OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 9
Ιερουσαλήμ, 5/2/76
Αγαπητέ Άλεκ, Αν δεν κατέστρεψες αυτό το γράμμα τη στιγμή που αναγνώρισες τον γραφικό μου χαρακτήρα πάνω στο φάκελο, είναι σημάδι πως η περιέργεια είναι δυνατότερη ακόμα κι απ’ το μίσος. Ή ότι το μίσος σου έχει ανάγκη από φρέσκα καύσιμα. Αυτή τη στιγμή χλομιάζεις, σφίγγεις τα σαγόνια σου, μ’ εκείνο τον ιδιαίτερο τρόπο σου, σαν λύκος, μέχρι που τα χείλια σου εξαφανίζονται, κι ορμάς πάνω σ’ αυτές τις αράδες για να βρεις τι θέλω από σένα, τι τολμώ να θέλω από σένα, μετά από εφτά χρόνια απόλυτης σιωπής ανάμεσά μας. Αυτό που θέλω είναι να ξέρεις πως ο Μπόαζ δεν είναι καλά. Να τον βοηθήσεις το συντομότερο. Ο σύζυγός μου κι εγώ δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, εφόσον έχει διακόψει κάθε επαφή μαζί μας. Όπως εσύ. Τώρα μπορείς να σταματήσεις να διαβάζεις και να πετάξεις αυτό το γράμμα κατευθείαν στη φωτιά. (Για κάποιο λόγο σε φαντάζομαι πάντα σ’ ένα μακρόστενο δωμάτιο, γεμάτο βιβλία, να κάθεσαι μόνος μπροστά σ’ ένα μαύρο γραφείο, και απέναντί σου, στο παράθυρο, ν’ απλώνονται άσπροι χιονοσκέπαστοι κάμποι. Κάμποι χωρίς ούτε ένα ύψωμα, χωρίς ούτε ένα δέντρο, μόνο χιόνι αστραφτερό και χέρσο. Και μια φωτιά να καίει στην εστία αριστερά σου, κι ένα άδειο ποτήρι κι ένα άδειο μπουκάλι στο άδειο τραπέζι μπροστά σου. Όλη η εικόνα στο μυαλό μου
9
Προς δρ. Αλεξάντερ Α. Γκίντιον Τμήμα Πολιτικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Μίντγουεστ Σικάγο, Ιλινόι, ΗΠΑ
10
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 10
είναι ασπρόμαυρη. Ακόμα κι εσύ: μοναχικός, ασκητικός, ψηλός, ολόκληρος σε άσπρο-μαύρο.) Αυτή τη στιγμή τσαλακώνεις το γράμμα, γρυλλίζεις μέσα απ’ τα δόντια σου όπως κάνουν οι Βρετανοί και σημαδεύεις κατευθείαν στη φωτιά: τι σε νοιάζει εσένα για τον Μπόαζ; Και πέραν τούτου, έτσι κι αλλιώς δεν πιστεύεις ούτε μία μου λέξη. Να, καρφώνεις τα γκρίζα μάτια σου στην τρεμάμενη φωτιά και λες μέσα σου: πάλι προσπαθεί να μου τη φέρει. Αυτό το θηλυκό δεν πρόκειται ποτέ να το βάλει κάτω και να μ’ αφήσει ήσυχο. Τότε λοιπόν γιατί να σου γράψω; Είμαι εντελώς απελπισμένη, Άλεκ. Και σε θέματα απελπισίας εσύ είσαι ειδήμων παγκοσμίου φήμης. (Ναι, και βέβαια διάβασα –όπως όλος ο κόσμος– το βιβλίο σου Η απελπισμένη βία. Μελέτη περί συγκριτικού φανατισμού), τώρα όμως δεν μιλάω για το βιβλίο σου αλλά για το υλικό από το οποίο είναι πλασμένη η ψυχή σου. Απελπισία παγωμένη. Πολική απελπισία. Συνεχίζεις ακόμα να διαβάζεις; Να αναζωογονείς το μίσος σου για μας; Να γεύεσαι τη χαιρεκακία γουλίτσα γουλίτσα, λες κι απολαμβάνεις ένα καλό ουίσκι; Αν ναι, καλά θα κάνω να πάψω να σε τσιγκλάω. Καλά θα κάνω να επικεντρωθώ στον Μπόαζ. Η αλήθεια είναι πως δεν έχω την παραμικρή ιδέα τι ξέρεις και τι όχι. Δεν θα ξαφνιαστώ αν διαπιστώσω πως γνωρίζεις κάθε λεπτομέρεια, πως απαιτείς και λαμβάνεις από το δικηγόρο σου, τον Ζακχάιμ, μηνιαία αναφορά για τη ζωή μας, ότι μας κρατάς όλα αυτά τα χρόνια μέσα στην οθόνη του ραντάρ σου. Από την άλλη μεριά, δεν θα εκπλαγώ αν δεν ξέρεις τίποτα: ούτε ότι παντρεύτηκα έναν άντρα που τον λένε Μίχαελ (Μισέλ-Ανρί) Σόμο, ούτε ότι έκανα ένα κοριτσάκι, ούτε τι απέγινε ο Μπόαζ: θα σου ταίριαζε να γυρίσεις την πλάτη σου με μια βίαιη κίνηση και να μας βγάλεις μια για πάντα από τη νέα σου ζωή. Αφού μας πέταξες στο δρόμο, πήγα με τον Μπόαζ στο κιμπούτς της αδελφής μου και του άντρα της (δεν είχαμε πού αλλού να πάμε, ούτε και λεφτά). Εγώ έμεινα εκεί έξι μήνες και μετά γύρισα στην Ιερουσαλήμ. Δούλεψα σ’ ένα βιβλιοπωλείο, ενώ ο Μπόαζ έμεινε στο κιμπούτς άλλα πέντε χρόνια, μέχρι που συμπλήρωσε τα δεκατρία του. Πήγαινα να τον δω κάθε τρεις εβδο-
μάδες. Έτσι είχαν τα πράγματα μέχρι που παντρεύτηκα τον Μισέλ, κι από τότε το παιδί με φωνάζει «πουτάνα». Όπως κι εσύ. Ούτε μια φορά δεν ήρθε να μας δει στην Ιερουσαλήμ. Όταν γεννήθηκε η κορούλα μας (Μαντλέν Γιφάτ), μας βρόντηξε το τηλέφωνο στα μούτρα. Και πριν από δυο χρόνια εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά μας μια χειμωνιάτικη νύχτα, στη μία τα ξημερώματα, για να με πληροφορήσει πως τέλειωσε με το κιμπούτς: ή τον γράφω σε μια γεωργική σχολή ή φεύγει «να ζήσει στο δρόμο και δεν πρόκειται να ξανακούσω ποτέ τίποτα γι’ αυτόν». Ο άντρας μου ξύπνησε και του είπε να βγάλει τα βρεγμένα ρούχα του, να φάει κάτι, να πλυθεί και να ξαπλώσει να κοιμηθεί κι αύριο το πρωί θα τα πούμε. Και το παιδί (ήδη τότε, στα δεκατρία και