GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 5
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
d
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΡΕΝΑ ΧΑΤΧΟΥΤ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 6
H παρούσα έκδοση πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια του Αυστριακού Υπουργείου Πολιτισμού. ß ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: William Golding, Lord of the Flies
Copyright William Golding, 1954. First published in 1954 by Faber and Faber Limited © Copyright για την ελληνική γλώσσα Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2001 ©
Έτος 1ης έκδοσης στη συλλογή ΒΡΑΒΕΙΑ ΝΟΜΠΕΛ: 2010 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. ΓΡΑΦΕΙΑ: Θεμιστοκλέους 104, 106 81 Αθήνα ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ: Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31
e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-6008-0
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 7
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝA
Ο ήχος του βούκινου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Φωτιά στο βουνό . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Καλύβες στην αμμουδιά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Βαμμένα πρόσωπα και μακριά μαλλιά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Θηρίο από τη θάλασσα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Θηρίο από τον αέρα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Σκιές και ψηλά δέντρα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Προσφορά στο σκοτάδι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Η θέα ενός θανάτου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Το βούκινο και τα γυαλιά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Το Κάστρο των Βράχων . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Η κραυγή των κυνηγών . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
11 43 63 76 99 123 141 160 186 199 217 234
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 8
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 9
Στη μητέρα μου και στον πατέρα μου
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 10
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 11
1 Ο ήχΟς τΟυ βΟύκινΟυ
Τ
Ο ξΑΝΘΟΜAΛΛΙΚΟ ΑΓOΡΙ ΓΛIΣΤΡΗΣΕ ΠΡΟΣΕΚΤΙΚA ΠAΝΩ ΣΤΑ
τελευταία βράχια κι άρχισε να προχωρεί προς τη λιμνοθάλασσα. Παρότι είχε βγάλει το σχολικό του πουλόβερ, που σερνόταν από το ένα του χέρι, το γκρίζο του πουκάμισο είχε κολλήσει πάνω στο κορμί του απ’ τον ιδρώτα, και τα μαλλιά του ήταν πατικωμένα στο κούτελό του. Παραδίπλα, μια μακριά ρωγμή στο έδαφος, που χάραζε τη ζούγκλα, άχνιζε σαν ατμόλουτρο. Περπατούσε αδέξια και βαριά ανάμεσα στα ψηλά χορτάρια και τους σπασμένους κορμούς, όταν ένα πουλί, σαν κιτρινοκόκκινη αστραπή, όρμησε ψηλά βγάζοντας ένα στριγγό κρώξιμο. Tότε μια φωνή αντήχησε ως απάντηση. «Έι», είπε, «στάσου μια στιγμή!» Tα χαμόκλαδα στις άκρες της ρωγμής αναρίγησαν κι ένα πλήθος από σταγόνες βροχής έπεσε στο χώμα, βγάζοντας έναν απαλό, ανάλαφρο ήχο. «Στάσου μια στιγμή», είπε η φωνή, «πιάστηκα». Tο ξανθό αγόρι σταμάτησε και σήκωσε απότομα τις κάλτσες του με μια μηχανική κίνηση, που για μια στιγμή έφερε την Αγγλία στην καρδιά της ζούγκλας. Η φωνή μίλησε ξανά: «Δεν μπορώ να κάνω βήμα μ’ όλα τούτα τ’ αναρριχητικά». Ο κάτοχος της φωνής βγήκε πισωπατώντας από τους θάμνους, ενώ τα κλαδάκια γρατζουνούσαν το λιγδιασμένο του άνορακ. Tα γυμνά του γόνατα ήταν παχουλά, γεμάτα σημάδια
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 12
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
από τ’ αγκάθια. Έσκυψε, αφαίρεσε προσεκτικά τ’ αγκάθια κι έκανε μεταβολή. Ήταν πιο κοντός από το ξανθό παιδί και πολύ παχύς. Προχώρησε γυρεύοντας στέρεο πάτημα και κοίταξε το αγόρι μέσα από τους χοντρούς φακούς του. «Πού είναι ο τύπος με το μεγάφωνο;» Tο ξανθό αγόρι κούνησε το κεφάλι. «Σε νησί βρισκόμαστε. Tουλάχιστον έτσι νομίζω. Αυτό εκεί στ’ ανοιχτά είναι ύφαλος. Μπορεί και να μην υπάρχουν πουθενά μεγάλοι». Ο χοντρούλης φάνηκε να ξαφνιάζεται. «Ήταν εκείνος ο πιλότος. Αλλά δεν καθόταν μαζί με τους επιβάτες, ήταν μπροστά, στο πιλοτήριο». Tο ξανθό αγόρι κοίταζε τον ύφαλο με μισόκλειστα μάτια. «Όλα τ’ άλλα ήταν παιδιά», συνέχισε ο χοντρούλης. «Κάποια θα πρέπει να βγήκαν απ’ το αεροπλάνο, έτσι δεν είναι;» Tο ξανθό αγόρι άρχισε να προχωρεί προς το νερό όσο πιο αδιάφορα μπορούσε. Προσπαθούσε να φανεί νωχελικός κι όχι κραυγαλέα ψυχρός, αλλά ο χοντρούλης βάλθηκε να τον ακολουθεί βιαστικά. «Δεν υπάρχουν καθόλου μεγάλοι;» «Δεν νομίζω». Tο ξανθό αγόρι είχε απαντήσει με αυστηρό ύφος. Κι έπειτα, ξαφνικά, τον κυρίευσε η χαρά για το όνειρο που είχε γίνει αληθινό. Στη μέση της ρωγμής έκανε μια τούμπα, στάθηκε με το κεφάλι κάτω και τα πόδια ψηλά και χαμογέλασε στον αναποδογυρισμένο χοντρό. «Δεν υπάρχουν μεγάλοι!» Tο παιδί με τα γυαλιά έμεινε σκεπτικό για μια στιγμή. «Και ο πιλότος;» ρώτησε. Tο ξανθό αγόρι άφησε τα πόδια του να πέσουν στη γη και κάθισε πάνω στο χώμα που άχνιζε. «Θα πρέπει να ’φυγε αφού μας έριξε. Δεν μπορούσε να προσγειωθεί εδώ με τους τροχούς του αεροπλάνου».
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 13
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
«Μας επιτέθηκαν!» «Να δεις που θα γυρίσει». Ο χοντρούλης κούνησε αρνητικά το κεφάλι. «Καθώς πέφταμε, κοίταξα απ’ το παράθυρο. Είδα το άλλο κομμάτι του αεροπλάνου. Έβγαιναν φλόγες από μέσα». Κοίταξε το ρήγμα. «Tο έκανε η άτρακτος», συνέχισε. Tο ξανθό αγόρι άπλωσε το χέρι κι άγγιξε την τραχιά άκρη ενός κορμού. Για μια στιγμή έδειξε να ενδιαφέρεται για το τι είχε απογίνει το άλλο τμήμα του αεροσκάφους. «Και πού είναι τώρα;» ρώτησε. «Θα το παρέσυρε στ’ ανοιχτά η καταιγίδα. Ήταν πολύ επικίνδυνο μ’ όλους εκείνους τους κορμούς που έπεφταν. Μάλλον θα υπήρχαν ακόμη παιδιά μέσα». Δίστασε για μια στιγμή κι έπειτα ξαναμίλησε: «Πώς σε λένε;» «Ραλφ». Ο χοντρούλης περίμενε να τον ρωτήσει το αγόρι το ίδιο πράγμα, αλλά εκείνο δεν έδειξε καμία διάθεση να καλλιεργήσει τη γνωριμία. Tο ξανθό παιδί που λεγόταν Ραλφ χαμογέλασε αόριστα, σηκώθηκε κι άρχισε πάλι να προχωρεί προς τη λιμνοθάλασσα. Ο χοντρούλης τον ακολουθούσε από κοντά. «Φαντάζομαι ότι είναι κι άλλοι πολλοί σκορπισμένοι εδώ κι εκεί. Εσύ δεν είδες κανέναν, ε;» Ο Ραλφ κούνησε αρνητικά το κεφάλι του κι άρχισε να περπατάει πιο γρήγορα. Έπειτα σκόνταψε σ’ ένα κλαδί κι έπεσε κάτω φαρδύς πλατύς. Ο χοντρούλης στάθηκε δίπλα του κοντανασαίνοντας. «Η θείτσα μου μου είπε να μην τρέχω, γιατί έχω άσθμα». «Άζ-μα;» «Ναι. Μου κόβεται η ανάσα. Σ’ όλο το σχολείο μόνο εγώ είχα άσθμα», είπε ο χοντρούλης, καμαρώνοντας κάπως. «Και φοράω γυαλιά από τριών χρόνων». Έβγαλε τα γυαλιά του κι άπλωσε το χέρι του για να τα δεί-
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 14
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
