PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 13
Έρωτας υπό αίρεση
με μια περιγραφή της; Φορούσε χαμηλοκάβαλα ξεθωριασμένα τζιν πολύ πριν γίνουν μόδα. Ήταν λεπτή, γυμνασμένη λόγω μαθημάτων μπαλέτου, φιλελεύθερης ιδεολογίας, χωρίς κόμπλεξ στο κρεβάτι, διαβασμένη, και σεμνή συνάμα. Μιλούσε για τις ζωές του Έσσε, του Κίρκεγκορ και του Σοπενάουερ σαν να τους γνώριζε προσωπικά. Από εύπορη οικογένεια της Μασαχουσέτης, είχε μαθητεύσει σε ιδιωτικά σχολεία, αλλά τη μεγαλύτερη εντύπωση μου έκαναν τα σκι της, καταχωνιασμένα στο ντουλάπι της. Στο καθένα είχε χαραγμένο τ’ όνομά της: Μαίρη Κόρλις. Δεν ήξερα ότι τα σκι μπορούσαν να ονομαστούν. Τα παραλέω; Ίσως. Αλλά συγχωρώ τον εαυτό μου για τον υπέρμετρο ενθουσιασμό. Όλα δεν τα έχει ένας άνθρωπος όταν τον πρωτογνωρίζεις; Πώς να στραβώσει τούτο δω, λες στον εαυτό σου, σ’ εκείνη τη μεθυστική πρώτη φάση που ως και η μικρότερη λεπτομέρεια αποκτά ιδιαίτερο νόημα; Μαγικό μού φαινόταν το πώς σήκωνε το κεφάλι απ’ το μαξιλάρι τρεις τέσσερις φορές πριν αποκοιμηθεί, το πώς άγγιζε το φλιτζάνι του καφέ στο μάγουλό της για να ελέγξει τη θερμοκρασία
ν
Α ΑρχΙΣΩ
13
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 14
νΙκοΣ πΑπΑνδρεου
του, ο ανεπαίσθητα λοξός βηματισμός της. Αν δεν έχει κάτι το κιτς ο έρωτας, αν δεν έχει το στοιχείο της υπερβολής, ε, τότε δεν είναι έρωτας αλλά κάτι λιγότερο. Ήταν και ένα ακόμα που δεν έπρεπε να έχει θέση στο θέμα του έρωτα μα να που είχε. Το πώς έγινε η πρώτη φορά: με απίστευτη ταχύτητα και φυσικότητα. Στεκόμουν ακριβώς πίσω της στην ουρά για το φαγητό στο χώρο του πανεπιστημίου. Μιλούσε με ενθουσιασμό σε κάποιον και τα χέρια της φτερούγιζαν πάνω κάτω μ’ εκείνη τη χάρη που έχουν οι μπαλαρίνες. Όταν έσκυψε λίγο να βγάλει μια κλωστή απ’ το καλσόν της, με είδε να την κοιτάω και μου χαμογέλασε. Έφυγε ο συνομιλητής της, αλλά εγώ ντράπηκα να την πλησιάσω και αρκέστηκα να την παρατηρώ. Είδα ότι είχε σβήσει το φως, ότι τώρα που δε μιλούσε είχε πάψει να λάμπει. Αυτό την έκανε να μοιάζει μικρότερη, ανήμπορη, ευάλωτη. Έτσι μ’ έπιασε απ’ την καρδιά με το αγκίστρι της ύπαρξής της. Ήταν αδύναμη! Με είχε ανάγκη! Ω ήρωα, έλα να με σώσεις. Βρήκα τη δικαιολογία. Βρήκα και μια ανοησία για να πιάσω κουβέντα μαζί της και όσο μιλούσαμε πρόσεξα ότι εκείνο το ιδιαίτερο φως της επανήλθε. Και γέμισα με ενθουσιασμό. Κάτσαμε και φάγαμε μαζί, αν και δε θυμάμαι τι ακριβώς είπαμε. Κάποια στιγμή πρόσεξε τον ενθουσιασμό μου και μου το είπε. «Παρά την ανοργανωσιά σου, παρά τις περίεργες απόψεις σου, παρά τον ξέχειλο ενθουσιασμό που σε κάνει να μιλάς γρήγορα και να σκοντάφτουν η μια πρόταση πάνω στην άλλη, σε καταλαβαίνω μια χαρά». Δέκα λεπτά αργότερα βρεθήκαμε στο κρεβάτι μου, στο 14
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 15
ερΩΤΑΣ υπο ΑΙρεΣΗ
