PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 11
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Π ΟΛΥ αργά τη νύχτα, ή μάλλον πολύ νωρίς το πρωί, την
ώρα που οι πενιές του μπουζουκιού ράγιζαν τους τοίχους και τα ζεϊμπέκικα δίνανε και παίρνανε στην πίστα, η Μαριώ η Σαλονικιά, με το μπεγλέρι της στο ένα χέρι και το άλλο χέρι στο μικρόφωνο, τραγουδούσε, ύστερα από «γενική απαίτηση» στο «Περιβόλι τ’ ουρανού», στην Πλάκα: Μάγκες πιάστε τα γιοφύρια μπάτσοι κλάστε μας τ ’αρχίδια!
Γινόταν χαλασμός! Σηκωνόντουσαν από τις θέσεις τους και χόρευαν δέκα-δώδεκα άντρες, μερικές φορές και γυναίκες, αυτό το τραγούδι το μόρτικο, που κανείς δεν ξέρει από πού ξεφύτρωσε, αλλά πάρα πολλοί το γουστάρουν, γιατί μιλάει απερίφραστα, βλάσφημα, για την αιώνια έχθρα του πολίτη με τον αστυνόμο. Ρώτησα κάποια μέρα τη Μαριώ από ποιον έμαθε αυτό το τραγούδι και τίνος είναι. «Τίνος είναι δεν ξέρω», μου α
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 12
ΜΑΓΚεΣ ΠΙΑΣΤε ΤΑ ΓΙΟΦΥρΙΑ...
πάντησε. «Εγώ το έμαθα από τον χοντρο-Νάκο,* που δούλευα μαζί του χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Θα ήταν το 1969’70. Κι αυτός δεν ήξερε ποιος συνθέτης το είχε γράψει. [...] Μα την εποχή αυτή, στην Ελλάδα είχαμε δικτατορία, και τραγούδια τέτοιου είδους αν σ’ ακούγανε να τα λες, θα σε στέλνανε στο φρέσκο. [...] Εμένα θα στέλνανε στο φρέσκο; Ποιοι; Οι καραβανάδες; Εδώ κάνανε την πάπια μπροστά στην παλιά ρεμπέτισσα τη Λιλή, που έβριζε συνεχώς, καθώς βρισκόταν στο πατάρι κι άνοιγε και τα μπούτια της ένα μέτρο, για να τη βλέπουν από κάτω οι θαμώνες και να γλαρώνει –όσο γλάρωνε– το μάτι τους...» Ρώτησα τον Παναγιώτη Κουνάδη, ξακουστό ρεμπετολόγο. Μου είπε: «Δεν είναι ρεμπέτικο αυτό το τραγούδι. Δεν έχει φωνογραφηθεί. Θα είναι ένα απ’ αυτά τα τραγουδάκια της συμφοράς που μουρμουρίζανε καμιά φορά στους τεκέδες...» Ότι δεν είναι ρεμπέτικο αυτό το τραγούδι μού το επισήμανε κατηγορηματικά και ο Πάνος Σαββόπουλος, που ασχολείται εδώ και χρόνια με τα τραγούδια αυτού του είδους. «Δεν υπάρχει ρεμπέτικο τραγούδι με βωμολοχίες», μου τόνισε. «Οι συνθέτες του ρεμπέτικου προσέχανε τους στίχους που χρησιμοποιούσαν...» Ο γνωστός στιχουργός και συλλέκτης ρεμπέτικων Λευτέρης Χαψιάδης, όμως, έχει διαφορετική άποψη: «Είναι τραγούδι της φυλακής», μου υ* Ο χοντρο-Νάκος έπαιζε μπουζούκι και τραγουδούσε στη Θεσσαλονίκη. Έγραψε και κάποια τραγούδια. Τον είχα γνωρίσει. Ένα φεγγάρι εμφανίστηκε και στην Αθήνα. Πέθανε πριν από λίγα χρόνια.
