Ντάνιελ Σάδα «Μία από τις δύο»

Page 1

SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 5

ΝΤΑΝΙΕΛ ΣΑΔΑ

ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΥΟ c

Μυθιστόρημα ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΙΣΠΑΝΙΚΑ

ΚΛΑΙΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑΔΟΥ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ


SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 09/09/2016 3:13 ΜΜ Page 6

H παρούσα έκδοση πραγματοποιήθηκε με την οικονομική ενίσχυση του Ινστιτούτου Γκαίτε, π ου χρηματοδοτείται από το Γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών Υποθέσεων. ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: Daniel Sada, Una de dos

Copyright The Estate of Daniel Sada Published by arrangement with VicLit Agency © Copyright για την ελληνική γλώσσα Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2016 ©

Έτος 1ης έκδοσης: 2016 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. ΓΡΑφΕΙΑ: Θεμιστοκλέους 104, 106 81 Αθήνα ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ: Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31

e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-6084-4


SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 7

Για την Αδριάνα Χιμένες, τη σύζυγό μου· για τη Φερνάντα, την κόρη μας.


SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 8


SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 9

Γιατί αυτός που αγαπάει δεν ξέρει τι είναι αυτό που αγαπάει ούτε γιατί το αγαπάει ούτε τι σημαίνει ν’ αγαπάει ΑΛΜΠEΡΤΟ ΚΑEϊΡΟ


SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 10


SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 09/09/2016 3:13 ΜΜ Page 11

τι. Οι αδελφές Γκαμάλ ήταν ολόιδιες... Να πεις, ακόμα, όπως συνήθως λένε: «ήταν σαν δυο σταγόνες νερό», ίδια ηλικία, ίδιο ύψος και, από επιλογή, το ίδιο χτένισμα. Επιπλέον, ίσως να ζύγιζαν γύρω στα εξήντα κιλά –ας πάμε στο παρόν–: δηλαδή, από απόσταση: ποια είναι ποια; Η μία είναι η άλλη και η άλλη το αρνείται μερικές φορές, βέβαια πάντα στα κρυφά, γιατί είναι πολύ εκνευριστικό να έχει σωσία, σχεδόν σχεδόν μια κολλιτσίδα, αλλά το φταίξιμο είναι δικό τους που, με το πέρασμα των χρόνων, προσπαθούν να μιμηθούν η μια την άλλη ολοένα και περισσότερο. Τα τικ τους, οι κινήσεις τους, οι μορφασμοί τους, όλα ίδια, σαν να είναι αντικριστοί καθρέφτες. Δεν βαριούνται;... Είναι πιθανόν, αν και, αν βαριούνταν, οι ψυχές τους θα ήταν κενές. Το θέμα είναι: το μόνο σημαντικό στη ζωή τους βασίζεται στην ομοιότητά τους, σ’ εκείνο το διπλό νόημα που μπορεί να είναι και το μόνο. Και, ψάχνοντας έναν άλλο τρόπο για να βρούμε διαφορές, πρέπει να πάμε στις λεπτομέρειες. Η Κονστιτουσιόν Γκαμάλ έχει μια τεράστια ελιά πάνω στη δεξιά ωμοπλάτη

