Έρμαν Έσσε - Κάτω από τον τροχό

Page 1

HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 5

ΚΕΦΑΛΑιΟ πΡΩΤΟ

Ο

ΚΥΡιΟΣ γιΟΖΕΦ γΚιΜπΕΝΡΑΤ, ΜΕΤΑπΡΑΤηΣ ΚΑι ΜΕΣΑΖΩΝ,

δεν είχε καμία απολύτως αρετή ή ιδιορρυθμία που να τον κάνει να ξεχωρίζει από τους συμπολίτες τους. Διέθετε όπως κι εκείνοι μια εύρωστη κορμοστασιά γεμάτη υγεία, μέτριο εμπορικό ταλέντο, συνδεδεμένο με έναν ειλικρινή, βαθύ σεβασμό για το χρήμα, κι επιπλέον ένα μικρό σπίτι με κήπο, έναν οικογενειακό τάφο στο νεκροταφείο, μια σχετικά απαλλαγμένη από προκαταλήψεις και τετριμμένη πια ευλάβεια, προσήκοντα σεβασμό προς τον Θεό και τις αρχές, και μια τυφλή δουλοπρέπεια στις σιδηρές επιταγές του αστικού καθωσπρεπισμού. Έπινε μερικά ποτηράκια, αλλά δεν μεθούσε ποτέ. Ενίοτε μπλεκόταν και σε κάποιες όχι απολύτως άμεμπτες συναλλαγές, δεν ξεπέρασε όμως ποτέ τα όρια του επισήμως επιτρεπτού. Τους φτωχούς τους αποκαλούσε «πειναλέους» και τους πλούσιους «ψηλομύτηδες». Ήταν μέλος του τοπικού συλλόγου και συμμετείχε στο παιχνίδι με τις κορύνες στον «Αετό» κάθε παρασκευή, κι επίσης σε κάθε ημέρα ζαχαροπλαστικής, καθώς και στα ορεκτικά και στις σούπες με λουκάνικα. Στη δουλειά κάπνιζε φτηνά πούρα, τα καλά τα κρατούσε για μετά το φαγητό και για τις Κυριακές. Ο εσωτερικός του κόσμος ήταν αυτός ενός Φιλισταίου. Τα όποια συναισθήματα διέθετε είχαν αραχνιάσει προ πολλού και ήταν όλα κι όλα ένα παραδοσιακό και τραχύ αίσθημα περί οικογένειας, μια περηφάνια για τον γιο του και μια σποραδική διά-


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 6

ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ

θεση προσφοράς προς τους φτωχούς. Οι πνευματικές του ικανότητες δεν ξεπερνούσαν μια έμφυτη, αυστηρά περιορισμένη πονηριά, και μια ικανότητα στις αριθμητικές πράξεις. Τα αναγνωστικά του ενδιαφέροντα περιορίζονταν στην εφημερίδα και, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες του για καλλιτεχνικές απολαύσεις, του αρκούσαν οι ετήσιες παραστάσεις του ερασιτεχνικού συλλόγου της πόλης και πότε πότε καμιά επίσκεψη στο τσίρκο. Θα μπορούσε να αλλάξει το όνομα και το σπίτι του με οποιονδήποτε γείτονά του χωρίς να υπάρξει η παραμικρή διαφορά. Ως και τα μύχια της ψυχής του, η ακοίμητη δυσπιστία του απέναντι σε κάθε ιδιαίτερη δύναμη και προσωπικότητα, καθώς και η ενστικτώδης, η προερχόμενη από ζήλια εχθρότητα απέναντι σε οτιδήποτε ασυνήθιστο, οτιδήποτε πιο ελεύθερο, πιο ευγενές, σε οτιδήποτε πνευματικό – ήταν όμοια με όλων των άλλων οικογενειαρχών της πόλης. Αρκετά γι’ αυτόν, όμως. Μονάχα ένας βαθύτατα είρων θα ήταν ικανός να περιγράψει αυτή την επίπεδη ζωή και την ασυνείδητη τραγικότητά της. Αλλά αυτός ο άντρας είχε κι έναν μοναχογιό, και γι’ αυτόν πρέπει να μιλήσουμε. Ο Χανς γκίμπενρατ ήταν αναμφισβήτητα ένα προικισμένο παιδί· αρκούσε να τον δει κανείς να κινείται ανάμεσα στα άλλα παιδιά για να καταλάβει πόσο ευγενικό και ξεχωριστό ήταν. Αυτό το ασήμαντο μέρος του Μέλανα Δρυμού συνήθως δεν γεννούσε τέτοιες φιγούρες, δεν είχε βγει από κει κανείς που η ματιά και η επίδρασή του να ξεπερνούν τα συνήθη όρια. Ένας Θεός ξέρει από πού είχε πάρει το αγόρι τα σοβαρά εκείνα μάτια, το έξυπνο μέτωπο και την ευγένεια στο βάδισμά του. Από τη μητέρα του μήπως; Είχε πεθάνει πριν από χρόνια και, όσο ζούσε, κανείς δεν είχε προσέξει τίποτα το ιδιαίτερο πάνω της, παρά μόνο ότι ήταν διαρκώς άρρωστη και λυπημένη. Να τα είχε πάρει από τον πατέρα δεν υπήρχε καμία περίπτωση. η μυστηριώδης σπίθα είχε πέσει λοιπόν στ’ αλήθεια εξ ουρανού σε αυτό το ασήμαντο μέρος, που μέσα στους οχτώ με εννέα αιώνες της ύπαρξής του ναι μεν