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 13
ΠρΟΛΟΓΟΣ
πογράμμισε, «το ’λεγαν οι φυλακισμένοι. Όπως και το άλλο: “Μπάτσοι και χωροφυλάκοι / μου ξυρίσαν το μουστάκι”. Αυτά τα τραγουδάκια της φυλακής δεν κυκλοφορούσαν σε δίσκους. Διαδίδονταν από στόμα σε στόμα...» Τείνω να δεχτώ την άποψη του Χαψιάδη. Γιατί έχω να παραθέσω και μερικά άλλα παραδείγματα. Ο Νίκος Μάθεσης, αίφνης, διάσημος λαϊκός στιχουργός και νταής του Πειραιά, μου έλεγε πριν από μισόν αιώνα, και το έχω ηχογραφήσει: «Οι έλληνες στρατιώτες που λιποτακτούσαν το 1922 στο Αφιόν Καραχισάρ μουρμουρίζανε, συνοδεία μπουζουκιού, το τραγουδάκι “Παποράκι της Μπουρνόβα και καρότσα της στεριάς / πόσα τάλιρα γυρεύεις στον Περαία να με πας; / Στον Περαία έχω σπίτι και στο Πέραμα κυρά”».* Ο Γιάννης Παπαϊωάννου, από την άλλη μεριά, όποτε ανταμώναμε μου ψιθύριζε μερικά τραγουδάκια αυτής της μορφής. Ας πούμε: «Βάρκα μου μπογιατισμένη / κάργα μάγκες φορτωμένη»· ή: «Σου χ’ ει λάχει, σου χ’ ει λάχει / να σε κυνηγάνε βλάχοι;». Ο ίδιος μου εξηγούσε πώς γράφονταν οι στίχοι των ρεμπέτικων τραγουδιών, εκεί γύρω στη δεκα* Πάνω σ’ αυτόν το στίχο βασίστηκα και έγραψα με τον Μάνο Λοΐζο το τραγούδι «Παποράκι του Μπουρνόβα», που το ερμήνευσε ο Γιάννης Καλατζής. Το τραγούδι, στη δική μας εκδοχή: «Παποράκι του Μπουρνόβα / και καρότσα της στεριάς, / πόσα τάλιρα γυρεύεις / στον Περαία να με πας; [...]/ Κάθε νύχτα στ ’ όνειρό μου σεργιανάω / Άγιο Νείλο, Κερατσίνι, Κοκκινιά. / Καπετάνιο, χρόνια ξέρεις πως πονάω, / μα δεν άνοιξες πανιά. / Καπετάνιο Αρβανίτη / καροτσέρη φουκαρά, / στον Περαία έχω σπίτι / και στο Πέραμα κυρά [...]».
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 14
ΜΑΓΚεΣ ΠΙΑΣΤε ΤΑ ΓΙΟΦΥρΙΑ...
ετία του ’30: «Άνθρωποι του περιθωρίου, κλέφτες, χασικλήδες, κ.λπ., μπαίνανε στους τεκέδες για να φουμάρουνε, αράζανε δίπλα στο μαγκάλι για να ζεσταθούνε, και πίνανε έναν αργιλέ. Αν κάποιος απ’ όλους ήξερε να γρατζουνάει ένα μπουζούκι, το κατέβαζε από τον τοίχο, όπου κρεμόντουσαν δυο-τρία, και άρχιζε να “παίζει”. Βαρούσε τις χορδές, άναρχα και μονότονα, και πάνω σ’ αυτή τη “μουσική” διάφοροι θαμώνες κολλάγανε στιχάκια, που τα μοντάρανε εκείνη την ώρα... Τέτοιο είναι και το “Μάγκες πιάστε τα γιοφύρια”. Το έχω ακούσει κι εγώ, αλλά δεν το τραγουδάω...» Γιατί, όμως, οι «παραγγελιές» και η τόσο θετική αντίδραση για ένα τραγούδι που ελάχιστοι το γνώριζαν, του οποίου η μουσική ήταν συμβατική, χωρίς κάτι το ξεχωριστό, και τα λόγια του κλασικές αισχρολογίες; Νομίζω, πρώτον, ότι μεγάλο ρόλο έπαιζε το ότι το παρουσίαζε μια λαϊκή τραγουδίστρια ιδιαίτερα δημοφιλής. Και, δεύτερον, γιατί υπάρχουν στη μέση «μάγκες» και κυρίως «μπάτσοι», που αντιμετωπίζονται με ύβρεις και απέραντη περιφρόνηση. Χρειάζεται να πω εδώ ότι, προτού γράψω το βιβλίο, είχα την εντύπωση ότι η λέξη μπάτσος είναι ελληνική και προέρχεται από τους μπάτσους: τις σφαλιάρες που έδιναν –και δίνουν ενίοτε– οι αστυνομικοί στους κρατούμενους για να τους σπάσουν τον τσαμπουκά και να τους υποχρεώσουν να «ομολογήσουν» ή να «δώσουν» ανθρώπους του περιθωρίου, που βαρύνονταν για κλοπές, διαρρήξεις, λαθρεμπόριο, εκβιασμούς, κ.λπ. Όχι, η λέξη δεν είναι ελληνική. Είναι τουρκική και σημαίνει
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 15
ΠρΟΛΟΓΟΣ
