Αίθριο + Κατοικία / Atrium + Housing

Page 1



ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΞΑΝΘΗΣ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ

ΑΙΘΡΙΟ + ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ - ΔΙΑΛΕΞΗ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2013 ΜΑΝΩΛΗΣ ΒΕΝΙΕΡΑΚΗΣ

ΕΠΙΒΛΕΠΟΝΤΕΣ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ: ΚΟΚΚΟΡΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΒΕΝΤΣΙΔΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ


ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ, ΤΟΥΣ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ, ΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΜΟΥ ΚΑΙ ΟΛΟΥΣ ΟΣΟΥΣ ΒΟΗΘΗΣΑΝ ΜΕ ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ, ΙΔΕΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

0. ΠΡΟΛΟΓΟΣ

7

1. ΒΑΣΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΘΡΙΟΥ

13

2. ΙΔΙΩΤΙΚΟ - ΑΤΟΜΙΚΟ - ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ

29

3. ΑΠΟΜΟΝΩΜΕΝΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ / ΑΜΥΝΑ & ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

59

4. ΔΗΜΟΣΙΟ - ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ - ΑΝΗΚΕΙΝ

89

5. ΕΠΙΛΟΓΟΣ

141

6. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

146



ΠΡΟΛΟΓΟΣ

0

Το αίθριο αποτελεί μια κτηριακή τυπολογία που εντοπίζεται σε κτίσματα από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα. Χαρακτηριστικό του είναι η περιμετρική οργάνωση του κτιστού όγκου και η δημιουργία κενού στο εσωτερικό. Καθ’ όλη την εξέλιξη στην ιστορία της αρχιτεκτονικής συναντάται σε διαφορετικές εποχές και σε ποικίλα είδη κτηρίων. Από δημόσια κτήρια διοίκησης, εκπαίδευσης, πολιτιστικού και θρησκευτικού χαρακτήρα μέχρι ατομικές κατοικίες και συλλογικά οικιστικά συγκροτήματα. Χρησιμοποιείται από την αρχαία ελληνική εποχή μέχρι το Βυζάντιο, την Τουρκοκρατία, τη νεοκλασική αρχιτεκτονική, το μοντέρνο κίνημα και τη σύγχρονη αρχιτεκτονική. Όμως η κατοικία έχει μια μεγάλη ιδιαιτερότητα ανάμεσα στα κτίσματα. Μπορεί να υστερεί μπροστά στη λαμπρότητα των μνημείων και να μην επιτυγχάνει να διατηρηθεί ανά τους αιώνες, υλοποιείται όμως για να στεγάσει τον ίδιο τον άνθρωπο και τις καθημερινές του ανάγκες. Να περιγράψει τον χώρο αυτό, όπου περνάει ο άνθρωπος από τα παιδικά χρόνια ως το θάνατό του, τα δωμάτια που στην πραγματικότητα συγκροτούν το πρωταρχικό θέατρο, όπου εκδηλώνεται η ευαισθησία μας απ’ τη στιγμή που ανοίγουμε τα μάτια μας στη ζωή.1 «Γιατί το αρχιτεκτονικό έργο είναι ένας ζωντανός οργανισμός, ζωντανός όσο ο άνθρωπος, που το συντρέχει με την εφήμερη ύπαρξη του. Και ακόμη γιατί το έργο το αρχιτεκτονικό είναι προέκταση σώματος και ψυχής (ανθρώπινου σώματος και ανθρώπινης ψυχής), γι’ αυτό και κατασκευάζεται για την εφημερότητα της εποχής του».2 Έτσι λοιπόν ενυπάρχει ένα πρόσθετο ενδιαφέρον στην κατοικία, καθώς αναφέρεται στον τρόπο που επιλέγουν οι άνθρωποι να δημιουργήσουν τα σπίτια τους και κατ’ επέκταση στον τρόπο που επιλέγουν να ζήσουν. Το 1 Le Corbusier. Συζήτηση με τους φοιτητές της αρχιτεκτονικής [1943], Παπαζήσης, Αθήνα, 1971 2 Κωνσταντινίδης Άρης, Τα Παλιά Αθηναϊκά Σπίτια, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, (1950) 2010, σελ. 18

7


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

0

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

σπίτι είναι αυτό, που χαρακτηρίζει καλύτερα τις συνήθειες, τα έθιμα και τα γούστα ενός λαού.3 Η ιδιαίτερη έμφαση που δίνεται λοιπόν στην κατοικία έγκειται στο γεγονός ότι δείχνει ξεκάθαρα τη σύνδεση ανάμεσα στη μορφή και τον τρόπο ζωής. Καθώς η πόλη είναι έντονα χαρακτηρισμένη από την κατοικία, οι κτηριακοί της τύποι, η τυπολογία που τους χαρακτηρίζει, είναι στενά συνδεδεμένη με τη μορφή της πόλης. «Το να κατανοήσουμε την πόλη μ’ ένα συγκεκριμένο τρόπο, σημαίνει να κατανοήσουμε την ατομικότητα των κατοίκων. Το να κατανοήσουμε μια πόλη, σημαίνει να ξαναβρούμε, πέρα από τα μνημεία, πέρα από την ιστορία της που είναι γραμμένη στις πέτρες, τον ιδιαίτερο τρόπο ύπαρξης των κατοίκων της».4 Συνειδητοποιεί άρα κανείς ότι η σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον είναι αμφίδρομη, από το φυσικό και τον τεχνητό χώρο μέχρι την κατοικία και το σύνολο της πόλης, υφίστανται δυνάμεις που επηρεάζουν τον άνθρωπο και αντίστοιχα επηρεάζει κι εκείνος με τη σειρά του. Όπως είχε παρατηρήσει ο Winston Churchill «διαμορφώνουμε τα κτήρια μας, και αυτά στη συνέχεια διαμορφώνουν εμάς».5

3 Rossi Aldo, Η αρχιτεκτονική της πόλης, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1991, σελ. 88 4 Claude Levi-Strauss, Tristes Tropiques, Libraire Plon, Paris, 1995 στο Aldo Rossi, Η αρχιτεκτονική της πόλης, σελ. 301 5 Churchill Winston, Ομιλία στο House of Commons, 28-10-1943

8


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Αντικείμενο Η ερευνητική εργασία έχει ως αντικείμενο τη διερεύνηση των σχέσεων στην αιθριακή κατοικία. Ως τυπολογία, το αίθριο έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως στη διαμόρφωση της κατοικίας από ατομικές μονάδες μέχρι πολυπληθή συγκροτήματα. Η εφαρμογή του στο χώρο της κατοικίας διαμορφώνει συγκεκριμένες κοινωνικές σχέσεις, ανάλογα με το χρήστη, την κλίμακα και τον τόπο.

Αφορμή Κατά την πορεία των σπουδών στην Αρχιτεκτονική Σχολή μελετώνται ποικίλα θέματα, που αφορούν την κατοικία. Ιδιαίτερα στις συλλογικές της μορφές, όπως φοιτητικές εστίες, πολυκατοικία και εκτεταμένο συγκρότημα κατοικιών εφάρμοσα τον συγκεκριμένο τύπο. Τα φοιτητικά αυτά θέματα μαζί με επισκέψεις σε κτήρια αιθριακής διάταξης, τόσο δημόσια όσο και ιδιωτικά, αποτέλεσαν την αφορμή για την επιλογή του συγκεκριμένου θέματος. Οι σκέψεις σχετικά με τη συλλογικότητα της κατοικίας, το συσχετισμό δομημένου και αδόμητου χώρου μαζί με τη διαχρονικότητα του αιθρίου, αποτέλεσαν τον κύριο προβληματισμό της έρευνας.

Στόχος Η εργασία αυτή δεν σκοπεύει να παρουσιάσει μια ιστορική εξέλιξη του αιθρίου στην κατοικία, ούτε να οργανώσει τα διάφορα παραδείγματα βάση κλίμακας, αλλά επιχειρεί να εντοπίσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής της διάταξης, και ιδίως τη φυσιογνωμία του αιθρίου, που το καθιστούν διαχρονικό καθ’ όλη τη διάρκεια εξέλιξης της κατοικίας. Ουσιαστικά η συγκεκριμένη διάλεξη δεν αναζητά μία μορφολογική ή τυπολογική διερεύνηση του αιθρίου ανά τους αιώνες, αλλά ερευνά τι είδους κατοίκηση υπονοεί η εκάστοτε εφαρμογή του τύπου. Τους λόγους δηλαδή που οδήγησαν στην επιλογή του και τις συνέπειες που είχε η ενσωμάτωσή του 9


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

0

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

στην καθημερινότητα τόσο των κατοίκων του, όσο και μέσα στην πόλη γενικότερα.

Μεθοδολογία Η έρευνα διαρθρώνεται σε τέσσερα κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο αναλύονται οι βασικές αρχές του αιθρίου από τη λειτουργικότητά του μέχρι τις έννοιες που εμπεριέχονται στο κλειστό αυτό περιβάλλον. Κύριο θέμα είναι ο συμβολισμός της συγκεκριμένης διάταξης που περιλαμβάνεται στο σαφές όριο και σχήμα του αιθρίου. Το δεύτερο κεφάλαιο αφορά την ιδιωτική κατοικία, ως αυτόνομη μονάδα, εντός της οποίας αναπτύσσεται η ανάγκη για απομόνωση, εσωστρέφεια και ηρεμία. Στη συνέχεια, το τρίτο κεφάλαιο μελετά απομονωμένα συλλογικά συγκροτήματα, οργανωμένα ως κλειστές φρουριακές ενότητες. Η τοποθεσία και η διάταξη τους στοχεύουν στην προστασία και την ασφάλεια του εσωτερικού. Το αντικείμενο του τέταρτου κεφαλαίου είναι η συλλογικότητα ως έννοια ανεπτυγμένη στις μαζικές μορφές κατοίκησης. Το αίσθημα της ενότητας και της επικοινωνίας μεταξύ των κατοίκων, όπως και η μετάβαση και σύνδεση με την πόλη αναλύονται διεξοδικά. Τέλος ακολουθούν τα συμπεράσματα της έρευνας.

10


ABSTRACT

The research study aims at exploring the relationships in residences with a patio. As a typology, the patio has been widely used in the formation of housing both as individual units and as organized groups. Its implementation into the residential area creates particular social relations according to the user, the scale and the place. This paper does not intend to present the historical development of the atrium in housing nor to organize the various types thereof according to scale, but identifies the particular characteristics of this shape with a focus on the physiognomy of the atrium, that makes it timeless throughout the course of housing evolution. Essentially, this lecture is not about a morphological or typological investigation of the atrium over the centuries, but an exploration of the type of habitation the atrium implies. In other words, it is an exploration of the reasons and the consequences from the use of atriums both in the inhabitants’ everyday life and in the city life in general. The research is organized in four main chapters. The first analyzes the basic principles for atriums ranging from functionality to the fundamentals contained in this closed environment. Main topic is the symbolism of the specific formation contained in the clear boundary and shape of the atrium. The second chapter covers the private residence, as an autonomous unit, within which grows the need for isolation, introspection and tranquility. Further, the third chapter considers isolated complexes collectively organized as closed fortress sections. Their location and layout aim at protecting and securing the interior. The fourth chapter discusses collectivity as a concept developed in massive forms of habitation. The feeling of unity and communication among residents as well as the transition and connection to the city are thoroughly analyzed. Lastly, the conclusions of the research follow. 11



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΒΑΣΙΚΟΊ ΠΑΡΆΓΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΘΡΊΟΥ

1

Α. Λειτουργία Εξετάζοντας κανείς την ετυμολογία του όρου αίθριο θα συναντήσει το αρχαίο ρήμα αἴθω, δηλαδή καίω, το οποίο προσέδωσε στη λέξη αίθριος την έννοια λαμπερός, φωτεινός και συνεπώς ανέφελος και ξάστερος.6 Η ίδια η λέξη αίθριο λοιπόν σχετίζεται με τον ανοιχτό, αστέγαστο χώρο, όπου κανείς μπορεί να συνειδητοποιήσει τις καιρικές συνθήκες. Το φως από την ήλιο και ο φυσικός αέρας δίνουν στο χώρο αυτόν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Έτσι ο χώρος της κατοικίας έρχεται να επωφεληθεί από τη λειτουργικότητα του αιθρίου. Διασπώντας την κτιστή μάζα και επιμερίζοντάς την σε τμήματα, επιτρέπει την κυκλοφορία του αέρα και την εισχώρηση του φωτός μέχρι το εσωτερικό του κατοικήσιμου χώρου. Από την κλίμακα της ατομικής κατοικίας μέχρι ένα περιμετρικό πολυώροφο συγκρότημα κατοικιών, το αίθριο δίνει τη δυνατότητα διαμπερότητας και ικανοποίησης των αναγκών ηλιασμού και αερισμού. Επιπλέον, το αίθριο σχετίζεται άμεσα με την έννοια της σύνδεσης υπαίθριου και στεγασμένου χώρου, καθώς συχνά περιλαμβάνει ημιυπαίθριους χώρους, στοές και πρόστεγα, που υλοποιούν τη μετάβαση αυτή. Ταυτόχρονα το αίθριο λειτουργεί ως ενσωμάτωση της φύσης μέσα στο κτισμένο περιβάλλον. Η δυνατότητα να συμπεριληφθούν βλάστηση και υγρό στοιχείο κοντά στον κατοικημένο χώρο, αυξάνει τη βιοκλιματική λειτουργία του αιθρίου και επιδρά θετικά στο μικροκλίμα της περιοχής. Τέλος το αίθριο προσφέρει την ευκαιρία ηχητικής προστασίας από τον πολύβουο δημόσιο χώρο, καθώς αποτελεί ένα κλειστό και απομονωμένο περιβάλλον. (1)

1. Luis Barragán – Cuadra San Cristóbal y Fuente de los Amantes, Mexico City, 1965-68

6 Μπαμπινιώτης Γεώργιος, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Κέντρο Λεξικολογίας, 1998, Αθήνα, σελ. 87

13


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

1

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

Συνολικά, μέσω του υπαίθριου χώρου σε συσχετισμό με την κατοικία ο άνθρωπος έχει την ευκαιρία να παρακολουθεί την εξέλιξη της ζωής. Από τις καιρικές αλλαγές κατά τη διάρκεια των εποχών, τις αλλαγές στη φύση με την ανάπτυξη των φυτών, αλλά και την πάροδο του χρόνου μέσα στη μέρα με τις εναλλαγές φωτός σκιάς. Θα ήταν λάθος όμως να συνδέσει κανείς το αίθριο με συγκεκριμένες κλιματικές συνθήκες, όπως πχ. τις μεσογειακές. Το γεωγραφικό εύρος των παραδειγμάτων του αιθρίου που θα παρουσιαστεί στη συνέχεια αποδεικνύει πως δεν υπάρχει άμεσος κλιματικός ντετερμινισμός. Όπως υποστηρίζει ο Amos Rapoport, καθώς η κατοικία αποτελεί προστασία του ανθρώπου από τις καιρικές συνθήκες, οι επιταγές του κλίματος καθορίζουν τη μορφή. Το κλίμα δεν είναι όμως η μόνη μεταβλητή, καθώς άλλοι παράγοντες την επηρεάζουν επίσης: θρησκευτικές απαγορεύσεις, ταμπού, γόητρο, κοινωνική θέση, κοινωνικοπολιτισμικές αντιλήψεις. «Η βασική μου υπόθεση είναι πως η μορφή του σπιτιού δεν είναι απλώς και μόνο αποτέλεσμα υλικών δυνάμεων ή μιας οποιασδήποτε αιτίας, αλλά η απόρροια μιας ολόκληρης σειράς κοινωνικοπολιτισμικών παραγόντων με την ευρύτερη έννοια του όρου. Η μορφή τροποποιείται με τις σειρά της από τις κλιματικές συνθήκες (το φυσικό περιβάλλον που καθιστά μερικά πράγματα αδύνατα, ενώ ενθαρρύνει άλλα) και από τις μεθόδους κατασκευής, τα διαθέσιμα υλικά και την τεχνολογία (τα εργαλεία για την επίτευξη του επιθυμητού περιβάλλοντος). Θα αποκαλέσω τις κοινωνικοπολιτισμικές δυνάμεις πρωταρχικές και τις υπόλοιπες δευτερεύουσες ή τροποποιητικές. O όρος τρόπος ζωής (genre de vie) που χρησιμοποιεί ο Max Sorre περιλαμβάνει όλες τις πολιτισμικές, πνευματικές, υλικές και κοινωνικές πτυχές που επηρεάζουν τη μορφή. Μπορούμε να πούμε πως οι κατοικίες και οι οικισμοί είναι η υλική έκφραση του τρόπου ζωής, και σε αυτό ακριβώς συνίσταται η συμβολική τους φύση. Η κοινωνικοπολιτισμική συνιστώσα του τρόπου ζωής είναι το άθροισμα των εννοιών του πολιτισμού, των ηθών, της κοσμοαντίληψης και του εθνικού χαρακτήρα.»7 Έτσι λοιπόν πρέπει να γίνει ξεκάθαρο πως το φυσικό περιβάλλον παρέχει μόνο δυνατότητες και όχι επιταγές, και ότι ο άνθρωπος -όχι η τοποθεσία ή το κλίμα- είναι αυτός που αποφασίζει για την μορφή των κτηρίων του. Έτσι όσο σημαντικός και πρωτεύων παράγοντας είναι ο υπαίθριος χώρος για την διαμόρφωση του αιθρίου, παράλληλα η διάταξη αυτή ικανοποιεί και μια σειρά εσωτερικών αναγκών της κατοίκησης του ανθρώπου. Λαμβάνοντας λοιπόν ως δεδομένα τα λειτουργικά οφέλη του αιθρίου είναι σκόπιμο να αναλυθούν οι έννοιες που προκύπτουν και συνδέονται 7 Rapoport Amos - Δημήτρης Φιλιππίδης, Ανώνυμη αρχιτεκτονική και πολιτιστικοί παράγοντες, Μέλισσα, 2010, σελ. 71-2

14


ΒΑ Σ Ι Κ ΟΙ

Π Α ΡΑ ΓΟ ΝΤ Ε Σ

ΤΟ Υ

Α Ι Θ ΡΙ Ο Υ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

1

άμεσα με το αίθριο και την περιμετρική οργάνωση της κατοικίας. Ιδέες που σχετίζονται με τη νοητική αντίληψη του ορίου της κατοικίας, αλλά και την ψυχολογική ερμηνεία του.

Β. Περίκλειση 1. Όριο Αν προσπαθήσει κανείς να αναλύσει τις απαρχές του αιθρίου, αλλά και κάθε περιμετρικής ή κυκλοτερούς διάταξης, το πιο πιθανό είναι να ξεκινήσει από την κυκλοτερή υπαίθρια επιφάνεια, που ο πρωτόγονος άνθρωπος χάραξε στη γη για να μπορεί να συναλλάσσεται, να συνδιαλέγεται με τους συνανθρώπους του, όταν για πρώτη φορά ένιωσε την ανάγκη της ομαδικής κοινωνικής συμβίωσης.8 (2) Η ομάδα των ανθρώπων γύρω από τη φωτιά, που μαζεύεται για λόγους επιβίωσης, αλλά και καθαρά κοινωνικούς παρουσιάζει την ανάγκη του ανθρώπου για συλλογικότητα.

2. Χαρισιάδης Δημήτρης, Γιορτή Αγίων Αναργύρων, Κοσμάς Κυνουρίας, Ιούλιος 1952

Ο χώρος αυτός ήταν προϊόν νοητικής διεργασίας -αρχικά απλής και αργότερα σύνθετης- και οπωσδήποτε τελείως διαφορετικής από τις διεργασίες που διαμορφώνουν και σχηματοποιούν το χώρο. Έτσι οι κανόνες της ανθρώπινης σκέψης του απέδωσαν σταδιακά σαφώς ορισμένο στη μορφή του και κωδικοποιημένο γεωμετρικό σχήμα, που αποτέλεσε σύμβολο-σήμα της προσπάθειας του ανθρώπου για κοινωνική οργάνωση του δικού του μικρόκοσμου μέσα στο αφιλόξενο φυσικό περιβάλλον.9 Έτσι, εκτός από την περιμετρική διάταξη των ανθρώπων ή των πρώτων κατοικιών τους, ο άνθρωπος έχει την ανάγκη να ορίσει τον προσωπικό του χώρο. Να οριοθετήσει το άμεσο περιβάλλον του, κτιστό και υπαίθριο, να περι-γράψει τα όρια του κατοικημένου χώρου του και να εκφράσει το αίσθημα της εδαφοκυριαρχίας. «Η όλη έννοια του ιδιωτικού σπιτιού και του φράχτη, μπορεί να είναι μια έκφραση της ανάγκης εδαφοκυριαρχίας, που φαίνεται να είναι μια θεμελιακή έννοια, παρόλο που μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Η φύση των συμβόλων της εδαφοκυριαρχίας σε σχέση με τα προβλήματα του υπερπληθυσμού, συνωστισμού κ.ά. είναι ένα θέμα πολύ σημαντικό. 8 Μπίρης Τάσος, Ο κεντρικός κοινωνικός πυρήνας στο σύγχρονο δημόσιο κτήριο. Αναφορά στις αρχέτυπες διατάξεις για το δημόσιο χώρο, Αρχιτεκτονικά Θέματα 24/1990, σελ. 26-27 9 ibid

15


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

1

2

3

16

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ


ΒΑ Σ Ι Κ ΟΙ

Π Α ΡΑ ΓΟ ΝΤ Ε Σ

ΤΟ Υ

Α Ι Θ ΡΙ Ο Υ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

1

Πάρτε ως παράδειγμα το φράχτη: ο μπροστινός φράχτης στα σπίτια Αυστραλίας και Αγγλίας δεν προσφέρει καμία ουσιαστική οπτική ή ακουστική απομόνωση, αλλά συμβολίζει ένα σύνορο και ένα εμπόδιο. Ένας βρετανός κατασκευαστής περιφράξεων είπε κάποτε ότι «είναι στη φύση του ανθρώπου να τοποθετεί τους πασσάλους του στη γη, φράζοντας το μικρό μερίδιο γης που του αναλογεί. Άσχετα με το πόσο μικρό είναι, θέλει το σύνορο του να είναι ευδιάκριτο. Πίσω απ’ αυτό νοιώθει ασφαλής και ευτυχισμένος. Αυτό είναι το νόημα του φράχτη.»10 Μέσω του παραλληλισμού με το φράχτη συνειδητοποιεί κανείς ότι πραγματοποιείται μία ταύτιση του ορίου με την ιδιωτικότητα (3). Επιδιώκεται λοιπόν από τον κάτοικο η δημιουργία ενός συνόρου με τη δημόσια σφαίρα ζωής για να μπορέσει να επιτευχθεί η απομόνωση. Το αρχαίο ελληνικό σπίτι ή το παλιό αθηναϊκό σπίτι της Τουρκοκρατίας αποτελούν κύρια έκφραση της εσωστρέφειας της κατοικίας, καθώς οργανώνονται γύρω από τον υπαίθριο χώρο της αυλής, μέσα στο όρια ψηλών μαντρότοιχων. Αυτός ακριβώς ο τοίχος αποτελεί το κατ’ εξοχήν όριο μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου χώρου, που σκοπός του είναι να προσανατολίσει την κατοικία προς τα έσω. «Η αρχιτεκτονική, όπως την ξέρουμε, συνδυάζει δύο στόχους που δεν είναι εύκολο να συμβιβαστούν. Από τη μία οφείλει να δημιουργήσει ένα καταφύγιο που να προστατεύει τους ενοίκους του από τις ανεπιθύμητες εξωτερικές δυνάμεις και να τους προσφέρει ένα ευχάριστο εσωτερικό περιβάλλον. Από την άλλη, πρέπει να δημιουργήσει ένα εξωτερικό ταιριαστό από φυσική άποψη με τις λειτουργίες του και εντυπωσιακό, ανοιχτό ή αποτρεπτικό, κατατοπιστικό κλπ από οπτική άποψη. Αντιληπτικά και πρακτικά, οι κόσμοι του εξωτερικού και του εσωτερικού αλληλοαποκλείονται. Δεν μπορεί να είναι κανείς και στους δύο ταυτόχρονα. Κι όμως συνορεύουν άμεσα μεταξύ τους. Χρειάζεται να περάσει κανείς μια πολύ λεπτή πόρτα, για να αφήσει τον ένα κόσμο και να μπει στον άλλο. Η μεγάλη πρόκληση για τον αρχιτέκτονα λοιπόν προέρχεται από την παράδοξη αντίφαση μεταξύ (1) του αλληλοαποκλεισμού των αυτόνομων, αυτοτελών, εσωτερικών χώρων και του εξίσου ολοκληρωμένου εξωτερικού κόσμου και (2) της απαραίτητης συνοχής των δύο, ως μερών του αδιαίρετου ανθρώπινου περιβάλλοντος. Αυτό δικαιολογεί τη δήλωση του Wolfang Zucker ότι η όρθωση ενός ορίου που διαχωρίζει το εσωτερικό από το εξωτερικό είναι η αρχέγονη αρχιτεκτονική πράξη.»11 Διαχωρίζοντας την κατοικία από το δημόσιο περιβάλλον, δημιουργείται έτσι ένας κλειστός αυτάρκης οργανισμός. Ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει μέσα του με όλες τις ποικιλίες υπαίθριου και στεγασμένου χώρου, καλύπτοντας τις βιολογικές κα ψυχολογικές του ανάγκες, όπως αυτές της ηρεμίας και της γαλήνης.

3. Δημήτρης Παπαϊωάννου Πουθενά, 2009

10 Rapoport Amos - Δημήτρης Φιλιππίδης, Ανώνυμη Αρχιτεκτονική και πολιτιστικοί παράγοντες, Μέλισσα, 2010, σελ. 188-9 11 Arnheim Rudolf, Η δυναμική της αρχιτεκτονικής μορφής, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2003, σελ. 134-5

17


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

1

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

4

18


ΒΑ Σ Ι Κ ΟΙ

Π Α ΡΑ ΓΟ ΝΤ Ε Σ

ΤΟ Υ

Α Ι Θ ΡΙ Ο Υ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

1

Θα μπορούσαμε κανείς να παραλληλίσει την αρχετυπική διάταξη του αιθρίου με το σχήμα του τετραγώνου. Στο βιβλίο του Σημείο Γραμμή Επίπεδο ο ζωγράφος Wassily Kandinsky διατυπώνει τις σκέψεις του σχετικά με το τετράγωνο και τους συμβολισμούς του: «Είναι ουδέτερο εφ’ όσον μετέχει στο γενικό επίπεδο, διαθέτει όμως επίσης, μια δική του αντήχηση που οφείλεται στις γραμμές που το οριοθετούν: δύο κάθετες και δύο οριζόντιες. Η αντήχηση του είναι λοιπόν η ισορροπία, ο συνδυασμός της θερμής ηρεμίας των κάθετων και της ψυχρής ηρεμίας των οριζοντίων, απ’ όπου αναδύεται μια εντύπωση αντικειμενικότητας και γαλήνης.»12 Σε μία απότομη αύξηση της κλίμακας θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς την ίδια αυτή οριοθέτηση μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου χώρου να λειτουργεί και στην κλίμακα της πόλης. Ο ιπποδάμειος σχεδιασμός αυστηρά βασισμένος στη γεωμετρία ορίζει το οικοδομικό τετράγωνο. Βασικό κύτταρο της σύγχρονης πόλης οργανώνει τη ζωή εντός αυτής από την σύγχρονη ελληνική πόλη της πολυκατοικίας, τα μεγάλα αστικά τετράγωνα του Βερολίνου μέχρι το Plan Cerdà της Βαρκελώνης.

2. Σχήμα - Σύμβολο Ο παραλληλισμός της κατοικίας ως ένα κλειστό σύνολο με το σχήμα του τετραγώνου, όπου στη θέση του αιθρίου βρίσκεται το εσωτερικό κενό του σχήματος, βοηθάει να γίνουν αντιληπτές οι ομοιότητες τους και να εξεταστεί το θέμα σε ένα ευρύτερο θεωρητικό πλαίσιο. Το σχήμα όμως δεν συναντάται στη φύση. Το σχήμα είναι κάτι που το χρειάζεται ο ανθρώπινος εγκέφαλος για να αντιληφθεί. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την αντίληψη, γιατί προφανώς δεν είναι κάτι το απτό, αλλά συνοψίζει πληροφορίες που διαβιβάζονται από το αντιληπτικό μας μέσο, δηλαδή την όραση.

4. Robert Mapplethorpe, Thomas, 1987

Η αντίληψη του σχήματος συνεπώς, μας φέρνει στη θέση να πούμε ότι το σχήμα, παρόλο που δεν έχει δική του υπόσταση, είναι απεικόνιση μιας ιδέας ή ενός αντικειμένου. Το σχήμα μας πληροφορεί σχετικά με τη φύση των πραγμάτων, μέσω της εξωτερικής τους εμφάνισης. Δεν γίνεται απλώς αντιληπτό ως η μορφή ενός συγκεκριμένου πράγματος, αλλά ως κάτι που αντιστοιχεί σε ένα σύνολο όμοιων πραγμάτων, σε ένα είδος. Υπό αυτή την έννοια, το σχήμα δεν είναι απλά η απεικόνιση ενός αντικειμένου, αλλά μια ιδέα.13 12 Kandinsky Wassily, Σημείο Γραμμή Επίπεδο, Δωδώνη, Αθήνα, 1996, σελ. 12 13 Αντωνίου Κωνσταντίνος, Το ιδεόσχημα ως η πρώτη απεικόνιση της κεντρικής ιδέας, Διάλεξη ΔΠΘ, 2008, σελ. 21

19



ΒΑ Σ Ι Κ ΟΙ

Π Α ΡΑ ΓΟ ΝΤ Ε Σ

ΤΟ Υ

Α Ι Θ ΡΙ Ο Υ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

1

Έτσι, πέρα από την αποκοπή από το εξωτερικό περιβάλλον, το τετράγωνο σαν κλειστό σχήμα τείνει να διαμορφώνει έναν αυτοτελή οργανισμό που προστατεύει το εσωτερικό περιεχόμενο. Η αίσθηση της ασφάλειας και της προστασίας διαχέεται στο εσωτερικό, μετατρέποντας τα επιμέρους τμήματα σε ένα ενιαίο κλειστό συγκρότημα. Από τα περίκλειστα σύνολα των ορθόδοξων μοναστηριών μέχρι το κάστρο της Αντιπάρου η κατοικία οχυρώνεται σε έναν αμυντικό σχηματισμό γύρω από τον υπαίθριο χώρο. «Ένα έργο αρχιτεκτονικής, τόσο ως προς το όλον όσο και προς τα μέρη του, ενεργεί ως συμβολική δήλωση, η οποία μεταδίδει μέσω των αισθήσεων μας, ποιότητες και καταστάσεις σημαντικές από ανθρώπινη άποψη.»14 Δηλαδή ο τρόπος που συγκροτείται η κλειστή αυτή ενότητα δηλώνει το χαρακτήρα της. Δεν είναι μόνο η επιδιωκόμενη λειτουργία, αλλά και ο συμβολισμός του απόρθητου φρουρίου των κάστρων ή ο ασκητισμός και το θρησκευτικό ήθος των μοναστηριών. Καλείται δηλαδή το αρχιτεκτόνημα ως φορέας του νοήματος να συμβολίσει και να εκφράσει το περιεχόμενο. Από τη συγκέντρωση γύρω από τη φωτιά που προαναφέρθηκε μέχρι το πηγάδι και το δέντρο στην παλιά αθηναϊκή κατοικία η έννοια του κέντρου είναι μέγιστης σημασίας για τον χώρο του αιθρίου. Ιδιαίτερα στα αμυντικά συγκροτήματα των μοναστηριών αποκτά ακόμα μεγαλύτερη συμβολική αξία καθώς στο κέντρο τοποθετείται το καθολικό, η εκκλησία του μοναστηριού. Μια χειρονομία καθαρά θεοκεντρική τοποθετεί το ναό στο κέντρο του υπαίθριου χώρου, προσπαθώντας ενδεχομένως να ισορροπήσει το αίθριο ανάμεσα στο μνημειακό χαρακτήρα της λατρείας και τον καθημερινό χώρο του ανθρώπινου χώρου διαβίωσης. Σίγουρα ο συμβολισμός του κέντρου εμπεριέχει πολλές ακόμα αναφορές όπως το βωμό στην αρχαία ελληνική κατοικία ή το σχηματισμού του χορού στην αρχαία τραγωδία. (5)

5. Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου

Έκτος όμως από το συμβολικό χώρου του κέντρου, ολόκληρος ο χώρος του αιθρίου ή της αυλής αποτελεί τον εστιακό πόλο της κατοικίας. Γύρω από τον υπαίθριο χώρο οργανώνονται οι επιμέρους λειτουργίες στις αναφορές όλων των εποχών, από το αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό σπίτι μέχρι τις σύγχρονες κατασκευές του 20ου αιώνα. Εδώ θα συναντηθεί η οικογένεια, θα επικοινωνήσει και θα δειπνήσει, θα συναναστραφεί με τον κοινωνικό περίγυρο προστατευμένα, αλλά στον ίδιο χώρο θα συναντηθούν και οι κάτοικοι ενός συλλογικού συγκροτήματος. Στη δημόσια σφαίρα ζωής, αλλά και όμως προστατευμένοι, εδώ μπορεί να πραγματοποιηθεί ο συγχρωτισμός των ενοίκων, η απόλαυση των αγαθών του πρασίνου και του υπαίθριου χώρου, όπως και το παιδικό παιχνίδι. Έτσι το αίθριο εκτός από σημείο εντός του γίνεται το ίδιο το βασικότερο κέντρο για την οργάνωση της κατοικίας. 14 Arnheim Rudolf, Η δυναμική της αρχιτεκτονικής μορφής, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2003, σελ. 292

21


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

6

7

22

1

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ


ΒΑ Σ Ι Κ ΟΙ

Π Α ΡΑ ΓΟ ΝΤ Ε Σ

ΤΟ Υ

Α Ι Θ ΡΙ Ο Υ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

1

3. Ισορροπία Στη συνέχεια της συμβολικής διάστασης των σχημάτων θα είχε ενδιαφέρον να παρακολουθήσει κανείς τη σκέψη του W. Kandinsky, όπου παραλληλίζει σχηματικά τις σχέσεις μεταξύ γραμμής, φόρμας και χρώματος: «Μιλήσαμε προηγουμένως για τις τέσσερις ορθές γωνίες που σχηματίζουν ένα τετράγωνο. Θα πρέπει όμως να αναφέρουμε και την αναλογία τεθλασμένων γραμμών και χρωμάτων. Το ψυχρό –θερμό του τετραγώνου και η τελείως επίπεδη φύση του τείνουν αμέσως προς το Κόκκινο, που είναι το ενδιάμεσο του Κίτρινου και Μπλε και έχει τα χαρακτηριστικά του ψυχρού-θερμού. Δεν είναι τυχαίο που συναντάμε τόσο συχνά το κόκκινο τετράγωνο τα τελευταία χρόνια . Έτσι δικαιολογείται η παραλληλία ορθής γωνίας και κόκκινου χρώματος.»15 Η τοποθέτηση του τετραγώνου ανάμεσα στο οξύ τρίγωνο και στο αμβλύ κύκλο, αλλά και ανάμεσα στο θερμό κίτρινο και το ψυχρό μπλε, φέρνει το κλειστό σχήμα του τετραγώνου σε συνδυασμό με το κόκκινο χρώμα, προσπαθώντας να δηλώσει την ισορροπία ανάμεσα σε έντονες καταστάσεις, την εσωτερική αρμονία. Πέρα από τον Kandinsky, αρκετοί ακόμα ζωγράφοι ασχολήθηκαν με την αφαίρεση και τα βασικά γεωμετρικά σχήματα και χρώματα, όπως ο Malevich, ο Mondrian και o Τheo van Doesburg. (6-7)