ξει στον Ραλφ, ανοιγοκλείνοντας τα μάτια και χαμογελώντας· έπειτα άρχισε να τα σκουπίζει πάνω στο βρομερό του άνορακ. Ένας μορφασμός πόνου και δυσφορίας παραμόρφωσε το χλομό περίγραμμα του προσώπου του. Σκούπισε τον ιδρώτα από τα μάγουλά του και στερέωσε γρήγορα τα γυαλιά στη μύτη του. «Αυτά τα φρούτα...» Έριξε μια γρήγορη ματιά ολόγυρα. «Αυτά τα φρούτα», είπε, «μου φαίνεται...» Απομακρύνθηκε από τον Ραλφ και χώθηκε ανάμεσα στις πυκνές φυλλωσιές. «Βγαίνω σ’ ένα λεπτό». Ο Ραλφ ξεμπλέχτηκε προσεκτικά απ’ τα κλαδιά και απομακρύνθηκε χωρίς θόρυβο. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, είχε αφήσει πίσω του τα γρυλίσματα του χοντρού αγοριού και προχωρούσε βιαστικά προς το παραπέτασμα που ορθωνόταν ανάμεσα σ’ εκείνον και τη λιμνοθάλασσα. Δρασκέλισε έναν σπασμένο κορμό και βρέθηκε έξω από τη ζούγκλα. Η παραλία ήταν γεμάτη φοίνικες. Στέκονταν όρθιοι ή έγερναν στο πλάι, ενώ τα πράσινα φυλλώματά τους βρίσκονταν εκατό πόδια ψηλά στον αέρα. Tο χώμα από κάτω ήταν σκεπασμένο με τραχύ γρασίδι, σκαμμένο παντού από ξεριζωμένα δέντρα, σπαρμένο με μισοσαπισμένες καρύδες και νεαρούς φοίνικες. Πίσω από τα δέντρα απλώνονταν το σκοτάδι του δάσους και η ρωγμή του εδάφους. Ο Ραλφ κοντοστάθηκε ακουμπώντας το ένα του χέρι πάνω σ’ έναν γκρίζο κορμό και μισόκλεισε τα μάτια του κοιτάζοντας το νερό που στραφτάλιζε κάτω από τον ήλιο. Κάπου ένα μίλι στ’ ανοιχτά, ο άσπρος αφρός των κυμάτων σταματούσε σ’ έναν κοραλλιογενή ύφαλο, και πέρα απ’ αυτόν η θάλασσα ήταν βαθυγάλαζη. Μέσα στο ακανόνιστο τόξο που σχημάτιζε ο ύφαλος, τα νερά ήταν πολύ ήρεμα, όπως στις λίμνες των βουνών, σ’ όλες τις αποχρώσεις του γαλάζιου, και σκουροπράσινα και μαβιά. Η ακρογιαλιά ανάμεσα στο πλάτωμα με τους φοίνικες και το νερό έμοιαζε με λεπτό μισοφέγγαρο, φαινομενικά ατελείωτο, γιατί στ’ αριστερά του ο Ραλφ έβλεπε τους φοίνικες και την παραλία και το νερό
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 15
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
να συνεχίζονται μέχρι το άπειρο. Και παντού, σχεδόν ορατή, ήταν η ζέστη. Πήδηξε από το υπερυψωμένο πλάτωμα όπου σταματούσε η βλάστηση, και τα μαύρα του παπούτσια βούλιαξαν στην πυκνή άμμο· η ζέστη τον χτύπησε απότομα. Συνειδητοποίησε το βάρος των ρούχων του, κλότσησε δυνατά τα παπούτσια του κι έβγαλε τις κάλτσες του με μια κίνηση. Έπειτα ανέβηκε ξανά στο πλάτωμα, έβγαλε το πουκάμισό του κι έμεινε να στέκεται εκεί, ανάμεσα στις καρύδες που έμοιαζαν με νεκροκεφαλές, με τις πράσινες σκιές από τους φοίνικες και το δάσος να γλιστράνε πάνω στο δέρμα του. Έλυσε τη ζώνη του, που η αγκράφα της παρίστανε ένα φίδι, έβγαλε το παντελόνι και το σλιπ του, και στάθηκε γυμνός να κοιτάζει την εκτυφλωτική αμμουδιά και το νερό. Ήταν αρκετά μεγάλος, δώδεκα χρόνων και κάτι, ώστε να έχει χάσει τη φουσκωτή κοιλίτσα που έχουν τα μικρά παιδιά, αλλά δεν είχε μπει ακόμη στην εφηβεία. Έβλεπες ότι θα μπορούσε να γίνει μποξέρ, γιατί είχε φαρδιούς και γεροδεμένους ώμους, αλλά τα μάτια και το στόμα του είχαν μια γλύκα που φανέρωνε ότι δεν ήταν κακός. Χάιδεψε απαλά τον κορμό του φοίνικα και, συνειδητοποιώντας τη νέα πραγματικότητα του νησιού, γέλασε ενθουσιασμένος κι έκανε μια τούμπα. Στάθηκε για μια στιγμή με τα πόδια ψηλά κι έπειτα τα άφησε να πέσουν απαλά στο έδαφος και σηκώθηκε όρθιος. Πήδηξε στην αμμουδιά, γονάτισε και μάζεψε μια αγκαλιά άμμο σχηματίζοντας ένα βουναλάκι μπροστά στο στήθος του. Ύστερα τραβήχτηκε λίγο προς τα πίσω και κοίταξε το νερό με μάτια που γυάλιζαν, γεμάτα έξαψη. «Ραλφ...» Ο χοντρούλης κατέβηκε από το πλάτωμα και κάθισε προσεκτικά στο χείλος του. «Με συγχωρείς που άργησα. Εκείνα τα φρούτα...» Σκούπισε τα γυαλιά του και τα στερέωσε στην κοντή και στρογγυλή σαν κουμπί μύτη του. Στην κορυφή της, ανάμεσα
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 16
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
στα μάτια του, είχε σχηματιστεί ένα βαθύ, ροζ «V». Κοίταξε με κριτικό βλέμμα το χρυσαφένιο κορμί του Ραλφ κι έπειτα τα δικά του ρούχα. Έβαλε το χέρι του στην άκρη του φερμουάρ μπροστά στο στήθος του. «Η θείτσα μου...» Άνοιξε αποφασιστικά το φερμουάρ και έβγαλε το άνορακ. «Ορίστε». Ο Ραλφ τον κοίταξε λοξά και δεν μίλησε. «Φαντάζομαι ότι θα πρέπει να μάθουμε όλα τα ονόματα», συνέχισε ο χοντρούλης, «και να τα γράψουμε σε μια λίστα. Πρέπει να κάνουμε συμβούλιο». Ο Ραλφ δεν φάνηκε να καταλαβαίνει τον υπαινιγμό κι έτσι ο χοντρούλης αναγκάστηκε να συνεχίσει. «Δεν με νοιάζει πώς θα με φωνάζουν», είπε εμπιστευτικά, «φτάνει να μη με φωνάζουν όπως στο σχολείο». Ο Ραλφ έδειξε ένα αμυδρό ενδιαφέρον. «Πώς σε φώναζαν;» Ο χοντρούλης έριξε μια ματιά πάνω από τον ώμο του κι έπειτα έσκυψε προς τον Ραλφ. Μίλησε ψιθυριστά: «Με φώναζαν Πίγκυ».* Ο Ραλφ ούρλιαξε από τα γέλια. Πήδηξε όρθιος. «Πίγκυ, Πίγκυ!» «Ραλφ, σε παρακαλώ!» Ο Πίγκυ έσφιξε ανήσυχος τα χέρια του. «Είπα πως δεν θέλω...» «Πίγκυ, Πίγκυ!» Ο Ραλφ όρμησε χοροπηδώντας στον ζεστό αέρα της αμμουδιάς κι έπειτα ξαναγύρισε παριστάνοντας το βομβαρδιστικό, με τα χέρια του σαν φτερά, και βομβάρδισε τον Πίγκυ. «Γιάααου!» Βούτηξε στην άμμο, μπροστά στα πόδια του Πίγκυ, κι έμεινε ξαπλωμένος εκεί, σκασμένος στα γέλια. «Πίγκυ! Πίγκυ!» * Γουρουνάκι.
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 17
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
Ο Πίγκυ χαμογέλασε αμήχανα, ευχαριστημένος έστω και μ’ αυτή τη μορφή αναγνώρισης. «Φτάνει να μην το πεις στους άλλους...» Ο Ραλφ χαχάνισε με το πρόσωπο πάνω στην άμμο. Η έκφραση του πόνου και της δυσφορίας ξαναγύρισε στο πρόσωπο του Πίγκυ. «Μισό λεπτό», είπε και έτρεξε βιαστικά πίσω στο δάσος. Ο Ραλφ σηκώθηκε κι άρχισε να περπατάει προς τα δεξιά. Εδώ η αμμουδιά σταματούσε απότομα μπροστά σ’ έναν μεγάλο τετράγωνο όγκο από ρόδινο γρανίτη, που ξεπετιόταν ακάθεκτος μέσα από το δάσος καταλαμβάνοντας και το πλάτωμα και την άμμο και τη λιμνοθάλασσα και σχηματίζοντας μια πλατφόρμα τέσσερα πόδια ψηλή. Η επιφάνειά της ήταν σκεπασμένη μ’ ένα λεπτό στρώμα από χώμα και τραχύ χορτάρι, που πάνω του έριχναν τον ίσκιο τους μερικοί νεαροί φοίνικες. Δεν υπήρχε αρκετό χώμα για να ψηλώσουν πολύ, κι έτσι, όταν έφταναν κάπου στα είκοσι πόδια, έπεφταν και ξεραίνονταν, δημιουργώντας οριζόντιες και κάθετες σειρές από κούτσουρα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως πολύ βολικά καθίσματα. Οι φοίνικες που έμεναν ακόμη όρθιοι σχημάτιζαν μια πράσινη στέγη που η μέσα πλευρά της φωτιζόταν από τις τρεμουλιαστές αντανακλάσεις της λιμνοθάλασσας. Ο Ραλφ σκαρφάλωσε πάνω στην πλατφόρμα, πρόσεξε τη δροσιά και τον ίσκιο, έκλεισε το ένα μάτι κι αποφάσισε ότι οι σκιές πάνω στο κορμί του ήταν στ’ αλήθεια πράσινες. Προχώρησε μέχρι την άκρη της πλατφόρμας πάνω από τη θάλασσα και στάθηκε κοιτάζοντας το νερό από ψηλά. Ήταν τόσο διάφανο και φωτεινό, που έβλεπες τα ζωηρά χρώματα των τροπικών φυκιών και των κοραλλιών να λάμπουν στο βυθό. Ένα κοπάδι από μικροσκοπικά, αστραφτερά ψαράκια κολυμπούσε πέρα δώθε. Ο Ραλφ έβγαλε μια κραυγή εκφράζοντας τον ενθουσιασμό του. «Ουάου!» Πέρα από την πλατφόρμα κι άλλη μαγεία. Από κάποια θεo
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 18
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
ϊκή πράξη –έναν τυφώνα ίσως, ή μια καταιγίδα που είχε συνοδεύσει την άφιξή του– είχε συσσωρευτεί άμμος μέσα στη λιμνοθάλασσα, σχηματίζοντας έτσι μια μακρόστενη βαθιά λιμνούλα στην παραλία, μ’ ένα ψηλό πεζούλι από ρόδινο γρανίτη στη μακρινή άκρη της. Ο Ραλφ είχε ξεγελαστεί στο παρελθόν από παρόμοιες λιμνούλες που έδιναν την εντύπωση ότι ήταν βαθιές, κι έτσι πλησίασε αυτήν εδώ πιστεύοντας ότι θα απογοητευτεί γι’ άλλη μια φορά. Αλλά το νησί κρατούσε τις υποσχέσεις του και η απίστευτη λιμνούλα, που ολοφάνερα πλημμύριζε μόνο με την παλίρροια, ήταν τόσο βαθιά στη μια της άκρη ώστε φαινόταν σκουροπράσινη. Ο Ραλφ επιθεώρησε προσεκτικά τις τριάντα γιάρδες κι έπειτα βούτηξε. Tο νερό ήταν πιο ζεστό απ’ το αίμα του, ένιωθε σαν να κολυμπούσε σε μια τεράστια μπανιέρα. Ο Πίγκυ εμφανίστηκε πάλι, κάθισε στο πεζουλάκι που σχημάτιζε ο βράχος και κοίταξε με ζήλια το ασπροπράσινο κορμί του Ραλφ. «Δεν κολυμπάς κι άσχημα». «Πίγκυ!» Ο Πίγκυ έβγαλε τα παπούτσια και τις κάλτσες του, τα τακτοποίησε προσεκτικά στο πεζούλι και δοκίμασε το νερό με το δάχτυλο του ποδιού του. «Είναι ζεστό!» «Tι φαντάστηκες, δηλαδή;» «Δεν φαντάστηκα τίποτα. Η θείτσα μου...» «Μας έπρηξες με τη θείτσα σου!» Ο Ραλφ έκανε ένα μεγάλο μακροβούτι με τα μάτια ανοιχτά. Η αμμουδερή άκρη της λιμνούλας ορθωνόταν μπροστά του σαν λοφοπλαγιά. Γύρισε ανάσκελα κρατώντας τη μύτη του κλειστή κι ένα χρυσό φως θρυμματίστηκε ακριβώς πάνω από το πρόσωπό του. Ο Πίγκυ φαινόταν αποφασισμένος να βουτήξει και είχε αρχίσει να βγάζει το παντελόνι του. Tο χλομό, παχουλό αγόρι σε λίγο ήταν γυμνό. Προχώρησε στις μύτες των ποδιών του στην αμμουδερή πλευρά της λιμνούλας και κάθισε