«χωροφύλακας», «φοροεισπράκτορας» (Λεξικό Μπαμπινιώτη). Την ίδια ερμηνεία θα βρούμε και στο Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών), μαζί με τη λέξη φόβος, που είναι αποτέλεσμα, φυσικά, του σκαμπιλιού. Στο Λεξικό της πιάτσας (Εκδόσεις Κάκτος), ο Ζάχος γράφει για τη λέξη μπάτσος: «Αρχικά ο χωροφύλακας. Από το ότι στην ύπαιθρο ο χωροφύλακας έδερνε ασύδοτα, μέχρι τελευταία. Από την ώρα που οι υπαίθριοι πλημμύρισαν την πρωτεύουσα, μπάτσος ονομάστηκε ο αστυνομικός». Θα πρέπει να προσθέσω, αν και δεν είναι ανάγκη, ότι οι αστυνομικοί ουδέποτε αντιμετωπίζονταν φιλικά από τον κόσμο. Ήταν εκπρόσωποι της κρατικής εξουσίας, που έχει το προνόμιο της βίας. Σε άλλες εποχές, δύσκολες, που έζησα εγώ ως έφηβος κι ως νέος, ο αστυνομικός δεν ήταν ένας ένστολος κρατικός υπάλληλος, αλλά αυτός που «παρακολουθούσε», κατέγραφε, είχε περίστροφο και χειροπέδες, συλλάμβανε, κατά κανόνα, αριστερούς και «συμπαθούντες», και όχι παραβάτες του κοινού ποινικού δικαίου, για να τους οδηγήσει στο Τμήμα, κατόπιν στο δικαστήριο, με την κλούβα, και τελικά να τους συνοδέψει στο καράβι για το ξερονήσι ή να τους μπουζουριάσει σιδηροδέσμιους στη φυλακή. Τα τελευταία χρόνια, σε πολλούς τοίχους διαβάζουμε το σύνθημα: «Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι». Θυμάμαι ένα ποίημα του Λόρκα για τον τσιγγάνο «Αντόνιο Τόρρες Ερέδια», που περπατάει καμαρωτά, μελαχρινός και όμορφος, στο δρόμο για τη Σεβίλλη, κόβει λεμόνια και τα πετάει στο νερό της λίμνης, και ξάφνου ορμάνε οι
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 16
ΜΑΓΚεΣ ΠΙΑΣΤε ΤΑ ΓΙΟΦΥρΙΑ...
χωροφύλακες, τον πιάνουν και τον ρίχνουν στο κελί, όπου τον δέρνουν αλύπητα. Τι έγκλημα είχε διαπράξει; Δεν μας το αποκαλύπτει ο ποιητής. Χρειάζεται όμως; Η εξουσία των γαλονιών είναι πάντοτε εξουσία· και στην προπολεμική Ισπανία και στην Ελλάδα και στη Ρωσία και στην Κούβα και στην Τουρκία και παντού. Πέρασαν, ευτυχώς, εκείνα τα χρόνια που η χώρα μας ήταν το «βασιλίκι των πολιτσμάνων», όπως έγραψε ο Βάρναλης. Οι περισσότεροι αστυνομικοί, πλέον, είναι πολίτες, όπως όλοι μας. Συνδικαλίζονται και απεργούν, μάλιστα, όταν το κρίνουν αναγκαίο, για αυξήσεις και ανθρωπινότερους όρους δουλειάς. Ωστόσο ο κόσμος δεν έχει συμφιλιωθεί μαζί τους. Με το παιχνίδι «κλέφτες κι αστυνόμοι» μεγάλωσε η δική μου γενιά. Γι’ αυτό το παιχνίδι μιλάω και σε δύο τραγούδια μου: «[...] Παίζαν οι μικρότεροι κλέφτες κι αστυνόμους / κι ήταν αρχηγός η Αργυρώ [...]»· «Χωματένιοι δρόμοι / κλέφτες κι αστυνόμοι / κι ήσουν πάντα ο κλέφτης / μάτια μου. / Κι όποτε σε πιάναν / κλάματα με πιάναν / ράγιζε ο καθρέφτης / μάτια μου». Κανείς από τους παιδικούς μου φίλους δεν ήθελε να είναι αστυνόμος... Χρόνια τώρα, κάθε μέρα, εκτός από τα κείμενά μου για τα Νέα, γράφω στίχους ή ηχογραφώ σ’ ένα μαγνητοφωνάκι ιστορίες, χωρίς αρχή και τέλος, από τα πάρε-δώσε μου με συνθέτες, στιχουργούς, δισκάδες, ρεμπέτες, τραγουδιστές – ό,τι μου έρχεται στο νου. Το υλικό αυτό το μαζεύω και κά
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 17
ΠρΟΛΟΓΟΣ
ποια ώρα το αξιοποιώ: βγάζω βιβλία, δίνω συνεντεύξεις, δημοσιεύω «κομμάτια» σε εφημερίδες και περιοδικά. Έτσι, δεν χάνεται μέσα στα συρτάρια μου. Αυτή τη φορά, το κύριο μέρος του βιβλίου προέρχεται από δημοσιευμένα κείμενά μου στο περιοδικό Όασις, επίσης από την εφημερίδα όπου δουλεύω, αλλά και από ομιλίες μου. Υπάρχει και ένα ανέκδοτο κείμενο. Στο εξώφυλλο συμφωνήσαμε με τον Θανάση Καστανιώτη να μπει αυτή η καταπληκτική φωτογραφία του μοναδικού Γιάννη Παπαϊωάννου, που παίζει μπουζούκι και τραγουδάει, μερακλωμένος, έχοντας γείρει πάνω σ’ ένα «χαλί» από σπασμένα πιάτα. Είναι φωτογραφία μιας άλλης εποχής· μιας εποχής όπου η διασκέδαση στα μπουζούκια άρχιζε στις 9 το βράδυ και τελείωνε στις 7 το πρωί. Τώρα τα μπουζουκόκεντρα, όσα απομείνανε, δουλεύουν δυο-τρεις φορές την εβδομάδα, με πολύ λίγο κόσμο. Και, φυσικά, ούτε κουβέντα για λουλουδοπόλεμους και σπάσιμο πιάτων. Η Ελλάδα βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού και στον αστερισμό του Δ.Ν.Τ. Για να τελειώνω με τον πρόλογο: Στο βιβλίο αυτό υπάρχουν αφηγήματά μου για τον Στέλιο Καζαντζίδη, τον Κώστα Βίρβο, τον Παναγιώτη Τούντα, τον Γιάννη Παπαϊωάννου, τον Γιώργο Ζαμπέτα, τον Πυθαγόρα, τον Βασίλη Τσιτσάνη, φυσικά, τη Ρόζα Εσκενάζυ, τον Απόστολο Καλδάρα, τον Ανέστη Δελιά, τον Μανώλη Χιώτη, τον Χρήστο Κολοκοτρώ – Μάγκες πιάστε τα γιοφύρια...