6. Kasimir Malevich, Red Square Painterly Realism of a Peasant Woman in Two Dimensions, 1915 7. Bauhaus

Έτσι αν προχωρήσει κανείς πέρα από την κλίμακα της ιδιωτικής κατοικίας στις συλλογικές μορφές κατοίκησης που οργανώνονται περιμετρικά, αρχίζει να παρατηρεί τις σχέσεις που διαμορφώνονται μεταξύ των ανθρώπων μέσω και εξαιτίας του χτισμένου περιβάλλοντος. «Τα κτήρια εκλαμβάνονται απλώς ως υλικά κατασκευάσματα, σαν οποιοδήποτε άλλο, με την ίδια λογική ως προς τη λειτουργία και την τεχνοτροπία. Όμως αυτό είναι φενάκη. Τα κτήρια είναι κάτι παραπάνω από υλικά κατασκευάσματα. Η απόδοση τάξης στο χώρο είναι αυτό που συνιστά το σκοπό του κτίζειν. Το υλικό αντικείμενο δεν είναι αυτοσκοπός. Στο βαθμό, που εξυπηρετούν κάποιο σκοπό, τα κτήρια δεν είναι απλώς και μόνο αντικείμενα, αλλά μετασχηματισμοί του χώρου δια των αντικειμένων. Το γεγονός της ύπαρξης του χώρου, είναι εκείνο, που δημιουργεί την ειδική σχέση μεταξύ λειτουργίας και κοινωνικού νοήματος στα κτήρια. Η διάταξη του χώρου στα κτήρια έχει στην πραγματικότητα να κάνει με την διάταξη των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων. Επειδή λοιπόν ισχύει αυτό, η κοινωνία υπεισέρχεται στην ίδια τη φύση και τη μορφή των κτηρίων. Είναι κοινωνικά αντικείμενα μέσω της ίδιας της μορφής τους ως αντικειμένων. Η αρχιτεκτονική δεν είναι «κοινωνική τέχνη» μόνο και μόνο επειδή τα κτήρια είναι σπουδαία οπτικά σύμβολα της κοινωνίας, αλλά και διότι, μέσων των τρόπων με τους 15 Kandinsky Wassily, Σημείο Γραμμή Επίπεδο, Δωδώνη, Αθήνα, 1996, σελ. 71

23



ΒΑ Σ Ι Κ ΟΙ

Π Α ΡΑ ΓΟ ΝΤ Ε Σ

ΤΟ Υ

Α Ι Θ ΡΙ Ο Υ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

1

οποίους, μεμονωμένα και συλλογικά, δημιουργούν και διατάσσουν τον χώρο, έχουμε τη δυνατότητα να αναγνωρίσουμε την κοινωνία: το ότι δηλαδή υπάρχει και έχει μια συγκεκριμένη μορφή.»16 Στην περίπτωση αυτογενών οικισμών θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για τον τρόπο που η ίδια η κοινωνία δομεί τις μεταξύ της σχέσεις, ενώ στην περίπτωση των σχεδιασμένων παραδειγμάτων παρατηρεί κανείς τα επικρατούντα κοινωνικά πρότυπα κάθε εποχής. Ο αρχιτέκτων προτείνοντας μια λύση, οραματίζεται ένα μοντέλο ζωής για τους ανθρώπους ή συμπεριλαμβάνει και ανταποκρίνεται σε εκείνο που επιθυμούν οι ίδιοι. Το συλλογικό ιδεώδες για την κατοικία εκφράζεται λοιπόν από τις περιμετρικές κατοικίες του Le Corbusier και τα συγκροτήματα κατοικιών της Κόκκινης Βιέννης, μέχρι και τα λιγοστά ελληνικά παραδείγματα. Με άλλα λόγια το κάθε ξεχωριστό συγκρότημα γίνεται σύμβολο της συλλογικής ζωής, το αίθριο συμβολίζει όλα τα κοινόχρηστα αγαθά που μοιράζονται οι περι-οικοί του και ενώνει τους ανθρώπους γύρω από τον κοινό υπαίθριο χώρο. Στη θέση του εστιακού κέντρου δεν υπάρχει πλέον ένα υλικό σημείο, αλλά βρίσκεται η αίσθηση του ανήκειν σε μία κοινότητα. Παραλληλίζοντας αυτά που λέει ο Arnheim για την εξάπλωση του ελεύθερου χώρου της πλατείας θα μπορούσαμε να τα αντιπαραβάλλουμε για το χώρου του αιθρίου: «Ο κοίλος χώρος της πλατείας εξαπλώνεται με την ένταση των διανυσματικών της δυνάμεων, αλλά τα γύρω κτήρια, έχοντας τη δική τους επεκτατική δύναμη, διατηρούν την πλατεία υπό έλεγχο. Από δυναμική άποψη λοιπόν η εμβέλεια της πλατείας δεν προσδιορίζεται απλώς από το γεωμετρικό εμβαδόν της, αλλά και από την αλληλεπίδραση μεταξύ της φυγόκεντρης εξάπλωσης και του περιορισμού που επιβάλλει ο περίγυρος. Η ισορροπία που προκύπτει αντικατοπτρίζει την ακριβή αναλογία της σχετικής ισχύος των αντιμαχόμενων μερών.»17 Με τον ίδιο τρόπο δρα το αίθριο ως μετάβαση ανάμεσα στην πόλη και την κατοικία στα συλλογικά συγκροτήματα. Ενώ αφήνει την πόλη να εισχωρήσει στο εσωτερικό του διαμορφώνοντας ημι-δημόσιους κοινόχρηστους χώρους και υλοποιώντας την προετοιμασία εισόδου προς την κατοικία, την ίδια στιγμή μπορεί το αίθριο με το σχηματισμό του να μην επιτρέπει την οπτική σύνδεση με την πόλη ή να αποκλείει την είσοδο στον μη κάτοικο και να διαχωρίζει ιδιοκτησιακά ή ταξικά. Η λειτουργία του αιθρίου όμως μέσα στην πόλη βρίσκει αυτή την εγγενή ισορροπία ανάμεσα στον ιδιωτικό και το δημόσιο χώρο, σαν άλλη εσωτερική «πλατεία».

8. Γιώργος Ζογγολόπουλος, Αίθριο, Αθήνα, Σταθμός Μετρό Σύνταγμα, 2009

16 Woditch Richard, Από το σκεπτικό, που ενυπάρχει την πολυκατοικία, στο σκεπτικό που την αναστοχάζεται, Δομές 03/08 Πολυκατοικίες Γ’, σελ. 47 17 Arnheim Rudolf, Η δυναμική της αρχιτεκτονικής μορφής, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2003, σελ. 126-7

25



ΒΑ Σ Ι Κ ΟΙ

Π Α ΡΑ ΓΟ ΝΤ Ε Σ

ΤΟ Υ

Α Ι Θ ΡΙ Ο Υ

Τέλος, το αίθριο υλοποιείται συχνά και ως μετάβαση από το φυσικό στο τεχνητό περιβάλλον. Όταν ο περίγυρος δεν είναι η πόλη, αλλά η ίδια η φύση, ο αιθριακός χώρος λειτουργεί ως ενσωμάτωση της φύσης εντός της ανθρώπινης κατασκευής, σύνδεση μεταξύ των δύο μερών, αλλά και οριοθέτηση του κατοικήσιμου χώρους μέσα στο περιβάλλον, όπως στις κατοικίες του Alvar Aalto ή τα ελληνικά μαντριά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

1

9. Ιdris Κhan, Ηomage to Βernd Βecher, 2007

27


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

28

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

10

11

13-14

12


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΙΔΙΩΤΙΚΟ - ΑΤΟΜΙΚΟ - ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ

Σ’ αυτό το κεφάλαιο θα αναλυθούν τα χαρακτηριστικά του αιθρίου μέσα από τις ιδιωτικές κατοικίες. Σκοπός είναι να παρατηρηθούν οι λόγοι που επιλέγεται η συγκεκριμένη τυπολογία στην κλίμακα της οικογένειας και οι ποιότητες, που προσφέρει ο αιθριακός χώρος στο σύνολο της κατοικίας.

2

Α. Εσωστρέφεια / Απομόνωση Από τα βασικότερα χαρακτηριστικά της ιδιωτικής κατοικίας με αίθριο είναι η αυτονομία και η απομόνωση, που επιτυγχάνονται μέσω αυτού του κτηριακού σχηματισμού. Ο συνδυασμός δομημένου και αδόμητου, στεγασμένου και υπαίθριου χώρου σε ένα ενιαίο σύνολο έχει ως στόχο να συγκεράσει διαφορετικές ποιότητες και να εξυπηρετήσει τους κατοίκους σε όλες τις ανάγκες τις καθημερινής τους ζωής. Το αίθριο ή η αυλή αποτελεί τον κεντρικό χώρο αναφοράς κάθε κατοικίας με τους υπόλοιπους χώρους να διατάσσονται γύρω του και αποτελεί τη μόνη διέξοδο σε φυσικό περιβάλλον. Οι κατοικίες απομονώνονταν από τη δημόσια κίνηση από επιλογή, για να καλύψουν την ανάγκη των κατοίκων για ιδιωτικότητα. Στην αρχαία ελληνική κατοικία, το στοιχείο της αυλής είναι το κύριο γνώρισμα που την παρακολουθεί από την αρχαϊκή εποχή τουλάχιστον, και η οργάνωση των δωματίων της γίνεται με κέντρο τον υπαίθριο αυτό χώρο. Η ύπαρξη της αυλής, που αποτελεί και την κύρια πηγή για το φωτισμό και τον αερισμό της κατοικίας, έχει σαν συνέπεια μια προς τα μέσα στροφή του σπιτιού και τη μόνωση του από το εξωτερικό περιβάλλον, χωρίς καμία επικοινωνία με αυτό. Έτσι η ελληνική κατοικία ήταν ένας κόσμος κλειστός και απομονωμένος από το δρόμο.18 (13-14)

13-14. Αναπαράσταση αυλής Ολυνθιακού σπιτιού

Αυτή η εσωστρέφεια οφείλεται οφείλεται πιθανότατα σύμφωνα με ορισμένους μελετητές στην κοινωνική θέση της γυναίκας, αλλά και στην 18 Μπούρας Χαράλαμπος, Μαθήματα Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Α’ τόμος, Συμμετρία, 1999, σελ. 356

29


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

15

30

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

16

17


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

επιθυμία γενικά για ανενόχλητη απόλαυση της ιδιωτικής ζωής. Ο ρόλος των δύο φύλων στην κοινωνική δομή της αρχαίας Ελλάδας ήταν τόσο σαφώς καθορισμένος που μπορεί να γίνει αντιληπτός και στην κάτοψη του σπιτιού με την ίδια καθαρότητα: ο άνδρας περνούσε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του έξω από το σπίτι, ασχολούμενος με τις υποθέσεις του ή συμμετέχοντας στα κοινά στη δημόσια σφαίρα της πόλεως, την αγορά. Αντίθετα, η δικαιοδοσία της γυναίκας δεν υπερέβαινε, στην κυριολεξία, τα όρια της κατοικίας. Σε ορισμένες πόλεις μάλιστα, όπως στην Αθήνα, η γυναίκα έβγαινε από το σπίτι σε ελάχιστες και εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως γάμος, κηδεία κ.ά.19 Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, απ’ όπου μπορούμε να δούμε τη διαρρύθμιση και τη λειτουργική αντίληψη του αρχαίου ελληνικού σπιτιού, είναι μία από τις κατοικίες της Ολύνθου, «το σπίτι με τα πολλά χρώματα». Εξωτερικά παρουσιάζει την τυπική αντίληψη του αρχαίου σπιτιού, ενός κύβου δηλαδή με ουδέτερες επιφάνειες, κλειστού απ’ όλες τις πλευρές. Το μοναδικό άνοιγμα, που συνέδεε το σπίτι με το έξω περιβάλλον ήταν η είσοδος στην ανατολική πλευρά- πρόσοψη, η οποία δεν επέτρεπε να μαντέψει κανείς απ’ έξω την εσωτερική διάταξη. Έτσι το ενδιαφέρον μετατοπίζεται από την εξωτερική λιτότητα στο εσωτερικό, όπου χώροι και λειτουργίες αναπτύσσονται με αξιοπρόσεκτη ελευθερία και ευκαμψία.(11-12)

11-12. Όλυνθος, Το σπίτι με τα πολλά χρώματα, ΚάτοψηΔιάταξη χώρων

Την ίδια ανάγκη για απομόνωση από τη δημόσια ζωή παρατηρεί ο αρχιτέκτονας Άρης Κωνσταντινίδης και στα Παλιά Αθηναϊκά Σπίτια, τις λαϊκές κατοικίες της Αττικής, από την περίοδο της Τουρκοκρατίας μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα. Το σπίτι ήταν σχεδόν πάντα ένα διώροφο κτίσμα, αποτελούμενο από το ανώι και το κατώι, όπου μαζί με την αυλή του, περιφράσσονταν από ψηλό μαντρότοιχο. Στους κάτω χώρους βρίσκονταν η τραπεζαρία και οι λειτουργικές εξυπηρετήσεις (μαγειρείο, αποθήκες), ενώ στους άνω στεγάζονταν τα υπνοδωμάτια και μπροστά τους ένας στενόμακρος, υαλόφρακτος χώρος, το λιακωτό ή χαγιάτι, με χρήση καθημερινού. (17) «Η αυλή, όπου γύρω της αραδιάζονται οι κλειστοί χώροι είναι πάντα ο βασικός πυρήνας. Δηλαδή ο υπαίθριος χώρος, ο οργανωμένος και κατασκευασμένος έτσι ώστε να είναι κι αυτός δοχείο ζωής και να προσφέρει άνεση, χαρά και υγεία. Ο ξέσκεπος χώρος για να δέχεται το φως και τον ήλιο και τη θέρμη της ελληνικής ατμόσφαιρας, πλακοστρωμένος και φυτεμένος και λουλουδισμένος. Κανένα σπίτι δεν υπάρχει που να μην έχει την αυλή του, αν και τα οικόπεδα είναι μάλλον μικρά. Συχνά υπάρχει πηγάδι στη μέση της ή σιντριβάνι. Η αυλή είναι το κέντρο ζωής του σπιτιού.»20 (15-16) 19 Λάββας Γεώργιος, Οικισμοί στην Αρχαία Ελλάδα, στο Οικισμοί στην Ελλάδα, επιμ. Ορ. Δουμάνη κ Paul Oliver, Αρχιτεκτονικά Θέματα, Αθήνα, 1974 20 Κωνσταντινίδης Άρης, Τα Παλιά Αθηναϊκά Σπίτια, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, (1950) 2010, σελ. 35

15-17. Τριπόδων 32, Πλάκα, Κάτοψη Ισογείου Φωτογραφίες Αυλής

31


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

18

19

32


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

«…αυτό όμως που ολοκληρώνει το περίγραμμα της κατοικίας και συμπληρώνει τα όρια της είναι ο ψηλός μαντρότοιχος προς το δρόμο. Κλειστός με λιγοστά ανοίγματα, κι αυτά φραγμένα, ορίζει το εσωτερικό της κατοικίας, την προστατεύει. Βασική πρόθεση ήταν να κρατηθεί η κατοικία όσο γίνεται δυνατό, μακριά και μέσα από το δρόμο. Και σε πόσες παραλλαγές, σε πόσες ποικιλόμορφες διατάξεις, κρατιέται αυτή η πρωταρχική θέση: να απομονωθεί, όσο είναι κατορθωτό, η κατοικία και να κρατηθεί σε ένα δικό της και πιο ατομικό πλαίσιο, σε μια ζωογόνο άνεση και ηρεμία. Γιατί και όταν το κλειστό χτίσμα είναι στο βάθος ή στο πλάι του οικοπέδου, ο μαντρότοιχος (το σύνορο μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού χώρου) ορθώνεται πάντα ψηλός, χώρισμα σταθερό και αδιαπέραστο, για τη σκόνη, το θόρυβο ή τις ματιές κάποιου αδιάκριτου και ενοχλητικού διαβάτη. (18-19)

18-19. Αισχύλου 54, Πλάκα, Κατόψεις ΙσογείουΟρόφου, Αυλή

Μια γαλήνη, μια ηρεμία πνευματική και αρχοντική, φωλιάζει και διατηρείται μέσα στη σύνθεση του όλου χώρου της κατοικίας. Μια εσωτερική γαλήνη, μακριά από τους θορύβους της πιο πεζής καθημερινότητας, μακριά από τους συνωστισμούς και τις ανεπιθύμητες επαφές και τις εμπορικότητες, που όλες κλειδώνονται για να μείνουν απ’ έξω. Και η κάθε «λαϊκή» παλιά αθηναϊκή κατοικία προβάλλει, μέσα στο πολεοδομικό αθηναϊκό σύνολο, σαν το κελί ενός μοναχού, σαν το δώμα ενός φιλοσόφου στοχαστή, που γαληνεύει μέσα σ’ έναν πιο δικό του χώρο. Αφού ο ψηλός μαντρότοιχος, που κλείνει την αυλή και την απομονώνει από την τύρβη του δρόμου, δεν στέκεται εκεί μονάχα για υλική ασφάλεια, αλλά υψώνεται σαν ένα πνευματικό τείχος. Ώστε να συγκεντρώνεται ο άνθρωπος και να ζει μέσα σε έναν δικό του πνευματικό και ψυχικό κόσμο, μένοντας αθέατος για τους πολλούς, πρόσωπο με πρόσωπο μπροστά στον εαυτό του.»21 «Η επιθυμία για ιδιωτικότητα μπορεί να πάρει επίσης μορφές που σχετίζονται με το διαχωρισμό δημόσιων και ιδιωτικών περιοχών. Αυτό μπορούμε να το δούμε στην Ινδία, το Ιράν και τη Λατινική Αμερική, όπου κατά παράδοση τα σπίτια κοιτούν προς τα μέσα (εν αντιθέσει με το αγγλοαμερικάνικο σπίτι, που βλέπει προς τα έξω), κάτι που μοιάζει να είναι ανεξάρτητο από την κλιματολογική ζώνη ή την τοποθεσία και που συμβαίνει τόσο στις πόλεις όσο και στα χωριά. Στην Ινδία κάθε σπίτι περιβάλλεται από έναν χαμηλό τοίχο ή τα στοιχεία του σπιτιού διαρρυθμίζονται γύρω από μια κεντρική αυλή με έναν τυφλό τοίχο που βλέπει προς το δρόμο.»22

21 ibid σελ.38-9 22 Rapoport Amos - Φιλιππίδης Δημήτρης, Ανώνυμη Αρχιτεκτονική και πολιτιστικοί παράγοντες, Μέλισσα, 2010, σελ. 97-98

33


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

Η έννοια του αυστηρού ορίου όμως, του ψηλού και απόλυτου μαντρότοιχου, δεν επιτελεί μόνο το σκοπό της γαλήνης και της ηρεμίας. Συνήθως βρίσκονται κοινωνικοί λόγοι πίσω από τον ψηλό τοίχο, όπως η θέση της γυναίκας στις κλειστές μουσουλμανικές κοινωνίες, που παραμένει στο σπίτι. Έτσι δημιουργείται απόλυτος διαχωρισμός ιδιωτικού και δημόσιου βίου, με τους στενούς δρόμους να ελίσσονται ανάμεσα σε ψηλές μάντρες στους μαχαλάδες της Θράκης και της Τουρκίας. «Το γεγονός ότι τα σπίτια με αυλή στην Ελλάδα, τη Βόρεια Αφρική και τη Λατινική Αμερική είναι σχεδόν ίδια δείχνουν πως η τελευταία τούτη μορφή σχετίζεται με κάποιο κοινωνικό παράγοντα, ο οποίος μπορεί να είναι η εξαιρετική ανάγκη ιδιωτικότητας των γυναικών που ζουν κλεισμένες στο σπίτι. Τα παράθυρα και οι στέγες αυτών των σπιτιών με αυλή είναι σχεδιασμένα, έτσι ώστε να εμποδίζουν οποιαδήποτε παραβίαση της ιδιωτικότητας της οικιακής ζωής. Για τον ίδιο λόγο μπορεί οι εξώθυρες των σπιτιών στις αντικρινές πλευρές του δρόμου να μην βλέπουν η μία την άλλη.»23 Επιπλέον η ίδια η ύπαρξη της μάντρας, προϋποθέτει κάποια μέριμνα ασφάλειας, προστασίας της ιδιοκτησίας, αλλά καθώς εδραιώνεται μέσα στην αρχιτεκτονική του τόπου, αποκτάει παράλληλα και τυπολογικό χαρακτήρα. «Ψηλή χτιστή μάντρα βρίσκεται στα όρια του οικοπέδου, η οποία αφενός ελέγχει την πρόσβαση στην ιδιοκτησία, με την παρεμβολή της «πύλης-εισόδου» και αφετέρου ελέγχει τη δυνατότητα κατόπτευσης του εσωτερικού της κατοικίας από το δρόμο. Το στοιχείο αυτό σχετίζεται με την επιτακτική ανάγκη αμυντικής προστασίας στα αρχοντικά. Ψηλές μάντρες διαθέτουν και τα υπόλοιπα παραδοσιακά σπίτια, άρα δεν πρόκειται για αποκλειστικότητα των αρχοντικών ή υποχρεωτικά για στοιχείο, που τα «παραδοσιακά» δανείζονται από τα «αρχοντικά». Αυτό σημαίνει ότι πέρα από την καθαρά αμυντική χρήση της μάντρας, και σύμφωνα με διευκρινίσεις του Rapoport, η χρήση της απηχεί μια πολιτισμική επιλογή που σχετίζεται άμεσα με ζητήματα δομής του τυπικού οικισμού της περιόδου – δηλαδή το πώς αρθρώνεται η μονάδα κατοικίας και πως εντάσσεται στο πολεοδομικό σύνολο.»24 Και στα δύο παραδείγματα κατοικιών που αναλύθηκαν προηγουμένως, η απαιτούμενη απομόνωση και ιδιωτικότητα, αλλά και οι καθιερωμένες κοινωνικές σχέσεις της κάθε εποχής, τα καθιστούσαν αυτοτελείς και κλειστούς οργανισμούς. Για να μπορούν να καλύψουν όμως τις καθημερινές ανάγκες τους, έπρεπε συνεπώς να είναι και αυτάρκεις. Εξυπηρετήσεις ύδρευσης, όπως η κινστέρνα ή το πηγάδι, αλλά και αποθήκευσης 23 ibid σελ. 96 24 Ibid, σελ. 239-40

34


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

αποδεικνύουν την ολοκληρωμένη εσωτερική λειτουργία των κατοικιών αυτών. Μέσω του παραδείγματος των κατοικιών της Ολύνθου παρατηρεί κανείς ότι η αρχαία ελληνική κατοικία αποτελεί ένα αυτοτελές σύνολο, οργανωμένο με σαφήνεια και αυστηρά δομημένο. Είναι μια οργανική ενότητα, που εμπεριέχει όλες τις λειτουργίες της καθημερινής ζωής, και καθώς ενσωματώνει διαφορετικών ποιοτήτων χώρους, υπαίθριους (αυλή), ημιυπαίθριους (προστάς, παστάς) και διαφορετικής κλίμακας στεγασμένα δωμάτια, δημιουργεί ένα περιβάλλον με εσωτερική αυτάρκεια, όπου κανείς μπορεί να διαμείνει άνετα και να καλύψει όλες του τις ανάγκες. «Στην εσωτερική διαρρύθμιση του αρχαίου ελληνικού σπιτιού δεν θα έπρεπε να παραλείψουμε και τους οικονομικούς παράγοντες, που καθορίζουν τη σφιχτή αυτή διάταξη και πολλές φορές σχετίζεται με τη οικονομική κατανομή των διαθέσιμων πόρων. [...] Αν γίνει δεκτό, ότι το ανώνυμο κτίσμα έχει την ικανότητα να δέχεται προσθήκες, τότε οι διάφορες παραλλαγές μπορούν να αναχθούν σε έναν από τους δύο τρόπους με τους οποίους είναι δυνατόν να γίνουν προσθήκες. Ο πρώτος είναι η προσθήκη νέων χώρων σε επαφή με τους υπάρχοντες, όπως γίνεται στο μάρκα των Ίνκα, και στην αγροικία της Νέας Αγγλίας. Η άλλη μέθοδος είναι η χρήση των εσωτερικών χωρισμάτων, όπως συνέβαινε στο αρχαίο ελληνικό σπίτι και σε ορισμένα ελβετικά αγροκτήματα, όπου η αύξηση των χώρων γινόταν με την υποδιαίρεση του χώρου εντός του υπάρχοντος περιβλήματος παρά με προσθήκες.»25 (20)

20. Διαφοροποίηση σύνθεσης χώρων με ελεύθερο και ορισμένο περίγραμμα

20

25 ibid, σελ. 56-58

35


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

21

23

36

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

22

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

Β. Προσπελασιμότητα / Δημόσιο – Ιδιωτικό Το αρχαίο σπίτι της Ολύνθου, που αναφέρθηκε προηγουμένως, έχει να παρουσιάσει σαφείς λειτουργικές αρετές. Η σύνθεση των χώρων του γίνεται με κριτήριο την οικογενειακή δομή, τον προσανατολισμό και τον ρυθμό της καθημερινής ζωής. Οι διάφορες μονάδες χώρων διαφοροποιούνται σε ζώνες: α. με λειτουργίες της ημέρας (εργασία, επισκέψεις, εντευκτήριο της οικογένειας, γεύματα κ.ά.) και της νύχτας (ανάπαυση, ύπνος, επίσημα γεύματα), β. με αντίστοιχη αρχιτεκτονική διάκριση και προσανατολισμό, και γ. σε ζώνες που εκφράζουν κοινωνική διαφοροποίηση της οικογένειας, μεταξύ ανδρών και γυναικών. (10, 21-23) Επίσης όσον αφορά την οργάνωση του σπιτιού παρατηρείται μια ελευθερία και ευκαμψία στη σύνθεση, χωρίς να υποτάσσεται σε αξονικές και συμμετρικές χαράξεις. Οι χώροι του σπιτιού διατάσσονται με κριτήριο να παραμένουν πάντοτε εξυπηρετικοί και προσαρμόσιμοι στην πολλαπλότητα των ανθρώπινων αναγκών. Υπάρχουν χώροι δηλαδή καθαρά για τα μέλη της οικογένειας, ιδιωτικοί και απομονωμένοι, ενώ άλλοι περισσότεροι δημόσιοι, όπως το κύριο δωμάτιο των ανδρών (ανδρών) με μωσαϊκό δάπεδο και θρανία ολόγυρα. Εδώ δειπνούσαν οι άνδρες, ο οικοδεσπότης με τους φίλους του ή άλλους προσκεκλημένους το βράδυ, όταν η αγορά ήταν πια κλειστή. Παρατηρεί κανείς λοιπόν διαβαθμίσεις στην ιδιωτικότητα της κατοικίας, ανάλογα με την εσωτερική οργάνωση των χώρων, με την αυλή να παίζει πιθανότατα ένα ρόλο ενδιάμεσου χώρου. Πρέπει να σημειωθεί ότι ανάμεσα στα ιδιωτικά και δημόσια σύνολα της αρχαίας Ελλάδας δεν υπάρχουν μόνο αντιθέσεις (ιεραρχικότητα, αναλογική κλίμακα μεγεθών, μνημειακή πολυτελή εμφάνιση δημοσίων οικοδομημάτων - λιτότητα ιδιωτικών, ιδιωτική σφαίρα κάθε αστού να παραμένει απλή και εξωτερικά ομοιόμορφη), αλλά και ομοιότητες, όπως η ομοπαράλληλη αντίληψη και διάρθρωση του χώρου, που δείχνει ακριβώς τη την εσωτερική οργανική σχέση των μερών του οικισμού: ότι είναι η αγορά για την πόλη είναι η αυλή για το σπίτι.

20. Διαφοροποίηση σύνθεσης χώρων με ελεύθερο και ορισμένο περίγραμμα

Όπως η αγορά ορίζεται από κτήρια που ανοίγουν προς αυτή και διαφοροποιούν με κιονοστοιχίες και ανοίγματα την εσωτερική πλευρά τους (πρβλ. την αναστηλωμένη στοά του Αττάλου στην αθηναϊκή Αγορά, έχει κιονοστοιχίες ενώ οι υπόλοιπες παραμένουν αδιαφοροποίητες επιφάνειες), έτσι αναπτύσσονται και οι χώροι της κατοικίας, αφήνοντας τις εξωτερικές 37


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

24

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

25

26

38


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

επιφάνειες ακατέργαστες και τυφλές και διαφοροποιώντας τις εσωτερικές με μορφολογικά στοιχεία (κίονες κ.ά.) σαν εκείνα της αγοράς. Οι δύο αυτοί χώροι διαφορετικοί στην κλίμακα, αλλά ταυτόσημοι στον λειτουργικό τους προορισμό, αποτελούν αρχιτεκτονικά τις συνισταμένες της κοινωνικής ζωής, ο ένας στη βασική μονάδα της οικογένειας, ο άλλος στο αστικό σύνολο του κράτους, που η ιδιότυπη επίσης μορφή του (πόλη-κράτος) και το μέγεθός του ακολουθούν την ίδια αναλογική κλίμακα μ’ εκείνην της κατοικίας και του οικισμού. Παρόμοιες παρατηρήσεις στην οργάνωση των χώρων με βάση την ιδιωτικότητα μπορεί να διαπιστώσει κανείς και στην αρχαία ρωμαϊκή κατοικία. Ένας από τους τύπους της είναι αυτός της απλής ιδιωτικής κατοικίας με αίθριο, παραδείγματα του οποίου συναντάμε στην Πομπηία με χρονολογικό όριο το 79μ.Χ., όταν η πόλη καταστράφηκε από έκρηξη του Βεζούβιου. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της ρωμαϊκής κατοικίας, σε αντίθεση με την ελληνική είναι το κλειστό αίθριο. Ίσως λόγω του ψυχρότερου κλίματος, η κεντρική αυλή έχει στεγασθεί. Στο κέντρο της αυλής ένα μεγάλο ορθογώνιο άνοιγμα της στέγης (compluvium) επέτρεπε τη δίοδο του φωτός και μια αντίστοιχου μεγέθους αβαθής δεξαμενή (impluvium) δεχόταν τα νερά της βροχής. . Το όνομα atrium προέρχεται από το χρώμα που έπαιρναν τα δοκάρια της στέγης από τον καπνό της εστίας (ater, μαύρος). (26) Μια τυπική ρωμαϊκή οικία έχει πλάτος 8-10μ. και μήκος 32-34μ. με το εμβαδόν της να είναι γύρω στα 250-350τ.μ, ενώ τα μεγάλα σπίτια της Πομπηίας καταλάμβαναν ενίοτε ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο. Τα ανασκαφικά δεδομένα μας πληροφορούν για την κανονική διάταξη των χώρων της ρωμαϊκής κατοικίας, η οποία φέρει atrium και γύρω τα διάφορα δωμάτια. Το atrium ήταν ο βασικός κοινόχρηστος χώρος για τις συγκεντρώσεις και δραστηριότητες της οικογένειας, όπως π.χ. το μαγείρεμα. Εδώ βρίσκονταν η εστία, ενώ υπήρχε και παροχή νερού. Γύρω από το atrium ανοίγονται μικρά δωμάτια που χρησίμευαν ως υπνοδωμάτια ή δωμάτια καθημερινής χρήσης. (24-25)

26. H Βίλα των Μυστηρίων Πομπηία

24-25. Κάτοψη και αναπαράσταση μίας τυπικής ρωμαϊκής οικίας με atrium

39


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

27

28

40


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

Κοινωνική διάσταση ρωμαϊκής κατοικίας Ο τύπος οικίας με atrium εμφανίζεται προορίζονταν για τα μέλη της μεσαίας και ίσως αρχικά και της ανώτερης κοινωνικής τάξης του ρωμαϊκού κόσμου. Στον χώρο του atrium πραγματοποιείται η salutatio, ο παραδοσιακός τυπικός πρωινός χαιρετισμός, που λάμβανε χώρα καθημερινά στα σπίτια των Πατρώνων. Οι άνδρες των χαμηλότερων κοινωνικών τάξεων παρουσιάζονταν στις κατοικίες των Πατρώνων ως μέρος του δημόσιου βίου και έτσι ενισχυόταν η κοινωνική ιεραρχία της ρωμαϊκής κοινωνίας. Η διαδικασία αυτή αποτελεί μέσο προβολής του Πάτρωνα της οικίας και έδινε επίσης την δυνατότητα ανάπτυξης πελατειακών σχέσεων, εμπορικής, οικονομικής μορφής ή και άσκηση επιρροής στην εξουσία.26 Η εικόνα των πελατών σε αναμονή στο atrium κάθε πρωί ήταν που χρησιμοποιήθηκε από τους αρχαίους συγγραφείς για να φανερώσει την κοινωνική θέση του Πάτρωνα. Τους πιο σημαντικούς επισκέπτες τους δέχονταν στα μικρά δωμάτια στο εσωτερικό του σπιτιού και χρησίμευαν και ως υπνοδωμάτια. Οι φίλοι λάμβαναν μέρος στο δείπνο που γινόταν στο χώρο της τραπεζαρίας που ίσως βρίσκονταν στο χώρο του περιστυλίου. Έτσι, δημιουργήθηκε μια κοινωνική ιεραρχία που αντιστοιχεί στους χώρους της οικίας σε ότι αφορά την δυνατότητα μεγαλύτερης πρόσβασης στα εσωτερικά τμήματα του σπιτιού. Σήμερα αυτό γίνεται κατανοητό μέσα από την αρχιτεκτονική μορφή του σπιτιού, την διάθρωση των χώρων και την διακόσμηση των δωματίων. 27 Αυτό μας οδηγεί στον διαχωρισμό των δωματίων της οικίας σε «ιδιωτικού» και «δημόσιου» χαρακτήρα χώρους. «Δημόσιο» χαρακτήρα είχαν τα: atrium, vestibula, tablina ενώ τα cubicula και οι άλλοι χώροι της οικίας είχαν περισσότερο «ιδιωτικό» χαρακτήρα. Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι υπάρχει μια ιερή σχέση ανάμεσα στους ανοιχτούς και κλειστούς χώρους της οικίας, με τα κλειστά δωμάτια να προορίζονται μόνο για τα μέλη της οικογένειας, ενώ στα ανοιχτά δωμάτια δίνονταν πρόσβαση και στους επισκέπτες της οικίας.

27-28. Αναπαράσταση και κάτοψη ρωμαϊκού domus

Θεωρείται λοιπόν ότι όλα τα μέλη της οικογένειας δύναται να εισέλθουν στα ανοιχτά δωμάτια της οικίας. Αντιθέτως στα κλειστά δωμάτια ελέγχεται η πρόσβαση. Έτσι κατανοούμε ότι όλοι έχουν την δυνατότητα πρόσβασης στους χώρους της οικίας ανεξάρτητα από την κοινωνική τάξη (ελεύθερος/ δούλος) και το γένος του ατόμου.

