Στο κατώφλι του Δία - Το ταξίδι στην Ελλάδα

Page 1

SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 5

ΜΑΓΚΝΤΑ ΣΑΜΠΟ

ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΔΙΑ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

d

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΟΥΓΓΡΙΚΑ

ΜΑΝΟΥΕΛΑ ΜΠΕΡΚΙ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 6

Το έργο εκδόθηκε με την αρωγή του Υπουργείου Εξωτερικών και Εξωτερικού Εμπορίου της Ουγγαρίας στο πλαίσιο του προγράμματος Publishing Hungary. ß ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: Szabó Magda, Zeusz küszöbén © ©

Copyright Szabó Magda Copyright για την ελληνική γλώσσα Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2017

1η έκδοση: Νοέμβριος 2018 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. ΓΡΑΦΕΙΑ: Θεμιστοκλέους 104, 106 81 Αθήνα ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ: Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31

e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-6431-6


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 7

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝA

Στην πόλη της παρθένας θεάς – Στην πηγή της Αφροδίτης – Η χρυσή προσωπίδα και η νεκρική στήλη της Ηγησούς – Οι «Βάτραχοι» – Στην Ακρόπολη – Ο απόστολος και οι Ευμενίδες – Στην Αγορά – Οι φίλοι – Το Φάληρο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Στα χνάρια των θεών: Κόρινθος, Μυκήνες, Επίδαυρος, Ολυμπία, Δελφοί . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Ετοιμασία για τα νησιά – Στον δρόμο των νεκρών – Αποχαιρετισμός . . Στο Αιγαίο – Στον βασιλιά Μίνωα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Στη Ρόδο – Ο σκύλος Νάντορ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Εκδρομή: Φιλέρημος, Κάμιρος – Στην Κοιλάδα με τις Πεταλούδες . . . Στο νησί του Ιπποκράτη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Πάλι στη θάλασσα – Νύχτα στον Πειραιά – Στην Αθήνα – Αποχαιρετισμός στους θεούς . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΡΙΑΣ

13 85 161 173 210 253 273 304

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 327


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 8


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 9

Το Στο κατώφλι του Δία είναι συνέχεια της Καταδίωξης των κυμάτων και οι σημειώσεις γι’ αυτό έγιναν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1966. Η ταξιδιώτισσα, που κατέγραψε τα ως επί το πλείστον ασήμαντα συμβάντα του ταξιδιού της στην Ελλάδα, σχεδίαζε, ενώ αντέγραφε στη γραφομηχανή το ημερολόγιό της, να αφιερώσει το βιβλίο σε εκείνους που της είχαν ζητήσει διά ζώσης ή γραπτώς μια συνέχεια στην Καταδίωξη των κυμάτων: στους αναγνώστες της. Δεν το κάνει τελικά, κι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, πριν προλάβει να βγει το βιβλίο της, έχασε το πρόσωπο εκείνο που περίμενε να μάθει με περισσότερη περιέργεια από οποιονδήποτε άλλον όλα όσα της προσέφερε η χώρα των θεών, και που αναπαύτηκε μετά από μια βασανιστική ασθένεια την οποία αντιμετώπισε με απέραντη γενναιότητα – έτσι δεν ήταν πια δυνατό να δει την τελευταία εργασία του παιδιού της. Η ταξιδιώτισσα αφιερώνει το βιβλίο αυτό στη μητέρα της.


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 10


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 11

Μπροστά στου Δία την πόρτα βρίσκονται στημένα δύο πιθάρια, να ’χει να δίνει, το ’να βάσανα, το άλλο αγαθά γεμάτο. Κι αν δώσει ο Δίας ο κεραυνόχαρος μαζί απ’ τα δυο σε κάποιον… ΟΜήΡΟΣ1


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 12


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 13

Στην πόλη της παρθένας θεάς ❀ Στην πηγή της Αφροδίτης χρυσή προσωπίδα και η νεκρική στήλη της Ηγησούς ❀ Οι «Βάτραχοι» ❀ Στην Ακρόπολη ❀ Ο απόστολος και οι Ευμενίδες ❀ Στην Αγορά ❀ Οι φίλοι ❀ Το Φάληρο

❀Η

Ό

την τελευταία εβδομάδα των διακοπών μας στην Αθήνα δεν μ’ έπιανε πια κανένα φάρμακο, κατάλαβα ότι ο Απόλλων δεν κάνει παζάρια. Το βραχυκύκλωμα των Δελφών θα μπορούσε βέβαια να ήταν τυχαίο γεγονός, το επεισόδιο στη Ρόδο, η μιζέρια με τους σπάγκους, τα αποστήματα στα δόντια, τα χιλιάδες παθήματα στην Κω και η υπόθεση «βαλίτσα» να ήταν απλά ατυχίες, κι εκείνο το ταξίδι στο πλοίο με το ακαταλαβίστικο όνομα να ήταν αποτέλεσμα του ότι το καλοκαίρι η Ελλάδα απλά δεν μπορεί να ικανοποιήσει όπως πρέπει τα πλήθη των τουριστών της. Όμως ότι στον Πειραιά αργά το βράδυ δεν βρίσκουμε ξενοδοχείο και τελικά αναγκαζόμαστε να περάσουμε τη νύχτα όπου την περάσαμε, ότι αργότερα στην Αθήνα, στο αναπαυτικό και δροσερό κρεβάτι ενός φυσιολογικού ξενοδοχείου, επί έξι συναπτές νύχτες δεν καταφέρνω να κλείσω μάτι ούτε με υπνωτικά, ότι στον καύσωνα των πενήντα σχεδόν βαθμών επί μία ολόκληρη βδομάδα δεν μπορώ να κάνω ντους, γιατί μόλις μπαίνω για πρώτη φορά στην μπανιέρα, η μπαταρία ξεκολλάει μαζί με το τηλέφωνο από τον τοίχο και μου μένει στο χέρι, κι ότι το τελευταίο χάραμα σε ελληνικό ακόμα έδαφος χτυπάω το κεφάλι μου στην κοφτερή γωνία του γυάλινου ραφιού πάνω ταν


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 14

14

ΜΑΓΚΝΤΑ ΣΑΜΠΟ

από τον νιπτήρα, με παίρνουν τα αίματα και τρέχουν στο μέτωπό μου, και τελικά μένουν δύο χαριτωμένες τρυπούλες στο σημείο εκείνο, κι ότι εγώ, που αντιδρώ τόσο γρήγορα και τόσο καλά σε κάθε φάρμακο, αισθάνομαι μέρα με την ημέρα χειρότερα, όλα αυτά δείχνουν ξεκάθαρα ότι ο προστάτης θεός του επαγγέλματός μου δεν είναι διατεθειμένος έτσι απλά, δωρεάν, χωρίς δεύτερη σκέψη να με συγχωρέσει – φαίνεται ότι δεν είναι χριστιανός. Καλύτερα να επιστρέψω σπίτι μου όσο γίνεται γρηγορότερα για να ξεφύγω από την οργή του, να μη μας βρει μεγαλύτερο κακό, αφού ο γιος της Λητούς ήταν πάντα ευέξαπτος, σκότωσε με τα βέλη του τα παιδιά της καημένης της Νιόβης για δυο κουβέντες που προσέβαλαν τη μητέρα του, τι πρόκειται να κάνει λοιπόν σ’ εμένα που προσέβαλα όχι μόνο τον πατέρα του, αλλά και αυτόν τον ίδιο; Όσο το λεωφορείο τρέχει προς το αεροδρόμιο του Ελληνικού, καταβεβλημένη, παλεύοντας με την αδιαθεσία, σκέφτομαι ότι φτάνοντας στο σπίτι πρέπει να πάρω καμιά σοβαρότερη πρωτοβουλία για να κατευνάσω τον Απόλλωνα, γιατί αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί πια – αν βέβαια φτάσω ποτέ στο σπίτι, και δεν καταρρίψει από τον αέρα το αεροπλάνο της Μάλεβ με μια κλοτσιά, έτσι για αποχαιρετισμό. Παρατηρώ τα κεφάλια των λουομένων που αναδύονται σαν καρπούζια και βυθίζονται πάλι στην απαστράπτουσα θάλασσα, που βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής, και τα βάζω με τον εαυτό μου. Έχω μετανιώσει χίλιες φορές που τον προσέβαλα, τι το ’θελα να σχολιάζω συνεχώς όσα έβλεπα, τι το ’θελα να τρέξω στο μουσείο της Ολυμπίας πίσω από τον Τ.,2 που είχε ήδη προχωρήσει στην επόμενη αίθουσα, και να του ζητήσω να γυρίσει για να κοιτάξει το άγαλμα του Απόλλωνα, γιατί προσωπικά δεν είχα ξαναδεί στη ζωή μου τόσο ηλίθια φάτσα όσο εκείνου του θεού: η έκφραση του Απόλλωνα ήταν χαζή. Έκτοτε δεν βρίσκω ησυχία ούτε στιγμή. Όχι, δεν υπάρχει αμφιβολία, χρειάζεται κάποια θυσία εξαγνισμού, τούτος ο παρεξηγιάρης


