MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 5
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΔΑΣ
Η ΓΟΗΤΕΙΑ ΜΙΑΣ ΣΥΝΤΡΙΒΗΣ Μυθιστόρημα
h
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 6
©
Copyright Δημήτρης Μάρδας – Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2012
Έτος 1ης έκδοσης: 2012 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31
e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com
ISBN 978-960-03-5450-8
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 7
Στους φοιτητές και στις φοιτήτριές μου, των οποίων η φαντασία και οι ιδέες αποτελούν πηγή γνώσης για μας.
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 8
Η αναφορά σε φανταστικές χώρες όπως και οι περιγραφές ιστορικών εξελίξεων αναντίστοιχες με την πραγματικότητα εξυπηρετούν τις ανάγκες του μύθου. Επίσης η σύμπτωση χρονολογιών, γεγονότων και ονομάτων αποτελεί τυχαίο γεγονός.
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 9
1
ΑΜΑ, ΑΤΟ ΤΟ ΑΕλΟΠλΑΝΟ ΠΕΣΕΙ!... ε, μαμά, ατό το αε-
πέσει!» Μ«Τιλοπλάνο λες, αγάπη μου; Ποιο αεροπλάνο θα πέσει;» ρώτησε δή-
«
θεν αδιάφορα αλλά έντρομη η Ρούλα από τη βεβαιότητα της Κυβέλης των είκοσι περίπου μηνών! Παρά την ηλικία της, η μικρή τους κόρη είχε άποψη για το ποιο αεροσκάφος θα ’φθανε στον προορισμό του και ποιο όχι! «Να, μαμά, ατό το αελοπλάνο πέσει!» επανέλαβε η Κυβέλη επίμονα, χαμογελώντας και διασκεδάζοντας ενδεχομένως με την ταραχή που διέκρινε στο πρόσωπο της μαμάς. Με το δαχτυλάκι της έδειχνε ένα αεροσκάφος της Alitalia, παρκαρισμένο δίπλα σ’ αυτό όπου επέβαινε όλη η οικογένεια. «Μην ανησυχείς... το παιδί δεν αναφέρεται στο δικό μας αλλά στο διπλανό...» τόνισε ο Δημήτρης, προσπαθώντας να καλμάρει τη σύζυγό του. «Το μαύρο σου χιούμορ πήρε το παιδί!» απάντησε αναψοκοκκινισμένη η Ρούλα, προσπαθώντας να διακρίνει στο μισοσκόταδο το αεροπλάνο των ιταλικών αερογραμμών, αφού η μικρή επαναλάμβανε το τροπάριό της για πολλοστή φορά, με ιδιαίτερη μάλιστα χαρά. Όλα αυτά συνέβαιναν τον Ιανουάριο του 1994 στο αεροδρόμιο της Βιένης. Μετά τις χριστουγεννιάτικες γιορτές, γύριζαν οι τρεις
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 10
τους στο γκρίζο τοπίο των Βρυξελών, που λάτρευε η Ρούλα, ενώ εκείνος νοσταλγούσε πια την Ελλάδα μετρώντας μέρες... Η Κυβέλη, αν και αδιαφορούσε για το καταθλιπτικό περιβάλλον της πόλης, όπου ζούσε σχεδόν δύο χρόνια, μάντευε το ζοφερό μέλλον κάποιων αεροπλάνων! Μεταξύ αστείου και σοβαρού, το ζευγάρι μετά από αρκετή κουβέντα έκλεισε το επίμαχο θέμα της πτώσης ή μη του αεροσκάφους, ενώ και η μικρή δε φαινόταν να διασκεδάζει πια με το φόβο της μαμάς της. Η Ρούλα με κλειστά τα μάτια ανοιγόκλεινε διακριτικά τα χείλη κατά την απογείωση μέσα στη βροχή και τη νυχτερινή κακοκαιρία. «Γυναίκα, ψάλε το τῇ ὑπερμάχῳ, έχει πιο επικό χαρακτήρα και ταιριάζει περισσότερο στην περίπτωσή μας...» «Σταμάτα το καλύτερα», ήταν η χωρίς πολλά σχόλια απάντηση, ανάμεσα στις φράσεις της προσευχής, ενώ μετά από λίγα λεπτά η κουβέντα πήρε άλλη τροπή. «Δεν άγγιξες καν το φαγητό σου, ενώ προηγουμένως στο αεροδρόμιο μας έπρηξες λέγοντας ότι πεθαίνεις της πείνας!» «Δεν πεινώ πια... και ειλικρινά δε σε καταλαβαίνω... Μα πώς είναι δυνατόν να παίζεις έτσι με τον πόνο μου;» «Καλά, καλά, μη φωνάζεις, ηρέμησε... σωπαίνω και δε σε ξαναενοχλώ! Παρ’ όλα αυτά, μπορώ να πάρω τουλάχιστον τα εξαίσια συνθετικά εδέσματα του δίσκου σου; Ας διασκεδάσω λίγο...» «Πάρε να τελειώνουμε... ζώον! Δεν έχω λόγια... πραγματικά, τα ’χω τελείως χαμένα μαζί σου! Πώς μπορεί να σε διακρίνει τόση αναισθησία!» Η μικρή τους κόρη δεν άργησε να κοιμηθεί, η Ρούλα χαλάρωσε, ενώ αυτός με διάφορες σκέψεις στο μυαλό περνούσε την ώρα του. Αισίως, γύρω στα μεσάνυχτα, η οικογένεια έφτασε στις μουντές Βρυξέλες. Η γνωστή, κουραστική, αλλά γνώριμη εδώ και δύο σχεδόν χρόνια, βροχή τους υποδέχθηκε στο αεροδρόμιο. «Ρούλα, άνοιξε την τηλεόραση, στο CNN, γρήγορα...»