26 Κζούνιας Γεώργιος, Η οικία με atrium: Θέματα τυπολογίας, προέλευσης, χρονολόγησης και κοινωνικής διαστρωμάτωσης σε σχέση με την ρωμαϊκή οικία 27 ibid

41


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

Με την προσθήκη του περιστυλίου (27) αλλάζουν οι χρήσεις κάποιον χώρων και προστίθενται νέοι με καινούριες λειτουργίες και χρήσεις. Έτσι στην οικία με το περιστύλιο οι συγκεντρώσεις των επίσημων καλεσμένων και φίλων γίνονταν στους χώρους που ανοίγονταν γύρω από αυτό, ενώ ο χώρος του atrium έγινε περισσότερο χώρος εμπορικών συναλλαγών και των τελετουργιών του Πάτρωνα. Τα γύρω δωμάτια έχουν περισσότερο ιδιωτικό χαρακτήρα. Μάλιστα στους ιδιωτικούς χώρους της οικίας εμποδίζεται και η πρόσβαση (κλειστοί χώροι ) σε σύγκριση με τους περισσότερο δημόσιους (ανοιχτοί χώροι) χώρους της οικίας. Με τις αλλαγές αυτές προκύπτουν και αλλαγές στην χρήση των χώρων ανάλογα με την κοινωνική προέλευση του κάθε ατόμου. Κατά τα τελευταία χρόνια έχει αποδειχθεί ότι οι αρχιτέκτονες επιδίωκαν σκόπιμα κατά το σχεδιασμό των περιστυλίων στα σπίτια της Πομπηίας του 1ου αι. π.Χ. να εξασφαλίσουν ότι ο φιλοξενούμενος θα λάμβανε την πιο ολοκληρωμένη εικόνα της κατοικίας, ως προς το μέγεθος και την δαπάνη του ιδιοκτήτη. Για να επιτύχουν αυτό τοποθετούσαν τα πιο εντυπωσιακά δωμάτια της υποδοχής γύρω από την περίστυλη αυλή, ώστε οι επισκέπτες να βλέπουν τους χώρους αυτούς. Ο αριθμός των αιθουσών υποδοχής μας βοηθά να αντιληφτούμε την κοινωνική τάξη του ιδιοκτήτη της οικίας. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο διαχωρισμός των περιοχών σε δημόσιες και ιδιωτικές είναι καίριας σημασίας, τόσο στην αρχαία ελληνική όσο και στη ρωμαϊκή κατοικία, ακόμα κι αν πραγματοποιείται με διαφορετικό τρόπο. Μπορεί να διαφέρουν τα μεγέθη και η κλίμακα, όσον αφορά τους υπαίθριους χώρους (αυλή, atrium, περιστύλιο) ή τους χώρους συγκέντρωσης (ανδρών, triclinium, οίκος), ή ακόμα και το κριτήριο του διαχωρισμού, άνδρας γυναίκα, κάτοικος – επισκέπτης, ανώτερης κοινωνικής τάξης – δούλος, αλλά η καθημερινή ζωή στην εκάστωτε κατοικία ήταν διαρθρωμένη με βάση αυτή την κατηγοριοποίηση. «Τα σπίτια με αυλή και γενικά ο διαχωρισμός δημόσιων και ιδιωτικών περιοχών χρησιμοποιούνται σε πολιτισμούς που χαρακτηρίζονται και από συνωστισμό και από ιεραρχική διάρθρωση, και η διάδοση τέτοιων σπιτιών σε όλες τους τις εκφάνσεις, από το απλό σπίτι της Ιεριχώς, της Ελλάδας, της Ρώμης, του Ισλάμ, της Ινδίας και της Λατινικής Αμερικής ως το πολυσύνθετο γιεν σπίτι της Κίνας, με τις πολλές αυλές του μπορεί να οφείλεται σε μια παρόμοια ανάγκη. Η αρχή που διέπει όλα αυτά τα σπίτια είναι η ίδια, και η μορφή τους παραμένει εν πολλοίς απαράλλακτη σε μακρές χρονικές περιόδους και σε μεγάλες περιοχές. Η βασική ανάγκη είναι να «δραπετεύσει» κανείς, παραμένοντας ωστόσο στη γνώριμη περιοχή της οικογένειας ή του γένους, και αυτό επιτυγχάνεται με το διαχωρισμό των περιοχών σε ιδιωτικές και δημόσιες.»28 (29) 28 Rapoport Amos – Φιλιππίδης Δημήτρης, Ανώνυμη Αρχιτεκτονική και πολιτιστικοί παράγοντες, Μέλισσα, 2010, σελ 118-9

42


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

Ταυτόχρονα όμως, σε αντίθεση με την αρχαία ελληνική κατοικία, που ήταν ο χώρος, που η οικογένεια μπορούσε να απομονωθεί και τα μέλη της να απολαύσουν την ιδιωτικότητα της, το ρωμαϊκό σπίτι αποτελούσε σημαντικό επίκεντρο της δημόσιας ζωής και το σύνολο του χώρου είχε οριστεί για να παρουσιάσει και να προβάλει την ταυτότητα και την ιδιότητα του ιδιοκτήτη στην κοινωνία του. Υπάρχει λοιπόν μια κοινωνική λειτουργία του σπιτιού, που προσδιορίζεται τόσο από την διαρρύθμιση των χώρων, όσο και από την επιλογή των διακοσμητικών στοιχείων. Ενδεχομένως λοιπόν το αίθριο να προσπαθεί να φέρει σε σωστή ισορροπία τη διπλή ανάγκη της φύσης του ανθρώπου, τόσο την έντονη κοινωνικότητα, το συνέρχεσθαι, όσο και την ανάγκη της ιδιωτικότητας και της προσωπικής ηρεμίας. Αυτό φαίνεται έντονα στις διαβαθμίσεις δημόσιων και ιδιωτικών περιοχών μέσα στις ιδιωτικές κατοικίες, όπου το αίθριο έρχεται ως πυκνωτής να τις συνταιριάσει, να συγκεντρώσει τους κάτοικους και τους επισκέπτες γύρω του, ενώ την ίδια στιγμή αφήνει εκτός του χώρους κατάλληλους για απομόνωση. Αποτελεί έναν κοινωνικό πυρήνα τόσο μεταξύ της ίδιας της οικογένειας, όσο και μεταξύ αυτής και του κοινωνικού της περίγυρου, που μπορεί να συγκεντρωθεί στον υπαίθριο αυτό χώρο.

29. Αιθριακές διατάξεις κατοικιών σε διαφορετικούς τόπους

29

43


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

44

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

30

31

32

33


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

Γ. Ιστορική Συνέχεια Προσπαθώντας να γίνει μια τυπολογική ανάλυση στα Παλιά Αθηναϊκά Σπίτια «.. θα ξεχωρίζαμε αρχικά τρεις τυπικές λύσεις. Μια πρώτη, όταν το κλειστό σχήμα βρίσκεται στο βάθος του οικοπέδου με την αυλή μπροστά του, προς το δρόμο. Μια δεύτερη, όταν το κλειστό σχήμα αγγίζει προς τη μία μεσοτοιχία, αφήνοντας την άλλη πλευρά για αυλή. Και μια τρίτη, όταν το κλειστό σχήμα έχει στο κέντρο του την αυλή, αγγίζοντας με το σώμα του και προς τις δύο μεσοτοιχίες (ή μόνο προς τη μία), αλλά ταυτόχρονα και προς την όψη του οικοπέδου που συνορεύει προς το δρόμο. (30)

30. Κάτοψη ισογείου κατοικία; Θουκυδίδου 13, Πλάκα

Όμως και οι τρεις αυτές τυπικές λύσεις, είναι στο βάθος η μία, δηλαδή ο ένας τύπος: μια αυλή που γύρω της τοποθετούνται οι κλειστοί χώροι. Ένας υπαίθριος, ξεσκέπαστος, χώρος που κλείνεται σ’ ένα ορισμένο μέγεθος, από τα κλειστά δωμάτια γύρω του (σε ισόγειο και όροφο), τοποθετημένα ή προς τη μία ή προς τις δύο ή και προς τις τρεις ή τέσσερις πλευρές του. Και ενδιάμεσο στοιχείο, μεταξύ αυλής και κλειστών χώρων το χαγιάτι ή η τζαμαρία, στο ανώγειο, και το υπόστεγο ή «σκεπαστό» από κάτω τους, στο ισόγειο ή κατώγι. Τι περίεργο όμως, εδώ φτάνουμε τώρα σε μιαν άλλη διαπίστωση, σαν κάτι να μας θυμίζει αυτή η τυπική διάταξη. Και βέβαια, μας φέρνει στο νου το αίθριο και τη στοά, ή περιστύλιο, της αρχαίας ελληνικής κατοικίας (ή τον βυζαντινό μοναστηριακό περίβολο). Γιατί πραγματικά, η αυλή της «λαϊκής» αθηναϊκής κατοικίας δεν είναι τίποτα άλλο παρά το αρχαίο αίθριο, και το χαγιάτι ή η τζαμαρία (με το υπόστεγο που δημιουργείται από κάτω τους) δεν είναι παρά η αρχαία στοά, το «περίστυλον»: τα δύο βασικά συνθετικά στοιχεία της ελληνικής αρχιτεκτονικής, από τους πιο παλιούς χρόνους. Δηλαδή η μορφή, -ο τύπος- του αρχιτεκτονικού έργου, που σύμφωνα με τις ειδικές κλιματολογικές και ηθικές συνθήκες του ελληνικού τοπίου, εκφράζει τη μορφοποίηση των λειτουργιών της ζωής μας, κατά τον πιο ουσιαστικό και καθολικό τρόπο. Και για να έχει και ήθος, να είναι ηθική προσωπικότητα, ηθικό πρόσωπο –ένα πρόσωπο που καθρεφτίζει απάνω του (και μέσα του) την πιο πιστή εσωτερικότητα της ψυχής μας. Δηλαδή εμάς τους σύγχρονους, μαζί και τους παλιούς πατέρες της ίδιας πατρίδας.»29

31. Κατοικία, Θουκυδίδου 13, Πλάκα, 1950

32-33. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Θουκυδίδου 13, Πλάκα, 2011

(31-33)

Ο συγκεκριμένος τύπος κατοικίας όμως, η αθηναϊκή κατοικία της Τουρκοκρατίας, παρουσιάζει πολλαπλή ευελιξία, καθώς εκτός από τους διαφορετικούς τύπους, ανάλογα με τον προσανατολισμό και το μέγεθος του 29 Κωνσταντινίδης Άρης, Τα Παλιά Αθηναϊκά Σπίτια, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, (1950) 2010, σελ. 43-45

45


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

34

35-37

46


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

οικοπέδου, υπάρχουν και δείγματα συν-κατοίκησης στην ίδια κατασκευή περισσότερων των μία οικογενειών. Σε διαφορετικές στάθμες ή ακόμα και μεγαλύτερης κλίμακας αιθριακές διαμορφώσεις αθηναϊκών σπιτιών στέγαζαν συχνά πολλές διαφορετικές οικογένειες. Οι ίδιες αρχές που χαρακτηρίζουν τα παλιά αθηναϊκά σπίτια, παρατηρούνται και στην κατοικία του αρχιτέκτονα Κλέων Κραντονέλλη, που σχεδίασε και κατασκεύασε το 1963 στην ίδια περιοχή με εκείνα, στον παραδοσιακό πλέον οικισμό της Πλάκας. Η παλιά γειτονιά της Πλάκας, το ιστορικό κέντρο της Αθήνας, προβληματίζει τον αρχιτέκτονα. Ο στενός δρόμος του οικοπέδου, παραπέμπει περισσότερο στην Αθήνα των χρόνων της Τουρκοκρατίας, παρά στη νεοκλασική Αθήνα. Σ’ αυτήν την Αθήνα επιλέγει να εντάξει το έργο του ο Κραντονέλλης. Όπως και ο Άρης Κωνσταντινίδης, δεν φαίνεται να συμπαθεί τον νεοκλασικισμό. Γυρνάει πίσω στο παλιό αθηναϊκό σπίτι, κι ίσως ακόμη πιο πίσω στο αρχαίο ελληνικό σπίτι, τ’ αρχαϊκό. Η πρόσοψη κλειστή όσο γίνεται (γιατί υπάρχουν ανοίγματα στο χώρο του γραφείου) στο ισόγειο τ’ απομονώνει απ’ το δρόμο. Ο Κραντονέλλης πρέπει να υιοθέτησε τη λύση από ένστικτο, «που συνεχίζει την παλιά αθηναϊκή παράδοση, με σύγχρονα όμως υλικά».30 Ο ίδιος σε δημοσίευση της κατοικίας του αναφέρει: «Όπως και στα παλιά αθηναϊκά σπίτια, η αυστηρή και κλειστή πρόσοψη απομονώνει από το δρόμο. Η ζωή του σπιτιού στρέφεται όλη προς τα μέσα, προς τον κήπο, τελείως απομονωμένη, μέσα στο δικό της κόσμο».31 (34) Η μεγάλη αυλόπορτα σε οδηγεί στο εσωτερικό που, όπως και στα παλιά αθηναϊκά σπίτια, διαιρείται σε πλακοστρωμένη αυλή, σκεπαστή, με κτιστούς πέτρινους πάγκους και μαρμάρινα spolia και κήπο, που το διαμορφώνουν νησίδες χαμηλής βλάστησης, επιφάνειες με χαλίκι, και τρία μεγάλα δέντρα. Στο ισόγειο βρίσκεται το γραφείο του αρχιτέκτονα και ο χώρος του σχεδιαστηρίου. Στον όροφο το καθιστικό, η κουζίνα και το υπνοδωμάτιο με τα βοηθητικά του. (35-37)

34. Κατόψεις ισογείου και ορόφου

35-37. Απόψεις της εσωτερικής αυλής

30 Καρδαμίτση-Αδάμη Μάρω, Ο Αρχιτέκτων Κλέων Κραντονέλλης, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα 2009, σελ. 36-39 31 Φιλιππίδης Δημήτρης, Η φευγαλέα μορφή του Κλέωνα Κραντονέλλη, Αρχιτεκτονικά Θέματα 31/1997, σελ. 54

47


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

38

39-40

48

41


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

Παρόμοια ο αρχιτέκτονας Νίκος Βαλσαμάκης δημιουργεί το 1980 στην περιοχή Παληάγιαννη Κηφισιάς, μια αυτάρκη αγροικία γύρω από ένα μεγάλο αίθριο, διατηρώντας το πρότυπο του ανώνυμου παραδοσιακού σπιτιού της Αττικής. Σίγουρα το μέγεθός της υπερβαίνει αυτό μίας απλής κατοικίας, κρατάει όμως σταθερό τον εσώστρεφο και κλειστό χαρακτήρα του συνόλου. (38) Η κατοικία οργανώνεται γύρω από μια κλειστή αυλή με στοά και σκεπαστούς χώρους, προστατευμένη από το βορρά, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ακόμα και το χειμώνα. Γύρω της είναι διατεταγμένοι όλοι οι χώροι του σπιτιού: από τη μία πλευρά ο χώρος υποδοχής, η τραπεζαρία, η κουζίνα και το γραφείο και από την άλλη τα δύο υπνοδωμάτια των παιδιών και ο ανεξάρτητος ξενώνας. Στη νότια πλευρά, λόγω της κλίσης δημιουργείται άλλο ένα χαμηλότερο, ισόγεια τμηματικά επίπεδο, όπου βρίσκονται το υπνοδωμάτιο των γονέων με το λουτρό και ένα μεγάλο εργαστήριο υφαντουργίας και ξυλουργικής. Βεράντες ανοιχτές και σκεπασμένες, ανατολικές και μεσημβρινές, με θέα ή χωρίς, καθώς και η κλειστή αυλή προσφέρουν πολλές δυνατότητες υπαίθριας ζωής όλο το χρόνο.32 (39-41)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

38. Κάτοψη ισογείου

39-41. Απόψεις της εσωτερικής αυλής

Το θέμα της απομόνωσης και της ιδιωτικότητας παρατηρεί κανείς λοιπόν πως επανέρχεται και σε σύγχρονες κατασκευές. Ο παραδοσιακός χαρακτήρας της περιοχής της κατοικίας του Κραντονέλλη δεν μπορεί να αποτελεί τον αποκλειστικό παράγοντα στο σχεδιασμό της. Εξίσου σημαντικό κίνητρο φαίνεται να παίζει ο τρόπος ζωής που προτείνουν και επιθυμούν οι αρχιτέκτονες για τον τόπο εργασίας και κατοικίας. Η ανάγκη της απομόνωσης μέσα στην σύγχρονη πόλη, είτε σε μια μικρή κατοικία στο κέντρο της, είτε σε μια προαστική μονοκατοικία, φαίνεται να διατηρείται ζωντανή.

32 Θέματα χώρου και τεχνών 13/1982, σελ. 69-70 και Βαλσαμάκης Νίκος: Αρχιτέκτων, Μουσείο Μπενάκη, 2007, Αθήνα, σελ. 114-7

49


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

42

43-45

50

46


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

Δ. Μετάβαση από το φυσικό στο τεχνητό περιβάλλον Η τυπολογία του αιθρίου παρατηρείται όμως και σε μια σειρά κατοικιών, που ενώ είναι ήδη από τη θέση τους ιδιωτικές και απομονωμένες, το χρησιμοποιούν για να ορίσουν μεταβατικούς χώρους. Ο σχηματισμός του αιθρίου λαμβάνει ρόλο σύνδεσης και ενοποίησης με το φυσικό τοπίο. Έτσι κατοικίες, που βρίσκονται ελεύθερες στο φυσικό τοπίο, μπορεί να μην ολοκληρώνουν αυστηρά το κλειστό περιμετρικό σχήμα με κτιστή μάζα ή τοίχους, επιτυγχάνουν όμως την οριοθέτηση με έμμεσους τρόπους. Στην κατοικία Γρηγοριάδη στο Πόρτο Ράφτη, ο Κραντονέλλης δημιουργεί το 1964 ένα κλειστό σχήμα με εσωτερικό αίθριο. Παρά τη μεγάλη κλίση του εδάφους, κρατάει όλο το συγκρότημα της κατοικίας σ’ ένα μεγάλο ενιαίο επίπεδο. Μία πέτρινη βάση, ένας μεγάλος αναλημματικός τοίχος από ανεπίχριστη λιθοδομή δημιουργείται έτσι και από τις τρεις πλευρές του επιπέδου. Πάνω σ’ αυτό, η κατοικία αναπτύσσεται σε Γ με θέα προς τη θάλασσα και το βορρά που κλείνει μια μακριά στοά. Η είσοδος στο συγκρότημα γίνεται μέσω μιας ράμπας, που οδηγεί στο αίθριο. Στη βορειοδυτική γωνία του αιθρίου υπάρχει μικρός ξενώνας. Το αυστηρό κλειστό σχήμα του τετραγώνου σπάνε οι καταλήξεις των κεραιών που προεξέχουν ελαφρά. 33 (42) Μπορεί λοιπόν οι χώροι να μην διατάσσονται απ’ όλες τις πλευρές του αιθρίου, αλλά η κλειστή γωνία της κατοικίας και η τοποθέτηση του ξενώνα αντιδιαμετρικά της οριοθετούν τις οπτικές φυγές. Ο κεντρικός χώρος του αιθρίου, που στο αρχικό σχέδιο προοριζόταν για κήπο, αν και τελικά δεν υλοποιήθηκε για πρακτικούς λόγους 34, όριζε έναν χώρο, τον οποίο δεν μπορούσε κανείς να διασχίσει, αλλά περπατούσε γύρω του. Όλους τους χώρους της κατοικίας μπορεί να τους πλησιάσει κανείς κάτω από το υπόστεγο και υπάρχουν δωμάτια στα οποία η είσοδος γίνεται από το αίθριο. Ο κεντρικός κήπος καθώς και η περιμετρική και η βορεινή στοά ορίζουν σαφώς το περίγραμμα της κατοικίας και υποδεικνύουν μία περιμετρική κίνηση, μία επικοινωνία των χώρων εξωτερικά, μέσω του αιθρίου, που αποτελεί το κέντρο της κατοικίας. Γενικά, η διάταξη των χώρων μελετήθηκε έτσι, ώστε η μετάβαση από τους κλειστούς χώρους στους υπαίθριους να γίνεται βαθμιαία μέσω στεγασμένων και περίκλειστων υπαίθριων χώρων.35(45-46)

42. Κάτοψη ισογείου

45-46. Απόψεις του αιθρίου και του περιμετρικού υπόστεγου χώρου

33 Καρδαμίτση-Αδάμη Μάρω, Ο Αρχιτέκτων Κλέων Κραντονέλλης, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα 2009, σελ. 39-40 34 Φιλιππίδης Δημήτρης στο Ντοκιμαντέρ Κλέων Κραντονέλλης, Πορτραίτα και Διαδρομές Ελλήνων αρχιτεκτόνων, επιμ. Τζιρτζιλάκης Γιώργος, ΕΡΤ, Αθήνα, 2006 35 Κραντονέλλης Κλέων, Σπίτι κοντά στη θάλασσα, Αρχιτεκτονική 67/ 1968, σελ. 64-69

51


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

47

48-50

52

51


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

Το αυστηρό γεωμετρικό σχήμα της κατοικίας πιθανότατα προκύπτει και από την ανάγκη του αρχιτέκτονα να διαμορφώσει ένα ορισμένο περιβάλλον μέσα στο τοπίο, το οποίο τον επηρεάζει στο σχεδιασμό. Τα υλικά του, η βάση από την πέτρα που βρέθηκε στην εκσκαφή, οι αναβαθμοί οι πεζούλες, που δένουν με τους τοίχους και τη βάση του κτηρίου, αλλά και η στροφή του κτηρίου για να ευθυγραμμιστεί με τον άξονα, ανάμεσα στο νησάκι και τη στεριά, και το άνοιγμα του αιθρίου που δημιουργείται απέναντι από τη θέα της θάλασσας, δηλώνουν τις προθέσεις του αρχιτέκτονα για εναρμονισμό με το τοπίο.36 Το αίθριο έρχεται λοιπόν ως μέσο σύνδεσης με το φυσικό περιβάλλον, αλλά ταυτόχρονα και ως μέσο οριοθέτησης ενός κατοικήσιμου χώρου. (43-44)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

43-44. Εξωτερικές απόψεις της κατοικίας

Ο Alvar Aalto χρησιμοποίησε αρκετές φορές την τυπολογία του αιθρίου στα κτίσματα που σχεδίασε. Η Villa Mairea που κατασκεύασε το 1938 στο Νoormarkku της Φινλανδίας είναι μία καλοκαιρινή κατοικία στην κορυφή ενός μικρού λόφου μέσα στο πευκοδάσος. Η κατοικία διατάσσεται σε σχήμα Γ. (47) Οι κύριοι χώροι της, το μεγάλο καθιστικό και ο χώρος του φαγητού και της προετοιμασίας του, είναι διατεταγμένοι γύρω από την κεντρική φυτεμένη αυλή στο ισόγειο, μαζί με το γραφείο- βιβλιοθήκη και το χώρο εισόδου. Στον όροφο βρίσκονται τα υπνοδωμάτια, ένα μικρότερο καθιστικό και το studio ζωγραφικής της ιδιοκτήτριας. Στο πίσω μέρος υπάρχει ένα στέγαστρο επίσης σε σχήμα Γ, στεγασμένο με πόα, όπου εμπεριέχεται η σάουνα και η περιοχή της πισίνας. Το στέγαστρο μαζί με τις συμπληρωματικές λειτουργίες που περιλαμβάνει, έρχεται να ολοκληρώσει την κτιστή μάζα της κατοικίας και ταυτόχρονα να οριοθετήσει τον υπαίθριο χώρο. Τέλος, υπάρχει μια είσοδος ελεύθερης μορφής και στην πλευρά μια loggia ελεύθερου σχήματος τοποθετημένη ομόκεντρα κάτω από το studio στον όροφο. Το studio αποτελεί ένα κυρίαρχο χαρακτηριστικό εξωτερικά και είναι εξ ολοκλήρου επενδεδυμένο με ξύλο.37 (48-49-51)

47. Κάτοψη ισογείου

48-49-51. Εξωτερικές απόψεις της κατοικίας

Ο συσχετισμός και η ομαλή μετάβαση μεταξύ των κλειστών και των υπαίθριων χώρων της κατοικίας φαίνεται ότι επηρέασαν τον αρχιτέκτονα στο σχεδιασμό και τα μεγάλα ανοίγματα του καθιστικού και της τραπεζαρίας, προσπαθούν να επιτύχουν αυτή τη σύνδεση. Επιθυμία του αρχιτέκτονα είναι να χρησιμοποιήσει το λεξιλόγιο της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, αλλά και να συνδεθεί με την παράδοση του 36 Φιλιππίδης Δημήτρης στο Πορτραίτα και Διαδρομές Ελλήνων αρχιτεκτόνων, Κλέων Κραντονέλλης, επιμ. Τζιρτζιλάκης Γιώργος, ΕΡΤ, 2006 37 Ποταμιάνος Ιάκωβος, Σημειώσεις Ιστορίας Αρχιτεκτονικής ΔΠΘ, 2004, Ύστερος Μοντερνισμός, σελ. 14

53


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

52

53-54

54

55


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

τόπου του. Αυτό επιτυγχάνεται τόσο μορφολογικά, διατηρώντας στοιχεία του φινλανδικού τοπίου και του παραδοσιακού τρόπου χτισίματος, όσο και τυπολογικά, διατηρώντας τη βασική διάταξη των φινλανδικών σπιτιών. Η ίδια η κατασκευή αναφέρεται συμβολικά στην καταγωγή της: η σάουνα συμβολίζει τα τοπικά πολιτιστικά στοιχεία – συνδέεται με έναν τοίχο από ακατέργαστη πέτρα με το κυρίως σπίτι και είναι μια παραδοσιακή ξύλινη κατασκευή με στέγη από χόρτα, χτισμένη σύμφωνα με τους κανόνες των φινλανδικών ξύλινων κατασκευών, σε αντίθεση με την επιτηδευμένη αρχιτεκτονική του ίδιου του σπιτιού. Επιπλέον, η επανάληψη του ίδιου σχήματος στην κάτοψη του στούντιο, του χώρου της εισόδου και της πισίνας θυμίζει το κυματιστό περίγραμμα μιας τυπικής φινλανδικής λίμνης. Μπορεί στην κατοικία να μην υλοποιείται αυστηρά το κλειστό αιθριακό σχήμα, όμως οι λειτουργίες βρίσκονται σε τέτοια θέση μεταξύ τους, που ολοκληρώνουν την περιμετρική διάταξη και καθιστούν την αυλή, το κεντρικό σημείο αναφοράς της κατοικίας. Το ίδιο το τοπίο όμως, το ξέφωτο μέσα στο δάσος, όπου είναι χτισμένη η Villa Mairea, αποτελεί το κατεξοχήν αίθριο, που από-μονώνει τους ενοίκους. Σε μία ελεγχόμενη περιοχή, αλλά χωρίς συγκεκριμένη είσοδο, χωρίς όρια, μαντρότοιχους ή κάγκελα, ο Aalto καταφέρνει να ορίσει τον ιδιωτικό χώρο. Η ίδια η φύση είναι το όριο, οι ψηλοί κορμοί δέντρων περιορίζουν το βλέμμα και κανείς μπορεί να νιώσει την αίσθηση της ασφάλειας και της εσωτερικότητας. (50)

50. H κατοικία μέσα στο ξέφωτο του δάσους

Ο Alvar Aalto σχεδίασε επίσης κατά το πρότυπο του αιθρίου και τη δική του εξοχική κατοικία (Muuratsalo Experimental House, 1952) σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία στη βορειοκεντρική Φινλανδία, στο νησί Muuratsalo. Χτισμένη μπροστά σε μια λίμνη και ανάμεσα στα πυκνά δέντρα του δάσους, η επιλογή της θέσης της κατοικίας έχει κάτι το ηρωικό, θυμίζει τις τοποθεσίες αρχαίων ελληνικών ναών, που ήταν σαφώς ορισμένες από το τοπίο. 38 (53)

53. Η κατοικία μέσα στο τοπίο

Η κατοικία ορίζει ένα αυστηρό ορθογώνιο, το οποίο αποτελείται από το κτίσμα σε σχήμα Γ και το αίθριο στην εσοχή του. Ανοιχτό προς τη λίμνη, με είσοδο και οπτικά ανοίγματα, αλλά ταυτόχρονα περίκλειστο και σαφώς ορισμένο με ψηλούς τοίχους, το αίθριο φιλοξενεί τους πειραματισμούς του αρχιτέκτονα με τα διάφορα είδη τούβλων και τους τρόπους χτισίματος τους, καθώς και μία εστία στο κέντρο του, πιθανότατα με αρχαϊκές αναφορές. Στην μία πτέρυγα του Γ βρίσκονται το καθιστικό, η τραπεζαρία και το γραφείο, σε πατάρι, που δίνει την αφορμή για την κλίση της στέγης. Στην κάθετη πτέρυγα στεγάζονται τα υπνοδωμάτια, ενώ στην τομή τους βρίσκεται η κουζίνα και ο χώρος υγιεινής. Από εκεί έχει κανείς πρόσβαση στα βοηθητικά κτίσματα, τον ξενώνα, χτισμένο χωρίς θεμέλια, καθώς και άλλες πειραματικές κατασκευές μικρής κλίμακας. (52)

52. Κάτοψη ισογείου

38 Louna Lahti, Αalto, Taschen, Koln 2004, σελ. 71

55


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

56-57

56


ΙΔ Ι ΩΤ Ι Κ Ο

ΑΤΟΜΙ Κ Ο

Α Π Ο Μ Ο ΝΩ Σ Η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2

Και οι δύο αυτές κατοικίες, ο Aalto επιχειρεί να ισορροπήσει το κτιστό περιβάλλον με το φυσικό τοπίο. Να φέρει σε επαφή την καθημερινή ζωή με τη φύση και να τις ενοποιήσει μέσω του υπαίθριου διαμορφωμένου χώρου ανάμεσα τους. Η φυτεμένη αυλή της Villa Mairea και το αίθριο του Experimental House είναι η μετάβαση ανάμεσα στο ανθρωπογενές και στο φυσικό περιβάλλον, είναι ο χώρος που επιτυγχάνεται τη σύζευξη τους. Σε αντίθεση λοιπόν με τα πρώτα παραδείγματα αυτής της ενότητας, το αρχαίο ελληνικό, το ρωμαϊκό και το παλιό αθηναϊκό σπίτι, οι τελευταίες κατοικίες δεν βρίσκονται σε συστοιχία με τις διπλανές τους, δεν βρίσκονται καν στο περιβάλλον της πόλης, αλλά στέκουν ελεύθερες μέσα στο φυσικό τοπίο. Η επιλογή της συγκεκριμένης τυπολογίας λοιπόν σε αυτό το πλαίσιο ίσως να αιτιολογεί την ανάγκη από τη μεριά του αρχιτέκτονα να ορίσει για τον μέλλοντα κάτοικο, έναν «εσωτερικό» κόσμο, μια περιοχή μέσα στο περιβάλλον, όπου θα μπορεί να αισθανθεί ασφαλής και ήρεμος, χωρίς όμως ταυτόχρονα να τον απομονώνει από αυτό. (54-55)

54-55. Εσωτερικές απόψεις του αιθρίου

Ένα τελευταίο παράδειγμα που θα μπορούσε να προστεθεί σ’ αυτήν την ενότητα των απομονωμένων αιθριακών κατασκευών μέσα στο φυσικό τοπίο είναι τα μαντριά. Κυκλοτερείς διατάξεις με σκοπό τη φύλαξη και την προστασία ζώων από τις καιρικές συνθήκες, τα μαντριά είναι σπαρμένα σε αμέτρητα σημεία της ελληνικής υπαίθρου. Με τον ελάχιστο απαιτούμενο κτιστό όγκο, συχνά μόνο αυτό μιας περίφραξης ή ενός στεγάστρου, ενσωματώνονται απόλυτα στο τοπίο. «Τα μαντριά, παρότι χώροι μελλοθανάτων, φαίνεται να αποτελούν δοχεία ζωής προσαρμοσμένα με μοναδικό τρόπο στο τοπίο, με καλό προσανατολισμό και αερισμό, φυσικά υλικά και μια απλότητα στη δομή τους. Παράλληλα, είναι πάντα «αυθαίρετα» και νομιμοποιούνται τελικά από τις δυνάμεις της φύσης, την επάρκεια για βοσκή, τις κλιματικές συνθήκες, και την έννοια νομαδικότητας. Κατά παράβαση των συχνά χυδαίων σύγχρονων νεοελληνικών μορφολογικών αναζητήσεων που μολύνουν ανεπανόρθωτα το ελληνικό τοπίο, καλύβες και μαντριά αναδύονται, δομημένα περιέργως από τους ίδιους τελικά ανθρώπους, με εντελώς όμως διαφορετικό τρόπο και εντελώς διαφορετικά φυσικά υλικά. Εξακολουθούν δε ως προς τη μορφή τους, να παραμένουν αναλλοίωτες στο χρόνο υποδεικνύοντας σταθερές αρχετυπικές αξίες. Πάντα με ενδιέφερε ο διάλογος του παλιού με το σύγχρονο, μα εδώ έχουμε να κάνουμε με μια παράξενη ιδιαιτερότητα όπου το παλιό παραμένει σταθερό και ανέπαφο.»39

56-57. Θεσσαλονίκη, Λίμνη Μεγάλη Βόλβη

(56-57)

39 Τριανταφύλλου Γιώργος, Αρχέτυπα, από τις καλύβες και τα μαντριά στη σύγχρονη τέχνη και αρχιτεκτονική, K.Adam Publications, Αθήνα, 2010, σελ. 16, 36

57


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

2

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

Ε. Συμπεράσματα Η ανάλυση των παραπάνω παραδειγμάτων έχει ως στόχο να συνδέσει την μορφή του αιθρίου και της περιμετρικής διάταξης με την εσωστρέφεια που επιτυγχάνεται. Τόσο στην αρχαία ελληνική ή ρωμαϊκή πόλη, όσο και σε αυτή της περιόδου της Τουρκοκρατίας ή και τη σύγχρονη ακόμα, παρατηρούμε την ανάγκη για απομόνωση και ιδιωτικότητα του κατοίκου. Μπορεί οι λόγοι να ποικίλουν, από την κοινωνική θέση της γυναίκας, μέχρι την προστασία και την προφύλαξη της ιδιωτικής ζωής και περιουσίας, η απαίτηση όμως παραμένει σταθερή. Στην περίπτωση της κατοικίας μέσα στη φύση, μπορεί η απομόνωση να κατορθώνεται από την ίδια τη θέση της, το αίθριο αναλαμβάνει όμως το ρόλο της σύνδεσης του κτιστού με το φυσικό τοπίο. Η ψυχολογική ανάγκη της απομόνωσης δεν αποτελεί όμως τον μοναδικό παράγοντα. Ο τρόπος ζωής που εμπνέει την αιθριακή κατοικία, αλλά ταυτόχρονα διαμορφώνεται και ο ίδιος μέσα σ’ αυτή είναι ιδιαίτερης σημασίας. Οι κοινωνικές σχέσεις, που αναπτύσσονται μεταξύ των μελών της εκάστοτε κοινωνίας λαμβάνουν χώρα μέσα στην κατοικία. Είτε ως χώρος συγκέντρωσης της οικογένειας και του κοινωνικού της περίγυρου, είτε ως μέσο προβολής του ιδιοκτήτη μέσα στην κοινωνία, ο προστατευμένος υπαίθριος χώρος του αιθρίου συμπεριλαμβάνει μέσα του κάθε είδους κοινωνική ζωή. Ενοποιώντας ή διαχωρίζοντας ενότητες χώρων γύρω του, ενώνοντας φυσικό και τεχνητό περιβάλλον, το αίθριο ορίζει μια οργανική ενότητα, ένα κλειστό αυτοτελές σύνολο, τον ιδιωτικό χώρο, τόσο μέσα στην πόλη, όσο και μέσα στην ύπαιθρο.

58


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΑΠΟΝΩΜΕΝΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ / ΑΜΥΝΑ & ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

3

Σκοπός αυτού του κεφαλαίου είναι να μελετηθούν οι κατοικίες που οργανώνονται συλλογικά με κύριο στόχο την προστασία και το σχηματισμό κλειστών κοινωνιών. Σε διάφορες στιγμές ανά την ιστορία έχουν δημιουργηθεί τέτοιες ενότητες, όπως υπό την προστασία ενός βασιλιά με τη δημιουργία ανακτόρων, ενός ηγεμόνα που προφυλάσσει και οργανώνει το λαό του, ή ακόμα με αφορμή τη θρησκεία, όπου ανεξάρτητες κλειστές ενότητες οργανώνονται εκτός των οικισμών.