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 18
ΜΑΓΚεΣ ΠΙΑΣΤε ΤΑ ΓΙΟΦΥρΙΑ...
νη, τον Τάσο Σχορέλη, τον Δημήτρη Χριστοδούλου και τον Αλέκο Σακελλάριο. Δεκαπέντε πρόσωπα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο ελληνικό τραγούδι, σε όλες τις μορφές του: ρεμπέτικο, λαϊκό, έντεχνο λαϊκό, αρχοντορεμπέτικο και ελαφρό. Όσα έχουν γραφτεί ως τώρα για τους καλλιτέχνες αυτούς δεν είναι πολλά. Νομίζω ότι με τα δικά μου κείμενα συμπληρώνονται μεγάλα κενά. Θέλω να σημειώσω ότι για τον Τάσο Σχορέλη και τη «βαθιά ανάσα» που έδωσε στους ρεμπέτες και το ρεμπέτικο δεν έχει δημοσιευτεί τίποτα σχεδόν. Κι ας έχει γράψει ο άνθρωπος μια τετράτομη ανθολογία, με πολύτιμα στοιχεία όχι μόνο για τον κόσμο, αλλά και για τους μελετητές. Από τους δεκαπέντε του βιβλίου, μόνο τρεις δεν γνώρισα από κοντά: τον Τούντα, τον Δελιά και τον Χιώτη. Με τους άλλους δώδεκα είχα –ας μου επιτραπεί– φιλία. Και τα πορτρέτα τους, εδώ, βγαίνουν φιλτραρισμένα μέσα από τις γνώσεις μου, τις πληροφορίες μου, το κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον, μα, κυρίως, μέσα από την ψυχή μου. Τέλος, τον τίτλο του βιβλίου τον εμπνεύστηκα από το ίδιο το τραγούδι, που είναι ιδιαίτερα προκλητικό και σίγουρα καλύπτει τους περισσότερους από τους συνθέτες και τραγουδιστές που αναφέρω. Συνθέτες και τραγουδιστές που, λόγω επαγγέλματος, και «μάγκες» ήταν και με την αστυνομία, πολλές φορές, δεν είχαν αγγελικές σχέσεις. Λ. Π. Ιούνιος 2010
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 19
Σφαλιάρα από χωροφύλακα ΣΤεΛΙΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΙδηΣ
ΤΟ τελευταίο βιβλίο μου έχει τίτλο Εν αρχή ην ο Καζαντζί-
δης (Εκδόσεις Καστανιώτη). Τον τίτλο δεν τον έβαλα για λόγους εμπορικούς. Για να «τραβήξω», δηλαδή, τους θαυμαστές και τους φίλους του μεγάλου αυτού τραγουδιστή, που είναι αναρίθμητοι στην Ελλάδα. Τον έβαλα γιατί πιστεύω ότι ο Καζαντζίδης όντως είναι το άλφα και το ωμέγα του λαϊκού μας τραγουδιού. Κι αυτή η πίστη δεν είναι μόνο δική μου. Είναι πίστη εκατομμυρίων ανθρώπων, από όλες τις κοινωνικές βαθμίδες. Το σπουδαίο είναι ότι ακόμη και οι τραγουδιστές, που ενίοτε δαγκώνουν με το δηλητηριώδες δοντάκι του φθόνου, ψηφίζουν και με τα δυο τους χέρια Καζαντζίδη. Εκτός από μερικούς γραφιάδες, με το ρεμπέτικο ασχολούμενους, κυρίως, οι οποίοι, χωρίς να αμφισβητούν την αξία του Στέλιου, παραθέτουν και διάφορα άλλα ονόματα (Παγιουμτζής, Ρούκουνας, Τσαουσάκης, Περπινιάδης, Νταλγκάς, Αραπάκης, Κάβουρας, Σωφρονίου), που ποτέ –και είναι φυσικό– δεν άγγιξαν καν την απίστευτη δημοτικότητα του Καζαντζίδη.
