1 «√», Ë ˙ˆ‹
Σήµαινε κάτι να πετάει µε το δικό του αεροπλάνο. Με το ιδιωτικό του τζετ. Όχι απαραίτητα πως ήταν σίγουρος για τον εαυτό του, για ό,τι τον περιέβαλλε – ακόµη και στα όρια των ανθρώπινων επιδιώξεων δεν ήταν ποτέ σίγουρος για τίποτα. Ζούσε πάντα υπό την απειλή του τυχαίου, αυτής της ατέρµονης ανωµαλίας που λυγίζει τα φτερά και τη σκέψη των όντων – αυτό δεν το ξεχνούσε ποτέ. Ήταν όµως κάποια πράγµατα που έδιναν άλλη διάσταση στη ζωή του, άλλη αξία, όπως το να βρίσκεται µόνος πάνω από τα σύννεφα πίνοντας το ουίσκι του και να έρχεται στα µάτια του ή στη συνείδησή του ο ουρανός, η αταξία, το χάος. Το αντιλαµβανόταν από τη διάρκεια των στιγµών – εκστατικές και µακρόσυρτες. Πέρα απ’ όλες τις φλυαρίες υπήρχε εκείνος και η µητέρα φύση, οι χυµοί του κόσµου, ό,τι θερµαίνει τα σπλάχνα της γης. O Aλµπέρ Bιντάλ βυθίστηκε στη δερµάτινη πολυθρόνα του και απολάµβανε το τοπίο. Οι οριοθετηµένες στενόµακρες λω9
Γ I A N N H Σ
Γ P H Γ O P A K H Σ
ρίδες καλλιεργηµένης γης που υπάρχουν στη Γαλλία, ορατές από τα δέκα χιλιάδες πόδια, έφερναν στο νου το τέλος της φεουδαρχίας. «Aν υπάρχει κάτι στον κόσµο που παραµένει αµετάβλητο στους αιώνες είναι η ιδέα της ιδιοκτησίας», είπε µέσα του. «Η ιδέα της ιδιοκτησίας. Mπορεί να αλλάξει το καθεστώς της ιδιοκτησίας, ο αστικός κώδικας, το φορολογικό δίκαιο, η νόµιµη µοίρα, η κατοχή όµως και η κτήση θα κατακαίνε πάντα τα σωθικά των ανθρώπων. Κανείς δεν είναι κουφός, βουβός ή τραυλός, µονόφθαλµος ή τυφλός όταν πρόκειται για την κατοχή και την κτήση. Απόλυτα ιδανικά δεν υπάρχουν», σκέφτηκε µυρίζοντας το ουίσκι του. Το Dassault Falcon 900 EX είχε τρεις τούρµπο µηχανές τής Honeywell, σύστηµα πρόβλεψης καιρού και κάµερα λέιζερ για πτήσεις χαµηλής ορατότητας. Στο εσωτερικό του όλα ήταν φτιαγµένα από δέρµα και ξύλο. Μερικά από τα πάρτι γενεθλίων του τα είχε κάνει σ’ αυτό το αεροπλάνο, πετώντας µε φίλους πάνω από ζούγκλες και ωκεανούς µε προορισµό εξωτικά νησιά και τοπία απόλυτης αποµόνωσης. Θα µπορούσε κανείς να πει ότι ο Βιντάλ αποτελούσε µέρος του παγκόσµιου αινίγµατος. Γεννηµένος στις Ηνωµένες Πολιτείες από Γαλλοεβραίους γονείς, ανήκε στην ελίτ των ανθρώπων που διαχειρίζονται τις τύχες του κόσµου χωρίς να το ξέρει κανείς. ∆εν είχε τη βαρύτητα µιας διασηµότητας όπως ο Σόρος, ο Γκρίνσπαν ή ο Ρουµπινί, τον γνώριζαν µόνο οι µυηµένοι στην ιστορία των οικονοµικών κρίσεων, των κοινωνικών αναταράξεων ανά τον κόσµο, οι µυηµένοι στα µυστικά των οικοσυστηµάτων, της σχέσης φύσης-κεφαλαίου, µόνο µια χούφτα άν10
H KATAIΓI∆A EPXETAI, ΣYNEXIΣE NA TPEXEIΣ
θρωποι γνώριζαν µε τι πραγµατικά ασχολούνταν. Γι’ αυτούς τους λίγους το όνοµά του ήταν συνυφασµένο µε το νερό. Μπορούσε να µιλάει επί µακρόν για το ρεύµα ενός ποταµού, οποιουδήποτε ποταµού, ενός ασήµαντου, το όνοµα του οποίου γνώριζαν µόνο οι ντόπιοι, να αναλύει πώς και γιατί ήταν στρωτή η ροή του, πού γινόταν ορµητικός και γιατί – θα έλεγες ότι ένιωθε µέσα του το ποτάµι. Ή τη λίµνη. Γιατί µιλούσε και για λίµνες, για κόλπους, για τα ζιγκ ζαγκ µιας παραλίας µε άγνωστο µήκος, και όλοι τον άκουγαν µε το στόµα ορθάνοιχτο. Στους σκληρούς δίσκους των υπολογιστών του υπήρχαν εκατοντάδες χάρτες σχετικοί µε υδάτινα περιβάλλοντα και διαγράµµατα µε µετρήσεις και δεδοµένα, όλα παρµένα από δορυφόρους. Η κοινή λογική λέει ότι τέτοιοι άνθρωποι δεν υπάρχουν πολλοί στον κόσµο, κι αυτό ακριβώς σκέφτηκε ο Φρανσουά Μπερνάρ όταν τον ανακάλυψε να διδάσκει µαθηµατική φυσική σ’ ένα κολέγιο στη Νέα Υόρκη είκοσι πέντε χρόνια πριν. Ηλικίας τριάντα ετών τότε, ο Βιντάλ έφτιαχνε µαθηµατικά µοντέλα για οικοσυστήµατα και ο Μπερνάρ, που πίστευε στον Θεό, στη φύση και στις µαθηµατικές δοµές, ήταν πρόεδρος της Méditerranée, µιας εταιρίας διαχείρισης υδάτων που έδρευε στο Παρίσι. Μικρή και ασήµαντη τότε η Méditerranée διεκδικούσε µερίδιο στον υδροφόρο ορίζοντα του κόσµου. Πίνοντας µαζί του έναν καφέ στο Μανχάταν ο Μπερνάρ κατάλαβε σύντοµα τι λαβράκι ήταν αυτός ο Βιντάλ. Μιλούσε για το νερό µ’ ένα µεταφυσικό πάθος, σαν αλχηµιστής του Μεσαίωνα. Είχε πολύ χρήµα η διαχείριση του νερού, του γόνιµου σύµπαντος, και ο Μπερνάρ θα αναζητούσε ως τα πέρατα 11
