Στέφαν Χέρτμανς «Πόλεμος και τερεβινθίνη»

Page 1

HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 3

ΣΤΕΦΑΝ ΧΕΡΤΜΑΝΣ

Πόλεμος και τερεβινθίνη c Μυθιστόρημα ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΟΛΛΑΝΔΙΚΑ

ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΜΠΟΝΑΤΣΟΥ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 4

Το παρόν έργο εκδόθηκε με την αρωγή του Λογοτεχνικού Ιδρύματος της Φλάνδρας (Flanders Literature, www.flandersliterature.be). ❧ ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: Stefan Hertmans, Oorlog en terpentijn

Copyright by Stefan Hertmans, 2013. Originally published by De Bezige Bij, Amsterdam | Antwerpen © Copyright για την ελληνική γλώσσα Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2017 ©

1η έκδοση: Απρίλιος 2019 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. ΓΡΑΦΕΙΑ: Θεμιστοκλέους 104, 106 81 Αθήνα ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ: Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31

e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-6548-1


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 5

Στον πατέρα μου


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 6


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 7

Οι μέρες διαβαίνουν σαν άγγελοι, ντυμένες στα χρυσά και τα γαλάζια, αδιάφορες πάνω από το πεδίο της καταστροφής. Ε.Μ. Ρ Ε Μ Α Ρ Κ 1


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 8


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 9

ôIò


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 10


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 11

Η

μακρινή ανάμνηση που έχω από τον παππού μου είναι από την παραλία της Οστάνδης: είναι εξήντα έξι χρόνων, φοράει ένα καλοραμμένο μαύρο-μπλε κοστούμι, έχει σκάψει έναν ρηχό λάκκο με το γαλάζιο φτυαράκι του εγγονού του και έχει στρώσει την άμμο γύρω του, έτσι ώστε αυτός και η γυναίκα του να μπορέσουν να καθίσουν με σχετική άνεση. Έχει σηκώσει ελαφρώς την άμμο στις πλάτες τους σαν ανάχωμα από τον άνεμο του Αυγούστου, που φυσάει προς τη θάλασσα πάνω από την υποχωρούσα γραμμή των κυμάτων και κάτω από ψηλές τούφες ομίχλης. Έχουν βγάλει τα παπούτσια και τις κάλτσες τους και βυθίζουν απαλά τα δάχτυλα των ποδιών τους στην άμμο, καθώς απολαμβάνουν τη δροσερή υγρασία των βαθύτερων στρωμάτων – κάτι που μου φάνηκε, τότε έξι χρόνων, ασυνήθιστα ανέμελο γι’ αυτό το ζευγάρι, το πάντα ντυμένο στα γκρίζα, στα μαύρα ή τα σκούρα μπλε. Ακόμα και στην παραλία και παρά τη ζέστη, ο παππούς μου έχει το μαύρο μπορσαλίνο του στο σχεδόν φαλακρό κεφάλι· φοράει το πεντακάθαρο άσπρο πουκάμισό του και, όπως πάντα, ένα μαύρο παπιγιόν, μεγάλο, μεγαλύτερο από τα συνηθισμένα, με τις δύο άκρες να κρέμονται πάνω στο στήθος του, που από απόσταση ήταν σαν τη σιλουέτα ενός μαύρου αγγέλου που απλώνει τα φτερά του. Η μητέρα μου έφτιαχνε αυτά τα ιδιόμορφα παπιγιόν, σύμφωνα με τις οδηγίες του και σε όλη τη μακρά ζωή του δεν τον είδα ποτέ χωρίς αυτούς τους μαύρους φιόγκους με τις ψαλιδωτές ουρές σαν φράκο· θα πρέπει να είχε δεκάδες, κάπου εδώ ανά-

11

πιο


12

HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 12

μεσα στα βιβλία μου, βρίσκεται ένα τέτοιο λείψανο μιας μακρινής, ξεχασμένης εποχής. Μετά από μισή ώρα, αποφάσισε να βγάλει το σακάκι του, έπειτα έβγαλε τα χρυσά μανικετόκουμπα και τα έριξε στην αριστερή του τσέπη, ύστερα αποφάσισε να σηκώσει και τα μανίκια του, ή μάλλον, τα δίπλωσε προσεκτικά, δύο φορές, μέχρι κάτω από τους αγκώνες του, κάθε γύρισμα ακριβώς ίσο με την κολλαριστή μανσέτα, και τώρα κάθεται με το σακάκι προσεκτικά τοποθετημένο πάνω από το χέρι του, με τη μεταξωτή επένδυση να λάμπει στο απογευματινό φως, σαν να ποζάρει για ένα ιμπρεσιονιστικό πορτρέτο. Το βλέμμα του μοιάζει να χάνεται στο μακρινό πλήθος, ανάμεσα στα παιδιά που τσιρίζουν και πιτσιλίζονται, τις φωνές και τα γέλια των εκδρομέων που κυνηγούν ο ένας τον άλλο σαν να ήταν πάλι παιδιά. Αυτό που βλέπει είναι κάτι σαν κινούμενος πίνακας του Τζέιμς Ένσορ, παρόλο που ο ίδιος περιφρονεί τη δουλειά αυτού του βλάσφημου τέκνου της Οστάνδης με το αγγλικό όνομα. Ο Ένσορ είναι ένας «μπογιατζής», το μπογιατζής είναι, μαζί με τα «μεθύστακας» και «η σάρα κι η μάρα», η χειρότερη βρισιά που μπορεί να ξεστομίσει για κάποιον. Είναι όλοι τους ζωγράφοι της κακιάς ώρας, οι σημερινοί· δεν έχουν ιδέα από τη ραφινάτη, τη λεπτή, την ευγενή τέχνη του παλιού καιρού. Τσαπατσούληδες, δεν σέβονται πλέον τους νόμους της ανατομίας, δεν ξέρουν καν πώς να περάσουν μια βελατούρα, δεν φτιάχνουν πια τα χρώματά τους, χρησιμοποιούν τερεβινθίνη σαν νερό και αγνοούν τα μυστικά της άλεσης των χειροποίητων χρωστικών, το ραφιναρισμένο λινέλαιο ή το φύσημα των στεγνωτικών – δεν είναι καθόλου περίεργο που δεν υπάρχουν πια μεγάλοι ζωγράφοι. Αρχίζει να κάνει ψύχρα, βγάζει τα μανικετόκουμπα από την τσέπη του, ξεδιπλώνει τα μανίκια του, κουμπώνει καλά το πουκάμισο, φοράει το σακάκι του και βοηθάει τη γυναίκα του να ρίξει τη μαύρη δαντελένια μαντίλια πάνω από τους ώμους της και πάνω από το λαμπερό σινιόν με τα σκούρα γκρίζα μαλ-


λιά. Έλα, Γκαμπριέλ, λέει, και σηκώνονται, παίρνουν τα παπούτσια τους και με κάποια προσπάθεια αρχίζουν την ανάβαση προς τον παραλιακό δρόμο, εκείνος με τα μπατζάκια σηκωμένα καμιά δεκαπενταριά εκατοστά, εκείνη με τις μαύρες κάλτσες χωμένες μέσα στα παπούτσια της, έτσι που εγώ βλέπω τις τέσσερις λευκές γάμπες να κινούνται κάτω από τους σκοτεινούς κορμούς τους, αργά και μετρημένα, πάνω στην άμμο. Διασχίζουν την απόσταση μέχρι τα σκαλιά από ψαμμίτη για να ανέβουν το πρανές. Όταν φτάσουν στον παραλιακό δρόμο, θα καθίσουν στο κοντινότερο παγκάκι, θα τινάξουν και θα καθαρίσουν την άμμο, θα φορέσουν τις μαύρες κάλτσες τους στα αλαβάστρινα πόδια τους και θα δέσουν τα παπούτσια τους με αυτό που εκείνα τα χρόνια αποκαλούσαν ακόμα «κορδόνια περίσφιξης» αντί για κορδόνια. Όσο για μένα, μετά την κατάρρευση του συστήματος από διαδρόμους που έσκαψα για τους μεγάλους μου βόλους –τις πολύτιμες «μπίλιες» μου–, τρέχω τρέμοντας στη μητέρα μου. Η θάλασσα ανεβαίνει πάλι, λέει, τρίβοντάς με για να με ζεστάνει, καθώς σχηματίζονται τα πρώτα μπαλώματα από σύννεφα πάνω από τις θίνες πίσω μας. Ο άνεμος σαρώνει τις κορυφές των αμμόλοφων, σαν να θέλει να ανακατέψει τα χορταρένια μαλλιά τους, και αυτά τα μεγάλα, πλάσματα με το χρώμα της άμμου ετοιμάζονται για τη νύχτα που έρχεται. Ο παππούς μου, το γυαλιστερό του μπαστούνι από λουστραρισμένο ξύλο φτελιάς ήδη στο χέρι, περιμένει κάπως ανυπόμονα να φτάσουμε στον παραλιακό δρόμο. Ύστερα τραβάει μπροστά· δεν είναι ψηλός, ένα εξήντα οκτώ, τον ακούω να λέει συχνά, αλλά όπου κι αν πάει, οι άλλοι παραμερίζουν. Με το κεφάλι ψηλά, τα μαύρα μποτάκια του βερνικωμένα στην εντέλεια, την άψογη τσάκιση στο παντελόνι του, τη σιωπηλή γυναίκα του αγκαζέ και το μπαστούνι στο άλλο χέρι – έτσι προπορεύεται, με μια μικρή ανυπομονησία, ρίχνει καμιά ματιά πίσω του και μας λέει να βιαστούμε γιατί θα χάσουμε το τρένο

13

HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 13


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 14

αν δεν ανοίξουμε το βήμα μας. Περπατά σαν απόστρατος αξιωματικός, όχι χτυπώντας τα τακούνια του στο έδαφος, αλλά προσγειώνοντας πάντα το μπροστινό μέρος του ποδιού, σαν στρατιώτης, όπως έκαναν εδώ και πάνω από μισόν αιώνα. Ύστερα, κατά κάποιον τρόπο, σαν να χάνεται από τη μνήμη μου, και εγώ συγκλονισμένος από την ξαφνική διαύγεια μιας σκηνής που έγινε πριν απ’ όλα αυτά τα χρόνια, νιώθω τόσο κουρασμένος που θα μπορούσα να αποκοιμηθώ επιτόπου.