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 7

ΚΑΤΩ ΑπΟ ΤΟΝ ΤΡΟΧΟ

είχε γεννήσει τόσους ευυπόληπτους πολίτες, ποτέ όμως έως τότε ένα πραγματικό ταλέντο ή μια μεγαλοφυΐα. Ένας παρατηρητής με σύγχρονη επιστημονική κατάρτιση, λαμβάνοντας υπόψη την ασθενική μητέρα και την προχωρημένη ηλικία της οικογένειας, ενδεχομένως να μιλούσε για υπερτροφική διανοητική ανάπτυξη ως σύμπτωμα μιας αρχόμενης εκφυλιστικής διαδικασίας. η πόλη όμως είχε την τύχη να μη φιλοξενεί ανθρώπους αυτού του είδους, και μόνο οι πιο νέοι και οι πιο έξυπνοι κρατικοί υπάλληλοι και δάσκαλοι είχαν πάρει από άρθρα που δημοσιεύονταν στα περιοδικά μια γενική ιδέα για την ύπαρξη του «σύγχρονου ανθρώπου». Στον τόπο αυτόν μπορούσε ακόμα να ζει κανείς και να θεωρείται μορφωμένος χωρίς να γνωρίζει τη διδασκαλία του Ζαρατούστρα· οι γάμοι στέριωναν και συχνά ήταν ευτυχισμένοι, και ολόκληρη η ζωή ακολουθούσε ένα ανίατα απηρχαιωμένο μοντέλο. Οι καλοβολεμένοι, εύποροι πολίτες, πολλοί από τους οποίους τα τελευταία είκοσι χρόνια από βιοτέχνες είχαν γίνει εργοστασιάρχες, μπορεί να έβγαζαν το καπέλο μπροστά στους κρατικούς υπαλλήλους και να επιδίωκαν τη συντροφιά τους, αναμεταξύ τους όμως τους αποκαλούσαν πειναλέους και χαρτογιακάδες. Κατά παράξενο τρόπο ωστόσο δεν είχαν μεγαλύτερη φιλοδοξία από το, ει δυνατόν, να σπουδάσουν τους γιους τους και να τους κάνουν κρατικούς υπαλλήλους. Δυστυχώς, τούτο παρέμενε σχεδόν πάντα ένα ωραίο, ανεκπλήρωτο όνειρο, αφού τα βλαστάρια τους κατάφερναν να τελειώσουν τη Λατινική Σχολή ως επί το πλείστον μετά κόπων και βασάνων και μένοντας κατ’ επανάληψη ανεξεταστέοι. Δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι ο Χανς γκίμπενρατ ήταν προικισμένος. Οι καθηγητές του, ο διευθυντής του σχολείου, οι γείτονες, ο εφημέριος, οι συμμαθητές του, όλος ο κόσμος συμφωνούσε πως το αγόρι ήταν κοφτερό μυαλό και γενικά κάτι πολύ ιδιαίτερο. Το μέλλον του ήταν συνεπώς προδιαγεγραμμένο και προκαθορισμένο. Διότι, στη γη της Σουηβίας, οι γονείς θα έπρεπε βέβαια να είναι πλούσιοι, αλλά για τα προικισμένα αγόρια υπάρ-


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 8

ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ

χει ένα και μοναδικό στενό μονοπάτι: να περάσουν τις κρατικές περιφερειακές εξετάσεις και να μπουν στη Θεολογική Σχολή, μετά στο Εκκλησιαστικό Ίδρυμα της Τυβίγγης κι από κει να ανέβουν είτε στον άμβωνα ή στην πανεπιστημιακή έδρα. Σε λίγες εβδομάδες θα γίνονταν πάλι οι «κρατικές περιφερειακές εξετάσεις». Έτσι ονομάζεται η ετήσια αυτή εκατόμβη με την οποία «η πολιτεία» επιλέγει τους πνευματικούς ανθούς του κρατιδίου και κατά τη διάρκεια της οποίας οι αναστεναγμοί, οι προσευχές και οι ευχές αναρίθμητων οικογενειών αναπέμπονται από πολιτείες και χωριά προς την πρωτεύουσα, στους κόλπους της οποίας διεξάγονται οι εξετάσεις. Ο Χανς γκίμπενρατ ήταν ο μοναδικός υποψήφιος που η μικρή τούτη πόλη σκόπευε να στείλει σε αυτή την εξονυχιστική δοκιμασία. η τιμή ήταν μεγάλη, κανείς όμως δεν την κατακτούσε αμοχθεί. Στις ώρες των μαθημάτων, που διαρκούσαν καθημερινά έως τις τέσσερις, ήρθε να προστεθεί το μάθημα των αρχαίων ελληνικών με τον διευθυντή του σχολείου, μετά στις έξι ο εφημέριος είχε την ευγενή καλοσύνη να του κάνει επαναληπτικά μαθήματα λατινικών και θρησκευτικών, και δύο φορές την εβδομάδα μετά το βραδινό φαγητό είχε μία ώρα μάθημα με τον καθηγητή των μαθηματικών. Στα αρχαία ελληνικά, εκτός από τα ανώμαλα ρήματα, μεγάλη έμφαση έδιναν κυρίως στους διάφορους τρόπους σύνδεσης των προτάσεων, όπως αυτή εκφράζεται με τη χρήση των μορίων, στα λατινικά ασχολούνταν επισταμένως με το ύφος και συγκεκριμένα με την εκμάθηση των διάφορων μορφών προσωδίας, στα μαθηματικά το κύριο βάρος έπεφτε στις σύνθετες εξισώσεις με τρεις αγνώστους. Αυτές, όπως συχνά τόνιζε ο δάσκαλος, ήταν φαινομενικώς άνευ σημασίας για την κατοπινή του εκπαίδευση και ζωή, μόνο φαινομενικά, ωστόσο. Στην πραγματικότητα ήταν πολύ σημαντικές, σημαντικότερες μάλιστα από κάποια κύρια μαθήματα, διότι αναπτύσσουν τις λογικές ικανότητες και αποτελούν τη βάση για κάθε σαφή, ρεαλιστικό και παραγωγικό συλλογισμό.