Γ I A N N H Σ
Γ P H Γ O P A K H Σ
του κόσµου έναν τύπο σαν τον Βιντάλ. Τον φανταζόταν να περπατάει στις ακρογιαλιές σκεφτόµενος ποτάµια και λίµνες, ή να κάνει πολύπλοκους µαθηµατικούς υπολογισµούς που κανένας άλλος δεν καταλάβαινε. Τον έβλεπε απέναντί του να ρουφάει τον καφέ του µιλώντας για το νερό, για τις µεταβολές που υφίσταται η ροή του από έτος σε έτος, ακόµη και κάτω από το έδαφος, ως απόρροια των κλιµατικών αλλαγών, της ρύπανσης και της υπεράντλησης, και µέσα από τους καπνούς των τσιγάρων τους οραµατιζόταν τα µυθικά κέρδη της Méditerranée αν επέστρεφε στο Παρίσι µε τον Βιντάλ. Και επέστρεψε πράγµατι µε τον Βιντάλ, που αξίωσε και πήρε ένα µεγάλο ποσό για την εποχή. Πολύ απλά, είχαν διαβλέψει και οι δύο τις προοπτικές που ανοίγονταν από µια ενδεχόµενη συνεργασία τους. Ο Βιντάλ ένιωσε πίσω του τη ζεστή παρουσία της Ζυλιέτ. Έσκυψε ελαφρά πάνω του, όσο για να νιώσει το άρωµά της, που, λεπτό, διακριτικό, έφτανε ως τις κυψελίδες των πνευµόνων του. Απέπνεε µια σεξουαλικότητα η Ζυλιέτ, αυτόνοµη και ανεξάρτητη, αλλά διόλου προκλητική, διόλου ανήθικη. «Μπήκαµε σε διαδικασία προσγείωσης, κύριε, θα προσγειωθούµε στις Κάννες σε οκτώ λεπτά». Έριξε µια µατιά έξω από το παράθυρο. ∆ιέκρινε το λιµάνι, την πλαζ και, καθώς το αεροπλάνο χαµήλωνε, το Παλέ ντε Φεστιβάλ, τα φοινικόδεντρα της λεωφόρου Κρουαζέτ. Στο βάθος, τα νησιά Λερέν. Έσβησε το τσιγάρο του και έδεσε τη ζώνη ασφαλείας. Η Ζυλιέτ κατευθύνθηκε προς το πιλοτήριο και ο Αλµπέρ Βιντάλ διέτρεξε µε το βλέµµα του σώµα της, που τό12
H KATAIΓI∆A EPXETAI, ΣYNEXIΣE NA TPEXEIΣ
σο τον συγκινούσε. Μαγνήτιζε τα µάτια του, στις ίριδες των οποίων ελλόχευε µια ερωτική µνησικακία που δεν του επέτρεπε να της τα ρίξει. Ήταν παντρεµένη µε έναν ψηλό, αθλητικό τύπο µε γκρίζους κροτάφους, ένα κακέκτυπο του Ροκ Χάτσον, στη στιβαρή αγκαλιά του οποίου ήταν αποφασισµένη να γεράσει. Το Dassault Falcon 900 EX µείωσε την ταχύτητά του καθώς προσγειωνόταν, αυξάνοντας την ασφάλεια της προσγείωσης, όπως µείωνε και την αίσθηση του κενού όταν έπεφτε σε ρεύµα. Ο Βιντάλ παραδεχόταν µε κάθε ειλικρίνεια ότι τον φόβιζαν τα κενά αέρος, αυτές οι µεγάλες βουτιές κάτω από το µπλε του ουρανού. Έλυσε τη ζώνη του και σηκώθηκε. Χαιρέτησε τον πιλότο, τη γλυκιά και ολόδροση Ζυλιέτ, την άγγιξε ανεπαίσθητα µεταξύ δύο άηχων στεναγµών όταν εκείνη στράφηκε προς το µέρος του γελαστή προβάλλοντας ασυναίσθητα το θελκτικό ντεκολτέ της. Ήταν ενστικτώδης και ακαταµάχητη η κίνηση να την αγγίξει, ένας πόθος περαστικός, που τον απέδιωξε αµέσως και κατέβηκε από το αεροπλάνο µε τον γεµάτο ενεργητικότητα βηµατισµό που τον χαρακτήριζε πάντα. Στον ώµο του είχε περασµένο το λάπτοπ του. Στο αεροδρόµιο των Καννών δεν εκτελούνται πτήσεις για το κοινό, προσγειώνονται και απογειώνονται µονάχα ιδιωτικά τζετ που ανήκουν σε διασηµότητες και κροίσους. Οι κοινοί θνητοί χρησιµοποιούν το αεροδρόµιο της Νίκαιας. Προηγουµένως, καθώς το αεροπλάνο ετοιµάζεται να µπει στον αεροδιάδροµο, η αεροσυνοδός τους πληροφορεί ότι στο βάθος δια13
Γ I A N N H Σ
Γ P H Γ O P A K H Σ
