978 960 03 6028 8

Page 1

NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 5

ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ

ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΪΒΙΚΗΣ

d

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΑΓΓΛΙΚΑ

ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΛΟΚΥΡΗΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 17/5/16 2:57 μ.μ. Page 6

H παρούσα έκδοση πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια του Αυστριακού Υπουργείου Πολιτισμού. ß ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: Ernest Hemingway, Islands in the Stream © Copyright Hemingway Foreign Rights Trust © Copyright για την ελληνική γλώσσα Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε.,

Αθήνα 2016 Έτος 1ης έκδοσης: 2016 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης ΒέρνηςΠαρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. ΓΡΑφΕΙΑ: Θεμιστοκλέους 104, 106 81 Αθήνα ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ: Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31

e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-6028-8


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 7

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝA

Πρόλογος [ 9 ] ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Μπίμινι [ 13 ] ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

Κούβα [ 249 ] ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

Στη θάλασσα [ 397 ]


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 8

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Ο Charles Scribner, Jr. κι εγώ εργαστήκαμε μαζί προετοιμάζοντας αυτό το βιβλίο προς έκδοση από το πρωτότυπο χειρόγραφο του Έρνεστ. Πέρα από τις συνήθεις ενέργειες της διόρθωσης ορθογραφικών λαθών και σημείων στίξης, κάναμε ορισμένες περικοπές στο χειρόγραφο, καθώς ένιωθα ότι σίγουρα το ίδιο θα είχε πράξει και ο Έρνεστ. Το βιβλίο ανήκει εξ ολοκλήρου στον Έρνεστ. Δεν έχουμε προσθέσει το παραμικρό. Mary Hemingway


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 9

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Τα Νησιά της Καραϊβικής εκδόθηκαν δέκα χρόνια σχεδόν μετά τον θάνατο του Χέμινγουεϊ το 1970, στην ουσία όμως γράφτηκαν δέκα χρόνια πριν από τον θάνατό του, το 1951. Η γυναίκα του Μέρι Γουέλς βρήκε τα τρία μέρη του μυθιστορήματος ανάμεσα σε τριακόσια και πλέον ανέκδοτα κείμενα που είχε αφήσει πίσω του ο συγγραφέας και ανέλαβε με τη βοήθεια του Τσαρλς Σκρίμπνερ να τα επιμεληθεί, ώστε να μπορέσει να τα εκδώσει. Ο λόγος που το βιβλίο δεν εκδόθηκε αμέσως μετά τη συγγραφή του, κατά πάσα πιθανότητα, είχε να κάνει με το τέταρτο μέρος του το οποίο σύντομα απέκτησε δική του ζωή και εντέλει εκδόθηκε αυτόνομα με τη μορφή νουβέλας και έμεινε στην ιστορία ως ένα από το διασημότερα έργα του: Ο γέρος και η θάλασσα. Ο Χέμινγουεϊ ήθελε απεγνωσμένα να αφήσει πίσω του τις αρνητικές κριτικές των αμέσως προηγούμενων έργων του κι έτσι συνέλαβε ένα φιλόδοξο μυθιστόρημα σε τέσσερα μέρη στο οποίο θα καταπιανόταν τόσο με την αγάπη του για τη θάλασσα, τη ναυτική ζωή και την Καραϊβική, όσο και με ορισμένες από τις αληθινές του εμπειρίες κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν είχε μετατρέψει το σκάφος του Πιλάρ σε αναγνωριστικό για γερμανικά υποβρύχια στην περιοχή του Κόλπου του Μεξικού. Είναι όμως προφανές ότι μόλις συνειδητοποίησε ότι το τέταρτο μέρος εξελισσόταν σε κάτι περισσότερο από ένα απλώς μέρος ενός βιβλίου αποφάσισε να αφιερωθεί αποκλειστικά σ’ αυτό. Και πράγματι, Ο γέρος


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 10



ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ

και η θάλασσα ήταν κατά γενική ομολογία το τελευταίο σπουδαίο του έργο, το οποίο μάλιστα αποτέλεσε και σημαντικό καταλύτη που οδήγησε στην ακόλουθη βράβευσή του με το Νόμπελ λογοτεχνίας. Είναι συνεπώς κατανοητό ότι τα Νησιά ως μυθιστόρημα πλέον σε τρία μέρη, αν και ολοκληρωμένο σε μεγάλο βαθμό, έπαψε να αποτελεί προτεραιότητα. Ο Χέμινγουεϊ βάσισε τον πρωταγωνιστή του μυθιστορήματος, τον ζωγράφο Τόμας Χάντσον, τόσο στον Χένρι Στράτερ, έναν φίλο ζωγράφο που ψάρευε μαζί με τον Χέμινγουεϊ στις Μπαχάμες, όσο και στον Τζέραλντ Μέρφι, γόνο πλούσιας οικογένειας της Βοστώνης που υπήρξε επίσης ζωγράφος στα νιάτα του στο Παρίσι και είχε χάσει τον μικρότερο γιο του. Ο Χάντσον όμως είναι ό,τι κάθε κεντρικός χαρακτήρας στα περισσότερα μυθιστορήματα του Χέμινγουεϊ: μια μυθική εκδοχή του εαυτού του, μια προέκταση, ένα alter ego που μόνο επιφανειακά μπορεί να πείσει για την αυτονομία του. Η εμφανής διαφορά στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι ο Χάντσον αποτελεί μια ψυχικά λαβωμένη και νοσηρά ιδεοληπτική εκδοχή του συγγραφέα του. Παρά τις πολλαπλές αναγνώσεις του έργου ως εξελικτική διαδικασία συνειδητοποίησης –από πλευράς Χάντσον– ενός ευρύτερου καθήκοντος ως κεντρικού ρόλου του στον κόσμο –σε αντιδιαστολή με τον προσωπικό και άρα υποκειμενικό του κώδικα αξιών– είναι μάλλον εμφανές ότι αυτό που κάνει μεγαλύτερη εντύπωση είναι εκείνο που εύστοχα παρατήρησε και ο Άντονι Μπέρτζες στη σύντομη βιογραφία του για τον Χέμινγουεϊ: η εμμονή του Χάντσον με τον θάνατο. Αυτή η εμμονή αντανακλά μια πληθώρα προσωπικών κρίσεων που αντιμετώπιζε ο Χέμινγουεϊ την περίοδο που έγραφε το μυθιστόρημα: την αίσθηση της φθίνουσας σημασίας του ως συγγραφέα, (αποτέλεσμα και της κακής υποδοχής των προηγούμενων έργων του), μιας ευρύτερης κρίσης δημιουργικότητας, της παρακμής του ίδιου του ανδρισμού του όπως εκείνος ενδεχομένως το έβλεπε καθώς τα χρόνια περνούσαν και η ηλικία του είχε αρ-


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 11

ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΪΒΙΚΗΣ



χίσει να δείχνει τα σημάδια της. Από αυτή την άποψη, το μυθιστόρημα είναι όντως αποκαλυπτικό για τον Χέμινγουεϊ ως προσωπικότητα και συγγραφέα, ενδεικτικό μιας μυθικής φιγούρας που νιώθει ευάλωτη και αρχίζει να αμφισβητεί τον εαυτό της. Αυτή η αμφισβήτηση με τη σειρά της οδηγεί και σε μια αναθεώρηση αξιακών πυλώνων που ως τότε έστεκαν ακλόνητοι στο χεμινγουεϊκό μυθοπλαστικό σύμπαν. Κωστής Καλογρούλης


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 12


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 13

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

μπιμινι


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 14


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 15

ΚΕφάΛαιΟ ΠΡώΤΟ

Τ

Ο ΣΠΙΤΙ ΗΤΑΝ ΧΤΙΣΜΕΝΟ ΣΤΟ ψΗΛΟΤΕΡΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΗΣ ΣΤΕ-

νής χερσαίας λωρίδας μεταξύ λιμανιού και ανοιχτής θάλασσας. Είχε αντέξει τρεις τυφώνες κι ήταν γερό σαν καράβι. Το σκίαζαν ψηλοί κοκκοφοίνικες, λυγισμένοι από το μελτέμι, ενώ από την πλευρά του ωκεανού μπορούσες να βγεις από την πόρτα, να κατέβεις στο ακρωτήρι, να διασχίσεις τη λευκή άμμο και να καταλήξεις στο Ρεύμα του Κόλπου. Συνήθως, τις μέρες δίχως άνεμο, τα νερά του Ρεύματος ήταν βαθυγάλανα όταν κοιτούσες μακριά. Αλλά, όταν έμπαινες μέσα, υπήρχε μόνο το πρασινωπό φως του νερού πάνω από τη λεπτή λευκή άμμο και μπορούσες να διακρίνεις τη σκιά οποιουδήποτε μεγάλου ψαριού πολύ πριν ζυγώσει στην ακτή. Στη διάρκεια της μέρας ήταν ένα μέρος ασφαλές και όμορφο για κολύμπι, σε καμία περίπτωση, βέβαια, μέσα στη νύχτα. Τη νύχτα οι καρχαρίες πλησίαζαν στην παραλία κυνηγώντας στην άκρη του Ρεύματος και τα ήσυχα βράδια, από την επάνω βεράντα του σπιτιού, άκουγες τον παφλασμό των κυνηγημένων ψαριών, ενώ αν κατέβαινες στην παραλία έβλεπες τα φωσφορίζοντα ίχνη τους στο νερό. Τις νύχτες οι καρχαρίες δεν ένιωθαν κανένα φόβο, σε αντίθεση με οτιδήποτε άλλο. Ωστόσο, τη μέρα παρέμεναν μακριά από την καθαρή λευκή άμμο, αλλά έτσι και πλησίαζαν έβλεπες τις σκιές τους από μεγάλη απόσταση. Ένας άντρας, ονόματι Τόμας Χάντσον, που ήταν καλός


