνα τα λόγια, που μου φάνηκε σαν να τα άκουσα απ’ τη φωνή της, μου ξανάρθε η δύναμη του αίματος και, τρέμοντας απ’ τον πόθο, πήρα τους δρόμους χωρίς να καθίσω για φαγητό, ξέροντας ότι το καμπαρέ δεν θα άνοιγε πριν
ANA_DENTRO sel_Final_Layout 1 17/02/2014 7:16 ΜΜ Page 42
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΑ
από τις οχτώ ή τις εννιά το βράδυ. Είχα παθιαστεί, ανυπομονούσα, ήθελα να βιώσω μια νέα συνεύρεση. Αλλ’ ενώ έκανα βόλτες περιμένοντας κάποια λογική ώρα για να πάω στο καμπαρέ, μου επιτέθηκε μια ενοχλητική σκέψη που με κυρίευσε και με γέμισε αμφιβολίες και αντιφατικές σκέψεις – η ιδέα ότι θα έσπαγα τη γοητεία της πρώτης νύχτας μου με την Ισαμπέλ. Αν «ξαναγόραζα το κορμί της» μ’ εκείνα τα λεφτά, που ήταν και δικά της από πάνω, θα ήταν σαν να συνειδητοποιούσα ότι είναι πόρνη, και επιπλέον θα την εκπόρνευα ακόμα περισσότερο, όπως ένας οποιοσδήποτε πελάτης, και θα λέρωνα και θα έκανα θρύψαλα μια ωραία ανάμνηση που ήθελα και έπρεπε να διατηρήσω με όλη την αγνότητα και την τρυφερότητά της. Με ξανακυρίευσε όμως ο πόθος και άρπαξε φωτιά η φαντασία μου καθώς θυμήθηκα τη νύχτα που περάσαμε μαζί. Κι επειδή ακόμα δίσταζα μ’ αυτές τις αντιφατικές σκέψεις, πέρασα μπροστά από ένα ανθοπωλείο και, σχεδόν χωρίς να το σκεφτώ καθόλου, με μια παρόρμηση ενστικτώδη, μπήκα και είπα στην πωλήτρια: «Βάλτε μου ένα πεντακοσάρικο λουλούδια». Η γυναίκα με κοίταξε έκπληκτη. «Ένα πεντακοσάρικο;» «Ναι, ναι, ένα πεντακοσάρικο. Διαλέξτε μου τα καλύτερα λουλούδια». Αρχίσαμε να διαλέγουμε και φτιάξαμε μια μεγαλοπρεπή ανθοδέσμη, με ανακατεμένες ορχιδέες, μανόλιες και τριαντάφυλλα. Μου φάνηκε απρεπές, γελοίο πάνω απ’ όλα, να της την πάω στο καμπαρέ όπου δούλευε και να της την προσφέρω σ’ εκείνο το περιβάλλον. Έτσι πήρα ένα ταξί και κατευθύνθηκα στο ξενοδοχείο όπου περάσαμε τη νύχτα, στην οδό Ετσεγκαράι, κι άφησα στη ρεσεψιόν την ανθοδέσμη και ένα απλό σημείωμα που έλεγε: «Για την Ισαμπέλ, τον πρώτο μου έρωτα».