14

% Χωρίς τίποτε άλλο ενδιάμεσα, η επόμενη εικόνα που έχω από αυτόν είναι ενός ανθρώπου που κλαίει σιωπηλά – κάθεται μπροστά στο τραπεζάκι όπου ζωγράφιζε και έγραφε, φορώντας την γκρίζα του κοντή ποδιά, το μαύρο καπέλο στο κεφάλι. Το κίτρινο φως του πρωινού λάμπει μέσα από το μικρό παράθυρο με τα αναρριχητικά φυτά που το πλαισιώνουν· στα χέρια του βλέπω μία από τις πολλές ρεπροντιξιόν που έσκιζε από βιβλία τέχνης για να εξασκηθεί αντιγράφοντάς τες (καρφίτσωνε τη ρεπροντιξιόν σε ένα κομμάτι χαρτόνι στερεωμένο στην παλέτα του με δύο ξύλινα μανταλάκια). Κρατά την εικόνα στα χέρια του, δεν βλέπω τι είναι, αλλά βλέπω ότι τα δάκρυα τρέχουν στα μά-


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 15

γουλά του και ότι κάτι λέει χωρίς να βγάζει ήχο. Είχα ανεβεί τα τρία σκαλιά μέχρι το δωμάτιο του παππού μου για να του πω για τον σκελετό του αρουραίου που είχα ξεθάψει· τώρα έκανα γρήγορα και ήσυχα πίσω, τα βήματά μου έσβησαν από το χαλί στα σκαλιά, και έκλεισα την πόρτα πίσω μου, αλλά αργότερα, όταν εκείνος έπινε καφέ κάτω, γλίστρησα ξανά στο δωμάτιό του και βρήκα την εικόνα πάνω στο τραπέζι του: είναι ο πίνακας μιας γυμνής γυναίκας με την πλάτη γυρισμένη στον θεατή, μια λεπτή γυναίκα με σκούρα μαλλιά, ξαπλωμένη σε ένα κρεβάτι ή ανάκλιντρο μπροστά από μια κόκκινη κουρτίνα, η γαλήνια, ονειροπόλα έκφρασή της φαίνεται μέσα από τον καθρέφτη που κρατάει ένας ερωτιδέας με μια γαλάζια κορδέλα σταυρωτά στον ώμο του· προβάλλουν έντονα η γυμνή, λεπτή πλάτη και οι στρογγυλοί γλουτοί. Ύστερα τα μάτια μου μεταφέρονται στους αδύνατους ώμους της, τα απαλά μαλλιά στον λαιμό της και μετά πάλι στα οπίσθιά της, τα οποία στρέφει σχεδόν άσεμνα προς τον θεατή· σοκαρισμένος, άφησα τη ρεπροντιξιόν, κατέβηκα κάτω, να τος ο παππούς μου στην κουζίνα. Στέκει δίπλα στη μητέρα μου και της τραγουδάει μια γαλλική μελωδία που θυμάται από τον πόλεμο.

Τα παιδικά μου χρόνια ήταν γεμάτα από τις ιστορίες του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, πάντα ο πόλεμος και ξανά ο πόλεμος: ασαφείς ηρωισμοί σε λασπωμένες πεδιάδες κάτω από βόμβες που πέφτουν βροχή, το κροτάλισμα των πυροβόλων, φαντάσματα που φωνάζουν στο σκοτάδι, παραγγέλματα στα γαλλικά –όλα ειπωμένα με μεγάλη παραστατικότητα από την κουνιστή πολυθρόνα του–, επίσης υπήρχαν πάντοτε συρματοπλέγματα, σράπνελ που αντηχούσαν στα αυτιά μας, πυροβόλα, πολυβόλα, μυδράλια, φωτοβολίδες που διαγράφουν τόξα στους σκοτεινούς ουρανούς, οβιδοβόλα και ολμοβόλα, χιλιάδες βόμβες και χειροβομβίδες, ενώ οι θείες έπιναν το τσάι τους και έ-

15

%


16

HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 16

γνεφαν καρτερικά κι εγώ το μόνο που συγκρατούσα ήταν πως ο παππούς μου θα πρέπει να ήταν ήρωας σε μέρες τόσο μακρινές όσο ο Μεσαίωνας, που είχα ακούσει στο σχολείο. Για μένα, ήταν ήδη ήρωας, αφού μου έκανε μαθήματα ξιφασκίας, μου ακόνιζε τον σουγιά, μου μάθαινε πώς να σχεδιάζω σύννεφα τρίβοντας μια γόμα πάνω από σχήματα σχεδιασμένα με ένα κομμάτι καμένο ξύλο από το τζάκι και πώς να αποδίδω τα μυριάδες φύλλα ενός δέντρου χωρίς να τα σχεδιάζω ένα ένα ξεχωριστά – το πραγματικό μυστικό της τέχνης, όπως το αποκαλούσε. Οι ιστορίες ήταν προορισμένες να ξεχαστούν, αφού τελικά επανέρχονταν, ακόμα και οι πιο περίεργες ιστορίες για την τέχνη και τους καλλιτέχνες. Ήξερα ήδη ότι ο γηραιός Μπετόβεν είχε δουλέψει την Ενάτη Συμφωνία του εμμονικά επειδή ήταν κουφός, αλλά κάποια μέρα προστέθηκε μια ανησυχητική λεπτομέρεια: όσο δούλευε δεν έμπαινε καν στον κόπο να επισκεφθεί την τουαλέτα, αλλά έκανε «την ανάγκη του» δίπλα στο πιάνο, συνεπώς –και παραθέτω– «ο άνθρωπος που έγραψε αυτή τη θεσπέσια ωδή στην αδελφοσύνη όλων των ανθρώπων, συνέθετε δίπλα σε ένα σωρό κόπρανα». Φαντάστηκα τον σπουδαίο συνθέτη, θεόκουφο, καθισμένο σε ένα βιενέζικο εσωτερικό με επίχρυσες κολόνες, με την πλούσια περούκα, τις γκέτες και τις μπότες του, δίπλα σε μια εντυπωσιακή πυραμίδα από περιττώματα, και από τότε, όποτε άκουγα το θαυμαστό αντάτζιο από την Ποιμενική Συμφωνία, ένα από κείνα τα πληκτικά, ατέλειωτα απογεύματα της Κυριακής, ενώ οι γονείς μου και οι παππούδες μου κάθονταν στον καφέ λουλουδάτο καναπέ και ένευαν στο ραδιόφωνο, εγώ έβλεπα ένα βουνό από σκατά δίπλα σε ένα αστραφτερό λουστραρισμένο σπινέτο, ενώ ο κούκος από το Δάσος της Βιέννης τετέριζε μαζί με τα πνευστά και τα βιολιά και ο παππούς μου κρατούσε τα μάτια του κλειστά: ο σεβασμός του για τη ρομαντική μεγαλοφυΐα, στην οποία πίστευε ακράδαντα, ήταν τόσο βαθύς, ώστε δεν μπορούσε να έρθει αντιμέτωπος με την πεζότητα του σπιτιού και της οικο-


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 17

γένειάς του σε τέτοιες στιγμές ουράνιας έκστασης. Έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια για να συνειδητοποιήσω ότι ο ίδιος είχε περάσει περίπου ενάμιση χρόνο δίπλα σε έναν πραγματικό σωρό κοπριάς στα άθλια χαρακώματα, όπου μόλις έβγαζες το κεφάλι σου πάνω από τα σακιά του παραπέτου αναζητώντας καλύτερο χώρο για να κάνεις την ανάγκη σου, η τιμωρία ήταν μια σφαίρα στο κρανίο. Έτσι, τα πράγματα που ήθελε να ξεχάσει συνέχισαν να επιστρέφουν σε κομμάτια ιστοριών ή σε παράλογες λεπτομέρειες, και δεν έχει σημασία αν αφορούσαν την κόλαση ή τον παράδεισο, θραύσματα και λεπτομέρειες σαν κι αυτές ήταν τα κομμάτια του παζλ που έπρεπε να ταιριάξω πριν αρχίσω να καταλαβαίνω τι γινόταν μέσα του σε όλη του τη ζωή: τη μάχη ανάμεσα στο υψηλό, το οποίο λαχταρούσε, και τη μνήμη του θανάτου και της καταστροφής, που τον είχε πιασμένο στα νύχια της.