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 11
«Γιατί τόση πρεμούρα, μόλις μπήκαμε!» απόρησε. «Άνοιξε, κούκλα μου, αν έπεσε πράγματι το αεροσκάφος της Alitalia τότε είμαστε πλούσιοι. Έχουμε ένα μέντιουμ στην παρέα μας!» «Δεν το πιστεύω... και μου ’κανες το θαρραλέο και τον καμπόσο...» ξεσπάθωσε, συνεχίζοντας με τους γνωστούς ελληνικούς χαρακτηρισμούς, διεθνώς γνωστούς, που ευτυχώς δεν τους κατανοούσε –μάλλον– η Κυβέλη. Η μικρή, κουνώντας τα χεράκια και σκορπώντας μειδιάματα στη μία τα ξημερώματα, φαινόταν να το διασκεδάζει. SSS «Δημήτρη, εξετάσαμε με τον Άκη Πάκη τις προτάσεις που μας έστειλες. Οι ιδέες σου φαίνονται ενδιαφέρουσες, οπότε αποφασίσαμε να σ’ εντάξουμε στην ομάδα μας. Έχουμε φοβερή δουλειά, αφού η ολοκλήρωση της “Ενιαίας Αγοράς”1 πλησιάζει κι εμείς τρέχουμε και δε φτάνουμε. Αν τελικά θέλεις να ’ρθεις εδώ, είσαι ευπρόσδεκτος. Mην αλλάξεις όμως γνώμη στους επόμενους μήνες, γιατί δεν υπάρχουν περιθώρια γι’ ανακατατάξεις στο προσωπικό...» Μ’ αυτά τα λόγια ο Ντέιβιντ Μπλάκυ, Τμημα1. Έως τα μέσα της δεκαετίας του 1980 διαπιστώθηκε ότι οι τέσσερις
θεμελιώδεις αρχές, πάνω στις οποίες θα κτιζόταν η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), δηλαδή της ελεύθερης κυκλοφορίας των αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίων και προσώπων, δεν είχαν τεθεί σ’ εφαρμογή, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που είχε προβλεφθεί από την ιδρυτική Συνθήκη της ΕΟΚ, τη Συνθήκη της Ρώμης του 1957. Έτσι άρχισαν οι διαπραγματεύσεις, με σκοπό την απεμπλοκή της ΕΟΚ από το τέλμα στο οποίο είχε περιέλθει. Σύμφωνα με όσα αποφασίστηκαν, οι αλλαγές που έπρεπε να γίνουν καταγράφηκαν στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, ένα ολιγοσέλιδο κείμενο, που άλλαξε όμως τη ροή της ιστορίας της ΕΟΚ, με τη θεμελίωση της Ενιαίας Αγοράς (βλ. Δ. Μάρδας, Από την ΕΟΚ στην ΕΕ, εκδ. Ζυγός, Θεσσαλονίκη 2008).
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 12
τάρχης στη Γενική Διεύθυνση Βιομηχανίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,2 έκλεισε την τηλεφωνική συνδιάλεξη μαζί του, κατά τα τέλη Ιουλίου του 1991. «Αποφασίσαμε να ’ρθουμε, αφού δεν έχουμε την παραμικρή δέσμευση εδώ. Έχω βρει τους συναδέλφους που θα μ’ αντικαταστήσουν στο πανεπιστήμιο, οπότε είμαι ελεύθερος να έρθω», τον διαβεβαίωσε, μη γνωρίζοντας όμως τι θα του ξημέρωνε. Η Ρούλα διένυε τις πρώτες μέρες της εγκυμοσύνης, χωρίς όμως να το έχει αντιληφθεί, όταν έκλεισε η συμφωνία με τον Ντέιβιντ. Το ζευγάρι λοιπόν δε γνώριζε το μέλλον κατά το χρόνο αποδοχής της τόσο δελεαστικής πρόσκλησης, οπότε, πριν καν το καλοσκεφτεί, αποφάσισε να μετακομίσει στο βορρά της Ευρώπης. Η αρχική πρόταση αφορούσε σύμβαση ενός έτους. Τελικά έμειναν σχεδόν τρία ολόκληρα χρόνια! Αν το τηλεφώνημα του Ντέιβιντ γινόταν λίγες μέρες αργότερα, όταν πλέον γνώριζαν για την εγκυμοσύνη, τότε η μετέπειτα ζωή τους θα είχε ίσως άλλη τροπή. Έτσι, παραμονές των ιερών θερινών διακοπών των Βέλγων, όπου όλα υπολειτουργούν στην Επιτροπή, έκλεισε η νέα ομάδα του Μπλάκυ μ’ ένα σύνολο «προσωρινών υπαλλήλων» και «αποσπασμένων εθνικών εμπειρογνωμόνων»,3 που έρχονταν να 2. Τα κύρια θεσμικά όργανα της ΕΟΚ ή της μεταλλαγής της σε Ευρωπαϊκή Ένωση (το 1993) είναι: η (Ευρωπαϊκή) Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο. Η Επιτροπή εισηγείται μια σειρά μέτρων και πολιτι-
κών στο Συμβούλιο. Δεν αποφασίζει, απλά καταθέτει τις προτάσεις της στο Συμβούλιο, υλοποιώντας ακολούθως τις αποφάσεις του τελευταίου, που λαμβάνονται, όταν προβλέπεται, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το Συμβούλιο απαρτίζεται από τους καθ’ ύλην αρμόδιους αξιωματούχους (υπουργούς ή υφυπουργούς) των κρατών-μελών ή τους αρχηγούς των κρατών. Στην τελευταία περίπτωση έχουμε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. 3. Η Επιτροπή λειτουργεί με τη βοήθεια ενός αριθμού μόνιμων υπαλλήλων, που αυξάνεται ανάλογα με τις ανάγκες της μ’ ένα σύνολο μη μόνι
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 13
στελεχώσουν τις υπηρεσίες της Επιτροπής σε μια περίοδο όπου οι μόνιμοι υπάλληλοί της βίωναν μια μοναδική κατάσταση παράκρουσης, λόγω υπέρογκου φόρτου εργασίας. Πέντε σχεδόν χρόνια, από τον Ιούλιο του 1987, όλοι εκεί στις Βρυξέλες πάσχιζαν να κτίσουν το οικοδόμημα της «Ενιαίας Αγοράς», όπου τα πάντα, αγαθά, υπηρεσίες, πρόσωπα και κεφάλαια, έπρεπε να διακινούνται ελεύθερα, χωρίς τον παραμικρό περιορισμό ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Κοινότητας, με την έναρξη του 1993. SSS Δύο Ιανουαρίου του 1992, ημέρα Πέμπτη. Όλοι οι φίλοι του κοιμόντουσαν, ενώ αυτός, μόνος στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης ξημερώματα, έπαιρνε την κάρτα επιβίβασης για Βρυξέλες, μέσω Βιένης. «Παράθυρο αν είναι δυνατόν κι αν δεν υπάρχει διαθέσιμο κάθισμα εκεί, τουλάχιστον δώστε μου μια θέση στο διάδρομο», ζήτησε από τη συνοδό εδάφους με μάτια κόκκινα από την αϋπνία. Ήθελε ν’ αποφύγει με κάθε θυσία το κάθισμα που βρισκόταν ανάμεσα σ’ αυτό του παραθύρου και το άλλο του διαδρόμου. Τον τρόμαζε η σκέψη του στριμώγματος από δύο ευτραφείς επιβάτες –πιθανή και όχι οριακή περίπτωση–, που θ’ απολάμβαναν τις ανέσεις των δυο παραπάνω προνομιακών θέσεων, ενώ ο ίδιος σαν παστουρμάς θα προσπαθούσε να στηρίξει ένα νυσταγμένο κεφάλι στον κουρασμένο του λαιμό. Ούτε η υγρασία του αεροδρομίου ούτε το κρύο του χειμώνα μων. Κάποιες κατηγορίες μη μόνιμων στελεχών είναι: Οι επικουρικοί υπάλληλοι, οι προσωρινοί υπάλληλοι, όπως και οι εθνικοί αποσπασμένοι εμπειρογνώμονες, οι τελευταίοι με ανώτατο χρόνο παραμονής στις υπηρεσίες της Επιτροπής τα τρία χρόνια. Η τρίτη κατηγορία απαρτίζεται από δημόσιους υπαλλήλους των κρατών-μελών, που αποσπώνται από τις υπηρεσίες τους στην Επιτροπή με συγκεκριμένη διαδικασία.
