SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 3
ΚΑΤΡΙΝ ΣΜΙΤ
ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ h Μυθιστόρημα
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΓΕΡΜΑΝΙΚΑ
ΕΜΗ ΒΑΪΚΟΥΣΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 4
H παρούσα έκδοση πραγματοποιήθηκε με την οικονομική ενίσχυση του Ιντιτούτου Γκαίτε, που χρηματοδοτείται από το Γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών Υποθέσεων. ❧
ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: Kathrin Schmidt, Du stirbst nicht © ©
Copyright by Verlag Kiepenheuer & Witsch GmbH & Co. KG, Köln 2009 Copyright για την ελληνική γλώσσα Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2009
Έτος 1ης έκδοσης: 2011 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31
e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-5122-4
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 5
ΚΕΦΑΛΑΙΑ
Ε Ν ρ Ι Π ή ο φ Θ Α λ μ ο ύ ΄ή In the twInklIng of an eye
[7] ΣκΙέΣ κΑΙ ΠΕρΙγράμμΑτΑ
[24] μΑΘήμΑτΑ
[73] λΑβύρΙΝΘοΙ
[111] ΑΝτΑΝΑκλΑΣτΙκά
[196] ΕΣύ. κΙ ΕΣύ.
5
[255]
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 6
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 7
[1] ΕΝ ΡΙΠΗ ΟΦΘΑΛΜΟΥ Ή IN THE TWINKLING OF AN EYE
Θ
ορυβοι
O, where do you come from? From London? Aυτό το είπε η ίδια στην κόρη της. Το είπε; Καταφέρνει να ανοίξει το ένα μάτι. Η κοπέλα είναι δεκατεσσάρων ετών και πήγε στην Αγγλία για να μάθει τη γλώσσα. Μα γιατί επέστρεψε τόσο
7
πολλοί γύρω της. Όταν παντρεύτηκε η αδερφή της, η μητέρα είχε βάλει τα ασημένια μαχαιροπίρουνα σε μια μεταλλική λεκανίτσα, πάνω σε αλουμινόχαρτο, και τα περιέχυσε με καυτό αλατόνερο. Λίγο μετά τα έβγαζε, καθαρά, απ’ τη λεκάνη και τα σκούπιζε: ίδιος θόρυβος. Μα ποιος παντρεύεται; Δοκιμάζει να ανοίξει τα μάτια. Αδύνατον. Άλλο δεν προσπαθεί· φτάνει. Ακούει ωστόσο καθαρά τη φωνή της μητέρας της. Α, μάλιστα, τα μαχαιροπίρουνα, λοιπόν! Τι λέει η μητέρα της; Όμως το δεξί χέρι είναι πολύ πιο κρύο απ’ το αριστερό, λέει· το ίδιο και το δεξί πόδι. Γιατί είναι κρύο το δεξί χέρι της μητέρας; αναρωτιέται. Και χαμογελάει όταν τη φαντάζεται να ελέγχει τη θερμοκρασία των ποδιών της. Γελάει! λέει η μητέρα της. Μορφάζει απλώς. Ο πατέρας της το ’πε αυτό; Μα, ναι, είναι σαφώς δική του η φωνή! Τώρα θέλει να ανοίξει επιτέλους τα μάτια της. Μα τι γυρεύει στην κουζίνα του πατρικού της με τους γονείς της να ελέγχουν θερμοκρασίες χεριών και ποδιών, με σερβίτσια να κροταλίζουν, κι εκείνη να μην μπορεί να ανοίξει τα μάτια της;
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 8
γρήγορα; Κλαίει. Για κάποιο λόγο κλαίει. Γι’ αυτό της μίλησε αγγλικά, για να της φτιάξει το κέφι. Δεν φαίνεται όμως να ωφελεί η δική της χαρά – γιατί εκείνη κάτι τη βασανίζει. Τι όμως; Ποιον μπορεί να ρωτήσει; Ψάχνει κάποιον με το βλέμμα. Να! Δίπλα στην κόρη της είναι ο άντρας της. My husband, λέει. Τουλάχιστον μ’ αυτό θα γελάσουν, ελπίζει... Τίποτα. Εκείνος, έστω, χαμογελάει. Όσο τον κοιτάζει, τόσο πιο παράξενο της φαίνεται το χαμόγελό του· καρφωμένο στα οστά ανάμεσα στα μάγουλά του, σαν αγγουράκι τουρσί. Salt cucumber, λέει. Υπάρχει πράγματι κάτι τέτοιο στ’ αγγλικά;
8
... γεννημένη στις 3.12.1972, τόπος διαμονής: Χικελχόφεν... Ε! Δεν είμαι εγώ αυτή! Μα γιατί δεν μπορεί να το φωνάξει όσο δυνατά θέλει; Να πάρει η ευχή, πρέπει να τα καταφέρει! Ησυχάστε, θα ’ρθουμε και σε σας! Ποιος το είπε αυτό; Ο νεαρός εκεί; Πιστεύει πως μπορεί να ανοίξει και τα δυο μάτια μαζί. Της είναι λίγο δύσκολο· έχει μια αίσθηση πως κάτι βαραίνει τα βλέφαρά της. Ο νεαρός άνδρας χαμογελάει, μα αυτό ελάχιστα την καθησυχάζει. Μα δεν είναι αυτή· είναι δεκατέσσερα χρόνια μεγαλύτερη και δεν μένει στο Χικελχόφεν! Ι don’t... I don’t... Γιατί δεν μπορεί να συνεχίσει τη φράση της; Ο νεαρός λέει τώρα στον άλλον με τη γαλάζια μπλούζα πως από τότε που άρχισε να ξυπνάει λίγο λίγο μοιάζει σαν να θέλει να μιλήσει στ’ αγγλικά. Οι δυο άνδρες γελούν. Ψάχνει να βρει μια γυναίκα. Να μία, πίσω τους, μα φαίνεται απασχολημένη με κάτι. Ένας από τους άνδρες σκύβει από πάνω της. Με ακούτε; Δεν θα πει αν είναι σε θέση να ακούσει. Θα τον αφήσει έτσι, να συνεχίσει να φωνάζει. Και θα κλείσει τα μάτια της.