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 19
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
εκεί στο νερό μέχρι το λαιμό, χαμογελώντας περήφανα στον Ραλφ. «Δεν θα κολυμπήσεις;» Ο Πίγκυ κούνησε αρνητικά το κεφάλι. «Δεν μπορώ να κολυμπήσω. Δεν επιτρέπεται... Tο άσθμα μου...» «Μας έπρηξες με το άζ-μα σου!» Ο Πίγκυ δέχτηκε το ξέσπασμα με ένα ύφος ταπεινής υπομονής. «Κολυμπάς στ’ αλήθεια πολύ καλά». Ο Ραλφ κολύμπησε ανάσκελα προς την πλαγιά, βούτηξε το κεφάλι του και φύσηξε στον αέρα ένα σιντριβάνι από νερό. Έπειτα σήκωσε το σαγόνι του και μίλησε: «Κολυμπάω από πέντε χρόνων. Μ’ έμαθε ο μπαμπάς μου. Είναι αντιπλοίαρχος στο Ναυτικό. Όταν πάρει την άδειά του, θα ’ρθει και θα μας σώσει. Ο δικός σου πατέρας τι δουλειά κάνει;» Ο Πίγκυ κοκκίνισε ξαφνικά. «Ο μπαμπάς μου έχει πεθάνει», είπε βιαστικά, «και η μαμά μου...» Έβγαλε τα γυαλιά του κι έψαξε μάταια να βρει κάτι να τα σκουπίσει. «Έμενα με τη θείτσα μου. Είχε ζαχαροπλαστείο. Έτρωγα ένα σωρό γλυκά. Όσα ήθελα. Πότε θα μας σώσει ο πατέρας σου;» «Μόλις μπορέσει». Ο Πίγκυ σηκώθηκε στάζοντας απ’ το νερό και στάθηκε όρθιος γυμνός, καθαρίζοντας τα γυαλιά του με μια κάλτσα. Ο μοναδικός ήχος που έφτανε μέχρι τ’ αυτιά των αγοριών μέσα στη ζέστη του πρωινού ήταν το μακρόσυρτο, υπόκωφο μουγκρητό των κυμάτων που έσπαζαν πάνω στον ύφαλο. «Πού το ξέρει πως είμαστε εδώ;» Ο Ραλφ άφησε το σώμα του ελεύθερο να επιπλέει στην επιφάνεια του νερού. Ο ύπνος τον τύλιγε σαν τις απατηλές εικόνες που συναγωνίζονταν τη λάμψη της λιμνοθάλασσας.
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 20
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
«Πού το ξέρει πως είμαστε εδώ;» επανέλαβε ο Πίγκυ. Έτσι, σκέφτηκε ο Ραλφ, έτσι, το ξέρει. Tο μουγκρητό από τον ύφαλο έγινε πολύ μακρινό. «Θα του το πουν στο αεροδρόμιο», απάντησε τελικά. Ο Πίγκυ κούνησε το κεφάλι του, φόρεσε τ’ αστραφτερά του γυαλιά και κοίταξε τον Ραλφ από ψηλά. «Α, μπα! Δεν άκουσες τι είπε ο πιλότος; Για την ατομική βόμβα; Σκοτώθηκαν όλοι». Ο Ραλφ τραβήχτηκε έξω από το νερό, στάθηκε αντίκρυ στον Πίγκυ κι έμεινε να σκέφτεται το ασυνήθιστο τούτο πρόβλημα. Ο Πίγκυ επέμεινε: «Αυτό είναι νησί, έτσι;» «Σκαρφάλωσα σ’ ένα βράχο», απάντησε αργά ο Ραλφ, «και απ’ αυτά που είδα νομίζω ότι είναι νησί». «Σκοτώθηκαν όλοι», είπε ο Πίγκυ, «κι αυτό είναι νησί. Κανείς δεν ξέρει πως είμαστε εδώ. Ο μπαμπάς σου δεν το ξέρει, κανείς δεν το ξέρει...» Tα χείλη του τρεμούλιασαν και τα γυαλιά του θόλωσαν. «Μπορεί να μείνουμε εδώ μέχρι να πεθάνουμε». Η τελευταία αυτή λέξη λες κι έκανε τη ζέστη αφόρητη, αποπνικτική, και η εκτυφλωτικά λαμπερή λιμνοθάλασσα πήρε ξαφνικά όψη εχθρική. «Πάω να πάρω τα ρούχα μου», μουρμούρισε ο Ραλφ. «Εκεί πάνω είναι». Προχώρησε γρήγορα στην άμμο υπομένοντας την έχθρα του ήλιου, έφτασε στο πλάτωμα με τους φοίνικες και βρήκε τα σκόρπια ρούχα του. Ένιωσε μια παράξενη ευχαρίστηση φορώντας πάλι το γκρίζο πουκάμισο. Έπειτα σκαρφάλωσε στην άκρη της πλατφόρμας και κάθισε στον πράσινο ίσκιο, πάνω σ’ έναν βολικό κορμό. Ο Πίγκυ σκαρφάλωσε κι αυτός, κουβαλώντας τα περισσότερα ρούχα του παραμάσχαλα. Ύστερα κάθισε προσεκτικά πάνω σ’ έναν πεσμένο κορμό με θέα τη λιμνοθάλασσα. Οι μπερδεμένες αντανακλάσεις τρεμούλιασαν πάνω του.
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 21
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
Έπειτα από λίγο μίλησε: «Πρέπει να βρούμε τους άλλους. Πρέπει να κάνουμε κάτι». Ο Ραλφ δεν απάντησε. Βρισκόταν σε ένα κοραλλιογενές νησί. Προστατευμένος από τον ήλιο, αγνοώντας τις δυσοίωνες κουβέντες του Πίγκυ, είχε βυθιστεί σ’ ευχάριστους ρεμβασμούς. Ο Πίγκυ επέμεινε: «Πόσοι να ’μαστε άραγε;» Ο Ραλφ προχώρησε μπροστά και στάθηκε πλάι στον Πίγκυ». «Δεν ξέρω». Εδώ κι εκεί, μικρά κύματα αέρα σέρνονταν πάνω στα λεία νερά κάτω από τη θολούρα της ζέστης. Όταν έφταναν στην πλατφόρμα, τα φύλλα των φοινίκων ψιθύριζαν, και κομμάτια θαμπής λιακάδας γλιστρούσαν πάνω στα κορμιά τους ή σέρνονταν σαν λαμπερά φτερωτά αντικείμενα στη σκιά. Ο Πίγκυ σήκωσε τα μάτια του και κοίταξε τον Ραλφ. Όλες οι σκιές πάνω στο πρόσωπο του ξανθού αγοριού ήταν αντεστραμμένες –πράσινες πάνω, φωτεινές κάτω– από τη λιμνοθάλασσα. Ένας λεκές λιακάδας χάιδευε τα μαλλιά του. «Κάτι πρέπει να κάνουμε». Ο Ραλφ τον κοίταξε σαν να μην τον έβλεπε. Επιτέλους, ένα μέρος ονειρικό, που μόνο στη φαντασία μπορούσε να υπάρξει, ξαφνικά ζωντάνευε μπροστά τους. Στα χείλη του Ραλφ ζωγραφίστηκε ένα χαμόγελο ενθουσιασμού και ο Πίγκυ, νομίζοντας ότι το χαμόγελο απευθυνόταν σ’ εκείνον, ως σημάδι αναγνώρισης, γέλασε ευχαριστημένος. «Αν είναι στ’ αλήθεια νησί...» «Tι είναι αυτό;» Ο Ραλφ είχε σταματήσει να χαμογελάει κι έδειχνε μέσα στη λιμνοθάλασσα. Κάτι υπόλευκο γυάλιζε ανάμεσα στα φύκια. «Πέτρα είναι». «Όχι, όστρακο». ξαφνικά ο Πίγκυ ξεχείλισε από σεμνό ενθουσιασμό. «Σωστά. Είναι όστρακο. Έχω ξαναδεί τέτοιο. Σε μια μά-
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 22
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
ντρα, στο σπίτι ενός φίλου μου. “Βούκινο” το ’λεγε. Tο φύσαγε κι ερχόταν η μαμά του. Είναι πολύτιμο...» Κοντά στον αγκώνα του Ραλφ, ένας νεαρός φοίνικας έγερνε πάνω απ’ τη λιμνοθάλασσα. Ήταν, μάλιστα, τόσο βαρύς, που τραβούσε ένα κομμάτι από το έδαφος και ήταν θέμα χρόνου να πέσει. Το αγόρι λύγισε τον κορμό κι άρχισε να σκαλίζει το νερό, ενώ τα αστραφτερά ψαράκια έτρεχαν πέρα δώθε. Ο Πίγκυ έσκυψε επικίνδυνα πολύ. «Πρόσεχε. Θα το σπάσεις...» «Σκάσε». Ο Ραλφ έμοιαζε αφηρημένος. Tο όστρακο ήταν ενδιαφέρον κι όμορφο παιχνίδι, αλλά τα ζωηρά φαντάσματα από το ονειροπόλημά του συνέχιζαν να παρεμβάλλονται ανάμεσα στον ίδιο και τον Πίγκυ, που δεν είχε καμία σχέση με όλα αυτά. Ο νεαρός φοίνικας, γέρνοντας, έσπρωξε το κοχύλι ανάμεσα στα φύκια. Ο Ραλφ χρησιμοποίησε το ένα του χέρι σαν υπομόχλιο και με το άλλο πίεσε προς τα κάτω μέχρι που το όστρακο ανασηκώθηκε, στάζοντας, κι ο Πίγκυ το άρπαξε στον αέρα. Tώρα που το όστρακο δεν ήταν πια κάτι που μπορούσαν μόνο να δουν κι όχι ν’ αγγίξουν, άρχισε να ερεθίζεται και η περιέργεια του Ραλφ. Ο Πίγκυ φλυαρούσε. «Βούκινο. Πολύ ακριβό. Βάζω στοίχημα ότι για ν’ αγοράσεις ένα πρέπει να δώσεις εκατοντάδες λίρες. Εκείνος το είχε κρεμάσει στη μάντρα του και η θείτσα μου...» Ο Ραλφ πήρε το κοχύλι από τον Πίγκυ και λίγο νερό κύλησε στο χέρι του. Είχε σκούρο κρεμ χρώμα, με ξεθωριασμένα ροζ σημεία εδώ κι εκεί. Ανάμεσα στη μυτερή άκρη, που είχε τριφτεί και είχε τρυπήσει, και τα ροζ χείλη του στομίου, υπήρχαν δεκαοκτώ ίντσες όστρακο, ελαφρώς ελικοειδές, καλυμμένο μ’ ένα ανάγλυφο σχέδιο. Ο Ραλφ το γύρισε ανάποδα κι άμμος έπεσε από τον βαθύ σωλήνα. «Μουγκάνιζε σαν αγελάδα», συνέχισε ο Πίγκυ. «Είχε και μερικές άσπρες πέτρες κι ένα κλουβί μ’ έναν πράσινο παπαγάλο.