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 14
επηρέασαν τη διάθεσή του για ύπνο. Με τη σκέψη ότι θα εγκατέλειπε τη Θεσσαλονίκη, δεν άφησε ώρα ανεκμετάλλευτη το διήμερο που πέρασε. Έτσι, τα βλέφαρά του βάρυναν, ενώ ένας ενοχλητικός βόμβος στ’ αφτιά πρόδιδε τα όρια της κατάρρευσης που άγγιζε. Κούρνιασε στο κάθισμα, δίπλα στο παράθυρο, έγειρε το κεφάλι και πριν από την απογείωση παραδόθηκε σ’ ένα βαθύ γλυκό ύπνο. Δεν πρόσεξε καν τα άτομα που κάθονταν γύρω του. Διαπίστωσε όμως, πριν κοιμηθεί, ότι το κάθισμα δίπλα ακριβώς από το δικό του παρέμεινε, όλως τυχαίως, κενό, γεγονός που τον χαροποίησε, γιατί μπορούσε άνετα ν’ απλώσει τα πόδια χωρίς να ενοχλεί τον οποιονδήποτε. «Τι πάθανε και θέλουν να ’μαι στις Βρυξέλες, σήμερα, τέλος της βδομάδας; Τι συνταρακτικό θα γινόταν αν πήγαινα στην αρχή της επόμενης;» αναλογίστηκε πριν κλείσει τα μάτια. Μετά από μισή ώρα ύπνου αισθανόταν ολόφρεσκος, χαλαρός και αρκετά πεινασμένος. Ήδη μια ευχάριστη μυρωδιά ομελέτας πλανιόταν στον αέρα, ενώ οι αεροσυνοδοί ετοιμάζονταν για τα προβλεπόμενα. Ξεκούραστος, μετά την ολιγόλεπτη αλλά άκρως ανανεωτική πρωινή σιέστα, άρχισε να χαζεύει. Μια θέση μετά τη δική του την κενή, στα αριστερά του διαδρόμου, στη 14D, μια κυρία γύρω στα τριάντα διάβαζε το Βιβλίο της Άμμου του Μπόρχες. Με κλεφτές ματιές άρχισε να την περιεργάζεται. Ήταν κομψή, απλά ντυμένη. Τα καστανόξανθα μαλλιά, τραβηγμένα ελαφρά προς τα πίσω, άφηναν να φαίνεται το φινετσάτο της πρόσωπο, με εντυπωσιακά χείλη, απαλά βαμμένα, ωραίο σχήμα κι ανεπαίσθητες ζάρες. Φορούσε μαύρη παντελόνα και ζιβάγκο εφαρμοστό στο ίδιο χρώμα, που τόνιζε το πλούσιο μπούστο και το γυμνασμένο λεπτό σώμα. Το λευκό σακάκι της, αφημένο στο κάθισμα ανάμεσά τους, ανέδιδε τη λεπτή μυρωδιά ενός διακριτικού αρώματος. Είχε σταυρώσει τα πόδια, στο στενό χώρο ανάμεσα στο δικό της κάθισμα και το μπροστινό –στάση που έδειχνε μια ιδιαίτερη ευελιξία– γέρνοντας το σώμα προς το μέ
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 15
ρος του, εκμεταλλευόμενη, όπως κι αυτός, τον κενό χώρο ανάμεσά τους. Έψαχνε τρόπο να την προσεγγίσει. Το βιβλίο που διάβαζε του πρόσφερε καλό άλλοθι. Τα κλασικά καμάκια δε χάνουν τέτοιες μοναδικές ευκαιρίες! Το θεωρούσε όμως πολύ ξεπερασμένο αν όχι φτηνιάρικο. «Α... πολύ ενδιαφέρων ο Μπόρχες... ανταγωνιστικός του Μαρκές... αν και κατ’ άλλους θεωρείται υπερβολή η σύγκριση μεταξύ των δύο. Το πιο δυνατό του σημείο δε νομίζετε ότι βρίσκεται στη “νύχτα των δώρων”;» Με παρόμοιες πεζές ατάκες, προσπαθούν πολλοί άρρενες ταξιδιώτες των εικονικών ή πραγματικών πτήσεων να καμακώσουν το θήραμά τους, που, λόγω χώρου και χρόνου, δε διαθέτει άλλη επιλογή από το να εμπλακεί σε μια πρώτη συζήτηση. «Το βιβλίο απορρίπτεται ως μέσο επικοινωνίας...» ξεκαθάρισε μέσα του. Έτσι, έψαχνε να συναντήσει το αφηρημένο βλέμμα της προς την κατεύθυνση του παραθύρου, για ν’ αδράξει την ευκαιρία και μ’ ένα χαμόγελο –έτοιμο το ’χε– ν’ αρχίσει να μιλά για το βαθύ γαλάζιο χρώμα του ουρανού επάνω από τα σύννεφα... Μάταια όμως, ούτε κι αυτό καρποφόρησε. Μη βρίσκοντας κάτι πρόσφορο, εγκατέλειψε την ιδέα, προσωρινά τουλάχιστον. Στα κινηματογραφικά βέβαια έργα, όλη η προσπάθεια για τη γνωριμία ενός κυρίου με τη διπλανή συνεπιβάτη του –η οποία όλως τυχαίως μοιάζει στην Αντζελίνα Τζολί ή τη Μόνικα Μπελούτσι– οδηγεί σε μια θυελλώδη σχέση με κατάληξη το παθιασμένο σεξ στη στενή τουαλέτα του αεροπλάνου ή στο ξενοδοχείο της χώρας προορισμού. Και αν πάλι οι απόκρυφες σκέψεις της στιγμής απέχουν από την πραγματικότητα, οι φαντασιώσεις των επιβατών κάθε φύλου αντισταθμίζουν την αδυναμία της όποιας αναπάντεχης, γοητευτικής αλλά ασύλληπτης ερωτικής επαφής! Περιφέροντας το βλέμμα προς την άλλη πλευρά του διαδρό
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 16
