Μπερνάρντο Καρβάλιο - Εννέα Νύχτες

Page 1

CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 9

έναν τόπο όπου η αλήθεια και το ψέμα δεν έχουν πια την έννοια που σας έφερε μέχρι εδώ. Ρωτήστε τους Ινδιάνους. Οτιδήποτε. Ό,τι σας κατέβει στο κεφάλι. Κι αύριο, μόλις ξυπνήσετε, κάντε ξανά την ίδια ερώτηση. Και μεθαύριο ξανά. Την ίδια ερώτηση πάντα. Και κάθε μέρα θα παίρνετε μια διαφορετική απάντηση. Η αλήθεια χάνεται ανάμεσα στις αντιφάσεις και τις ανοησίες. Όταν έρθετε να ψάξετε αυτό που έθαψε ο χρόνος, πρέπει να ξέρετε πως θα βρεθείτε στο πέρασμα ενός τόπου όπου η μνήμη δεν εκταφιάζεται, γιατί το μυστικό, το μόνο αγαθό που παίρνει κανείς μαζί του στον τάφο, είναι επίσης η μόνη κληρονομιά που αφήνει σ’ αυτούς που μένουν, όπως εσείς κι εγώ, και περιμένουν να βρουν ένα νόημα, εικάζοντας έστω ένα μυστήριο, για να πεθάνουν στο τέλος με την περιέργεια. Θα έρθετε βασιζόμενος σε γεγονότα που ως τότε θα σας φαίνονται ίσως αναντίρρητα. Ότι ο Αμερικανός ανθρωπολόγος Μπιουλ Κουέιν, και φίλος μου, πέθανε τη νύχτα της 2ας Αυγούστου 1939, στα είκοσι επτά του χρόνια. Ότι σκοτώθηκε χωρίς προφανείς εξηγήσεις, με μια παράκαιρη ενέργεια και με τρομακτική βία. Ότι κακοποίησε τον εαυτό του, παρά τις ικεσίες των δύο Ινδιάνων που τον συνόδευαν στο τελευταίο του ταξίδι επιστροφής από το χωριό προς την Καρολίνα και που έφυγαν πανικόβλητοι μπροστά σε τόσο τρόμο και αίμα. Ότι σφάχτηκε και κρεμάστηκε. Ότι άφησε εντυπωσιακές επιστολές που δεν εξηγούν τίποτα. Ότι τον αποκάλεσαν δυστυχή και παράφρονα σε αναφορές που στη σύνταξή τους κι εγώ ο ίδιος είχα την ατυχία να βοηθήσω ώστε να αποφευχθεί η έρευνα. Σας περίμενα χρόνια, όποιος κι αν είστε, και βασιζόμουν μονάχα σ’ αυτά που

9

Αυτό εδώ είναι για όταν έρθετε. Χρειάζεται να έχετε προετοι11 μαστεί. Κάποιος πρέπει να σας προειδοποιήσει. Θα έρθετε σ’


10

CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 10

γνώριζα εγώ και κανείς άλλος, δεν μπορώ όμως πλέον να βασίζομαι στην τύχη και ν’ αφήσω να εξαφανιστεί μαζί μου αυτό που εμπιστεύτηκα στη μνήμη. Επίσης, δεν μπορώ να εμπιστευτώ σε ξένα χέρια αυτό που σας ανήκει και που όλα αυτά τα χρόνια θλίψης και απογοητεύσεων το φύλαξα επτασφράγιστο, περιμένοντας εσάς. Να με συγχωρείτε. Δεν μπορώ να το διακινδυνέψω. Δεν είμαι πια σε κατάσταση και σε ηλικία για ν’ αψηφώ το θάνατο. Αύριο θα πάρω τη σχεδία της επιστροφής για την Καρολίνα. Πρώτα όμως θ’ αφήσω αυτή τη μαρτυρία για όταν έρθετε και βρεθείτε αντιμέτωπος με την απόλυτη αβεβαιότητα. Καλώς να ορίσετε. Θα σας πουν πως όλα συνέβησαν πολύ ξαφνικά και απρόσμενα. Πως όλοι αιφνιδιάστηκαν από την αυτοκτονία. Θα σας πουν πολλά. Ξέρω τι περιμένετε από μένα. Και τι θα σκέφτεστε. Μη μου ζητήσετε μόνο αυτό που δεν μου έδωσαν, ένα επίσημο χαρτί, την ακριβή ώρα. Θα χρειαστεί να βασιστείτε στο αστάθμιστο και επισφαλές όσων τώρα σας διηγούμαι, όπως κι εγώ χρειάστηκε να βασιστώ στην εξιστόρηση των Ινδιάνων και την αβέβαιη μετάφραση του καθηγητή Πεσσόα. Οι ιστορίες εξαρτώνται πάνω απ’ όλα από την εμπιστοσύνη αυτού που τις ακούει και από την ικανότητά του να τις ερμηνεύει. Κι όταν έρθετε θα είστε καχύποπτος. Ο δρ. Μπιουλ, με τον τρόπο του, ήταν κι αυτός ένας δύσπιστος. Αντιστάθηκε όσο μπόρεσε. Έχουμε ανάγκη λόγους για να πιστέψουμε. Θα ήταν άραγε κατάχρηση της υπομονής και της καλής σας θέλησης, όποιος κι αν είστε, να σας θυμίσω πως όλοι πεθαίνουμε; Θυμάμαι την ημέρα που έφτασε στην πόλη που στις επιστολές του αποκαλούσε νεκρή, τον Μάρτιο του 1939, καχύποπτος όπως εσείς τώρα, την πρώτη φορά που τον είδα. Όλοι γνώριζαν το βρυχηθμό του υδροπλάνου της Κόντορ όταν πλησίαζε στην πόλη, αναγγέλλοντας την άφιξή του. Κανείς άλλος δεν ερχόταν να μας επισκεφθεί. Πολύς κόσμος έτρεξε στο ποτάμι. Εγώ ήμουν απασχολημένος σε μια κατασκευή, παρ’ όλα αυτά όμως μπόρεσα να διακρίνω στο πάτωμα του σπιτιού χωρίς στέγη τη σκιά του αεροπλάνου, που πετούσε πάνω από τα δέντρα μάνγκο με κατεύθυνση το ποτάμι. Τελείωσα απ’ την υπηρεσία και κατέβηκα στο λιμάνι. Εκείνος πόζαρε στον φωτογράφο που είχε προσλάβει ο αντιπρόσωπος του πρακτορείου Κόντορ για να καταγράψει το συμβάν και που, με τη μηχανή


CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 11

* Ο κάτοικος του sertão, δηλαδή των ξηρών και απομακρυσμένων περιοχών της βραζιλιάνικης ενδοχώρας. (Σ.τ.Μ.)