11

Τ

ΩΡΑ, ΠΩΣ ΝΑ ΤΟ ΠΕΙΣ; μΙΑ ΣΕ ΔΥΟ ή ΔΥΟ ΣΕ μΙΑ ή


12

SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 12

ενώ η άλλη όχι: λέγεται Γκλόρια και είναι η πιο σιωπηλή, η πιο παρατηρητική, οπότε... Αυτό το φυσικό χαρακτηριστικό εύκολα κρύβεται: ντύνονται καλύπτοντας εκείνη την περιοχή. Όσο για τα καθημερινά ρούχα: όποια προλάβει πρώτη το πρωί διαλέγει χρώμα και σχέδιο και για τις δυο τους και η άλλη απλά συμφωνεί... Δεν υπάρχουν διαφωνίες ούτε ξαφνικά καπρίτσια. Όσο για τον χαρακτήρα τους: που η μια είναι λιγομίλητη και η άλλη παρλαπίπα, κι αυτό έχει λύση: κανόνας τους είναι ν’ αποφεύγουν τις υπερβολές. Και τα ονόματά τους; Τα ανταλλάσσουν, τι άλλο να κάνουν! Η καθημερινή τους εργασία: είναι μοδίστρες, τόσο τελειομανείς... Μίζερες, αργόστροφες. Αυτό που στην αρχή ήταν μια απλή απασχόληση έγινε μόνιμο επάγγελμα. Πριν από καιρό έστησαν ένα εργαστήριο, εδώ: στο Οκάμπο: επιβιώνουν χωρίς λαχτάρες, σίγουρες πως η καθημερινή εργασία είναι μαγεία, πως η καλή τύχη θα έρθει μετά από μεγάλη προσπάθεια, πως η καλή τύχη είναι ένα αστέρι που κανένα μάτι δεν βλέπει: σίγουρα συμπεράσματα, καλοζυγιασμένα και από τις δυο τους, δηλαδή, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ευημερία αν οι επιθυμίες τους δεν περιορίζονταν σε κάποιο κοντινό ταξίδι, το να αρκείται κανείς σε λίγα είναι ήδη κέρδος και, άντε στην υγειά μας! γιατί συχνά γιορτάζουν την αξιοθαύμαστη ζωή τους, ακούνε δίσκους και χορεύουν τα βράδια. Μεθούν: δυο, τρία ποτήρια, αν η επομένη είναι Σάββατο ή Κυριακή. Ράβουν οι ίδιες τα ρούχα τους, με κατανόηση, λογικά, αποφεύγοντας εκκεντρικότητες που πολλές φορές δεν ταιριάζουν στα γούστα τους –τα υφάσματα που αγοράζουν


είναι ευκαιρίες– και οι ραπτομηχανές Singer με πετάλι είναι ένα κινητό σύμβολο της εφευρετικότητάς τους. Η πιθανότητα αυτές οι μηχανές ν’ αποκτήσουν αφή, όραση και νοημοσύνη μοιάζει φανταστικό, ακόμα και ακατόρθωτο. Και η δύναμη των ποδιών τους έχει σημασία, μια δύναμη που με τα χρόνια μοιάζει να ελαττώνεται, γιατί οι δίδυμες: δεν νιώθουν γερασμένες, αλλά τα πρόσωπά τους –αν δεν βάλουν κρέμα νύχτα και μέρα– από κοντά φαίνονται πολυκαιρισμένα... Παρά τα σαράντα χρόνια τους είναι ακόμα ολόιδιες. «Μια απροσεξία και μπορεί εσύ να είσαι η Γκλόρια κι εγώ η Κονστιτουσιόν». «Μπα! Αυτό μπορεί να συμφέρει και τις δυο μας», λέει η άλλη σαρδόνια, μια που δεν πιστεύει αυτά που λέει. «Αυτό σημαίνει πως τα γεράματα τελικά θα καταφέρουν να μας ξεχωρίσουν. Τότε θα πρέπει να μάθουμε εξεζητημένους τρόπους μακιγιάζ και δίαιτες, αλλιώς θα είναι δύσκολο να μοιάζουμε». «Αλλά δεν είμαστε γριές, τα σαράντα δεν είναι τίποτα όταν υπάρχει πίστη». «Αν ο Θεός μάς έπλασε ολόιδιες δεν νομίζω πως μεγάλες πια θα μας τη φέρει», υποστηρίζει με βεβαιότητα αυτή που υποτίθεται ότι είναι λιγομίλητη. «Έχεις δίκιο, από απόσταση ο κόσμος ακόμα μας μπερδεύει, αλλά κι από κοντά... Όμως όχι τόσο πολύ, θα έλεγα». «Ακριβώς, θα είμαστε ολόιδιες για πάντα, θα δεις. Δεν πρέπει από τώρα να παραιτηθούμε», κι αφού ειπώθηκε αυτό: η Γκλόρια με χαριτωμένη πονηριά σηκώνει ένα δάχτυλο όσο πιο ψηλά μπορεί, η Κονστιτουσιόν την μιμείται κεφάτη. Παλαβούτσικες και οι δυο θα ήθελαν να χοροπηδή-

