MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 5
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
μπΑΡοΚ μυθιστόρημα
ﱣﱢ
ΕΚΔοσΕΙσ ΚΑσΤΑνΙΩΤη
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 6
©
Copyright Αμάντα Μιχαλοπούλου – Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2018
Έτος 1ης έκδοσης: 2018 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε.
ΓΡΑΦΕΙΑ : Θεμιστοκλέους 104, 106 81 Αθήνα ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ : Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα
% 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31 e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com
ISBN 978-960-03-6392-0
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 7
ΚΕΦΑΛΑΙΑ
Προεόρτια . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 50. Tempesta . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 49. Έλεγχος κεφαλαίων . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 48. Κύτταρα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 47. Φόρεμα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 46. Θεός . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 45. Gelassenheit . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 44. Ρουβίκωνας . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 43. Voices . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 42. Πατέρας . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 41. Μπελιοστάφτης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 40. Anima . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 39. Χιόνι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 38. Φτερά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 37. Κόκκαλα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 36. Λώρος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 35. Δίδυμοι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 34. Ήττα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 33. Θέατρο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 32. Πρώην . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
17 21 28 33 40 46 53 62 68 74 81 87 93 99 105 112 122 128 134 140
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 8
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
31. Ζώα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 30. Μπαρόκ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 29. Domestica . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 28. Κοράκι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 27. Libération . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 26. Υδροβιότοπος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 25. Μαχαίρι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 24. Μπάτμαν . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 23. Τείχος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 22. Μονταίνιος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 21. Παρθένης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 20. Σπίτια . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 19. Βότκα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 18. Γρατζουνιές . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 17. Άλογο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 16. Καταπάτηση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 15. Σεισμός . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 14. Ζαν και Ζακ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 13. Ψέματα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 12. Λουλουδάκι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 11. Πάρτι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 10. Αγαπώ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 19. Μάτι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 18. Aujourd’hui . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 17. Κτήμα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 16. Απουσιολόγιο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 15. Αύριο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 14. Άσπρο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
146 156 163 168 174 182 187 195 201 206 213 219 226 233 240 245 251 257 263 269 275 282 288 294 300 306 310 315
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 9
μπΑΡοΚ
3. Kodak . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 2. Χρυσόψαρα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1. Τσιγγάνα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 0. Αϊνστάιν . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ
320 325 332 337
. . . . . . . . . . . . . . . . . . 343
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 10
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 11
στη μητέρα μου – χωρίς εκείνη δεν
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 12
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 17/04/2018 14:07 Page 13
Έχει μέσα της ευφράδεια και απόλυτη βουβαμάρα, έκπληξη και αρχαιότητα, εκλέπτυνση και ωμότητα. Είναι Μπαρόκ. Breath of Life της Κλαρίσε Λισπέκτορ,
στην οποία θα απαντούσα:
Αγαπητή Κλαρίσε, Όπως πάντα, έχεις δίκιο. Ο εαυτός είναι εξίσου περίπλοκος με το σύμπαν. Με βασανίζει μια ηρωίδα ευφραδής και βουβή, που όλο μου ξεφεύγει. Εκείνη πάλι νομίζει πως με επινόησε για να την επινοήσω. Κοιτάζω τον καθρέφτη ή ο αντικατοπτρισμός με κοιτάζει; Μέγα ζήτημα στο Μπαρόκ. Μόνο στο Μεσοπόλεμο εκτίμησαν το Μπαρόκ όσο του άξιζε. Ήταν εποχή διαποτισμένη από τρυφερή απαισιοδοξία και εκζήτηση, όπως η δική μας. Στο σπίτι της ηρωίδας μου, Κλαρίσε, τη δεκαετία του ’80, είχαν χοντροκομμένους καθρέφτες με χρυσό φινίρισμα και καρέκλες με κατσικόμορφα πόδια. Το Μπαρόκ μάς ταιριάζει. Η Βόρεια Ευρώπη αναπτύσσεται και πάλι εις βάρος της Μεσογείου, η Αμερική ανακαλύφθηκε ξανά. Πρόσω ολοταχώς στον 17ο αιώνα με τα ισχυρά κράτη και τον ανίσχυρο εαυτό.
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 14
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
Ήξερες ότι η λέξη «Μπαρόκ» προέρχεται από το verruca που σημαίνει απότομη πλαγιά αλλά και έλλειψη, σφάλμα; Κι από το brocchus, τα δόντια που χρειάζονται τρόχισμα; Αχ, Κλαρίσε, αν έβλεπες τους κυνόδοντές της πριν τους τροχίσει! Μπαρόκ, έλεγε ο Μπόρχες, είναι το στυλ που εξαντλεί τις δυνατότητές του. Και τη ρωτάω: «Υπάρχει ευγενέστερος σκοπός από την εξάντληση της δυνατότητας να είμαστε άνθρωποι με χαρακτήρα και εμπειρίες;» Κι εκείνη, Κλαρίσε, τι απαντά; «Μπαρόκ; Τι θα πει Μπαρόκ; Δεν μπορείς να γράψεις μια απλή ιστορία;» «Μα εσύ σκας γάιδαρο», της λέω. «Άκου πρώτα και μετά μιλάς. Μπαρόκ θα πει να ζεις αποφασιστικά, να ζεις δραματικά, να τεντώνεσαι στα ξέστρωτα σεντόνια. Μπαρόκ θα πει να είσαι ο Δαβίδ του Μπερνίνι τη στιγμή που ρίχνει την πέτρα. Μπαρόκ θα πει να τραγουδάς μόνος σου πάνω στο ηλίθιο basso continuo. Τραγούδα, λοιπόν. Τώρα».
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 15
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 16
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 17
προεόρτια
της αρχίζει πριν από πενήντα χρόνια σ’ ένα προάστιο των Αθηνών. Τι να πω για αυτήν; Έχει μεγάλα μάτια και στενά χείλη. Της αρέσουν τα αρωματικά κεριά, η μαύρη σοκολάτα και οι ταινίες του Αντονιόνι. Όταν θυμώνει ή φοβάται, σχίζει μια χαρτοπετσέτα σε λωρίδες. Όπως οι περισσότεροι, έγραψε ποιήματα στην εφηβεία της και μετά τα έκαψε. Γεννήθηκε πέντε φορές. Στις 10 Οκτωβρίου 1966 σ’ ένα μαιευτήριο. Στις 31 Ιουλίου 1992 σ’ ένα ποταμόπλοιο – γερμένη στην κουπαστή ερωτοτροπούσε μ’ έναν ξεχωριστό άντρα. Στις 9 Οκτωβρίου 2002, όταν έφερε στον κόσμο το παιδί τους. Το 1995 ξαναγεννήθηκε γεννώντας ένα μυθιστόρημα. Στις 29 Μαρτίου 2015 γεννήθηκε για πέμπτη φορά σε μια αίθουσα ανάνηψης, μ’ ένα κομμάτι του αριστερού της στήθους κομμένο. Το ίδιο βράδυ με κάλεσε στο νοσοκομείο. «Είμαι πενήντα χρόνων», μου είπε, «και μια μέρα, ίσως σύντομα, θα πεθάνω». Έβαλα τις φωνές. «Όχι, περίμενε, μη
η
ΙσΤοΡΙΑ
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 18
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
με διακόπτεις», είπε. «Θέλω να γίνω υποκείμενο ενός ελεγχόμενου πειράματος, στο οποίο ό,τι ζούμε είναι ιστορία κι ό,τι ιστορούμε ζωή. Είσαι ο μοναδικός άνθρωπος που μπορεί να διηγηθεί όσα έζησα». Είπε χαρακτηριστικά: «Αν όχι εσύ, τότε ποιος;» Στην επόμενη επίσκεψή μου, είχε αρχίσει να αμφιβάλλει. «Γιατί να μπεις στον κόπο; Είμαι μια χρυσή μετριότητα». «Κάνε μου τη χάρη», απάντησα, «δεν υπάρχουν παραδειγματικοί ήρωες. Θα γράψω την ιστορία σου, αλλά θα τη γράψω ανάποδα. Αντί να μεγαλώνεις, θα μικραίνεις». «Γιατί να μικραίνω; Πας να με απαλλάξεις από την ευθύνη;» «Αντιθέτως. Ποιος έλεγε ότι είμαστε βάρκες ενάντια στο ρεύμα που αδιάκοπα μας γυρίζει στο παρελθόν; Ε, λοιπόν, εγώ θ’ αφήσω τη βάρκα σου να πάει με το ρεύμα». «Και τι σόι πράγμα θα είναι αυτό; Μυθιστόρημα ή βιογραφία;» «Μιλάς έτσι εσύ», την αποπήρα, «που ορκίζεσαι στις μυθοπλαστικές δυνατότητες της πραγματικότητας; Οι συγγραφείς γράφουν ένα βιβλίο επειδή το γράφουν. Τι μου ζητάς, δηλαδή, συμβόλαιο;» «Δεν καταλαβαίνω», είπε, και τα στενά της χείλη στένεψαν κι άλλο. Σηκώθηκα από το κρεβάτι της και απομακρύνθηκα προκειμένου να απορροφήσω το αλλόκοτο θέαμα. Ένα πλάσμα που πάντα μου πρόσφερε αδιαμαρτύρητα το υλικό της ζωής του κειτόταν τώρα χλομό και νωθρό, με μαλλιά πατικωμένα απ’ το μαξιλάρι.