κρίνεται το αεροδρόµιο των Καννών εξηγώντας γιατί δεν προσγειώνονται εκεί. Το υψωµένο χέρι που τον χαιρετούσε καθώς έβγαινε από την αίθουσα αφίξεων ήταν του Ρενέ, οδηγού του Φρανσουά Μπερνάρ. Τον περίµενε. Στεκόταν δίπλα στη λιµουζίνα τού κυρίου του, µια λευκή σαν όνειρο Λίνκολν Κοντινένταλ, µοντέλο του ’48. ∆εύτερη δεν υπήρχε στις Κάννες, ίσως και σε ολόκληρο τον κόσµο. Ρόλς Ρόις κυκλοφορούσαν πολλές στην πόλη, και ακόµη περισσότερες Τζάγκουαρ, Κάντιλακ και Μερσεντές. Ο Φρανσουά Μπερνάρ ήθελε κάτι µοναδικό για τον εαυτό του, σαν αντίδοτο στο φαρµακερό βλέµµα του φθόνου. Όλα λευκά και ακτινοβόλα. Τα δερµάτινα καθίσµατα, η εσωτερική επένδυση, ο Ρενέ µε το κοστουµάκι του, το καπελάκι του, λευκά κι αυτά, λες και ο Φρανσουά Μπερνάρ είχε αφορίσει διά παντός τα υπόλοιπα χρώµατα. «Πώς ήταν το ταξίδι σας, κύριε Βιντάλ;» ρώτησε ο Ρενέ καθώς η λευκή Λίνκολν κυλούσε αργά στη λεωφόρο Ζονέρ. «Πολύ καλό, Ρενέ», απάντησε ο Αλµπέρ Βιντάλ. Έστρεψε το βλέµµα του στο δρόµο. Τέλη Απρίλη και παντού κυριαρχούσαν οι αφίσες του 64ου φεστιβάλ κινηµατογράφου. Ασπρόµαυρες, απεικόνιζαν τη Φέι Νταναγουέι φωτογραφηµένη από τον Τζέρι Σάτζµπεργκ στα 1970. Αισθησιακή φωτογράφιση, που αναδείκνυε την πολυπλοκότητα της ίδιας της Φέι, το µύθο της, το ριζωµένο στα µάτια της σκοτεινό πάθος. Ο Βιντάλ τη θυµόταν για την ερµηνεία της πλάι στον Τζακ Νίκολσον στο Τσαϊνατάουν. 14
H KATAIΓI∆A EPXETAI, ΣYNEXIΣE NA TPEXEIΣ
«Ήρθαν οι άλλοι;» ρώτησε ο Βιντάλ κοιτάζοντας το ρολόι του. «Βεβαίως», απάντησε ο Ρενέ. «Είναι µιάµιση ώρα που ήρθε ο Ελβετός, ο σύµβουλος του προέδρου κάνα µισάωρο. ∆εν περιµένετε άλλον, έτσι δεν είναι;» «Όχι, Ρενέ». Η Λίνκολν κυλούσε στη λεωφόρο Μιντί αργά, εγκλωβισµένη σ’ ένα µποτιλιάρισµα από πολυτελή αυτοκίνητα. Θα ’λεγε κανείς ότι λεηλατήθηκε µια ολόκληρη ήπειρος για τούτο τον πλούτο, ότι έγινε κάποιο λάθος στην ιστορία των κατακτήσεων, στη µεγάλη ατέρµονη αλυσίδα του πολιτισµού, η λάµψη είναι διάχυτη παντού σ’ αυτή την πόλη. Οι τουρίστες διακρίνονται εύκολα από την ελαφριά κάµψη του σώµατος, από τα έκπληκτα βλέµµατα προς κάθε διάσηµο που εµφανίζεται µπροστά τους και χάνεται, σχεδόν ανά τακτά διαστήµατα, σαν επιδηµία που έρχεται και φεύγει. «Ο Μπελµοντό είναι αυτός;» ρώτησε ο Βιντάλ όταν ένας ηλικιωµένος ψηλός άντρας µε ελαφρώς κυρτούς ώµους, άσπρα µαλλιά και άσπρο µούσι πέρασε βιαστικά ανάµεσα από το ακινητοποιηµένο αυτοκίνητό τους και µια Πόρσε. Ο Βιντάλ τον ακολούθησε µε το βλέµµα του. Κατευθυνόταν προς το Παλαί ντε Φεστιβάλ. «Μάλιστα, κύριε Βιντάλ. Βρίσκεται εδώ από χθες το απόγευµα», απάντησε ο Ρενέ. «Θα µείνει δύο µέρες, απ’ ό,τι γράφουν οι εφηµερίδες. Πρόκειται να τον τιµήσουν, βλέπετε. Στις 17 Μαΐου. Κοντεύει τα ογδόντα, αν δεν τα έχει πατήσει κιόλας. Kρατιέται όµως καλά. Θα προβάλουν ένα ντοκιµαντέρ για τη ζωή του». 15
Γ I A N N H Σ
Γ P H Γ O P A K H Σ
Μεσολάβησε µια σύντοµη σιωπή πριν συνεχίσει: «Ωραίος τύπος πάντως. Εγώ δεν τον πρόλαβα στις µεγάλες ταινίες του, αλλά τις έχω δει όλες, µε καθυστέρηση κάποιων χρόνων, βέβαια, ξέρετε τι µανιώδης φίλος του σινεµά είµαι». «Ξέρω, Ρενέ, θυµάµαι που µου έλεγες ότι βλέπεις δύο ταινίες τη µέρα». «Ανελλιπώς. Τον θυµάµαι στο Με κοµµένη την ανάσα, στον Χαφιέ, στον Τρελό Πιερό. Άφησε εποχή στο γαλλικό σινεµά». «Ποιος είναι φέτος πρόεδρος του φεστιβάλ;» «Ο Ρόµπερτ ντε Νίρο. Άλλος µύθος αυτός. Κακόφηµοι δρόµοι, Ταξιτζής, Ελαφοκυνηγός, Οργισµένο είδωλο». «Αν κατάλαβα καλά, τη βγάζεις µπροστά στο χαζοκούτι, Ρενέ». «Κατά πρώτον, δεν τη βγάζω µπροστά στο χαζοκούτι. Όλες τις ταινίες τις βλέπω στην αίθουσα προβολής που έχει στην έπαυλή του ο κύριος Μπερνάρ. Κατά δεύτερον, αυτό συµβαίνει συνήθως αργά το βράδυ. Νωρίτερα απολαµβάνω στην πόλη την παιδιάστικη χαρά των ελαφρόµυαλων γυναικών που επισκέπτονται τις Κάννες. Κάθοµαι στα καφέ και στα µπαράκια της πόλης µε φίλους και τις χαζεύουµε. Κάποιοι απ’ αυτούς κάνουν την ίδια δουλειά µ’ εµένα. Άλλοτε κάνουµε το κοµµάτι µας οδηγώντας τις λιµουζίνες των κυρίων µας. Την πέφτουµε όπου έχει ψωµί. Κατεβαίνουν ακάθεκτες από τα πούλµαν, έτοιµες για όλα και, βέβαια, πάντα κάτι τσιµπάει. Μα πάντα, κύριε Βιντάλ». «Φαντάζοµαι». «∆εν φαντάζεστε, πιστέψτε µε. Γυρίζουν από το ένα µπαράκι στο άλλο µε µια ακαταµάχητη επιθυµία στο κεφάλι. Να ψω16