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 16



ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ

ζωγράφος, έμενε σ’ εκείνο το σπίτι και δούλευε εκεί, όπως και στο νησί, το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου. Όταν περνούσες αρκετό διάστημα σε αυτά τα γεωγραφικά πλάτη, οι αλλαγές των εποχών κατέληγαν εξίσου σημαντικές με οπουδήποτε αλλού και ο Τόμας Χάντσον, που λάτρευε το νησί, δεν ήθελε να χάνει καμία άνοιξη ούτε καλοκαίρι, κανένα φθινόπωρο ούτε χειμώνα. Υπήρχαν φορές που τα καλοκαίρια ήταν υπερβολικά ζεστά όταν δεν φυσούσε τον Αύγουστο ή όταν τα μελτέμια δεν κατάφερναν να φτάσουν τον Ιούνιο και τον Ιούλιο. Επιπλέον, υπήρχαν φορές που έρχονταν τυφώνες τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο, ακόμα και στις αρχές Νοεμβρίου, ενώ οι μανιασμένες τροπικές καταιγίδες μπορούσαν να εμφανιστούν οποιαδήποτε στιγμή από τον Ιούνιο και μετά. Όμως, οι μήνες που εμφανίζονται κανονικά οι τυφώνες έχουν καλό καιρό όταν δεν υπάρχουν καταιγίδες. Ο Τόμας Χάντσον είχε μελετήσει για χρόνια τις τροπικές καταιγίδες και καταλάβαινε από τον ουρανό την έλευση της τροπικής διαταραχής πολύ πριν το βαρόμετρό του καταγράψει την παρουσία της. Ήξερε τις πορείες των καταιγίδων και τις προφυλάξεις που έπρεπε να λάβει. Ήξερε, ακόμα, τι σημαίνει να ζεις έναν τυφώνα μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους του νησιού και τον δεσμό που δημιουργούσε ο τυφώνας ανάμεσα σε όσους τον βίωναν. Ήξερε, επίσης, πως υπήρχε πιθανότητα οι τυφώνες να είναι τόσο έντονοι που να μην επιζήσει τίποτα. Πάντως, ανέκαθεν σκεφτόταν πως αν τύχαινε ποτέ κάτι τέτοιο, θα του άρεσε να βρίσκεται εκεί και να χαθεί μαζί με το σπίτι. Το σπίτι, πέρα από κατοικία, έδινε σχεδόν την αίσθηση ενός καραβιού. Τοποθετημένο εκεί, ώστε ν’ αντέχει στις καταιγίδες, ήταν χτισμένο στο νησί σαν να αποτελούσε κομμάτι του· ωστόσο, από όλα τα παράθυρα έβλεπες τη θάλασσα και ήταν διαμπερές, οπότε κοιμόσουν δροσερά ακόμα και τις πιο ζεστές νύχτες. Ήταν βαμμένο λευκό για να είναι δροσερό το καλοκαίρι,


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 17

ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΪΒΙΚΗΣ



ενώ φαινόταν από πολύ μεγάλη απόσταση όταν βρισκόσουν στον Κόλπο. Ήταν το ψηλότερο σημείο του νησιού, με εξαίρεση τη μακριά σειρά με τις ψηλές καζουαρίνες – το πρώτο πράγμα που αντίκριζες μόλις διέκρινες το νησί από τη θάλασσα. Σχεδόν μόλις έβλεπες τη σκοτεινή θολούρα των καζουαρίνων πάνω από τη γραμμή της θάλασσας, διέκρινες τον λευκό όγκο του σπιτιού. Στη συνέχεια, όσο ζύγωνες, πρόβαλε μπροστά σου όλο το μήκος του νησιού με τους κοκκοφοίνικες, τα σπίτια με την ξύλινη επένδυση, τη λευκή ακτογραμμή, καθώς και το πράσινο της Νήσου Σάουθ που απλωνόταν στο βάθος. Ο Τόμας Χάντσον δεν σκέφτηκε ποτέ το σπίτι σαν κάτι που απλώς βρισκόταν στο νησί, αλλά σαν μια παρουσία που τον έκανε ευτυχισμένο. Ανέκαθεν σκεφτόταν ότι το σπίτι ήταν θηλυκό όπως έκανε και με τα καράβια. Τον χειμώνα, όταν φυσούσαν οι βοριάδες κι έκανε πολύ κρύο, το σπίτι ήταν ζεστό και άνετο, αφού διέθετε το μοναδικό τζάκι του νησιού. Μια μεγάλη, ανοιχτή εστία όπου ο Τόμας Χάντσον έκαιγε τα ξύλα που ξεβράζονταν στην ακτή. Ένας μεγάλος σωρός από τέτοια ξύλα ήταν στοιβαγμένος στον νότιο τοίχο του σπιτιού. Ήταν ξασπρισμένα από τον ήλιο και αυλακωμένα από την άμμο και τον αέρα, και μερικά του άρεσαν τόσο πολύ που δεν του πήγαινε να τα κάψει. Όμως, πάντοτε ξεβράζονταν ξύλα κατά μήκος της ακτής έπειτα από μεγάλες καταιγίδες, και κατέληξε να χαίρεται καίγοντας ακόμα και όσα του άρεσαν ιδιαίτερα. Ήξερε ότι η θάλασσα θα σμίλευε κι άλλα, με αποτέλεσμα τις κρύες νύχτες να κάθεται στη μεγάλη πολυθρόνα μπροστά στη φωτιά και να διαβάζει στο φως της λάμπας που βρισκόταν πάνω στο βαρύ σανιδένιο τραπέζι, να σηκώνει το βλέμμα, ακούγοντας τον βορειοδυτικό άνεμο και το κύμα να σκάει, και να παρατηρεί τα μεγάλα, ξασπρισμένα κομμάτια των ξεβρασμένων ξύλων να καίγονται. Υπήρχαν φορές που έσβηνε τη λάμπα και ξάπλωνε στο χαλί παρατηρώντας τη χρωματιστή αύρα που έδιναν στις φλόγες


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 18



ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ

η αρμύρα και η άμμος των φλεγόμενων ξύλων. Στο πάτωμα, με το βλέμμα στην ίδια ευθεία με τα φλεγόμενα ξύλα, διέκρινε τη γραμμή της φλόγας να βγαίνει από το ξύλο, γεγονός που τον γέμιζε θλίψη και ταυτόχρονα χαρά. Κάθε ξύλο που καιγόταν τον έκανε να αισθάνεται έτσι. Όμως, το κάψιμο των ξεβρασμένων ξύλων τον επηρέαζε με τρόπο απροσδιόριστο. Σκεφτόταν πως μάλλον ήταν λάθος να τα καίει αφού του άρεσαν τόσο· ταυτόχρονα δεν ένιωθε την παραμικρή ενοχή. Ξαπλωμένος στο πάτωμα ένιωθε να τον φυσάει ο αέρας, αν και στην πραγματικότητα ο άνεμος μαστίγωνε τις χαμηλότερες γωνίες του σπιτιού και το κοντό γρασίδι και χωνόταν στις ρίζες της αγριάδας και των ασπράγκαθων και μέσα στην ίδια την άμμο. Στο πάτωμα ένιωθε το τράνταγμα των κυμάτων που του θύμιζε τις εκπυρσοκροτήσεις από τα βαριά όπλα καθώς ήταν πεσμένος στο χώμα κοντά σε κάποια πυροβολαρχία πολύ καιρό πριν, όταν ήταν ακόμα μικρός. Τον χειμώνα το τζάκι ήταν σπουδαίο πράγμα και στη διάρκεια των υπόλοιπων μηνών το κοίταζε στοργικά και σκεφτόταν τη στιγμή που θα ’φτανε ξανά ο χειμώνας. Ήταν η καλύτερη εποχή στο νησί και όλο τον υπόλοιπο χρόνο ανυπομονούσε πότε θα ξανάρθει.