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 9
Αυτή τη φωνή τη γνωρίζει. Είναι η Ίνγκα· και σαν να ’χει κάποιον μαζί της. Μπορείτε να περάσετε! λέει κάποιος με μπάσα φωνή κι ύστερα ακούγεται ένας γδούπος κι ένα γέλιο χαιρέκακο. Μα γιατί να μην μπορεί να ανοίξει τα μάτια της! Πρέπει να προσπαθήσει να βγάλει νόημα, να καταλάβει τι συνέβη. Η φίλη της η Ίνγκα ήθελε να την επισκεφτεί, της είπαν να περάσει μέσα, αλλά πίσω απ’ την πόρτα πρέπει να υπάρχει μια παγίδα. Έπεσε μέσα. Αρχίζει να ανησυχεί. Είναι ξαπλωμένη; Μάταια προσπαθεί να σηκώσει χέρια, πόδια, κεφάλι. Όμως συνειδητοποιεί πως αυτό της δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερο άγχος. Τι συνέβη στη φίλη της, που τη φωνή της την άκουσε τόσο καθαρά; Α, να τη πάλι· φυσικά νευριάζει. Δεν ήταν δα τόσο εύκολο να βγει απ’ την παγίδα. Παρακαλώ, περάστε! λέει ο μπάσος. Μετά από λίγο η ίδια απορία: Τι έγινε η Ίνγκα; Μήπως ξανάπεσε στην παγίδα;
* Der kleine Haewelmann [To μικρό καλικαντζαράκι], αφήγημα του Τέοντορ Στορμ, 1849. (Σ.τ.Μ.)
9
Ταξιδεύει! Και φαντάζεται τον εαυτό της σαν τον μικρό Χέβελμαν.* Σαν μια μικρή Χεβελφράου. Ωραία είναι. Και θα μπορούσε να συνεχιστεί για πάντα. Μόνο το φως τυφλώνει. Θα ’πρεπε να ξέρει πως το φεγγάρι είναι τόσο φωτεινό από κοντά. Μα δεν το ’χε σκεφτεί ποτέ. Ταξιδεύει. Ταξιδεύει! Και πάλι το ένα της μάτι μπορεί να ανοίξει μόνο. Τέλεια, μια γυναίκα! Χαμογελάει και μοιάζει να ταξιδεύει κι αυτή μαζί της. Θέλει να της πει να πλαγιάσει κι αυτή δίπλα της· είναι ωραία να ταξιδεύεις έτσι. Κάτι έχει στο στόμα της και δεν μπορεί να το κλείσει. Θέλει να ρωτήσει τη γυναίκα τι βλέπει στο στόμα της, όμως εκείνη παίρνει το χέρι της και το κλείνει σ’ ένα εύκαμπτο σωληνάκι. Ένα δίκτυο μήπως, που μέσα απ’ αυτό κατευθύνουν τη συμπεριφορά της; Θεέ μου, τι φόβος. Θέλει να αμυνθεί, μα το μάτι της κλείνει.
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 10
Της ανοίγουν το κρανίο. Ένα ρομπότ αφαιρεί μια λωρίδα σάρκα, κόκκινη σαν αίμα. Κάτι πρέπει να αντικατασταθεί. Το ρομπότ θα τοποθετήσει εκεί μια υπέροχη ανοιχτογάλαζη πέτρινη πλάκα. Πώς τη λένε την πέτρα, να δεις! Δεν της έρχεται η λέξη. Η κόρη της έχει μια τέτοια πλάκα και λέει πως είναι απομίμηση πέτρας, επειδή είναι βαμμένη. Άρα, αυτό είναι κάτι άλλο. Το ρομπότ δεν θα της έβαζε κάτι ψεύτικο στο κεφάλι! Όταν της βάζουν επιτέλους την πλάκα, φεύγει αυτό το δυσάρεστο φως, σκοτεινιάζει πάλι. Λυκόφως. Τώρα βλέπει κι ένα μακρόστενο πλαστικό εύκαμπτο σωληνάκι από πάνω της. Πού πάει κι από πού έρχεται; Κρίμα που δεν μπορεί να κουνήσει το κεφάλι της, κι έτσι δεν μπορεί να παρακολουθεί και το σωληνάκι. Ένα σκουρόχρωμο καφεκόκκινο υγρό κινείται μέσα εκεί, σταγόνες που γουργουρίζουν.
10
Εδώ και λίγη ώρα, μια νεαρή γυναίκα, πολύ θορυβώδης, όλο και κάτι κάνει γύρω της, μιλώντας ακατάπαυστα. Μα με ποιον μιλάει τόσο πολύ; Πράγματι, μπορεί να στρέψει το κεφάλι της... Τώρα όμως πρέπει οπωσδήποτε να ανοίξει τα μάτια της, γιατί κάτι αλλάζει· την ανασηκώνουν, την καθίζουν. Νιώθει άσχημα. Σαν κάτι περίεργο να ’φαγε και την πείραξε. Η ακατάσχετη φλυαρία της γυναίκας ακούγεται όλο και πιο κοντά. ... Με ακούτε, Ελένε; Σας είναι δύσκολο να μου πείτε, ε; Όμως πρέπει οπωσδήποτε να αρχίσουμε σιγά σιγά να σας σηκώνουμε λίγο. Σήμερα κάναμε την πρώτη προσπάθεια, ακούτε; Ακούτε; Νομίζω πως ακούει... Τι της είπε; Δεν ξέρει. Θέλει να κοιμηθεί. Και τα καταφέρνει. Το όνομά της, Ελένε· περιέργως το πιστεύει.
