Καιρός σκεπτικός

Page 1

KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 5

ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΡΥΣΤΙΑΝΗ

ΚΑΙΡΟΣ ΣΚΕΠΤΙΚΟΣ Διηγήματα

ƒ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ


KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 6

©

Copyright Ιωάννα Καρυστιάνη – Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2011

Έτος 1ης έκδοσης: 2011 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα ☎ 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31

e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com

ISBN 978-960-03-5377-8


KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 7

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Μπάρδο [11-46]

Η Σούλα δεν το βάζει κάτω [49-61]

Γέρασες, μικρέ μου [65-81]

Ψαρόνια [85-101]

Θεριό [105-123]

Στα μανταλάκια [127-149]

Χειμωνικός βασιλικός [153-166]

Το φυλλάδιο [169-180]

Κινέτα [183-200]


KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 8


KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 9

Μπάρδο

‫ﱪﱩ‬


KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 10


KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 11

Ε

ΙχΕ ΠΑΝΩ ΤΗΣ όλα τα καλύτερα του χωριού.

Στα μάτια της τα φουντούκια του. Στα μάγουλά της τα μήλα του. Στα χείλη της τα κεράσια του. Στο γέλιο της το γουργούρισμα του νερού στα δυο ποτάμια, Σκουμπίν και Μελόζα. Στα μπράτσα της τις λυγαριές που άνθιζαν στις όχθες. Αυτός όμως πάνω απ’ όλα έβαζε τη φωνή της. Ερωτοχτυπήθηκε με τα τσακιστά έι, έι της, τη βραδιά του αρραβώνα, μόλις εκείνη έπιασε το ματρ τσέουμ φετ, κουτσάντα ντι μένα, το τραγούδι για το κορίτσι που περπατάει στο δρόμο με την τσάντα της και το αγόρι τη νομίζει για μουσουλμάνα, ενώ αυτή είναι βλάχα. Τα στιχάκια το ένα μετά το άλλο στο στόμα της γίνονταν πέταλα από κόκκινο μπουμπούκι, που ανοί


KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 12

ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΡΥΣΤΙΑΝΗ

γουν αφήνοντας στο τέλος του τραγουδιού τη μοσχοβολιά ενός γινωμένου τριαντάφυλλου σαν αυτά στο φράχτη της μάνας της. Στο γάμο, πριν από πέντε χρόνια, χιονιάς, με την αχνή και αχνιστή φωνή της είπε το μπερμπάτε μαράτε, για το ζευγάρι στο κάρρο που φτάνουν στο σπίτι αλλά δεν υπάρχει νερό για τη λάτρα. ― Άμα τραγουδάς, ανεβαίνει η αξία σου. Άμα πάψεις πέφτει, της είπε ο πεθερός κι εκείνη το ’δεσε κόμπο και δώσ’ του στις δυο απανωτές εγκυμοσύνες, στις γέννες και στα μωρά να αντηχούν οι κάμαρες, το περιβολάκι και το σοκάκι από νανουρίσματα, σαν βελάσματα στο βουνό, από κεφλίδικα, σαν αεράκι στα σπαρτά, από αργά, σαν πατημασιές στη λάσπη. Τα τραγούδια της έγιναν το φαΐ του. Τα κατάπινε μπουκιά-μπουκιά, τους χειμώνες κάθε στιχάκι μια κουταλιά από τη γαβάθα με τη ζεστή σούπα, τα καλοκαίρια κάθε στιχάκι μια ρώγα σταφυλιού κι όλο το τραγούδι γλυκό τσαμπί. Ο Μπάρδο αγαπά τη Βιόλτσα, τη γυναίκα του αδερφού του του Αρμπέν, από τα δεκαπέντε του, σαν την πρωτάκουσε στην αυλή, στο τραπέζι του αρραβώνα, να κελαηδάει για τη βλαχοπούλα με την τσάντα στον ώμο. Κάθε μέρα από τότε, λίγο σχολειό, λίγο τσομπά


KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 13

ΜΠΑΡΔΟ

νης στα πρόβατα, λίγο σκαφτιάς στα πράσα και κάθε νύχτα, κάτω από τα σκεπάσματα στη γωνιά του, έκλεινε τ’ αφτιά του, μα η φωνή της υπήρχε πια μέσα του, μπήκε στο αίμα του, φώλιασε στην καρδιά του. Ήταν καλούτσικος στα γράμματα, δίχως να στέκει πολλή ώρα στο βιβλίο, τα έπαιρνε με την πρώτη. Ήξερε να βολεύει τα ζώα, να πήζει τυρί και βελούδινο γιαούρτι, να φτιάχνει το παρτέρι με τα λουλούδια ίδιο χρωματιστό χαλί με ωραία σχέδια, ν’ αλλάζει βρύσες, να ξεδιαλέγει και να σκίζει τα ξύλα, ελιά, δρυς, πουρνάρι και αμυγδαλιά δίνουν καλό κάρβουνο, λεμονιά και κορομηλιά φτιάνουν ωραία φωτιά αλλά χωνεύουν γρήγορα, λεύκα και πλάτανος άχρηστα. Σβέλτος και προκομμένος. Το μυαλό του έπαιρνε στροφές σε όλα. Το μόνο που δεν κατάφερνε να κουμαντάρει ήταν ο έρωτας για τη νύφη του. Βιόλτσα και Αρμπέν, χαμπάρι. Στο κρεβάτι τους, στα μικρά τους, μαντρί, τσουκάλι και βόλτα. Για παρηγοριά πήγαινε στη μάνα του, είχε πεθάνει όταν εκείνος ήταν έξι χρονών. Της έπλενε την πλάκα, της άναβε το καντήλι. ― Μαμά, με θυμάσαι καθόλου; Μόνο αυτό τη ρωτούσε. J 


KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 14

ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΡΥΣΤΙΑΝΗ

Το 1875, λόγω Ρωσοτουρκικού πολέμου και κλειστών αγορών, από δεκαπέντε δραχμάς η χιλιάδα των λεμονίων έπεσε εις τας πέντε και τα τριάκοντα εκατομμύρια λεμονίων της ετησίας παραγωγής δεν απέφεραν εις την νήσον το αναμενόμενον εισόδημα. Στο δερμάτινο σημειωματάριο του ΜΟΜΑ, δωράκι στη Μένη Μαργέτη από τη Νεοϋορκέζα πια Λεϊλά Λουκατάρη, ακολούθησαν άλλες δύο σχετικές εγγραφές, ξεσηκωμένες από παλαιά χρονικά, η μία για το εμπόριον λεμονίων δι’ ιστιοφόρων εις Δούναβιν και Ταϊγάνιον, η άλλη για τη γολέτα που εξώκειλε στας 20 δευτέρου του 1887 εις Δαρδανέλια και πάνε τα λεμόνια του φορτίου, σκορπίσανε στα νερά και ξεβράστηκαν στις ακτές. Με αστερίσκο προστέθηκε ένα ενιαύσιον θύμα, ο πλοίαρχος της βρατσέρας Ευαγγελίστρια, που ανηρπάγη υπό των κυμάτων μεταξύ Χίου και Τσεσμέ, όλα αυτά αρκούντως ατμοσφαιρικά και κατά πάσα πιθανότητα χρήσιμα, τσόντα στα καϊρισμού διδάγματα και στα γλαφυρά αποσπάσματα από αρνησιχρίστους καϊριστάς, υλικό που συγκεντρώνει για να εγκαινιάσει το εξοχικό με Χριστούγεννα αλά Παπαδιαμάντη, ταιριαστά και με τη γενικότερη οικονομική κατάσταση, που δε σηκώνει προκλήσεις κι εξαλλοσύνες, πάνε αυτά. Η μαύρη αλήθεια είναι πως τα διακόσια πενήντα 


KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 15

ΜΠΑΡΔΟ

τετραγωνικά φέρνουν προς σπιταρόνα και τώρα είναι αργά, πώς να εξαφανίσουν τα μισά, η Μένη φουσκώνει και ξεφουσκώνει στη σκέψη πως θα της μείνει απωθημένο ένα ταπεινό σπιτάκι κι ένα κηπαράκι με σαλατικά. Τελικά ο χαβαλές του πλούτου είναι ένας δρόμος χωρίς επιστροφή, μόνο μια χρεωκοπία μπορεί να σώσει τους αφασικούς λεφτάδες, λέει στον εαυτό της. Με όλα αυτά που σκέφτεται, της φαίνεται παράξενο που δε χτυπάει το κεφάλι της στον τοίχο, δεν έχει κέφι πια για το κωλοεξοχικό, της τη σπάει προτού καν μείνει εκεί έστω ένα βράδυ. Το σπίτι φάτσα στο πέλαγος το είχε λογαριάσει σαν σωσίβιο στο ναυάγιο νούμερο δύο που την περιμένει, γιατί ξεθυμαίνει πια και ο δεύτερος γάμος της, ο δε άντρας της ντιπ ζαβλακωμένος και ανόρεχτος δεν κάνει τίποτα, η μόνη του δράση όλον αυτό το μοιραίο καιρό της κατρακύλας ήταν να αφήσει ένα παχύ μουστάκι. Εκείνη πρέπει να ξεκουνηθεί, να ξαναβάλει τη σχέση στην πρίζα, να την παραγεμίσει με κάποιο νόημα μπας και γλυτώσει το ξέσκισμα, την κούραση και το μετέπειτα κενό ενός διαζυγίου, όχι, δεν αντέχει να το ξαναπεράσει. Πάνε οι παλιές φοιτητοπαρέες στα κουτουκάκια, τότε που μάζευαν με την κόρα του ψωμιού το τζατζίκι και βουτούσαν παπάρες στη χωριάτικη, δεν επέ


KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 16

ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΡΥΣΤΙΑΝΗ

ζησαν, δεν άφησαν ίχνη, μια Μαίρη εξορίστηκε στη Μέση Εκπαίδευση της Θράκης, ένας Ντίνος ξέμεινε μασέρ στη Λάρισα, μια Φλώρα χτικιάζει σε μια κακομοίρικη καφετέρια στον Ασπρόπυργο, ο πρώτος της, φέρελπις φιλόλογος, γυρίζει τα επαρχιακά σκυλάδικα με το μπουζούκι, τους μπάφους και την εποχική γκόμενα της συμφοράς, όσο για τους υπόλοιπους, αφού παντρεύτηκαν μεταξύ τους, χώρισαν και πήρανε κατόπιν ο ένας τη γυναίκα του αλλουνού, τελικά πέσανε στις καριέρες, κατασκευές εμπορικών κέντρων, επιχειρηματικοί όμιλοι και νομικές μαφίες, όχι τοπ, πιασμένοι καλά όμως. Άκης. Αρχιτέκτονας. Με μύτη από τα νιάτα του. Τώρα, στα πενήντα έξι του, ολοχρονίς σκεπτικός και σφιγμένος, ξεχνιέται κάπως μόνο στις γιορτές, τη βρίσκει να διακοσμεί πορτοπαράθυρα, να καλεί τους ψωνισμένους και τις ψωνισμένες, να σερβίρει στο Χαλάνδρι τηνιακή λούτζα και αντριώτικο λουκάνικο, να αναπολεί τη χρυσοχέρα Μικρασιάτισσα γιαγιά του, να χαρίζει βαζάκια με αμοργιανή κάππαρη και να το παίζει οικοδεσπότης, και αριστοκρατικά και παραδοσιακά. Η κόρη της Μένης παντρεμένη στο Λονδίνο, στα χρηματοπιστωτικά. Η κόρη του Άκη χωρισμένη στις Βρυξέλες, στις αντικερί, χαρακτήρες απλησίαστοι, 


KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 17

ΜΠΑΡΔΟ

θέλει κότσια να φέρνεις βόλτα τα σημερινά τέκνα, δε γουστάρουν τους γονείς στη ζωή τους. Τις βλέπουν κυρίως στο τηλέφωνο, μία στις δεκαπέντε. Η βίλα στο Κυκλαδονήσι ίσως τους κάνει για καμιά βδομαδούλα τον Αύγουστο και σίγουρα χώρια, να συμπέσουν το πολύ για μισή μέρα, γεια σας και αντίο, αντιπαθούνται. 2010 λοιπόν, καθ’ οδόν προς τα Χριστούγεννα. Με το ερώτημα της συγχώνευσης γραφείων μελετών, θέλουν δε θέλουν θα καλέσουν τα ζεύγη Αρναουτάκη, Ραγκούση, Παπαγιάννη κι ας έμαθαν πως οι τελευταίοι σε κάποια παρέα πήραν τη Μένη στο ψιλό για τα χαϊκού της, το βιβλιαράκι που είχε εκδώσει προ εικοσαετίας, τότε που παράτησε το διδακτορικό της για να το ρίξει στην ποίηση. Δεν είχε φλέβα, άφησε τους στίχους, άφησε και τη δικηγορία, συγκεντρώθηκε στις μεταφράσεις, επιστημονικά συγγράμματα και παρόμοια, να ’χει κάτι να κάνει. Μια ζωή καλοκουρδισμένη, σαν ρολόι που δε χάνει λεπτό, αλλά οι ώρες περνούν δίχως κανείς να ενδιαφέρεται, να προσμένει με λαχτάρα τις επόμενες. Ποιος ξέρει, ένα καινούργιο σπίτι, ένα περιβόλι, ένας περιποιημένος μπαξές, το τοπίο με τα ιρλανδέζικα βράχια και η θέα του πελάγους ίσως δώσουν νέα φόρα στη σχέση με τον Άκη. Για αρχή θα βάλει ένα   – Καιρός σκεπτικός


KARYSTIANH sel_final_Layout 1 26/09/2011 8:13 π.μ. Page 18

ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΡΥΣΤΙΑΝΗ

χεράκι και ο οπωσδήποτε βαρυσήμαντος ουρανός του Δεκεμβρίου. Φέτος μάλιστα πιο βαρυσήμαντος λόγω περαίωσης και έκτακτων εισφορών. J Μικρός, ο Μπάρδο βιαζόταν να μεγαλώσει, μόνο και μόνο για να μακρύνουν τα χέρια του, ν’ αγκαλιάζει αυτός τη μάνα, τον πατέρα, τη γιαγιά, τη δασκάλα. Μα όταν πια ψήλωσε και μέστωσε στα ορφανά ντουβάρια και στα ορφανά βράδια, αποζητούσε τα χρόνια που ήταν μια σταλιά και όσοι, σόι και γείτονες, έμπαιναν στο σπίτι τον έπαιρναν σβάρνα, τον έσφιγγαν στα μεγάλα τους μπράτσα και τον σήκωναν ψηλά. Η Βιόλτσα τού ανακάτωνε τα μαλλιά, καμάρωνε την αξιοσύνη του μικρού κουνιάδου, τον μάλωνε που δεν άδειαζε το πιάτο του, δε χόρευε, δεν τραγουδούσε και πίστευε πως όλα θα μπουν σε σειρά μόλις βρεθεί η τυχερή συννυφάδα. Έψαχνε κιόλας, κάθε βδομάδα του κουβαλούσε κι άλλη, την Ελβίρα, τη Μιμόζα, τη Χουρμά. Φέτος το Δεκαπενταύγουστο στην Παναγιά τη Βλάχα, φανερή πια κι όχι κρυμμένη στη σπηλιά όπως στα χρόνια του Χότζα, μαζεύτηκαν όλα τα 


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.