Α. Τοποθεσία Κοινός τόπος όλων των παραδειγμάτων που θα αναλυθούν στο κεφάλαιο αυτό είναι η προστασία και η ασφάλεια, που επιδιώκουν για τους κατοίκους τους. Η πρώτη βασική επιλογή για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος είναι η θέση τους. Ο αμυντικός χαρακτήρας που τα διακρίνει, εκφράζεται πρωτίστως με την επιλογή θέσεων απομακρυσμένων και προφυλαγμένων από τον κάθε είδους εχθρό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το μυκηναϊκό ανάκτορο. Βασική σημασία για τους οικισμούς της εποχής, έχει το οχυρό του φυσικού εδάφους της περιοχής. Οι μυκηναϊκές ακροπόλεις ιδρύονται πάνω σε λόφο ή οχυρό ύψωμα, είναι οχυρωμένες με ισχυρή περιτοίχιση και περιλαμβάνουν το ανάκτορο του βασιλιά και μικρό αριθμό κατοικιών. Μπορούσαν να προστατεύσουν σε ανάγκη και το λαό του οικισμού που εκτείνονταν εκεί κοντά, του οποίου το μέγεθος ήταν περιορισμένο. Η οργάνωση και οχύρωση των ακροπόλεων ήταν προσαρμοσμένη στο κοινωνικό σύστημα της εξουσίας, την οποία εξασκούσε ο βασιλιάς και η αριστοκρατία των εξ επαγγέλματος πολεμιστών της εποχής. 59


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

3

ΑΙΘ ΡΙΟ

58

60

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

59


ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

Πέρα από την οχυρή θέση, τα ανάκτορα βρίσκονται σχεδόν όλα κοντά σε περιοχές με φυσική παραγωγή. Η βάση της οικονομίας είναι η γεωργία και η κτηνοτροφία. Υφίσταται επίσης το σύστημα της συγκεντρώσεως αγαθών στα ανάκτορα, τα οποία έχουν εξελιχθεί σε βιοτεχνικά κέντρα, τουλάχιστον στο τέλος της περιόδου (έργα τέχνης, αγγεία κλπ). Οι ηγεμόνες της εποχής γίνονται λοιπόν έμποροι και ταξιδεύουν πέρα απ’ τις θάλασσες για τα οικονομικά οφέλη των ανταλλαγών τους.40 Τα μυκηναϊκά ανάκτορα χτίζονται ανάμεσα στην περίοδο 1425 -1100 π.Χ. και ο κύριος πυρήνας τους είναι το μέγαρο, το κυρίως βασιλικό ενδιαίτημα. Η μορφή του προοιωνίζεται στα προγενέστερα κτήρια κατοικίας στον ελληνικό χώρο και περιλαμβάνει την είσοδο, ένα πρόδομο και ένα μεγάλο χώρο για του άνδρες, το κυρίως μέγαρο. Μια αυλή με βωμό προηγείται του μεγάρου και ακόμα ένα πρόπυλο. Γύρω από την αυλή διατάσσονται τα διάφορα διαμερίσματα για την λειτουργία του παλατιού.

58. Κάτοψη μεγάρου

Γενικά χαρακτηριστικά των μυκηναϊκών ανακτόρων είναι η διάταξη των στοιχείων γύρω από αυλή με πρόπυλο, τo τριμερές μέγαρο με την πρόσοψη πάντοτε προς τον νότο και η στέγασή του πιθανότατα με οριζόντιο δώμα. Το μέγαρο ήταν συνήθως ισόγειο, ενώ τα πλάγια διαμερίσματα διέθεταν τουλάχιστον ένα ακόμα όροφο. Γνωστές μας μυκηναϊκές ακροπόλεις και ανάκτορα είναι αυτά των Μυκηνών, της Τίρυνθας, της Πύλου και των Αθηνών. Η καλύτερα σωζόμενη ακρόπολη, όπου μπορεί να παρατηρήσει κανείς τα παραπάνω στοιχεία των μυκηναϊκών ανακτόρων είναι η ακρόπολη της Τίρυνθας. Εκτείνεται σε μήκος από βορρά προς νότο και διακρίνονται δύο μέρη. Το νότιο καταλαμβάνεται εξ ολοκλήρου από το ανάκτορο, ενώ το βόρειο, περιείχε λίγα κτίσματα και χρησίμευε για την προστασία των περιοίκων. Η κεντρική αυλή έχει πλευρικά κιονοστοιχίες, είναι στρωμένη με ισχυρό κονίαμα και έχει σχήμα ορθογώνιο. Κεντρικά της ορθώνεται το μέγαρο, με τριμερή οργάνωση, ενώ γύρω από αυτήν είναι διατεταγμένα τα υπόλοιπα διαμερίσματα. (58,59) Με τα ίδια κριτήρια της προστασίας και της ασφάλειας επιλέγονται και οι τοποθεσίες ίδρυσης των ελληνικών ορθόδοξων μοναστηριών.

59. Κεντρικό Τμήμα Ακρόπολης Τίρυνθας, Κάτοψη 1.Ανατολική είσοδος 2-3.Σύριγγες 4.Εσωτερικό Πρόπυλο 5.Εξωτερικό Πρόπυλο 6.Μέγαρο Βασιλιά 7.Μέγαρο Βασιλίσσης και Διαδόχου

Οι λόγοι που ευνόησαν την ανάπτυξη του ασκητισμού κατά τους βυζαντινούς χρόνους θα πρέπει να αναζητηθούν στο ιδιαίτερο κοινωνικό κλίμα της τελευταίας ρωμαϊκής περιόδου, όπως διαμορφώθηκε στις περιοχές της ανατολικής αυτοκρατορίας, και το καθεστώς διωγμών κάτω απ’ το οποίο διαδόθηκε η χριστιανική θρησκεία. 40 Μπούρας Χαράλαμπος, Μαθήματα Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Α’ τόμος, Συμμετρία, 1999, σελ. 106-7

61



ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

Η ζωή του αναχωρητή μοναχού πρέπει να έχει σαν βασικά γνωρίσματα την απόλυτη προσήλωση στην έννοια του θείου και τη στροφή προς τα έσω. Στόχος της πρέπει να είναι η πληρέστερη επαφή με το υπερβατικό. Ένας από τους χαρακτηριστικούς κανόνες της ζωής των μοναστηριών είναι η λεγόμενη άσκηση, δηλαδή η ηθελημένη πολλές φορές υποβολή του ατόμου σε δοκιμασίες, ώστε να έχει την ευκαιρία να ασκήσει την πίστη του στην προσπάθεια του να τις υπομείνει. Η προσήλωση λοιπόν στις θέσεις του αυστηρού μυστικισμού και η περιφρούρηση τους κατέληξε να αποτελεί τον κυριότερο στόχο κάθε μοναστηριακής δραστηριότητας. Η εμμονή στην παράδοση εν γένει και η άρνηση κάθε νεωτερισμού διαμόρφωσε ένα άλλο χαρακτηριστικό του ανατολικού μοναχισμού, τον έντονο συντηρητισμό. Ο ασκητισμός εμφανίστηκε σαν μια τάση φυγής από τα εγκόσμια, σαν άρνηση δηλαδή των κάθε είδους κοινωνικών συμβάσεων. Η τόσο έντονη ανάπτυξη του όμως δεν οφείλεται μόνο στους υψηλούς πνευματικούς του στόχους. ‘Οπωσδήποτε σ’ αυτήν συνέβαλαν και λόγοι καθαρά κοινωνικοί. Στους δύσκολους χρόνους της πολυκύμαντης Ιστορίας του βυζαντινού κράτους, τα μοναστήρια αποτελούσαν κατά κανόνα ένα σίγουρο καταφύγιο για τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Η ένταξη σε κάποιο κοινόβιο παρείχε συνήθως εξασφάλιση από όλες τις δυσκολίες της καθημερινής ζωής, τη φτώχεια, την εξαθλίωση, την κοινωνική καταπίεση και ακόμα τις φορολογικές και στρατιωτικές υποχρεώσεις. Τα κίνητρα λοιπόν για τις μεγάλες μάζες των μοναχών ήταν παράλληλα με τα πνευματικά και καθαρά ανθρώπινα, πεζά. Για όλους τους πιο πάνω λόγους, από καθαρά κοινωνική άποψη, ο ελληνικός μοναχισμός πήρε τελικά έναν ιδιότυπο αντιφατικό χαρακτήρα. Η τάση προς το μυστικισμό και οι καθαρά ανθρώπινες πλευρές του ήταν οι αντίρροπες αιτίες αυτής της αντίφασης. Συνολικά αποτέλεσε ένα φαινόμενο σύνθετο όσο και μοναδικό, δηλαδή ένα πνευματικό, μυστικιστικό κίνημα, αλλά και έναν κοινωνικό θεσμό, ακόμα μια άρνηση της κοινωνικής ζωής, αλλά και ένα στήριγμα της θεοκρατικής βυζαντινής κοινωνίας. 41 Πρέπει να αναφέρουμε ακόμα ότι ο ρόλος των μοναστηριών και σαν οικονομικών μονάδων, μέσα στα πλαίσια της βυζαντινής οικονομίας, ήταν σημαντικός. Αρχικά βέβαια η οικονομική λειτουργία των μονών βασιζόταν, σχεδόν αποκλειστικά, στις κάθε είδους δωρεές. Σιγά σιγά όμως, και κυρίως με την επικράτηση της συνήθειας των κληροδοτημάτων ο χαρακτήρας τους άλλαξε. Μεγάλες περιουσίες συγκεντρώθηκαν στα μοναστήρια, η εκμετάλλευση των όποιων μετέβαλε την οικονομική λειτουργία τους, σε παραγωγική.

41 Παπαϊωάννου Κωνσταντίνος, Τα ελληνικά μοναστήρια σαν αρχιτεκτονικές συνθέσεις, Διδακτορική Διατριβή ΕΜΠ, Αθήνα, 1977, σελ. 7-9

63


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

3

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

61

62

64


ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

Για τους λόγους απομάκρυνσης από τα εγκόσμια, που επέβαλλε ο μοναστικός τρόπος ζωής και η λογική του ασκητισμού, για τους καθαρά κοινωνικούς λόγους απομόνωσης, αλλά και για την προστασία της περιουσίας των μοναστηριών επιλέγονταν θέσεις δυσπρόσιτες για την ίδρυση τους. Με πιο σημαντικό παράδειγμα το σύνολο των μοναστηριών του Αγ. Όρους, τα περισσότερα μοναστήρια είναι χτισμένα σε απόκρημνες τοποθεσίες και οχυρωμένα με ισχυρά τείχη. (60) Οι πύργοι που διαθέτουν αρκετές μονές ενισχύουν τον καθαρά αμυντικό τους χαρακτήρα. Χτισμένοι στο κέντρο των μοναστηριών ή στο ψηλότερο σημείο του μοναστηριού χρησιμεύουν ως παρατηρητήρια των πειρατικών επιδρομών και ως τελευταίο καταφύγιο των μοναχών, όταν η υπόλοιπη μονή έχει καταληφθεί από πειρατές ή από ληστές. Πύργοι- παρατηρητήρια χτίστηκαν και σε αρκετούς αρσανάδες των μονών. Είναι τετράγωνα οικοδομήματα με εσωτερικό κλιμακοστάσιο, ενώ στην κορυφή τους υπήρχε πάντα παρεκκλήσιο και πολεμίστρες στην περίμετρο.

60. Μονή Φιλοθέου,

Άγ. Όρος

Β. Οργάνωση 1. Γενική Διάταξη Εκτός όμως από την επιλογή της οχυρής θέσης για την προστασία του οικισμού, η κάθε μονάδα χαρακτηρίζεται και από μία ιδιαίτερη οργάνωση, μία γενική διάταξη, που οριοθετεί τη συγκέντρωση κατοικιών και τον ελεύθερο αιθριακό χώρο ανάμεσα τους, αλλά ταυτόχρονα αυτονομεί τη μονάδα και την ορίζει ως ένα κλειστό σύνολο. Με αυτόν τον τρόπο οργανώνεται το κάστρο της Αντιπάρου. Ο πυρήνας του οικισμού αντιπροσωπεύει μια τελείως ιδιαίτερη πολεοδομική συγκρότηση. Πρόκειται για μια ενιαία, αυτόνομη οικιστική μονάδα, διατεταγμένη γύρω από μία τετράγωνη αυλή, κτισμένη την εποχή της Ενετοκρατίας. Στον μεσαιωνικό πυρήνα διακρίνονται τρεις ζώνες οικιστικής ανάπτυξης, που αντιπροσωπεύουν τo κυρίως οχυρωμένο τμήμα του οικισμού. Η ζώνη που αποτελεί και την αρχική εγκατάσταση, περιλαμβάνει μια ζώνη περιμετρικών κτισμάτων, που διαμορφώνουν τετράγωνο περίβολο (54x54μ.) και κυκλικό πύργο στο κέντρο του. Δύο ακόμη ζώνες σχηματίστηκαν μεταγενέστερα. Η μια, εξωτερικά, σε επέκταση της πρώτης προς νότο και η άλλη, σε τμήμα του ελεύθερου χώρου στο εσωτερικό του κάστρου, με τη μορφή δακτυλίου γύρω από τον πύργο. Οι τρεις αυτές ζώνες αποτελούν ενιαίο αμυντικό συγκρότημα κλειστής μορφής με μια μόνο προσπέλαση από τον εξωτερικό χώρο. 42 42 Αποστόλου Φίλιππος, Το κάστρο της Αντιπάρου, Διδακτορική Διατριβή ΕΜΠ, Αθήνα, 1978, σελ. 13-14

61. Η δομή του παλιού οικισμού

65


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

3

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

63-65

66


ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

Η χωρητικότητα των τμημάτων του παλαιού οικισμού, δηλαδή αυτών μέσα στα όποια περιορίστηκε ό πληθυσμός μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, ανέρχεται σε 104 κατοικίες περίπου για όλο το συγκρότημα. Με την υπόθεση ότι σε κάθε μια από αυτές κατοικούν 4-5 άτομα, η χωρητικότητα του συγκροτήματος ανέρχεται σε 400-500 κατοίκους. Η δημιουργία του κάστρου συνδέεται με μια πράξη εποικισμού και μεταφοράς καλλιεργητών, εκ μέρους του φεουδάρχη της Αντιπάρου G.Loredano, o οποίος έχτισε το κάστρο. Ο εποικισμός είναι ένα φαινόμενο, που στο μεσαίωνα και ιδιαίτερα στις Φράγκικες αποικίες της ανατολής έρχεται συνήθως να ξαναδώσει ζωή σε τόπους που ερημώθηκαν από διάφορες αιτίες και διευκολύνεται από τη δουλοπαροικιακή κατάσταση του πληθυσμού. Η μεταφορά καλλιεργητών έρχεται να θεραπεύσει τη δυσχέρεια της οικονομικής εκμετάλλευσης της γης από τους φεουδάρχες, πρόβλημα που αντιμετωπίζεται με διάφορους τρόπους, όπως με μέτρα συγκράτησης του γηγενούς πληθυσμού, καθώς και θέσπιση κινήτρων για να προσελκύσουν νέους κατοίκους. Στα προηγούμενα κίνητρα πιθανόν να περιλαμβάνεται και η διασφάλιση των κατοίκων από την απειλή των πειρατών μέσα σε κάστρα. Ένα τέτοιο κίνητρο θα πρέπει να έχει παίξει αποφασιστικό ρόλο στην ίδρυση ενός τόσο εκτεθειμένου οικισμού σαν το Κάστρο της Αντιπάρου, όπου η σκοπιμότητα εγκατάστασης των κατοίκων μέσα σε ένα κάστρο φαίνεται σαν η μοναδική δυνατότητα επιβίωσης τους. Γενικά πάντως, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αρχιτεκτονική του κάστρου αντανακλά τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής, όπως προκύπτει από τις ακόλουθες διαπιστώσεις. Ο φεουδάρχης αξιοποιεί τη γη του, εγκαθιστώντας «colonnes», δηλαδή έποικους γεωργούς, για την καλλιέργεια της. Προκειμένου να διασφαλίσει το κεφάλαιο που διαθέτει σε εργατικά χέρια, κάνει μια σημαντική επένδυση με την κατασκευή του κάστρου. Ένα άλλο χαρακτηριστικό στην αρχιτεκτονική του κάστρου, που ενισχύει τη βασική οργάνωσή του και το αίτημα της προστασίας από τους εχθρούς είναι το τείχος του κάστρου, ύψους 10 μέτρων και συνολικού πάχους 2 μέτρων. Το τείχος παρουσιάζει διμερή διάρθρωση, που συνεχίζει σε όλο του το ύψος, με εξωτερικό, εσωτερικό τμήμα και γέμισμα ενδιάμεσα με χώμα. Το εξωτερικό τμήμα, που είναι κτισμένο με σχετικά μεγάλες πέτρες, και γενικά επιμελημένη κατασκευή, φαίνεται ότι αντιπροσωπεύει το κυρίως τείχος. Αντίθετα, το εσωτερικό τμήμα του, δηλαδή αυτό που εφάπτεται στους χώρους της κατοικίας, φαίνεται να έχει περισσότερο ιδιωτικό χαρακτήρα. Αυτή η ανεξαρτητοποίηση του κυρίως αμυντικού σώματος από τον φέροντα οργανισμό του κάστρου, είναι ένα βασικό πλεονέκτημα της κατασκευής και προστατεύει το εσωτερικό των κατοικιών από τυχόν εξωτερικές φθορές 67


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

3

ΑΙΘ ΡΙΟ

66-67

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

68

69

68


ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

από επιθέσεις. Επιπλέον παρατηρείται η προσαρμογή των περιμετρικών κτισμάτων στο τείχος, που έχει σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία τριώροφης διάταξης των κατοικιών. Η τριπλή σε ύψος ανάπτυξη των ορόφων και η απαίτηση ανάλογου μήκους σκάλας για να φθάσει κανείς στον β’ όροφο, έχει συντελέσει στο μεγάλο μήκος της πρόσοψης και την πλατυμέτωπη διάταξη των κατοικιών.43 (63-65)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

63-65. Εσωτερικές απόψεις του κάστρου

Παρόμοια λογική οργάνωσης παρουσιάζουν και τα μοναστήρια. Τα ελληνικά ορθόδοξα μοναστήρια όμως, παρά την κλίμακα τους, και παρά την ελευθερία που τα διακρίνει, είναι πάνω απ’ όλα έργα συνόλου. Τούτο επιβάλλεται από την ιδιότυπη λειτουργική τους δομή και εκφράζεται καθαρά από την αυστηρή ενότητα των διατάξεων τους. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον τους μάλιστα υπαγορεύεται από την ίδια τη διττή υπόσταση του μοναστικού ιδρύματος, που ήταν πάντα ένα κέντρο λατρείας και προσευχής, αλλά ταυτόχρονα και μια μικρή κοινότητα ανθρώπων. Έτσι μέσα στη μοναστηριακή σύνθεση ενυπάρχουν και αναζητούν διεξόδους έκφρασης, τόσο το υψηλό θρησκευτικό ύφος της βυζαντινής ναοδομίας, όσο και ο ανθρώπινος χαρακτήρας των μεσαιωνικών λαϊκών οικισμών. Ο τύπος του ορθόδοξου μοναστηριού δεν απέβαλε κατά βάθος το χαρακτήρα του κοσμικού οικισμού. Απλώς περιόρισε τις μεγάλες ελευθερίες, που είναι γνώρισμα της απρογραμμάτιστης οργανικής ανάπτυξης, και πήρε μια έκφραση περισσότερο αυτοτελή και σχηματοποιημένη. Το γενικό περίγραμμα του συγκροτήματος απόκτησε έτσι ένα συγκεκριμένο κλειστό σχήμα με σαφή, πεπερασμένα όρια. Στην περιφέρεια του σχήματος αυτού αναπτύσσονται τα επί μέρους κτίσματα, σε συνεχή παράθεση, ώστε να απομονώνουν την κοινότητα από τον έξω κόσμο. Αυτή η περιφερειακή γραμμική ανάπτυξη τους επιτρέπει να αφήνεται στο εσωτερικό ένας μεγάλος ενιαίος ελεύθερος χώρος, η μοναστηριακή αυλή, που αποτελεί και το ζωτικό χώρο του συνόλου. Στην τελευταία ανοίγονται τα περιβάλλοντα κτίσματα και σ’ αυτήν συγκεντρώνεται όλη η ζωή και η κίνηση των μοναχών. Στη μέση της τοποθετείται το κτήριο της εκκλησίας της μονής, το λεγόμενο καθολικό. Τούτο συνήθως είναι ανεξάρτητο από τα άλλα και η δεσπόζουσα κεντροβαρική θέση του, το καθιστά κυρίαρχο στοιχείο του συνόλου. 44 (66-67)

66-67. Γενικό σχηματικό τοπογραφικό της Μονής Μεγίστης Λαύρας και της Μονής Βατοπεδίου, Άγ. Όρος

Η αρχή του κλειστού περίκεντρου σχήματος, αποτέλεσε για τις μοναστηριακές συνθέσεις μια ουσιαστική δέσμευση. Η περίκεντρη ανάπτυξη των μοναστηριακών κτισμάτων και η κεντρική σ’ αυτά τοποθέτηση του καθολικού, τυποποιημένου κι αυτού και προσανατολισμένου πάντα στην Ανατολή, είναι αρχιτεκτονικά σχήματα σαφή και συγκεκριμένα

68. Μονή Κασταμονίτου, Άγ. Όρος, Βορειοανατολική άποψη του συγκροτήματος

43 Ibid, σελ. 15, 35, 81-82 44 Παπαϊωάννου Κωνσταντίνος, Τα ελληνικά μοναστήρια σαν αρχιτεκτονικές συνθέσεις, Διδακτορική Διατριβή ΕΜΠ, Αθήνα, 1977, σελ. 4, 12-13, 34-35

69


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

3

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

που αναπόφευκτα δεσμεύουν τη γενικότερη σύνθεση. Η αρχιτεκτονική διάπλαση του ορθόδοξου μοναστηριού ξέφυγε όμως από την ξερή τυποποίηση. Η έννοια του επαναλαμβανόμενου τύπου εμφανίζεται εδώ όχι με τη μορφή ενός απόλυτα καθορισμένου προτύπου, αλλά με τη μορφή μιας ανεξάντλητης ποικιλίας παραλλαγών, ενός προτύπου σχετικά αόριστου, ιδεατού και όχι υλοποιημένου. Οι βασικότεροι παράγοντες που ευνοούν αυτή τη συνθετική ελευθερία, είναι η διαδικασία κατασκευής, που λόγω της μεγάλης κλίμακας των έργων η σταδιακή ολοκλήρωση τους συχνά επέφερε αλλαγές κατά τη διάρκεια της κατασκευής, η προσαρμογή στο άμεσο περιβάλλον, στις απόκρημνες και δυσπρόσιτες τοποθεσίες, που επιλέγονταν για λόγους σκόπιμης αφάνειας και ασφάλειας και οι μεταβαλλόμενες ποσοτικά στεγαστικές ανάγκες μοναστηριών, όπου οδηγούσαν σε μετέπειτα προσθήκες στα κτίσματα του συγκροτήματος. Η βασική ιδέα του κλειστού σχήματος βέβαια, αυτή καθαυτή, δεν είναι καινούργια, ούτε είναι αποκλειστικό γνώρισμα της βυζαντινής παράδοσης. Είναι μια ιδέα πολύ παλιά. Τη βρίσκουμε σε όλες τις περιόδους της ιστορίας της αρχιτεκτονικής, αρχίζοντας από την προϊστορία. Αυτό που εξηγεί την τόσο μεγάλη διάδοση της είναι ακριβώς ο ορθολογιστικός της χαρακτήρας, δηλαδή η δυνατότητα της να δημιουργεί έναν εσωτερικό, προστατευμένο υπαίθριο χώρο ζωής. Αν επιδιώξουμε να κάνουμε μια υποτυπώδη τυπολογική κατάταξη των τελευταίων, θα προκύψουν βασικά δύο ακραίες κατηγορίες. Στη μία ανήκει ο τύπος του φρουρίου, σε όλες του τις παραλλαγές, και στην άλλη ο τύπος της μικρής εσωτερικής αυλής, του αίθριου. Ο πρώτος διακρίνεται για το σαφή αμυντικό του χαρακτήρα και το μέγεθος της κλίμακας του. Συνήθως καλύπτει την έκταση ενός ολόκληρου οικισμού, δηλαδή ενός χωριού, μιας ακρόπολης ή μιας πόλης. Ο δεύτερος βρίσκεται πιο κοντά στα ανθρώπινα μέτρα. Η έκταση του είναι συνήθως περιορισμένη, τόσο ώστε φτάνει πολλές φορές στα όρια της κλίμακας ενός μόνο σπιτιού. Είναι η εσωτερική αυλή σε όλες της τις παραλλαγές που, κυρίως με τη μορφή του αίθριου, είχε γίνει τόσο γνωστή κατά τους κλασικούς και μεσαιωνικούς χρόνους. 69. Μονή Φιλοθέου, Άγ. Όρος, Βορειοδυτική άποψη της αυλής

Αυτές οι δύο ακραίες κατηγορίες αποτελούν ουσιαστικά τις καταβολές της μοναστηριακής διάταξης, δηλαδή τα πρότυπα κάτω από την επίδραση των όποιων διαμορφώθηκε ο τελικός τύπος της. Το συγκρότημα του μοναστηριού, προσπαθεί να συνδυάσει το χαρακτήρα των δύο τούτων προτύπων. Εκεί στηρίζεται στην ουσία η ιδιαιτερότητα αυτής της «ενδιάμεσης» κατηγορίας κατοίκησης: επιδιώκει, για λόγους ασφαλείας, να είναι ένα φρούριο, αλλά ταυτόχρονα και μια ανθρώπινη, οργανωμένη εσωτερική αυλή. 45 (69) 45 ibid, σελ. 17, 23-24

70


ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

2. Λειτουργικές ενότητες Εκτός από τη γενικότερη περιμετρική οργάνωση των μεγάλων αυτών οικιστικών νησίδων παρατηρείται ότι λόγω του μεγέθους διαμορφώνονται λειτουργικές ενότητες, που αρθρώνονται γύρω από τον κεντρικό ελεύθερο χώρο. Κατά το πρότυπο αυτό οργανώνονται τα μινωικά ανάκτορα, τα σπουδαιότερα μνημεία της μινωικής αρχιτεκτονικής. Στα τρία από αυτά (Κνωσού, Φαιστού, Μαλίων) αναγνωρίζονται δύο ξεχωριστές φάσεις κατασκευής. Η πρώτη είναι της παλαιοανακτορικής περιόδου, όπου μετά την καταστροφή τους στα 1700 π.Χ. κτίζονται πάνω στα ερείπια τους στους επόμενους δύο αιώνες νέα ανάκτορα μαζί με αυτά της Ζάκρου και των Γουρνιών, που ανήκουν στη νεοανακτορική περίοδο. Γενικά χαρακτηριστικά τους είναι η πολυπλοκότητα των κατόψεων, η διάταξη γύρω από μια κεντρική αυλή, η ύπαρξη ορόφου ή ορόφων, η χρησιμοποίηση αξονικών στηριγμάτων, η ανυπαρξία οχυρώσεων και η στέγαση με επίπεδο δώμα. Διακρίνονται για τη μεγαλοπρέπεια τους και τη δυνατότητα να παρέχουν ευκολίες και ευμάρεια στους κατοίκους τους, όπως λουτρά, συστήματα υδρεύσεως και υπονόμων.46 Τα κρητικά ανάκτορα χτίζονται σε ομαλές πλαγιές λόφων και διατάσσονται σε πολλά επίπεδα. Είναι αποτέλεσμα σχεδιασμού και όχι μιας εξελικτικής διαδικασίας με προσθήκες, που έγιναν στο πέρασμα του χρόνου. Η βασική τους οργάνωση στηρίζεται στην παράθεση ομοιογενών λειτουργικά χώρων (συγκρότημα αποθηκών, διαμερισμάτων κλπ) σε μια οργανική διάταξη για τη δημιουργία ενός σύνθετου συμπλέγματος.47 Η εξωτερική τους μορφή ήταν τελείως ακανόνιστου σχήματος και πρέπει να παρουσίαζε μεγάλο ενδιαφέρον λόγω των υψομετρικών διαφορών της στέγασης.Φαίνεται ωστόσο ότι η συνθετική προσοχή των αρχιτεκτόνων επικεντρωνόταν προς την αυλή, δεν τους ενδιέφερε να δημιουργήσουν ωραίες προσόψεις προς τα έξω, αλλά ήθελαν να την οργανώσουν με τον πιο αισθητικό τρόπο. Η μεγάλη κεντρική αυλή έχει κατά κανόνα ορθογώνιο σχήμα και εκτείνεται από βορρά προς νότο. Οι διαστάσεις είναι μεγάλες και το δάπεδο της πλακόστρωτο. Γύρω από την αυλή διατάσσονται με ορθογώνιο σχηματισμό, αλλά όχι συμμετρικά, τα διάφορα διαμερίσματα, τα οποία εξυπηρετούνται από κλειστούς διαδρόμους. Για την επικοινωνία αυτών των χώρων είχαν προβλεφθεί πρόπυλα, διάδρομοι, αυλές καθώς και μνημειώδεις κλίμακες, που ένωναν τα διαφορετικά επίπεδα. Για το φωτισμό και τον αερισμό των χώρων υπήρχαν φωταγωγοί, που έφθαναν μέχρι το ύψος του δώματος. 46 Μπούρας Χαράλαμπος, Μαθήματα Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Α’ τόμος, Συμμετρία, 1999, σελ. 89-92 47 Κωνσταντινίδης Δημήτρης, Παραδόσεις Ιστορίας Αρχιτεκτονικής, Μέρος Β’, Τεύχος Α’,ΕΜΠ, Αθήνα, 1970, σελ. 71

71


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

3

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

70

71

72

72


ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

Το σύστημα λοιπόν γινόταν πολυσύνθετο, με πολύπλοκο εσωτερικό σχηματισμό και οργάνωση, που θα παρέπεμπε σε λαβύρινθο. (70)

70. Κάτοψη ανάκτορου Κνωσού

Από πλευράς λειτουργίας, τα ανάκτορα δεν ήταν μόνο κατοικίες των βασιλέων, αλλά και των αυλικών, των τεχνικών, των υπαλλήλων και όλων των δούλων τους. Έτσι πέρα από τα βασιλικά ενδιαιτήματα, τις αίθουσες ακροάσεων και συμποσίων, τους χώρους συγκεντρώσεων και τα θησαυροφυλάκια, εκεί στεγάζονταν και πλήθος από εργαστήρια (αγγειοπλαστικής, κατεργασίας μετάλλων, ελαιοπιεστήρια) και αποθήκες. Οι σπουδαιότερες λειτουργίες ωστόσο, ήταν οι θρησκευτικές με ιερά, αίθουσες λατρείας και κρύπτες να τις εξυπηρετούν.

1. Δυτική Αυλή, 6. Δυτική Πύλη, 8. Αίθουσα Υποδοχής, 9. Διάδρομος με τοιχογραφία Πομπής, 12. Νότια είσοδος, 13. Νότιο Πρόπυλο, 14. Κλίμακα Ανόδου, 15. Διάδρομος Αποθηκών, 16,17. Αποθήκες, 25. Βόρειο Πρόπυλο, 26. Κεντρική αυλή, 27. Αίθουσα του θρόνου, 29,31. Ιερά, 31,37. Λατρευτικοί χώροι, 39. Μέγα Κλιμακοστάσιο, 41. Φωταγωγός, 43. Αίθουσα Διπλών Πελέκεων, 46. Διαμέρισμα της Βασιλίσσης, 47. Λουτρό, 54,55. Εργαστήρια

Οχυρώσεις δεν υπήρχαν στα κρητικά παλάτια. Η ειρήνη δεν ήταν μόνο εξωτερική (η ναυτική δύναμη ασφαλώς θα τους παρείχε προστασία), αλλά και εσωτερική. Φαίνεται δηλαδή ότι οι διοικούντες δεν αντιμετώπιζαν το ενδεχόμενο κοινωνικής επανάστασης ή εξεγέρσεων. Η οργάνωση αυτή με τις επιμέρους λειτουργικές ενότητες παρατηρείται και στο ανάκτορο της Κνωσού, που αποτελεί το σπουδαιότερο και μεγαλύτερο ανάκτορο της Κρήτης και ανακαλύφθηκε από τον Sir Arthur Evans στις αρχές του 20ου αιώνα. Η σημερινή εικόνα του ανακτόρου οφείλεται στις εκτεταμένες αναστηλώσεις που πραγματοποίησε ο ίδιος αργότερα, οι οποίες αφαίρεσαν από την αρχαιολογική αξία του μνημείου, το κατέστησαν όμως περισσότερο κατανοητό στο ευρύ κοινό. Το συγκρότημα οργανώνεται γύρω από μια μεγάλη κεντρική αυλή. Υπάρχουν τέσσερις είσοδοι (βόρεια, νότια, ανατολική και δυτική), στις οποίες δέσποζαν φαρδιά πρόπυλα. Στα δυτικά της κεντρικής αυλής υπάρχει το διαμέρισμα του θρόνου (71), ενώ στην απέναντι ανατολική πλευρά διαμορφώνεται ένα άλλο συγκρότημα, το ιδιαίτερο διαμέρισμα της βασίλισσας. Μπροστά απ’ αυτό έχουμε το Μεγάλο Κλιμακοστάσιο, όπου οδηγούσε στους τρεις υπόγειους ορόφους. (72) Γενικά παρατηρείται ότι στη δυτική πλευρά του παλατιού ήταν κυρίως ιερά και αποθήκες, ενώ στην ανατολική υπήρχαν τα βασιλικά διαμερίσματα και τα εργαστήρια. Τα κτήρια του ανακτόρου είχαν τουλάχιστον δύο ορόφους, πιθανότατα με τους χώρους υποδοχής να εκτείνονται στο ισόγειο στο επίπεδο της αυλής και τα διαμερίσματα των υπνοδωματίων στον όροφο.48 Εκείνο που οφείλουμε να τονίσουμε για το ανάκτορο της Κνωσού είναι πως οι χώροι του οργανώνονται σε συγκροτήματα ανάλογα με τη χρήση τους. Έτσι τα διώροφα συγκροτήματα διατάσσονται γύρω από την ευρύχωρη εσωτερική αυλή, μέσω της όποιας πραγματοποιούνταν η επικοινωνία. Εκεί μετακινούνταν όλοι όσοι διέμεναν και εργάζονταν στο ανάκτορο. Οι

71. Η αποκατασταθείσα αίθουσα του θρόνου

72. Αναπαράσταση δυτικής πλευράς ανακτόρου

48 Κωνσταντινίδης Δημήτρης, Παραδόσεις Ιστορίας Αρχιτεκτονικής, Μέρος Β’, Τεύχος Α’,ΕΜΠ, Αθήνα, 1970, σελ. 86

73


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

3

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

73

74

74


ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

άρχοντες, οι αξιωματικοί, οι φρουροί, οι βιοτέχνες, οι δούλοι, οι χωρικοί και οι περίοικοι προσέδιδαν ζωή καθημερινά στο ανάκτορο, αφού ήταν οι ουσιαστικοί του «κάτοικοι».49

Παρόμοια όμως είναι και η επί μέρους οργάνωση στα μοναστήρια του Αγ. Όρους, που αποτελούν μια ενότητα από τα καλύτερα διατηρημένα μοναστήρια στον ελληνικό χώρο. Γύρω από τον κεντρικό περίβολο του ναού, οργανώνονται οι καθημερινές εξυπηρετήσεις των μοναχών, οι πτέρυγες κατοικίας, καθώς και ξενώνες. Η γενική οργάνωση των μοναστηριακών συγκροτημάτων γινόταν κατά την οριζόντια έννοια, ή (πολύ σπανιότερα, όταν το επέβαλαν οι συνθήκες του τόπου) καθ’ ύψος. Σύμφωνα με τον πρώτο και καθιερωμένο τρόπο, ένας οχυρός περίβολος, συχνά με έντονη φρουριακό χαρακτήρα, περικλείει με τα κτήρια του μια ευρύχωρη αυλή, όπου στέκει περίοπτο το καθολικό. Στα μεγάλα μοναστήρια υπάρχουν και άλλα μεγάλα κτήρια περίοπτα μέσα στην αυλή, όπως (κατά περίπτωση) η τράπεζα, το μαγειρείο, άλλοι ναοί κλπ, στις μικρότερες μονές όμως, είτε κανένα άλλο κτήριο εκτός του καθολικού, ή και μικρότερες κατασκευές όπως πολύ συχνά η φιάλη, για τον αγιασμό των υδάτων. Όταν πάλι η μονή αναπτυσσόταν καθ’ ύψος λόγω στενότητας του τόπου ίδρυσής της (δηλαδή κάποιου βραχώδους εξάρματος), μπορούσε άλλοτε να διατηρεί στο ανώτατο επίπεδό της το παραπάνω σχήμα, αλλά με πολύ στενότερη αυλή, άλλοτε όμως να έχει συμπαγή, πυργοειδή χαρακτήρα, χωρίς αυλή, με το καθολικό ενταγμένο σ’ ένα ευρύτερο κτηριακό όγκο, όπως οι μονές των Μετεώρων. Συνολικά όσον αφορά την έκταση των συγκροτημάτων, πρέπει να επισημανθεί ότι αρχικά ήταν πολύ μικρότερη από αυτήν που βλέπουμε σήμερα.50 (73)