11

πάνω στον τρίποδα, αποτύπωνε για πάντα στις πλάκες του την άφιξη του περίφημου εθνολόγου, δίπλα στους Ινδιάνους και τον πιλότο, όρθιοι όλοι τους πάνω στο φτερό του αεροπλάνου. Η άφιξή του προκάλεσε αίσθηση, αλλά πέντε μήνες αργότερα την είχαν όλοι ξεχάσει, αν αυτό θέλετε να μάθετε. Συνηθίζουμε πολύ γρήγορα στο ασυνήθιστο. Μονάχα εγώ κρατώ την ανάμνησή του. Εκείνη την ημέρα όμως ούτε εγώ ούτε άλλος κανείς μπορούσε να φανταστεί τι υποδεχόμασταν. Φορούσε ένα λευκό καπέλο σαν να ’ταν καπετάνιος καραβιού, λευκό πουκάμισο, φουφούλα και μπότες. Ούτε εγώ ούτε άλλος κανείς μπόρεσε κάτι να διακρίνει πίσω από μια κομψότητα τόσο υπεροπτική και παράταιρη για το μέρος και την περίσταση, πόσο μάλλον όταν το δει κανείς αναδρομικά. Κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει τη συμφορά που σε λιγότερο από πέντε μήνες θα του έκοβε το νήμα της ζωής. Πλησίασα τη σκηνή που όλη η πόλη παρακολουθούσε βουβή, χωρίς να καταλαβαίνω την αποστολή που αναλάμβανα και που καμιά ανθρώπινη ψυχή δεν θα μπορούσε ν’ αρνηθεί. Κι η ψυχή αυτή ήμουν εγώ. Ο αντιπρόσωπος της Κόντορ μάς σύστησε, αλλά ο εθνολόγος δεν με είδε. Έσφιξε το χέρι μου όπως στον καθένα και χαμογέλασε, χαμογελούσε σε όλους, αλλά δεν πρόσεξε την παρουσία μου. Δεν άκουσε καλά καλά το όνομά μου. Αν το είχε καταλάβει, σίγουρα θα χωράτευε, γιατί, ό,τι κι αν έγινε, το χιούμορ δεν του έλειπε. Το όνομά μου είναι αφορμή για καλαμπούρια παραέξω. Κι εκείνος μόλις είχε φτάσει. Μονάχα πολύ αργότερα θα καταλάβαινε τους λόγους και τα πλεονεκτήματα του να μ’ έχει σύμμαχό του. Τότε μόνο θ’ αποδεχόταν τη φιλία μου, αφού άλλη δεν είχε. Μπορεί να είμαι ένας ταπεινός σερτανέζο,* φίλος των Ινδιάνων, έχω όμως ανατροφή και δεν είμαι χαζός. Δεν κρατάω κακία σε κανέναν, πολύ λιγότερο στον δρ. Μπιουλ, τον φίλο μου, παρ’ όλα όσα μπορεί να σκέφτηκε ή να έγραψε κι εγώ τα έμαθα μέσα από τις αβέβαιες μεταφράσεις του καθηγητή Πεσσόα όταν έψαχνα στα χαρτιά του νεκρού μια εξήγηση που εγώ ο ίδιος έκανα ό,τι μπορούσα για να την κρύψω. Έπρεπε να μη βγάλει κανείς άκρη. Δεν πρέπει ν’ αφήνουμε τους νεκρούς να κάνουν κουμάντο σ’ όσους μέ-


12

CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 12

νουν πίσω. Απ’ την αρχή, παρόλο που δεν μπορούσα να προβλέψω την τραγωδία, ήμουν ο μόνος που είδε στα μάτια του την απελπισία που προσπαθούσε να κρύψει, αλλά δεν τα κατάφερνε πάντα, και την αιτία της, που διαισθάνθηκα κιόλας προτού ακόμα μου αποκαλυφθεί, προτίμησα όμως να την αγνοήσω, ή να προσποιηθώ πως την αγνοούσα, έστω και μόνο για να τον ανακουφίσω. Πιστεύω πως έτσι τον βοήθησα όσο μπορούσα. Επειδή ήμουν παρών στις λιγοστές στιγμές που δεν κατάφερε να συγκρατηθεί, εγώ ήξερα, κι η σιωπή μου ήταν γι’ αυτόν απόδειξη της φιλίας μου. Έτσι είναι οι άνθρωποι. Γιατί τι νομίζετε, όταν κοιτάζουμε, μήπως δεν αναγνωρίζουμε στον πλησίον μας αυτό που προσπαθούμε να κρύψουμε μέσα μας; Δεν υπάρχει πιο πολύτιμο πράγμα από την εμπιστοσύνη του φίλου. Γι’ αυτό εκτιμώ τους Ινδιάνους, με τους οποίους ζω από παιδί, από την εποχή που τους εξημέρωσε ο παππούς μου. Πάντα τους έβαζα στο σπίτι μου. Πάντα ήξερα τι έλεγαν για μένα πίσω από την πλάτη μου, πως με θεωρούσαν λίγο τρελό, όπως όλους τους λευκούς άλλωστε. Για μένα όμως το μόνο που είχε σημασία ήταν να μπορούν να βασίζονται σ’ εμένα. Και να ξέρουν πως δεν περίμενα κανένα αντάλλαγμα. Από μένα θα είχαν ό,τι ζητούσαν, κι ένας Θεός ξέρει πως δεν έχουν σταματημό όταν ζητούν. Έκανα ό,τι μπορούσα γι’ αυτούς. Και για τον δρ. Μπιουλ. Του έδωσα ό,τι έδωσα και στους Ινδιάνους. Την ίδια φιλία. Γιατί, όπως οι Ινδιάνοι, ήταν κι αυτός μόνος και αβοήθητος. Και, παρ’ όλα όσα σκεφτόταν κι έγραφε, ήταν μονάχα ένα παιδί. Θα μπορούσε να ’ταν γιος μου. Δεν μ’ έχει ταράξει άλλο πράγμα τόσο. Ούτε κι όταν με απάλλαξε απ’ τα καθήκοντά μου ως υπεύθυνου του σταθμού ιθαγενών Μανοέλ ντα Νόμπρεγκα ο κύριος Σίλντο Μεϊρέλες, επιθεωρητής της Υπηρεσίας Προστασίας των Ινδιάνων, τρία χρόνια μετά την τραγωδία, όταν ο ίδιος μού σύστησε πως στο εξής έπρεπε να πάρω την καρδιά μου και να την αφήσω στις πέντε λεύγες απόσταση από το σταθμό και ν’ απομακρυνθώ για πάντα από τους Ινδιάνους – δεν ήθελε να με ξαναδεί μπροστά του. Ούτε καν η ταπείνωση της απόλυσης από τη θέση που κατείχα λίγο παραπάνω από ένα χρόνο και που ο ίδιος ο δρ. Μπιουλ με είχε βοηθήσει να την αξιοποιήσω για την προστασία των Ινδιάνων, χάρη στις συστατικές επιστολές που έστειλε στο Ρίο ντε Ζανέιρο. Ούτε και το μακελειό στο χωριό Καμπεσέιρα Γκρόσα, που ίσως


