Μαρία Μπέικου - Αφού με ρωτάτε, να θυμηθώ...

Page 1

ΜΠΕΙΚΟΥ sel.-D_Layout 1 13/12/2010 3:40 ΜΜ Page 45

Στη ΧΙΙΙ Μεραρχία του ΕΛΑΣ

R ΒΡΕΘΗΚΑΜΕ στην Ελεύθερη Ελλάδα και πηγαίναμε πια από χωριό σε χωριό με σύνδεσμο. Ήταν πολύ ωραία. Ένιωθες ότι ανέπνεες ελεύθερα, γιατί δεν υπήρχε ο κατακτητής, γιατί δεν έβλεπες το χακί, το... γκρίζο του Γερμανού. Ένιωθες ελεύθερα. Η Ρούμελη... Εγώ δεν έζησα πάνω, στη βόρειο Ελλάδα, δεν ξέρω τι γινόταν στην υπόλοιπη Ελλάδα, αλλά η Ρούμελη ήταν πολύ καλά οργανωμένη. Βλέπεις, εκεί γεννήθηκε το αντάρτικο, στη Ρούμελη. Υπήρχε επαφή με τον κόσμο. Αντάρτες και λαός είχαν συνδεθεί πάρα πολύ. Κι έβλεπε ο κόσμος ότι αυτός ο αγώνας θα έδινε όχι μόνο τη λευτεριά, αλλά και κάτι παραπάνω. Και κάποιες άλλες κοινωνικές αλλαγές. Εγώ εντάχθηκα στο λόχο διοίκησης της ΧΙΙΙ Μεραρχίας, χωρίς να έχω καμιά εκπαίδευση, ούτε καμιά εμπειρία από μάχες. Αρχικά, εκεί υπήρχαν μία ομάδα γυναικών και μία ομάδα αγοριών, όλοι επονίτες. Σιγά σιγά συγκεντρώσαμε, απ’ όλα τα τμήματα της μεραρχίας, τις κοπέλες που ήταν σκορπισμένες στα συντάγματα, στα τάγματα, στους λόχους, και έτσι σχηματίστηκε η γυναικεία διμοιρία. Ορκιστήκαμε όταν είχαν συγκροτηθεί οι δύο επονίτικες διμοιρίες, των κοριτσιών και των αγοριών. Κάθε διμοιρία είχε τρεις ομάδες και κάθε ομάδα δέκα άτομα. Στη διμοιρία των γυναικών ανήκαν η Κούλα Ντάνου, η «Θύελλα» (Μένη Παπαηλιού), η Ντίνα Στεφανή κ.ά. Η Φωτεινή Ματσάκα, που ήταν Ευβοιώτισσα, από τα Ψαχνά. Θυμάμαι την Τούλα Τζανετή, 


ΜΠΕΙΚΟΥ sel.-D_Layout 1 13/12/2010 3:40 ΜΜ Page 46

την Πουλχερία Μακρή, την Πλουσία Λιακατά, με την οποία διατηρώ μέχρι σήμερα σχέσεις. Τις άλλες δεν τις θυμάμαι. Ήμουν καπετάνισσα και γραμματέας του κόμματος στη διμοιρία. Ως καπετάνισσα, συνδιοικούσα με τη Γεωργία Παλληγιαννοπούλου, η οποία είχε φοιτήσει στη Σχολή Αξιωματικών του ΕΛΑΣ στη Ρεντίνα. Η Γεωργία, που ήταν στρατιωτικός, είχε αναλάβει τη στρατιωτική εκπαίδευση, ενώ για όλα τα άλλα την ευθύνη την είχα εγώ: για τη διαφώτιση, τη συμπεριφορά, τα πολιτιστικά, τα μαθήματα. Μερικές κοπέλες ήταν αγράμματες και ένα από τα καθήκοντά μας ήταν να τους μάθουμε γράμματα. Κάναμε μαθήματα ή εγώ ή κάποια άλλη που ήξερε. Ελάχιστες είχαν πάει στο γυμνάσιο, οι άλλες ήταν του δημοτικού. Η διμοιρία οργανωτικά ανήκε στην ΕΠΟΝ. Η συγκρότηση της ΕΠΟΝ άρχιζε από το γενικό στρατηγείο και έφτανε μέχρι την ομάδα. Στο γενικό στρατηγείο υπήρχε υπεύθυνος της ΕΠΟΝ και από κει καθοδηγούμασταν. Γίνονταν και διάφορες συνελεύσεις, συσκέψεις. Στις συσκέψεις συζητούσαμε όλα τα προβλήματα και τι θα έπρεπε να κάνουμε εμείς για να βοηθήσουμε περισσότερο, ώστε να καταλάβει ο κόσμος στα χωριά και να νιώσει αυτή την έξαρση, την ανάταση, και να παλέψει για τη λευτεριά. Όπου πηγαίναμε, συνεργαζόμασταν με την ΕΠΟΝ του χωριού. Είχαμε αναλάβει το διαφωτιστικό μέρος της μεραρχίας, παράλληλα με τη διμοιρία των αγοριών. Η πρώτη υποδειγματική διμοιρία ανταρτοεπονιτών... και η πρώτη υποδειγματική διμοιρία γυναικών. Υπήρχε άμεση επαφή και άμεση συνεργασία. Εκτελούσαμε ό,τι μας ανέθεταν αγόγγυστα. Δεν υπήρχαν κουτσομπολιά. Αυτή ήτανε η καλύτερη περίοδος που έχουμε περάσει. Η εφηβεία μας, η νιότη μας ήτανε πολύ όμορφη απ’ αυτή την πλευρά, από πλευράς σχέσεων μεταξύ των νέων. Όλοι ήμασταν μαζί. Στην αναφορά συντασσόταν όλος ο λόχος, όπως γίνεται στο στρατό. Μαζί εκπαιδευόμασταν. Στα όπλα εκπαιδευτήκαμε πολύ καλά στο λόχο. Υπήρχαν έμπεδα (κέντρα 


