978 960 03 6035 6

Page 1

LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 5

ΖΟΕΛ ΛΟΠΙΝΟ

ΤΟ ΔΙΑΜΑΝΤΕΝΙΟ ΣΩΜΑ  Μυθιστόρημα

ΕΚΔOΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 6

©

Copyright Ζοέλ Λοπινό – Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2016

Έτος 1ης έκδοσης: 2016 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.

ΕΚΔOΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. ΓρΑφΕΙΑ: Θεμιστοκλέους 104, 106 81 Αθήνα ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ: Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31

e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-6035-6


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 7

Στους γονείς μου, που μου έκαναν το μεγάλο δώρο της ζωής. Στα παιδιά μου, που με συνοδεύουν από τα βάθη του χρόνου και μου έμαθαν την αγάπη. Στον Τάκη, που φωτίζει τις μέρες μου. Στις ψυχές που μου άνοιξαν νέους δρόμους...


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 8


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 9

Το διαμαντένιο σώμα είναι η αθανασία που επιτυγχάνεται μέσα από τη μεταμόρφωση του κορμιού. Λόγω της διαφάνειας, της λάμψης και της σκληρότητάς του, το διαμάντι είναι το κατάλληλο σύμβολο. ΚΑρΛ ΓΙΟυΝΓΚ


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 10


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 11

 1

Κι αν τα πράγματα –πεπρωμένο, πόνος, παθήματα, διδάγματα– έχουν μια εξήγηση πέρα από τα σύνορα της ύπαρξης;

Κ

άθε μέρα , βγαίνοντας από το κάστρο, η Γκαέλ κοντοστεκόταν στο φαρδύ πέτρινο πλατύσκαλο· δεν χόρταινε το μεγαλειώδες τοπίο που απλωνόταν αντίκρυ της. Παρά τους ανέμους και το αλμυρό πασπάλισμα των κυμάτων, στη στέρφα γη εκεί ψηλά μοχθούσε να βλαστήσει ένας τάπητας από ισχνά χορτάρια, που γυάλιζαν σαν μετάξι κάτω απ’ το πλάγιο φως του ήλιου. Η ευωδιά του ιωδίου ανέβαινε μέχρι το οροπέδιο, και η Γκαέλ τη ρουφούσε με λαχτάρα. Κάθε μέρα με την ίδια ένταση. Την αγαπούσε τη γη της. Και από τότε που έπεσε στην αγκαλιά του έρωτα, η άγρια ομορφιά του τόπου της την άγγιζε ακόμα περισσότερο. Ξυπνούσε καινούργια πράγματα μέσα της, την ποίηση, μια μελαγχολία που πάλευε με την απίστευτη όρεξή της για ζωή. 11


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 12

 ΖΟΕΛ ΛΟΠΙΝΟ 

Εκείνο το δροσερό πρωινό του Μάη, στάθηκε γερά στα πόδια της, γιατί ο άνεμος θέριευε, κι αγνάντεψε σιωπηλά τον Ατλαντικό, με το ζωντανό βαθύ του μπλε ν’ αλλάζει απόχρωση κάθε λεπτό. Αυτός ο παραπλανητικά ήμερος παλμός του ωκεανού έκρυβε πίσω του ένα κοπάδι από αχαλίνωτα άλογα, που μ’ έναν γοργό καλπασμό παράσερναν και σκότωναν στο διάβα τους όποιον απρόσεκτο δεν ένιωθε το δέος που του όφειλε. Είχε καταβροχθίσει αμέτρητους ναυτικούς και καράβια. Τα περισσότερα βρετονικά τραγούδια τον πόνο του χαμού διηγούνταν άλλωστε. Λίγο παρακάτω, τα κύματα ορμούσαν σαν θεριά στην απόκρημνη ακτή, δαγκώνοντάς τη λαίμαργα και αφαιρώντας κομμάτια από τα εύθραυστα σωθικά του βουνού. Ακούγονταν μέχρι πάνω η μάχη τους και οι ανάκατες κραυγές τους. Αυτή η αγριάδα του τόπου της, παρά την αριστοκρατική κομψότητα που η μητέρα της πάσχιζε να της διδάξει, έρρεε μες στο κορμί της, την είχε θρέψει. Αντί να δαμάζονται από την αυστηρή διαπαιδαγώγησή της, τα κέλτικα γονίδιά της λαμπάδιαζαν. Μήτε το πιάνο μήτε το κέντημα μήτε η ανάγνωση κειμένων γραμμένων από σοφούς και ευγενείς αρκούσαν για να την κάνουν σωστή κυρία. Από μικρή προτιμούσε να καβαλάει το άλογό της παρέα με τον πατέρα της και να τρέχει στα άγονα κτήματά τους αφήνοντας τον άνεμο να την αναμαλλιάζει, αδιάφορη για τα γυναικεία της καθήκοντα. Εκείνες τις στιγμές ένιωθε παντελώς ελεύ12


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 13

Το διαμαντένιο σώμα

θερη, και μια αρχέγονη αγαλλίαση ανέβαινε στα σπλάχνα της. «Είστε ολόιδια με τον πατέρα σας!» αγανακτούσε συχνά η κόμισσα, μορφάζοντας απαξιωτικά. Αυτό αποτελούσε μάλλον τη χειρότερη προσβολή που μπορούσε να εκστομίσει. Η νεαρή Γκαέλ οσφράνθηκε τον άνεμο. Η μοσχοβολιά του φρεσκοκομμένου γρασιδιού, που οι κηπουροί κούρευαν επιμελώς από το πρωί, την περιτύλιξε. «Πάμε, Ζαν-φιλίπ;» φώναξε ανυπόμονα. «Δεσποινίς Γκαέλ, σας παρακαλώ να κρατάτε τον μικρό σας αδελφό γερά από το χέρι και να μην πλησιάζετε τον γκρεμό», της υπενθύμισε η μαντμαζέλ Μαρί, η οικοδιδασκάλισσα. «Ναι, δεσποινίς», απάντησε εκείνη υπάκουα, παρότι ήξερε εκ των προτέρων πως δεν θα μπορούσαν ν’ αντισταθούν στον πειρασμό να πλησιάσουν το γεμάτο αφρούς κενό. Άρεσε και στους δυο το πεταλούδισμα που ξυπνούσε στο στομάχι τους ο κίνδυνος. Μπροστά απ’ τον καλοφτιαγμένο κήπο, με το άψογα κουρεμένο γκαζόν και τα πολύχρωμα τριαντάφυλλα της μητέρας τους, που διέχεαν ολόγυρα το ζαχαρωτό τους άρωμα, πέρα απ’ τη βαριά πύλη από φερ φορζέ και τον πλακόστρωτο δρόμο, απλωνόταν η άγρια φύση και η ελευθερία. Η Γκαέλ βιαζόταν να ριχτεί μ’ ένα τρελό τρέξιμο στο κοντό και ζωηρόχρωμο χορτάρι που σκέπαζε το βουνό. Για να δείξουν 13