μισό, ήταν πολύ πιο ψηλός και σωματώδης από τον Μισέλ) του απάντησε λες κι έλειωνε κανένα ζωύφιο: «Και ποιος είσ’ εσύ; Σου μίλησε κανένας;» Ο Μισέλ γέλασε και του πρότεινε: «Βγες λίγο από το σπίτι, φίλε, ηρέμησε, άλλαξε κασέτα, ξαναχτύπα την πόρτα και μπες από την αρχή, αυτή τη φορά σαν άνθρωπος και όχι σαν γορίλας». Ο Μπόαζ στράφηκε προς την πόρτα, εγώ όμως στάθηκα ανάμεσα σ’ εκείνον και την έξοδο. Ήξερα πως δεν θα με άγγιζε. Το μωρό ξύπνησε και άρχισε να κλαίει, και ο Μισέλ πήγε να της αλλάξει πάνα και να ζεστάνει γάλα στην κουζίνα. Είπα: «Εντάξει, Μπόαζ. Θα πας σε γεωργική σχολή αφού το θέλεις». Ο Μισέλ, με το φανελάκι και το σώβρακο, το μωρό ήρεμο στην αγκαλιά του, πρόσθεσε: «Μόνο με τον όρο να πεις πρώτα συγγνώμη στη μητέρα σου, να ζητήσεις όμορφα αυτό που θέλεις και μετά να πεις ευχαριστώ. Τι είσαι, γαϊδούρι;» Και ο Μπόαζ, με μια γκριμάτσα αηδιασμένης απέχθειας και σαρκασμού, που κληρονόμησε από σένα, μου ψιθύρισε: «Κι επιτρέπεις σ’ αυτό το πράγμα να σε πηδάει κάθε νύχτα;», κι αμέσως μετά άπλωσε το χέρι του, με άγγιξε απαλά στα μαλλιά και είπε με φωνή αλλιώτικη, μια φωνή που όταν τη θυμάμαι η καρδιά μου σφίγγεται: «Το μωράκι σας όμως είναι αρκετά όμορφο». Μετά βάλαμε τον Μπόαζ (χρησιμοποιώντας την επιρροή του αδελφού του Μισέλ) στη γεωργική σχολή Τλαμίμ. Αυτό έγινε
11
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 11
12
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 12
πριν από δύο χρόνια, στις αρχές του ’74, λίγο καιρό μετά τον πόλεμο, όταν εσύ –έτσι μου είπαν– είχες επιστρέψει στο Ισραήλ για να λάβεις μέρος σ’ αυτόν ως διοικητής ενός τάγματος τεθωρακισμένων στο Σινά και μετά πάλι το έσκασες. Επίσης, υποκύψαμε στην απαίτησή του να μην πηγαίνουμε να τον επισκεφθούμε. Πληρώναμε τα δίδακτρα και το βουλώναμε. Δηλαδή ο Μισέλ πλήρωνε. Και μάλιστα όχι ακριβώς ο Μισέλ. Ούτε μια κάρτα δεν λάβαμε από τον Μπόαζ αυτά τα δύο χρόνια. Μόνο επείγουσες κλήσεις από τη διευθύντρια: το παιδί είναι βίαιο, το παιδί τσακώθηκε κι άνοιξε το κεφάλι του νυχτοφύλακα της σχολής. Το παιδί το σκάει τις νύχτες. Το παιδί έχει φάκελο στην αστυνομία. Το παιδί βρίσκεται υπό τον έλεγχο επιτηρητή. Αυτό το παιδί θα πρέπει να φύγει από τη σχολή. Το παιδί αυτό είναι ένα τέρας. Κι εσύ, Άλεκ, τι θυμάσαι; Μα την τελευταία φορά που τον είδες ήταν ένα πλάσμα οχτώ χρόνων, ανοιχτόχρωμο και λεπτό και μακρύ σαν μίσχος, που στεκόταν με τις ώρες σιωπηλό πάνω σ’ ένα σκαμνάκι, σκυμμένο στο γραφείο σου, συγκεντρωμένο, και κατασκεύαζε για σένα διάφορους τύπους αεροπλάνων με ρητινώδη ξύλα σύμφωνα με τις οδηγίες του περιοδικού Κάν’ το μόνος σου, που εσύ του έφερνες – ένα παιδί προσεχτικό, υπάκουο, σχεδόν φοβητσιάρικο, αν και ήδη από τότε, στα οχτώ του, ήταν ικανός να υπομένει τις προσβολές μ’ ένα σιωπηλό, συγκρατημένο κύρος. Και να που, σαν ωρολογιακή βόμβα της γενετικής, ο Μπόαζ είναι τώρα κοντά στα δεκαέξι, το ύψος του είναι ένα μέτρο και ενενήντα δύο εκατοστά και ακόμα δεν έχει πει την τελευταία λέξη, παιδί πικραμένο και άγριο, που το μίσος και η μοναξιά τού έδωσαν τεράστια φυσική δύναμη. Και σήμερα το πρωί συνέβη αυτό που ήξερα από καιρό πως κάποτε θα συνέβαινε: ένα επείγον τηλεφώνημα. Αποφάσισαν να τον διώξουν από τη σχολή διότι επιτέθηκε σε μία από τις καθηγήτριες. Αρνήθηκαν να μου δώσουν λεπτομέρειες. Έφυγα λοιπόν αμέσως για εκεί, ο Μπόαζ όμως αρνήθηκε να με δει. Μόνο έστειλε να μου πουν ότι «δεν θέλει να έχει καθόλου παρτίδες μ’ αυτή την πουτάνα». Εννοούσε άραγε εκείνη την καθηγήτρια; Ή εμένα; Δεν έχω ιδέα. Διαπίστωσα πως δεν της επι-
τέθηκε ακριβώς, αλλά πέταξε μια εξυπνάδα-φαρμάκι, έφαγε από τα χέρια της ένα χαστούκι κι εκείνος, χωρίς να περιμένει στιγμή, της άστραψε δύο. Τους ικέτευσα να αναβάλουν την απομάκρυνσή του μέχρι να βρω άλλη λύση. Με λυπήθηκαν και μου έδωσαν δύο βδομάδες. Ο Μισέλ λέει πως, αν το θελήσω εγώ, ο Μπόαζ μπορεί να μείνει εδώ μαζί μας (παρόλο που ζούμε οι δυο μας μαζί με το μωρό σε ενάμισι δωμάτιο, για το οποίο ακόμα εξακολουθούμε να πληρώνουμε το στεγαστικό δάνειο). Εσύ όμως το ξέρεις, όπως κι εγώ, πως ο Μπόαζ δεν θα συμφωνήσει. Το παιδί αυτό απεχθάνεται κι εμένα κι εσένα. Έτσι που εμείς οι δύο, εσύ κι εγώ, έχουμε κάτι κοινό τελικά. Λυπάμαι. Και δεν υπάρχει καμιά πιθανότητα να τον δεχτούν σε άλλη σχολή, με τους δυο φακέλους στην αστυνομία και τον επιτηρητή στην πλάτη του. Σου γράφω διότι δεν ξέρω τι να κάνω. Σου γράφω παρόλο που δεν θα διαβάσεις το γράμμα μου, κι