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 9

ΚΑΤΩ ΑπΟ ΤΟΝ ΤΡΟΧΟ

για να μην πάθει, βέβαια, πνευματική υπερκόπωση και για να μην ξεχαστεί η ψυχή του, με τις ασκήσεις λογικής για παράδειγμα, και μαραθεί, επέτρεψαν στον Χανς να πηγαίνει κάθε πρωί μία ώρα πριν από την έναρξη του σχολείου στο Κατηχητικό, όπου από το Βιβλίο Κατήχησης του Μπρεντς και από την αναζωογονητική αποστήθιση και την απαγγελία των ερωταποκρίσεων οι νεανικές ψυχές διαποτίζονταν από μια ευχάριστη πνοή θρησκευτικής ζωής. Δυστυχώς όμως εκείνος κατέστρεφε αυτές τις ώρες αναψυχής και στερούσε από τον εαυτό του την ευλογία τους. γιατί μέσα στο Βιβλίο Κατήχησης έβαζε κρυφά διάφορα χαρτάκια με σημειώσεις, λέξεις από τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά ή ασκήσεις, και ασχολιόταν σχεδόν ολόκληρη την ώρα με αυτές τις κοσμικές επιστήμες. η συνείδησή του ωστόσο δεν είχε αμβλυνθεί τόσο ώστε να μην αισθάνεται διαρκώς μια δυσάρεστη ανασφάλεια κι ένα ανεπαίσθητο αίσθημα φόβου. Όταν τον πλησίαζε ο πρωτοπρεσβύτερος, πόσο μάλλον όταν φώναζε το όνομά του, κάθε φορά πεταγόταν από ντροπή, κι όταν έπρεπε απαντήσει σε κάποια ερώτηση, ιδρώτας πλημμύριζε το μέτωπό του κι η καρδιά του χτυπούσε δυνατά. Οι απαντήσεις του όμως ήταν αλάνθαστες, ακόμα και ως προς την εκφορά τους, και ο πρωτοπρεσβύτερος έδινε μεγάλη σημασία σ’ αυτό. Τις εργασίες του, το γράψιμο και την αποστήθιση, τις επαναλήψεις και την προπαρασκευή, που μαζεύονταν καθημερινά από μάθημα σε μάθημα, μπορούσε να τις κάνει έπειτα στο σπίτι, με το θαλπερό φως της λάμπας. Αυτή η ήρεμη μελέτη που την περιέβαλλε μακάρια η σπιτική γαλήνη και που τα αποτελέσματά της ο καθηγητής τα θεωρούσε ιδιαιτέρως σημαντικά και ωφέλιμα, τις Τρίτες και τα Σάββατα διαρκούσε συνήθως μόνο ως τις δέκα περίπου, τις άλλες ημέρες όμως έφτανε ως τις έντεκα ή τις δώδεκα, και κάποιες φορές και περισσότερο. Ο πατέρας γκρίνιαζε λίγο για την άμετρη σπατάλη πετρελαίου, έβλεπε όμως τη μελέτη αυτή με αυτάρεσκη υπερηφάνεια. Τις λίγες ώρες ξεκούρασης και τις Κυριακές, οι οποίες άλλωστε αποτελούν το έβδομο κομμάτι


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 10



ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ

της ζωής μας, του είχαν συστήσει κατηγορηματικά να διαβάζει κάποιους συγγραφείς που δεν τους διδασκόταν στο σχολείο, καθώς και να επαναλαμβάνει τη γραμματική. «Με μέτρο, φυσικά! Με μέτρο! Ένας περίπατος μια δυο φορές την εβδομάδα είναι απαραίτητος και κάνει θαύματα. Όταν ο καιρός είναι καλός, μπορεί να πάρει κανείς κι ένα βιβλίο μαζί του στο ύπαιθρο – θα δεις πόσο εύκολα και ευχάριστα μαθαίνει κανείς στον καθαρό αέρα. προπάντων κράτα το κεφάλι ψηλά!» Ο Χανς, λοιπόν, όσο μπορούσε, κρατούσε το κεφάλι ψηλά, στο εξής εκμεταλλευόταν ακόμα και τους περιπάτους για να διαβάζει και τριγυρνούσε σιωπηλός και απόμακρος με πρόσωπο ξαγρυπνημένο και μαύρους κύκλους κάτω απ’ τα κουρασμένα του μάτια. «Τι γνώμη έχετε για τον γκίμπενρατ, θα περάσει τις εξετάσεις, έτσι δεν είναι;» είπε κάποια φορά στον διευθυντή του σχολείου ο υπεύθυνος καθηγητής της τάξης. «Θα περάσει, θα περάσει», είπε αλαλάζοντας ο διευθυντής. «Είναι ένας από τους πιο ευφυείς μαθητές μας· δεν έχετε παρά να τον κοιτάξετε, έχει κάτι το εξαϋλωμένο πάνω του». Τις τελευταίες οχτώ μέρες έδειχνε ολοφάνερα εξαϋλωμένος. Στο όμορφο και τρυφερό αγορίστικο πρόσωπό του, τα ανήσυχα μάτια, χωμένα στις κόγχες τους, έκαιγαν με μια θολή θέρμη, το ωραίο μέτωπο αυλάκωναν λεπτές ρυτίδες που πρόδιδαν το πνεύμα του και τα ούτως ή άλλως λεπτά και μακριά του χέρια κρέμονταν στο πλάι με μια αποκαμωμένη χάρη που θύμιζε μορφές του Μποτιτσέλι. Και η στιγμή της δοκιμασίας έφτασε. Το πρωί της επόμενης μέρας θα πήγαινε με τον πατέρα του στη Στουτγάρδη κι εκεί, στις κρατικές περιφερειακές εξετάσεις, θα αποδείκνυε αν ήταν άξιος να διαβεί τη στενή μοναστηριακή πύλη της Θεολογικής Σχολής. Λίγο νωρίτερα είχε επισκεφθεί τον διευθυντή του σχολείου για να τον αποχαιρετήσει. «Απόψε», είπε στο τέλος με ασυνήθιστη ηπιότητα ο άνθρωπος αυτός, που τόσο φοβόντουσαν,