Στο σπίτι ο παππούς μου φορούσε πάντα μια κοντή ποδιά –πάντα το ίδιο λευκό ή ανοιχτό γκρι ρούχο, κάτι σαν παλιομοδίτικο σακάκι πιζάμας– πάνω από το λευκό πουκάμισο και το παπιγιόν. Όσο κι αν η μητέρα μου και η μητέρα της έπλεναν και έβραζαν αυτά τα παλιά βαμβακερά ρούχα, τα οποία φορούσε με αέρα, παρέμεναν γεμάτα λεκέδες: διάσπαρτες σταγόνες ελαιοχρώματος απ’ όλο το φάσμα του ουράνιου τόξου, ένα παλίμψηστο από δακτυλικά αποτυπώματα, μια σύνθεση από απρόσεκτες, εντυπωσιακές κηλίδες, απρόβλεπτα γκραφίτι σαν υποπροϊόντα της πραγματικής δουλειάς. Αυτή η πραγματική δουλειά, με την οποία καταγινόταν αδιάκοπα μετά την πρόωρη συνταξιοδότησή του ως βετεράνου με ειδικές ανάγκες στην ηλικία των σαράντα πέντε, ήταν να ζωγραφίζει για το κέφι του. Το δωματιάκι, όπου κάθε μέρα στεκόταν μπροστά από το μικρό παράθυρο, μύριζε λινέλαιο, τερεβινθίνη, λινάτσα, λάδια. Ναι, ακόμη και η μυρωδιά από τις με-

17

%


18

HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 18

γάλες γόμες, που έκοβε με μαχαίρι, μπορούσε να ανιχνευθεί στο απαράμιλλο μείγμα που έφτιαχνε την ατμόσφαιρά του, την αύρα των ατελείωτων βουβών ωρών, την επιμελή αλλά άγονη μίμηση των μεγάλων δασκάλων. Ήταν δεξιοτέχνης αντιγραφέας και γνώριζε όλα τα μυστικά των παλιών υλικών και συνταγών για την προετοιμασία του καμβά, τα οποία οι ζωγράφοι είχαν χρησιμοποιήσει και μεταβιβάσει από την Αναγέννηση και έπειτα. Μετά τον πόλεμο παρακολούθησε βραδινά μαθήματα σχεδίου και ζωγραφικής στη γενέτειρά του, τη Γάνδη, παρόλο που ο μακαρίτης ο πατέρας του, αγιογράφος εκκλησιών και μοναστηριών, τον είχε προειδοποιήσει να μην το κάνει. Αν και την εποχή εκείνη εξακολουθούσε να κάνει βαριά χειρωνακτική εργασία, αυτός συνέχισε, και μόλις πέρασε τη συνηθισμένη ηλικία γάμου, απέκτησε ένα «πιστοποιητικό δεξιότητας στο σχέδιο και τη ζωγραφική και το ανατομικό σχέδιο». Από το παράθυρό του μπορούσε να δει μια καμπύλη του ποταμού Σκάλδη, τα λιβάδια με τις ράθυμες αγελάδες τους, τις φορτωμένες μαούνες που περνούσαν αγκομαχώντας το πρωί, τα ταχύτερα και ψηλότερα άδεια ποταμόπλοια που άφηναν την πόλη στο τέλος της ημέρας. Αμέτρητες φορές ζωγράφισε αυτή την άποψη, κάθε φορά με διαφορετικό φως και άλλες αποχρώσεις, μια άλλη ώρα της ημέρας, μια άλλη εποχή, μια άλλη διάθεση. Ζωγράφιζε κάθε φύλλο του κόκκινου αναρριχώμενου εκ του φυσικού –προφανώς, η τέχνη κάποτε απαιτούσε εξαιρέσεις στον μεγάλο νόμο της οφθαλμαπάτης– και όταν αντέγραφε μια λεπτομέρεια ενός Τισιανού ή ενός Ρούμπενς, ήξερε να είναι υπομονετικός, στα ακριβή σκίτσα με κάρβουνο ή με μολύβι, στα μυστικά της ανάμειξης των χρωμάτων και της αραίωσης των χρωστικών, και να περιμένει όσο χρειαζόταν για να στεγνώσει το πρώτο στρώμα πριν περάσει το δεύτερο, που έδινε την εντύπωση του βάθους και της διαφάνειας – ένα ακόμα από τα πολλά μεγάλα μυστικά της τέχνης. Το μεγάλο πάθος του ήταν τα δέντρα, τα σύννεφα και οι


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 19

Το δωμάτιο που χρησίμευε σαν ατελιέ του, με τα τρία σκαλιά από το μικρό κεφαλόσκαλο, ήταν επίσης η κρεβατοκάμαρά τους· είναι δύσκολο να πιστέψουμε πόσο συνηθισμένο ήταν κάποτε να ζουν οι άνθρωποι σε τέτοια στενότητα χώρου. Το κρεβάτι βρισκόταν κατά μήκος του τοίχου πίσω από το μικρό, αυτοσχέδιο γραφείο του, έτσι ώστε η γυναίκα του να έχει κάπου να ακουμπάει στον ύπνο της – κοιμόταν μακριά του στο μάλλον στενό κρεβάτι τους. Σύννεφα και πτυχώσεις στο ύφασμα· κορφές δέντρων και νερά. Η καλύτερη από τη χωρίς αμφιβολία παραδοσιακή ζωγραφική του περιείχε κάποιες άμορφες μουντζούρες, περίεργες αφηρημένες μάζες τις οποίες ο ίδιος θεωρούσε ενδείξεις πιστότητας στη φύση, σαν να ζωγράφιζε από το μοντέλο που ο Θεός ξεδίπλωνε μπροστά στα μάτια του και που εκείνος με τη σειρά του έπρεπε να απλώσει διάπλατα στη σχο-

19

πτυχώσεις των υφασμάτων. Σε αυτές τις ακαθόριστες φόρμες μπορούσε να αφεθεί, να χαθεί σε έναν ονειρικό κόσμο φωτός και σκιάς, σε σύννεφα στερεοποιημένα με λάδι, κιαροσκούρο, σε έναν κόσμο όπου κανένας άλλος δεν μπορούσε να εισβάλει, γιατί υπήρχε κάτι –ήταν δύσκολο να πεις τι– μέσα του που είχε σπάσει. Η ζεστασιά του ήταν πάντα ανάμεικτη με αγωνία, σαν να φοβόταν ότι οι άλλοι θα έρχονταν πολύ κοντά του, επειδή ήταν φιλικός. Ταυτόχρονα, ζούσε σε ένα υψηλότερο, ευγενέστερο είδος πρόσχαρης αθωότητας, και αυτή η αφέλεια βρισκόταν στον πυρήνα της καλής του διάθεσης. Ο γάμος του με την Γκαμπριέλ έμοιαζε ειδυλλιακός, για όσους δεν ήξεραν. Σαν δυο γέρικα δέντρα που μεγάλωσαν μαζί επί δεκαετίες και αναγκάστηκαν να μπλέξουν τα κλαδιά τους, καθώς πάλευαν να βρουν το φως του ήλιου, πέρασαν τις απλές μέρες τους, με μόνη διακοπή την ανάλαφρη ευθυμία της κόρης τους, του μοναδικού τους παιδιού. Οι μέρες χάνονταν στις πτυχές του απροσδιόριστου χρόνου. Ζωγράφιζε.


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 20

λαστική επιμέλεια της καθημερινής του δουλειάς ως ταπεινού αντιγραφέα. Αλλά ήταν επίσης ένας φόρος τιμής που κατέβαλλε ευλαβικά, ο τρόπος του να πενθήσει τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του, του ταπεινού αγιογράφου Φρανσίσκους.

20

% Πάνω από τριάντα χρόνια φύλαγα χωρίς να ανοίξω τα σημειωματάρια στα οποία είχε βάλει με φροντίδα και με τον ασύγκριτο προπολεμικό γραφικό του χαρακτήρα τις αναμνήσεις του· μου τα είχε δώσει λίγους μήνες πριν από τον θάνατό του το 1981, στα ενενήντα του. Γεννήθηκε το 1891. Λες και η ζωή του δεν ήταν παρά η αντιστροφή δύο ψηφίων σε μια χρονολογία. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο ημερομηνίες βρίσκονταν δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, ανήκουστες γενοκτονίες, ο πιο ανηλεής αιώνας σε όλη την ανθρώπινη ιστορία, η εμφάνιση και η παρακμή της μοντέρνας τέχνης, η παγκόσμια επέκταση της αυτοκινητοβιομηχανίας, ο Ψυχρός Πόλεμος, η άνοδος και η πτώση των μεγάλων ιδεολογιών, η εφεύρεση του βακελίτη, η διάδοση του τηλεφώνου και του σαξοφώνου, η βιομηχανοποίηση, η βιομηχανία του θεάματος, το πλαστικό, η τζαζ, η αεροπορική βιομηχανία, η προσσελήνωση, η εξαφάνιση αμέτρητων ειδών ζώων, οι πρώτες μείζονες περιβαλλοντικές καταστροφές, η ανάπτυξη της πενικιλίνης και των αντιβιοτικών, ο Μάης του ’68, η πρώτη Έκθεση της Λέσχης της Ρώμης, η ποπ μουσική, η εφεύρεση των αντισυλληπτικών, η χειραφέτηση της γυναίκας, η διάδοση της τηλεόρασης και των πρώτων υπολογιστών – και η μακρά ζωή του ως λησμονημένου ήρωα πολέμου. Αυτή είναι η ζωή που μου ζήτησε να περιγράψω όταν μου εμπιστεύτηκε αυτά τα σημειωματάρια. Μια ζωή που κάλυψε σχεδόν έναν αιώνα και που ξεκίνησε σε έναν διαφορετικό πλανήτη. Έναν πλανήτη με χωριά, χωματόδρομους, ιππήλατες άμαξες, λάμπες πετρελαίου, καμινάδες, σκάφες, προσευχητάρια, παλιομοδίτικα κομό, μια εποχή που οι γυναίκες στα σαράντα ήταν ηλικιωμένες, μια ε-


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 21

ποχή παντοδύναμων ιερέων που μύριζαν πούρα και άπλυτα εσώρουχα, επαναστατημένων κοριτσιών της αστικής τάξης σε μοναστήρια, μια εποχή ιεροδιδασκαλείων, επισκοπικών εγκυκλίων και αυτοκρατορικών διαταγμάτων, μια εποχή που άρχισε τη μακροχρόνια πάλη της με τον θάνατο, όταν ο κοντός, λιγδιάρης Σέρβος Γκαβρίλο Πρίντσιπ έκανε κομμάτια τη γοητευτική ψευδαίσθηση της παλαιάς Ευρώπης, και έγινε αφορμή για την καταστροφή που βρήκε και εκείνον, τον μικρόσωμο γαλανομάτη παππού μου, καθορίζοντας την πορεία της ζωής του για πάντα.