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 15

ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΔΙΑ

15

Απόλλων δεν είναι συνηθισμένος στην κριτική, οι Μούσες γουργουρίζουν συνεχώς γύρω του. Εντάξει, θα τον εξευμενίσουμε. Η μητέρα μου είναι παιχνιδιάρα από φυσικού της, είναι η μόνη που θα μπορούσα να της ζητήσω να με συντροφεύσει σ’ αυτόν τον εξευμενισμό, καταλαβαίνει από τέτοια, θα βοηθήσει με όλη της τη σοβαρότητα, σαν ηλικιωμένη ιέρεια – θα γελάσουμε πολύ! Σπάω το κεφάλι μου τι να τοποθετήσω στον πρόχειρο βωμό του Απόλλωνα στο Πάσαρετ,3 μόνο μην έχει την απαίτηση να του σφάξω κανένα ζωντανό. Ίσως λουλούδια, ή κάποιο διακοσμητικό κερί. Και θα δηλώσω πολλές φορές φωναχτά ότι μάλλον δεν έβλεπα καλά στην Ολυμπία, μπορεί να με ζάλισε ο καύσωνας, το πρόσωπό του κατά βάθος είναι πανέμορφο και λαμπρό, και σε καμία περίπτωση δεν είναι χαζή η φάτσα του, δεν μιλούσα γι’ αυτόν, δεν κατάλαβε καλά, ούτε και για τον αγαπητό του πατέρα, τον θεό Δία, ήμουν εγώ εκείνη που ψιθύρισε, βλέποντάς τον να παρασέρνει με λάγνο βλέμμα τον νεαρό Γανυμήδη, ότι είναι ομοφυλόφιλος ή κάτι τέτοιο, και επιπλέον δεν ντράπηκαν να τον απεικονίσουν κιόλας. Δεν ξεστόμισα εγώ τέτοιες κουβέντες, δεν θ’ άκουσε καλά, ορκίζομαι στα λευκά γόνατα των Χαρίτων, ας μου κάνει τη χάρη να σταματήσει επιτέλους αυτή την επιχείρηση αντιποίνων, αφού έχω γίνει πετσί και κόκαλο. Ίσως πάψουν πια αυτά τα αλλεπάλληλα ατυχήματα αν μαζί με τη μητέρα μου του προσφέρουμε θυσία, ίσως αρχίσουν να επιδρούν τα φάρμακα και δεν συνωμοτήσουν εναντίον μου το τοπίο, τα αντικείμενα και οι έννοιες, ίσως καταφέρω να τελειώσω ακόμα και τη μεταγλώττιση του Μωυσή, που αναβλήθηκε λόγω του ταξιδιού, δηλαδή να επιστρέψω στην κανονική μου ζωή. Πάντα το να γυρίζεις σπίτι είναι πολύ ωραίο, αλλά ποτέ άλλοτε δεν χάρηκα τόσο πολύ φτάνοντας στο αεροδρόμιο Φέριχεγκι όσο αυτό το καλοκαίρι. Όσοι έχουν επιστρέψει από μακριά άρρωστοι και καταβεβλημένοι γνωρίζουν αυτή την αίσθηση. Ετοιμάζω ένα χαμόγελο για να χαιρετήσω τη μητέρα


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 16

16

ΜΑΓΚΝΤΑ ΣΑΜΠΟ

μου, η οποία, κάθε φορά που με περιμένει να γυρίσω, παραμονεύει τον δρόμο πίσω από το τζάμι της σκάλας, και ανυπομονώ να με βάλει στο κρεβάτι, να με κανακέψει, να με ακούσει μέχρι τέλους, να με παρηγορήσει, αφού δεν υπάρχει καλύτερος γιατρός από τη μητέρα! Μόλις σταματάει το ταξί μπροστά στο σπίτι, σπεύδω να ανεβώ τις σκάλες με όσες διαθέτω ακόμη από τις κατά πολύ μειωμένες δυνάμεις μου, και ήδη στα μισά της σκάλας καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πάει καλά, μάταια φαντάστηκα ότι αυτή η άφιξη θα έφτιαχνε μεμιάς όλα τα στραβά, δεν με περιμένει καμιά ηρεμία: ο προθάλαμος είναι άδειος. Αυτό είναι τόσο ασυνήθιστο, τρομακτικό και αδιανόητο, ώστε με λούζει κρύος ιδρώτας. Καμιά απάντηση στο κάλεσμά μου, το δωμάτιο της μητέρας μου είναι άδειο – εκεί μπαίνω πρώτα. Στο δωμάτιο του Τ. βρίσκω την κυρα-Γιούλισκα ανεβασμένη στην κορυφή της σκάλας να τοποθετεί τις κουρτίνες, και μόλις με βλέπει βάζει τα κλάματα· μαθαίνω ότι όσο λείπαμε η μητέρα μου είχε ένα ατύχημα, γκρεμίστηκε ανάσκελα ίσαμε έναν όροφο στο κλιμακοστάσιο, τη γλίτωσε από θαύμα με ένα κάταγμα κεφαλής του μηριαίου οστού. Μέχρι να καλέσει ο Τ. ένα ταξί, ρίχνω λίγο νεράκι στο πληγωμένο, παλλόμενο μέτωπό μου, και μετά κατευθείαν στο νοσοκομείο. Νιώθω πιο άρρωστη από ποτέ, η τάση για εμετό και η απότομη ζαλάδα κάνουν τη Βουδαπέστη να λικνίζεται μπροστά μου. Στις τέσσερις εβδομάδες που ακολουθούν, μέχρι επιτέλους να παραλάβω πάλι τη μητέρα μου, αδυνατισμένη σαν παιδάκι, ένα φάντασμα του εύθυμου εαυτού της, και με τη βοήθεια των γιατρών να ξεμπερδέψω κι εγώ με την αδιαθεσία, αδειάζω από κάθε παιχνιδιάρικη διάθεση, από κάθε ανάγκη να εξευμενίσω τον παρεξηγιάρη θεό: όταν φέρνω στο μυαλό μου την Ελλάδα, το μόνο που θυμάμαι είναι πόσο ταλαιπωρήθηκα με την αρρώστια μου στα ξένα. Λες και ξέχασα εκεί τον χρυσό ουρανό της, τις μελανές σκιές της, τη μενεξεδιά της θάλασσα, τα κόκκινα σαν αίμα πέταλα του ιβίσκου, σαν να είχα συσκευάσει απρόσεκτα τις ανα-


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 17

ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΔΙΑ

17

μνήσεις μου ή σαν να μου τις έκλεψε κάποιος στο Ελληνικό. Δεν προλαβαίνω να γράψω τίποτα, δεν μου περισσεύει ούτε μια ανάσα χρόνος ώστε να μπορέσει η ψυχή μου να παραδοθεί στη δημιουργική διάθεση· μάταια πήρα την απόφαση να γράψω το ημερολόγιο του ταξιδιού μου, δεν μπορώ πια ούτε να συνθέσω ούτε να θυμηθώ. Το γράμμα του Σταύρου4 φτάνει στις 5 Οκτωβρίου, μαζί με τα υπόλοιπα γράμματα των γενεθλίων. «Ο Σταύρος», προφέρω φωναχτά το όνομά του και σχεδόν εκπλήσσομαι που υπάρχει, που απάντησε στο γράμμα μου, που όντως ζει. Τώρα πρωτοβλέπω τα προσεγμένα, λίγο παιδιάστικα γράμματα που κάνει, το χέρι του είναι μαθημένο στα ελληνικά, σχεδιάζει τα λατινικά στοιχεία τόσο σχολικά, με τόση ακρίβεια, όπως εμείς όταν γράφαμε στα γερμανικά έκθεση με το γοτθικό αλφάβητο. Κάποτε –τώρα μου φαίνεται ότι συνέβη πριν από χρόνια, δεκαετίες, ίσως και πριν γεννηθώ, τόσο παλιά– είχα ζητήσει κάτι από τον Σταύρο, εκεί στη Ρόδο, και το ότι δεν μου απάντησαν το βρήκα μάλλον φυσικό, δεν απόρησα με τη σιωπή τους, ήταν αδύνατο να βρεθεί λύση στο πρόβλημα για το οποίο είχα απευθυνθεί σ’ εκείνους, για ποιο λόγο λοιπόν να έρθει γράμμα, με καλή μάλιστα είδηση, για ποιο λόγο να έχει σταματήσει η οργή του ματαιόδοξου θεού έτσι, από μόνη της, στα ξαφνικά; Είχα ξεπεράσει μέσα μου αυτό το θέμα, είχα δώσει και εξήγηση: δεν μας θυμούνται, μας ξέχασαν πια. Μας συμπαθούσαν όσο μας έβλεπαν, τους διασκεδάζαμε, ήμασταν ξένοι, διαφορετικοί απ’ όσους άλλους είχαν συναντήσει μέχρι τότε, έπειτα πήραμε το πλοίο Μίνως και μας κατάπιε το Αιγαίο, προς τι λοιπόν να διαφυλάξουν τη σβησμένη φυσιογνωμία μας, τα περασμένα ακούσματα του γέλιου μας; Ταίριαζε πολύ στην τελευταία φάση του ταξιδιού στην Ελλάδα το να φαντάζομαι ότι ο Σταύρος δεν μας αγάπησε ποτέ, ότι η Λέλα δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ στ’ αλήθεια για μας, ταιριάζει ακόμα και το ότι σε κάτι που είχα ζητήσει κατεπειγόντως έξι