73. Μονή Χελανδρίου με χρονολογική σειρά προσθηκών

Οι πτέρυγες κατοικίας διατάσσονται γύρω από την αυλή του μοναστηριού, δίνοντας έτσι στον περίβολο ένα τετράπλευρο σε γενικές γραμμές ή και ακανόνιστο σχήμα. Οι κατώτερες στάθμες (υπόγειο, ισόγειο συχνά και ο πρώτος όροφος) καταλαμβάνονται από διαφορετικές βοηθητικές ή παραγωγικές χρήσεις (δοχεία, κρασάρια, αποθήκες κλπ), ενώ οι ανώτερες περιέχουν την κατοικία στις διάφορες παραλλαγές της: δωμάτια ή διαμερίσματα των μοναχών, αίθουσες υποδοχής και συνοδικά, αρχονταρίκια (ξενώνες), νοσοκομεία, γηροκομεία κλπ. Σ’ όλες τις περιπτώσεις η σύνθεση της κάτοψης περιλαμβάνει και παρεκκλήσια. Σε πολλά μοναστήρια, μέσα στα κτήρια των πτερύγων εντάσσονται και λειτουργίες που αλλού 49 Μπούρας Χαράλαμπος, Μαθήματα Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Α’ τόμος, Συμμετρία, 1999, σελ. 92-94 50 Θεοχαρίδης Πλούταρχος, Εισαγωγή στην Αρχιτεκτονική του Αγίου Όρους, στο Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, τόμος 8, Μέλισσα, 1991, σελ. 251-ςςς

75


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

3

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

75

76

76

77


ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

εξυπηρετούνται από ανεξάρτητα, περίοπτα κτήρια, όπως η τράπεζα και το μαγειρείο. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος για την οργάνωση πολυώροφων πτερύγων είναι η παράταξη των διάφορων λειτουργιών και η προσπέλαση τους από ημιυπαίθριους διαδρόμους, που διατάσσονται επάλληλοι, στην πλευρά του κτηρίου που βλέπει προς την αυλή της μονής. Αυτή η οργάνωση με τις επάλληλες στοές, τοξωτές ή ξύλινες (δοξάτα) γίνεται σύμφωνα με παλαιότερους σχετικούς τρόπους, βυζαντινούς και ανατολικούς, οι οποίοι είχαν περάσει, φυσικά, και στην οθωμανική αρχιτεκτονική.51 (74) Η τυπολογία των πτερύγων κατοικίας και βοηθητικών χρήσεων είναι, στις γενικές της γραμμές, απλή. Συνήθως περιλαμβάνουν επιμήκεις βοηθητικούς χώρους στους κατώτερους ορόφους και σειρές δωματίων, ή μικρών διαμερισμάτων, στους ανώτερους. Οι ιδιαιτερότητες των εκάστοτε περιεχομένων χρήσεων προκαλούν βέβαια, κάποιες επιμέρους διαφοροποιήσεις. Ένας σημαντικός παράγοντας ήταν ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούσε κατά καιρούς η μονή, αν ήταν δηλαδή κοινοβιακή ή ιδιόρρυθμη, στη δεύτερη περίπτωση το μέγεθος και η διάταξη των διαμερισμάτων μπορεί να ποικίλει σημαντικά. Τα δωμάτια διατάσσονται είτε σε μια σειρά (εξυπηρετούμενα από δοξάτα) ή σε δύο (εκατέρωθεν αξονικού διαδρόμου), ανάλογα με το διαθέσιμο πλάτος της πτέρυγας. Τα αρχονταρίκια είναι κι αυτά οργανωμένα με παρόμοιους τρόπους, ανάλογα με την σπουδαιότητα των ξένων για τους οποίους προορίζονται και, κάποτε, ανάλογα με την προηγούμενη χρήση που είχαν οι χώροι τους, περιλαμβάνουν επιπλέον χώρους υποδοχής και εστίασης των ξένων. Τέλος, ούτε τα γηροκομεία και τα νοσοκομεία διαφοροποιούνται σημαντικά από τον παραπάνω τρόπο διάταξης. Επηρεασμένη από τη μοναστηριακή αρχιτεκτονική, τόσο στη γενική διάταξη όσο και στην επί μέρους οργάνωση της, είναι η κατοικία στη Χαλκιδική του Ηλία Παπαγιαννόπουλου. Το οικόπεδο βρίσκεται σ’ ένα πλατύ, μικρό ακρωτήριο, χωρίς άλλες ιδιοκτησίες, στη Χερσόνησο Κασσάνδρα της Χαλκιδικής. (75) Σε αυτό το τοπίο ζητήθηκε από τον αρχιτέκτονα να σχεδιάσει μία παραθεριστική κατοικία. Όπως αναφέρει ο ίδιος: «Για τον σχεδιασμό αυτής της ιδιαίτερα μεγάλης κατοικίας δεν αρκούσαν οι θεμελιώδεις αρχές της λειτουργικότητας, του προσανατολισμού, της θέας κλπ. Έπρεπε να υπάρξει ένα εύρημα. Η θρησκευτικότητα των ιδιοκτητών έδωσε τη λύση. Η κατοικία αναπτύχθηκε γύρω από μια αυλή, όπου σε ένα έκκεντρο σημείο χτίστηκε ένα παρεκκλήσι. Ο σχεδιασμός ακολούθησε, έστω και σαν μικρή ανάμνηση, τη μοναστηριακή αρχιτεκτονική».52 (76-77)

51 Θεοχαρίδης Πλούταρχος, Οι Πτέρυγες κατοικίας στα Αγιορείτικα μοναστήρια, στο Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, τόμος 8, Μέλισσα, 1991, σελ. 253-255 52 Παπαγιαννόπουλος Ηλίας, Κατοικία στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής, Θέματα Χώρου και Τεχνών 18/1987, σελ. 84-88

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

74. Μονή Κουτλουμουσίου, ανατολική άποψη της μονής

75. Τοπογραφικό

76-77. Η εσωτερική αυλή με το παρεκκλήσι

77


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

3

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

78

79

78


ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

Έτσι στην πρόταση του, ο αρχιτέκτονας σεβάστηκε τη φυσική κλίση του εδάφους, το οποίο του επέτρεψε να πραγματοποιήσει διαφορετικά επίπεδα στην κάτοψη όλου του συγκροτήματος. Αποφάσισε να ομαδοποιήσει τους όγκους ανάλογα με τις χρήσεις τους, δίνοντας σε κάθε μία ομάδα ένα συγκεκριμένο ύψος, αλλά διατηρώντας πάντα μια συνέχεια μεταξύ των διαφορετικών χώρων, που πολλές φορές επιλύθηκε με την παρουσία πολλών αιθρίων. Έτσι η κατοικία μπορεί να χωριστεί σε τρεις ενότητες: α. την κυρίως κατοικία (καθημερινό, κουζίνα, υπνοδωμάτια κλπ) β. τους ξενώνες και γ. την ενότητα πισίνας (κλειστής και ανοιχτής), χώρου παιχνιδιών και εργαστηρίου (κεραμικής ζωγραφικής κλπ). Η πρώτη και η δεύτερη ενότητα αναπτύσσονται γύρω από την αυλή, ενώ η τρίτη βλέπει προς τη θάλασσα και την αυλή. Τέλος, στο ίδιο επίπεδο με τη θάλασσα, διαμόρφωσε τη μαρίνα και νεώριο για τις βάρκες, εκμεταλλευόμενος την κλίση που παρουσιάζει το οικόπεδο. (78)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

78. Κάτοψη ισογείου

Τα στοιχεία της μοναστηριακής τυπολογίας, όπως αναλύθηκαν προηγουμένως, επανερμηνεύονται σε αυτή την κατοικία. Τόσο στη γενική σύνθεση της κατοικίας γύρω από μια μικρή αυλή (περίβολο) με το παρεκκλήσι (καθολικό) έκκεντρα μέσα της, όσο και στη διάταξη των ενοτήτων γύρω από αυτόνομες αυλές/ αίθρια. Και οι επιμέρους χώροι όμως συνδέονται με αυτή την αρχιτεκτονική, η κλειστή είσοδος και το θυρωρείο (πορταρίκι), οι στοές, ο φρουριακός πύργος, το χειμερινό καθιστικό (χαγιάτι), στοιχείο της ελληνικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής από τα Παλιά Αθηναϊκά Σπίτια μέχρι τα μακεδονικά και θρακιώτικα αρχοντικά. «Τόσο η εσωτερική αρχιτεκτονική όσο και η εξωτερική υιοθετούν το ρυθμό και τη μορφολογία της μεσογειακής δόμησης, που αναζητά την προσέγγιση στη θάλασσα και χαρακτηρίζεται από την απλότητα και την κυριαρχία στη σύνθεση των ανοιχτών και φωτεινών χώρων. Η κατοικία στο σύνολο της φαίνεται εξωτερικά σαν ένας μικρός οικισμός τριγυρισμένος από μια μεγάλη ποικιλία δομικών και διακοσμητικών στοιχείων και όχι σαν το παραδοσιακό σπίτι που βρίσκεται κοντά στη θάλασσα. Ο Ηλίας Παπαγιαννόπουλος, με αυτή την κατασκευή, υποτάσσεται στην αρχιτεκτονική τυπολογία των ορθόδοξων μοναστηριών των ελληνικών νησιών, δημιουργώντας μια κατοικία οχυρωμένη γύρω από ένα κεντρικό αίθριο και ανοικτή στη θάλασσα».53 (79)

79. Η κατοικία μέσα στο το τοπίο

53 Καλογήρου Νίκος, Κατοικίες κοντά στη Θάλασσα, Μαλλιάρης-Παιδεία, Θεσσαλονίκη, 1993, σελ. 7-15

79



ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

3. Κεντρικό Σημείο Η σημασία του κέντρου επανέρχεται σε όλα τα παραδείγματα, που μελετήθηκαν ως τώρα. Στο κάστρο της Αντιπάρου, ο πύργος τοποθετείται κεντρικά στην εσωτερική αυλή. Λόγω έλλειψης επαρκών στοιχείων δεν έχει διευκρινιστεί πλήρως η σκοπιμότητα και η κοινωνική σημασία του και παραμένει ανοικτό το θέμα αν κτίστηκε με σκοπό να αποτελέσει την κατοικία του φεουδάρχη ή το έσχατο καταφύγιο του πληθυσμού σε περίπτωση κινδύνου. Ακόμα και σήμερα όμως, όπως διαμορφώθηκε σταδιακά με τις εκκλησίες γύρω του, αποτελεί εξέχον σημείο του κάστρου. (83) Η σημασία και ο συμβολισμός όμως του κέντρου μέσα στον υπαίθριο χώρο δεν θα μπορούσε να μελετηθεί καλύτερα από τα μοναστήρια, με την κεντρική θέση του ναού μέσα στον περίβολό τους. Το καθολικό των μοναστηριών τοποθετείται σε δεσπόζουσα θέση, κεντροβαρικά ανάμεσα στα υπόλοιπα κτίσματα, τόσο με τη συμβολική σημασία του θείου στοιχείου, όσο και τη λειτουργική του σημείου αναφοράς της καθημερινής ζωής. Η ιδέα να τοποθετείται ο ναός στο κέντρο και τα υπόλοιπα κτίσματα περιφερειακά γύρω του εκφράζει την ιδανική εικόνα του κόσμου, ειδωμένη μέσα από το πρίσμα του χριστιανισμού, κατά την όποια ό Θεός είναι ή κορυφή και το κέντρο του παντός. Ο συμβολισμός αυτός έχει μια έννοια, θα μπορούσαμε να πούμε, θεοκεντρική. Από αρχιτεκτονική άποψη, η περιφερειακή ανάπτυξη του συνόλου γύρω από ένα κεντρικό πυρήνα, που είναι συγχρόνως και ιδεολογικό κέντρο, με τη σαφή ιεράρχηση κύριων και δευτερευόντων στοιχείων που προβάλλει, δίνει στο ιδεατό σχήμα της διάταξης ένα χαρακτήρα όχι τόσο λειτουργικό άλλα, σωστότερα ίσως θα λέγαμε, αξιοκρατικό. Σαν συνθετική ιδέα το ιδεατό αυτό σχήμα διαπνέεται από μια ενότητα απόλυτη. Τα επί μέρους στοιχεία του -ο κυρίαρχος κεντρικός πυρήνας και τα κτίσματα της περιφέρειας- βρίσκονται σε μια διαλεκτική σχέση μεταξύ τους. Ο ρόλος του καθενός μέσα στο σύνολο ενισχύεται από τη συσχέτιση του προς το άλλο. Τα περιφερειακά στοιχεία, που βρίσκονται σε ένα σχήμα υποταγής ως προς το ναό, καθώς τον περιβάλλουν, αναδεικνύουν περισσότερο τον κυρίαρχο ρόλο του. Ο τελευταίος πάλι, με τη θέση του, τονίζει την ύπαρξη ενός κέντρου και μιας δεσπόζουσας, που δένει και υποτάσσει τα κτίσματα αυτά σε έναν ενιαίο άξονα αναφοράς και δίνει έτσι έμφαση στην ενότητα του συνόλου. (80) Συγχρόνως είναι όμως και ένας τόπος δεμένος με ταπεινές βιοτικές ανάγκες. Αναπόφευκτα λοιπόν, το αρχιτεκτονικό συγκρότημα των κτισμάτων του μοναστηριού, πρέπει να αποτελέσει το πλαίσιο όπου θα αναπτυχθεί η ζωή των μελών του, με όλα μάλιστα τα σύνθετα προβλήματα που υπαγορεύονται 81



ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

από την ιδιότυπη όσο και αυστηρή οργάνωση τους. Καλείται δηλαδή να λειτουργήσει σαν ένας ζωντανός οργανισμός, σαν ένας χώρος ζωής. Και η ζωή αυτή, παρά το γεγονός ότι, σε πρώτη θεώρηση, επισκιάζεται από την πνευματικότητα των υψηλών της στόχων, είναι οπωσδήποτε ζωή ανθρώπινη. Έτσι, παράλληλα και αντίθετα προς το κυρίαρχο θεοκρατικό ύφος, αναπτύσσεται η ύπαρξη και μιας άλλης διάθεσης, που θα ήταν δυνατόν, σε αντιδιαστολή, να χαρακτηριστεί ανθρωποκεντρική. Είναι γνωστό ότι τα εκτός από το καθολικό μοναστηριακά κτίσματα, που έγιναν για να υπηρετήσουν τις καθημερινές, λιγότερο πνευματικές ανάγκες, ακολουθούν το χαρακτήρα της αντίστοιχης με την εποχή τους κοσμικής αρχιτεκτονικής, χωρίς καθόλου μάλιστα να υπολείπονται σε ποιότητα από τα έργα της τελευταίας.54 Κατ’ αρχήν ως προς τη γενική λειτουργική δομή του μοναστηριού ξέρουμε ότι σε αδρές γραμμές οι λειτουργίες του είναι δύο ειδών και εκπορεύονται από τη διττή υπόσταση του. Είναι οι λειτουργίες του αφ’ ενός σαν θρησκευτικού κέντρου και αφ’ έτερου σαν οικιστικού συγκροτήματος. Ξέρουμε επίσης ότι η ορθόδοξη μοναστηριακή διάταξη, αντίθετα από την αντίστοιχη δυτική, δεν επιδιώκει το διαχωρισμό των λειτουργιών αυτών. Αντίθετα δέχεται η καλύτερα, επιβάλλει την ανάμιξη τους. Και πάνω σ’ αυτή την ανάμιξη, που ουσιαστικά φέρνει σε αντιπαράθεση τις δύο διαφορετικές φύσεις του μοναστηριακού κόσμου, στηρίζει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της. Ο μοναστηριακός χώρος καλείται έτσι να παίξει το ρόλο του προαυλίου του ναού και συγχρόνως το ρόλο του επίκεντρου της ζωής της μοναστηριακής κοινότητας. Καλείται δηλαδή να αποτελέσει το άμεσο περιβάλλον του κορυφαίου στοιχείου — του κέντρου λατρείας — και ταυτόχρονα να αναδειχτεί σαν χώρος για την εξυπηρέτηση καθημερινών αναγκών. Ζητείται δηλαδή από αυτόν να είναι ένας χώρος μνημειακός και παράλληλα ένας χώρος ανθρώπινος. (81)

81. Μονή Ιβήρων, Εσωτερική αυλή και φιάλη

54 Παπαϊωάννου Κωνσταντίνος, Τα ελληνικά μοναστήρια σαν αρχιτεκτονικές συνθέσεις, Διδακτορική Διατριβή ΕΜΠ, Αθήνα, 1977, σελ. 13,17, 33-35

83


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

3

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

82

83

84


ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

Γ. Σχεδιασμός Το μέγεθος και η ιδιαίτερη συγκρότηση των μεγάλων αυτών οικιστικών νησίδων, από τα ανάκτορα μέχρι και τα μοναστήρια, μαρτυράει ότι δεν είναι αποτέλεσμα μιας τυχαίας εξελικτικής διαδικασίας, όπως οι αυτογενείς οικισμοί, αλλά ότι προϋπήρχε σχέδιο για την υλοποίηση τους. Η σύνθετη οργάνωση των μινωικών ανακτόρων, αλλά και οι δαιδαλώδεις πορείες ανάμεσα στα διαφορετικά λειτουργικά συγκροτήματα τους, αποδεικνύουν προς πρόκειται για αποτέλεσμα σχεδιασμού με ιδιαίτερη μελέτη και επιμέλεια. Παρά τη γεωμετρική ακανονιστία τους είναι οργανικά ανεπτυγμένα δημιουργώντας ένα σύνθετο κτηριακό σύμπλεγμα. Παρόμοιες παρατηρήσεις μπορούν να γίνουν όμως και στο κάστρο της Αντιπάρου. Η ομοιογένεια των περιμετρικών κτισμάτων και του χαρακτήρα που παρουσιάζει το κτίσμα στον εσωτερικό του χώρο και στις εξωτερικές του απόψεις απορρέει από τη γεωμετρικότητα και την τυποποίηση της όλης διάταξης. Ολόκληρο το συγκρότημα έχει περισσότερο το χαρακτήρα ενός ενιαίου κτίσματος παρά εκείνον της προσθετικής διαμόρφωσης ενός οικιστικού συνόλου, που παρουσιάζεται κατά κανόνα στους σημερινούς αιγαιοπελαγίτικους οικισμούς. Η πιο πιθανή περίπτωση είναι λοιπόν να χτίστηκε όλο το κάστρο σε μια φάση, που προσεγγίζει τις σημερινές αντιλήψεις και ιδεώδη, σχετικά με την οργάνωση του δομημένου περιβάλλοντος. (82) Επίσης, η εγκατάσταση των έποικων μέσα σε κατοικίες, που ο τύπος τους έχει διαφοροποιηθεί από τον παραδοσιακό, δείχνει ότι οι κάτοικοι δεν συμμετέχουν παρά μόνο χειρωνακτικά στη διαμόρφωση της κατοικίας τους. Πιθανότατα πρόκειται για μια ολοκληρωμένη αρχιτεκτονική σύνθεση που έχει σχεδιαστεί από χέρι ανθρώπου έμπειρου και γνώστη της οχυρωματικής, πράγμα που οδηγεί στην πεποίθηση, είτε ότι ο Loredano μετέφερε το σχέδιο από την πατρίδα του, είτε ότι χρησιμοποίησε κάποιο βενετό μηχανικό. Εξάλλου, αυτό δεν φαίνεται άσχετο και με τη συγγένεια που παρουσιάζει το κάστρο της Αντιπάρου με τον αντίστοιχο οχυρωμένο τύπο οικισμού μιας σειράς καστέλων και μοναστηριών της Δύσης και ιδιαίτερα της Βόρειας Ιταλίας. Κοινά στοιχεία στη διαμόρφωση τους είναι ο αμυντικός χαρακτήρας, ο δακτύλιος από κτίσματα, το κανονικό σχήμα, ακόμα και η κλίμακα, που τα κατατάσσουν σε ένα κοινό τύπο αμυντικών συγκροτημάτων. Στον τύπο αυτό αποδίδεται η ονομασία (Castro, Castrum, Castellum) όρους που συναντάμε τόσο σε καστέλα, όσο και σε μοναστήρια και οχυρωμένους οικισμούς.55

82. Αξονομετρικό αρχικού σχεδίου

83. Η εκκλησία ως εξέχον σημείο μέσα στο κάστρο

55 Αποστόλου Φίλιππος, Το κάστρο της Αντιπάρου, σελ. 19, 81

85


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

3

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

Η βασική ιδέα της γενικής μοναστηριακής διάταξης είναι απλή και ξεκάθαρη, και τούτο ίσως εξηγεί την αντοχή της στο χρόνο, δηλαδή την ικανότητα της να παραμένει αναλλοίωτη μετά το πέρασμα τόσων αιώνων. Η αρχιτεκτονική σύνθεση που μορφοποιείται απ’ αυτήν γίνεται αμέσως φανερό ότι δεν είναι τυχαία. Δεν έχει προκύψει απρογραμμάτιστα, από μόνη της, δηλαδή από τους διάφορους αστάθμητους παράγοντες, που καθορίζουν τη δημιουργία των ελεύθερων λαϊκών οικισμών. Σαν σύλληψη απορρίπτει την ελευθερία της δυναμικής ανάπτυξης και την τυχαία εξέλιξη. Είναι μια σύνθεση σαφώς προκαθορισμένη, που υποτάσσεται σε ένα προϋπάρχον, κυρίαρχο, ιδεατό σχήμα — ένα σχήμα βασικά νοητό — του οποίου ο συμβολικός χαρακτήρας γίνεται ασφαλώς εύκολα αντιληπτός. Η μοναστηριακή κοινωνία, σύμφωνα μ’ αυτό, είναι κλειστή, εσωστρεφής. Κλείνεται από τον έξω κόσμο και στρέφεται προς τα μέσα, ζητώντας να δημιουργήσει μια ζωή δική της, απομονωμένη, εσωτερική. Έτσι υπηρετεί, αλλά και εκφράζει άμεσα, το βασικό ιδεώδες του μοναχισμού, δηλαδή τη φυγή από τα εγκόσμια και τη στροφή προς τα έσω. Τα σωζόμενα ως τις μέρες μας μοναστηριακά συγκροτήματα, από καθαρά ιστορική άποψη είναι βασικά δύο ειδών. Τα παλαιότερα, που έχουν ιδρυθεί κατά τους βυζαντινούς χρόνους, άλλα έχουν υποστεί κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο αλλοιώσεις και προσθήκες, και τα νεώτερα, που έχουν κατασκευαστεί εξ ολοκλήρου κατά τη δεύτερη αυτή περίοδο. Και στις δύο περιπτώσεις οι αιώνες της Τουρκοκρατίας έχουν αφήσει έντονη τη σφραγίδα τους, τόσο ώστε να πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε όλα ως έργα της τελευταίας. Τα ολοκληρωμένα κατά την περίοδο αυτή συγκροτήματα πρέπει να θεωρούνται γενικώς έργα της ανώνυμης εμπειρικής οικοδομικής τέχνης. Αναμφισβήτητα δηλαδή η κατασκευή τους βασίστηκε επάνω στις καθιερωμένες τότε εμπειρικές κατασκευαστικές αντιλήψεις. Επομένως τα μοναστήρια θα ήταν δυνατόν να θεωρηθούν ως τα μόνα έργα μεγάλης κλίμακας που μας έχει κληροδοτήσει η λαϊκή παράδοση.56 Φυσικά η προσαρμογή τους στη μεγάλη κλίμακα είχε και κάποιες άλλες επιπτώσεις. Έτεινε να τα απομακρύνει από τον τύπο του ενιαίου κτηρίου και να τους δώσει το χαρακτήρα του ευρύτερου οικιστικού συγκροτήματος και ο χαρακτήρας αυτός σε πολλές περιπτώσεις είναι αρκετά εμφανής. Στις περιπτώσεις, όμως αυτές είναι φανερό ότι δεν έχει ακολουθηθεί η εντελώς ελεύθερη, απρογραμμάτιστη δυναμική ανάπτυξη του συνόλου, που αποτελεί κύριο γνώρισμα των λαϊκών οικισμών. Αντίθετα οι συγκεκριμένες δογματικές, αλλά και λειτουργικές απαιτήσεις, επέβαλαν την εκ των 56 Παπαϊωάννου Κωνσταντίνος, Τα ελληνικά μοναστήρια σαν αρχιτεκτονικές συνθέσεις, Διδακτορική Διατριβή ΕΜΠ, Αθήνα, 1977, σελ. 12-13

86


ΑΠ ΟΜ ΟΝ Ω Μ Ε Ν Η

Σ ΥΛ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Η ΤΑ

/

Α Μ Υ ΝΑ

&

ΠΡΟ ΣΤΑΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3

προτέρων ρύθμιση της γενικής διάταξης και την προγραμματισμένη ένταξη τους σε μια έστω χαλαρή κτηριολογική ενότητα. Πρέπει λοιπόν να δεχθούμε ότι η κατασκευή τους θα βασιζόταν οπωσδήποτε επάνω στις επιταγές και τις δεσμεύσεις κάποιου προκαθορισμένου σχεδίου, έστω και υποτυπώδους, γεγονός που θα το υπαγόρευε άλλωστε και η γενικότερη αυστηρή κοινοβιακή οργάνωση. Ο τρόπος της μεθοδευμένης αυτής ανάπτυξης ξεχωρίζει και πάλι τα μοναστήρια από όλα τα ανάλογα έργα της ανώνυμης αρχιτεκτονικής. Κάτω από το πρίσμα αυτό θα μπορούσαμε να τα χαρακτηρίσουμε ως τα μόνα λαϊκά συγκροτήματα που είναι οργανωμένα βάσει ενιαίου σχεδίου.

Δ. Συμπεράσματα Τα προηγούμενα παραδείγματα οργανωμένης κατοικίας αφορούν συλλογικότητες, είτε με τη μορφή συν-κατοίκησης μεταξύ ομοίων, όπως ο οικισμός της Αντιπάρου και τα μοναστήρια, είτε με μια σαφή ιεραρχική οργάνωση μεταξύ βασιλέων και της αυλής τους, όπως τα μινωικά και τα μυκηναϊκά ανάκτορα. Το κοινό στοιχείο που τα διατρέχει από κοινού είναι η επιθυμία για απομόνωση, ο κλειστός χαρακτήρας των κοινοτήτων αυτών, είτε από επιλογή καθώς είναι αυτάρκεις μικρές πολιτείες, όπως τα ανάκτορα, είτε από ηθελημένη απομόνωση που επιβάλλει ο ασκητικός τρόπος ζωής, είτε ακόμα και από την ανάγκη προστασίας από πειρατικές επιδρομές, για τους κατοίκους της Αντιπάρου. Συγκρίνοντας τα μεταξύ τους και παρά το διαφορετικό τους μέγεθος, τις όποιες διαφορές στη γενικότερη και την επιμέρους τους οργάνωση, ο αιθριακός τύπος εξακολουθεί να τα ενοποιεί. Παρατηρεί δηλαδή κανείς, πως η περιμετρική διάταξη πέρα από τις οχυρωματικές αρετές, οργανώνει τον υπαίθριο χώρο ανάμεσα στα κτίσματα, συγκεντρώνει την προσοχή στο σημαίνον κέντρο και ενοποιεί αυτά τα μεγάλα οικιστικά συγκροτήματα σε ένα ενιαίο και αυτοτελές σύνολο.

87


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

84

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

85-86 87

88


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΔΗΜΟΣΙΟ - ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ - ΑΝΗΚΕΙΝ

4

Α. Συλλογικότητα Από τις αρχές του 19ου αιώνα εμφανίζονται μεγάλες συγκεντρώσεις πληθυσμού στις ευρωπαϊκές πόλεις, που οδηγούν σε μορφές συλλογικής κατοίκησης τόσο εξ ανάγκης μέσα σε αυτές λόγω στενότητας χώρου, όσο και εκτός αυτών με τα νέα συλλογικά μοντέλα που αρχίζουν να αναπτύσσονται. Για να γίνουν κατανοητοί όμως οι λόγοι δημιουργίας τους, θα πρέπει να αναλυθεί το οικονομικοκοινωνικό πλαίσιο της εποχής. Μετά το τέλος της Γαλλικής Επανάστασης (1789), ο τομέας της βιομηχανίας αναπτύσσεται ταχύτατα, επηρεάζοντας έτσι μια σειρά παραγόντων, που αφορούν τη ζωή της πόλης. Οι τεχνολογικές εξελίξεις είναι ραγδαίες και αφορούν τις γραμμικές καλλιέργειες, που εξασφάλιζαν υψηλή γεωργική απόδοση, τη δημιουργία εκτεταμένων σιδηροδρομικών γραμμών, την καθιέρωση της χρήσης της ατμομηχανής στις μεταφορές, καθώς και την υπερπόντια ναυσιπλοΐα. Τα νέα μέσα μεταφοράς ενίσχυσαν τη μετανάστευση προς τις νέες ηπείρους (Αμερική, Αφρική, Αυστραλία) με συνέπεια τη βαθμιαία στρατιωτική, πολιτική και οικονομική παρακμή των παραδοσιακών ευρωπαϊκών περιτειχισμένων πόλεων. Οι συνθήκες αυτές οδήγησαν στην πλήρη κατεδάφιση των τειχών και στην επέκταση της οριοθετημένης μέχρι τότε πόλης προς τα ήδη αναπτυσσόμενα προάστια. Η επικράτηση ειρήνης στην Ευρώπη την περίοδο αυτή, η απότομη πτώση της θνησιμότητας λόγω της βελτίωσης των συνθηκών διατροφής συντέλεσαν σε πρωτοφανείς συγκεντρώσεις πληθυσμού στα αστικά κέντρα. Η μεγάλη πυκνότητα κατοικιών δημιούργησε ανεπαρκείς συνθήκες φωτισμού, αερισμού, υπαιθρίων χώρων και ελλιπείς εγκαταστάσεις υγιεινής. Αυτές οι συνθήκες σε συνδυασμό με το απαρχαιωμένο σύστημα υγιεινής προκάλεσαν την εκδήλωση πολλών ασθενειών, όπως φυματίωση, χολέρα κλπ. 89


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

«Πολλά από τα πρότυπα της νεώτερης αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας κατάγονται από τα μεταρρυθμιστικά κινήματα της δεύτερης πεντηκονταετίας του 19ου αιώνα που αφορούσαν τη βελτίωση των οικοδομικών κανονισμών και της δημόσιας υγιεινής. Εμφανίστηκαν σαν απόπειρα για την εξεύρεση τρόπων, πρώτα εγκατάστασης και ύστερα ελέγχου του αυξανόμενου αστικού πληθυσμού, που στα μέσα του αιώνα είχε φτάσει τρομακτικούς αριθμούς. Το πρώτο κίνημα ενάντια σ’ αυτή την αυθόρμητη αστικοποίηση ήταν η στέγαση των εργατών που έρχονταν από την ύπαιθρο σε στενόχωρα ενοικιαζόμενα διαμερίσματα με αποτέλεσμα τη μαζική επιβολή απάνθρωπων όρων διαβίωσης. Το δεύτερο κίνημα ήταν η νομοθέτηση μέτρων ενάντια στις πιο βάρβαρες όψεις που παρουσίαζε αυτός ο τρόπος στέγασης, έτσι ώστε να εξασφαλίζονται καλύτερες συνθήκες κατοικίας από άποψη χώρου, πρόσβασης, φωτισμού, αερισμού, θέρμανσης και εγκαταστάσεων υγιεινής. Το τρίτο και τελευταίο κίνημα ήταν η σταδιακή αποαστικοποίηση, μια προσχεδιασμένη διασπορά του πληθυσμού των συμφορημένων πόλεων σε θέσεις και με πυκνότητα που θα είχαν αγροτικό χαρακτήρα, το κίνημα των Κηπουπόλεων, όπως διαμορφώθηκε από τον Ebenizer Howard.»57 87. Ledoux, Iδανική πόλη, Chaux

Κάτω από αυτές τις συνθήκες αρχίζει και δημιουργείται ενδιαφέρον στο κοινωνικό σύνολο για την ανάγκη βελτίωσης της εργατικής κατοικίας. Ήδη από το 1804, ο Ledoux έχει διατυπώσει την ιδανική πόλη στο Chaux, μία από τις πρώτες προσπάθειες βιομηχανικής αρχιτεκτονικής, καθώς ενοποιεί συνειδητά τις παραγωγικές μονάδες με τις εργατικές κατοικίες. (87) Ο Charles Fourier ανέπτυξε στο όραμα του «Νέος Βιομηχανικός Κόσμος» (1829) τη δημιουργία ιδανικών κοινοτήτων ή φαλαγγών (Phalanx), που στεγάζονταν σ’ ένα και μοναδικό κτήριο, το φαλανστήριο (phalanstery). Το φαλανστήριο ήταν σχεδιασμένο για να λειτουργεί στην ύπαιθρο, μιας και η οικονομία του βασιζόταν κυρίως στη γεωργία και συμπληρωματικά στην ελαφρά βιομηχανία. Πρόκειται στην πραγματικότητα μια πόλη-μινιατούρα, χωρίς ανοιχτούς δρόμους εκτεθειμένους στο φυσικό περιβάλλον, αλλά με καλυμμένους διαδρόμους, που πρόσφεραν επικοινωνία σε όλα τα μέρη του κτηρίου. Η βασική πτέρυγα στέγαζε τις δημόσιες λειτουργίες (τραπεζαρία, βιβλιοθήκη, θερμοκήπιο κλπ), ενώ οι πλευρικές τα εργαστήρια και τις αίθουσες υποδοχής των επισκεπτών. Η πρόθεση του Fourier ήταν στην ουσία, να αντικαταστήσει τη μικροαστική αθλιότητα των ανεξάρτητων κατοικιών, που ήδη από τότε είχαν κατακλύσει τα περίχωρα των πόλεων. Ο Godin, επηρεασμένος από τις ριζοσπαστικές απόψεις του Fourier, δημιούργησε το 1870 το Familistère, μια μικρότερη έκδοση του μοντέλου του, δίπλα από το δικό του εργοστάσιο σιδήρου, στη Guise. «Το συγκρότημα περιλαμβάνει 475 μονάδες κατοικίας, που κατανέμονται σε τρεις συνεχόμενους 57 Frampton Kenneth, H εξέλιξη των ιδεών για την κατοικία: 1870-1970, Αρχιτεκτονικά Θέματα 8/1974, Αθήνα

90


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ορθογώνιους όγκους με εσωτερικές αυλές. Επίσης περιλαμβάνει σημαντικές εξυπηρετήσεις, όπως βρεφονηπιακό σταθμό, σχολείο και πλυντήριοσιδερωτήριο. Οι κατοικίες που περιβάλλουν τις τεράστιες στεγασμένες αυλές συνιστούν κυριολεκτικά τους τοίχους. Μολονότι το σχήμα της αυλής και ο τρόπος που είναι διατεταγμένοι οι είσοδοι κατά μήκος των εξωστών-διαδρόμων, μας θυμίζουν φυλακές, μας εκπλήσσουν για τον κάπως αφελή σχεδιασμό, αυτή η πρώιμη πολυκατοικία εξακολουθεί να είναι ένα κατ’ εξοχήν παράδειγμα του πως ο δρόμος και οι κατοικίες μπορούν να συμπληρώνουν το ένα το άλλο. Επιπλέον, το γεγονός ότι οι αυλές είναι στεγασμένες τις κάνει εξαιρετικά ελκυστικές και φιλόξενες για κοινόχρηστες δραστηριότητες, όπως αυτές που προφανώς συνέβαιναν εκεί στο παρελθόν, όταν το συγκρότημα εξακολουθούσε να λειτουργεί ως μια μορφή αληθινής συλλογικής ζωής.»58 (84-86)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

84-86. Godin, Familistère, Guise

Ουσιαστικά ο Godin διατήρησε την οργάνωση της φάλαγγας με τη μόνη διαφορά ότι αντικατέστησε τη γεωργική φύση της παραγωγής από τη βιομηχανική και εγκαταλείφθηκε το μοντέλο της κοινοτικής ζωής, το οποίο έδωσε τη θέση του στην οικογενειακή αυτονομία. Από το παραπάνω παράδειγμα του Familistère προκύπτουν στην ουσία τα θέματα που αφορούν την πλειοψηφία των συλλογικών μορφών κατοίκησης με αίθριο και θα αναλυθούν παρακάτω. Η πολυλειτουργικότητα των συγκροτημάτων και οι εξυπηρετήσεις που προσφέρουν, το συλλογικό όραμα και η αίσθηση του ανήκειν σ’ ένα σύνολο συνοψίζουν τα χαρακτηριστικά τους.