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 14

 ΖΟΕΛ ΛΟΠΙΝΟ 

καλή διαγωγή, η δεκαεπτάχρονη και ο μικρός της αδελφός έφυγαν περπατώντας με φρονιμάδα, σαν πέρασαν όμως την πύλη, όρμησαν στο οροπέδιο με ιαχές χαράς. Πόσο τους άρεσαν αυτές οι ανάλαφρες στιγμές! Γέμιζαν ευχαρίστηση κι ανεμελιά. Τις έκλεβαν με το σταγονόμετρο και τους φαίνονταν τόσο λίγες... Στο σπίτι, η ατμόσφαιρα βυθιζόταν πάντα σε μια βαριά και αποπνικτική σιωπή. Τα λεπτά χείλη της μητέρας τους σφίγγονταν από θυμό κι από μια θλίψη απύθμενη. Η πικραμένη γυναίκα σκότωνε κυριολεκτικά τα νιάτα και τις μέρες της θυσιάζοντας τα συναισθήματά της και τα παιδικά της όνειρα στις περίτεχνες ταπισερί που κεντούσε ολημερίς. Τα μάτια της ζωήρευαν μονάχα όταν ο μικρός γιος της, ο Ζανφιλίπ, τριβόταν τρυφερά στην αγκαλιά της. Όλη της η ζωή φαινόταν να περιστρέφεται γύρω απ’ αυτή την ηλιαχτίδα που της πρόσφερε η παρουσία του. Την Γκαέλ την κρατούσε ασυναίσθητα σε απόσταση ασφαλείας, καθώς από μικρή η κόρη της υποστήριζε το άλλο στρατόπεδο, του πατέρα της. Αυτό εντούτοις δεν ενοχλούσε την έφηβη, διότι, πέρα από την ευγνωμοσύνη που ένιωθε για τη μητέρα της επειδή την είχε φέρει στον κόσμο, δυσκολευόταν να την αγαπήσει. Δεν της ταίριαζε αυτή η αντιπαθητική φιγούρα με το ψυχρό και επιτηδευμένο ύφος, οχυρωμένη διαρκώς πίσω από το ρόλο του μάρτυρα. Έκανε τα πάντα για να μην της μοιάσει· έτρεμε κυριολεκτικά στην ιδέα μην τυχόν ζήσει με τη σειρά της την ίδια άδεια και δυστυχισμένη ζωή. 14


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 15

Το διαμαντένιο σώμα

Προτιμούσε αναμφισβήτητα την παρέα του πατέρα της. Αυτός ο επικούρειος άρχοντας γλεντούσε μόνιμα, γελούσε βροντερά και ζούσε επικινδύνως. Συντηρούσε μια κοκότα στη ρεν και κουβαλούσε πάνω του τα γλυκερά της αρώματα μέχρι το κάστρο, ο αθεόφοβος. Καλούσε κάθε τόσο διάφορους γραφικούς φίλους στο τραπέζι του, το ίδιο θορυβώδεις μ’ αυτόν, και το παγωμένο κάστρο, χάρη στα βροντερά γέλια τους, γέμιζε τότε ζωή. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι φίλοι του στρίμωχναν στους διαδρόμους τις νόστιμες σουμπρέτες, που γουργούριζαν χαμηλόφωνα, μην τυχόν θυμώσει η κυρία τους. Συχνά δεν δίσταζαν ν’ αγκαλιάζουν ακόμα και την έφηβη κόρη του με σαγηνευτικά βλέμματα και πονηρά χαμόγελα. Όταν τύχαινε να διαθέτουν ομορφιά, τα βλέμματα αυτά ξεσήκωναν περίεργα σαλέματα μες στην κοιλιά της, ίδια μ’ εκείνα που της προκαλούσε το κενό του γκρεμού. Και μια μέρα, σ’ ένα χορό, γνώρισε το βαρόνο Λοΐκ Ντε Ζοφρουά, κι ένας τρυφερός έρωτας άνθισε στις ψυχές τους, με την αγνότητα και τη φρεσκάδα της νιότης. Η ζωή τής Γκαέλ απέκτησε άξαφνα ένα βαθύ νόημα που της έλειπε ως τότε. Ένα λόγο ύπαρξης. Πριν απ’ αυτόν, οι μέρες παρέλαυναν μονότονα, με μικρές χαρές και μικρές λύπες· περνούσαν οι εποχές και τα χρόνια χωρίς να τα ορίζει. Με τον Λοΐκ, οι μέρες και οι μήνες πλημμύρισαν την ψυχή της με έντονα συναισθήματα, με όνειρα και με μια θέληση να γίνει καλύτερη. Αγαπιούνταν αγνά, πλατωνικά, μα τόσο δυνατά, που συχνά μια εσωτερική θύελλα τους έκοβε την ανάσα. Τοποθε15


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 16

 ΖΟΕΛ ΛΟΠΙΝΟ 

τούσαν καθημερινά κάτω από μια πέτρα, στα πόδια ενός πέτρινου σταυρού –από τους εκατοντάδες που υπάρχουν στη Βρετάνη–, γράμματα γεμάτα όρκους αιώνιας αγάπης. Εκεί έκλειναν επίσης σύντομα ραντεβού, όπου αγκαλιάζονταν μεθυσμένοι από έρωτα με τις καρδιές τους να πάλλονται στον ίδιο ρυθμό.