ο δρ. Μπιουλ να είχε μπορέσει ν’ αποτρέψει αν ήταν ακόμα ζωντανός και ζούσε μαζί τους όταν οι μεγαλοκτηματίες έστησαν την ενέδρα ένα χρόνο μετά την αυτοκτονία του. Δεν μ’ έχει λυπήσει τίποτα όσο ο χαμός του φίλου μου, και τη μνήμη του αποφάσισα να τιμήσω. Εγώ τον υποδέχτηκα όταν ήρθε. Τίποτε απ’ όσα έγραψε ή σκέφτηκε δεν μπορεί να με κάνει να του κρατήσω κακία, ποτέ δεν περίμενα τίποτα σε αντάλλαγμα, γιατί ξέρω, κατά βάθος, πως υπήρξα ο τελευταίος άνθρωπος στον οποίο μπορούσε να βασιστεί. Τελείωσα απ’ το σπίτι χωρίς στέγη το απόγευμα, όταν ένα σύννεφο νυχτερίδες βγήκαν κι αυτές από τον κούφιο κορμό ενός δέντρου μάνγκο και ξεχύθηκαν στους δρόμους, σαν χείμαρρος, ξυστά σε μια πτήση τυφλή, αγνοώντας ποδήλατα και πεζούς, που επίσης τις αγνοούσαν σ’ αυτή τη νεκρή πόλη, όπως εκείνος την περιέγραψε, αν πρέπει να εμπιστευτούμε τις μεταφράσεις του καθηγητή Πεσσόα. Μπορεί να μην έχω γνώσεις, αλλά δεν ήμουν ποτέ προληπτικός. Θα μπορούσα να είχα δει ένα σημάδι κακοδαιμονίας στο σύννεφο των μικρών βαμπίρ που τον υποδέχτηκαν. Το μόνο που είδα όμως ήταν τα μάτια του όταν έφτασα στο ποτάμι, η έκφραση που είχαν πάρει, απ’ την αφηρημάδα και την κούραση, όταν δεν τον έβγαζαν φωτογραφία και ξεχνούσε πως και πάλι τον κοιτούσαν. Ήθελε να φύγει για το χωριό. Ήταν εξαντλημένος. Ήθελε να μείνει μακριά απ’ τα βλέμματα. Μονάχα εσείς θα μπορούσατε να μου είχατε πει τι ήρθε να κάνει εδώ, αν ήρθε στ’ αλήθεια για να πεθάνει, όπως υποψιάστηκα αμέσως όταν ήρθε η είδηση της αυτοκτονίας. Πάνε χρόνια που σας περιμένω, μάταια. Στις 9 Αυγούστου της χρονιάς εκείνης, πέντε μήνες από τότε που είχε έρθει στην Καρολίνα, μια επιτροπή από είκοσι Ινδιάνους μπήκε στην πόλη το βράδυ. Έφερναν τη θλιβερή είδηση και, στις αποσκευές, τα αντικείμενα προσωπικής χρήσης του δρ. Μπιουλ, που εγώ ο ίδιος παρέλαβα και καταμέτρησα, με δάκρυα στα μάτια: δυο βιβλία μουσικής, μια Βίβλο, ένα ζευγάρι παπούτσια, ένα ζευγάρι σανδάλια, τρεις πιτζάμες, έξι πουκάμισα, δυο γραβάτες, ένα μαύρο πανωφόρι, μια πετσέτα, τέσσερα σεντόνια, δυο ζευγάρια κάλτσες, τιράντες, τρία κοστούμια από καραβόπανο, δυο κοστούμια από κασμίρι, δυο σώβρακα κι ένα φάκελο με φωτογραφίες. Το δικό του πορτρέτο δεν ήταν εκεί. Υπήρχε η φωτογραφία ενός ξύλινου σπι-

13

CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 13


14

CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 14

τιού στην παραλία· υπήρχαν πορτρέτα των μαύρων του Νότιου Ειρηνικού, που του διηγήθηκαν μύθους και τραγούδια· υπήρχαν πορτρέτα των Τρουμάι από τον Άνω Σινγκού, δεν υπήρχε όμως καμία οικογενειακή φωτογραφία, ούτε του πατέρα, ούτε της μητέρας, ούτε της αδερφής, ούτε και καμιάς γυναίκας. Είναι πιθανό να είχε κάψει τις φωτογραφίες αυτές μαζί με τις υπόλοιπες επιστολές που είχε λάβει προτού σκοτωθεί. Οι Ινδιάνοι δεν άγγιξαν τίποτα. Ήρθαν στο σπίτι μου χωρίς να σταματήσουν και χωρίς να μιλήσουν με κανέναν στο δρόμο –φοβόντουσαν, πίστευαν πως μπορεί να τους ενοχοποιούσαν– πράγμα που δεν εμπόδισε την είδηση να διαδοθεί, και μέσα σε λίγη ώρα ένα μικρό πλήθος περίεργων περικύκλωσε την ταπεινή μου κατοικία. Έστειλα να φωνάξουν γρήγορα τον καθηγητή Πεσσόα, ο οποίος, όταν διάβασε μία από τις επιστολές που είχε αφήσει ο δύστυχος, στα αγγλικά, ηρέμησε τους Ινδιάνους και τους διαβεβαίωσε όλους πως δεν είχαν καμία ευθύνη για το τραγικό συμβάν. Άφησε επιστολές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, προς το Ρίο ντε Ζανέιρο, προς το Μάτο Γκρόσο και δύο προς την Καρολίνα, τη μία για τον λοχαγό Άνζελο Σαμπάιο, διοικητή της αστυνομίας, και την άλλη για μένα. Από τότε σας περιμένω, όποιος κι αν είστε. Ήξερα πως θα ερχόσασταν ν’ αναζητήσετε αυτό που σας ανήκει, την επιστολή που σας είχε γράψει προτού σκοτωθεί και που, για ασφάλεια, να με συγχωρείτε, τη φύλαξα πάνω μου, καχύποπτος, μιας και δεν μπορούσα να καταλάβω τι έγραφε μέσα –αν και υποψιαζόμουν– ούτε και μπορούσα να διακινδυνέψω να ζητήσω από τον καθηγητή Πεσσόα να μου μεταφράσει εκείνες τις αράδες. Ήταν η μόνη που δεν έστειλα στο Ρίο ντε Ζανέιρο. Σήμερα, δεν έχουν περάσει καλά καλά έξι χρόνια από το θάνατο του δρ. Μπιουλ, κι ο καθηγητής από μόνος του αποκαλείται εθνολόγος και αυτοανακηρύσσεται μελετητής των Κραχό, σαν να μην πέρασε άλλος εθνολόγος ποτέ από την Καρολίνα, σαν να ’ταν αρκετός ο αυτοπροσδιορισμός του για να εξομοιωθεί με τον άνθρωπο που τον αγνόησε και για τον οποίο κι αυτός λέει πως δεν τον θυμάται πια, αφού και μόνη η ενθύμησή του θα τον επισκίαζε και θα έδινε τα στοιχεία που του λείπουν για να αναγνωρίσει τη μετριότητα και την άγνοιά του. Μπορεί να είμαι ένας απλός σερτανέζο, αλλά χαζός δεν είμαι. Απ’ όλους τους κλειστούς φακέ-


CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 15

λους αυτός ήταν ο μόνος που ο παραλήπτης του, απ’ όσο ήξερα, δεν ήταν συγγενής του δρ. Μπιουλ, ούτε και ανθρωπολόγος ή ιεραπόστολος. Σας παρακαλώ να με καταλάβετε. Ήταν δύσκολες εποχές. Ό,τι έκανα το έκανα σαν φίλος, για να τον προστατέψω. Δεν μπορείτε να φανταστείτε, όποιος κι αν είστε. Οι επιστολές πήγαιναν στο Ρίο ντε Ζανέιρο προτού σταλούν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Δεν είχα καμία εγγύηση ότι δεν θα τις άνοιγαν και δεν θα τις διάβαζαν, όπως έκαναν οι αρχές του Μαρανιάο όταν τις υπέβαλα στον καθηγητή Πεσσόα αναζητώντας μια εξήγηση, ή πως δεν θα έχαναν το δρόμο τους. Πολύ περισσότερο αν σύστηναν έρευνα. Φύλαξα πάνω μου αυτή τη μοναδική επιστολή για να τον προστατέψω, κι αυτόν και τους Ινδιάνους. Ορκίστηκα πως κανείς εκτός από σας δεν θα την έβλεπε ποτέ. Σας έστειλα ένα σημείωμα στη θέση της επιστολής, ένα σημείωμα κρυπτογραφημένο, είναι η αλήθεια, με κωδικό, που ο καθηγητής Πεσσόα με βοήθησε να συντάξω στα αγγλικά, χωρίς να ξέρει σε ποιον απευθυνόμουν και για ποιο σκοπό, νομίζοντας πως επρόκειτο για κάποιο συγγενή του νεκρού, μιας και του είχα πρωτύτερα ζητήσει τη βοήθεια για να γράψω μια συλλυπητήρια επιστολή που είχα αποφασίσει να στείλω στη μητέρα του. Ποτέ δεν μπόρεσα να εξακριβώσω αν λάβατε αυτό το σημείωμα, ή αν το καταλάβατε, μιας και δεν ήρθατε να γυρέψετε αυτό που σας ανήκε. Πάνε χρόνια που σας περιμένω, αλλά δεν μπορώ πια να διακινδυνεύω ή ν’ αψηφώ το θάνατο. Αυτό το μήνα αρχίζουν οι βροχές. Αύριο θα πάρω τη σχεδία για την Καρολίνα, πρώτα όμως θ’ αφήσω αυτή τη μαρτυρία για όταν έρθετε.

h κουστά, η αλήθεια όμως είναι ότι δεν είχα την παραμικρή ιδέα ποιος ήταν μέχρι να διαβάσω το όνομα Μπιουλ Κουέιν για πρώτη φορά σ’ ένα άρθρο εφημερίδας, το πρωινό της 12ης Μαΐου του 2001, ένα Σάββατο, εξήντα δύο χρόνια σχεδόν μετά το θάνατό του, τις παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Το άρθρο κυκλοφόρησε μερικούς μήνες πριν ξεσπάσει ένας άλλος πόλεμος.

15

ποτέ δεν με ρώτησε. Και γι’ αυτό και δεν χρειάστη12 κεΚανείς ποτέ ν’ απαντήσω. Δεν μπορώ να πω ότι δεν τον είχα α-


16

CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 16

Σήμερα οι πόλεμοι μοιάζουν συνεπέστεροι, ενώ στην ουσία είναι μόνιμοι. Διάβασα πολλές φορές την ίδια παράγραφο και επανέλαβα το όνομα φωναχτά για να βεβαιωθώ πως δεν ονειρευόμουν, μέχρι να καταλάβω –ή να επιβεβαιώσω, δεν ξέρω πια– ότι το είχα ξανακούσει. Το άρθρο αφορούσε στις επιστολές ενός άλλου ανθρωπολόγου, που επίσης είχε πεθάνει ανάμεσα στους Ινδιάνους της Βραζιλίας, σε συνθήκες που μέχρι σήμερα είναι αντικείμενο διαμάχης στην ακαδημαϊκή κοινότητα, και παρέθετε παρεμπιπτόντως, με μια μόνο φράση, κατ’ αναλογία, την περίπτωση του «Μπιουλ Κουέιν, που αυτοκτόνησε ανάμεσα στους Ινδιάνους Κραχό, τον Αύγουστο του 1939». Αναζήτησα την ανθρωπολόγο που είχε γράψει το άρθρο. Αρχικά, στο τηλέφωνο ήταν ξερή. Πρέπει να της φάνηκε περίεργο που της τηλεφώνησε κάποιος για μια λεπτομέρεια ενός κειμένου, αλλά δεν είπε τίποτα. Ανταλλάξαμε μερικά e-mail, που λειτούργησαν ως σταδιακή προσέγγιση. Προτιμούσε να μη με συναντήσει προσωπικά. Ήθελε να βεβαιωθεί πως οι σκοποί μου δεν ήταν ακαδημαϊκοί. Ακόμα κι αν εξαρχής ήταν καχύποπτη με το ενδιαφέρον μου γι’ αυτό τον άνθρωπο, πάντως δεν ρώτησε τις αληθινές μου προθέσεις. Ή τουλάχιστον δεν επέμεινε να μάθει τα κίνητρά μου. Υπέθεσε πως ήθελα να γράψω ένα μυθιστόρημα, πως το ενδιαφέρον μου ήταν λογοτεχνικό, κι εγώ δεν την αντέκρουσα. Η ιστορία ήταν πραγματικά απίστευτη. Μετά από λίγο, κι όσο εγώ χωνόμουν πιο βαθιά στην υπόθεση με τις ερωτήσεις μου, άρχισε να θεωρεί φυσιολογική την περιέργεια που έδειχνα για τον αυτόχειρα εθνολόγο. Ίσως από διακριτικότητα, ή γιατί αισθανόταν ότι, με κάποιον τρόπο και από κάποια εμπειρία που εκείνη δεν μπορούσε να εξηγήσει, είχα κι εγώ προαισθανθεί αυτό που εκείνη αργότερα θα μου αποκάλυπτε ότι ανέκαθεν υποπτευόταν, όταν επιτέλους συναντηθήκαμε και μου έκανε την ερώτηση. Ήταν εκείνη που μου έδειξε τα πρώτα ίχνη. Τα χαρτιά είναι σκόρπια σε αρχεία στη Βραζιλία και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έκανα κάποια ταξίδια, ορισμένες επαφές, και μετά από λίγο είχα συμπληρώσει το παζλ κι είχα φτιάξει μια εικόνα αυτού που έψαχνα. Πολύς κόσμος με βοήθησε. Τίποτα δεν εξαρτήθηκε από μένα, αλλά από ένα συνδυασμό συμπτώσεων


