JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 11
ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ
Συνήγορος υπεράσπισης
[ 1 ]
ΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ δε συνηθίζουν να προειδοποιούν τα θύματά τους. Είναι ένας θάνατος που, όσο φοβερός κι αν είναι στη διάρκεια των λιγοστών δευτερολέπτων της φρικτής συνειδητοποίησης, επέρχεται συμπονετικά απαλλαγμένος από προκαταβολικό τρόμο. Όταν το απόγευμα της Τετάρτης 11 Σεπτεμβρίου η Βενέτσια Όλντριτζ σηκώθηκε να εξετάσει το βασικό μάρτυρα κατηγορίας στην υπόθεση Βασίλισσα εναντίον Ας, είχε άλλες τέσσερις εβδομάδες, τέσσερις ώρες και πενήντα λεπτά ζωής. Μετά το θάνατό της, οι πολλοί που τη θαύμαζαν και οι ελάχιστοι που τη συμπαθούσαν, αναζητώντας κάτι προσωπικότερο από τους κοινότυπους χαρακτηρισμούς της φρίκης και της οργής, βρέθηκαν να ψελλίζουν ότι θα είχε ευχαριστήσει τη Βενέτσια το γεγονός ότι η τελευταία υπόθεσή της για φόνο είχε δικαστεί στο Μπέιλι, το χώρο των μεγαλύτερων θριάμβων της, και στην αγαπημένη της αίθουσα. Και υπήρχε μια δόση αλήθειας σ’ αυτή την ανοησία. Η Αίθουσα Ένα την είχε μαγέψει από τη μέρα που είχε πρωτομπεί σ’ αυτή ως μαθητευόμενη. Είχε προσπαθήσει, σ’ όλες τις περιπτώσεις, να πειθαρχήσει εκείνο το κομμάτι του μυαλού της που υποψιαζόταν ότι θα μπορούσε 11
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 12
να επηρεαστεί από την παράδοση ή την ιστορία, αλλά, παρ’ όλα αυτά, αντιδρούσε σ’ αυτόν τον κομψό δικαστικό χώρο με την ξύλινη επένδυση με μια αισθητική ικανοποίηση και μια πνευματική ανάταση, που ήταν από τις εντονότερες απολαύσεις της επαγγελματικής ζωής της. Υπήρχε μια σωστή εκτίμηση ως προς το μέγεθος και τις διαστάσεις του χώρου, μια μεγαλοπρέπεια στο πλούσια σκαλισμένο οικόσημο πάνω από την έδρα και στο γυαλιστερό Ξίφος της Δικαιοσύνης που κρεμόταν κάτω απ’ αυτό, μια γοητευτική αντίθεση ανάμεσα στο βάθρο του μάρτυρα, κάτι σαν μικροσκοπικός άμβωνας, και το φαρδύ έδρανο στο οποίο καθόταν ο κατηγορούμενος, στο ίδιο ύψος με το δικαστή. Όπως όλοι οι ιδανικά σχεδιασμένοι για το σκοπό τους χώροι, χωρίς τίποτε το υπερβολικό, τίποτε το περιττό, έτσι κι αυτός προκαλούσε μια αίσθηση αιώνιας ηρεμίας και ακόμη την ψευδαίσθηση ότι τα ανθρώπινα πάθη υπόκεινταν στον έλεγχο και την τάξη. Κάποτε είχε πάει από περιέργεια στην εξέδρα του ακροατηρίου, είχε καθίσει για λίγο κοιτάζοντας κάτω την άδεια αίθουσα και της είχε φανεί ότι μόνο εδώ, όπου οι θεατές κάθονταν στριμωγμένοι, η ατμόσφαιρα ήταν επηρεασμένη από δεκαετίες ανθρώπινου τρόμου, ελπίδας και απελπισίας. Και τώρα βρισκόταν για άλλη μία φορά στη θέση που ανήκε. Δεν περίμενε ότι η υπόθεση θα εκδικαζόταν στη διασημότερη αίθουσα του Ολντ Μπέιλι, ούτε ότι θα τη δίκαζε ένας δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου, αλλά μια προηγούμενη δίκη είχε διακοπεί και είχαν αλλάξει ξαφνικά οι συνθέσεις και οι αίθουσες εκδίκασης των υποθέσεων. Ήταν ένας καλός οιωνός. Είχε χάσει κάποιες υποθέσεις στην 12
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 13
Αίθουσα Ένα, αλλά οι αναμνήσεις από τις ήττες αυτές δεν ήταν πικρές. Τις περισσότερες φορές είχε κερδίσει. Σήμερα, όπως πάντα στο δικαστήριο, η ματιά της στρεφόταν μόνο στο δικαστή, στους ενόρκους, στους μάρτυρες. Σπάνια συνδιαλεγόταν με τη βοηθό της, μιλούσε με το νομικό σύμβουλο του Ας που καθόταν μπροστά της ή άφηνε το δικαστήριο να περιμένει, έστω και για δευτερόλεπτα, ψάχνοντας για κάποια σημείωση στα χαρτιά της. Δεν υπήρχε συνήγορος που να έμπαινε σε δικαστήριο καλύτερα προετοιμασμένος. Σπάνια κοίταζε τον πελάτη της· στις ελάχιστες περιπτώσεις που το έκανε, απέφευγε να στρέψει το κεφάλι της προς το έδρανο του κατηγορουμένου. Η σιωπηλή παρουσία του δέσποζε όμως στη σκέψη της, όπως και στου δικαστηρίου άλλωστε. Γκάρυ Ας, ηλικίας 21 ετών και 3 μηνών, κατηγορούμενος