ΚΩΣΤΑΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΩΝ ΣΟΥΛΤΑΝΩΝ
Q
Περιδιάβαση στη Θεσσαλονίκη και ελληνο-οθωμανικά παράλληλα
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
©
Copyright Κώστας Ιορδανίδης – Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2013
Έτος 1ης έκδοσης: 2013 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31
e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-5631-1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΣΗΜΕΙΩΜΑ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
11
ΜΟΥΡΑΤ Β΄, Ο ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ ΠΡΟΟΙΜΙΟ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Προέλαση προς τη Δύση . . . . . . . . . . . . . . Το ξεκίνημα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Η άλλη όψη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Έλληνες συνεργάτες του Οσμάν . . . . . . . . Ιππότης του Ισλάμ . . . . . . . . . . . . . . . . . . Ένα κράτος γεννιέται . . . . . . . . . . . . . . . . Οι γενίτσαροι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Γάμος του αίσχους ή Η αρχή συνυπάρξεως Ο Οθωμανός υιός . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .......... Οι ιππότες του Σταυρού . . . . . . . . . Η αφύπνιση των Ελλήνων . . . . . . . ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΜΕΓΑ ΤΡΟΠΑΙΟ . Θρησκευτική σύγκρουση . . . . . . . . ΔΥΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΤΟΛΗ
. . . . .
. . . . .
. . . . .
. . . . .
. . . . .
. . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . .
Η πολιτική σύγκρουση και η επανάσταση των Ζηλωτών Η ΠΟΛΗ ΣΤΟΥΣ ΟΘΩΜΑΝΟΥΣ . . . . . . . . . . . . . . . . .
Μουράτ Β΄ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Η άλωση της Θεσσαλονίκης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . .
15 15 18 21 22 23 25 26 29 31 33 33 35 38 39 41 43 46 48
ΚΩΣΤΑΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
8~ ΜΕΧΜΕΤ Δ΄, Ο «ΚΥΝΗΓΟΣ»
ΕΝΑ ΝΗΠΙΟ ΣΤΟΝ ΘΡΟΝΟ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Η παρακμή . . . . . . . . . Το χαρέμι ή άβατο ιερό . Η γυναικοκρατία . . . . . Κιοσέμ η βασιλομήτωρ .
. . . . ΟΙ ΝΤΟΝΜΕΔΕΣ . . . . . . . Κυνηγός και φιλότεχνος . ΔΕΟΣ ΚΑΙ ΓΟΗΤΕΙΑ . . .
. . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΒΕΖΥΡΗΔΕΣ . Το απόγειο . . . . . . . . . . . . Ο όλεθρος . . . . . . . . . . . . . Η ευλογία του καφέ . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
57
. . . . . . . . . . .
59
Η ΑΦΙΞΗ ΤΟΥ ΣΟΥΛΤΑΝΟΥ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
101
Η Θεσσαλονίκη το 1859 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
107
ΣΟΥΛΤΑΝΟΣ ΔΕΚΑΕΞΙ ΕΤΩΝ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
111
Με τη ματιά της Μελέκ χανίμ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
113
ΕΞΕΥΡΩΠΑΪΣΜΟΣ ΜΕΤ’ ΕΜΠΟΔΙΩΝ . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
116
62 63 67 70 77 79 84 87 93 96
ΑΜΠΝΤΟΥΛ ΜΕΤΣΙΝΤ, Ο ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΗΣ
Η Εποχή της Τουλίπας . . . . . . . . . . . . . Το εξωτικό πουλί . . . . . . . . . . . . . . . . . Εκσυγχρονισμός και μεταρρύθμιση . . . . Το διάταγμα του Περιπτέρου των Ρόδων
. . . . . . . . . .
. . . . . . . . . .
. . . . . . . . . .
. . . . . . . . . .
. . . . . . . . . .
. . . . . . . . . .
. . . . . . . . . .
. . . . ΕΛΛΗΝΟ-ΟΘΩΜΑΝΙΚΑ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ . Η επανάσταση του Όθωνα . . . . . . . . . . . Υπεροψία και μέθη . . . . . . . . . . . . . . . . Civis Romanus Sum . . . . . . . . . . . . . . . . Σύμπλευση των Οθωμανών . . . . . . . . . . . Ελληνο-οθωμανικά . . . . . . . . . . . . . . . . . Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΦΡΕΝΙΤΙΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . .
116 119 120 121 125 126 128 130 132 134 138
ΤΙΤΛΟΣ ΚΑΘΕ ΜΕΡΟΥΣ
~9
Η συνέλευση των Καλτεζών . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Οι Φαναριώτες στην Ελλάδα . . . . . . . . . . . . . . . . . . Το σύνταγμα της Τροιζήνος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Η στάση της 3ης Σεπτεμβρίου και η οικονομική κρίση Η Εθνοσυνέλευση του 1843 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . .
138
ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΣΤΟΝ ΙΠΠΟΔΡΟΜΟ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
179
Κυβέρνηση εκ του χάους . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Ενώπιον του σουλτάνου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Οι αντιδράσεις στην Αθήνα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
182
ΤΟ ΚΟΜΙΤΑΤΟ ΑΝΤΕΠΙΤΙΘΕΤΑΙ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
187
Η άλωση του Γιλντίζ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Εκθρόνιση και εξορία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Οι αντιδράσεις στη Θεσσαλονίκη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
191
Ο ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΣ ΣΟΥΛΤΑΝΟΣ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
197
Απόπειρα δολοφονίας . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Ο Αμπντούλ Χαμίτ και οι Θεσσαλονικείς . . . . . . . . . . . . . . . . . .
199
ΕΝΑΣ ΔΑΙΜΟΝΙΚΟΣ ΣΟΥΛΤΑΝΟΣ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
203
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ . . . . . . . . . . . . . . .
Ο «Μεγάλος Ασθενής» . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Ο Κριμαϊκός Πόλεμος και η Ελλάς . . . . . . . . . . . . . . Γαλλική κατοχή . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Ο ΝΙΚΗΤΗΣ ΣΟΥΛΤΑΝΟΣ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Συνέπειες του Τανζιματίου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . .
140 141 144 149 153 155 159 163 165 166 169
ΑΜΠΝΤΟΥΛ ΧΑΜΙΤ, Ο ΔΑΙΜΟΝΙΚΟΣ
Μιδάτ, ο μέγας συνωμότης Σφαγές στα Βαλκάνια . . . . Αυτοκτονία ή δολοφονία . Σουλτάνος για τρεις μήνες .
. . . .
. . . .
. . . .
. . . .
. . . .
. . . .
. . . .
. . . .
. . . .
. . . .
. . . .
. . . . ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ . Η αυτοκρατορία σε αποσύνθεση . . . . . . . . Δύο Φαναριώτες στο Βερολίνο . . . . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
. . . . . . .