ΜΠΕΙΚΟΥ sel.-D_Layout 1 13/12/2010 3:40 ΜΜ Page 47

στρατιωτικής εκπαίδευσης). Εκπαιδευτή είχαμε αξιωματικό, μόνιμο αξιωματικό που είχε προσχωρήσει στον ΕΛΑΣ. Μας εκπαίδευαν. Πού ξέραμε εμείς να χειριστούμε όπλο! Υπήρχε άμιλλα μεταξύ μας, πώς να καθαρίζουμε τα όπλα, πώς να τα λύνουμε και να τα συναρμολογούμε ξανά. Είχαμε και μπρέντα οπλοπολυβόλα, τα ιταλικά οπλοπολυβόλα. Πάνω σε αυτά μαθαίναμε να τα λύνουμε και να τα συναρμολογούμε. Οι κοπέλες τα καταφέρνανε πολλές φορές καλύτερα από τους άντρες. Υπήρχε η σκέψη: «Γιατί, εγώ είμαι χειρότερη από εκείνον;» Δηλαδή μια δημιουργική άμιλλα... Θέλαμε να αποδείξουμε ότι δεν υστερούσαμε. Όχι να τους ξεπεράσουμε, δεν έμπαινε τέτοιο θέμα, ότι δεν υστερούσαμε, ότι ήμασταν ικανές όσο κι εκείνοι για τα πάντα. Η πρώτη μάχη όπου λάβαμε μέρος ως διμοιρία ήταν τον Αύγουστο του 1944, όταν κάψανε το Καρπενήσι. Το Καρπενήσι ήτανε μια οργανωμένη πόλη απ’ όλες τις απόψεις. Και είχαμε τα πάντα. Δεν διήρκεσε όμως πολύ αυτό, γιατί τον Αύγουστο έγιναν οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών και το κάψανε το Καρπενήσι. Πολύ μας στοίχισε. Και, φυσικά, φύγαμε όλα τα τμήματα, με τη μεραρχία. Τότε, μόλις προλάβαμε και βγήκαμε από το Καρπενήσι, πήραμε θέσεις μάχης για την υπεράσπισή του. Η εκπαίδευσή μας ήταν τόσο τέλεια, που δεν νιώσαμε κανένα φόβο ή αμφιβολία, γιατί ξέραμε τι έπρεπε να κάνουμε. Το θάνατο δεν τον σκεφτόμασταν, ήμασταν αποφασισμένες για όλα, σκεφτόμασταν μόνο ότι απέναντί μας ήταν ο εχθρός. Δίπλα μας πολεμούσε η διμοιρία των επονιτών. Ο Δεκαπενταύγουστος μας βρήκε έξω από το Καρπενήσι, όπου είχαμε στρατοπεδεύσει. Ήταν η γιορτή μου. Οι κοπέλες με πείραζαν: «Δεν θα μας κεράσεις;» Θυμήθηκα που κάποιος μου είχε κάνει δώρο για τη γιορτή μου ένα κουτί γάλα ζαχαρούχο. Άνοιξα το κουτί και με ένα κουταλάκι τις κέρασα όλες. Μια κουταλιά στην κάθε μία «για χρόνια πολλά και καλές μάχες». Αυτή ήταν η ευχή. Όταν γίνονταν επιχειρήσεις, ήμασταν στη μάχη με το όπλο στο 


ΜΠΕΙΚΟΥ sel.-D_Layout 1 13/12/2010 3:40 ΜΜ Page 48

χέρι. Δηλαδή, μας ανακαλούσε και μας τοποθετούσε η μεραρχία όπου χρειαζόταν. Ο προγραμματισμός για τη δράση που θα είχαν οι διμοιρίες της ΕΠΟΝ γινόταν από τη μεραρχία. Δεν αποφασίζαμε εμείς τι θα κάνουμε. Μπορεί να κάναμε υποδείξεις. Όμως ήμασταν στρατιώτες και υπακούαμε στις διαταγές της μεραρχίας. Βασικά, η κομματική οργάνωση καθόριζε τα πάντα. Ήταν πίσω απ’ όλα. Έβλεπε τι ικανότητες είχε ο καθένας και τι μπορούσε να προσφέρει. Στη διμοιρία υπήρχε κομματικός πυρήνας, υπήρχε όμως και η ανοιχτή συνέλευση, σε τακτές μέρες, δηλαδή κάθε Τρίτη. Δεν θυμάμαι ακριβώς, πάντως είχαμε ένα πρόγραμμα το οποίο τηρούσαμε πάρα πολύ αυστηρά. Το πρωί είχε εγερτήριο, αναφορά, εκπαίδευση, φαγητό, ανάπαυση, ψυχαγωγία, μάθημα... Τα πάντα, τα πάντα. Ακόμα και η καθαριότητα ήταν μέσα στο πρόγραμμα.