Τα δυο αδέλφια διασκέδαζαν ανέμελα, όταν άκουσαν έναν καλπασμό να πλησιάζει. Ήταν ο πατέρας τους, που επέστρεφε από τα γλέντια και τις διασκεδάσεις του. Στεκόταν στραβά στη σέλα του, σχεδόν ξαπλωτός. Η Γκαέλ κι ο Ζανφιλίπ τον χαιρέτησαν ζωηρά με το χέρι από μακριά. Είχαν πέντε μέρες να τον δουν. Εκείνος δεν απάντησε, φαινόταν έτοιμος να γκρεμοτσακιστεί. Το άλογό του, αφού είχε εκτελέσει το καθήκον του φέρνοντάς τον πίσω στην οικία του, σταμάτησε μπροστά από την πύλη και άρχισε να μασουλάει λίγο φρέσκο χορτάρι στην άκρη του δρόμου. «Ωχ, δεν τον βλέπω καλά, θα έχουμε πάλι δράματα στο σπίτι», μουρμούρισε ο Ζαν-φιλίπ. «Πάμε γρήγορα να τον βοηθήσουμε να μπει διακριτικά στο κάστρο. Αν τον δει η μητέρα σ’ αυτό το χάλι, θα αφηνιάσει πάλι!» πρόσθεσε η Γκαέλ, που από μικρή τον κάλυπτε, ώστε να κρατηθούν κάποιες στοιχειώδεις ισορροπίες. φτάνοντας κοντά στον πατέρα τους, τα παιδιά τρόμαξαν. Τα μάτια του κόμη έμοιαζαν με καμίνι της κόλασης. 16


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 17

Το διαμαντένιο σώμα

«Συγχώρα με, μικρή μου Γκαέλ», τραύλισε εκείνος με σκοτωμένη φωνή. Η γλώσσα του κολλούσε από το πιοτό, η ανάσα του βαριά. «Συγχώρα με!» ήταν τα μόνα λόγια που κατάφερε να προφέρει. «Κρατήστε τη συγγνώμη σας για τη μητέρα. Θα τη χρειαστείτε, πιστέψτε με, όταν σας δει σ’ αυτή την κατάσταση», μουρμούρισε ανήσυχη η Γκαέλ τραβώντας το άλογό του από τα γκέμια. «Ζαν-φιλίπ, τρέχα να βρεις τον υπηρέτη του, να μας βοηθήσει να τον ανεβάσουμε στο δωμάτιό του. Μήπως αποφύγουμε το μελόδραμα». «Είμαι ένας αγύρτης! Δεν σου αξίζει τέτοιος άθλιος πατέρας...» «Τι ανοησίες κάνατε πάλι, πατέρα;» «Καταστράφηκα! Αξίζω την κρεμάλα!» ξέσπασε ο κόμης σε κλάματα. «Ηρεμήστε τώρα, μήπως ξεφύγουμε από την προσοχή της μητέρας», είπε η Γκαέλ αγκαλιάζοντάς τον από τη μέση και σηκώνοντάς τον με τη βοήθεια του υπηρέτη, που εν τω μεταξύ είχε τρέξει έξω. Δυστυχώς, ήταν ήδη αργά· ένα παγερό βλέμμα τούς υποδέχτηκε καθώς έφταναν στο πλατύσκαλο. Τα χείλη της κόμισσας είχαν γίνει μια γκρίζα γραμμή, το ξεπλυμένο μπλε βλέμμα της άστραφτε από οργή. Στην όψη της καθρεφτιζόταν η αηδία και η απέχθεια. «Είστε όλο και πιο αξιολύπητος, αγαπητέ μου, και δεν ανέχομαι να αντικρίζω άλλο αυτό το τρισάθλιο θέαμα», δή17


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 18

 ΖΟΕΛ ΛΟΠΙΝΟ 

λωσε με κοφτερή φωνή και, γυρίζοντάς του την πλάτη, απομακρύνθηκε. «Κι όμως, μαντάμ, θα πρέπει να αντέξετε την παρουσία μου έστω για λίγο, πρέπει να σας μιλήσω το δίχως άλλο για ένα σοβαρότατο ζήτημα», πρόφερε με δυσκολία ο κόμης, προσπαθώντας να διατηρήσει όση αξιοπρέπεια του είχε απομείνει. Η κόμισσα έκανε μια παύση και, χωρίς να τον κοιτάξει, ανταπάντησε παγερά: «Δεν μιλώ σ’ ένα μεθύστακα. Να παρουσιαστείτε μπροστά μου μονάχα αφότου θα έχετε ξεμεθύσει». «Επιμένω, μαντάμ, είναι επείγον!» «Πηγαίνετε πρώτα να πλυθείτε και να ντυθείτε αξιοπρεπώς. Δεν βρισκόμαστε σε στάβλο, κύριε», εκστόμισε και έφυγε με βλέμμα γεμάτο υπεροψία. «Ελάτε, πατέρα, να φρεσκαριστείτε. Καλά λέει η μητέρα, πρέπει να πλυθείτε και να φορέσετε καθαρά ρούχα», τον συμβούλεψε η κόρη του. «Γκαστόν, μπορείτε να τον συνεφέρετε;» «Μα φυσικά, δεσποινίς Γκαέλ». Μια ώρα αργότερα επικράτησε μεγάλη αναστάτωση στο μπουντουάρ της κόμισσας. Μια καμαριέρα χτύπησε την πόρτα της έφηβης και την παρακάλεσε να έρθει το συντομότερο. Είχε μάτια γουρλωμένα, θαρρείς και είχε αντικρίσει το διάολο τον ίδιο. Η Γκαέλ έσπευσε στο προσωπικό, ό18


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 19

Το διαμαντένιο σώμα

μορφα διακοσμημένο διαμέρισμα όπου η μητέρα της περνούσε πλέον τον περισσότερο χρόνο της ημέρας της. Την είδε κατάχλομη, μισολιπόθυμη πάνω σε μια μπερζέρα. Μια άλλη υπηρέτρια κρατούσε ένα μπουκαλάκι άλατα κάτω από τη μύτη της για να τη συνεφέρει, ενώ ο κόμης είχε σωριαστεί στη διπλανή πολυθρόνα με τους ώμους γερμένους. Ήταν η πρώτη φορά που η Γκαέλ τον έβλεπε τόσο γερασμένο και σε τόσο άσχημη κατάσταση. Με το βλέμμα του στραμμένο στο πάτωμα, δεν είχε το κουράγιο να κοιτάξει την κόρη του κατάματα. Είχε χάσει ξαφνικά την αγέρωχη θωριά του, πράγμα σπάνιο. Ακόμα και μεθυσμένος, στεκόταν συνήθως όρθιος σαν γερό πλατάνι. «Μητέρα, είστε καλά;» έτρεξε η νεαρή κοντά της. Τα σχεδόν διάφανα μάτια της κόμισσας γέμισαν δάκρυα. «Αχ! Δυστυχισμένο μου παιδί!» αναστέναξε και ξαναλιποθύμησε. «Πατέρα, τι συμβαίνει;» τρόμαξε η Γκαέλ. Επικράτησε για ένα λεπτό βαριά σιωπή. «Πατέρα, τι στο καλό συμβαίνει;» επανέλαβε η κόρη. «Έχασα τα πάντα, κόρη μου», ομολόγησε εκείνος με ραγισμένη φωνή. «Τη γη μας, το κάστρο, τους ανθρώπους μας... Τα πάντα...» «Πώς;» αναφώνησε η κόρη χλομιάζοντας απότομα. «Στα χαρτιά». «Στα χαρτιά! Πώς μπορέσατε να μας το κάνετε αυτό;» 19