H KATAIΓI∆A EPXETAI, ΣYNEXIΣE NA TPEXEIΣ
νιστούν µε κάποιον που το φυσάει. Είναι ένα ερωτικό όνειρο που τις καταδυναστεύει». «Ξέρεις και από ψυχολογία, βλέπω». «Έχουν ένα love story στο µυαλό τους, κύριε Βιντάλ», έκανε ο Ρενέ κοιτώντας γελαστά από το καθρεφτάκι του. Έστρεψε πίσω το κεφάλι του. «Κοίτα µπροστά σου, Ρενέ». «Μην ανησυχείτε, κύριε, µε δέκα πάµε. Έχουµε κολλήσει, δεν βλέπετε; Πάντα κολλάµε στις µαρίνες». «Αυτός δεν είναι λόγος για να οδηγείς χωρίς να βλέπεις µπροστά σου». «Έννοια σας, και βλέπω. Το λοιπόν, θέλουν να ζήσουν, αυτό είναι όλο. Το βροντοφωνάζουν: Θέλω να ζήσω! Να δείτε πώς κοντοστέκονται σ’ ένα µου σφύριγµα. Αρκεί ένα νεύµα κι αµέσως µπουκάρουν στη Λίνκολν τρελαµένες αλλά και γεµάτες όλες µε νευρωτικά ξεσπάσµατα και καταπιεσµένα όνειρα. ∆εν το παραδέχονται βέβαια, µιλάνε για τα περήφανα συναισθήµατά τους, αλλά µισή ώρα αργότερα γέρνουν στην αγκαλιά σου και σου µιλούν για την καρδιά τους, που ανάβει τάχα για πρώτη φορά. Στις Κάννες, κύριε Βιντάλ, όλα γίνονται εύκολα στο όνοµα µιας καρδιάς που ανάβει τάχα για πρώτη φορά». «Τρως καλά, δηλαδή». «Ε, µα τι λέµε;» Στο ύψος της αποβάθρας Νο 1 η λευκή Λίνκολν του Φρανσουά Μπερνάρ έστριψε αριστερά και πήρε το λόφο. Είναι ένα τοπίο που αναπαράγει τον παράδεισο σ’ έναν κατακερµατισµένο κόσµο. Η βίλα του Μπερνάρ ήταν χαµένη µέσα στα δέ17
Γ I A N N H Σ
Γ P H Γ O P A K H Σ
ντρα, περιτοιχισµένη, αθέατη. Ζούσε µέσα στον κόσµο ο Μπερνάρ, και συγχρόνως µακριά απ’ αυτόν, ακόµη πιο µακριά από τη νοµαδική και αβέβαιη ζωή, από την έρηµο και τη δίψα. Ο Φρανσουά Μπερνάρ ήταν στον κήπο µε τον Ελβετό τραπεζίτη Εµίλ Ντορέ και τον Φρεντερίκ Ματέ, ανώτατο στέλεχος του υπουργείου Οικονοµικών και σύµβουλο του Γάλλου προέδρου. Ο Ελβετός παρατηρούσε µε το τηλεσκόπιό του, στηριγµένο σε τρίποδα, την κίνηση στο νησάκι Αγία Μαργκρίτ. Ο Βιντάλ ευχαρίστησε τη µαύρη υπηρετριούλα που τον συνόδευσε µέχρι τον κήπο κι εκείνη αποχώρησε κάνοντας µια ελαφριά υπόκλιση. Ο Ελβετός άφησε το τηλεσκόπιο και όλοι τον υποδέχτηκαν µε χαµόγελα και ζεστές χειραψίες. Ο πρόεδρος της Méditerranée, Φρανσουά Μπερνάρ, τον χτύπησε φιλικά στην πλάτη. «Με τον Αλµπέρ στο πλάι µου κάθε αβεβαιότητα εξαλείφεται», είπε µ’ ένα πλατύ χαµόγελο απευθυνόµενος στην οµήγυρη. Γέλασε αυθόρµητα ο Βιντάλ. «Γιατί το λες αυτό, Φρανσουά;» ρώτησε καθώς καθόταν αναπαυτικά σε µια λευκή πολυθρόνα. Το βλέµµα του έπεσε στην πισίνα, στην άλλη µεριά του κήπου. Η γυναίκα του Φρανσουά Μπερνάρ, η Κατρίν, έκανε το µπάνιο της γυµνή. Σήκωσε το χέρι του και τη χαιρέτησε, κι εκείνη ανταπέδωσε. «Είχαµε τη συζήτησή σου», είπε ο Φρανσουά. «Ο Φρεντερίκ ρώτησε τον Εµίλ αν έχουν ετοιµάσει κάποια πακέτα µετοχών ενόψει της εφαρµογής του προγράµµατος ASUAN και ο Εµίλ είπε ότι περιµένουν πρώτα τις εκτιµήσεις σου από το ταξίδι σου 18
H KATAIΓI∆A EPXETAI, ΣYNEXIΣE NA TPEXEIΣ
στην Ελλάδα. Συµπλήρωσα τον Εµίλ λέγοντας ότι ακόµη και οι ανταγωνιστές µας, Suez, Veolia, και λοιποί, όπως και οι Γερµανοί, αναβάλλουν κάθε τους κίνηση αν δεν πεις εσύ την τελευταία λέξη. Σ’ αυτό το σηµείο ο Φρεντερίκ µίλησε για την αβεβαιότητα που επικρατεί στην Ευρώπη, απόρροια της παγκόσµιας κρίσης, και πώς βυθίζονται στο σκοτάδι οι χώρες του νότου. Συµφωνήσαµε όλοι σ’ αυτό, διότι η αβεβαιότητα, όπως λες κι εσύ, είναι µεταδοτική. ∆εν έχουν άδικο όσοι µιλάνε για ντόµινο σε περίπτωση που, ό µη γένοιτο, κάποια χώρα πτωχεύσει». «Έτσι είναι, πράγµατι. Όµως οι πιο ενδιαφέρουσες ιδέες γεννήθηκαν από τη σπουδή της αβεβαιότητας». «Κάπως έτσι το διατύπωσα κι εγώ. Στην πραγµατικότητα, επαναλαµβάνω ό,τι λες, διότι εγώ δεν είµαι φυσικός. Και θυµήθηκα εκείνο που µου έλεγες κάποτε για τον Χάιζενµπεργκ. Ο οποίος όντας στο κρεβάτι του θανάτου είπε ότι θα έκανε δύο ερωτήσεις στον Θεό: γιατί η σχετικότητα και γιατί ο στροβιλισµός». Η παρουσία της µαύρης υπηρετριούλας διέκοψε τη συζήτηση: «Θέλουν κάτι οι κύριοι;» Ο Φρανσουά Μπερνάρ στράφηκε προς τους φίλους του, ο καθένας από τους οποίους έδωσε την παραγγελία του. Καφέ ή ποτό. «Αυτή την ώρα είναι πολύ όµορφα στον κήπο», παρατήρησε ο Φρεντερίκ Ματέ. «Έχεις πολύ ωραία θέα, Φρανσουά, µου αρέσει πολύ το σπίτι σου», συµπλήρωσε ο Εµίλ Ντορέ. 19