Είχα αποφασίσει να μη διαβάσω τα απομνημονεύματά του μέχρι να βρω μια στιγμή που θα είχα αρκετό χρόνο, πιστεύοντας ότι η εμπειρία θα με συγκλόνιζε τόσο, που θα με ωθούσε να γράψω τη ζωή του· με άλλα λόγια, ένιωθα ότι θα έπρεπε να είμαι ελεύθερος, χωρίς άλλη δέσμευση, για να του αφοσιωθώ. Αλλά τα χρόνια πέρασαν και έφτασε ο καιρός που η αναπόφευκτη εκατονταετηρίδα του έτους του κατακλυσμού, του 1914, θα προκαλούσε μια πλημμυρίδα εκδόσεων που με τη σειρά της θα πρόσθετε ένα νέο ρεκόρ στο σχεδόν άπιαστο βουνό της υπάρχουσας ιστορικής ύλης, αμέτρητα βιβλία όσα τα σακιά με την άμμο στο μέτωπο του Ιζέρ, καλά τεκμηριωμένα, ιστορικά ακριβή, επινοημένα μυθιστορήματα και διηγήματα, ενώ εγώ που είχα το δώρο των αναμνήσεών του, κρατούσα τα γραπτά του ερμητικά κλειστά, από φόβο, και δεν τολμούσα να ανοίξω ούτε τις πρώτες σελίδες, ξέροντας ότι αυτή η ιστορία θα ήταν αποχαιρετισμός σε ένα κομμάτι της δικής μου παιδικής ηλικίας, μια ιστορία, η οποία, αν δεν βιαζόμουν, θα δημοσιευόταν μόλις οι αναγνώστες θα απέστρεφαν πια το βλέμμα με ένα χασμουρητό από ένα ακόμα βιβλίο για τον καταραμένο Μεγάλο Πόλεμο. Κράτησα τα σημειωματάρια κλειστά, παρόλο που ήξερα ότι αυτός ο εξαιρετικά πλούσιος και λεπτομερής απολογισμός

21

%


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 22

ανήκε σε κάποιο από τα κέντρα τεκμηρίωσης του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου – ήξερα, με άλλα λόγια, ότι η σκανδαλώδης αδράνειά μου στην πραγματικότητα εμπόδιζε τη δημόσια πρόσβαση σε μια ζωντανή μαρτυρία από πρώτο χέρι. Με αυτή τη σκέψη, με κυρίευσε και ο φόβος της αποτυχίας και το μπλοκάρισμά μου επιδεινώθηκε. Και όταν ανακάλεσα μερικές από τις ιστορίες που τον άκουσα κάποτε να λέει και άρχισα για πρώτη φορά να κατανοώ την αληθινή σημασία και το υπόβαθρό τους, με κατέλαβε ένα αίσθημα αδυναμίας και ενοχής. Πάλι σπατάλησα πολύτιμα χρόνια, ήμουν αφοσιωμένος σε αμέτρητα άλλα πράγματα και κράτησα μια ασφαλή απόσταση από τα σημειωματάριά του: εκείνους τους σιωπηλούς, υπομονετικούς μάρτυρες που περικλείουν τον προσεκτικό, κομψό προπολεμικό γραφικό του χαρακτήρα σαν ταπεινό ιερό.

22

% Όμως, κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων της αναβολής και της καταπιεσμένης ενοχής, έγινε μια ανακάλυψη που έκανε το ζήτημα ακόμα πιο επείγον. Ένας θείος μου, που ήρθε να βοηθήσει τον πατέρα μου να αντικαταστήσει κάτι σάπιες σανίδες στο παλιό παρκέ της ταπεινής μονοκατοικίας που είχε φτιάξει ο παππούς μου το 1930, βρήκε, στον στενό υπόγειο χώρο κάτω από το σαλόνι, μέσα στο χώμα και στο πιο σκοτεινό σημείο, μια ταφόπετρα. Ζήτησε από τον πατέρα μου να τον βοηθήσει και οι δύο άντρες έφτασαν έρποντας μέχρι την πέτρα, φωτίζοντας τον δρόμο τους με έναν φακό. Ήταν η ταφόπετρα της μητέρας του παππού μου. Ανάθεμα, εδώ την καταχώνιασε, λοιπόν! άκουσα τον πατέρα μου να λέει. Τράβηξαν τη βαριά πέτρα μέχρι την καταπακτή και την έβγαλαν έξω. Και σε αυτή την περίπτωση, δεν είχα πλήρη συναίσθηση της κατάστασης. Ο παππούς μου είχε πεθάνει περίπου δέκα χρόνια νωρίτερα και δεν καταλάβαινα γιατί κάποιος θα έκρυβε μια ταφόπλακα στην πιο μακρινή γωνιά ενός στενού υπογείου χώρου, με την


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 23

προφανή βεβαιότητα ότι δεν θα ξανάβλεπε ποτέ το φως της ημέρας. Χρόνια αργότερα, πρόσεξα ότι ο πατέρας μου είχε κρεμάσει την πέτρα σε έναν τοίχο του κήπου, ο οποίος στο μεταξύ είχε καλυφθεί τελείως με κισσό, με βαριά μεταλλικά στηρίγματα, περίπου ένα μέτρο από το έδαφος, πίσω από το παλιό γκαράζ όπου παλιότερα πάρκαρε το αυτοκίνητό του. Τότε διάβασα για πρώτη φορά προσεκτικά την επιγραφή: ΠΡΟΣΕΥΧΕΣΘΕ ΥΠΕΡ ΑΝΑΠΑΥΣΕΩΣ ΤΗΣ ΣΕΛΙΝΑ2 ΑΝΤΡΙΣ

9.8.1868 - 20.9.1931 ΧΗΡΑΣ ΤΟΥ ΦΡΑΝΣΙΣΚΟΥΣ ΜΑΡΤΙΝ ΣΥΖΥΓΟΥ ΤΟΥ ΑΝΡΙ ΝΤΕ ΠΑΟΥ

Έχω μπροστά μου τα δύο σημειωματάρια. Το πρώτο είναι μικρό και χοντρό, οι άκρες των σελίδων είναι χρωματισμένες με κόκκινο. Το κάλυμμά του είναι από ανοιχτό γκρι λινό, σαν να το έντυσαν με προπολεμικό τουίντ. Το δεύτερο είναι μεγαλύτερο, σχεδόν σε μέγεθος Α4, και έχει ένα παλιομοδίτικο χαρτό-

23

%


24

HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 24

δετο εξώφυλλο, λίγο σαν την απομίμηση μαρμάρου που του άρεσε να ζωγραφίζει στους τοίχους. Στο πρώτο σημειωματάριο, κατέγραψε τις αναμνήσεις από τα φτωχικά παιδικά του χρόνια στη Γάνδη και ένα μέρος από τις εμπειρίες του στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Ήταν εβδομήντα δύο όταν άρχισε να χρησιμοποιεί το πρώτο σημειωματάριο –η πρώτη εγγραφή είναι στις 20 Μαΐου 1963–, ίσως για να συνεχίσει να αφηγείται το πώς καταστράφηκε η ζωή του, αφού οι συγγενείς είχαν πια κουραστεί από τις αναμνήσεις του και τον έκοβαν, λέγοντας: Αυτό το έχεις ξαναπεί πολλές φορές, ή είμαι κουρασμένος, πάω για ύπνο, ή πρέπει να φύγω τώρα. Η γυναίκα του η Γκαμπριέλ είχε πεθάνει πέντε χρόνια νωρίτερα· κατά κάποιον τρόπο, γράφοντας ολοκλήρωσε την περίοδο του πένθους. Ο σταθερός γραφικός του χαρακτήρας εξελίσσεται ελάχιστα σε αυτό το πρώτο σημειωματάριο· συνήθως γράφει με μπλε μελάνι, δένει τις ιστορίες μεταξύ τους φυσικά, με μια πληθώρα αναμνήσεων από τις μέρες του σε μια γκρίζα επαρχιακή πόλη –βλέπω μπροστά μου τα στιλό Waterman στο ξύλινο τραπεζάκι του δέκατου ένατου αιώνα που είχε ζωγραφίσει με παράξενα μοτίβα ξύλου με την ελπίδα ότι θα θυμίζει κάπως αντίκα. Το αρχικό μάρμαρο θα πρέπει να έχει σπάσει· η αδέξια ξύλινη προσθήκη είναι ελαφρώς μικρότερη. Έγραφε σε αυτό το μικρό τραπέζι επί χρόνια, παρόλο που ήταν πολύ ψηλό και καθόταν άβολα. Το τραπεζάκι, με το μοναδικό του συρτάρι λερωμένο από πολύχρωμες πινελιές ελαιοχρώματος, είναι εδώ πίσω μου στο δωμάτιο όπου γράφω· εκεί εξακολουθώ να φυλάω τα δύο τετράδια. Το δεύτερο σημειωματάριο, το οποίο ξεκίνησε επειδή μάλλον μετάνιωσε για το γεγονός ότι περιέγραψε την ταπεινωτική φτώχεια της παιδικής του ηλικίας με τόσες λεπτομέρειες, αρχίζει με τη δήλωση ότι το πρώτο ήταν ανεκδοτολογικού τύπου, είχε βάλει πάρα πολλή petite histoire, και θα έπρεπε να ξεκινήσει ξανά από την αρχή, αυτή τη φορά μόνο με τις αναμνήσεις του από τον πόλε-


