Ελένη Πριοβόλου - «Στη ζωή νωρίς νυχτώνει»

Page 1

PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 5

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

Στη ζωή νωρίς νυχτώνει Μυθιστόρημα

‫ﱣﱢ‬

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 6

©

Copyright Ελένη Πριοβόλου – Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2018

1η έκδοση: Μάρτιος 2019 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. ΓΡΑΦΕΙΑ : Θεμιστοκλέους 104, 106 81 Αθήνα ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ : Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα

% 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31 e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com

ISBN 978-960-03-6560-3


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 7

Στα εγγόνια μου Φοίβη Ορέστη Ραμόνα Και στο φως που έρχεται από το μέλλον


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 8


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 9

Έφυγε η ζωή και ούτε που γύρισε το βλέμμα. Ο ΚΤΑΒΙΟ Π ΑΖ , «Επαναλήψεις» Να ήταν μπορετό κάθε φορά να κλείσω μέσα σ’ ένα βιβλίο όχι ένα πράγμα, αλλά όλο τον κόσμο. Ε. Π.


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 10


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 11

[ 1 ]

Άρια – Άνοιξη

Ο

Ι ΟΓΚΟΙ

2015

των πραγμάτων τη φοβίζουν όταν πέφτει το λυκόφως. Η Άρια δεν έχει διευκρινίσει αν την αναστατώνει το γεμάτο σπίτι ή αν πρόκειται για τις σκιές αυτού του φορτίου, που, σαν πάρει να βραδιάσει, μεταμορφώνονται σε φαντάσματα του βιωμένου χρόνου. Αποκολλώνται από τον γήινο εαυτό και μετουσιώνονται σε φάσματα ταξιδιών και ονείρων. Ταξίδια που δεν πραγματοποιήθηκαν και όνειρα που έμειναν ευσεβείς πόθοι. Όπως εκείνος ο παλιός καημός να ταξιδέψει στην Ινδία, που εν τέλει εκτονώθηκε με αγορές στα Indian Bazaar. Αλλά και όσα βίωσε μοιάζουν πια σαν μην τα έζησε η ίδια. Θαρρείς και ένας άγνωστος κουκλοπαίκτης κινεί τα νήματα της ύπαρξής της. Ασφυκτικά γεμάτο είναι και το υπόγειο του σπιτιού. Οι ντάνες από τα περιοδικά και τις εφημερίδες, τα τιγκαρισμένα κασόνια, οι βαλίτσες και τα ξέχειλα ράφια περιμένουν χρόνια το ξεσκαρτάρισμα. Ακόμα και μια εξάδα πολυθρόνες σκηνοθέτη –άθικτες μέχρι σήμερα– πιάνουν κι αυτές το χώρο τους, προσμένοντας κάπου να φανούν χρήσιμες. Ούτε θυμάται πια για ποιο λόγο τις είχε αγοράσει. Ί11


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 12

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

σως να τις βρήκε φτηνές ή ίσως, πάλι, έτσι απλώς για ψυχοθεραπεία. Όταν έπεφτε στο βάραθρο της θλίψης, κατέφευγε στην κατανάλωση, και αυτό επενεργούσε στην ψυχή της ευεργετικά, έστω και προσωρινά, ή μάλλον χιμαιρικά. Τις αχρησιμοποίητες πολυθρόνες θα μπορούσε να τις είχε εκποιήσει. Αλλά και πόσο να πιάσουν; Γεμάτος είναι ο τόπος από δαύτες, και πάμφθηνες. Θα έπρεπε να τις δωρίσει, όμως διαρκώς το αναβάλλει, και μένουν οι πολυθρόνες κλειστές, τυλιγμένες στα σάβανα, μέχρι να έρθει κάποια συγκυρία για να τις ξεφορτωθεί. Κάθε φορά που αποφασίζει να κατέβει στο υπόγειο, περιπλανιέται άσκοπα ανάμεσα στα τεκμήρια του παρελθόντος χρόνου. Τη μια δεν την αφήνει η συγκίνηση των αναμνήσεων, την άλλη η ψευδαίσθηση ότι το καθετί κάπου θα μπορούσε να της χρησιμεύσει, βρίσκοντας συνέχεια προσχήματα ώστε να μεταθέτει την άχαρη δουλειά για το προσεχές μέλλον. Μένει όμως εκεί για ώρες, συνομιλώντας με τα αντικείμενα. Ό,τι έζησε, προβάλλει θαμπό μέσα από την άχνα της μνήμης και μπλέκεται ανάμεσα στα πραγματικά γεγονότα και όσα εικάζει ή παραποιεί, δημιουργώντας ένα αφήγημα ζωής λιγότερο οδυνηρό. Μα τώρα έφτασε το πλήρωμα του ζωτικού της χρόνου. Επείγει να εκτελέσει το απεχθές έργο, αψηφώντας τη σκόνη και την υγρασία. Όλη την περασμένη νύχτα –σε μια ακόμη αγρυπνία– μπήκε με τη σκέψη στο λαβύρινθο των πραγμάτων κι έβαλε τάξη. Σχεδίασε νοερά ένα διάγραμμα και, με βάση αυτό, αποφάσισε ν’ αρχίσει το ξεκαθάρισμα από τα πιο παλιά. Εν πρώτοις, θα ανοίξει το ξύλινο μπαούλο της 12


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 13

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

γιαγιάς της της Μαργαρίτας. Το vintage, όπως το λέει η κόρη της η Όλια. Εκεί μέσα κρύβονται οι αρχαιότεροι των θησαυρών της. Κάτι αποκριάτικες στολές και σχολικά εγχειρίδια. Έχει χρόνια να το ανοίξει. Μπορεί να έχει πιάσει σκώρο. Από τη μέρα που αρρώστησε, δεν έκανε καν τον κόπο να ανανεώσει τα αντισκωρικά. Πού να της μείνει μυαλό με τους γιατρούς και τις θεραπείες... Το παλεύει. Μα αν «εκείνος» νικήσει, δεν θέλει ν’ αφήσει πίσω στα παιδιά της το άγχος όταν βρεθούν μπροστά στο βουνό των «συλλογών» της. Να μην ξέρουν από πού να τα πιάσουν και τι να τα κάνουν όλ’ αυτά... Να τα δώσουν στον παλιατζή ή να τα πετάξουν στα σκουπίδια, απ’ όπου θα τα μαζέψουν οι μετανάστες με τα τρίκυκλα ή οι νεόπτωχοι της κρίσης για να τα πουλήσουν; Μερικές φορές προσπαθεί να σκέφτεται θετικά. Ίσως τα παιδιά της, στην ωριμότητά τους και πάνω στη φόρτιση ένεκα του χαμού και της έλλειψής της, να επαναπροσδιορίσουν τις παγιωμένες τους αντιλήψεις για τις «παλιατσαρίες» της. Υπάρχει η πιθανότητα να σκεφτούν ότι κληρονομούν μια ιστορία, μια παρακαταθήκη. Όμως η ίδια δεν είναι καμιά διασημότητα, ώστε να λάβουν τα πράγματά της μουσειακή αξία. Όλες οι εφημερίδες και τα περιοδικά εποχής που με τόση αγάπη συνέλεγε, μοιάζουν για τις νέες γενιές παρωχημένα. Τις πληροφορίες, αν κάποιος ενδιαφέρεται, τις βρίσκει πατώντας ένα κουμπί. Τα ρούχα δεν είναι του δικού τους στυλ και τα μικροέπιπλα απέχουν μακράν από τη μίνιμαλ άποψή τους για τη διακόσμηση. Όσο για τα τσίγκινα κουτιά με τις δαντέλες, τα κουμπιά, τις διακοσμητι13


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 14

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

κές παραμάνες και τα μεταξάκια που κληρονόμησε από τη μάνα της, δεν θα έχουν ιδέα τι είναι και πώς θα μπορούσαν να τα αξιοποιήσουν. Τα παιδιά έχουν δώσει έτσι κι αλλιώς το στίγμα τους. Τις βαριεστημένες στιγμές που την επισκέπτονται, δεν χάνουν την ευκαιρία να της υπενθυμίσουν –να την ψέξουν, για την ακρίβεια– ότι μαζεύει μια ζωή σκουπίδια και οφείλει σιγά σιγά να αραιώνει το χώρο γύρω της. Είναι ξεκάθαρο τι εννοούν. Τη θεωρούν ξοφλημένη. Οιονεί νεκρή. Θέλουν να διαμερίσουν την περιουσία της και επ’ αυτής να ρίξουν κλήρο. Πρέπει λοιπόν να ξανακοιτάξει τα πράγματά της και να τα ξεδιαλέξει. Να μείνουν τα πολύτιμα, μα πάντα σύμφωνα με τη δική τους εκτίμηση. Μπορεί να μην επιθυμούν και τίποτα. Να θέλουν απλώς το χώρο άδειο για να απλώσουν εύκολα την πρόταση των ΙΚΕΑ και να νοικιάσουν το σπίτι μέσω της Airbnb. Μάλιστα ο πρωτότοκός της, ο Ντίνος, έχει φαγωθεί καιρό τώρα ν’ ανοίξει στο υπόγειο ένα μπαράκι. Ο μισθός που παίρνει ως γυμναστής στην ιδιωτική εκπαίδευση δεν του φτάνει «ούτε για καφέ και τσιγάρα». Έτσι, μέρα με την ημέρα γίνεται όλο και πιο πιεστικός. «Άντε, ρε μαμά. Να βάλουμε δυο ανθρώπους εκεί μέσα να το κάνουν γυαλί το μπουρδέλο. Θα σε φάνε οι κατσαρίδες και τα ποντίκια. Τι τα θες και τα κρατάς ακόμα; Τόσα χρόνια άχρηστα είναι. Τώρα θα σου χρειαστούν;» Κάθε φορά, για να γλιτώσει την γκρίνια, του υπόσχεται πως σύντομα θα κάνει ξεκαθάρισμα. Ξένος άνθρωπος όμως εκεί κάτω δεν θα μπει. Πώς να μπορέσει ένας άγνωστος να αποτιμήσει και να διαχειριστεί την «αισθηματική» της πε14