13

SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 13


14

SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 14

σουν σαν πιτσιρίκες. Ωστόσο, όρθιες η μια μπροστά στην άλλη ντρέπονται που είχαν μιλήσει έτσι, τότε χαμηλοβλεπούσες επιστρέφουν στις μηχανές τους. Αυτού του είδους οι κουβέντες μεταξύ τους δεν έχουν σημασία γιατί υπάρχει προϊστορία, γιατί η ταυτότητά τους περνώντας από μια δύσκολη εποχή, στιγμή τη στιγμή, ώρα την ώρα, σφυρηλατήθηκε μέχρι να γίνει ένα μονοσήμαντο και κοινό πνεύμα. Θα μπορούσε να πει κανείς πως οι αδελφές Γκαμάλ είναι άγιες: μια ενιαία αγνότητα. Συνεπώς, οι πνευματώδεις διαξιφισμοί τους χρησιμεύουν πάντα μόνο για να τις ενθαρρύνουν και για να συμφωνούν σε ό,τι έπρεπε να κάνουν. Γι’ αυτό, η δηκτική παρατήρηση που έγινε πριν από λίγο ήταν μια αξιόπιστη απόδειξη της γεροντικής πικρίας τους, παρόλο που αυτές την αρνούνταν... Κι εδώ να κάνουμε μια στροφή στο παρελθόν, ένα παρελθόν ήρεμο μέχρι που έγινε αυτό: όταν ήταν μικρές ακόμα, και βέβαια μοναχοκόρες, περίπου δεκατριών χρονών, οι γονείς τους που ταξίδευαν συχνά σκοτώθηκαν σ’ ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Εκείνη τη φορά οι αδελφές Γκαμάλ είχε μείνει μόνες, με την άδεια του πατέρα, να κυβερνούν το σπίτι τους στη Λαμαδρίδ –δεν ήταν η πρώτη φορά– χωρίς υπηρετικό προσωπικό ούτε γείτονες ούτε φίλους να τις προσέχουν· διακρίνονται συνεπώς τα κοινωνικά προβλήματα της οικογένειας· έτσι, στην απομόνωσή τους, η Γκλόρια και η Κονστιτουσιόν αντιμετώπισαν εκείνη την κλεισούρα μοιράζοντας εύθυμα μεταξύ τους τις δουλειές του σπιτιού. Πράγματι, ενώ μπορούσαν, δεν έβγαιναν έξω να τις δει ο ήλιος: δεν το χρειάζονταν, για φαντάσου! Τι καπρίτσιο! Επιπλέον, οι γονείς τους δεν τους είχαν αφήσει δε-


κάρα, αν και είχαν αρκετές προμήθειες για κάνα δυο εβδομάδες. Η αλήθεια είναι πως οι δίδυμες ποτέ δεν αναρωτήθηκαν για ποιο λόγο οι γονείς τους ούτε γι’ αστείο δεν τις έπαιρναν μαζί τους στις μακρινές εκδρομές τους, αυτή η επιβεβλημένη απομόνωση ήταν και για τις δυο τους ένα είδος δεσμού που επέβαλλε ο Κύριος ή το μέλλον ή, αν θέλετε, ο διάβολος. Οπότε, εκείνες οι μέρες ήταν σπουδαίες, ήταν μέρες μαθητείας: μια αδελφότητα που μεγαλώνει και δίνει καρπούς: γιατί εφεύρισκαν παιχνίδια μέχρι να βαρεθούν, γιατί εφεύρισκαν φαγητά, γιατί μιλούσαν και για όσα θα έκαναν όταν θα μεγάλωναν. Εκείνη τη φορά, τουλάχιστον στην αρχή, η παρατεταμένη απουσία των γονιών τους τις χαροποίησε πολύ, αλλά... Με άλλα λόγια: μια εβδομάδα: πάει κι έρχεται· δύο εβδομάδες: και τι πειράζει! Αλλά την τρίτη πια: τι συνέβη;, εμφανίζεται ανεπαίσθητα η ανησυχία. Την τέταρτη εβδομάδα οι δίδυμες ένιωσαν την έλλειψη τροφής και ακόμα περισσότερο την απόλυτη απουσία ειδήσεων. Εντάξει, η τιμωρία των γονιών που εγκατέλειψαν τις κόρες τους ήρθε απότομα: έγιναν κομμάτια! Η Σολεδάδ Γουαδαράμα, η θεία από το Ναδαδόρες, ήταν αυτή που τις βρήκε πεινασμένες-ετοιμοθάνατες, ένα κουβάρι στο κρεβάτι: κουκουλωμένες. Χωρίς δεύτερη σκέψη πήγε στο πιο κοντινό μαγαζί για να φέρει μερικά κιλά κρέας και κάποια θεραπευτικά βότανα για να τις ζωντανέψει. Και το θαύμα έγινε... Ύστερα, χωρίς πολλές λεπτότητες, τους είπε την αλήθεια: «Οι γονείς σας σκοτώθηκαν στο ταξίδι. Φαίνεται πως το δυστύχημα ήταν φρικτό, γιατί σύμφωνα με την αναφορά