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 18

18

ΜΑΓΚΝΤΑ ΣΑΜΠΟ

εβδομάδες νωρίτερα απαντούν μόλις τώρα και μάλλον αρνητικά. Ανοίγω το γράμμα με μια πικρή γεύση εκ των προτέρων στα ούλα μου. Περιμένω κάποια ευγενική υπεκφυγή, κάποια εξήγηση: για ποιο λόγο δεν απάντησε, για ποιο λόγο δεν το έχει διεκπεραιώσει. Κοκκινίζω από ντροπή καθώς διατρέχω βιαστικά τις δύο σελίδες. Ο Σταύρος δεν είχε γράψει γιατί, κατά τις διακοπές του στην Άνδρο, κολυμπώντας προς έναν ψηλό βράχο, τον πλήγωσε ένα χταπόδι που είχε τρυπώσει σε μια σχισμή του. Κάθομαι και κοιτάζω το γράμμα του Σταύρου, που είχα αρχίσει να τον αμφισβητώ λόγω της καταδίωξής μου από τον Απόλλωνα – κι όμως εκείνος είχε γράψει αμέσως στους φίλους του στη Ρόδο για το θέμα του Νάντορ, αλλά τα χέρια και τα πόδια του είχαν ακόμη ανάγκη από ιατρική περιποίηση, και μόνο τώρα, που τα καημένα τα στραπατσαρισμένα δάχτυλά του αντέχουν πλέον να πιάσουν την πένα, μπόρεσε να με ενημερώσει. Και τότε, μέσα σε ένα και μοναδικό δευτερόλεπτο, επέστρεψαν όλα όσα είχαν ξεπλύνει από μέσα μου ένα μάτσο στενοχώριες και αρρώστιες, το κακό που με περίμενε επιστρέφοντας και γενικά ο εκδικητής ήλιος, και να τη πάλι η Ελλάδα με το φοβερό της φως και τις φοβερές της σκιές, η μαύρη και ολόχρυση Ελλάδα, η χαμογελαστή και φιλική, η Ελλάδα που διαβάζει στα μάτια μου τις ανείπωτες επιθυμίες μου και τις εκπληρώνει, αλλά και η καταστροφική, ο θαυμάσιος μυθικός κόσμος με το βλέμμα της Γοργούς που τραντάζει τη γη, καταποντίζει τις πόλεις και σου επιτίθεται με τα φρικτά τέρατά του. Και ξέρω ήδη ότι παρ’ όλα αυτά εγώ θα γράψω γι’ αυτήν, και ότι τότε, τη στιγμή που ο χαρτοκόπτης-ξίφος έσκισε τον φάκελο του Σταύρου, ο Απόλλων σήκωσε τους ώμους και είπε στις Μούσες, με τις οποίες κοιτούσαν παρέα πάνω από τον Ελικώνα τα τουριστικά πούλμαν που έφταναν σωρηδόν: «Άιντε, ας φύγει κι η Ουγγαρέζα, ίσως να της φτάνει αυτό το μάθημα για λίγο καιρό». Η μητέρα μου στο δωμάτιό της αλέθει καφέ στον μύλο,


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 19

ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΔΙΑ

19

κουτσά στραβά καταφέρνει να περπατήσει, διανύουμε έναν υπέροχο Οκτώβρη κι είναι και τα γενέθλιά μου, κι εγώ θα χαρίσω στον εαυτό μου το μεγαλύτερο πράγμα που μπορεί να δωρίσει κανείς: θα αποτυπώσω για χάρη της άπιστης μνήμης μου τη φευγαλέα, εφήμερη, πικρότατη και γλυκύτατη Στιγμή. Σ’ ευχαριστώ, Σταύρο!

Δεν είχαμε κανένα σκοπό να πάμε στην Ελλάδα. Εκείνο το καλοκαίρι ήταν η σειρά του Τ. να προτείνει πού θα ταξιδεύαμε, και διάλεξε αμέσως την Ελβετία. Αν ήταν στο χέρι του, ο Τ. θα πήγαινε εκεί κάθε καλοκαίρι, αυτή η χώρα τού τα προσφέρει όλα, λέει, χιονισμένα βουνά και χλωρίδα του Νότου, και αληθινές πόλεις με καμπαναριά και υπέροχα ξενοδοχεία, ακόμα και αρκούδες στη Βέρνη και σκίουρους κοντά στους καταρράκτες του Ρήνου. Το ταξίδι όμως καταλήγει αβέβαιο, καθώς ματαιώνεται η παρουσίαση του Γαλάζιο σαν νησί5 στην Ελβετία, οπότε δεν έχουμε τίποτα να κάνουμε στη Ζυρίχη, ενώ την ίδια ακριβώς περίοδο οι Έλληνες προετοιμάζουν την έκδοση του βιβλίου μου Το ελαφάκι,6 και η άγνωστή μου μεταφράστρια μου έχει στείλει ένα ευγενικό γράμμα υπονοώντας ότι θα ήταν καλό να συζητήσουμε κάποια προβλήματα του κειμένου προτού σταλεί η μετάφραση στο τυπογραφείο. Δε βαριέσαι, σκέφτηκα, εμείς φέτος θα πάμε στην Ελβετία, είναι η σειρά του Τ. να διαλέξει, στο κάτω κάτω της γραφής ας μη γίνει η συζήτηση με τον εκδότη φέτος το καλοκαίρι, κερδισμένοι θα βγούμε. Αρπάζω τη χαλασμένη γραφομηχανή μου, την πάω στον κύριο Σ. να τη φτιάξει, ας δουλέψω ακόμα λίγο το κείμενο του Μωυσή. Ο κύριος Σ. παρατηρεί την άρρωστη μηχανή, στο μεταξύ λέει διάφορα, μου διηγείται πόσο γρήγορα πήρε βίζα από την ελληνική πρεσβεία και πόσο ευτυχισμένος είναι που θα πάει φέτος στην Ελλάδα μαζί με τη γυναίκα του, είναι φανατικοί ταξιδευτές.


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 20

20

ΜΑΓΚΝΤΑ ΣΑΜΠΟ

Επιστρέφοντας στο σπίτι με τα λεωφορεία 12 και 5 δεν μπορώ να βγάλω από το μυαλό μου τον κύριο Σ. Για την Ελλάδα παίρνει κανείς βίζα μέσα σε δέκα μέρες χωρίς να στηθεί στην ουρά και χωρίς πολλές διατυπώσεις; Έτσι είπε, το άκουσα καλά. Η λέξη «Ελλάδα» αρχίζει να με βασανίζει, στο μυαλό μου έρχονται αποσπάσματα από τον Όμηρο και ο Ανακρέων, οι δύο αράδες του Άγνωστου Επιγραμματογράφου για την αγελαδίτσα του Μύρωνα και τα πάθη της Ορέστειας. Βλέπω τον ηθοποιό Στάνκαϊ στη σκηνή από τη Φάνι7 να απευθύνει χαιρετισμό στην Αμαλία λέγοντας: «Από χαρές αντηχούν ο Παρνασσός κι ο Ελικώνας», αλλά και ο Μπέρζενι8 ψιθυρίζει στ’ αυτιά μου, Τον χειμώνα που πλησιάζει, κι ακούω τις στροφές με τις οποίες ο Τσόκοναϊ9 χαιρετίζει τον ελευθερωμένο από τη φυλακή Κάζιντσι10-Ορφέα εξ ονόματος του μαθητή του, Εύμολπου. Κατεβαίνοντας στην οδό Γιούλια νιώθω σαν να μ’ έχει ξαφνικά καταβάλει κάποια ασθένεια. Δεν θέλω να το πω ούτε και να το δείξω, κρατάω τον λόγο μου – αυτό το καλοκαίρι δεν επιλέγω εγώ. Ο θυμός όμως έχει φωλιάσει μέσα μου, διαπερνάει το δέρμα μου, ο πυρετός του λάμπει μέσα στα μάτια μου, κρύβεται στην τόσο ύποπτα πειθαρχημένη φωνή μου όσο αναφέρω, όπως κάθε φορά που επιστρέφω από το κέντρο, ποιον είδα, τι έκανα, με ποιους μίλησα. «Ο κύριος Σ. είπε ότι θα πάνε στην Ελλάδα», λέω, και η φωνή μου είναι σαν να πάσχω από πυώδη αμυγδαλίτιδα. Ο Τ. με κοιτάζει, σωπαίνει. Μιλάω για κάτι άλλο, έπειτα πάλι για τον κύριο Σ., ότι είναι εύκολο –κατά τη γνώμη του– να βγάλει κανείς βίζα. Ο Τ. εξακολουθεί να σωπαίνει, σταματάω κι εγώ, αν δεν είχα μάθει να κυριαρχώ στις επιθυμίες μου, πού άραγε θα με είχαν παρασύρει τα δύσκολα τα χρόνια… Κάνω τη δουλειά μου, μεσημέριασε, ετοιμάζω και το φαγητό. Εκείνη την ημέρα δεν γίνεται άλλη κουβέντα για τις διακοπές, αλλά ούτε και τις επόμενες. Εγώ θέλω τόσο πολύ να πάω στην Αθήνα που η λαχτάρα πάει να τσακίσει την καρδιά μου, δεν λέω όμως τίποτα σχετικά και ε-