μο. Εκτός αυτού, το τέλος του πρώτου τετραδίου έφτανε μέχρι το πρώτο εξάμηνο του έτους 1916. Γράφει: Πάνω από το μισό ημερολόγιο του πολέμου 1914-1918 είναι γεμάτο με κουραστικές ιστορίες από τα παιδικά μου χρόνια και πολλές ασήμαντες σελίδες. Τώρα θα γράψω μόνο για τον πόλεμο, πραγματικά και ειλικρινά, όχι ως φόρο τιμής. Με τη βοήθεια του Θεού. Μόνο για τις εμπειρίες μου. Τη φρίκη μου. Έτσι, συνόψισε μια σειρά ιστοριών που είχε ήδη διηγηθεί, προσθέτοντας νέα στοιχεία εδώ κι εκεί, για να φτάσει μέχρι το 1919. Το δεύτερο σημειωματάριο περιέχει μερικές από τις τραυματικές σκηνές της μάχης του Ιζέρ, τις λεπτομέρειες των πληγών του, τις περιόδους ανάρρωσής του στην Αγγλία, και την ανακάλυψη της τοιχογραφίας στο Λίβερπουλ που τόσο πολλά σήμαινε γι’ αυτόν· μετά το 1916, όπου τραυματίστηκε για δεύτερη φορά, γίνεται όλο και πιο συνοπτικός, γιατί οι περιγραφές της άθλιας ζωής στα χαρακώματα δεν μπορούν να επαναλαμβάνονται εσαεί, οι σκηνές που σκοτώνουν τους αρουραίους με τα γυμνά τους χέρια και τους ψήνουν τη νύχτα στη φωτιά, οι κραυγές των λαβωμένων συντρόφων, η προσπάθεια να απλώσεις ρολά αγκαθωτού συρματοπλέγματος στη λάσπη με ματωμένα χέρια, το κροτάλισμα των πολυβόλων, η έκρηξη των σράπνελ και οι ανατινάξεις του εδάφους μαζί με κομματιασμένα άκρα. Αλλά μακρηγορεί για την τρίτη παραμονή του στην Αγγλία – στο Γουίντερμιρ, στις Αγγλικές Λίμνες. Στις τελευταίες σελίδες αυτού του δεύτερου σημειωματάριου, όταν φτάνει στην προσωπική τραγωδία που έζησε έναν χρόνο μετά τον πόλεμο, κατά την επιδημία της ισπανικής γρίπης του 1919, ο γραφικός του χαρακτήρας διαλύεται ακανόνιστος. Ωστόσο, παρά την απώλεια της πειθαρχίας, ο αφηγηματικός του τόνος παραμένει εντυπωσιακά συγκρατημένος. Οι γραμμές σε αυτή την ενότητα κυλούν λοξά στη σελίδα, ανεβαίνοντας πότε προς τα αριστερά και πότε προς τα δεξιά· κάποτε επανέρχεται στον παλιό, τακτικό του γραφικό χαρακτήρα, και άλλοτε όλα γέρνουν. Θα

25

HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 25


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 26

πρέπει να είχε περάσει τα ογδόντα, όταν έκανε με δυσκολία τα ορνιθοσκαλίσματα των τελευταίων σελίδων. Στη φάση αυτή έγραφε με στιλό διαφόρων χρωμάτων και η όρασή του είχε μειωθεί σημαντικά· απ’ όσο θυμάμαι δεν αγόρασε καινούρια γυαλιά επί δεκαετίες, και πιθανόν να μην έβλεπε πια σχεδόν τίποτα στη σελίδα που πάλευε να γράψει. Δεκαεπτά χρόνια δουλειά σε εξακόσιες συνολικά σελίδες χειρογράφου. Η μνήμη του ήταν ακόμα πολύ καλή και είχε συγκρατήσει τόσες λεπτομέρειες που πιστεύω ότι επρόκειτο για κάποιας μορφής μετατραυματική διαύγεια· οι λεπτομέρειες στο δεύτερο σημειωματάριο, αν συγκριθούν με του πρώτου, δείχνουν ότι κατέβαινε όλο και πιο βαθιά στα χαρακώματα της μνήμης του. Όλη του τη ζωή, δεν κατάφερε να ξεφύγει από τις λεπτομέρειες, ούτε για το φύλλο που έπεφτε την ώρα του δειλινού λίγο πριν κοιτάξει για άλλη μια φορά τον θάνατο καταπρόσωπο, ούτε για την εικόνα των νεκρών συντρόφων του, τη μυρωδιά της λάσπης, τον ήπιο άνεμο πάνω από τη ρημαγμένη ύπαιθρο τις πρώτες μέρες της άνοιξης, το κουφάρι ενός κομματιασμένου αλόγου σε έναν φράχτη από βάτα. Στην τελευταία σελίδα, υπάρχει ένας λεκές, φαίνεται ότι κάποιο υγρό είχε εμποτίσει το χαρτί· υπάρχει μία τρύπα, όπου στη μια πλευρά της γράφει τη λέξη νύχτα και στην άλλη, πανικός.

26

% Άφησα κάποιο χρόνο να περάσει για να αφομοιώσω όσα είχα διαβάσει και έπειτα άρχισα να αριθμώ τις σελίδες και να σημειώνω τις σκηνές όπου το δεύτερο σημειωματάριο επικάλυπτε το πρώτο. Μου πήρε σχεδόν έναν χρόνο για να δακτυλογραφήσω τα απομνημονεύματά του, έτσι, κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, έμαθα πώς τέμνονταν μεταξύ τους τα γεγονότα και οι αποσιωπημένες ιστορίες. Ήταν κουραστική δουλειά: αφενός, βρισκόμουν σε μειονεκτική θέση, διότι δεν μπορούσα να αναπαραγάγω τον συνδυασμό της δικής του παλιο-


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 27

%

27

μοδίτικης κομψότητας, της αμηχανίας και της αυθεντικότητας, χωρίς να καταφύγω σε μανιερισμούς, και αφετέρου, όποτε προσάρμοζα τη δυσκίνητη αφήγησή του σε ένα σύγχρονο αφηγηματικό ιδίωμα, ένιωθα σαν να τον προδίδω. Ακόμα και η διόρθωση των συχνά συγκινητικών λαθών του με γέμιζε με ένα αόριστο αίσθημα ενοχής. Αυτή η δουλειά με έφερε αντιμέτωπο με την οδυνηρή αλήθεια πίσω από κάθε λογοτεχνικό έργο: έπρεπε πρώτα να γιατρευτώ από την αυθεντική ιστορία, να την απελευθερώσω, προτού μπορέσω να τη βρω ξανά με τον δικό μου τρόπο. Αλλά ο χρόνος πίεζε περισσότερο από ποτέ, και κάπου στο μυαλό μου είχε ριζώσει η ιδέα ότι πρέπει να τελειώσω τη δουλειά πριν από την εκατονταετηρίδα του Μεγάλου Πολέμου, του πολέμου του. Η πάλη μου με τις αναμνήσεις του. Σαν γραφιάς όργωνα τις εκατοντάδες χειρόγραφες σελίδες και καταριόμουν το δικό μου χλιαρό στιλ, το αποτέλεσμα της διφορούμενης προσπάθειάς μου να παραμείνω πιστός σ’ αυτόν, από τη μία, αφηγούμενος όμως την ιστορία του μέσα από τη δική μου εμπειρία, από την άλλη. Στη συνέχεια, έφτιαξα ένα ευρετήριο από σκηνές και λέξεις-κλειδί, έκανα μια λίστα με τα μέρη που έπρεπε να επισκεφτώ, και φωτοτύπησα τα χειρόγραφα από φόβο μήπως χαθούν και έπειτα τα φύλαξα σε τραπεζική θυρίδα· μίλησα με τους λίγους εναπομείναντες επιζώντες, οι οποίοι μπόρεσαν να μου διευκρινίσουν ορισμένα ασαφή σημεία. Ζήτησα από τον πατέρα μου, τον γαμπρό του, ο οποίος ήταν ο μόνος που ζούσε πια στο σπίτι στην όχθη του ποταμού, να γράψει όλα όσα μπορούσε να ανακαλέσει· με βοήθησε, τα είχε ακόμα τετρακόσια στα ενενήντα του και ήταν πολύ δραστήριος, να βρω τη συγκολλητική ουσία που χρειαζόμουν για να συνδέσω τα κομμάτια, να αντιπαραβάλω τις αμφίβολες εκδοχές, που ο παππούς μου διηγούνταν χαρωπά επί δεκαετίες, με τις εκδοχές στα σημειωματάρια και να μάθω να τα βλέπω όλα στις πραγματικές τους διαστάσεις.


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 28

28

Όταν κοιτάζω το παλιό τραπέζι πίσω μου, βλέπω μια μικρόσωμη, γεροδεμένη φιγούρα που αποπνέει μια απαράμιλλη ένταση. Τα φωτεινά γαλανά μάτια εξακολουθούν να ανοιγοκλείνουν, πάνω από τριάντα χρόνια μετά τον θάνατό του, κάτω από τις λιγοστές λεπτές άσπρες τρίχες του κρανίου, λίγο σαν την περίφημη φωτογραφία του γηραιού Άρτουρ Σοπενχάουερ: αλύγιστες, μεγάλες προσωπικότητες που, έτσι πιστεύουμε, δεν υπάρχουν πια, επειδή η ζωή έχει χάσει τη σπαρτιάτικη λιτότητα που επέτρεψε σε τέτοια πνεύματα να ωριμάσουν και να ευδοκιμήσουν. Μπορώ να τον ακούσω να φωνάζει, ακούω τη θαλερή μεταδοτική φωνή του να υψώνεται, την τεσιτούρα των ιστοριών του, αλλά δεν βρίσκω πια συγκεκριμένες λέξεις ή φράσεις. Υπάρχουν οι μυρωδιές που τον περιέβαλλαν: οι μυρωδιές ενός παλιομοδίτη ζωγράφου και κάτι απροσδιόριστο, η δική του μυρωδιά, η μοναδική φυσική παρουσία του στον κόσμο, απομακρυσμένη από τούτη τη στιγμή που τα γράφω όλα αυτά. Τώρα που αποσύρθηκε στον χρόνο, σαν τα πνεύματα στους αρχαίους μύθους και τα παραμύθια, έχει γίνει απτός με έναν εντελώς καινούριο τρόπο, με τον τρόπο μιας οικείας ιστορίας. Και όταν ψάχνω για ίχνη της ζωής του και συνήθως καταλήγω σε μένα, στις δικές μου κατασκευές, επειδή έχουν χαθεί σχεδόν τα πάντα, αναρωτιέμαι, ξανά και ξανά, τι μας συνδέει με τους παππούδες μας με αυτόν τον αμφίθυμο τρόπο. Είναι η απουσία της σύγκρουσης των γενεών, που υπάρχει ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά; Στο χάσμα που μας χωρίζει από τους παππούδες δίνεται η μάχη για την απατηλή μας ατομικότητα, και η απόσταση στον χρόνο μάς επιτρέπει να τρέφουμε την αυταπάτη ότι εκεί κρύβεται μια μεγαλύτερη αλήθεια από αυτήν που ξέρουμε από τους δικούς μας γονείς. Είναι αυτή η μεγάλη και ισχυρή αφέλεια που μας ωθεί να μάθουμε.