και προσπαθειών που ξεκίνησε την ημέρα που διάβασα, προς έκπληξή μου, το άρθρο της ανθρωπολόγου στην εφημερίδα και, προφέροντας φωναχτά εκείνο το όνομα, το άκουσα για πρώτη φορά απ’ την ίδια μου τη φωνή. Ο Μπιουλ Κουέιν σκοτώθηκε τη νύχτα της 2ας Αυγούστου 1939 – την ίδια μέρα που ο Άλμπερτ Άινσταϊν έστειλε στον πρόεδρο Ρούσβελτ την ιστορική επιστολή όπου σήμαινε συναγερμό σε σχέση με την πιθανότητα της ατομικής βόμβας, τρεις βδομάδες πριν την υπογραφή του συμφώνου μη επίθεσης μεταξύ Χίτλερ και Στάλιν, το πράσινο φως για την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και, για πολλούς, μία από τις μεγαλύτερες πολιτικές απογοητεύσεις του 20ού αιώνα. Έπεσα σε μια αναφορά στην επιστολή του Άινσταϊν από καθαρή σύμπτωση, μόλις άρχισα να σκαλίζω το θάνατο του Κουέιν. Εκείνος δεν πρόλαβε να δει τίποτα. Άλλος ο δικός του κόσμος κι άλλος ο δικός μου. Δεν είδε τον πόλεμο, δεν είδε τη βόμβα – παρόλο που, στην τελική τρέλα των παρατηρήσεών του πάνω στους Κραχό, και με βάση τις αναμνήσεις από τα επιστημονικά περιοδικά που διάβαζε στην εφηβεία του, είχε προσπαθήσει να εφαρμόσει «τις ίδιες μαθηματικές αρχές που κυβερνούν τα ατομικά φαινόμενα» στα κοινωνικά φαινόμενα, εντοπίζοντας στους Ινδιάνους «σύνδρομα πολιτισμικής συμπεριφοράς» ανάλογα με τους νόμους της φυσικής. Είχε έναν ενθουσιασμό εφηβικό σχεδόν για την επιστήμη και την τεχνολογία. Δεν μπορεί να είχε σκεφτεί πως, όσο ο άνθρωπος προσπαθεί να ξεφύγει από το θάνατο, τόσο περισσότερο πλησιάζει στην αυτοκαταστροφή, δεν μπορεί να του είχε περάσει από το νου πως ίσως αυτός να ήταν ο απόκρυφος και προδοτικός προορισμός της επιστήμης, το αντίτιμό της, παρότι πολλά απ’ αυτά που παρατήρησε στους Ινδιάνους και συνέδεσε από διαίσθηση με τη δική του εμπειρία θα μπορούσαν να τον είχαν οδηγήσει πολύ κοντά σ’ αυτό το συμπέρασμα. Όταν σκοτώθηκε, προσπαθούσε να επιστρέψει πεζός από το χωριό Καμπεσέιρα Γκρόσα στην Καρολίνα, στα σύνορα του Μαρανιάο, το οποίο την εποχή εκείνη ανήκε ακόμα στο Γκόιας και σήμερα βρίσκεται στην πολιτεία του Τοκατίνς. Ήταν είκοσι επτά χρόνων. Άφησε τουλάχιστον επτά επιστολές, που έγραψε, με σπαραγμό, τις τελευταίες ώρες πριν 2 – Εννέα νύχτες

17

CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 17


18

CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 18

την αυτοκτονία. Ήθελε να αφήσει τον κόσμο σε τάξη, αν κρίνω από το περιεχόμενο των τεσσάρων στις οποίες είχα πρόσβαση, που απευθύνονταν στην επόπτρια καθηγήτριά του, Ρουθ Μπένεντικτ, του Πανεπιστημίου της Κολούμπια, στη Νέα Υόρκη· στη δόνα Ελοΐζα Αλμπέρτο Τόρες, διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου, στο Ρίο ντε Ζανέιρο· στον Μανοέλ Πέρνα, έναν μηχανικό απ’ την Καρολίνα με τον οποίο είχαν γίνει φίλοι· και στον λοχαγό Άνζελο Σαμπάιο, αστυνομικό διευθυντή της πόλης. Ήθελε ν’ απαλλάξει τους Ινδιάνους από κάθε φταίξιμο, να ορίσει τους εκτελεστές της διαθήκης του και να τους καθοδηγήσει σε σχέση με τη διάθεση των αγαθών του. Είναι επιστολές όπου δίνει οδηγίες στους ζωντανούς πώς να ενεργήσουν μετά το θάνατό του. Ωστόσο, ανάμεσα σ’ αυτές που δεν κατάφερα να βρω ξέρω πως υπήρχε τουλάχιστον μία απεσταλμένη στον γιατρό πατέρα του, δρ. Έρικ Π. Κουέιν, διαζευγμένο πρόσφατα, που διέμενε στο Ξενοδοχείο Άνεκ, στο Μπίσμαρκ της Βόρειας Ντακότας· άλλη μία στον πατέρα Τόμας Γιανγκ, Αμερικανό ιεραπόστολο που είχε εγκατασταθεί με τη γυναίκα του στο Τονάι, στο Μάτο Γκρόσο· και μια τρίτη στον γαμπρό του Τσαρλς Σ. Κάιζερ, σύζυγο της αδερφής του Μάριον. Και σ’ αυτές το πιθανότερο είναι ότι άφησε μόνο οδηγίες. Ο Κουέιν έφτασε στη Βραζιλία τον Φεβρουάριο του 1938. Αποβιβάστηκε στο Ρίο ντε Ζανέιρο τις παραμονές του Καρναβαλιού. Έπιασε δωμάτιο σε μια πανσιόν στη Λάπα, άντρο των κακών έξεων, της απατεωνιάς και της πορνείας. Ένα χρόνο και πέντε μήνες αργότερα ήταν νεκρός. Όταν έμαθαν την είδηση, ορισμένοι συνάδελφοί του στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, στη Νέα Υόρκη, έφτασαν να εικάσουν ότι ο ερχομός του στη Βραζιλία αποτελούσε ήδη μέρος μιας σκόπιμης διαδικασίας αυτοχειρίας, άλλοι υποψιάστηκαν πως είχε δολοφονηθεί. Είχε έρθει κατ’ αρχάς με σκοπό να μελετήσει τους Ινδιάνους Καραζά, στην ίδια αποστολή που τελικά πραγματοποιήθηκε από άλλο ανθρωπολόγο του Κολούμπια, τον Γουίλιαμ Λίπκιντ, και τη γυναίκα του. Ο Κουέιν άλλαξε σχέδια όταν έφτασε στο Ρίο. Οι απρόσιτοι Ινδιάνοι Τρουμάι, του ποταμού Κολιζέου, στον Άνω Σινγκού, ήταν στα πρόθυρα του αφανισμού και αντιπροσώπευαν πολύ μεγα-


CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 19

* Estado Novo: ονομασία της αυταρχικής διακυβέρνησης του προέδρου Ζετούλιο Ντορνέλες Βάργκας (1937-1945), μοντέλο της οποίας υπήρξε το αντίστοιχο καθεστώς Νέου Κράτους στην Πορτογαλία. (Σ.τ.Μ.) * Ανιμιστική και μυστικιστική αφροβραζιλιάνικη θρησκεία με κέντρο το Σαλβαδόρ της Μπαΐας και προέλευση από τους Γιορούμπα. (Σ.τ.Μ.)