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 11

ΚΑΤΩ ΑπΟ ΤΟΝ ΤΡΟΧΟ



«δεν πρέπει να μελετήσεις άλλο. Θέλω να μου το υποσχεθείς. Αύριο πρέπει να φτάσεις τελείως ξεκούραστος στη Στουτγάρδη. Κάνε έναν περίπατο για καμιά ώρα και πήγαινε να ξαπλώσεις νωρίς. Οι νέοι πρέπει να χορταίνουν ύπνο». Ο Χανς ξαφνιάστηκε που, αντί για όλες εκείνες τις συμβουλές που φοβόταν, είδε μια τέτοια καλή πρόθεση και βγήκε από το κτήριο του σχολείου αναστενάζοντας με ανακούφιση. Οι ψηλές φιλύρες του Κίρχμπεργκ στραφτάλιζαν απαλά στο ζεστό φως του απογευματινού ήλιου, στην αγορά κελάρυζαν κι έλαμπαν οι δύο μεγάλες κρήνες, πάνω από την ακανόνιστη γραμμή που σχημάτιζαν οι στέγες των σπιτιών τα κοντινά σκούρα μπλε βουνά με τα έλατα ατένιζαν την πόλη. Το αγόρι ένιωθε σάμπως να είχε πολύ καιρό να τα δει όλα αυτά, και του φάνηκαν όλα ασυνήθιστα όμορφα και δελεαστικά. Τον πονούσε βέβαια το κεφάλι του, σήμερα όμως δεν χρειαζόταν να διαβάσει άλλο. Διέσχισε αργά αργά την πλατεία της αγοράς, πέρασε μπροστά από το παλιό δημαρχείο, κατέβηκε την οδό Μάρκτγκασε και περνώντας μπροστά από το μαχαιροποιείο κατευθύνθηκε προς την παλιά γέφυρα. Έμεινε να περιφέρεται για λίγο εκεί περπατώντας πάνω κάτω και τελικά κάθισε στο φαρδύ πεζούλι. Βδομάδες και μήνες ολόκληρους περνούσε από δω τέσσερις φορές την ημέρα και δεν είχε μάτια ούτε για το μικρό γοτθικό παρεκκλήσι της γέφυρας, ούτε για το ποτάμι, ούτε για τον μικρό καταρράκτη, τον υδατοφράχτη και το μύλο, ούτε καν για το λιβάδι όπου πήγαιναν για κολύμπι και για την όχθη με τις ιτιές, όπου τα βυρσοδεψεία διαδέχονταν το ένα το άλλο και όπου το ποτάμι ήταν βαθύ, πράσινο και ασάλευτο σαν λίμνη και τα τοξωτά, μυτερά κλαδιά των δέντρων κρέμονταν κι έπεφταν στο νερό. Του ήρθε πάλι στο νου πόσες και πόσες μέρες, τις μισές ή και ολόκληρες, είχε περάσει εδώ, πόσες φορές είχε κολυμπήσει, είχε κάνει βουτιές, είχε τραβήξει κουπί και είχε ψαρέψει. Αχ, το ψάρεμα! Το είχε σχεδόν ξεμάθει και ξεχάσει πια, και την προηγούμενη χρονιά έκλαιγε απαρηγόρητος όταν του το απαγόρευσαν


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 12



ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ

λόγω των εξετάσεων. Το ψάρεμα! Ήταν το πιο όμορφο πράγμα σε όλα εκείνα τα ατελείωτα σχολικά χρόνια. Τότε που στεκόταν στον ανάλαφρο ίσκιο που έριχναν οι ιτιές, με το κοντινό θρόισμα του μύλου, τα βαθιά ήρεμα νερά! Και το παιχνίδισμα του ήλιου στο ποτάμι, η απαλή ταλάντωση του καλαμιού, η αναστάτωση που ένιωθες όταν καταλάβαινες το τσίμπημα και τραβούσες το καλάμι, και η παράξενη χαρά όταν κρατούσες στο χέρι σου ένα δροσερό, παχουλό, σπαρταριστό ψάρι. Είχε βγάλει αρκετούς τρυφερούς κυπρίνους, και λευκίσκους και ποταμίσια λαβράκια, αλλά και νόστιμα γλήνια και μικρούς κοκκινόγαστρους με ωραία χρώματα. Κοιτούσε για ώρα το νερό, και στη θέα εκείνης της καταπράσινης γωνιάς του ποταμού έμεινε να στέκει σκεπτικός και θλιμμένος κι ένιωσε πως οι ωραίες, οι ξέγνοιαστες, οι μεγάλες αγορίστικες χαρές ήταν πια πολύ μακριά. Έβγαλε μηχανικά ένα κομμάτι ψωμί από την τσέπη του, έφτιαξε μικρούς και μεγάλους σβόλους, τους πετούσε στο νερό και τους κοιτούσε να βουλιάζουν και να τους αρπάζουν τα ψάρια. πρώτα ήρθαν οι μικροσκοπικές χρυσές πέστροφες και τα τσιρόνια, έτρωγαν λαίμαργα τα μικρότερα κομμάτια και με τα πεινασμένα τους ρύγχη έσπρωχναν τα μεγαλύτερα που ήταν μπροστά τους κάνοντας αμέτρητους ελιγμούς. Τότε πλησίασε αργά αργά και προσεκτικά ένας μεγάλος λευκίσκος, του οποίου η πλατιά σκούρα ράχη σηκώθηκε ράθυμα απ’ το βυθό, κύκλωσε προσεκτικά το σβόλο το ψωμί κι έπειτα το εξαφάνισε μεμιάς στο στρογγυλό ορθάνοιχτό του στόμα. Από το νερό που κυλούσε νωθρά αναδυόταν μια ζεστή και υγρή μυρωδιά, κάνα δυο φωτεινά σύννεφα καθρεφτίζονταν αμυδρά στην πράσινη επιφάνεια, το κυκλικό πριόνι του μύλου στέναζε και οι δύο υδατοφράχτες θρόιζαν με έναν ήχο δροσερό και βαθύ. Το αγόρι θυμήθηκε την Κυριακή που είχε πάρει το χρίσμα, δεν ήταν πολύς καιρός, και που έπιασε τον εαυτό του να προσπαθεί καταμεσής της τελετής και της συγκίνησης να αποστηθίσει ένα ελληνικό ρήμα. Υπήρχαν όμως κι άλλες φορές τον τελευταίο καιρό που του συνέβαινε συχνά να μπερ-