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 15

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

ριουσία; Μόνη της θα ψηλαφίσει την περασμένη ζωή και θα τη λαγαρίσει. Θέλει ο Ντίνος το χώρο καθαρό για να στήσει ένα μπαράκι. Έχει σκεφτεί να χρησιμοποιήσει αρκετά από τα πράγματα που εντόπισε στο σπίτι και στο υπόγειο και –σύμφωνα με τη δική του γλώσσα– του έκαναν «κλικ». Έχουν «αυτό το κάτι» που θα δώσει έναν άλλο αέρα στο μαγαζί. Όσο για τον κήπο, είναι «όλα τα λεφτά». Προσπαθεί να την πείσει πως είναι μια καλή επένδυση, που θα του προσφέρει οικονομική σταθερότητα, επειδή το Μετς «είναι must» περιοχή και συγκεντρώνει πολλή νεολαία. Θέλει ο Ντίνος. Δηλαδή απαιτεί. Δεν μπαίνει καν στον κόπο να τη ρωτήσει αν θα μπορούσε να στήσει μια επιχείρηση –και μάλιστα τόσο θορυβώδη– στο χώρο όπου η ίδια ζει, παλεύοντας να εξοντώσει τα πλοκάμια της ασθένειάς της. Αφού δεν φτάνει το νιονιό του γιου της να αναλογιστεί αυτό το εξόφθαλμο γεγονός, πώς να έχει τη δυνατότητα να διεισδύσει στα λεπτά μονοπάτια της ευαισθησίας της; Να σκεφτεί –ως εκ τούτου– πως στο υπόγειο του σπιτιού έχει αποθηκευμένες τις αναμνήσεις μιας ζωής, που αποτελούν πλέον τη συντροφιά και την καταφυγή της. Απαιτεί ο Ντίνος. Θαρρεί πως έχει αυτονόητα δικαιώματα στο σπίτι, μέσα στο οποίο –ακόμα– αυτή αναπνέει. Ναι, τα παιδιά της τη θεωρούν δυνάμει νεκρή. Ίσως βαρέθηκαν να είναι άρρωστη. Ενίοτε τα πιάνει και η τύψη επειδή την αφήνουν να μάχεται μόνη. Θα έχουν βρει σίγουρα και το αντίδοτο που θεραπεύει τις ενοχές. Δεν τους το λέει. Καταπίνει θυμό και πίκρα. Όχι για να κρατήσει τις ισορρο15


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 16

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

πίες. Κάθε άλλο. Από αξιοπρέπεια δεν μεμψιμοιρεί. Αυτό κάνει μια ζωή. Σπάνια εκμυστηρεύεται όσα την πληγώνουν – αν και εύκολα μπορούν να αντιληφθούν την ενόχλησή της. Η ίδια προσπαθεί να μη ζητά, ούτε να προβαίνει σε διαρκή, άκαρπη κριτική. Και αυτή όμως η συμπεριφορά της κρύβει κάποια ιδιοτέλεια. Φοβάται μην τσινήσουν τα παιδιά και αποκοπούν τελείως από τη ζωή της. Από την εποχή που ο Σέργιος τους εγκατέλειψε, αποτελούν το ανάχωμά της. Ο Ντίνος, ο Τάσος και η Όλια της. Ιδιαίτερα με τον πρωτότοκό της έχει δεθεί πολύ. Ανάμεσα στις αγχωτικές σκέψεις, αναπάντεχα εισβάλλει μια αναλαμπή ευφορίας, και αποφασίζει να κατέβει στο υπόγειο χωρίς άλλη χρονοτριβή. Θα φτιάξει τον καφέ της και θα πάει σήμερα κιόλας. Όχι σαν υποψήφια νεκρή που πρέπει ν’ αφήσει καθαρό τον τόπο γύρω της για να μην ταλαιπωρηθούν οι επίγονοι. Ούτε για να επιτρέψει στον Ντίνο και στη συμβία του, την Τζο, να στήσουν το μπαράκι – είναι σίγουρη πως η Τζο κατέβασε την ιδέα, επειδή είναι άνεργη. Νιώθει αδήριτη την ανάγκη να θυμηθεί τα περασμένα χρόνια, γιατί εκεί βρίσκεται η ζωή της. Ζωντανεύει το παρελθόν για να αντλήσει δύναμη, μήπως καταφέρει και δραπετεύσει από τον ασφυκτικό κλοιό του παρόντος. Εξαπατώντας κατά κάποιον τρόπο τον εαυτό της. Κάθε φορά που ταξιδεύει προς τα πίσω, η ματιά της συναντά αναπόφευκτα το πικάπ πάνω στο ιταλικό κομό του σαλονιού της. Είναι το πρώτο κομμάτι του σπιτιού που σκέφτεται ο Ντίνος να αφαιρέσει. Μα τούτο το πικάπ δεν είναι καν δικό της. Ανήκει σε μια κοπέλα από τα χρόνια της 16


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 17

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

νιότης της. Οριάν –από το Οριάνθη– την έλεγαν, ή τη λένε, αν ζει. Το επίθετό της δεν το έμαθε ποτέ. Θυμάται όμως πολύ καλά τα περιστατικά που την έδεσαν μαζί της, καθώς και το χρονικό μιας φιλίας που διακόπηκε πάνω στο άνθισμά της, ένεκα της άτακτης φυγής εκείνης. Κάθε φορά που κοιτάζει το πικάπ –στην πραγματικότητα το θωπεύει–, η οπτασία της Οριάν αναδύεται ονειρική και ονειρεμένη μέσα από την ομίχλη της μνήμης. Θεά μυθική ενός χρόνου ανεπίστρεπτου. Ένας άνθρωπος με τον οποίο συναπαντήθηκε για ένα διάστημα τόσο μικρό, μα και τόσο δυνατό, ώστε το ίζημά του να κατακάθεται μέσα της μια ζωή. Δεν την ξαναείδε αφότου έφυγε, το 1963. Ούτε ξέρει για πού έφυγε και αν επέστρεψε ποτέ. Το περιποιείται όμως το πικάπ της. Φέρνει κατά καιρούς έναν από τους ελάχιστους εναπομείναντες συντηρητές «μουσειακών συσκευών» και το καθαρίζει, καθαρίζοντας μαζί και τη θολούρα της μνήμης. Σε στιγμές απομόνωσης, βάζει και ακούει τα βινύλια της Οριάν. Από εκείνη έμαθε την τζαζ, τη ροκ και την κλασική μουσική. Πρόσθεσε και μερικές δικές της προτιμήσεις και διαθέτει πια μια δισκοθήκη συλλεκτική. Χαϊδεύει την επιφάνεια του πικάπ. Η σκόνη κολλάει στο δάχτυλό της. Ασυναίσθητα, τη σκουπίζει στο ρούχο της. Κάτω από το τζάμι έχει αραδιάσει μια σειρά ασπρόμαυρες φωτογραφίες από τη νιότη της. Τούτη με την Οριάν είναι η καλύτερη. Φορούν την ίδια φούστα και στροβιλίζονται ανεβασμένες πάνω σε μια στρογγυλή δερμάτινη μαξιλάρα με ινδιάνικα σχέδια. Μάλλον από τότε της κόλλησε η Ινδία. Πάει να προσπεράσει, αλλά η ματιά κοντοστέκεται σε έ17


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 18

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

να στιγμιότυπο του υπηρεσιακού της βίου στο Υπουργείο Εξωτερικών. Βρίσκεται με μια ομάδα συναδέλφων της στο γραφείο τού επικεφαλής του τμήματος, αρμόδιου για τα θέματα της Μέσης Ανατολής. Είναι καθισμένοι γύρω από το στρογγυλό τραπέζι, και ο Γεώργιος Αργυριάδης –προϊστάμενος της διεύθυνσης– τους ενημερώνει για τα υπηρεσιακά ζητήματα. Δεν επιθυμούσε να τον προσφωνούν «κύριε διευθυντά», αλλά «κύριε Αργυριάδη». Θεωρούσε ότι αποτελούσαν ομάδα, στην οποία εκείνος ήταν απλώς ο συντονιστής. Ο σκανδαλιάρης ιδιαίτερός του, ο αλησμόνητος Μπάμπης, λάτρης της φωτογραφίας, απαθανάτισε τη στιγμή. Ποζάρουν όλοι γελαστοί, εκτός από την ίδια, που μοιάζει να σκιάζει το πρόσωπό της μια στενάχωρη σκέψη. Κρίνοντας αντικειμενικά πλέον τα γεγονότα, πάντα την ενοχλούσε όταν μαζεύονταν πολλοί γύρω από τον Αργυριάδη. Προτιμούσε να είναι η μοναδική του συνεργάτιδα. Χαμογελά και παίρνει βαθιά αναπνοή στη θύμησή του. Αισθάνεται μέσα της ένα απαλό χάδι. Ευλογημένη στιγμή του βίου της η συνάντησή τους, από τα χρόνια της δικτατορίας ακόμα –στον Καναδά–, αλλά και η περίοδος που συνεργάστηκαν στο υπουργείο. Μαζί του έμαθε τι θα πει συνάδελφος. Και τι θα πει συνάνθρωπος. Της είχε στοιχίσει πολύ όταν τον μετέθεσαν στη Βηρυτό. Είχε συνδέσει την καθημερινότητά της με την παρουσία του. Διστάζει ακόμα και σήμερα να ομολογήσει πόσο αναγκαία τής ήταν η συνύπαρξή τους. Απορεί με τον εαυτό της. Γιατί να μην το παραδεχτεί, μετά από τόσα χρόνια, πόσο αγνά είχε ερωτευτεί τον έξοχο εκείνο άνθρωπο; 18