184 185
192 196
200 204 206 209 210 214 219 220
ΚΩΣΤΑΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
10 ~
Η Ελλάς και το συνέδριο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Η Εθνική Εταιρεία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
223
ΟΙ ΝΕΟΤΟΥΡΚΟΙ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
230
Συνέργειες Ελλήνων και Νεοτούρκων . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Έλληνας πρίγκηπας στο Γιλντίζ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Η αναβίωση του χαλιφάτου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
234
226
238 241
ΜΕΧΜΕΤ Ε΄, Ο «ΠΑΤΕΡΟΥΛΗΣ» ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΟΥ ΚΟΜΙΤΑΤΟΥ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
251
Εν πλω προς τη Θεσσαλονίκη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Η άφιξη στη Θεσσαλονίκη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Στην ενδοχώρα της Βαλκανικής . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
253
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
269
255 261
ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Το ανάγνωσμα που ακολουθεί δεν συνιστά σε καμία περίπτωση ιστορική πραγματεία μιας οποιασδήποτε μορφής, παρά το γεγονός ότι όλα τα στοιχεία αντλήθηκαν από γραπτές πηγές, δίχως καμία «δημιουργική» παρέμβαση. Πρόκειται επί της ουσίας για μια περιδιάβαση στην οθωμανική περίοδο –συστατικό μέρος της οποίας υπήρξε και το έθνος των Ελλήνων– σε πέντε ξεχωριστά βιβλία, που συστεγάζονται απλώς σε έναν τόμο. Για λόγους οικονομίας, η αφήγηση αναπτύσσεται γύρω από δύο σταθερές – τη Θεσσαλονίκη και πέντε σουλτάνους, που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο συνδέθηκαν με τη συγκεκριμένη πόλη. Όλα αυτά βεβαίως με μια διαχείριση του θέματος μάλλον αφηγηματική και όχι γραμμικώς ιστορική. Η ενασχόληση με την Ανατολή ούτως ή άλλως προϋποθέτει εκφορά εν μέρει ανορθολογική. Εάν υπάρχει κάποιος σύνδεσμος εσώτερος, αυτός δεν είναι άλλος από την άμεση ή λανθάνουσα εμπλοκή των Ελλήνων –μιας από τις συνιστώσες της αυτοκρατορίας– με τον εκάστοτε Οθωμανό μονάρχη. Εάν υποκρύπτεται κάποια ιδεολογική συνεκδοχή, αυτή δεν είναι άλλη από την άρνηση να αποδοθεί η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατ’ αποκλειστικότητα στους Τούρκους. Πολλά υπήρξαν, τέλος, τα παράλληλα και τα ασύμβατα ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και στο Ελληνικό Βασίλειο όταν επιχειρήθηκε, συχνά και όχι επιτυχώς, η ανάπλαση της Ανατολής κατά τα πρότυπα της Δύσεως. Κ ΩΣΤΑΣ Ι ΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
Μ Ο Υ Ρ Α Τ Β´ , Ο ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Προέλαση προς τη Δύση Μοιραίον έτος 1354 μ.Χ. Προχωρημένη νύχτα, στην Κύζικο, στην ασιατική ακτή της Προποντίδος. Ο Σουλεημάν πασάς, πρωτότοκος γιος του σουλτάνου Ορχάν, γαμβρού του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνού, ρεμβάζει στο ακρογιάλι. Βλέπει την ημισέληνο, το έμβλημα της φυλής του, να ανατέλλει εμπρός του και να ενώνει τις δύο ηπείρους, Ευρώπη και Ασία, με μια ασημένια αλυσίδα φωτός, ενώ παλάτια και τεμένη ιερά αναδύονται από την άβυσσο. Φωνές μυστηριώδεις σμίγουν με τον ήχο της θάλασσας, γεννώντας στην καρδιά του τον πόθο μιας αποστολής που του υπαγορεύει η μοίρα. Συνοδευόμενος μόνον από τριάντα εννέα επίλεκτους πολεμιστές, ο Σουλεημάν πασάς διαπλέει την ίδια νύχτα την Προποντίδα με μια γενοβέζικη σχεδία και μέσα σε λίγες ώρες καταλαμβάνει το επάκτιο φρούριο της Τζύμπης, ή Τσιμένι, σε μικρή απόσταση στα βόρεια της Καλλίπολης. Έτσι αναφέρονται σε γενικές γραμμές οι Οθωμανοί χρονογράφοι στην είσοδο των Τούρκων στην Ευρώπη. Είχαν βεβαίως προηγηθεί και άλλες επιδρομές των τουρκικών φύλων στη Θράκη, αλλά οι εισβολείς επέστρεφαν πάντοτε στην Ασία, αφού προηγουμένως είχαν εξασφαλίσει λάφυρα. Τη φορά όμως αυτή οι Οθωμανοί πέρασαν στην Ευρώπη για να μείνουν. Το σχέδιο του σουλτάνου Ορχάν για την κατάληψη των λειψάνων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας έμπαινε σε εφαρμογή. Το 1354 είναι μια χρονολογία με ιδιαίτερη βαρύτητα. ***
16 ~
ΚΩΣΤΑΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
Βυθισμένη στην παρακμή και σπαρασσόμενη από εμφύλια διαμάχη, η ελληνική αυτοκρατορία δεν διενοήθη καν, ούτε μπορούσε πρακτικώς, να οργανώσει πολεμική επιχείρηση για την εκδίωξη των Τούρκων. Ο Ιωάννης Καντακουζηνός, τότε αντιβασιλεύς και αργότερα αυτοκράτωρ, πιεζόμενος από τον αντίπαλό του Παλαιολόγο, αντί να προσπαθήσει να εκβάλει τους Οθωμανούς από τη Θράκη ή να διαμαρτυρηθεί για την κατάληψη του επάκτιου φρουρίου, αναγκάσθηκε να ζητήσει τη βοήθεια του γαμβρού του σουλτάνου Ορχάν για να αντιμετωπίσει τον εσωτερικό του εχθρό. Ο σουλτάνος ανταποκρίθηκε στο αίτημα του πεθερού του και απέστειλε 10.000 ιππείς, υπό τις διαταγές του υιού του Σουλεημάν πασά, που συνέτριψε τους επίκουρους του Παλαιολόγου – Σέρβους και Βουλγάρους. Λίγο αργότερα ο Καντακουζηνός ζήτησε από τους Οθωμανούς να εγκαταλείψουν την Τζύμπη, το προγεφύρωμά τους στην Ευρώπη, με το επιχείρημα ότι το φρούριο είχε καταληφθεί παρασπόνδως. Ήταν μάλιστα πρόθυμος να προσφέρει ως αποζημίωση ποσό 10.000 χρυσών υπερπύρων, που του είχε ήδη ζητηθεί και είχε στείλει με ειδικό ταχυδρομείο. Τη στιγμή όμως που οι Τούρκοι άρχισαν να δείχνουν πως αποδέχονται την πρόταση, και πριν ακόμη καταβληθούν τα λύτρα, συνέβη ένας τρομακτικός σεισμός που συνεκλόνισε όλη τη Θράκη και είχε ως συνέπεια να καταρρεύσουν τα τείχη πολλών οχυρωμένων πόλεων. Σε μια εποχή εντόνου θρησκευτικού αισθήματος, δεν είναι παράδοξο ότι οι Έλληνες αντιμετώπισαν τον σεισμό ως θεία δίκη και οι Οθωμανοί, αντίθετα, ως θείο σήμα, ενθαρρυντικό των επεκτατικών σχεδίων τους. Θεώρησαν ότι ο Θεός διανοίγει τον δρόμο για την κατάκτηση της Γης της Επαγγελίας. Δύο αξιωματικοί του Σουλεημάν πασά, ο Αντζέ μπέης και ο Γκας Φαζίλ, κατέλαβαν την Καλλίπολη σκαρφαλώνοντας πάνω από τα τείχη που είχαν καταρρεύσει από τον σεισμό, δίχως να αντιμετωπίσουν καμία αντίσταση από τους πανικόβλητους κατοίκους της, θα σημειώσει ο Καντακουζηνός. Οι Τούρκοι χρονογράφοι υποστηρίζουν ότι η Καλλίπολη είχε κατακτηθεί πριν από τον σεισμό, μετά από μάταιη προσπάθεια αντιστάσεως. Σημειώνουν μάλιστα ότι ο αρχηγός των αυτοκρατορι-
ΜΟΥΡΑΤ Β΄, Ο ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ
~ 17
κών δυνάμεων, κάποιος ονομαζόμενος Καλόπουλος, παρέδωσε την πόλη υπό τον όρο ότι θα του επιτραπεί να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη. Όπως και αν έχουν τα πράγματα, το όνομα του Αντζέ δόθηκε στην έκταση γύρω από την πόλη και οι τάφοι των δύο Οθωμανών αξιωματικών βρίσκονται στην Καλλίπολη. Τούρκοι προσκυνητές τούς επισκέπτονται, τιμώντας τους δύο στρατιωτικούς που κατέκτησαν αυτό το ισχυρό φρούριο στη δυτική ακτή της Προποντίδος, εξασφαλίζοντας στους Οθωμανούς μια βάση για τις πολεμικές τους εξορμήσεις στην Ευρώπη.