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 21

ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΔΙΑ

21

ξηγώ ξανά και ξανά στον εαυτό μου ότι αυτό το καλοκαίρι είναι του Τ. και όχι δικό μου. Τα διαβατήρια είναι φυλαγμένα στο δικό του ντουλάπι, και κάποια στιγμή μετά από πέντε μέρες, τοποθετώντας τα φρεσκοσιδερωμένα ρούχα στη θέση τους, παρατηρώ ότι δεν βρίσκονται πια εκεί. «Θα πήγε να κάνει αίτηση στους Ελβετούς», σκέφτομαι και ντρέπομαι που ξαφνικά λυπήθηκα τόσο, έπειτα όμως θυμώνω, με καταλαμβάνει οργή για την ίδια μου την αναίδεια, επιτέλους τι παραλογισμός είναι αυτός, να κρεμάω μούτρα επειδή θα ξαναδώ το Λευκό Όρος ή θα στέκομαι στην κορφή του Σαν Σαλβατόρε στο Λουγκάνο χαζεύοντας από ψηλά τις ηλεκτρικές γιρλάντες και το φωτισμένο σιντριβάνι από το ύψος των κεραυνών και των συννέφων, ενώ κάτω ο άνεμος θα διπλώνει τα φύλλα στις φοινικιές γύρω από το άγαλμα του Αγίου Φραγκίσκου με τα πουλάκια. Γίνομαι απάνθρωπη μέχρι αηδίας απλά και μόνο γιατί οι Σειρήνες ξανάρχισαν μέσα μου το τραγούδι τους. «Η Ελλάδα είναι η γη των θεών», τραγουδούν οι Σειρήνες, «πάντα λαχταρούσες να τη δεις, χωρίς το παραμικρό ίχνος ελπίδας, επί δεκαετίες διδάχτηκες γι’ αυτήν τις πρώτες γνώσεις όχι μόνο από τους Έλληνες κλασικούς αλλά και από τους ποιητές του δικού σου λαού». Έχουμε σπανάκι για μεσημεριανό, ρίχνω τα αυγά στο τηγάνι όταν ακούω τα βήματα του Τ. στο κλιμακοστάσιο. Πηγαίνω τη σούπα μέσα, και πάνω στο τραπέζι, στο κέντρο του οποίου τοποθετώ τη σουπιέρα, υπάρχει ένα στενόμακρο φύλλο χαρτί δίπλα στην πετσέτα μου. Το σηκώνω: είναι η αίτηση βίζας για την Ελλάδα. Ο Τ. δεν φαίνεται πουθενά, από τη μεριά του λουτρού ακούω θόρυβο, το νερό τρέχει, εκείνος σφυρίζει. Πάντα σφυρίζει όταν βρίσκεται σε αμηχανία. Εγώ στέκομαι εκεί, η πατατόσουπα αχνίζει. Τα μάτια μου είναι δακρυσμένα. Η βίζα βγαίνει πράγματι σε απίστευτα σύντομο χρόνο στην ελληνική πρεσβεία. Τα πράγματα πάνε τόσο καλά ώστε φοβάμαι μήπως την πληρώσω κάποτε που τούτη τη χρονιά τίποτα


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 22

22

ΜΑΓΚΝΤΑ ΣΑΜΠΟ

δεν με κάνει να σκάσω απ’ τον θυμό μου, κανείς δεν με προσβάλλει ούτε και με ταπεινώνει όσο διεκπεραιώνουμε τα τυπικά – έπειτα ξεχνώ τις αγωνίες μου και αφήνομαι σε μία από τις πιο ευχάριστες ασχολίες μου, τον σχεδιασμό του ταξιδιού. Ο Τ. έχει αγοράσει οδηγούς καθώς και ένα μικρό ελληνικό λεξικό, αρχίζω να μαθαίνω ελληνικά. Με τα αρχαία ελληνικά που έμαθα στο γυμνάσιο και στο πανεπιστήμιο μάταια θα πλησίαζα τους απόγονους του Πλάτωνα, αυτοί πια μιλούν τα νέα ελληνικά, πρέπει λοιπόν να δω πώς λένε το «ευχαριστώ» και πώς ζητούν ένα ποτήρι νερό. Γελώ κι εγώ η ίδια με την προκοπή μου, αφού η Σάρι Κ., ο Ζόλταν, ο Γκιούρι Σ., όλοι όσοι πέρασαν από εκεί είπαν ότι οι Έλληνες γνωρίζουν πολλές ξένες γλώσσες, άρα είναι μάλλον απίθανο να μου χρειαστούν οι λέξεις της νεοελληνικής. Παρ’ όλα αυτά μελετώ, ξέρω από δική μου πείρα πόσο διαφορετικά αντιμετωπίζω τον ξένο που ερχόμενος σ’ εμάς αποπειράται, έστω και ως αρχάριος, να μιλήσει τη γλώσσα της πατρίδας μας. Αργότερα, στα νησιά, θα φανεί πόσο σοφά έπραξα που απομνημόνευσα μερικά ρήματα και ουσιαστικά, περάσαμε βδομάδες σ’ ένα περιβάλλον όπου οι πάντες μιλούσαν μόνο ελληνικά. Βρίσκουμε αεροπορικά εισιτήρια χωρίς δυσκολία, η κυραΓιούλισκα αναλαμβάνει τη φύλαξη και τη φροντίδα της μητέρας μου, ετοιμαζόμαστε με άνεση, περισσεύει χρόνος για όλα, να αποχαιρετήσουμε τους φίλους μας, να φτιάξουμε όμορφα όμορφα τις βαλίτσες μας. Για πρώτη φορά καταφέρνω να ξεκινήσω για ένα πιο μακρινό ταξίδι έχοντας κέφια και χωρίς να έχω εξαντληθεί από τον αγώνα μέχρι ν’ ανέβω στο αεροπλάνο. Μερικές μέρες πριν από την αναχώρηση συναντώ τον Γκιούρι Σ. σε μια σύσκεψη σχεδιασμού στο υπουργείο, κι ενώ κάνουμε και οι δύο παρεμβάσεις, βρίσκουμε ωστόσο την ευκαιρία κάτι να ψιθυρίσουμε, ο Γκιούρι «παραδίδει τις εμπειρίες του από την Ελλάδα», μάλιστα μου συστήνει κι ένα ξενοδοχείο, το Φαίδρα, κοντά στο άγαλμα του Βύρωνα. Θα το βρούμε κά-


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 23

ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΔΙΑ

23

πως φτάνοντας στον αεροσταθμό, ενθαρρύνω τον εαυτό μου, ούτε κι ο Γκιούρι Σ. ξέρει να μου πει πού βρίσκεται ο αεροσταθμός, δεν θυμάται να τον έχει δει. (Εκ των υστέρων δεν απορώ, γιατί στην Αθήνα δεν υπάρχει αεροσταθμός. Η κάθε μία αεροπορική εταιρεία έχει δικά της λεωφορεία που κατά την άφιξη μεταφέρουν τους επιβάτες της στα γραφεία της στην πόλη και τους κουβαλούν πάλι από εκεί στο Ελληνικό όταν έρχεται η ώρα να αναχωρήσουν· το λεωφορείο κάθε αεροπορικής εταιρείας περιμένει το δικό της αεροπλάνο. Θεωρητικά αυτό είναι πολύ καθησυχαστικό, αλλά στην πράξη όχι, γιατί όταν προσγειώνεσαι τη νύχτα κάπου είναι καλύτερα να φτάνεις σ’ ένα κεντρικό σημείο, όπου μπορείς να έχεις πληροφορίες, ενδεχομένως και μια επιλογή καταλυμάτων. Διότι η μοναδική μου έννοια είναι το κατάλυμα, δεν μου αρέσει να ψάχνω μέσα στη νύχτα πού να κοιμηθώ ούτε καν στην Ουγγαρία, πόσο μάλλον στο εξωτερικό.) Το αεροδρόμιο της Αθήνας βρίσκεται δέκα χιλιόμετρα και βάλε από την πόλη, αλλά κάπως θα φτάσουμε στο κέντρο και μετά κάτι θα γίνει. Πάντα κάτι γίνεται. Κατά την αναχώρηση απλώνομαι όλο αισιοδοξία στο αεροπλάνο, είμαστε το πολύ καμιά εικοσαριά. Οι περισσότεροι συνεπιβάτες μας πάνε στο Ισραήλ, μερικοί Αμερικανοί τουρίστες θ’ αλλάξουν αεροπλάνο στην Αθήνα, και στην Ελλάδα πάμε μόνο εμείς οι δύο. Βραδινό παίρνουμε στο αεροπλάνο, μπόλικο και καλό, πίνουμε και τον τελευταίο καφέ της πατρίδας. Το ταξίδι διαρκεί εκατόν τριάντα λεπτά, πίνω την τελευταία γουλιά από το κρασί που φύλαξα στο ποτήρι μου μόλις φτάνουμε πάνω από ελληνικό έδαφος· στέλνω από ψηλά χαιρετισμό στην Ελλάδα. Το τελευταίο τέταρτο της ώρας, όσο το αεροπλάνο πλέει στον νυχτερινό ουρανό, μου μένει αξέχαστο. Φαίνεται η θάλασσα, μπορεί κανείς ν’ ακολουθήσει την καμπύλη της ακτογραμμής που την πλαισιώνουν τα τόξα των φανοστατών, φαίνονται και τα νησιά, τα περίχωρα της πρωτεύουσας, αλλά και η Αθήνα η ίδια, και κατεβαίνουμε αργά


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 24

24

ΜΑΓΚΝΤΑ ΣΑΜΠΟ

πάνω από τα φώτα. Τελευταία δούλευα τον Μωυσή,11 το βιβλίο είναι ακόμα πολύ ζωντανό μέσα μου, η μορφή της Χούγκι είναι επίσης κοντινή. Δεν μπορώ να μην τη σκεφτώ, γιατί οι τσαλαπατημένες χάντρες της βρίσκονται εκεί, σκορπισμένες στην Αθήνα, και γύρω από την Αθήνα: μια πληθώρα από χρωματιστές χάντρες σπινθηρίζουν σε όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου πάνω στην παχιά, αρυτίδωτη μαυρίλα του ουρανού και της θάλασσας. Κάποτε που μας επισκέφθηκε μια αποστολή από Έλληνες συγγραφείς, τους υποδεχτήκαμε στην Ένωση Ούγγρων Συγγραφέων και δίπλα μου καθόταν ο Γκάμπορ Ντ. Είχε φρικτό καύσωνα, πίστευα ότι θα λιποθυμούσα. Οι Έλληνες συγγραφείς φορούσαν μαύρα κοστούμια αλπακά, κλειστά λευκά πουκάμισα, σκούρες γραβάτες, ενώ εγώ ασφυκτιούσα ντυμένη σ’ ένα φουστάνι από τσίτι με ντεκολτέ. «Δεν πιστεύω εκεί πέρα να κάνει περισσότερη ζέστη», ρώτησα ευελπιστώντας τον Ντ., γιατί όλοι προσπάθησαν να με μεταπείσουν σχετικά με το καλοκαιρινό ταξίδι στην Ελλάδα, λέγοντας ότι η ζέστη θα ήταν αφόρητη, κι εγώ έπρεπε να τους ανταπαντώ ότι δεν μπορούσα να πάω άλλη εποχή, ο Τ. είναι μόνο τα καλοκαίρια εύκαιρος, και μόνη μου δεν ταξιδεύω πουθενά. «Αστειεύεσαι!» ψιθύρισε ο Γκάμπορ. «Πολύ περισσότερη! Αυτή εδώ σε σύγκριση δεν είναι ζέστη. Θα δεις και μόνη σου». Τον κοίταξα σαν χαμένη, γιατί έκανε τόση ζέστη που πίστεψα ότι θα έλειωναν ακόμα και τα κόκαλά μου. Αδύνατον, είπα μέσα μου, μάλλον ο Γκάμπορ δεν θυμάται καλά. Δεν μπορεί να κάνει πιο ζέστη απ’ ό,τι στην Ιταλία, εκεί περιφερόμουν στους δρόμους του Σαλέρνο με σαράντα τέσσερις βαθμούς και όμως άντεξα. Πώς θα μπορούσε να τον ξεπερνάει ο ελληνικός καύσωνας; Ε λοιπόν, τον ξεπερνάει. Και είναι και κάπως διαφορετικός. Μόλις πατάω βγαίνοντας τη σκάλα του αεροπλάνου, με πιάνει ζαλάδα, αναγκάζομαι να κρατηθώ από την κουπαστή. Κάπως έτσι θα αισθάνεται η φρατζόλα όταν την τοποθετούν