*** Οι δύο διμοιρίες, των επονιτών και των επονιτισσών, πηγαίναμε στα χωριά και συζητούσαμε με τον κόσμο για τις ανάγκες του ΕΛΑΣ. Ο στρατός έπρεπε να εφοδιάζεται, ιδίως με τρόφιμα. Συγκεντρώναμε ό,τι μας έδιναν και μετά ερχόταν η επιμελητεία και τα έπαιρνε. Στο κάθε χωριό πηγαίναμε προγραμματισμένα. Ερχόμασταν σε επαφή με την οργάνωση. Αφού μας έδιναν καταλύματα, στις συγκεντρώσεις που γίνονταν αρχίζαμε τις συζητήσεις. Λέγαμε στον κόσμο τι συμβαίνει. Τα νέα. Τι κάνουμε εμείς, τι κάνει η μεραρχία, τι κάνει ο ΕΛΑΣ, τι γίνεται στην Αθήνα. Οργώσαμε όλη τη Ρούμελη για να διαφωτίσουμε όσο γίνεται περισσότερο τον κόσμο. Τους εξηγούσαμε τον αγώνα μας, για την καινούργια κοινωνία που θα ερχόταν μετά την απελευθέρωση, για τη δικαιοσύνη και την ισότητα, και ζητούσαμε τη συμπαράστασή τους. Ο κόσμος ήξερε τα πάντα! Και έπαιρνε μέρος ολόψυχα. Η υποδοχή τους ήταν θερμή, ιδίως των γυναικών. Στις γενικές συνελεύσεις περισσότερο έπαιρναν μέρος οι γυ


ΜΠΕΙΚΟΥ sel.-D_Layout 1 13/12/2010 3:40 ΜΜ Page 49

ναίκες του χωριού, γιατί οι άντρες ήτανε ή αντάρτες ή σε άλλες αποστολές. Δεν μας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση που οι γυναίκες αντιμετώπιζαν όλα τα προβλήματα. Μας έκανε όμως εντύπωση ότι τα αντιμετώπιζαν όχι μόνο με ευθύνη, αλλά και με ενημερότητα. Ήξεραν τα προβλήματα του χωριού και ήταν ικανές να τα αντιμετωπίσουν. Σε ένα από τα χωριά μάς έδωσαν ένα διώροφο σπίτι να καταλύσουμε, όπου ζούσε μια ηλικιωμένη που έπινε πολύ. Είχε δύο γιους στη Ρουμανία, που της έστελναν δίσκους κλασικής μουσικής κι αυτή τους άκουγε στο γραμμόφωνο πίνοντας. Εγώ και η Πλουσία Λιακατά θέλαμε να εξερευνήσουμε το σπίτι. Στον δεύτερο όροφο, σε ένα μεγάλο δωμάτιο, στη γωνιά, ήταν ένα βουνό από καρύδια. Τα χάσαμε! Πήραμε καρύδια και βάλαμε στις τσέπες μας. Αλλά ήμασταν τόσο εντυπωσιασμένες από το βουνό με τα καρύδια, που αρχίσαμε να σκαρφαλώνουμε πάνω. Τότε ακούστηκε η φωνή της γριάς από κάτω: «Σας ακούω, σας ακούω...» Γκρεμιστήκαμε να κατεβούμε, ενώ τα καρύδια κατρακυλούσαν μέσα σε τρομερό θόρυβο. Αδειάσαμε τις γεμάτες τσέπες μας ντροπιασμένες. Φοβόμασταν ότι η παιδική σκανδαλιά μας θα είχε επιπτώσεις, ότι θα μας έδιωχναν. Ευτυχώς, δεν έγινε τίποτα. Ακόμα και τώρα αναρωτιέμαι γιατί σκαρφαλώσαμε στα καρύδια. Αλλά ήμασταν ακόμα παιδία... Η Πλουσία Λιακατά ήταν υπεύθυνη της διαφώτισης στη διμοιρία μας. Καταγόταν από το Μεσολόγγι, από καλή οικογένεια, και βγήκε στο Βουνό γιατί την κυνηγούσαν οι Γερμανοί. Νομίζω ότι προσφέραμε περισσότερο ως διαφώτιση και στον πολιτιστικό τομέα απ’ ό,τι στην πρώτη γραμμή. Μπαίναμε με ενθουσιασμό στα χωριά και ξεσηκώναμε τον κόσμο με τα τραγούδια μας. Τραγουδούσαμε, χορεύαμε και στήναμε μια σκηνή. Κάναμε διάφορες παραστάσεις, με σκετς, απαγγελίες πατριωτικές. Τα ποιήματα ήτανε του Παλαμά, του Σολωμού και ποιήματα που είχαν γραφτεί τότε στην Ελεύθερη Ελλάδα.  _

Αφού με ρωτάτε, να θυμηθώ...