%


Παραδόξως, υπήρχαν επίσης λεπτομέρειες του δικού μου κόσμου που μου άνοιξαν τις πύλες των ιστορικών τους μυστικών μόνο όταν διάβασα τα απομνημονεύματά του: ένα χρυσό ρολόι τσέπης που γίνεται κομμάτια στα πλακάκια του δαπέδου· ένα οβάλ τσιγάρο από μια ασημένια ταμπακιέρα που κάπνισα κρυφά και μου έφερε ναυτία όταν ήμουν δεκαπέντε χρονών· ένα φθαρμένο καφεκόκκινο κασκόλ σε κάποιο από τα πεταμένα ντουλάπια στην εγκαταλελειμμένη σέρα, καλυμμένη με λεπτές κοτσιλιές από αποπροσανατολισμένα κοτσύφια που θα έπεφταν με πανικό πάνω στο τζάμι μέχρι να ξεφύγουν από τον ανοιχτό φεγγίτη· ένα μικρό ασημί παλιομοδίτικο σετ ξυρίσματος, απ’ όπου αναδυόταν η διαπεραστική οσμή της στυπτηρίας και του παλιομοδίτικου σαπουνιού· ένας φάκελος από το Λίβερπουλ που διπλώθηκε και ξεδιπλώθηκε τόσες φορές που είχε σκιστεί σε κάθε τσάκιση· το μικρό μεταλλικό κουτί που περιείχε τα μετάλλια και τα παράσημά του, τα οποία βρήκα πολλά χρόνια μετά τον θάνατό του· το ορειχάλκινο περίβλημα μιας βαριάς οβίδας –που εκείνος αποκαλούσε βλήμα–, το οποίο γυάλιζε προσεκτικά και που εγώ σε όλη μου την παιδική ηλικία νόμιζα ότι ήταν κάποιου είδους χοντροκομμένο ανθοδοχείο.

29

HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 29


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 30

Ο χρόνος ξεδίπλωσε σιγά σιγά το μυστικό του παππού μου – αυτής της μακράς ζωής, που το μεγαλύτερο μέρος της ήταν απλώς το φινάλε, ο επίλογος στην ουσιαστικά μεσαιωνική παιδική του ηλικία, τις φρικαλεότητες που γέμισαν τα νιάτα του και την αληθινή αγάπη που βρήκε και έχασε μετά τον πόλεμο, ήταν η ιστορία της πεισματικής του παραίτησης, της οδυνηρής του αποχής, της παιδικής του τόλμης, της εσωτερικής του πάλης ανάμεσα στην ευλάβεια και την επιθυμία, ατελείωτες προσευχές, γονατιστός, με το καπέλο στο στασίδι δίπλα του, το λευκό του κεφάλι σκυφτό μπροστά από αμέτρητες εικόνες αγίων και τρεμουλιαστά κεριά σε σκιερούς τόπους λατρείας – η παθιασμένη εσωτερική ζωή ενός κόσμου όπου στην επιφάνειά του δεν συνέβαινε τίποτα συνταρακτικό.

30

% Περπατώ στους δρόμους της πόλης που γεννήθηκα, και η ματιά μου πάνω της έχει αλλάξει – πάνε δέκα χρόνια που έφυγα από εδώ. Είναι μια δροσερή ανοιξιάτικη μέρα με σύννεφα σαν κι αυτά που του άρεσε να ζωγραφίζει. Η παλιά πρόσοψη του καταστήματος με τα ποδήλατα, απ’ όπου πήρα το πρώτο κόκκινο ποδήλατό μου, είναι ακόμα εκεί, αλλά τα γράμματα έχουν ξεθωριάσει. Τα αστικά σπίτια στέκονται ορφανεμένα κατά μήκος ενός ασφαλτοστρωμένου δρόμου που δεν έχει πια σχεδόν καμία σχέση με την εύχαρι ζωή της ευκολίας για την οποία σχεδιάστηκαν και κατασκευάστηκαν έναν αιώνα πριν. Αρχίζει να ψιλοβρέχει, τα αυτοκίνητα σέρνονται σε αργές γραμμές στη Χεϊρνισλάαν· κάπου εκεί κοντά θα πρέπει να ήταν το σκοτεινό δρομάκι όπου πέρασε τα πρώτα παιδικά του χρόνια, ανάμεσα σε ένα αμαξοστάσιο τρένων από τη μία πλευρά και ένα κανάλι από την άλλη. Τώρα πια η Χεϊρνισλάαν είναι μέρος του δακτυλίου της πόλης· τότε ήταν μια κομψή λεωφόρος, σκιασμένη από πυκνά φυλλώματα το καλοκαίρι, όταν οι «νεαρές κυρίες της υψηλής κοινωνίας», όπως τις αποκαλούσε με


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 31

σεβασμό, θα χάζευαν μέσα από τα παράθυρα των ελαφρών αμαξιών τα κατάχλωμα μυξιάρικα που έρχονταν την Κυριακή το απόγευμα για να τις θαυμάσουν. Αυτή τη Χεϊρνισλάαν διέσχιζε τα χειμωνιάτικα πρωινά με την ομίχλη, με τα ξυλοπάπουτσά του, σαν νεαρός ήρωας μιας ιστορίας του Ντίκενς, σέρνοντας έναν βαρύ κουβά: πήγαινε να ζητιανέψει κάρβουνο από τους μαυρισμένους σιδηροδρομικούς που φόρτωναν τις καρβουνάμαξες των ατμομηχανών πίσω από τον σταθμό του Ντάμποορτ. Όταν γύριζε σπίτι, έβαζε τον βαρύ κουβά πίσω από την καρβουνόσομπα, και η μητέρα του, όταν επέστρεφε εξαντλημένη από τη δουλειά της σε μια καλή οικογένεια κάπου στην πόλη, θα χαιρόταν βλέποντας ότι μπορούσαν να ζεστάνουν το σπίτι και να φάνε ζεστό φαγητό εκείνο το βράδυ. Μετά θα πήγαινε κατευθείαν στο σχολείο, όπου θα τον μάλωναν για την καθυστέρηση. Οι αδελφές του τον κορόιδευαν επειδή δυσκολευόταν στα μαθηματικά και τις γλώσσες. Κάπου δίπλα στη σιδηροδρομική γραμμή, σε μια πλαγιά, κατάφυτη με μπουντλέιες και αφροξυλιές, είχε φυτέψει κάποτε έναν σπόρο καλαμποκιού και πήγαινε κάθε μέρα για να ρίξει νερό στον νεαρό βλαστό με ένα βαθουλωμένο κύπελλο, μέχρι που τον βρήκε σπασμένο και ξεριζωμένο, μια σκηνή που περιγράφει με την παρατήρηση: «σιγά σιγά, η οικογένειά μας απομονώθηκε σε κείνο το σοκάκι».

Περνάω τις πληκτικές γειτονιές με τις πολυκατοικίες που χτίστηκαν εκεί που κάποτε ήταν το ζωοπάζαρο της Γάνδης· τη μνήμη του τόπου τη φέρω μέσα από την όσφρηση. Αυτή η παλιά αγορά ήταν ένας χώρος με υπόστεγο, με σιδερένιες κολόνες σε τακτά διαστήματα, δίπλα από τις οποίες οι ταύροι με τα κατακόκκινα μάτια τους, και τα σάλια να τρέχουν από το στόμα τους, τραβούσαν τις αλυσίδες τους. Το αίμα έτρεχε σαν νερό στο τσαλαπατημένο άχυρο κάτω από τους πάγκους και οι

31

%


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 32

άμορφοι, ροζ όγκοι από πλεμόνια έμοιαζαν να ζουν ακόμα μέσα στη γλιστερή τους μάζα. Οι καρδιές βρίσκονταν στοιβαγμένες δίπλα στις γλώσσες, τα κεφάλια πουλιούνταν με το κιλό, και τα μάτια που σε παρακολουθούσαν από το χάλκινο σκεύος της παλάντζας (ο παππούς μου χρησιμοποιούσε την παλιά λέξη για τις ζυγαριές των χασάπηδων), σαν να σκέφτονταν βαθιά, πέρα από τα όρια του πανταχού παρόντος θανάτου, ενός θανάτου πιο κοντά στη ζωή απ’ ό,τι έχω δει ποτέ εγώ, εγώ που δεν έχω ζήσει πόλεμο. Φαντάζομαι ότι θα θυμήθηκε πολλές φορές, άθελά του και με αποστροφή, αυτή την παλιά κρεαταγορά, όταν είδε μπροστά στα μάτια του τη σφαγή στις όχθες του Ιζέρ, τα σπλάχνα έξω από το σώμα: έτσι δήλωναν ότι παραβιάστηκε ένα όριο, πίσω από το οποίο η ζωή πρέπει να είναι ασφαλής από τα γαμψά νύχια του θανάτου. Ο συνδυασμός πανικού και παραίτησης στα μάτια των προβάτων που περίμεναν τη σφαγή, περνούσε ανάλαφρα και εύθυμα απαρατήρητος από τους πωλητές. Ήταν μια ήσυχη εποχή σε μια επαρχιακή πόλη γύρω στα 1900, όλα είχαν τη θέση τους, το φτωχό χαμίνι που ήταν ο παππούς μου ξεγλιστρούσε από τραπέζι σε τραπέζι, ξέροντας ότι αν μπορούσε να δείξει θλίψη στα παιδικά βαθιά γαλάζια μάτια του, στο τέλος κάτι θα του πέταγαν: λίγα γραμμάρια μαύρη πουτίγκα, λίγα παΐδια που θα γίνονταν σούπα ή λίγο κρέας με νεύρα για ζωμό. Αργότερα, όταν οι δυο μας κοιτάζαμε τις ρεπροντιξιόν και φτάσαμε στο περίφημο σφαγμένο βόδι του Ρέμπραντ, είπε: είναι τόσο καλά ζωγραφισμένο που μπορείς να μυρίσεις τη βρόμα της ζωαγοράς.