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 20

 ΖΟΕΛ ΛΟΠΙΝΟ 

ψέλλισε η Γκαέλ. Τον κοίταξε έξαλλη. «Τι θ’ απογίνουμε τώρα;» «Μου έστησαν παγίδα», τραύλισε εκείνος. «Μην προσπαθείτε να δικαιολογήσετε το αρρωστημένο πάθος σας για τον τζόγο και τα χαρτιά», τον διέκοψε η κόμισσα με κουρασμένη φωνή που ίσα ίσα ακουγόταν. «Δεν προσπαθώ να δικαιολογηθώ, μαντάμ. Αλήθεια είναι, με τον τζόγο χάνει κανείς εύκολα τα λογικά του. Αισθάνθηκα κι εγώ χθες βράδυ δέσμιος αυτού του επικίνδυνου παιχνιδιού. Κάποιοι χρησιμοποίησαν την αδυναμία μου με σκοπό να με σπρώξουν στη φάκα. Εκ των υστέρων κατάλαβα πως ήταν όλα κανονισμένα. Δυο χρόνια αρνιόμουν με λεπτούς χειρισμούς να δώσω το χέρι της κόρης μας στο δούκα της ρενς. Το είχαμε χιλιοσυζητήσει, πρόβαλλα πάντα ως επιχείρημα το νεαρό της ηλικίας της. Μα δεν σηκώνει άρνηση ένας τέτοιος αδίστακτος ευγενής, έχει δύναμη και επιρροή. Βρήκε άλλο τρόπο για να μ’ αναγκάσει να το κάνω». Η Γκαέλ τον κοίταξε με φρίκη. «Δηλαδή με χάσατε στα χαρτιά;» ψέλλισε, νιώθοντας ότι το έδαφος χανόταν κάτω από τα πόδια της. «Δεν σε έπαιξα, αν αυτό εννοείς. Στην αρχή με άφησαν να κερδίσω. Νόμιζα πως είχα ρέντα και ενθουσιάστηκα, το καλό κρασί έρρεε, παρασύρθηκα, τ’ ομολογώ. Ξαφνικά όμως η τύχη μ’ εγκατάλειψε, επέμεινα, νομίζοντας πως ήταν μια στιγμιαία χασούρα, μα άρχισα να χάνω πολλά. Η πα20


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 21

Το διαμαντένιο σώμα

ρέα πόνταρε μεγάλα ποσά, δεν μπορούσα να κάνω πίσω, ήταν θέμα τιμής, και το ποσό όλο μεγάλωνε. Άρχισε να με καταλαμβάνει κάτι σαν πυρετός κι έπειτα ένας κρύος ιδρώτας. Έχασα γρήγορα τον έλεγχο». Η Γκαέλ είχε μείνει εμβρόντητη, λες και της είχαν ρίξει μια γροθιά στο στομάχι. Η αγωνία την έκανε να τρέμει σύγκορμη. Τον κοιτούσε αρνούμενη να πιστέψει πως ο ίδιος ο πατέρας της την είχε χαρίσει σ’ εκείνο τον σιχαμένο γέρο. «Πείτε μου πως δεν είναι αλήθεια», βούρκωσε. «Δυστυχώς, μόνο εσύ, κόρη μου, μπορείς να μας σώσεις τώρα», μουρμούρισε ο κόμης σκύβοντας το κεφάλι. Άκουσε τους λυγμούς της μητέρας της δίπλα της να πυκνώνουν, σαν μια επιβεβαίωση του τραγικού νέου. «Ο δούκας έρχεται αύριο το πρωί για να σε νυμφευτεί. Προσφέρθηκε να σβήσει τα χρέη μου, ώστε να σώσει την τιμή μας, υπό τον όρο να τον πάρεις άντρα σου. Δεν είχα άλλη επιλογή από το να δεχτώ». Η Γκαέλ κάρφωσε ένα απελπισμένο βλέμμα πάνω του. Τα χείλη της τρεμούλιαζαν. «Με πουλήσατε σ’ έναν διαφθαρμένο και σιχαμερό γέρο; Είναι δυνατόν ο πατέρας μου να έκανε τέτοια εγκληματική πράξη; Για άλογό σας με περάσατε;» οργίστηκε. Η μητέρα της έπνιξε τις κραυγές της μέσα στο κατάλευκο, δαντελένιο μαντίλι της. Αντί να παντρευτώ τον αγαπημένο μου και να ευτυχήσω, θα καταντήσω σαν εκείνη, άψυχη, και θα μαραζώσω 21


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 22

 ΖΟΕΛ ΛΟΠΙΝΟ 

πριν καν προλάβω να ζήσω, πανικοβλήθηκε η Γκαέλ. Δεν θέλω να γίνω το ίδιο πικραμένη και δυστυχισμένη! Θέλω να ζήσω με τον Λοΐκ, που τον αγαπώ και με λαχταρά! Ο πατέρας, σαν να διάβασε τον πόλεμο που γινόταν μέσα της, επανέλαβε με πένθιμη φωνή: «Είμαι τρισάθλιος, το ξέρω. Μα δεν υπήρχε άλλη λύση, παρά μόνο να δεχτώ». «υπήρχε μία, να σταματούσατε το κακό όσο ήταν ακόμα καιρός!» φώναξε η Γκαέλ. «Μα τον εαυτούλη σας σκέφτεστε μονάχα, δυστυχώς, μια ζωή!» «Συλλογίσου τον αδελφό σου, τη μητέρα σου... Σώσε το όνομά μας, την τιμή μας, σε εκλιπαρώ!» ψέλλισε εκείνος αδύναμα. «Μα εσείς τα σπιλώσατε, με το πάθος σας! Το όνομά μας, την τιμή μας, την αξιοπρέπειά μας. Εγώ τι φταίω που με θυσιάζετε και με στέλνετε στο θάνατο;» «Σκότωσέ με κι εμένα, αν θες, αυτό αξίζω άλλωστε, αλλά σώσε τον αδελφό σου και τη μητέρα σου. Να μη βρεθούν στο δρόμο». «Κι εγώ να είμαι η υπηρέτρια ενός άρρωστου μυαλού; Ξέρετε πολύ καλά πώς τέλειωσε η προηγούμενη σύζυγός του... Δολοφονημένη! Ακόμα κι εγώ το ξέρω από παιδί. Σούσουρο είχε γίνει στη Βρετάνη». «Δεν αποδείχτηκε ποτέ ότι τη σκότωσε αυτός», προσπάθησε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα ο κόμης. 22