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 20
ΜΑΓΚεΣ ΠΙΑΣΤε ΤΑ ΓΙΟΦΥρΙΑ...
Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν πεθάνει πολλοί σπουδαίοι έλληνες καλλιτέχνες: ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Γιώργος Ζαμπέτας, η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η Έλλη Λαμπέτη, ο Ντίνος Ηλιόπουλος, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, ο Μάνος Λοΐζος, η Βίκυ Μοσχολιού, η Έλενα Ναθαναήλ – ένα ατέλειωτο πλήθος. Για κανέναν, όμως, από τους καλλιτέχνες αυτούς δεν ξέσπασε ο δημόσιος θρήνος που ξέσπασε για τον Στέλιο Καζαντζίδη. Θρήνος που συνεχίζεται. Και θα συνεχίζεται. Γιατί ο Καζαντζίδης δεν ήταν απλώς ένας μεγάλος καλλιτέχνης, ένας μεγάλος τραγουδιστής. Ήταν ένας σπουδαίος, ατόφιος, από γρανίτη, Έλληνας. Που μέσα στο αίμα του κυλούσε ένα ποτάμι δικαιοσύνης και ανθρωπιάς. Ο Καζαντζίδης ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος, με την αρχοντιά του λαού. Μπορείτε να σκεφτείτε αυτό τον άντρα σ’ ένα πάρτι στα βόρεια προάστια, περιτριγυρισμένο από μανεκέν, να χαριεντίζεται με ένα πούρο στο χέρι; Δεν μπορείτε! Αντίθετα, εγώ τον έχω δει πολλές φορές, στην παλιά μου γειτονιά, στην Καισαριανή, να σμίγει με τους φίλους του, τον Νικηφόρο τον γυψαδόρο και τους άλλους, να κάθεται σ’ ένα καφενεδάκι με ψάθινες καρέκλες, να πίνουν ένα ούζο με λίγη λακέρδα, να λένε τα δικά τους λόγια για τα προβλήματα και τα βάσανα του κοσμάκη, και, κάποια στιγμή, να πιάνει ο Στέλιος την κιθάρα και, με τους άλλους της παρέας να του κάνουν σιγόντο, να τραγουδάει: «Η κοινωνία με κατακρίνει, μ ’έχει αδικήσει στ ’αληθινά...» Ο Καζαντζίδης είναι η απόλυτη φωνή. Αλλ’ όχι μόνον
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 21
ΣΦΑΛΙΑρΑ ΑΠΟ ΧΩρΟΦΥΛΑΚΑ
αυτό. Υπήρξε πάντοτε ένας καλλιτέχνης που ήταν μονίμως κοντά στο λαό, δεν κέρδισε πολλά χρήματα, δεν έζησε σε βίλες, δεν μπήκε σε κότερα, δεν έκανε προκλητική ζωή, δεν φιγουράριζε στις σελίδες των λάιφ στάιλ περιοδικών. Ήταν ένας άνθρωπος απλός, που ζούσε σε μια λαϊκή συνοικία, και οι φίλοι του ήταν επίσης απλοί άνθρωποι, με νοικιασμένα σπίτια σε διάφορους συνοικισμούς. Ο Καζαντζίδης δεν είναι ένα πολιτικό πρόσωπο που πρόσφερε τις υπηρεσίες του στον τόπο του, πέθανε και μνημονεύεται, κάθε χρόνο, σε ειδικές εκδηλώσεις. Ο Καζαντζίδης είναι ο μέγας καλλιτέχνης που κράτησε ζωντανό τον ελληνισμό με τα τραγούδια του στα σκληρά χρόνια της μετανάστευσης. Είναι ο άνθρωπος που στάθηκε δίπλα στον συνάνθρωπό του, του μίλησε με τη φωνή που εκείνος καταλάβαινε, του κράτησε με ζεστασιά και συγκίνηση το χέρι. Δεν είναι τα τραγούδια το παν. Είναι η ανθρώπινη προσφορά. Είναι η αλληλεγγύη. Είναι η δύναμη της ψυχής. Τυχαίο είναι άραγε το γεγονός ότι έχουν ιδρυθεί εκατοντάδες σύλλογοι σε όλη την Ελλάδα με το όνομα «Στέλιος Καζαντζίδης»; Τυχαίο είναι άραγε το γεγονός ότι ολόκληρες περιοχές, τεράστιες λεωφόροι, λέγονται πια «Στέλιος Καζαντζίδης»; Ο λαός έχει ευαισθησία, καταλαβαίνει. Και ξέρει να τιμά. Αν γινόταν από επίσημο φορέα μια εκδήλωση για τον Καζαντζίδη, θα πήγαιναν να τραγουδήσουν δωρεάν όλοι ανεξαιρέτως οι τραγουδιστές. Γιατί στον Καζαντζίδη οφείλουν το ανέβασμά τους στην κοινωνική σκάλα, τα χρήματα
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 22
ΜΑΓΚεΣ ΠΙΑΣΤε ΤΑ ΓΙΟΦΥρΙΑ...