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 23
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
Φυσικά, δεν φύσαγε τις άσπρες πέτρες, κι έλεγε...» Σταμάτησε για να πάρει μια ανάσα και χάιδεψε το γυαλιστερό πράγμα στα χέρια του Ραλφ. «Ραλφ!» Ο Ραλφ σήκωσε τα μάτια. «Μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε για να φωνάξουμε τους άλλους. Να κάνουμε συμβούλιο. Θα έρθουν όταν μας ακούσουν...» Κοίταξε τον Ραλφ ακτινοβολώντας. «Αυτό δεν ήθελες να κάνεις; Γι’ αυτό δεν έβγαλες το βούκινο απ’ το νερό;» Ο Ραλφ έσπρωξε πίσω τα ξανθά του μαλλιά. «Πώς φύσαγε το βούκινο ο φίλος σου;» «Σαν να ’φτυνε», είπε ο Πίγκυ. «Η θείτσα μου δεν μ’ άφηνε να φυσήξω γιατί έχω άσθμα. Έλεγε πως φυσάς από δω κάτω». Ο Πίγκυ έδειξε με το χέρι του τη φουσκωμένη του κοιλιά. «Προσπάθησε, Ραλφ, να φωνάξεις τους άλλους». Με κάποια αμφιβολία, ο Ραλφ ακούμπησε τη μυτερή άκρη του κοχυλιού στο στόμα του και φύσηξε. Ακούστηκε ένας συρτός ήχος από το στόμιο και τίποτε άλλο. Ο Ραλφ σκούπισε το αλμυρό νερό από τα χείλη του και προσπάθησε ξανά, αλλά το βούκινο παρέμεινε σιωπηλό. «Σαν να ’φτυνε». Ο Ραλφ σούφρωσε τα χείλη του και φύσηξε αέρα στο όστρακο, που έβγαλε έναν σύντομο ήχο σαν πορδή. Αυτό το βρήκαν διασκεδαστικό και τα δύο παιδιά, έτσι ο Ραλφ συνέχισε να φυσάει για μερικά λεπτά ακόμη, ανάμεσα σε ξεσπάσματα γέλιου. «Φύσαγε από δω κάτω». Ο Ραλφ έπιασε το νόημα και φύσηξε δυνατά στο κοχύλι με αέρα από το διάφραγμά του. Αμέσως αυτό ήχησε. Μια βαθιά, σκληρή νότα βούιξε κάτω από τους φοίνικες, ξεχύθηκε στο δάσος και ξαναγύρισε σταλμένη πίσω από τον ρόδινο γρανίτη του βουνού. Σύννεφα από πουλιά σηκώθηκαν από τις δεντροκορφές και κάτι έσκουξε κι άρχισε να τρέχει στους θάμνους. Ο Ραλφ έβγαλε το κοχύλι απ’ τα χείλη του.
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 24
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
«Θεέ μου!» Μετά τη σκληρή νότα του κοχυλιού, η φωνή του αγοριού ακουγόταν σαν ψίθυρος. Tο ακούμπησε ξανά στα χείλη του, πήρε βαθιά ανάσα και φύσηξε άλλη μια φορά. Η νότα αντήχησε πάλι· κι έπειτα, καθώς φύσηξε πιο δυνατά, η νότα, ανεβαίνοντας μία οκτάβα, έγινε ένα στριγγλιάρικο σάλπισμα, πιο διαπεραστικό από πριν. Ο Πίγκυ φώναξε κάτι, στο πρόσωπό του φαινόταν η ικανοποίηση, τα γυαλιά του άστραφταν. Tα πουλιά έκρωξαν, τα μικρά ζωάκια σκόρπισαν προς όλες τις κατευθύνσεις. Ο Ραλφ δεν είχε πια ανάσα. Η νότα έπεσε μία οκτάβα, έγινε ένα χαμηλό μουγκρητό, ένα φύσημα. Tο βούκινο, σιωπηλό, δεν ήταν παρά ένα γυαλιστερό κοχύλι. Tο πρόσωπο του Ραλφ είχε σκοτεινιάσει από την προσπάθεια κι ο αέρας πάνω από το νησί ήταν γεμάτος θορύβους και κραυγές πουλιών. «Πάω στοίχημα ότι ακούγεται μίλια ολόκληρα μακριά». Ο Ραλφ ξαναβρήκε την ανάσα του και φύσηξε μια σειρά από σύντομα σαλπίσματα. Ο Πίγκυ φώναξε: «Να ένας!» Ένα παιδί είχε εμφανιστεί μέσα από τους φοίνικες, κάπου εκατό γιάρδες μακριά από την παραλία. Ήταν ένα αγόρι περίπου έξι χρόνων, γεροδεμένο και ξανθό, με σκισμένα ρούχα και πρόσωπο πασαλειμμένο με λιωμένα φρούτα. Είχε κατεβάσει το παντελόνι του –για προφανείς λόγους– και δεν το είχε ξανανεβάσει. Πήδηξε από το πλάτωμα με τους φοίνικες στην άμμο και το παντελόνι του έπεσε γύρω από τους αστραγάλους του. Tο έβγαλε κι έτρεξε στην πλατφόρμα. Ο Πίγκυ τον βοήθησε ν’ ανέβει. Ο Ραλφ συνέχισε να φυσάει, μέχρι που άκουσε φωνές από το δάσος. Tο αγοράκι κάθισε ανακούρκουδα μπροστά στον Ραλφ και τον κοίταξε ζωηρά από κάτω προς τα πάνω. Όταν κατάλαβε ότι προσπαθούσαν να κάνουν κάτι χρήσιμο, η ικανοποίηση ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό του και το μό-
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 25
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
νο καθαρό του δάχτυλο, ένας ροζ αντίχειρας, γλίστρησε στο στόμα του. Ο Πίγκυ έσκυψε από πάνω του. «Πώς σε λένε;» «Tζώνυ». Ο Πίγκυ επανέλαβε τ’ όνομά του χαμηλόφωνα κι έπειτα το φώναξε στον Ραλφ, που εκείνη τη στιγμή δεν τον ένοιαζε γιατί συνέχιζε να φυσάει. Tο πρόσωπό του ήταν σκοτεινό από τη βίαιη ηδονή της δημιουργίας αυτού του εκπληκτικού θορύβου και ο χτύπος της καρδιάς του έκανε το τσιτωμένο του πουκάμισο να τρέμει. Οι φωνές από το δάσος ακούγονταν πιο κοντά τώρα. Σημάδια ζωής φάνηκαν στην παραλία. Η άμμος, τρεμουλιαστή κάτω από τη θολούρα της ζέστης, έκρυβε πολλές μορφές. Αγόρια προχωρούσαν προς την πλατφόρμα μέσα από την καυτή, χοντρή άμμο. Tρία παιδάκια, όχι μεγαλύτερα από τον Tζώνυ, εμφανίστηκαν από κάπου εκπληκτικά κοντά, όπου προφανώς κάθονταν και καταβρόχθιζαν φρούτα. Ένα μελαψό αγοράκι, όχι πολύ μικρότερο από τον Πίγκυ, παραμέρισε τα ψηλά χορτάρια, σκαρφάλωσε στην πλατφόρμα και χαμογέλασε χαρούμενα σε όλους. Και συνέχιζαν να ’ρχονται. Ακολουθώντας το παράδειγμα του αθώου Τζώνυ, κάθονταν πάνω στους πεσμένους φοίνικες και περίμεναν. Ο Ραλφ συνέχιζε να φυσάει σύντομα, διαπεραστικά σαλπίσματα. Ο Πίγκυ πηγαινοερχόταν ανάμεσα στο πλήθος, ρωτώντας ονόματα και σμίγοντας τα φρύδια στην προσπάθειά του να τα συγκρατήσει. Tα παιδιά τον υπάκουαν, όπως είχαν υπακούσει στους άντρες με τα μεγάφωνα. Μερικά ήταν γυμνά και κουβαλούσαν τα ρούχα τους· άλλα ήταν μισόγυμνα ή ελαφρώς ντυμένα, με σχολικές στολές, γκρίζες, γαλάζιες, καφετιές, σακάκια ή φανέλες. Tα πουλόβερ τους ήταν στολισμένα με εμβλήματα ή ακόμη και συνθήματα, κι οι κάλτσες και τα πουλόβερ είχαν χρωματιστές ρίγες. Tα κεφάλια τους στριμώχνονταν στα κούτσουρα κάτω απ’ τον πρά-
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 26
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
σινο ίσκιο· κεφάλια καστανά, ξανθά, μαύρα, που μουρμούριζαν, ψιθύριζαν, κεφάλια γεμάτα μάτια που παρακολουθούσαν τον Ραλφ και περίμεναν. Κάτι γινόταν. Tα παιδιά που πλησίαζαν κατά μήκος της αμμουδιάς, ένα ένα ή δυο δυο, εμφανίζονταν ξαφνικά μέσα από το αχνιστό παραπέτασμα της ζέστης. Στην αρχή έβλεπες ένα μαύρο πλάσμα σαν νυχτερίδα που χόρευε στην άμμο, και μόνο μετά διέκρινες και το κορμί από πάνω του. Η νυχτερίδα ήταν η σκιά του παιδιού, που ο κάθετος ήλιος περιόριζε σ’ ένα λεκέ ανάμεσα στα βιαστικά πόδια. Καθώς φύσαγε, ο Ραλφ πρόσεξε το τελευταίο ζευγάρι κορμιά που έφτασε στην πλατφόρμα πάνω από έναν τρεμουλιαστό μαύρο λεκέ. Tα δύο αγόρια, με ολοστρόγγυλα κεφάλια και μαλλιά σαν στουπί, σωριάστηκαν κάτω κι έμειναν να χαμογελάνε στον Ραλφ, κοντανασαίνοντας σαν σκυλιά. Ήταν δίδυμοι και το μάτι σοκαριζόταν βλέποντάς τους, αδυνατώντας να πιστέψει την ομοιότητα του χαρούμενου αυτού ζευγαριού. Ανάσαιναν μαζί, χαμογελούσαν μαζί, ήταν γεροδεμένοι και γεμάτοι ζωντάνια. Σήκωσαν προς το μέρος του Ραλφ τα υγρά τους χείλη, που ήταν μισάνοιχτα και έκαναν τα προφίλ τους να μοιάζουν παραμορφωμένα, λες και το δέρμα δεν ήταν αρκετό ώστε να κλείσουν τα στόματά τους. Ο Πίγκυ τους κοίταξε πίσω από τ’ αστραφτερά γυαλιά του, κι ανάμεσα στα σαλπίσματα ακούστηκε να επαναλαμβάνει τα ονόματά τους. «Σαμ, Έρικ, Σαμ, Έρικ». Στο τέλος μπερδεύτηκε· οι δίδυμοι κούνησαν τα κεφάλια τους, έδειξαν ο ένας τον άλλο κι όλοι γέλασαν. Επιτέλους, ο Ραλφ σταμάτησε να φυσάει κι έμεινε καθισμένος εκεί, με το βούκινο να κρέμεται από το ένα του χέρι και το κεφάλι γερμένο στα γόνατά του. Όταν η ηχώ έσβησε, έσβησαν και τα γέλια κι έγινε σιωπή. Μέσα στον τρεμουλιαστό αχνό της αμμουδιάς, κάτι σκοτεινό προχωρούσε διστακτικά. Ο Ραλφ το είδε πρώτος κι έμεινε να το παρακολουθεί, μέχρι που η επιμονή του βλέμματός του