αν το διαβάσεις δεν θα μου απαντήσεις. Το πολύ πολύ να δώσεις εντολή στο δικηγόρο σου τον Ζακχάιμ να μου στείλει μια επίσημη επιστολή με την οποία θα έχει τη τιμή να μου υπενθυμίσει πως ο πελάτης του εξακολουθεί να αρνείται την πατρότητά του, μια και η εξέταση αίματος δεν έδωσε ξεκάθαρο αποτέλεσμα και μια που εγώ η ίδια ήμουν που αρνήθηκα τότε κατηγορηματικά να γίνει ιστολογική εξέταση. Ματ. Και το διαζύγιο όντως σε απάλλαξε από κάθε ευθύνη προς τον Μπόαζ και από κάθε δέσμευση προς εμένα. Όλα αυτά τα θυμάμαι απ’ έξω, Άλεκ. Δεν έχω πια τίποτα να ελπίζω. Σου γράφω σαν να έχω σταθεί μπροστά στο παράθυρο και μιλάω στα βουνά. Ή πέρα απ’ το σκοτάδι που βρίσκεται ανάμεσα στ’ αστέρια. Η απόγνωση είναι ο τομέας σου. Άμα θέλεις, κατάταξε κι εμένα σ’ αυτόν. Άραγε διψάς ακόμα για εκδίκηση; Αν ναι, με όλα αυτά σου γυρνάω και το άλλο μάγουλο. Το δικό μου και του Μπόαζ. Παρακαλώ: βάρα με όλη σου τη δύναμη. Μα και βέβαια θα σ’ το στείλω αυτό το γράμμα, παρόλο που για μια στιγμή άφησα το στυλό από το χέρι μου και αποφάσισα να τα παρατήσω: διότι δεν έχω τίποτα να χάσω. Όλοι οι δρόμοι
13
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 13
14
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 14
είναι κλειστοί μπροστά μου. Κατάλαβέ το: ακόμα κι αν ο επιτηρητής ή η κοινωνική λειτουργός καταφέρουν να πείσουν τον Μπόαζ να δεχτεί κάποια θεραπεία, προσπάθεια επανένταξης, βοήθεια, τακτοποίηση σε άλλο οικοτροφείο (που δεν πιστεύω πως θα τα καταφέρουν), εγώ έτσι κι αλλιώς λεφτά δεν έχω. Κι εσύ έχεις πολλά, Άλεκ. Ούτε έχω και τα μέσα, ενώ εσύ μπορείς να κινήσεις οτιδήποτε με τρία τηλεφωνήματα. Είσαι έξυπνος και δυνατός. Ή τουλάχιστον ήσουν έξυπνος και δυνατός πριν από εφτά χρόνια. (Κάποιοι μου είπαν ότι έκανες δύο εγχειρήσεις. Δεν ήξεραν να μου πουν τι εγχειρήσεις.) Ελπίζω τώρα να είσαι εντάξει. Δεν θα σου γράψω τίποτα περισσότερο πάνω σ’ αυτό, μην τυχόν και εκλάβεις τα λόγια μου ως υποκρισία. Δουλοπρέπεια. Γλείψιμο. Και δεν το αρνούμαι, Άλεκ: είμαι ακόμα διατεθειμένη να συρθώ στα πόδια σου όσο θελήσεις. Είμαι έτοιμη να κάνω οτιδήποτε μου ζητήσεις. Και το εννοώ: τα πάντα. Αρκεί να σώσεις το γιο σου. Αν είχα λίγο μυαλό, θα έσβηνα αμέσως τώρα τις λέξεις «γιο σου» και αντί γι’ αυτές θα έγραφα «Μπόαζ», για να μη σ’ εκνευρίσω. Πώς μπορώ όμως να σβήσω την αλήθεια; Εσύ είσαι ο πατέρας του. Κι όσο για το μυαλό μου, εδώ και καιρό έχεις πλέον αποφασίσει τελειωτικά πως είμαι εντελώς ηλίθια. Θα σου κάνω τώρα μια πρόταση: είμαι έτοιμη να παραδεχτώ εγγράφως, ενώπιον συμβολαιογράφου, αν το θελήσεις, ότι ο Μπόαζ είναι γιος οποιουδήποτε μου ζητήσεις να πω. Η αξιοπρέπειά μου έχει πεθάνει εδώ και καιρό. Θα υπογράψω όποιο χαρτί βάλει ο δικηγόρος σου μπροστά μου, αν συμφωνήσεις, ως αντάλλαγμα, να τείνεις στον Μπόαζ επειγόντως χείρα βοηθείας. Ας το ονομάσουμε «ανθρωπιστική βοήθεια». Ας το πούμε «χάρη σε ένα εντελώς ξένο παιδί». Και πράγματι, σταματώ σ’ αυτό το σημείο να γράφω και τον σκέφτομαι, τον βλέπω μπροστά μου και στέκομαι πίσω απ’ αυτές τις λέξεις: ο Μπόαζ είναι ένα ξένο παιδί. Όχι παιδί. Ξένος άνθρωπος. Εμένα με φωνάζει «πουτάνα». Εσένα σε λέει «σκυλί». Τον Μισέλ «ο μικρός νταβατζής». Για τον εαυτό του χρησιμοποιεί (και στα επίσημα έγγραφα) το δικό μου πατρικό
επώνυμο, πριν ακόμα σε παντρευτώ (Μπόαζ Μπραντστέτερ). Και τη σχολή όπου τον τακτοποίησαν με μεγάλες δυσκολίες, μετά από δική του απαίτηση, την ονομάζει «νησί του διαβόλου». Θα σου αποκαλύψω τώρα κάτι που μπορείς να χρησιμοποιήσεις εναντίον μου. Οι γονείς του άντρα μου μας στέλνουν κάθε μήνα από το Παρίσι λίγα λεφτά για να τον συντηρούμε σ’ αυτό το ίδρυμα, παρόλο που δεν έχουν δει τον Μπόαζ ποτέ, και ο Μπόαζ, φυσικά, ούτε που έχει ακούσει για την ύπαρξή τους. Και είναι άνθρωποι κάθε άλλο παρά πλούσιοι (μετανάστες από την Αλγερία) και έχουν, εκτός από τον Μισέλ, ακόμα πέντε παιδιά και οχτώ εγγόνια, στη Γαλλία και στο Ισραήλ. Άλεκ, άκου. Για το παρελθόν δεν πρόκειται να σου γράψω σ’ αυτό το γράμμα ούτε λέξη. Εκτός από ένα πράγμα, που δεν πρόκειται να το ξεχάσω ποτέ, παρόλο που σίγουρα θα εκπλαγείς πώς και από πού το έμαθα. Μερικούς μήνες πριν από το διαζύγιο ο Μπόαζ νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο Σααρέι Τσέντεκ με μια μολυσματική ασθένεια στα νεφρά. Εμφανίστηκαν επιπλοκές. Εσύ, εν αγνοία μου, πήγες στον καθηγητή Μπλούμενταλ να μάθεις αν ένας ενήλικας άντρας μπορεί, αν χρειαστεί, να δωρίσει το νεφρό του σ’ ένα