δωμάτιο 1512 σ’ ένα απ’ τα δώδεκα κολέγια του πανεπιστημίου. Ήμασταν και οι δυο γυμνοί και χαρούμενοι. Ο μηδενικός χρόνος που διανύσαμε για να φτάσουμε κάτω απ’ τα σεντόνια ήταν και το τελειωτικό χτύπημα, επειδή ήταν ανήκουστο, πρωτόγνωρο, μεθυστικό για ένα αγόρι της ηλικίας μου. «Μα δε σημαίνει και τίποτα», ήταν η απάντησή της όταν τη ρώτησα πώς φτάσαμε εδώ τόσο γρήγορα. «Ξέρεις αμέσως αν ταιριάζεις με κάποιον ή δεν. Και κινείσαι ανάλογα». Αυτό μου φάνηκε σαν μια εξαιρετικά ώριμη τοποθέτηση γύρω απ’ το πολύπλοκο ζήτημα της ερωτικής πράξης. Δε χρειάζεται να το συζητάς, απλώς κάν’ το! Πίστευα φυσικά ότι, όπως κι εγώ, με είχε κι εκείνη ερωτευτεί, κι έτσι όλα είχαν μπει σε μια ορθολογική τάξη. Τις επόμενες εβδομάδες όμως το σκεφτόμουν και το ξανασκεφτόμουν. Τα δεδομένα δεν ήταν υπέρ μου. Η αναλογία ανδρών γυναικών την εποχή εκείνη ήταν πέντε προς ένα. Με τέτοιο ανταγωνισμό πώς είχε αράξει σ’ εμένα, άβγαλτο παιδί, όταν γύρω της υπήρχαν τόσοι και τόσοι υποψήφιοι; Ένα βράδυ, ξαπλωμένοι ο ένας πλάι στον άλλο –δε θυμάμαι αν ήμασταν στο δικό της ή στο δικό μου κρεβάτι–, σ’ ένα απ’ αυτά τα κενά μεταξύ σεξ και ύπνου, όταν υποτίθεται πως όσα λες πρέπει να ’χουν κάποιο βαθύτερο νόημα αφού ο άλλος μόλις σου έχει δοθεί, εφόσον ο καθένας έχει δείξει τις κρυφές του πλευρές, τη ρώτησα τι μου έβρισκε. Γιατί εμένα κι όχι κάποιον άλλο; Έβγαλε έναν αναστεναγμό – σημάδι ότι η ερώτησή μου την ενόχλησε, αλλά μου απάντησε με ευκολία, με τη μεθοδικότητα μάλιστα ενός δικηγόρου. 15
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 16
νΙκοΣ πΑπΑνδρεου
«Πρώτον, είσαι άψογος στο κρεβάτι... Δεύτερον, τα μάτια σου κρύβουν μια σοβαρότητα, που σαν να επωάζει μέσα σου μια επικίνδυνη μελλοντική γνώση. Όταν με είδες στην ουρά, μου μίλησες με μια... πώς να την πω; μια παραληρηματική αμετροέπεια – μια μπερδεμένη εκρηκτικότητα. Τρίτον, αναπτύσσεις τις ιδέες σου με γοητευτική αστάθεια και μετά τις αποσύρεις εν τη ρύμη του λόγου και τις στέλνεις με αστερίσκους σε νοερές υποσημειώσεις προς μελλοντική χρήση. Τέταρτον, με κάνεις και γελάω. Οκέι;» Μετά από αυτή την ανάλυση γύρισε την πλάτη της και αποκοιμήθηκε. Ήταν πολύ περίεργο να βλέπω τον εαυτό μου μέσα απ’ τα μάτια της. Γι’ αυτό το λόγο δεν μπόρεσα να κοιμηθώ καθόλου εκείνο το βράδυ. Ξύπναγα, την κοιτούσα, έκπληκτος που η γυμνή της παρουσία ήταν ακόμα εκεί, κοιτούσα το στήθος της, σκέφτηκα ότι είχα δίπλα μου έναν σκεπτόμενο άνθρωπο με ιδιαίτερα διεισδυτικό μυαλό – και το καλύτερο απ’ όλα, για κάποιον ανεξήγητο λόγο, είχε επιλέξει να μείνει κοντά μου. Καθώς δεν είχα ακόμα φτάσει τα είκοσι, δεν είχα καμιά ιδέα τι είδους εντύπωση προκαλούσα. Όπως πολλοί νέοι της ηλικίας μου, δεν ήξερα τι να κάνω με τη ζωή μου. Έκφραση κι αυτή... Τι θα κάνεις με τη ζωή σου, παιδί μου; Λες κι είναι κάποιο αντικείμενο προς διαχείριση. Λες και ζει έξω από σένα. Τη «ζωή μου», όπως σε όλους, μου την είχαν δώσει κάποια στιγμή, απερίσκεπτα ή μετά από μελέτη – δεν υπήρχε διαφορά εφόσον το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Τώρα πια ήμουν εγώ υπεύθυνος για τις πράξεις μου, δηλαδή θεωρητικά η ζωή 1
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 17
ερΩΤΑΣ υπο ΑΙρεΣΗ
μου μου ανήκε. Αλλά όταν με ρωτούσαν «Τι θα κάνεις, Ντάνυ, με τη ζωή σου;», συνήθως δεν απαντούσα, ή έλεγα τόσο πολλά και τόσο διαφορετικά, που ήταν πάλι σαν να μην απαντούσα. Πίστευα ότι και αυτή η ανημποριά μου ίσως μου εξασφάλιζε ένα ιδιαίτερο μέλλον, ότι ακριβώς τούτη η ασάφεια θα με βοηθούσε να φτάσω εκεί που έπρεπε. Ο Σαρτρ, ο ήρωάς μου την εποχή εκείνη, είχε εφεύρει ολόκληρη θεωρία υπέρ του μη-προσδιορισμού του εαυτού, ή μάλλον του εναλλασσόμενου εαυτού, ή κάτι τέτοιο, και σ’ αυτό το φιλόσοφο που τον μισοκαταλάβαινα