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 19
μπΑΡοΚ
«Δεν χρειάζεται να καταλάβεις. Εσύ κάνε τη δουλειά σου που είναι να ζεις. Εγώ θα κάνω τη δική μου που είναι να γράφω». Φαντάστηκα τη συνείδησή της σαν ένα ποτάμι που κυλάει αναπόταμα. Ωστόσο, δεν προσπαθώ να πείσω κανέναν. Το βιβλίο διαβάζεται και σαν σάντουιτς· ένας με μεγάλο στόμα μπορεί να αλέσει παραγράφους από όλα τα Κεφάλαια μαζί και να πάρει μια γεύση της ζωής της. Άλλος αρχίζει από το τέλος, από το Κεφάλαιο της σύλληψης. Αν το παίξουμε στα ζάρια και φέρουμε εξάρες, πάμε κατευθείαν στο Κεφάλαιο 12. Τα τελευταία χρόνια συζητάμε καθημερινά. Μια μέρα μού δείχνει τα ημερολόγιά της, γράμματα που έγραψε. Μια άλλη μέρα κατεβάζει παλιές φωτογραφίες. Περνάμε από το τρίτο στο πρώτο πρόσωπο. Διεκδικεί με πάθος το «εγώ», το «εμένα», το «είμαι». Μια φορά τής μίλησα σε δεύτερο ενικό. Άλλες φορές απευθύνθηκε εκείνη σε δικούς της ανθρώπους. Προς το τέλος πια, μιλήσαμε ταυτόχρονα σε πρώτο πληθυντικό, το πρόσωπο της πολιτικής ρητορείας αλλά και της αφομοίωσης. Είναι ιδανική ηρωίδα· μπορώ να την επινοώ χωρίς να την επινοώ, επειδή υπάρχει. Αλλά η ύπαρξή της δεν θα σήμαινε και πολλά χωρίς την επινόησή της. Μπορεί να πουν ότι η ηρωίδα μου κι εγώ είμαστε το ίδιο πρόσωπο. Τρέχα γύρευε. Ασχολούμαστε με ασημαντότητες αντί να ζήσουμε τη ζωή μας. Να ζήσουμε σαν αγριογούρουνα, σαν λουλούδια του αγρού και σαν μύγες. Ως τη στιγμή που τα ζώα θα καταπιούν τον εαυτό τους, ο αγρός θα ρουφήξει τη βλάστησή του κι όλοι θα γίνουμε ένα.
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 20
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 21
[ 50 ]
Tempesta
9 Οκτωβρίου 2016, στις πέντε το απόγευμα, μια
σ γυναίκα με βαλιτσάκι, βρεγμένη ως το κόκκαλο, μπήκε σ’ ένα παπουτσάδικο της Πιάτσα ντι Σπάνια κι άρχισε να ΤΙσ
κλαίει. Το παπουτσάδικο ήταν ντυμένο περιμετρικά με καθρέφτες. Η γυναίκα έκλαιγε ανφάς, προφίλ, ως κι η ωμοπλάτη της έκλαιγε. Η πωλήτρια, μια ξανθιά με περίτεχνο κότσο, υπέθεσε ότι έψαχνε καταφύγιο από την καταιγίδα και την έβαλε να καθίσει στον δερμάτινο πάγκο όπου οι κυρίες δοκιμάζουν παπούτσια. Η γυναίκα έτρεμε και τίναζε το κεφάλι της.
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 22
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
«Devo andare alla mia casa», είπε σε σπαστά ιταλικά, κοιτάζοντας ικετευτικά την πωλήτρια. «Βοηθήστε με, σας παρακαλώ». «Πού μένετε;» Η γυναίκα σκούπισε τα μάτια της. «Στην Αθήνα». Η πωλήτρια γονάτισε μπροστά της σαν να επρόκειτο να τη βοηθήσει να δοκιμάσει παπούτσια. «Να σας φέρω ένα ποτήρι νερό;» «Όχι, όχι, δεν προλαβαίνουμε». Σφίγγοντας και ξεσφίγγοντας το λουρί της τσάντας είπε ότι έπρεπε να φτάσει οπωσδήποτε στην Αθήνα για τα γενέθλια της κόρης της, που έκλεινε εκείνη τη μέρα τα δεκατέσσερα. Είχε ανακοινωθεί απεργία των ελεγκτών στο αεροδρόμιο της Αθήνας κι έφυγε κακήν κακώς από ένα συνέδριο, έκανε το γύρο της Ευρώπης για να φτάσει στο σπίτι της – από Συρακούσες Βαρκελώνη και το επόμενο μεσημέρι πτήση στην Αθήνα μέσω Ρώμης. Αλλά συνέβη αυτό. «Ποιο αυτό;» ρώτησε μπερδεμένη η πωλήτρια. Η γυναίκα εξήγησε ότι, για να μην περάσει τόσες ώρες στο αεροδρόμιο, βγήκε για μια βόλτα στη Φοντάνα ντι Τρέβι. Όταν ξέσπασε η βροχή, το μετρό πλημμύρισε. Η πτήση της έφευγε σε δύο ώρες. Η πωλήτρια σήκωσε το κεφάλι. Έξω από την τζαμαρία, στην πιάτσα των ταξί, σχηματιζόταν μια ελικοειδής ουρά. Την κυρίεψε ένα απροσδόκητο και βασανιστικό αίσθημα ευθύνης. Δεν είχε παιδί η ίδια, αλλά είχε μητέρα. «Θα κάνω ό,τι μπορώ», είπε και άρχισε να τηλεφωνεί σε εταιρείες ταξί.