για τη δολοφονία της θείας του, Ρίτα Ο’ Κιφ, της οποίας έκοψε το λαιμό. Και μετά, αλλεπάλληλα μαχαιρώματα πάνω στο ημίγυμνο σώμα. Συχνά, ειδικά σε περιπτώσεις φόνων ιδιαίτερης κτηνωδίας, ο κατηγορούμενος φάνταζε σχεδόν παθητικά αδύναμος, προβάλλοντας μια τελείως αντιφατική εικόνα σε σχέση με τη βιαιότητα της πράξης του. Αλλά δεν υπήρχε τίποτε το συνηθισμένο στον κατηγορούμενο αυτόν. Η Βενέτσια είχε την αίσθηση ότι, χωρίς να γυρίσει, μπορούσε να θυμηθεί την παραμικρή λεπτομέρεια του προσώπου του. Ήταν μελαχρινός, τα μάτια του σκοτεινά κάτω από ίσια πυκνά φρύδια, η μύτη στενή και γαμψή, το στόμα πλατύ αλλά με λεπτά χείλη, πεισματικά. Ο λαιμός ήταν μακρύς και πολύ λεπτός, προσδίδοντας στο κεφάλι την τελετουρ13
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 14
γική όψη αρπακτικού. Δεν έκανε νευρικές κινήσεις, ουσιαστικά σπάνια κινούνταν, και καθόταν στητά στη μέση του έδρανου, πλαισιωμένος από τους φρουρούς. Σπάνια κοίταζε τους ενόρκους στα δεξιά του. Μόνο μία φορά, στη διάρκεια της εισαγωγικής αγόρευσης του εισαγγελέα, τον είχε δει να κοιτάζει στον εξώστη του ακροατηρίου, με τη ματιά του να διατρέχει περιφρονητικά το πλήθος, σαν ν’ αποδοκίμαζε την ποιότητα του ακροατηρίου που είχε προσελκύσει, πριν ξαναστρέψει το βλέμμα του στο δικαστή. Αλλά δεν υπήρχε τίποτε το αγωνιώδες στην ακινησία του. Αντίθετα, έδινε την εντύπωση ανθρώπου συνηθισμένου στη δημόσια έκθεση, ένας νεαρός άρχοντας σε κάποια δημόσια εκδήλωση που έπρεπε να υπομείνει παρά ν’ απολαύσει, πλαισιωμένος από τους συνοδούς του. Οι ένορκοι, ο συνηθισμένος συρφετός αντρών και γυναικών που είχαν μαζευτεί για να τον δικάσουν, ήταν που φαίνονταν στη Βενέτσια σαν ένας εσμός αγυρτών στριμωγμένων στα έδρανα των κριτών. Τέσσερις απ’ αυτούς, με πουλόβερ και χωρίς γραβάτα, φαίνονταν σαν να ετοιμάζονταν να πλύνουν κάποιο αυτοκίνητο. Αντίθετα, ο κατηγορούμενος ήταν επιμελώς ντυμένος μ’ ένα μπλε ριγέ κοστούμι κι ένα εντυπωσιακά λευκό πουκάμισο που έμοιαζε με διαφήμιση απορρυπαντικού. Το κοστούμι ήταν καλά σιδερωμένο αλλά άσχημα ραμμένο, οι υπερβολικά τονισμένοι ώμοι προσέδιδαν στο μυώδες νεανικό σώμα κάτι από την αναπότρεπτη φτώχια της εφηβείας. Ήταν μια καλή επιλογή το κοστούμι, μια και συνδύαζε τον αυτοσεβασμό και το ευπρόσβλητο, που έλπιζε ότι θα κατάφερνε να εκμεταλλευτεί. 14
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 15
Σεβόταν, αλλά δε συμπαθούσε, τον Ρούφους Μάθιους που ήταν ο εισαγγελέας. Οι μέρες της στομφώδους μεγαλοστομίας στα δικαστήρια είχαν περάσει και ποτέ δεν ήταν αυτή η ενδεδειγμένη για τον εισαγγελέα πρακτική, αλλά ο Ρούφους ήθελε να κερδίζει. Θα την ανάγκαζε να παλέψει σκληρά για κάθε σημείο που θα κέρδιζε. Αναπτύσσοντας το κατηγορητήριο, είχε περιγράψει τα γεγονότα με μια λακωνικότητα και σαφήνεια, που έδιναν την εντύπωση ότι δε χρειαζόταν ευγλωττία για την υποστήριξη μιας τόσο αυταπόδεικτης αλήθειας. Ο Γκάρυ Ας είχε ζήσει μαζί με τη θεία του, από την πλευρά της μητέρας του, Ρίτα Ο’ Κιφ, στην Ουέστγουεϊ 397 επί ένα χρόνο και οχτώ μήνες πριν από το θάνατό της. Η παιδική του ηλικία είχε κυλήσει υπό καθεστώς επιμέλειας, στη διάρκεια του οποίου είχε δοθεί σε οχτώ θετούς γονείς ή ζούσε σε ορφανοτροφεία. Πριν να εγκατασταθεί στο σπίτι της θείας του, είχε ζήσει σε δύο ακατοίκητα κτήρια του Λονδίνου και είχε εργαστεί για ένα διάστημα σ’ ένα μπαρ στην Ίμπιζα. Η σχέση ανάμεσα σε θεία και ανιψιό δύσκολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως φυσιολογική. Η Ο’ Κιφ συνήθιζε να διασκεδάζει διάφορους φίλους και ο Γκάρυ υποχρεωνόταν ή συμφωνούσε να φωτογραφίζει τη θεία του και τους διάφορους αυτούς άντρες στη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης. Φωτογραφίες που ο κατηγορούμενος είχε παραδεχτεί ότι είχε τραβήξει θα εμφανίζονταν ως αποδεικτικά στοιχεία. Τη βραδιά του φόνου, Παρασκευή 12 Ιανουαρίου, η Ο’ Κιφ και ο Γκάρυ εθεάθηκαν μαζί από τις έξι ως τις εννιά στο μπαρ Ντουκ οφ Κλάρενς, στο Κόσγκροουβ Γκάρ15