έβρισκα ένα ικανοποιητικό θεωρητικό πλαίσιο για την ασάφειά μου. Η Μαίρη όμως! Α, η Μαίρη Κόρλις, παρά την εντρύφησή της στους ίδιους υπαρξιστές, παρά το ότι είχε διαβάσει τον Σαρτρ στα γαλλικά, δεν πίστευε σε ασάφειες και φυσικά δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία για το μέλλον της: ήθελε να γίνει συγγραφέας. Γι’ αυτό και είχε δηλώσει συμμετοχή στο σεμινάριο δημιουργικής γραφής, όπως λεγόταν το μάθημα για την τεχνική της λογοτεχνίας. Καθηγητής δεν ήταν μέλος του τακτικού διδακτικού προσωπικού, κάποιος με ντοκτορά από τον ακαδημαϊκό χώρο. Ήταν επισκέπτης για ένα και μόνο εξάμηνο, χρυσή ευκαιρία για τους φοιτητές να μάθουν από τον ίδιο τον περιβόητο Μάικλ Φριτς, συντάκτη του μεγαλύτερου λογοτεχνικού περιοδικού της Αμερικής και γνωστό για τη σκληρότητά του μπροστά σ’ ένα διήγημα. Μπορούσε να φτιάξει ή να σβήσει την καριέρα ενός εν δυνάμει συγγραφέα. Με τις προσβάσεις του έκρινε ποιος θα έπαιρνε τα λογοτεχνικά βραβεία και ποιος θα έμενε άγνωστος μέχρι να πεθάνει. 17 2 – Έρωτας υπό αίρεση
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 18
νΙκοΣ πΑπΑνδρεου
Εν ολίγοις, καθόριζε το μέλλον πολλών νεανικών φερέλπιδων ψυχών. Η Μαίρη, φεμινίστρια ούσα, υπό φυσιολογικές συνθήκες ούτε που θα διανοούνταν να γραφτεί στο σεμινάριό του, ενός ανθρώπου που είχε τη φήμη μισογύνη και ψυχρού σοβινιστή. Ωστόσο, όπως μου είχε πει, η δεσποινίς Τατιάνα, ετών πενήντα και βάλε, η Ρωσίδα δασκάλα μπαλέτου, της είχε διδάξει πως τίποτα δε μαθαίνεται αν δε χύσεις αίμα και το εν λόγω σεμινάριο έμοιαζε να εμπεριέχει ακριβώς το είδος της βίας που χρειαζόταν για την αφετηρία της συγγραφικής της σταδιοδρομίας. Με αυτόν θα έμπαινε στον αστερισμό του μέλλοντός της. Έτσι πίστευε. «Θέλω να γίνω συγγραφέας, Ντάνυ, θέλω να ματώσω. Ας είναι κι ο πιο σοβινιστής άντρας που υπάρχει». Κι έτσι ξεκίνησε ένας ανταγωνισμός ανάμεσα σ’ εμένα και έναν άντρα είκοσι χρόνια μεγαλύτερό μου, με φήμη γυναικά και ουρά σχέσεων πίσω του: γάμοι, διαζύγια, ψίθυροι για εξώγαμα παιδιά... Της είπα ότι φυσικά και πρέπει να παρακολουθήσει ένα σεμινάριο που ήθελε. Δεν έδειξα ουδεμία υποψία. Και δεν είχα καμία. Στην αρχή. Έτσι ξεκίνησε το σοκ και το δέος για τον εν λόγω επισκέπτη-καθηγητή Μάικλ Φριτς. Όταν η Μαίρη επέστρεψε απ’ το πρώτο μάθημα και με βρήκε στο δωμάτιό μου να διαβάζω κάτω απ’ το μικρό μου φως, έκανε σαν να είχε γνωρίσει τον ίδιο τον Αϊνστάιν. «Απίστευτος», μου είπε. «Ο τύπος δεν παίζεται. Μας περιφρονεί σαν να είμαστε μαθητές πρώτης δημοτικού!» 18
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 19
ερΩΤΑΣ υπο ΑΙρεΣΗ
Τη ρώτησα αν της αρέσει να την περιφρονούν, αλλά με αγνόησε μέσα στον ασυγκράτητο ενθουσιασμό της. «Άκου, Ντάνυ, τι μας είπε: “Θες να γίνεις συγγραφέας; Θες πραγματικά να κάθεσαι με τις ώρες μπροστά σ’ ένα λευκό χαρτί, ενώ έξω ο κόσμος ζει, τρέχει, γελάει, κλαίει, αποκτά γνώσεις, χρήματα, προτείνει λύσεις σε κοινωνικά ζητήματα, κι εσύ να ταλαιπωρείσαι για το αν θα χρησιμοποιήσεις το πρώτο ενικό ή το τρίτο πληθυντικό; Ναι; Καλώς ήρθατε στον κόσμο μου. Ένα θα σας πω, και θα σας το λέω ώσπου να τελειώσει αυτό το σεμινάριο. Όλο το μέλλον σας στηρίζεται στην πρώτη πρόταση. Το αν θα πετύχετε ή όχι βασίζεται στις πρώτες λέξεις που θα χρησιμοποιήσετε για