Όταν ο Σουλεημάν πασάς πληροφορήθηκε ότι τα στρατεύματά του κατέλαβαν την Καλλίπολη, αρνήθηκε να παραδώσει την Τζύμπη. Οχύρωσε την πόλη και έθεσε σε εφαρμογή σχέδιο ανταλλαγής πληθυσμών –το πρώτο στην ευρωπαϊκή ιστορία– μεταξύ Ελλήνων και μουσουλμάνων. Μετέφερε από την Ασία στην Ευρώπη Τούρκους και Άραβες και τους εγκαθιστούσε στις περιοχές που είχαν ερημωθεί, ενώ αντιστοίχως έστελνε στην Ασία όλες τις οικογένειες της ελληνικής αριστοκρατίας. Ο Καντακουζηνός παρακολουθούσε τις εξελίξεις και, αντί να οργανώσει κάποια στρατιωτική επιχείρηση για να ανακτήσει τις περιοχές που είχαν καταλάβει οι Οθωμανοί στη Θράκη, διαπραγματευόταν με τον σουλτάνο Ορχάν την εκκένωση της περιοχής από τις τουρκικές δυνάμεις. Στις διαμαρτυρίες του Βυζαντινού αυτοκράτορα, ο Ορχάν αντέτεινε ότι ο γιος του Σουλεημάν πασάς δεν κατέκτησε τις ελληνικές πόλεις με τα όπλα, αλλά χάρη στη θέληση του Θεού, που εκδηλώθηκε με τον σεισμό. Ο αυτοκράτορας απάντησε ότι το θέμα δεν ήταν με ποιον τρόπο οι Τούρκοι κατέλαβαν τις πόλεις, αλλά εάν είχαν δικαίωμα να τις διατηρούν στην κυριότητά τους. Ο Ορχάν ζήτησε χρόνο να σκεφθεί. Ο Καντακουζηνός αύξησε το ποσό της προσφοράς για την εκκένωση της Θράκης σε 40.000 χρυσά υπέρπυρα, και μάλιστα κάποια στιγμή ορίσθηκε και ο τόπος συναντήσεως. Ο αυτοκράτορας κατέπλευσε στο προσδιορισθέν ση-
18 ~
ΚΩΣΤΑΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
μείο, κοντά στη Νικομήδεια, αλλά ο Ορχάν, προφασισθείς ασθένεια, δεν εμφανίσθηκε – ούτε και ο γιος του Σουλεημάν πασάς. Η εγκατάσταση των Τούρκων στην Ευρώπη είχε συντελεσθεί. Έναν χρόνο αργότερα, το 1355, ο Καντακουζηνός εκάρη μοναχός. Ο Σουλεημάν πασάς, που οδήγησε τους Τούρκους από την Ασία στην Ευρώπη, δεν επέπρωτο να βασιλεύσει. Πέθανε πριν από τον πατέρα του Ορχάν. Έπεσε από το άλογό του και σκοτώθηκε στη διάρκεια ενός κυνηγιού με γεράκι – του αγαπημένου σπορ των Τούρκων. Με διαταγή του σουλτάνου, δεν τάφηκε στην Προύσα, στην πόλη που το 1326 είχε ανακηρύξει ο Ορχάν πρωτεύουσα του πριγκηπάτου του, αλλά στις ακτές της Προποντίδος, όπου είχε οδηγήσει τα οθωμανικά στρατεύματα.
Το ξεκίνημα Όλα ξεκίνησαν με μια ρέμβη του Σουλεημάν στην ασιατική ακτή της Προποντίδος. Αλλά το όνειρο, η ρέμβη και ο μύθος περιέβαλλαν, από τη στιγμή της εμφανίσεώς της, εκείνη τη μικρή νομαδική φυλή Τουρκμάνων, τους Ογούζ (Oğuz), μόλις τετρακοσίων οικογενειών, που, ξεκινώντας από τις πηγές του Ευφράτη, κινούνταν δυτικά στην πεδιάδα, περίπου έναν αιώνα πριν διαπλεύσει ο Σουλεημάν τη θαλάσσια λωρίδα που χωρίζει τις ασιατικές ακτές από την Ευρώπη. Το όνομα του ηγέτη της νομάδος ήταν Ερτογρούλ (Ertuğrul), «ο άνδρας με τη δίκαιη καρδιά», και τον πλαισίωναν 444 ιππείς. Καθώς διέσχιζαν τις στέπες και τις πεδιάδες της Μικράς Ασίας, έπεσαν πάνω σε μια μάχη όπου δύο αντίπαλες, πλην όμως άνισες ως προς τη δύναμη, ομάδες πολεμιστών συγκρούονταν πεισματικά. Ο Ερτογρούλ, δίχως καν να σκεφθεί, δίχως να έχει ιδέα ποιοι ήταν οι αντίπαλοι, έσπευσε στο πλευρό του αδυνάτου και η παρέμβασή του έκρινε την έκβαση της μάχης. Ο αδύναμος ήταν ο Σελτζούκος σουλτάνος Αλαεδδίν Κεϊκουμπάτ (Alâeddin Keykubad), που βασίλευε στο Ικόνιο, με τη μεγαλοπρέπεια μιας άλλης εποχής. Ως έκφραση ευγνωμοσύνης για τη βοήθεια που του παρείχε, πρό-
ΜΟΥΡΑΤ Β΄, Ο ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ
~ 19
σφερε στον Ερτογρούλ ένα πριγκηπάτο κοντά στα σύνορα της Βιθυνίας, της επαρχίας των Βυζαντινών αυτοκρατόρων. Διάδοχος του Ερτογρούλ ήταν ο Οσμάν, που εθαύμαζαν οι Ανατολίτες χρονογράφοι για την ομορφιά του και «το θαυμαστό μέγεθος, καθώς και τη δύναμη των χεριών του». Το όνομα Οσμάν σήμαινε «οστεοθραύστης», τόσο μεγάλη ήταν η δύναμή του. Τα χέρια του τόσο μακριά, που όταν στεκόταν όρθιος μπορούσε με τις παλάμες να πιάσει τα γόνατά του. Τα κατάμαυρα μαλλιά, γένια και φρύδια του του χάρισαν στα νιάτα του τον τίτλο του «Καρά», που κυριολεκτικώς σημαίνει «μαύρος» και είναι στην Ανατολή τίτλος δηλωτικός του κάλλους για τους άνδρες στον υψηλότατο βαθμό. Ο θρύλος λέει ακόμη πως, όταν ο Οσμάν ήταν πολύ νέος, είχε εγκατασταθεί στο Ιτμπουρουνί, ένα χωριό κοντά στο Εσκισεχίρ. Ο Εντέμπαλη (Edebali), ένας σεΐχης ξακουστός για την ευσέβεια και τη σοφία του, ζούσε εκεί επίσης. Ο Οσμάν τον επισκέπτονταν συχνά, και κάποιο σούρουπο τυχαία είδε την κόρη του σεΐχη, την όμορφη Μαλχούν Χατούν (Malhun Hatun), που το όνομά της σημαίνει «γυναικείος θησαυρός». Ο Οσμάν εξομολογήθηκε τον έρωτά του στον σεΐχη, αλλά ο γέροντας του απάντησε ότι η κοινωνική ανισότητα –ο Οσμάν ήταν ακόμη γιος ενός απλού εμίρη– καθιστούσε τον γάμο πράξη μη συνετή και αρνήθηκε να του δώσει την κόρη του. Μια νύχτα, όταν ο Οσμάν αναπαυόταν στο σπίτι του σεΐχη –αφού ακόμη και μετά την απόρριψη του μνηστήρα ο γέροντας δεν ήταν δυνατόν να του αρνηθεί φιλοξενία–, ο νεαρός πρίγκηπας, μετά από μακρά και μελαγχολική ονειροπόληση και ρέμβη γύρω από το αντικείμενο του έρωτά του, αφέθηκε να βυθισθεί σε μια γλυκιά μελαγχολία, που σύμφωνα με τους Άραβες είναι το κλειδί κάθε ευτυχίας. Σε αυτή την κατάσταση κοιμήθηκε και ονειρεύθηκε. Είδε πως αναπαύονταν δίπλα στον οικοδεσπότη του. Από το στήθος του Εντέμπαλη υψώθηκε μια πανσέληνος (σύμβολο της όμορφης Μαλχούν Χατούν) και, γέρνοντας προς την πλευρά του Οσμάν, βυθίστηκε στο στήθος του και χάθηκε από τη θέα. Από το σημείο αυτό στο στήθος του φύτρωσε ένα δένδρο θαυμαστό, που όσο μεγάλωνε γινόταν πιο όμορφο και δυνατό· και όλο μεγάλωνε, και όλο μεγάλωνε. Τα φύλλα του και τα κλαδιά του έριχναν μια με-