μου, το μάτι του έπεσε σ’ έναν αεικίνητο μπόμπιρα, που με την κατάκοπη μητέρα του κατέλαβαν τις θέσεις 14A και 14B, δηλαδή αυτή του παραθύρου της απέναντι πλευράς και την αμέσως επόμενη. Δίπλα ακριβώς στο μικρό ταξιδιώτη, στη θέση 14C, στα δεξιά του διαδρόμου, θρονιάστηκε ένας κύριος άψογα ντυμένος, που διάβαζε τους Financial Times. Ο μικρός, γύρω στα έξι, με περιποιημένα καστανά μαλλιά, επιλέγοντας τη θέση ανάμεσα στη μητέρα του και στον «ατσαλάκωτο» κύριο, άρχισε να χαιρετά τον Δημήτρη μ’ ένα τεράστιο χαμόγελο και μπόλικες γκριμάτσες. Στριφογύριζε το έρημο παιδί στο στενό κάθισμα, εκνευρισμένο από τον εξαναγκασμό που επέβαλαν οι κανόνες της πτήσης, με αποτέλεσμα τον περιορισμό των κινήσεων! Εκείνος ανταπέδωσε το χαιρετισμό, λειτουργώντας υστερόβουλα βέβαια, γιατί έλπιζε ν’ αποσπάσει με τις κινήσεις του την προσοχή της ξανθιάς κυρίας, χωρίς πάλι επιτυχία. Μια αεροσυνοδός άρχισε να σερβίρει το πρωινό, ενώ μια δεύτερη πρόσφερε το αναψυκτικό μετά από λίγο, παρκάροντας το ειδικό καρότσι λίγο πιο επάνω από τη 14η σειρά των καθισμάτων. «Τι θα πάρετε;» ρώτησε ευγενέστατα στα αγγλικά τον κοστουμαρισμένο κύριο, ακριβώς δίπλα στον υπερκινητικό εξάχρονο, που αδημονούσε να δώσει... εντολή για το αναψυκτικό της αρεσκείας του. «Πορτοκαλάδα, παρακαλώ», απάντησε, διακόπτοντας το διάβασμα της εφημερίδας. «Εγώ θέλω πορτοκαλάδα...» πετάχτηκε ανυπόμονος ο μικρός στα ελληνικά, δείχνοντας με το δαχτυλάκι το αναψυκτικό που επιθυμούσε. Τη στιγμή που η αεροσυνοδός πρόσφερε στον «ατσαλάκωτο» το γεμάτο ποτήρι, ένας επιβάτης της 13ης σειράς, ελαφρά πίσω και στ’ αριστερά της, είχε τη φαεινή ιδέα να ζητήσει κάτι. Η πρόθυμη να εξυπηρετήσει κυρία, με το ποτήρι προτεταμένο προς το γραβατωμένο κύριο στα δεξιά της, γύρισε το κεφάλι προς
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 17
το βιαστικό ταξιδιώτη, χάνοντας όμως έτσι την οπτική επαφή του ποτηριού που κρατούσε. Ταυτόχρονα, σε κλάσμα δευτερολέπτου, ο πιτσιρικάς, βλέποντας την πορτοκαλάδα να κινείται αργά προς το μέρος του, άπλωσε αστραπιαία το χέρι αγγίζοντας το ποτήρι. Αντιλαμβανόμενη η μαμά την... απρέπεια και τις προθέσεις του μικρού, προσπάθησε μ’ ένα υστερικό «Μη», να το αποτρέψει. Ο γιος της, έντρομος, απομάκρυνε αμέσως τη μικρή του παλάμη από το ποτήρι, πριν προφτάσει να το πιάσει ο κύριος δίπλα του. Η αεροσυνοδός, καθώς αισθάνθηκε ένα χέρι –χωρίς να το βλέπει– να πιάνει το ποτήρι... τ’ άφησε. Τις επόμενες στιγμές εκτυλίχθηκαν σκηνές απείρου κάλλους! Το ποτήρι, μετέωρο, έσκασε γεμάτο επάνω στο δίσκο με το πρωινό του ασπροκόλαρου. Ένα μέρος της πορτοκαλάδας, αναπηδώντας σαν πίδακας, βρέθηκε στο μπράτσο της καστανόξανθης κυρίας της 14D θέσης, λεκιάζοντας τη μαύρη μπλούζα. Η αεροσυνοδός μ’ έκπληκτα μάτια απορούσε για το συμβάν, ενώ ο Δημήτρης, που όλως τυχαίως είδε όλη τη σκηνή, δεν μπορούσε να σταματήσει το γέλιο του. Ταχύτατα, πρόσφερε ό,τι διέθετε στην άγνωστη του παραδιπλανού καθίσματος, η οποία, μη δίνοντας πολύ σημασία στο γεγονός, προσπαθούσε να κατανοήσει το ταξίδι της ουρανοκατέβατης πορτοκαλάδας. «Εσείς, όπως συμπεραίνω από το ύφος σας, πρέπει να είδατε μάλλον πράγματα που άλλοι αγνοούν...» σχολίασε, μισοκλείνοντας συνωμοτικά τα μάτια. «Δεν είναι δυνατόν... δεν είναι δυνατόν...» μουρμούρισε, κατακόκκινος από το ζόρι. «Τι δεν είναι δυνατόν, τέλος πάντων;» ζητούσε να μάθει η παθούσα, ενώ αυθόρμητα άρχισε να γελά και η ίδια, συγκρατημένα όμως, γιατί ο καλοντυμένος ταξιδιώτης, που ’χε λουστεί το μεγαλύτερο μέρος της πορτοκαλάδας, απείχε μόλις ένα μέτρο από το λερωμένο της χέρι. «Μόνο στο σινεμά συμβαίνουν τέτοια...» πρόσθεσε κουνώ
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 18
ντας το κεφάλι και της περιέγραψε το περιστατικό με κάθε λεπτομέρεια. Το ατύχημα, σαν από μηχανής θεός, έδωσε ανέλπιστα λύση στο ζητούμενο εδώ και ώρα: την πρώτη λεκτική επαφή. «Ποιος είναι ο τελικός σας σταθμός, η Βιένη ή κάποια άλλη πόλη του κόσμου;» ρώτησε η κυρία μετά τις πρώτες κουβέντες και αφού συνήλθε από το... σοκ. «Οι Βρυξέλες», απάντησε και συνέχισε, «... εσείς για πού είστε; Ταξιδεύετε σε μακρύτερους προορισμούς;» «Κι εγώ για κει είμαι...» αποκρίθηκε χαμηλόφωνα, ίσως και λίγο βαργεστημένα. Το διακριτικό μακιγιάζ αναδείκνυε τα λεπτά χαρακτηριστικά ενός τέλειου προσώπου, αδυνατώντας όμως να κρύψει ένα ανεπαίσθητο μελαγχολικό βλέμμα πίσω από τα γκριζογάλανα μάτια της. Έχοντας η άγνωστη, έως τότε, συνεπιβάτης την πρωτοβουλία των ερωτήσεων, δύσκολα μπορούσε αυτός να την «ψαρέψει». Στο δεξί της χέρι φιγουράριζε μια λεπτή βέρα κι ένα μονόπετρο δαχτυλίδι με αρκετά μεγάλο μπριγιάντι. Ήταν το μόνο κόσμημα που φορούσε. «Προσφέρω έναν ανθρώπινο βιενέζικο καφέ, αφού ο άλλος της πτήσης δεν πινόταν...» της πρότεινε πριν επιβιβαστούν στο δεύτερο αεροπλάνο με τελικό προορισμό τη βελγική πρωτεύουσα. «Έχουμε στη διάθεσή μας δύο περίπου ώρες», συμπλήρωσε. Εκείνη συμφώνησε, ανασηκώνοντας τους ώμους αδιάφορα, οπότε κατευθύνθηκαν στο βάθος του διαδρόμου, σ’ ένα μπιστρό, προσποιούμενο με την προσεγμένη διακόσμησή του μια παλιότερη εποχή! Παρά τα γέλια και το ευχάριστο περιβάλλον, το μελαγχολικό της βλέμμα, αν και καλά καμουφλαρισμένο από το όλο παρουσιαστικό, δεν έλεγε να σβήσει. «Εσείς πώς βρεθήκατε στις Βρυξέλες;» τη ρώτησε, ενώ καθώς την παρατηρούσε του φαινόταν όλο και πιο γνώριμη η όψη