να πείσετε τον αναγνώστη ώστε να πει, α, μπράβο! κάτι γίνεται εδώ, κάτι ξέρει τούτος δω ο καινούργιος συγγραφέας. Πρέπει να έχετε το κουράγιο να πιάσετε τον αναγνώστη σας απ’ το μαλλί! Και να τον σύρετε ως το τέλος της ιστορίας σας. Οι πρώτες λέξεις, η πρώτη φράση, η αρχή του κειμένου, του βιβλίου, του διηγήματος – τούτο είναι το ηλεκτροφόρο όπλο σας. Με αυτό θα ηλεκτρίσετε τον αθώο σας αναγνώστη, θα τον κάνετε να του σηκωθούν τα μαλλιά για να τον γραπώσετε από εκείνο ακριβώς το σημείο!”» Ο θαυμασμός της Μαίρης δεν είχε όρια και διατηρήθηκε αμείωτος για τις επόμενες εβδομάδες. «Ο Φριτς απορεί κατά πόσον οι φοιτητές του Γέηλ αξίζουν να είναι φοιτητές του θρυλικού αυτού πανεπιστημίου», ή «Ο Φριτς είναι πραγματικός καλλιτέχνης...» και άλλα τέτοια. Ένα απόγευμα που καθόμασταν αντικριστά πάνω στο στενό της ράντζο στη φοιτητική ε19
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 20
νΙκοΣ πΑπΑνδρεου
στία Καλχούν (όλα τα δωμάτια ήταν απίστευτα μικρά), με τα γυμνά μου πόδια ν’ αγγίζουν τις σκληρές τις πατούσες, το πάτωμα σπαρμένο με χαρτιά και βιβλία κι ένα σύθαμπο από αφίσες και διάφορα χαρτάκια με αποσπάσματα μεγάλων συγγραφέων κολλημένα στους τοίχους, μου είπε ότι ως μέρος μιας συγγραφικής άσκησης –ήταν το τρίτο ή τέταρτό τους μάθημα και για πρώτη φορά ξεκόλλησε από το θέμα της πρώτης φράσης ενός διηγήματος– ο Φριτς τους είχε ζητήσει, ξαφνικά και ωραία, να μη γράψουν παρά μια δυο φράσεις σ’ ένα χαρτί. Να εξομολογηθούν το πλέον μύχιο μυστικό τους. Να το σκεφτούν, να το γράψουν και να του το δώσουν να το διαβάσει. «Κάτι που δεν έχουμε πει ποτέ και σε κανέναν». Η Μαίρη κοιτούσε προς τα κάτω, κάπως ένοχα. Τράβαγε το λάστιχο του στηθόδεσμού της με νευρικότητα. «Δε φαντάζομαι να του ’πες για τη φάση στο Λονδίνο...» «Ώχου, ρε συ Ντάνυ!» Σαν να ήταν τσαντισμένη με τον εαυτό της αλλά τα ’βαλε μ’ εμένα. «Τίποτα δεν καταλαβαίνεις; Το γράψιμο δεν έχει νόημα αν δε ρισκάρεις. Αυτό το μυστικό είναι εκείνο που με καίει. Αυτό ακριβώς το μυστικό ζητούσε». «Και προφανώς αυτό το μυστικό τού σέρβιρες». Κάρφωσα το βλέμμα στο παράθυρο, στην ασαφή πομπή των φοιτητών που πέρναγε μπροστά μου, κι έβαλα τα δυνατά μου για να μην το σχολιάσω περαιτέρω. Τη συγκεκριμένη πληροφορία για το παρελθόν της την είχα εκμαιεύσει μόνο κατόπιν επισταμένης ανάκρισης – σε μια απ’ αυτές τις ειλι20
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 21
ερΩΤΑΣ υπο ΑΙρεΣΗ
κρινείς και σοβαρές συζητήσεις όπου νομίζεις ότι είσαι το σημαντικότερο άτομο στον κόσμο, που μιλά με το άλλο σημαντικότερο άτομο στον κόσμο. Όταν μου το είχε πει προσπάθησα να μην αντιδράσω. Ο Σαρτρ στα βιβλία του μου πρότεινε να εναντιωθώ στο πρώτο μου ένστικτο, να το σβήσω, και έτσι δεν έκανα την πρώτη ερώτηση που σκέφτηκα: «Μα δεν έκανες τίποτα εσύ για να τους προκαλέσεις;» Αντ’ αυτού άφησα τις ερωτήσεις να βουίζουν μέσα μου και σώπασα. Αλλά αυτός ο Φριτς, κάτοχος μιας πείρας που δε θ’ αποχτούσα ποτέ, είχε ψαρέψει το μεγάλο της μυστικό στο φτερό, με μια κουβέντα περί ειλικρίνειας και ρίσκου απ’ αυτές που ξεγελούν τις μικρές και κολακεύουν τις σιτεμένες. «Η αποκάλυψη είναι ο δρόμος του γνήσιου καλλιτέχνη», τους είχε πει. Το μυστικό της λοιπόν, όπως μου το είχε διηγηθεί: «Στα δεκαέξι μου με βίασαν δυο άντρες σ’ ένα