20 ~
ΚΩΣΤΑΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
γάλη και ακόμη μεγαλύτερη σκιά, έως ότου έφτασαν στα πέρατα του ορίζοντα. Κάτω από το δένδρο υψώνονταν τέσσερα βουνά, ο Καύκασος, ο Άτλας, ο Ταύρος και ο Αίμος. Τα βουνά αυτά ήταν οι τέσσερις στύλοι και έμοιαζε να κρατούν τον θόλο των φυλλωμάτων του ιερού δένδρου που σκέπαζε τη γη. Από τις ρίζες του δένδρου ανάβλυζαν τέσσερα ποτάμια, ο Τίγρης, ο Ευφράτης, ο Δούναβης και ο Νείλος. Μεγάλα καράβια και αμέτρητες βάρκες έπλεαν στα νερά. Τα χωράφια ήταν φορτωμένα με σοδειές. Οι πλαγιές των βουνών ήσαν σκεπασμένες με δάση. Από αυτές ανάβλυζαν πηγές και ρυάκια, που έτρεχαν κελαρυστά ανάμεσα σε πυκνά κυπαρίσσια και τριαντάφυλλα. Στην πεδιάδα διακρίνονταν φωτεινές, μεγαλοπρεπείς πόλεις με θόλους, με πυραμίδες και οβελίσκους, με μιναρέδες και πύργους. Πάνω τους έλαμπε η ημισέληνος. Από τους μιναρέδες ηχούσε το κάλεσμα του μουεζίνη για προσευχή. Η φωνή του μουεζίνη έμπλεκε με το γλυκό κελάηδισμα χιλίων αηδονιών και τις φωνές αμέτρητων παπαγάλων κάθε λογής. Κάθε είδος πουλιού που κελαηδεί ήταν εκεί. Όλο εκείνο το πλήθος των πτερωτών πετούσε κάτω από τη ζωντανή αυτή σκεπή που σχηματίζαν οι κλώνοι οι μπλεγμένοι του δένδρου, που πλέον κάλυπτε τα πάντα. Και κάθε φύλλο αυτού του δένδρου είχε το σχήμα ενός γιαταγανιού. Έξαφνα άνεμος σφοδρός έστρεψε την άκρη των φύλλων που ήσαν και σπαθιά σε διάφορες πόλεις του κόσμου, και ειδικότερα προς την Κωνσταντινούπολη. Η πόλη, χτισμένη στη συμβολή δύο θαλασσών και ηπείρων, φάνταζε σαν διαμάντι ανάμεσα σε δύο ζαφείρια και σε δύο σμαράγδια, σχηματίζοντας το πιο πολύτιμο πετράδι στο δακτυλίδι της οικουμενικής αυτοκρατορίας. Ο Οσμάν ξύπνησε όταν φαντάζονταν πως ήταν έτοιμος να βάλει το δακτυλίδι αυτό στο δάχτυλό του. Διηγήθηκε το όνειρό του ο νεαρός πρίγκηπας στον Εντέμπαλη, και αυτός διέκρινε πια καθαρά την τιμή, τη δύναμη, τη δόξα και τη φήμη που προορίζονταν για τον Οσμάν και τη Μαλχούν Χατούν και έπαψε να είναι αντίθετος στον γάμο τους. Με αυτό τον τρόπο ο Edward S. Creasy περιγράφει το όνειρο του Οσμάν, στο οποίο οι Οθωμανοί συγγραφείς προσέδιδαν πάντα ιδιαίτερη σημασία.
ΜΟΥΡΑΤ Β΄, Ο ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ
~ 21
Η άλλη όψη Δεν ήταν όλα βέβαια ρομαντικά, ιπποτικά και ποιητικά με τον Οσμάν· τον χαρακτήριζε επίσης η άτεγκτη σκληρότητα, το θηριώδες που συγκροτεί τη σκοτεινή, απάνθρωπη πλευρά των μελών της οθωμανικής δυναστείας. Οι Τούρκοι συγγραφείς αναφέρουν πως, όταν ο Οσμάν ανακήρυξε την ανεξαρτησία του μικρού ακόμη πριγκηπάτου, το 1299, συγκάλεσε σε συμβούλιο τους κυριότερους συνεργάτες του και τους ανακοίνωσε την απόφασή του να επιτεθεί εναντίον του διοικητή ενός σημαντικού φρουρίου των Ελλήνων στο Κιοπρουχισάρ. Ο θείος του ο Ντουντάρ (Dündar), που μαζί με τον αδελφό του Ερτογρούλ είχαν ξεκινήσει από τις πηγές του Ευφράτη την πορεία τους προς τη Δύση, διαφώνησε· αναφέρθηκε με λεπτομέρειες στους κινδύνους που μπορεί να δημιουργούσε η φιλόδοξη εδαφική επέκταση του πριγκηπάτου, καθώς φρονούσε ότι ήταν δυνατόν να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις των γειτονικών πριγκήπων, Τούρκων και Ελλήνων. Έξαλλος με την ψυχρή λογική του θείου του και φοβούμενος προφανώς ότι μπορούσε να επηρεασθεί και το υπόλοιπο συμβούλιο, ο Οσμάν, δίχως να πει λέξη, έβγαλε ένα βέλος από τη φαρέτρα, πήρε το τόξο και σκότωσε επιτόπου τον Ντουντάρ. Μετά από αυτό το περιστατικό επετέθη στο κάστρο, το κατέλαβε και εκπόρθησε και άλλα κάστρα, και το 1326, όταν βρισκόταν στο κρεβάτι του θανάτου, τα οθωμανικά στρατεύματά του κατέλαβαν την Προύσα. Το λάβαρο και το σπαθί του Οσμάν φυλάσσονται και σήμερα στο Τοπ Καπί, και επί αιώνες κάθε νέος σουλτάνος εζώνετο το ξίφος του Οσμάν – μια τελετή που ισοδυναμούσε με τη στέψη των βασιλέων στη Δύση. Στη λαϊκή προσευχή των μουσουλμάνων έμεινε η επίκληση: «Ας είναι τόσο καλός όσο και ο Οσμάν». Ο Οσμάν, ή Οθωμάν, θεωρείται ο πρώτος σουλτάνος της οθωμανικής δυναστείας, αν και ο ίδιος αλλά και αρκετοί διάδοχοί του στη συνέχεια είχαν απλώς τον τίτλο του εμίρη. Ο τίτλος του σουλτάνου ανήκε ακόμη στους Σελτζούκους.