Γ I A N N H Σ
Γ P H Γ O P A K H Σ
«Ικανοποιεί τη µαταιοδοξία µου, είναι αλήθεια», παραδέχτηκε ο Φρανσουά Μπερνάρ. «∆εν καταλαβαίνω γιατί να µην απολαµβάνουµε τη ζωή», παρενέβη ο Αλµπέρ Βιντάλ. «Έχουµε την πολυτέλεια να την απολαύσουµε, δεν ξέρεις ποτέ πώς θα γεράσεις. Εγώ λέω πάντα στον εαυτό µου: Αλµπέρ, δεν έφτασες ακόµα στο αποκορύφωµα του ονείρου». Γέλασαν όλοι. «Όµως εσύ φτιάχνεις µαθηµατικά µοντέλα, Αλµπέρ, είναι λογικό να ξέρεις πού βρίσκεται το αποκορύφωµα του ονείρου», είπε ο Φρανσουά Μπερνάρ. «Να σου πω, η αλλαγή φάσης είναι ως ένα σηµείο προβλέψιµη». «∆εν έχω κρύψει ποτέ το θαυµασµό µου για σένα. Έχεις πάντα στο µυαλό σου αλλαγές φάσεων. Αυτό έλεγα προ ολίγου στους φίλους µας». «Μα αυτό σπούδασα, Φρανσουά». «Θα καταλάβεις λοιπόν πότε θα βρεθείς στο αποκορύφωµα του ονείρου», έκανε σκεφτικός ο Εµίλ πίνοντας µια γουλιά από το ποτό που µόλις του είχε σερβίρει η υπηρετριούλα. «Θα το διαισθανθώ. Στην επιστήµη µου συνηθίζουµε να λέµε ότι στο χείλος του γκρεµού υπάρχει ένα σηµείο στο οποίο ισορροπεί η ύλη. Υπάρχει ένα σηµείο ανάλογο σε κάθε αλλαγή φάσης. Αίφνης, στη µετάβαση από το νερό στον ατµό. Αυτό το σηµείο, από το νερό στον ατµό, µπορώ να το διαισθανθώ». «Πάντα στο νερό καταλήγεις. Για ό,τι και να µιλάς, καταλήγεις πάντα στο νερό, ε, Αλµπέρ;» είπε ο Εµίλ. 20
H KATAIΓI∆A EPXETAI, ΣYNEXIΣE NA TPEXEIΣ
«Μα το νερό µάς έκανε αυτό που είµαστε», απάντησε αυθόρµητα εκείνος. «Το νερό των άλλων, εµείς απλώς διαθέτουµε το οξύ ένστικτο του αρπακτικού», παρενέβη γελώντας ο Φρανσουά Μπερνάρ. «Κυνική διατύπωση, αλλά δεν απέχει από την πραγµατικότητα», παραδέχτηκε ο Βιντάλ. «Λοιπόν, πώς πήγε το ταξίδι σου, Αλµπέρ, για πες µας», έκανε ο τραπεζίτης Εµίλ Ντορέ. «Μιλάω για το ταξίδι σου στην Ελλάδα. Έχεις µέρες που γύρισες;» «∆ύο βδοµάδες. Σε γενικές γραµµές, καλά. Οι όροι που θέσαµε έγιναν όλοι αποδεκτοί από τους Έλληνες, µηδέ εξαιρουµένης της αλλαγής των υδροµετρητών µε άλλους, προπληρωµένης κατανάλωσης». «Α, ναι; Αυτό είναι πολύ σηµαντικό. Θα περάσει όµως στο λαό;» «∆εν θα γίνει άµεσα, Εµίλ. Αυτό που θα γίνει άµεσα είναι η αύξηση της τιµής του νερού από τις εταιρίες ύδρευσης, ώστε να περάσουν τα δίκτυα στα χέρια των γαλλικών εταιριών χωρίς πολλές φασαρίες. Εµείς σε πρώτη φάση θα µειώσουµε τις τιµές, όπως κάνουµε συνήθως, και µε την πάροδο του χρόνου θα τις διπλασιάσουµε. Τα γνωστά δηλαδή. Υπάρχει βεβαίως ένα κοµβικό σηµείο, το οποίο δεν θα ήθελα επί του παρόντος να θίξω και το οποίο µε προβληµατίζει. Έχω αναπτύξει µάλιστα κάποιες ιδέες που συνοδεύονται από µαθηµατικά µοντέλα, υπάρχουν όλα σ’ ένα cd, Φρανσουά, αυτό δεν σου το είπα», έκανε στρέφοντας το κεφάλι του προς τον Φρανσουά Μπερνάρ. «Έννοια σου, ξέρω πώς δουλεύεις, Αλµπέρ. ∆εν θυµάµαι να 21
Γ I A N N H Σ
Γ P H Γ O P A K H Σ
µην έχεις αναπτύξει µε µαθηµατικό τρόπο κάποια ιδέα σου». «Όλα είναι αριθµοί, Φρανσουά, ξέρεις πόσο βαθιά πυθαγόρεια είναι η πραγµατικότητα, η ιστορία που ζούµε, το ίδιο το σώµα µας. Κάθε µυϊκός σπασµός είναι και µια εξίσωση». «Το έχω ξανακούσει αυτό από το στόµα σου. Έλεγες ότι και η αγάπη και το µίσος είναι εξισώσεις. Κάθε ανθρώπινη εκδήλωση». «Αυτός ο προβληµατισµός σου αφορά τη δοµή της ελληνικής κοινωνίας;» διέκοψε ο τραπεζίτης Εµίλ Ντορέ. «Και όχι µόνο», απάντησε σκεφτικός ο Βιντάλ. «Μετά τα γεγονότα του Γενάρη στην Αίγυπτο, που οδήγησαν στην ανατροπή του Μουµπάρακ, κάποια πράγµατα θα πρέπει να επανεξεταστούν. Σήµερα µια