ΜΠΕΙΚΟΥ sel.-D_Layout 1 13/12/2010 3:40 ΜΜ Page 50

Σε μια γιορτή της μεραρχίας (γιορτές κάναμε συχνά για τις επετείους, αλλά και μετά τις μάχες) η Πλουσία απήγγειλε ένα ποίημα που είχε γράψει ο Αντώνης Αντωνιάδης, αξιωματικός του επιτελείου της μεραρχίας. Το ποίημα έλεγε: Σε χαιρετούν του Παρισιού, της Βιέννας, της Καντόνας και της Μαδρίτης τα οδοφράγματα τα λαοματωμένα. Οι φωτεινές κολόνες σου, άσπρες στο μαύρο κύμα, στέκουν ολόρθο κι άπαρτο αγέρωχο ταμπούρι. Μες στης Αθήνας το αγριοπάλεμα, των Μπαλκάνων την αντάρα αδούλωτη, ατρικύμιστη σαν το πνεύμα που επέτρωσε στα μάρμαρά σου, συγκαιρινό και πάντα νέο, ακτινωτά φεγγοβολά της ματωμένης κορώνας σου το ακάνθινο στεφάνι. Ω! Αθήνα, Αθήνα, σύμβολο ελεύθερων ανθρώπων.

Μετά την απελευθέρωση η Πλουσία εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Χίο, στο Τρίκερι, στη Μακρόνησο και πάλι στο Τρίκερι, όπου έμαθε τους λαϊκούς χορούς και, όταν αφέθηκε ελεύθερη, συνεργάστηκε με την Ελένη Τσαούλη, ως καλλιτεχνική διευθύντρια του ομίλου λαϊκών χορών που είχε εκείνη. Μέχρι σήμερα διδάσκει χορούς όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στη Γερμανία και την Ολλανδία. Το κύριο χαρακτηριστικό της είναι το αστείρευτο χιούμορ της και η αγάπη της για τον λαϊκό χορό. Η φίλη της, Δώρα Στράτου, είχε γράψει το 1979: «Οι άνθρωποι χρειάζονται την Πλουσία, επειδή είναι πλούσια στην καρδιά και πλούσια στην αγάπη της για τους ανθρώπους».

*** Όσο ήμασταν στο Καρπενήσι, μέναμε σε καταλύματα, σε σπίτια. Μετά, όταν άρχισαν οι επιχειρήσεις έξω, στο βουνό, κοιμόμασταν 


ΜΠΕΙΚΟΥ sel.-D_Layout 1 13/12/2010 3:40 ΜΜ Page 51

όπου βρισκόμασταν. Εφόσον δεν υπήρχανε σπίτια, φτιάχναμε ένα κατάλυμα. Κόβαμε έλατα κι εκεί κοιμόμασταν. Στα κλαδιά. Η επιμελητεία της μεραρχίας ήταν πολύ καλά οργανωμένη. Είχαμε μουλάρια που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες της μεραρχίας για μεταφορές. Το συσσίτιο ήταν κοινό. Οι στολές που φορούσαμε ήτανε ραμμένες από τα συνεργεία της μεραρχίας, και μάλιστα στην κάθε μία από μας είχανε πάρει μέτρα. Φορούσαμε παντελόνια, κάτι που δεν συνηθιζόταν εκείνα τα χρόνια. Χλαίνες δεν μας είχαν ράψει. Φορούσαμε ή από αυτές που είχαμε πάρει από τον εχθρό ή από αυτές που μας ρίχνανε πού και πού οι Εγγλέζοι. Οι Εγγλέζοι μάς έριχναν και αρβύλες, αλλά καμιά φορά φρόντιζαν να ρίχνουν τις δεξιές αρβύλες στη Ρούμελη και τις αριστερές στη Μακεδονία... Και για τις αρβύλες υπήρχαν συνεργεία που τις επιδιόρθωναν. Πρόβλημα για μας τις γυναίκες ήταν η ατομική καθαριότητα. Το λούσιμο των μαλλιών ήταν πολύ δύσκολο Είχαμε και ψείρες. Με πλύσιμο τις αντιμετωπίζαμε όσο μπορούσαμε, αλλά δεν είχαμε ούτε χτένες. Έτσι, σκέφτηκα να κάνουμε όλες δύο κοτσίδες πίσω, όλες οι κοπέλες. Ήταν πρακτικό. Πρώτον, γιατί αν τα είχες κάτω τα μαλλιά, έπρεπε να τα περιποιείσαι, και δεν υπήρχε τρόπος περιποίησης. Δεύτερον, δεν χτενιζόμασταν κάθε μέρα. Και έτσι, με τις κοτσίδες, υπήρχε ομοιομορφία, ενώ, διαφορετικά, θα έπρεπε να σκέφτεσαι «πώς θα χτενιστώ». Τα μαλλιά μας τα κόψαμε μόλις έγινε η απελευθέρωση. Τα κόψαμε στα Μάρμαρα, η μία έκοβε της άλλης. Στη διμοιρία υπήρχε μια καταπληκτική αλληλεγγύη και σύμπνοια, όμως είχαμε και μερικές αντιδράσεις. Δύσκολα εντάχθηκαν η Κούλα Ντάνου και η «Θύελλα». Μέχρι τότε πολεμούσαν με τους άντρες. Είχαν πάρει μέρος σε πάρα πολλές μάχες, στα τάγματα, και τώρα τους ήταν δύσκολο να ενταχθούν και να ακολουθήσουν έναν προγραμματισμό. Ξαφνικά βρέθηκαν σε ένα πειθαρχημένο σώμα που έπρεπε να είναι ένα. Δηλαδή, όλη η διμοιρία να 