Τι κρατάει αυτός ο άνδρας εκεί στο χέρι του; Μοιάζει με βηματοδότη. Πράγματι, κρατάει το βηματοδότη της μπροστά στο πρόσωπό της και λέει πως τον βρήκαν επιτέλους και της τον έβγαλαν. Αλλά γιατί; Δεν καταφέρνει να ρωτήσει. Ο τύπος διασκεδάζει, κρυφογελάει χαιρέκακα, την έχει στο χέρι· κρατάει τους χτύπους
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 11
της καρδιάς της. Πρέπει να αμυνθεί, δεν πρέπει να αποκοιμηθεί. Είναι σίγουρη πως τη νύχτα ανάβουν τη θέρμανση· μάλιστα χτες τη νύχτα έκανε τόση ζέστη, να καίγεσαι. Το βηματοδότη τής τον πήραν σίγουρα γιατί ήταν η μόνη ζωντανή και απόρησαν μ’ αυτό! Όποιος έχει τέτοιο βηματοδότη, η καρδιά χτυπάει, ακόμα κι αν το σώμα έχει πεθάνει. Όλοι γελούν τόσο φιλικά εδώ πέρα, κι όμως είναι μια συμμορία δολοφόνων και θέλουν να σε σκοτώσουν όπως όλους τους άλλους· πρέπει να το πει οπωσδήποτε στον άνδρα της. Ελπίζει πως θα ’ρθει πριν νυχτώσει. Μα πού βρίσκεται; Τα μάτια της τα ’χει ανοίξει τώρα μια χαρά και για πολλή ώρα, μα αδύνατον να καταλάβει πού βρίσκεται.
Στο νοσοκομείο; Μα, τότε, αυτό το μέρος όπου βρίσκεται τώρα θα μπορούσε κι αυτό να είναι... Η μητέρα τη διακόπτει. Ρωτάει τη γυναίκα δίπλα της πότε θα μπορέσει να ξαναφάει κάτι. Τα γνωστά – το φαγητό ήταν πάντα στις προτεραιότητές της. Μα δεν πεινάει!
11
Να οι γονείς της πάλι! Θέλει να ανασηκωθεί, να ρωτήσει ποιος παντρεύτηκε. Γιατί το δεξί σου χέρι είναι κρύο, μαμά; Αδύνατον. Ούτε να σηκωθεί μπορεί ούτε να ρωτήσει. Ψυχραιμία. Να σφίξει τα χείλη. Να ανοίξει τα μάτια. Ναι, είναι όντως οι γονείς της! Ο πατέρας της είναι ίδιος με παλιά, όταν η αδερφή της είχε ανέβει και κατέβει το Γκάισενμπεργκ με το πατίνι. Πόσος καιρός πέρασε από τότε; Υπολογίζει. Είμαστε στο 2002; Η αδερφή της γεννήθηκε το 1961 και ήταν τότε έξι χρονών. Δηλαδή το 1967. Πριν από τριάντα πέντε χρόνια. Τόσο πολλά! Και γιατί θυμάται πώς ήταν τότε ο πατέρας; Μπαμπά, μην είσαι τόσο λυπημένος! του είχε ψιθυρίσει τότε κι εκείνος την έσφιξε στην αγκαλιά του και έκλαψε από χαρά όταν ο γιατρός τούς επέτρεψε να πάρουν την αδερφή της και πάλι στο σπίτι. Όχι, δεν ήθελαν να την κρατήσουν στο νοσοκομείο.
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 12
12
Όχι ακόμα, απαντάει εκείνη. Για την ώρα τρέφεται με τον ορό, βλέπετε; Με τον ορό, βλέπεις; Ευχαριστημένη κλείνει τα μάτια.
Ένας νεαρός άνδρας αριστερά κι άλλος ένας δεξιά. Την κοιτάζουν, σαν γνωστοί τής φαίνονται, μα δεν θέλει να τους κοιτάξει στα μάτια. Θα ’θελε μόνο να ξέρει ποιοι είναι. Χαμογελούν, μιλούν σιγανά μεταξύ τους πάνω απ’ το κεφάλι της. Σκέφτεται. Αυτόν που είναι αριστερά θέλει να τον παρακαλέσει να της τραβήξει λίγο πιο χαμηλά το... για να είναι ακριβώς στη μέση της, αλλά δεν της έρχεται η καταραμένη η λέξη· μα πώς το λένε αυτό το μαραφέτι... κάνει νόημα και στους δύο, πως θέλει να τραβήξουν το... λίγο πιο κάτω. Δεν φαίνεται να την καταλαβαίνουν. Με τι, άραγε, τους έκανε νόημα; Με τα χέρια; Το αριστερό χέρι είναι ακινητοποιημένο, μ’ ένα σωληνάκι μέσα. Την έχουν ακόμα μέσα στο δίκτυο απ’ όπου την κατευθύνουν; Θέλει να τους φανερώσει την αγωνία της με το δεξί, αλλά αυτό είναι ακουμπισμένο στο κρεβάτι και δεν κινείται. Παράξενο. Γιατί δεν μπορεί να κουνήσει το χέρι της; Σίγουρα ελέγχουν όλες της τις κινήσεις μέσα απ’ το δίκτυο. Και οι νεαροί; Είναι κι αυτοί της ομάδας του δικτύου; Τους παρατηρεί καλύτερα. Τι ανακούφιση: τους γνωρίζει. Είναι οι γιοι της. Τα ονόματά τους δεν μπορεί να τα θυμηθεί, αλλά δεν πειράζει. Πιστεύει, γελάει. Οι γιοι της! Και γιατί δεν τους πρόσεξε πιο πριν, να κρατούσε η χαρά της περισσότερο; Ο ένας σπουδάζει. Πού; Στη Βαϊμάρη. Όμποε. Ναι, όμποε. Αυτός είναι που της κρατάει κοντά στο πρόσωπό της ένα σιντί που το έγραψε ο ίδιος και κάτι γράφει επάνω, αλλά δεν διακρίνει τι. Βάζει το σιντί σ’ ένα μικρό μηχάνημα και της βάζει το ακουστικό στο αυτί. Α, αυτό της κάνει καλό, ωραία μουσική. Όμποε. Σίγουρα η ευτυχία είναι ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της, σκέφτεται. Τώρα λοιπόν σκέφτεται πώς είναι η όψη της. Πώς είναι η εμφάνισή της; Δεν ξέρει πια, δεν έχει εικόνα του εαυτού της. Της την έχουν κλέψει! Είναι ο προθάλαμος της Κόλασης, πριν από
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 13
την πραγματική Κόλαση, αυτή που έρχεται τη νύχτα όταν σκοτεινιάζει. Πρέπει να βρεθεί τρόπος να το μάθουν αυτό οι γιοι της, μη φύγουν έτσι! Ε, γεια σας, πού είστε; Κοιτάζει εξαντλημένη: έχουν φύγει. Δεν υποψιάζονται καν τον κίνδυνο.