19

λύτερη πρόκληση από τους γνωστούς και εκπολιτισμένους Καραζά, μια πρόκληση που τις συνέπειές της ο νεαρός ανθρωπολόγος, ατρόμητος και φιλόδοξος, δεν μπορούσε να προβλέψει ή να αποτιμήσει όταν τους μετέτρεπε σε αντικείμενο της μάταιης ισχυρογνωμοσύνης του. Η μοναχική του αποστολή στους Τρουμάι στη διάρκεια του 1938 σημαδεύτηκε από αναποδιές, απρόβλεπτα, απογοητεύσεις και αντιξοότητες, που έληξαν με τη διακοπή της έρευνας πεδίου, την ένταση με τα κυβερνητικά όργανα του Νέου Κράτους* και την επιβεβλημένη επιστροφή στο Ρίο ντε Ζανέιρο, τον Φεβρουάριο του 1939. Ένα πλήγμα που τάραξε ακόμα περισσότερο την ήδη ασταθή ψυχική του κατάσταση. Η ακούσια επιστροφή του στην πρωτεύουσα συνέπεσε με την άφιξη στη Βραζιλία ενός συναδέλφου του από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια, του Τσαρλς Γουόγκλι, που ερχόταν ακτοπλοϊκώς από τις Ηνωμένες Πολιτείες για να μελετήσει τους Ταπιραπέ, και επίσης με το πέρασμα της Ρουθ Λάντες από την πόλη – η νεαρή ανθρωπολόγος από τη Νέα Υόρκη βρισκόταν στη χώρα ήδη κάποιους μήνες με στόχο να μελετήσει τους μαύρους και το καντομπλέ** της Μπαΐας. Οι τρεις τους ήταν επίλεκτοι μαθητές της Ρουθ Μπένεντικτ, μιας από τις βασικές εκπροσώπους του ανθρωπολογικού ρεύματος που έμεινε γνωστό γιατί συνέδεσε τον Πολιτισμό με την Προσωπικότητα, σε μια απόπειρα να εξηγήσει τη συμπεριφορά μέσω της κοινωνικής ένταξης και να καταστήσει έτσι σχετικούς τους όρους φυσιολογικός και μη φυσιολογικός σε ό,τι αφορά στα άτομα. Στα μέσα της δεκαετίας του ’30, στα βήματα του New Deal, το Τμήμα Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Κολούμπια, με διευθυντή τον Φραντς Μπόας, συγκέντρωσε φοιτητές που τους είλκυε η φιλελεύθερη σκέψη που προτίθετο να ξεριζώσει επιστημονικά τις κοινωνικές προκαταλήψεις. Μαρτυρίες μαθητών και συναδέλφων αποδίδουν


20

CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 20

στην Μπένεντικτ μια προτίμηση σε φοιτητές που διαφωνούσαν με τον κόσμο στον οποίο ανήκαν και ήταν κατά κάποιον τρόπο δυσπροσάρμοστοι σε σχέση με το πρότυπο του αμερικανικού πολιτισμού. Πιθανόν να αναγνώριζε σ’ αυτούς κάτι από τον εαυτό της, και τους προστάτευε. Όταν έλαβε την είδηση της αυτοκτονίας του μαθητή της, μόλις πρόσφατα απομονωμένη στα σύνορα του Καναδά, στην περιοχή των Βραχωδών Ορέων, όπου είχε αποσυρθεί, εγκαινιάζοντας τη σαββατική της άδεια, η Μπένεντικτ σχεδίασε μια επιστολή προς τη μητέρα του Κουέιν: «Μόλις μου τηλεγράφησε η γραμματέας μου, και μέσα στον δικό μου πόνο μόνο εσάς μπορώ να σκεφτώ. Ο γιος σας ήταν ένα παιδί που πάντα μας απασχολούσε. Είναι τραγικό. Απ’ όλους τους μαθητές μου, την πιο ζεστή θέση στην καρδιά μου την κρατώ για τον Μπιουλ, και αυτή τη στιγμή το μόνο που μπορώ να σκεφτώ είναι η προσωπική απώλεια και να κλάψω για την οδύνη του, τα αίτια της οποίας ακόμα δεν γνωρίζουμε. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την αφοσίωση στο έργο του, και με ικανοποιεί που θα μπορέσω, δημοσιεύοντάς το, να βοηθήσω ώστε να τεθεί στην πρωτοπορία της έρευνας πεδίου. Πραγματοποίησε τόσα πολλά. Κι εγώ πιστεύω πως, κατά βάθος, ήθελε να πραγματοποιήσει ακόμα περισσότερα. Νιώθω τον πόνο να με παραλύει. Ο Θεός να μπορέσει να σας ανακουφίσει από την οδύνη σας». Ο Μπιουλ Κουέιν έγινε δεκτός στο μεταπτυχιακό του Τμήματος Ανθρωπολογίας στο Κολούμπια αφού πήρε το πτυχίο της Ζωολογίας, το 1934, από το Πανεπιστήμιο του Γουισκόνσιν, στο Μάντισον. Στη διάρκεια των προπτυχιακών του σπουδών έδειξε επίσης ενδιαφέρον για διάφορα άλλα θέματα, ξεκινώντας από τη λογοτεχνία και τη μουσική. Στον πρόλογο του βιβλίου Η πτήση των αρχηγών, που ο νεαρός ανθρωπολόγος απ’ το Κολούμπια έγραψε μεταγράφοντας μύθους και τραγούδια που είχε συλλέξει σ’ ένα χωριό του Βανούα Λέβου, στα νησιά Φίτζι του Νότιου Ειρηνικού, στη διάρκεια της πρώτης του εργασίας πεδίου, σε ηλικία μόλις είκοσι τεσσάρων χρόνων, και το οποίο εκδόθηκε το 1942, μετά το θάνατό του, ο παλιός καθηγητής των αγγλικών του στο Μάντισον, ο Γουίλιαμ Έλερι Λέοναρντ, συγγραφέας μιας


CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 21

Το πιο απίστευτο στις γεννήσεις είναι η τυφλή ευφορία με την οποία οι γονείς συγκαλύπτουν το ρίσκο και το άδηλο αυτού που μόλις έχουν δημιουργήσει, η ελπίδα με την οποία το υποδέχονται και τους κάνει να μεταμορφώνουν σε ευοίωνη πρόγνωση την ανικανότητα να προβλέψουν το μέλλον που εκεί αναγγέλλεται και την αδυναμία οποιουδήποτε μέτρου προφύλαξης προς αυτή την κατεύθυνση. Αν ήταν διαφορετικά, είναι πολύ πιθανό η ανθρώπινη ύπαρξη να είχε εξαφανιστεί από το πρόσωπο της Γης, από ένθερμα και δολοφονικά μητρικά χέρια. Ο Μπιουλ Χάλβορ Κουέιν γεννήθηκε στις 31 Μαΐου 1912, στις 23:53, στο νοσοκομείο του Μπίσμαρκ, πρωτεύουσας της Βόρειας Ντακότας. Το πιστοποιητικό γεννήσεως λέει πως λήφθηκαν όλες οι απαραίτητες προφυλάξεις έναντι της νεογνικής οφθαλμίας, που την εποχή εκείνη ήταν η διαδεδομένη πρακτική ενάντια στη μετάδοση αφροδισίων νοσημάτων στα νεογέννητα. Πέντε χρόνια σχεδόν μετά την αυ-