ΜΠΕΙΚΟΥ sel.-D_Layout 1 13/12/2010 3:40 ΜΜ Page 52

είναι ένα και να μην ξεχωρίζουν. Για παράδειγμα, η «Θύελλα» είχε ένα μαύρο παντελόνι, το οποίο πήρε σε μια μάχη με τους Γερμανούς. Κι ενώ ήμασταν όλες ομοιόμορφα ντυμένες, εκείνη δεν ήθελε να το βγάλει. Φυσικά, το έβγαλε. Το κρατούσε όμως μέσα στο σακίδιό της. Δεν το αποχωρίστηκε. Μπορεί να σκεφτόταν ότι: «Εσείς ήρθατε τώρα εδώ και μας κάνετε τον τάχα, ενώ εμείς ήμασταν από προηγούμενα». Μετά, αυτά τα πράγματα απαλείφθηκαν. Ήμασταν πάρα πολύ δεμένες, όλες. Πριν μερικά χρόνια είχαμε επαφή με μία από τις κόρες της «Θύελλας». Ήθελε να μάθει για τη μάνα της. Η «Θύελλα» είχε τρία παιδιά όταν βγήκε στο Βουνό. Λέγανε ότι βγήκε για... να πρακτορεύσει άλλους, ότι ήταν παντρεμένη μ’ έναν αστυνομικό και πως ανήκε σε κάποια άλλη οργάνωση και έτσι ήρθε στον ΕΛΑΣ. Εντάχθηκε όμως, αφομοιώθηκε, πολέμησε παλικαρίσια τον κατακτητή και σκοτώθηκε το Δεκέμβρη στην Αθήνα, όπου είχε κατεβεί για να δει τα παιδιά της. Ήταν η μόνη που πήρε άδεια, οι υπόλοιποι μείναμε στη Χασιά. Η Ντίνα Στεφανή δεν είχε πρόβλημα, προσαρμόστηκε πολύ πιο γρήγορα. Δεν ήξερε καθόλου γράμματα. Τη μάθαμε να γράφει και να διαβάζει στη διμοιρία. Και η Κούλα Ντάνου είχε ένα παιδί, το οποίο άφησε στην αδελφή της, αφού την εγκατέλειψε ο άντρας της. Το παιδί αυτό, ο Πάνος, υιοθετήθηκε και βρέθηκε στην Αυστραλία. Αργότερα, αναζητώντας πληροφορίες για τη μητέρα του, με επισκέφθηκε το 1985. Μαζί του ήρθε και η δημοσιογράφος των Εικόνων Γεωργία Καρρά και του πήρε συνέντευξη, η οποία δημοσιεύθηκε στις Εικόνες, τχ. 13, 1985. Ο Πάνος είχε πει χαρακτηριστικά: «Σαράντα χρόνια μετά έμαθα ποια ήταν η αληθινή μου μάνα. Αυτή που με γέννησε αλλά δεν με χάρηκε». Η Κούλα βγήκε στο Βουνό και πολέμησε πολύ γενναία. Ήταν κοντά στον Άρη, στο Κλιμάκιο, όπως και η «Θύελλα». Όταν ανήκε στο σύνταγμα, έκανε και την τραυματιοφορέα. Αυτά πριν έρθει στη διμοιρία. Η διμοιρία όμως ήτανε στρατιωτικό τμήμα. Οι κοπέλες δεν είχαν καμία άλλη, απολύ