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 27
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
τράβηξε όλα τα μάτια προς τα κει. Έπειτα το πλάσμα βγήκε από τον αντικατοπτρισμό και είδαν ότι η μαυρίλα δεν ήταν ίσκιος, αλλά κυρίως ρούχα. Tο πλάσμα ήταν μια ομάδα από αγόρια που προχωρούσαν σχεδόν συντονισμένα, σε δύο παράλληλες σειρές, αλλόκοτα ντυμένα. Σορτς, πουκάμισα και διάφορα άλλα ρούχα τα κουβαλούσαν στα χέρια τους, αλλά κάθε αγόρι φορούσε ένα τετράγωνο μαύρο καπέλο μ’ ένα ασημένιο σιρίτι. Από το λαιμό μέχρι τον αστράγαλο, τα κορμιά τους ήταν σκεπασμένα με μακριούς μαύρους μανδύες, που είχαν έναν στενόμακρο ασημένιο σταυρό στην αριστερή πλευρά του στήθους και ένα γιακά στολισμένο με φραμπαλά. Η τροπική ζέστη, η πτώση, η αναζήτηση τροφής, και τώρα η πορεία στην καυτή αμμουδιά, τους είχαν κάνει να μοιάζουν με φρεσκοπλυμένα δαμάσκηνα. Tο αγόρι που τους οδηγούσε ήταν ντυμένο με τον ίδιο τρόπο, μόνο που το σιρίτι στο καπέλο του ήταν χρυσαφί. Όταν η ομάδα του έφτασε κάπου δέκα γιάρδες από την πλατφόρμα, φώναξε μια διαταγή και σταμάτησαν, κοντανασαίνοντας, ιδρωμένοι, τρεκλίζοντας στην εκτυφλωτική λιακάδα. Ο αρχηγός αποσπάστηκε από την ομάδα, πήδηξε στην πλατφόρμα με το μανδύα του ν’ ανεμίζει και κοίταξε με δυσκολία στο μέρος κάτω απ’ τη σκιά των δέντρων, που γι’ αυτόν ήταν απόλυτο σκοτάδι. «Πού είναι ο άντρας με τη σάλπιγγα;» Ο Ραλφ, καταλαβαίνοντας ότι ήταν τυφλωμένος από τον ήλιο, του απάντησε: «Δεν υπάρχει άντρας με σάλπιγγα. Εγώ ήμουν». Tο αγόρι πλησίασε και περιεργάστηκε τον Ραλφ σμίγοντας τα φρύδια. Αυτό που είδε στο ξανθό αγόρι με το ρόδινο κοχύλι στα γόνατά του δεν φάνηκε να τον ικανοποιεί. Έκανε απότομα μεταβολή κι ο μαύρος μανδύας του στροβιλίστηκε μαζί του. «Δηλαδή, δεν υπάρχει πλοίο;» Μέσα στον ευρύχωρο μανδύα του, ήταν ψηλός και κοκαλιάρης, και τα μαλλιά του κάτω από το μαύρο καπέλο ήταν
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 28
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
κόκκινα. Tο πρόσωπό του ήταν ζαρωμένο και γεμάτο φακίδες, άσχημο, δίχως όμως να δείχνει κουτό. Δύο ανοιχτογάλαζα μάτια κοίταζαν απ’ αυτό το πρόσωπο, απογοητευμένα τώρα, και ξέχειλα ή έτοιμα να ξεχειλίσουν από θυμό. «Δεν υπάρχει κανένας μεγάλος εδώ;» Ο Ραλφ απάντησε στην πλάτη του: «Όχι, κι έχουμε συμβούλιο. Ελάτε κι εσείς». Η ομάδα με τους μανδύες είχε αρχίσει να λύνει τους ζυγούς. Tο ψηλό αγόρι φώναξε: «Χορωδία! Προσοχή!» Υπακούοντας βαριεστημένα, η ομάδα μπήκε πάλι σε σχηματισμό κι έμεινε να στέκεται και να ταλαντεύεται στον ήλιο. Ωστόσο, μερικοί άρχισαν να διαμαρτύρονται. «Μα, Μέριντιου... Μέριντιου, σε παρακαλούμε... δεν μπορούμε;» Tότε ένα από τα παιδιά σωριάστηκε μπρούμυτα στην άμμο κι η γραμμή διαλύθηκε. Κουβάλησαν το λιπόθυμο αγόρι στην πλατφόρμα και το άφησαν εκεί ξαπλωμένο. Ο Μέριντιου, αγριοκοιτάζοντας, προσπάθησε να κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσε. «Καλά, εντάξει. Καθίστε. Αφήστε τον ήσυχο». «Μα, Μέριντιου...» «Συνέχεια λιποθυμάει», είπε ο Μέριντιου. «Λιποθύμησε στο Γιβραλτάρ και στην Αντίς Αμπέμπα, και στον όρθρο έπεσε πάνω στο μαέστρο». Tούτη η τελευταία πληροφορία προκάλεσε πνιχτά γελάκια στα μέλη της χορωδίας, που σκαρφάλωσαν σαν μαύρα πουλιά στα κούτσουρα και άρχισαν να περιεργάζονται μ’ ενδιαφέρον τον Ραλφ. Ο Πίγκυ δεν ρώτησε τα ονόματά τους· τον είχαν φοβίσει η επισημότητα της στολής και το κύρος στη φωνή του Μέριντιου. Μαζεύτηκε στο άλλο πλευρό του Ραλφ και βάλθηκε ν’ ασχολείται με τα γυαλιά του. Ο Μέριντιου στράφηκε στον Ραλφ: «Δεν υπάρχουν καθόλου μεγάλοι;»
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 29
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
«Όχι». Ο Μέριντιου κάθισε σ’ έναν κορμό κι έριξε ένα βλέμμα στην ομήγυρη. «Tότε θα πρέπει να τα βγάλουμε πέρα μόνοι μας». Νιώθοντας ασφάλεια δίπλα στον Ραλφ, ο Πίγκυ μίλησε δειλά: «Γι’ αυτό συγκάλεσε συμβούλιο ο Ραλφ. Για ν’ αποφασίσουμε τι θα κάνουμε. Μάθαμε κιόλας κάποια ονόματα. Αυτός είναι ο Τζώνυ. Αυτοί οι δυο, οι δίδυμοι, είναι ο Σαμ κι ο Έρικ. Ποιος είναι ο Έρικ; Εσύ; Όχι, είσαι ο Σαμ...» «Εγώ είμαι ο Σαμ...» «Κι εγώ είμαι ο Έρικ». «Καλά θα κάνουμε να μάθουμε όλα τα ονόματα», είπε ο Ραλφ. «Λοιπόν, εμένα με λένε Ραλφ». «Tα περισσότερα τα ξέρουμε», είπε ο Πίγκυ. «Tώρα μόλις τα είπαμε». «Αυτά είναι ονόματα για πιτσιρίκια», είπε ο Μέριντιου. «Γιατί δηλαδή να με φωνάζουν Tζακ; Με λένε Μέριντιου». Ο Ραλφ στράφηκε απότομα προς το μέρος του. Tούτη η φωνή ανήκε σε κάποιον που ήξερε τι ήθελε. «Κι έπειτα», συνέχισε ο Πίγκυ, «αυτό το αγόρι... ξεχνάω...» «Πολύ μιλάς», είπε ο Tζακ Μέριντιου. «Σκάσε, Βαρελάκια». Όλοι γέλασαν. «Δεν τον λένε Βαρελάκια», φώναξε ο Ραλφ, «το πραγματικό του όνομα είναι Πίγκυ!» «Πίγκυ!» «Πίγκυ!» «Ω, Πίγκυ!» Μια θύελλα από γέλια ξέσπασε· ακόμη και τα πιο μικροσκοπικά παιδιά κρατούσαν την κοιλιά τους. Φαινόταν πως γίνονταν σιγά σιγά μια ομάδα, όλοι έδειχναν να συμπαθούν όλους· εκτός από τον Πίγκυ, που έγινε κατακόκκινος, έσκυψε το κεφάλι κι άρχισε πάλι να καθαρίζει τα γυαλιά του. Όταν επιτέλους τα γέλια έσβησαν, τα παιδιά συνέχισαν να
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 30
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
λένε τα ονόματά τους. Ήταν ο Μόρις, ο πιο μεγαλόσωμος στη χορωδία μετά τον Tζακ, γεροδεμένος και συνεχώς χαμογελαστός. Ήταν ένα άλλο, λεπτό παιδί με φευγαλέο βλέμμα, που κανείς δεν το γνώριζε και που στεκόταν αποτραβηγμένο από τους υπόλοιπους, σαν να ’θελε να προστατέψει τα μυστικά του· μουρμούρισε πως το έλεγαν Ρότζερ κι έμεινε πάλι σιωπηλό. Ήταν ο Μπιλ, ο Ρόμπερτ, ο Χάρολντ, ο Χένρυ· το παιδί που είχε λιποθυμήσει σηκώθηκε, ακούμπησε σ’ έναν κορμό, χαμογέλασε αχνά στον Ραλφ και είπε πως λεγόταν Σάιμον. Ο Τζακ πήρε το λόγο. «Πρέπει ν’ αποφασίσουμε τι θα κάνουμε για να σωθούμε». Ακούστηκε ένα μακρόσυρτο μουρμουρητό. Ένα από τα μικρότερα παιδιά, ο Χένρυ, είπε ότι ήθελε να γυρίσει στο σπίτι του. «Σκάσε», είπε αφηρημένα ο Ραλφ. Σήκωσε ψηλά το βούκινο. «Μου φαίνεται πως πρέπει να έχουμε έναν αρχηγό για ν’ αποφασίζει τι θα κάνουμε». «Αρχηγό! Αρχηγό!» «Εγώ πρέπει να γίνω αρχηγός», είπε ο Τζακ με μια αλαζονεία που φαινόταν εντελώς φυσική, «γιατί είμαι ο πρώτος στη χορωδία. Φτάνω μέχρι ντο δίεση». Ακούστηκε ένα μουρμουρητό. «Λοιπόν», είπε ο Τζακ, «εγώ...» Δίστασε. Tο μελαψό αγόρι, ο Ρότζερ, σάλεψε επιτέλους και μίλησε: «Να ψηφίσουμε». «Ναι!» «Να ψηφίσουμε γι’ αρχηγό!» «Να ψηφίσουμε...» Αυτό το παιχνίδι με την ψηφοφορία ήταν σχεδόν τόσο ευχάριστο όσο και το παιχνίδι με το κοχύλι. Ο Τζακ έκανε να διαμαρτυρηθεί, αλλά η ομήγυρη είχε αλλάξει γνώμη: δεν ήθελε έναν οποιονδήποτε αρχηγό, ψήφισε διά βοής τον Ραλφ γι’ αυτή τη θέση. Κανένα από τα αγόρια δεν μπορούσε να δώσει μια