15

SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 15


16

SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 16

τα σώματά τους αποκεφαλίστηκαν, αλλά ακόμα κι έτσι τους αναγνώρισαν· εγώ θέλω να σας πω κάτι πιο παρήγορο. Οι νεκροί γονείς σας κηδεύτηκαν χριστιανικά στο νεκροταφείο του Μούσκις». «Και, αν μπορώ να ρωτήσω: γιατί τους έθαψαν εκεί πέρα;» ρώτησε η φλύαρη. «Μμ, μάλλον γιατί εκεί πέρα βρίσκονταν. Αυτό διέταξαν οι αρχές του τόπου. Τους έθαψαν όλους μαζί σ’ έναν κοινό τάφο, σε κάθε σώμα έβαλαν τον αντίστοιχο σταυρό με το όνομά του με μεγάλα λευκά γράμματα, έτσι ώστε αν ένας συγγενής πάει ν’ αναζητήσει ένα πτώμα, θα βάλουν κάποιους άντρες με φτυάρια και αξίνες να αναλάβουν να το ξεθάψουν· αυτοί οι ίδιοι θα το αναγνωρίσουν ανάμεσα σ’ εκείνο τον σωρό και τότε εντελώς ελεύθερα θα μπορούν να το πάρουν και να το πάνε όπου ήθελαν». «Και τους έθαψαν χωρίς κάσα;» ρώτησε η σιωπηλή. «Έτσι νομίζω...» Γιατί να κάνουν άλλες ερωτήσεις; Έπεσε μια τρομερή σιωπή. Επόμενο ήταν να διέκριναν όλες τη θλιβερή ιδέα μιας αξίωσης, αλλά ούτε οι δίδυμες, πολύ λιγότερο η θεία, άγγιξαν το θέμα... Θα ήταν τόσο οδυνηρό... Και μόνο η ιδέα να δουν εκείνα τα αγαπημένα πρόσωπα σε ακαμψία και σε αποσύνθεση και να πρέπει να τα μεταφέρουν κατευθείαν στη Λαμαδρίδ τους έκλεισε το στόμα. Απόμεινε στις σκέψεις τους η υποχρέωση. Αν κι αυτή η ηθελημένη παράλειψη εκείνη τη φορά δημιούργησε μια στάλα ενοχή που με τον καιρό μεγάλωσε πολύ μέχρι που έγινε συνειδητή. Ωστόσο, ας σταθούμε στη στιγμή:


«Θέλω να σας πω ότι έχω αποφασίσει τι θα γίνει, εσείς οι δυο θα έρθετε μαζί μου στο Ναδαδόρες. Θα ζήσετε στο σπίτι μου μέχρι να παντρευτείτε. Θα πρέπει να κάνετε κάποια δουλειά και να βρείτε γαμπρό γρήγορα ή, αν θέλετε να μείνετε στο ράφι, θα πρέπει να αποταμιεύσετε αρκετά λεφτά, ώστε με τον καιρό να είστε ανεξάρτητες. Εγώ δεν θα σας ζητήσω ούτε ένα δεκαράκι από τα κέρδη σας, εσείς θ’ αποφασίσετε, γι’ αυτό θα σας πάρω μαζί μου, είναι ένας τρόπος να ανταποδώσω τα πολλά που έκαναν οι γονείς σας για μένα. Όσο για το σπίτι: από σήμερα θα το δώσουμε για πούλημα, γι’ αυτό: μαζέψτε τα υπάρχοντά σας για να το κλειδώσουμε! Σας υπόσχομαι πως θα σας δώσω τα λεφτά που θα πάρω απ’ αυτό, αν και θα κρατήσω ένα ελάχιστο ποσοστό για τα έξοδα της πώλησης. Ελάτε, λοιπόν!» Σαν δυο χοντροκώλες ασχημόπαπιες οι αδελφές Γκαμάλ άκουσαν τους υπολογισμούς της θείας· αυτές: τσιμουδιά, ζωντανά αγάλματα κεραυνόπληκτα. Σύμφωνες και απόμακρες, γιατί: τι μπορούσαν να κάνουν; Κατάλαβαν ότι παρά την τραγωδία την είδηση την είχε φέρει η πιο αγαπημένη και πιο γενναιόδωρη θεία, η μόνη που πίστευε πως ήταν εξαιρετικές, αυτή που περισσότερο τις επισκεπτόταν από τότε που γεννήθηκαν. Τις λάτρευε: έφτιαξε την πινακίδα «ΠΩΛΕΙΤΑΙ» με υπερβολική φροντίδα και την κρέμασε στην πόρτα και... Ας πάμε γρήγορα στο Ναδαδόρες, εκεί, μια νέα πολυάσχολη ζωή, αλλά χωρίς πολλές προσδοκίες· εκείνο το συγγενικό πρόσωπο ήταν μητέρα έντεκα παιδιών: τα περισσότερα: βρομόπαιδα· ο σύζυγος: ένας καπνιστής κοιλαράς μπακάλης που τριγυρνούσε χωρίς πουκάμισο, με απροσδιόριστο ύφος, που έπεφτε σε κάτι πολύωρους μεσημεριάτικους

2 – Μία από τις δύο

17

SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 17


18

SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 18

ύπνους. Οι δίδυμες αναγκάστηκαν να περιοριστούν σε μικρότερο χώρο. Κοιμόντουσαν σ’ ένα δωματιάκι μαζί μ’ εφτά παιδιά που τις νύχτες τους τραβούσαν τα μαλλιά και τους σήκωναν τα φουστάνια. Ανυπόφορη κατάσταση. Αλλά, επειδή τους έκαναν χάρη, τα κορίτσια δεν τολμούσαν να παραπονεθούν. Και καθώς ήταν ακόμα έφηβες, η εικόνα εκείνης της περιόδου μπορεί να περιγραφεί αρκετά απλά: είναι όπως όταν κάποια θέλει να φτάσει κάτι που βρίσκεται ψηλά και δεν μπορεί κι εκνευρίζεται, γιατί δεν σκέφτεται να βγάλει το μαντίλι που καλύπτει τα μάτια της και δεν την αφήνει να δει, άλλωστε: για ποιο λόγο; Ωστόσο, πλησιάζει, ήδη σκαρφαλώνει, υπάρχει ομορφιά, έχει επιθυμίες. Σε αυτήν την περίπτωση όμως όχι· η Γκλόρια και η Κονστιτουσιόν μεγάλωσαν ανάποδα: χαριτωμένα κοριτσάκια, αν και όχι τόσο, και άσχημες νέες. Από κείνα τα δύσκολα χρόνια της παραμονής τους στο Ναδαδόρες απόμεινε μόνο ένα απαίσιο στίγμα. Μόνο αγώνας στα τυφλά. Οράματα καταδικασμένα να μην περνούν τα όρια για να μην προκαλέσουν ακόμα και τους πιο κοινότοπους φόβους. Η μακρά διαμονή τους σ’ εκείνη την πόλη μπορούσε να συνοψιστεί σε δυο λέξεις: «Βρήκαν δουλειά». Έμαθαν την τέχνη της ραπτικής σε μια μικρή βιοτεχνία ενδυμάτων: ναι: υπήρχε τέχνη και υπήρχε ικανότητα, αν και χωρίς πρωτοτυπία, μόνο με έτοιμα πατρόν, μόνο υπακούοντας στα ξένα γούστα, χωρίς προσωπικό αισθητήριο και ως ανταμοιβή ενός κοντού μυαλού έναν καλό μισθό. Αχ, αν τουλάχιστον είχαν κάποιες επιπόλαιες ιδέες, αλλά ούτε καν αυτό. Πόσο νέες ήταν, αλλά και πόσο γριές!