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 23

Το διαμαντένιο σώμα

«Ναι, φυσικά, ποιος θα τα έβαζε με το δούκα, απλά το γνωρίζουν μέχρι και οι πέτρες!» Η Γκαέλ κοίταξε την κόμισσα απεγνωσμένη. «Σας πάει η καρδιά να μ’ αφήσετε στα χέρια ενός δολοφόνου, μητέρα;» έτρεμε η φωνή της. Η κόμισσα πλάνταξε στο κλάμα. «Θα απαιτήσω να σε συνοδέψουν άνθρωποι δικοί μας που θα σ’ έχουν κάτω από την προστασία τους», είπε ο κόμης. «Καλοσύνη σας!» τον ειρωνεύτηκε η Γκαέλ. «Στήστε άγαλμα στη μνήμη μου, παρακαλώ, όταν με φέρουν πίσω νεκρή!» Η δεκαεπτάχρονη πήγε προς το παράθυρο, κοίταξε έξω, είδε το ηλιόλουστο οροπέδιο, κι άντλησε δύναμη η ψυχή της. «Εγώ δεν θα τον πάρω το γεροσαλιάρη! Άλλωστε αγαπώ άλλον», δήλωσε με σταθερή φωνή. «Έχει τη δυνατότητα να μας ξεχρεώσει;» ρώτησε ο πατέρας της γνωρίζοντας ήδη την απάντηση. «Όχι. Όμως αυτόν αγαπώ και αυτόν μόνο θα πάρω». «Άλλο ο έρωτας κι άλλο ο γάμος! Αφού νυμφευτείς, υπάρχουν τρόποι μετά...» είπε ο κόμης. Η Γκαέλ τον κοίταξε με οργή και για πρώτη φορά με απέχθεια. «Με αηδιάζετε!» ρέκαξε και βγήκε από το δωμάτιο τρέχοντας. 23


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 24

 ΖΟΕΛ ΛΟΠΙΝΟ 

«Μετά το γάμο της δύστυχης κόρης μας, δεν θέλω να σας ξαναδώ! Ποτέ ξανά!» δήλωσε η προδομένη σύζυγος με τη σειρά της. «Παρακαλώ, φύγετε από τα διαμερίσματά μου τώρα! Χωρίς άλλη κουβέντα!»

24


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 25

2

Κι αν είμαστε υπεύθυνοι για τις μελλοντικές μας ζωές;

Η

γκαέλ ρίχτηκε με ορμή στο ψηλό κρεβάτι της. Μονάχα όταν βρέθηκε ταμπουρωμένη πίσω από τις παχιές βελούδινες κουρτίνες της κλίνης της επέτρεψε στον εαυτό της να ξεσπάσει. Ένας πίδακας θρήνου ξεχύθηκε τότε απ’ τα στήθη της, μακρόσυρτοι λυγμοί ανάκατοι με κραυγές οργής και απόγνωσης. Δεν σκεφτόταν ακόμα τον εαυτό της, μήτε τον κίνδυνο που διέτρεχε. Η κάθε σκέψη της περιστρεφόταν αποκλειστικά γύρω από τον Λοΐκ. Το πολυαγαπημένο πρόσωπό του εμφανιζόταν βασανιστικά μπροστά στα μάτια της. Δεν την ένοιαζε τίποτε άλλο πέρα από κείνον που λάτρευε όσο το φως της μέρας, που όμως τη διέταζαν να προδώσει για να σώσει την τιμή της οικογένειάς της. Πού θα έβρισκε τη δύναμη να το κάνει αυτό; Πώς θα μπορούσε να παραδώσει την καρδιά της και το κορμί της σε άλλον; Αναθυμόταν τα χίλια δυο όμορφα όνειρα κοινής ζωής 25


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 26

 ΖΟΕΛ ΛΟΠΙΝΟ 

που είχαν κάνει μαζί, ο καθένας προσθέτοντας από μια μικρή λεπτομέρεια, και οδυρόταν. Οι οιμωγές της ακούγονταν σ’ ολόκληρο το κάστρο, συνταράσσοντας ακόμα και τις χαμένες ψυχές των προγόνων της. Κάτω στην κουζίνα, ολόκληρο το προσωπικό δάκρυζε. Είχαν συνηθίσει τη δεσποσύνη τους πάντοτε να γελά, από μωρό παιδί, και πολλοί τής είχαν αδυναμία. Ο θρήνος της τους ράγιζε την καρδιά. Μιλώντας χαμηλόφωνα, ο καθένας εξέφραζε τη γνώμη του και τους φόβους του. Άλλοι πρόβαλλαν την ακλόνητη υποχρέωσή της να κάνει το καθήκον της, άλλοι αντιδρούσαν, καθώς έτρεμαν για τη ζωή της, άλλοι σιχτίριζαν τον κόμη για την απερισκεψία του, όμως δεν υπήρχε κανείς που να μην τη λυπάται. Από το πολύωρο κλάμα, η Γκαέλ έπεσε σ’ ένα απέραντο κενό. Όλα είχαν μουδιάσει πια μέσα της. Πλανήθηκε τότε μια βαριά σιωπή, που για τους ενοίκους του κάστρου ήταν πολύ χειρότερη από τους οδυρμούς της. Το μεσημέρι, η δασκάλα της της έφερε έναν ασημένιο δίσκο με πλούσια εδέσματα, μα η Γκαέλ δεν δέχτηκε να φάει, μήτε καν της άνοιξε την πόρτα. Η γυναίκα έφυγε στη μύτη των ποδιών, σεβόμενη τον πόνο της. Η κόμισσα την είχε παρακαλέσει να τη λογικέψει, ώστε να πάρει τη μόνη απόφαση που της απέμενε, τη σωστή, της αυτοθυσίας. Αλλά δεν της δόθηκε η ευκαιρία να το κάνει. Ομολογουμένως, η φιλότιμη εκπαιδευτικός έτρεμε την αντίδραση της μαθήτριάς της. Η 26