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 19

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

Ο ήλιος έχει ανέβει ψηλά. Σβήνουν οι σκιές της αυγής, και τα πράγματα ολόγυρά της αποκτούν την απτή τους υπόσταση. Φτιάχνει καφέ και κατεβαίνει στο υπόγειο. Ανοίγει τα τζαμιλίκια από τα καγκελωμένα παράθυρα για να αεριστεί ο χώρος. Ο πεζόδρομος όπου ζει, απορροφά κάθε σταγόνα της άνοιξης. Είναι ένα καταφύγιο για τα πουλιά, τα χρώματα, τις ευωδιές. Άνθισαν νωρίς οι νεραντζιές του πεζοδρομίου και η λεμονιά στο κυκλικό περιαύλιο. Πλημμύρισαν τα παρτέρια της φρέζες και ζουμπούλια. Πάλιωσε πολύ το σπίτι, κι αυτή δεν έχει πια ούτε διάθεση ούτε και χρήματα να το μπαλώσει άλλο. Μα όταν έρχεται η άνοιξη, θαρρείς και αναπλάθεται από μόνο του, με τόση ανθοφορία ολόγυρά του. Για πρώτη φορά ίσως συνειδητοποιεί πως ο χώρος δεν μυρίζει μούχλα, ούτε κλεισούρα, όπως συμβαίνει στις ξεχασμένες αποθήκες. Αναδίδει τη δική του μυρωδιά, που δεν είναι σε θέση να την προσδιορίσει. Όμως την αισθάνεται βαθιά, κι αυτή η αίσθηση δεν χωρά ούτε εκλογίκευση ούτε ερμηνεία. Πριν αρχίσει την καταγραφή των πραγμάτων –αναγκαία ενέργεια για το ξεσκαρτάρισμα–, ανάβει τσιγάρο. Χωρίς τσιγάρο και καφέ, μια τέτοια εργασία θα τη βάραινε περισσότερο. Μέχρι να σωθεί το τσιγάρο της, στέκεται και παρατηρεί την κίνηση στον πεζόδρομο ανάλογα με τα παπούτσια που διαβαίνουν. Λιγοστά ζευγάρια και, μαζί, ένα κανίς με φιόγκο. Συχνά παίζει με τον εαυτό της ένα παιχνίδι. Προσπαθεί να συνδέσει τους ανθρώπινους χαρακτήρες με τα ποδέματά τους. «Γιάπης», «αλάνι», «φρικιό», «αναρχικός», 19


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 20

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

«δημόσιος υπάλληλος», «κουλτουριάρης», «παλιάς κοπής κουκουές»... Κάτι σε «φασίστα» –ευτυχώς– δεν έχει εντοπίσει ακόμα στο Μετς. Κοιτάζει στο ράφι τα δικά της παπούτσια, που τα έχει ταξινομημένα ανά ζεύγος και με το καλούπι στο εσωτερικό, για να κρατούν το σχήμα τους. Μια εικόνα που μοιάζει λες και βγήκε από το παραμύθι Ο παπουτσής και τα ξωτικά. Μπαλαρίνες, εσπαντρίγιες, στιβάλια, γοβάκια –πάντα χωρίς τακούνι–, κολεγιακά, πάνινα... όλα καμωμένα από χέρια τεχνιτών, και όχι βιομηχανοποιημένα. Ήταν το φετίχ της. Τα πατούσε μια σεζόν, τα απέσυρε, συνήθως ολοκαίνουργα, και τα συνέλεγε. Γύρω γύρω, στο συνεχές ράφι του υπογείου, έχει ολόκληρη τη συλλογή των παπουτσιών της. Τα βήματά της στη ζωή τρόπον τινά. Όχι και τόσο ακριβά, σίγουρα όμως ιδιαίτερα, αντισυμβατικά. Θαρρείς και όλη της η επανάσταση ξεθύμαινε στο πάτημά της πάνω στη γη. Γείωση. Μα σάμπως όταν ακολουθούσε μια ιδέα ή ένα κίνημα, δεν γειωνόταν σύντομα; Κάθε πυρφόρα ιδέα δεν συνοδευόταν από τη διάψευσή της; Τι της απέμεινε; Νιώθει σαν παπούτσι δίχως το βάρος του ποδιού μέσα του. Ξεφυσάει τον καπνό με γινάτι. «Τι τα θες τόσα παλιοπάπουτσα;» τη ρώτησε μια μέρα αγανακτισμένος ο Τάσος, ο δευτερότοκός της. Δεν εννοούσε παλιά παπούτσια, αλλά άχρηστα. Δεν μπήκε στον κόπο να του εξηγήσει. Δεν θα αντιλαμβανόταν τη σημειολογία της συλλεκτικής της μανίας. Κάποτε της πέρασε απ’ το μυαλό να τα δωρίσει στο βεστιάριο κάποιου θεάτρου, όμως η προαίρεσή της δεν έγινε ποτέ πράξη. Ήταν και παραμένει προσκολλημένη στα πράγματα. 20


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 21

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

Ανάβει στο καπάκι δεύτερο τσιγάρο. Τραβάει βαθιές ρουφηξιές. Αν την έβλεπε ο γιατρός της, θα την κατσάδιαζε. Λίγο την ενδιαφέρει. Οι γιατροί αναμασούν τα τσιτάτα της ειδίκευσης και δεν τους μέλλει η ψυχολογία του ασθενούς. Του το ξεκαθάρισε άλλωστε. Ας κάνει το θαύμα της η επιστήμη, για χάρη της οποίας έγινε πειραματόζωο στα νέα σκευάσματα. Δεν προτίθεται να κόψει τον καφέ, το κρασί και το τσιγάρο. Κυρίως το ποτηράκι ξηρό κρασί και τα δυο τσιγάρα που της κρατούν συντροφιά και κάνουν υποφερτές τις αϋπνίες της. Προχωράει μέσα στο γνώριμο χάος. Κατευθύνεται ίσια προς το μπαούλο. Πάνω του υπάρχει μια πολυθρόνα από μπαμπού και πάνω στην πολυθρόνα ένα σκαμπό από μαύρο αφρικάνικο ξύλο. Και τα δυο ανήκουν στην Οριάν. Εκείνη την όμορφη οπτασία της νιότης της, που ενσωματώθηκε πια στο όνειρο. Μερικές στιγμές, όταν το παρελθόν αναβιώνει σαν παραίσθηση, νομίζει πως η Οριάν είναι μια επινόηση. Αλλιώς, πώς χάθηκε σαν να την κατάπιε η γη, αφήνοντας πίσω της τα πράγματά της; Για ένα μεγάλο διάστημα –τότε που όλη η ζωή της ήταν ένα συνεχές τρεχαλητό– δεν είχε χρόνο να σκεφτεί την Οριάν και τη σκευή της. Μα τώρα τα ίδια τα πράγματα την επαναφέρουν στο προσκήνιο. Είναι που η ιδέα του θανάτου τριγυρνά γύρω και μέσα της και τη θέτει αντιμέτωπη με τη ζωή της. Κατεβάζει το βάρος και ανοίγει το μπαούλο. Η μυρωδιά που διαχέεται στο χώρο την περιπτύσσει με στοργή. Παρότι παραμέλησε να ανανεώσει τα φακελάκια λεβάντας, τα παλιά δεν έχουν ακόμα χάσει όλο το άρωμά τους. 21


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 22

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

Ανασύρει τη μακριά τσιγγάνικη φούστα. Την κοιτάζει στο φως με θαυμασμό, διαπιστώνοντας για μια ακόμα φορά ότι παραμένει ανέπαφη από τα χρόνια. Άλλα εκείνα τα παλιά υφάσματα. Ανθεκτικά. Την έχει τοποθετημένη πάνω πάνω, για να σκεπάζει με το φάρδος της προστατευτικά όλο το περιεχόμενο του μπαούλου. Την απλώνει στο σώμα της κι έπειτα κρύβει το πρόσωπο στο λεπτό, πολύχρωμο ύφασμα. Την ανασαίνει. Είναι έργο των χεριών της Οριάνθης. Και αυτό. Παράξενο. Παντού μέσα στην αποθήκη της μια Οριάνθη όνειρο από ένα παρελθόν μακρινό. Όμως, πολλά γύρω της αποτελούν τεκμήρια της ύπαρξής της. Τα αντικείμενα που άφησε, αναχωρώντας προς άγνωστη κατεύθυνση, βρήκαν τη θέση τους και δέθηκαν με τον δικό της χώρο. Μέσα από τη φούστα ανακαλεί στη μνήμη της μια ολόκληρη εποχή. Άγουρη, οδυνηρή, απροσανατόλιστη, αυστηρή, καλουπωμένη στους άγραφους νόμους του οικογενειακού και κοινωνικού περίγυρου. Και αυτή να πασχίζει να υποτάξει το ηφαίστειο της νιότης, κάνοντας επώδυνα βήματα προς μια ελευθερία που δεν της χαριζόταν. Αλλά ποια ελευθερία; Πόσο λάθος εννοούν την ελευθερία τα άγουρα νιάτα! Στην πραγματικότητα, είναι πολύ νωρίς για να αντιληφθούν πως η ελευθερία είναι μια φενάκη. Όσο την κυνηγάς, τόσο περισσότερο μοιάζει άπιαστη.