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 25

ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΔΙΑ

25

πάνω στο φτυάρι και τη σπρώχνουν στον φούρνο. Ο σφυγμός μου ανεβαίνει ραγδαία, δεν τολμώ να μετρήσω τους παλμούς. Εκατόν είκοσι το λιγότερο. Αναπνέω με δυσκολία. Είναι νύχτα, εμείς στο Πάσαρετ το καλοκαίρι κατεβάζουμε τα ρολά γιατί κρυώνουμε με τα ορθάνοιχτα παράθυρα. Τι θα γίνεται εδώ την ημέρα; Δεν τολμώ να κοιτάξω τον Τ., ο οποίος μόνο για το δικό μου χατίρι ήρθε στην Ελλάδα και όλη την άνοιξη ονειρευόταν την παγωμένη ανάσα του αέρα με τη μαβιά αντανάκλαση στο Κουρ. Προφέρω τώρα τις πρώτες λέξεις στη γλώσσα της ξένης χώρας. Αυτές οι στιγμές είναι πάντοτε συγκινητικές, παντού υποδέχονται με χαμόγελο τον λάθος τονισμό, τη λάθος προφορά του νεοφερμένου στην προσπάθειά του για προσέγγιση. Στο αεροδρόμιο του Ελληνικού οι υπάλληλοι ανταποδίδουν τον χαιρετισμό με ψυχρή ευγένεια, έπειτα ψάχνουν για πολλή ώρα στα συρτάρια τους. Στέκομαι στο μικρό μαντρί που με χωρίζει από τη δυνατότητα να πατήσω επιτέλους τη γη της Ελλάδας και να προχωρήσω στη χώρα την οποία γνωρίζω σχεδόν από τότε που απέκτησα αυτοσυνείδηση, που η λογοτεχνία της και οι μύθοι της έχουν ενταχθεί στη ζωή μου. Πατρίδα του εφευρετικού Οδυσσέα, πατρίδα του ηρωικού Αχιλλέα, πατρίδα του κλέφτη της φωτιάς Προμηθέα, γη θεών αρσενικών και θηλυκών, γιατί δεν αφήνεις τον χαμογελαστό ξένο να εισέλθει πιο εύκολα όταν έρχεται από σοσιαλιστική χώρα; Για ποιο λόγο θα πρέπει να μετακινεί το βάρος του από το ένα πόδι στο άλλο μέχρι να του επιτραπεί να κινήσει προς την πύλη της εξόδου, και γιατί θα πρέπει να χαζεύει σαστισμένος το διαβατήριό του, που επιτέλους του επιστρέφεται στολισμένο με ένα σφραγισμένο κείμενο που λέει ότι θα πρέπει να παρουσιαστεί στην αστυνομία εφόσον παραμείνει στη χώρα για πάνω από τέσσερις εβδομάδες, διότι τότε θα λήξει η θεωρητικά για έξι εβδομάδες βίζα του; Η Εθνική Τράπεζα δεν έχει να μας δώσει δραχμές, ανα-


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 26

26

ΜΑΓΚΝΤΑ ΣΑΜΠΟ

γκαζόμαστε ν’ αρχίσουμε το ταξίδι μας στην Ελλάδα αλλάζοντας χρήματα, θα ζητούσαμε έπειτα πληροφορίες για κατάλυμα, αλλά δεν βρίσκουμε ούτε πού ούτε από ποιον να τις ζητήσουμε. Έχουμε χρόνο για ψάξιμο, αργεί ακόμα το λεωφορείο μας. Όπως μαθαίνουμε, το λεωφορείο της Μάλεβ που θα μας αφήσει μπροστά στα γραφεία της εταιρείας στην Αθήνα μεταφέρει πρώτα τα μέλη του πληρώματος του αεροπλάνου, για να ξεκουραστούν όπως τους αξίζει, και οι επιβάτες έπονται. Περιμένουμε όρθιοι μπροστά στην αίθουσα ανταποκρίσεων, έξω στο ύπαιθρο, αλλά ούτε κι εκεί είναι καλύτερα τα πράγματα απ’ ό,τι μέσα, όπου ανεμιστήρες με διάμετρο ένα μέτρο πολεμούν χωρίς αποτέλεσμα την τροπική θερμοκρασία. Η ζέστη είναι χειροπιαστή, έχει την υφή του μπαμπακιού, φαντάζομαι ότι μ’ ένα ψαλίδι θα μπορούσα να την κόψω, η καρδιά μου γρονθοκοπεί τα πλευρά μου, οι ρίζες των μαλλιών μου είναι ιδρωμένες. Σερνόμαστε γι’ άλλη μια φορά γύρω γύρω στην αίθουσα των αφίξεων, μπας και δεν είδαμε καλά προηγουμένως και παρ’ όλα αυτά υπάρχει κάπου ένα γραφείο πληροφοριών, αλλά εις μάτην. Η ώρα είναι έντεκα, μεγάλα λευκά αστέρια φέγγουν από πάνω μας, απλώνεις τα χέρια και φτάνεις τη θάλασσα. Κίνηση δεν υπάρχει, ούτε και οι υπάλληλοι του αεροδρομίου φαίνονται πουθενά, οι επιβάτες της πτήσης μας περιμένουν όρθιοι να ξανάρθει το λεωφορείο της Μάλεβ που έφυγε γλιστρώντας απαλά μπροστά στα μάτια τους. Ο Τ. είναι εκνευρισμένος. Δεν το λέει, αλλά εγώ το βλέπω. Εγώ είμαι πιο αγαθή, πιο αισιόδοξη, του λέω ότι ο Γκιούρι Σ. μού είπε πως εδώ πέρα ο κόσμος κάθεται έξω στους δρόμους μέχρι τα χαράματα, κουβεντιάζουν και τρώνε παγωτά, σε μια τόσο μεγάλη πόλη όσο αυτή, όπου συρρέουν οι τουρίστες πατείς με πατώ σε, θα πρέπει να υπάρχουν δωμάτια, κάθε δεύτερο σπίτι θα είναι σίγουρα ξενοδοχείο, όπως ήταν και στη Ρώμη. Ο Τ. νεύει απαξιωτικά, δεν απαντάει κι αυτό με σαστίζει, τούτη η αντιστροφή, εγώ είμαι συνήθως ο άπιστος Θωμάς, ο


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 27

ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΔΙΑ

27

ανασφαλής, τώρα αντιδράμε κάπως ανάποδα, και τα νεύρα μας προετοιμάζονται αντίστροφα για να αντιμετωπίσουν τα γεγονότα: ο Τ. είναι ο ανήσυχος, κι εγώ η τσιτωμένη και αισιόδοξα περίεργη, όπως κάποιος που αλληλογραφεί επί χρόνια με μια κοπέλα, την οποία ερωτεύεται χωρίς να έχουν συναντηθεί ποτέ, και που επιτέλους δεν τον χωρίζει παρά μόνο μια διαδρομή δέκα χιλιομέτρων με το λεωφορείο από το να την αντικρίσει. Το λεωφορείο της Μάλεβ επιστρέφει, σκαρφαλώνουμε πάνω. Όσο κινείται το όχημα, προς το παρόν τελείως παραλιακά, ψυχανεμίζομαι απλά ότι ο κόλπος του Σαρωνικού είναι εκείνος που λαχανιάζει δίπλα μας, η ίδια η θάλασσα μόλις που φαίνεται, το πολύ πολύ τα πολύχρωμα φώτα που τσουλάνε πάνω της κοντά στην ακτή πέρα δώθε. Η περιφέρεια της Αθήνας από το Ελληνικό μέχρι την άκρη της πόλης δίνει τη συνδυασμένη εντύπωση δυτικής πρωτεύουσας και Νότου, οι επιφάνειες με τις φωτεινές επιγραφές αντανακλούν Ευρώπη, ενώ τα αρώματα και η χλωρίδα είναι νότια. Το κέντρο της πόλης, ακόμα και σε τόσο προχωρημένη ώρα, είναι γεμάτο κόσμο, οι λεωφόροι πυρπολούνται από τις φωτεινές διαφημίσεις, οι βιτρίνες είναι εκτυφλωτικές. Νιώθουμε αδικαιολόγητα κουρασμένοι, μάλλον λόγω της απότομης αλλαγής κλίματος· πριν μερικές ώρες αποχαιρετούσαμε τη μητέρα στη Βούδα, και στο μαγικό χαλί της εναέριας διαδρομής το ταξίδι κράτησε τόσο λίγο. Δεν γνωρίζω ακόμα ότι η πλατεία που διασχίζει εν ριπή οφθαλμού το λεωφορείο μας και η οποία σπινθηροβολεί, λάμπει σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο, πλαισιωμένη από φοίνικες και πολυτελή ξενοδοχεία με φανταστικές διαστάσεις και επίπλωση, είναι το Σύνταγμα, ούτε ότι τα γραφεία της Μάλεβ, όπου κατεβαίνουμε, βρίσκονται σε μία από τις πιο λαμπρές λεωφόρους της Αθήνας, στην Ελευθερίου Βενιζέλου, στην αρχή δεν συλλαμβάνω τίποτα πέραν του ότι αυτή η πόλη αστράφτει σαν πετράδι δαχτυλιδιού κι ότι τούτη η ζέστη κοντεύει να με πνίξει. Όσοι επιβάτες είχαν κάποιον να τους περιμένει και όσοι εί-