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 23
μπΑΡοΚ
Με το ακουστικό στερεωμένο στο αυτί, έφερε στη γυναίκα ένα ποτήρι νερό και μια χαρτοπετσέτα με μικροσκοπικά καντούτσι πικραμύγδαλου, που πρόσφεραν στο κατάστημα όταν οι πελάτισσες δυσκολεύονταν να αποφασίσουν. Όσο περίμενε στη γραμμή, της έριχνε κλεφτές ματιές. Δεν ήπιε, δε δοκίμασε τα καντούτσι της. Έσκισε μόνο μια λεπτή λωρίδα από τη χαρτοπετσέτα κι άρχισε να την τρίβει με μανία ανάμεσα στον αντίχειρα και το δείκτη. Κάθε φορά που η πωλήτρια κατέβαζε το ακουστικό, η γυναίκα τιναζόταν και δάγκωνε τα χείλη. Η ουρά έξω από το κατάστημα είχε μακρύνει. «Φοβάμαι ότι δεν υπάρχει λύση», είπε η πωλήτρια και κάθισε δίπλα της στον πάγκο. Η γυναίκα έβαλε τα κλάματα και φύσηξε με θόρυβο τη μύτη της στη σκισμένη χαρτοπετσέτα. Κοίταξε την πωλήτρια στα μάτια. «Ξέρετε κάποια εταιρεία με λιμουζίνες; Πληρώνω όσο όσο. Πρέπει να γυρίσω». «Μισό λεπτό», είπε η πωλήτρια. Σχημάτισε έναν αριθμό και ψιθύρισε: «Amore, είναι εδώ μια κυρία σε απόγνωση. Έχει γενέθλια η κόρη της και δε βρίσκει ταξί να πάει στο αεροδρόμιο. Το ξέρω ότι έχεις το ρεπό σου. Μα όχι, εννοώ αυτή τη στιγμή». Η πωλήτρια σκέπασε το ακουστικό με την παλάμη και είπε: «Εκατό ευρώ. Είστε σύμφωνη;» Η γυναίκα έγνεψε ζωηρά. Δεν είναι τρελή, απλώς απελπισμένη, σκέφτηκε η πωλήτρια. «Θα σας πάει ο άντρας μου. Είναι σοφέρ. Θα φτάσετε βολίδα». Η γυναίκα έσφιξε με ευγνωμοσύνη τους λεπτούς καρ
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 24
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
πούς της πωλήτριας. Πρόσεξε για πρώτη φορά τους περιμετρικούς καθρέφτες που αντανακλούσαν τη χειραψία τους απ’ όλες τις δυνατές γωνίες. Εκείνη τη στιγμή μπήκε στο κατάστημα ένα ζευγάρι Ρώσων. Η γυναίκα σηκώθηκε από τον δερμάτινο πάγκο κρατώντας ακόμα στο χέρι τη σκισμένη χαρτοπετσέτα. Η πωλήτρια κατευθύνθηκε προς τη Ρωσίδα για να τη βοηθήσει να διαλέξει παπούτσια. Ο άντρας της πωλήτριας ήρθε με μια λευκή λιμουζίνα. Ήταν μεσήλικος, με γκρίζους κροτάφους και μακριά μύτη. Φόρτωσε το βαλιτσάκι στο πορτμπαγκάζ και της απευθύνθηκε σε άψογα αγγλικά. Η γυναίκα κάθισε βαθιά στο κάθισμα που μύριζε ταριχευμένο μοσχάρι, και αναστέναξε. Είχε επιστρέψει στον κόσμο της αξιοπρέπειας, όπου οι άνθρωποι χειρίζονται τα αισθήματά τους σταυρώνοντας τα χέρια. Φωτισμένα ρωμαϊκά μνημεία περνούσαν έξω από το παράθυρο. Κορινθιακοί κίονες, αφράτες κοιλιές, δάχτυλα, λαιμοί, αλογίσια καπούλια, σπαθιά και μπούκλες. Όταν η λιμουζίνα έπαιρνε μια κλειστή στροφή, τα αγάλματα στρέφονταν και της έλεγαν: «Κι αν δεν φτάσεις στην ώρα σου; Αν δεν προλάβεις πάλι;» Θυμήθηκε αυτό που τόση ώρα προσπαθούσε να ξεχάσει. Τρία χρόνια πριν, βρισκόταν πάλι σ’ ένα ταξί στη Ρώμη, περνούσε μπροστά από τα ίδια αγάλματα. «Μαμά, μόνο εσύ μπορείς να βρεις τη μαύρη δαντέλα», της είχε πει στο τηλέφωνο μέσα σε αναφιλητά. «Θα έρθω», είχε απαντήσει εκείνη. «Ως το βράδυ θα είμαι εκεί. Σ’ τ’ ορκίζομαι στη ζωή μου». Ο άντρας της πωλήτριας οδηγούσε με σιγουριά κάτω
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 25
μπΑΡοΚ
απ’ τη ραγδαία βροχή. Η λιμουζίνα εκτοξευόταν στη νύχτα. Όταν βγήκαν στον αυτοκινητόδρομο, της είπε πως ήταν ηθοποιός. Νεότερος, είχε παίξει το ρόλο του Αίαντα. « Ἐγὼ γὰρ εἶμ᾽ ἐκεῖσ᾽ ὅποι πορευτέον», απήγγειλε με ερασμιακή προφορά. Γρήγορα κατάλαβε ότι η Τέχνη δεν θα τον ανταμείψει με τον τρόπο που εννοούν την ανταμοιβή οι συνηθισμένοι άνθρωποι. «Για να μην μπορώ να το αντέξω, πάει να πει πως είμαι συνηθισμένος». Έπιασε δουλειά σε μια εταιρεία που οδηγούσε νύφες στην εκκλησία. «Τώρα καταλαβαίνω», είπε η γυναίκα. «Ναι, έχουμε διαφορετικά αυτοκίνητα για κάθε περίπτωση». «Οπότε εξασκείτε ακόμα την υποκριτική». Γέλασαν. Η γυναίκα είπε πως κατανοούσε την πικρία του, επειδή ήταν συγγραφέας. «Όχι πικρία», τη διόρθωσε. «Καμία απολύτως πικρία. Τα παράτησα πριν γίνω κυνικός». Κι εκείνη σκεφτόταν να τα παρατήσει. Τα τελευταία χρόνια δίδασκε δημιουργική γραφή, δεν έγραφε. Ο άντρας της πωλήτριας, λες και διάβασε τη σκέψη της, τη ρώτησε τι είδους βιβλία γράφει. Παρασυρμένη από το γεγονός ότι ένας ηθοποιός που δεν παίζει και μια συγγραφέας που δεν γράφει έτρεχαν να προλάβουν ένα αεροπλάνο, του είπε: «Δεν είμαι καλή στις εξηγήσεις. Η πρόοδος, ξέρετε, η ταχύτητα...» Εκείνος την κοίταξε επίμονα από το καθρεφτάκι.
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 26
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
«Αυτό που θέλω να πω... δεν ξέρω τι θέλω να πω. Πάμε μπροστά ή κυλάμε προς τα πίσω;» Του διηγήθηκε αυτό που είχε διαβάσει στο αεροπλάνο. Οι κβαντικοί ανακάλυψαν ότι ακόμα και τα στοιχειώδη σωματίδια κυλούν προς τα πίσω. Ονόμασαν το φαινόμενο Backflow. «Ενδιαφέρον», είπε ο άντρας της πωλήτριας. «Ξέρετε τι σκέφτομαι; Γιατί μπήκα σ’ αυτό το παπουτσάδικο κι όχι σ’ ένα άλλο; Υπάρχει στη ζωή προοικονομία; Ή αυτό που μας συμβαίνει είναι αδέξια μοίρα;» Είδε τη μια διαδρομή του ταξί να διπλώνει σαν ακορντεόν μέσα στην άλλη. Την κόρη της να περιμένει τότε και τώρα. Ο άντρας της πωλήτριας είπε ότι προτιμάει τους ελισαβετιανούς από το αρχαίο δράμα. «Το πρόβλημα του Άμλετ», συνέχισε, «δεν είναι οι θεοί, αλλά ο εαυτός του». «Ναι», συμφώνησε η γυναίκα και παρακολούθησε τη σκέψη της να ξεδιπλώνεται: ο Άμλετ, η κόρη της, η βροχή, οι καθρέφτες του παπουτσάδικου, δυο στίχοι που έγραψε νέα: «Να βάζω στο ποίημα λυγμούς και βροχή / ώσπου να γκρεμιστεί η στέγη των στίχων από την καταιγίδα». Παραλίγο να καταλάβει αυτό που ποτέ δεν καταλάβαινε. Ή το κατάλαβε και ήταν τόσο τρομαχτικό, ώστε το άφησε να φύγει; Πάντως, η στιγμή πέρασε, και η αλήθεια κλείστηκε πάλι στο καβούκι της. Τι να έλεγε σ’ έναν άγνωστο άνθρωπο για όλα αυτά; Να του έλεγε ότι, μόλις έπιασε βροχή, το ’βαλε στα πόδια; Ότι γλίστρησε στο κράσπεδο και πίστεψε πως τα αγάλματα κινούνται καταπάνω της; «Στη Φοντάνα ντι Τρέβι...» είπε.