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 19

ΚΕφάΛαιΟ δΕυΤΕΡΟ

E

ΚΕΙΝΗ ΤΗ ΧΡΟΝΙΑ Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΕΙΧΕ ΠΕΡΑΣΕΙ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙ-

ξη πλησίαζε στο τέλος της όταν τα αγόρια του Τόμας Χάντσον ήρθαν στο νησί. Τα τρία παιδιά είχε κανονιστεί να συναντηθούν στη Νέα Υόρκη για να κατέβουν μαζί, με το τρένο, κι ύστερα να πάρουν το αεροπλάνο από την ενδοχώρα. Με τη μητέρα των δύο είχαν προκύψει οι συνηθισμένες δυσκολίες. Είχε προγραμματίσει ένα ταξίδι στην Ευρώπη, δίχως φυσικά να πει το παραμικρό στον πατέρα των παιδιών όταν το σχεδίαζε, και ήθελε να τα κρατήσει μαζί της για το καλοκαίρι. Εκείνος μπορούσε να τα πάρει στις διακοπές των Χριστουγέννων· μετά τη μέρα των Χριστουγέννων φυσικά. Ανήμερα θα ήταν μαζί της. Τώρα πια ο Τόμας Χάντσον ήταν εξοικειωμένος με το συγκεκριμένο μοτίβο και τελικά έγινε ο συνηθισμένος συμβιβασμός. Τα δύο μικρότερα αγόρια θα έρχονταν στο νησί να επισκεφθούν τον πατέρα τους για πέντε βδομάδες κι έπειτα θα έφευγαν, για να ταξιδέψουν από τη Νέα Υόρκη με φοιτητικό εισιτήριο με ένα πλοίο των Γαλλικών Γραμμών, προκειμένου να συναντήσουν τη μητέρα τους στο Παρίσι, όπου θα τους είχε αγοράσει μερικά απαραίτητα ρούχα. Στη διάρκεια του ταξιδιού θα τα επέβλεπε ο μεγαλύτερος αδερφός τους, ο νεαρός Τομ. Στη συνέχεια ο νεαρός Τομ θα συναντούσε τη δική του μητέρα που γύριζε μια ταινία στη Νότια Γαλλία. Η μητέρα του νεαρού Τομ δεν είχε ζητήσει να τον έχει μαζί


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 20



ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ

της και προτιμούσε να είναι στο νησί με τον πατέρα του. Ωστόσο, θα χαιρόταν να τον δει, γεγονός που βοήθησε στη συμβιβαστική λύση μπροστά στην άκαμπτη απόφαση της μητέρας των άλλων αγοριών. Ήταν μια ευχάριστη και γοητευτική γυναίκα που δεν άλλαζε ποτέ όποιο σχέδιο έκανε στη ζωή της. Τα σχέδιά της γίνονταν πάντοτε στα κρυφά θυμίζοντας ικανό στρατηγό, ενώ εφαρμόζονταν εξίσου αυστηρά. Υπήρχε περιθώριο για συμβιβασμούς. Όχι όμως για κάποια βασική αλλαγή, άσχετα αν το σχέδιο είχε προέλθει έπειτα από μια άγρυπνη νύχτα ή κάποιο πρωινό όλο νεύρα ή ένα βράδυ με τη βοήθεια του τζιν. Το σχέδιο ήταν σχέδιο και η απόφαση απόφαση και καθώς ο Τόμας Χάντσον τα γνώριζε όλ’ αυτά και είχε πλούσια εμπειρία από τις πρακτικές του διαζυγίου, χαιρόταν που είχε επιτευχθεί ο συμβιβασμός και τα αγόρια θα έρχονταν για πέντε βδομάδες. Αν μας αναλογούν πέντε βδομάδες, συλλογίστηκε, μ’ αυτές θα πορευτούμε. Πέντε βδομάδες είναι αρκετά μεγάλο διάστημα για να βρεθείς με ανθρώπους που αγαπάς και θα ήθελες να βρίσκεσαι διαρκώς μαζί τους. Όμως, για ποιο λόγο παράτησα τη μητέρα του Τομ; Καλύτερα να μην το σκέφτεσαι, συλλογίστηκε. Είναι κάτι που σίγουρα δεν πρέπει να το σκέφτεσαι. Και τα παιδιά που απέκτησες με την άλλη, είναι πολύ καλά. Το ζήτημα είναι πολύ παράξενο και περίπλοκο, άσε που ξέρεις πόσες από τις αρετές τους οφείλονται σ’ εκείνη. Είναι πολύ καλή γυναίκα και δεν έπρεπε να την παρατήσεις ούτ’ εκείνη. Κι αμέσως μετά σκέφτηκε, Ναι. Έπρεπε. Στ’ αλήθεια, τίποτε απ’ όλ’ αυτά δεν τον απασχολούσε ιδιαίτερα. Εδώ και καιρό είχε πάψει να ανησυχεί και, στο μέτρο του δυνατού, είχε ξορκίσει τις τύψεις με τη δουλειά, και το μόνο που τον ένοιαζε ήταν ότι έρχονταν τα παιδιά κι έπρεπε να περάσουν όμορφα το καλοκαίρι τους. Κατόπιν θα επέστρεφε στη δουλειά του. Με εξαίρεση τα παιδιά, είχε καταφέρει να αντικαταστήσει σχεδόν τα πάντα με τη δουλειά και τον σταθερό, φυσιολογικό,


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 21

ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΪΒΙΚΗΣ



εργασιακό ρυθμό που είχε αποκτήσει στο νησί. Πίστευε ότι είχε δημιουργήσει κάτι που θα διαρκούσε και θα τον κρατούσε. Τώρα πια, όταν νοσταλγούσε το Παρίσι, καθόταν και το σκεφτόταν αντί να πάει εκεί. Το ίδιο έκανε με όλη την Ευρώπη και μεγάλο μέρος της Ασίας και της Αφρικής. Θυμόταν τα λόγια του Ρενουάρ όταν του είπαν πως ο Γκογκέν είχε πάει στην Ταϊτή για να ζωγραφίσει. «Για ποιο λόγο να ξοδέψει τόσα χρήματα και να πάει τόσο μακριά για να ζωγραφίσει, όταν μπορεί να το κάνει εξίσου καλά εδώ, στην Μπατινιόλ;» Στα γαλλικά ακουγόταν καλύτερο, «quand on peint si bien aux Batignolles», και ο Τόμας Χάντσον σκεφτόταν το νησί σαν το δικό του quartier όπου είχε εγκατασταθεί και γνώριζε τους γείτονες και εργαζόταν εξίσου σκληρά όπως στο Παρίσι όταν ο νεαρός Τομ ήταν μωρό. Πολλές φορές, έφευγε από το νησί για να ψαρέψει ανοιχτά της Κούβας ή για να πάει στα βουνά, το φθινόπωρο. Όμως, είχε νοικιάσει το ράντσο του στη Μοντάνα, αφού η καλύτερη περίοδος εκεί ήταν το καλοκαίρι και το φθινόπωρο, και τώρα πια τα αγόρια πήγαιναν σχολείο το φθινόπωρο. Περιστασιακά, έπρεπε να πηγαίνει στη Νέα Υόρκη για να βλέπει τον ατζέντη του. Αλλά, όλο και συχνότερα, ο ατζέντης ερχόταν να τον δει και να μεταφέρει ο ίδιος τους καμβάδες επιστρέφοντας βόρεια. Ήταν αναγνωρισμένος ζωγράφος και τον εκτιμούσαν τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην ίδια του την πατρίδα. Είχε ένα σταθερό εισόδημα από τις άδειες εκμετάλλευσης πετρελαϊκών κοιτασμάτων σε μια έκταση που ανήκε στον παππού του. Κάποτε ήταν βοσκοτόπια και όταν τα πούλησε κράτησε τα δικαιώματα εξόρυξης. Σχεδόν τα μισά έσοδα πήγαιναν σε διατροφές και τα υπόλοιπα τού παρείχαν την απαραίτητη ασφάλεια ώστε να ζωγραφίζει ακριβώς ό,τι ήθελε, δίχως την παραμικρή εμπορική πίεση. Επιπλέον, του επέτρεπαν να ζει όπου ήθελε και να ταξιδεύει όποτε του έκανε κέφι. Ήταν επιτυχημένος σχεδόν σε όλους τους τομείς, με εξαί-