22


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 23

[ 2 ]

Από την ανάμνηση της Άριας –

Σ

1963

ηλικία των δεκαεφτά Μαΐων, η Άρια επειγόταν να απαλλαγεί από τη συντηρητική αμφίεση. Πλισέ και εβαζέ μέχρι τη μέση του γόνατου. Παντελόνι ούτε να το διανοηθεί. Τα ρούχα των δύο κοριτσιών της τα έραβε μόνη της η κυρία Ολυμπία. Αυτοδίδακτη μοδίστρα, έμαθε μερικά τετριμμένα σχέδια, τους τα επέβαλε με το έτσι θέλω και, προκειμένου να δικαιολογήσει την παντελή έλλειψη φαντασίας από μέρους της, αποφάσισε πως τα ρούχα που έφτιαχνε ταίριαζαν και στις δύο κόρες της. Την Άρια και τη Μαργαρίτα. Η Άρια, βλέποντας πως σε τίποτα δεν σχετιζόταν με την αδελφή της, κάθε φορά που επρόκειτο να ράψουν καινούργιο ρούχο, έδινε όλο το χαρτζιλίκι της για ν ’αγοράσει περιοδικά με την τρέχουσα μόδα. Η μητέρα ανένδοτη. «Η μόδα υπάρχει για να ξεσηκώνει τα μυαλά των ανόητων κοριτσιών». Έστηναν τρικούβερτο καβγά, αλλά πάντοτε νικούσε η μητέρα, αναγκάζοντας τη μεγάλη της κόρη να παραδώσει τα όπλα. Η Μαργαρίτα δεν έφερνε ποτέ αντιρρήσεις. Για τους δικούς της λόγους, θεωρούσε τη γνώμη της κυρίας Ολυμπίας ΤΗΝ

23


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 24

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

θέσφατο, το οποίο δεν χωρούσε καμία αμφισβήτηση. Και ένας τυφλός θα μπορούσε να διακρίνει την υποκρισία στη συμπεριφορά της αδελφής της, αλλά δεν είχε αποδείξεις για να την ξεσκεπάσει. Η Μαργαρίτα, με την υποτακτική της στάση, φρόντιζε να θεωρείται η τέλεια κόρη στη συνείδηση της μητέρας. «Μάλιστα, μητέρα. Όπως νομίζετε, μητέρα. Εσείς ξέρετε, μητέρα». Η ίδια προσπαθούσε να κερδίσει την υποστήριξη του πατέρα της για να φέρουν ισοπαλία, αλλά αυτός απλώς σήκωνε τους ώμους. Αποκαλούσε τη γυναίκα του «επιλοχία» και έτρεμε τις εκρήξεις της, ή εκείνους τους καταχθόνιους, σαρκοβόρους εκβιασμούς της, που τον έθλιβαν. Έτσι, η Άρια, μόνη εναντίον δύο, εγκατέλειπε γρήγορα τον αγώνα, κλεινόταν στην κάμαρά της και σχεδίαζε την επανάστασή της, την οποία, όσο την ένιωθε να πλησιάζει, τόσο την ανέβαλλε για έναν πιο ώριμο χρόνο. Ήταν μια ασύνειδη διεργασία, πλην όμως ψυχοφθόρα. Μόλις είχε δώσει εισαγωγικές εξετάσεις σε δύο σχολές. Στη Φιλοσοφική, για να κάνει τη χάρη της μητέρας, και στη Νομική, για να ευχαριστήσει τον πατέρα. Αν περνούσε και στις δύο, θα επέλεγε τη Νομική, γιατί ούτε της ταίριαζε ούτε την ενέπνεε το επάγγελμα της καθηγήτριας. Το είχε ταυτίσει με το σχολικό στερεότυπο, με το οποίο ήταν κατά βάση αντίθετη, και ας ανήκε και η ίδια στη συνομοταξία των «αρίστων». Επειδή όμως η μητέρα πάλι θα ασκούσε επίμονα και φορτικά την επιρροή της –καθώς την ήθελε φιλόλογο–, φρόντισε, όταν διαγωνιζόταν για την εισαγωγή στη Φιλοσοφική, 24


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 25

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

να αφήσει αναπάντητη μια ολόκληρη ερώτηση στο μάθημα της Ιστορίας. Με αυτό τον τρόπο, προσχεδίασε την αποτυχία. Διότι τον «επιλοχία», αν δεν μπορείς να τον νικήσεις, τότε τον ξεγελάς. Στην απόφασή της είχε επιτέλους «συνένοχο» τον πατέρα, ο οποίος προτιμούσε να τη δει δικηγόρο παρά εκπαιδευτικό, αφού στη δεύτερη περίπτωση θα έπρεπε να γυρίσει όλη την επαρχία μέχρι να της τύχει μια θέση στην Αθήνα. Η απομάκρυνσή της από το σπίτι θα του στοίχιζε πολύ, και ας μην το ομολογούσε. Εκείνο το καλοκαίρι του 1963 –μετά τις εξετάσεις– άρχισε να εργάζεται. Με την πίστη ότι η οικονομική ανεξαρτησία αποτελεί το πρώτο στάδιο προς την κατάκτηση της ελευθερίας, ανέλαβε να προπαιδεύει ανεξεταστέους μαθητές. Οι δύο από αυτούς ήταν παιδιά με παραβατική συμπεριφορά, δύο φορές αποβλημένα από το γυμνάσιο και άλλες τόσες τιμωρημένα με τον Νόμο 4000 περί τεντιμποϊσμού. Στην αρχή τα είχε βρει σκούρα. Το πώς κατάφερε να τους πείσει ότι έπρεπε να ξεσκολίσουν για να αποκτήσουν μια κάποια ανεξαρτησία, ούτε το κατάλαβε. Ίσως επειδή δεν δίσταζε να συζητάει με τους μαθητές της και για άλλα θέματα πέραν της τυπικής διδασκαλίας. Κυρίως τους μιλούσε για το δράμα της σχέσης της με τη δική της μητέρα. Από εσώψυχο σ ’εσώψυχο, φίλιωσαν μαζί της, σταμάτησαν οι κόντρες και οι καζούρες, και έπεσαν με ζέση στο διάβασμα. Ούτε κι η ίδια ήξερε πώς το πέτυχε. Πάντως, τα περιστατικά αυτά την έκαναν να μετανιώσει για την πλεκτάνη που έστησε σε βάρος του εαυτού της, αφού κατάλαβε ότι τελικά της άρεσε να διδάσκει, και επιπλέον είχε και έναν δικό της παιδαγωγικό 25


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 26

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

τρόπο. Αλλά ήταν αργά για να γυρίσει πίσω. Βαριόταν αφόρητα την εξεταστική διαδικασία. Θα έμπαινε στην πόρτα που της ανοίχτηκε και ύστερα θα έβλεπε. Όταν εισέπραξε τα πρώτα της χρήματα, αποφάσισε να κάνει δώρο στη μητέρα και την αδελφή της μία έξοδο σε σινεμά. Ωστόσο, τις παρακάλεσε να μην πάνε στον συνοικιακό κινηματογράφο όπου παίζονταν ελληνικές ταινίες, αλλά στο Σινε Παρί στην Πλάκα. Όπως ήταν αναμενόμενο, προηγήθηκε ο σχετικός καβγάς, επειδή η μητέρα δεν φαινόταν πρόθυμη ν ’ αφήσει τη συνήθειά της και να κουβαληθεί στο κέντρο της Αθήνας, σε μια περιοχή μάλιστα γεμάτη γιεγιέδες. Μισούσε και τη συγκοινωνία. Τον δε εισαγόμενο κινηματογράφο τον σιχαινόταν. Τον θεωρούσε διαβολική συνεργία για την αλλοτρίωση της νεολαίας, αλλά και των ελληνικών ηθών. Ντρεπόταν να βλέπει τα ξετσίπωτα φιλήματα των εραστών. Όμως, αφού αυτή η διασκέδαση «του διαβόλου» άρεσε στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, σερνόταν μαζί τους σαν ασπίδα προστασίας. Στις ακατάλληλες σκηνές, διέταζε την Άρια και τη Μαργαρίτα να καλύπτουν τα μάτια με τα χέρια τους. Η μητέρα εξέφραζε τη δογματική άποψη πως «ό,τι γίνεται ανάμεσα στα ζευγάρια πρέπει να το βλέπει μόνο ο Θεός, που ευλόγησε την τεκνοποιία». Μετά τον καβγά και τους όρκους πως θα τηρούσαν τους κανόνες, την έπεισαν να πάνε στο Σινέ Παρί. Σε καμία περίπτωση δεν θα τις άφηνε ασυνόδευτες στον κινηματογράφο. Ο πατέρας δεν μπορούσε να τις ακολουθήσει. Ήταν ένα όμορφο καλοκαιρινό Σαββάτο με πανσέληνο, και ο κήπος της μπακαλοταβέρνας θα γέμιζε πελάτες. Ο παραγιός του δεν 26


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 27

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

θα τα κατάφερνε χωρίς αυτόν. Εν τέλει, πήγαν οι τρεις γυναίκες μόνες τους. Το φεγγάρι, ολοστρόγγυλο, κρεμάστηκε πάνω από την ταράτσα του σινεμά. Το φως του καλάιζε τον Ιερό Βράχο. Η μητέρα μαγεύτηκε από το θέαμα και, κατάκοπη από τον κάματο της μέρας, αποκοιμήθηκε στα πέντε πρώτα λεπτά. Έτσι, πανευτυχείς οι δυο τους, απόλαυσαν με την ησυχία τους τις «ξετσιπωσιές» πάνω σ ’ένα κότερο... σ ’εκείνη την ταινία του Ρομάν Πολάνσκι. Στο διάλειμμα, η Μαργαρίτα σηκώθηκε να πάρει μια γκοφρέτα ΜΕΛΟ από το κυλικείο και η Άρια γύρισε και κοίταξε την κοπέλα που καθόταν δίπλα της ντυμένη χίπικα. Την εντυπωσίασε η μακριά τσιγγάνικη φούστα της με τα φωτεινά χρώματα, τη θροΐζουσα υφή του υφάσματος και το «χορευτικό» της άπλωμα στο δάπεδο. Αυθόρμητη όπως ήταν, τη ρώτησε από ποιο μαγαζί είχε αγοράσει τη φούστα. Η άγνωστη, αφού της έριξε μια ματιά –ειρωνική;– παρατηρώντας τα δικά της ρούχα, της απάντησε ευγενικά ότι την είχε ράψει μόνη της. «Είστε μοδίστρα;» συνέχισε η Άρια, κι εκείνη χαμογέλασε. Είχε μια γοητευτική σκοτεινιά το γέλιο της. «Κατά κάποιον τρόπο, ναι. Σπουδάζω και πρέπει να βιοπορίζομαι», της είπε. Η Άρια ντράπηκε για την αφέλειά της και ζήτησε συγγνώμη, τονίζοντας πόσο της άρεσε η φούστα. Η κοπέλα, πάντα προσηνής, της έδωσε μια κάρτα λέγοντάς της πως αν το αποφάσιζε –υπονοώντας μάλλον ότι αυτό το ντύσιμο δεν ήταν του δικού της στυλ–, θα χαιρόταν να της ράψει μια ίδια φούστα. Τέλος, της σύστησε και το κατάστημα όπου θα έβρισκε το ύφασμα. 27