ΜΠΕΙΚΟΥ sel.-D_Layout 1 13/12/2010 3:40 ΜΜ Page 53

τως καμία άλλη αρμοδιότητα. Τίποτα! Είχαμε όπλο και παίρναμε μέρος σε μάχες και η κάθε μία είχε ορισμένα καθήκοντα. Το βασικότερο είναι ότι, παρότι νέοι, τα αισθήματα τα σκέπαζε η λογική και η απαγόρευση. Είχαμε έναν πουριτανισμό, μπορεί να πει κανείς. Δηλαδή, δεν κοιτάζαμε τα αγόρια σαν άντρες, αλλά σαν συναγωνιστές. Και τα αγόρια το ίδιο. Ούτε οι άλλοι αντάρτες. Από τη στιγμή που ο Άρης είχε σκοτώσει αντάρτη επειδή πήγε με μια γυναίκα, κανένας δεν είχε σχέσεις. Δεν επιτρέπαμε σε κανέναν να μολύνει τον αγώνα. Έτσι σκεφτόμασταν. Όλα αυτά έπρεπε να μείνουν στο περιθώριο μέχρι την απελευθέρωση. Αν δεν ήθελες να προσαρμοστείς, έφευγες. Στη διμοιρία μας δεν είχαμε κανένα παρατράγουδο. Είχαμε όμως μια περίπτωση, μια κοπέλα την οποία αναγκαστήκαμε να στείλουμε στην πολιτική οργάνωση. Ήταν τόσο ωραία κοπέλα, μα τόσο ωραία! Καταγόταν από το Μεσολόγγι. Φρύνη την έλεγαν και ήτανε Φρύνη πραγματικά, φεγγοβολούσε. Ψηλή, γλυκιά και πειθαρχημένη. Δεν μπορούσε να πει κανείς ότι έκανε κάτι, δεν δημιούργησε σχέση με κάποιον, αλλά ήταν προκλητική η ομορφιά της. Οι αξιωματικοί περισσότερο –γιατί είχαμε πολλούς αξιωματικούς από τον τακτικό στρατό– καλόβλεπαν τη Φρύνη, κι αυτούς δεν μπορούσες να τους περιορίσεις. Είχε δημιουργηθεί θέμα και έπρεπε να αποσπαστεί. Δεν θυμάμαι ακριβώς πώς έγινε, γιατί δεν γράφαμε πρακτικά. Όμως ήταν απόφαση της μεραρχίας και έγινε συνέλευση όλης της διμοιρίας. Είπαν οι κοπέλες ότι με την τόση ομορφιά της προκαλεί και θα ήταν καλύτερα να μετατεθεί σε πολιτική οργάνωση, αλλά έτσι, χωρίς στοιχεία, δεν μπορούσαμε βέβαια να την αποβάλουμε. Της είπαμε λοιπόν ότι υπάρχει απόφαση της μεραρχίας κι ότι έπρεπε να παραδώσει το όπλο. Εκείνη δεν ήθελε. Δεν ήθελε να το παραδώσει και δεν καταλάβαινε και γιατί της το ζητούσαμε. Εγώ, ως καπετάνισσα, της επέβαλα την απόφαση. Της μίλησα επιτακτικά. Θα πρέπει να με μίσησε. Τελικά μετατέθηκε. Δεν την ξαναείδα ποτέ, 


ΜΠΕΙΚΟΥ sel.-D_Layout 1 13/12/2010 3:40 ΜΜ Page 54

όμως δεν θα το ξεχάσω όσο ζω. Μετά από πολλά χρόνια τη συνάντησε η Πλουσία. Ήταν καλά. Τουλάχιστον αυτή δεν την έπιασαν, ούτε καταδιώχθηκε, αυτό με παρηγόρησε. Είχαμε και άλλη μία, η οποία ήτανε μάνα, μεγάλη, τριάντα έξι χρονών – ξέχασα πώς τη λέγανε. Ήτανε η μεγαλύτερη και δεν μπορούσαμε να την έχουμε στη διμοιρία των επονιτισσών – η μεγαλύτερη που είχαμε ήταν είκοσι τριών χρονών. Της εξηγούσαμε ότι δεν μπορούσε να είναι επονίτισσα τριάντα έξι χρονών, αλλά αυτή δεν ήθελε να φύγει από τη διμοιρία. Της είπαμε λοιπόν να παραδώσει το όπλο και τη στείλαμε στις βοηθητικές υπηρεσίες, στο αναρρωτήριο. Πολύ βασανιστικά έφυγε. Δεν ήθελε να φύγει. Η μόνη εξαίρεση ήταν η «Θύελλα». Παρότι ήτανε μεγάλη, γύρω στα τριάντα, έμεινε επειδή είχε ένα προηγούμενο. Είχε πολεμήσει παλικαρίσια. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες, όπως στη μεγάλη μάχη της Μακρακώμης, όπου και διακρίθηκε. Σ’ αυτή τη μάχη απέκτησε και το μαύρο παντελόνι της, που δεν ήθελε να το αποχωριστεί και το φοράει στις περισσότερες φωτογραφίες της. Ο Άρης δεν ήθελε γυναίκες με όπλο στο χέρι στον ΕΛΑΣ. Είχε όλο του το μεγαλείο και δεν είναι καθόλου κακό να πούμε ότι είχε και μερικά ελαττώματα. Κρίμα που ο Γεωργούλας δεν πρόλαβε να τελειώσει αυτό που είχε αρχίσει να γράφει για τον Άρη και θα απεικόνιζε όλη του την προσωπικότητα. Δεν πρόλαβε όμως. Ο Άρης είχε το μαστίγιο. Έτσι είναι. Δεν θα γινόταν στρατός αν δεν είχε το μαστίγιο από την αρχή. Ο Άρης ήταν είδωλο για μας. Τελικά, αναγνώρισε τη σημασία της διμοιρίας γυναικών όταν λάβαμε μέρος στη μάχη έξω από το Καρπενήσι, αλλά και όταν έγιναν στο Καρπενήσι κάποιες γιορτές όπου πήραν μέρος και οι ξένες αντιπροσωπείες, αξιωματικοί του στρατού δηλαδή, Αμερικάνοι, Ρώσοι, Άγγλοι, και εμείς ξεσηκώναμε τον κόσμο με τα τραγούδια μας και με το χορό. Αυτό τον ικανοποίησε. Ήταν μια επίδειξη. Το ίδιο και στη Λαμία, όπου με την απελευθέρωση κάναμε παρέλαση και ήταν μπροστά ο λόχος διοίκησης με τη διμοιρία μας. 