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 22



ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ

ρεση τον έγγαμο βίο, αν και ουσιαστικά ποτέ δεν νοιάστηκε για την επιτυχία. Το ενδιαφέρον του περιοριζόταν στη ζωγραφική και στα παιδιά του, ενώ ήταν ακόμα ερωτευμένος με την πρώτη γυναίκα που αγάπησε. Από τότε είχε αγαπήσει πολλές άλλες και ενίοτε κάποια απ’ αυτές ερχόταν να μείνει στο νησί. Είχε ανάγκη να βλέπει γυναίκες και ήταν καλοδεχούμενες, τουλάχιστον για ένα διάστημα. Του άρεσε να τις έχει εκεί, κάποιες φορές για αρκετό καιρό. Στο τέλος, όμως, πάντοτε χαιρόταν όταν έφευγαν, ακόμα κι αν του άρεσαν ιδιαίτερα. Τώρα πια είχε εκπαιδεύσει τον εαυτό του να μην τσακώνεται μαζί τους και είχε μάθει πώς να αποφεύγει τον γάμο. Αυτά τα δύο πράγματα τα έμαθε σχεδόν εξίσου δύσκολα με το να ριζώνει κάπου και να ζωγραφίζει σταθερά και πειθαρχημένα. Πάντως, τα είχε καταφέρει και ήλπιζε ότι δεν θα άλλαζε ποτέ. Είχε μάθει να ζωγραφίζει εδώ και χρόνια και πίστευε πως κάθε χρόνο βελτιωνόταν όλο και περισσότερο. Αλλά, το να κατασταλάξει κάπου και να ζωγραφίζει πειθαρχημένα τον δυσκόλευε, αφού στη ζωή του είχε υπάρξει μια περίοδος που δεν ήταν πειθαρχημένος. Ουσιαστικά, ποτέ του δεν υπήρξε πραγματικά ανεύθυνος· όμως, είχε υπάρξει απείθαρχος, εγωιστής και αδίστακτος. Τώρα πια το ήξερε, όχι μόνο επειδή του το είχαν πει τόσες γυναίκες αλλά γιατί είχε καταλήξει ο ίδιος σ’ αυτό το συμπέρασμα. Τότε είχε αποφασίσει να είναι εγωιστής μόνο με τη ζωγραφική, αδίστακτος μόνο με τη δουλειά και πειθαρχημένος με τον εαυτό του, αποδεχόμενος ταυτόχρονα και την πειθαρχία. Θα απολάμβανε τη ζωή μέσα στα όρια της όποιας πειθαρχίας επέβαλε και θα εργαζόταν σκληρά. Και σήμερα ήταν πολύ χαρούμενος γιατί τα παιδιά του έρχονταν το πρωί της επομένης. «Κύριε Τομ, μήπως θέλετε κάτι;» τον ρώτησε ο Τζόζεφ ο υπηρέτης. «Τελειώσατε για σήμερα, έτσι δεν είναι;» Ο Τζόζεφ ήταν ψηλός με πολύ μακρύ, πολύ μαύρο πρόσωπο, μεγάλα χέρια και μεγάλα πόδια. Φορούσε λευκό σακάκι και παντελόνι και ήταν ξυπόλυτος.


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 23

ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΪΒΙΚΗΣ



«Σ’ ευχαριστώ, Τζόζεφ. Δεν νομίζω να χρειάζομαι κάτι». «Λίγο τζιν τόνικ;» «Όχι. Λέω να κατέβω να το πιω στον κύριο Μπόμπι». «Μπορείτε να το πιείτε εδώ. Φθηνότερα θα σας έρθει. Ο κύριος Μπόμπι ήταν μέσα στα νεύρα όταν πέρασα από κει. Πάρα πολλά κοκτέιλ, είπε. Μια γυναίκα από ένα κότερο του ζήτησε ένα ποτό ονόματι Λευκή Κυρία κι εκείνος της έδωσε ένα μπουκάλι από κείνο το αμερικάνικο μεταλλικό νερό που έχει στην ετικέτα μια γυναίκα με λευκό φόρεμα σαν κουνουπιέρα καθισμένη δίπλα σε μια πηγή». «Καλύτερα να περάσω από κει». «Αφήστε πρώτα να σας φτιάξω ένα. Ήρθαν κάποιες επιστολές με τη λέμβο. Μπορείτε να τις διαβάσετε, να πιείτε το ποτό σας κι έπειτα κατεβαίνετε στον κύριο Μπόμπι». «Εντάξει». «Ωραία», είπε ο Τζόζεφ. «Γιατί το είχα ήδη έτοιμο. Δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια σημαντική επιστολή, κύριε Τομ». «Πού είναι;» «Κάτω στην κουζίνα. Θα τις ανεβάσω. Δύο με γυναικεία γράμματα. Μία από τη Νέα Υόρκη. Μία από το Παλμ Μπιτς. Ωραία γράμματα. Μία από τον κύριο που πουλά τους πίνακές σας στη Νέα Υόρκη. Και μια δυο άλλες που μου είναι άγνωστες». «Θέλεις ν’ απαντήσεις για λογαριασμό μου;» «Μάλιστα, κύριε. Αν το θέλετε. Οι σπουδές μου ξεπερνούν κατά πολύ τα οικονομικά μου». «Καλύτερα να μου τις φέρεις». «Μάλιστα, κύριε Τομ. Είναι και μια εφημερίδα». «Φύλαξέ την για το πρωινό σε παρακαλώ». Ο Τόμας Χάντσον κάθισε και διάβασε την αλληλογραφία πίνοντας το δροσερό ποτό. Διάβασε για δεύτερη φορά μία από τις επιστολές κι έπειτα τις έβαλε όλες στο συρτάρι του γραφείου. «Τζόζεφ», φώναξε. «Έχεις ετοιμάσει τα πάντα για τα παιδιά;» «Μάλιστα, κύριε Τομ. Και δύο έξτρα κασόνια κόκα κόλα.


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 24



ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ

Ο νεαρός Τομ πρέπει να μ’ έχει περάσει στο ύψος, έτσι δεν είναι;» «Όχι ακόμα». «Λέτε να μπορεί να με βάλει κάτω τώρα πια;» «Δεν νομίζω». «Έχω παλέψει τόσες φορές μ’ αυτό το αγόρι όταν δεν δούλευα εδώ», είπε ο Τζόζεφ. «Σίγουρα είναι περίεργο να τον φωνάζω “κύριο”. Ο κύριος Τομ, ο κύριος Ντέιβιντ και ο κύριος Άντριου. Μα την πίστη μου, τρία απ’ τα καλύτερα παιδιά που ’χω γνωρίσει. Και πιο ατίθασος απ’ όλους ο Άντι». «Απ’ την αρχή ήταν ατίθασος», είπε ο Τόμας Χάντσον. «Και μα τον Θεό συνεχίζει ακάθεκτος», είπε με θαυμασμό ο Τζόζεφ. «Φέτος το καλοκαίρι θέλω να τους δώσεις το καλό παράδειγμα». «Κύριε Τομ, ειλικρινά δεν θέλετε να τους δώσω το καλό παράδειγμα. Ίσως να μπορούσα πριν από τρία τέσσερα καλοκαίρια, όταν ήμουν ακόμη αγαθός. Προσωπικά, λέω ν’ ακολουθήσω το παράδειγμα του Τομ. Πήγε σε ακριβό σχολείο κι έχει καλούς, ακριβοπληρωμένους τρόπους. Δεν μπορώ να του μοιάσω εντελώς. Μπορώ όμως να φέρομαι σαν κι αυτόν. Ελεύθερα και άνετα αλλά ευγενικά. Κι έπειτα λέω να είμαι ξύπνιος σαν τον Ντέιβ. Κι αυτό είναι το πιο δύσκολο. Και μετά, θα μάθω το μυστικό του Άντι, πώς καταφέρνει να είναι τόσο ατίθασος». «Δεν σε θέλω ατίθασο εδώ πέρα». «Όχι, κύριε Τομ, με παρεξηγήσατε. Δεν θα φέρομαι έτσι εδώ. Το θέλω για προσωπικούς λόγους». «Ωραία θα ’ναι να τους έχουμε εδώ, ε;» «Κύριε Τομ, μπορώ να το συγκρίνω μόνο μ’ εκείνη τη φορά που είχαμε τη μεγάλη φωτιά. Για μένα είναι στο ίδιο επίπεδο με τη Δευτέρα Παρουσία. Ρωτάτε αν είναι ωραία. Και βέβαια είναι».


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 25

ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΪΒΙΚΗΣ



«Πρέπει να σκεφτούμε ένα σωρό πράγματα για να διασκεδάσουν». «Όχι, κύριε Τομ», είπε ο Τζόζεφ. «Πρέπει να σκεφτούμε πώς να τους σώσουμε από τα φοβερά και τρομερά τους σχέδια. Μπορεί να μας βοηθήσει κι ο Έντι. Ξέρει τα παιδιά καλύτερα από μένα. Εγώ είμαι φίλος τους κι αυτό δυσκολεύει τα πράγματα». «Τι κάνει ο Έντι;» «Έχει αρχίσει σιγά σιγά να πίνει περιμένοντας τα γενέθλια της Βασίλισσας. Είναι σε εξαιρετική φόρμα». «Καλύτερα να πάω στον κύριο Μπόμπι όσο έχει ακόμα τα μπουρίνια του». «Ρώτησε τι κάνετε, κύριε Τομ. Ο Μπόμπι είναι κύριος με κάπα κεφαλαίο και κάποιες φορές όλ’ αυτά τα σκουπίδια που έρχονται με τα κότερα τον κουράζουν. Έδειχνε απίστευτα κουρασμένος όταν τον άφησα». «Τι γύρευες εκεί;» «Πήγα για την κόκα κόλα κι έμεινα να δοκιμάσω την τύχη μου στο μπιλιάρδο». «Πώς τα πήγες;» «Χάλια». «Πάω κάτω», είπε ο Τόμας Χάντσον. «Θέλω να κάνω ένα ντους και ν’ αλλάξω». «Έχω βγάλει τα ρούχα σας στο κρεβάτι», του είπε ο Τζόζεφ. «Θέλετε άλλο ένα τζιν τόνικ;» «Όχι, ευχαριστώ». «Ο κύριος Ρότζερ είναι στο σκάφος». «Ωραία. Θα πάω να τον δω». «Θα μείνει εδώ;» «Μπορεί». «Όπως και να ’χει θα του ετοιμάσω ένα κρεβάτι». «Εντάξει».