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 27
μπΑΡοΚ
Ο άντρας της πωλήτριας την κοίταξε ενθαρρυντικά από το καθρεφτάκι. «Τίποτα», αναστέναξε η γυναίκα. «Με τόσα αγάλματα... δεν ξέρεις πού να σταθείς, πού να κοιτάξεις». «Παντού», είπε γελώντας εκείνος. «Η μπαρόκ γλυπτική είναι όπως το μπαρόκ θέατρο. Βασίζεται στο δράμα και στις αντανακλάσεις. Ξέρετε τι πιστεύω; Είμαστε όλοι ιδανικοί ερμηνευτές για τα έργα του Καλντερόν και του Σαίξπηρ. Η μοίρα πηγάζει από το χαρακτήρα, και κάθε σκηνικό συμβάν είναι μέρος της οικονομίας. Έτσι δεν είναι και η ζωή; Σε μια στιγμή μέσα αλλάζουν όλα». Ήξερε πολλά και δεν γινόταν να τα μοιραστεί με τις νύφες στο πίσω κάθισμα. Τον άφησε, λοιπόν, να αγορεύει για την ανάμειξη των ειδών στο μπαρόκ θέατρο, για τα αναβατόρια και τις καταπακτές στη σκηνογραφία του 17ου αιώνα. Κουνούσε ευγενικά το κεφάλι. Όταν έφτασαν στο αεροδρόμιο, η γυναίκα έβγαλε το πορτοφόλι να πληρώσει και ο άντρας της πωλήτριας κατέβασε το βαλιτσάκι της. «Να πείτε στην κόρη σας χρόνια πολλά από τον Νίκολα, που έχει κι αυτός τα γενέθλιά του αύριο. Αλλά βέβαια εγώ γεννήθηκα το 1966». Η γυναίκα τού έσφιξε δυνατά το χέρι. «Μα κι εγώ», είπε. «Στις 10 Οκτωβρίου 1966». Κατρακύλησαν προς την ημερομηνία που γεννήθηκαν. Ίδια μέρα, ίδια χρονιά, σε δυο ευρωπαϊκά μαιευτήρια. «Αδέξια μοίρα; Δεν νομίζω», είπε ο άντρας της πωλήτριας.
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 28
[ 49 ]
Έλεγχος κεφαλαίων
τα βρίσκω». « Είχαν κατεβάσει τη μισή βιβλιοθήκη. Πρώτα τα ευνόητα. Την Τέχνη του πολέμου και τον Φιλάργυρο του Μολιέρου. Έγκλημα και Τιμωρία. Το πανηγύρι της ματαιοδοξίας του Θάκερεϊ. Τον Μεγάλο Γκάτσμπι. Την τιμή και το χρήμα του Θεοτόκη. Τον Πρίγκιπα του Μακιαβέλι. Τον Ζητιάνο του Καρκαβίτσα. Τον Οβολό του Παπαδημητρακόπουλου. Τα Στοιχεία για τη δεκαετία του 6’ 0 του Βαλτινού. «Δεν καταλαβαίνω αν σκεφτόσουν με όρους ευρωπαϊκής Εν
Δ
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 29
μπΑΡοΚ
αριστοκρατίας ή νεοελληνικής τραγωδίας», είπε ο άντρας της ξεφυλλίζοντας τόμους. «Μακάρι να ’ξερα». «Ο Κολυμβητής του Τσίβερ;» «Θα μπορούσε, περιγράφει το αμερικανικό κραχ». «Ούτε εδώ. Το Μαγικό Βουνό;» «Βέβαια. “Sine pecunia”, λέει ο Κάστορπ». «Τίποτα». «Στο άρθρο μιλούσα για την πλατωνική ιδέα της αριστοκρατίας. Να κοιτάξουμε στο Συμπόσιο;» Πέρασαν στο Κοινωνικό συμβόλαιο του Ρουσό, στα βιβλία του Μαρξ, στο Πλέγμα του πλούτου του Φέργκιουσον. «Προσπαθώ να καταλάβω πώς σκέφτεσαι». «Δεν ξέρω πώς σκέφτομαι. Γι’ αυτό την πάτησα έτσι». «Το σπίτι της ευθυμίας της Ίντιθ Ουόρτον;» «Ίσως. Αυτή η κοπέλα δεν ζούσε με το πενιχρό επίδομα της θείας της; Φέρε και τον Φραγκιά». Ο άντρας της έσκυψε να πιάσει το Άνθρωποι και σπίτια. «Δηλαδή, για να καταλάβω, σύμφωνα με ποιο συλλογισμό θα τα έκρυβες εκεί;» «Οι ήρωες ήταν άνεργοι, είχαν κι αυτό το κατοχικό νόμισμα». «Με αυτή την έννοια, θα μπορούσαν να είναι οπουδήποτε. Ακόμα και σε ποιητικές συλλογές». «Ναι, βέβαια, μια φορά είχα βάλει διακόσια ευρώ στο Money του Φίλιπ Λάρκιν. Λέει ότι τα χρήματα έχουν κάποια σχέση με τη ζωή. Μου αρέσει ο τρόπος που θέτει το ζήτημα». Άρχισε να κρύβει χρήματα σε βιβλία τον Ιούνιο του 2015.
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 30
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
Το διάγγελμα του Τσίπρα για τον έλεγχο κεφαλαίων τούς βρήκε στην Αίγινα, στο ξενοδοχείο «Απόλλων». Όταν είπε: «Ο μόνος μας φόβος είναι ο φόβος», εκείνη κατάλαβε ότι τα πράγματα σοβάρεψαν. Ένας πρωθυπουργός κάνει τον αμπελοφιλόσοφο μόνο αν έχει παίξει όλα τα άλλα χαρτιά του πρώτα. Έτρεξαν στο μηχάνημα αυτόματης ανάληψης της Αγίας Μαρίνας. Έβγαλαν χίλια διακόσια ευρώ με τις κάρτες τους. Έκρυψε τα πεντακόσια στο Ένα δικό σου δωμάτιο της Βιρτζίνια Γουλφ. Είχε προσδιορίσει το ποσό της καλλιτεχνικής χειραφέτησης σε πεντακόσιες εγγλέζικες λίρες. Ήταν τα τελευταία μετρητά που κατάφεραν να σηκώσουν πριν αρχίσει η ιστορία με τα πενηντάρικα. Έπραξε σοφά επειδή λίγο μετά αρρώστησε. Είχαν την εγχείρηση και άλλα αναπάντεχα έξοδα. Έπειτα πετούσε στη Νέα Υόρκη για ένα λογοτεχνικό φεστιβάλ. Ευτυχώς εκεί την πλήρωσαν σε ρευστό. Στην επιστροφή, έκρυψε τετρακόσια ευρώ στο Φόβο του Στέφαν Τσβάιχ. Μια εκβιάστρια απειλεί, υποτίθεται, την ωραία Ιρένε πως, αν δεν της δώσει τετρακόσιες κορόνες, θα φανερώσει στον άντρα της ότι έχει εραστή. Τα υπόλοιπα χίλια τόσα τα έκρυψε στα άπαντα της Λουτσία Μπερλίν, που είχε φέρει από την Αμερική. Συγκεκριμένα, στο διήγημα «Emergency Room Notebook, 1977». Εκεί η νοσηλεύτρια βάζει στα χέρια του τυφλού κυρίου Άντερλι τη βέρα της γυναίκας του, που μόλις έχει πεθάνει. Και μαζί πάνω από χίλια δολάρια σε τσαλακωμένα χαρτονομίσματα που είχε κρύψει η νεκρή στο σουτιέν. Η νοσηλεύτρια λέει στον τυφλό ότι είναι χαρτονομίσματα των είκοσι, πενήντα και εκατό δολαριών και πρέπει να βρει κάποιον να του τα ξεχωρίσει.