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 16
ντενς, ενάμισι μίλι απόσταση από την Ουέστγουεϊ. Κάποια στιγμή έγινε ένας καβγάς και ο Γκάρυ έφυγε λίγο μετά τις εννιά, λέγοντας ότι θα πήγαινε σπίτι. Η θεία του, που έπινε πολύ, παρέμεινε στο μπαρ. Γύρω στις 10.30 ο ιδιοκτήτης αρνήθηκε να τη σερβίρει άλλο και τη βοήθησαν δύο φίλοι της να μπει σ’ ένα ταξί. Την ώρα εκείνη ήταν μεθυσμένη, αλλά όχι και σε κατάσταση πλήρους αδυναμίας. Οι φίλοι της έκριναν ότι ήταν σε θέση να πάει μόνη στο σπίτι της. Ο ταξιτζής την άφησε στον αριθμό 397 και την παρακολούθησε να μπαίνει στο κτήριο από την πλαϊνή πόρτα γύρω στις 10.45. Δέκα λεπτά μετά τα μεσάνυχτα έγινε ένα τηλεφώνημα στην αστυνομία από τον Γκάρυ Ας, από το σπίτι της θείας του, ο οποίος είπε ότι είχε επιστρέψει από μια βόλτα και βρήκε το πτώμα της. Όταν οι αστυνομικοί έφτασαν στις 12.20 βρήκαν την Ο’ Κιφ ξαπλωμένη στο μοναδικό ντιβάνι του σαλονιού τελείως γυμνή. Ο λαιμός της ήταν κομμένος και είχε κατακρεουργηθεί με μαχαίρι μετά το θάνατό της, φέροντας συνολικά εννιά τραύματα. Η άποψη του ιατροδικαστή που είδε το πτώμα στις 12.40 ήταν ότι η Ο’ Κιφ είχε πεθάνει λίγο μετά την επιστροφή της στο σπίτι. Δεν υπήρχαν ίχνη διάρρηξης και τίποτε δεν έδειχνε ότι είχε δεχτεί ή ότι περίμενε κάποιον επισκέπτη εκείνο το βράδυ. Ίχνη αίματος, που αργότερα αναγνωρίστηκε ότι ήταν της Ο’ Κιφ, είχαν βρεθεί στο ακουστικό του ντους πάνω από την μπανιέρα και ακόμη δύο σημάδια απ’ το αίμα της βρέθηκαν στο χαλί της σκάλας. Ένα μεγάλο μαχαίρι της κουζίνας είχε ανακαλυφθεί κάτω από το θαμνώδη 16
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 17
φράχτη ενός κήπου σ’ απόσταση μικρότερη από εκατό γιάρδες από την Ουέστγουεϊ 397. Το μαχαίρι, που είχε ένα μικρό τριγωνικό σπάσιμο στη λαβή, είχε αναγνωριστεί τόσο από τον κατηγορούμενο όσο και από την καθαρίστρια ως προερχόμενο από το συρτάρι της κουζίνας της Ο’ Κιφ. Τ’ αποτυπώματα είχαν καθαριστεί από πάνω του. Ο κατηγορούμενος είχε πει στην αστυνομία ότι δεν είχε γυρίσει σπίτι από το μπαρ, αλλά είχε κάνει μια βόλτα στους δρόμους πίσω από το Ουέστγουεϊ και είχε φτάσει μέχρι το Σέπερντς Μπους πριν επιστρέψει μετά τα μεσάνυχτα και ανακαλύψει το πτώμα της θείας του. Το δικαστήριο, ωστόσο, θ’ άκουγε τη μαρτυρία της γειτόνισσας που έμενε στο διπλανό σπίτι, η οποία είχε δει τον Γκάρυ Ας να φεύγει από την Ουέστγουεϊ 397 στις 11.15 της βραδιάς του φόνου. Η θέση της κατηγορούσας αρχής ήταν ότι ο Γκάρυ Ας είχε γυρίσει απευθείας σπίτι από το μπαρ Ντουκ οφ Κλάρενς, ότι είχε αναμείνει την επιστροφή της θείας του και ότι την είχε σκοτώσει με το μαχαίρι της κουζίνας, όντας γυμνός μάλλον και ο ίδιος. Μετά, είχε κάνει ένα ντους, είχε ντυθεί και είχε φύγει από το σπίτι στις 11.15 για να περπατήσει στους δρόμους σε μια προσπάθεια εξασφάλισης άλλοθι. Οι τελευταίες λέξεις του Ρούφους Μάθιους ήταν σχεδόν τυπικές. Αν οι ένορκοι πείθονταν από τα στοιχεία που είχαν εμφανιστεί ενώπιόν τους ότι ο Γκάρυ Ας είχε δολοφονήσει τη θεία του, θα ήταν καθήκον τους να τον κηρύξουν ένοχο με την ετυμηγορία τους. Αν, όμως, στο τέλος της δίκης διατηρούσαν κάποιες λογικές αμφιβολίες για την 17
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 18