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 28

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

Στη θέση δίπλα της καθόταν ένας τύπος που θα μπορούσες να τον πεις και όμορφο, αν εξαιρούσες τη μακριά, καμπουριαστή του μύτη. Την κρατούσε όλη την ώρα από τους ώμους και ανά τακτά διαστήματα γύριζε και τη φιλούσε. Κάποια στιγμή λοξοκοίταξε την Άρια ειρωνικά. Ή έτσι το εισέπραξε η ίδια. Παραδίπλα, ένα νεαρό επίσης ζευγάρι φιλιόταν καθ ’όλη τη διάρκεια του έργου. Έμοιαζαν σαν να ήθελε ο ένας να καταβροχθίσει τον άλλο. Το αγόρι είχε μαλλιά αφάνα και φορούσε χοντρά, ολοστρόγγυλα γυαλιά. Το κορίτσι ήταν κοντοκουρεμένο. Με το στενό παντελόνι και τις ελβιέλες, έμοιαζε κι αυτή με αμούστακο αγόρι. Από τη στιγμή εκείνη, φόβος και τρόμος κατέλαβε την Άρια στη σκέψη της συνομωσίας που πήγαινε να στήσει, και που δεν έπρεπε επ ’ουδενί λόγω να αποκαλυφθεί μέχρι την υλοποίησή της. Την επόμενη κιόλας μέρα, προφασιζόμενη ότι είχε μάθημα, πήγε και αγόρασε ύφασμα από το κατάστημα που της υπέδειξε η κοπέλα, στην περιοχή της Καπνικαρέας. Το κράτησε καλά κρυμμένο μέχρι το απόγευμα και ξεκίνησε για τη διεύθυνση που έγραφε η κάρτα: «Atelier Orian. Οδός Φωκίωνος Νέγρη...» Από την Αριστοτέλους, όπου έμενε, ως την Κυψέλη, το έκοψε με τα πόδια, κάνοντας και τα νάζια της στη μητέρα και την αδελφή της ότι τάχα την περίμενε ένα δύσκολο απόγευμα, με τους πιο ζωηρούς μαθητές. Το έχαψαν, παρότι η δυσπιστία ήταν κοινό χαρακτηριστικό και των δύο. «Atelier Orian» αναγραφόταν στο κουδούνι της εξώθυρας, ενώ ένα μικρό βέλος έδειχνε προς τα κάτω. Ο θυρωρός, ένας αδύνατος, μαυριδερός άντρας γύρω στα πενήντα, την 28


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 29

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

κοίταξε διερευνητικά. Κάτι τέτοιοι τύποι σύχναζαν και στην οικογενειακή τους ταβέρνα. Εμφανίζονταν όταν το μαγαζί ήταν άδειο, τυλιγμένοι στη σκοτεινιά τους, και κάθονταν πάντα στο τραπέζι των μοναχικών, παρατηρώντας όσους μπαινόβγαιναν, ποιος μιλούσε με ποιον και αν διακινούσαν τον παράνομο «Ριζοσπάστη»... Ο πατέρας έλεγε πως ήταν χαφιέδες της Ασφάλειας και τους φοβόταν όπως ο διάολος το λιβάνι. Με αυτούς έμοιαζε ο θυρωρός. Κολλημένος σαν μια γιγάντια αράχνη πάνω στο τζάμι, την κοίταζε, και τα ευκίνητα, μικρά του μάτια έβγαιναν από τις κόγχες όπως τα μάτια καβουριού. Πριν χτυπήσει το κουδούνι, της άνοιξε την πόρτα και την άφησε να περάσει. «Κλείνει η πόρτα τις μεσημεριανές ώρες, δεσποινίς. Ανοίγει στις έξι και κλείνει ξανά στις δέκα το βράδυ. Ποιον γυρεύεις;» Συνοφρυώθηκε. Ανάκριση της έκανε; «Πάω στη μοδίστρα μου, κύριε», του είπε δίνοντας τόπο στην οργή. «Στης δεσποινίδας Οριάν πας; Ναι, κάτω στο υπόγειο. Μάλιστα. Κάτω στο υπόγειο πάει η δεσποινίς». Καθώς μιλούσε, την εξέταζε απ ’την κορφή ως τα νύχια, σαν κάτι να μην του γέμιζε το μάτι. Τελικά, της έδωσε την άδεια. «Εντάξει, πήγαινε. Να προσέχεις. Φαίνεσαι σεμνό κορίτσι εσύ». Τι εννοούσε, ο βλαξ; Κατέβηκε τα σκαλιά κοιτάζοντας διαρκώς πίσω της. Ο φόβος για τον περίεργο θυρωρό και η έμφυτη ανασφάλειά της την έκαναν να νιώθει αδύναμη. 29


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 30

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

Σκέφτηκε να το βάλει στα πόδια, αλλά υπερίσχυσε η επιθυμία της για τη φούστα. Όσο περίμενε να της ανοίξει η πόρτα –περισσότερο απ ’όσο άντεχε στην αναμονή–, κρυφοκοιτούσε προς τις σκάλες, μήπως ο τύπος την παρακολουθούσε. Επιτέλους άκουσε κάτι σερνόμενα βήματα, και η πόρτα μισάνοιξε. Φάνηκε πρώτα η μύτη και ύστερα ολόκληρο το πρόσωπο ενός νεαρού άντρα. Αιφνιδιάστηκε όταν τον αναγνώρισε. Επρόκειτο για τον τύπο που τη λοξοκοίταζε ειρωνικά στο σινεμά. Εκείνη τη στιγμή έμοιαζε καταδεκτικός, αν και νυσταγμένος. Παρά ταύτα, την κατέκλυσε ξανά η γνωστή αβεβαιότητά της για την εντύπωση που προξενούσε στους άλλους. «Έλα, έλα μέσα. Η Οριάν έχει πελάτισσα. Θα βγει σε λίγο». Πέρασε την πόρτα με ελλειμματική αυτοπεποίθηση. Ο τύπος τής πρότεινε να βολευτεί και να περιμένει στο καθιστικό. Ο ίδιος χάθηκε πίσω από μια άλλη πόρτα. Η γλυκερή μυρωδιά του καπνού που άφησε πίσω του της έφερε μεθυστική ζάλη. Κάθισε σε ένα σκούρο, ξύλινο σκαμπό, με την αγωνία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της. Έμεινε μόνη. Η ζάλη από τους καπνούς την αποχαύνωνε. Για να ξεπεράσει την αμηχανία της, έστρεψε το βλέμμα της στο χώρο και βάλθηκε να περιεργάζεται το στυλ του υπόγειου διαμερίσματος. Κυριαρχούσε το άσπρο-μαύρο, με κάποιες κόκκινες και κίτρινες πινελιές εδώ κι εκεί. Στο ριχτάρι του καναπέ παρατήρησε πως υπήρχαν στάμπες με πρόσωπα αστέρων του αμερικάνικου σινεμά. Μπόρεσε να αναγνωρίσει τη Μέριλιν Μονρόε, την Γκρέτα Γκάρμπο, την Όντρεϊ Χέπ30


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 31

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

μπορν... Πάνω σε ένα ρουστίκ κομό ήταν τοποθετημένο ένα πικάπ. Πόσο ήθελε ένα πικάπ, μα δεν τολμούσε ούτε να το αναφέρει. Κοίταξε τον τοίχο απέναντί της. Ήταν γεμάτος ζωγραφιές. Παράξενες ζωγραφιές, με ακανόνιστα σχέδια και μπερδεμένα χρώματα. Δεν ήξερε καν τι παρίσταναν, αλλά της προκαλούσαν το ενδιαφέρον. Σχημάτισε την εντύπωση πως έκρυβαν κωδικούς που έπρεπε να κατανοήσει. Ανάλογη αίσθηση αποκόμισε και από τις μικρές γλυπτές μορφές –από διάφορα υλικά– που κοσμούσαν μια ραφιέρα. Από τα κομπλέν και τις σταυροβελονιές του σπιτιού της, βρέθηκε σε ένα χώρο που δεν μπορούσε πριν ούτε καν να τον φανταστεί και ο οποίος καταδείκνυε περίτρανα την αδαημοσύνη της. Για να μη φανεί η ανασφάλειά της, άρχισε να ξεφυλλίζει τα βιβλία που ήταν σωριασμένα δίπλα της. Όλα στα αγγλικά. Σιμόν ντε Μποβουάρ, Ζαν-Πολ Σαρτρ, Τζακ Κέρουακ, Άλεν Γκίνσμπεργκ, Γουίλιαμ Μπάροουζ!... Ονόματα παντελώς άγνωστα. Παρηγόρησε τον εαυτό της ότι κανένας δεν γεννιέται μαθημένος, είπε μέσα της και το χιλιοειπωμένο «γηράσκω αεί διδασκόμενος» και προσπάθησε –με τα σχολικά αγγλικά που γνώριζε– να απομνημονεύσει τα ονόματα των συγγραφέων. Μπορεί να μην της επιτρεπόταν από τη μητέρα να έχει πολλές παρέες, αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Ίσως η νέα γνώση να της χρησίμευε κάπου, για να ξεχωρίσει μέσα στις κοινοτοπίες των συζητήσεων. Βρήκε ξανά την ισορροπία της όταν η πόρτα απέναντί της άνοιξε και φάνηκε η Οριάν. Κατευόδωσε την προηγούμενη πελάτισσα και υποδέχτηκε την ίδια με την εγκαρδιότητα παλιάς φίλης. 31