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 31
μπΑΡοΚ
Πού τα είχε κρύψει; Ήταν η αμοιβή της για το γερμανικό άρθρο γύρω από την κατάρρευση του ευρωπαϊκού ιδεώδους. Τα είχε βάλει στην άκρη για τον υδραυλικό. Έσκαβαν στην κουζίνα μια βδομάδα τώρα, τα πλακάκια ήταν σπασμένα, με τις υδρορρόες να χάσκουν. Ένας ειδικός στις θερμογραφικές λήψεις εντόπισε την υγρασία και γλύτωσαν το εκτεταμένο σκάψιμο. Κάτι παρόμοιο είχε συμβεί στο στήθος της. Οι θερμογραφίες, ο εντοπισμός του σπασμένου σωλήνα, οι εκσκαφές τής θύμισαν το χειρουργείο. «Το κτήριο βρίσκεται εκεί, ακόμα κι όταν δεν το κοιτάμε», μουρμούρισε ο άντρας της. Απομακρύνθηκε και κοίταξε τη βιβλιοθήκη. «Ορίστε;» «Χάιντεγκερ. Αφού είναι, μπορούμε να το βρούμε». «Ναι, αλλά δεν είναι κτήριο. Είναι πέντε κολλαριστά κατοστάρικα, δηλαδή μισό χιλιοστό». «Πάμε μια βόλτα», της είπε. «Πάμε ως την πλατεία να ξελαμπικάρουμε». Στο δρόμο έκανε το διαλογισμό που είχε μάθει στο νοσοκομείο. Σε κάθε βήμα έλεγε «Τίποτα, τίποτα, τίποτα, τίποτα». Όταν διέσχισαν το γεφυράκι για να βγουν στα Βριλήσσια, περπατούσε πιο ανάλαφρα. Το ρέμα την έβγαζε κατευθείαν στην παιδική της ηλικία. Στα Τιγράκια. Στις αμυγδαλιές. Στην κούκλα της που είχε πέσει στη στέρνα του Τηλέμαχου κι έπαθε ηλίαση προσπαθώντας να τη στεγνώσει. Ο άντρας της τη ρώτησε ποια βιβλία διάβαζε τις τελευταίες μέρες. Η αλήθεια είναι ότι διάβαζε σε συνεχές ζιγκ ζαγκ ό,τι της άρεσε, ό,τι νόμιζε πως θα της άρεσε κι ό,τι θεωρούσε
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 32
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
πως έπρεπε να διαβάσουν οι μαθητές της στη δημιουργική γραφή. «Τους είχα βάλει να παρατηρήσουν τι διάλεξε ο μπροστινός τους στο σουπερμάρκετ και να σχεδιάσουν τον ήρωα βασισμένοι στα προϊόντα που αγοράζει. Το ένα έφερε το άλλο, κάποιος είπε ότι δεν μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα από το χαρτί υγείας, εγώ είπα βεβαίως και μπορούμε, εξαρτάται αν είναι διπλό ή τετραπλό, με σχέδια, ανακυκλωμένο ή πορώδες. Η συζήτηση ξέφυγε και κάποιος είπε, “Τελικά, μπορείς ν’ αγοράσεις και να πουλήσεις τα πάντα εκτός από ανθρώπους”. “Βεβαίως και μπορείς”, λέω εγώ. Νόμιζαν ότι μιλάω μεταφορικά, αλλά μιλούσα για τον Δήμαρχο του Κάστερμπριτζ του Τόμας Χάρντι, που είχε πουλήσει τη γυναίκα του μεθυσμένος σ’ ένα... Στον Χάρντι είναι τα λεφτά!» Γύρισαν πιασμένοι χέρι χέρι. «Σ’ το ’χω πει τόσες φορές, αλλά θα σ’ το ξαναπώ. Ο δάσκαλός μας, ο Ντένις, μας είχε βάλει με τον Γιώργο να μελετήσουμε τη σκηνή της αγοραπωλησίας για το Proficiency, εγώ ήμουν έξαλλη που αυτός ο Χέντσαρτ πουλούσε τη γυναίκα του σαν να ήταν κατσίκα κι ο Ντένις έλεγε: “Ανάπτυξε τα επιχειρήματά σου, κυρά μου, αντί να τσιρίζεις”, έτσι με έλεγε, κυρά του, και τότε εγώ...» «... έφυγες σε ένδειξη διαμαρτυρίας». Ήταν απόγευμα Κυριακής. H ευτυχία τούς έσφιγγε το λαιμό σαν μαλακό κασκόλ. Είχαν λύσει το πρόβλημα της υγρασίας. Εκείνη πήγαινε καλά σύμφωνα με τις τελευταίες αιματολογικές εξετάσεις. Και τα χρήματα βρίσκονταν στον Χάρντι.