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 19
της. Η μνήμη του όμως δεν τον βοηθούσε να θυμηθεί κάτι περισσότερο. «... Για δουλειές», είπε αόριστα. «... Ενώ ο σύζυγος μένει... στην Ελλάδα ή θα ’ρθει σε λίγες μέρες;» «Ε, μένει στην Ελλάδα προς το παρόν...» διευκρίνισε χαμηλώνοντας το βλέμμα και ρουφώντας μια γουλιά καφέ. «Ζούμε χωριστά για λίγο διάστημα. Αυτός στην Αθήνα, εγώ στις Βρυξέλες... Το κοριτσάκι μας μένει μαζί μου βέβαια... Αναγκαστήκαμε να χωρίσουμε γιατί μας έτυχαν διάφορα αναπάντεχα γεγονότα, αλλά ελπίζω να ξανασμίξουμε σύντομα, μόλις οι περιστάσεις το επιτρέψουν...» Ήταν ευδιάκριτος ένας δισταγμός σε όσα με το τσιγκέλι ξεφούρνιζε. Ενδεχομένως κάτι έκρυβε ή κάτι ήθελε ν’ αποφύγει η μυστηριώδης γυναίκα της πτήσης Θεσσαλονίκη-Βρυξέλες. Η όλη κατάσταση προκαλούσε ενδιαφέρον. Παρά το σύντομο χρονικό διάστημα που γνωρίζονταν, αναπτύχθηκε μια οικειότητα μεταξύ τους. Προσπαθώντας να εισχωρήσει στο άγνωστο παρόν και παρελθόν της Μαρίας –έτσι την έλεγαν–, έδινε όσα στοιχεία ήταν γνωστά, πολύ ή λίγο, για τη δουλειά που τον περίμενε στην Επιτροπή. «Ο άνδρας σου μένει στην Αθήνα, ενώ εσύ επιβιβάστηκες στη Θεσσαλονίκη», παρατήρησε επιμένοντας διακριτικά, για να βγάλει κάποια άκρη. Το ερμητικά κλειστό στόμα της Μαρίας, σε δύσκολες ερωτήσεις, που τις απόφευγε έντεχνα, άρχισε να του εξάπτει την περιέργεια. Φρόντισαν να καθίσουν μαζί στην επόμενη πτήση, για να μη διακόψουν τη συζήτηση. Μόνη, με λιγοστά πράγματα πήγε προς το τρενάκι που κατευθυνόταν στο κέντρο της πόλης. Θα κατέβαινε στη στάση του Gare du Nord. «Δε γνωρίζω πού θα μείνω, ούτε καν ξέρω το τηλέφωνο του
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 20
μελλοντικού μου γραφείου», είπε αυτός λίγο πριν χωρίσουν. «Θα ’θελα όμως πολύ να τα ξαναλέγαμε τις επόμενες μέρες, ενδεχομένως για ένα ποτό, αν μπορείς φυσικά...» «Θα σου δώσω το νούμερο μιας γειτόνισσας στο σπίτι που μένω, γιατί εγώ δεν έχω τηλέφωνο στο διαμέρισμα. Άφησε όνομα, τον αριθμό του τηλεφώνου που μπορώ να σε βρω, και θα επικοινωνήσω μαζί σου με την πρώτη ευκαιρία», πρότεινε χωρίς περιστροφές. Αφού σημείωσε τα σχετικά, γράφοντας σ’ ένα χαρτί και το επώνυμο «Δημητράτου», τον χαιρέτησε και χάθηκε στην αποβάθρα. Μετά από πέντε μέρες συναντήθηκαν στα πεταχτά για ένα γρήγορο μεσημεριανό στο εστιατόριο κοντά στην πλατεία Madou. Έξι μέρες αργότερα, βρέθηκαν το βράδυ, με την κόρη της μαζί, σ’ ένα από τα ιταλικά εστιατόρια της οδού Franklin, κοντά στην πλατεία Robert Schuman. Η Μαρία σε όλη τη διάρκεια της συνάντησης έδειχνε ιδιαίτερα ανήσυχη, αν όχι τρομοκρατημένη, μη δίνοντας όμως την παραμικρή εξήγηση για τη φανερά ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της ταραχή. Είχαν προηγηθεί αρκετές τηλεφωνικές συνδιαλέξεις στο ενδιάμεσο διάστημα, με δική της πρωτοβουλία κυρίως. Δεν άργησε να του δώσει το τηλέφωνο της εταιρείας όπου εργαζόταν, οπότε η επικοινωνία πύκνωσε και συνάμα άρχισε να γίνεται πιο φιλική. Στο εικοσαήμερο, μετά τις πρώτες συναντήσεις και τα τηλεφωνήματα που κατέληγαν σε πολύωρες συζητήσεις, εκτιμώντας ενδεχομένως ότι ο συνταξιδιώτης που γνώρισε προ ημερών δεν αποτελούσε απειλή, ή θέλοντας κάπου να ξεδώσει από μια αφόρητη εσωτερική πίεση που ένιωθε, άρχισε να ξεδιπλώνει μπροστά του μια οδυνηρή περιπέτεια στη διάρκεια ενός βραδινού. «Ο άνδρας μου ασχολείται με κοσμήματα, εμπόριο πολύτιμων λίθων, όπως και με εισαγωγές ακριβών ρολογιών κάθε μορφής, πολυτελών είτε για συγκεκριμένες ανάγκες. Είχαμε
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 21