μικρό δωμάτιο ενός ξενοδοχείου...» Ωχ, είχα πει. Και προσπάθησα να διώξω την εικόνα απ’ το νου μου. Υπήρξε όμως και μια δυσβάσταχτη συνέχεια. «Το βρόμικο μυστικό μου δεν είναι αυτό», μου είχε πει η Μαίρη το βράδυ εκείνο των εξομολογήσεων. «Είναι κάτι που ούτε στο Θεό δε θέλω να το πω. Ούτε στον εαυτό μου δε θέλω να το λέω. Κατά τη διάρκεια του βιασμού... κατάφεραν να με φέρουν και οι δυο τους σ’ έναν εξευτελιστικό και ντροπιαστικό οργασμό... Γι’ αυτό και δεν τους κατήγγειλα ποτέ. Φαντάσου να το έλεγαν στο δικαστήριο...» Τούτη η σκέψη σαν να επικύρωνε όλες τις ανδρικές φαντασιώσεις της ηλικίας μου, αλλά με τη βοήθεια του Σαρτρ και πάλι κατόρθωσα να μην πω λέξη τότε και έκανα τα πάντα για 21
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 22
νΙκοΣ πΑπΑνδρεου
να μην προσπαθήσω να φανταστώ την ίδια τη στιγμή, όπως και δάγκωνα τη γλώσσα μου για να μην της πω, «Μπορείς να μου περιγράψεις ακριβώς τι σου έκαναν οι βιαστές και σε φέραν σε οργασμό;» Γιατί ακουγόταν σαν κάτι που ίσως θα με διέγειρε και φοβόμουν ότι αν έδειχνα έστω και ίχνος τέτοιας συμπεριφοράς, θα με έδιωχνε με τις κλοτσιές. Όμως τώρα φανταζόμουν το μυστικό αυτό στα χέρια του Φριτς και μ’ έπιανε μια απίστευτη ζήλια. Γιατί να ξέρει τούτη την προσωπική της εμπειρία; Γιατί; Η εξομολόγηση, έστω και γραπτή (πώς το έγραψε, τι έγραψε, το διάνθισε κάπως ή ήταν σύντομη;), θα πρέπει να τον είχε ερεθίσει ακαριαία και να τον έβαζε σε σκέψεις ως προς τη λεπτεπίλεπτη ύπαρξη της Μαίρη. Ίσως είχε διαισθανθεί τη φαινομενική της ευκολία με την ερωτική πράξη, και είμαι βέβαιος πως είχε παρατηρήσει κάτι που ’χα παρατηρήσει κι εγώ – το πώς τόσο τα ρούχα της όσο κι η θηλυκότητά της είχαν μια χαλαρότητα. Έλεγα από μέσα μου πως ένας άντρας στην ηλικία του δεν ήταν δυνατόν να ενδιαφέρεται για τη Μαίρη μ’ αυτό τον τρόπο. Εξάλλου, υπήρχαν και κανόνες στο όλο παιχνίδι μεταξύ αντρών και γυναικών, σωστά; Από την άλλη, μήπως το μυστικό της του έδινε κάποιο ατού στην όλη ιστορία; Αποφάσισα να τα πω στην ίδια τη Μαίρη. Γέλασε. «Έχεις διαβάσει κανένα απ’ τα διηγήματα που έχει επιμεληθεί ο Φριτς; Η εξομολόγησή μου δεν είναι παρά ένα μικρό πταίσμα, αν θέλεις, μπροστά στα όσα διαβάζουμε σήμερα. Μην τα μπλέκεις τα πράγματα». 22
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 23
ερΩΤΑΣ υπο ΑΙρεΣΗ
«Ζηλεύω όμως. Αδικαιολόγητα ίσως, αλλά έτσι είναι». Με αγκάλιασε και με ηρέμησε λέγοντάς μου διάφορα περί μοναδικότητας και ειλικρίνειας και ερωτικής ανάγκης, και ότι τον Φριτς τον θαύμαζε μεν ως καθηγητή αλλά τίποτα πέραν αυτού. Πήγε κι ένα βήμα πιο πέρα. Για να δω και μόνος μου ότι ο τύπος ήταν οκέι, ότι τίποτα δεν τρέχει ανάμεσά τους παρά τη διαρκή εμμονή της με τον Φριτς, με κάλεσε σε μια λογοτεχνική βραδιά που θα διηύθυνε εκείνος. Θεωρητικά, η όλη φάση θα με βοηθούσε να αναζητήσω ενδείξεις ότι έσφαλλα εντελώς. «Θα το νιώσεις, Ντάνυ, μ’ ακούς; Θα μας δεις στον ίδιο χώρο. Είναι φανερό πότε δυο άνθρωποι αισθάνονται αμοιβαία έλξη. Έλα. Θα ανακαλύψεις το απόλυτο κενό». Η βραδιά έφτασε πολύ γρήγορα και, με ένα νευρικό φτερούγισμα στο στήθος μου, πήγα στο χώρο της συνάντησης, στο Κολέγιο Καλχούν, ένα κλασικό γοτθικό πέτρινο κτίσμα στη Νέα Αγγλία. Κάθισα πίσω πίσω. Η Μαίρη μπήκε με τους συμφοιτητές και τις συμφοιτήτριές