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 27

Το διαμαντένιο σώμα

δεσποινίδα Γκαέλ δεν ήταν παιδί του καθήκοντος. Σαν καλή και αυστηρή δασκάλα, είχε πασχίσει να τη μυήσει στους κανόνες και στα πρέπει της καλής κοινωνίας, όμως, παρά τη σιδερένια της πυγμή, δεν τα κατάφερε ποτέ μαζί της. Η Γκαέλ από μικρή έκανε πάντα του κεφαλιού της, χωρίς να τη νοιάζουν οι τιμωρίες, όσο αυστηρές κι αν ήταν. Είχε βέβαια και τις πλάτες τού επίσης ατίθασου κόμη. Με το πέρασμα των ωρών, η έφηβη άρχισε να συνειδητοποιεί την κατάσταση σε όλη της τη διάσταση και ο νους της βάλθηκε να πλέκει εικόνες βέβαιης καταστροφής. Η απελπισία της τότε μεγάλωσε. Δεν της άξιζε μια μοίρα σαν της μητέρας της, δεν θα την άντεχε άλλωστε. Είχε δώσει χιλιάδες φορές όρκο στον εαυτό της να μη συμβιβαστεί ποτέ όπως εκείνη. Αγαπούσε πάρα πολύ τη ζωή για να της αρκεί μια τόσο θλιβερή και γκρίζα ύπαρξη. Πρώτη φορά πέρασε απ’ το μυαλό της πως αυτή η γυναίκα, που τόσο την είχε περιφρονήσει ως τότε, είχε πλάσει ενδεχομένως κι εκείνη κάποτε όμορφα όνειρα που φώτιζαν την εφηβεία της. Όνειρα που είχαν μαραθεί σαν απότιστα τριαντάφυλλα με τον συμβιβαστικό γάμο της. Ίσως να ’χε κι εκείνη αγαπήσει άλλον κρυφά και να ’χε νεκρώσει δίπλα σ’ έναν άνθρωπο που της είχαν επιβάλει να πάρει κι ας μην της ταίριαζε καθόλου. «Λες να την έχω αδικήσει; Λες να ήταν χαρούμενη και δροσερή κάποτε; Όπως και να ’ναι, αρνούμαι να έχω κι εγώ τέτοια ζωή», μούγκρισε μέσα απ’ τα δόντια της. 27


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 28

 ΖΟΕΛ ΛΟΠΙΝΟ 

Σε πείσμα όλων τών πρέπει με τα οποία της πιπίλιζε για χρόνια το μυαλό η οικοδιδασκάλισσά της –«Μια κυρία πρέπει να έχει κατάλευκα, λεπτά χέρια με άψογα νύχια»–, άρχισε να τρώει με μανία τα νύχια του αριστερού χεριού της. Όταν δεν έμεινε τίποτα πλέον να ροκανίσει, κάθισε για λίγο άπραγη. Πάλι βούλιαξε στο κενό, μέχρι που ένας περίεργος, μακάβριος χορός αναμνήσεων ξεκίνησε μέσα στο μυαλό της. Θυμήθηκε ξάφνου τις τρομακτικές φήμες για τη βαρβαρότητα του δούκα που είχε ακούσει μικρή, όταν κρυβόταν από τη δασκάλα της στη ζεστή κουζίνα. Εκεί οι υπηρέτες την ξεχνούσαν τις περισσότερες φορές και διηγούνταν όσα τους μετέφεραν οι φίλοι τους που εργάζονταν σ’ εκείνο το κάστρο του θανάτου. Τον ονόμαζαν πάντα «ο διεστραμμένος τρελός», το θυμόταν πολύ καλά. Τα διάφορα τερατουργήματα που ανέφεραν κατά καιρούς τής προκαλούσαν φρικτούς εφιάλτες, για μήνες, χωρίς να μπορεί η οικοδιδασκάλισσα να το εξηγήσει. Μαζί με τις φρικαλέες αναμνήσεις, εισέβαλε τότε και ο φόβος στο μυαλό της. Η σκληρή πραγματικότητα, δηλαδή μια ύπαρξη δίχως νόημα, δίχως χαρά, δεν ήταν το χειρότερο που θα αντιμετώπιζε. Ο κίνδυνος που διέτρεχε κοντά σ’ έναν έκφυλο τρελό την τρομοκράτησε κυριολεκτικά. Από την άλλη, τη βασάνιζε το καθήκον· οι επιπτώσεις για τον αδελφό της και τη μητέρα της σε περίπτωση που αρνιόταν να γίνει αυτός ο γάμος. Η ντροπή, η δημόσια κατακραυγή, η εξαθλίωση. Τον λάτρευε τον μικρό της αδελφό, έτσι θα τον άφηνε; Ξεκρέμαστο; 28


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 29

Το διαμαντένιο σώμα

Όποια απόφαση κι αν έπαιρνε, το κόστος θα ήταν δυσβάστακτο και άδικο. Τόσο άδικο! Και εκεί που η λογική και η ηθική την οδηγούσαν απαρέγκλιτα στην επιλογή να σώσει την οικογένειά της –με τα όποια επακόλουθα–, εξοργιζόταν απότομα και επαναστατούσε. Έπιανε τότε πάλι το πρόβλημα από την αρχή, ξανά και ξανά. Δεν μπορεί να μην υπήρχε μια τρίτη επιλογή! Καθήκον και ολικός μαρασμός ή τι άλλο; Θάνατος! Και βέβαια! Ήταν η μόνη λυτρωτική λύση για εκείνη. Μα για τους δικούς της; Αφού βασάνισε το μυαλό της όλο το απόγευμα, κάποια στιγμή βρήκε μια ικανοποιητική λύση για όλους. Τα σκέφτηκε όλα. Ο πατέρας της, ως ευγενής, μπορούσε εύκολα να καταταγεί αξιωματικός στον βασιλικό στρατό – συνεχώς πολέμους είχαν άλλωστε. Θα έπαιρνε έναν αξιοσέβαστο μισθό που θα του επέτρεπε να εξασφαλίσει ένα εισόδημα επιβίωσης για τη γυναίκα του και τον μικρό Ζαν-φιλίπ. Η μητέρα της εν τω μεταξύ θα ζητούσε από τον αδελφό της να τη φιλοξενήσει στο αρχοντικό του. Ήταν καλός άνθρωπος και νοικοκύρης, δεν θα την άφηνε αβοήθητη με το παιδί της. Η κόμισσα μάλιστα θα ανακούφιζε τη σύζυγό του, που ήταν φιλάσθενη, και θα ανέθρεφε μαζί της τα τέσσερα κορίτσια τους. Στο τέλος του συλλογισμού της αισθάνθηκε μεγάλη ανακούφιση. Όλα έμπαιναν σε μια σειρά. Η απόφασή της είχε πλέον παρθεί. Δίχως να χάσει χρόνο, άρχισε αμέσως να γράφει μια επι29


