LAZOPOULOS sel_Final_Layout 1 23/04/2012 12:20 ΜΜ Page 5
ΛΑΚΗΣ ΛΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ
Φώτης Απέργης
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
LAZOPOULOS sel_Final_Layout 1 23/04/2012 12:20 ΜΜ Page 6
Το φωτογραφικό υλικό του βιβλίου προέρχεται από τις ζωντανές μεταδόσεις της εκπομπής αλλά και από τις πρόβες που γίνονται πριν. Οι φωτογραφίες των σελίδων 8, 73, 111, 197 και 203 είναι του Γιάννη Κανελλόπουλου· όλες οι υπόλοιπες είναι του Νίκου Ρούσσου. ©
Copyright Λάκης Λαζόπουλος – Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2012
Έτος 1ης έκδοσης: 2012 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31
e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-5479-9
LAZOPOULOS sel_Final_Layout 1 23/04/2012 12:20 ΜΜ Page 7
LAZOPOULOS sel_Final_Layout 1 23/04/2012 12:20 ΜΜ Page 8
LAZOPOULOS sel_Final_Layout 1 23/04/2012 12:20 ΜΜ Page 9
Ο κύριος Ιδιότροπος κι εγώ
Πρέπει να ήμουν μεταξύ πρώτης και δευτέρας Γυμνασίου, όταν ο αδελφός της μητέρας μου, που ζούσε στην Αμερική, μας έγραψε στη Λάρισα ρωτώντας τι δώρα θέλαμε να μας στείλει. Εγώ ζήτησα ένα κασετόφωνο. Και ο θείος Νάσος μού το έστειλε. Το θυμάμαι σαν τώρα: μαύρο, μεγάλο –μεγάλο το θυμάμαι–, με τις κασέτες του, που ήταν τότε πολύ της μόδας. Είχα ήδη στο μυαλό μου τι ήθελα να κάνω, αλλά όταν πήρα στα χέρια μου το μαγικό μηχάνημα, βεβαιώθηκα γι’ αυτό: Κάθε φορά που άκουγα μια συζήτηση του πατέρα μου και της μάνας μου, έτρεχα στο κασετόφωνο και επαναλάμβανα μπρος στο μικρόφωνο όλο το διάλογο, παριστάνοντας τις φωνές του καθενός, αλλά και τα συναισθήματα, τις παύσεις, τα πάντα. Κατέγραφα κυρίως τις συζητήσεις που με στενοχωρούσαν. Ο πατέρας μου έπαιζε πρέφα. Πολλές φορές έχανε. Ελάχιστα χρήματα βέβαια, αλλά αυτό σήμαινε χαλασμό στον οικογενειακό προϋπολογισμό, χαλασμό και στο τραπέζι – που πολλές φορές έφευγε ολόκληρο. Αυτή τη διαδικασία, την προετοιμασία ώσπου να σηκωθεί με κρότο το τραπέζι, εγώ την κατέγραφα μ’ έναν δικό μου τρόπο, ώστε να μη μου είναι επώδυνο αυτό που ζούσα. Ό,τι στενάχωρο συμβαίνει, έλεγα στον εαυτό μου, θα το μεταμορφώνω σε κάτι άλλο και θα θυμάμαι αυτό, όχι εκείνο που μου επιφύλαξε η ζωή. Με τη βοήθεια του κασετόφωνου, μετέφραζα τα μικρά καθημερινά δράματα σε κωμωδία. Σύντομα άρχισα να καταγράφω όλο μου το σόι, όπως θυμόμουν να μιλάει ο καθένας, αλλά και όπως εμένα θα μου άρεσε να κολλάνε οι φράσεις τους. Έκανα δηλαδή ένα αυτόματο μοντάζ, με κωμική πάντα διάσταση, αφήνοντας στην άκρη τα περιττά. Όπως κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικό πρόσωπο, έτσι έχει και διαφορετική φωνή. Και όπως παρακολουθείς τα μάτια και τα χείλη του όταν μιλάει, έτσι πρέπει να μπορείς να παρακολουθείς πού τοποθετεί τις
9
LAZOPOULOS sel_Final_Layout 1 23/04/2012 12:20 ΜΜ Page 10
10