ενοχή του, τότε ο κατηγορούμενος έπρεπε ν’ απαλλαγεί για τη δολοφονία της Ρίτα Ο’ Κιφ. Η εξέταση του Στήβεν Ράιτ, ιδιοκτήτη του Ντουκ οφ Κλάρενς, την τρίτη μέρα της δίκης, είχε εμφανίσει ελάχιστες δυσκολίες για τη Βενέτσια. Είχε ανεβεί στη θέση του μάρτυρα με ύφος ανθρώπου αποφασισμένου να δείξει ότι δεν τον τρόμαζαν οι περούκες και οι πορφυρές τήβεννοι και είχε δώσει τον όρκο με μια αδιαφορία που εξέφραζε την άποψή του για το παλιομοδίτικο αυτό τελετουργικό. Η Βενέτσια είχε αντιμετωπίσει το ελαφρά χυδαίο χαμόγελό του μ’ ένα διαρκές ατάραχο βλέμμα. Η εισαγγελική αρχή τον είχε καλέσει για να ενισχύσει τη θέση της ότι οι σχέσεις μεταξύ του Ας και της θείας του είχαν εκτραχυνθεί ενώ ήταν μαζί στο μπαρ και ότι η Ο’ Κιφ είχε φοβηθεί τον ανιψιό της. Αλλά ήταν ένας μη πειστικός κι επιπλέον προκατειλημμένος μάρτυρας και δεν είχε καταφέρει να κλονίσει τις καταθέσεις άλλων μαρτύρων από το μπαρ που βεβαίωναν ότι ο Ας είχε μιλήσει ελάχιστα και είχε πιει λιγότερο. «Καθόταν πολύ ήσυχος», είπε ο Ράιτ, παρασυρμένος από την αλαζονεία του σ’ αυτή την ανοησία, και στρέφοντας να προσθέσει δήθεν εμπιστευτικά προς τους ενόρκους: «Επικίνδυνα ήσυχος, αν θέλετε τη γνώμη μου. Και την κοίταζε μ’ εκείνο το περίεργο ύφος που έχει. Δε χρειαζόταν να πιει για να γίνει επικίνδυνος». Η Βενέτσια είχε απολαύσει την αντεξέταση του Στήβεν Ράιτ και, την ώρα που εκείνος εγκατέλειπε τη θέση του μάρτυρα, δεν άντεξε να μη ρίξει μια ματιά συμπόνιας στον Ρούφους καθώς σηκωνόταν για να προσπαθήσει να διορ18
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 19
θώσει κάτι από τη ζημιά που είχε γίνει. Και οι δύο ήξεραν ότι στη διάρκεια των τελευταίων λεπτών της κατάθεσής του είχαν χαθεί περισσότερα από την αξιοπιστία ενός μάρτυρα. Κάθε φορά που ένας μάρτυρας κατηγορίας έχανε το στοιχείο της αξιοπιστίας όλη η επιχειρηματολογία της εισαγγελικής αρχής περιβαλλόταν με δυσπιστία. Και ήξερε ότι διέθετε από την αρχή ένα μεγάλο πλεονέκτημα: δεν υπήρχε καμιά ενστικτώδης συμπάθεια για το θύμα. Δείξτε στους ενόρκους φωτογραφίες του βιασμένου κορμιού ενός νεκρού παιδιού, τρυφερού σαν πουλιού, και κάποια αταβιστική εσωτερική φωνή θα ψιθυρίσει: «Κάποιος πρέπει να πληρώσει γι’ αυτό». Η ανάγκη για εκδίκηση, που τόσο εύκολα συγχέεται με τις επιταγές της δικαιοσύνης, λειτουργούσε πάντα υπέρ της κατηγορούσας αρχής. Οι ένορκοι δεν ήθελαν να καταδικάσουν λάθος άνθρωπο, αλλά αισθάνονταν την ανάγκη ότι κάποιον έπρεπε να καταδικάσουν. Αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι αστυνομικές φωτογραφίες του θύματος, η πλαδαρή κοιλιά και τα κρεμαστά στήθη, ακόμη και το κομματιασμένο σώμα, που θύμιζε τόσο φρικαλέα σφαγμένο γουρούνι κρεμασμένο σε τσιγκέλι χασάπικου, προκαλούσε την αηδία παρά τον οίκτο. Η προσωπικότητά της είχε αποτελεσματικά δυσφημιστεί. Σπάνια ήταν δύσκολο σε μια υπόθεση δολοφονίας· άλλωστε, το θύμα δεν ήταν παρόν για ν’ αμυνθεί. Η Ρίτα Ο’ Κιφ ήταν μια αλκοολική, άσχημη, εριστική 55άρα με μια ακόρεστη όρεξη για τζιν και σεξ. Τέσσερις από τους ενόρκους ήταν νέοι, οι δύο ελάχιστα πάνω από το όριο ηλικίας που επέτρεπε την επιλογή τους στο ρόλο αυτόν. Οι νέοι δεν ήταν επιεικείς έναντι της η19
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 20
λικίας και της ασχήμιας. Οι δικές τους εσωτερικές φωνές θα ψιθύριζαν ένα πολύ διαφορετικό μήνυμα: «Πήγαινε γυρεύοντας». Και ήταν τώρα, τη δεύτερη βδομάδα και έβδομη μέρα της δίκης, που είχαν φτάσει στην κρίσιμη για τη Βενέτσια αντεξέταση μιας μάρτυρος κατηγορίας: της κυρίας Ντόροθυ Σκάλυ, γειτόνισσας του θύματος και χήρας, ηλικίας 69 ετών, της γυναίκας που είχε πει στην αστυνομία, και τώρα στο δικαστήριο, ότι είχε δει τον Γκάρυ Ας να φεύγει από το νούμερο 397 στις 11.15 της νύχτας του εγκλήματος. Η Βενέτσια την είχε παρακολουθήσει στη διάρκεια της κατάθεσής της, εντοπίζοντας τα δυνατά σημεία της, εκτιμώντας τα αδύνατα. Ήξερε όσα χρειαζόταν να ξέρει για την κυρία Σκάλυ· ήταν η δουλειά της, άλλωστε. Η γυναίκα ήταν φτωχή, αλλά όχι απελπιστικά φτωχή, μια χήρα που τα βόλευε με τη σύνταξή της. Το Ουέστγουεϊ ήταν άλλοτε μια σχετικά ευημερούσα και οικονομικά άνετη συνοικία αξιοσέβαστων και νομοταγών μικροαστών που είχαν δικά τους σπίτια και καμάρωναν για τις καθαρές δαντελωτές κουρτίνες και τους περιποιημένους κήπους τους, που ο καθένας τους ήταν κι ένας μικρός θρίαμβος της ατομικότητας πάνω στη στείρα τυποποίηση. Αλλά ο κόσμος τους κατέρρεε μαζί με τα σπίτια τους, μέσα σε μεγάλα σύννεφα αποπνικτικής σκόνης. Ελάχιστα μόνο σπίτια απέμεναν πια όρθια, καθώς το έργο της διεύρυνσης του δρόμου προχωρούσε. Ακόμη και τα συνθήματα διαμαρτυρίας στις επιγραφές που χώριζαν τα απερίφρακτα οικόπεδα από το δρόμο είχαν αρχίσει να ξεθωριάζουν. Σύ20