κοινωνικο-πολιτική κατάσταση ανατρέπεται πιο εύκολα απ’ ό,τι σε κάθε άλλη εποχή. Τα µαθηµατικά µάς διδάσκουν ότι οι αβεβαιότητες πολλαπλασιάζονται µέσα από µια αλυσίδα ανυπότακτων συµβάντων. Εν ολίγοις, η κατάσταση στην Ελλάδα προσεγγίζει εκείνη ενός ανυπότακτου συµβάντος, για το οποίο δεν µπορεί να γίνει καµία πρόβλεψη. Όσο για τα µαθηµατικά µοντέλα που έφτιαξα, τρέχουν µέχρι ένα σηµείο». «Άφησες όµως να εννοηθεί ότι είσαι αισιόδοξος», είπε ο Φρεντερίκ. «Θυµάµαι πολύ καλά τι είπα. Οι όροι µας έγιναν όλοι αποδεκτοί, έχουµε µια πολιτική και ένα χρονοδιάγραµµα µέσα στο οποίο θα αναπτυχθεί η πολιτική µας, αλλά υπάρχει ένα κοµβικό σηµείο που µε προβληµατίζει έντονα. Το αντιλαµβάνοµαι ως ανυπότακτο συµβάν το οποίο χρήζει περαιτέρω έρευνας, αν και έχω φτάσει κάπου, όπως προείπα». 22
H KATAIΓI∆A EPXETAI, ΣYNEXIΣE NA TPEXEIΣ
«Για τις πηγές συµφωνήσατε κάτι, Αλµπέρ; Ποτάµια, λίµνες, και λοιπά;» παρενέβη ο Εµίλ Ντορέ. «Συµφωνήσαµε για τα πάντα», απάντησε εκείνος αγκαλιάζοντας µε το βλέµµα του το τοπίο. Στην άλλη άκρη του κήπου η Κατρίν είχε βγει από την πισίνα και έκανε ηλιοθεραπεία, γυµνή πάντα. Η ώρα ήταν µία το µεσηµέρι και τα λίγα σύννεφα πάνω από την πόλη αναλύθηκαν στη σκέψη του Αλµπέρ ως στοιχειώδες µοντέλο καιρού. Εκείνη ακριβώς τη στιγµή, που απολάµβανε τη θέα από το πιο ψηλό σηµείο του λόφου, σταθµοί εδάφους και δορυφόροι ανίχνευαν τους ουρανούς της υδρογείου. Ασυναίσθητα έστρεψε το βλέµµα του πίσω. Υπήρχαν πολλές γκρίζες τούφες από σύννεφα βορειοανατολικά, πέρα από τα σύνορα, στην Ιταλία. Ο υπολογιστής στο πιλοτήριο του τζετ, απ’ ό,τι του είχε πει ο Σαρλ, ο πιλότος, έδινε πιθανότητα τοπικής βροχής σύντοµης διάρκειας αργά το απόγευµα. Η διαίσθησή του όµως έλεγε ότι δεν θα έβρεχε. Συχνά οι µετεωρολόγοι δίνουν συµπερασµατικές προβλέψεις, απολύτως άχρηστες, µόνο και µόνο επειδή πρέπει να δώσουν µια πρόβλεψη του καιρού. «Τα αποθέµατά τους πώς είναι;» ρώτησε ο Φρεντερίκ επαναφέροντάς τον στη συζήτηση. Ο Βιντάλ έκανε ένα µορφασµό δυσφορίας. Αυτός ο Φρεντερίκ έκανε πάντα αδιάκριτες ερωτήσεις. ∆εν µιλάς ποτέ για τα αποθέµατα νερού µιας υπό εξαγόραση χώρας. Γενικώς, δεν µιλάς ποτέ για τα αποθέµατα φυσικών πόρων µιας υπό εξαγόραση χώρας. «Αυτά τα πράγµατα δεν λέγονται, βλάκα Φρεντερίκ», είπε µέσα του. Εξάλλου οι γαλλικές εταιρίες, Méditerranée, Suez, Veolia, 23
Γ I A N N H Σ
Γ P H Γ O P A K H Σ
δεν είχαν αποφασίσει ακόµα πώς θα δρούσαν. Tο θέµα ήταν υπό συζήτηση προ πολλού: θα διένειµαν την πίτα µεταξύ τους, περιορίζοντας τους Γερµανούς – στην περίπτωση που εκδήλωναν ενδιαφέρον – σ’ ένα µικρό ποσοστό µόνο, ή θα έκαναν τις προτάσεις τους ως κοινοπραξία, και οι τρεις µαζί, όπως είχε συµβεί µε κάποιες χώρες του Τρίτου Κόσµου ή της Νότιας Αµερικής; «Έχουµε στείλει ένα κλιµάκιο επιστηµόνων», απάντησε ρουφώντας το ποτό του. Όταν ο Φρεντερίκ είχε κάνει νωρίτερα την ίδια ερώτηση και στον Μπερνάρ, εκείνος δεν ήξερε τι να απαντήσει. Είχε πει απλά: «Ο Αλµπέρ ξέρει, ρωτήστε τον όταν έρθει». Εδώ και χρόνια ο Αλµπέρ Βιντάλ του είχε απαγορεύσει κάθε παροχή πληροφοριών που θα µπορούσαν να εκµεταλλευτούν οι ανταγωνιστές τους. Έτσι, ο Mπερνάρ ένιωσε ανακούφιση ακούγοντας την απάντηση του Βιντάλ. Οι ίδιοι ήξεραν και παραήξεραν τα υδατικά αποθέµατα της Ελλάδας, η Méditerranée παρακολουθούσε την πτώση του υδροφόρου ορίζοντα κάθε έξι µήνες, τα αποτελέσµατα των τελευταίων µετρήσεων τα είχαν πάρει λίγο καιρό πριν. Κανένας από τους ανταγωνιστές τους δεν έκανε µετρήσεις, µια επιτόπια επίσκεψη µόνο, κάποιες µετρήσεις νιτρορύπανσης ενδεχοµένως, αλλά για να µιλήσουν πάνω σ’ έναν ισολογισµό των νερών κατά γεωγραφική περιφέρεια, ούτε λόγος. Μόνο ο Βιντάλ ήξερε πού υπήρχε έλλειµµα νερού, πού πλεόνασµα, και γιατί. Παρ’ όλα αυτά, οι ανταγωνιστές τους έµπαιναν σε µια αγορά στα τυφλά, επειδή η διαχείριση των υδάτων είχε πολύ µέλ24