ΜΠΕΙΚΟΥ sel.-D_Layout 1 13/12/2010 3:40 ΜΜ Page 55

Σε όλο τον ΕΛΑΣ υπήρχαν πια γυναίκες. Από τη στιγμή που δόθηκε άδεια από το γενικό στρατηγείο να γίνουνε οι ομάδες και οι διμοιρίες γυναικών, δημιουργήθηκαν παντού. Δηλαδή, δεν θα μου έκανε εντύπωση τότε και να μου λέγανε ότι υπάρχει έφιππο τμήμα γυναικών. Ακόμα και στον ΕΛΑΝ, στο ναυτικό. Οι περισσότερες κοπέλες βγήκαν στο Βουνό γιατί τις κυνηγούσαν. Δούλευαν σε αντιστασιακές οργανώσεις και, επειδή φοβήθηκαν ότι θα συλληφθούν από τον εχθρό και τους συνεργάτες του, εντάχθηκαν στον ΕΛΑΣ. Ήθελαν να πολεμήσουν. Με τις διμοιρίες υπήρχε η αποδοχή της προσωπικότητας της γυναίκας. Έπρεπε να γίνει αποδεκτό ότι η γυναίκα μπορεί και να πολεμήσει. Και εφόσον μπορεί να πολεμήσει, καθιερώνεται η ισότητα. Είναι μεγάλο πράγμα αυτό. Έπειτα, στην πορεία, αποδεικνύεται ότι είναι ένας πολύ καλός τρόπος άμιλλας με τους άντρες. Για το φιλότιμο. Και στη μάχη και στην εκπαίδευση. Παντού. Σε όλους τους τομείς. Κι αυτό εκδηλώθηκε –λέω τώρα– στον Δημοκρατικό Στρατό περισσότερο, γιατί εκεί ήταν περισσότερες οι γυναίκες. Στον ΕΛΑΣ ήμασταν μετρημένες. Στη διμοιρία δεν ήταν μόνο το στρατιωτικό μέρος, αλλά έμπαιναν και άλλα καθήκοντα, που η γυναίκα τα έφερνε σε πέρας όχι απλώς καλά, αλλά πάρα πολύ καλά. Κι όταν φάνηκαν τα αποτελέσματα, αυτό διαδόθηκε παντού και οι γυναίκες του χωριού χαίρονταν όταν έβλεπαν άλλες γυναίκες να είναι στρατιώτες. Χαίρονταν όταν μία όμοιά τους κατάφερνε κάτι περισσότερο από κείνες. Κάναμε δύο δουλειές. Η μία έβγαινε από μέσα μας τελείως φυσικά: η μαγειρική, η καθαριότητα, η τάξη και ξέρω γω... η πειθαρχία. Αυτά βγαίνανε από τη φύση μας. Πιθανόν. Όπως και η ψυχαγωγία και η πολιτιστική πλευρά. Καθήκον ήταν, αλλά μας άρεσε. Λέγαμε: «Αχ! πότε θα έρθει η ώρα να χορέψουμε, να τραγουδήσουμε, να πάμε στα χωριά». Κάθε μέρα γινόταν αυτό το πράγμα, δηλαδή κάναμε πρόβες, συζητούσαμε, λέγαμε ανέκδοτα. Παίζαμε και παιχνίδια. 