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 30

 ΖΟΕΛ ΛΟΠΙΝΟ 

στολή για τους γονείς της, σε πνεύμα λογικής, και μια γεμάτη τρυφερότητα για τον μικρό της αδελφό, ενώ στο τέλος συνέταξε και μια τρίτη επιστολή, όπου έρεε ο έρωτάς της για τον Λοΐκ. Του εξηγούσε όλα τα συμβάντα και τις συνέπειες των ανώριμων πράξεων του πατέρα της. «Αγαπημένε μου, προτιμώ το θάνατο από το να δοθώ σε άλλον εκτός από σένα. Με την πράξη μου, θα μείνει η αγάπη μας αιώνια, όπως του Τριστάνου και της Ιζόλδης, που γεννήθηκαν κι αυτοί στη γη μας. Μη μου θυμώσεις, δεν υπάρχει για μένα άλλη λύση. Καλύτερα να πεθάνω παρά να πάρω αυτό τον διεστραμμένο, που όλη η Βρετάνη συζητά, και να ζω επιπλέον μακριά σου! Μήτε θέλω να δοθώ σε άλλον εκτός από σένα», ψιθύριζε τα λόγια που έγραφε σαν να ήθελε να τα ακούσει και η ίδια για να πειστεί. «Σ’ αγαπώ πιο πολύ και από τη δική μου ζωή! Όταν πέσω στο κενό, η καρδιά μου θα ξεχειλίζει από την αγάπη μας και θα πάρω μαζί μου τα τρυφερά φιλιά σου. Να με κρατήσεις για πάντα μέσα σε μια γωνιά του μυαλού σου. Θα είμαι για πάντα το λαμπερό σου αστέρι! Σ’ εξορκίζω να παντρευτείς και να φτιάξεις μια όμορφη οικογένεια όπως την ονειρευτήκαμε. Εγώ θα σε καμαρώνω από πάνω. Θα ανήκω παντοτινά σ’ εσένα! – Γκαέλ».

Στις πέντε ήρθε η υπηρέτρια της μητέρας της να τη λούσει και να την κάνει μπάνιο. Οι προετοιμασίες για το γάμο είχαν ήδη ξεκινήσει. 30


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 31

Το διαμαντένιο σώμα

Πού να ξέρατε ότι μ’ ετοιμάζετε για έναν άλλο γάμο! συλλογίστηκε με πίκρα η Γκαέλ. Δυο ιπποκόμοι κουβάλησαν στο δωμάτιό της τη φορητή μπανιέρα από κασσίτερο, μαζί με άφθονα δοχεία για να τη γεμίσουν νερό. Ήταν η ατμόσφαιρα βαριά. Δεν χαμογελούσε κανείς τους. Ακολουθώντας τα έθιμα του γάμου, η νεαρή Μαρί είχε ρίξει ροδοπέταλα μέσα στο αχνιστό νερό. Επέπλεαν σαν μεγάλες σταγόνες αίματος. Προμήνυμα, σκέφτηκε φευγαλέα η έφηβη. Η Γκαέλ την άφησε να τη λούσει με το ροδόνερο που η μητέρα της είχε μόλις φτιάξει, και έφερε η ίδια μάλιστα. Έπειτα αρωμάτισαν ολόκληρο το κορμί της. Έλειπε η χαρά από τα χείλη τους, και καμία τους δεν είχε την καρδιά να τραγουδήσει τα όμορφα κέλτικα τραγούδια που κατά παράδοση συνόδευαν τις γαμήλιες τελετές. Κάποια στιγμή, αυθόρμητα, η Γκαέλ σιγοτραγούδησε ένα πένθιμο άσμα και τα δάκρυα ανέβλυσαν στα μάτια των δυο κοριτσιών όσο και της μητέρας της. Εκ των υστέρων, η Μαρί και η κόμισσα θα το θυμούνταν και δεν θα συγχωρούσαν τον εαυτό τους που δεν αντιλήφθηκαν το μήνυμα. Ύστερα χτένισαν τα μακριά, χάλκινα μαλλιά της και της φόρεσαν φρεσκοπλυμένα λινά ρούχα. Η μητέρα της τη φίλησε στο μέτωπο με τρεμάμενα χείλη. Τα μάτια της κατακόκκινα και πρησμένα. «Εύχομαι η μοίρα να σε προικίσει με γερά και όμορφα 31


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 32

 ΖΟΕΛ ΛΟΠΙΝΟ 

παιδιά όσο εμένα. Εκείνα θα σε κρατάνε στη ζωή», τραύλισε βουρκωμένη. Η Γκαέλ μετάνιωσε ξαφνικά που δεν πήρε ποτέ το χρόνο να τη γνωρίσει καλύτερα. Άρπαξε τελείως αυθόρμητα το απαλό, κατάλευκο δεξί χέρι της και το φίλησε με σεβασμό. Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που την ασπαζόταν. Η δασκάλα τής έφερε σε λίγο ένα δίσκο με τ’ αγαπημένα καλούδια της, ειδικά μαγειρεμένα για εκείνη, μα το κορίτσι τα αρνήθηκε. Ζήτησε την άδεια να παραμείνει στην κλίνη της για να προσευχηθεί. Η μητέρα της την άφησε. Ήξερε πόσο δύσκολες ήταν αυτές οι ώρες για την κόρη της. Η Γκαέλ κειτόταν ακίνητη τώρα στο κρεβάτι της. Ένιωθε πιο ήρεμη μετά το ζεστό, ευωδιαστό μπάνιο. Καθόταν στα μαξιλάρια της με μάτια σφαλιστά, να φυλακίζουν τις πιο όμορφες στιγμές του σύντομου βίου της, ώστε να τις πάρει μαζί της. Όλη της η προσοχή είχε εστιαστεί ξανά στον αγαπητικό της. Ήταν η μοναδική ασπίδα που διέθετε, την προστάτευε από τον βίαιο κατακλυσμό του τρόμου. Δεν άντεχε στη σκέψη ότι ο αποκρουστικός, μαυροφορεμένος Ανκού* την καρτερούσε ήδη κάτω απ’ το παράθυρό της. Πρόσεχε να μην ξεστρατίσουν καθόλου οι σκέψεις της, μη δειλιάσει την τελευταία στιγμή. φανταζόταν τον Λοΐκ να καρτερεί μάταια το γράμμα της το μεσημέρι κάτω απ’ το βράχο τους, να απορεί, ν’ ανησυ* Η προσωποποίηση του θανάτου στη λαογραφία των Βρετόνων. 32