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 33
[ 48 ]
Κύτταρα
βιβλία σ’ ένα μεγάλο βιβλιοπωλείο στην Εξηκοστή Όγδοη Οδό, στο τμήμα «Καλύτερη Ζωή». Ήταν βυθισμένη σ’ έναν τόμο με προσωπικές μαρτυρίες, όταν ήρθε και στάθηκε από πάνω της. «Φαίνεται πως κάνεις γιόγκα», είπε. «Ορίστε;» «Κάνεις γιόγκα, λέω. Φαίνεται από τη στάση του σώματος. Κάθε φορά ξεκινάω με τις καλύτερες προθέσεις και τα παρατάω. Δεν είμαι ευλύγιστος». Ήταν ψηλός, αθλητικός, γύρω στα τριάντα. Μιγάς, με δέρ-
Ξ
ΕΦυΛΛΙΖΕ
o
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 34
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
μα αγαλματένιο και στιλπνό. Η μπλούζα του έγραφε «Muscles don’t grow on trees». «Ναι, είμαι περισσότερο τύπος για κρος-φιτ, ένταση, ξέρεις». Και της έδειξε το ποντίκι στο μπράτσο του, όχι ακριβώς με αυτοσαρκασμό. «Το θέμα είναι να βρεις τι σου ταιριάζει». «Ακριβώς. Εσύ βρήκες κάτι καλό εδώ μέσα;» «Δεν μπορώ να διαλέξω». «Να σε βοηθήσω;» Έσκυψε από πάνω της. Μύριζε αφτερσέιβ και οδοντόπαστα. Χαμογέλασε αμήχανα σαν να την έπιασαν με τσόντες. «Είναι βιβλία για τον καρκίνο». Έσμιξε τα φρύδια του σε μια πολύ αμερικάνικη έκφραση συμπόνιας. «Λυπάμαι», είπε συντετριμμένος. «Έκανες και χημειοθεραπείες; Συγγνώμη, είμαι ο Έρικ». Της φάνηκε αστείο που τη ρώτησε κάτι τόσο προσωπικό και μετά της συστήθηκε. Της θύμισε έναν νεαρό νοσηλευτή. Μιλούσαν για γυμναστική κάθε πρωί πριν απ’ τις ακτινοβολίες. Υπήρχαν ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες. Η λήψη μαστού Κλεοπάτρα. Το άγκιστρο πριν από την εγχείρηση τής το πέρασε ο Μαλακάσης. «Κάποια σχέση με τον ποιητή;» ρώτησε τη στιγμή που την τοποθετούσαν στο συρραπτικό. «Ναι, μακρινή». Θυμήθηκαν το στίχο «πονώ εδώ πέρα / στα στήθη πονώ». Το FISH στο «Λαϊκό» το υπέγραψε ο Πατσούρης, γιος της Γαλάτειας Σαράντη. Εκείνη πήγαινε στο δη
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 35
μπΑΡοΚ
μοτικό, εκείνος στο γυμνάσιο. Στο ασανσέρ της πολυκατοικίας, στην Καλλιδρομίου, κοιτούσαν αμήχανοι τα κουμπιά. Κι ο χειρουργός της, μια φορά που τον τρέλανε στις ερωτήσεις, φώναξε: «Slita» που θα πει: «Σταμάτα» στα σουηδικά. Ήταν μια λέξη-κλειδί στο διήγημά της «Το σπίτι καταρρέει». Ώστε λοιπόν οι χειρουργοί δεν χειρουργούν όλη μέρα, διαβάζουν κιόλας. Όταν ήταν νέα, ήθελε να την αναγνωρίζει ο κόσμος, τώρα ήθελε να την αναγνωρίζουν οι γιατροί. «Όχι, ήμουν τυχερή. Γλύτωσα τις χημειοθεραπείες». «Είναι τρομερό για μια γυναίκα», είπε ο Έρικ. «Σοβαρά. Ειδικά όταν έχει ωραία μαλλιά. Τι γελάς; Δεν σ’ το ’χουν ξαναπεί; Έχεις πολύ ωραία μαλλιά». «Ευχαριστώ». «Χαίρομαι που τη γλύτωσες· αλλιώς, δεν θα ’σουν εδώ». «Σωστά». «Και δεν θα μπορούσα να σε κεράσω έναν καφέ». «Λυπάμαι, αλλά...» «Δεν έχεις ξαναπιεί τέτοιον καφέ, μυρίζει από δυο τετράγωνα μακριά. Σου αρέσει ο καφές; Επειδή, αν σου αρέσουν τα υγιεινά, ξέρω ένα μέρος που σερβίρει εκατό είδη πράσινο τσάι». «Έρικ, σ’ ευχαριστώ. Το εκτιμώ». «Ωχ!» είπε ο Έρικ και διπλώθηκε στα δύο σαν να έφαγε μπουνιά. «“Το εκτιμώ” σημαίνει “Δίνε του”». «Απλώς είμαι σε άλλη φάση». Χαμογέλασε γυμνώνοντας τα δόντια του. Τέλεια δόντια. Λευκά και τετράγωνα. Εύκολα τον φανταζόσουν να μασου
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 36
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
λάει στάχυα σ’ έναν φράχτη. Ακόμα πιο εύκολα τον φανταζόσουν γυμνό. «Κρίμα». Πριν απομακρυνθεί γύρισε και την κοίταξε. «Επειδή έχεις πολύ ωραία μαλλιά». Όρεξη πρωινιάτικα. Όρεξη για ζωή. Ζωή. Ζωή. Ζωή. Ακούμπησε την πλάτη της στη βιβλιοθήκη, αλλά δεν μπορούσε να διαβάσει. Έκλεισε τα μάτια. Σκέφτηκε τι θα γινόταν αν ξαναγυρνούσε. «Ε, λοιπόν, δεν πάω πουθενά», θα της έλεγε. «Όπως νομίζεις». «Κάθεσαι εκεί και λυπάσαι τον εαυτό σου». «Δεν λυπάμαι τον εαυτό μου», θα απαντούσε εκείνη. Ο Έρικ θα την πήγαινε στο τσαγάδικο με τις εκατό ποικιλίες τσαγιού, θα συζητούσαν για γυμναστική και διάφορα είδη πρωτεΐνης. Θα της μιλούσε για τα παιδικά του χρόνια στη Μινεσότα ή στο Κονέκτικατ. Εκείνη θα μιλούσε για το κτήμα της γιαγιάς, για τον παππού που την πήγαινε βόλτα στη σέρα με το καρότσι. Θα κάλυπταν τα ενδιάμεσα χρόνια: σχολείο, σπουδές, δουλειές, ο άντρας της, η κόρη της, τα κορίτσια που μπαινόβγαιναν στη ζωή του. Ο Έρικ θα ήταν τεχνικός υπολογιστών, αλλά δεν θα ήξερε ακόμα με τι θα ’θελε να ασχοληθεί. Θα ενθουσιαζόταν όταν του έλεγε ότι γράφει βιβλία. «Να γράψεις μια ιστορία για μας». «Κάτι βρόμικο;» Θα φλέρταρε μαζί του όπως φλέρταρε νεότερη· επιθετικά, αντρικά. «Όχι, πώς σου ήρθε; Να, ότι γνωριστήκαμε στο βιβλιοπωλείο και πίνουμε τσάι».