παιδί οχτώ χρόνων. Σκόπευες να του δωρίσεις το δικό σου νεφρό. Και προειδοποίησες τον καθηγητή πως είχες μόνο έναν όρο: εγώ (και το παιδί) να μην το μάθουμε ποτέ. Και πράγματι δεν το έμαθα, μέχρι που απέκτησα φιλικές σχέσεις με τον δρ. Αντόρνο, το βοηθό του Μπλούμενταλ, τον νεαρό γιατρό που σκόπευες να σύρεις στα δικαστήρια για εγκληματική αμέλεια ως προς τη φροντίδα του Μπόαζ. Αν διαβάζεις ακόμα, σίγουρα αυτή τη στιγμή χλομιάζεις ακόμα περισσότερο, με μια κίνηση όπου υποβόσκει η βία σηκώνεις τον αναπτήρα και φέρνεις τη φωτιά πάνω στα χείλια σου, αφού η πίπα δεν βρίσκεται ανάμεσά τους, και συμφωνείς ξανά με τον εαυτό σου: βέβαια. Ο δρ. Αντόρνο. Ποιος άλλος; Κι αν δεν κατέστρεψες ακόμα το γράμμα μου, ήρθε η στιγμή να το καταστρέψεις. Κι εμένα και τον Μπόαζ επίσης. Και μετά ο Μπόαζ έγινε καλά, και μετά εσύ μας ξαπόστειλες από τη βίλα σου, από το όνομά σου κι από τη ζωή σου. Δεν δώρισες κανένα νεφρό. Εγώ πάντως πιστεύω πως σκόπευες σοβα-
15
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 15
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 16
ρά να προσφέρεις. Γιατί μαζί σου τα πάντα είναι σοβαρά, Άλεκ. Αυτό μάλιστα: η σοβαρότητά σου. Πάλι σε κολακεύω; Αν θέλεις το ομολογώ: σε κολακεύω. Σέρνομαι. Πέφτω στα γόνατα μπροστά σου και το μέτωπό μου αγγίζει το πάτωμα. Όπως τότε. Τις καλές μέρες. Γιατί δεν έχω τίποτα να χάσω και δεν με νοιάζει να ταπεινωθώ. Θα κάνω ό,τι με διατάξεις. Μόνο μην καθυστερείς, γιατί σε δύο βδομάδες τον πετάνε στο δρόμο. Και πάντα υπάρχει κάποιος να τον περιμένει στο δρόμο. Στο κάτω κάτω τίποτα στον κόσμο δεν είναι πάνω από τις δυνάμεις σου. Στείλε το κτήνος το δικηγόρο σου. Μπορεί μ’ αυτόν ως μέσο να τον δεχτούν στη Σχολή Αξιωματικών του Ναυτικού. (Ο Μπόαζ έχει μια παράξενη έλξη προς τη θάλασσα, από τα πρώιμα παιδικά του χρόνια ακόμα. Θυμάσαι, Άλεκ, στο Ασκελόν, το καλοκαίρι που έγινε ο Πόλεμος των Έξι Ημερών; Τη ρουφήχτρα; Εκείνους τους ψαράδες; Τη σχεδία;) Και κάτι τελευταίο, πριν βάλω αυτό το γράμμα στο φάκελο: ακόμα και θα κοιμηθώ μαζί σου αν το θελήσεις. Όποτε το θελήσεις. Και όπως το θελήσεις. (Ο άντρας μου ξέρει γι’ αυτό το γράμμα και μάλιστα με έσπρωξε να το γράψω, εκτός από την τελευταία φράση. Και τώρα, αν σου κάνει κέφι να με καταστρέψεις, μπορείς απλά να φωτοτυπήσεις το γράμμα, να υπογραμμίσεις την τελευταία φράση με το κόκκινο μολύβι σου και να το στείλεις στον άντρα μου. Θα κάνει τη δουλειά του τέλεια. Το παραδέχομαι: σου είπα ψέματα όταν έγραψα προηγουμένως πως δεν έχω τίποτα να χάσω.) Κι έτσι, Άλεκ, τώρα μας κρατάς όλους απολύτως στα χέρια σου. Ακόμα και τη μικρή μου κόρη. Και θα μας κάνεις ό,τι θέλεις. Ιλάνα (Σόμο)
16
O
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 17
Προς κ. Χαλίνα Μπραντστέτερ-Σόμο Οδός Ταρνάζ 7 Ιερουσαλήμ, Ισραήλ
Λονδίνο, 18/2/76
ΕπΕΙγΟν
Κυρία μου, Χθες μου διαβίβασαν από την Αμερική την από 5/2 τρέχοντος έτους επιστολή σας. Θα δώσω απαντήσεις μόνο σε ένα μικρό μέρος από τα ζητήματα που επιλέξατε να θέσετε. Σήμερα το πρωί επικοινώνησα τηλεφωνικώς με έναν γνωστό μου στο Ισραήλ. Μετά από αυτή τη συνδιάλεξη μου τηλεφώνησε προ ολίγου, με δική της πρωτοβουλία, η διευθύντρια της σχολής στην οποία φοιτά ο γιος σας. Συμφωνήσαμε να ακυρωθεί η απομάκρυνσή του από τη σχολή και αντ’ αυτού θα καταγραφεί μία παρατήρηση εις βάρος του. Παρ’ όλα αυτά, αν διαπιστωθεί πως ο γιος σας προτιμά –όπως υπαινίσσεστε συγκαλυμμένα στην επιστολή σας– να μετεγγραφεί σε μια σχολή ναυτικής εκπαίδευσης, έχω βάσιμους λόγους να υποθέτω πως το ζήτημα μπορεί να διευθετηθεί (μέσω του δικηγόρου Ζακχάιμ). Επίσης, ο δικηγόρος Ζακχάιμ θα σας διαβιβάσει επιταγή ύψους δύο χιλιάδων δολαρίων (σε ισραηλινές λίρες και εξοφλητέα στο όνομα του συζύγου σας). Ο σύζυγός σας θα πρέπει να επιβεβαιώσει εγγράφως την αποδοχή αυτού του ποσού ως επιχορήγηση, λαμβανομένης υπόψη της κακής οικονομικής σας κατάστασης, και με κανέναν τρόπο ως προκαταβολή ούτε ως έκφραση οποιασδήποτε δέσμευσης από πλευράς μας. Ο σύζυγός σας θα πρέπει επίσης να δηλώσει πως δεν θα υπάρξουν από μέρους σας περαιτέρω οχλήσεις στο μέλλον (ελπίζω πως η πολυμελής φτωχή οικογένεια από το Παρίσι δεν σκοπεύει να ακολουθήσει το παράδειγμά σας και να απαιτήσει από μένα χρηματικά οφέλη). Όσο για όλα τα υπόλοιπα που αναφέρετε στην επιστολή σας, κυρίως ψέματα χοντρά, υπερβολικές ανακρίβειες, απλώς προστυχιές, τα προσπερνώ αναπάντητα. [υπογραφή] Α. Α. Γκίντιον
Κρατώ την επιστολή σας.