Μες στo καθημερινό πάρε δώσε και τη μάταιη αποξένωση, μέσα σε μια αληθοφανή ισορροπία· να υπομένουν γιατί έτσι, να παραπονιούνται σιωπηλά, μαυρίζοντας την ψυχή τους. Όμως: έπρεπε να συμβεί: μια πόρτα άνοιξε. Μετά από μερικά χρόνια, ενήλικες σύμφωνα με τον νόμο, αποφάσισαν να ξεφύγουν από τον σκοτεινό λαβύρινθο· ήξεραν από καιρό ότι το σπίτι στη Λαμαδρίδ είχε πουληθεί, αλλά από τσιγκουνιά και ίσως από διάθεση εξαπάτησης η Σολεδάδ Γκουαδαράμα κρατούσε το ποσοστό τους. Ένα βροχερό βράδυ –στο τραπέζι, όταν έτρωγαν ομελέτα με κρεμμύδια και σκόρδο– ανάμεσα σε κουτσομπολιά και μισόλογα τους είπε την είδηση της συναλλαγής: «Το σπίτι σας ανήκει πια σε άλλον: έκανα μια πετυχημένη πώληση, αλλά επιθυμώ να μάθετε το σχέδιό μου, δηλαδή: θα σας δώσω τα λεφτά σας όταν πατήσετε τα είκοσι ένα. Μέχρι τότε να σκέφτεστε ότι δεν έχετε τίποτα. Είναι ηθική υποχρέωσή μου να μη σας τα δώσω τώρα». Και συνέχισε τις δικαιολογίες: γεμάτες πειστικούς λόγους ενώ η καθεμιά από την πλευρά της, κάτω από το τραπέζι, μετρούσε στα δάχτυλα τα χρόνια και τους μήνες που θα έπρεπε να περάσουν για να αποκτήσουν το μερίδιό τους. Μόνο η Κονστιτουσιόν είχε το θάρρος να ζητήσει μια διευκρίνιση: «Σίγουρα θα μας τα δώσετε, έτσι δεν είναι;» «Ναι. Με περνάτε για ψεύτρα; Πηγαίνω κάθε μέρα στη λειτουργία, προσεύχομαι πολύ». «Πόσα είναι;» ρώτησε η Γκλόρια. Ο σύζυγος και θείος μόνο κατ’ ονομασία, αυτός: ένας αδιάφορος αγκαθωτός κάκτος, χωρίς γνώμη και χωρίς αντιρ-

19

SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 19


20

SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 20

ρήσεις, ίσιωσε το μουστάκι του: ήταν η στιγμή να εξαφανιστεί. Τα παιδιά για ύπνο. Οι τρεις γυναίκες μόνες τους σοβάρεψαν. Η σκηνή αποφασιστική: ο γυμνός γλόμπος από πάνω εφιαλτικός και το περιβάλλον τριγύρω θολό. Η Σολεδάδ έβγαλε μολύβι και χαρτί με συγκρατημένη ικανοποίηση· μπορούσε να αλλάξει τους αριθμούς αν ήθελε, αλλά μερικά χαρτονομίσματα κέρδος θα ήταν δηλητήριο στην καρδιά της. Οπότε, στην πράξη, η μαγεία των αριθμών έσφυζε. Διαιρέσεις και αφαιρέσεις, η μέθοδος των τριών και: το άθροισμα-φάντασμα έλαμψε όταν αναφέρθηκε, μεταμορφώθηκε σε επιθυμητό αντικείμενο επειδή ήταν αναπάντεχο. Σαν ένα δέντρο με δυνατότητες. Όνειρα για το μέλλον σε μακριές ξάγρυπνες νύχτες, τόσο που στη δουλειά μερικές φορές κουτουλούσαν· μειώθηκε η παραγωγή τους και για τον ίδιο λόγο, κάνοντας χίλιες προσπάθειες –εκείνο το παράλογο πάθος να έχουν μια λίγο ή πολύ χαμογελαστή ζωή μέσα σ’ εκείνη την τεράστια οικογένεια, ενώ: δούλευαν με βάναυσα ωράρια– ξαναβρήκαν την αποφασιστικότητά τους, συνειδητοποιώντας ότι η φαντασία τις είχε αποκόψει απ’ αυτόν τον κόσμο. Εκείνα τα ατέλειωτα δυο χρόνια που έλειπαν για να φτάσουν στα είκοσι ένα ήταν, όπως λένε, μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Ένα διάστημα που δεν είχαν λόγους να το θυμούνται. Έπρεπε να το βάλουν στα πόδια, να φύγουν με αξιοπρέπεια. Έφτασε τελικά η ώρα για την παράδοση των χρημάτων και τις αποφάσεις. «Θέλουμε να φύγουμε». «Αλλά...» «Θέλουμε να μείνουμε μόνες μας. Δώσ’ μας τα λεφτά