22 ~
ΚΩΣΤΑΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
Έλληνες συνεργάτες του Οσμάν Στη Βιθυνία του Βυζαντίου την εποχή εκείνη είχε συντελεσθεί μια ώσμωση ανορθόδοξη – μια συμμαχία ανίερη. «Από το 1316, χριστιανοί άρχοντες της περιοχής αυτής έπρεπε να αντιμετωπίσουν το ακάθεκτο οθωμανικό μεγαθήριο και αποφάσισαν να συνεργασθούν μαζί του παρά να αντιπαρατεθούν με αυτό», επισημαίνει ο Heath W. Lowry (Η φύση του πρώιμου οθωμανικού κράτους). Ένας παλαιότερος χρονικογράφος, των μέσων του 16ου αιώνα, ο Θεόδωρος Σπανδουγίνος, στο έργο του Περί της καταγωγής των Οθωμανών ηγεμόνων αναφέρεται σε δύο χριστιανούς πολέμαρχους –κατά ορισμένους Έλληνες–, τον Κιοσέ Μιχάλ και τον Εβρενός, που συνασπίσθηκαν με δύο Τούρκους μουσουλμάνους, τον Τουραχάν και τον Οσμάν, και εξέλεξαν τον Οσμάν ως αρχηγό τους. Εάν αυτό αληθεύει, θα επισημάνει ο Lowry, τότε το οθωμανικό κράτος είχε συνιδρυθεί από τον Οσμάν και δύο χριστιανούς –ή πρώην χριστιανούς– πολεμιστές που ένωσαν τις δυνάμεις τους για την επίτευξη ενός διπλού στόχου: τη λεηλασία των περιουσιών και την εξασφάλιση δούλων από διάφορες περιοχές που ιστορικώς ανήκαν στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Όσο για την εκλογή του Οσμάν ως αρχηγού της ιδιότυπης αυτής «ληστρικής συμμορίας», ο Lowry παρατηρεί ότι μπορεί να έγινε απλώς διότι «ήταν ο μόνος από τους συνιδρυτές με ικανότητα να στρατολογεί νέο έμψυχο δυναμικό –με άλλα λόγια Τούρκους– στην πολεμική ζώνη της μεθορίου της βορειοδυτικής Ανατολίας». Τέλος, ο ίδιος ιστορικός ερευνητής προσθέτει ότι «δεν φαίνεται να είναι συμπτωματικό το γεγονός ότι τόσο ο Κιοσέ Μιχάλ όσο και ο Εβρενός και οι απόγονοί τους έγιναν οι κληρονομικοί διοικητές των ακιντζήδων στα Βαλκάνια, των ειδικών σωμάτων του οθωμανικού ελαφρού ιππικού που αποστολή και στόχος του ήταν να πλιατσικολογεί και όχι να προσηλυτίζει τον εχθρό». Ο ελληνικής καταγωγής, πρώην χριστιανός και στη συνέχεια εξισλαμισθείς Εβρενός ήταν ένας από τους τριάντα εννέα πολεμιστές που, υπό τον Σουλεημάν πασά, ξεκίνησαν από την ασιατική ακτή για να αποβιβασθούν στην Ευρώπη και να δημιουργήσουν το πρώτο προγεφύρωμα στην Τζύμπη. Έ-
ΜΟΥΡΑΤ Β΄, Ο ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ
~ 23
ζησε πάνω από εκατό χρόνια, υπηρέτησε τέσσερις σουλτάνους και αμείφθηκε πλουσιοπάροχα με τεράστιες εκτάσεις στη Μακεδονία και στη σημερινή Βουλγαρία. Πέθανε στα Γενιτσά, και ένας απευθείας απόγονός του έγινε ευμενέστατα δεκτός από τον τελευταίο σουλτάνο που επισκέφθηκε τη Θεσσαλονίκη το 1911.
Ιππότης του Ισλάμ Γαζής, «πολεμιστής» του Ισλάμ, είναι το μουσουλμανικό αντίστοιχο του χριστιανού ιππότη του ευρωπαϊκού Μεσαίωνα. Ο Οθωμανός ποιητής Αχμεντί (Ahmedî), περί το 1402, προσδιορίζει τον γαζή «ως όργανο της θρησκείας του Θεού, ως υπηρέτη του Θεού, που καθαρίζει τη γη από την κόπρο του πολυθεϊσμού». Ο τίτλος –αν και ανεπίσημος– χρησιμοποιήθηκε ανελλιπώς από τους πρώτους εννέα σουλτάνους της δυναστείας του Οσμάν. Δόθηκε επίσης και στους συνιδρυτές της «ληστρικής συμμορίας», στον Εβρενός και στον Κιοσέ Μιχάλ, και ήταν τόσο συνδεδεμένος με την αντίληψη ανώτατης αποστολής και μεγαλείου, ώστε τον οικειοποιήθηκε και ο Μουσταφά Κεμάλ, που επί της ουσίας κατέλυσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τον τίτλο του γαζή έφερε φυσικά και ο πρωτότοκος γιος του Οσμάν, ο Ορχάν. Σε μια επιγραφή του 1337, αναφερόμενη στην ανέγερση του μουσουλμανικού τεμένους στην Προύσα, ο Ορχάν περιγράφει τον εαυτό του ως «σουλτάνο, γιο του σουλτάνου των γαζήδων, γαζή, γιο του γαζή, άρχοντα των συνόρων του ορίζοντα». Ο Ορχάν υπήρξε αναμφισβήτητα μέγας γαζής. Επικεφαλής δυνάμεως ελαφρού ιππικού και άλλων γαζήδων διοικητών, άρχισε τις κατακτήσεις βυζαντινών περιοχών με την κατάληψη των Μουδανιών, στη θάλασσα του Μαρμαρά, το 1321. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1329, αντιπαρατάχθηκε με τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Ανδρόνικο Γ΄ Παλαιολόγο στην περιοχή του Πελεκάνου, στη σημερινή Ντάριτζα, όπου κατήγαγε νίκη συντριπτική. Έκτοτε οι Βυζαντινοί δεν επεχείρησαν να αντιμετωπίσουν τους Οθωμανούς σε ανοικτό πεδίο μάχης.
24 ~
ΚΩΣΤΑΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
Την περίοδο αυτή η Βυζαντινή Αυτοκρατορία είχε έκταση περίπου δεκαπλάσια του οσμανικού πριγκηπάτου και μπορούσε να συγκροτήσει στρατό ασυγκρίτως μεγαλύτερο από του Ορχάν. Παράλληλα ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος μπορούσε να έχει ναυτική δύναμη υπεραρκούσα για να εμποδίσει τον διάπλου των Οσμανλήδων στην Ευρώπη. Το βυζαντινό κράτος διέθετε ακόμη πόρους ικανούς, αλλά για να επωφεληθεί από αυτούς θα έπρεπε ο Ανδρόνικος να βρίσκεται σε διαρκή ειρήνη με τους Βούλγαρους, τους Σέρβους και τους Φράγκους. Θα έπρεπε να στρέψει εναντίον των Οσμανλήδων τους Τούρκους δυνάστες του Καραμάν και των άλλων περιοχών της Ασίας. Δεν πέτυχε κανέναν από αυτούς τους στόχους· δεν το επεχείρησε καν – συχνά έπραξε το αντίθετο. Η αντίληψη ότι οι Τούρκοι ήσαν ο βασικός αντίπαλος της αυτοκρατορίας, ή ακόμη ειδικότερα του έθνους των Ρωμαίων –ή Ελλήνων μεταγενέστερα–, διαμορφώθηκε σταδιακώς και αργότερα. Δεν είναι συνεπώς παράδοξο ότι ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Γ΄ ενεπλάκη στο πλευρό των Βουλγάρων εναντίον των Σέρβων, ότι συμμάχησε με τους μικρότερους ηγεμόνες των τουρκμανικών εμιράτων των παραλίων Σαρουχάν στη Λυδία και Αϊδινίου στην Ιωνία, δίχως να κατορθώσει να τους προσεταιρισθεί. Και επειδή η υγεία του Ανδρονίκου ήταν επισφαλής, τα παιδιά του ανήλικα και παντοδύναμος ο Ιωάννης Καντακουζηνός, πολλές υπήρξαν οι εναντίον του συνωμοσίες.