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 21
ντομα δε θα υπήρχε παρά μόνο άσφαλτος και το αδιάκοπο μουγκρητό των τροχοφόρων που θα κατευθύνονταν δυτικά, εκτός Λονδίνου. Με τον καιρό ακόμη και η μνήμη θα ήταν ανίσχυρη να συνθέσει αυτό που υπήρχε άλλοτε. Η κυρία Σκάλυ θα ήταν από τους τελευταίους που θα έφευγαν. Οι αναμνήσεις της θα οικοδομούνταν στο κενό. Είχε φέρει μαζί της στο έδρανο του μάρτυρα το αλλοτριωμένο παρελθόν της, το αβέβαιο μέλλον της, την αξιοπρέπεια και την εντιμότητά της. Ήταν μια ανεπαρκής πανοπλία προκειμένου ν’ αντιμετωπίσει μια από τις καλύτερες δικηγόρους της χώρας. Η Βενέτσια είδε ότι δεν είχε αγοράσει καινούργιο παλτό γι’ αυτή την εμφάνισή της στο δικαστήριο. Ένα καινούργιο παλτό ήταν μια μεγάλη υπερβολή· μόνο ένας ιδιαίτερα ψυχρός χειμώνας ή η φθορά του παλιού θα δικαιολογούσε μια τέτοια δαπάνη. Αλλά το καπέλο ήταν προφανώς αγορασμένο για την περίσταση, ένα θαλασσί τσόχινο καπέλο με μικρό μπορ, στολισμένο μ’ ένα πελώριο λευκό λουλούδι, που πρόσθετε μια νότα φιλαρέσκειας στο κατά τ’ άλλα καταθλιπτικό ντύσιμό της. Είχε δώσει νευρικά τον όρκο της, η φωνή της μόλις που είχε ακουστεί. Δύο φορές στη διάρκεια της κατάθεσής της είχε σκύψει μπροστά ο δικαστής για να της ζητήσει με την ευγενική, γέρικη φωνή του να μιλήσει δυνατότερα. Ωστόσο, έδειχνε όλο και πιο άνετα όσο προχωρούσε η εξέτασή της. Ο Ρούφους είχε προσπαθήσει να τη διευκολύνει επαναλαμβάνοντας μερικές φορές μια ερώτηση πριν του απαντήσει, αλλά η Βενέτσια πίστευε ότι η πρακτική αυτή μάλλον μπέρδευε παρά βοηθούσε τη μάρτυρά του. Θεω21
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 22
ρούσε επίσης ότι η κυρία Σκάλυ ενοχλούνταν από την υπερβολικά δυνατή και ελαφρά υπεροπτική μεγαλοαστική φωνή του καθώς και τη συνήθειά του ν’ απευθύνει τις παρατηρήσεις του στο κενό, μερικά πόδια πάνω από τα κεφάλια των ενόρκων. Ο Ρούφους ήταν πάντα αποτελεσματικότερος όταν εξέταζε εχθρικό μάρτυρα. Η κυρία Σκάλυ, ηλικιωμένη, αδύναμη, κάπως βαρύκοη, του έβγαζε τον καταπιεστή που έκρυβε μέσα του. Αλλά είχε αποδειχτεί καλή μάρτυς, απαντώντας απλά και πειστικά. Είχε περάσει τη βραδιά, από τις εφτά και μετά, έχοντας δειπνήσει και στη συνέχεια παρακολουθήσει σε βίντεο τη Μελωδία της ευτυχίας, με μια φίλη της, την κυρία Πιρς, που έμενε πέντε σπίτια πιο κάτω. Η ίδια δεν είχε βίντεο, αλλά η φίλη της νοίκιαζε μια βιντεοταινία κάθε βδομάδα και συνήθως την προσκαλούσε να περάσουν τη βραδιά και να δουν την ταινία μαζί. Δε συνήθιζε να βγαίνει νύχτα από το σπίτι, αλλά η κυρία Πιρς έμενε τόσο κοντά που δεν την πείραζε να κάνει τη σύντομη διαδρομή και, άλλωστε, ο δρόμος ήταν καλά φωτισμένος. Ήταν σίγουρη για την ώρα. Όταν η ταινία τελείωσε, τόσο εκείνη όσο και η φίλη της είχαν πει πόσο πιο αργά ήταν απ’ όσο περίμεναν. Το ρολόι στο πρεβάζι του τζακιού της φίλης της έδειχνε έντεκα και δέκα και είχε κοιτάξει και το δικό της ρολόι, εξαιτίας της έκπληξής της από τη διαπίστωση ότι η ώρα είχε περάσει τόσο γρήγορα. Γνώριζε τον Γκάρυ Ας από τότε που είχε έρθει να ζήσει με τη θεία του. Δεν είχε καμία αμφιβολία ότι ήταν αυτός που είχε δει να βγαίνει από το νούμερο 397. Είχε διασχίσει βιαστικά το μικρό μονοπάτι του κήπου και είχε στρίψει αριστερά στην Ουέστ22
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 23