Δεν της αρέσει αυτή η ξανθιά. Δεν τη συμπαθεί. Συμπαθεί την κοπέλα που μιλάει ακατάπαυστα. Αυτή με τα σκούρα μαλλιά. Όταν έρχεται αυτή, φεύγει το άγχος. Με την ξανθιά ξανάρχεται. Ένα διαρκές πηγαινέλα. Ανάμεσα στη μελαχρινή και στην ξανθιά είναι κι ένας άνδρας. Αυτός που την έπλυνε τώρα δα. Αυτό κι αν ήταν δυσάρεστο. Γιατί δεν ξέρει τι ακριβώς συνέβη εκεί κάτω. Τι ακριβώς της έκανε; Α, να τος πάλι. Σηκώνει τα σκεπάσματα και της ανοίγει τα πόδια. Ε, αυτό δεν σας το επιτρέπω! Στοπ! Όμως εκείνος χαμογελάει, όπως ξέρουν να χαμογελούν όλοι αυτοί οι εγκληματίες. Την πλένει; Ναι, την πλένει. Αυτό την ευχαριστεί πραγματικά· θα μπορούσε να παραιτηθεί από κάθε αντίσταση. Άλλωστε αυτός δεν την καταλαβαίνει την αντίστασή της, έτσι δεν είναι; Αφήνεται λοιπόν να την πλύνουν. Το γιατί δεν μπορεί να πλυθεί μόνη της, αυτό δεν πολυθέλει να το ξέρει. Σίγουρα αυτοί θέλουν καθαρά πτώματα για την επόμενη νύχτα. Και όχι αποτρόπαιες, ματωμένες κούκλες. Γιατί, βέβαια, αιμορραγεί. Τα πανιά ήταν καταματωμένα. Τι μέρα έχουμε σήμερα; Δεν έχει ιδέα. Η κόρη της έφυγε μάλλον πρόσφατα για την Αγγλία – για να μάθει τη γλώσσα. Αυτό έγινε στις δέκα Ιουλίου. Κι όμως την ίδια μέρα ήταν εδώ πάλι! Πράγμα που δεν καταλαβαίνει, όσο κι αν προσπαθεί. Σήμερα έχουμε δεκαπέντε ή δεκάξι Ιουλίου; Μάλλον. Περίπου.
13
Πάνω στην ώρα μπαίνει μια ξανθιά και με κάτι παλεύει, κάτι που βρίσκεται δίπλα της. Προσπαθεί να γυρίσει τουλάχιστον το κεφάλι της. Η ξανθιά την κοιτάζει θυμωμένα, όμως εκείνη τα καταφέρνει και βλέπει ένα πλήθος από οθόνες συνδεδεμένες μεταξύ τους. Η ξανθιά κρατάει ένα σακουλάκι μ’ ένα χυλό στο χρώμα της λάσπης. Κρεμάει το χυλό σ’ ένα άγκιστρο και στερεώνει κι ένα σωληνάκι. Το γεύμα, λέει και γελάει.
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 14
Μήπως είναι αίμα περιόδου; Δεν βγάζει συμπέρασμα. Πότε είχε την τελευταία της περίοδο; Μα να θυμάται πώς ήταν ο πατέρας της πριν από τριάντα πέντε χρόνια και να μην ξέρει πότε είχε την τελευταία της περίοδο. Τώρα ο άνδρας τής φοράει μια καθαρή πάνα ακράτειας. Θέλει να κοιμηθεί.
14
Τη νύχτα πάλι, κόσμος πολύς πέρα δώθε, φασαρία, κρεβάτια τρίζουν, καροτσάκια πηγαινοέρχονται, σίγουρα δεν έχουν ξεμπερδέψει με τη μεταφορά των πτωμάτων. Τώρα ξέρει τι τους κάνουν τους ανθρώπους: χρησιμοποιούν μια φοβερή θερμοκρασία και ρουφάνε από μέσα τους όλη την υγρασία, διοχετεύοντας ρεύμα στο σώμα τους, κι έτσι απομένει ένα αφυδατωμένο, ζαρωμένο πτωματάκι. Είχε ξαναδεί τέτοια πτωματάκια, υπήρχε κάπου ένα τείχος χτισμένο από τέτοια. Μπορεί και σπίτια να φτιάχνουν μ’ αυτά. Έχει υποταχτεί στη μοίρα της; Είχε μεγάλη ένταση όταν την έβαλαν κι αυτή στον αποξηραντήρα. Ο χειριστής είπε πως ήταν πολύ παχιά και δεν γινόταν· έτσι τον αποσύνδεσε και την έφερε πίσω.
Άγχος έχει πολύ, μα λυπημένη δεν είναι. Αυτό την ξαφνιάζει. Έτσι είναι, πριν το τέλος μαθαίνεις σχεδόν τα πάντα... Κάτι ορθώνεται, μα ύστερα μικραίνει, μικραίνει συνέχεια. Την τελευταία νύχτα έλπιζε πως θα κατάφερνε να το σκάσει από δω μέσα. Ο νεαρός που καθαρίζει πισινούς είχε καθίσει δίπλα της. Με κάποιον τρόπο είχε καταλάβει πως δεν θέλει να πεθάνει. Της είπε με νοήματα πως θα την έκρυβε τη νύχτα σε μια αποθήκη και το πρωί, άμα τέλειωνε η βάρδια του, θα την έπαιρνε μαζί του. Ήταν πολύ χαρούμενη. Βεβαίως δεν έγινε τίποτα. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά ήρθε το πρωί και την αποχαιρέτισε. Μόνο μ’ ένα μικρό κλείσιμο του ματιού τής έδωσε να καταλάβει πως το σχέδιο απέτυχε. Τι να κάνουμε. Δεν μπορούσε να ρισκάρει τη δουλειά του και τη ζωή του για να τη φυγαδέψει.
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 15
Όταν πλησιάζει η ξανθιά, την πιάνει άγχος. Όλο γυρίζει γύρω από τις οθόνες, είναι σίγουρα μία απ’ αυτούς που την τηλεκατευθύνουν. Όταν η ξανθιά κρεμάει αυτά τα σακουλάκια σ’ ένα άγκιστρο πάνω απ’ το κεφάλι της, αποκοιμιέται. Την παίρνει ο ύπνος, μόλο που δεν το θέλει. Η ξανθιά κρεμάει από πάνω της πολλά και διαφορετικά σακουλάκια, το ένα δίπλα στο άλλο.