Την εποχή εκείνη τρεις ήταν οι δυνάμεις που μάχονταν για την κυριαρχία στην Ανατολή – σε μια περιοχή με έκδηλα τα σημεία αποσυνθέσεως: οι Βυζαντινοί, οι Τουρκμάνοι και οι Φράγκοι. Από την αναμέτρηση αυτή νικητές ανεδείχθησαν οι Οσμανλήδες, που δεν κατίσχυσαν απλώς επί των αρχόντων του Βυζαντίου και των Φράγκων, αλλά και επί των ομοθρήκων τους τουρκμανικών φύλων. Το εντυπωσιακό ήταν ότι η νίκη αυτή δεν αποδείχθηκε εφήμερη. Το κράτος που ίδρυσαν οι Οσμανλήδες διατηρήθηκε περίπου εξακόσια χρόνια, διάστημα χρονικό πολύ μεγαλύτερο από οποιαδήποτε αυτοκρατορία στην Ευρώπη. Ενδιαφέρον είναι επίσης ότι
ΜΟΥΡΑΤ Β΄, Ο ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ
~ 25
οι βάσεις της αυτοκρατορίας ετέθησαν όχι μόνον διά των επεκτατικών πολέμων –που ασφαλώς υπήρξαν και ήσαν επιτυχείς–, αλλά και διά της οργανώσεως μιας νομαδικής φυλής σε σύστημα πολιτικής και στρατιωτικής διοικήσεως. Το επίτευγμα αυτό ανήκει στον δεύτερο σουλτάνο της δυναστείας, τον Ορχάν.
Ένα κράτος γεννιέται Σε αντίθεση με τη μετέπειτα παράδοση που ίσχυσε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και νομιμοποιούσε τον στραγγαλισμό ή τη θανάτωση με όποιον άλλο τρόπο των αδελφών του κάθε νέου σουλτάνου, όταν ο Ορχάν διαδέχθηκε στην εξουσία τον πατέρα του, θέλησε να μοιρασθεί την πατρική του κληρονομιά με τον αδελφό του Αλαεδδίν. Σεβόμενος την επιθυμία του πατέρα του, που είχε αναγνωρίσει τον Ορχάν ως μόνον διάδοχο και κληρονόμο, ο Αλαεδδίν αρνήθηκε την προσφορά του αδελφού του, όπως αρνήθηκε επίσης να δεχθεί τα μισά πρόβατα, βοοειδή και άλογα που του προσέφερε ο Ορχάν, ο οποίος τελικά του πρότεινε να γίνει ο ποιμένας των λαών του κράτους που είχε δημιουργήσει ο πατέρας τους. Ο Αλαεδδίν δέχθηκε να μοιρασθεί με τον αδελφό του τις κυβερνητικές ευθύνες και έγινε ο πρώτος βεζύρης της δυναστείας των Οσμανλήδων. Η λέξη «βεζύρης» είναι περσική και στην κυριολεξία σημαίνει «αχθοφόρος». Ο δεύτερος τίτλος που καθιέρωσε ο Ορχάν ήταν του πασά. Η λέξη «πασάς» είναι επίσης περσική και σημαίνει το πόδι του βασιλέως, ακολουθώντας με τον τρόπο αυτό την αρχαία παράδοση της Ανατολής, κατά την οποία οι ύπατοι λειτουργοί του κράτους καλούνται πόδια, χέρια, μάτια και αυτιά του βασιλέως. Ο τίτλος του πασά αποδόθηκε αρχικώς στον Αλαεδδίν, έπειτα στον Σουλεημάν, τον πρωτότοκο γιο του Ορχάν, και ταυτοχρόνως σε τρεις περιώνυμους λογίους, τον Μουχλίς πασά, τον Αασσίκ πασά και τον Σινάν πασά. Με την ανάληψη των καθηκόντων του ως πρώτου βεζύρη των Οσμανλήδων, ο Αλαεδδίν ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα:
26 ~
ΚΩΣΤΑΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
• Έκοψε νέα νομίσματα που έφεραν το όνομα του Ορχάν, ενώ έως τότε έφεραν τη σφραγίδα των Σελτζούκων σουλτάνων. • Καθόρισε τις στολές των πολιτικών και στρατιωτικών αξιωματούχων, και ιδίως το κάλυμμα της κεφαλής, ώστε να διακρίνονται σαφώς οι Οσμανλήδες από τους υπόλοιπους Τουρκμάνους και από τους χριστιανούς. • Ασχολήθηκε με τη συγκρότηση μονίμου –τακτικού– στρατού, τον οποίο διαχώρισε σε τακτικό στρατό, τους γιαγιά ή πιαδέ (πεζοπόρους), και σε πεζικό ατάκτων, τους αζάπ (ευζώνους). Διαχώρισε επίσης το τακτικό ιππικό, τους σιπαχί (ιππείς), από το ιππικό των ατάκτων ακιντζί (δρομείς).
Οι γενίτσαροι Ωστόσο η τομή στον στρατιωτικό τομέα δεν έγινε από τον Αλαεδδίν, αλλά από τον Καρά Χαλίλ Τσεντερελή, τον επιθεωρητή του στρατού την εποχή εκείνη, που δημιούργησε το σώμα των γενιτσάρων (γενί-τσαρί, «νέοι στρατιώτες»). Ήταν ο πρώτος τακτικός στρατός στην Ευρώπη, τρεις αιώνες πριν ο Κρόμγουελ σχηματίσει τακτικό στρατό για να συντρίψει τον εσωτερικό του εχθρό, τον βασιλέα Κάρολο Α΄. Ο στρατός των γενιτσάρων διαλύθηκε μετά από πεντακόσια χρόνια από τον σουλτάνο Μαχμούτ Β΄, όταν η Επανάσταση των Ελλήνων βρισκόταν σε εξέλιξη, και αφού στη διάρκεια των ετών εξέπεσε σε δύναμη υπονομευτική της εξουσίας του σουλτάνου. Ο Καρά Χαλίλ Τσεντερελής υπήρξε ιδιοφυής περί τα στρατιωτικά. Ως επιθεωρητής του στρατού, αντιλήφθηκε ότι η τουρκμανική φυλή, από την οποία συγκροτούνταν η δύναμη των Οσμανλήδων, ήταν απείθαρχη από τη φύση της. Πρότεινε λοιπόν στον σουλτάνο Ορχάν και στον βεζύρη Αλαεδδίν τη δημιουργία σώματος πεζικού, προνομιούχου, που θα το συγκροτούσαν αποκλειστικά εξισλαμισθέντες χριστιανοί νέοι. Η ιδέα δεν ήταν καινοτόμος. Οι Βυζαντινοί είχαν ιδρύσει και αυτοί το σώμα των τουρκοπώλων, που το αποτελούσαν εκχριστιανισθέντες Τούρκοι μισθοφόροι. Τα πρώτα τάγματα τουρκοπώλων
ΜΟΥΡΑΤ Β΄, Ο ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ
~ 27