που κέρδισαν, την αίγλη που απέκτησαν. Αλλά δεν είναι μόνον οι τραγουδιστές. Όλοι οι δισκάδες, όλοι οι ιδιοκτήτες νυχτερινών κέντρων, όλοι οι δημιουργοί, οφείλουν πάρα πολλά σ’ αυτό τον καλλιτέχνη, που κράτησε ψηλά τη σημαία ενός επαγγέλματος τόσο περιφρονημένου σε παλιότερες εποχές. Ο Στέλιος Καζαντζίδης πράγματι είναι ο σημαντικότερος έλληνας τραγουδιστής. Κορυφαίος, κατά τη γνώμη μου. Πρώτος σε όλη τη Μεσόγειο. Ηχόχρωμα, τσάκισμα της φωνής, δύναμη, εξαιρετική άρθρωση, αναπνοή, κι ένα απίστευτο μεράκι για ό,τι τραγουδούσε. Οι νότες δεν τον φόβιζαν. Και τα λόγια που έλεγε, βγαίνοντας από το ηχείο του στόματός του, δώρο Θεού. Ολόκληρη η Ελλάδα, αλλά κυρίως η ελληνική επαρχία, λάτρευε αυτό τον καταπληκτικό τραγουδιστή. Ο ίδιος ο Μπιθικώτσης μου έχει δηλώσει ότι όνειρό του ήταν να μοιάσει στον Στέλιο. Και αργότερα, όταν πέρασε κι αυτός στην «κιβωτό» με τους σπάνιους τραγουδιστές, κάνοντας έναν σαφή διαχωρισμό ανάμεσα στις προτιμήσεις της επαρχίας και της Αθήνας ως προς το τραγούδι, σημείωνε με χιούμορ: «Ο Καζαντζίδης είναι αρχηγός της Χωροφυλακής [επαρχίας] κι εγώ της Αστυνομίας Πόλεων!» Διάβαζα τελευταία ότι κάποιος κούρδος τραγουδιστής και ακορντεονίστας, τυφλός, έμαθε να τραγουδάει και να παίζει ακούγοντας συνεχώς τραγούδια του Καζαντζίδη και μελετώντας αναπνοές, τσαλκάντζες, ψηλές και χαμηλές νότες, σβησίματα. Και τα ίδια πράγματα μου έχουν πει και
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 23
ΣΦΑΛΙΑρΑ ΑΠΟ ΧΩρΟΦΥΛΑΚΑ
δεκάδες άλλοι τραγουδιστές από την Τουρκία, την Αίγυπτο, αλλά και το Ισραήλ. Όλ’ αυτά δεν είναι συνηθισμένα πράγματα. Το 1988, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου βρισκόταν στο Χέρφιλντ με σοβαρότατο καρδιακό νόσημα και κινδύνευε να πεθάνει, τον επισκέφθηκε ένας έλληνας μετανάστης από το Αμβούργο και του πρότεινε κάτι το απίστευτο: αν χρειαζόταν να του γίνει μεταμόσχευση καρδιάς, να του δώσει τη δική του, για να τον σώσει! Να πεθάνει δηλαδή εκείνος, για να ζήσει ο Ανδρέας! Γνωρίζω πολλούς ανθρώπους που θα ήταν ικανοί και για την πιο μεγάλη θυσία, για να βοηθήσουν τον Καζαντζίδη, αν χρειαζόταν κάτι απ’ αυτούς. Γιατί ο Καζαντζίδης είχε και έχει πολλούς και ακριβούς φίλους. Δεν θέλω να αναφέρω ονόματα. Θέλω όμως να πω δυο λόγια για τον φίλο του τον Μανώλη Βουτσαλά, τον πασίγνωστο «Μπλομπλό». Ο Μπλομπλός ζει στη Νέα Αλικαρνασσό του Ηρακλείου Κρήτης και έχει εξέχουσα θέση στο δημοτικό συμβούλιο της πόλης. Αν πάτε, λοιπόν, στη Νέα Αλικαρνασσό, θα δείτε ότι η τεράστια κεντρική λεωφόρος της πόλης έχει το όνομα του Στέλιου Καζαντζίδη. Πράγμα που σκέφτηκε και επέβαλε ο Μπλομπλός! Ο Καζαντζίδης έχει περάσει στην περιοχή του μύθου. Κι αυτό δεν το χρωστάει μόνο στη φωνή του. Το χρωστάει στην παλληκαρήσια στάση του απέναντι στη ζωή. Στο ότι δεν γύρεψε ποτέ πολλά λεφτά, δεν διεκδίκησε τον πλούτο, του αρκούσε να ζει σε τρεις κάμαρες, να ψαρεύει πέντε μα
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 24
ΜΑΓΚεΣ ΠΙΑΣΤε ΤΑ ΓΙΟΦΥρΙΑ...