32

% Η μητέρα του Σελίν Άντρις κατάφερε να πάει στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όπως γράφει – οι γονείς της εμπορεύονταν σιτηρά και πατάτες, όπως και τα μελλοντικά του πεθερικά. Είχαν στείλει την κόρη τους στο Πιρς ντε Ράφενσχοοτ, ένα σικ ιδιωτικό σχολείο θηλέων, στο οποίο κατά τον δέκατο ένατο αιώ-


να είχε πρόσβαση μόνο η πλούσια ελίτ. Μιλούσε όχι μόνο ολλανδικά, αλλά και γαλλικά και αγγλικά, μπορούσε να απαγγείλει από μνήμης ποιήματα του Προύντες φαν Ντάουζε και είχε διαβάσει τον Λέοντα της Φλάνδρας του Χέντρικ Κονσιένσες, το οποίο την κέρδισε για τη φλαμανδική εθνική ιδέα. Μετά το σχολείο, πέρασε χρόνια ως «υπηρεσία», όπως έλεγαν τότε, σε μια αριστοκρατική οικογένεια, τους Πότερ ντε Φελνεβέικ, στο Έικερεν της Αμβέρσας. Εκεί εξοικειώθηκε με τον τρόπο ζωής των ανώτερων τάξεων και απέκτησε έναν αέρα επιβλητικής αυτοκυριαρχίας, που δεν έχασε ποτέ. Πρέπει να ήταν μια γυναίκα με εξαιρετικά ισχυρό χαρακτήρα. ο θαυμασμός του παππού μου γι’ αυτήν ήταν απόλυτος. Στα απομνημονεύματά του, γράφει γι’ αυτήν με ένα μείγμα αποστασιοποιημένης αγάπης και τρυφερής οικειότητας. Ο πατέρας Φρανσίσκους Μάρτιν ήταν «αγιογράφος», ένας ταλαντούχος νεαρός ταπεινής καταγωγής, που συνάντησε τη Σελίν κατά τύχη όταν μια μέρα εκείνη μπήκε στην εκκλησία της ενορίας της και σκόνταψε στη σκάλα του, και παραλίγο να προκαλέσει την πτώση του ζωγράφου, ο οποίος αποκαθιστούσε τον τέταρτο σταθμό της Οδού του Μαρτυρίου. Πριν διαβάσω τα σημειωματάρια, παρέμενε ένα μυστήριο για μένα πώς γνω-

2 – Πόλεμος και τερεβινθίνη

33

HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 33


34

HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 34

ρίστηκαν, και παρόλο που ο παππούς μου απέφευγε τις ερωτήσεις μου γελώντας, έγραψε την ιστορία τους με αγάπη. Όταν σκόνταψε κατά λάθος στη σκάλα του, κάτι θα πρέπει να έπεσε από ψηλά –ένα πινέλο, μια σπάτουλα, ένα από τα εργαλεία που κρέμονταν από τη ζώνη του–, δεν είναι σαφές, στο πέτρινο δάπεδο της άδειας εκκλησίας. Η νεαρή γυναίκα κοίταξε ψηλά και είδε τον τρομαγμένο άντρα που κινδύνευε να χάσει την ισορροπία του, η σκάλα για μια στιγμή ξεκόλλησε από τον τοίχο, αναγκάζοντάς τον να ρίξει το βάρος του πάνω της αστραπιαία για να αποφύγει την πτώση. Ένα χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο αυστηρό πρόσωπό της και συνέχισε τον δρόμο της, κάθισε να προσευχηθεί δίπλα σε δύο αναμμένα κεριά μπροστά από την Παναγία και αργότερα είπε ότι ήταν σαν οι δύο μικρές φλόγες να ήταν οι ψυχές τους που καίγονταν εκεί σιωπηλά δίπλα δίπλα. Μια συνάντηση ανάμεσα σε έναν ατημέλητο νεαρό άντρα και μια επιβλητική νεαρή γυναίκα σε μια άδεια, σιωπηλή εκκλησία – στις μέρες τους δεν ήταν συχνές οι συναντήσεις ανάμεσα σε νέους χωρίς συνοδούς. Κοίταξε κάτω, είδε τη μαύρη δαντελένια μαντίλια πάνω στους στητούς ώμους της, κατέβηκε από τη σκάλα και την περίμενε, ντροπαλός και αδέξιος, στην πύλη. Εκείνη βγαίνοντας πέρασε δίπλα του και του έριξε μια φευγαλέα ματιά: ειρωνικά, ανοιχτά γκρίζα μάτια, σαν να έριχνε καθαρό, κρύο νερό πάνω στην ψυχή του. Ανοιχτά γκρίζα μάτια, αλλά μαύρα μαλλιά, κάτι που πρέπει να τον εντυπωσίασε ως ζωγράφο· είναι ένας σπάνιος συνδυασμός, ένας συγκεκριμένος τύπος ομορφιάς, έλεγε αργότερα ο παππούς μου, και ήξερε για τι μιλούσε. Ο Φρανσίσκους αναστατώθηκε – εβδομάδες ολόκληρες, περίμενε την επιστροφή της σκοτεινής φιγούρας, μέχρι που τον κυρίευσε απελπισία, του ανέβηκε πυρετός και αρρώστησε. Έμεινε σπίτι από τη δουλειά για λίγες μέρες, έως ότου ο βοηθός του εφημέριου πήγε να ενημερώσει τους γονείς του ότι θα χάσει τη δουλειά του αν δεν επιστρέψει σύντομα. Όταν τελικά επανεμ-


φανίστηκε η Σελίν, μια εργάσιμη μέρα που οι περισσότεροι δεν έχουν καιρό για να πάνε στην εκκλησία, ήξερε ότι είχε έρθει γι’ αυτόν. Αυτό που μπορώ να συμπεράνω από την ιστορία του παππού μου είναι ότι θα πρέπει να δημιουργήθηκε μεγάλο θέμα στην οικογένειά της· δεν θα τους άρεσε καθόλου η ιδέα της καλοαναθρεμμένης κόρης τους με έναν άπορο, αλλά η καρδιά αυτής της περήφανης νεαρής γυναίκας χτυπούσε για τον ατημέλητο, ρομαντικό καλλιτέχνη, με το λεπτό πρόσωπο που θύμιζε πίνακα του Ελ Γκρέκο, τα οστεώδη διστακτικά δάκτυλα και τα λεπτά χέρια και το κάπως ψηλόλιγνο αλλά και νεανικό σουλούπι του. Η πλούσια οικογένεια των εμπόρων αναπαρήγαγε άθελά της τη δυναμική που παρατηρείται ξανά και ξανά σε όλη την ιστορία: όταν ο γεωργός πλουτίζει, δίνει στα παιδιά του αστική παιδεία και τα εκθέτει στον πολιτισμό με αποτέλεσμα αυτά να απορρίπτουν τις υλικές εμμονές του και να στρέφονται προς υψηλότερα ιδανικά. Πέρασαν μήνες καβγάδων με τους γονείς της προτού πάρει τη συγκατάθεσή τους για τον γάμο. Είχε απειλήσει να το σκάσει, να κλειστεί σε μοναστήρι, να φύγει μακριά ποιος ξέρει για πού, είχε κλειδωθεί στο δωμάτιό της, είχε γίνει ανυπόφορη και σκεφτόταν κρυφά: τον θέλω, τον γαλανομάτη αγιογράφο μου, τον θέλω και θα τον πάρω. Ακόμα και για έναν ευσεβή έμπορο πατάτας, η σκέψη της πανέμορφης κόρης του σε ένα γυναικείο μοναστήρι θα ήταν ανυπόφορη. Έτσι, οι γονείς της ενέδωσαν τελικά· η περήφανη και καλοαναθρεμμένη Σελίν πήρε τον φτωχό ζωγράφο της. Τον πήρε μαζί με όλα τα συμπαρομαρτούντα: μια ζωή φτώχειας και οικονομικής στενότητας. Ο Φρανσίσκους υπέφερε από κρίσεις άσθματος και βήχα στην υγρασία του φτωχικού τους, στα πνιγηρά δωμάτια όπου πέρασαν τη ζωή τους, με την πείνα και τα ατελείωτα κλάματα και τα συνάχια από πέντε πιτσιρίκια στη σειρά. Και φρόντιζε τον άντρα της σαν να ήταν το έκτο της παιδί. Ο ζωγράφος μου, του έλεγε, κουνώντας το κεφάλι της, όταν ήθελε να τον πειράξει. Και κείνος τη λάτρευε –τον

35

HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 35


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 36

κότσο με τα λαμπερά μαλλιά της, τον λαιμό της, τους στητούς ώμους της, τους κομψούς καρπούς της, το τέλειο σχήμα των νυχιών της, την περίεργη χλωμή λάμψη που εξέπεμπε όταν μιλούσε.