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 32

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

«Σου άνοιξε ο Τζακ, έτσι; Ευτυχώς που άκουσε το κουδούνι, γιατί εγώ χαμπάρι δεν πήρα», της είπε και φώναξε δυνατά: «Τζακ! Τζακ! Μην το ρίξεις πάλι στον ύπνο. Θα έρθουν τα παιδιά σε λίγο». Έπειτα, καθώς την οδηγούσε στο δωμάτιο ραπτικής, της εκμυστηρεύτηκε, θαρρείς και ήταν υποχρεωμένη να της δώσει μια εξήγηση: «Είναι το αγόρι μου. Τσακώθηκε με τους δικούς του, επειδή τα έχει φορτώσει στον κόκορα με τις σπουδές, και μετακόμισε εδώ. Είναι είκοσι πέντε και ακόμα να τελειώσει τη σχολή του. Υποτίθεται ότι σπουδάζει μηχανικός». Ο τρόπος που η Οριάν τής έπαιρνε τα μέτρα με τη μεζούρα είχε κάτι το ιεροτελεστικό. Παρατηρούσε τις αβρές κινήσεις των δαχτύλων της και αναπόφευκτα τις συνέκρινε με τη νευρικότητα των χεριών της μάνας της. Εκεί που της μετρούσε τη μέση και σχολίαζε πόσο λεπτή είναι, ξαφνικά άλλαξε θέμα και της εξομολογήθηκε πως δεν της άρεσε και πολύ η συγκατοίκηση με τον Τζακ, διότι λάτρευε την αυτονομία. Επιπλέον, εκεί, εκτός από σπίτι της, ήταν και ο χώρος εργασίας της, και μερικές φορές, όταν μαζεύονταν οι φίλοι τους, γινόταν ένα μπάχαλο. Προς το παρόν όμως, ο Τζακ δεν είχε άλλη επιλογή. Μιλούσε σαν να περίμενε απ ’αυτήν να της πει μια ιδέα ή να της προτείνει κάποια λύση. Ξαφνικά τη ρώτησε: «Εσύ έχεις αγόρι;» Κούνησε το κεφάλι της αρνητικά. Η Οριάν δεν το σχολίασε. «Θα σου φέρω τη φούστα αύριο τέτοια ώρα στο σπίτι σου», είπε και της ζήτησε τα στοιχεία της και τη διεύθυνσή της. 32


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 33

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

Η Άρια δεν έκρυψε τον τρόμο της. «Ω, όχι στο σπίτι. Θα έρθω εγώ να την παραλάβω». Ως εκείνη τη στιγμή δεν είχε σκεφτεί ποτέ ότι υπάρχουν άνθρωποι που εντρυφούν τόσο πολύ στα εσώψυχα των άλλων, ώστε να είναι αδύνατον να τους ξεγελάσει κανείς. Εκτός πια κι αν αυτός ο άλλος είναι τόσο επιτήδειος στο ψέμα, ώστε να παραπλανά και τον πιο εμβριθή παρατηρητή. «Κατάλαβα», είπε η Οριάν με νόημα. «Δεν θα ήθελες να φανερώσεις τη φούστα στη μητέρα σου. Μητέρα σου δεν ήταν η κυρία που κοιμόταν στο σινεμά; Ευτυχώς που κοιμόταν δηλαδή...» Παραδέχτηκε πως έτσι είχαν τα πράγματα και πως όντως η μητέρα της θα είχε αντίρρηση να ανατρέψει τον επιβεβλημένο ενδυματολογικό κανόνα. «Μερικές φορές μού λείπει μια μητέρα... Ακόμα και αυστηρή», ψέλλισε η Οριάν με μια πίκρα στη φωνή της, και το γύρισε αμέσως στο αστείο. «Μαζί της δοκιμάζεις την επανάσταση. Είναι η πρώτη της ζωής σου». «Λυπάμαι», έκανε η Άρια με δισταγμό. «Για ποιο πράγμα;... Α, όχι. Δεν έχασα τη μητέρα μου. Δεν τη γνώρισα ποτέ, και έτσι δεν ξέρω πώς είναι να έχεις μια μητέρα. Λοιπόν, έλα αύριο να πάρεις τη φούστα τελειωμένη. Ούτε πρόβα δεν θα χρειαστείς». Ένιωσε να ανακτά κάπως την αυτοπεποίθησή της. Τη βοηθούσε ο τρόπος της Οριάν σ ’αυτό. Καθώς την ξεπροβόδιζε, μπήκε στον πειρασμό να φανερώσει τη σκέψη της. «Εσείς δεν μοιάζετε καθόλου με μοδίστρα». 33 2o


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 34

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

Η Οριάν ξέσπασε σε γάργαρα γέλια. «Πρώτον, μπορείς να με λες Οριάν, ή Οριάνθη, αν προτιμάς. Δεν είμαι και τόσο μεγαλύτερή σου για να μου μιλάς στον πληθυντικό... Και έπειτα, γιατί; Τι έχουν οι μοδίστρες;» Ένιωσε να κοκκινίζει από την ντροπή της. «Δηλαδή, θέλω να πω πως... Πως θα σε περνούσε κανένας για αρτίστα». «Μα και η μοδιστρική, καλλιτεχνία είναι», απάντησε η Οριάν με φυσικότητα. «Σπουδάζω στη Σχολή Καλών Τεχνών. Δικά μου είναι τα έργα γύρω σου». «Ναι, βέβαια. Δηλαδή... το υπέθεσα», απολογήθηκε η Άρια αμήχανα. «Ξαφνικά με έχει πιάσει μια ανυπομονησία για τη φούστα. Πόσα χρήματα να έχω μαζί μου;» «Εξήντα δραχμές. Έλα κατά τις έξι το απόγευμα. Επί τη ευκαιρία, κάποιοι φίλοι μας οργανώνουν απαγγελίες ποιημάτων εκείνη την ώρα. Τους παραχώρησα το σπίτι. Είναι κάτι σαν φιλολογικό απόγευμα. Αν θέλεις, μπορείς να μείνεις να ακούσεις. Όμως πρέπει να ξέρεις πως οι άνθρωποι που θα συναντήσεις είναι διαφορετικοί. Δηλαδή σε σύγκριση με ό,τι –ίσως– έχεις συνηθίσει... Σου αρέσει η ποίηση;» Απάντησε ότι της άρεσε πολύ και αναχώρησε με νέο κύμα ανασφάλειας. Στην πραγματικότητα, δεν ήξερε καν τι τη ρωτούσε. Για την Οριάν –αν έκρινε από τα βιβλία που είδε–, η ποίηση μπορεί να είχε άλλο περιεχόμενο από αυτό που η ίδια γνώριζε. Παρότι είχε αποστηθίσει εκατοντάδες στίχους στο σχολείο και ήξερε τα πάντα για την Παλαιά και Νέα Αθηναϊκή Σχολή, καθώς και για τον πόλεμο ανάμεσα στους καθαρευουσιάνους και τους μαλλιαρούς, από όσα μπόρεσε ν ’α34


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 35

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

ντιληφθεί, η Οριάν δεν μιλούσε για τον Αχιλλέα Παράσχο, τον Παλαμά και τον Βαλαωρίτη. Την επόμενη μέρα η κυρία Ολυμπία ξύπνησε τις κόρες της από το χάραμα για να κάνουν τις δουλειές που ανέθετε στην καθεμία. Αυτό συνέβαινε όλες τις ημέρες της εβδομάδας καθ ’όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού. Συνήθως η Άρια διαμαρτυρόταν ότι δεν είχε χορτάσει τον ύπνο, όμως ο «επιλοχίας» δεν υπέκυπτε. Η διαταγή του είχε ισχύ νόμου. Θα μπορούσε, φυσικά, να το τραβήξει στα άκρα, μα δεν άντεχε την γκρίνια. Εκείνο το πρωί πέταξε τα σεντόνια με την πρώτη, εκτέλεσε τα καθήκοντά της ταχύτατα και ήταν πανέτοιμη πολύ πριν τις δέκα. Μέχρι να έρθει το απόγευμα, οι δείκτες του ρολογιού είχαν κολλήσει, και η συντροφιά της αδελφής της απέβαινε ανυπόφορη. Με πρόφαση ότι είχε να ετοιμάσει τα φυλλάδια με τις εργασίες των μαθητών της, άφησε τη δροσιά της αυλής και κλείστηκε στην κάμαρά της. Αισθανόταν πως οργανώνει μια απόδραση από κελί φυλακής. Φοβόταν μήπως με κάποιον τρόπο η μητέρα μάθαινε πως το απόγευμα δεν είχε μάθημα και ότι τα ντοσιέ που κουβαλούσε μαζί της ήταν μόνο για προκάλυμμα. Στη διαδρομή για το σπίτι της Οριάν, κοιτούσε διαρκώς πίσω της. Δεν την παρακολουθούσε κανείς, όμως και πάλι φοβόταν, αφού τα μάτια και τα αυτιά της μητέρας καιροφυλακτούσαν μέσα από την ίδια της τη συνείδηση. Η κυρία Ολυμπία διέθετε έναν μαγικό τρόπο να ενσταλάζει στην ψυχή τους την ενοχή. Η αίσθηση της πανταχού παρούσας μητέρας την ισοπέδωνε, μα το «αμάρτημα» είχε τέτοια ελκτική δύναμη, που υπερνικούσε τον ορθολογισμό. Όταν έφτασε 35


