®
γαστρονομία < αρχαία ελληνική, γαστήρ + νέμω η τέχνη της μαγειρικής ενός πλούσιου και απολαυστικού γεύματος
συμπόσιο < αρχαία ελληνική, συμπόσιον < σύν + πόσις • (στην αρχαιότητα) συνάντηση σε κάποιο σπίτι που περιλάμβανε συχνά, εκτός από το φαγητό και την οινοποσία, ψυχαγωγικά θεάματα και συζήτηση για κάποιο φιλοσοφικό θέμα • επιστημονική συνάντηση ειδικών, συνέδριο