ποδηλάτης φώσφορος
Γιάννης Γιαννακόπουλος
ποδηλάτης φώσφορος
ποιήματα
Γιάννης Γιαννακόπουλος Ποδηλάτης Φώσφορος Σχέδιο εξωφύλλου: Δήμητρα Βούζου Σελιδοποίηση: Κυριάκος Μεγαλόπουλος © 2017 Γιάννης Γιαννακόπουλος E-mail: thalassergatis@gmail.com ISBN 978-960-457-845-0 Κεντρική διάθεση: 25ης Μαρτίου 51, 564 29 Ν. Ευκαρπία, Θεσσαλονίκη, τηλ. 2310649251, 2310277113 www.malliaris.gr e-mail: info@malliaris.gr Απαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής του έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων 2121/1993 και 100/1975, χωρίς τη γραπτή άδεια του εκδότη.
στην Αγράμπελη
σκακιέρα ροή πραγμάτων, συνθηκών, θανάτων υγρή φαυλότητα πονηρών θεμάτων πολεμικές μηχανές ξεφαντώνουν ιαχές από νίκες που σε σκοτώνουν σύνορα με λέξεις κι ελευθερίες χτυπιούνται με μένος οι ουτοπίες μίσος αόμματο και πανικός οι παπάδες στρατός εχθρικός κουβέντες ξερές, εθνικισμός άσπροι και άλλοι, διαχωρισμός ύμνοι, σημαίες φανταχτερές σωροί οι τάφοι γεμάτοι τιμές κράτη, στρατοί επιβλητικοί φαντάροι, νούμερα, επιφυλακή δελτία ειδήσεων πανηγυρικά μάχες ατυχήματα και φονικά εικόνες όμορφες με μουσική διαφήμιση και πλύση εμετική νύμφες χορεύουν κι αερικά καταναλώστε όλο και πιο μαζικά δείτε και πάρτε οι προτροπές κούφια κενά και ψόφιες οπές μπάτσοι, κλούβες, ροπαλοφόροι χαφιέδες, προφήτες, κονδυλοφόροι
7
αρχηγοί, λατρείες, υποδοχές έχουν τρελάνει τις εποχές θρησκείες, ξίφη, φανατισμοί σωτήρες, μεσσίες, ραγιαδισμοί φρίκη, αίμα, εφημερίδες και κοπάδια οι κατσαρίδες χόρτο, βρώμη κι ό,τι καλό τροφές για όλων το μυαλό χαμένες αγάπες πριγκιπικές βοσκοπούλες μελαγχολικές σκυλιά αδέσποτα μέσα στους δρόμους έχουν ξεφύγει τους αγρονόμους άστρα, φλιτζάνια και χαρακιές όνειρα και μέλλον σε στεγνές αυλακιές οι αυθόρμητες σκέψεις πόρνες σωστές ακμάζουσα δύναμη οι βιαστές πύραυλοι, σχάσεις, βολιδοσκοπήσεις στόχο έχουν τις συνειδήσεις πάνε πια τ’ αφηρημένα όλα είναι σακατεμένα Γενάρης 92
8
καθρέφτης είμαστε άπνοοι κι αποθαρρυντικοί μπατιρημένοι κι απελπιστικοί μας έχει παραγράψει τούτη η ζωή ψάχνουμε να βρούμε κάποια ακοή πάντα στις γωνίες παρατηρητές μήπως και λουφάρουμε από τους κριτές δίπλα πεταμένοι άγγελοι του χτες όλες μας οι μέρες άθλιοι σκακιστές συνθήματα σπασμένα όνειρα νεκρά μάτια γυαλισμένα στέκουν σιωπηρά ταξίδια τελειωμένα σε βαθιά νερά σκουπίδια πεταμένα κοιτάζουν πονηρά θαλάσσιο τραγούδι υποτονικό γέλιο θλιμμένο και ειρωνικό αγάπες τυχαίες μέσα απ΄ το σωρό έφυγα μωρό μου άλλο δε μπορώ πέσαμε όλοι στην παγίδα κι έτσι ήρθε η καταιγίδα απομένει μια σφραγίδα για να γίνουμε μερίδα στη βιτρίνα του κόσμου πατάς έγινες τώρα μπελάς τις ιδέες που κουβαλάς έχεις μάθει να μην παρατάς
9
φρίκη με λάμψη ερωτική ατμόσφαιρα αποπνικτική οι αισθήσεις μας σε αποχή σε λάθος τέλος σε λάθος αρχή τοίχοι λευκοί σαν κελιά που κρύβουν κάποια μαχαιριά κι ενώ τα χείλη σου είναι μελιά ξεμένω πάλι σε φυρονεριά μόνος και πάλι μες στους ανθρώπους βαρέθηκα να σκέφτομαι τρόπους εiν΄ ευκολότερο ν΄ αλλάζεις τόπους μα θα παλέψω φόβους και κόπους Απρίλης 93
10