O 2 – Το μαύρο κουτί
17
Υ.Γ.
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 18
18
Προς δρ. Αλεξάντερ Γκίντιον London School of Economics Λονδίνο, Αγγλία
Ιερουσαλήμ, 27/2/76
Αγαπητέ Άλεκ, Όπως ξέρεις, την περασμένη βδομάδα υπογράψαμε τα χαρτιά που μας παρουσίασε ο δικηγόρος σου και λάβαμε τα χρήματα. Όμως ο Μπόαζ σηκώθηκε και παράτησε τη γεωργική σχολή κι εδώ και μερικές μέρες δουλεύει στην κεντρική λαχαναγορά του Τελ Αβίβ, σε κάποιον χονδρέμπορο που είναι παντρεμένος με μια ξαδέλφη του Μισέλ. Τη δουλειά την κανόνισε ο Μισέλ, σύμφωνα με την επιθυμία του Μπόαζ. Τα πράγματα έχουν ως εξής: όταν η διευθύντρια ειδοποίησε τον Μπόαζ πως δεν τίθεται ζήτημα απομάκρυνσής του από τη σχολή και αντί γι’ αυτό θα καταγραφεί μόνο μια επίπληξη σε βάρος του, ο Μπόαζ πήρε απλά το σάκο του και το ’σκασε. Ο Μισέλ τηλεφώνησε στην αστυνομία (έχει μερικούς συγγενείς εκεί) κι εκείνοι, αφού το έψαξαν, μας ενημέρωσαν πως το παιδί βρίσκεται στα δικά τους χέρια, στις φυλακές του Αμπού Καμπίρ, για κατοχή κλοπιμαίων. Ένας φίλος του αδελφού του Μισέλ, που κατέχει υψηλή θέση στην αστυνομία του Τελ Αβίβ, έσπευσε να πει μια καλή κουβέντα στον επιτηρητή του Μπόαζ. Μετά από αρκετές δυσκολίες τον βγάλαμε με εγγύηση. Γι’ αυτή την εγγύηση χρησιμοποιήσαμε μέρος από τα χρήματά σου. Ξέρω πως δεν ήταν αυτός ο σκοπός για τον οποίο μας τα έδωσες, απλώς όμως δεν έχουμε άλλα λεφτά: ο Μισέλ είναι όλο κι όλο δάσκαλος γαλλικών χωρίς πτυχίο σ’ ένα δημόσιο θρησκευτικό σχολείο, και ο μισθός του μετά την εξόφληση της δόσης του στεγαστικού δανείου δύσκολα μας φτάνει ακόμα και για το φαγητό μας. Υπάρχει και η μικρή μας κόρη (η Μαντλέν Γιφάτ, δυόμισι χρόνων). Θέλω να ξέρεις ότι ο Μπόαζ δεν έχει ιδέα από πού βρήκαμε τα λεφτά για να τον αποφυλακίσουμε με εγγύηση. Αν του το έλεγαν, πιστεύω πως θα έφτυνε τα λεφτά και τον επιτηρητή και τον Μισέλ μαζί. Έτσι κι αλλιώς στην αρχή δεν δεχόταν να αποφυλακιστεί με κανέναν τρόπο και απαιτούσε «να τον αφήσουν στην ησυχία του».
Ο Μισέλ πήγε χωρίς εμένα στο Αμπού Καμπίρ. Ο φίλος του αδελφού του (εκείνος ο υψηλόβαθμος στην αστυνομία) κανόνισε να τους αφήσουν, αυτόν και τον Μπόαζ, μόνους στο γραφείο της φυλακής για να μπορέσουν να μιλήσουν με την ησυχία τους. Ο Μισέλ τού είπε: «Άκου να σου πω, μήπως κατά τύχη ξέχασες ποιος είμαι; Είμαι ο Μίχαελ Σόμο και άκουσα ότι πίσω από την πλάτη μου με αποκαλείς νταβατζή της μάνας σου. Μπορείς να με αποκαλέσεις έτσι και κατάμουτρα, αν αυτό σε βοηθάει να ηρεμήσεις λίγο. Εγώ, από την πλευρά μου, μπορώ να σου ανταπαντήσω πως είσαι θεόμουρλος. Και να κάτσουμε και να βριζόμαστε μέχρι το βράδυ, δεν πρόκειται να νικήσεις, γιατί εγώ μπορώ να σε βρίζω και στα γαλλικά και στα αραβικά, ενώ εσύ ακόμα και εβραϊκά με το ζόρι ξέρεις. Όταν σου τελειώσουν λοιπόν οι βρισιές, τι θα κάνεις; Μήπως είναι καλύτερα αντί γι’ αυτό να πάρεις μια ανάσα, να ηρεμήσεις και ν’ αρχίσεις να μου αραδιάζεις τι ακριβώς ζητάς από τη ζωή; Και μετά θα σου πω εμείς τι μπορούμε να σου δώσουμε, εγώ κι η μητέρα σου. Και –πού ξέρεις;– μπορεί να τα βρούμε». Ο Μπόαζ είπε πως δεν θέλει τίποτε από τη ζωή, και το λιγότερο που θέλει είναι να έρχονται διάφοροι τύποι και να τον ρωτάνε τι θέλει από τη ζωή. Και στο σημείο αυτό ο Μισέλ, που η ζωή ποτέ δεν τον κανάκεψε, έκανε το σωστότερο πράγμα: απλά σηκώθηκε να φύγει και είπε στον Μπόαζ: «Αν είναι έτσι, να ’σαι καλά, φίλε, κι από την πλευρά μου – δεν πά’ να σε κλείσουν σε ίδρυμα για καθυστερημένα ή απροσάρμοστα παιδιά και να τελειώνουμε μαζί σου. Εγώ φεύγω». Ο Μπόαζ προσπάθησε να του πάει κόντρα ακόμα λίγο, είπε στον Μισέλ: «Δεν υπάρχει πρόβλημα, θα σκοτώσω κάποιον και θα το σκάσω». Όμως ο Μισέλ απλώς στράφηκε προς το μέρος του και του απάντησε ήρεμα: «Άκου, γλυκέ μου, εγώ δεν είμαι ούτε η μητέρα σου ούτε ο πατέρας σου, δεν σου είμαι τίποτα, μη μου πουλάς λοιπόν νταηλίκια, γιατί ούτε που με κόφτει για σένα. Μόνο αποφάσισε μέσα σε εξήντα δευτερόλεπτα αν θέλεις να βγεις από δω μέσα με εγγύηση ή όχι. Για μένα δεν πά’ να σκοτώσεις όποιον θες. Κοίτα μόνο, αν γίνεται, ν’ αστοχήσεις. Άντε γεια».