ρίδες και να τραγουδάει. Οι φίλοι του πάντα ήταν άνθρωποι της βιοπάλης. Τα γλέντια του δεν γίνονταν σε κοσμικά κέντρα, αλλά σε απόμερες ταβερνούλες, με δυο κιλά κρασί και μερικούς σπιτικούς μεζέδες. Και η ζωή του, γενικώς, ήταν ήσυχη: ποτέ καυγάδες, ποτέ φασαρίες, ποτέ φιγούρες. Γνωρίζω ανθρώπους –επιχειρηματίες– που του προσέφεραν δεκάδες εκατομμύρια για να πει μερικά τραγούδια ένα βράδυ. Κάποιος στη Θεσσαλονίκη δεν του ζητούσε καν να τραγουδήσει. Του ’λεγε να πηγαίνει κάθε νύχτα στο κέντρο του, να κάθεται μισή ώρα, να πίνει έναν καφέ και ύστερα να φεύγει, παίρνοντας από το ταμείο όσα λεφτά ήθελε! Έχω φίλους που θα δίνανε ό,τι είχαν και δεν είχαν, για να ’ναι κοντά στον Καζαντζίδη, να κάνουν παρέα. Είναι μεγάλος ο Καζαντζίδης. Και είναι και παρών στη ζωή μας. Όλοι ανεξαιρέτως οι έλληνες τραγουδιστές, όπως έχω διαπιστώσει από την πείρα μου, ψάχνουν να κλέψουν κάτι από τον τρόπο που τραγουδούσε, μιμούνται το πώς άπλωνε τα άλφα και τα ωμέγα του, στέκονται προσοχή μπρος στο παράδειγμά του. Σπουδαίους τραγουδιστές είχαμε και έχουμε πολλούς. Κανένας όμως δεν αμφισβήτησε την πρωτοκαθεδρία του Καζαντζίδη! Ακόμη και ο τελευταίος τραγουδιστάκος, που δεν είχε παρά ελάχιστα προσόντα, στην ερώτηση «Ποιος είναι ο καλύτερος τραγουδιστής στην Ελλάδα;» απαντούσε καμαρώνοντας: «Εγώ, φυσικά. Μετά τον Καζαντζίδη». Αλλά και οι πιο καταξιωμένοι ερμηνευτές στο χώρο στον Καζαντζίδη έβγαζαν πάντα το καπέλο.
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 25
ΣΦΑΛΙΑρΑ ΑΠΟ ΧΩρΟΦΥΛΑΚΑ
Στο βιβλίο μου Εν αρχή ην ο Καζαντζίδης, δημοσιεύω μια συνέντευξη του Μπιθικώτση. Κάποια στιγμή τον ρωτάω: «Τι είναι για σένα ο Στέλιος Καζαντζίδης;» Απάντηση: «Ο Καζαντζίδης είναι θεός. Αφού εμένα, όταν άρχισα να τραγουδάω στα κέντρα και να έχω επιτυχία, με λέγανε Καζαντζίδη. Βέβαια. Ρε Καζαντζίδη, πες μας το “Τρελοκόριτσο”, φέρ’ ειπείν. Για να μη λέμε πολλά. Ο Καζαντζίδης είναι μεγάλος τραγουδιστής. Ο μεγαλύτερος τραγουδιστής. Είχε μια στροφή στο λαιμό του, που όποιος άλλος και να ’λεγε το τραγούδι, δεν μπορούσε να το πει σαν τον Στέλιο. Πολύ δύσκολος τραγουδιστής! Εγώ, τότε που τραγουδούσαμε, κάτσανε δίπλα μου πολλοί τραγουδιστές. Και ο Καζαντζίδης, βέβαια. Και τότε κατάλαβα πόσο μεγάλος τραγουδιστής είναι. Δεν μ’ ενδιαφέρει τι τραγούδια έχει πει. Όλοι μας έχουμε πει κι άσχημα τραγούδια. Ο μόνος που μ’ ενόχλησε στο αφτί με ενδιαφέρον, τι λέει, δηλαδή, αυτός ο άνθρωπος, ήταν ο Στέλιος ο Καζαντζίδης. Κανένας άλλος που έκατσε δίπλα μου». Τον ρωτάω: «Τι θα έλεγες εσύ, σαν μεγάλος τραγουδιστής, στους νέους τραγουδιστές σαν συμβουλή;» Απάντηση: «Παιδιά, ο Καζαντζίδης οπωσδήποτε προηγείται. Γιατί άνοιξε ένα δρόμο στο λαϊκό τραγούδι, το τοποθέτησε. Μπορεί να είπε 80% εμπορικά, τότε που έφευγε ο κόσμος στη Γερμανία, κ.λπ. Όλοι είπαμε κι άσχημα. Αλλά έχει ένα 20% που δεν μπορεί να το αγγίξει κανείς! Όπως κι εγώ έχω πει ένα 20% που δεν μπορεί να το αγγίξει κανείς. Κι αυτό είναι το πιο δύσκολο σ’ έναν τραγουδιστή. Να μην
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 26
ΜΑΓΚεΣ ΠΙΑΣΤε ΤΑ ΓΙΟΦΥρΙΑ...