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 36

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

στην πολυκατοικία της Φωκίωνος Νέγρη, στην καρδιά της άρχισε νέα τυμπανοκρουσία. Εκτός από τη νοερή απολογία προς τη μητέρα και τη Μαργαρίτα, έπρεπε να απολογηθεί και στο θυρωρό, ο οποίος πότιζε τα παρτέρια έξω από την πολυκατοικία και, σαν να βρισκόταν σε εντεταλμένη υπηρεσία, την αναγνώρισε αμέσως. «Στης δεσποινίδας Οριάν, έτσι;» «Μάλιστα». «Ναι, στης δεσποινίδας Οριάν. Πέρασε. Ανοιχτή είναι η είσοδος». Ο τρόπος εκφοράς του λόγου του την τρόμαζε. Υπονοούσε περισσότερα από όσα έλεγε. Προσποιήθηκε την άνετη και αγνοώντας το ευκίνητο καβουρίσιο βλέμμα που την έλεγχε, χρησιμοποίησε σαν όπλο τη χαριτωμένη αφέλεια. «Μα είναι η μοδίστρα μου». «Η μοδίστρα σου, παιδί μου. Η μοδίστρα σου». Της ήρθε να τον διαολοστείλει, μα αντί ν ’ανοίξει μαζί του έχθρα –από ένα ένστικτο αυτοσυντήρησης κινούμενη–, προτίμησε να συνεχίσει το θέατρο της αφελούς και ταπεινής νεάνιδος. Μπήκε στην πολυκατοικία αγνοώντας περαιτέρω το βλέμμα που την ακολουθούσε. Την υποδέχτηκε το γνώριμο από την προηγούμενη μέρα ντουμάνι καπνού και το ευχάριστο χαμόγελο της κοπέλας με το κοντοκουρεμένο μαλλί που είχε δει στον κινηματογράφο. Την κυρίεψε ένα αίσθημα ντροπής ανάμεικτο με αμηχανία, όταν μέσα από τους καπνούς φάνηκε και το πρόσωπο του τύπου με τον οποίο η κοπέλα φιλιόταν στο σινεμά περιπαθώς. Τη χαιρέτησε σηκώνοντας μετά βίας το χέρι του. Ήταν 36


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 37

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

ένα χέρι τόσο περίεργο. Η παλάμη θαρρούσες πως ήταν προσαρμοσμένη στον καρπό με μεντεσέδες κι ότι μπορούσε να ξεκολλήσει ανά πάσα στιγμή. Μπήκε στον πειρασμό να σκεφτεί πως τα «ξεκλείδωτα» χέρια αυτού του ανθρώπου ήταν ασύμβατα με τη στιβαρή του κορμοστασιά. Εκείνο όμως που την έφερε στα πρόθυρα της φυγής ήταν το βλέμμα του πίσω από τα γυαλιά. Έπαιζαν με την αιδημοσύνη της. Η κοπέλα τού έκανε νόημα και ο τύπος βγήκε στον ακάλυπτο να συνεχίσει το κάπνισμα. Παράξενος καπνός. Είχε μια γλυκιά μυρωδιά που της έφερε ζάλη. «Με λένε Ρόη», συστήθηκε το κορίτσι, με τρόπο που υπονοούσε ότι επιβαλλόταν να πει το όνομά της μα και το όνομα του αγοριού της. «Είμαι συμφοιτήτρια της Οριάν, αυτός εκεί έξω είναι ο Άλεν. Ο φίλος μου». Στον καναπέ βρισκόταν αραγμένος ο Τζακ και γρατζούνιζε μια κιθάρα. «Εμείς γνωριστήκαμε χθες», έκανε και συγκεντρώθηκε ξανά στο ζητούμενό του χωρίς να της δώσει περισσότερη σημασία. Η Οριάν την υποδέχτηκε με ένα σφιχτό αγκάλιασμα. Η Άρια, αν και παραξενεύτηκε, δέχτηκε με ευγνωμοσύνη το ζεστό καλωσόρισμα. Της φάνηκε πως στη φιλοσοφία της Οριάν κυριαρχούσε το σύνθημα: «Άνεση με όλους». «Έλα να βάλεις τη φούστα πριν πλακώσει ο κόσμος», της είπε. «Με αυτά που φοράς, θα αισθάνεσαι παράταιρη εδώ μέσα. Θα σου δώσω κι ένα ζευγάρι δερμάτινα σανδάλια από τις Ινδίες». «Έχεις πάει στις Ινδίες;» 37


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 38

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

«Όχι εγώ. Ο Άλεν, η Ρόη και ο Τζακ. Έχουν πάει και στην Αμερική. Τη γύρισαν όλη. Θα ήθελα να ταξιδέψω στην Ινδία, αλλά στην Αμερική... δεν ξέρω. Την έχω συνδέσει με το δουλεμπόριο των νέγρων. Μου αρέσει όμως πολύ η νέγρικη μουσική. Εσένα;» Σήκωσε τους ώμους χωρίς να δώσει απάντηση. Φόρεσε τη φούστα και τα σανδάλια και γύρισε προς την Οριάν για να λάβει επιβεβαίωση. Εκείνη της πρότεινε απλά να κοιταχτεί στον καθρέφτη. Είδε έναν άλλο εαυτό, δροσερό και ανέμελο. Χαμογέλασε. Ήταν πλέον βέβαιη ότι αυτό το στυλ τής πήγαινε θαυμάσια. Της άρεσε τόσο, που ήταν έτοιμη να το επιβάλει στη μητέρα της και στη Μαργαρίτα. Τότε η Οριάνθη άρπαξε το ψαλίδι και, προτού προλάβει να αντιδράσει, ξήλωσε το παλιό ρούχο της πάνω στη ραφή. «Οι επαναστάσεις απαιτούν δραστικές λύσεις. Όταν επιστρέψεις στο σπίτι σου, κοίτα να είσαι εσύ και όχι οι άλλοι σ ’ εσένα. Μάθε να διεκδικείς, αποφασισμένη να υποστείς τις συνέπειες. Αλλιώς, γίνεσαι ψεύτρα. Θέλεις να καθίσεις στις απαγγελίες, θέλεις να φύγεις; Εσύ επιλέγεις. Πάντως να ξέρεις ότι το σύνθημα των φίλων μου –περισσότερο του Τζακ– είναι “ανυπακοή”. Καπνίζουν χασίς και χαίρονται την ηδονή. Προσωπικά, δεν γουστάρω τα ομαδικά όργια. Έχω μια ρομαντική άποψη για τον έρωτα. Όμως υποστηρίζω την επιλογή μου και την επιβάλλω. Δεν πολυαρέσει στον Τζακ. Με θεωρεί συντηρητική. Πιστεύει πως η απόλαυση και η ηδονή δεν έχουν σχέση με την αγάπη». «Εν αρχή ην η συνουσία», πετάχτηκε ο Τζακ, που άκουγε την κουβέντα τους. 38


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 39

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

Ο Άλεν και η Ρόη συμφώνησαν. Ο Άλεν άρχισε τη ρητορεία για την ηδονή ως εμπειρία και τη μονογαμία ως ρουτίνα και σκλαβιά. Η Οριάν τού πέταξε ένα μαξιλάρι. Έπειτα στράφηκε προς την Άρια και της είπε: «Μην ακούς εσύ, μικρή και άβγαλτη. Αυτοί είναι φαντασιακοί περιπατητές της ζωής και ηδονιστές. Εμείς ανήκουμε στους ρομαντικούς. Με αυτά τα δεδομένα, θα μείνεις ή θα το βάλεις στα πόδια;» Ένα ρίγος κυμάτισε στο κορμί της. Θα έμενε. Δεν ήθελε να την περνούν για ανίδεη. Η Οριάν είχε ετοιμάσει στο σαλόνι το χώρο των απαγγελιών. Έβγαλε μερικά έπιπλα στον ακάλυπτο και σκόρπισε στο πάτωμα μαξιλάρια. Ο χώρος έξω ήταν καλά οχυρωμένος, με ψηλό μαντρότοιχο στον οποίο αναρριχιόταν πλατύφυλλος κισσός. Ο ανεμιστήρας οροφής και ο φρεσκοποτισμένος κισσός δρόσιζαν αρκετά την ατμόσφαιρα. Η Άρια, καθ ’υπόδειξη της οικοδέσποινας, πήγε και σφηνώθηκε ανάμεσα στο κομό με το πικάπ και στην πόρτα που έβγαζε στον ακάλυπτο. Εκεί μέσα δεν χωρούσε άλλος. Ένιωθε άβολα, μα το προστατευτικό βλέμμα της Οριάν την καθησύχαζε. Έγινε αόρατη. Όταν είδε όλη την παρέα μαζεμένη, της ήρθε να το βάλει στα πόδια. Όμως η επιθυμία να μαθητεύσει στο άγνωστο κατίσχυσε του φόβου και της αιδούς. Εννιά άτομα συγκεντρώθηκαν, με ομοιόμορφη αμφίεση και σημειολογία. Ό,τι τρόμαζε τη μητέρα. «Μαλλιάδες, χίπις, γιεγιέδες». «Εκπρόσωποι της κόλασης». Ποιας κόλασης; «Παιδιά του σατανά». Ποιου σατανά; «Του εωσφόρου που κατέβηκε να γκρεμίσει την τάξη του κόσμου». 39