21

αγγλόφωνης εκδοχής του βαβυλωνιακού έπους Γιλγαμές, με θέμα τη φιλία, το θάνατο και την αναζήτηση της αθανασίας, που προσείλκυσε την ιδιαίτερη προσοχή του Μπιουλ στα χρόνια της σχολής, εξαίρει το περιπετειώδες πνεύμα του και κάνει μια απογραφή των ταξιδιών του πρώην μαθητή του στον κόσμο, ενώ ταυτόχρονα εκφράζει τη λύπη του για τον πρόωρο θάνατό του στην ενδοχώρα της Βραζιλίας. Τελειώνοντας το γυμνάσιο, στα δεκάξι του, ο Μπιουλ είχε ήδη διασχίσει τις Ηνωμένες Πολιτείες με αυτοκίνητο. Το 1929, πριν μπει στο πανεπιστήμιο, πέρασε έξι μήνες στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, διατρέχοντας Αίγυπτο, Συρία και Παλαιστίνη. Τον επόμενο χρόνο στις διακοπές του πήγε στη Ρωσία. Αφού έδωσε εξετάσεις, τον Φεβρουάριο του 1931 μπάρκαρε για ένα ταξίδι έξι μηνών ως ναύτης σ’ ένα ατμόπλοιο για τη Σαγκάη. Το 1935 βρισκόταν στη Νέα Υόρκη και την επόμενη χρονιά στα Φίτζι. Σε μια επιστολή προς τη μητέρα του Μπιουλ, μήνες μετά το θάνατο του εθνολόγου, η Ελοΐζα Αλμπέρτο Τόρες δήλωνε έκπληκτη με το πόσα πράγματα είχε κάνει σε τόσο λίγο χρόνο: «Ήταν τόσο μικρός κι είχε δει τόσα πολλά. Πόσο συναρπαστική ζωή!»


22

CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 22

τοκτονία, σε μια επιστολή με ημερομηνία 31 Μαΐου 1944, ημέρα των γενεθλίων του, η μητέρα του έγραψε στην Ελοΐζα Αλμπέρτο Τόρες: «Πριν από τριάντα δύο χρόνια σαν απόψε γεννήθηκε. Όταν ήταν μικρός, όταν τον ρωτούσαν πότε είχε γεννηθεί, εκείνος πάντα απαντούσε: “Δέκα λεπτά πριν μπει ο Ιούνιος”. Πριν από πέντε χρόνια μού έγραψε από την Καρολίνα την τελευταία γενέθλια επιστολή του». Ο Έρικ Π. Κουέιν, πατέρας του Μπιουλ, ήταν σαράντα ενός ετών όταν γεννήθηκε ο γιος του. Ήταν γιατρός χειρούργος. Γεννημένος στη Σουηδία, υπήρξε πρωτοπόρος της ιατρικής στις μεσοδυτικές πολιτείες. Αποφοίτησε το 1898 και έφερε σύγχρονες χειρουργικές μεθόδους στο Μπίσμαρκ, και μαζί την πρώτη συσκευή ακτίνων Χ. Η κλινική που ίδρυσε το 1907 εξακολουθεί να είναι ένα από τα βασικά νοσοκομειακά κέντρα της περιοχής και μόλις πρόσφατα έπαψε να ονομάζεται Κλινική Κουέιν & Ράμσταντ. Η Φάνι Νταν Κουέιν ήταν τριάντα οκτώ ετών. Ήταν ο τρίτος της τοκετός, ο δεύτερος που ευοδώθηκε. Το ζευγάρι είχε μια κόρη, τη Μάριον. Η Φάνι ήταν γιατρός, όπως ο σύζυγός της, και είχε επίσης αποφοιτήσει το 1898, από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, στο Αν Άρμπορ. Υπήρξε η πρώτη γυναίκα στη Βόρεια Ντακότα που απέκτησε πτυχίο ιατρικής. Όταν παντρεύτηκε, στις 25 Μαρτίου 1903, εγκατέλειψε το επάγγελμα και ασχολήθηκε με τη φροντίδα του σπιτιού. Σε όλη τη διάρκεια της ζωής της ωστόσο συμμετείχε ενεργά στην προσφορά στα κοινά, ειδικά σε φιλανθρωπικά ζητήματα που σχετίζονταν με την υγεία και την εκπαίδευση. Ήταν μέλος του συμβουλίου εκπαιδευτών του Γυμνασίου του Μπίσμαρκ όταν γεννήθηκε ο Μπιουλ, υπεραμύνθηκε της ίδρυσης σανατορίου για φυματικούς και συμμετείχε στο συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος το 1936. Η Φάνι και ο Έρικ Κουέιν χώρισαν λίγο πριν την αυτοκτονία του γιου τους. Εμφανώς ασυμβίβαστος με το θάνατο του Μπιουλ –παρά τα όσα αργότερα θα αποκάλυπτε η κόρη του Μάριον στη Ρουθ Μπένεντικτ, σε μια επιστολή παράξενη και γεμάτη πικρία– ο πατέρας χρησιμοποίησε τις γνωριμίες του και έκανε έκκληση σε έναν γερουσιαστή με επιρροή της Βόρειας Ντακότας, τον Τζέραλντ Νάι, να υποβάλει αίτηση έρευνας στο Υπουργείο Εξωτε-


ρικών. Η διαδικασία διακόπηκε όταν διαπιστώθηκαν οι αδιάψευστες αποδείξεις της αυτοκτονίας. Μετά το θάνατο του γιου του ο Έρικ Κουέιν μετακόμισε στη Δυτική Ακτή, όπου συνήθιζε να πηγαίνει επίσης η οικογένεια της κόρης του, τουλάχιστον στις διακοπές των Χριστουγέννων, παρότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι πατέρας και κόρη τα πήγαιναν καλά. Ξαναπαντρεύτηκε και συνέχισε να ασκεί την ιατρική μέχρι το θάνατό του, στο Σάλεμ του Όρεγκον, το 1962. Η Φάνι Κουέιν προσπάθησε να νικήσει τη μοναξιά, τις αναμνήσεις του γιου της και τη δυσκολία να ζει «ανάμεσα στα πράγματα που εκείνος είχε φέρει στο σπίτι από διάφορες γωνιές του κόσμου». Αρχικά επιδίωξε να μείνει μακριά από το σπίτι για να μη χρειαστεί να συμβιώσει με την εύγλωττη σιωπή αυτών των αντικειμένων, ξεκινώντας από το πιάνο, που ήταν «αυτό που εκείνος αγαπούσε περισσότερο και τώρα σωπαίνει». Το 1939 συναντήθηκε με την κόρη της στο Σικάγο και στο Όρεγκον, όπου πέρασε τα Χριστούγεννα κοντά στο όρος Χουντ, στα περίχωρα του Πόρτλαντ. Επισκέφθηκε συγγενείς στην Καλιφόρνια. Κυρίως όμως αφιερώθηκε σε μια αποστολή όταν ανέλαβε, με τη βοήθεια της Ρουθ Μπένεντικτ και τις βάσεις που άφησε ο Μπιουλ, την έκδοση των σημειώσεων που είχε εκείνος κρατήσει στα Φίτζι (εκτός από την Πτήση των αρχηγών εκδόθηκε το 1948, με τον τίτλο Ένα χωριό στα Φίτζι, άλλη μία έκθεση για τους δέκα μήνες που είχε περάσει, μεταξύ 1935 και 1936, ανάμεσα στους ιθαγενείς του Βάνουα Λέβου). Μελέτησε επίσης γλωσσολογία, για να μπορέσει να προετοιμάσει τα χειρόγραφα που είχε εκπονήσει ο γιος της σχετικά με τη γλώσσα των Κραχό. Από την αλληλογραφία της με την Ελοΐζα Αλμπέρτο Τόρες είναι εμφανές πως ήταν μια δυστυχισμένη γυναίκα. Κι αν ακόμα συνυπολογίσει κανείς τη δυσκολία της στιγμής, όταν ξαφνικά βρέθηκε μόνη της στον κόσμο, πρόσφατα διαζευγμένη και με τον γιο της νεκρό, βρίσκει στις επιστολές της μια περίεργη αγωνία, γιατί, όσο κι αν ήθελε να μάθει το λόγο της αυτοκτονίας του γιου της, έμοιαζε περισσότερο να φοβάται πως κάποιος ήδη τον γνώριζε ή θα τον ανακάλυπτε. Πέθανε το 1950, σε ηλικία εβδομήντα έξι ετών. Δυο μήνες πριν σκοτωθεί, ο ανθρωπολόγος ανέφερε στις επι-