H KATAIΓI∆A EPXETAI, ΣYNEXIΣE NA TPEXEIΣ
λον. Σε κάποιες αγορές βέβαια, όπως στη Βολιβία, είχαν φάει τα µούτρα τους, και το ίδιο παραλίγο να συµβεί στην Αργεντινή. Αποφάσισαν λοιπόν να περιµένουν να δουν τι θα κάνει η Méditerranée, υποκλινόµενοι στην ευφυΐα του διευθύνοντος συµβούλου της, Αλµπέρ Βιντάλ. Και τώρα αυτό έκαναν, συζητούσαν µε τους Έλληνες πολιτικούς, αλλά ποτέ δεν θα µάθαιναν όσα γνώριζε ο Βιντάλ. «Εντάξει, Αλµπέρ, κατάλαβα το πνεύµα σου», είπε µε νόηµα ο Φρεντερίκ Ματέ, και ο Βιντάλ είπε µέσα του: «Είσαι πολύ ανόητος, Φρεντερίκ, σου είπα µόνο ό,τι θα µάθαινες και µόνος σου. Αλλά πάντα βλάκας ήσουν, κι αν είσαι σύµβουλος του προέδρου, αυτό συµβαίνει επειδή γλείφεις τον κώλο του». Έγειρε στη ράχη της πολυθρόνας και βυθίστηκε σε σκέψεις. Αυτό το θέµα, των αποθεµάτων νερού, ήταν αρκετά σύνθετο, λόγω της ποιοτικής υποβάθµισης των υδάτων σε µεγάλες περιοχές, όπως η Μακεδονία, η Θεσσαλία, η Στερεά Ελλάδα, η Κρήτη. Υπήρχαν περιοχές στις οποίες ο υδροφόρος ορίζοντας έπεφτε στα είκοσι έξι µέτρα, ακόµη και στα είκοσι οκτώ, µε έντονη µάλιστα νιτρορύπανση, που οφειλόταν στις γεωργικές καλλιέργειες. Συν η ρύπανση από βιοµηχανικά και αστικά απόβλητα, για την οποία δεν υπήρχε καµία κρατική µέριµνα, δεν ασκούνταν καµία εποπτεία, γενικώς δεν λειτουργούσε τίποτα πέρα από τους κοµµατικούς µηχανισµούς συντήρησης εκλογικής πελατείας, που προκαλούσε οργή σε κάθε σκεπτόµενο άνθρωπο. Στη Μακεδονία κοίτες ποταµών χρησιµοποιούνταν ως χωµατερές, λίµνες στέγνωναν, πουλιά άλλαζαν τις µεταναστευτι25
Γ I A N N H Σ
Γ P H Γ O P A K H Σ
κές τους συνήθειες, και όλα αυτά κάτω από το απαθές και αδιάφορο βλέµµα των πολιτευτών της – φαυλοκρατών που νοιάζονταν µόνο για την προβολή τους. Όλοι οι λαοί έχουν τους πολιτικούς που τους αξίζουν, πρόκειται για οικουµενικό φαινόµενο που κανένας φυσικός δεν δυσκολεύεται να το αναγνωρίσει, επειδή και οι κοινωνίες είναι συστήµατα. Kαθένα από τα οποία διέπεται από τους δικούς του νόµους, τα δικά του ήθη. Και όπως κάθε φυσικό σύστηµα έχει µια στιγµή µετάβασης από την τάξη στο στροβιλισµό, έτσι και οι κοινωνίες, µε τους πολιτικούς που τους αξίζουν, έχουν τις δικές τους στιγµές µετάβασης. Ήδη η Ελλάδα στροβιλιζόταν, και ο στροβιλισµός αυτός δεν είχε µόνο οικονοµικό χαρακτήρα. Στην Αθήνα µιλούσαν για κρίση θεσµών, για κρίση αξιών, για µια παρακµή χωρίς προηγούµενο. Κανένας δεν µπορούσε να µιλήσει µέσα από διαλέξεις και άρθρα για την κατάσταση στην οποία βρισκόταν πραγµατικά η χώρα, επειδή κανένας δεν είχε πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες. Σε ό,τι αφορούσε τα νερά της, οι προβλέψεις ήταν δυσοίωνες επειδή η στάθµη των υπόγειων υδάτων έπεφτε συνεχώς, ποτάµια και λίµνες συρρικνώνονταν, οι υπάρχουσες γεωτρήσεις δεν απέδιδαν, µε συνέπεια να καταφεύγουν ολοένα και σε µεγαλύτερα βάθη. Από επιχειρηµατική άποψη, αυτό ήταν θετικό, µια εταιρία διαχείρισης υδάτων µπορούσε να αναστρέψει την κατάσταση. H Méditerranée είχε έτοιµες προτάσεις για µια ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων της Ελλάδας και µπορούσε να αναστρέψει την κατάσταση που είχε δηµιουργήσει η ρύπανση, ακό26
H KATAIΓI∆A EPXETAI, ΣYNEXIΣE NA TPEXEIΣ
µη και στα ποτάµια όπου οι υψηλές τιµές βαρέων µετάλλων έκαναν τα νερά άκρως επικίνδυνα. Η Méditerranée είχε την τεχνογνωσία και τα µέσα να τα ξανακάνει γάργαρα, όπως ήταν αιώνες πριν, αυτό είπε στους Έλληνες πολιτικούς, αν και αυτό δεν ήταν αλήθεια, περιείχε όµως κάτι θαυµάσιο, κάτι πολύ ουτοπικό. Γευµάτισαν µε πιάτα του σεφ Ζεράρ, που είχε γεννηθεί και µεγαλώσει στη Βουργουνδία. Eπρόκειτο για µια απίστευτη ποικιλία από ιδιαίτερες σπεσιαλιτέ, τη γεύση των οποίων γνώριζαν για πρώτη φορά οι συνδαιτυµόνες του Φρανσουά Μπερνάρ. Ήταν περήφανος για τον σεφ του, που µπορούσε να αυτοσχεδιάσει µε όποιο