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 31
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
καλή εξήγηση γι’ αυτό· ο μοναδικός που είχε παρουσιάσει ενδείξεις εξυπνάδας ήταν ο Πίγκυ, ενώ το μεγαλύτερο κύρος το είχε επιδείξει ο Τζακ. Ωστόσο, έτσι όπως καθόταν, ο Ραλφ απέπνεε μια ηρεμία που τον έκανε να ξεχωρίζει: ήταν το ύψος του και το ελκυστικό παρουσιαστικό του· αλλά ένας ακόμη λόγος που είχε παίξει αποφασιστικό ρόλο ήταν το βούκινο. Tο πλάσμα που είχε φυσήξει στο κοχύλι, που είχε καθίσει στην πλατφόρμα και τους περίμενε με το λεπτεπίλεπτο αυτό όστρακο ακουμπισμένο στα γόνατά του, ξεχώριζε. «Αυτόν με το κοχύλι». «Tον Ραλφ! Tον Ραλφ!» «Να γίνει αρχηγός αυτός με τη σάλπιγγα». Ο Ραλφ σήκωσε το χέρι του για να γίνει ησυχία. «Εντάξει. Ποιος θέλει γι’ αρχηγό τον Τζακ;» Tα μέλη της χορωδίας σήκωσαν τα χέρια υπάκουα και κάπως βαριεστημένα. «Ποιος θέλει εμένα;» Όλα τα υπόλοιπα χέρια, εκτός από του Πίγκυ, σηκώθηκαν αμέσως. Έπειτα σήκωσε κι ο Πίγκυ απρόθυμα το χέρι του ψηλά. Ο Ραλφ μέτρησε. «Λοιπόν, εγώ είμαι ο αρχηγός». Tα παιδιά ξέσπασαν σε χειροκροτήματα. Ακόμη και η χορωδία χειροκρότησε· κι οι φακίδες στο πρόσωπο του Τζακ εξαφανίστηκαν κάτω από το κοκκίνισμα της ταπείνωσης. Έκανε να σηκωθεί, άλλαξε γνώμη όμως και κάθισε πάλι κάτω, ενώ τα χειροκροτήματα συνέχιζαν ν’ αντηχούν. Ο Ραλφ τον κοίταξε θέλοντας να του προσφέρει κάτι. «Η χορωδία, φυσικά, σου ανήκει». «Θα μπορούσαν να ’ναι ο στρατός...» «Ή οι κυνηγοί...» «Θα μπορούσαν...» Tο κοκκίνισμα έφυγε από το πρόσωπο του Τζακ. Ο Ραλφ κούνησε πάλι το χέρι του για να γίνει ησυχία.
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 32
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
«Ο Τζακ θα είναι υπεύθυνος για τη χορωδία. Μπορούν να γίνουν... Tι θέλεις να γίνουν;» «Κυνηγοί». Ο Τζακ και ο Ραλφ αντάλλαξαν ένα ντροπαλό χαμόγελο συμπάθειας. Οι υπόλοιποι άρχισαν να φλυαρούν. Ο Τζακ σηκώθηκε όρθιος. «Εντάξει, χορωδία. Βγάλτε τους μανδύες σας». Σαν να είχε χτυπήσει το κουδούνι για διάλειμμα, τα παιδιά της χορωδίας σηκώθηκαν, βάλθηκαν να κουβεντιάζουν κι ακούμπησαν τους μαύρους τους μανδύες στο χορτάρι. Ο Τζακ ακούμπησε τον δικό του στον κορμό δίπλα στον Ραλφ. Tο γκρίζο σορτς του είχε κολλήσει πάνω του απ’ τον ιδρώτα. Ο Ραλφ τον κοίταξε με θαυμασμό· κι όταν ο Τζακ είδε το βλέμμα του, του εξήγησε: «Προσπάθησα να σκαρφαλώσω σ’ εκείνον το λόφο για να δω αν υπάρχει νερό τριγύρω. Αλλά τότε μας φώναξε το κοχύλι σου». Ο Ραλφ χαμογέλασε και σήκωσε ψηλά το βούκινο για να επικρατήσει ησυχία. «Ακούστε, όλοι σας. Πρέπει να μου δώσετε χρόνο για να σκεφτώ. Δεν μπορώ ν’ αποφασίσω τι θα κάνω έτσι ξαφνικά. Αν αυτό εδώ δεν είναι νησί, ίσως έρθουν να μας σώσουν αμέσως. Πρέπει λοιπόν να δούμε πρώτα αν είναι νησί. Πρέπει να περιμένουν όλοι εδώ και να μη φύγει κανείς. Tρεις από εμάς –αν είναι περισσότεροι, θα μπερδευτούν και θα χαθούν– τρεις από εμάς θα πάνε να εξερευνήσουν το μέρος. Θα πάμε εγώ, ο Τζακ κι ο... κι ο...» Έριξε μια ματιά στα πρόσωπα ολόγυρά του. Είχε πολλές επιλογές. «Κι ο Σάιμον». T’ αγόρια γύρω από τον Σάιμον χασκογέλασαν κι εκείνος σηκώθηκε χαμογελώντας. Tο χλόμιασμα της λιποθυμίας είχε φύγει, και το κοκαλιάρικο, ζωηρό αγοράκι κοίταζε πίσω από μια μάζα ίσια μαλλιά που κρέμονταν μέχρι τα φρύδια, ολόμαυρα κι ατίθασα.
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 33
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
Έγνεψε στον Ραλφ ότι συμφωνούσε. «Θα έρθω». «Κι εγώ...» Ο Τζακ άρπαξε ένα μεγάλο προσκοπικό μαχαίρι από την κωλότσεπή του και το σφήνωσε σ’ έναν κορμό. Η βουή φούντωσε κι έσβησε. Ο Πίγκυ σάλεψε. «Θα ’ρθω κι εγώ». Ο Ραλφ στράφηκε προς το μέρος του: «Δεν κάνεις γι’ αυτές τις δουλειές». «Ναι, αλλά...» «Δεν σε θέλουμε», είπε ο Τζακ ξερά. «Tρεις φτάνουν». Tα γυαλιά του Πίγκυ άστραψαν. «Ήμουν μαζί του όταν βρήκε το βούκινο. Ήμουν μαζί του πριν απ’ όλους τους άλλους». Ο Tζακ και οι υπόλοιποι δεν έδωσαν σημασία. Η συγκέντρωση είχε αρχίσει να διαλύεται. Ο Ραλφ, ο Τζακ και ο Σάιμον πήδηξαν από την πλατφόρμα κι άρχισαν να περπατάνε κατά μήκος της αμμουδιάς πέρα από τη λιμνούλα. Ο Πίγκυ τους ακολούθησε μουρμουρίζοντας. «Αν ο Σάιμον περπατάει ανάμεσά μας», είπε ο Ραλφ, «θα μπορούμε να μιλάμε μεταξύ μας πάνω από το κεφάλι του». Άρχισαν να προχωρούν κι οι τρεις με τον ίδιο ρυθμό. Ωστόσο, κάπου κάπου, ο Σάιμον έπρεπε να επιταχύνει για να τους φτάσει. Έπειτα από λίγο, ο Ραλφ σταμάτησε και στράφηκε στον Πίγκυ: «Άκου να δεις...» Ο Τζακ κι ο Σάιμον έκαναν πως δεν έβλεπαν. Συνέχισαν να περπατάνε. «Δεν μπορείς να ’ρθεις». Tα γυαλιά του Πίγκυ θόλωσαν πάλι, τούτη τη φορά απ’ την ταπείνωση. «Tους το ’πες. Ενώ σου είχα πει...» Tο πρόσωπό του ήταν o
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 34
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
κατακόκκινο, το στόμα του έτρεμε. «Ενώ σου είχα πει πως δεν ήθελα...» «Μα τι στο καλό λες;» «Τους είπες πως με λένε Πίγκυ. Δεν θέλω να με φωνάζουν Πίγκυ· σου είπα να μην τους το πεις... κι εσύ πήγες και τους το ’πες...» Έπεσε σιωπή ανάμεσά τους. Ο Ραλφ, κοιτάζοντας τον Πίγκυ με μεγαλύτερη κατανόηση, είδε ότι ήταν πληγωμένος και συντετριμμένος. Για μια στιγμή, αμφιταλαντεύτηκε ανάμεσα στο να του ζητήσει συγγνώμη και να τον προσβάλει άλλη μια φορά. «Καλύτερα Πίγκυ παρά Βαρελάκιας», είπε αυστηρά και κοφτά, σαν πραγματικός αρχηγός, «και, τέλος πάντων, λυπάμαι που θύμωσες. Tώρα γύρνα πίσω, Πίγκυ, και πάρε ονόματα. Αυτή είναι η δουλειά σου. Άντε, γεια». Έκανε μεταβολή κι έτρεξε να προλάβει τους άλλους δυο. Ο Πίγκυ έμεινε εκεί όπου βρισκόταν και το κοκκίνισμα της οργής έσβησε αργά από τα μάγουλά του. Έπειτα επέστρεψε στην πλατφόρμα. Tα τρία αγόρια περπατούσαν στην άμμο με ζωηρό βήμα. Η άμπωτη είχε ξεσκεπάσει μια λουρίδα από την παραλία σπαρμένη με φύκια, που ήταν στέρεη σχεδόν σαν δρόμος. Ήταν λουσμένοι στην εκτυφλωτική λάμψη του τοπίου και το καταλάβαιναν, και ήταν χαρούμενοι γι’ αυτό. Στρέφονταν ο ένας στον άλλο γελώντας ενθουσιασμένοι, μιλώντας δίχως να δίνουν προσοχή στα λόγια. Ο Ραλφ, που είχε αναλάβει να βρει κάποια λογική εξήγηση για όσα συνέβαιναν, έκανε μια τούμπα, στάθηκε με το κεφάλι κάτω κι έπειτα έπεσε. Όταν βαρέθηκαν να γελάνε, ο Σάιμον χάιδεψε ντροπαλά το μπράτσο του Ραλφ· και γέλασαν πάλι. «Ελάτε», είπε ο Τζακ έπειτα από λίγο, «είμαστε εξερευνητές». «Θα πάμε μέχρι την άκρη του νησιού», είπε ο Ραλφ, «και θα κοιτάξουμε από την άλλη μεριά». «Αν είναι νησί...»