19
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 19
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 20
20
Κι όταν ο Μπόαζ είπε «Περίμενε λίγο», ο Μισέλ ήξερε αμέσως πως το παιδί είχε ήδη ρίξει νερό στο κρασί του: ο Μισέλ ξέρει αυτό το παιχνίδι καλύτερα απ’ όλους μας, γιατί η μοίρα του ήταν να βλέπει τον περισσότερο καιρό τη ζωή από τα χαμηλά, και τα βάσανα τον έκαναν έναν άνθρωπο-διαμάντι: σκληρό και μαγευτικό (ναι, και στο κρεβάτι, αν είσαι περίεργος να μάθεις). Ο Μπόαζ τού είπε: «Αν στ’ αλήθεια δεν σε κόφτει για μένα, τότε γιατί ήρθες από την Ιερουσαλήμ να με βγάλεις με εγγύηση;» Κι ο Μισέλ είπε γελώντας από την πόρτα: «Εντάξει, παίρνεις δύο πόντους. Η αλήθεια είναι πως ήρθα μόνο και μόνο για να δω από κοντά τι ιδιοφυΐα έχει φέρει η μάνα σου στον κόσμο, μήπως έχει καμιά ελπίδα να σου μοιάσει και η κόρη που μου γέννησε. Έρχεσαι ή όχι;» Έτσι ήρθαν τα πράγματα, κι ο Μισέλ τον έβγαλε από τη φυλακή με τα λεφτά σου, και τον κάλεσε σ’ ένα κινέζικο εστιατόριο κασέρ* που άνοιξε πρόσφατα στο Τελ Αβίβ και πήγαν οι δυο τους στον κινηματογράφο (μπορεί κιόλας εκείνος που καθόταν πίσω τους να νόμισε ότι ο Μπόαζ ήταν ο πατέρας κι ο Μισέλ το παιδί του). Το βράδυ ο Μισέλ γύρισε μόνος του στην Ιερουσαλήμ και μου τα είπε όλα, πως είχε τακτοποιήσει τον Μπόαζ στον χονδρέμπορο λαχανικών στη λαχαναγορά της οδού Κάρλιμπαχ, αυτόν που είναι παντρεμένος με την ξαδέλφη του Μισέλ. Γιατί αυτό του είχε πει πως ήθελε ο Μπόαζ: να δουλεύει και να βγάζει χρήματα και να μην εξαρτάται από κανέναν. Κι ο Μισέλ τού απάντησε επιτόπου, χωρίς να με συμβουλευτεί: «Η αλήθεια είναι πως αυτό μου αρέσει και θα το κανονίσω απόψε κιόλας εδώ στο Τελ Αβίβ». Και το κανόνισε. Τώρα ο Μπόαζ κοιμάται τις νύχτες στο πλανητάριο στο Ραμάτ Αβίβ: ένας από τους υπεύθυνους εκεί είναι παντρεμένος με μια κοπέλα που σπούδαζε τη δεκαετία του ’50 με τον Μισέλ στο Παρίσι. Και του Μπόαζ τού αρέσει το πλανητάριο. Όχι, όχι τα άστρα, αλλά τα τηλεσκόπια και οι φακοί. Σου γράφω αυτό το γράμμα με όλες τις λεπτομέρειες σχετικά * Εστιατόριο που τηρεί τις διατροφικές συνήθειες που βασίζονται στις επιταγές της εβραϊκής θρησκείας. (Σ.τ.Μ.)
με τον Μπόαζ, κατά προτροπή του Μισέλ, που λέει πως, εφόσον εσύ έδωσες τα λεφτά, είναι υποχρέωσή μας να σε πληροφορούμε τι κάνουμε με τα λεφτά σου. Κι έχω την αίσθηση ότι θα διαβάσεις αυτό το γράμμα τρεις φορές, τη μια μετά την άλλη. Νομίζω πως η σχέση που κατόρθωσε ο Μισέλ να χτίσει με τον Μπόαζ θα σου τσακίσει τα φτερά. Πιστεύω πως και το πρώτο μου γράμμα το διάβασες τρεις φορές τουλάχιστον. Κι ευχαριστιέμαι να αναλογίζομαι την οργή που σου προκάλεσα με τα δύο γράμματα. Η οργή σε κάνει αρρενωπό και ελκυστικό, ταυτόχρονα όμως και παιδαριώδη και σπαραξικάρδιο: αρχίζεις να σπαταλάς τεράστια σωματική δύναμη πάνω σε εύθραυστα αντικείμενα, όπως στυλό, πίπα, γυαλιά. Και σπαταλάς όλη αυτή τη δύναμη όχι για να τα θρυμματίσεις, αλλά για να δείξεις αυτοσυγκράτηση και να μετακινήσεις αυτά τα αντικείμενα τρία εκατοστά δεξιά ή δύο εκατοστά αριστερά. Αυτή τη σπατάλη ενέργειας διατηρώ μέσα μου ως γοητευτική ανάμνηση και υποθέτω με απόλαυση πως διαδραματίζεται και τώρα, ενώ διαβάζεις την επιστολή μου, εκεί στο μαυρόασπρο δωμάτιό σου, ανάμεσα στη φωτιά και το χιόνι. Αν έχεις καμιά γυναίκα που ξαπλώνει μαζί σου, ομολογώ πως αυτή τη στιγμή τη ζηλεύω. Και ζηλεύω ακόμα κι αυτά που κάνεις στην πίπα, στο στυλό, στα γυαλιά, στις σελίδες που βρίσκονται ανάμεσα στα στιβαρά σου δάχτυλα. Επιστρέφω στον Μπόαζ. Σου γράφω όπως υποσχέθηκα στον Μισέλ πως θα κάνω. Όταν πάρουμε πίσω τα χρήματα της εγγύησης, όλο το ποσό που μας πρόσφερες θα πάει σε τραπεζικό πρόγραμμα αποταμίευσης στο όνομα του γιου σου. Αν αποφασίσει να σπουδάσει, τα χρήματα αυτά θα τα διαθέσουμε για τις σπουδές του. Αν θελήσει να νοικιάσει δωμάτιο στο Τελ Αβίβ ή εδώ στην Ιερουσαλήμ, παρά το νεαρό της ηλικίας του, θα του νοικιάσουμε ένα δωμάτιο με τα χρήματά σου. Για μας δεν θα πάρουμε από σένα ούτε δεκάρα. Αν είσαι σύμφωνος με όλα αυτά, μπορείς και να μη μου απαντήσεις. Αν όχι, ειδοποίησε το συντομότερο, πριν χρησιμοποιήσουμε τα λεφτά, κι εμείς θα τα επιστρέψουμε στο δικηγόρο σου και θα τα καταφέρουμε και χωρίς αυτά (παρόλο που η οικονομική μας κατάσταση είναι πολύ κακή).