γουεϊ, προς την αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη. Κοντοστάθηκε και τον κοίταξε που απομακρυνόταν, σαστισμένη από το γεγονός ότι έβγαινε τόσο αργά. Μετά, είχε μπει στο νούμερο 396. Δεν μπορούσε να θυμηθεί αν υπήρχαν αναμμένα φώτα στο διπλανό σπίτι. Είχε την εντύπωση ότι πρέπει να ήταν βυθισμένο στο σκοτάδι. Προς το τέλος των ερωτήσεων του Ρούφους στη μάρτυρα ήταν που διοχετεύτηκε το σημείωμα στη Βενέτσια. Ο Ας πρέπει να έγνεψε στο νομικό παραστάτη του που πλησίασε το έδρανο. Το σημείωμα παραδόθηκε απ’ αυτόν στη Βενέτσια. Ήταν γραμμένο με μαύρο στυλό διαρκείας, με μικρά, σταθερά γράμματα. Δεν υπήρχε τίποτε το παρορμητικό στο σημείωμα. «Ρώτα την τι γυαλιά φορούσε τη νύχτα του φόνου». Η Βενέτσια απέφυγε να κοιτάξει τον κατηγορούμενο. Ήξερε ότι ήταν από τις στιγμές που θα έκριναν την έκβαση της δίκης. Και αφορούσε στον πρώτο κανόνα της αντεξέτασης που είχε μάθει όταν ήταν ασκούμενη: ποτέ μη ρωτάς κάτι αν δεν ξέρεις ήδη την απάντηση. Είχε πέντε δευτερόλεπτα για ν’ αποφασίσει πριν να σηκωθεί για να υποβάλει τις ερωτήσεις της. Αν έκανε την ερώτηση αυτή και η απάντηση ήταν λάθος, ο Ας θα ήταν καταδικασμένος. Αλλά ήταν σίγουρη για δύο πράγματα. Το πρώτο ήταν ότι γνώριζε ήδη την απάντηση· ο Ας δε θα είχε γράψει αυτό το σημείωμα αν δεν ήταν σίγουρος. Το δεύτερο ήταν εξίσου ζωτικής σημασίας. Έπρεπε να κλονίσει με κάθε θυσία την αξιοπιστία της κυρίας Σκάλυ. Η κατάθεση της γυναίκας, που είχε γίνει με τόσο προφανή εντιμότητα, με τέτοια βεβαιότητα, ήταν καταδικαστική. 23
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 24
Έχωσε το σημείωμα κάτω από τα χαρτιά της σαν να ήταν κάτι ασήμαντο με το οποίο θ’ ασχολούνταν αργότερα, και σηκώθηκε αργά από τη θέση της. «Μ’ ακούτε καθαρά, κυρία Σκάλυ;» Η γυναίκα έγνεψε καταφατικά και ψιθύρισε «Ναι». Η Βενέτσια της χαμογέλασε φευγαλέα. Ήταν αρκετό. Η ερώτηση, το ενθαρρυντικό χαμόγελο, η ζεστασιά της φωνής τα έλεγε όλα: Είμαι γυναίκα. Στην ίδια πλευρά είμαστε. Αυτοί οι πομπώδεις άντρες δε μας τρομάζουν. Δεν έχεις να φοβηθείς τίποτε από μένα. Η Βενέτσια προχώρησε ήρεμα προς το στόχο της, έτσι ώστε όταν ήταν πια έτοιμη για την εκτέλεση η μάρτυς ήταν εφησυχασμένη. Η φασαρία που είχε ακούσει από το διπλανό σπίτι, η μία αντρική φωνή, η άλλη, έντονα ιρλανδική, σίγουρα της Ο’ Κιφ. Η κυρία Σκάλυ ήταν σίγουρη ότι ήταν η ίδια αντρική φωνή. Αλλά η Ο’ Κιφ το συνήθιζε να διασκεδάζει τους αρσενικούς φίλους της. Ίσως μια καταλληλότερη λέξη να ήταν πελάτες. Ήταν απόλυτα σίγουρη ότι η φωνή ήταν του Γκάρυ; Η κυρία Σκάλυ δεν μπορούσε να είναι τελείως σίγουρη. Ο υπαινιγμός ήταν έξυπνα διατυπωμένος ώστε να υπονοεί πως ένα φυσικό κίνητρο εναντίον της θείας θα μπορούσε να περιλάβει και τον ανιψιό. Δεν ήταν το είδος των γειτόνων με τους οποίους ήταν εξοικειωμένη η κυρία Σκάλυ. «Ερχόμαστε τώρα, κυρία Σκάλυ, στην αναγνώριση εκ μέρους σας του κατηγορουμένου ως το νεαρό άντρα που είδατε να φεύγει από το νούμερο 397 τη νύχτα του εγκλήματος. Βλέπατε συχνά τον Γκάρυ να φεύγει από το σπίτι βγαίνοντας από την εξώπορτα;» 24
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 25
«Όχι, συνήθως χρησιμοποιούσε την πίσω πόρτα και την αυλόπορτα εξαιτίας της μοτοσικλέτας του». «Ώστε τον βλέπατε να φεύγει σπρώχνοντας τη μοτοσικλέτα του έξω από την αυλόπορτα;» «Μερικές φορές. Τον έβλεπα από το παράθυρο της κρεβατοκάμαράς μου». «Και μια και φύλαγε τη μοτοσικλέτα του στον κήπο, τότε από εκεί θα ήταν φυσικό και να φεύγει;» «Υποθέτω πως ναι». «Τον είδατε κάποιες φορές να φεύγει από την πίσω πόρτα έστω κι αν δεν είχε μαζί του τη μοτοσικλέτα;» «Μία ή δύο φορές, θαρρώ». «Μία ή δύο φορές συνολικά ή μία ή δύο φορές τη βδομάδα; Μην ανησυχείτε αν δεν μπορείτε να είστε απόλυτα ακριβής. Άλλωστε, δεν είναι κάτι που θα το σημειώνατε». «Νομίζω ότι τον έβλεπα να φεύγει από την πίσω πόρτα περίπου δύο ή τρεις φορές τη βδομάδα. Μερικές φορές με τη μοτοσικλέτα του, μερικές φορές όχι». «Πόσο συχνά τον βλέπατε να φεύγει από την μπροστινή πόρτα;» «Δεν μπορώ να θυμηθώ. Κάποτε που είχε καλέσει ταξί. Έφυγε από την μπροστινή πόρτα τότε». «Όπως θα ήταν φυσικό. Αλλά τον βλέπατε συχνά να χρησιμοποιεί την μπροστινή πόρτα; Εκείνο που προσπαθώ ν’ ανακαλύψω, επειδή πιστεύω ότι θα βοηθήσει τους ενόρκους, είναι αν ο Γκάρυ χρησιμοποιούσε συνήθως την μπροστινή ή την πίσω πόρτα όταν έφευγε από το σπίτι». «Νομίζω ότι περισσότερο χρησιμοποιούσαν την πίσω πόρτα και οι δυο τους». 25