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 40

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

Αισθάνθηκε το καυτό χέρι της Οριάν να την κρατά. Ήταν μια αναγκαία στήριξη. Ο Άλεν ανέβηκε στο χαμηλό οβάλ τραπέζι και άρχισε με σύντομες συστάσεις. Μάλλον αυτό γινόταν σε κάθε συγκέντρωση. «Είμαστε κρίκοι μιας παγκόσμιας αλυσίδας που μας δένουν οι κοινές αντιλήψεις για τη ζωή. Είμαστε ταξιδευτές του ονείρου. Κατ ’αρχάς, θα ήθελα να ευχαριστήσω την αγαπημένη μας Οριάν που μας δέχεται στο χώρο της, διότι θα γνωρίζετε ήδη πως οι γονείς μας μας πέταξαν έξω από τα σπίτια τους. Φυσικά, οι περισσότεροι από εμάς βρίσκονται στην ίδια θέση. Οι γονείς είναι αυτοί που συντηρούν τα σάπια δόντια της κοινωνίας. Όμως τα σάπια δόντια εκριζώνονται. Δεν συντηρούνται, διότι μολύνουν με το δηλητηριώδες πύον τους όλα τα ζωτικά όργανα...» Άναψαν τσιγαριλίκια. Μέσα της φούντωνε η ένταση του φόβου, μαζί με την ενέργεια των λέξεων, που έβγαιναν πυρφόρες από τα χείλη αυτών των νέων ανθρώπων. Δεν καταλάβαινε τίποτα απ ’όσα έλεγαν. Ούτε τι νόημα είχαν όλα τούτα. Δεν την έπαιρνε καν να παριστάνει την ψαγμένη. Απλώς βρέθηκε εκεί και ήταν υποχρεωμένη να μείνει από καθωσπρεπισμό, όπως τόσα χρόνια διδασκόταν. Έμεινε λοιπόν και έτρεμε σαν το ψάρι έξω απ ’ το νερό, με κορύφωση τη στιγμή που ακούστηκε η φωνή του Άλεν σαν ουρλιαχτό. «Έχουμε τον πυρετό στο αίμα μας. Μαζί με τον Άλεν Γκίνσμπεργκ, τον Χίρσμαν, τη Ρουθ Σέιμουρ, τον Χάρολντ Νορς, τον Κόρσο, τον Κοέν...» Ακολούθησε η απαγγελία ποιημάτων, ενώ η Οριάν έβαζε 40


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 41

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

στο πικάπ δίσκους με νέγρικη μουσική. Ουρλιαχτά και έκσταση. Ό,τι την τρόμαζε, την είλκυε συνάμα. Μέχρι πού θα πήγαινε η κατάσταση; Ξαφνικά, εκεί που νόμιζε πως είχε ξεχαστεί –ως αόρατη–, ο Άλεν την άρπαξε από το χέρι και την ανέβασε πάνω στο τραπέζι. «Άρια. Η νέα μας φίλη», τη σύστησε στους άλλους. Δεν τραβήχτηκε. Έπρεπε να παριστάνει την άνετη, ενώ τα πόδια της την πρόδιδαν σιγά σιγά. Ο Άλεν συνέχισε να μιλάει κρατώντας τη σφιχτά. Η Οριάν τού έστειλε ένα αυστηρό μήνυμα με τα μάτια, και μόνο τότε την άφησε να κατέβει από το «βάθρο». Δεν ένιωθε καθόλου άνετα. Έτσι, έξω από τα νερά της, δεν την ευχαριστούσε η κατάσταση. Τα ποιήματα που απάγγελλαν, από κάτι βρόμικες χειρόγραφες σελίδες, την τρόμαζαν. «Είδα τα καλύτερα μυαλά της γενιάς μου διαλυμένα από την τρέλα, / υστερικά, γυμνά και λιμασμένα, / να σέρνονται μέσα στους νέγρικους δρόμους την αυγή / γυρεύοντας την αναγκαία δόση...»* Αναδευόταν. Σκέφτηκε πως ήταν λάθος επιλογή να πάει εκείνη τη μέρα, ικανοποιώντας περισσότερο την περιέργειά της. Είχε διαρκώς την εντύπωση πως μια συντέλεια θα έρθει και θα συμπεριλάβει και την ίδια μέσα στην αθωότητα της άγνοιάς της. Από τη στιγμή αυτή, δεν άκουγε τίποτα. Είχε ζαλιστεί από τον καπνό και το βερμούτ. Το πρώτο αλκοολούχο της ζωής της. *Από το ποίημα «Ουρλιαχτό» του Άλεν Γκίνσμπεργκ. 41


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 42

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

Έπαιρνε να νυχτώσει όταν η μάζωξη έλαβε τέλος. Ο Άλεν και η Ρόη ανακοίνωσαν στην Οριάν και στον Τζακ ότι θα αναχωρούσαν. Θα πήγαιναν στην Κρήτη, όπου θα συναντούσαν στα Μάταλα μια ομάδα χίπις. Ο Τζακ κοίταξε την Οριάν. «Οριάν, τι λες;» «Ξέρεις ότι δεν μπορώ... Έχω να παραδώσω εργασία στον καθηγητή μου. Και μετά πρέπει ν ’αρχίσω διάβασμα για την εξεταστική. Πήγαινε εσύ αν το θέλεις». Έτσι του είπε, μέσα της όμως πίστευε ότι ο Τζακ θα έμενε. Αλλά αυτός σηκώθηκε κι έφυγε με τους άλλους θυμωμένος. Κι ούτε που γύρισε να κοιτάξει πίσω. Όταν έμειναν οι δυο τους, η Άρια προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει να καθαρίσουν και ν ’αερίσουν το χώρο. Στην ουσία, ήθελε να παρηγορήσει την κοπέλα για την άσχημη συμπεριφορά του φίλου της. Μα εκείνη δεν της άφησε περιθώρια. Έβαλε δυο λεμονάδες και την κάλεσε έξω. Στη δροσιά του ακάλυπτου. «Οριάν, σου αρέσουν εσένα αυτά τα ποιήματα;» τη ρώτησε η Άρια μετά από μια αμήχανη σιωπή. «Σαν ποίηση, καθόλου», της απάντησε αυθόρμητα. «Απλώς λένε αλήθειες που πρέπει να τις λάβει κανείς υπόψη. Είναι κατά κάποιον τρόπο μια ιδεολογία. Εξάλλου, δεν αποσκοπούν στην αισθητική, αλλά στην κοινωνική αλλαγή. Έτσι τουλάχιστον υποστηρίζει ο Τζακ». Έπειτα, σαν να μετάνιωσε για το διχασμό της, συμπλήρωσε: «Αυτή είναι όμως η πραγματικότητα του κόσμου. Ωμή. Όπως οι στίχοι που άκουσες». 42


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 43

ΣΤΗ ΖΩΗ ΝΩΡΙΣ ΝΥΧΤΩΝΕΙ

Στο τέλος, χωρίς να της ζητηθεί, έδωσε επιπλέον συστάσεις για τους φίλους της. «Με τη Ρόη είμαστε συμφοιτήτριες. Ο Άλεν –από το Αλέξανδρος– σπούδασε Αγγλική Φιλολογία. Προσπαθεί να κάνει και κάποιες μεταφράσεις. Τα ποιήματα που απήγγειλε, τα μετέφρασε ο ίδιος. Μαζί με μια ακόμα παρέα δημιούργησαν το στέκι “Beat”, όπου μαζεύονταν για τις απαγγελίες τους, αλλά τους το έκλεισε η Ασφάλεια. Μάλλον σκοπεύουν να φύγουν για το εξωτερικό». Μόλις η Άρια άκουσε τη λέξη «Ασφάλεια», δεν έκρυψε καθόλου την ανησυχία της. «Και ο Τζακ;» ρώτησε. «Με τον Τζακ δεν ξέρεις ποτέ τι θα σου ξημερώσει», της είπε απροκάλυπτα η Οριάν. Αλλά η περιέργειά της δεν έλεγε να κορεστεί. «Καλά, και το όνομά του από πού βγαίνει;» Η Οριάν έσκασε στα γέλια. «Είναι όλοι τους κολλημένοι με την αμερικάνικη λογοτεχνία. Γιώργο τον λένε... Δανείστηκε το όνομα του Κέρουακ. Τζακ Κέρουακ. Δεν θα σου λέει κάτι, ε;» Σταμάτησε για λίγο και της είπε με ανέλπιστη τρυφερότητα: «Είσαι πολύ συμπαθητικό κορίτσι μέσα στην αθωότητά σου. Αν θέλεις, πάμε κανένα σινεμά μαζί. Θα το χαρώ, αλήθεια». Η Άρια ένιωσε χαρά και ικανοποίηση. Γινόταν αποδεκτή από μια ξεχωριστή κοπέλα. Μίλησαν μέχρι αργά, και έφυγε από κει με ένα αίσθημα ελπίδας. Μια διαφορετική φι43


PRIOVOLOU_NYXTONEI sel Final.qxp_Layout 1 08/03/2019 13:22 Page 44

ΕΛΕΝΗ ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ

λία ανοιγόταν μπροστά της. Μια σχέση που τη θεωρούσε αναγκαία ώστε να μπορέσει να ξεφύγει από το γράπωμα της μητέρας και της Μαργαρίτας. Εκείνο το βράδυ χρειάστηκε πολύ θάρρος για να σταθεί απέναντι στην κυρία Ολυμπία με την καινούργια της αμφίεση, ρισκάροντας την προβλέψιμη αντίδρασή της. Είδε τη σουπιέρα με τη σαλάτα να πέφτει από τα χέρια του «επιλοχία», ενώ ντομάτες, αγγούρια, πιπεριές και κρεμμύδια σκορπίζονταν στις φρεσκοπλυμένες πλάκες της αυλής. Είδε τα μάτια της αδελφής της να πετάγονται από τις κόγχες και την άκουσε να λέει τρομοκρατημένη: «Πού τη βρήκες αυτή τη γύφτικη φούστα, Άρια;» «Μου την έραψε η μοδίστρα μου», απάντησε και έτρεξε στο μαγαζί, να βρει άσυλο στην αγκαλιά του πατέρα της, επειδή ο «επιλοχίας» είχε αρπάξει ήδη το ψαλίδι για να ξεσκίσει τη φούστα πάνω στο σώμα της.

44


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.