μπορούν να τον αγγίξουν. Με τον Καζαντζίδη έχουμε αυτή τη διαφορά: Δεν μπορεί να πει δικά μου και δεν μπορώ να πω δικά του. Ξέρω ότι τα δικά του τα λέει καλύτερα από εμένα. Ντρέπομαι να τα πω. Κι αυτός τα ίδια». Μιλάμε και με τη Μαρινέλλα, το 1970, για τον Στέλιο. Λέει λοιπόν: «Έλα, μωρέ Λευτέρη, εγώ θα κρίνω τον Καζαντζίδη; Τι μπορούμε να πούμε γι’ αυτόν; Ν’ αμφισβητήσουμε τη φωνάρα του, που, όσο περνάνε τα χρόνια, όλο και περισσότερο ωριμάζει και γίνεται καλύτερη; Πώς τολμάμε να μιλάμε για τον Στέλιο; Δεν υπήρξε ποτέ τραγουδιστής σαν κι αυτόν!» Να δούμε τώρα τι λέει ένας σπουδαίος συνθέτης, που το ρεπερτόριό του δεν έχει καμιά σχέση με το τραγούδι του Καζαντζίδη. Είναι ο Γιάννης Σπανός. Και μου τονίζει: «Την εποχή που κράταγα το κοντάρι της σημαίας του Νέου Κύματος, αργά τη νύχτα έτρεχα στα κουτούκια. Με έθελγαν πάντοτε τα λαϊκά τραγούδια. Και θέλω να σημειώσω πρωτίστως πόσο μεγάλη προσωπικότητα θεωρώ τον Στέλιο Καζαντζίδη. »Τον Καζαντζίδη τον ανακάλυψα στο στρατό, στη Λάρισα. Με το τραγούδι του ανακάλυψα έναν ολόκληρο κόσμο που μου ήταν άγνωστος. Η απήχηση που έχει αυτός ο άνθρωπος στον κόσμο είναι μοναδική! Η επικοινωνία του με τις μεγάλες μάζες είναι ασύγκριτη. Κι εγώ, στις δύσκολες στιγμές μου, κατάλαβα πόση δύναμη έχει ο Στέλιος. Κι όμως, δεν μ’ ενδιαφέρει ως τραγουδιστής για μένα. Αν ποτέ συνεργαζόμασταν, κάποιος από τους δυο μας θα ψεύτιζε.
PAPADOPOULOS - DD_Layout 1 09/09/2010 1:26 ΜΜ Page 27
ΣΦΑΛΙΑρΑ ΑΠΟ ΧΩρΟΦΥΛΑΚΑ
Πώς θα βγάλω εγώ τον Καζαντζίδη από την έκφρασή του; Πώς θα του στερήσω το διάλογο που έχει με τον κόσμο;» Και πάμε σε μια συνταρακτική εξομολόγηση του Άκη Πάνου. Τον ρωτάω: «Τον Καζαντζίδη τον γνωρίζεις πολύ καλά. Θέλεις να μου μιλήσεις γι’ αυτόν;» Απάντηση: «Ο Καζαντζίδης... Καίτοι νομίζουν ότι τον γνωρίζουν όλοι, πιστεύω ότι ούτε ο ίδιος ξέρει τον εαυτό του ως καλλιτέχνη. Ο Καζαντζίδης ποτέ δεν είπε: “Έγινα”. Μου θυμίζει ένα στίχο μου, που λέει: “Θα είμαι πάντα μαθητής, για να μην πέσω έξω / και τα πολύ παράξενα, κι αυτά θα τα προσέξω. / Θα είμαι πάντα μαθητής να διορθώνω λάθη / πάντοτε έχει η ζωή κάτι για να μου μάθει”. Αυτός είναι ο Στέλιος. Αν έλεγε “έγινα”, αυτό θα τον ωφελούσε, αλλά θα τον κατέστρεφε συγχρόνως. Και κοίταξε τώρα πώς είναι στη συνείδηση του κόσμου. Πάμε ένα βράδυ του ’58 με τον Μουρκάκο και τον Κολοκοτρώνη να τον ακούσουμε στον “Αστέρα”, στην Κοκκινιά. Φίσκα το μαγαζί. Μας βάζουνε να καθίσουμε σε κάτι καφάσια. Τραγουδάει ο Στέλιος: “Μα κανένας δε μου φταίει για το χάλι μου / σπάσιμο θέλει το κεφάλι μου”. Και τότε, πετάγεται κάποιος πάνω, σπάει ένα ποτήρι και το καρφώνει στο μέτωπό του! Παγώνουμε όλοι. Τον παίρνουνε αυτόνε γεμάτο αίματα. Κι ενώ τον σέρνουνε στην έξοδο και ο Στέλιος συνεχίζει το τραγούδι, γυρίζει και του φωνάζει: “Γεια σου, Στελάρα!” Καταλαβαίνεις; Λέω λοιπόν: Αν φύγει ο Στέλιος από την Κοκκινιά κι αρχίσει να τραγουδάει περπατώντας για ν’ ανέβει στην Αθήνα, με τον κόσμο που θα μαζέψει στο δρόμο δεν κάνει