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 13

ΚΑΤΩ ΑπΟ ΤΟΝ ΤΡΟΧΟ



δεύει τις σκέψεις του ακόμα και στο σχολείο και, αντί για την εργασία που είχε μπροστά του, να σκέφτεται την προηγούμενη ή την επόμενη. Ωραίες εξετάσεις θα έδινε! Αφηρημένος σηκώθηκε από τη θέση του, μην μπορώντας να αποφασίσει πού να πάει. Τρόμαξε για τα καλά όταν ένιωσε ένα δυνατό χέρι να τον πιάνει από τον ώμο και μια φιλική αντρική φωνή να του μιλάει. «γεια σου, Χανς! Τι λες, κάνουμε έναν μικρό περίπατο μαζί;» Ήταν ο τσαγκάρης ο Φλάιγκ, που παλιότερα πήγαινε πότε πότε τα βράδια στο σπίτι του για καμιά ώρα, τώρα όμως είχε πάψει προ πολλού να το κάνει. Ο Χανς τον ακολούθησε και άκουγε τον θεοσεβή πιετιστή χωρίς να δίνει ιδιαίτερη προσοχή σε αυτά που έλεγε. Ο Φλάιγκ του μίλησε για τις εξετάσεις, ευχήθηκε στον νεαρό καλή τύχη και του έδωσε θάρρος, απώτερος σκοπός των όσων του είπε όμως ήταν να του τονίσει ότι αυτού του είδους οι εξετάσεις είναι απλώς κάτι επιφανειακό και συμπτωματικό. η αποτυχία, είπε, δεν είναι ντροπή, μπορεί να τύχει και στον καλύτερο μαθητή, κι αν του συμβεί κάτι τέτοιο, θα πρέπει να συλλογιστεί ότι οι βουλές του Θεού είναι διαφορετικές για κάθε ψυχή και πως ορίζει για την καθεμιά τον δικό της δρόμο. Ο Χανς δεν είχε καθαρή τη συνείδησή του απέναντι στον άντρα αυτόν. Ένιωθε σεβασμό για το άτομό του και για τον σταθερό, επιβλητικό του χαρακτήρα, ωστόσο είχε ακούσει πολλά αστεία για την κοινότητα των πιετιστών και είχε γελάσει, γνωρίζοντας συχνά ότι αυτό που έκανε ήταν λάθος· εκτός αυτού, ντρεπόταν για τη δειλία του, αφού εδώ και καιρό απέφευγε τον τσαγκάρη, με τρόμο σχεδόν, εξαιτίας των δηκτικών του ερωτήσεων. Από τότε που είχε γίνει το καμάρι των δασκάλων του και ο ίδιος λιγάκι ακατάδεχτος, ο τσαγκάρης Φλάιγκ συχνά τον κοιτούσε παράξενα και προσπαθούσε να τον ταπεινώσει. Έτσι, η ψυχή του αγοριού είχε αρχίσει να ξεγλιστράει σιγά σιγά από τον καλοπροαίρετο καθοδηγητή, διότι ο Χανς βρισκόταν στην ακμή της αγορίστικης περηφάνιας του και οι κεραίες του ήταν πολύ ευαίσθητες σε κάθε δυσάρεστο άγγιγμα της αυτοπεποίθησής του. Τώρα


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 14



ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ

βάδιζε στο πλευρό του Φλάιγκ, δίχως να ξέρει με πόση ανησυχία και πόση καλοσύνη τον κοιτούσε. Στην οδό Κρονενγκάσε συνάντησαν τον εφημέριο. Ο τσαγκάρης τον χαιρέτησε τυπικά και ψυχρά και είπε ξάφνου ότι βιάζεται, διότι ο εφημέριος ήταν νεοτεριστής και είχε τη φήμη ότι δεν πιστεύει ούτε καν στην Ανάσταση του Κυρίου. Ο εφημέριος όμως πήρε το αγόρι κατά μέρος. «πώς είσαι;» το ρώτησε. «Θα είσαι χαρούμενος που έφτασε πια η ώρα». «Ναι, μια χαρά είμαι». «Βάλε τα δυνατά σου, λοιπόν! Ξέρεις ότι σε σένα στηρίζουμε όλες μας τις ελπίδες. Στα λατινικά περιμένω πολύ καλό βαθμό από σένα». «Αν όμως αποτύχω...» είπε δειλά ο Χανς. «Να αποτύχεις;!» Ο εφημέριος σταμάτησε κατατρομαγμένος. «Είναι επιεικώς αδύνατον να αποτύχεις. Επιεικώς αδύνατον! Τι πράγματα είν’ αυτά που σκέφτεσαι!» «Θέλω απλώς να πω ότι θα μπορούσε να συμβεί...» «Δεν μπορεί, Χανς, δεν μπορεί· μην ανησυχείς. Δώσε τους χαιρετισμούς μου στον μπαμπά σου και να μη χάνεις το θάρρος σου!» Ο Χανς απόμεινε να τον κοιτάζει καθώς ο εφημέριος έφευγε· έπειτα κοίταξε ολόγυρα αναζητώντας τον τσαγκάρη. Μα τι είχε πει μόλις προ ολίγου; Δεν έχουν τόση σημασία τα λατινικά, όταν η καρδιά σου είναι στη θέση που πρέπει να είναι και όταν σέβεσαι τον Θεό. Ωραία τα έλεγε. Από την άλλη όμως ήταν κι ο εφημέριος! Δεν θα μπορούσε να τον αντικρίσει αν αποτύχαινε. Θλιμμένος γύρισε αργά αργά στο σπίτι και μπήκε στον μικρό κατηφορικό κήπο. Στον κήπο υπήρχε ένα σπιτάκι, ετοιμόρροπο και αχρησιμοποίητο για καιρό· εκεί μέσα είχε φτιάξει κάποτε μια ξύλινη κατασκευή και για τρία ολόκληρα χρόνια διατηρούσε ένα πραγματικό κουνελοτροφείο. Το περασμένο φθινόπωρο του το πήραν, λόγω των εξετάσεων. Δεν είχε χρόνο πια για διασκεδάσεις. Αλλά και στον κήπο είχε πολύ καιρό να πάει. η άδεια απο-