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 28

28

ΜΑΓΚΝΤΑ ΣΑΜΠΟ

χαν φροντίσει για κατάλυμα σκόρπισαν, εμείς στεκόμαστε στην καυτή σαν τη λάβρα και εκθαμβωτική Βενιζέλου που αντανακλά τον καύσωνα της ημέρας και αρπάζουμε τις βαλίτσες μας. Ταξί δεν φαίνεται προς το παρόν πουθενά, εξάλλου τι θα του λέγαμε αν τυχόν μας έπιανε κρίση επιπολαιότητας, σαν πού να μας πάει; Εγώ ελληνικά έχω μάθει να λέω μόνο «παρακαλώ ένα ποτήρι νερό», «δώστε μου παρακαλώ εκατό γραμμάρια τυρί» και τέτοια: δεν θα μπορούσα να συνεννοηθώ με τον ταξιτζή. Αν πάλι αρχίσουμε τη συζήτηση στα αγγλικά, ξέρουμε τι θα ακολουθήσει: ο οδηγός θα καταληφθεί αμέσως από την έμμονη ιδέα ότι είμαστε Αμερικανοί και θα μας πάει σ’ ένα ακριβό ξενοδοχείο. Ας πάμε με τα πόδια, υπάρχουν ένα σωρό ξενοδοχεία εδώ, στον δρόμο τούτον όπου και να κοιτάξουμε, αλλά και στις παρόδους, παντού, κάποιο απ’ όλα θα μας κάνει. Κατηφορίζουμε αργά τη λεωφόρο, με μια παράξενη αίσθηση. Όχι επειδή η βαλίτσα είναι βαριά ή η ζέστη πνιγερή, αλλά γιατί όλα αυτά μας συμβαίνουν στην Αθήνα και μας σκεπάζει ο αθηναϊκός ουρανός, ο ελληνικός ουρανός. Για ποιο λόγο όμως να είναι οι λέξεις τόσο πιεστικές όσο και οι φυσικές επιθυμίες, και για ποιο λόγο, αφού ένα κοριτσάκι κάποτε διάβασε για τον «οίνοπα πόντον», μάταια θα βλέπει μετά τον βαθυπράσινο ωκεανό των Βίκινγκς, μάταια θα πλέει το πλοίο της στην Τυρρηνική Θάλασσα ή στον Κόλπο της Φινλανδίας, και θα νιώθει ότι θα πεθάνει αν δεν μπορέσει να δει πώς μοιάζει αυτή η οινόχρωμη θάλασσα, αν δεν καταφέρει να φτάσει εκεί που κάποτε ο αέρας φούσκωνε τα πανιά των Αχαιών και οι αφροί της θάλασσας γεννούσαν θεές; Ω, τρομερέ και φοβερέ πόθε της εσχατιάς!

Αρχικά στα ξενοδοχεία μπαίνει ο Τ., εγώ φυλάω τις βαλίτσες στον δρόμο. Στην αρχή μού φαίνεται μέχρι και διασκεδαστικό που δεν υπάρχει πουθενά ελεύθερο δωμάτιο, κοίτα να δεις,


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 29

ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΔΙΑ

29

λέω, τι περιπέτεια κι αυτή, μέσα στη μαύρη νύχτα πιλαλάμε εδώ κι εκεί σε μια άγνωστη πόλη. Μετά από λίγο δεν το βρίσκω πια τόσο διασκεδαστικό. Δεν τολμάμε να πειραματιστούμε με το Φαίδρα που συνέστησε ο Γκιούρι Σ., σύμφωνα με τον χάρτη μας απέχει πολύ από τη Βενιζέλου, και δεν έχουμε το κουράγιο να διακινδυνεύσουμε πηγαίνοντας έτσι στα τυφλά, γιατί μπορεί να μην έχουν δωμάτιο ούτε εκεί. Μέσα στη μιάμιση ώρα που ψάχνουμε κατάλυμα ο Τ. έχει μπει χωρίς αποτέλεσμα σε δεκαεννέα ξενοδοχεία. Τα μεσάνυχτα έχουν περάσει από ώρα, σερνόμαστε όλο και πιο κουρασμένοι. Με εγκαταλείπει πια κι εμένα η αισιοδοξία, πονούν τα χέρια μου από το χερούλι της βαλίτσας, μολονότι δεν ζυγίζει παρά έξι κιλά η τσάντα που γέμισα για έξι εβδομάδες, αλλά δεν είχα κατά νου να κόβω βόλτες μ’ αυτό το φορτίο. Η λάβρα σαν να αυξάνεται, αέρας πουθενά, δεν υπάρχει κατάλυμα, μόνο τα ανελέητα, σκληρά σαν γυάλινες χάντρες φώτα μιας άγνωστης μεγαλούπολης. Αρχικά κατευθυνόμαστε προς το ένα ή το άλλο ξενοδοχείο με γνώμονα ποιο μοιάζει πιο προσιτό οικονομικά, ελέγχουμε στον ταξιδιωτικό οδηγό σε ποια κατηγορία ανήκει πριν μπει ο Τ. και απευθυνθεί στον θυρωρό. Μετά τις δωδεκάμισι –στους δρόμους εύθυμοι τουρίστες και γελαστοί Έλληνες απολαμβάνουν τη νύχτα– έχουμε φτάσει σε τέτοιο σημείο ώστε θα χτυπούσαμε την πόρτα ακόμα και του Χίλτον, του παράδεισου φιλοξενίας με τις απλησίαστες τιμές, για να βρούμε κάποιο μέρος να ξαπλώσουμε, να χορτάσουμε ύπνο, ένα ντους που θα απαλύνει αυτή την ανελέητη ζέστη, κι έπειτα, αν χρειαστεί, ας μην τρώμε για μια βδομάδα άλλο από ξερό ψωμί. Έτσι φτάνουμε στον θυρωρό του Ιντερνάσιοναλ, που κουνάει μετά λύπης του το κεφάλι, γιατί ούτε εκεί υπάρχει δωμάτιο. Τουλάχιστον όμως μαθαίνουμε γιατί: επειδή στην υπερπλήρη Αθήνα τα δωμάτια αδειάζουν το πρωί, το καλοκαίρι μόνο ανάμεσα στις εννιά και στις δέκα το πρωί υπάρχει ελπίδα να βρει ο ξέ-


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 30

30

ΜΑΓΚΝΤΑ ΣΑΜΠΟ

νος μέρος να μείνει. Ο Τ. σηκώνει κι έπειτα ξαναφήνει κάτω τη βαλίτσα του, την οποία τόση ώρα περνάει από το ένα χέρι στο άλλο, έχει την υποψία ότι θα σπάσει το χερούλι, ενώ δεν πάνε ούτε δυο μέρες που την αγόρασε στην οδό Σάντορ Πέτεφι, απλά στέκεται και με κοιτάζει. Ξέρω, ως εδώ ήταν, το μέτωπό του είναι ιδρωμένο και βλέπω στο βλέμμα του ότι σήμερα κατά πάσα πιθανότητα θα κοιμηθούμε σε κάποιο πάρκο, ίσως και στα σκαλιά του Πανεπιστήμιου. Στη στιγμή επιτελείται αλλαγή σκυτάλης, όπως πάντοτε στην κοινή μας ζωή όταν σώζονται οι δυνάμεις του ενός, ξαφνικά νιώθω ότι είμαι πάλι δυνατή, έτοιμη να αντιμετωπίσω τις προκλήσεις. Στην άλλη πλευρά της λεωφόρου βλέπω ένα ξενοδοχείο, θα πρέπει να είναι πολύ αριστοκρατικό, γιατί είναι πολύ ταλαιπωρημένο και στη γυάλινη πόρτα του είναι κολλημένες διάφορες ετικέτες διεθνών ξενοδοχείων. Βόηθα, γαλαζομάτα θεά, Αθηνά Παλλάδα, αυτό το ξενοδοχείο λέγεται Παλλάδιον, προφανώς τελεί υπό την προστασία σου. Ο Τ. νεύει απελπισμένα όσο εγώ περνώ με χορευτικές φιγούρες ανάμεσα στις ουρές των αυτοκινήτων – αυτό το νεύμα περιέχει την ειρωνεία «εμάς περιμένουν σίγουρα στο Παλλάδιον». Γιατί να υπάρχει δωμάτιο ακριβώς εδώ; Και όμως υπάρχει. Τον λόγο όμως τον μαθαίνω μόνο όταν ανοίγω την Ντουλάπα με τη Φρικτή Όψη, ως τότε πιστεύω ότι πρόκειται για θαύμα της θεάς Αθηνάς. Σε κάθε περίπτωση, δωμάτιο υπάρχει, και μάλιστα, όπως ακούω, με λουτρό, κι αν όχι με μπανιέρα, πάντως με ντους. Με τις ατσούμπαλες από την απόλυτη ευτυχία κινήσεις μου κάνω το νυσταγμένο παιδί του ασανσέρ να γελάσει, και μόνο αργότερα, ως καθυστερημένη αντίδραση, συνειδητοποιώ ότι εγώ με κάποιον τρόπο συγκράτησα το πρόσωπο αυτού του παιδιού που μας ανέβασε με το ασανσέρ, κι αυτό το πρόσωπο μου γέννησε και μια σκέψη, η οποία ενεργοποιείται πάλι όταν αντικρίζω το παιδί που πουλάει ακτοπλοϊκά εισιτήρια στη Ρόδο και το άλλο που βάζει πονταρισιές στα