Καμιά φορά, όταν είναι ξύπνια, περνάει η ομάδα των ανδρών. Και πάντα ένας τουλάχιστον τη ρωτάει αν τον ακούει. Όμως εκείνη έχει πεισμώσει για τα καλά και δεν απαντάει. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, δεν γεννήθηκε το 1972, ούτε μένει στο Χικελχόφεν. Αν δεν μπέρδευαν την ταυτότητά της, θα είχε ίσως μια ελπίδα να βγει από δω μέσα. Δεν αξίζει τον κόπο να ανοίξει το στόμα της και να τους το πει: έτσι κι αλλιώς δεν θα την πίστευαν.
* A-pha-sie – Anfang sieben – Αρχή Επτά: Δεν μπορεί πάντοτε να αποδοθεί στα ελληνικά το παιχνίδι που κάνει η συγγραφέας με τις λέξεις, οι δισημίες και τα λογοπαίγνια. (Σ.τ.Μ.)
15
Α-φα-σία. Βεβαίως την ξέρει τη λέξη. Αλλά τι σημαίνει; Γιατί δεν το θυμάται; Αφού την ξέρει, από κάπου την ξέρει. Όταν την πρόφερε ο άνδρας με τη γαλάζια μπλούζα, της ήταν οικεία. Προφανώς σημαίνει Αρχή Επτά.* Ναι, η αφασία θα μπορούσε να είναι μια συντόμευση της Αρχής Επτά! Εδώ νυχτώνει κατά τις επτά. Σίγουρα θα τους στοιβάξουν πάλι στη σειρά, αφού πρώτα τους αφαιρέσουν τη συνείδηση με αυτά τα σακουλάκια που είναι γεμάτα υγρό. Όποιον πεθαίνει τον παρατηρούν από απόσταση, μέσα από μια τζαμαρία. Ξαφνικά αδιαφόρησε πλήρως. Αν ήταν να πεθάνει απόψε, καλώς! Δεν θα φέρει καμιά αντίσταση. Και γιατί να το έκανε άλλωστε; Ήδη ξέρει το τελευταίο μυστικό: κάνουν τους ανθρώπους πτωματάκια και τα τοποθετούν στο ύπαιθρο. Αρχή Επτά, λοιπόν. Λέει το στερνό αντίο. Έχει έρθει η ώρα της.
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 16
16
Απίστευτο! Είναι ακόμα ζωντανή; Είναι σκοτάδι. Το καλοκαίρι μόνο τη νύχτα είναι σκοτεινά, ούτε το πρωί, ούτε το βράδυ. Άρα είναι νύχτα. Γιατί δεν βρίσκεται στη μεγάλη σειρά με τους άλλους; Μήπως ήταν πάλι, απρόσμενα, η μόνη που επέζησε; Αν η επιχείρηση Αρχή Επτά είχε ξεκινήσει, κατά τις εννιά θα ’χε μάλλον τελειώσει και την έφεραν πίσω. Κάτι την τρώει αφόρητα στο κεφάλι και θέλει να ξυστεί. Για να δούμε, είναι πρόθυμο το δεξί χέρι να ξύσει; Όχι, δεν είναι. Είναι ακουμπισμένο στο μαξιλάρι, σαν παράλυτο. Ας δοκιμάσει λοιπόν με το αριστερό. Το σηκώνει, υπερνικώντας όλες τις αντιστάσεις, και να, καταφέρνει να αγγίξει τα μαλλιά της. Όμως εκεί που έχει τη φαγούρα δεν υπάρχουν μαλλιά. Τι έγιναν τα μαλλιά της; Γι’ αυτό της έκλεψαν την εικόνα της! Χα, θα τους την πάρει πίσω, το υπόσχεται στον εαυτό της. Περνάει τα δάχτυλά της στο τριχωτό του κεφαλιού της. Όμως δεν υπάρχει χώρος. Μικρά μεταλλικά ελάσματα είναι καρφωμένα στο κρανίο· προσπαθεί να βγάλει δυο τρία. Ξαφνικά νιώθει το υγρό στα δάχτυλά της. Δοκιμάζει. Είναι αίμα! Ποιος τους δίνει το δικαίωμα να μπήγουν αυτές τις λάμες στο κρανίο της; Βάζει τις φωνές, χτυπιέται στο κρεβάτι όπου (αυτό είναι βέβαιο) είναι ξαπλωμένη. Κάποιος έρχεται. Η ξανθιά; Πράγματι. Αυτή μας έλειπε τώρα. Στήνεται από πάνω της και την κοιτάζει όλο μούτρα. Αν είναι δυνατόν! Τελοσπάντων, θα σας πλύνω τώρα ξανά και θα σας αλλάξω. Και για τιμωρία θα σας ακινητοποιήσω και θα βγάλω τα σκεπάσματα. Ποιος ξέρει τι άλλο θα κάνετε! Συνεχίζει τη μουρμούρα και καθαρίζει. Ξαναβάζει τις λάμες. Της ξεπλένει τα νύχια απ’ το αίμα. Όταν τελειώνει, δένει το αριστερό χέρι και το δεξί πόδι μ’ ένα κομμάτι λευκό ύφασμα στο κάγκελο του κρεβατιού. Το κρεβάτι τής φαίνεται στρογγυλό. Και, βέβαια, κρεμάει πάλι ένα σακουλάκι στο άγκιστρο!
Ξυπνώντας κρυώνει. Κρυώνει πολύ. Κάνει κρύο εδώ κι η ξανθιά πράγματι της πήρε την κουβέρτα. Τώρα δίνει αναφορά σε μια άλλη γυναίκα, επίσης με γαλάζια μπλούζα. Στέκονται οι δυο τους λίγο πιο πέρα απ’ το κρεβάτι της.