μας, αυτά που μας αναλογούν... Και σας ευχαριστούμε για όλα». «Και πού θα πάτε, αν μπορώ να μάθω;» «Όχι πολύ μακριά από δω, αλλά σε άλλη πόλη», είπε η Γκλόρια αμέσως. «Επιτέλους, πείτε μου μόνο το όνομα». «Όχι, δεν θα σας το πούμε», φώναξε η Κονστιτουσιόν. «Δεν ακούσατε πως δεν είναι πολύ μακριά από δω; Στην έρημο, ναι, στη ζέστη». Σακραμέντο, Καστάνιος, Κουάτρο Σιένεγας, λίγο πιο πέρα: Αουστράλια και Φινιστέρε και λοιπά: ποιο είναι; Η θεία, αφού ανακάτεψε ονόματα και δεν την πέτυχε, είπε τελικά παρηγορημένη: «Καταλαβαίνω τους λόγους σας, αν και ποτέ να μην ξεχάσετε ότι είμαστε συγγενείς. Είμαι στη διάθεσή σας, με προβλήματα και χωρίς, να έρχεστε να μας επισκέπτεστε όταν θέλετε και προτού αποχαιρετιστούμε θέλω να σας δώσω μια τελευταία συμβουλή: Να παντρευτείτε γρήγορα και να κάνετε πολλά παιδιά! Τα παιδιά είναι το βραβείο της ζωής για οποιαδήποτε γυναίκα. Και χωρίς άλλα λόγια θέλω να σας ζητήσω μια μικρή χάρη: να μου στείλετε τη διεύθυνσή σας για να σας γράφω!» Η Σολεδάδ, ύστερα, πήγε κατευθείαν στο στρώμα κάτω από το οποίο φύλαγε το θαυμαστό ποσό τυλιγμένο σ’ ένα πλαστικό. Παρέδωσε το δέμα προσπαθώντας να είναι πολύ ψύχραιμη, αλλά όμως έκλαψε με ταπεινοφροσύνη φέρνοντας τα χέρια της στα μάτια της. Αυτές, αδιάφορες, άρχισαν να μετρούν ένα ένα τα χαρτονομίσματα. Βεβαιώθηκαν: και τελικά: το ποσό σοβαρό, μεγάλο, ό,τι χρειαζόταν