21
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 21
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 22
Και τώρα έχω ακόμα μια παράκληση: να καταστρέψεις αυτό μου το γράμμα και το προηγούμενο, ή –αν έχεις αποφασίσει να τα χρησιμοποιήσεις– κάν’ το τώρα, αμέσως, μην καθυστερείς άλλο. Κάθε μέρα που περνάει και κάθε νύχτα είναι ακόμα ένα ύψωμα και άλλη μια πεδιάδα που ο θάνατος κατακτά από μας. Ο χρόνος περνάει, Άλεκ, και οι δυο μας γερνάμε και ξεθωριάζουμε. Και κάτι ακόμα: μου έγραψες πως οι ψευτιές και οι ανακρίβειες στο γράμμα μου σε οδήγησαν σε μια περιφρονητική σιωπή. Εμένα, Άλεκ, η σιωπή σου και η περιφρόνησή σου μου προξένησαν έξαφνα μια ανησυχία: πράγματι, δεν βρήκες όλα αυτά τα χρόνια, σε όλα τα μέρη που ήσουνα, ούτε μια ψυχή να σου προσφέρει –έστω μια φορά στα χίλια χρόνια– ένα δείγμα τρυφερότητας; Λυπάμαι για σένα, Άλεκ. Μια τραγωδία είναι η ζωή μας: εγώ είμαι ο εγκληματίας κι εσύ και ο γιος σου εκτίετε την ποινή σε όλη της την αγριότητα. Άμα θέλεις, σβήσε το «γιος σου» και γράψε «Μπόαζ». Άμα θέλεις, σβήσ’ τα όλα. Από την πλευρά μου, κάνε χωρίς να διστάσεις οτιδήποτε θα μπορούσε να μειώσει το μαρτύριό σου. Ιλάνα
O Προς κ. Μισέλ-Ανρί Σόμο Οδός Ταρνάζ 7 Ιερουσαλήμ, Ισραήλ
Γενεύη, 7/3/1976
22
ΣΥΣΤηΜΕνΟ
Αγαπητέ κύριε, Εν γνώσει σας –και σύμφωνα με τα λεγόμενά της και με δική σας ενθάρρυνση– η σύζυγός σας θεώρησε πρέπον να μου στείλει τελευταία δύο μακροσκελείς και πολύπλοκες επιστολές που δεν την τιμούν ιδιαίτερα. Αν κατάφερα να καταλάβω καλά από τα ασαφή της λόγια, μένω με την εντύπωση ότι και το δεύτερο γράμμα της έρχεται στην ουσία να υπαινιχθεί την κακή οικονομική σας κατάσταση. Και υποθέτω πως εσείς, κύριε, κρατάτε τα ηνία και βρίσκεστε πίσω από τις απαιτήσεις της. Οι συνθήκες μού επιτρέπουν (χωρίς καμιά ιδιαίτερη θυσία α-
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 23
πό μέρους μου) να σπεύσω προς βοήθειά σας και αυτή τη φορά. Έδωσα εντολή στον δικηγόρο Ζακχάιμ να μεταφέρει στο λογαριασμό σας ένα επιπλέον έμβασμα ύψους πέντε χιλιάδων δολαρίων (στο όνομά σας και σε ισραηλινές λίρες). Αν και αυτό το ποσό δεν είναι αρκετό, σας παρακαλώ, κύριε, να μην αποταθείτε ξανά σ’ εμένα, μέσω της συζύγου σας και με ασαφείς όρους, αλλά να με ειδοποιήσετε (μέσω του κυρίου Ζακχάιμ) ποιο είναι το τελικό και οριστικό ποσό που έχετε ανάγκη για να λύσετε τα διάφορα προβλήματά σας. Αν έχετε την καλοσύνη να ορίσετε ένα λογικό ποσό, μπορεί και να σταθώ πρόθυμος να σας συνδράμω μέχρι ένα σημείο. Όλα αυτά με τον όρο να μη με ενοχλείτε με ανακρίσεις για τα κίνητρα που με ωθούν στη δωρεά των χρημάτων, ούτε με συναισθηματικές φιλοφρονήσεις ευγνωμοσύνης ανατολίτικου τύπου. Εγώ, από την πλευρά μου, θα αποφύγω βεβαίως να αποφανθώ σχετικά με τις αξίες σας και τις αρχές σας, που σας επιτρέπουν να ζητάτε και να λαμβάνετε από μένα δωρεές. Με εκτίμηση Α. Α. Γκίντιον
O Αξιότιμο κ. Μάνφρεντ Ζακχάιμ Ζακχάιμ & Ντι Μόντενα Οδός Αμέλεχ Τζορτζ 36
Θεού χάριτι Ιερουσαλήμ, 13 Αντάρ Β΄ 5736 * (14/3/1976)
ΕνΤΑύθΑ
* Το εβραϊκό ημερολόγιο είναι ένας συνδυασμός ηλιακού και σεληνιακού ημερολογίου και ακολουθείται από τους Εβραίους τουλάχιστον από την εποχή της Εξόδου από την Αίγυπτο (15ος αιώνας π.Χ.). Στην τρέχουσα μορφή του υπάρχει από το 359 μ.Χ., όταν το επεξεργάστηκε ιερατική επιτροπή υπό τον ραβίνο Χιλέλ Β΄. Σήμερα είναι το επίσημο ημερολόγιο του κράτους του Ισραήλ και το θρησκευτικό των απανταχού πιστών του ιουδαϊσμού σε ολόκληρο τον κόσμο. (Σ.τ.Μ.)