της κατά πόδας, ένα οχληρό, τραχύ μπουλούκι, και θρονιάστηκαν σαν πάπιες πάνω στο παχύ χαλί. Κοίταξε γύρω της, με είδε, με χαιρέτησε και μου χαμογέλασε. Είχα καθίσει σε μια άβολη ξύλινη καρέκλα, κάτω απ’ το ομαδικό πορτρέτο κάτι βλοσυρών, νεκρών λευκών αντρών που είχαν βάλει το χεράκι τους στην ίδρυση του Γέηλ – οι κύριοι Καλχούν, Ντουάιτ, Στάιλς, Τράμπουλ και λοιποί ιδρυτές και χορηγοί. Έπειτα από μια σύντομη εισαγωγή διά στόματος του ευτραφούς και εύγλωττου κοσμήτορα του Κολεγίου, η αγγλο23
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 24
νΙκοΣ πΑπΑνδρεου
πρεπής προφορά του οποίου θύμιζε βέρο Βρετανό, εμφανίστηκε ο Φριτς – από μια σκοτεινή γωνιά, ξαφνικά, σαν ταχυδακτυλουργός, κάνοντας μια είσοδο όλο ζωντάνια και πονηριά, λάμποντας με τη μοναδική αύρα του επιφανούς ανθρώπου. Έλειωσα στην καρέκλα. Ήταν άντρας. Έμπειρος, επικίνδυνος. Το πρόσωπό του ήταν γωνιώδες, τα μάτια του σπιρτόζικα – καμία σχέση με τους ονειροπόλους κοιλαράδες καθηγητές που απαρτίζαν τη συντριπτική πλειονότητα του διδακτικού προσωπικού. Φορούσε ένα φαρδύ κοστούμι που θύμιζε στολή για σαφάρι, ωστόσο η ολοφάνερη αδιαφορία του για τη μόδα λειτουργούσε σαφέστατα υπέρ του. Είχε μακριά μαλλιά, χτενισμένα προς τα πίσω, με ασημόγκριζες τούφες – σαν κοσμοπολίτης καλλιτέχνης. Μπρος στην αιφνίδια και συνταρακτική παρουσία του οι μαθητές του σώπασαν σαν να είχε μπει ο Χριστός, ενώ ο ίδιος κινείτο με χάρη και μελετημένο συγχρονισμό. Έκανα ό,τι μπορούσα για να φερθώ με ωριμότητα, να καταπνίξω τις σουβλιές ζήλιας που ένιωθα στην κοιλιά και στο στήθος μου. Αν αυτός ήταν ο αντεραστής μου, δεν ξέρω κατά πόσο τα ωραία μου μάτια ή οι άψογες επιδόσεις μου στο κρεβάτι θα αρκούσαν σε σύγκριση μ’ αυτό το ηγεμονικό αρσενικό. Ήμασταν αμφότεροι μέλη της ίδιας οικογένειας ανθρωπίδων, μα αν αυτός ήταν ο γορίλας, εγώ ήμουν ο ταπεινός μπαμπουίνος που χωνόταν στο θηλυκό στα κλεφτά. Με τέλεια άρθρωση και βροντερή φωνή –αχ, μια φωνή τόσο μα τόσο επιβλητική, αλαζονική και πανέμορφη σαν την Ανατολική Ακτή το φθινόπωρο– ο Φριτς σύστησε τον καλεσμένο ομιλητή και παλαιό μαθητή του, αστέρι του λογοτεχνι24
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 25
ερΩΤΑΣ υπο ΑΙρεΣΗ
κού κόσμου στα πρόθυρα διεθνούς φήμης, που μόνος του (και φυσικά ο Φριτς εννοούσε με τη βοήθεια του ίδιου) είχε δώσει «το φιλί της ζωής στο αμερικάνικο διήγημα». Ο περι ου ο λόγος κύριος, ο χαϊδεμένος του, ένας ροκ σταρ του διηγήματος, αν θέλετε, δε διέθετε ούτε στο ελάχιστο τη λάμψη του Φριτς, ούτε την πλάγια αυτοπεποίθηση ή την άνεση του επαγγελματία συγγραφέα. Ο προσκεκλημένος διηγηματογράφος φορούσε ένα τριμμένο δερμάτινο μπουφάν –σε μια άστοχη απόπειρα συμμόρφωσης με τις επιταγές της μόδας–, ένα τζιν τσαλακωμένο λες και είχε μείνει μέρες θαμμένο κάτω από μια στοίβα βρεγμένα ρούχα, κι άρβυλα εργάτη, που ήταν πλέον ντεμοντέ ακόμα και στον Καναδά, τη χώρα όπου η μόδα δεν υπήρξε ποτέ. Έμοιαζε με κλητήρα. Αλλά λίγο με ενδιέφερε αυτός ή η εμφάνισή του ή το μέγεθος της επιτυχίας του. Γιατί τώρα είχα βαλθεί να ψάχνω για δείγματα ενοχής, που όμως σε τι θα συνίσταντο; Σε ματιές; Σε αγγίγματα; Σε φιλιά στον αέρα; Σε μυστική χειραψία σαν τους μασόνους; Αναζητούσα σημάδια σκανταλιάς, μια κρυφή αλλά λάγνα ματιά μεταξύ τους, ένα νεύμα, ένα χαιρετισμό, μια λέξη. Μάταια. Η Μαίρη είχε την προσοχή της στραμμένη εξ ολοκλήρου στον προστατευόμενο του Φριτς και όχι στον Φριτς τον ίδιο, ψελλίζοντας περιπαθώς κάτι σε μια συμφοιτήτρια της, και κουνώντας το κεφάλι, εμβρόντητη απ’ το θαυμασμό για κάποια κοφτή, σύντομη πρόταση που διάβαζε ο συγγραφέας. Ωστόσο υπήρχε κι ένα κομμάτι της που δεν μπορούσε και δεν υπήρχε περίπτωση να δαμαστεί, κι αυτό ήταν η ουσία της. Κάθε τόσο τέντωνε και τα δύο χέρια πάνω 25