ΜΠΕΙΚΟΥ sel.-D_Layout 1 13/12/2010 3:40 ΜΜ Page 56

Δικό μας τραγούδι δεν είχαμε εμείς οι διμοιρίες επονιτών-επονιτισσών, αλλά στην μπάντα της μεραρχίας –ήτανε η μπάντα του Μεσολογγίου σχεδόν ολόκληρη– προστέθηκαν και Ιταλοί μουσικοί, που ήταν πάρα πολύ καλοί. Είχαμε πολλούς Ιταλούς στη μεραρχία. Ο μαέστρος της μπάντας έγραψε κι ένα μαρς, που το ονομάσαμε «το μαρς της μεραρχίας», με το οποίο και παρελαύναμε και χορεύαμε. Θυμάμαι ακόμα το σκοπό. Το χορεύαμε σαν σλόου. Μ’ αυτό παρελάσαμε στη Λαμία, στην απελευθέρωση. Η πολιτιστική κίνηση της Αθήνας ακόμα και σήμερα μου φαίνεται ότι ωχριά μπροστά στο Καρπενήσι του καιρού εκείνου. Ήτανε πηγαία, ήτανε αυθόρμητη και συμμετείχαν όλοι, και αυτοί που είχανε έρθει από τη Αθήνα ή άλλες πόλεις και οι κάτοικοι του Καρπενησιού. Όλοι συμμετείχαν. Ένα πράγμα μάς ένωνε, μια σκέψη: ο αγώνας. Τίποτε άλλο. Δηλαδή, όλα τα καλά και τα κακά είχαν παραμεριστεί. Οι γυναίκες νομίζω ότι πάνω απ’ όλα κέρδισαν αυτοπεποίθηση. Κολακεύτηκαν. Αναγνωριζόταν αυτό που έκαναν, γιατί, σύμφωνα με τις καθιερωμένες παραδόσεις, σύμφωνα με τα δεδομένα της εποχής, η κοπέλα έπρεπε να κάνει συγκεκριμένα πράγματα, αυτό κι αυτό. Στη Ρούμελη υπήρχαν περιπτώσεις όπου η γυναίκα περπατούσε κουβαλώντας και γνέθοντας στο δρόμο κι ο άντρας καβάλα πήγαινε μπροστά. Το είδα. Στα χωριά το είδα αυτό. Όταν οι γυναίκες μπήκανε στον λαϊκό στρατό, παίχτηκε αλλιώς το παιχνίδι. Απέκτησαν καινούργια καθήκοντα. Συμβάλαμε στη δημιουργία κλίματος αλληλεγγύης, τάξης και πειθαρχίας, το γυναικείο τμήμα επηρέασε θετικά την όλη συμπεριφορά των ανταρτών. Φυσικά, πολύς κόσμος δεν έβλεπε με καλό μάτι τη συμμετοχή μας στο στρατό και πολλοί μας θεωρούσαν ανήθικες. Η αντίδραση το καλλιεργούσε αυτό, αλλά εμείς, με τη συμπεριφορά μας, σπάσαμε αυτές τις προκαταλήψεις. Μήπως και σήμερα δεν γίνεται το ίδιο; Ποια η διαφορά; Δεν βλέπω τόσο μεγάλη διαφορά με το σή


ΜΠΕΙΚΟΥ sel.-D_Layout 1 13/12/2010 3:40 ΜΜ Page 57

μερα. Το ίδιο γίνεται όταν μια γυναίκα ασχολείται με τα κοινά. Μπορεί εδώ στην πρωτεύουσα ή σε μεγάλες πόλεις να μη φαίνεται τόσο πολύ αυτό, αλλά στην επαρχία φαίνεται. Αν θελήσει μια γυναίκα να ασχοληθεί με τα κοινά, θα ’χει προστριβές με τον άντρα της στο σπίτι και με άλλους, με τον περίγυρο. Εγώ είχα την τύχη ο σύντροφός μου να ’ναι τόσο πολύ προοδευτικός, με τέτοια κατανόηση, που, παρότι χωριστήκαμε για δεκαέξι χρόνια, δεν ένιωσα ποτέ αυτό το συναίσθημα. Εγώ ήμουν έξω, εκείνος εδώ, στη φυλακή. Μου φαίνεται πως σήμερα δεν υπάρχει αυτή η κατανόηση μεταξύ των νέων – ίσως και να υπερβάλλω, γιατί εγώ πέρασα τελείως διαφορετική ζωή. Πολύ σπάνια συναντάς ένα αντρόγυνο σήμερα που να έχει αρμονία και κατανόηση, γιατί, δυστυχώς, οι περισσότεροι Έλληνες είναι –παραδοσιακά– ανατολίτες, θέλουν τη γυναίκα κτήμα τους. Μπορεί άλλα να λένε στα λόγια, στην πράξη όμως μένουν ανατολίτες. Αυτό εγώ δεν το έζησα. Δεν ήταν και τότε εύκολο να ξεπεραστεί αυτή η νοοτροπία. Η οργάνωση όμως σου έδινε την ευκαιρία να επιβληθείς, με τις απόψεις σου και με τις πράξεις σου. Έτσι ξεπερνιότανε. Επειδή το πιστεύαμε εμείς οι γυναίκες και παλεύαμε γι’ αυτή την ισότητα. Όλες οι αντάρτισσες προσπαθούσαμε να διαφωτίσουμε τις γυναίκες στα χωριά. Όταν μιλούσαμε στους άντρες στα χωριά για την ισότητα, μας έλεγαν ότι συμφωνούν, αλλά στο σπίτι τους συμπεριφέρονταν διαφορετικά. Εμάς τις αντάρτισσες μας βλέπανε θετικά. Δεν τολμούσανε ανοιχτά να πούνε ότι δεν μας θέλουνε. Τότε, εφόσον δούλευες και η αξία σου φαινόταν, δεν υπήρχε λόγος να αγωνιστείς ιδιαίτερα για να αποδείξεις ότι είσαι ικανή, αφού αυτό αποδεικνυόταν στην πράξη. Η οργάνωση μάς είχε ανάγκη και, έτσι, κατά κάποιον τρόπο, σπάσαμε την ανδροκρατία. Βέβαια, ακόμα και στις οργανώσεις υπήρχε ανισότητα στις θέσεις καθοδήγησης. Το ποσοστό των γυναικών ήταν μικρότερο. Ανέκαθεν υπήρχε αυτό το πρόβλημα, όπως και σήμερα. 


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.