23
Αξιότιμε κύριε, Σε συνέχεια της χθεσινής τηλεφωνικής μας επικοινωνίας: χρειαζόμαστε ακριβώς το ποσό των 60.000 δολαρίων ΗΠΑ για την ε-
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 24
ξόφληση του στεγαστικού δανείου μας και το κτίσιμο ενάμισι επιπλέον δωματίου, καθώς και ένα ανάλογο ποσό για την τακτοποίηση του μέλλοντος του γιου αλλά και της μικρής μας κόρης, σύνολο 180.000 δολάρια ΗΠΑ. Επίσης, απαιτείται μια δωρεά 95.000 δολαρίων ΗΠΑ, με σκοπό την αγορά και την ανακαίνιση του οίκου Αλκαλάι στην εβραϊκή συνοικία της αρχαίας Χεβρώνας (εβραϊκή περιουσία που αρπάχτηκε από Άραβες ταραχοποιούς κατά τα γεγονότα του 1939 και την οποία ζητάμε τώρα να ανακτήσουμε επί πληρωμή και όχι χρησιμοποιώντας βία). Ευχαριστούμε εκ των προτέρων για τον κόπο σας, διαβιβάζουμε τα σέβη μας στον δρ. Γκίντιον, η επιστημονική δουλειά του οποίου προκαλεί το θαυμασμό του λαού μας και ανυψώνει την εκτίμηση των αλλόθρησκων προς το Ισραήλ, και τις ευχές μας για ένα χαρούμενο Πουρίμ.* Ειλικρινώς υμέτεροι Ιλάνα και Μίχαελ (Μισέλ-Ανρί) Σόμο
O Α γΚίνΤΙΟν ΞΕνΟδΟχΕίΟ ΕΞέλΣΙΟΡ δ ΒΕΡΟλίνΟ ΑλΕΞ πΑΡΑΚΑλω πληΡΟφόΡηΣέ ΜΕ ΑΜΕΣωΣ Αν πΡόΚΕΙΤΑΙ γΙΑ ΕΚΒΙΑΣΜΟ πΡέπΕΙ νΑ ΚΕΡδίΣΟΥΜΕ χΡόνΟ ΜήπωΣ νΑ ΕΜπλέΞω ΤΟν ΖΑνΤ πΕΡΙΜένω ΟδηγίΕΣ ΜάνφΡΕνΤ
O πΡΟΣωπΙΚό ΖΑΚχάϊΜ ΙΕΡΟΥΣΑληΜ ΙΣΡΑήλ πΟύλΑ ΑΚίνηΤΟ ΖΙχΡόν-γΙΑΑΚόΒ Αν χΡΕΙΑΣΤΕί ΕπΙΣηΣ πΟΡΤΟΚΑλΕώνΑ ΜπΙνΙΑΜίνΑ δώΣΕ ΤΟΥΣ ΑΚΡΙΒώΣ ΕΚΑΤό χΙλΙάδΕΣ ΕΡΕύνηΣΕ ΤΑχΙΣΤΑ πΑΡΕλθόν ΣΥΖΥγΟΥ έλΕγΞΕ ΚΑΤάΣΤΑΣη πΑΙδΙΟύ ΣΤΕίλΕ φωΤΟΤΥπίΕΣ χΑΡΤΙών δΙΑΖΥγίΟΥ ΕπΙΣΤΡέφω λΟνδίνΟ ΤέλΟΣ ΕΒδΟΜάδΑΣ ΑλΕΞ
24
O * Η εβραϊκή Αποκριά. (Σ.τ.Μ.)
OZ sel_D_Layout 1 23/06/2010 3:47 ΜΜ Page 25
Ιερουσαλήμ, 20/3
Ιλάνα, Μου ζήτησες να σκεφτώ μια-δυο μέρες και να σου γράψω τη γνώμη μου. Και οι δυο μας ξέρουμε πως, όταν εσύ ζητάς κάποια γνώμη ή συμβουλή, στην ουσία ζητάς έγκριση για ό,τι ήδη έχεις κάνει ή για ό,τι έχεις αποφασίσει να κάνεις. Και παρ’ όλα αυτά αποφάσισα να σου γράψω, για να ξεκαθαρίσω μέσα μου τι συνέβη και χωρίσαμε τόσο πικρά. Η βραδιά που πέρασα μαζί σας στην Ιερουσαλήμ την περασμένη βδομάδα μού θύμισε άσχημες εποχές. Επέστρεψα από το σπίτι σας ταραγμένη. Παρόλο που, φαινομενικά, όλα ήταν όπως πάντα, εκτός από τη βροχή που έριχνε όλη μέρα κι όλη νύχτα στην Ιερουσαλήμ. Και εκτός από τον Μισέλ, που μου φάνηκε κουρασμένος και λυπημένος. Μιάμιση ώρα κόπιαζε να στήσει την καινούργια βιβλιοθήκη, η Γιφάτ τού έδινε το κατσαβίδι, το σφυρί και την τανάλια, και μια φορά που σηκώθηκα κι εγώ να τον βοηθήσω να στερεώσει τα πλαϊνά στηρίγματα, εσύ από την κουζίνα πρότεινες, ειρωνικά, να τον πάρω μαζί μου στο κιμπούτς, γιατί εδώ χαραμίζεται το ταλέντο του. Μετά κάθισε στο γραφείο του με τη ρόμπα πάνω από τη φανελένια πιτζάμα του και διόρθωνε με κόκκινο μαρκαδόρο τα τετράδια των μαθητών του. Όλο το απόγευμα διόρθωνε τετράδια. Η σόμπα πετρελαίου έκαιγε στη γωνιά του δωματίου, η Γιφάτ έπαιζε πολλή ώρα μόνη, πάνω στο ψάθινο χαλί, με το λούτρινο αρνάκι που της αγόρασα στον κεντρικό σταθμό λεωφορείων, το ραδιόφωνο έπαιζε ένα κοντσέρτο για φλάουτο με τον Ραμπάλ, εσύ κι εγώ καθόμασταν και ψιθυρίζαμε στην κουζίνα, κι όλα έδειχναν πως περνούσαμε ένα ήρεμο οικογενειακό απόγευμα. Ο Μισέλ είχε κλειστεί στον εαυτό του κι εσύ δεν του απηύθυνες πάνω από είκοσι λέξεις όλο το απόγευμα. Και στην ουσία ούτε στη Γιφάτ ούτε σ’ εμένα. Ήσουν βυθισμένη στον κόσμο σου. Όση ώρα σού μιλούσα για τις αρρώστιες των παιδιών, για τη νέα θέση του Γιόας στο εργοστάσιο πλαστικών του κιμπούτς, για την απόφαση της γραμματείας να με στείλουν σε σεμινάρια μαγειρικής ειδικών διαιτολογίων, εσύ
25
Προς Ιλάνα Σόμο Οδός Ταρνάζ 7