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 33

Το διαμαντένιο σώμα

χεί για εκείνη όπως θ’ ανησυχούσε η ίδια αν έλειπε το δικό του γράμμα, καθώς δεν έχαναν ποτέ αυτό το κρυφό τους ραντεβού. Ίσως να πίστευε πως δεν τον αγαπούσε πια, πως είχε γνωρίσει άλλον, και αυτό τής ράγιζε την καρδιά. Αγκάλιασε τον εαυτό της. Πόσο ήθελε να κουρνιάσει για ύστατη φορά στα χέρια του, ν’ ακουμπήσει το αφτί της στο στήθος του για να νιώσει τις καρδιές τους να χτυπούν στον ίδιο τρελό ρυθμό! Ήξερε όμως πως δεν γινόταν, δεν θα κατάφερνε να συγκρατήσει τη συγκίνησή της και δεν θα έβρισκε τη δύναμη να κάνει αυτό που ήταν γραφτό να γίνει. Κάτω, οι προετοιμασίες για την υποδοχή του δούκα με τις πρέπουσες τιμές εκτυλίσσονταν με φρενήρεις ρυθμούς. Όμως δεν αντηχούσαν γέλια και χαρά. Ήδη το σπίτι πενθεί, χωρίς να το ξέρει, σκέφτηκε.

Τη χαραυγή, πριν ακόμα προλάβει να σηκωθεί κανείς, η Γκαέλ γλίστρησε αθόρυβα έξω απ’ το κάστρο από την πίσω πόρτα. Η μαγείρισσα ξύπνησε έντρομη από μια γωνιά του τραπεζιού όπου την είχε βρει ο ύπνος, καθώς είχε μείνει όλη τη νύχτα να κάνει τις προετοιμασίες της. Είδε μια σκιά να περνά μπροστά στο παράθυρο της κουζίνας, μέσα στο λυκόφως. Ανατρίχιασε. Να ήταν ο Ανκού; Είχε ακούσει έναν κόκορα να λαλεί μέσα στη νύχτα. Κακός οιωνός, κάποιος θα πέθαινε... Έκανε βιαστικά το σταυρό της και άρχισε να προσεύχεται για τη νεαρή αφέντρα της. 33 2o


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 34

 ΖΟΕΛ ΛΟΠΙΝΟ 

Η Γκαέλ είχε φορέσει την πιο όμορφη φορεσιά της, ένα θαλασσί πανωφόρι που ο Λοΐκ αγαπούσε ιδιαίτερα. Πρώτα έτρεξε στο σταυρό τους, όπου άφησε το γράμμα της στη συνηθισμένη θέση. Βρήκε άλλα δύο. Αποφάσισε να μην τα διαβάσει, μην τυχόν και λυγίσει. Τα πέρασε κάτω από την πουκαμίσα της, ν’ ακουμπούν στο στήθος της, κι έπειτα έφυγε βιαστικά· ο ήλιος είχε ανατείλει πλέον. Κατευθύνθηκε προς την αγαπημένη στρογγυλάδα του βουνού, εκεί όπου συναντιόνταν κρυφά με τον Λοΐκ. υπήρχε ένα προστατευμένο μικρό πλάτωμα στο χείλος του γκρεμού. Κάτω, τις μέρες με φουρτούνα ή με παλίρροια, το κύμα έσκαγε μ’ εκκωφαντικούς χτύπους στην ασβεστολιθική πλαγιά. Η αλμύρα του έφτανε μέχρι εκεί ψηλά –εξήντα μέτρα πιο πάνω– και ράντιζε τα χείλη τους και τα μαλλιά τους. Γελούσαν σαν παιδιά με τις ψιχάλες που τους μούσκευαν. Σήμερα η παλίρροια ήταν χαμηλή, δεν θα την υποδέχονταν τα κύματα, θα τσακιζόταν πάνω στα βράχια, το γνώριζε. Ήλπιζε να τελειώσει μονομιάς. Προχωρώντας, έκλαιγε για τα νιάτα της, για την αγάπη της, που δεν θα ολοκληρωνόταν ποτέ. Για τη θάλασσα και τον ουρανό, που δεν θα ξανάβλεπε. Της φάνηκε ξάφνου τόσο σημαντική η παρουσία του ήλιου, τ’ ουρανού και η απεραντοσύνη του ωκεανού! Η καρδιά της σπάραζε, μα προχωρούσε ακλόνητη. Το τοπίο, μουδιασμένο από το πρωινό αγιάζι, δείλιαζε να φωτίσει τα βήματά της. Όταν πλησίασε στο χείλος του γκρεμού, τα γόνατά της κι οι δυνάμεις της την εγκατέλειψαν. Της ήρθε να ξαπλώσει στο 34


LOPINO_DIAMANTENIO sel_DDD final_Layout 1 26/04/2016 4:11 ΜΜ Page 35

Το διαμαντένιο σώμα

μουσκεμένο χορτάρι, να γυρίσει πίσω στο σταυρό. Δεν ήθελε να πεθάνει. Κοίταξε το κάστρο. Σε λίγο θα την έψαχναν, έπρεπε να δείξει θάρρος. Μια Κέλτισσα δεν φοβάται το θάνατο, γιατί γνωρίζει πως η επόμενη ζωή θα είναι καλύτερη. Μια φράση ήρθε στο νου της. Την είχε ακούσει; Την είχε διαβάσει; Δεν θυμόταν. «Προέρχομαι από το φως και στο φως επιστρέφω». Από αυτήν άντλησε μια τεράστια δύναμη. Έκανε μερικά βήματα πίσω για να πάρει φόρα και πήδηξε στο κενό. Κρατούσε ορθάνοιχτα τα μάτια της, να μη χάσει το ύστατο δευτερόλεπτο που της απέμενε. Η κραυγή της έδιωξε τα θαλασσοπούλια απ’ τις φωλιές τους. Ένα λευκό σμήνος φτερούγισε ολόγυρα· άγγελοι που συνόδευαν την παρ’ ολίγο νύφη.

35


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.