1. Ανάμειξη λειτουργιών & Κοινόχρηστες εγκαταστάσεις H συνοικία Spangen αποτελεί τμήμα μιας περιοχής κατοικιών χαμηλού εισοδήματος που χτίστηκε απ’ τις δημοτικές αρχές του Ρότερνταμ. Το συγκρότημα, που πραγματοποίησε ο Michel Brinkman το 1919, οργανώνει ένα οικοδομικό τετράγωνο διαστάσεων 140x80 μέτρων που αναπτύσσεται σε τέσσερις ορόφους. Χωρίζεται σε δύο περίπου ίσες αυλές στις οποίες εισχωρούν πτέρυγες που είναι προσαρτημένες στον κύριο όγκο του οικοδομικού τετραγώνου. H κεντρική πτέρυγα, που μοιράζει το τετράγωνο σε δύο περιοχές στεγάζει κοινόχρηστες λειτουργίες: τη θέρμανση, τα πλυντήρια, τα πλυσταριά και το χώρο παιχνιδιού των παιδιών στην ταράτσα. Πρόκειται για μια «πόλη σε μικρογραφία».59 (104) 58 Hertzberger Herman, Μαθήματα για σπουδαστές αρχιτεκτονικής, Πανεπιστημιακές εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, 2002, σελ. 60 59 Μπούκη Μπαμπάλου-Νουκάκη,Για τη συλλογική κατοικία στην πόλη, Αθήνα, 2003, σελ. 13-16

91


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

88

89

90

92


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

Παρόμοια, το περιμετρικό συγκρότημα κατοικιών Immeuble Villas (Πολυκατοικία με βίλλες) αποτελεί τη μονάδα κατοικίας στο σχέδιο του Le Corbusier για τη Ville Contemporaine (1922), μια σύγχρονη πόλη για τρία εκατομμύρια κατοίκους. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα αιθριακού τύπου πολυώροφο κτήριο, κατοικιών μεγάλης πυκνότητας. Το συγκρότημα αποτελούσαν έξι όροφοι, διπλού ύψους ο καθένας με βεράντες για κάθε κατοικία ξεχωριστά. Στο επίπεδο του υπογείου υπάρχουν χώροι στάθμευσης, ενώ στο ισόγειο υπάρχει μεγάλο χωλ εισόδου, τα κλιμακοστάσια, καθώς και ο ενιαίος ελεύθερος χώρος κοινόχρηστων εγκαταστάσεων, που περιλαμβάνει κήπους, πάρκο και γήπεδα, με συνολική ελεύθερη επιφάνεια το 48% του συγκροτήματος. Κοινόχρηστες εγκαταστάσεις άθλησης και συνεύρεσης υπάρχουν όμως και στην ταράτσα. Ο Le Corbusier είχε προβλέψει παροχή ξενοδοχειακού τύπου εξυπηρετήσεων σε όλη την κλίμακα του συγκροτήματος, όπως παροχή φαγητού, καθαρισμού, καθημερινών αγορών κλπ. Ουσιαστικά υμνεί την αξία της τυποποίησης, που θα κυριαρχούσε σε ολόκληρο το συγκρότημα, και της κοινότητας, που πίστευε πως θα δημιουργούνταν από το σύνολο των κατοίκων. Αυτή του η αντίληψη «περί ελευθερίας μέσω της τάξης» τοποθετεί αυτή του την πρόταση κάπου ανάμεσα στην αστική πολυκατοικία και τη σοσιαλιστική συλλογική κατοικία.60 (88-89)

88-89. Immeuble Villas, αξονομετρική άποψη του αιθρίου και εξωτερική άποψη

Στον ελληνικό χώρο, ένα από τα λιγοστά παραδείγματα οργανωμένης συλλογικής κατοικίας είναι το συγκρότημα «Χαρά». Πραγματοποιήθηκε το 1955 στην περιοχή των Πατησίων με αρχιτέκτονες τους Ιππόλυτο Παπαηλιόπουλο και Αχιλλέα Σπανό μετά από ιδιωτική πρωτοβουλία. Το κτηριακό συγκρότημα, με γενικές διαστάσεις 53x39 μέτρων, είναι τοποθετημένο σε ορθογωνικό οικόπεδο και έχει σχεδιαστεί ακολουθώντας το κλειστό σχήμα του οικοδομικού τετραγώνου, αφήνοντας στο εσωτερικό ενιαίο ακάλυπτο χώρο διαστάσεων 33x12 μέτρων. Εμπεριέχει 110 κατοικίες και αναπτύσσεται σε επτά συνολικά στάθμες μεταξύ των οποίων υπόγειο, ισόγειο, τέσσερις όροφοι και ρετιρέ.61 (90) Το συγκρότημα συντίθεται από τέσσερα λειτουργικά και στατικά ανεξάρτητα κτήρια, σχήματος «Γ» σε κάτοψη, τα οποία συναποτελούν το ενιαίο περίκλειστο σχήμα. Στο κέντρο, παραμένει ο ενοποιημένος ακάλυπτος χώρος, που με τις αναλογίες και τις χρήσεις που συγκεντρώνει, αποκτά ζωτική σημασία για τη λειτουργία του συγκροτήματος. (113)

90. Συγκρότημα Χαρά, Εξωτερική άποψη από την οδό Πατησίων

60 Μπούκη Μπαμπάλου-Νουκάκη,Για τη συλλογική κατοικία στην πόλη,Αθήνα,2003,σελ. 21 61 Τζάκου Αναστασία, Η εξέλιξη της πολυκατοικίας στην Αθήνα μετά τον πόλεμο», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 12/1978, σελ.131-143

93


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

91

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

92 93

94


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

Το συγκρότημα «Χαρά» σχεδιάστηκε με προδιαγραφές που να καλύπτουν στο ακέραιο τις ανάγκες ομαλής συμβίωσης πολλών ατόμων. Το βασικό στοιχείο σχεδιασμού που ευνοεί την ανάπτυξη καθημερινών σχέσεων μεταξύ των ενοίκων είναι ο μεγάλος ακάλυπτος χώρος που παίρνει τη μορφή εσωτερικής κεντρικής αυλής. Ο ελεύθερος αυτός χώρος συγκεντρώνει χώρους πρασίνου, μικρής πισίνας για τα παιδιά των ενοίκων, παιδική χαρά, οι οποίοι έχουν εξαρχής μελετηθεί με ιδιαίτερη προσοχή. Βρίσκεται στη στάθμη του υπογείου διατηρώντας την απομόνωσή του από την όχληση των γύρω δρόμων, ενώ είναι σε άμεση επαφή με τους τέσσερις χώρους εισόδου του συγκροτήματος. Επιτρέπει εσωτερικές κινήσεις προσπέλασης και λειτουργεί ενοποιητικά για τα τέσσερα ανεξάρτητα κτήρια που αποτελούν το συγκρότημα.62 Ένα ακόμη στοιχείο που αποτέλεσε βασικό άξονα σχεδιασμού είναι οι κοινόχρηστες εξυπηρετήσεις- εγκαταστάσεις που αφορούν το σύνολο των ενοίκων. Αξίζει να αναφερθεί ο πρωτοποριακός για την εποχή του, κεντρικός αγωγός αποκομιδής των απορριμμάτων και ο σχεδιασμός ειδικών χώρων δωματίων- πλυντηρίων στο υπόγειο. Ακόμα κι αν σήμερα οι εγκαταστάσεις αυτές έχουν σταματήσει να λειτουργούν, μαρτυρούν τη μέριμνα των αρχιτεκτόνων για ένα συλλογικό τρόπο ζωής μεταξύ των κατοίκων. Τέλος, τα 10 καταστήματα του ισογείου, αρχικά τουλάχιστον, εξυπηρετούσαν τους ενοίκους στις πρώτες ανάγκες τους (γαλακτοπωλείο, μικρό παντοπωλείο, χαρτοπωλείο κλπ). Ένα άλλο παράδειγμα σχεδιασμένου συγκροτήματος κατοικίας μεγάλης κλίμακας είναι η Μπλε Πολυκατοικία του αρχιτέκτονα Κυριάκου Παναγιωτάκου. Χτισμένη το 1933 στην πλατεία Εξαρχείων περιλαμβάνει 38 διαμερίσματα και εκτείνεται σε έξι στάθμες. Μπορεί να μην διαθέτει κεντρικό αίθριο, αλλά η κτιστή μάζα διαμορφώνεται γύρω από τρεις ακάλυπτους χώρους για τον απαραίτητο φωτισμό και ηλιασμό. Αυτό που δημιουργεί όμως ιδιαίτερη εντύπωση είναι η φροντίδα των κοινόχρηστων εγκαταστάσεων. (91,93)

91. Μπλε Πολυκατοικία, 1933

93. Μπλε Πολυκατοικία, κάτοψη ισογείου

«Στο δώμα εκτός από το διαμορφωμένο χώρο για τα πλυντήρια-στεγνωτήρια, προβλέπονται εντευκτήριο και πισίνα για κοινή χρήση όλων των ενοίκων. Η μεν πισίνα μπορεί να μην κατασκευάστηκε ποτέ, το εντευκτήριο όμως λειτούργησε με επιτυχία, δίνοντας στους ενοίκους τη δυνατότητα για ανθρώπινη γνωριμία και κοινωνική επαφή. Ήταν μια αίθουσα 500 περίπου τ.μ. με εκπληκτική θέα στην Ακρόπολη και το Λυκαβηττό, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν οι ένοικοι εκ περιτροπής για δεξιώσεις ή φιλικές τους συναντήσεις. Πρόκειται 62 Καρδαμίτση-Αδάμη Μάρω, Συγκρότημα Κατοικιών ‘Χαρά’, Αθήνα, 1958-1960, Δομές 02/06 Πολυκατοικίες B’, σελ. 115

95


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

ίσως για το μοναδικό παράδειγμα πολυκατοικίας στην Αθήνα που περιλαμβάνει κοινόχρηστους χώρους, οι οποίοι δεν στοχεύουν μόνο στο να διευκολύνουν τη διαβίωση των ενοίκων, αλλά και να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για συλλογική ζωή.»63 Δυστυχώς και αυτές οι παροχές έχουν περάσει σήμερα σε αχρηστία και έχουν μετατραπεί σε κατοικίες. Και οι δύο αυτές «συλλογικές πολυκατοικίες», το συγκρότημα «Χαρά» και η Μπλε Πολυκατοικία, δείχνουν εμφανώς επηρεασμένα από τη λογική του Le Corbusier και γενικότερα του μοντέρνου κινήματος, σχετικά με την κολεκτιβιστική ζωή μέσα στα κτήρια. 92. Πολυκατοικία Κ. Νικολετόπουλου & Δ. Ζωήτου, κάτοψη ισογείου, 1933

«Πιστεύω αν ο συλλογικός τρόπος ζωής στη Μπλε Πολυκατοικία είχε διατηρηθεί, θα είχε ίσως αλλάξει τη δομή της αθηναϊκής πολυκατοικίας. Υπάρχει άλλη μια πολυκατοικία του Αντωνιάδη, στην πλατεία Μουσών στην Πλάκα, που προέβλεπε ένα τεράστιο εσωτερικό αίθριο. (92) Αν είχαν χτιστεί δυο-τρεις τέτοιες πολυκατοικίες στο μεσοπόλεμο, που το κοινωνικό στοιχείο θα έπαιζε πολύ σημαντικό ρόλο, σίγουρα η Αθήνα θα ήταν αλλιώτικη σήμερα.»64 Ο χαρακτήρας και οι επιμέρους κατηγορίες της σύγχρονης ελληνικής ανώνυμης αρχιτεκτονικής έχουν νομοτελειακά καθοριστεί από τις γενικότερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες των έξι περασμένων δεκαετιών. Οι ιστορικές διαστάσεις του φαινομένου είναι γνώριμες, καθώς περιστρέφονται γύρω από το αναπτυξιακό μοντέλο της αντιπαροχής που εφαρμόστηκε στη χώρα κατά την περίοδο 1950-60. Η εισοδηματική πολιτική σε αυτή την περίοδο είχε ως αποτέλεσμα την εντυπωσιακή άνοδο του βιοτικού επιπέδου στην κοινωνία, αλλά είχε και έμμεσες αρνητικές συνέπειες (εγκατάλειψη υπαίθρου, μετανάστευση-αστυφιλία και αυθαίρετη δόμηση).65 Έτσι η ανοικοδόμηση των ελληνικών πόλεων βασίστηκε στην επαναλαμβανόμενη κτηριακή μονάδα της πολυκατοικίας που ως μοναδική κτηριακή τυπολογία εξαπλώνεται ομοιόμορφα σε ολόκληρο το αττικό τοπίο, αγνοώντας τοπογραφία και γεωγραφικούς παράγοντες. «Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό της πολυκατοικίας αφορά στη σχέση των δημόσιων και ιδιωτικών χώρων. Ο δημόσιος χώρος διαχέεται με επιτυχία στα ισόγεια των πολυκατοικιών, που συνήθως λαμβάνουν εμπορική χρήση, ενώ η γενική διάρθρωση των κατόψεων επιτρέπει τη μετατροπή των διαμερισμάτων σε γραφεία, ιατρεία, φροντιστήρια κά. Με τον τρόπο αυτό στην πολυκατοικία 63 Καρδαμίτση-Αδάμη Μάρω, Κυριάκος Παναγιωτάκος 1902-1982,Δελτίο Συλλόγου Αρχιτεκτόνων 1982/13 64 Καρδαμίτση-Αδάμη Μάρω στο Ντοκιμαντέρ Κυριάκος Παναγιωτάκος, Πορτραίτα Ελλήνων Αρχιτεκτόνων, επιμ. Γ. Τζιρτζιλάκης, ΕΡΤ, Αθήνα, 2006 65 Rapoport Amos - Φιλιππίδης Δημήτρης, Ανώνυμη Αρχιτεκτονική και πολιτιστικοί παράγοντες, Μέλισσα, 2010, σελ.. 304

96


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

επιτυγχάνεται η «όσμωση» του δημόσιου με το ιδιωτικό και παράγεται ένα ικανοποιητικό μοντέλο αστικού χώρου.»66 Η πόλη παρεισφρέει στο κτήριο από τη στάθμη της οδού και είναι ικανή να αναμείξει χωρικές επικράτειες, που συμβατικά θα παρέμεναν διακριτές, μέχρι και τον τελευταίο όροφο, βάζοντας τις δημόσιες χρήσεις δίπλα στις ιδιωτικές. Το όφελος από αυτό το συνονθύλευμα χρήσεων για τον αστικό ιστό είναι ένας αδιάκοπος και ζωντανός δημόσιος χώρος μέσα και έξω από την πολυκατοικία.67 Οι χρήσεις υπηρεσιών, εμπορίου και αναψυχής συνοικιακού επιπέδου είναι συνήθως στεγασμένες σε χώρους ιδιαίτερα μικρούς, τα «μικρομάγαζα» (ψιλικατζίδικο-μπακαλικάκι, προποτζίδικο). Τέτοια μεγέθη χώρων εύκολα βολεύονται στην ισόγεια στάθμη των πολυκατοικιών ή σε εξειδικευμένα κτίσματα που υποδιαιρούνται σε συνεχόμενα καταστήματα. Η χαρακτηριστική αυτή ελαχιστοποίηση του διαθέσιμου χώρου οφείλεται σε πρακτικούς λόγους (χαμηλό ενοίκιο, προσιτές τιμές στα προσφερόμενα αγαθά), αλλά και συμβολικούς: η γειτνίαση με την κατοικία ενισχύει την αντίληψη της «γειτονιάς», ενώ το μικρό μέγεθος εντείνει την αίσθηση της καθημερινής οικειότητας και αμεσότητας των διαπροσωπικών σχέσεων, οπότε η πρόθεση επίδειξης και πολυτέλειας τίθεται σε δεύτερη μοίρα. Η διαμόρφωση και ο εξοπλισμός αυτού του τύπου χώρων είναι γι’ αυτό στοιχειώδης, σχεδόν ανύπαρκτος. Παρ’ όλα αυτά, ορισμένοι μετατρέπονται από τους θαμώνες τους, που γνωρίζονται μεταξύ τους, σε στοιχειώδη «στέκια».68

66 Δραγώνας Πάνος, Μετά (την) ιδιωτικότητα: Βασικές έννοιες για τη σύγχρονη αστική κατοίκηση, Συμπόσιο “Κατοικία: Σχεδιάζω, κατασκευάζω, σκέπτομαι” ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη, 2011 67 Woditch Richard, Από το σκεπτικό, που ενυπάρχει την πολυκατοικία, στο σκεπτικό που την αναστοχάζεται, Δομές 03/08 Πολυκατοικίες Γ’, σελ. 48 68 Rapoport Amos - Φιλιππίδης Δημήτρης, Ανώνυμη Αρχιτεκτονική και πολιτιστικοί παράγοντες, Μέλισσα, 2010, σελ. 312-3

97


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

94 95-96

93

97

98


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

2. Αίσθημα Ενότητας – Ανήκειν Από τα πρώτα σοσιαλιστικά πρότυπα συλλογικής κατοικίας μέχρι τα επόμενα παραδείγματα που αναπτύχθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, παρατηρείται η επιθυμία από τους αρχιτέκτονες ανάπτυξης του συλλογικού ιδεώδους. Μέσα στην σύγχρονη πόλη και τον τρόπο ζωής που δεν επιτρέπει τις στενές κοινωνικές επαφές, όπως συνέβαινε σε μικρότερες κοινότητες παλαιότερα, το «κλειστό» συγκρότημα έρχεται να επαναφέρει το αίσθημα της συλλογικότητας, της κοινότητας, που ζει γύρω από έναν κοινό χώρο, συναναστρέφεται και αλληλεπιδρά μεταξύ της. Η αίσθηση της ενότητας έρχεται να καλύψει στην ουσία την ανάγκη επικοινωνίας, καθημερινής συνεύρεσης, αλλά και συνάθροισης των μελών του συγκροτήματος. Έτσι, η πρόθεση αυτή για επανασύνδεση μεταξύ των κατοίκων πραγματοποιείται σε πολλά επίπεδα: κοινωνικά, «είμαστε όλοι ίσοι», όπως γύρω από την αυλή του Familistère, και ασχολούμαστε με τα «κοινά» του συγκροτήματος, συμβολικά ανήκουμε όλοι σε αυτήν την εσωτερική ομάδα, ο κενός χώρος ενδιάμεσα μάς ενώνει, αλλά ακόμα και ιδιοκτησιακά, ο χώρος της αυλής και οι κοινόχρηστες εγκαταστάσεις ανήκουν σε όλους εξ’ αδιαιρέτου. Ενώ η κύρια χρήση του συγκροτήματος είναι η κατοικία, το πιο ιδιωτικό σημείο του ανθρώπου μέσα στην πόλη, ταυτόχρονα το συγκεκριμένο μοντέλο επιχειρεί να φέρει τους ανθρώπους ξανά σε επαφή μεταξύ τους. Στα αποκαλούμενα «κυτταρικά» περιμετρικά κτήρια Immeuble Villas του Le Corbusier, εκτός από την αιθριακή διάταξη του συνόλου, υφίσταται και μία «αιθριακή» οργάνωση του τύπου κατοικίας γύρω από τον ιδιωτικό υπαίθριο χώρο της. Κάθε κατοικία εκτείνεται σε δύο στάθμες και έχει το δικό της κήπο, καθώς και κατακόρυφη επικοινωνία με το ισόγειο. Είναι εντελώς ανεξάρτητη, καθώς χωρίζεται από τις διπλανές της με το δικό της ημιυπαίθριο χώρο πρασίνου, τους «κρεμαστούς κήπους», όπως τους ονόμαζε. Αυτός ο υπαίθριος χώρος επιτρέπει στον ήλιο και το φως να διεισδύσουν στην κατοικία και συγχρόνως οι χώροι αναφέρονται σε αυτόν. Επίσης, δίνει στο κτήριο τη δυνατότητα να απορροφά και να κυκλοφορεί τον αέρα. «Πρόκειται για διάταξη που σήμερα θεωρείται μία από τις ελάχιστα αποδεκτές λύσεις πολυώροφης οικογενειακής κατοικίας.» 69 (94)

94. Immeuble Villas, εξωτερική όψη

Ο τύπος αυτός της κατοικίας προέκυψε μετά την επίσκεψη του στο καθολικό μοναστήρι της Ema/ Ema Charterhouse ή Certosa de Galluso (1341), στην Τοσκάνη, έξω από τη Φλωρεντία της Ιταλίας. Σ’ αυτό κάθε μοναχός του καρθουσιανού τάγματος είχε το χώρο του, ένα δωμάτιο σχήματος Γ, οργανωμένο γύρω από μια αυλή. Δεν ήταν όμως ένα κελί, αλλά περιελάμβανε έναν κύριο χώρο προσευχής, ένα υπνοδωμάτιο και 69 Frampton Kenneth, Μοντέρνα Αρχιτεκτονική, Θεμέλιο, Αθήνα, 2009, σελ. 145

99


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

98

99-100

100

101


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

έναν κήπο, που ο καθένας φρόντιζε μόνος του. (95) Αυτό, που εντυπωσίασε όμως τον Le Corbusier περισσότερο, ήταν ότι σ’ αυτή την κλειστή κοινότητα «μπορούσε να εκπληρωθεί μια γνήσια ανθρώπινη επιθυμία: η ησυχία, η απομόνωση, αλλά και η καθημερινή επαφή με τους ανθρώπους», όπως λέει ο ίδιος. Ήταν μια ιδανική κοινοβιακή κατασκευή, η οποία ισορροπούσε μεταξύ ατομικής ελευθερίας και συλλογικής οργάνωσης. Η εμπειρία του στο μοναστήρι αυτό (1907) θα γινόταν το πρότυπο των δικών του ουτοπικών σοσιαλιστικών ιδεών. (96-97)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

95. Certosa de Galluso, κάτοψη ισογείου

96-97. Certosa de Galluso, απόψεις της αυλής

«Παρόλο που η διαδικασία αυτή δεν ήταν πάντα εντελώς συνειδητή, η Σχολή του Le Corbusier πρέπει να θεωρηθεί διάδοχος του Familistère του Godin, στον βαθμό που αποτελούσε μια άλλη εκδοχή του Charterhouse της Εma, στην Τοσκάνη. Η Εma παρέμεινε στη φαντασία του Le Corbusier σαν μια εικόνα αρμονίας που επρόκειτο να χρησιμοποιήσει αναρίθμητες φορές, πρώτα σε μεγάλη κλίμακα στα σχέδια της Immeuble Villa του 1922 και αργότερα με λιγότερο άμεσο τρόπο στα συγκροτήματα κατοικιών που σχεδίασε την επόμενη δεκαετία για τις υποθετικές του πόλεις.»70 Την ίδια περίπου περίοδο με τα σχέδια του Le Corbusier, στο μεσοδιάστημα των δύο παγκοσμίων πολέμων, η αυστριακή πρωτεύουσα βρίσκεται στα χέρια μιας αριστερής τοπικής αυτοδιοίκησης, που αναφέρεται στο ρεύμα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, αποκαλούμενο ως «αυστρομαρξισμός». Κάτω από ιδιαίτερες πολιτικές συνθήκες, με την νίκη του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος και την αυτονόμηση της Βιέννης από την υπόλοιπη Αυστρία, αρχίζει το 1919 ένα δεκαπενταετές στεγαστικό πρόγραμμα για το εργατικό δυναμικό. Ενώ αρχικά είχαν προταθεί προαστιακοί οικισμοί χαμηλής πυκνότητας (Siedlung), στα πρότυπα της Κηπούπολης, όπως είχαν πραγματοποιηθεί σε Αγγλία και Γερμανία, τελικά επειδή η πόλη δεν μπορούσε να επεκταθεί και για λόγους οργάνωσης της αγοράς κατοικίας επιλέχθηκε η ανέγερση πολυώροφων συγκροτημάτων (Gemeindebauten), εντός του αστικού ιστού με κοινωνική υποδομή στα πρότυπα του ουτοπικού σοσιαλισμού (Fourier, Godin, Owen). 71 Χαρακτηριστικά των νέων αυτών συγκροτημάτων είναι ότι λειτουργούν με όλες τις νέες εγκαταστάσεις της εποχής: γκάζι, νερό, ηλεκτρισμό, αποχετευτικό σύστημα, καθώς και παροχή φυσικού ηλιασμού σε όλα τα διαμερίσματα. Επιπλέον όμως οι κοινωνικές υποδομές είναι αυτές που ξεχωρίζουν τα συγκεκριμένα συγκροτήματα κατοικιών, από τα μέχρι τότε πραγματοποιημένα, καθώς πρόσφεραν χώρους άθλησης, λουτρά, πλυντήρια, ιατρεία, παιδικούς σταθμούς κ.ά. 70 Frampton Kenneth, Μοντέρνα Αρχιτεκτονική, Θεμέλιο, Αθήνα, 2009, σελ. 141 71 Μπούτσικα Ελένη, Η κοινωνική κατοικία της Κόκκινης Βιέννης, Διάλεξη ΕΜΠ, 2009

101


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

98. Κarl Marx Hof, κάτοψη ισογείου

99-101. Κarl Marx Hof, απόψεις των αυλών

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

Η πιο γνωστή από αυτές τις συλλογικές κατοικίες, είναι το Karl Marx Hof (Karl Ehn, 1927-30). Περιλαμβάνει 1325 διαμερίσματα συνολικά, εκτείνεται σε ύψος οχτώ ορόφων για περισσότερο από ένα χιλιόμετρο και οργανώνεται γύρω από τρεις μεγάλους υπαίθριους χώρους, δύο κλειστές αυλές και μία ανοιχτή πλατεία ανάμεσά τους. Οι αυλές, «ιδιωτικοί» συλλογικοί χώροι, οργανώνουν την κατοικία, ενώ η πλατεία ανοικτός αστικός τόπος συλλογικών δραστηριοτήτων, αποτελεί ενδιάμεσο χώρο μεταξύ διαμερίσματος και πόλης. (98-101) «Η επιλογή του συγκεκριμένου αρχιτεκτονικού τύπου του κλειστού αιθρίου δεν οφείλεται αποκλειστικώς σε συμβολικούς λόγους, μεταφορά σε αρχιτεκτονικές μορφές της νέας προλεταριακής ηθικής της συλλογικότητας, αλλά και στην ανάγκη εγγύησης για την επιβίωση τους, ένα είδος «κόκκινου φρουρίου», που επιβεβαιώνεται όταν κατά τη διάρκεια μεγάλης εργατικής εξέγερσης, βρίσκει το Karl-Marx-Hof στο κέντρο της αντίστασης κατά της ναζιστικής καταστολής. Το οικιστικό συγκρότημα Karl Marx Hof , όπως και τα άλλα της «Κόκκινης Βιέννης», αποτελεί αφ’ ενός μεν μοντέρνα ερμηνεία του αρχιτεκτονικού τύπου «κτήριο γύρω από αίθριο», αφ’ ετέρου δε μαρτυρία ενός πιθανού εναλλακτικού ρόλου τον οποίο η συλλογική κατοικία θα μπορούσε να αναλάβει στο πλαίσιο της διαδικασίας μορφολογικού επανακαθορισμού του αστικού οργανισμού.»72 Συμπεραίνει λοιπόν κανείς ένα συσχετισμό μεταξύ της συλλογικότητας και του ιδεολογικού υπόβαθρου, που τη συνδέει με την αρχιτεκτονική. Μπορεί τα επιμέρους σχέδια να ξεκινούν από διαφορετική πολιτική αφετηρία, αλλά το κοινωνικοιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο υλοποιούνται παίζει πολύ σημαντικό ρόλο για τη διαμόρφωση τους. Στην ουσία αποτελούν έκφραση του οράματος για την κατοικία της εποχής τους και αναμφίβολα επηρέασαν και επηρεάστηκαν από την κοινωνία. Ακόμα και σε πιο πρόσφατες συλλογικές μορφές κατοίκησης παρατηρεί όμως κανείς την αναζήτηση αυτής της χαμένης συλλογικότητας μέσα στη σύγχρονη πόλη. To συγκρότημα κατοικιών της κατασκευαστικής εταιρείας ΓΕΚ υλοποιήθηκε το 2009 στο Μεταξουργείο σε σχέδια των Γ. Δασκαλάκη, Γ. Παπαδόπουλου και Τ. Μπίρη μετά από διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Το συγκρότημα εκτείνεται σε πέντε επίπεδα και αποτελείται από 41 διαμερίσματα και τρία καταστήματα. Το κτήριο αναπτύσσεται περιμετρικά ενός εσωτερικού αιθρίου και εξυπηρετείται από τέσσερις πυρήνες κατακόρυφης κυκλοφορίας, εξασφαλίζοντας την ευκολία πρόσβασης και ταυτόχρονα την ιδιωτικότητα των επιμέρους διαμερισμάτων. Επιπλέον το συγκρότημα διαθέτει δύο υπόγεια, στα οποία χωροθετούνται ο χώρο της 72 Πατέστος Κωνσταντίνος -Η επικαιρότητα της τυπολογικής προσέγγισης, GreekArchitects, 2011

102


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

ημιυπαίθριας θερμαινόμενης πισίνας, αποθηκευτικοί χώροι καθώς και ο χώρος στάθμευσης. Η σπειροειδής χάραξη αποτελεί τη βασική συνθετική γραμμή αναφοράς για όλα τα επιμέρους χαρακτηριστικά της πρότασης. Πάνω της αναπτύσσεται ο μικρόκοσμος (η μικρή κλίμακα) των σπιτιών. Η τεθλασμένη κίνηση της στο χώρο αντιμάχεται την «οριζοντιότητα» των γειτονικών κατοικιών και πολυκατοικιών και εμπλουτίζει την εικόνα της πόλης με μια καθαρή λοξή «χαρακιά» - την κορυφογραμμή του νέου κτηρίου- που αποτελεί και το ευδιάκριτο σημάδι του συγκροτήματος μέσα στον αστικό ιστό. Έτσι, συμβολικά οι κάτοικοι του βρίσκονται όλοι «κάτω από την ίδια στέγη» και γύρω από την ίδια αυλή. Επιπλέον, ως κύριος άξονας αναφοράς τη σύνθεσης στο σύνολό της, επαναφέρει την τάξη της συνεχούς καθαρής γραμμής της, το προσθαφαιρετικό «χωρικό παιχνίδι» των κτηριακών όγκων των κατοικιών. 73 (103)

103. Η ενιαία στέγη του συγκροτήματος

Ο κορμός του κτηρίου, κατά την ανάπτυξη του στον χώρο, δεν αποτελεί μονοδιάστατη ζώνη, αλλά συνεργαζόμενο σύστημα δέσμης τριών συμπορευόμενων επιμέρους ζωνών. Η προσθαφαίρεση στοιχείων αυτών των ζωνών δημιουργεί θύλακες υπαίθριου ή δομημένου χώρου, διάφορες διατάξεις κατοικιών, κινήσεις, στάσεις και προσαρμογές της κτηριακής μάζας στις διαφορετικές συνθήκες του γειτονικού περιβάλλοντος. «Μια τυπολογία (ή ένα φονξιοναλιστικό, κονστρουκτιβιστικό και μορφολογικό lego) παραγωγής ατομικού και συλλογικού κατοικήσιμου χώρου. Η λύση υπακούει σε έναν ευκρινή, εύπλαστο και εύκολα διαχειρίσιμο μηχανισμό παραγωγής χώρου, που -όπως πιστεύουμε- προσφέρει καλές συνθήκες ζωής με μέγιστες δυνατότητες επιλογών τόσο χρηστικών, όσο και κατασκευαστικών. Κυρίως όμως αναφερόμαστε εδώ στην τυπολογική συγκρότηση του συλλογικού και ιδιωτικού υπαίθριου χώρου του συγκροτήματος. Καθώς αυτή, λόγω των κλιματολογικών, κοινωνικών και πολιτισμικών συνθηκών, αποτελεί πρώτιστο προσδιοριστικό στοιχείου του «Δοχείου Ζωής», όπως διαχρονικά διαμορφώθηκε στον τόπο μας.»74 Επισημαίνεται η μεγάλη ποικιλία, ακόμη και στις υψηλές στάθμες, αυλών και ταρατσών, (πέραν των γνωστών μπαλκονιών). Σημειώνεται ότι οι ιδιωτικές αυτές αυλές συναρτώνται πυκνά με τις κατοικίες που εξυπηρετούν, συμπληρώνοντας τις ως ανεξάρτητες κυψέλες κλειστού και ανοιχτού χώρου. Παραλλήλως αναπτύσσονται δυναμικά και οι δημόσιοι χώροι του κτηρίου, τονίζοντας τη συλλογική διάσταση της ζωής μέσα και γύρω του. Πέρα των αναγκαίων «κενών» ζωνών οριοθέτησης του κτηρίου 73 Δασκαλάκη Γεωργία, Παπαδόπουλος Γιάννης, Συγκρότημα κατοικιών και καταστημάτων στο Μεταξουργείο, Αθήνα – Ελλάδα, Δομές 05/09, Πολυκατοικίες Ε’, σελ. 65 74 ibid, σελ. 65-66, 68

103


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

102

103

104


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

σε σχέση με τη γειτονιά, και τους ειδικούς θύλακες συλλογικής χρήσης (π.χ. κολυμβητική δεξαμενή), κύριος πυρήνας του «δημόσιου βίου» του συγκροτήματος αποτελεί η υπαίθρια εσωτερική πλατεία-αίθριο. Ο χώρος αυτός δεν είναι ο τυπικός «ακάλυπτος», δηλαδή το απροσδιόριστου σχήματος «κενό» που απομένει μέσα στο οικόπεδο ως αρνητικό υπόλοιπο μιας μονολιθικής κτηριακής μάζας. Ούτε όμως είναι και το αυστηρά ορισμένο (και συχνά αρκετά βαθύ) κλασσικό αίθριο. Αντιθέτως αποκτά σχήμα και μορφή εν κινήσει, καθώς βρίσκεται σε συνεχή αισθητική και λειτουργική αντιστικτική σχέση με το διαρκώς μεταβαλλόμενο κτισμένο εσωτερικό του όριο. Επιπλέον κριτήρια για τη διαμόρφωση αυτής της σύνθετης συγκρότησης είναι: Η φιλτραρισμένη , αλλά ανοικτή, σύνδεση με την πόλη που λειτουργεί έξω από αυτό, αλλά και ειδικότερες ανάγκες, (για κοινωνική ζωή, κίνηση, φως, αέρα, σκιά, δροσιά, ουρανό, γη, φύτευση) που πρέπει να καλύπτει η «εσωτερική πλατεία» της γειτονιάς των σπιτιών του συγκροτήματος, για να δικαιώσει ουσιαστικά (και όχι μόνο εικονογραφικά) την ύπαρξή της. «Η αρχιτεκτονική βούληση είναι να περικλεισθεί το αίθριο, και όχι να διανοιχθεί. Υπάρχει το αντίθετο παράδειγμα, (συγκρότημα επί των οδών Πειραιώς, Μυλλέρου, Αγησιλάου, Θερμοπυλών) με την ομοιογενή όψη, το επίπεδο δώμα και το αίθριο- τρύπα. Ενώ εδώ έχουμε μια όψη, που είναι ανάγλυφη με κενά, με συγκοπές, με άλλα στοιχεία, μια στέγη που δεν είναι επίπεδη, ένα αίθριο, μια αυλή, που είναι κέντρο και μετάβαση.»75 (102)

102. Συγκρότημα ΓΕΚ, Το αίθριο

Η βασική διαφορά αυτού του συγκροτήματος, με αυτά που έχουν παρουσιαστεί μέχρι τώρα είναι η ιδιαίτερη σημασία που δίνει ογκοπλαστικά στη μονάδα κατοικίας. Η κυτταρική δομή, με βάση την οποία διαμορφώνεται, δίνει τη δυνατότητα έλλειψης ομοιομορφίας και μορφολογικής τυποποίησης. Έτσι ως αποτέλεσμα το σύνολο δίνει περισσότερο την εντύπωση συνάθροισης όγκων με ενδιάμεσα υπαίθριους και ημιυπαίθριους χώρους, παρά την εικόνα ενός ομοιογενούς συγκροτήματος. Σαφώς απευθύνεται σ’ ένα πολύ συγκεκριμένο κοινό, οπότε και η συλλογικότητα που προτείνει είναι κυρίως οπτική και συμβολική.