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 26

ΚΕφάΛαιΟ ΤΡιΤΟ

Ο

ΤΟΜΑΣ ΧΑΝΤΣΟΝ ΕΚΑΝΕ ΝΤΟΥΣ, ΣΑΠΟΥΝΙΣΕ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ

του και ξεπλύθηκε κάτω από την έντονη πίεση του νερού που του τρυπούσε το δέρμα. Ήταν σωματώδης κι έδειχνε ακόμα μεγαλύτερος δίχως τα ρούχα. Είχε έντονο μαύρισμα, ενώ το χρώμα των μαλλιών του είχε ανοίξει από τον ήλιο, γεμίζοντας ανταύγειες. Δεν κουβαλούσε παραπανίσιο βάρος και στη ζυγαριά είδε ότι ήταν ογδόντα επτά κιλά. Έπρεπε να πάω για κολύμπι πριν κάνω μπάνιο, σκέφτηκε. Όμως, κολύμπησα αρκετά σήμερα το πρωί πριν από τη δουλειά και τώρα νιώθω κουρασμένος. Άλλωστε, θα υπάρχει άφθονος χρόνος για κολύμπι όταν έρθουν τα παιδιά. Και ο Ρότζερ είναι ήδη εδώ. Καλό αυτό. Φόρεσε καθαρό σορτσάκι, ένα παλιό στενό πουκάμισο και μοκασίνια, βγήκε από την πόρτα, κατέβηκε την πλαγιά και από το πορτάκι του ξύλινου φράχτη βγήκε στην ηλιόλουστη Λεωφόρο Κινγκ με τα ξασπρισμένα κοράλλια. Μπροστά του, ένας εξαιρετικά ευθυτενής γερο-νέγρος με μαύρο αλπακά σακάκι και σιδερωμένο σκούρο παντελόνι βγήκε από μία απ’ τις αμπογιάτιστες ξύλινες καλύβες κατά μήκος του δρόμου, που την σκίαζαν δύο ψηλοί κοκκοφοίνικες, και έστριψε στη λεωφόρο. Προτού στρίψει, ο Τόμας Χάντσον πρόλαβε να δει το ωραίο μαύρο πρόσωπό του. Πίσω από την καλύβα ακούστηκε μια παιδική φωνή να τραγουδά περιπαικτικά στον ρυθμό ενός παλιού εγγλέζικου τραγουδιού,


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 27

ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΪΒΙΚΗΣ



Ο μπάρμπας μας ο Έντουαρντ από το Νάσαου ήρθε και τα γλυκά του φέρνει φάγαμε με τον φίλο μου, δεν ξέρω πώς μας ήρθε και το γλυκό στην κόλαση μας στέλνει –

Στο έντονο απογευματινό φως ο μπαρμπα-Έντουαρντ έστρεψε το όμορφο πρόσωπο φανερώνοντας θλίψη και θυμό. «Σε ξέρω εσένα», είπε. «Δεν σε βλέπω αλλά ξέρω ποιος είσαι. Θα σ’ αναφέρω στον Αστυνόμο». Η φωνή του παιδιού συνέχισε και ακούστηκε δυνατή και χαρούμενη, Ω Έντουαρντ Ω Έντουαρντ Ζόρικε μπαρμπα-Έντουαρντ Με τα σαπιο-γλυκά σου.

«Θα τα πω όλα στον Αστυνόμο», ο μπαρμπα-Έντουαρντ είπε. «Ο Αστυνόμος ξέρει τι να κάνει». «Μπαρμπα-Έντουαρντ, δεν έχει σήμερα σάπιο γλυκάκι;» ακούστηκε η παιδική φωνή. Το αγόρι φρόντιζε να παραμένει κρυμμένο. «Με κατατρέχουν», είπε φωναχτά ο μπαρμπα-Έντουαρντ και προχώρησε. «Μου βγάζουν τον μανδύα της αξιοπρέπειας και τον ξεσκίζουν. Ω Θεέ μου, συγχώρεσε τους αδαείς». Πιο κάτω στη Λεωφόρο Κινγκ ακούστηκαν κι άλλα τραγούδια από τα δωμάτια πάνω από το Πονς ντε Λεόν. Ένα νεγράκι πρόβαλε κι άρχισε να τρέχει στον δρόμο με τα κοράλλια. «Κύριε Τομ, ξέσπασε καβγάς», είπε. «Ή κάτι τέτοιο. Κάποιος κύριος από ένα κότερο πετάει πράγματα απ’ το παράθυρο». «Τι πράγματα, Λούις;» «Ό,τι να ’ναι, κύριε Τομ. Ό,τι βρει μπροστά του. Η κυρά του προσπάθησε να τον σταματήσει και της είπε ότι θα την πετάξει κι εκείνη».


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 28



ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ

«Από πού είναι ο κύριος αυτός;» «Είναι ένας τεράστιος τύπος από κάπου βόρεια. Λέει ότι μπορεί ν’ αγοράσει και να πουλήσει όλο το νησί. Μάλλον θα το πάρει φτηνά έτσι και συνεχίσει να καταστρέφει τα πάντα γύρω του». «Λούις, έκανε τίποτα ο Αστυνόμος;» «Όχι, κύριε Τομ. Κανείς δεν τον έχει καλέσει ακόμα. Αν και όλοι πιστεύουν πως έχει έρθει η ώρα του». «Κι εσύ, Λούις, είσαι μαζί τους; Ήθελα μερικά δολώματα γι’ αύριο». «Θα σας τα φέρω τα δολώματα, κύριε Τομ. Μην ανησυχείτε για τα δολώματα. Είμαι μαζί τους απ’ την αρχή. Σήμερα το πρωί με προσέλαβαν να τους πάω για ψάρεμα στα ρηχά και είμαι μαζί τους από τότε. Μόνο που δεν υπήρξε ψάρεμα. Όχι, κύριε. Εκτός κι αν είναι ψάρεμα να πετάς πιάτα και φλιτζάνια και κούπες και καρέκλες και κάθε φορά που σου φέρνει ο κύριος Μπόμπι τον λογαριασμό να τον σκίζεις και να λες στον κύριο Μπόμπι ότι είναι κλέφτης κι απατεώνας και λωποδύτης». «Πολύ ζόρικος μου ακούγεται αυτός ο κύριος, Λούις». «Ο χειρότερος που ’χετε δει ποτέ, κύριε Τομ. Μ’ έβαλε να τους τραγουδήσω. Ξέρετε ότι δεν τραγουδάω καλά όπως ο Τζόσι, μα βάζω τα δυνατά μου και μερικές φορές τραγουδάω καλύτερα απ’ όσο μπορώ. Τραγουδάω όσο πιο καλά μπορώ. Ξέρετε τι εννοώ. Μ’ έχετε ακούσει. Το μόνο που ήθελε ν’ ακούει είναι εκείνο το τραγούδι με τη μάνα που δεν θέλει μπιζέλια και ρύζι και λάδι καρύδας. Ξανά και ξανά. Είναι παλιό το τραγούδι και κάποια στιγμή κουράστηκα και του είπα, “Κύριε, ξέρω καινούργια τραγούδια. Καλά τραγούδια. Ωραία τραγούδια. Ξέρω και παλιά, όπως εκείνο για τον Τζον Τζέικομπ Άστορ που χάθηκε στον Τιτανικό όταν βυθίστηκε απ’ το παγόβουνο, και μετά χαράς να σας τα πω αντί γι’ αυτό με τα μπιζέλια και το ρύζι, αν κάνετε κέφι”. Μίλησα όσο πιο ευγενικά και ευχάριστα φαντάζεστε. Ξέρετε ότι μπορώ να το κάνω. Κι αυτός ο κύριος