αδιέξοδα με θέα απέναντι χρυσό μονοπάτι απούσας ψυχής το παλάτι πνοές πεταμένες υγρές γυμνές αισθήσεις και ψυχρές ο ήλιος το βράδυ αυτοκτονεί κι η άλλη μέρα γεννάει τη σκέψη η καρδιά σου πάλι παρανομεί αλλά το φως, με τιμές θα σε στέψει το πρόσωπό σου είναι θολό σε καθρέφτες πολλαπλό χωμάτινο ερωτικά γλυκό εύθραυστο κι ουτοπικό μουσική, μυαλά λιωμένα χαμόγελα μισοντυμένα το φεγγάρι ψαρεύει στη χάση ψάχνει τρόπο να το σκάσει κλειδιά που ανοίγουν πληγές χαλασμένες οι πηγές οι διαδρομές τυφλές δίποδες σκυφτές φυλές σε έρημα δάση γυρνώ κι αφήνω πίσω σημάδια βγάζω φτερά κι αρχινώ βουτιές σε ανώνυμα χάδια
11
το βλέμμα τρελό ποντάρει στο μαύρο κι από τα κέρατα αρπάζει τον ταύρο ειδήμονες ψάχνουν με τρόπο στη μνήμη αθρόα μηνύματα σφυρίζουν σα σμήνη φόβος, κρύο, βουβή ταινία άρρωστες σχέσεις, ηθοποιία ανάγκες που ανάβουν κεριά φλόγες σε φουσκονεριά φεύγω, δε σε προσκαλώ σαν ανθρωπάκι ντροπαλό από συνήθεια πια αντιδρώ θ΄ αλλάξουν τα πράγματα θαρρώ σ΄ όλους τους χώρους εθελοντής κι άστεγος της νεροποντής το κουμπί του ονείρου πατάς έχεις ξεχάσει τι αγαπάς η νύχτα ακονίζει της φυγής τις αιχμές και τρέχω αλαφιασμένος γεμάτος ρωγμές πονάω κι ας έχεις λύσεις πορφυρές η δίψα σκοτώνει κι οι πηγές αρμυρές μαγικοί αριθμοί που χορεύουν μαστίγια οι ανάγκες, πιλατεύουν έρωτες σκοτεινοί που παλεύουν σφαίρες ντουμ ντουμ που λαθεύουν
12
το παιδί που κρύβουμε τρόπους ψάχνει ν΄ αδράξει τη μεγάλη χαρά της αγάπης η αγωνία φευγάτη με της θλίψης την άχνη ο θεός μας μικρός απ΄ τη μήτρα σακάτης γυναίκες καλημερίστε τον δημιουργό φροντίστε τις ζεστές φωλιές της στοργής υποδαυλίστε τις φωτιές της οργής βρίστε θαρρετά κάθε αρχηγό Ιούνης 93
13
ερωτικός διάλογος μια μέρα θα ξυπνήσεις μαζί μας και συ στο πιο κοντινό μετά μεθυσμένοι κολυμβητές λουσμένοι με κρασί και τα χέρια μας ζεστά κάποιος φωνάζει καλημέρα δεν έχει σημασία αν ακούστηκε μια άγνωστη λέξη τη βλέπω στον αέρα κράτα την κοντά σου και σπρώξε τη ζωή σου να τρέξει πού είμαστε άραγε και μοιάζουν οι πέτρες με άμμο στο πουθενά με πας ο παφλασμός των κυμάτων, μια θάλασσα κι η βάρκα μας πάνω τ’ όνειρό μου πατάς ξένη εποχή δεν πειράζει, πάρε μαζί σου τον σάκο σου άδειο μη κάνεις ευχή η απόφασή μας παράξενη, γέμισέ τον κουράγιο εμείς, ψυχές άγριες, γεμάτες δηλητήριο καλοσύνης μη μιλάς φοβάμαι μας έχουν στη μέση και μας πατάνε στους ρυθμούς της βιασύνης γι αυτό σκουντουφλάμε κρύψε μου τα μάτια μόνο για λίγο δώστα στους ανθρώπους, σαν ανώνυμη ομορφιά είν’ όλα σάπια το μόνο δώρο στην ελπίδα που δεν υπάρχει πια
14
το ξέρω δε μ’ αγαπάς το τραγούδι γυμνάζει τα χείλη σου να σκορπάνε τον πόνο όπου νά ΄ναι τα παρατάς το πρόσωπό σου αλαργινό, αφήνει τους φίλους και φεύγει μόνο ο αέρας αλλάζει τη διάταξη των αστεριών όμως ξεκινάμε πήρε ο χρόνος τον παλιό κόσμο των παιχνιδιών απλά τριγυρνάμε νεκρές κινήσεις ξυπόλυτοι με παπούτσια χοντρά και φτηνά ανώφελες λύσεις η σκέψη, τ’ άρωμά σου ροκανίζει ξανά τα παιδιά, κοίτα, έχουν πάψει να είναι αθώα άσε με να κοιμηθώ τα χουν δέσει σε πρόγραμμα σαν κατοικίδια ζώα με ρίχνεις στο βυθό κι ο ήλιος πού πήγε τον κλέβει ο πολιτισμός, λένε πως είναι καθαρός χρυσός μα τι κάνεις, φύγε είναι αργά, πέφτει κι η μέρα κι είμαι πια μισός προσπαθώ να μαντέψω τι σε κάνει σιωπηρή η ματιά σου χαμένη ο ψυχισμός σου ανάστατος κι η όψη αυστηρή απ’ το σκοτάδι δεμένη
15