συγκροτήθηκαν από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α΄ Κομνηνό (10811118) και πήραν μέρος στην εκπόρθηση της Νίκαιας το 1097. Η ύπαρξη ταγμάτων τουρκοπώλων αναφέρεται και επί βασιλείας του Ανδρονίκου Β΄ Παλαιολόγου (1282-1328), αλλά η δράση τους απεδείχθη ολέθρια. Ενώ εξεστράτευαν εναντίον Καταλανών μισθοφόρων, αυτομόλησαν προς αυτούς και λεηλάτησαν τη Θράκη και τη Μακεδονία. Το ίδιο επανέλαβαν και όταν εξεστράτευσαν εναντίον των Αλανών, που είχαν στασιάσει, και τέλος αυτομόλησαν ξανά όταν αντιμετώπισαν τους Τούρκους που επέδραμαν στη Θράκη. Έκτοτε τα σώματα των τουρκοπώλων διαλύθηκαν. Είναι λοιπόν ενδιαφέρον ότι ο Καρά Χαλίλ Τσεντερελής, που γνώριζε ασφαλώς τη δράση και τη συμπεριφορά των τουρκοπώλων επί Ανδρονίκου Β΄ Παλαιολόγου, δεν δίστασε να προχωρήσει στην υιοθέτηση ενός μοντέλου που είχε λειτουργήσει καταστροφικά για τους Βυζαντινούς και τελικώς δημιούργησε –ως απεδείχθη– σώμα μοναδικής αποτελεσματικότητος υπό την ηγεσία των Οσμανλήδων. Ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος επιχειρεί να ερμηνεύσει τη διαφορετική επίδοση των δύο στρατιωτικών σωμάτων, τουρκοπώλων και γενιτσάρων, τονίζοντας την επιθετικότητα που διακρίνει το Ισλάμ. Μια άλλη διαφορά υπήρξε ασφαλώς ότι οι τουρκοπώλοι ήσαν απλώς μισθοφόροι, ενώ οι γενίτσαροι σώμα προνομιούχο και επίλεκτο. Τέλος, η διαφορετική επίδοση των δύο στρατιωτικών σωμάτων συνδέεται ασφαλώς και με το γεγονός ότι οι Οσμανλήδες την εποχή αυτή ήταν μια δύναμη ανερχόμενη εν σχέσει με την παρακμάζουσα Βυζαντινή Αυτοκρατορία των Παλαιολόγων. Όταν αργότερα η Οθωμανική Αυτοκρατορία εισήλθε και αυτή σε φάση παρακμής, η δύναμη του Ισλάμ δεν ήταν αρκετή να δώσει στους γενίτσαρους την αρχική τους ζωτική ορμή. Μαζί με την αυτοκρατορία είχε παρακμάσει και το επίλεκτο αυτό σώμα πολεμιστών. Παρέλκει η αναφορά στη στρατολόγηση των χριστιανοπαίδων σε ηλικία επτά ετών, η σκληρή άσκηση και πειθαρχία, που είναι εξάλλου χαρακτηριστικά στοιχεία κάθε αξιόπιστης στρατιωτικής δυνάμεως. Άξιο αναφοράς είναι ωστόσο ότι, εκ παραλλήλου με την πίστη προς τις αρχές του Ισλάμ, ήταν διαρκής η υπόμνηση ότι οι γε-
28 ~
ΚΩΣΤΑΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
νίτσαροι όφειλαν την ύπαρξή τους στον σουλτάνο, όχι αόριστα και γενικά, αλλά και στη βασικότερη εκδήλωση της καθημερινότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι τα ιεραρχικά σύμβολα του τάγματος και τα αξιώματα των αρχηγών είχαν ως βάση τον κοιτώνα και το μαγειρείο. Ο συνταγματάρχης καλούνταν τζορμπατζής, ή ζωμοδότης· οι μετά από αυτόν ανώτεροι αξιωματικοί ήταν ο ασδζήμπασης, ή αρχιμάγειρος, και ο σακάμπασης, ή υδροφόρος. Τα καζάνια ήταν ιερά σκεύη και η εστία του μαγειρείου, το οτζάκ, απαραβίαστο άσυλο, όπου συγκεντρώνονταν όχι μόνον για να φάνε, αλλά και για να διαβουλευθούν.
Το κράτος που ίδρυσε ο Ορχάν δεν ήταν φυλετικό, αλλά θρησκευτικό, και αυτό αποτελεί μια σημαντική ιδιαιτερότητα. Ο ευφυής αυτός σουλτάνος και οι συνεργάτες του διέγνωσαν ότι οι νεοπροσηλυτιζόμενοι στο Ισλάμ ήταν πολύ πιο ενθουσιώδεις μαχητές από τους κατά παράδοση μουσουλμάνους. Αλλά ο εξισλαμισμός στα πρώτα χρόνια της δυναστείας των Οσμανλήδων είχε διάσταση πρωτίστως πολιτική και στρατιωτική. Οι εξισλαμιζόμενοι χριστιανοί νέοι αποκόπτονταν πλήρως από την οικογένειά τους και από το έθνος στο οποίο ανήκαν, αλλά δεν εντάσσονταν στην κοινωνία των Τούρκων μουσουλμάνων. Η ύπαρξή τους ταυτίζονταν με την απόλυτη υποταγή τους στη θέληση του σουλτάνου, και αυτή η πλήρης υποτέλεια καθόριζε ταυτόχρονα μια σχέση εξόχως προνομιακή. Ως ηγέτης μουσουλμανικής τουρκμανικής φυλής, ο Ορχάν διαμόρφωνε ένα κράτος στη βάση των αρχών του Ισλάμ. Ανήγειρε τεμένη, σχολεία, πτωχοκομεία και ξενοδοχεία στην Προύσα και στη Νίκαια, που είχε κατακτήσει το 1331, και εγκατέστησε σε χριστιανικά μοναστήρια μουσουλμάνους ερημίτες και κοινοβιάτες, τους δερβίσηδες και τους σαντώνους. Εάν όμως συγκροτούσε μηχανισμό διακυβερνήσεως που θα βασίζονταν κατ’ αποκλειστικότητα σε μουσουλμάνους Τούρκους, η φυλετική καθαρότητα θα περιόριζε το κράτος των Οθωμανών σε μια εφήμερη οντότητα, όπως τόσες και τόσες που εμφανίσθηκαν κατά καιρούς και έσβησαν στο χωνευτήρι της Ανατολής.
ΜΟΥΡΑΤ Β΄, Ο ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ
~ 29
Ο Ορχάν ήταν ο σουλτάνος που αντελήφθη εγκαίρως ότι η κυριαρχία του και κυρίως η μακροβιότητα των Οσμανλήδων θα εξασφαλίζονταν όχι μόνον με τη στρατιωτική ισχύ και τις κατακτήσεις, αλλά και με τη νομιμοποίηση της δυναστείας στην οποία ανήκε ως διαδόχου της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, που ακολουθούσε πλέον μια σταθερή πορεία παρακμής.
Ο γάμος του αίσχους ή Η αρχή συνυπάρξεως Το 1346 οι σχέσεις της Άννας της Σαβοΐας με τον Ιωάννη Καντακουζηνό είχαν εκτραχυνθεί, κλονίζοντας συθέμελα την αυτοκρατορία. Είχε όντως ο Καντακουζηνός αδικηθεί από τους Παλαιολόγους, διότι, ενώ ήταν επίτροπος του θρόνου του εκλιπόντος αυτοκράτορα Ανδρονίκου, οι Παλαιολόγοι τον εφθόνησαν, τον εξεδίωξαν από την αντιβασιλεία και κατέσφαξαν τους συγγενείς του, εξαναγκάζοντας τον ίδιο να γίνει φυγάς. Σε αυτή την κρίσιμη στιγμή ο σουλτάνος Ορχάν απέστειλε πρεσβεία στον Ιωάννη Καντακουζηνό ζητώντας την κόρη του Θεοδώρα για γυναίκα. «Ορχάνης προς Καντακουζηνόν τον βασιλέα πρεσβείαν πέμψας ηξίου εκδούναι οι προς γάμον την θυγατέραν», γράφει ο Καντακουζηνός στο έργο του Ιστοριών Βιβλία. Ο δυτικόφρων Μιχαήλ Δούκας στη Βυζαντινοτουρκική ιστορία του υποστηρίζει ότι ήταν ο Καντακουζηνός αυτός που έστειλε «πρέσβεις εις τον Ορχάν», αιτούμενος «παρ’ αυτού βοήθειαν ως αδικούμενος υπό των Ρωμαίων». Ο γάμος με την κόρη του αντιβασιλέα των Ρωμαίων –αξίωμα που κατείχε την εποχή εκείνη ο Καντακουζηνός– ενέτασσε, βεβαίως τυπικά, τον Ορχάν στη γραμμή διαδοχής, εάν ο πεθερός του κατελάμβανε, όπως συνέβη άλλωστε στη συνέχεια, τον τίτλο του αυτοκράτορα. Σε κάθε περίπτωση η σύνδεσή του με τη μεγαλύτερη και ισχυρότερη οικογένεια του Βυζαντίου τον αποσπούσε από τη σωρεία των άλλων Τουρκμάνων ηγετών που είχαν ιδρύσει πριγκηπάτα σε εδάφη που κατείχε πριν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η περιγραφή αυτού του γεγονότος από τον Καντακουζηνό είναι