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 26
«Κατάλαβα. Κυρίως χρησιμοποιούσαν την πίσω πόρτα». Και μετά, ήρεμα, και με το ίδιο ενθαρρυντικό και φιλικό ύφος: «Τα γυαλιά που φοράτε σήμερα, κυρία Σκάλυ, είναι καινούργια;» Η γυναίκα σήκωσε τα χέρια της στα γυαλιά της σαν να μην ήταν σίγουρη αν εξακολουθούσε να τα φοράει. «Αρκετά καινούργια. Τ’ αγόρασα στα γενέθλιά μου». «Που ήταν πότε;» «Στις 16 Φεβρουαρίου. Γι’ αυτό και το θυμάμαι». «Είστε απόλυτα σίγουρη για την ημερομηνία;» «Ω, ναι!» Στράφηκε προς το δικαστή σαν να ’θελε να του εξηγήσει οπωσδήποτε. «Σκόπευα να πάω για τσάι με την αδελφή μου και μπήκα στο κατάστημα να τα πάρω πηγαίνοντας στο ραντεβού μας. Ήθελα να μου πει τη γνώμη της για τον καινούργιο σκελετό». «Είστε απόλυτα σίγουρη για την ημερομηνία, 16 Φεβρουαρίου, πέντε εβδομάδες μετά τη δολοφονία της Ο’ Κιφ;» «Ναι, απόλυτα σίγουρη». «Πώς τα βρήκε η αδελφή σας; Είπε ότι σας πηγαίνουν;» «Της φάνηκαν κάπως φανταχτερά, αλλά ήθελα μια αλλαγή. Βαριέσαι τον ίδιο παλιό σκελετό. Σκέφτηκα να δοκιμάσω κάτι διαφορετικό». Και τώρα η επικίνδυνη ερώτηση, αλλά η Βενέτσια ήξερε ποια θα ήταν η απάντηση. Οι γυναίκες που παλεύουν να τα βγάλουν πέρα μ’ ένα χαμηλό εισόδημα δεν πληρώνουν για να εξεταστούν από οφθαλμίατρο ή αντιμετωπίζουν τα γυαλιά τους ως εμφανισιακό εξάρτημα. 26
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 27
Ρώτησε: «Γι’ αυτό αλλάξατε τα γυαλιά, κυρία Σκάλυ; Επειδή θέλατε να δοκιμάσετε διαφορετικό σκελετό;» «Όχι, δεν ήταν γι’ αυτό. Δεν έβλεπα καλά με τα παλιά γυαλιά. Γι’ αυτό πήγα στον οφθαλμίατρο». «Τι συγκεκριμένα δεν μπορούσατε να δείτε;» «Την τηλεόραση. Δεν έβλεπα καθαρά τα πρόσωπα». «Πού παρακολουθείτε τηλεόραση, κυρία Σκάλυ;» «Στο σαλόνι». «Που είναι ίδιου μεγέθους με το σαλόνι του διπλανού σπιτιού;» «Πρέπει να είναι. Τα σπίτια είναι όλα ίδια». «Όχι μεγάλο δωμάτιο, λοιπόν. Οι ένορκοι έχουν δει φωτογραφίες του σαλονιού της Ο’ Κιφ. Πλάτους δώδεκα ποδιών περίπου, δε συμφωνείτε;» «Ναι, θαρρώ πως ναι. Τόσο περίπου». «Και πόσο μακριά κάθεστε από την οθόνη;» Η πρώτη ένδειξη ελαφράς δυσαρέσκειας, ένα νευρικό βλέμμα προς το δικαστή και μετά είπε: «Κάθομαι δίπλα στο τζάκι του γκαζιού και η τηλεόραση είναι στην απέναντι γωνία, δίπλα στην πόρτα». «Δεν είναι βολικά να έχετε τόσο κοντά την οθόνη, έτσι δεν είναι; Αλλά ας δούμε αν μπορούμε να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι». Κοίταξε το δικαστή. «Αν μου επιτρέπετε, κύριε Πρόεδρε»... Εισέπραξε το επιβεβαιωτικό νεύμα του. Μετά, έσκυψε προς το νομικό παραστάτη του Ας, τον Νέβιλ Σόντερς. «Αν ζητήσω απ’ αυτόν τον κύριο να μετακινηθεί αργά προς τον Πρόεδρο, θα μου πείτε πότε η 27
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 28
απόσταση που υπάρχει ανάμεσά τους είναι περίπου ίδια με την απόσταση που υπάρχει ανάμεσα σε σας και στη συσκευή της τηλεόρασης;» Ο Νέβιλ Σόντερς, κάπως ξαφνιασμένος αλλά με τη σοβαρότητα που επέβαλλε το γεγονός ότι θα διαδραμάτιζε ενεργό ρόλο στη διαδικασία, σηκώθηκε από τη θέση του και άρχισε το αργό παιχνίδι του βηματισμού της γιαγιάς. Όταν έφτασε σ’ απόσταση δέκα ποδιών από την έδρα, η κυρία Σκάλυ έγνεψε καταφατικά. «Περίπου εκεί». «Δέκα πόδια ή λίγο λιγότερο». Ξαναστράφηκε προς τη μάρτυρα. «Κυρία Σκάλυ, ξέρω ότι είστε έντιμη μάρτυς. Προσπαθείτε να πείτε την αλήθεια για να βοηθήσετε το δικαστήριο και ξέρετε πόσο σημαντική είναι η αλήθεια. Η