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 17
Κυρία Κίρινγκ Ιβόν, λέει η ξανθιά. Ρήξη του πνεύμονα, από αυτοκινητικό ατύχημα. Τα ίδια. Πάντα την μπερδεύουν με κάποια άλλη. Η Ιβόν Κίρινγκ είχε ήσυχη νύχτα. Βέβαια δεν την κοιτάζει όταν διαδίδει τέτοια ψέματα. Ή μήπως δεν αναφέρεται σε αυτήν; Προσπαθεί αργά να παρακολουθήσει το βλέμμα της. Το βλέμμα της πέφτει σ’ ένα άλλο κρεβάτι, με μια άλλη ασθενή. Μοιάζει να μην έχει συνείδηση. Έχει σωληνάκια στο στόμα και στη μύτη, στο χέρι και στη βουβωνική χώρα. Από πού ξεφύτρωσε αυτή ξαφνικά; Μήπως δεν είναι τελικά η μόνη που επέζησε στη διάρκεια της νύχτας; Πολλά τα ερωτήματα.
17
Πολλά τα ερωτήματα. Όταν είναι ξύπνια, το μυαλό της δεν σταματάει να δουλεύει. Φαίνεται πως μένει περισσότερες ώρες ξύπνια. Γι’ αυτό δουλεύει περισσότερο. Ιβόν Κίρινγκ! Γεννημένη το 1972, διαμονή στο Χικελχόφεν! Τώρα κατάλαβε! Γελάει δυνατά, χαίρεται που ανακάλυψε τι συμβαίνει. Θέλει να το πει στη μελαχρινή. Όμως εκείνη ασχολείται με την Ιβόν Κίρινγκ. Την πλένει και την αλλάζει. Μα αφού είναι αδύναμη ακόμα! Πώς ταλαιπωρεί έτσι μια γυναίκα τόσο ανήμπορη; Αχ, δεν είναι χαζό που δεν μπορεί να πει τίποτα; Μα γιατί δεν μπορεί να μιλήσει; Κι όμως, στο κεφάλι της μέσα σχηματίζεται αυτό που θέλει να πει. Αλλά δεν μπορεί να το προφέρει. Σηκώνει το αριστερό χέρι, με το σωληνάκι, ως το στόμα της. Ως τη μύτη. Ω, έχει κι αυτή ίδια σωληνάκια με την Ιβόν Κίρινγκ; Λοιπόν. Ως εδώ και μη παρέκει. Αποφασιστικά τα τραβάει να τα βγάλει. Δεν πονάει καθόλου. Τραβάει, τραβάει. Η μελαχρινή βάζει τις φωνές. Πλησιάζει στο κρεβάτι της κάπως ανήσυχη: για να δούμε, τι συμβαίνει; δεν σας αρέσει η γεύση; Δεν σας άρεσε; Αλλά της ξεφεύγει κι ένα χαμόγελο.
2 – Δεν θα πεθάνεις
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 18
Κάποιος χτυπάει την πόρτα. Είναι ο σύζυγός σας, κυρία Βέζενταλ. Βέζενταλ... Έρχεται ο σύζυγός σας. Βέζενταλ τον λένε κι αυτόν; Πριν προλάβει να σκεφτεί, ο άνδρας της κάνει ένα βήμα προς το νιπτήρα και βγάζει έναν επίδεσμο από το δεξί μάτι. Μα τι έχει; Ήταν έτοιμη να τον ρωτήσει. Όταν την πλησιάζει στο κρεβάτι, κλαίει. Μήπως γέννησε; Η τελευταία φορά που τον είδε να κλαίει ήταν όταν γέννησε τη μικρότερη κόρη τους. Έχουν περάσει πέντε χρόνια από τότε κι εκείνος καθόταν έτσι ακριβώς στην άκρη του κρεβατιού της, όπως τώρα. Ρίχνει καλού κακού μια ματιά, μην έχει κανένα μωρό στην αγκαλιά της. Δεν έχει. Όμως εκείνη κοίταξε· καλού κακού. Έχουν τίποτα τα μάτια του; Αυτό θα εξηγούσε το κλάμα. Γιατί όσον καιρό είναι εδώ δεν σκέφτηκε καθόλου την πεντάχρονη κόρη της; Έχει πράγματι μια πεντάχρονη κόρη! Κι άλλη μία! Πέντε, δεκατεσσάρων, δεκαοχτώ, είκοσι, είκοσι τριών – ναι, πράγματι, έχει πέντε παιδιά! Είναι εντυπωσιακό τι μπορεί να θυμηθεί κανείς.
18
Τριακόσια είκοσι επτά μείον οκτώ επί δεκαεπτά. Η αφαίρεση σε αγκύλες. Όλο μαζί τριακόσια δεκαεννιά επί δεκαεπτά. Τριακόσια είκοσι επί δεκαεπτά μας κάνει... πέντε χιλιάδες τετρακόσια σαράντα. Αν αφαιρέσουμε άλλα δεκαεπτά, μας κάνει πέντε χιλιάδες τετρακόσια είκοσι τρία.
Σε μικρή απόσταση από τα πόδια της, στη γωνία του δωματίου, υπάρχει ένα τραπέζι. Δύο κεσεδάκια γιαούρτι επάνω. Γιαούρτι με φρούτα. Κείμενα. Και μια εικόνα. Προσπαθεί να τεντωθεί. Είναι περίεργη. Μα αυτή είμαι εγώ! Αυτή είναι λοιπόν η εικόνα που της έκλεψαν! Δεν το ’πε πως θα την ξαναπάρει; Βλέπει καθαρά τα μαλλιά, μεσαίου μήκους, καστανά, το στενόμακρο πρόσωπο, τα γεμάτα χείλη. Το χρώμα των ματιών; Η φωτογραφία είναι ασπρόμαυρη, δεν φαίνεται. Ήταν γαλάζια τα μάτια της; Προσπα-
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 19
θεί να φανταστεί το χρώμα των ματιών της. Γαλάζιο. Στον ήλιο φαίνονταν κάπως ξεθωριασμένα, ξεπλυμένα, όταν ο καιρός ήταν μουντός έδειχναν διάστικτα με σκουρόχρωμες κηλίδες. Είναι τόσο χαρούμενη που ξαναβρίσκει την εικόνα της. Τι λες γι’ αυτό, Λίσι; Ωραία θα ’ταν να μπορούσε να τη ρωτήσει! Γιατί η Λίσι είναι εκεί. Ήρθε μαζί με τη Νατάσα. Η Λίσι είναι η δεκαοχτάχρονη κόρη της και η Νατάσα κόρη του άνδρα της. Ναι, νομίζει πως ο άνδρας της ήταν παντρεμένος πριν τα φτιάξουν. Αγαπάει τη Νατάσα όσο και τη Λίσι. Οι δυο τους έφεραν μια πολυθρόνα με ροδάκια, για να την πάρουν στο σπίτι. Ναι, σίγουρα θέλουν να την πάρουν στο σπίτι. Αλλά γιατί βλέπει την πολυθρόνα μόνο όταν κλείνει τα μάτια; Δεν ξέρει γιατί. Όταν ανοίγει πάλι τα μάτια της, η πολυθρόνα έχει κάνει φτερά. Αχ, μα και η Λίσι και η Νατάσα έχουν φύγει. Κρίμα... Τεντώνεται άλλη μια φορά να πιάσει τη φωτογραφία της, μα ούτε αυτή είναι εκεί. Νομίζει πως η φωτογραφία είχε ένα μαύρο κρέπι.