23

CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 23


24

CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 24

στολές του «οικογενειακά ζητήματα» που τον υποχρέωναν να διακόψει την εργασία του με τους Ινδιάνους και να επιστρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έγραψε ο ίδιος στη δόνα Ελοΐζα, στις 5 Ιουνίου 1939: «Τα δυο χιλιάδες ρεάλ που μου στείλατε καθιστούν εφικτή πιθανώς την επιστροφή μου στην Νέα Υόρκη μέσω Μπαΐας ή Μπελέμ. Όσο κι αν θέλω να γυρίσω στο Ρίο ντε Ζανέιρο, οικογενειακά ζητήματα απαιτούν την παρουσία μου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σας έχω ήδη αναφέρει κάτι σχετικά με μια ασθένεια στην οικογένεια, αλλά δεν είναι αυτό που με απασχολεί. Οι γονείς μου μόλις βγήκαν από μια διαδικασία διαζυγίου που διήρκεσε έξι μήνες. Είναι σχεδόν εβδομήντα χρόνων και μισιούνται εδώ και τριάντα ή και περισσότερα χρόνια. Ο πατέρας μου πάσχει από μια ήπια μορφή εκφυλιστικής άνοιας – αυτό είναι ίσως που τον οδήγησε να σκαλίσει το παρελθόν τους τελευταίους έξι μήνες. Μπορεί να με θεωρήσετε ακραίο υλιστή, πρέπει όμως να γυρίσω στην Αμερική με την ελπίδα να διασώσω μια μικρή περιουσία και να τη θέσω στην υπηρεσία της εθνολογίας. Φοβούμαι πάντως πως είναι ήδη αργά». Η Ελοΐζα Αλμπέρτο Τόρες ήταν μια δραστήρια και δυναμική κυρία. Ήταν χοντρή και πολύ χλομή, με τα μαλλιά βαμμένα γαλάζια, σύμφωνα με την περιγραφή του Αλφρέ Μετρό, Γαλλοελβετού ανθρωπολόγου με ειδίκευση στη Λατινική Αμερική και ορισμένα περάσματα από τη Βραζιλία. Πρέπει να υπήρξε ενδιαφέρουσα γυναίκα στα νιάτα της. Προερχόταν από μια μεγαλοαστική οικογένεια του Ρίο ντε Ζανέιρο. Συγχρωτιζόταν πάντα με την εξουσία. Ως διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου, μπόρεσε να διατηρήσει την επιρροή της και να διασφαλίσει τη θέση της σε όλη την περίοδο του Νέου Κράτους. Είχε την κύρια ευθύνη για τους τέσσερις νεαρούς Αμερικανούς ανθρωπολόγους που εργάζονταν την εποχή εκείνη στη Βραζιλία, χάρη σε μια συμφωνία ανάμεσα στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και το Εθνικό Μουσείο – εκτός από τον ίδιο τον Κουέιν, στη χώρα βρίσκονταν ακόμα οι συνάδελφοί του Τσαρλς Γουόγκλι και Ρουθ Λάντες, και ο Γουίλιαμ Λίπκιντ, τον οποίο επρόκειτο αρχικά να ακολουθήσει στην αποστολή στους Καραζά. Ανάμεσα στις επιστολές που έγραψε ο Μπιουλ Κουέιν λίγες ώρες πριν την αυτοκτονία του, η


CARVALHO sel_Layout 1 16/06/2010 7:59 π.μ. Page 25

μία είχε παραλήπτη τη δόνα Ελοΐζα. Μέχρι τότε εκείνη ενεργούσε κάποιες φορές ως προστατευτική και εξουσιαστική μητέρα προς τους νεαρούς εθνολόγους του Κολούμπια. Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς πρέπει να ένιωσε όταν έλαβε την επιστολή αυτή:

Ονομάζονταν Ζοάο και Ισμαέλ. Οι δυο Ινδιάνοι που τον συνόδευαν, δυο αγόρια που είχε επιστρατεύσει για να τον βοηθήσουν να φύγει από το χωριό την 31η Ιουλίου, διηγήθηκαν στον Μανοέλ Πέρνα, τον μηχανικό της Καρολίνας και μοναδικό φίλο του εθνολόγου στην πόλη, πως το δειλινό της δεύτερης μέρας του οδοιπορικού, με ενενήντα περίπου χιλιόμετρα περπάτημα ακόμα μπροστά τους, σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, ο Κουέιν Μπουέλε, όπως οι ίδιοι τον αποκαλούσαν στη γλώσσα των λευκών, ή ακόμα Καμτουιγιόν, όπως τον είχαν βαφτίσει στη γλώσσα κραχό, θέλησε να διανυκτερεύσει κοντά σ’ ένα έλος, ζήτησε να σταματήσουν, είπε πως ήταν κουρασμένος και δεν μπορούσε να συνεχίσει. Σύμφωνα με τους Ινδιάνους, ο εθνολόγος δεν έδειχνε κανένα σύμπτωμα σωματικής ασθένειας. Η εξάντληση ήταν ψυχο-

25

Αξιότιμη δόνα Ελοΐζα, Πεθαίνω από μία μεταδοτική ασθένεια. Την επιστολή αυτή θα τη λάβετε μετά το θάνατό μου. Η επιστολή θα πρέπει να απολυμανθεί. Ζήτησα οι σημειώσεις μου και το μαγνητόφωνο (να με συγχωρείτε, δεν έχει καμία εγγραφή) να σταλούν στο Μουσείο. Σας παρακαλώ να αποστείλετε τις σημειώσεις στο Κολούμπια. Μη σκεφτείτε άσχημα για μένα. Εκτίμησα τη φιλία σας. Αλλά δεν μπορώ να ολοκληρώσω τον κατάλογο της συλλογής που θα συσκευάσουν και θα σας στείλουν οι Ινδιάνοι. Ζήτησα να σας αποσταλούν δύο χιλιάδες ρεάλ λόγω της αποτυχίας μου. Ωστόσο, αν λάβετε κάποιο κομμάτι της συλλογής, σας παρακαλώ, σκεφτείτε τους Ινδιάνους και στείλτε ό,τι εσείς θεωρείτε κατάλληλο στον Μανοέλ Πέρνα, στην Καρολίνα. Ελπίζω ο Λίπκιντ και ο Γουόγκλι να εκπληρώσουν τις προσδοκίες σας. Ειλικρινά δικός σας, Μπιουλ Κουέιν


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.