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 29

ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΪΒΙΚΗΣ



μου λέει, “Άκου δω, βλαμμένο μπάσταρδο μαυράκι, έχω περισσότερα μαγαζιά και εργοστάσια και εφημερίδες απ’ όσα καθοίκια είχε ο Τζον Τζέικομπ Άστορ για να τα –ξέρετε τη λέξη– και θα σου χώσω τη μούρη σ’ ένα απ’ αυτά αν μου ξαναπείς τι θέλω ν’ ακούσω”. Κι έπειτα η κυρά του λέει, “Χρυσέ μου, είναι ανάγκη να είσαι τόσο αγενής με το αγοράκι; Κατά τη γνώμη μου τραγούδησε πολύ καλά και θα ’θελα ν’ ακούσω κανένα καινούργιο τραγούδι”. Και ο κύριος λέει, “Άκου να σου πω. Ούτε εσύ θα τ’ ακούσεις ούτε αυτός θα τα πει”. Κύριε Τομ, είναι πολύ περίεργος αυτός ο τύπος. Και η κυρά του είπε απλώς, “Χρυσέ μου, τι δύσκολος που είσαι”. Κύριε Τομ, είναι πιο δύσκολος απ’ όσο μια ντιζελομηχανή για ένα μαϊμουδάκι που μόλις βγήκε απ’ την κοιλιά της μάνας του. Να με συμπαθάτε που μιλάω συνέχεια αλλά έχω τσαντιστεί. Την έκανε να νιώσει πολύ άσχημα». «Και τώρα τι σ’ έχουν βάλει να κάνεις, Λούις;» «Μ’ έστειλαν να βρω ροζ πέρλες», είπε. Όση ώρα μιλούσε στέκονταν στη σκιά ενός φοίνικα κι εκείνη τη στιγμή έβγαλε από την τσέπη ένα αρκετά καθαρό λευκό πανί και το ξεδίπλωσε φανερώνοντας μισή ντουζίνα λαμπερές, γυαλιστερές ροζ πέρλες που δεν θύμιζαν μαργαριτάρια και οι ντόπιοι τις βρίσκουν στα όστρακα όταν τα καθαρίζουν, ενώ καμία γυναίκα απ’ όσες γνώριζε ο Τόμας Χάντσον –με εξαίρεση τη Βασίλισσα Μαίρη της Αγγλίας– δεν τα εκτιμούσε ως δώρο. Φυσικά, ο Τόμας Χάντσον δεν πίστευε ότι ήξερε τη Βασίλισσα Μαίρη παρά μέσα από τις εφημερίδες και τις φωτογραφίες κι ένα αφιέρωμα στο New Yorker, όμως, το γεγονός ότι της άρεσαν οι ροζ πέρλες τον έκανε να νιώθει ότι την ήξερε καλύτερα από πολλούς άλλους που τους γνώριζε αρκετό καιρό. Στη Βασίλισσα Μαίρη άρεσαν οι ροζ πέρλες και απόψε το νησί γιόρταζε τα γενέθλιά της, σκέφτηκε, αλλά πολύ φοβόταν πως οι ροζ πέρλες δεν θα έκαναν την κυρία του τύπου να νιώσει και πολύ καλύτερα. Από την άλλη, υπήρχε πάντα η πιθανότητα η Βα-


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 30



ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ

σίλισσα Μαίρη να έλεγε ότι της άρεσαν προκειμένου να ευχαριστήσει τους υπηκόους της στις Μπαχάμες. Περπάτησαν ως το Πονς ντε Λεόν και ο Λούις είπε, «Η κυρά του έκλαιγε, κύριε Τομ. Με μαύρο δάκρυ. Γι’ αυτό πρότεινα να πάω στον Ρόι και να της φέρω να δει μερικές πέρλες». «Μπορεί και να χαρεί», είπε ο Τόμας Χάντσον. «Αν της αρέσουν οι ροζ πέρλες». «Μακάρι. Θα τις πάω τώρα». Ο Τόμας Χάντσον μπήκε στο μπαρ όπου ήταν δροσερά και σχεδόν σκοτεινά, σε σχέση με την εκτυφλωτική λάμψη του δρόμου, και πήρε ένα τζιν τόνικ με μια φλούδα λάιμ στο ποτήρι και μερικές σταγόνες ανγκοστούρα στο ποτό. Ο κύριος Μπόμπι ήταν πίσω από τον πάγκο κι έδειχνε χάλια. Τέσσερις νεαροί νέγροι έπαιζαν μπιλιάρδο σηκώνοντας κάθε τόσο το τραπέζι όταν ήταν απαραίτητο για να πετύχουν μια δύσκολη καραμπόλα. Τα τραγούδια από τον πάνω όροφο είχαν σταματήσει και στον χώρο επικρατούσε απόλυτη ησυχία με εξαίρεση τις μπάλες που συγκρούονταν. Δύο μέλη από το πλήρωμα του κότερου, που είχε δέσει στο μουράγιο, ήταν στο μπαρ και καθώς τα μάτια του Τόμας Χάντσον συνήθισαν στο σκοτάδι ο χώρος του φάνηκε μουντός και δροσερός κι ευχάριστος. Ο Λούις κατέβηκε. «Ο κύριος κοιμάται», είπε. «Άφησα τις πέρλες στην κυρά του. Τις κοιτάει και κλαίει». Είδε τους δύο ναύτες του πληρώματος να ανταλλάσσουν βλέμματα χωρίς κουβέντα. Στάθηκε εκεί κρατώντας το ευχάριστα πικρό ποτό στο ψηλό ποτήρι, δοκίμασε την πρώτη γουλιά και του θύμισε την Τάνγκα, τη Μομπάσα και το Λάμου κι όλες εκείνες τις ακτές, και ξαφνικά νοστάλγησε την Αφρική. Και όμως ήταν εδώ, εγκατεστημένος στο νησί, ενώ θα μπορούσε κάλλιστα να βρίσκεται στην Αφρική. Διάολε, σκέφτηκε, μπορώ να πάω όποτε θέλω. Το παν είναι να τα έχεις καλά με τον εαυτό σου όπου κι αν βρίσκεσαι. Ως προς αυτό, τα καταφέρνεις μια χαρά εδώ πέρα.


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 31

ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΪΒΙΚΗΣ



«Τομ, πραγματικά σ’ αρέσει αυτή η γεύση;» τον ρώτησε ο Μπόμπι. «Φυσικά. Αλλιώς δεν θα το ’πινα». «Μια φορά δοκίμασα κατά λάθος κι είχε γεύση κινίνου». «Περιέχει κινίνο». «Ένα είναι σίγουρο: ο κόσμος είναι παλαβός», είπε ο Μπόμπι. «Μιλάμε για έναν άνθρωπο που μπορεί να πιει ό,τι θέλει. Έχει χρήματα να πληρώσει. Υποτίθεται ότι κάνει το κέφι του και μαγαρίζει το καλό τζιν ρίχνοντας μέσα ένα ινδικό ποτό με κινίνο». «Μια χαρά μου φαίνεται. Μ’ αρέσει η γεύση του κινίνου μαζί με τη φλούδα λάιμ. Νομίζω ότι ανοίγει τους πόρους στο στομάχι ή κάτι τέτοιο. Το απολαμβάνω πολύ περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο ποτό με τζιν. Με κάνει να αισθάνομαι ωραία». «Το ξέρω. Μια ζωή το ποτό σε κάνει να αισθάνεσαι ωραία. Προσωπικά το ποτό με χαλάει. Πού είναι ο Ρότζερ;» Ο Ρότζερ ήταν ένας φίλος του Τόμας Χάντσον που είχε μια ψαροκαλύβα στην άκρη του νησιού. «Λογικά θα έρθει σύντομα. Έχουμε κανονίσει να φάμε με τον Τζόνι Γκούντνερ». «Δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο άνθρωποι όπως εσύ και ο Ρότζερ Ντέιβις και ο Τζόνι Γκούντνερ που έχετε γυρίσει τον κόσμο μένετε σε τούτο το νησί». «Γιατί είναι μια χαρά νησί. Κι εσύ εδώ δεν μένεις;» «Για να βγάζω το ψωμί μου». «Θα μπορούσες να το κάνεις στο Νάσαου». «Στα τσακίδια το Νάσαου. Εδώ έχει περισσότερη πλάκα. Το νησί είναι μια χαρά για διασκέδαση. Άσε που βγαίνουν και καλά λεφτά». «Μ’ αρέσει που ζω εδώ». «Είμαι σίγουρος», είπε ο Μπόμπι. «Κι εμένα το ίδιο. Το ξέρεις. Αφού μπορώ να βγάζω λεφτά. Αλήθεια, πουλάς κανέναν απ’ τους πίνακες που ζωγραφίζεις όλη μέρα;»