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 35
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
Tώρα, προς το τέλος του απογεύματος, οι αντικατοπτρισμοί που σχηματίζονταν από τη ζέστη είχαν αρχίσει να κατακάθονται. Βρήκαν την άκρη του νησιού, εντελώς ευδιάκριτη, στέρεη, πραγματική. Χοντρά, τετραγωνισμένα κομμάτια βράχων καβαλίκευαν το ένα το άλλο, κι ένα από αυτά προεξείχε στη λιμνοθάλασσα. Θαλασσοπούλια είχαν χτίσει εκεί τις φωλιές τους. «Σαν σαντιγί πάνω σε κέικ φράουλα», είπε ο Ραλφ. «Δεν μπορούμε να δούμε πίσω απ’ αυτή τη γωνία», είπε ο Τζακ, «γιατί δεν υπάρχει γωνία. Μόνο μια καμπή. Και, όπως βλέπετε, οι βράχοι εκεί γίνονται επικίνδυνοι...» Ο Ραλφ σκίασε τα μάτια του με το χέρι του κι ακολούθησε το πριονωτό περίγραμμα των βράχων μέχρι το βουνό. Αυτό το κομμάτι της παραλίας ήταν πιο κοντά στο βουνό απ’ οποιοδήποτε άλλο είχαν δει. «Θα προσπαθήσουμε να σκαρφαλώσουμε στο βουνό από δω», είπε. «Νομίζω ότι είναι ο ευκολότερος δρόμος. Έχει λιγότερη βλάστηση και περισσότερα βράχια. Ελάτε». Tα τρία αγόρια άρχισαν να σκαρφαλώνουν. Κάποια άγνωστη δύναμη είχε ξεριζώσει κι είχε κομματιάσει τούτους τους ρόδινους κύβους, με αποτέλεσμα να έχουν πέσει ο ένας πάνω στον άλλο με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο: κάθε ρόδινος βράχος ήταν λοξά πεσμένος πάνω στον διπλανό του, που με τη σειρά του έγερνε στον επόμενο, μέχρι που το ρόδινο σύνολο σχημάτιζε μια στήλη από βράχους που ισορροπούσαν και προεξείχαν από τ’ αναρριχητικά φυτά του βουνού. Εκεί όπου φύτρωναν οι ρόδινοι βράχοι από το έδαφος, ξεκινούσαν συχνά στενά μονοπάτια που οδηγούσαν προς τα πάνω. Tα παιδιά μπορούσαν να προχωρούν κατά μήκος τους, βουτηγμένα στη βλάστηση, με τα πρόσωπα κολλητά στο βράχο. «Ποιος να ’φτιαξε άραγε αυτό το μονοπάτι;» Ο Τζακ σταμάτησε σκουπίζοντας τον ιδρώτα από το πρόσωπό του. Ο Ραλφ στάθηκε δίπλα του λαχανιασμένος. «Άνθρωποι;»
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 36
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
Ο Τζακ κούνησε αρνητικά το κεφάλι. «Ζώα». Ο Ραλφ βύθισε το βλέμμα του στο σκοτάδι κάτω από τα δέντρα. Tο δάσος έμοιαζε να πάλλεται. «Ελάτε». Tο δύσκολο δεν ήταν το σκαρφάλωμα γύρω από τους βράχους, αλλά οι βουτιές μέσα στα χαμόκλαδα για να φτάσουν στο επόμενο μονοπάτι. Οι ρίζες και οι μίσχοι των αναρριχητικών ήταν τόσο μπερδεμένα, που τα παιδιά έπρεπε να γλιστράνε ανάμεσά τους σαν χέλια. Ο μοναδικός τους οδηγός, εκτός από το καφετί χώμα και το φως που έλαμπε κάπου κάπου μέσα από τις φυλλωσιές, ήταν η φορά της πλαγιάς: αν η μια τρύπα, καμουφλαρισμένη όπως ήταν απ’ τα αναρριχητικά, ήταν πιο ψηλά από την άλλη. Σιγά σιγά πλησίαζαν στην κορυφή. Καθώς σέρνονταν με κόπο, αιχμάλωτοι ανάμεσα σε τούτα τα κλαδιά, ίσως στην πιο δύσκολη στιγμή, ο Ραλφ στράφηκε στους άλλους με μάτια που έλαμπαν. «Φανταστικό!» «Καταπληκτικό!» «Απίθανο!» Η αιτία για την ικανοποίησή τους δεν ήταν φανερή. Κι οι τρεις ήταν ιδρωμένοι, βρόμικοι κι εξαντλημένοι. Ο Ραλφ ήταν καταγρατζουνισμένος. T’ αναρριχητικά ήταν χοντρά σαν τα μπούτια τους κι ίσα που άφηναν μικρές, στενές διόδους για να προχωρήσουν παραπέρα. Ο Ραλφ έβγαλε μια φωνή κι έμειναν να αφουγκράζονται την πνιχτή ηχώ. «Αυτή είναι πραγματική εξερεύνηση», σχολίασε ο Τζακ. «Βάζω στοίχημα ότι πρώτη φορά πατάει εδώ το πόδι του άνθρωπος». «Πρέπει να φτιάξουμε ένα χάρτη», είπε ο Ραλφ, «μόνο που δεν έχουμε χαρτί».
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 37
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
«Μπορούμε να χαράξουμε φλούδες από δέντρα», είπε ο Σάιμον, «και να τις γεμίσουμε με κάτι μαύρο». Και πάλι η επικοινωνία των ματιών που έλαμπαν στο μισοσκόταδο. «Φανταστικό». «Απίθανο». Δεν υπήρχε χώρος για να σταθεί κανείς με το κεφάλι κάτω και τα πόδια πάνω. Αυτή τη φορά ο Ραλφ εξέφρασε τον ενθουσιασμό του κάνοντας πως σπρώχνει τον Σάιμον· και γρήγορα έγιναν ένας χαρούμενος, σπαρταριστός σωρός μες στο μισοσκόταδο. Όταν χώρισαν, ο Ραλφ μίλησε πρώτος: «Πρέπει να προχωρήσουμε». Ο ρόδινος γρανίτης της επόμενης προεξοχής ήταν πιο πίσω απ’ τα αναρριχητικά και τα δέντρα, έτσι μπόρεσαν να διασχίσουν το μονοπάτι τρέχοντας. Αυτό πάλι οδηγούσε σ’ ένα πιο αραιό δάσος, απ’ όπου μπόρεσαν να δουν για μια στιγμή τη θάλασσα. Και ξαναβρήκαν τον ήλιο· στέγνωσε τον ιδρώτα που είχε μουσκέψει τα ρούχα τους στη σκοτεινή, υγρή ζέστη. Επιτέλους, δεν είχαν πια παρά να σκαρφαλώσουν στον ρόδινο βράχο για να φτάσουν στην κορυφή, δίχως να χρειάζεται να ξαναβυθιστούν στο σκοτάδι. Tα παιδιά άνοιγαν δρόμο μέσα από μονοπάτια στενά και πλαγιές γεμάτες κοφτερές πέτρες. «Κοιτάξτε! Κοιτάξτε!» Ψηλά, πάνω απ’ αυτή την άκρη του νησιού, οι σκόρπιοι βράχοι ορθώνονταν μακρόστενοι σαν καμινάδες. Tούτος εδώ, που πάνω του έγερνε ο Τζακ, κουνιόταν τρίζοντας όταν τον έσπρωχναν. «Εμπρός...» Tο «εμπρός» όμως δεν ήταν για την κορφή. Η κατάληψή της θα καθυστερούσε αναγκαστικά, καθώς τα τρία παιδιά δέχτηκαν την πρόκληση. Ο κινούμενος βράχος είχε το μέγεθος μικρού αυτοκινήτου.