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 15

ΚΑΤΩ ΑπΟ ΤΟΝ ΤΡΟΧΟ



θήκη έδειχνε ετοιμόρροπη, οι σταλακτίτες στη γωνιά του φράχτη είχαν γκρεμιστεί, ο μικρός ξύλινος νεροτροχός κείτονταν σκεβρωμένος και σπασμένος δίπλα στον αγωγό του νερού. Σκέφτηκε την εποχή που τα είχε φτιάξει όλα αυτά με ξύλα που είχε κόψει μόνος του και τη χαρά που είχε νιώσει τότε. Είχαν ήδη περάσει δύο χρόνια – μια αιωνιότητα. Σήκωσε τον μικρό τροχό, τον λύγισε, τον έσπασε και τον πέταξε απ’ την άλλη πλευρά του φράχτη. Τέλος όλα αυτά, είχαν περάσει και είχαν τελειώσει προ πολλού. Τότε θυμήθηκε τον συμμαθητή του τον Άουγκουστ. Εκείνος τον είχε βοηθήσει να φτιάξουν το νεροτροχό και να επισκευάσουν το σπιτάκι για τα κουνέλια. περνούσαν ολόκληρα απογεύματα εδώ παίζοντας, σημάδευαν με τη σφεντόνα, κυνηγούσαν τις γάτες, έστηναν σκηνές και για απογευματινό έτρωγαν ωμά καρότα. Ύστερα όμως άρχισαν να έχουν πολύ διάβασμα και ο Άουγκουστ πριν από ένα χρόνο είχε παρατήσει το σχολείο και πήγε να δουλέψει κοντά σ’ έναν μηχανικό, για να μάθει την τέχνη του. Έκτοτε τον είχε δει μόνο δύο φορές. Βεβαίως, ούτε και ο ίδιος είχε πια χρόνο. Ο ίσκιος που έριχναν τα σύννεφα περνούσε βιαστικά πάνω από την πεδιάδα, ο ήλιος βρισκόταν ήδη κοντά στην κορυφογραμμή. για μια στιγμή το αγόρι ένιωσε την ανάγκη να πέσει κάτω και να αρχίσει να κλαίει. Αντ’ αυτού όμως πήγε κι έφερε από την αποθήκη το πριόνι, το σήκωσε ψηλά με τα αδύνατα χεράκια του, άρχισε να το κραδαίνει στον αέρα κι έκανε το κλουβί για τα κουνέλια χίλια κομμάτια. Σκλήθρες πετάχτηκαν παντού, οι πρόκες λύγισαν τρίζοντας, λίγη σαπισμένη κουνελοτροφή από πέρυσι το καλοκαίρι βγήκε στο φως. Χτυπούσε ό,τι έβρισκε μπροστά του, σάμπως έτσι να μπορούσε να σκοτώσει τη νοσταλγία που ένιωθε για τα κουνέλια και για τον Άουγκουστ και για όλα εκείνα τα παλιά παιδιαρίσματα. «Έι, τι πράγματα είναι αυτά;» φώναξε ο πατέρας του από το παράθυρο. «Τι κάνεις εκεί;» «Κόβω ξύλα για τη φωτιά».


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 16



ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ

Άλλη απάντηση δεν έδωσε, παρά πέταξε το τσεκούρι, βγήκε τρέχοντας από την αυλή στο δρομάκι κι έπειτα πήρε να ανεβαίνει την όχθη του ποταμού. Έξω, κοντά στο ζυθοποιείο, ήταν δεμένες δύο σχεδίες. Με αυτές τις σχεδίες κατέβαινε παλιότερα το ποτάμι για ώρες, τα ζεστά απογεύματα του καλοκαιριού, αναστατωμένος και νυσταγμένος συγχρόνως από το ταξίδι πάνω στο νερό που έσκαγε ανάμεσα στους κορμούς. πήδηξε πάνω στους κορμούς που επέπλεαν, ξάπλωσε πάνω σε ένα σωρό από ιτιές και προσπάθησε να φανταστεί ότι η σχεδία του κυλούσε στο ποτάμι, ότι άλλοτε γρήγορα κι άλλοτε διστακτικά περνούσε από λιβάδια, αγρούς, χωριά και δροσερές σκιερές όχθες, κάτω από γέφυρες κι από τους ανοιχτούς μικρούς καταρράχτες του φράγματος, ότι εκείνος ήταν ξαπλωμένος εκεί πάνω και ότι όλα ήταν όπως συνήθως, τότε που έφερνε από το Κάπφμπεργκ τροφή για τα κουνέλια και που ψάρευε κοντά στα βυρσοδεψεία και δεν είχε ούτε πονοκεφάλους ούτε έγνοιες. Κουρασμένος και κακόκεφος γύρισε στο σπίτι για το βραδινό φαγητό. Ο πατέρας ήταν τρομερά αναστατωμένος ενόψει του ταξιδιού για τις εξετάσεις στη Στουτγάρδη και τον ρώτησε πάνω από δέκα φορές αν είχε βάλει τα βιβλία στη βαλίτσα, αν είχε ετοιμάσει το μαύρο του κοστούμι, αν ήθελε στο ταξίδι να ρίξει άλλη μια ματιά στη γραμματική, αν ένιωθε καλά. Ο Χανς απαντούσε κοφτά, δηκτικά, έφαγε ελάχιστα και μετά από λίγο τον καληνύχτισε. «Καληνύχτα, Χανς. Κοίταξε να κοιμηθείς καλά! Θα σε ξυπνήσω στις έξι. Δεν ξέχασες τον λεξικό σου, έτσι;» «Όχι, δεν τον ξέχασα “τον” λεξικό. Καληνύχτα!» Έμεινε για ώρα ακόμα ξύπνιος στο μικρό του δωμάτιο χωρίς φως. Ήταν η μοναδική ευλογία που του είχε προσφέρει όλη αυτή η ιστορία των εξετάσεων – το μικρό του δωμάτιο, του οποίου ήταν απόλυτος κύριος και όπου κανείς δεν τον ενοχλούσε. Εδώ μέσα, παλεύοντας με την κούραση, τη νύστα και τον πονοκέφαλο, μελετούσε ως αργά τη νύχτα τον ιούλιο Καίσαρα, τον Ξενοφώντα, γραμματικές, λεξικά και ασκήσεις μαθηματικών, σκληρά,