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 32



ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ

«Τώρα πια πουλάνε καλά». «Δηλαδή υπάρχει κόσμος που πληρώνει για πίνακες με τον μπαρμπα-Έντουαρντ. Με νέγρους στη θάλασσα. Νέγρους στην ξηρά. Νέγρους σε βάρκες. Καΐκια. Σφουγγαράδικα. Μπουρίνια. Θαλάσσιους σίφουνες. Τσακισμένες σκούνες. Σκούνες στον ταρσανά. Για όλ’ αυτά που θα μπορούσε να τα δει κανείς τζάμπα. Αλήθεια τους αγοράζουν;» «Και βέβαια. Μια φορά τον χρόνο γίνεται έκθεση στη Νέα Υόρκη και τους πουλάνε». «Σε δημοπρασία;» «Όχι. Ο ατζέντης που τους εκθέτει βάζει μια τιμή. Ο κόσμος τους αγοράζει. Μια στις τόσες αγοράζουν κι από κανένα μουσείο». «Εσύ δεν τους πουλάς;» «Φυσικά». «Θα ήθελα να αγοράσω έναν θαλάσσιο σίφουνα», είπε ο Μπόμπι. «Έναν διαολεμένα μεγάλο θαλάσσιο σίφουνα. Μαύρο σαν την κόλαση. Ακόμα καλύτερα, δύο θαλάσσιους σίφουνες να ωρύονται πάνω από την ήρεμη θάλασσα κάνοντας τέτοια φασαρία που να σε ξεκουφαίνουν. Να ρουφάνε όλο το νερό και να σου κόβουν τα πόδια απ’ τον φόβο. Κι εγώ να ’μαι στο ψαροκάικό μου εντελώς αβοήθητος. Να μου αρπάζει ο σίφουνας τον κουβά με τον γυάλινο πάτο απ’ το χέρι. Λίγο πριν ρουφήξει το καΐκι απ’ το νερό. Σωστή κόλαση με τη μορφή ενός θαλάσσιου σίφουνα. Πόσο θα κόστιζε ένας τέτοιος; Θα μπορούσα να τον κρεμάσω εδώ πάνω. Ή στο σπίτι αν δεν τρόμαζε την κυρά μου». «Εξαρτάται από το μέγεθος». «Κάνε τον όσο μεγάλο θέλεις», είπε ο Μπόμπι μεγαλόπρεπα. «Όσος κι αν είναι θα φαίνεται λειψός. Βάλε τρεις σίφουνες. Μια φορά είχα δει τρεις σίφουνες από κοντά στο νησί Άντρος. Χάνονταν ψηλά στον ουρανό κι ο ένας ρούφηξε ένα σφουγγαράδικο κι όταν ξανάπεσε, η μηχανή τρύπησε τη γάστρα».


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 33

ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΪΒΙΚΗΣ



«Η τιμή εξαρτάται από τον μουσαμά», είπε ο Τόμας Χάντσον. «Θα σε χρεώσω μόνο για τον μουσαμά». «Τότε, με τον Θεό, πάρε μεγάλο μουσαμά», είπε ο Μπόμπι. «Θα ζωγραφίσουμε σίφουνες που θα τρομάζουν τον κόσμο στο μπαρ και θα τον κάνουν να φεύγει απ’ το αναθεματισμένο το νησί». Είχε παρασυρθεί από το μεγαλείο του εγχειρήματος, αν και μόλις είχε αρχίσει να συνειδητοποιεί τις δυνατότητές του. «Τομ, φίλε μου, πιστεύεις ότι μπορείς να ζωγραφίσεις ολόκληρο τυφώνα; Να βάλεις το νησί στο μάτι του κυκλώνα, να φυσάει ήδη στη μια πλευρά, ενώ στην άλλη να ’χει μόλις αρχίσει; Να βάλεις τα πάντα, από τους νέγρους που μαστιγώνονται στους κοκκοφοίνικες μέχρι τις βάρκες που πετάγονται πάνω απ’ την κορυφή του νησιού; Να βάλεις το μεγάλο ξενοδοχείο να καταστρέφεται. Δοκάρια να διασχίζουν τον αέρα σαν ξίφη και νεκρούς πελεκάνους να παρασέρνονται σαν να είναι ένα με τις ριπές της βροχής. Να βάλεις το βαρόμετρο να ’χει πέσει στο είκοσι εφτά και τους ανέμους να λυσσομανάνε. Κύματα είκοσι μέτρα ύψος και το φεγγάρι να προβάλλει στο μάτι της καταιγίδας. Ένα παλιρροϊκό κύμα να υψώνεται και να καταπίνει οτιδήποτε ζωντανό. Να βάλεις γυναίκες να παρασύρονται στη θάλασσα με τα ρούχα ξεσκισμένα απ’ τον άνεμο. Να βάλεις νεκρούς νέγρους να επιπλέουν παντού και να πετάνε στον αέρα –» «Μιλάμε για τεράστιο μουσαμά», είπε ο Τόμας Χάντσον. «Στα τσακίδια ο μουσαμάς!» είπε ο Μπόμπι. «Θα πάρω ολόκληρο πανί από σκούνα. Διάολε, θα ζωγραφίσουμε τους καλύτερους πίνακες στον κόσμο και θα μείνουμε στην ιστορία. Μέχρι τώρα το μόνο που κάνεις είναι να ζωγραφίζεις κάτι μικρούς, απλοϊκούς πίνακες». «Θ’ αρχίσω με τους θαλάσσιους σίφουνες», είπε ο Τόμας Χάντσον. «Εντάξει», είπε ο Μπόμπι που δεν του άρεσε καθόλου η αo


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 34



ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ

πότομη προσγείωση από το μεγαλειώδες σχέδιο. «Έχει καλώς. Αλλά, μα τον Θεό, μπορούμε να φτιάξουμε σπουδαίους πίνακες με τις γνώσεις που έχουμε οι δυο μας και με την τέχνη που κατέχεις». «Θ’ αρχίσω αύριο με τους θαλάσσιους σίφουνες». «Καλώς», είπε ο Μπόμπι. «Είναι μια αρχή. Αλλά, μα τον Θεό, θα ’θελα να ζωγραφίσουμε κι εκείνον τον τυφώνα. Έχει ζωγραφίσει ποτέ κανένας το ναυάγιο του Τιτανικού;» «Όχι σε μεγάλη κλίμακα». «Θα μπορούσαμε να το ζωγραφίσουμε εμείς. Να ένα θέμα που πάντα απασχολούσε τη φαντασία μου. Θα μπορούσες να δείξεις την παγωμάρα του παγόβουνου που απομακρύνεται αφού το χτύπησαν. Να ζωγραφίσεις όλη τη σκηνή μέσα σε πυκνή ομίχλη. Να βάλεις κάθε λεπτομέρεια. Να βάλεις εκείνον τον τύπο που μπήκε στη βάρκα με τις γυναίκες πιστεύοντας ότι μπορούσε να βοηθήσει επειδή ήταν ερασιτέχνης ιστιοπλόος. Να τον ζωγραφίσεις την ώρα που μπαίνει στη βάρκα πατώντας πάνω στις γυναίκες. Μου θυμίζει τον τύπο που μένει πάνω. Γιατί δεν ανεβαίνεις να τον σκιτσάρεις τώρα που κοιμάται και να τον χρησιμοποιήσεις στον πίνακα;» «Νομίζω ότι είναι καλύτερα να ξεκινήσουμε με τους θαλάσσιους σίφουνες». «Τομ, θέλω να γίνεις μεγάλος ζωγράφος», είπε ο Μπόμπι. «Παράτα τις σαχλαμάρες. Απλά χαραμίζεσαι. Ήδη περιγράψαμε τρεις πίνακες σε λιγότερο από μισή ώρα και δεν έχω αρχίσει καν να χρησιμοποιώ τη φαντασία μου. Αλήθεια, με τι έχεις ασχοληθεί ως τα τώρα; Να ζωγραφίζεις έναν νέγρο που αναποδογυρίζει μια καρέτα καρέτα στην παραλία. Ούτε καν μια πρασινοχελώνα αλλά μια κοινή καρέτα καρέτα. Ή δυο νέγρους σ’ ένα καΐκι να προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα μ’ ένα σωρό από καραβίδες. Φίλε μου, έχεις χαραμίσει τη ζωή σου». Σταμάτησε και ήπιε βιαστικά μια γουλιά από το ποτό του που το είχε κάτω απ’ τον πάγκο.


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 35

ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΪΒΙΚΗΣ



«Αυτό δεν πιάνεται», είπε. «Ούτε που με είδες να πίνω. Κοίτα, Τομ, οι τρεις πίνακες που είπαμε είναι σπουδαίοι. Μεγάλοι. Παγκόσμιοι. Άξιοι να κρεμαστούν στο Κρίσταλ Πάλας, δίπλα στα αριστουργήματα όλων των εποχών. Αν εξαιρέσουμε, βέβαια, τον πρώτο, που το θέμα του είναι ασήμαντο. Όμως, μόλις τώρα αρχίζουμε. Δεν βλέπω τον λόγο να μη ζωγραφίσουμε έναν που θα τους αποτελειώσει όλους. Πώς σου φαίνεται;» Ήπιε βιαστικά άλλη μια γουλιά. «Ποιο;» Έγειρε πάνω από τον πάγκο για να μην τον ακούσουν οι άλλοι. «Μην κάνεις πίσω», είπε ο Μπόμπι. «Μη σε τρομάζει το μέγεθος. Τομ, οφείλεις να έχεις ένα όραμα. Μπορούμε να ζωγραφίσουμε το Τέλος του Κόσμου», είπε και σταμάτησε. «Σε όλο του το μέγεθος». «Την κόλαση», είπε ο Τόμας Χάντσον. «Όχι. Πριν από την κόλαση. Οι πύλες της κόλασης μόλις που ’χουν ανοίξει. Οι κολασμένοι ξεχύνονται από την εκκλησία ψηλά στο βουνό κι όλοι τους μιλάνε άγνωστες γλώσσες. Ένας διάβολος τους τρυπά με το δικράνι και τους φορτώνει σ’ ένα κάρο. Ουρλιάζουν και μουγκρίζουν και επικαλούνται τον Ιεχωβά. Παντού υπάρχουν νέγροι πεσμένοι, ενώ χέλια και καραβίδες και καβούρια κινούνται γύρω και πάνω απ’ τα κορμιά τους. Υπάρχει ένα μεγάλο άνοιγμα που μοιάζει με καταπακτή και οι διάβολοι μεταφέρουν προς τα κει τους νέγρους, τους πιστούς, τους κολασμένους και τους υπόλοιπους, και τους ρίχνουν μέσα. Τα νερά γύρω απ’ το νησί έχουν φουσκώσει ενώ οι ζύγαινες, οι σκομπροκαρχαρίες, οι ταυροκαρχαρίες και τα γατόψαρα κολυμπούν ολόγυρα και τρώνε όσους προσπαθούν να το σκάσουν κολυμπώντας για να γλιτώσουν τα δικράνια που τους σπρώχνουν στην καταπακτή απ’ όπου βγαίνουν καπνοί. Οι μπεκρήδες πίνουν μια τελευταία γουλιά και χτυπάνε τους διαβόλους με τα μπουκάλια. Όμως, οι διάβολοι συνεχίζουν να