μια πολύ καλή επιχείρηση σχεδιασμού και κατασκευής κοσμημάτων με πελάτες καταστήματα της Ελλάδας και κάποιων άλλων ξένων μεγάλων πόλεων. Παράλληλα προμηθεύαμε το Δημόσιο με εξειδικευμένα ρολόγια και χρονόμετρα. Πουλούσαμε στο υπουργείο Άμυνας ρολόγια ειδικών προδιαγραφών για τους υποβρύχιους καταστροφείς, αλεξιπτωτιστές και γι’ άλλους στρατιώτες και χρονόμετρα στο υπουργείο Αθλητισμού. Ήμασταν για καιρό οι κυρίαρχοι παίκτες στην τόσο παράξενη αυτή αγορά, σαρώνοντας κάθε κρατική παραγγελία, γεγονός που προκάλεσε, εκτός των άλλων, και το φθόνο των ανταγωνιστών μας. »Όσον αφορά στα κοσμήματα, δυστυχώς, παρά το εύρος των πωλήσεων που πετύχαμε για χρόνια, δε χτίσαμε ένα δικό μας όνομα. Από την άλλη, ξανοιχτήκαμε πολύ, οπότε ο άνδρας μου αναγκάστηκε να δανειστεί αρκετά χρήματα, σε μια περίοδο που χάσαμε, για διάφορους λόγους, σημαντικούς πελάτες, το 1988. Οι τράπεζες αρχικά μας έδιναν τα δάνεια που χρειαζόμασταν, μετά το 1989 όμως, βλέποντας ότι η επιχείρηση άρχισε να παραπαίει, τα ’κοψαν. Το Δημόσιο με τις καθυστερήσεις πληρωμών για παλιές συμβάσεις μας τσάκισε, ενώ οι τοκογλύφοι μας αποτελείωσαν! Η θολή αγορά των δανείων δεν έχει οίκτο. Οι απειλές για τη ζωή μας έπαιρναν κι έδιναν, καταλήγοντας στο κάψιμο του αμαξιού της εταιρείας. Φοβήθηκε ο Φώτης, ο άνδρας μου, για την ασφάλεια τόσο τη δική μου όσο και της κόρης μας. Έτσι φύγαμε μόνες, χωρίς να το πολυσυζητήσουμε, κι ήρθαμε εδώ μ’ ελάχιστα χρήματα και χωρίς ιδιαίτερες γνωριμίες, στα μέσα του χειμώνα του 1990. Το κοριτσάκι μου, δώδεκα ετών τότε, ευτυχώς δεν έχασε τη σχολική χρονιά, παρακολουθώντας κανονικά τα μαθήματα στο “Ευρωπαϊκό Σχολείο” της πόλης. Βρήκαμε γι’ αρχή ένα μικρό και φθηνό ξενοδοχείο, το Derby αν το γνωρίζεις, κοντά στο πάρκο του Cinquartenaire. »Έκανα, κατά την πρώτη περίοδο της διαμονής μας, ό,τι δουλειές μπορείς να φανταστείς για να ορθοποδήσω, κυρίως σ’
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 22
εστιατόρια. Ήμουν σε άθλια κατάσταση. Στην απελπισία μου, βρήκα οικονομική διέξοδο πουλώντας ακόμη και τα ωάριά μου, πράξη που, παρά τα όσα ακούγονται, εγώ δε θεωρώ ανήθικη, οπότε δεν είχα τις οποιεσδήποτε αναστολές. Σε τελική ανάλυση βοηθούσα ανήμπορες γυναίκες. Είναι όμως επώδυνη εμπειρία και ενέχει πολλούς κινδύνους για την υγεία της δότριας, λόγω της ορμονοθεραπείας στην οποία υποβάλλεται με υποδόριες ενέσεις. Μετά από δώδεκα μήνες εμπλοκής στην όλη ιστορία, τελικά την εγκατέλειψα, διαπιστώνοντας παρενέργειες στο σώμα μου». «Πώς δικτυώθηκες στο τόσο μυστήριο κύκλωμα της πώλησης ωαρίων;» «Αντιμετώπισα ένα πρόβλημα υγείας, οπότε αναγκάστηκα να επισκεφτώ γυναικολόγο. Πήγα σε γιατρό συστημένη από φίλη που γνώρισα στη δουλειά. Κατά την τρίτη επίσκεψη έγινε η πρόταση, που μου φάνηκε ιδιαίτερα επικερδής στην κατάντια που ήμουν...» Έτσι έκλεισε την οδυνηρή ιστορία που βίωσε, χωρίς όμως να σταματήσει το οδοιπορικό που την ταλαιπωρούσε. «Η Ανδρομέδα, η μονάκριβη μικρή μου κόρη, τα κατάφερνε μόνη μαθαίνοντας να ’ναι αυτάρκης. Τη χαιρόμουν λίγο μόνο την Κυριακή. Ο Φώτης δεν μπορούσε να μου στείλει χρήματα, γιατί απλούστατα δεν του περίσσευαν. Εγώ βρήκα, ευτυχώς, σχετικά γρήγορα μια καλή δουλειά στην οδό Neuve, ως υπεύθυνη τμήματος στο πολυκατάστημα City 2. λίγο αργότερα την εγκατέλειψα μεταπηδώντας σε μια μεταφορική εταιρεία με πάρε-δώσε στην Αφρική και τη λατινική Αμερική, γιατί πληρωνόμουν καλύτερα. Είμαι απόφοιτος του Τμήματος Πληροφορικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, οπότε τους ήμουν χρήσιμη. »Βρήκαμε τέλος κι ένα σπιτάκι σε φτωχή γειτονιά μεταναστών στο δημοτικό διαμέρισμα του Saint Josse, κοντά στην πλατεία de la Reine. Δεν είναι και η καλύτερη περιοχή της πό
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 23
λης, μ’ όλα τα μπουρδέλα συγκεντρωμένα εκεί, τα ενοίκια όμως των σπιτιών παραμένουν φθηνά. Σταματήσαμε να φοβόμαστε, όπως παλιά... αλλά καταλαβαίνεις, τα προβλήματα δεν έχουν τελειωμό, ξεφυτρώνουν από κει που δεν τα περιμένεις. Ακόμη χρωστάμε, οπότε δεν κυκλοφορώ πολύ στην Αθήνα. Κατέβηκα στη Θεσσαλονίκη τα Χριστούγεννα για λίγες μέρες και συνάντησα τον Φώτη μετά από καιρό... Η κόρη μας έμεινε λίγο περισσότερο μαζί του, γιατί της έλειψε πολύ». «Καλά, ο άνδρας σου ασχολείται, όπως ανέφερες, με τα κοσμήματα, τα πετράδια... Η Αμβέρσα είναι το κέντρο της αγοράς διαμαντιών στην Ευρώπη, απ’ όσο γνωρίζω. Δεν έχετε επαφές ή κάποιες γνωριμίες εκεί να σας βοηθήσουν;» ρώτησε απορημένος. «Υπήρχαν πράγματι, γι’ αυτό αποφάσισα να εγκατασταθώ στο Βέλγιο, σκεπτόμενη ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, όπως εσύ. Όλοι όμως μας γύρισαν την πλάτη. Ένας μόνο μου ’δωσε 500 βελγικά φράγκα μόλις πάτησα το πόδι μου εδώ και μετά εξαφανίστηκε... Υπολόγιζα στις γνωριμίες του άνδρα μου αλλά μάταια! Ήταν η πρώτη μεγάλη απογοήτευση που ένιωσα. Ούτε ένας από γνωστούς και φίλους