21

SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 21


22

SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 22

για ν’ αρχίσουν, αν επιπλέον πρόσθεταν τις οικονομίες τους που μάζευαν με το σταγονόμετρο. «Να παντρευτείτε», επανέλαβε. Πώς θα παντρεύονταν αφού περνούσαν όλο τον καιρό τους μαζί! Ποια θα διάλεγε; Να τρέφει δύο –θα ήταν αστείο–, θεσπέσια σώματα, αλλά όχι τόσο πρόσωπα: καλύτερα η σιωπή: αυτό θα έλεγε ίσως ένας πιθανός υποψήφιος... ήταν καλές γυναίκες, είναι, με ιδιαίτερο ταλέντο και καλή μόρφωση, αλλά αυτοί που θα τις έβλεπαν δεν θα μπορούσαν να το μαντέψουν μόνο από την όψη τους. Εδώ έρχεται στη σκηνή ο πόθος: θα μπορούσε αργότερα κάποιος να τις κατακτήσει: την καθεμιά χώρια από την άλλη: ενδιαφέρον, γιατί: «περί ορέξεως...»: πράγματι. Το πράγμα γίνεται πολύπλοκο αν δεχτούμε πως ίσως από μια σπάνια κατάρα –μια και ήταν σημαδεμένες προτού να γεννηθούν από το δάχτυλο του Θεού ή του διαβόλου–: οι αχάριστες με το πέρασμα των χρόνων έμοιαζαν ολοένα και περισσότερο: μια αναπόφευκτη συζυγία, στην αρχή αληθινή, ευτυχισμένη; Χμ... Αυτό που ακολουθεί είναι η διαδικασία: να ετοιμάσουν τις βαλίτσες, μόνο τα απαραίτητα. Δύο η καθεμία, χωρίς μεγάλο βάρος. Κανένα απόκτημα δεν αξίζει αρκετά όταν υπάρχουν τόσα λεφτά για ξόδεμα. Τώρα η αναχώρηση. Χέρια που κουνιούνται σε αποχαιρετισμό έξω από το σπίτι σαν μια πυκνή διακόσμηση τόσο ανάγλυφη που τρυπάει τη σελίδα: θεία, σύζυγος καπνιστής χωρίς πουκάμισο και γύρω τους τα κουτσούβελα χωρίς φωνές: με συγκρατημένη αταξία: που θα ’θελαν να τρέξουν πίσω από τις δίδυμες και να σηκώσουν τις φούστες τους


SADA _MIA APO DYO sel_Final_Layout 1 07/09/2016 5:19 ΜΜ Page 23

Η κίνηση του πεντάλ –του τωρινού– στον ρυθμό του τραγουδιού: των ραπτομηχανών που είναι σχεδόν ανθρώπινες, εδώ, στο Οκάμπο, πάντα υπάρχει κάτι να κάνουν: η πελατεία έχει μεγαλώσει και θα μεγαλώσει κι άλλο αν συνεχίσουν με τον ίδιο ρυθμό... Ωστόσο, σήμερα η Κονστιτουσιόν και η Γκλόρια σκέπτονται ήρεμες εκείνες τις πρώτες μέρες, πόσο δύσκολο ήταν το ξεκίνημά τους! Εδώ: είναι εγκατεστημένες γύρω στα δέκα χρόνια αφού τριγύρισαν σε διάφορα μέ-

23

για τελευταία φορά για να μην ξεχάσουν τις αθώες φάρσες τους. Υπάρχει όμως έλεγχος κι εκνευρισμός, αν θέλετε: εφήμερες θλίψεις: ναι: που μοιάζουν να ολοκληρώνουν η μια την άλλη: είναι: κόμπος στον λαιμό που εύκολα ξεμπλέκει και βλέμματα καρφωμένα που κοιτάζουν κατά κει: όπου αυτές γυρίζουν από απλή υποχρέωση για να ευχαριστήσουν ευγενικά. Γεια σας... Να πάρει! Ύστερα, κοιτάζοντας μπροστά, ήδη, διακρίνουν μια χαρακτηριστική φιγούρα που δεν έχει πάρει ακόμα σχήμα· όχι πια άλλοι αξιοθρήνητοι αποχαιρετισμοί, γιατί το να λες αντίο πάνω από μια φορά είναι σαν να γρουσουζεύεις τα επόμενα βήματά σου, σύμφωνα με μια ντόπια πρόληψη, και μάλιστα είναι σαν να επιστρέφεις εκεί που βρισκόσουν, γιατί όλοι δρόμοι σβήνουν. Κλείνει μια κουρτίνα κι από πίσω ανοίγει απίθανος χώρος και... Όχι. Οι αδελφές Γκαμάλ άνοιξαν το βήμα τους: ομοιόμορφα ξεμαλλιασμένες από τον αέρα. Για να πούμε την αλήθεια: δεν πήγαιναν πουθενά συγκεκριμένα, τουλάχιστον με το μυαλό τους.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.