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 36



ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ

τους σπρώχνουν με τα δικράνια ή τους καταπίνει η φουσκωμένη θάλασσα όπου τώρα πια φαλαινοκαρχαρίες, τεράστιοι λευκοί καρχαρίες, φάλαινες-δολοφόνοι και άλλα μεγάλα ψάρια κυκλώνουν το νησί πέρα απ’ τα σημεία που οι καρχαρίες ξεσκίζουν όσους βρίσκονται στο νερό. Η κορυφή του νησιού είναι γεμάτη σκυλιά και γατιά και οι διάβολοι τα σπρώχνουν κι αυτά, και τα σκυλιά ζαρώνουν και αλυχτάνε, και τα γατιά προσπαθούν να το σκάσουν και γρατζουνάνε τους διαβόλους και το τρίχωμά τους είναι ορθωμένο και τελικά πέφτουν στη θάλασσα και κολυμπάνε όπως δεν θα το περίμενες ποτέ σου. Πού και πού κάποιος καρχαρίας αρπάζει ένα γατί και το βλέπεις να εξαφανίζεται. Τα περισσότερα όμως καταφέρνουν και ξεφεύγουν. »Η θερμοκρασία απ’ την καταπακτή αρχίζει ν’ ανεβαίνει και οι διάβολοι αναγκάζονται να σέρνουν τον κόσμο προς τα κει αφού έχουν σπάσει τα δικράνια στην προσπάθεια να σπρώξουν τους πιστούς. Εσύ κι εγώ στεκόμαστε στο κέντρο του πίνακα παρατηρώντας τα πάντα με ηρεμία. Εσύ κρατάς σημειώσεις κι εγώ δροσίζομαι από ένα μπουκάλι και περιστασιακά σου δίνω κι εσένα να πιεις. Κάθε τόσο ένας διάβολος καταϊδρωμένος από τη δουλειά περνά δίπλα μας τραβώντας κάποιον μεγαλόσωμο πιστό που προσπαθεί να σκάψει στην άμμο και να χωθεί μέσα για να αποφύγει την καταπακτή, ενώ ουρλιάζει στον Ιεχωβά, και ο διάβολος λέει, “Με συγχωρείτε, κύριε Τομ. Με συγχωρείτε, κύριε Μπόμπι. Έχει πέσει δουλειά σήμερα”. »Προσφέρω στον διάβολο να πιει καθώς περνάει ιδρωμένος και τσουρουφλισμένος κι έτοιμος να σπρώξει τον επόμενο πιστό κι εκείνος λέει, “Όχι, ευχαριστώ, κύριε Μπόμπι. Ούτε που τ’ αγγίζω εν ώρα εργασίας”. »Τομ, θα μπορούσε να γίνει ένας διαολεμένα καλός πίνακας αν καταφέρουμε να του βάλουμε όλη την κίνηση και το μεγαλείο». «Νομίζω ότι φτάνουν για σήμερα όσα περιγράψαμε».


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 37

ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΪΒΙΚΗΣ



«Μα τον Θεό, νομίζω ότι έχεις δίκιο», είπε ο Μπόμπι. «Και μόνο η περιγραφή του πίνακα μου ’φερε δίψα». «Υπήρχε ένας τύπος ονόματι Μπος που ζωγράφιζε πάνω κάτω όσα περιγράφεις». «Αυτός με τα ηλεκτρικά;» «Όχι. Ο Ιερώνυμος Μπος. Πολύ παλιός. Πολύ καλός. Με το ίδιο θέμα ασχολήθηκε και ο Πίτερ Μπρέγκελ». «Κι αυτός παλιός;» «Πολύ παλιός. Πολύ καλός. Θα σ’ αρέσει». «Διάολε», είπε ο Μπόμπι. «Κανείς παλιός δεν θα μας φτάσει. Άλλωστε, το τέλος του κόσμου δεν έχει έρθει ακόμη, άρα πώς διάολο ξέρει περισσότερα από μας για το θέμα;» «Είναι μάλλον δύσκολο να τον ξεπεράσουμε». «Δεν ακούω κουβέντα», είπε ο Μπόμπι. «Έχουμε έναν πίνακα που θα τον βγάλει από τη μέση». «Τι λες να μου βάλεις άλλο ένα;» «Ναι, που να πάρει η οργή. Όλο ξεχνάω ότι εδώ είναι μπαρ. Ο Θεός να ’χει καλά τη Βασίλισσα, Τομ. Ξεχνάμε και τι μέρα είναι. Έλα, αυτό σ’ το κερνάω να το πιούμε στην υγειά της». Για τον εαυτό του έβαλε ρούμι σ’ ένα ποτηράκι και έδωσε στον Τόμας Χάντσον ένα μπουκάλι κίτρινο τζιν Booth, μερικά λάιμ σ’ ένα πιατάκι, ένα μαχαίρι κι ένα μπουκάλι ινδικό τόνικ Schweppes. «Φτιάξε μόνος σου τον διάολο που πίνεις. Μου τη σπάνε αυτά τα φαντεζί ποτά!» Αφού ο Τόμας Χάντσον έφτιαξε το ποτό και έσταξε λίγες σταγόνες ανγκοστούρα από το μπουκάλι με το φτερό του γλάρου στον φελλό, ύψωσε το ποτήρι κι έπειτα κοίταξε στην άλλη άκρη του πάγκου. «Τι πίνετε εσείς οι δυο; Αρκεί να είναι κάτι απλό». «Dog’s Head», είπε o ένας απ’ τους ναύτες. «Ωραία, λοιπόν, Dog’s Head», είπε ο Μπόμπι κι έχωσε το χέρι στο ψυγείο με τον πάγο και τους έδωσε δύο παγωμένα


NISIA KARAIVIKIS Final XORIS_Layout 1 16/5/16 6:06 μ.μ. Page 38



ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ

μπουκάλια μπίρα. «Τα ποτήρια σώθηκαν. Όλη μέρα σήμερα μου τα σπάνε οι μπεκρήδες. Έχουν όλοι ποτό; Κύριοι, στην υγειά της Βασίλισσας. Δεν νομίζω να νοιάζεται ιδιαίτερα γι’ αυτό το νησί ούτε είμαι σίγουρος ότι θα της άρεσε και πολύ εδώ πέρα. Παρ’ όλα αυτά, κύριοι, στην υγειά της Βασίλισσας. Ο Θεός να την ευλογεί». Όλοι ήπιαν στην υγειά της. «Πρέπει να ’ναι σπουδαία γυναίκα», είπε ο Μπόμπι. «Λιγάκι ψυχρή για τα γούστα μου. Προσωπικά μια ζωή μου άρεσε η Βασίλισσα Αλεξάνδρα. Ωραίος τύπος. Όμως, θα προσπαθήσουμε να τιμήσουμε όσο γίνεται τα γενέθλια της Βασίλισσας. Αν και μικρό, το νησί μας είναι πιστό στην πατρίδα. Στον τελευταίο πόλεμο ένας τύπος από δω πήγε κι έχασε το χέρι του από σφαίρα. Τι πιο πατριωτικό!» «Ποιανής τα γενέθλια είπε ότι είναι;» ρώτησε ένας από τους ναύτες. «Της Βασίλισσας Μαίρης της Αγγλίας», είπε ο Μπόμπι. «Μητέρας του σημερινού Βασιλιά Αυτοκράτορα». «Απ’ αυτή δεν έχει πάρει το όνομά του το Κουίν Μαίρη;» ρώτησε ο άλλος ναύτης. «Τομ», είπε ο Μπόμπι. «Στο επόμενο κέρασμα θα πιούμε μόνο οι δυο μας».


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.