δε γύρισε το κεφάλι, δίνοντας έστω και λίγη προσοχή σε δυο ολομόναχες γυναίκες... Όλοι μάς βρόντηξαν στην κακή μας τύχη», ψέλλισε και με μάτια ελαφρά βουρκωμένα έστρεψε το βλέμμα προς άλλη κατεύθυνση. Ένα δάκρυ κύλησε, εξωτερικεύοντας έτσι το θυμό που δεν έλεγε να κοπάσει. Αυθόρμητα άπλωσε το δάχτυλό του να το σκουπίσει. Τον κοίταξε μ’ εκείνο το βλέμμα που πρωτοείδε στο αεροπλάνο. Πιάνοντας απαλά το χέρι του, με αργές κινήσεις το ’σφιξε στις παλάμες της, αφού πρώτα το ’συρε ελαφρά στα πληθωρικά της χείλη. Το φίλησε με απρόσμενη τρυφερότητα. «Έχω χάσει ένα κομμάτι της ζωής μου... δε με κρατά τίποτα εδώ... θέλω να φύγω κι ο κόσμος να χαλάσει θα επιστρέψω πίσω... τους έχω σιχαθεί όλους... τους άθλιους, με το αρρωστη
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 24
μένο τους μυαλό!» Σταμάτησε απότομα τη φράση που άρχισε, αλλάζοντας ξαφνικά έκφραση. Σε κλάσματα δευτερολέπτου το βλέμμα και η φωνή της αγρίεψαν. Κρατούσε ακόμη σφιχτά το χέρι του. Όλη η γοητεία που ανέδιδε εκείνο το βαθύ βλέμμα συνδυάστηκε μ’ ένα μπουχτισμένο, σκληρό, αν όχι εκδικητικό, ύφος. Φαινόταν ότι ταλαιπωρήθηκε πολύ έως ότου βρει λίγη γαλήνη από όσα της είχε επιφυλάξει η ζωή. Οι περιγραφές όμως της κατάστασης που βίωνε δημιουργούσαν πολλά ερωτήματα. Μόνο η ίδια γνώριζε τι πράγματι συνέβη. Ήταν άραγε ο σύζυγος θύμα τοκογλυφίας, κακών επιχειρηματικών επιλογών ή μήπως έβραζε, όπως πολλοί άλλοι, στα άδυτα του τζόγου ή της παρανομίας; Σπάζοντας πρώτος την ολιγόλεπτη σιωπή και θέλοντας ν’ αλλάξει το κλίμα, γύρισε την κουβέντα σε κάτι που τον απασχολούσε από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους. «Κι όμως, όσο αστείο κι αν ακούγεται, από κάπου σε ξέρω, αν και δε θυμάμαι... αλλά δε φαντάζεσαι πόσο εκνευρίζομαι όταν δεν μπορώ να επαναφέρω στο μυαλό άτομα ή καταστάσεις! Παρ’ όλα αυτά, κάποια στιγμή η μνήμη μου θα επανέλθει. Σε τελική ανάλυση, δεν υπάρχει λόγος για βιασύνες... έχουμε τόσο χρόνο μπροστά μας...» «Εγώ πάντως πρώτη φορά σε είδα στο αεροπλάνο, διαφορετικά δε θα μου ξέφευγες... έχω μνήμη ελέφαντα», απάντησε χαμογελαστά, ξαναβρίσκοντας το κέφι της. Φτάνοντας στις Βρυξέλες εκείνη την Πέμπτη, ήθελε πολύ να συναντήσει τους παλιούς του συμφοιτητές από το Παρίσι, που εγκαταστάθηκαν εκεί το 1981, αμέσως μετά την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Επίσης, είχε καιρό να δει κι άλλους φίλους, που γνώρισε το 1986-87, όταν ως ασκούμενος στην Επιτροπή έμεινε εκεί δέκα ολόκληρους μήνες. Πίστευε ότι θα μπορούσε να σουλατσάρει –τουλάχιστον την πρώτη μέρα– πίνοντας ξέγνοια
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 25
στα έναν καφέ με τους παλιούς γνώριμους στις μικρές καφετέριες γύρω από την πλατεία Schuman. Ξεκίνησε με πολλά σχέδια στο μυαλό κατά την άφιξή του. «Καλώς ήρθες στις κρύες και αφιλόξενες Βρυξέλες, όπου θα... λειώσουμε όλοι μαζί!» τον υποδέχθηκε με ιδιότυπο χιούμορ αλλά ευχάριστη διάθεση ο Ντέιβιντ Μπλάκυ, που καθόταν στο γραφείο του Άκη Πάκη. Εκεί λοιπόν, στις 2 Ιανουαρίου, αμέσως μετά το μεσημέρι, συνάντησε και τους δύο: το μελλοντικό Διευθυντή και τον Τμηματάρχη του. «Πήγαινε να πάρεις την υπηρεσιακή σου ταυτότητα, ξεμπέρδευε γρήγορα με το Γραφείο Προσωπικού κι έλα να τα πούμε πίνοντας τον απογευματινό καφέ». Έτσι τέλειωσε η πρώτη σύντομη επαφή με τον Ντέιβιντ. Χωρίς καθυστερήσεις, τακτοποίησε τα διαδικαστικά υπηρεσιακά ζητήματα. Ανέβαλε φυσικά την έξοδο με τους φίλους του κι επέστρεψε το ταχύτερο δυνατό στο κτήριο όπου θα εργαζόταν. Μπαίνοντας στον προθάλαμο, στο χώρο της γραμματείας του Μπλάκυ, αισθάνθηκε αναπάντεχα ένα σφίξιμο στο στομάχι, καθώς η μία από τις δύο κοπέλες της γραμματείας, η μόνη παρούσα, του φαινόταν γνωστή. Μόλις την αντίκρισε, η μνήμη του γύρισε λίγα χρόνια πριν, στο 1986, κατά την πρώτη του επαφή με τις εκεί υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, στο πλαίσιο του προγράμματος πρακτικής άσκησης της Επιτροπής. Ήταν η Μικαέλα, μια μικροσκοπική Ιταλίδα καβγατζού. Τότε, ως ασκούμενος, τσακώθηκε μαζί της σ’ ένα πολυπληθέστατο πολυεθνικό πάρτι, για λόγους που ουδέποτε κατανόησε, εξαιτίας ενός φίλου, του Μάκη Ιωαννίδη – με το παρατσούκλι «Αρούρης». Όταν ξέσπασε ο επίμαχος καβγάς, υπό την επήρεια του αλκοόλ, αυτός κυκλοφορούσε αμέριμνος σ’ άλλα δωμάτια. Έτρεξε όμως για συμπαράσταση στον Μάκη κι όλως τυχαίως έγινε ένας από τους πρωταγωνιστές της ιστορίας.