Η φωτογραφία με το μαύρο κρέπι είναι μέσα σε ένα μακρόστενο λευκό αντίσκηνο, πάνω σ’ ένα τραπέζι, εκεί μπροστά. Από πίσω καρέκλες στη σειρά. Μα από πού τα βλέπει όλα αυτά; Νομίζει πως αιωρείται κάτω από το αντίσκηνο. Αργά αργά οι σειρές γεμίζουν. Στην πρώτη σειρά οι γονείς της.
19
Για φαγητό έχει γιαούρτι. Έβγαλε τον καθετήρα στομάχου; Ρώτησε η ξανθιά δύσπιστα τη μελαχρινή. Τώρα πρέπει να την ταΐσουν. Η Ελένε μορφάζει χαιρέκακα. Μα γιατί δυσανασχετείτε; Η ίδια ξέρει γιατί. Αλλά δεν θα το πει!
20
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 20
Αχ, κι αυτά είναι τα πεθερικά της! Χαίρομαι που σας βλέπω. Τα παιδιά της. Τα δικά του παιδιά. Τρία έχουν μαζί με τον άνδρα της κι από δύο καθένας χωριστά. Έρχεται κι ο θείος Βίλι, έχει ξεπεράσει τα ογδόντα. Η γυναίκα του η Ούρτε. Η θεία Στέσελ, η ξαδέρφη Ταμπέα, η θεία Ους – μα αυτή δεν έχει πεθάνει από καιρό; Απορεί. Ο θείος Καρλ, η θεία Κάρλα. Η Κίρα και η Κάγια, κόρες τους. Αυτός είναι ο Μαξ, ο πατέρας του δεύτερου γιου της, που θυμήθηκε τώρα δα και το όνομά του: Μπιλ! Αχ, Μπίλι, Μπιλάκο μου... Οι δυο Ρίτες, ο Πιέτρο, η Έλκε, η Κάρμεν, η Ιβόν, ο Ίνγκο – τόσος κόσμος, η αίθουσα είναι κατάμεστη! Μα τι γιορτάζουν; Κοιτάζει στην είσοδο με περιέργεια και προσμονή, όμως δεν βλέπει να συμβαίνει κάτι. Επικρατεί απόλυτη σιγή, κανείς δεν μιλάει με τον διπλανό του. Κι όχι μόνο αυτό: σαν λυπημένοι της φαίνονται. Κάποιος τη σκουντάει στο πόδι. Κοιτάζει. Αχ, ο άνδρας της. Θέλει να την περάσει μέσα από ένα φεγγίτη στην μπροστινή πλευρά του αντίσκηνου, μα δεν χρειάζεται. Ξετρυπώνει μόνη της από τη σκηνή. Ο άνδρας της την αγκαλιάζει. Της λέει πως ο κόσμος περιμένει για την κηδεία της, όμως γελάστηκαν, γιατί απλούστατα δεν θα γίνει. Κοίτα ποιον έφερα! Γυρνάει. Η χαρά της δεν περιγράφεται. Είναι η Σουλάνια! Την είχε γνωρίσει πέρσι στην Ινδία. Η Σουλάνια είναι πέντε ή έξι χρονών, κανείς δεν ξέρει πόσο ακριβώς, γιατί τη βρήκαν στο δρόμο, με πληγές φαγωμένες απ’ τα σκουλήκια. Μήπως θα ήθελαν να την υιοθετήσουν; Αχ, Σουλάνια, τι καλά που είσαι μαζί μας! Θέλει να τη σφίξει στην αγκαλιά της, όμως εκείνη κάνει μια αποφασιστική κίνηση: σηκώνει τα χέρια και την κρατάει σε απόσταση κι ύστερα βάζει το δάχτυλο στο στόμα. Τι σημαίνει αυτό, πως και η Σουλάνια είναι σε θέση να της δίνει διαταγές; Τώρα την ξαπλώνει στο δάπεδο, σηκώνει λίγο το δεξί της πόδι με τα δυο της χέρια και την κρατάει γερά. Η Σουλάνια περιμένει. Ο άνδρας στέκεται λίγο πιο πέρα· το πρόσωπό του είναι σφιγμένο. Ξαφνικά νιώθει μια δίνη να τη ρουφάει πίσω στη σκηνή. Μόνο ένα μικρό άνοιγμα, σαν φεγγίτης, σ’ ένα κομμάτι ύφασμα τη χω-
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 21
ρίζει από τη νεκρώσιμη τελετή – τη δική της. Γελάει. Αυτό που την τραβάει δυναμώνει ολοένα, μα η Σουλάνια κάθεται σιωπηλή και κρατάει το πόδι της γερά. Τι δύναμη που έχει αυτό το κορίτσι! Η δίνη που την τραβάει δεν μπορεί να τα βάλει με τη μικρή. Όσο για την ίδια δεν τη νοιάζει, ό,τι κι αν γίνει. Μα πόσο θα κρατήσει αυτό; Μήπως θα ’πρεπε να πάρει έναν υπνάκο;
Ο Μάτες έρχεται τώρα πιο συχνά. Ή μήπως έρχεται όσο και τις προηγούμενες μέρες, απλώς εκείνη κοιμόταν; Δεν έχει καμία ιδέα. Κάθε φορά που έρχεται, ο Μάτες αφαιρεί έναν επίδεσμο απ’ το δεξί του μάτι πριν πλησιάσει το κρεβάτι της. Θα ήθελε πολύ να τον ρωτήσει πώς βρέθηκε εκεί, δεν θυμάται πια. Όμως δεν μπορεί να προφέρει τόσο σύνθετα πράγματα. Λέει: Ε, Ματζ! Ή: Κα’αμέρα, Ματζ! Το καταλαβαίνει. Το καταλαβαίνει! Φουσκώνει από περηφάνια.
