I N T E R V I E W
EΘΝΕΓΕΡΣΙΑ Η δυσεκτίμητη σημασία των πνευματικών δυνάμεων Ο καθηγητής Θεοδόσης Τάσιος μιλάει στον Λάμπη Ταγματάρχη
Δ
ιακόσια χρόνια συμπληρώθηκαν φέτος από την Ελληνική Επανάσταση και η χώρα τιμά την επέτειο. Εκατοντάδες βιβλία, διαλέξεις, εκθέσεις, άρθρα, εκπομπές, διατριβές, αναλύσεις, λευκώματα και η χρονιά αφιερωμένη στη μεγάλη μας επέτειο. Πιστεύοντας πως, στο πλαίσιο των καταθέσεων για το θέμα, η άποψη του καθηγητή του ΕΜΠ Θεοδόση Τάσιου έχει τη δική της βαρύτητα, σας την παραθέτουμε.
διέγραφαν την αποτυχία της Επανάστασης. Όσο λοιπόν κι αν άλλαξαν κάπως αυτά τα δεδομένα (αργότερα πάντως από την κήρυξη της Επανάστασης), πάλι το τελικό ευνοϊκό αποτέλεσμα εκπλήσσει και μπορεί να αιτιολογηθεί μόνο με τον ενεργητικό ρόλο αφανών δυνάμεων («πνευματικές» τις είπαμε), που άλλαξαν «τον ρουν της Ιστορίας» κατά το δη λεγόμενον. Αυτές οι δυνάμεις θα μπορούσαν (υποθετικώς κατ’ αρχάς) να ανήκουν σε κάποιον από τις πιο κάτω κατηγορίες: πρώτον στην ένταση της εθνικής συνείδησης, δεύτερον στη σημασιολόγηση της ελευθερίας και τέλος στη γνωσιακή ωριμότητα – οργανωτικότητα. Εκτός από αυτές, υπάρχουν κι άλλες προϋποθέσεις ή αιτιολογήσεις για την Επανάσταση; Ναι, η απελπισία. Ένας λαός που δεν έχει να χάσει τίποτε εξανίσταται, παραβλέποντας όλα τα αρνητικά δεδομένα. Λίγες όμως από τις κοινωνικές ομάδες Ελλήνων που επαναστάτησαν βρίσκονταν σε απελπιστική κατάσταση διαβίωσης: όλοι υπέφεραν, αλλά ούτε οι έμποροι, ούτε οι ναυτικοί, ούτε οι λόγιοι βρίσκονταν σε απελπιστικό βιοτικό επίπεδο – και όμως, ανάμεσα σ’ αυτούς φούντωσε το κίνημα.
Με τον κοινό περί λογικής ορισμό, πόση «λογική» εμπεριείχε η Eπανάσταση του ’21; Πιστεύεται πως τα «λογικά» δεδομένα μιας κατάστασης σε μια κοινωνική ομάδα προδιαγράφουν ορισμένες (θετικές ή αρνητικές) εξελίξεις. Όμως συμβαίνει κάμποσες φορές το αντίθετο: Όχι από απροσδόκητη μεταβολή αυτών των δεδομένων, αλλά εξαιτίας δυσδιάκριτων «άυλων» χαρακτηριστικών της υπ’ όψιν κοινωνικής ομάδας, όπως η γνωσιακή και ψυχολογική ωριμότητα, η σημασιολόγηση της ελευθερίας, ο βαθμός της κοινωνικής συνοχής και η νοηματοδότηση του μέλλοντος.
Θέλετε να αναφερθούμε ειδικότερα στον ρόλο που έπαιξε αυτό που αποκαλούμε εθνική συνείδηση; Δεν έχει νόημα εν προκειμένω να αναφερθούμε στο παλαιότερο παγανιστικό νόημα που δινόταν στον όρο «Έλληνες». Διότι ήδη από τις αρχές περίπου της δεύτερης χιλιετίας, οι αυτοκράτορες της Νίκαιας (ιδίως δε ο Πλήθων) χρησιμοποιούσαν το επίθετο «Έλλην» περίπου με τη σημερινή σημασία. Ωστόσο, οι μακρόχρονες ξένες κατακτήσεις (Σέρβοι, Φράγκοι, Καταλανοί, Ενετοί) και η πλημμυρίδα των Οθωμανών δεν λειτούργησαν θετικά για τη διατήρηση αυτής της εθνικής διάκρισης.
Για τις ανάγκες της συζήτησης, πώς θα τα ονομάζαμε όλα αυτά; Χωρίς απαίτηση απόλυτης κυριολεξίας, ας τα ονομάσουμε «πνευματικά» χαρακτηριστικά. Θα θέλατε να αναφερθείτε σε μερικά γενικότερα παραδείγματα; Ας αναφέρω την περίοδο πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες των Αθηνών, όπου φάνηκε να δείξαμε μια απρόσμενη κοινωνική υπευθυνότητα – φαινόμενο το οποίο δεν φαίνεται να έχει συμβεί κατά την ομόθυμη και συνεχή διόγκωση του δημόσιου χρέους επί 30 χρόνια… Κι αν μείνουμε κι άλλο στις συμπεριφορές σε κλίμακα εθνική, μπορούμε να αναφερθούμε και σε δύο ακόμη μεγάλα παραδείγματα: στην τραγωδία του 1897 (λόγω ομαδικής θερμοκεφαλίας), αλλά και στο θαύμα του 1940 (λόγω της παλλαϊκής αγωνιστικής έμπνευσης υπέρ βωμών και εστιών).
Και ο ρόλος της Εκκλησίας; Ο καταρχήν θετικός ρόλος της Εκκλησίας δεν μπορούσε παρά ταύτα να κάνει πολύ σαφή τη διάκριση Ελλήνων και άλλων ομόδοξων Βαλκανίων. Εντελώς διαφορετικός όμως θα είναι ο ρόλος των «μπαρουτοκαλόγερων» αφενός, αλλά και η κατά ένα ποσοστό απελευθερωτική μορφωτική πρωτοβουλία λογίων ιερωμένων. Πόσο νομίζετε ότι η διατήρηση της γλώσσας συντέλεσε στη συντήρηση της εθνικής συνείδησης; Η έμμονη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας στο στόμα του λαού ήταν ένα ισχυρό στοιχείο διαφοροποίησης – φαινόμενο στο οποίο συνεργούσαν η Εκκλησία και η παράδοση των λογίων. Ίσως δε και ο αναγκαστικός ξενιτεμός σημαντικών ποσοστών του πενομένου λαού (εμπόρων, τεχνιτών, ναυτιλλομένων). Η γλώσσα σε βοηθά να δυναμώνεις τη συνοχή της ομάδας ανάμεσα στους αλλοφύλους.
Πόσο λοιπόν και με ποιον τρόπο αυτοί οι οιονεί άυλοι παράγοντες έπαιξαν ρόλο στα περί την Επανάσταση; Το ερώτημα είναι μάλλον ρητορικό± αφού και το συντριπτικά μεγαλύτερο μέγεθος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά και οι διεθνείς συγκυρίες, ήσαν τα «λογικά» δεδομένα που προ78