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 26
Η φασαρία επεκτάθηκε στις δυο παρέες των αρχικών μονομάχων, με τα γνωστά «κοσμητικά» να ρέουν άφθονα από τα στόματα των Ελλήνων. Οι Ιταλοί, με συμμάχους δυο τρεις ξανθόψειρες Γάλλους από την αντίπερα όχθη, ανταπέδιδαν, χρησιμοποιώντας παράλληλα άλλες εκφράσεις του εξίσου πλούσιου ιταλικού λεξιλογίου, όπως Va fa culo, figlio di poutana κι άλλες παρεμφερείς. Οι τόσο... μαγευτικές ρήσεις διανθίζονταν από ανάλογες γαλλικές με ευρεία χρήση βρισιές, έχοντας επίκεντρο, πάλι, τη... λατρεία της Ελλάδας από τους ξένους φίλους της. Μια ιδιαίτερα προσφιλής για τους Φράγκους φράση, η Va te faire voir chez les Grecs,4 ηχούσε σ’ όλη την αίθουσα, αναδεικνύοντας την αρχαία Αθήνα. Τα συγκεκριμένα αποφθέγματα, ως απόηχος της... βαθιάς γαλλικής κουλτούρας και έλξης για τον Πλάτωνα και τον Σωκράτη, κοσμούσαν το λεξιλόγιο της ιδιαίτερα πλούσιας κατά τ’ άλλα σ’ ελληνικές λέξεις γλώσσας των Γαλατών, των γαλλόφωνων Αλσατών και άλλων πολλών φυλών της Βρετάνης. Η φασαρία, ευτυχώς μόνο λεκτική, κόπασε σύντομα, καθώς ο πολυπολιτισμικός πολιτισμός των οπαδών της ενωμένης Ευρώπης δεν επέτρεπε ακρότητες, που άγγιζαν ενίοτε τα όρια της βαρβαρότητας! Οι εκατέρωθεν φιλοφρονήσεις κάλυψαν τέλος τις κάθε λογής απρέπειες, ενώ οι μπίρες και οι ιαχές των μεθυσμένων πρώην αντιπάλων, που μετά βίας στέκονταν όρθιοι χωρίς βοήθεια, έσβησαν τις κακές στιγμές. Ο Αρούρης όμως και η Μικαέλα δεν αντάλλαξαν μιλιά. Τα βόλια του μουλαρώματος των δύο πήραν αναπάντεχα και τον Δημήτρη, που ταυτίστηκε, αναπόφευκτα, με τον Αρούρη... Έτσι, η πρώτη γνωριμία με την Ιταλίδα στράβωσε και μάλιστα άσχημα! 4. Η κατά λέξη μετάφραση του παραπάνω σημαίνει «πήγαινε να σε
δουν οι Έλληνες στο σπίτι τους», ενώ η ελεύθερη μετάφραση, που αποδίδει και το ακριβές νόημα είναι: «Άντε, πήγαινε να σε γαμήσουν οι Έλληνες».
MARDAS sel_final_Layout 1 02/05/2012 12:34 μ.μ. Page 27
«Τόσες γραμματείς εργάζονται στην Επιτροπή, αυτή έτυχε να βρίσκεται στο γραφείο του Ντέιβιντ;» αναρωτήθηκε. «Περιμένετε, κύριε», του διαμήνυσε με περισσή αυστηρότητα, μη δίνοντας πολλά περιθώρια για οικειότητα σ’ ένα νεοφερμένο υπάλληλο. «Ο κύριος Μπλάκυ θα σας δεχτεί σε λίγο». Χωρίς η Μικαέλα να γυρίσει το κεφάλι, αφού δακτυλογραφούσε κάποιο κείμενο, του υπέδειξε με νεύμα μια αναπαυτική πολυθρόνα. Συμπεριφερόταν σαν να τον έβλεπε για πρώτη φορά! «Ενδεχομένως να μ’ έχει ξεχάσει, έχει περάσει τόσος καιρός, έξι σχεδόν ολόκληρα χρόνια», παρηγορήθηκε ανακουφισμένος. Η ερμηνεία τού ερχόταν αρκετά βολική. Κατά τους επόμενους μήνες οι σχέσεις τους παρέμειναν απόλυτα τυπικές, χωρίς παρατράγουδα και πολλές καλημέρες. Δυο μήνες αργότερα η Μικαέλα άλλαξε Τμήμα και από τότε δεν την ξαναείδε. Περιμένοντας τον Ντέιβιντ, η μνήμη του γύρισε στο παρελθόν, το 1986, όταν ως ασκούμενος ενσωματώθηκε σ’ ένα οργανωμένο γκρουπ 600 νέων απ’ όλον τον κόσμο, στο γνωστό διεθνώς stage5 της Επιτροπής.
5. Το πρόγραμμα της πρακτικής άσκησης, το stage, στην Επιτροπή
αναφέρεται σε πτυχιούχους αποφοίτους των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων είτε των κρατών-μελών της Κοινότητας είτε τρίτων χωρών. Διαρκεί πέντε μήνες κι επαναλαμβάνεται δύο φορές κάθε χρόνο.