36

% Με τον έρωτα και τον γάμο της με τον πάμπτωχο και ασθματικό αγιογράφο, η περήφανη Σελίν εξέπεσε σε μια ζωή γεμάτη κακουχίες και μόχθο για να τα φέρει βόλτα. Φορούσε πάντα μαύρα και, όπως και ο άντρας της και τα παιδιά της, ξυλοπάπουτσα, επειδή οι ψηλές, καλαίσθητες μπότες που φορούσε στο σπίτι των γονιών της ξεχώριζαν πολύ από την υπόλοιπη οικογένειά της και τους άλλους κατοίκους του στενοσόκακου. Έτσι, τις έθαψε βαθιά στην παλιά ντουλάπα και κυκλοφορούσε σαν όλους τους άλλους με τα ξυλοπάπουτσα. Για να συμβάλει στον οικογενειακό προϋπολογισμό, έκανε κάθε λογής δουλειές. Για μια περίοδο, έραβε για πιο εύπορες οικογένειες, μέχρι που χάλασε η παλιά ραπτομηχανή της και δεν μπορούσε να αγοράσει καινούρια. Έγραφε επιστολές για τους αναλφάβητους γείτονές της όταν έπρεπε να απαντήσουν σε επίσημη αλληλογραφία, να γράψουν σε ένα μέλος της οικογένειας ή να ζητήσουν νομική συνδρομή – επιστολές που εκείνα τα χρόνια γράφονταν υποχρεωτικά στα γαλλικά. Όταν ο σύζυγός της ήταν άρρωστος και έμενε στο σπίτι για εβδομάδες, έκανε φιλανθρωπικό έργο με τις καλόγριες από το μοναστήρι, ώστε να διάκεινται ευνοϊκά απέναντί τους και να μη χάσει τη δουλειά του· μεγάλωνε τα πέντε παιδιά της σωστά και με αξιοπρέπεια, όσο της επέτρεπαν οι συνθήκες. Μετά τον παππού μου, ο οποίος ήταν ο δεύτερος, σύντομα ακολούθησαν δύο αγόρια και ένα κορίτσι. Μια εποχή, η Σελίν καθάριζε το σπίτι μιας γαλλόφωνης οικογένειας στο κέντρο της πόλης και τα λίγα χρήματα που έφερνε στο σπίτι ήταν λες και γλιστρούσαν μέσα από τα χέρια της σαν το νερό. Πάνω απ’ όλα, το σπίτι τους ήταν υπερβολι-


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 37

%

37

κά μικρό, και μόνο την άνοιξη, που ο άντρας της ξαναβρήκε τις δυνάμεις του, μπόρεσαν να ψάξουν για κάτι καλύτερο, αλλά και το καινούριο τους σπίτι ήταν σε κακή κατάσταση, αφού δεν μπορούσαν να πληρώσουν μεγαλύτερο νοίκι. Για κάποιο διάστημα, ο Φρανσίσκους εργάστηκε σε ένα μοναστήρι για τους Αδελφούς του Ελέους, οι οποίοι χωρίς έλεος και με μισθούς πείνας αγιογράφησαν ξανά ολόκληρη την τραπεζαρία τους. Ωστόσο, η οικογένεια παρέμεινε ευσεβής και αυστηρά πιστή στην Εκκλησία· ο ιερέας πραγματοποιούσε τακτικές επισκέψεις, άκουγε τις ιστορίες για την κούραση και τις αγγαρείες της Σελίν και έστελνε μαθητές λίγες ημέρες αργότερα με αποφάγια από το πλούσιο τραπέζι του. Ο Φρανσίσκους επισκεύασε το παλιό υγρό σπίτι όσο καλύτερα μπορούσε, αντικατέστησε τον ξεφτισμένο στόκο και τα σπασμένα κασώματα, ενίσχυσε τα ετοιμόρροπα δοκάρια και επιδιόρθωσε τα σάπια σκαλοπάτια της σκάλας. Η νέα γειτονιά τους, κάπου στην Οοστακερστράατ στο Σιντ-Άμαντσμπερχ, τους άρεσε περισσότερο, το καλοκαίρι πάνω από τη χαμηλή μάντρα του κήπου έβλεπαν τα χωράφια, ανθισμένα αγριολούλουδα κατά μήκος ενός καναλιού, όπου μπορούσαν να βγάλουν την κατσίκα τους να βοσκήσει, ώστε τα παιδιά να μπορούν τουλάχιστον να πίνουν γάλα τακτικά και να φτιάχνουν το δικό τους φρέσκο τυρί. Το βράδυ, στο στενό κρεβάτι του στο γεμάτο παιδικό δωμάτιο, ο παππούς μου άκουγε τους γονείς του να μιλάνε στην παλιά κουζίνα, το μουρμουρητό του πατέρα του εναλλασσόταν με τις απαλές απαντήσεις της μητέρας του, η πρόσκληση και η απάντηση μιας μεγάλης κρεατόμυγας και μιας δεκαοχτούρας, και έτσι κοιμόταν ήσυχα. Ήταν ένας γάμος, έγραψε, «βασισμένος σε βαθιά και ειλικρινή αγάπη, και όποτε η μητέρα μου χάιδευε τα ρουφηγμένα μάγουλα του άντρα της, όταν εκείνος έβηχε, του έλεγε καμιά φορά: “ωραίε μου φτωχούλη ”, και τα ανοιχτόχρωμα γκρίζα μάτια της υγραίνονταν».


38

HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 38

Ο Ουρμπέιν Μάρτιν, ο γιος τους, που πήρε το όνομά του από τον παππού της Σελίν, ήταν το είδος του παιδιού που τους κέρδιζε όλους. Ήταν γεροφτιαγμένος, με μακριά, σγουρά μαλλιά, δυνατά χέρια και απονήρευτα γαλανά μάτια. Περπατούσε πίσω από την αγαλμάτινη μητέρα του σαν παπάκι, τη διασκέδαζε με τις παράξενες ιδέες του, την ακαταμάχητη παρόρμηση για αγκαλιές και τρέλες, χόρευε με τα τσόκαρά του ή έτρεχε γύρω από τον νιπτήρα με το τσίγκινο κύπελλό του, πίνοντας κρυφά το σαπουνόνερο στο οποίο μούλιαζαν τα βρόμικα εσώρουχά του. Στις κυριακάτικες εκδρομές με το αυτοκίνητο, έξι δεκαετίες αργότερα, ακόμα χαρούμενος στα γηρατειά του σαν παιδί, μπορούσε να σταθεί για να παρατηρήσει την τελειότητα ενός Boeing που πετούσε στον ουρανό και να πει ότι όλα ήταν τόσο όμορφα, όσα είδε στον κόσμο. Η χαρά της ζωής είχε βλαστήσει στο πιο μαύρο χώμα – μιλάει πολύ γι’ αυτό στα απομνημονεύματά του. Ο Ουρμπέιν Μάρτιν, που προοριζόταν για όλα και για τίποτα (επειδή είχε πολλά αόριστα ταλέντα, είπε κάποτε η μητέρα του γελώντας). Ο Ουρμπέιν ήταν ένας σκληροτράχηλος επιζών, αλλά και ευαίσθητος και συναισθηματικός. Καθισμένος στον ήλιο ένα πασχαλιάτικο πρωί, στα εβδομήντα του, μπορεί να έλεγε ξαφνικά με δάκρυα στα μάτια πως το γαλάζιο στις ανθισμένες ίριδες της πίσω αυλής ήταν τόσο απίστευτα βαθύ γύρω από τις λαμπρές κίτρινες καρδιές, που έκανε τη δική του καρδιά του να χτυπάει, κάτι τέτοιο, και πως ήταν κρίμα να πεθάνει κανείς χωρίς να καταλάβει πώς έγιναν όλα αυτά. Όταν στα επτά του χρόνια του εξήγησαν στο κατηχητικό ότι, πολύ απλά, δεν μπορούσε να δει τον Θεό, ακόμα και αν δεν υπήρχαν σύννεφα, επειδή ο Θεός ήταν αόρατος, ότι ακόμα και τις ανέφελες νύχτες δεν θα μπορούσε να δει πέρα από τα αστέρια τον τόπο όπου Εκείνος κατοικούσε και άρα η πίστη δεν μπορούσε να επαληθευτεί, γιατί τότε δεν θα ήταν πια πίστη, είπε ξαφνικά: «Ναι, αλλά, πάτερ, τότε ίσως να πείτε ότι υπάρχουν εκατομμύρια ιππόκαμποι που επιπλέουν στον ουρανό,


HERTMANS_ POLEMOS DD SKLHRO Final.qxp_Layout 1 28/03/2019 14:57 Page 39

αφού κανείς δεν μπορεί να τους δει ούτως ή άλλως». Ο ιερέας έμεινε με το στόμα ανοιχτό σαν να είχε ξεχαρβαλωθεί η σιαγόνα του. Ιππόκαμποι που επιπλέουν στο σκοτεινό στερέωμα ανάμεσα στα αστέρια, κάποτε έτη φωτός μακριά, η εικόνα χαράχτηκε για πάντα στη φαντασία μου, και εξακολουθούν να επιπλέουν, αμέτρητοι σε μια μεγαλειώδη σιωπή, κάθε φορά που ακούω να συζητάνε περί αποδείξεων για την ύπαρξη του Θεού. Ωστόσο, ο Ουρμπέιν Μάρτιν ήταν άνθρωπος της πίστης, και μάλιστα, μετά την επιστροφή του από τον Μεγάλο Πόλεμο, άρχισε να παρουσιάζει συμπτώματα θρησκευτικής μανίας. Σηκωνόταν δύο φορές την εβδομάδα στις πέντε και μισή για να παρακολουθήσει τον όρθρο, περπατούσε στο πιο βαθύ σκοτάδι με τις άψογα γυαλισμένες μπότες του πάνω στον πάγο και το χιόνι και πήγαινε στη λειτουργία τις μέρες που ακόμα και ο ιερέας δυσανασχετούσε, το καλοκαίρι καθόταν στη δροσερή σιωπή της ενοριακής εκκλησίας, οι χάντρες του ροζάριου γλιστρούσαν μέσα από τα δάχτυλά του και τα χείλη του κινούνταν ανεπαίσθητα, ψιθυρίζοντας προσευχές στα λατινικά. Άναβε κεριά στην Παναγία των Επτά Θλίψεων και πήγαινε να εξομολογηθεί μια φορά την εβδομάδα με σκυμμένο κεφάλι, αυτός που έμοιαζε καθαρός ακόμα και από τα πιο ασήμαντα παραπτώματα.

Ο κόσμος στον οποίο μεγάλωσε πριν από το 1900 ήταν γεμάτος μυρωδιές που στο μεταξύ έχουν σχεδόν εξαφανιστεί: μια βυρσοδεψία έχυνε την επίμονη δυσοσμία της στην αραιή ομίχλη του Σεπτεμβρίου· τα καμιόνια φορτωμένα με κάρβουνο πηγαινοέρχονταν τους σκοτεινούς χειμερινούς μήνες· η μυρωδιά από τα περιττώματα των αλόγων στους δρόμους τις πρώτες πρωινές ώρες, όλα αυτά θα μπορούσαν να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση στο μισοκοιμισμένο αγόρι πίσω από το παράθυρο ότι ήταν κάπου στην εξοχή, όπως και η μυρωδιά του σανού, των βοτάνων και του γρασιδιού που εξακολουθούσε να

39

%


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.