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 37
μπΑΡοΚ
«Αυτό δεν είναι ιστορία, Έρικ». «Γιατί όχι;» «Μια ιστορία πρέπει να έχει πλοκή. Πρέπει να συμβαίνει κάτι». Το σπίτι του θα ήταν εκεί κοντά, ένα ημιυπόγειο στο Σπάνις Χάρλεμ. Καθώς κατέβαιναν τις σκάλες, θα του έλεγε λαχανιασμένη: «Μ’ αρέσουν οι σκάλες». Ο Έρικ δεν θα έπιανε το υπονοούμενο κι αυτό θα την ξεσήκωνε περισσότερο. Όταν είναι θλιμμένη, της φτιάχνουν το κέφι τα όμορφα λαϊκά αγόρια που βλέπουν ταινίες με πυγμάχους. Το διαμέρισμα θα ήταν μικρό και ακατάστατο, θα μύριζε εντομοκτόνο ή φτηνό αποσμητικό. Δεν θα προλάβαιναν να φτάσουν στο κρεβάτι, δεν θα χρειάζονταν κρεβάτι. Θα τη γράπωνε στα όρθια, θα την τραβούσε πάνω του με φρενήρεις ηχηρές κινήσεις. Εκείνη θα σκεφτόταν τι τους περίμενε· σε λίγα λεπτά δυο άγνωστοι θα ξεφώνιζαν ο ένας στο αυτί του άλλου. Θα έβλεπε να περνάει μπροστά της μια ταινία αχαλίνωτης ζωής, με τους ανθρώπους στο τσαγάδικο και στο βιβλιοπωλείο να συμμετέχουν σε μια τεράστια παρτούζα. Αντί να πουν «Ένα πράσινο τσάι, παρακαλώ» ή «Τυλίξτε μου αυτό το βιβλίο», θα έλεγαν «Έχω παρκάρει με αλάρμ, δυο πούτσους γρήγορα, παρακαλώ». Ο Έρικ θα τη ρωτούσε γιατί γελάει, εκείνη θα δάγκωνε τα χείλη και θα έλεγε «Τίποτα, με γαργαλάς». Θα την πίστευε και θα άλλαζε ρυθμό, θα διέτρεχε το σώμα της με αργά ακριβή αγγίγματα. Από διεστραμμένο αίσθημα δικαιοσύνης, θα ασχολούνταν περισσό
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:12 Page 38
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
τερο με το εγχειρισμένο στήθος. Στον καθρέφτη θα έβλεπε το ακατανόητο τατουάζ στον κόκκυγά του: Verloren Κost Heukseok Varkaus Invaliden. «Τι σημαίνει αυτό;» θα τον ρωτούσε μετά. «Το τατουάζ; Δεν ξέρω. Προτιμώ να μην ξέρω». «Ακόμα καλύτερη φράση για τατουάζ». «Ποια;» «Προτιμώ να μην ξέρω». Θα κάπνιζαν ένα τσιγάρο. Θα κατέβαζε μονορούφι μια βότκα, παρότι της την έχει απαγορεύσει ο γιατρός. Ο Έρικ θα γινόταν όλο και πιο ανήσυχος. Χωρίς την καύλα θα ήταν δύσκολο να αντιμετωπίσει το ποντικοφαγωμένο της στήθος. «Τι είναι ο καρκίνος;» θα τη ρωτούσε. «Τι σου κάνει;» Δεν θα μιλούσε για την αγανάκτηση και τη μικροψυχία της. Ούτε για τη στιγμή που συνειδητοποίησε ότι ο εαυτός κυριεύει τόσο ασφυκτικά την ύπαρξη, ώστε, αν δεν είμαστε εμείς, δεν υπάρχουμε. Δεν θα έλεγε τίποτα για την αραίωση της προσωπικότητας, για την επιθυμία να ζήσει μέσα στα αγγεία της. Στα νύχια, στα κόκκαλα, στα σπλάγχνα της, στις αυλακώσεις του εγκεφάλου. «Συγγνώμη που ρωτάω», θα της έλεγε. «Όχι, εντάξει», θα απαντούσε εκείνη. Θα μιλούσε σαν γιατρός, σαν δασκάλα. «Ο καρκίνος εμφανίζεται σε πρωτόγονα κύτταρα», θα του έλεγε, «σε αναποφάσιστα κύτταρα που δεν ξέρουν ακόμη αν θέλουν να γίνουν κύτταρα των πνευμόνων ή της καρδιάς. Να, κάπως σαν εσένα, Έρικ, που δεν ξέρεις τι θέλεις να κάνεις στη ζωή σου. Πες πως είμαστε δυο
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:13 Page 39
μπΑΡοΚ
κύτταρα. Κανονικά, εγώ, το αποφασισμένο κύτταρο, σε τσακώνω και σε εξολοθρεύω στη διάρκεια ενός συνηθισμένου βιολογικού ελέγχου». «Κι αν δε με εξολοθρεύσεις;» θα ρωτούσε νυσταγμένα ο Έρικ. «Εδώ είναι το θέμα. Αν εγώ και τα άλλα υγιή κύτταρα δεν επικοινωνούμε καλά μεταξύ μας, θα περάσεις απαρατήρητος. Θα διαιρεθείς ξανά και ξανά και θα γίνεις αθάνατος». «Αθάνατος», θα έλεγε ο Έρικ σαν να του άρεσε η ιδέα. «Τα καρκινικά κύτταρα», θα συνέχιζε εκείνη, «είναι αθάνατα επειδή το πρόγραμμα που ελέγχει τους κύκλους της ζωής και του θανάτου τους έχει αχρηστευτεί. Σαν χαλασμένη κασέτα». «Τι κασέτα;» «Να σ’ το πω αλλιώς. Δεν είναι εισβολέας ο καρκίνος, Έρικ. Αυτά τα λένε οι γιατροί, που νομίζουν πως παίζουν σε ταινία καταδίωξης. Μπορεί να μοιάζει σαν να εισέβαλες μέσα μου με ορμή, αλλά σε κυτταρικό επίπεδο εγκαταλείφθηκα. Το θέμα δεν είναι να σε καταστρέψω, αλλά να γιατρευτώ από εσένα. Να στείλω στα κύτταρά μου ένα μήνυμα που θα οργανώσει την αντίσταση». «Και θα το στείλεις;» θα τη ρωτούσε ο Έρικ πιάνοντας επιτέλους το υπονοούμενο. «Θα το στείλω», θα απαντούσε εκείνη και θα σκαρφάλωνε πάνω του. «Αλλά όχι ακόμα».
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:13 Page 40
[ 47 ]
Φόρεμα
βάλεις, τελικά;» « Μοιάζεις με τη Λουκρητία του Ρέμπραντ. Από την ώρα που ξύπνησες, κουβαλάς πάνω σου τη σκούρα γυαλάδα του πίνακα. Ίδιοι κόκκινοι κύκλοι γύρω απ’ τα μάτια σου τα σκοτεινά. Φοράς κι αυτό το σορτσάκι με τις μπορντό ρίγες – πού το ξετρύπωσες; Είναι το πρώτο δώρο που μου αγόρασε ο πατέρας σου. Καλοκαίρι του ’92 από το «Monoprix» της Ρεπιμπλίκ. «Τη δαντέλα. Αφού σ’ το είπα και στο τηλέφωνο, μαμά».
Τ
Ι θΑ
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:13 Page 41
μπΑΡοΚ
Δαντέλα λέμε το μαύρο δαντελένιο φόρεμα που σου αγόρασα πριν από χρόνια από το «Benetton». Πάνω στη συνθετική του φόδρα διαγράφονται μαύρα δαντελένια τριαντάφυλλα. Είπα στην πωλήτρια ότι ήσουν τεσσάρων και ήθελε να φέρει μικρότερο. «Όχι», επέμεινα, «τα φοράει μακριά». Είχα έρθει στην Αθήνα για δουλειές και το έφερα στο Βερολίνο επιστρέφοντας. Έκανες μεγάλη χαρά. Ήταν φαρδύ και παραμυθένιο, σου έφτανε λίγο πάνω από τους αστραγάλους. Το φορούσες στο Θέατρο Γκάλι με ριγέ καλσόν ή με τα φιδίσια σου μποτάκια. Αναδείκνυε τα κοσμήματά σου, τα ζακάρ κασκόλ, το κίτρινο παλτό που αγοράσαμε στο Λονδίνο. Μια μέρα το έβαλες στην παιδική χαρά. «Θα το λερώσεις», σε προειδοποίησα. Ήμασταν στην Άκερστρασε, είχες ανέβει στον ξύλινο κροκόδειλο και κουνιόσουν πέρα δώθε με μανία. Μετά πήγες στα χώματα. Έπιασες μια χούφτα ξυλαράκια και τα έριξες στο φόρεμα. Σου έβαλα τις φωνές. Είπες: «Δεν το κάνω εγώ, μαμά, τα χέρια μου το κάνουν». Μια άλλη μέρα το φόρεσες για να παντρευτείς τον πατέρα σου. Ήρθες στην κουζίνα να μας το ανακοινώσεις. Κρατούσες ένα ροζ ραβδί, είχες περάσει στην πλάτη τα ροζ φτερά της Τίνκερμπελ. «Μπαμπά, είσαι χαρούμενος, γενναίος και όμορφος». Εκείνος σου εξήγησε γιατί οι πατεράδες δεν παντρεύονται τις κόρες τους. Καμπούριασες – φορούσες και τα μαύρα. Θυμάμαι μια φορά, πριν από την παράσταση του Ριγκολέτο, είχαν στην όπερα ένα workshop για οικογένειες. Εσύ ήσουν Τζίλντα, εγώ Ριγκολέτο. Μας ζήτησαν να παίξουμε
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:13 Page 42
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
τη σκηνή όπου είχα χρηματίσει τον Σπαραφουτσίλε για να σκοτώσει τον κόμη. Έπρεπε να σε παροτρύνω να βγάλεις το μαύρο φόρεμα και να βάλεις αντρικά ρούχα από την γκαρνταρόμπα της όπερας για να σε φυγαδεύσω στη Βερόνα. Είπες: «Όχι, κύριε Ριγκολέτο». Όταν σε καλούσαν οι φίλες σου για Σαββατοκύριακο, δίπλωνες προσεχτικά το φόρεμα σε ρολό, σαν πετσέτα θαλάσσης. Δίπλωνες καλύτερα απ’ όλους μας, σε απορροφούσε η διαδικασία. Στην επιστροφή, ξεδίπλωνες τη δαντέλα και μου ζητούσες να την κρεμάσω επειδή δεν έφτανες. Κάποιες φορές σ’ έπιανε πείσμα. Τεντωνόσουν στις μύτες των ποδιών, πάλευες με την κρεμάστρα, τραβιόσουν. Κρυφογελούσα. Ο σαδισμός των ενηλίκων όταν τα παιδιά προσπαθούν πέρα απ’ τις δυνάμεις τους. Το φόρεμα κόνταινε. Συνέχισες να το φοράς στις παραστάσεις του «Παπαγκένο», στα θεατρικά σκετς με την Έμμα, σε πάρτι της Εμίλιας και της Γιόλας. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς ήσουν νεράιδα της νύχτας. Στο ταξίδι της επιστροφής από το Βερολίνο, με το πόδι μπανταρισμένο, πάλι τη δαντέλα φορούσες. Σ’ έκανε στοχαστική, κι ας ήσουν οχτώ χρόνων. Κοιτούσες έξω από το παράθυρο και αποχαιρετούσες την πόλη όπου μεγάλωσες, τους δρόμους, τις φιλύρες. Στην Αθήνα το ξέχασες. Μια φορά μόνο το φόρεσες, σε κάποιο οικογενειακό δείπνο. Ήταν στενό και σου έφτανε στη μέση του μηρού. Διέγραφε το προεφηβικό σου σώμα. «Μαμά, άκουσες τι είπα; Θα φορέσω τη δαντέλα». «Μα δεν θα σου κάνει. Έχεις ψηλώσει». «Πρέπει να φορέσω τη δαντέλα!»