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 31

ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΔΙΑ

31

σακάκια, κι έπειτα τους «μικρούς» στην Κω, ότι δηλαδή αυτό τo παιδί εδώ και ώρα θα έπρεπε να βρίσκεται στο κρεβάτι του. Εκεί, στο Παλλάδιον, η σκέψη περνάει φευγαλέα μόνο από τον νου μου, δεν σηκώνει μεγαλύτερο κυματισμό από μια φτερούγα πουλιού, τώρα το σημαντικότερο για μένα είναι ότι κάπου με δέχτηκαν κι ότι θα πιω νερό και θα κάνω μπάνιο, θα πέσω στο κρεβάτι, θα κοιμηθώ και αύριο θ’ αρχίσουν οι διακοπές. Δωμάτιο πάντως έχουμε, με όσο υψηλό τίμημα κι αν το αποκτήσαμε, τη διαφορά θα την καλύψουμε κάνοντας οικονομία στο φαγητό. Έχουμε λοιπόν δωμάτιο. Το τι είδους δωμάτιο θα φανεί όταν ο υπάλληλος του ξενοδοχείου που μας οδήγησε επάνω βάζει το κλειδί στην πόρτα, μας καληνυχτίζει και μας αφήνει μόνους. Τον κοιτάζω κιόλας να απομακρύνεται, γιατί είναι πράγματι ευγενικός και μειλίχιος, και δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο δεν ανοίγει την πόρτα διάπλατα μπροστά μας και δεν μπαίνει μαζί μας μέσα. Έτσι συνηθίζεται σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου· εγώ είχα προετοιμάσει ήδη το χαμόγελο με το οποίο θα του απαντούσα όταν θα μας ρωτούσε με το βλέμμα αν μας κάνει το κατάλυμα. Γερνάω, σκέφτηκα, αρχίζω να γίνομαι πιο αργή, γιατί να μας ανοίξει την πόρτα αυτός ο εμφανώς νυσταγμένος άντρας, αφού κάτω μας πληροφόρησε για τις λεπτομέρειες, ότι το δωμάτιο κλιματίζεται, έχει και λουτρό με ντους. Θ’ ανοίξω εγώ την πόρτα, έχω χέρια. Ανοίγω με φόρα την πόρτα, μπαίνω, πάω να απευθύνω έναν αστείο χαιρετισμό στον Τ., αλλά μου κόβεται η μιλιά μαχαίρι. Τώρα πια ξέρω γιατί δεν μας οδήγησε μέχρι μέσα ο μειλίχιος άντρας, αλλά και γιατί απομακρύνθηκε με τέτοια ασυνήθιστη ταχύτητα, σαν να είχε να κάνει κάποια εργασία που δεν έπαιρνε αναβολή. Στο δωμάτιο του Παλλάδιον βρίσκονται τα παρακάτω: Στο ταβάνι υπάρχει ένας ανεμιστήρας του ενός μέτρου που βγάζει έναν ήχο σαν ουρλιαχτό· αυτός είναι ο κλιματισμός. Ο 2 – Στο κατώφλι του Δία


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 32

32

ΜΑΓΚΝΤΑ ΣΑΜΠΟ

θόρυβος που κάνει όταν είναι αναμμένος δεν σ’ αφήνει να κοιμηθείς, γιατί μουγκρίζει σαν ταύρος, κι όταν είναι κλειστός σκάμε από τη ζέστη. Στη γωνία υπάρχει ένα ψυγείο, ένα αρκετά μεγάλο ψυγείο με συμπαθητικό παρουσιαστικό, σαν αυτό που έχουμε στην κουζίνα του σπιτιού μας, ίσως ανήκει και τούτο στον κλιματισμό. Υπάρχουν ακόμα δύο ντουλάπες, μια κίτρινη με καθρέφτη και μια Γκρίζα με Φρικτή Όψη, ένα τέρας, με πόρτα κατά το ήμισυ και με κουρτίνα η άλλη μισή, επίσης μιάμιση καρέκλα, μιάμιση γιατί μόνο η μία είναι κατάλληλη για χρήση, της άλλης το ένα πόδι κουνιέται επικίνδυνα, υπάρχει κι ένα διπλό κρεβάτι και πάνω του δυο λυπημένα μαξιλάρια, πολύ μικρότερα από τα κανονικά, μαζί με δυο ορφανά σεντόνια, το ένα θα βρίσκεται από κάτω μας, το άλλο προορίζεται για σκέπασμα, αλλά μάλλον δεν θα το χρειαστούμε ούτε αυτό, αφού εδώ μέσα έχει τουλάχιστον σαράντα βαθμούς. Το παράθυρο βλέπει κάτω σε μια εξωτερική σκάλα με κάδους απορριμμάτων, όσο για τη θέα μας (την επομένη το πρωί αποκαλύπτεται αυτό) είναι ο πίσω τοίχος ενός γραφείου ή κάτι τέτοιο, οι δεσποινίδες που δακτυλογραφούν από το πρωί αρχίζουν απέναντί μας τη φλυαρία και τον καλλωπισμό στις επτά παρά τέταρτο: δεν μπορούμε ν’ ανοίξουμε τα παράθυρα ούτε και νωρίς, στην πρωινή δροσούλα. Θυμώνω, διαμαρτύρομαι ότι με ξεγέλασαν, μου έταξαν ντους και λουτρό, κι εδώ δεν υπάρχει παρά ένας μαραμένος νιπτήρας στον τοίχο, άντε τώρα να βγω στον διάδρομο προς αναζήτηση λουτρού. Η έκφραση του Τ. είναι σαν να τον έχουν μόλις σταυρώσει, είναι ψόφιος στην κούραση, θέλει να κάνει μπάνιο, σιχαίνεται τον ανεμιστήρα, όπως και το ύποπτο μαξιλαράκι, στο σπίτι δεν τον φτάνουν ούτε δύο μεγάλες μαξιλάρες. Οσφραίνεται, είναι έκδηλη η ζύμωση του περιεχομένου των κάδων, δεν μπορεί ν’ αφήσει κανείς ούτε χαραμάδα ανοιχτή στα παράθυρα. Θα σκάσουμε. Εγώ ξεντύνομαι, τουλάχιστον να μη φορώ άλλο αυτά τα καταϊδρωμένα ρούχα. Απλώνω τα πράγματα αρχικά στο κρε-


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 33

ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΔΙΑ

33

βάτι, έπειτα τα βάζω στην ντουλάπα, η κίτρινη είναι μικρότερη, εκεί τα τοποθετώ. Αφήνω στον Τ. την Γκρίζα με τη Φρικτή Όψη. Αρχίζει κι εκείνος να ξεπακετάρει, ανοίγει διστακτικά, απρόθυμα, τη βαλίτσα του, βγάζει τα πράγματά του με το ύφος κάποιου που δεν είναι βέβαιος ότι θα παραμείνει εδώ, κι όμως έπειτα παίρνει την απόφαση να τα τακτοποιήσει, τραβάει απότομα την πόρτα της γκρίζας ντουλάπας για να βάλει μέσα τα πουκάμισά του. Σταματάει σαν να τον χτύπησε κεραυνός, εμένα μου πέφτει απ’ το χέρι η παντόφλα που ετοιμαζόμουν να φορέσω εκείνη τη στιγμή. Η Γκρίζα με τη Φρικτή Όψη είναι πλέον ανοιχτή, αποκαλύπτεται και το μυστικό της: μέσα στην ντουλάπα έχει τοποθετηθεί μια λεκάνη τουαλέτας, δίπλα της η αλυσίδα από το καζανάκι, πάνω του ένας χαριτωμένος πλαστικός ανεμιστήρας. «Θεοί!» βογκάω, ο Τ. είναι κατακόκκινος, κλείνει χτυπώντας δυνατά την πόρτα της ντουλάπας, με πιάνουν τα γέλια, δεν με κρατούν τα πόδια μου, πρέπει να καθίσω. Ο Τ. τραβάει με φόρα την κουρτίνα του άλλου μισού της γκρίζας ντουλάπας και τότε πια γελάει κι αυτός τόσο πολύ που πέφτει μ’ ένα γδούπο πλάι μου στο κρεβάτι, καθόμαστε ο ένας πλάι στον άλλο και ξεκαρδιζόμαστε στα γέλια: διότι στη σκεπασμένη με την κουρτίνα μεριά της Γκρίζας με τη Φρικτή Όψη υπάρχει μια ντουζιέρα, το δάπεδό της καλυμμένο με τενεκέ, οι τοίχοι της επίσης, στον πάτο μια χαριτωμένη τρυπούλα για να φεύγει το νερό. «Μας είπαν ότι έχουμε λουτρό», κλαψουρίζω, «δεν ήξερα όμως ότι οι Έλληνες το βάζουν στη σιφονιέρα». Ο Τ. τοποθετεί με μια μεγαλοπρεπή κίνηση την πιτζάμα του στο μπράτσο του και μαζεύοντας το κουράγιο του βουτάει με φόρα αθλητού στη μεριά του ντους, τραβώντας την κουρτίνα πίσω του μ’ ένα δυνατό σύρσιμο. Αρχίζει να τρέχει το νερό, από μέσα ακούγονται τσαλαβουτήματα και χτυπήματα, ο Τ., σαν πρόσωπο αρχαίας τραγωδίας, παρουσιάζει τον μοναχικό του χορό μέσα στην ντουλάπα. Εγώ μελετώ τα περαιτέρω μυστικά του δωματίου, ανακαλύπτω έναν διακόπτη άγνω-