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 26
νΙκοΣ πΑπΑνδρεου
απ’ το κεφάλι κι έσφιγγε τα δάχτυλα, μια χορευτική κίνηση που την είχα δει να κάνει στο δωμάτιό της, κι έπειτα έτριβε τα χέρια πάνω στα μακριά της πόδια. Εγώ περιεργαζόμουν τον Φριτς απ’ την κρυψώνα μου, πίσω από έναν αδιάσπαστο φράχτη αφτιών και κεφαλιών. Εκείνος άκουγε με προσοχή, γνέφοντας κάθε τόσο επιδοκιμαστικά, σαν κριτής καλλιστείων, μα το βλέμμα του δε στράφηκε ούτε μια φορά στο πρόσωπο ή το σώμα της Μαίρης. Περίφημα νέα. Εκτός αν ήταν προσυνεννοημένοι και όλο αυτό ήταν ένα κόλπο για να με παραπλανήσουν. Προσπάθησα να διώξω αυτές τις περί συνωμοσίας σκέψεις και να δεχτώ τα φαινόμενα όπως τα έβλεπα. Μα αν υπήρχε κάτι ανάμεσά τους, διάολε, κάπου θα έβγαινε, κάτι θα ένιωθα. Και δεν ένιωθα το παραμικρό. Ο τύπος σταμάτησε να διαβάζει και οι σκέψεις μου σκουντούφλησαν πάνω στο βαρύ φορτίο της ξαφνικής σιωπής. Το κείμενό του είχε θέμα, άκουσον άκουσον, την απιστία και πώς τη χειρίζονται τα ζευγάρια στο πέρασμα του χρόνου. Το διήγημά του είχε ονομαστεί «μινιμαλιστικό», δηλαδή ο κάθε χαρακτήρας δεν είχε προϊστορία, τον συναντούσαμε μόνο στη στιγμή της σύγκρουσης και έπρεπε να υποθέσουμε τα κενά τού πριν και τού μετά και να τα γεμίσουμε με τη δική μας εμπειρία. Σαν να διαβάζεις μια ιστορία όπου ο ήρωας είναι στον αέρα έχοντας πέσει από ένα αεροπλάνο, και δε μαθαίνεις ποτέ ούτε γιατί και πώς έπεσε ούτε τι γίνεται μετά που σκάει στη γη. Ο εν λόγω συγγραφέας, με τη βοήθεια του Φριτς, κατέληξε να είναι ο πατέρας του μινιμαλισμού, όπου με λίγες και μικρές πινελιές αναπτύσσεται ένας κόσμος ολόκληρος. 2
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 27
ερΩΤΑΣ υπο ΑΙρεΣΗ
Χειροκρότησα κι εγώ, με υπέρμετρο πάθος, πεισμένος πια ότι δεν υπήρχε τίποτ’ απολύτως ανάμεσα στη Μαίρη και στον Φριτς. Ήθελα να αγκαλιάσω τον κλητήρα συγγραφέα και σωτήρα μου που με την παρουσία του μου είχε δώσει την ευκαιρία να διώξω τις αμφιβολίες μου. Ορισμένοι φοιτητές, συμπεριλαμβανομένης και της Μαίρης, κατευθύνθηκαν προς το συγγραφέα για να του μιλήσουν. Εγώ πλησίασα τον Φριτς. Παρά τις μικρές πια ανησυχίες μου, έπρεπε να του δώσω να καταλάβει πως σ’ αυτό το διαγωνισμό, για τον οποίο δεν είχα το παραμικρό αποδεικτικό στοιχείο, υπήρχε κι ένας ακόμα αγωνιστής, ένας άγριος, ολοζώντανος μπαμπουίνος. Όμως η αδρεναλίνη του τετ-α-τετ με τον εν δυνάμει ανταγωνιστή μου βούιζε σ’ όλο μου το σώμα, ξεραίνοντας το στόμα και τα χείλη μου και παγώνοντας το πρόσωπό μου σε μια έκφραση πρόβατου. Καταφέρνοντας μετά βίας να ξεκολλήσω τα χείλη μου, του συστήθηκα: «Ντάνυ Σάτον». «Αχά». Κοίταξε κάπου πέρα και αφ’ υψηλού θαρρείς, παρότι ήμουν ψηλότερος. «Ο φίλος της Μαίρης;» είπα. Δεν ήμουν σίγουρος προς τι το πρόσθετο κλαψούρισμα στη φωνή και το ερωτηματικό στο τέλος της πρότασης, και για να επανορθώσω τον κοίταξα στα μάτια με ύφος πεζοναύτη, πασχίζοντας να του περάσω τη δύναμη και την υπεροχή μου με μόνο όπλο το επίμονο βλέμμα μου. Ο Φριτς δε φάνηκε να εντυπωσιάζεται διόλου απ’ την όλη 27