75 Γεώργιος Πανέτσος, Μεταξουργείο: Μια συζήτηση με αφορμή την αποπεράτωση, Δομές 05/09, σελ. 57

105


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

Β. Σύνδεση & Αυτονομία 1. Μετάβαση: Από την κατοικία στην πόλη «Οι έννοιες «δημόσιο» και «ιδιωτικό» μπορούν να ερμηνευτούν ως απόδοση σε χωρικούς όρους του «συλλογικού» και του «ατομικού». Θα μπορούσαμε να πούμε πιο συγκεκριμένα: Δημόσιο: Η περιοχή, που είναι προσπελάσιμη από όλους ανά πάσα στιγμή και η ευθύνη για τη συντήρηση της είναι συλλογική. Ιδιωτικό: Η περιοχή της οποίας η προσπέλαση είναι δυνατή από μια μικρή ομάδα ή ένα άτομο, που έχει και την ευθύνη της συντήρησής της. «Στον κόσμο μας βιώνουμε μια πόλωση μεταξύ της υπερβολικής ατομικότητας από τη μια μεριά και της υπερβολικής συλλογικότητας από την άλλη. Δίνεται μεγάλη έμφαση σε αυτό το δίπολο, ενώ δεν υπάρχει ούτε μια σχέση που να μας αφορά ως αρχιτέκτονες και η οποία να εστιάζει αποκλειστικά μόνο σε ένα άτομο ή μόνο σε μια ομάδα, ούτε πάλι αποκλειστικά σε όλους τους άλλους ή «τον κόσμο έξω». Αποτελεί πάντα ζήτημα ατόμων και ομάδων, στο πλαίσιο της μεταξύ τους σχέσης και αμοιβαίας δέσμευσης, δηλαδή είναι πάντα ζήτημα συσχετισμού του συλλογικού και του ατομικού.»76 Στα μεγάλα οικιστικά συγκροτήματα, ο χώρος του αιθρίου αναλαμβάνει το ρόλο της μετάβασης από το δημόσιο στον ιδιωτικό χώρο, από την κλίμακα της πόλης στην κλίμακα της κατοικίας, από το συλλογικό και το κοινόχρηστο στο αυστηρά ιδιωτικό. Αναλαμβάνει να συνδέσει και να εξισορροπήσει σε ένα κοινό χώρο τον διαφορετικό χαρακτήρα των γύρω περιοχών. Στο συγκρότημα Κarl Marx Hof στη Βιέννη, το άνοιγμα της πλατείας προς τον παρακείμενο σιδηροδρομικό σταθμό, που διασπά το συνεχές μέτωπο του συγκροτήματος, η μικρή κάλυψη του οικοπέδου (18.4%), που αφήνει ενδιάμεσα μεγάλες πλατείες και πάρκα, αλλά και ο επιμερισμός του υπαίθριου χώρου σε τρία τμήματα, δεν επιτρέπουν να γίνει αντιληπτό το πραγματικό μέγεθος του κτηρίου. (98) Η είσοδος στα διαμερίσματα των ορόφων γίνεται μέσω των αυλών, που οδηγούν σε κλιμακοστάσια που εξυπηρετούν δύο διαμερίσματα ανά όροφο. Τα ισόγεια όταν περιέχουν κατοικίες είναι υπερυψωμένα, ώστε να προστατεύεται η ιδιωτικότητα απ’ τα βλέμματα των περαστικών. Περιοχές του ισογείου καταλαμβάνονται στην εξωτερική περίμετρο από καταστήματα, καφενεία, και γενικά εξυπηρετήσεις για το συγκρότημα και την ευρύτερη γειτονιά. 76 Hertzberger Herman, Μαθήματα για σπουδαστές αρχιτεκτονικής, Πανεπιστημιακές εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, 2002, σελ. 12

106


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

Η εξωτερική όψη του συγκροτήματος χαρακτηρίζεται από έντονη μνημειακότητα που δημιουργείται από τη ρυθμική επανάληψη του όμοιου στοιχείου της αψίδας. Συμβολικά αποτελεί το μνημείο της εργατικής τάξης. Οι όψεις στο εσωτερικό της αυλής έχουν αντιθέτως πιο οικεία κλίμακα, που προκύπτει από το μικρό μέγεθος των διαμερισμάτων.77 (99-101) Πρόκειται στην ουσία για μια πόλη μέσα στην πόλη, όχι όμως αποκομμένη από τον αστικό ιστό, αλλά είναι ένας χώρος, όπου επιτυγχάνεται η αλληλοδιείσδυση δημόσιου και ιδιωτικού χώρου με πολλαπλές εισόδους μέσω των αψιδωτών στοών.

Το συγκρότημα κατοικιών στο Μεταξουργείο, σαφώς μικρότερο σε μέγεθος, προσπαθεί με διαφορετικούς χειρισμούς να ενσωματωθεί στην περιοχή και να αφήσει την πόλη να εισχωρήσει στο εσωτερικό του. Το κτήριο δεν τοποθετείται ως ανεξάρτητο «αντικείμενο» στο οικόπεδο. Αντίθετα μεταμοσχεύεται στον κορμό της πόλης ως οργανικό μέλος της. Η λύση αναπτύσσεται πάνω στον σπειροειδή άξονα της, διατηρώντας πυκνή διαλεκτική σχέση (ως προς τη λειτουργία, τη μορφολογία, την κλίμακα και τα μεγέθη) και την περιβάλλουσα υφιστάμενη «κατάσταση» που χαρακτηρίζει το γειτονικό περιβάλλον. Υψώνεται και χαμηλώνει, παρουσιάζεται απλούστερη ή συνθετότερη, διαφανέστερη ή αδιαφανέστερη, παρακολουθώντας τους ανάλογους μετασχηματισμούς που πραγματοποιεί η πόλη γύρω της.78 Η εσωτερική πλατεία, ως βασικός κοινόχρηστος χώρους του συγκροτήματος είναι ο πρώτος που συναντά κανείς μπαίνοντας στο κτήριο σε μια σταδιακή πορεία από τον δημόσιο προς τον απολύτως ιδιωτικό χώρο των κατοικιών. Συνεπώς το αίθριο δεν είναι περίκλειστο. Ένας βασικός ευθύγραμμος άξονας το διαπερνά δημιουργώντας δύο μεγάλα κενά στην κτηριακή μάζα στο ισόγειο (όπου βρίσκονται οι είσοδοι προς την αυλή) αλλά και στους ορόφους. Έτσι ενώνεται με το δημόσιο χώρο –με ελεγχόμενο τρόπο, ώστε να διατηρείται η ιδιωτικότητα του κατοικήσιμου χώρου– και δημιουργείται ένας πεζόδρομος μέσα από το ίδιο το κτήριο. Αποκτά έτσι οπτικές φυγές, δηλαδή το μέσα γίνεται αντιληπτό από έξω και αντιστρόφως. Επίσης η διαμπερότητα του στον άξονα βορρά – νότου αξιοποιείται από τα ρεύματα του αέρα για τον αερισμό και το δροσισμό των κατοικιών.79 (102) 77 Μπούκη Μπαμπάλου-Νουκάκη,Για τη συλλογική κατοικία στην πόλη, Αθήνα, 2003, σελ. 18 78 Δασκαλάκη Γεωργία, Παπαδόπουλος Γιάννης, Συγκρότημα κατοικιών και καταστημάτων στο Μεταξουργείο, Αθήνα – Ελλάδα, Δομές 05/09, Πολυκατοικίες Ε’, σελ. 65 79 ibid, σελ. 68

107


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

104

105-106

108

107


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

Στο επίπεδο της αυλής και στις τέσσερις γωνίες της βρίσκονται οι είσοδοι προς τους τέσσερις κατακόρυφους πυρήνες –κλιμακοστάσια, που οδηγούν στις κατοικίες των ορόφων, η είσοδος προς το χώρο της κολυμβητικής δεξαμενής, αλλά και οι ιδιωτικές αυλές με εισόδους απευθείας σε σπίτια. Ως εκ τούτου η πλατεία επιμερίζεται λειτουργικά σε κοινόχρηστους και ιδιωτικούς χώρους, σε χώρους στάσης και χώρους κίνησης: κοινόχρηστα πλατώματα, ιδιωτικές αυλές, υπαίθριους και στεγασμένους διαδρόμους, αλλά και σκάλες που παραλαμβάνουν τις λειτουργίες και επιτρέπουν την ελεύθερη κυκλοφορία και τη συλλογική δραστηριότητα μέσα στο χώρο της αυλής. Αποτελεί άρα τον προθάλαμο του συγκροτήματος, καθώς ο κάτοικος θα περάσει οπωσδήποτε από το αίθριο. Τέλος, στις στάθμες των ορόφων η λειτουργική φόρτιση του αιθρίου ενισχύεται με το πλήθος των ιδιωτικών αυλών που στρέφονται προς αυτό. Παρατηρεί κανείς λοιπόν πως το αίθριο αναλαμβάνει όχι μόνο μεταφορικά τη σύνδεση πόλης και κατοικίας, αλλά και κυριολεκτικά καθώς προηγείται των εισόδων στο εκάστοτε κτήριο. Η πρόσβαση προϋποθέτει το πέρασμα μέσω αυτού, ενεργοποιώντας το με τις κινήσεις των κατοίκων στο επίπεδο της αυλής, αλλά και καθ’ ύψος όπως στην περίπτωση του οικιστικού συγκροτήματος Spangen στο Ρότερνταμ.

104. Spangen, κάτοψη ισογείου

Οι είσοδοι γίνονται απ’ την εξωτερική περίμετρο προς τον κήπο και από εκεί προς τις κατοικίες. Ένα πλέγμα από πεζόδρομους και υπηρεσιακούς δρόμους συνδέουν τις περιοχές εσωτερικά: δηλαδή τις εισόδους προς το οικοδομικό τετράγωνο και τις κατακόρυφες κινήσεις. H είσοδος στις δύο πρώτες στάθμες γίνεται απ’ ευθείας απ’ τον κήπο. Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του κτηρίου και ο βασικός του νεωτερισμός είναι όμως ο υπερυψωμένος διάδρομος-δρόμος, απ’ όπου γίνεται η προσπέλαση στις κατοικίες της τρίτης στάθμης. Η τομή δηλαδή εισάγει μια εντελώς νέα δυνατότητα οργάνωσης και προσπέλασης των κατοικιών. «Οι εξώστες-δρόμοι του οικιστικού συγκροτήματος Spangen εξακολουθούν να είναι αξεπέραστοι γι’ αυτό ακριβώς που προσφέρουν στους κατοίκους τους. Με δεδομένο ότι σ’ αυτόν τον τύπο «δρόμου-καθιστικού» υπάρχουν είσοδοι μόνο από τη μια πλευρά, οι κάτοικοι έχουν για συντροφιά μόνο τους γείτονες της διπλανής πόρτας. Αυτό είναι μειονέκτημα σε σχέση με ένα φυσιολογικό δόμο, όπου υπάρχουν βέβαια γείτονες και απέναντι. Πάντως εδώ, η κοινωνική επαφή μεταξύ των κατοίκων είναι εξαιρετικά έντονη, πράγμα που αποδεικνύει πόσο σημαντική είναι η απουσία κυκλοφορίας αυτοκινήτων. Ωστόσο, οι κοινωνικές σχέσεις που αναπτύσσονται στον εξώστη-δρόμο είναι αναπόφευκτα αποκομμένες από το δρόμο κάτω, προς τον οποίο ουσιαστικά οι κατοικίες έχουν γυρισμένη την πλάτη τους.»80 80 Hertzberger Herman, Μαθήματα για σπουδαστές αρχιτεκτονικής, Πανεπιστημιακές εκ «Η υλοποίηση του2002, κατωφλιού δόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, σελ. 54 ως ενός ενδιάμεσου σημαίνει, πρώτο και κύριο,

να δημιουργείς ένα σκηνικό για υποδοχές και αποχαιρετισμούς – κατά συνέπεια 80 Hertzberger Herman, Μαθήματα για σπουδαστές αρχιτεκτονικής, Πανεπιστημιακές εκ

109


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

108

110

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

109-110


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

«Η υλοποίηση του κατωφλιού ως ενός ενδιάμεσου σημαίνει, πρώτο και κύριο, να δημιουργείς ένα σκηνικό για υποδοχές και αποχαιρετισμούς – κατά συνέπεια αποτελεί απόδοση, σε αρχιτεκτονικούς όρους, της έννοιας της φιλοξενίας. Εκτός αυτού, το κατώφλι, ως μέρος του κτηρίου, είναι τόσο σημαντικό για την κοινωνική επαφή όσο και οι χοντροί τοίχοι για την ιδιωτικότητα. Οι είσοδοι, οι εξώθυρες και πολλές άλλες μορφές ενδιάμεσων χώρων παρέχουν μια ευκαιρία συμφιλίωσης μεταξύ γειτονικών κόσμων.»81 Αυτήν ακριβώς την υλοποίηση του κατωφλιού ταυτόχρονα με τους διαδρόμους κίνησης και πρόσβασης στα διαμερίσματα προσπαθεί να συγκεράσει και η Cité Napoléon, που χτίστηκε στο Παρίσι το 1849 από τον Marie-Gabriel Veugny. Πολύ κοντά χρονικά στην επιρροή των σοσιαλιστικών συγκροτημάτων κατοικίας ενσωματώνει το αίθριο και τις κινήσεις στον ελάχιστο δυνατό χώρο ενός θερμαινόμενου εσωτερικού κενού με στόχο τη συνεύρεση των κατοίκων στον εσωτερικό αυτό «δρόμο». (108-110)

108-110. Cité Napoléon, εσωτερικές απόψεις

«Η Cité Napoléon στο Παρίσι είναι μία από τις πρώτες απόπειρες, και σίγουρα η πιο αξιόλογη, για να βρεθεί λύση στο πρόβλημα της απόστασης μεταξύ του δρόμου και της εξώπορτας ενός διαμερίσματος στα πολυώροφα κτήρια κατοικιών. Αυτός ο εσωτερικός χώρος, με όλες τις σκάλες και τα γεφύρια, θυμίζει πολυώροφο κτήριο σε έντονα κεκλιμένο έδαφος. Οι πάνω όροφοι φωτίζονται αρκετά μέσω της γυάλινης οροφής. Οι ένοικοι των πάνω ορόφων ανοίγουν πράγματι τα παράθυρα τους προς τον εσωτερικό χώρο, και τα φυτά στις γλάστρες δείχνουν το ανθρώπινο ενδιαφέρον. Παρά τις άριστες προθέσεις αυτών που το έχτισαν, ο εσωτερικός χώρος καθώς είναι κλειστός και απομονωμένος από τον έξω δρόμο δεν κατάφερε να γίνει μια πραγματική λειτουργική εσωτερική οδός.»82 Τα συλλογικά συγκροτήματα είναι σε θέση να ενσωματώσουν λοιπόν πολλαπλές εικόνες και λειτουργίες της πόλης. Τόσο οι εσωτερικές πλατείες, όσο και οι δρόμοι κίνησης με τους χώρους υποδοχής και στάσης ενεργοποιούν το αίθριο και καθιστούν τη μετάβαση μεταξύ πόλης και κατοικίας ομαλότερη.

81 ibid, σελ. 35 82 ibid, σελ. 39

111


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

111-112

113

112


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

2. Κοινωνικός αποκλεισμός, Συγχρωτισμός και Αποξένωση Εκτός όμως από την εσωτερική κοιλότητα των συγκροτημάτων που ενισχύει δομικά και λειτουργικά τη συλλογικότητα μεταξύ των κατοίκων και το αίθριο που λειτουργεί ως μετάβαση από την πόλη, υπάρχει και το εξωτερικό όριο. Η συγκρότηση των μονάδων αυτών ως κλειστοί αυτάρκεις οργανισμοί έχει αντίκτυπο στην κοινωνική δομή της πόλης. Ενώ το αίθριο μπορεί να ενοποιεί τους κατοίκους μεταξύ τους, την ίδια στιγμή απομονώνει το σύνολο από την πόλη, καθιστώντας το κλειστό και εσωστρεφές. Σ’ ένα πρώτο επίπεδο ο αποκλεισμός μπορεί να είναι καθαρά οπτικός, εμποδίζοντας τον μη κάτοικο να συνειδητοποιήσει την ύπαρξη του εσωτερικού κενού. Αυτό συμβαίνει συχνά στους εσωτερικούς ακάλυπτους των πυκνοκτισμένων περιοχών των ελληνικών πόλεων, όπου κανείς δεν μπορεί καθόλου ή μόνο με δυσκολία μέσω των pilotis των πολυκατοικιών να διαπιστώσει την ύπαρξη υπαίθριου χώρου. (112)

112. Συγκρότημα Χαρά, Εξωτερικό προοπτικό

Παρόμοια είναι και η περίπτωση του συγκροτήματος «Χαρά». Η εσωτερική αυλή είναι αποκομμένη από το δρόμο και δεν γίνεται κανένας υπαινιγμός της ύπαρξής της στις εξωτερικές πλευρές του συγκροτήματος.83 Η πρόσβαση στον εσωτερικό υπαίθριο χώρο δε γίνεται απευθείας από το δρόμο, αλλά εμμέσως, καθώς παρεμβάλλεται ο κτηριακός όγκος. (113) Η δυνατότητα εισόδου στην εσωτερική αυλή από το επίπεδο του δρόμου πραγματοποιείται μέσω των τεσσάρων χώρων εισόδου του συγκροτήματος. Έτσι μπορεί η ιδιωτικότητα να εξασφαλίζεται στο έπακρο, αλλά το κτήριο παραμένει μια συμπαγής κτιστή μάζα μέσα στην πόλη χωρίς διαμπερότητα και εσωτερικές φυγές. (111)

113. Συγκρότημα Χαρά, κάτοψη 2ου ορόφου

111. Συγκρότημα Χαρά, Το αίθριο

Παράλληλα, ο αποκλεισμός μπορεί να γίνει και ταξικός. Προορισμένο για μια συγκεκριμένη ομάδα κατοίκων, ένα συγκρότημα μπορεί να αποκλείει την υπόλοιπη πόλη. Ο τύπος κατοικίας Immeuble Villas εξέφραζε την ιδέα της περιτοιχισμένης πόλης, μια πόλης την οποία δημιουργούν και οριοθετούν οι δρόμοι. To συγκρότημα περιβάλλεται από δρόμους ταχείας κυκλοφορίας, καθιστώντας το «νησίδα» μέσα στην πόλη και η επικοινωνία μεταξύ των όμοιων συγκροτημάτων γίνεται με εναέριους διαδρόμους που γεφυρώνουν την μεταξύ τους απόσταση. Δεν είναι όμως μόνο το κάθε συγκρότημα αποκομμένο, αλλά ολόκληρη η πόλη είναι σχεδιασμένη με πρότυπα που ευνοούν τον ταξικό διαχωρισμό. Πρόκειται για πόλη ιεραρχική με λειτουργική και ταξική διαφοροποίηση, όπως φαίνεται από την επιλογή του τόπου κατοικίας αστικής και εργατικής τάξης και τον πλήρη λειτουργικό διαχωρισμό σε επιμέρους ζώνες (zoning). 83 Βογιατζή Μαρία Ελένη, Κωσταγιάννη Μαρία, Δύο συγκροτήματα κατοικιών συνκρίνονται: “Χαρά”(1958) - “Μεταξουργείο”(2008), Διάλεξη ΕΜΠ 2008, σελ. 23, 90

113


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

114

114

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

115


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

«Μια επίλεκτη, καπιταλιστική πόλη διοίκησης και ελέγχου, με κηπουπόλεις για τους εργάτες, χωροθετημένες, όπως και οι βιομηχανίες, πέρα από την «περιοχή ασφαλείας» την ζώνη του πρασίνου που περιέβαλλε την πόλη».84 Ανεξάρτητα, όμως από τις αρχιτεκτονικές προθέσεις, η θέση του συγκροτήματος στο Μεταξουργείο δεν επιτρέπει να υλοποιηθούν ο εσωτερικός πεζόδρομος και η διαμπερότητα του αιθρίου. (114-115) Το συγκεκριμένο πρότυπο συλλογικής κατοίκησης δεν μπορεί να αφομοιωθεί στην περιοχή, αλλά ούτε και απ’ το κοινό που απευθύνεται. Για λόγους ασφαλείας το αίθριο έχει περιφραχθεί και η είσοδος σ’ αυτό ελέγχεται αυστηρά. Δημιουργείται έτσι ένα χάσμα μεταξύ αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και κοινωνικής πραγματικότητας, με το συγκρότημα να θέλει να αποτελεί συνδετικό κρίκο με τη γειτονιά, την όμορη πλατεία και τους γύρω δρόμους, αλλά τελικά να καταλήγει να είναι μια περίκλειστη, περιφρουρούμενη νησίδα μέσα στην πόλη, όπου κανείς μπορεί να έχει μόνο εξωτερική οπτική του αιθρίου. Οι μελετητές υποστηρίζουν βέβαια πως μια αρχιτεκτονική πρόθεση δεν αλλοιώνεται στο χρόνο, κι ακόμα κι αν η κοινωνία δεν είναι έτοιμη να τη δεχθεί σήμερα, μπορεί οι συνθήκες μελλοντικά να αλλάξουν. Το φαινόμενο αυτό παρατηρεί στην πόλη της Αθήνας, αλλά και παγκόσμια σ’ ένα συνολικότερο βαθμό και ο Π. Δραγώνας: «Σε μια πόλη έντονων οικονομικών αντιθέσεων, περιορισμένης αίσθησης ασφάλειας και συχνών συγκρούσεων, η έννοια του “καταφυγίου” λαμβάνει μια νέα διάσταση. Η αυξημένη ανάγκη ασφάλειας ωθεί την αρχιτεκτονική της κατοικίας σε εσωστρεφείς διατάξεις με ισχυρά όρια. Η ίδια ανάγκη ωθεί την αστική ανάπτυξη στη δημιουργία περιφραγμένων κοινοτήτων για τις οικονομικές ελίτ. Με τον ένα ή τον άλλον τρόπο ο οικιακός χώρος επιδιώκει την απομόνωση από τον παραδοσιακό δημόσιο χώρο της πόλης. Η αστική κατοικία μετατρέπεται σε ένα “δικτυωμένο καταφύγιο” όπου οι ανάγκες επικοινωνίες των -σωματικά αποκλεισμένων- ατόμων εξυπηρετούνται από τα δίκτυα πληροφορίας και τα κοινωνικά μέσα. Οι κατοικίες – καταφύγια, οι περιφραγμένες κοινότητες και η κατακερματισμένη ταυτότητα της σύγχρονης κοινωνίας καθιστούν ιδιαίτερα δύσκολη την επιβίωση των κοινωνικών δομών της παλαιάς αστικής γειτονιάς. Τα νέα δεδομένα επιβάλλουν την αναζήτηση σύγχρονων εκδοχών συλλογικής κατοίκησης. ςςς Στην κατεύθυνση αυτή εντάσσεται και η δημιουργία “θετικών γκέτο”. Ο όρος αναφέρεται στην ανάπτυξη ομοιογενών κοινοτήτων όπου επιλέγουν να ζήσουν άνθρωποι με κοινές αναφορές. Ανάλογα παραδείγματα μπορούμε να βρούμε στα προάστια των αμερικανικών πόλεων και τις νέες κοινότητες που δημιουργούνται με βάση τις ιδιαίτερες πολιτισμικές, θρησκευτικές, ή ακόμη και σεξουαλικές, επιλογές των κατοίκων τους.»85

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

114-115. Συγκρότημα ΓΕΚ, Το πέρασμα μέσω του αιθρίου

84 Frampton Kenneth, Μοντέρνα Αρχιτεκτονική, Θεμέλιο, Αθήνα, 2009, σελ. 144 85 Δραγώνας Πάνος, Μετά (την) ιδιωτικότητα: Βασικές έννοιες για τη σύγχρονη αστική κατοίκηση, Συμπόσιο “Κατοικία: Σχεδιάζω, κατασκευάζω, σκέπτομαι” ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη, 2011

115


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

116

117

116


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

3. Συγχρωτισμός και Αποξένωση Όταν όμως ο στενά εννοούμενος οικονομικός παράγοντας αρχίζει να καθορίζει αποκλειστικά την ανάπτυξη της κατοικίας συνειδητοποιεί κανείς ότι η εκμετάλλευση του εδάφους επηρεάζει άμεσα τις συνθήκες ανάπτυξης της κατοικίας. Ήδη από την αρχαιότητα, οι υψηλές οικοδομικές πυκνότητες και ο συγχρωτισμός των ενοίκων ήταν εμφανής στην αρχαία Ρώμη. Σε αντίθεση με το αρχαίο ρωμαϊκό σπίτι με αίθριο (domus), όπου κατοικούσε η αστική τάξη, τα χαμηλότερα και μεσαία κοινωνικά στρώματα κατοικούσαν στην insula (λατινικά νησί, πληθ. insulae). Πρόκειται για πολυώροφες κατοικίες, διατεταγμένες γύρω από αυλή, αποτελούμενες από διαμερίσματα σε επάλληλους ορόφους.86 (116-117)

116. Αναπαράσταση Insula στην αρχαία Όστια, δύο κατοικίες και θέρμες ενδιάμεσα

«Ήδη στην insula, όπως άλλωστε και σε κάθε άλλη μορφή λαϊκής κατοικίας, ασκείται μία απ’ τις πιο σημαντικές δυνάμεις της αστικής ανάπτυξης: η εκμετάλλευση. Οι κατοικίες είναι ιδιωτικές, νοικιάζονται από τον ιδιοκτήτη ή τον κατασκευαστή και αποτελούσαν αξιοσέβαστη πηγή εισοδήματος.»87

117. Αναπαράσταση Insula στην Via di Diana, 1922

Στο ισόγειο υπήρχαν ταβέρνες και καταστήματα, ενώ οι κατοικίες βρίσκονταν στους ανώτερους ορόφους. Το συνηθισμένο ύψος των insulae ήταν οι πέντε όροφοι, αλλά έφτανε μέχρι τους έξι ή επτά ορόφους με αποτέλεσμα η αυλή να λειτουργεί μάλλον ως φωταγωγός. Τα ακριβέστερα διαμερίσματα όμως ήταν αυτά των χαμηλότερων ορόφων, καθώς ο κίνδυνος της φωτιάς ήταν πολύ συνηθισμένος. Οι insulae ήταν πολύ διαδεδομένες στην πυκνοκατοικημένη Ρώμη, καθώς και στην Όστια, το αρχαίο λιμάνι της. «Αρχαία Ρώμη: Το πέρασμα από την αγροτική πόλη στο σχηματισμό των μεγάλων δημόσιων χώρων της αυτοκρατορικής περιόδου. Αυτό συνεπάγεται το πέρασμα από το σπίτι με αίθριο, της περιόδου της δημοκρατίας, στη δημιουργία μεγάλων «insulae» του λαού. Τα τεράστια οικόπεδα που αποτελούν τις insulae, με μια καταπληκτική αντίληψη του σπιτιού-συνοικίας, προμηνύουν τις θεωρίες τις σύγχρονης καπιταλιστικής πόλης και της διαίρεσης του χώρου της και δείχνουν συγχρόνως τις δυσλειτουργίες και τις αντιθέσεις της.»88 Ακόμα και στη σύγχρονη Αθήνα όμως και τις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις που χτίστηκαν στο πρότυπο της, παρατηρούμε κάτω από διαφορετικές συνθήκες παρόμοιο συγχρωτισμό. 86 Μπούρας Χαράλαμπος, Μαθήματα Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Α’ τόμος, Συμμετρία, 1999, σελ. 431 87 Rossi Aldo, Η αρχιτεκτονική της πόλης, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1991, σελ. 49 88 Ibid, σελ. 88

117


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

118-119

118

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

120


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

«Η μορφή της μεταπολεμικής Αθήνας δεν καθορίστηκε από τις γνώμες των ειδικών και τη θέληση του νομοθέτη. Πολύ σημαντικότερος υπήρξε ο ρόλος άλλων παραγόντων: της μικροϊδιοκτησίας, των περιορισμένων οικονομικών δυνατοτήτων της πολιτείας, της μικρής κλίμακας των οικοδομικών επιχειρήσεων, αλλά και της ζωτικότητας του πληθυσμού, της κοινωνικής του κινητικότητας, των νοοτροπιών και συνηθειών του. Η μεταπολεμική Αθήνα άρχισε να ξανακτίζεται πάνω στον παλιό της ιστό και να επεκτείνεται ασχεδίαστα, στο πλαίσιο μιας ιδιότυπης καπιταλιστικής εξέλιξης, με κινητήριες δυνάμεις την εμπορευματοποίηση της κατοικίας, το οικοπεδεμπόριο, αλλά και την παράδοση της αυθαίρετης δόμησης. (...) Την περίοδο 1949-57, το κύριο βάρος της ανοικοδόμησης της Αθήνας αφέθηκε αφενός στην ιδιωτική επιχειρηματική πρωτοβουλία η οποία απευθυνόταν κυρίως στα μεσαία στρώματα και αφετέρου στην αυθαίρετη στέγαση. Από τότε η ανοικοδόμηση κατοικιών με το σύστημα της αντιπαροχής παίζει το ρόλο κινητήριας δύναμης της οικονομίας, ενώ η κρατική και δημοτική πρωτοβουλία αυτοπεριορίζονται σε μικρής κλίμακας έργα ή σε διορθωτικές παρεμβάσεις.»89

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

120. Γιώργης Γερόλυμπος, Athens Spread, Αμπελόκηποι, 2012

Με την πολυκατοικία ως βασικό κύτταρο της σύγχρονης ελληνικής πόλης δημιουργείται ένα πυκνοκτισμένο αστικό περιβάλλον χωρίς συνολικό σχεδιασμό και μέριμνα για διατήρηση υπαίθριων χώρων. Στην κλίμακα του οικοδομικού τετραγώνου, από τις επιμέρους πολυκατοικίες προκύπτει ένα υπόλοιπο κενού υπαίθριου χώρου στο κέντρο, ο αποκαλούμενος ακάλυπτος. «Τι συμβαίνει όμως με την κλίμακα του ακάλυπτου αυτού χώρου; Από τον τρόπο που καθορίζεται το ιδεατό στερεό, βλέπουμε πως η κλίση που προβλέπει ισχύει μονοδιάστατα. Έτσι, ενώ φροντίζει για το φωτισμό και την κλίμακα του δρόμου, αδιαφορεί για το εσωτερικό του οικ. τετραγώνου ακόμα και όταν ο προσανατολισμός θα το επέβαλε. Τελικά το παραγόμενο σχήμα, όταν έχουμε υψηλούς συντελεστές δημιουργεί ακόμη πιο δυσμενείς συνθήκες στο εσωτερικό. Φανερώνεται εδώ μια αδυναμία του κανονισμού που έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι είναι ΓΕΝΙΚΟΣ. Γεγονός που σημαίνει ότι αντιμετωπίζει κάθε περιοχή και κάθε οικόπεδο με τον ίδιο τρόπο, αδιαφορώντας για τις τοπικές συνθήκες και κυρίως τον προσανατολισμό.»90

118-119. Γιώργος Γεωργόπουλος, Tungsten, 2011

Ως αποτέλεσμα το εσωτερικό αυτό κενό μπορεί μεν να είναι ενοποιημένο οπτικά, παραμένει όμως χωρισμένο ανά ιδιοκτησίες. Είναι ένας «κοινός» χώρος για την εξασφάλιση αερισμού και ηλιασμού των πίσω όψεων των κατοικιών, καταλήγει όμως να μην ανήκει σε κανέναν και στις περισσότερες των περιπτώσεων να παραμένει ένα βρώμικο και παραμελημένο «υπόλοιπο» 89 Φεσσά – Εμμανουήλ Ελένη, Η Αθήνα στο δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα, Πολεοδομική μεταμόρφωση & αρχιτεκτονική δημιουργία, GreekArchitects, 2010 90 Τσαφούλιας Θεόδωρος, Η αστική πολυκατοικία σε εξέλιξη (;), Διάλεξη ΕΜΠ, 2008, σελ. 20

119



ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

χώρου. Μπορεί η προβλεπόμενη νομοθεσία για pilotis στα ισόγεια των πολυκατοικιών με φυσικό έδαφος και άμεση πρόσβαση στους ακάλυπτους να υλοποιήθηκε μονομερώς για τις θέσεις στάθμευσης στις pilotis, αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός της έλλειψης κουλτούρας συνιδιοκτησίας από τους κατοίκους. Παρατηρείται πλήρης αδιαφορία και αμέλεια για τους χώρους που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν κοινόχρηστα και μια απουσία ικανότητας οικειοποίησης αυτού του ενδιάμεσου χώρου, με αποτέλεσμα η πλειοψηφία να μην ενδιαφέρεται για το άμεσο περιβάλλον της κατοικίας. «Πέρα από την εξώπορτά μας ή την πόρτα του φράχτη αρχίζει ένας κόσμος με τον οποίο δεν έχουμε πολύ μεγάλη σχέση, ένας κόσμος στον οποίο μόλις και μετά βίας μπορούμε να ασκήσουμε κάποια επιρροή. Υπάρχει ένα αυξανόμενο συναίσθημα ότι πέρα από την πόρτα μας είναι ένας εχθρικός κόσμος, βάνδαλος και επιθετικός, όπου νιώθουμε μάλλον απειλή παρά οικειότητα. (...) Ο λόγος για τον οποίο οι κάτοικοι των πόλεων αποξενώνονται από το ίδιο το περιβάλλον όπου ζουν είναι γιατί, είτε η δυνατότητα συλλογικής πρωτοβουλίας έχει υπερκτιμηθεί, είτε η συμμετοχή και συνεισφορά των κατοίκων έχει υποτιμηθεί. Οι ένοικοι ενός σπιτιού δεν ενδιαφέρονται ουσιαστικά για το χώρο έξω από το σπίτι τους, αλλά δεν μπορούν και να τον αγνοήσουν. Αυτή η αντίθεση οδηγεί στην αποξένωση από το περιβάλλον μας και –στο μέτρο που οι σχέσεις μας με τους άλλους επηρεάζονται από το περιβάλλον μας– στην αποξένωση από τους συγκατοίκους μας.»91