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 17

ΚΑΤΩ ΑπΟ ΤΟΝ ΤΡΟΧΟ



πεισματικά, φιλόδοξα, συχνά αγγίζοντας τα όρια της απελπισίας. Εδώ μέσα όμως περνούσε και κάποιες ώρες που είχαν για κείνον μεγαλύτερη σημασία από όλες τις χαμένες παιδικές απολαύσεις, εκείνες τις ονειρεμένα σπάνιες ώρες της περηφάνιας, της έκστασης και του θάρρους, όταν ονειρευόταν και λαχταρούσε έναν κύκλο ανώτερων όντων πέρα από σχολεία, εξετάσεις και όλα τα άλλα. Τότε τον κυρίευε η τολμηρή, μακάρια αίσθηση ότι ήταν πράγματι κάτι διαφορετικό και καλύτερο απ’ ό,τι οι καλοκάγαθοι συμμαθητές του με τα χοντρά μάγουλα, και ότι ίσως κάποτε θα μπορούσε να τους κοιτάζει αφ’ υψηλού με υπεροψία. πήρε και τώρα μια βαθιά ανάσα, σάμπως σ’ αυτό το μικρό δωμάτιο ο αέρας να ήταν πιο καθαρός, πιο δροσερός, κάθισε στο κρεβάτι κι άφησε κάποιες ώρες να κυλήσουν μέσα σε όνειρα, επιθυμίες και προαισθήματα. Σιγά σιγά τα λεπτά του βλέφαρα έκλεισαν πάνω από τα μεγάλα ταλαιπωρημένα του μάτια, άνοιξαν άλλη μια φορά, τρεμόπαιξαν κι έκλεισαν πάλι, το χλομό αγορίστικο κεφάλι του έγειρε στον ισχνό του ώμο, τα λεπτά του χέρια τεντώθηκαν κουρασμένα. Αποκοιμήθηκε με τα ρούχα και το απαλό, μητρικό χέρι του ύπνου απάλυνε τα κύματα της ανήσυχης παιδικής του καρδιάς κι έσβησε τις μικρές ρυτίδες από το ωραίο του μέτωπο. Ήταν πρωτάκουστο. Ο διευθυντής του σχολείου είχε κάνει τον κόπο να έρθει αυτοπροσώπως στο σταθμό, παρόλο που ήταν πολύ πρωί. Ο κύριος γκίμπενρατ φορούσε τη μαύρη του ρεντιγκότα κι από την αναστάτωση, τη χαρά και την περηφάνια δεν μπορούσε να σταθεί σε μια μεριά· βάδιζε νευρικά γύρω από τον διευθυντή κι από τον Χανς, δέχτηκε τις ευχές του προϊσταμένου του σιδηροδρομικού σταθμού και όλων των υπαλλήλων για καλό ταξίδι και καλή τύχη, κρατώντας τη μικρή άκαμπτη βαλίτσα του πότε με το αριστερό και πότε με το δεξί χέρι. Την ομπρέλα την κρατούσε τη μία φορά κάτω απ’ το μπράτσο, ύστερα τη μάγκωνε ανάμεσα στα γόνατα, του έπεσε κάμποσες φορές κάτω, και κάθε φορά άφηνε τη βαλίτσα για να μπορέσει να σηκώσει την ομπρέλα. Θα πίστευε κανείς ότι πηγαίνει στην Αμερική και όχι με ένα o


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 18



ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ

εισιτήριο μετ’ επιστροφής στη Στουτγάρδη. Ο γιος του έδειχνε πολύ ήρεμος, ο κρυφός φόβος όμως τον έπνιγε στο λαιμό. Το τρένο ήρθε και σταμάτησε, ο κόσμος ανέβηκε, ο διευθυντής τούς χαιρετούσε κουνώντας το χέρι, ο πατέρας άναψε ένα πούρο, η πόλη και το ποτάμι χάθηκαν κάτω στην κοιλάδα. Το ταξίδι ήταν μαρτύριο και για τους δυο τους. Στη Στουτγάρδη ο πατέρας ξαναζωντάνεψε κι άρχισε πάλι να βρίσκει το κέφι του, την προσήνεια και την κοσμοπολίτικη διάθεσή του· τον πλημμύριζε η χαρά του επαρχιώτη που έχει έρθει για μερικές μέρες στην πρωτεύουσα. Ο Χανς όμως ήταν πιο σιωπηλός και πιο φοβισμένος, μια βαθιά στενοχώρια τον κυρίεψε στη θέα της πόλης· τα άγνωστα πρόσωπα, τα επιδεικτικά ψηλά και φανταχτερά σπίτια, οι ατέλειωτοι κουραστικοί δρόμοι, τα τραμ και ο θόρυβος της κυκλοφορίας τον φόβιζαν και τον πονούσαν. πήγαν στο σπίτι κάποιας θείας, κι εκεί οι άγνωστοι χώροι, η φιλική διάθεση και η ομιλητικότητα της θείας, το ατέλειωτο άσκοπο καθισιό και οι αιώνιες ενθαρρυντικές παροτρύνσεις του πατέρα πίεζαν αφάνταστα το αγόρι. Ξένος και χαμένος καθόταν στο δωμάτιο, κι όταν κοιτούσε αυτό το καθόλου οικείο περιβάλλον, τη θεία και τα πρωτευουσιάνικα ρούχα της, την ταπετσαρία με τα μεγάλα μοτίβα, το επιτραπέζιο ρολόι, τους πίνακες στον τοίχο, ή από το παράθυρο το δρόμο με τον πολύ θόρυβο, ένιωθε εντελώς προδομένος και του φαινόταν ότι έλειπε αιώνες από το σπίτι του και ότι στο μεταξύ είχε ξεχάσει εντελώς όλα όσα με τόσο κόπο είχε μάθει. Το απόγευμα σκόπευε να κάνει μία ακόμη επανάληψη στα μόρια των ελληνικών, η θεία όμως πρότεινε να πάνε έναν περίπατο. για μια στιγμή στα μάτια της ψυχής του αναδύθηκε κάτι σαν το πράσινο των λιβαδιών ή τους ψιθύρους του δάσους και συμφώνησε με χαρά. πολύ σύντομα όμως είδε ότι εδώ στην πόλη ακόμα και ο περίπατος είναι ένα διαφορετικό είδος διασκέδασης απ’ ό,τι στα μέρη του. πήγε μονάχος με τη θεία, μιας και ο πατέρας είχε να κάνει