30 ~
ΚΩΣΤΑΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
εντυπωσιακή στις λεπτομέρειές της. Ο Ορχάν υπόσχονταν στον μελλοντικό αυτοκράτορα του Βυζαντίου ότι, εάν του παρεχωρείτο η Θεοδώρα, θα συμμετείχε προθύμως κατά παντός πολεμίου των Ρωμαίων και ότι πλέον δεν θα ήταν μόνον σύμμαχος και φίλος, αλλά υιός. Ο βασιλεύς δεν απέπεμψε την πρεσβεία, ούτε συγκατένευσε αμέσως, αλλά με προσήνεια και ηρεμία, προσφέροντας στους πρέσβεις χρήματα και δώρα, τους είπε ότι θα απαντούσε αργότερα. Επέστρεψαν οι πρέσβεις οίκαδε, και ο βασιλεύς διαβουλευόταν με τους οικείους και τους άρχοντες εάν θα έπρεπε να δώσει τη θυγατέρα του στον Ορχάν. Οι πάντες, σημειώνει ο Καντακουζηνός, «ώσπερ εκ συνθήματος κράτιστον είναι έλεγον Ορχάνην έχειν σύμμαχον και φίλον βέβαιον». Υιοθετώντας την παραίνεση οικείων και αρχόντων, έπεμψε ο Καντακουζηνός πρεσβεία στον Ορχάν, υποσχόμενος να μνηστεύσει με αυτόν τη θυγατέρα του, και του παρήγγειλε να στείλει στρατιά που θα οδηγήσει τη Θεοδώρα σε αυτόν. Εκείνος δε έπεμψε τριάντα πλοία και ιππείς όχι ολίγους, τους επιφανέστερους από όσους είχε υπό τις εντολές του. Ο βασιλεύς από την πλευρά του, με μια στρατιά Ρωμαίων, έφθασε στη Σηλυμβρία με τη γυναίκα του, τη βασίλισσα, και τις θυγατέρες του. Διέταξε μάλιστα τους κατοίκους να κατασκευάσουν έξω από την πόλη θρόνο από ξύλα, «πρόκυψιν», ώστε, στεκόμενη πάνω σε αυτόν, να είναι καταφανής στους πάντες η κόρη του βασιλέα που επρόκειτο να νυμφευθεί. Αυτό κατά συνήθεια, σημειώνει ο Καντακουζηνός, πρέπει να κάνουν οι βασιλείς όταν οι θυγατέρες τους οδηγούνται σε γάμο. Έπειτα πρόσταξε να στήσουν εκεί κοντά και τη βασιλική σκηνή. Όταν τα πάντα ετοιμάσθηκαν, η βασίλισσα με τις κόρες της διανυκτέρευσαν στη σκηνή, ενώ ο βασιλεύς με το στράτευμα. Την επομένη η βασίλισσα με τις άλλες δύο θυγατέρες της έμειναν στη σκηνή. Η Θεοδώρα, που επρόκειτο να παντρευθεί, ανέβηκε στον θρόνο, ενώ ο βασιλεύς στεκόταν μόνος, έφιππος, και οι υπόλοιποι πεζοί. Όταν αφαιρέθηκαν τα παραπετάσματα –καθώς ο θρόνος καλύπτονταν από υφάσματα μεταξωτά και διάχρυσα–, αποκαλύφθηκε η νύφη. Λαμπάδες αναμμένες εκατέρωθεν φώτιζαν τη σκηνή. Ευ-
ΜΟΥΡΑΤ Β΄, Ο ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ
~ 31
νούχοι τις κρατούσαν γονατισμένοι, έτσι που να μη φαίνονται. Ήχησαν σάλπιγγες κατά το πλείστον και αυλοί και σύριγγες και όσα άλλα επινόησαν οι άνθρωποι προς τέρψη. Όταν εσίγησαν τα όργανα, οι μελωδοί τραγούδησαν εγκώμια προς τη νύφη, τα οποία είχαν συνθέσει κάποιοι λόγιοι. Αφού έγιναν όσα αρμόζουν όταν παντρεύεται κόρη βασιλικής οικογενείας, ο βασιλεύς παρέθεσε γεύματα για ημέρες όχι ολίγες στη στρατιά και στους άρχοντες των Ρωμαίων και των βαρβάρων. Κατόπιν έστειλε την κόρη του στον άνδρα, που τη δέχθηκε με περισσή ευχαρίστηση. Αυτή αν και συνοικούσε πλέον με βάρβαρο, η ζωή της ήταν ανάλογη της δόξας των πατέρων της. Από τη συνδιατριβή τους όχι μόνον δεν υπέστη βλάβη η πίστη της, αν και επιχείρησαν πολλές φορές να τη μεταπείσουν, αλλά πολλούς που ολίσθαιναν προς την ασέβεια τους επανέφερε πείθοντάς τους με λόγια, γράφει ο πατέρας της ο Καντακουζηνός.
Ο Οθωμανός υιός Ο γάμος της Θεοδώρας με τον Ορχάν την άνοιξη του 1346 εξασφάλισε στον Καντακουζηνό τη στήριξη του σουλτάνου, που του έστειλε «πέντε χιλιάδες Τούρκους, άνδρες φιλοπολέμους, οξύθυμους, Ρωμαιοκτόνους, που θα μπορούσε κάποιος να τους παρομοιάσει με σκυλιά καρχαρόδοντα ή Χάροντες», επισημαίνει ο Μιχαήλ Δούκας. Ενισχυμένος από τις τουρκικές δυνάμεις, πλησίασε με τον στρατό του τις πύλες της Κωνσταντινουπόλεως και απαιτούσε την παράδοση της πόλεως, λέγοντας τα ακόλουθα, κατά τον Βυζαντινό ιστοριογράφο: «Ορίσθηκα επίτροπος της βασιλείας των Ρωμαίων από τον αποθανόντα βασιλέα Ανδρόνικο. Ο νέος αυτός και διάδοχος της βασιλείας είναι και δικός μου βασιλεύς και υιός κατά θέση. Με τέτοιες δεσμεύσεις μού τον ανέθεσε ο πατέρας του ενώπιον του Θεού. Τι κακό έπραξα εάν θέλω να γίνει γαμβρός μου;» Σε μια κρισιμότατη στιγμή ο Καντακουζηνός δεν δίστασε να δώσει την κόρη του γυναίκα στον Ορχάν, σε έναν μουσουλμάνο βάρβαρο· να συμμαχήσει με άλλα λόγια με την Ανατολή και να ανα-
32 ~
ΚΩΣΤΑΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
βαθμίσει τη δυναστεία του Οσμάν εν σχέσει με τα άλλα φύλα των Τουρκμάνων. Η υπεροψία των Παλαιολόγων, που αρνούνταν να συμπεθερέψουν μαζί του, αποτελούσε ύψιστη προσβολή και δικαιολογεί τον φορτισμένο συναισθηματικό του λόγο. «Μήπως δεν είμαι από τους ενδοξότερους, από τους ευγενέστατους, από τους περιφανέστερους, ο ασύγκριτος μεταξύ των πλουσίων και ο αλκιμότατος στα πολεμικά; Γιατί με περιφρονείτε; Και αυτά εσείς, μια γενιά τιποτένια και μειξοβάρβαρη. [...] Ανοίξτε μου τις πύλες», έλεγε ο Καντακουζηνός έξω από τα τείχη, σύμφωνα πάντα με την αφήγηση του Δούκα. Οι κάτοικοι της πόλεως δεν καταδέχονταν να του απαντήσουν. Όσο για την κόρη του Ελένη, που θα γινόταν σύντομα δέσποινα και κυρία τους, τη διέσυραν αποκαλώντας τη «μαχλάδα» – πόρνη. Όταν διαπίστωσε ο Καντακουζηνός ότι δεν ήταν δυνατόν να τους πείσει, εισήλθε στην Πόλη ως κατακτητής. Και τότε όλοι συνωστίζονταν και τον επευφημούσαν και τον δοξολογούσαν ως βασιλέα.