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 38
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
«Σπρώξτε!» Άρχισαν να τον ταλαντεύουν ρυθμικά μπρος πίσω. «Σπρώξτε!» Η κίνηση του εκκρεμούς όλο και μεγάλωνε, μπρος πίσω, μπρος πίσω, μέχρι που ο βράχος έφτασε στο απώτατο σημείο της ισορροπίας του. «Σπρώξτε!» Ο μεγάλος βράχος κοντοστάθηκε, σαν να ισορροπούσε σε ένα δάχτυλο, αποφάσισε να μην ξαναγυρίσει πίσω, όρμησε στον αέρα, έπεσε, γύρισε ανάσκελα, αναπήδησε βουίζοντας κι άνοιξε μια βαθιά τρύπα στο θόλο που σχημάτιζαν οι δεντροκορφές από κάτω. Πουλιά πέταξαν, θόρυβοι αντήχησαν, λευκή και ρόδινη σκόνη αιωρήθηκε, το δάσος τραντάχτηκε λες και περνούσε κάποιο λυσσασμένο τέρας· κι έπειτα το νησί βυθίστηκε πάλι στη σιωπή. «Φανταστικό!» «Σαν βόμβα!» «Ουάου!» Για πέντε ολόκληρα λεπτά δεν τους έκανε καρδιά να εγκαταλείψουν τη σκηνή του θριάμβου. Αλλά επιτέλους έφυγαν. Ο δρόμος για την κορφή ήταν εύκολος ύστερα απ’ αυτό. Διασχίζοντας τις τελευταίες γιάρδες, ο Ραλφ κοντοστάθηκε. «Θεούλη μου!» Βρίσκονταν στο χείλος ενός κυκλικού βαθουλώματος, στην πλαγιά του βουνού. Ήταν γεμάτο γαλάζια λουλούδια, που ξεχείλιζαν και πλημμύριζαν απλόχερα το θόλο του δάσους. Ένα πυκνό σύννεφο από πεταλούδες, που φτερούγιζαν κυματιστά εδώ κι εκεί, καθόταν και ξανάφευγε. Πέρα από το βαθούλωμα ήταν η τετράγωνη κορφή του βουνού, και σε λίγο βρέθηκαν εκεί. Είχαν ήδη καταλήξει στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για νησί· ενώ σκαρφάλωναν πάνω στους ρόδινους βράχους, έχοντας τη θάλασσα κι από τις δύο πλευρές και τον κρυστάλλινο αέρα να χτυπάει το πρόσωπό τους, είχαν πιστέψει, από ένστικτο, ότι
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 39
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
η θάλασσα κύκλωνε το μέρος. Αλλά τους είχε φανεί πιο σωστό να περιμένουν να βρεθούν στην κορυφή –απ’ όπου θα έβλεπαν έναν κυκλικό ορίζοντα από νερό– για να πουν την τελευταία λέξη. Ο Ραλφ στράφηκε στους άλλους: «Όλο αυτό είναι δικό μας». Είχε σχήμα που έμοιαζε με βάρκα –κυρτό στην άκρη αυτή– ενώ πίσω τους είχαν τη ζούγκλα, που κατρακυλούσε ανώμαλα μέχρι την ακτή. Από τις δυο πλευρές έβλεπαν βράχια, προεξοχές, δεντροκορφές και μια απότομη πλαγιά: μπροστά τους, κατά μήκος της βάρκας, μια λιγότερο απόκρημνη κάθοδος ντυμένη στα δέντρα, με ρόδινους λεκέδες· κι έπειτα, στο επίπεδο μέρος του νησιού, η ζούγκλα, πυκνή, πράσινη, που κατέληγε όμως στην άκρη σε μια ρόδινη ουρά. Εκεί όπου το νησί έμοιαζε να βουλιάζει στη θάλασσα, υπήρχε ένα άλλο νησί· ένας βράχος ξεκάρφωτος, που έστεκε σαν φρούριο πέρα από την πρασινάδα, μ’ έναν περήφανο ρόδινο προμαχώνα. Tα παιδιά τα κοίταξαν όλα αυτά προσεκτικά κι έπειτα στράφηκαν προς τη θάλασσα. Βρίσκονταν πολύ ψηλά και η ώρα είχε περάσει· καμιά ομίχλη δεν θόλωνε τη θέα. «Είναι ύφαλος. Κοραλλιογενής ύφαλος. Έχω δει κάτι παρόμοιο σε φωτογραφίες». Ο ύφαλος περιέβαλλε τη μια πλευρά του νησιού, κάπου ένα μίλι στ’ ανοιχτά, παράλληλα με την αμμουδιά τους, όπως πλέον θα την αποκαλούσαν. Tα κοράλλια έμοιαζαν με ορνιθοσκαλίσματα στη θάλασσα, σαν να είχε σκύψει κάποιος γίγαντας για να ζωγραφίσει το περίγραμμα του νησιού με μια κιμωλία, αλλά είχε βαρεθεί να το τελειώσει. Από τη μέσα πλευρά το νερό ήταν ανοιχτογάλαζο, και τα βράχια και τα φύκια ξεχώριζαν σαν να ήταν σε ενυδρείο. Απ’ έξω έβλεπες τη βαθυγάλαζη θάλασσα. Η παλίρροια παράσερνε το κύμα τραβώντας τον αφρό μακριά από το βράχο, έτσι που για μια στιγμή τα αγόρια νόμισαν πως στέκονταν σ’ ένα πλοίο που προχωρούσε σταθερά προς τα πίσω.
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 40
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
Ο Τζακ έδειξε ένα σημείο. «Εκεί προσγειωθήκαμε». Πέρα από τις πλαγιές και τα βράχια, ένα ξέφωτο ξεχώριζε ανάμεσα στα δέντρα· σπασμένοι κορμοί κι έπειτα ένα είδος αναχώματος που άφηνε μόνο μια σειρά από φοίνικες ανάμεσα στο ρήγμα και τη θάλασσα. Και λίγο πιο κει, προεξέχοντας στη λιμνοθάλασσα, ήταν η πλατφόρμα, με μορφές σαν μυρμήγκια να πηγαινοέρχονται κοντά της. Ο Ραλφ σχεδίασε μια κυματιστή γραμμή από το άγονο σημείο όπου στέκονταν προς την πλαγιά, μέσα από τα λουλούδια και γύρω από το βράχο όπου άρχιζε το ρήγμα. «Αυτός είναι ο πιο σύντομος δρόμος για την επιστροφή». Με μάτια που έλαμπαν, στόματα μισάνοιχτα, θριαμβευτές, γεύονταν την αίσθηση της κυριαρχίας. Αυτή τους μεθούσε, τους ένωνε: ήταν φίλοι. «Δεν υπάρχει πουθενά καπνός από χωριό, δεν βλέπω πουθενά βάρκες», είπε ο Ραλφ κοιτώντας τριγύρω. «Θα βεβαιωθούμε αργότερα· νομίζω όμως πως είναι ακατοίκητο». «Θα βρούμε τροφή», φώναξε ο Τζακ. «Θα κυνηγήσουμε. Θα πιάσουμε ζώα... Μέχρι να ’ρθουν να μας πάρουν». Ο Σάιμον τους κοίταξε και τους δυο δίχως να μιλάει, κουνώντας όμως το κεφάλι του, μέχρι που τα μαλλιά του άρχισαν να πηγαίνουν μπρος πίσω· το πρόσωπό του έλαμπε. Ο Ραλφ κοίταξε από την άλλη μεριά, όπου δεν υπήρχε ύφαλος. «Πιο απόκρημνο μέρος», είπε ο Τζακ. Ο Ραλφ σκίασε τα μάτια του για να δει καλύτερα. «Εκείνο το κομμάτι δάσους εκεί κάτω... είναι συνέχεια του βουνού». Κάθε σημείο του βουνού είχε δέντρα· λουλούδια και δέντρα. Εκείνη τη στιγμή το δάσος σάλεψε, βρυχήθηκε, φούσκωσε. Tα πιο κοντινά λουλούδια τρεμούλιασαν και για μισό λεπτό η αύρα φύσηξε δροσερή στα πρόσωπά τους.
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 41
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΓΩΝ
Ο Ραλφ άπλωσε τα χέρια. «Καταδικό μας». Γέλασαν κι έκαναν τούμπες φωνάζοντας πάνω στο βουνό. «Πεινάω». Ο Σάιμον, εκφράζοντας την πείνα του, έκανε τους άλλους να συνειδητοποιήσουν τη δική τους. «Ελάτε», είπε ο Ραλφ. «Μάθαμε αυτό που θέλαμε». Κατρακύλησαν την πλαγιά, έπεσαν ανάμεσα στα λουλούδια και προχώρησαν κάτω από τα δέντρα. Εκεί σταμάτησαν και βάλθηκαν να περιεργάζονται μ’ ενδιαφέρον τους θάμνους γύρω τους. Ο Σάιμον μίλησε πρώτος: «Σαν κεριά. Θάμνοι με κεριά. Κεριά-μπουμπούκια». Οι θάμνοι ήταν σκουροπράσινοι κι ευωδίαζαν, και τα μπουμπούκια έμοιαζαν με πράσινα κεριά, διπλωμένα καθώς ήταν για να προστατευτούν από το φως. Ο Τζακ έσκισε ένα με το μαχαίρι του και το άρωμα ξεχύθηκε πάνω τους. «Κεριά-μπουμπούκια». «Δεν μπορείς να τ’ ανάψεις», είπε ο Ραλφ. «Απλώς μοιάζουν με κεριά». «Πράσινα κεριά», είπε περιφρονητικά ο Τζακ. Δεν μπορούμε να τα φάμε. Εμπρός, πάμε». Βρίσκονταν στις παρυφές του πυκνού δάσους, σέρνοντας κουρασμένα τα πόδια τους σ’ ένα μονοπάτι, όταν άκουσαν σκουξίματα και το σκληρό χτύπημα οπλών. Καθώς προχωρούσαν, το σκούξιμο δυνάμωνε, μέχρι που έφτασε στα όρια της αλλοφροσύνης. Βρήκαν ένα γουρουνάκι που είχε παγιδευτεί στ’ αναρριχητικά φυτά και τιναζόταν πέρα δώθε με όλη τη λύσσα του απόλυτου τρόμου. Η φωνή του ήταν ψιλή, τσιριχτή κι επίμονη. Tα τρία αγόρια όρμησαν μπροστά κι ο Τζακ τράβηξε πάλι το μαχαίρι του με μια θεατρινίστικη κίνηση. Σήκωσε το χέρι του στον αέρα. Υπήρξε μια παύση· το γουρούνι συνέχισε να σκούζει και τ’ αναρριχητικά να τινάζονται, ενώ η λεπίδα άστραψε στην άκρη του κοκαλιάρικου χεριού. Η παύση
GOLDING_MYGES_NEO DDDDD final_Layout 1 26/4/16 4:36 μ.μ. Page 42
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ
κράτησε μόνο όσο έπρεπε για να καταλάβουν πόσο τερατώδες θα ήταν το χτύπημα. Έπειτα το γουρουνάκι ξέφυγε επιτέλους κι εξαφανίστηκε στα χαμόκλαδα. Έμειναν να κοιτάζουν ο ένας τον άλλο κι όλοι μαζί τη σκηνή του τρόμου. Tο πρόσωπο του Τζακ ήταν κάτασπρο κάτω από τις φακίδες. Πρόσεξε ότι κρατούσε ακόμη ψηλά το μαχαίρι και κατέβασε το χέρι του, τοποθετώντας πάλι τη λεπίδα στη θήκη. Έπειτα γέλασαν και οι τρεις αμήχανα κι άρχισαν να σκαρφαλώνουν ξανά στο μονοπάτι. «Διάλεγα σημείο», είπε ο Τζακ. «Ήθελα ακόμη ένα λεπτό για ν’ αποφασίσω πού θα το μαχαίρωνα». «Tο γουρούνι το σφάζουν», είπε άγρια ο Ραλφ. «Πάντα όταν μιλάνε για γουρούνι, λένε ότι το σφάζουν». «Tου κόβεις το λαιμό για να φύγει το αίμα», είπε ο Τζακ. «Αλλιώς δεν μπορείς να φας το κρέας». «Γιατί δεν...» Ήξεραν πολύ καλά γιατί: επειδή θα ήταν τερατώδες να κατέβει το μαχαίρι και να σκίσει τη ζωντανή σάρκα· επειδή θα ήταν ανυπόφορο το αίμα. «Μα θα το ’κανα», είπε ο Τζακ. Προχώρησε μπροστά για να μη βλέπουν το πρόσωπό του. «Διάλεγα σημείο. Tην άλλη φορά...» Άρπαξε το μαχαίρι από τη θήκη και το έμπηξε σ’ έναν κορμό. Tην επόμενη φορά δεν θα υπήρχε έλεος. Έριξε ένα άγριο βλέμμα γύρω του, σαν να προκαλούσε τους άλλους δύο να του φέρουν αντίρρηση. Έπειτα βγήκαν ξαφνικά στη λιακάδα και για λίγη ώρα έψαχναν να βρουν κάτι να φάνε, καθώς προχωρούσαν κατά μήκος του ρήγματος προς την πλατφόρμα και το συμβούλιο.