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 28
νΙκοΣ πΑπΑνδρεου
οφθαλμική επίδειξη. Σούφρωσε κι έγλειψε τα χείλη του, με περιεργάστηκε φευγαλέα, κι έπειτα μου ’σφιξε το χέρι. Το χέρι του ήταν μικρότερο και πιο ζεστό απ’ ό,τι περίμενα. «Η Μαίρη είναι τρομερά επιμελής», είπε, και πριν γυρίσει απ’ την άλλη για να μιλήσει μ’ έναν άλλο φοιτητή, πρόσθεσε: «Κάτι είναι κι αυτό». Σε λίγο στεκόταν περικυκλωμένος από ’να πηγαδάκι παθιασμένων θαυμαστών. Χτύπησε τα χέρια κι αμέσως επικράτησε σιωπή, κι έπειτα οδήγησε την τάξη του και τον προσκεκλημένο ομιλητή προς την έξοδο – θα δειπνούσαν όλοι μαζί. Η Μαίρη σηκώθηκε στις μύτες των ποδιών για να μου σκάσει ένα φιλί στο μάγουλο κι έτρεξε να ανταμώσει τους άλλους. Για μερικές μέρες μετά τη βραδιά της ανάγνωσης, βάσει μιας σιωπηλής συμφωνίας, αποφεύγαμε ο ένας τον άλλο. Δεν ήξερα ακριβώς γιατί. Ίσως επειδή είχε αισθανθεί ότι την πίεζα, ίσως επειδή είχε πολύ διάβασμα, ίσως επειδή είχε ξεπεράσει τα όριά της με την προσπάθειά της να με πείσει. Από την άλλη, εφόσον άρχιζε η εξεταστική περίοδος, έτρεχα από μάθημα σε μάθημα κι απ’ την τραπεζαρία στη βιβλιοθήκη για να διαβάσω. Τα απογεύματα ο ήλιος γέμιζε τον ουρανό με τη λάμψη του και πύρωνε τα κόκκινα τούβλα των νεότερων κτηρίων της σχολής. Παρότι διανύαμε το τέλος του φθινοπώρου, δεν έβλεπες φύλλα πουθενά, ούτε ξερά ούτε λασπωμένα – το campus του πανεπιστημίου παρέμενε άσπιλο, καθώς ορδές επιστατών με γκρίζα στολή τα μαζεύαν σε μεγάλες σακούλες σκουπιδιών τη στιγμή που πέφταν απ’ τα κλα28
PAPANDREOU sel-D_Layout 1 17/09/2010 2:14 μ.μ. Page 29
ερΩΤΑΣ υπο ΑΙρεΣΗ
διά. Τα λιγοστά που τη γλύτωναν μαζεύονταν με τη βοήθεια ενός θορυβώδους φυσητήρα. Όταν με τα πολλά βρεθήκαμε στη μεγάλη ξύλινη τραπεζαρία του Γέηλ, εκεί που πρωτοσυναντηθήκαμε, ήμουν αποφασισμένος να μη ρωτήσω απολύτως τίποτα για το δείπνο της με τον Φριτς και το συγγραφέα-επιστάτη. Είχαμε να ιδωθούμε τουλάχιστον μια εβδομάδα, αλλά ήξερα ότι δεν έπρεπε να αναφερθώ ούτε σ’ αυτό. Για κείνην φαινόταν ότι δεν έτρεχε τίποτα. Ήταν τόσο απορροφημένη με το διήγημα που έγραφε, ώστε διέκοψε την κουβέντα μας δυο τρεις φορές για να σημειώσει κάτι στο μαύρο δερματόδετο σημειωματάριό της. Στο τέλος δεν άντεξα και το ξεφούρνισα: «Αυτός ο προσκεκλημένος συγγραφέας – γαμώτο, τι αξιοθρήνητος τρόμπας. Κι όσο για τον τίτλο του διηγήματός του... πώς ήτανε, να δεις; “Τι λες όταν λες αυτά που λες;” Έλεος». Η Μαίρη άφησε το στυλό, σήκωσε το ’να χέρι και με τ’ άλλο κάλυψε τα χείλη της. «Ντάνυ», είπε και κατάπιε μια μεγάλη μπουκιά, γέλασε και πνίγηκε συγχρόνως. «Δε σου πάει καθόλου. Η ζήλια, θέλω να πω». Και γύρισε το πρόσωπο απ’ την άλλη, σκύβοντας το κεφάλι της. Εγώ κοιτούσα το μικροσκοπικό γυαλιστερό πραματάκι που κρατούσε τα μαλλιά της μαζεμένα προς τα πίσω –μια σκούρα μπλε πεταλούδα μ’ ένα λαμπερό, καταπράσινο σμαράγδι–, και προς στιγμήν ευχήθηκα να μπορούσε να πετάξει και να της κάνει τα μαλλιά κουβάρι. Με τα μακρόστενα δάχτυλά της σκάλιζε το σάντουιτς στο δίσκο της. 29