υλικό του παρείχες – ένα πραγµατικό παιχνίδι γαστρονοµικής αλχηµείας. Όλα αυτά, στη σκιά των πανύψηλων δέντρων, µε θέα στη Μεσόγειο. Έπιναν λευκό ή κόκκινο κρασί της Άνω Βουργουνδίας, από την τελευταία και απόκρηµνη βαθµίδα του ορεινού όγκου, τον πιο φηµισµένο αµπελώνα της γης, συζητώντας για την οικονοµία ενός αφανιζόµενου κόσµου. Αυτό δεν είναι αθέµιτο κατ’ ανάγκην, διότι η οικονοµία, όπως κάθε επιστήµη αλλά και τέχνη, αναζητά κι αυτή την αλήθεια της, το πεπρωµένο της στο µακραίωνο ταξίδι του ανθρώπινου γένους προς την αυτογνωσία ή το χαµό. Άνθρωποι όπως ο τραπεζίτης Εµίλ Ντορέ, ο Αλµπέρ Βιντάλ, ο Φρανουά Μπερνάρ, ο Φρεντερίκ Ματέ δεν χρησιµοποιούν ποτέ ιδέες του συρµού, δανεισµένες από παλιές θεωρίες, αλλά εστιάζουν στις τάσεις και στο πνεύµα της εποχής, συνήθως µάλιστα επινοούν οι ίδιοι το πνεύµα της εποχής, 27
Γ I A N N H Σ
Γ P H Γ O P A K H Σ
όπως ένας καλλιτέχνης επινοεί νέες µεθόδους και νέα µέσα, που µε το χρόνο γίνονται αποδεκτά. Σ’ εκείνο τον κήπο, κάτω από τα πανύψηλα δέντρα, µε θέα το απόλυτο µπλε, µε τα µάτια σηκωµένα στον ουρανό, είχαν στο παρελθόν επεξεργαστεί τρόπους µε τους οποίους είχε γενικευθεί η χρήση µιας νέας οικονοµικής θεωρίας, που µόλις είχε επινοηθεί από συνδαιτυµόνες του κυρίου Μπερνάρ. Oι υπηρέτες είχαν µαζέψει τα πιάτα. O Φρεντερίκ Mατέ και ο τραπεζίτης Nτορέ χάζευαν µε το τηλεσκόπιο νεαρά µισόγυµνα κορίτσια σαλιαρίζοντας. Eίχαν πάντα στο µυαλό τους µια θεωρία περί γυναικείας σεξουαλικότητας παρµένη από περιοδικά «µόνο για άντρες» ή «µόνο για γυναίκες». Ο Μπερνάρ και ο Βιντάλ είχαν πάρει τα ποτήρια τους µε το κρασί στο λευκό, αναπαυτικό σαλόνι του κήπου – ένα από τα σαλόνια τού κήπου – και συζητούσαν χαµηλόφωνα. Ο Μπερνάρ έδειχνε ελαφρώς ανήσυχος, επειδή ήταν η δεύτερη φορά που άκουγε τον φίλο και συνεργάτη του να αναφέρεται στα γεγονότα του Καΐρου, που είχαν ως αποτέλεσµα την ανατροπή του Μουµπάρακ. Ήταν έντονη η ανησυχία του, επειδή ο Βιντάλ ήταν ο πρώτος που είχε διαγνώσει την αλλαγή φάσης στην Αίγυπτο. Αυτό τον όρο είχε χρησιµοποιήσει µιλώντας στον πρόεδρο της ∆ηµοκρατίας τη δεύτερη κιόλας µέρα των διαµαρτυριών στην πλατεία Ταχρίρ: «Αλλαγή φάσης, κύριε πρόεδρε». Γενικώς, ήταν ο πρώτος που εντόπιζε µια πρώτη αστάθεια σε κάθε µοντέλο ζωής, ατοµικής ή συλλογικής. «Όλα είναι συστήµατα που τα διέπει η ροή», έλεγε, «ο ανθρώπινος παράγο28
H KATAIΓI∆A EPXETAI, ΣYNEXIΣE NA TPEXEIΣ
ντας, το φυσικό περιβάλλον, τα σοκάκια µιας γειτονιάς». Μπορούσε να αποδείξει πώς και γιατί µια γειτονιά µπορούσε να γίνει εστία απρόβλεπτων εξελίξεων, µοναδικών στην ανθρώπινη ιστορία, αν επρόκειτο για ζωτική ανάγκη. Ο Μπερνάρ τον άκουγε πάντα σκεφτικός όταν του µιλούσε γι’ αυτή την πρώτη αστάθεια που εντόπιζε κάπου. Και να τώρα που ξαναµιλούσε για τα γεγονότα του Καΐρου, αυτή τη φορά αναφερόµενος στην Ελλάδα. Κάτι τον απασχολούσε, κάτι σχετικό µε την κοινωνική κατάσταση, αλλά δεν θα του έλεγε, ήξερε ότι δεν θα του έλεγε µέχρι να βεβαιωθεί απολύτως. Παρ’ όλα αυτά, έκανε ακόµη µια προσπάθεια. «Συµβαίνει κάτι, Αλµπέρ; Είπες ότι η κατάσταση στην Ελλάδα προσεγγίζει εκείνη ενός ανυπότακτου συµβάντος για το οποίο δεν µπορεί να γίνει καµία πρόβλεψη. Αν θέλεις, µου λες». «Άσ’ το, Φρανσουά, θα σου πω µόνος µου όταν το κρίνω αναγκαίο». «Εντάξει, Αλµπέρ, ξέρεις πόση εµπιστοσύνη σου έχω». «Ξέρω». Μεσολάβησε µια µικρή σιωπή, έπειτα ο Φρανσουά γέλασε. Στην πραγµατικότητα επιχειρούσε µια τελευταία απόπειρα να εκµαιεύσει δυο λέξεις από το στόµα του φίλου του. «Ξέρεις τι θυµήθηκα τώρα; Αυτό που έλεγες, πόσο δυσκολεύονται να προσαρµοστούν οι Έλληνες στα δεδοµένα του δυτικού πολιτισµού. Όταν κάπου κολλάνε, επικαλούνται την αδιάλειπτη συνέχεια του αρχαίου ελληνικού θαύµατος. Έλεγες ότι είναι ένας κόσµος που δεν µπορούµε να τον αλλάξουµε, θυµάσαι; Πιστεύεις ακόµα το ίδιο;» 29