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:13 Page 43
μπΑΡοΚ
Σκαρφαλώνω στην ντουλάπα όπου φυλάμε τα μωρουδιακά. Ρούχα με τα οποία φωτογραφήθηκες πολλές φορές και σ’ τα κράτησα. Εκεί που ψάχνω, πέφτει μια πλαστική σακούλα κι αναπηδάς τρομαγμένη. «Τι είναι αυτό;» «Οι κοτσίδες μου. Τις κόψαμε όταν ήμουν μικρή και τις φύλαξε η γιαγιά σου». «Γιατί;» Ξέρω ’γω; Για τον ίδιο λόγο που σου κρατάω κι εγώ παιδικά ρούχα. Υπολογίζω ότι θα τα θυμάσαι ή θα τα αναγνωρίζεις στις φωτογραφίες και κάποτε θα τα δείξεις στα παιδιά σου. Το φόρεμα μυρίζει ναφθαλίνη. Μου το αρπάζεις από τα χέρια και κλείνεσαι στο δωμάτιό σου. (Αυτή είναι δική σου ιστορία. Αλλά οι ζωές μας εφάπτονται και εκβάλλουν η μία στην άλλη. Οι ζωές μας, το σπίτι μας, ο κήπος με τις πικροδάφνες. Ήμουν στη Ρώμη, μέσα σ’ ένα ταξί, όταν συνέβη. Μου τηλεφώνησε ο πατέρας σου, μετά σου έδωσε το ακουστικό και κλάψαμε λίγο, εσύ στην Αθήνα, εγώ στη Ρώμη. «Μαμά, μόνο εσύ μπορείς να βρεις τη μαύρη δαντέλα», είπες. «Θα έρθω», σου απάντησα. «Ως το βράδυ θα είμαι εκεί». Έπειτα τηλεφώνησε ο Μάριο Βίττι. «Έφτασες; Όλα καλά;» με ρώτησε. «Έφτασα και γυρίζω πίσω». Του εξήγησα τι είχε συμβεί. Δεν μίλησε, ανέπνεε στην άλλη άκρη της γραμμής. Και καθώς μιλούσα, με τα ρωμαϊκά ερείπια να περνάνε έξω απ’ το παράθυρο, γινόταν σαφές: Δεν μπορώ να σε προστατέψω· μόνο την ιστορία μπορώ να πω – αν μου επιτρέπεις.)
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:13 Page 44
ΑμΑνΤΑ μΙχΑΛοπουΛου
Χτυπάω και μπαίνω. Είσαι δώδεκα χρόνων πια, το φόρεμα σού φτάνει κάτω απ’ τον ποπό. Το φόρεσες με άσπρο ζαχαρί καλσόν. Μεγάλωσες, στρογγύλεψαν οι γραμμές σου. «Τι θα κάνετε στη γιορτή του σχολείου;» «Θ’ ανάψουμε κεριά, ξέρω ’γω. Θα κάνουμε έκθεση με φωτογραφίες και έργα που ζωγραφίσαμε». «Εσύ ζωγράφισες; Θα μου δείξεις;» «Όχι τώρα, μαμά». «Και τι άλλο;» «Θα διαβάσουμε ποιήματα. Κάποιοι θα τραγουδήσουν». «Σας είπαν τι να διαβάσετε;» «Όχι, ο καθένας διαλέγει μόνος του». «Εσύ τι διάλεξες;» «Μια σελίδα από το Λάθος αστέρι». «Θυμάσαι που είχαμε πάει όλες μαζί να δούμε την ταινία; Οι μαμάδες κι εσείς, τα παιδιά; Και πριν είχαμε πάει στην πλατεία Βριλησσίων για λουκάνικα;» Δεν απαντάς, δεν με κοιτάς. Κάθομαι στο κρεβάτι σου να σου κάνω παρέα όσο ετοιμάζεσαι. Βουρτσίζεις τα μαλλιά σου σαν να θέλεις να τα ξεριζώσεις. Ισιώνεις τα βιβλία στο γραφείο σου σε στοίβες. Μου ζητάς να σηκωθώ για να ισιώσεις το πάπλωμα. Στη Σαντορίνη γνώρισα τον Μπίλυ Κόλινς. Του ζήτησα να σου αφιερώσει το ποίημά του «The straightener». Θυμάσαι; Είναι στη συλλογή Horoscopes for the Dead. Ένα αστείο ποίημα. Ο ποιητής τακτοποιεί τα παπούτσια του σε χρονολογική σειρά και μετράει με το χάρακα την απόσταση ανά
MIXALOPOULOU_BAROQUE sel_DDDDDD + EIKONES_Final SKLHRO.qxp_Layout 1 16/04/2018 18:13 Page 45
μπΑΡοΚ
μεσα στη βούρτσα και την τσατσάρα. Δεν γέλασες όταν το διάβασες. Το συζήτησα με την Κατερίνα που είναι ψυχοθεραπεύτρια. Λέει ότι αμύνεσαι. Προσπαθείς να αποκαταστήσεις την τάξη. «Μπορώ να κάνω κάτι;» «Να μη μου μιλάς, μαμά». Χθες βράδυ έκλαιγες στην αγκαλιά μου με αναφιλητά, σαν να ήσουν πέντε χρόνων και να έπεσες από τον ξύλινο κροκόδειλο της Άκερστρασε. Σήμερα φοράς τη δαντέλα κι ετοιμάζεσαι για την κηδεία της καλύτερής σου φίλης.