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 34

34

ΜΑΓΚΝΤΑ ΣΑΜΠΟ

στης λειτουργίας, ο οποίος αποδεικνύεται ότι συμβάλλει στον φωτισμό του τμήματος της τουαλέτας μέσα στην Γκρίζα με τη Φρικτή Όψη. Είναι πράγματι πολύ προνοητικό εκ μέρους τους να μπορεί κανείς να πάρει ακόμα και βιβλίο μαζί του όταν απομονώνεται μέσα στην ντουλάπα του σπιτιού του, ενώ ρυθμίζει και τον ανεμιστήρα της τουαλέτας με το ευχάριστο βουητό. Ω, γη των θαυμάτων! Την πρώτη μας νύχτα στην Ελλάδα ο ύπνος μάς παίρνει όπως πέφτει κανείς μέσα σε πηγάδι, τα χείλη-μπετούγιες της μυστηριώδους γκρίζας ντουλάπας μάς γελάνε φιλικά, ενώ τα μαξιλάρια, που λόγω κλίματος δεν περιέχουν πούπουλα αλλά κάποιο συμπαγές ελαστικό, αποδεικνύονται καταστροφικά άβολα, το κρεβάτι είναι μεν κατά κάποιον τρόπο ανεκτό, αλλά θα χρειαστεί να περάσουν πολλές εβδομάδες για να τσακιστεί τόσο η ύβρις μέσα μου ώστε να δεχτώ ως σκέπασμα ένα σκέτο σεντόνι. Το πρωί της επομένης είναι όπως η μεγάλη στιγμή ενός παλιομοδίτικου μουσουλμανικού γάμου: το πέπλο ανεβαίνει αποκαλύπτοντας το πρόσωπο της νύφης. Μέχρι τώρα μόνο με τα νυχτερινά της στολίδια έχουμε δει την πόλη, τώρα την αντικρίζουμε πραγματικά. Έχουμε ξεκουραστεί ελάχιστα, υπερβολική η ζέστη, υπερβολικός και ο θόρυβος, κάθε μια ώρα ξυπνούσαμε και ξανακοιμόμασταν. Η περιέργειά μας όμως είναι δυνατότερη από την κούρασή μας, σηκωνόμαστε νωρίς, ξεκινάμε. Θα θέλαμε καφέ, αλλά η πανάκριβη τιμή του δωματίου δεν περιλαμβάνει πρωινό, πρέπει να ψάξουμε μόνοι μας να βρούμε κάτι. Το πρώτο βήμα, η πρώτη στιγμή, είναι βάναυσο: ποτέ μου δεν έχω δει περισσότερο φως από την πρωινή ακτινοβολία της Αθήνας στα τέλη Ιουλίου, ούτε καν στην Ιταλία, και ο Κόλπος του Σαλέρνο δεν πέφτει και πολύ πιο βόρεια. Ο ουρανός της Αθήνας είναι κιτρινόλευκος από τις φοβερά δυνατές ηλιαχτίδες, ασυννέφιαστος και ανελέητος, πρέπει να γυρίσουμε να πάρουμε τα καπέλα μας αν δεν θέλουμε να πάθουμε ηλίαση. Οι δρόμοι είναι πλημμυρισμένοι από κόσμο, κι αυτό το παράξενο


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 35

ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΔΙΑ

35

βίωμα μας ακολουθεί ακατάπαυστα και τις έξι εβδομάδες των διακοπών μας: με εξαίρεση τις ώρες της μεσημεριανής ανάπαυσης, στην Ελλάδα παντού και πάντα υπάρχει πολύς κόσμος. Στον δρόμο περπατάμε βήμα βήμα, λες κι έχουμε πέσει πάνω σε λιτανεία, ενώ δεν πρόκειται παρά για τη συνηθισμένη κίνηση τροχοφόρων και πεζών. Η πρώτη μου εμπειρία είναι ο φονικός καύσωνας, ο ήλιος από τον οποίο δεν υπάρχει σωτηρία, η παράξενη ατμόσφαιρα που κάνει να στεγνώνουν η μύτη και το στόμα μας στη στιγμή, και που εξαιτίας της πίνουμε συνεχώς όπως οι ταξιδιώτες στη Σαχάρας, κρατώντας το νερό για ώρα πάνω στη γλώσσα για να απαλύνουμε τη βασανιστική ξηρότητα στο στόμα μας. Η δεύτερη εμπειρία είναι η φασαρία. Όχι οι κόρνες και το σούρσιμο των μεταφορικών μέσων, αλλά οι ανθρώπινες εκδηλώσεις: ο ήχος της φυσαρμόνικας και της σφυρίχτρας των ζητιάνων, ο τενεκεδένιος θόρυβος από τα κύπελλά τους. Μουγκός ζητιάνος δεν υπάρχει, και βλέπω πολλούς από δαύτους, όλοι τραγουδούν ή παίζουν μουσική, ή κάποιος καημένος φωνάζει με μακρόσυρτη φωνή, τους κοιτάζω τρομαγμένη και με λύπηση, θα προτιμούσα να δραπετεύσω από το θέαμα αυτό, είναι φοβερό να τους βλέπεις στο λιοπύρι του δρόμου, με το στραμμένο προς τα πάνω τυφλό βλέμμα τους, είναι τόσο καταθλιπτικό να είναι τυφλοί και ν’ αναγκάζονται να ζητιανεύουν, και μάλιστα τραγουδώντας. Υπάρχουν πάμπολλα καταστήματα με πάμπολλα εμπορεύματα, είναι πολύχρωμα και σε διαφορετικές ποιότητες, η εντύπωση που προκαλούν είναι επίσης πολύχρωμη από αισθητική άποψη: δίπλα στα πραγματικά όμορφα αντικείμενα βλέπει κανείς τέρατα της δεκάρας, γύψινα αντίγραφα κλασικών δημιουργημάτων, σταχτοδοχεία με κακοποιημένα αρχαία μοτίβα, κόκαλα μαλλιών με ταινίες μαιάνδρου. Και κάτι ακόμα, που τότε δεν γνωρίζω ακόμα τον προορισμό του: υπάρχει σε κάθε περίπτερο, αλλά και σε όλα τα καταστήματα, ακόμα και σ’ αυτά με τα ακριβά κοσμήματα, κάτι σαν κομποσκοίνι. Για κάμποσο και-


SAMBO TAKSIDI SKLHRO sel_Final.qxp_Layout 1 25/10/2018 20:11 Page 36

36

ΜΑΓΚΝΤΑ ΣΑΜΠΟ

ρό περνώ για ιερό αντικείμενο αυτή τη σειρά από μεγάλες χάντρες, φτιαγμένες από διάφορα υλικά, που κλείνει στην άκρη με μια φούντα, κι επειδή βλέπω τόσο πολλούς άντρες να τις περνάνε ανάμεσα στα δάχτυλά τους με νυσταγμένες κινήσεις, φαντάζομαι ότι είναι κάποιο ελληνορθόδοξο κομποσκοίνι. Αργότερα μαθαίνω από τη Λέλα τι είναι αυτό που βλέπω: το κομπολόι, ο διώχτης της ανδρικής βαρεμάρας. Όταν περνούν καλά, σημειώνει η Λέλα, τραβούν πέρα δώθε τις χάντρες και σκέφτονται, όταν είναι νευριασμένοι τις χτυπούν θυμωμένα.

Το φως της ημέρας μάς φανερώνει επιτέλους ότι το ξενοδοχείο μας βρίσκεται κοντά στην πλατεία Ομονοίας, όπου ένα μεγάλο σιντριβάνι σκορπάει το νερό σε σταγόνες και τέσσερις κυλιόμενες σκάλες σε κατεβάζουν κάτω από τη γη, σ’ έναν τεράστιο υπόγειο χώρο γεμάτο με ταξιδιωτικά γραφεία, τράπεζες, κάθε είδους καταστήματα, ζαχαροπλαστεία και μπιστρό, από την πλατεία φεύγει και η αστική συγκοινωνία για το λιμάνι. Χρειαζόμαστε πρωινό, αλλά πού; Δεν είναι και τόσο απλό το θέμα. Υπάρχουν πολλά καφενεία εδώ, με την κλασική έννοια της λέξης, καταστήματα όπου μπορείς να πιεις καφέ, αλλά δεν μας κάνει κέφι να μπούμε σε κανένα, γιατί παντού κάθονται μόνο άντρες, γυναίκα ούτε μία, κι αυτό μας μπερδεύει κάπως. Αργότερα καταλαβαίνω ότι θεωρητικά δεν θα ήταν και τόσο καθωσπρέπει να μπω σ’ ένα καφενείο, γιατί η παρουσία μου είναι αυτονόητη μόνο όπου έτσι κι αλλιώς μαζεύονται τουρίστες και τα τραπέζια καταλαμβάνονται από άντρες και γυναίκες σε ίσες αναλογίες. Όταν θα είμαστε πλέον στην επαρχία, και το λεωφορείο μας περνάει μέσα από χωριά, αυτή η εικόνα θα προβάλλει ξανά και ξανά: παρέες αντρών στα καφενεία που πίνουν καφέ και παίζουν με το κομπολόι. Στην επαρχία οι γυναίκες σπανίζουν στους δρόμους, λες και δεν ξεμυτίζουν από τα σπίτια τους.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.