21
Φαίνεται πως η Σουλάνια τα κατάφερε. Είναι ακόμα με τους ζωντανούς, ε; Σίγουρα ο Μάτες την πήρε μαζί του στο σπίτι. Τώρα έχουν λοιπόν κι ένα έκτο παιδί. Μάτες; Έτσι τον λένε; Ματζ. Aνοίγει τα μάτια της και κοιτάζει το πρόσωπο της μελαχρινής. Βλέπετε; Είπατε την πρώτη λέξη, τώρα έχουν σειρά κι άλλες. Ματζ; Ματζ! Ματζ, Ματζ, Ματζ... Αυτό είπε; Η φωνή της ακούγεται σπασμένη. To Έψιλον το έφαγε τελείως και το τελικό Σίγμα ακούστηκε σαν Ζήτα.
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 22
Είσαι ο Όιλεν; τον ρωτάει. Εκείνος την κοιτάζει. Το σκέφτεται άραγε; Και ξαφνικά αναφωνεί: Ναι, είμαι ο Όιλεν! Ναι, ναι! Σκέφτεται πως δεν θα μπορούσε να πει Γιαντλ. Ούτε Μαϊρέκερ. Πάλι καλά. Είσαι ο Όιλεν; γλίστρησαν απαλά οι λέξεις απ’ τα χείλη της. Η Ιβόν Κίρινγκ δεν είναι πια εδώ. Είναι πάλι μόνη της. Πάλι;
22
Ο νοσοκόμος που καθαρίζει πισινούς τής έβγαλε σήμερα τα σωληνάκια. Έβγαλε ένα σωληνάκι από την ουροδόχο κύστη. Αφαίρεσε και το σωληνάκι στο χέρι. (Έμεινε όμως η σύριγγα με την πεταλούδα!) Tης φαίνεται σαν να αφαίρεσαν κάτι και από τον βουβώνα. Tης δίνει ένα μηχάνημα μέσα στο οποίο πρέπει να φυσήξει. Φυσώντας, οι μπαλίτσες που έχει μέσα πρέπει να μετακινηθούν σ’ ένα επόμενο, υψηλότερο επίπεδο. Δοκιμάζει. Και αποτυγχάνει οικτρά.
Τώρα της φέρνουν και μια μικρή πλάκα με τρία φτεράκια επάνω. Πρέπει να την πάρει στο χέρι της και να πιέσει τα φτερά, ένα με κάθε δάχτυλο. Θέλει να ξεκινήσει με το δεξί, μα δεν τα καταφέρνει. Δεν γίνεται. Και γιατί όχι; Όχι με το δεξί. Τότε δοκιμάστε με το αριστερό! Γιατί; Κατάλαβε την ερώτηση; Θα της απαντήσει; Και γιατί δεν μπορεί να κουνήσει το δεξί της χέρι; Ο νοσοκόμος δεν απαντάει. Παίρνει χαμογελώντας το αριστερό της χέρι και πιέζει τα φτεράκια όλα μαζί. Α, και η πεταλούδα τι είναι;
SCHMIDT sel_final_Layout 1 24/03/2011 2:47 μ.μ. Page 23
Kαταφθάνει η ομάδα. Σήμερα θα μεταφερθείτε. Θα τη μεταφέρουν; Τι θα πει «μεταφέρουν»; Μήπως μετά θα κάνουν σαν να μη θυμούνται πού την άδειασαν; Ο φόβος της – να τος πάλι. Καλημέρα, φόβε. Χαίρομαι που ήρθες να μ’ επισκεφτείς. Ο φόβος αγνοεί τον φιλικό χαιρετισμό. Έρχεται αμέσως στο προκείμενο. Στέκεται μ’ ένα μεγάλο σφυρί στη γωνία του δωματίου, έτοιμος να επιτεθεί. Θα σας μεταφέρουμε στη Μονάδα 21. Θα ’ρθει άλλος εδώ. Ανακούφιση. Βέβαια, μετα-φέρω δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη παρα-πετάω ή παρα-χώνω.* Σημαίνει απλώς ότι μεταφέρω κάποιον σε άλλο μέρος. Φυσικά χωρίς τη θέλησή του, ε;
* Ver-legen / ver-schusseln / ver-schlampen: Δύσκολη η αντίστοιχη απόδοση στα ελληνικά. (Σ.τ.Μ.)
23
Ο νοσοκόμος που καθαρίζει πισινούς έρχεται με μια πολυθρόνα με ροδάκια. Την καθίζει εκεί και την παίρνει απ’ το δωμάτιο. Η ξαφνική ζέστη την ξαφνιάζει. Γιατί απ’ την άλλη μεριά της πόρτας κάνει τόσο κρύο, με τέτοιο ωραίο καλοκαίρι έξω; Ο νοσοκόμος την κάνει μια βόλτα πάνω κάτω στους διαδρόμους, για να της δώσει την ευκαιρία να δει άλλη μια φορά τη μονάδα. Ύστερα την οδηγεί στο θάλαμο του προσωπικού κάνοντας έναν μεγάλο κύκλο. Αποχαιρετισμός. Προσπαθεί να κοιτάξει χαρούμενα γύρω της, όμως η σκέψη του αποχαιρετισμού τής φέρνει περιέργως δάκρυα στα μάτια. Ελάτε τώρα, κυρία Βέζενταλ, πρέπει να χαίρεστε που τα καταφέρατε! Τρεις βδομάδες στην Εντατική δεν είναι και λίγο! Εντατική; Το μυαλό της δουλεύει πάλι πυρετωδώς. Αναρωτιέται για ποιο λόγο βρίσκεται στο χώρο αυτό, αλλά δεν βγάζει κανένα συμπέρασμα.