τελείες, πού ακουμπάει τα κόμματα και τα αποσιωπητικά και πότε μακραίνει μια φράση του. Να εντοπίζεις δηλαδή τους προφορικούς χρόνους του συναισθηματισμού του. Ήξερα ήδη ότι μπορούσα να το κάνω. Μπορούσα να εντυπώνω όχι μόνο τις φωνές του καθενός, αλλά και το ιστορικό των φωνών, καθώς και την ένταση που τις χρωμάτιζε διαφορετικά κάθε στιγμή. Κι έτσι, με τη βοήθεια του κασετόφωνου, έγραψα σύντομα το πρώτο μου σατιρικό έργο. Ο «κύριος Ιδιότροπος» –έτσι το τιτλοφόρησα– ήταν βέβαια ο πατέρας μου. Ένας συνηθισμένος υπάλληλος, ένας οικογενειάρχης που ταλαιπωρεί τους πάντες γύρω του με τις παραξενιές του. Τόσο, που γίνονται κι εκείνοι ιδιότροποι προσπαθώντας να πάνε με τα νερά του. Δεν ξέρω αν ο ίδιος πληροφορήθηκε –και πότε– ότι υπήρξε ο πρώτος πρωταγωνιστής μου. Ο πατέρας μου δεν έλεγε πολλά, έτσι ήταν ο χαρακτήρας του. Τα περισσότερα που έκανε για μας τα έμαθα αφού πέθανε. Τα έκρυβε σ’ ένα ντουλάπι. Και μόνο όταν το ανοίξαμε τον γνώρισα πραγματικά. Ο πατέρας μου ήταν όλος χωμένος σ’ ένα ντουλάπι, που ανακάλυψα μετά. Όταν ξεκίνησα το θέατρο, στην αρχή εκείνος δεν το ήθελε. Κανείς δεν το ήθελε, εκτός από τη μητέρα μου. Ο πατέρας μου μάλιστα απέφευγε να έρθει να με δει να παίζω. Και μια φορά που ήρθε στο Θεσσαλικό Θέατρο, έπεσε πάνω σε κάτι θρησκόληπτους, που διαδήλωναν εξαιτίας ενός κειμένου που είχα γράψει για το Χαιρέτα μου τον πλάτανο, γύρω από τρεις πόρνες που εξομολογούνται. Ανάμεσα στις πέτρες που εκσφενδονίζονταν, βλέπω ξαφνικά να μπαίνει στη μέση ο πατέρας μου. Δεν ήξερα ως τότε αν με είχε δει στη σκηνή. Δεν μου είχε πει κουβέντα. Αργότερα έμαθα ότι ερχόταν κρυφά. Έτσι ήταν ο χαρακτήρας του. Πέρασαν χρόνια, είχα γίνει πια γνωστός, όταν ήρθε να με δει, δίχως πια να κρύβεται, στο «Βέμπο». Στάθηκε όρθιος στο βάθος, και τότε πρώτη φορά τον πρόσεξα. Του είπα αργότερα, «Μα γιατί δεν με ειδοποίησες να σου κρατήσω μια θέση μπροστά;» «Εγώ», μου απάντησε, «είμαι ο πατέρας σου. Οι άλλοι για να σε δουν κάνουν τόσο δρόμο. Δεν θέλω να πάρω τη θέση τους». Από τότε συνήθισα ότι ο μόνος που μπορεί να με βλέπει όρθιος είναι εκείνος. Και ενώ έχουν περάσει χρόνια από το θάνατό του, δεν μπορώ να δω όρθιο θεατή στο βάθος. Ταράζομαι, χάνω
LAZOPOULOS sel_Final_Layout 1 23/04/2012 12:20 ΜΜ Page 11
τα λόγια μου. Και το εξηγώ πάντα στους νέους ταξιθέτες: δεν θέλω να μένει κανείς όρθιος στο βάθος της αίθουσας. Ο «κύριος Ιδιότροπος» είναι και σήμερα παρών στο «Τσαντίρι». Όπως κι εκείνος ο έφηβος από τη Λάρισα, που ήθελε το τραγικό να το κάνει κωμικό. Το κασετόφωνο του θείου Νάσου έγινε βέβαια τηλεοπτική κάμερα. Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που άλλαξε. Σαν παιδί δεν ήμουν ποτέ δυναμικός. Ήμουν πάντα ένας παρατηρητής, που μιλούσε λίγο προς το τέλος. Δεν είχα ποτέ θάρρος στα εφηβικά μου χρόνια. Πολέμησα για να το αποκτήσω. Κι εκείνες οι κασέτες που μάζεψα πριν φύγω από τη Λάρισα βοήθησαν. Σαν αυτή η διαδικασία να με έμαθε να μιλάω πια για όσα συμβαίνουν γύρω μου χωρίς φόβο. Ανατρέχοντας σε όλα αυτά τα κείμενα που ανθολογήσαμε με τον Φώτη, κείμενα που έγραψα για το «Τσαντίρι» τα τελευταία αυτά δυόμισι χρόνια που άλλαξαν τη ζωή μας, δυόμισι χρόνια ανάμεσα σε δυο εκλογικές αναμετρήσεις και μια βίαιη κοινωνική αλλαγή, ξέρω ότι έχω μεγαλύτερο θάρρος. Τότε δεν είχα κανένα. Και τώρα που το έχω, θέλω πάντα να μοιράζομαι μαζί σας αυτά που σκέφτομαι, αισθάνομαι και ελπίζω. Έτσι είναι ο χαρακτήρας μου. Λ.Λ.
11