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 19

ΚΑΤΩ ΑπΟ ΤΟΝ ΤΡΟΧΟ



κάποιες επισκέψεις. Το κακό άρχισε από τη σκάλα ακόμα. Στον πρώτο όροφο συνάντησαν μια χοντρή κυρία που έδειχνε ακατάδεχτη και που μπροστά της η θεία υποκλίθηκε κι άρχισε αμέσως να κουβεντιάζει μαζί της με μεγάλη ευφράδεια. η στάση αυτή κράτησε περισσότερο από ένα τέταρτο της ώρας. Ο Χανς στεκόταν παραδίπλα, κολλημένος στα κάγκελα, με το σκυλάκι της κυρίας να τον μυρίζει και του γρυλίζει και κατάλαβε σε γενικές γραμμές ότι μιλούσαν για κείνον, αφού η άγνωστη κυρία τον κοίταξε επανειλημμένως από την κορφή ως τα νύχια πάνω από τα γυαλιά χωρίς σκελετό που φορούσε. Δεν πρόλαβαν καλά καλά να βγουν στο δρόμο, όταν η θεία μπήκε σε ένα κατάστημα και πέρασε αρκετή ώρα ώσπου να ξαναβγεί. Στο μεταξύ ο Χανς στεκόταν μαζεμένος στο δρόμο, με τους περαστικούς να τον σπρώχνουν στην άκρη και τα αλητόπαιδα να τον περιγελούν. Όταν η θεία βγήκε από το κατάστημα, του έδωσε μια πλάκα σοκολάτα κι εκείνος την ευχαρίστησε ευγενικά, παρόλο που οι σοκολάτες δεν του άρεσαν. Στην επόμενη γωνία μπήκαν σ’ ένα τραμ και τώρα, με τη συνοδεία ενός αδιάκοπου κουδουνίσματος μέσα στο ασφυκτικά γεμάτο βαγόνι, περνούσαν από ατέλειωτους δρόμους, ώσπου έφτασαν επιτέλους σε μια μεγάλη αλέα κι ένα πάρκο. Είχε ένα σιντριβάνι, περιφραγμένα παρτέρια με ολάνθιστα καλλωπιστικά φυτά και χρυσόψαρα που κολυμπούσαν σε μια μικρή τεχνητή λιμνούλα. περπάτησαν πάνω κάτω, πέρα δώθε και κυκλικά, ανάμεσα σε ένα πλήθος άλλων περιπατητών, είδαν αμέτρητα πρόσωπα, αμέτρητα κομψά και άλλου είδους ντυσίματα, ποδήλατα, αναπηρικές καρέκλες και παιδικά καροτσάκια, άκουγαν ένα συνονθύλευμα από φωνές και εισέπνευσαν έναν ζεστό σκονισμένο αέρα. Στο τέλος κάθισαν σ’ ένα παγκάκι δίπλα σε κάποιους άλλους. η θεία του σχεδόν όλη αυτή την ώρα μιλούσε ασταμάτητα, τώρα αναστέναξε, χαμογέλασε στο αγόρι τρυφερά και το παρότρυνε να φάει τη σοκολάτα του. Εκείνος δεν ήθελε. «για όνομα του Θεού, μη μου πεις ότι ντρέπεσαι; Όχι, θα τη φας τη σοκολάτα σου, θα τη φας αμέσως!»


HESSE sel - DD_Layout 1 06/10/2010 2:43 ΜΜ Page 20



ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ

Εκείνος έβγαλε τότε την πλάκα τη σοκολάτα από την τσέπη του, καθυστέρησε για λίγο σκίζοντας το αλουμινόχαρτο και δάγκωσε τελικά ένα πολύ μικρό κομματάκι. Δεν του άρεσε η σοκολάτα, δεν τόλμησε όμως να το πει στη θεία του. Κι ενόσω είχε ακόμα το κομματάκι το στόμα του και προσπαθούσε να το καταπιεί, η θεία του ανακάλυψε μέσα στο πλήθος κάποιον γνωστό της και όρμησε προς το μέρος του. «Μην το κουνήσεις από δω, έρχομαι αμέσως». Ο Χανς εκμεταλλεύτηκε ανακουφισμένος την ευκαιρία που του δόθηκε και εκσφενδόνισε τη σοκολάτα πέρα μακριά στο χορτάρι. Έπειτα άρχισε να κουνάει τα πόδια του ρυθμικά, είχε τα μάτια του καρφωμένα στον τόσο πολύ κόσμο και ένιωθε δυστυχής. Στο τέλος άρχισε να λέει πάλι απέξω τα ανώμαλα ρήματα, αλλά προς μεγάλο του τρόμο δεν θυμόταν σχεδόν τίποτα. Τα είχε ξεχάσει όλα! Και αύριο ήταν οι εξετάσεις! η θεία του γύρισε και είχε μάθει στο μεταξύ ότι φέτος οι υποψήφιοι για τις κρατικές περιφερειακές εξετάσεις ήταν εκατόν δεκαοχτώ. Θα περνούσαν όμως μόνο τριάντα έξι. Το αγόρι τα χρειάστηκε για τα καλά και σε όλο το δρόμο της επιστροφής δεν είπε λέξη. Στο σπίτι τον έπιασε πονοκέφαλος, δεν ήθελε πάλι να φάει τίποτα κι ήταν τέτοια η απόγνωσή του, που ο πατέρας τον κατσάδιασε για τα καλά και μέχρι και η θεία του τον βρήκε ανυπόφορο. Τη νύχτα κοιμήθηκε βαθιά και βαριά, κυνηγημένος από απαίσια όνειρα. Είδε πως καθόταν μαζί με τους άλλους εκατόν δεκαεφτά υποψηφίους στην αίθουσα των εξετάσεων, ο εξεταστής έμοιαζε πότε με τον εφημέριο και πότε με τη θεία, και στοίβαζε μπροστά του βουνά από σοκολάτες αναγκάζοντάς τον να τις φάει. Κι ενώ εκείνος έτρωγε με δάκρυα στα μάτια, είδε τους υπόλοιπους να σηκώνονται ο ένας μετά τον άλλον, να περνούν μια μικρή πόρτα και να χάνονται. Είχαν φάει όλοι τα βουνά της σοκολάτας τους, το δικό του όμως μεγάλωνε όλο και περισσότερο μπροστά στα μάτια του, φούσκωνε σκεπάζοντας το θρανίο και το κάθισμα κι έμοιαζε να θέλει να τον πνίξει.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.