ελευθερία, το μέλλον ενός νέου εξαρτάται απ’ αυτήν. Είπατε στο δικαστήριο ότι δεν μπορούσατε να δείτε άνετα την τηλεόραση από απόσταση δέκα ποδιών. Έχετε βεβαιώσει ενόρκως ότι αναγνωρίσατε τον κατηγορούμενο από απόσταση είκοσι ποδιών μέσα στη νύχτα και κάτω από το φως της κολόνας του ηλεκτρικού. Είστε απόλυτα σίγουρη ότι δεν κάνατε λάθος; Είστε σίγουρη ότι δεν ήταν κάποιος άλλος νέος που έφευγε εκείνη τη νύχτα από το σπίτι, κάποιος της ίδιας περίπου ηλικίας και του ίδιου αναστήματος; Μη βιαστείτε ν’ απαντήσετε, κυρία Σκάλυ. Σκεφτείτε καλά. Δε βιαζόμαστε». Υπήρχαν μόνο εφτά λέξεις που χρειαζόταν να πει η μάρτυς: «Ήταν ο Γκάρυ Ας. Τον είδα καθαρά». Ένας επαγγελματίας κακοποιός θα τις είχε πει, θα ήξερε ότι στην αντεξέταση εμμένεις ανυποχώρητα στα όσα έχεις πει, 28
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 29
δεν τ’ αλλάζεις, δεν υπαναχωρείς. Αλλά οι επαγγελματίες κακοποιοί γνωρίζουν το σύστημα· η κυρία Σκάλυ είχε το μειονέκτημα της εντιμότητας, του εκνευρισμού, της επιθυμίας της να ικανοποιήσει. Μεσολάβησε μια σιγή και μετά είπε: «Νόμισα ότι ήταν ο Γκάρυ». Να το αφήσει έτσι ή να προχωρήσει ένα βήμα ακόμη; Αυτός ήταν πάντα ο κίνδυνος σε τέτοιες περιπτώσεις. Η Βενέτσια είπε: «Επειδή ήταν το σπίτι του, επειδή έμενε εκεί. Περιμένατε να είναι ο Γκάρυ. Αλλά μπορούσατε να δείτε καθαρά, κυρία Σκάλυ; Μπορείτε να είστε σίγουρη;» Η γυναίκα την κοίταξε αμήχανα. Τελικά είπε: «Υποθέτω ότι μπορεί να ήταν και κάποιος που του έμοιαζε. Αλλά εκείνη τη στιγμή νόμισα ότι ήταν ο Γκάρυ». «Νομίσατε εκείνη τη στιγμή ότι ήταν ο Γκάρυ, αλλά θα μπορούσε να ήταν κάποιος που του έμοιαζε. Ακριβώς. Ήταν ένα φυσιολογικό λάθος, κυρία Σκάλυ, αλλά δεν παύει να είναι λάθος. Ευχαριστώ». Φυσικά, ο Ρούφους δεν μπορούσε ν’ αφήσει έτσι τα πράγματα. Αναγκασμένος να ξαναπάρει το λόγο για ένα θέμα που χρειαζόταν διευκρίνιση, σηκώθηκε όρθιος, έστρωσε την τήβεννό του και κοίταξε το κενό πάνω από το έδρανο των μαρτύρων με το ανήσυχο ύφος του ανθρώπου που περιμένει καιρική αλλαγή. Η κυρία Σκάλυ τον κοίταξε με το άγχος του ένοχου παιδιού που νιώθει ότι έχει απογοητεύσει τους μεγάλους. Ο Ρούφους προσπάθησε με κάποια επιτυχία να ελέγξει τον τόνο της φωνής του. «Κυρία Σκάλυ, λυπάμαι που σας καθυστερώ, αλλά υ29
JEIMS _DIKAIOSYNHS sel.-D final_Layout 1 29/05/2013 2:24 ΜΜ Page 30
πάρχει ένα σημείο στο οποίο νομίζω ότι ίσως να έχουν μπερδευτεί κάπως οι ένορκοι. Στη διάρκεια της αρχικής κατάθεσής σας είπατε ότι δεν είχατε καμία αμφιβολία πως ήταν ο Γκάρυ Ας ο άνθρωπος που είδατε να φεύγει από το σπίτι της θείας του στις έντεκα και τέταρτο της βραδιάς του εγκλήματος. Ωστόσο, στη διάρκεια της αντεξέτασής σας από την έγκριτη φίλη μου είπατε – και επαναλαμβάνω κατά λέξη: “Υποθέτω ότι μπορεί να ήταν και κάποιος που του έμοιαζε. Αλλά εκείνη τη στιγμή νόμισα ότι ήταν ο Γκάρυ”. Είμαι σίγουρος ότι αντιλαμβάνεστε πως δεν μπορεί να είναι σωστές και οι δύο αυτές δηλώσεις. Οι ένορκοι μπορεί να δυσκολευτούν να καταλάβουν τι ακριβώς λέτε. Ομολογώ ότι κι εγώ δυσκολεύομαι κάπως. Έχω, λοιπόν, να σας κάνω μια ερώτηση. Ο άντρας που είδατε να φεύγει εκείνη τη νύχτα από το νούμερο 397 ποιος πιστεύετε ότι ήταν;» Και τώρα, το μόνο που ήθελε ήταν να την αφήσουν να φύγει, ν’ απαλλαγεί πια από το συναίσθημα ότι βρισκόταν παγιδευμένη ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που και οι δύο ήθελαν μια καθαρή απάντηση εκ μέρους της, αλλά όχι την ίδια απάντηση. Κοίταξε το δικαστή, σαν να έλπιζε ότι θ’ απαντούσε εκείνος για λογαριασμό της ή ότι θα τη βοηθούσε, έστω, ν’ αποφασίσει. Το δικαστήριο περίμενε. Μετά, η απάντηση ήρθε και ήρθε με την απόγνωση της αλήθειας. «Πιστεύω ότι ήταν ο Γκάρυ Ας». Η Βενέτσια ήξερε ότι ο Ρούφους δεν είχε άλλη επιλογή, παρά να καλέσει την επόμενη μάρτυρά του, την κυρία Ρόουζ Πιρς, για να επιβεβαιώσει την ώρα που είχε 30