121. Δημήτρης Παπαϊωάννου, Μέσα, 2011

«Μέσα σε πέντε μόλις δεκαετίες η αστική κατοικία εξελίχθηκε από χώρο έκφρασης του οικογενειακού βίου σε έναν μετά – ιδιωτικό χώρο συμβίωσης, ο οποίος έχει διογκωθεί από επιπρόσθετες δραστηριότητες αναψυχής, εργασίας και διαμεσολαβημένης κοινωνικής επαφής. Ένα ποσοστό μόνο των σύγχρονων κατοικιών φιλοξενεί πυρηνικές οικογένειες. Ακόμη όμως και η παραδοσιακή πυρηνική οικογένεια είναι πολύ διαφορετική από ό,τι στο παρελθόν. Όλα τα μέλη της σύγχρονης οικογένειας απουσιάζουν τις περισσότερες ώρες από το σπίτι. Και οι δύο γονείς εργάζονται, πολλές φορές ακόμη και μέσα από το σπίτι. Τα παιδιά πηγαίνουν στον παιδικό σταθμό από τη βρεφική ηλικία, ενώ από οκτώ μόλις χρονών σχηματίζουν τον ψηφιακό κοινωνικό κύκλο τους.»92 Επιπλέον κάτω από συνθήκες στενής επαφής και έντονου συγχρωτισμού, όταν τα μεγέθη στους ακάλυπτους στενεύουν ασφυκτικά, ο κάτοικος της απέναντι πολυκατοικίας γίνεται η καθημερινή θέα. Ηθελημένα ή μη η έλλειψη ιδιωτικότητας οδηγεί στην παρατήρηση της καθημερινής ζωής, στη δημιουργία ενός «σύγχρονου Panopticon». Τόσο ως παρατηρητής 91 Hertzberger Herman, Μαθήματα για σπουδαστές αρχιτεκτονικής, Πανεπιστημιακές εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, 2002, σελ. 45-8 92 Δραγώνας Πάνος, Μετά (την) ιδιωτικότητα: Βασικές έννοιες για τη σύγχρονη αστική κατοίκηση, Συμπόσιο “Κατοικία: Σχεδιάζω, κατασκευάζω, σκέπτομαι” ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη, 2011

121


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

122-125

126

122


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ο ένοικος δημιουργεί πολλαπλές σκοπεύσεις προς το σύνολο των περιμετρικών κατοικιών, αλλά και ως παρατηρούμενος αισθάνεται μέρος αυτού του συνόλου, με αμφίδρομες σχέσεις να αναπτύσσονται μεταξύ των κατοίκων. (122-125)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

122-125. Hitchcock Alfred, Rear Window, 1954

«Ένας άνδρας στο αντικρυνό διαμέρισμα ανοίγει το ψυγείο, μια γυναίκα κόβει ψωμί πάνω στο ξύλο. Είναι άνθρωποι ή κάποιοι που τους μιμούνται; Μέσα στο φωτισμένο κάδρο του παραθύρου, οι κινήσεις τους παύουν να είναι προσηλωμένες στο σκοπό τους και μοιάζουν να υπηρετούν ένα ρόλο για χάρη κάποιων που κρυφοκοιτάνε. Αυτά τα μικροσκοπικά και πολυμήχανα όντα είναι φαίνεται, τόσο πονηρά που μπορούν να κοροϊδεύουν τις ίδιες τους τις ασχολίες. Τότε θα γελάνε και με μένα που τους παρακολουθώ. Εκτός κι αν προτείνουν ένα συμβόλαιο με τους θεατές τους: σας αφήνουμε να μας παρατηρείτε υπό τον όρο να αφήσετε και σεις ανοιχτό το παράθυρο σας.»93 Συμπερασματικά θα είχε όμως ενδιαφέρον να παραθέσουμε και μία λιγότερο επικριτική άποψη για την ελληνική πολυκατοικία του Δ. Φιλιππίδη: «Έχει ενδιαφέρον ότι η «αντιπαροχή», ένας καθαρός μηχανισμός χρηματοδότησης όταν λείπουν τα διαθέσιμα κεφάλαια για την οικοδόμηση μιας πολυκατοικίας, χρεώθηκε την ευθύνη για όλα τα ελαττώματα της σύγχρονης αστικής ζωής.(...) Η νεοελληνική πολυκατοικία της αντιπαροχής καταπολεμήθηκε ως «φυλακή», τυπικό σύμβολο εξαθλίωσης της ποιότητας ζωής στη σύγχρονη, αφιλόξενη τσιμεντούπολη. Η εμμονή αυτή δεν κάμφθηκε από τις σποραδικές αντιρρήσεις ξένων επισκεπτών της Αθήνας, που παραδόξως τόνιζαν την ιδιότυπη μοντερνικότητα του αθηναϊκού παραδείγματος, όπως για παράδειγμα, των Hans Kollhof, Kenneth Frampton και Richard Woditsch. Όχι μόνο δεν έγιναν συντονισμένες απόπειρες ερμηνείας των συμπληρωματικών της πολυκατοικίας τύπων της σύγχρονης αρχιτεκτονικής σε χρήση μέσα και έξω από τους πυκνοδομημένους πυρήνες των πόλεων, αλλά επιβλήθηκε μια περιφρονητική σιωπή που καταδίκαζε με συνοπτικές διαδικασίες κάθε είδους λειτουργικές επιλύσεις αυτού του χαρακτήρα.»94

126. Γιώργης Γερόλυμπος, Athens Spread, Πανόρμου, 2012

93 Καραποστόλης Βασίλης, Χειροποίητη πόλη- Η Αθήνα ανάμεσα στο ναι και το όχι, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1995, σελ. 183-4 94 Rapoport Amos – Φιλιππίδης Δημήτρης, Ανώνυμη Αρχιτεκτονική και πολιτιστικοί παράγοντες, Μέλισσα, 2010, σελ. 304

123


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

127-128

124


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

Γ. Το αίθριο στον πολεοδομικό ιστό Όσο αναλύει κανείς τα συγκροτήματα συλλογικής κατοικίας, που ξεφεύγουν από το μεμονωμένο παράδειγμα και με την επανάληψη τους εγκαθίστανται στο σύνολο της πόλης, παρατηρεί πως το αίθριο με την περιμετρική κτιστή μάζα στη μεγάλη του κλίμακα συγγενεύει με το οικοδομικό τετράγωνο. Η γεωμετρικότητα της κατασκευής σχετίζεται με τη συνολική οργάνωση του αστικού ιστού και την οριοθέτηση του δομημένου και του αδόμητου χώρου. Διαπιστώνει κανείς πως τόσο τα περιμετρικά συγκροτήματα Immeuble Villas όσο και το Karl Marx Hof εμπεριέχουν άλλης τάξης μεγέθη, που ξεφεύγουν από τον αυστηρό αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και σχετίζονται άμεσα με την κλίμακα της πόλης. Σ’ αυτό το πλαίσιο τα περισσότερα από τα συγκροτήματα κατοικιών, που χτίστηκαν την περίοδο της «Κόκκινης Βιέννης», εκτείνονταν σε περισσότερα από ένα οικοδομικά τετράγωνα, με ποικιλία διατάξεων, περίκλειστες αυλές (hof), συγκροτήματα σχήματος Π, που παραχωρούσαν τον ελεύθερο χώρο στο δημόσιο για τη χρήση πλατείας, αλλά και συνδυασμό και των δύο. Τυπολογικά, η αυλή και το περιμετρικό κτίσμα, δεν ήταν καινούρια για τη Βιέννη. Η διαμόρφωση τμημάτων της πόλης βάσει του Hof είναι μορφολογική συνάρθρωση που συναντάται συχνά στην ιστορία της οικοδόμησης της Βιέννης, κυρίως εκείνης των αρχών τού 18ου αιώνα, όταν διαμορφώνεται ο τύπος κατοικίας πέριξ αιθρίου, ως αποτέλεσμα των μετασχηματισμών των εκκλησιαστικών και των αριστοκρατικών περιουσιών. Στην ουσία η νέα προλεταριακή κατοικία υλοποιείται μέσω της επανάχρησης μιας τυπικής χωροδιάταξης, που είναι κοινή στην αυστριακή πρωτεύουσα, όχι μόνο στις κατοικίες, αλλά και σε άλλα κτήρια ή συγκροτήματα συλλογικών, κοινοτικών λειτουργιών, όπως μοναστήρια (Klosterhöfe, μοναστηριακά τάγματα του 19ου αιώνα, νεοκλασικά κτήρια γύρω από αυλές) και στρατώνες. Στη βάση αυτής της επανάχρησης του συγκεκριμένου αρχιτεκτονικού τύπου και της ερμηνείας στα μεγάλα οικοδομικά τετράγωνα κατοικίας (διαμερίσματα, εξυπηρετήσεις, εξοπλισμοί, χώροι πρασίνου) υπάρχει η αναφορά σ’ ένα σαφές ιστορικό τυπολογικό πρότυπο. Πρόκειται για κτήρια συλλογικών δραστηριοτήτων που ενυπάρχουν στην ιστορική πόλη, οργανώνονται γύρω από τα Hof και οδηγούν στην οικοδόμηση αυτών των αυτόνομων οικιστικών νησίδων. 95 (127-128)

127-128. Wenders Wim, Der Himmel über Berlin, 1987

95 Πατέστος Κωνσταντίνος - Η επικαιρότητα της τυπολογικής προσέγγισης ή σχεδιάζοντας με την ιστορία, GreekArchitects, 2011

125


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

129

126

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

«Από τον μεταρρυθμιστικό νόμο για τις πολυκατοικίες του Βερολίνου το 1897 ως τη μελέτη του H.P.Berlage για το νότιο Άμστερνταμ το 1917, οι μελετητές και οι θεωρητικοί στη Γερμανία και την Ολλανδία ασχολούνται με την ανάπτυξη ενός τύπου οικοδομικού τετραγώνου με πολυκατοικίες στην περίμετρο που θα διατηρούσε την πλαστική συνέχεια του δρόμου, ενώ ταυτόχρονα θα έκανε την εσωτερική αυλή που σχηματίζεται έτσι χρήσιμη σαν περίκλειστο ημικοινόχρηστο χώρο. (...) Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας 1920-30 το πρότυπο του χτισμένου κατά την περίμετρο οικοδομικού τετραγώνου γνώρισε μια σύντομη περίοδο καθολικής αποδοχής στην Ευρώπη ως η τυπική μονάδα αστικής κατοικίας χαμηλού κόστους. Με αυτή τη μορφή έκανε την εμφάνιση του στις παρυφές πόλεων τόσο απομακρυσμένων μεταξύ τους, όπως το Βερολίνο, η Βιέννη και το Ελσίνκι.»96 Στα πλαίσια αυτού του ιδιαίτερου τυπολογικού παρελθόντος πραγματοποιείται στο Βερολίνο το 1977 η Internationale Bauausstellung (ΙΒΑ - Διεθνής Οικιστική Έκθεση). O τόπος επέμβασης δεν ήταν ένας ειδικά διατιθέμενος ελεύθερος χώρος, αλλά η ίδια η πόλη. (129) Χρησιμοποιώντας τους όρους πολεοδομική ανάπλαση και πολεοδομική αποκατάσταση, οι διοργανωτές περιγράφουν ένα πρόγραμμα προσθήκης ή επιδιόρθωσης και αναπροσαρμογής επί μέρους στοιχείων σ’ έναν υπάρχοντα, πολλές φορές παραμορφωμένο πολεοδομικό ιστό. Οι προτεινόμενες επεμβάσεις νοούνται άλλοτε ως συμπλήρωση ενός ήδη αρχινημένου αρχιτεκτονικού συμβάντος και άλλοτε πάλι ως προσπάθεια αναδημιουργίας ενός ήδη διαστρεβλωμένου και αλλοιωμένου πολεοδομικού στοιχείου (δρόμου, πλατείας κλπ).97

129. Χάρτης επεμβάσεων της IBA, διάσπαρτων κατά μήκος του καναλιού Landwehrkanal

«Στο Βερολίνο στα πλαίσια της I.B.A. το 1977 επιχειρήθηκε η συμπλήρωση του αστικού ιστού και η επανερμηνεία του. Tο οικοδομικό τετράγωνο, και όχι το αποκομμένο κτήριο, κρίθηκε κατάλληλο να συγκροτήσει την πόλη, να διασφαλίσει τη συνοχή και την πυκνότητά της. M’ αυτόν τον τρόπο, ο ιδιωτικός υπαίθριος χώρος αυτονομείται απ’ τον δημόσιο, διασφαλίζει τα όριά του και αποκτά την αρμόζουσα κλίμακα. Γίνεται μ’ αυτόν τον τρόπο, τόπος ζωής και συνεύρεσης της μικρής κοινότητας των συγκατοίκων. Παίζει το ρόλο του ενδιάμεσου ανάμεσα στην ιδιωτική και τη δημόσια επικράτεια. Kαι γι’ αυτό καθορίζει τη σχέση και το ρόλο της συλλογικής κατοικίας στην πόλη».98 96 Frampton Kenneth, H εξέλιξη των ιδεών για την κατοικία: 1870-1970, Αρχιτεκτονικά Θέματα 8/1974, Αθήνα 97 Κούκης Γιάννης, ΙΒΑ Κτήριο και Αστικός Χώρος, Παπασωτηρίου, Αθήνα, 1989, σελ. 15 98 Μπαμπάλου-Νουκάκη Μπούκη, Για τη συλλογική κατοικία στην πόλη, Αθήνα, 2003, σελ. 67

127


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

130-131

132

128


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

Ο Ο.Μ.Ungers μιλώντας για το πρόγραμμα: «Το δυτικό Βερολίνο εξελίσσεται κυρίως στην κατεύθυνση ενός πλουραλιστικού σχεδιασμού. Η ιδέα της πόλης μέσα στην πόλη είναι η αφετηρία για ένα μελλοντικό αστικό μοντέλο στο Βερολίνο. Αυτό εκφράζεται ήδη στη σημερινή εικόνα της πόλης, που είναι σαν ένα πράσινο πολεοδομικό αρχιπέλαγος. Τα αστικά νησιά αποκτούν την ιδιαιτερότητά τους ανάλογα με την ιστορία τους, την κοινωνική δομή τους και την ποιότητα του χώρου τους. Η πόλη ως σύνολο απαρτίζεται από μια ομοσπονδία παρόμοιας μορφής πολεοδομικών ενοτήτων.»99 Ειδικότερα στην περιοχή Kreuzberg έγιναν αναπλάσεις σε περιοχές με παλιά κτήρια, ελλιπείς εγκαταστάσεις υγιεινής και έλλειψη συντήρησης. Στην περιοχή κατοικούν χαμηλά κοινωνικά στρώματα και ιδιαίτερα πολλοί μετανάστες με πληθώρα κοινωνικών προβλημάτων και μεγάλα ποσοστά ανεργίας. Σε αντίθεση με τα γνωστά πρότυπα ανάπλασης, όπου το υπάρχον κομμάτι του ιστού καταστρέφεται και στη θέση του ανεγείρονται νέα κτήρια κατοικιών, εδώ πραγματοποιήθηκε «προσεχτική οικιστική ανάπλαση» με κύριο μέσο τον συμμετοχικό σχεδιασμό. Διατηρώντας την παραδοσιακή μείξη λειτουργιών με την κατοικία στο εξωτερικό και την εργασία στο εσωτερικό του οικοδομικού τετραγώνου καθώς και το αίσθημα γειτονιάς, συντηρήθηκαν τα υπάρχοντα κτήρια, δημιουργήθηκαν χώροι πρασίνου και οργανώθηκαν κοινωνικές υποδομές, όπως παιδικοί σταθμοί, γυμναστήρια, κέντρα γειτονιάς, πολιτιστικά κέντρα, γηροκομεία κά.100

132. Συγκρότημα Ritterstrasse, Εσωτερικό οικοδομικού τετραγώνου με προκήπια και παιδότοπους

Μέσα στο γενικότερο πρόγραμμα με έκταση εφαρμογής σε ολόκληρη την πόλη, εντάσσεται και το συγκρότημα στην οδό Ritterstrasse στην περιοχή Südliche Friedrichstadt του Βερολίνου. Πρόκειται για ένα συλλογικό σχεδιασμό μιας ομάδας αρχιτεκτόνων, που βασίζεται στην επεξεργασία και εξέλιξη μιας ιδέας του Rob Krier. Στην αρχή μελετήθηκε και καθορίστηκε ένα είδος γενικού οικοδομικού κανονισμού για την περιοχή, υποχρεωτικού για όλους τους συμμετέχοντες. Ο κανονισμός καθιέρωνε το σύστημα περιμετρικής δόμησης του οικοδομικού τετραγώνου (Blockbebauung), χαρακτηριστικό για το πολεοδομικό παρελθόν της περιοχής, οριοθετούσε το επιτρεπόμενο ύψος, προέβλεπε την κατανομή της περιμετρικής ζώνης του οικοδομικού τετραγώνου σε επιμέρους οικόπεδα, προσδιόριζε τη λειτουργία των κοινοχρήστων υπαίθριων χώρων και την κατανομή τους σε επιφάνεια για φύτευση, παιχνίδι και αναψυχή (ανάλογα με τη θέση τους στο οικιστικό συγκρότημα) και προδιέγραφε γενικούς μορφολογικούς κανόνες, σχετικά με τη στέγαση των κτηρίων, το χαρακτήρα των όψεων, το υλικό κατασκευής

130. Συγκρότημα Ritterstrasse, Σχέδιο γενικής διάταξης

99 Ungers Ο.Μ., Die Biographie einer Stadt, IBA Idee Prozess Ergebnis, Berlin, 1984 στο Κούκης Γιάννης, ΙΒΑ Κτήριο και Αστικός Χώρος, Παπασωτηρίου, Αθήνα, 1989, σελ. 51 100 Κουβέλης Κώστας, Οι επεμβάσεις οικιστικής ανάπλασης της ΙΒΑ στο Kreuzberg S0 36, Αρχιτεκτονικά Θέματα 22/ 1988, σελ. 35-41

129


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

133

134

130

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

του συγκροτήματος κλπ.101 Το πρόγραμμα αφορά τη δόμηση τεσσάρων οικοδομικών τετραγώνων από τα οποία, σε πρώτη φάση, κατασκευάστηκαν τα δύο. Ο σχεδιασμός καθόριζε: δημιουργία ενός πεζόδρομου ως κεντρικού άξονα κυκλοφορίας σε κατεύθυνση Βορρά-Νότου, διευθέτηση μιας κεντρικής πλατείας στην τομή των δύο αξόνων κυκλοφορίας που ορίζουν τα οικοδομικά τετράγωνα. (130) Παράλληλα, ένα πλήθος πρόσθετων προδιαγραφών έτειναν στην απόδοση ιδιαίτερου χαρακτήρα σε επιμέρους ενότητες, όπως: διασύνδεση των ελεύθερων επιφανειών εντός και εκτός του οικοδομικού τετραγώνου δια μέσου στοών, επιμέρους επεξεργασία και κατανομή των υπαιθρίων χώρων της κατοικίας. Το είδος του δρόμου (λεωφόρος, πεζόδρομος, δρόμος τοπικής σημασίας κλπ) έπαιξε αποφασιστικό ρόλο, όχι μόνο για τη διαμόρφωση του δημόσιου χώρου, αλλά και για τη μορφή των όψεων και τη διαρρύθμιση των κατόψεων. Έτσι διαμορφώθηκαν διαφορετικού ύψους κτήρια από 3 έως 5 ορόφους, διαφορετικός προσανατολισμός κατοικιών, αλλά και ποικίλος μορφολογικός χαρακτήρας.

131. Συγκρότημα Ritterstrasse, γενική άποψη συγκροτήματος

Γενικότερα, παρατηρούμε ότι ιδιαίτερη σημασία δόθηκε, αφ’ ενός, στον τονισμό της κτηριακής μονάδας ως επιμέρους στοιχείου του συγκροτήματος, και αφ’ ετέρου στη γενική εικόνα του δρόμου, ώστε οι όψεις να αποτελούν ενιαίο σύνολο, που να ανταποκρίνεται στο είδος και το χαρακτήρα του. Χαρακτηριστική είναι η ξεχωριστή επεξεργασία της εισόδου για κάθε κατοικία, ώστε να αποφευχθεί η παράθεση πανομοιότυπων στοιχείων και να δοθεί με τον τρόπο αυτό μια ιδιαίτερη ταυτότητα στο κάθε σπίτι. Στη γενική κατεύθυνση τους παραδείγματος της ΙΒΑ του Βερολίνου έχουν γίνει κατά καιρούς πολλές προτάσεις και στην Ελλάδα για την αξιοποίηση αυτού που ο οικοδομικός κανονισμός (ΓΟΚ ’85) ονομάζει Ενεργό Οικοδομικό Τετράγωνο. Με το άρθρο 12 «οι υποχρεωτικοί ακάλυπτοι χώροι των οικόπεδων ενός οικοδομικού τετραγώνου, ενοποιούνται, τίθενται σε χρήση όλων των ενοίκων του οικοδομικού τετραγώνου και διαμορφώνονται κατάλληλα για τη χρήση αυτή χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα κυριότητας». Με το άρθρο 13 «οικοδομικό τετράγωνο, δομημένο ή μη, μπορεί να χαρακτηρίζεται ως ενεργό, με απόφαση του αρμόδιου οργάνου για την έγκριση ή τροποποίηση της πολεοδομικής μελέτης».

134. Ανάπλαση περιοχής Κάτω Πατησίων, Παράδειγμα εφαρμογής ενεργού πολεοδομίας

101 Κούκης Γιάννης, ΙΒΑ Κτήριο και Αστικός Χώρος, Παπασωτηρίου, Αθήνα, 1989, σελ. 70-79

131


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

135-136

137-138

132


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

Μία από τις χαρακτηριστικότερες μελέτες είναι αυτή για την περιοχή των Κάτω Πατησίων.102 Η περιοχή αναπτύχθηκε οικοδομικά τη δεκαετία του 1960, και διαθέτει παλαιωμένο κτηριακό απόθεμα πολυκατοικιών 5-7 ορόφων σε συνεχές σύστημα δόμησης με μεγάλη κάλυψη και κατακερματισμένους ακάλυπτους. Παραμένει ιδιαίτερα πυκνοκατοικημένη μέχρι και σήμερα. Η πρόταση έρχεται να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της έλλειψης πρασίνου και κοινόχρηστων χώρων, την πυκνοδόμηση και τον φόρτο κυκλοφορίας και στάθμευσης. Έτσι η ενοποίηση των ακαλύπτων χώρων χρησιμοποιεί εργαλεία για την καλυτέρευση των συνθηκών εντός των οικοδομικών τετραγώνων. Οι υπόγειοι χώροι στάθμευσης για διάνοιξη των δρόμων και των pilotis από τα αυτοκίνητα και η διάσπαση του οικοδομικού όγκου διευκολύνουν τόσο την προσβασιμότητα του ακάλυπτου από το δρόμο όσο και την κίνηση αέριων μαζών εντός του τετραγώνου, προσφέροντας έτσι αερισμό και δροσισμό των κατοικιών. Με τη φύτευση ψηλής και χαμηλής βλάστησης και την ενσωμάτωση του υγρού στοιχείου εντός του ακαλύπτου πραγματοποιείται περιβαλλοντική αναβάθμιση της περιοχής με έλεγχο ηλιασμού-σκιασμού, διαμόρφωση μικροκλίμακας, αλλά και κοινωνική αναβάθμιση του άμεσου περίγυρου των κατοικιών. Τέλος, αν οι αναπλάσεις των οικοδομικών τετραγώνων γίνουν σε ένα οργανωμένο δίκτυο και όχι ως μεμονωμένα πλατώματα, μπορούν να συνδυαστούν με δίκτυα πεζοδρόμων και στοών, χώρους στάσης, υπαίθριες εξυπηρετήσεις και χώρους παιχνιδιού. 103 Παρά τις θεωρητικές μελέτες η λογική του Ενεργού Οικοδομικού Τετραγώνου δεν βρήκε εφαρμογή στην πράξη και καμία κίνηση για την υλοποίηση τους δεν έχει γίνει. Η μόνη δράση εκ μέρους της πολιτείας προς την κατεύθυνση αυτή είναι η διεξαγωγή αρχιτεκτονικών διαγωνισμών στις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας (Αθήναx4, Θεσσαλονίκηx4, Ηράκλειοx4) με θέμα την ένωση τεσσάρων οικοδομικών τετραγώνων σε ένα μεγαλύτερο και την αξιοποίηση του «σταυρού», των ενδιάμεσων δηλαδή δρόμων, συνδυάζοντάς τους με υφιστάμενα κενά ή άλλους ακάλυπτους χώρους. Ένα «συμπιεσμένο αίθριο» θα μπορούσε να πει κανείς με τον ελάχιστο δυνατό δημόσιο/υπαίθριο χώρο, μια προσπάθεια αναπλήρωσης του κενού του υπαίθριου δημόσιου χώρου κοντά στην κατοικία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

133. Ανάπλαση περιοχής Κάτω Πατησίων, Σχέδιο γενικής διάταξης

137-138.

Β. Ελευθεριάδης Σ. Αλβανούδης Κ. Βαρκαρόλης, Aνάπλαση στην περιοχή του Αγ. Παντελεήμονα, Εργαλεία επέμβασης

136-135.

Β. Ελευθεριάδης Σ. Αλβανούδης Κ. Βαρκαρόλης, Aνάπλαση στην περιοχή του Αγ. Παντελεήμονα, Πρόταση εφαρμογής

102 Κοσμάκη Π., Λιάπης Γ., Λουκόπουλος Δ., Ανάπλαση κεντρικών περιοχών κατοικίας: μελέτη περίπτωσης Κάτω Πατήσια, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, 1992 103 Παπαευσταθίου Βασίλης, Κατευθύνσεις του σχεδιασμού ενοποίησης ακάλυπτων χώρων οικοδομικού τετραγώνου : επεμβατική αξιοποίηση ελεύθερων χώρων για ένα ανανεωμένο αστικό περιβάλλον, ΔΠΜΣ Αρχιτεκτονική και Σχεδιασμός του Χώρου B’, Σπουδαστική Εργασία ΕΜΠ, 2004

133


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

139

140-141

134

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

«Σκοπός του Διαγωνισμού είναι η αναζήτηση Προτάσεων για το βασικό κύτταρο της πόλης, το Οικοδομικό Τετράγωνο. Επειδή η Ελληνική πόλη χαρακτηρίζεται από μικρά οικοδομικά τετράγωνα με πυκνό δίκτυο δρόμων, στενά πεζοδρόμια και κατακερματισμένους χώρους πρασίνου, στόχος είναι η δημιουργία ενός μεγαλύτερου πλέον οικοδομικού τετραγώνου (οικοδομικά τετράγωνα Χ 4) που θα επηρεάσει θετικά το μικροκλίμα της περιοχής, την ποιότητα ζωής, την εικόνα αλλά και τη λειτουργία του δημόσιου χώρου. Ειδικότερα, πέραν της αισθητικής αναβάθμισης και βελτίωσης, οι προτάσεις πρέπει να στοχεύουν στην κυκλοφοριακή εξυπηρέτηση των κατοίκων, στην κατά το δυνατόν απομάκρυνση του αυτοκινήτου και στην βελτίωση της ποιότητας ζωής (μείωση ρύπων, θορύβων, εξασφάλιση της προσβασιμότητας για ειδικές ομάδες και ΑΜΕΑ, βιοκλιματική προσέγγιση κλπ).»104 Ενδεχομένως να αποτελεί μια πιο εύκολη πρακτική προς την αναβάθμιση των πυκνοκατοικημένων περιοχών σε ένα πρώτο επίπεδο, καθώς δεν εμπλέκει νομικά ή ιδιοκτησιακά θέματα μεταξύ των κατοίκων και πιθανώς να μπορεί να υλοποιηθεί πιο εύκολα χρονικά και οικονομικά. Δεν παύει όμως να είναι μια ενδιάμεση περίπτωση εξυγίανσης μόνο του δημόσιου χώρου και όχι ουσιαστική βελτίωση του «εσωτερικού πυρήνα» της περιοχής κατοικίας. Εκτός όμως από τις προτάσεις που προσπαθούν να αποδώσουν ξανά στην πόλη τη χαμένη της αστικότητα στις περιοχές κατοικίας, όπως στη Βιέννη, το Βερολίνο και την Αθήνα υπάρχουν μελέτες που προτείνουν εξαρχής το σχεδιασμό ενοτήτων ή και ολόκληρης της πόλης με βάση το οικοδομικό τετράγωνο. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι και η πρόταση των Aldo Rossi και Giorgio Grassi στο διαγωνισμό του 1966 για την συνοικία MONZA San Rocco, στην Ιταλία. Το κείμενο των αρχιτεκτόνων, όπως παρουσίασαν την πρότασή τους, περιγράφει: «Παραδοχή: η επέμβαση στηρίζεται στην παραδοχή πως το οικοδομικό τετράγωνο είναι καθοριστικό στοιχείο της αστικότητας. Δεν θα πρέπει να αναφέρεται στις μακρινές οικιστικές εμπειρίες, όπως του Παρισιού, ως προς τον όγκο ή τις διαστάσεις. Εδώ υπάρχει η ανάγκη να ιδρυθεί ένα σχήμα, μια μορφή που να προέρχεται απ’ την αρχιτεκτονική. Το οικοδομικό τετράγωνο βασίζεται στην επανεκτίμηση της αξίας της συλλογικής ζωής. Σε μορφολογικό επίπεδο (και σε σχέση με την ιστορία) σημαίνει ένα «ευκρινές» γεγονός της πόλης, που αποτελεί και το καθοριστικό δομικό στοιχείο της. Κατά το σχεδιασμό της οικιστικής ενότητας San Rocco βρεθήκαμε μπροστά στην έννοια του οικοδομικού τετραγώνου, όπως αυτό παρουσιάζεται μέσα από τις εμπειρίες των ευρωπαϊκών πόλεων. (139)

139. Rossi Α. Grassi G., πρόταση MONZA San Rocco

104 ΕΑΧΑ Ενοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων και Αναπλάσεις, Αναλυτική Προκήρυξη Διαγωνισμού Ιδεών ΑΘΗΝΑ Χ4, 2010, Αθήνα

135


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

Ήδη ο Rene Mannier στο κείμενό του έγραφε: «..Το όριο της πόλης τείνει κατά κάποιο τρόπο στον εαυτό του όπως κάθε όριο, έχει μια πληρότητα ζωής...» Από αυτήν την άποψη το οικοδομικό τετράγωνο με τα οικονομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά του εξηγεί τον εαυτό του και την διαφοροποίησή του από τις γύρω καταστάσεις. Μια προοδευτική ανάλυση του οικοδομικού τετραγώνου βασίζεται στην εκτίμηση του κοινωνικού διαχωρισμού και στον επανακαθορισμό της διάθεσης για μια συλλογική ζωή μέσω μιας συνειδητής διαδικασίας. Το σύστημα του οικοδομικού τετραγώνου αντιπαρατίθεται στην ακαταστασία της γύρω περιοχής. Στην πρότασή μας το οικοδομικό τετράγωνο δομείται ως μια διακεκριμένη ενότητα κλειστή στο εξωτερικό. Αυτή η εκλογή εκφράζει τη θέληση να προταθεί μια στιβαρή παρουσία στη γύρω εξαθλίωση. Εκφράζει την ελπίδα ότι αυτό μπορεί να κατασκευάσει ένα είδος μοντέλου. Μας φαίνεται σημαντική η ύπαρξη στο σχέδιο ενός καθαρά αναγνώσιμου κανόνα. O νόμος είναι απλός και συνεκτικός στο βαθμό που η πρόταση πραγματώνεται λαμβάνοντας μέρος στην πόλη, όπως επίσης και η ισορροπία του με όλες τις άλλες πιθανές επιλύσεις, με όλους τους πιθανούς νόμους. 140-141. Rossi Α. Grassi G., μακέτα - κάτοψη, πρόταση MONZA San Rocco

Αν για να καθορίσουμε την τυπολογία που υιοθετήσαμε βασιστούμε στο τοπογραφικό και στη θέση των κατοικιών, ο τύπος που είναι σχεδιασμένος μπορεί να ονομαστεί ως κατοικία με αυλή. Λογικά ο τύπος με αυλή μπορεί να θεωρηθεί ως ο τύπος που έχει συμμετάσχει στο μεγαλύτερο βαθμό στο σχηματισμό των πόλεων, και ειδικότερα στη δημιουργία της όψης της πόλης. Παρατηρούμε πρώτα απ’ όλα ότι η κατοικία με αυλή στην Ευρώπη αναπαριστά τον πιο χαρακτηριστικό οικοδομικό τύπο της κοινοτικής εμπειρίας στην ιστορία και στον κοινωνικό διαχωρισμό (όπως στην περίπτωση του Karl Marx Hof στη Βιέννη που είχε το δικό της ρόλο για την εργατική τάξη). Κατά δεύτερο λόγο πάνω στο επίπεδο της μορφής της πόλης, η κατοικία με αυλή εισάγει στην αστική προβληματική ένα είδος ενοποίησης στου δημόσιου με τον ιδιωτικό χώρο. H αυλή είναι ένα είδος δημόσιου χώρου που πραγματώνεται ως μια νησίδα σιωπής και ανάπαυσης, μια παύση. (140-141) Γι’ αυτό το λόγο με την επιμονή μας σ’ αυτή την τυπολογία πραγματοποιείται η διπλή τάση πάντα παρούσα στο σχηματισμό της Ευρωπαϊκής πόλης, της ιδιωτικότητας αφ’ ενός και της ειλικρινούς συμμετοχής στην πόλη αφ’ ετέρου».105 Η πρόταση δεν υλοποιήθηκε, επηρέασε όμως το στοχασμό των αρχιτεκτόνων σχετικά με την αλληλεπίδραση κατοικίας και πόλης.

105 Rossi Aldo, Grassi Georgio, Unità residenziale S. Rocco, Monza, 1966 στο Μπαμπάλου-Νουκάκη Μπούκη, Για τη συλλογική κατοικία στην πόλη, Αθήνα, 2003, σελ. 38-41

136


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

Σε μία αύξηση της κλίμακας στα αναφερόμενα μεγέθη αξίζει να αναλυθεί το σχέδιο επέκτασης για την πόλη της Βαρκελώνης. Το 1859, σε μια εποχή που οι συνθήκες διαβίωσης στην πόλη ήταν εντελώς ανθυγιεινές, με τα συνήθη δεδομένα υπερπληθυσμού των πόλεων στις αρχές της βιομηχανικής επανάστασης, ο Ισπανός μηχανικός Ildefonso Cerdà ανταποκρίνεται στην ανάγκη της εποχής του να γκρεμιστούν τα τείχη της πόλης της Βαρκελώνης, και σχεδιάζει το «Σχέδιο για την ανακατασκευή και επέκταση» της πόλης (Proyecto de Reforma y Ensanche) ή αλλιώς Eixample (Επέκταση). 106 Βασισμένο στο ιπποδάμειο σύστημα το συνολικό σχέδιο είχε βάθος είκοσι δύο περίπου τετραγώνων ξεκινώντας από τη θάλασσα και τέμνονταν από δυο διαγώνιες λεωφόρους. Η βασική πρόθεση του έργου του είναι να δώσει προτεραιότητα στο «περιεχόμενο» παρά στο «δοχείο», με άλλα λόγια στον κάτοικο και όχι στην κατασκευή ή τη μορφή της. Γι’ αυτό και οργανώνει και δομεί ολόκληρη την πόλη με βάση τις κατοικίες. Ο κύριος διαχωρισμός της γης γίνεται ανάμεσα στις ορθοκανονικά διατεταγμένες αρτηρίες και στο εσωτερικό τους, που αποτελεί το χώρο κατοικίας. Οι δρόμοι είναι ο δημόσιος χώρος για τις μετακινήσεις και τις συναντήσεις των πολιτών, καθώς και για τα κάθε είδους δίκτυα (υδρευτικό, αποχετευτικό, αερίου), το πράσινο και τον αστικό εξοπλισμό. Ο ιδιωτικός χώρος βρίσκεται στα οικοδομικά τετράγωνα, διαστάσεων 100x100 μ., που σχηματίζονται από τους δρόμους. Στο όριο των τετραγώνων διατάσσονται ευθύγραμμα μπλοκ κατοικιών, γνωστά και ως «manzanas», παράλληλα ή στις γωνίες των τετραγώνων, με άπλετους χώρους πρασίνου ανάμεσα τους, που τους επιτρέπουν να λαμβάνουν ίσες ποσότητες ηλιασμού, φωτός και αέρα, όπως απαιτούσαν τα νέα πρότυπα υγιεινής. (142)

142. Il. Cerdà- Eixample, Τοπογραφικό σχέδιο πόλης

Η κυκλοφορία έχει οργανωθεί με βάση το ομοιογενές, ορθογωνικό σύστημα δρόμων που δημιουργεί μια σκόπιμα ισότιμη και λειτουργικά αποδοτική πόλη. Οι αρκετά φαρδείς για την εποχή τους δρόμοι μοιράζονται ισομερώς μεταξύ πεζών και αυτοκινήτων. Για να διευκολυνθούν οι ελιγμοί στις διασταυρώσεις, η στάθμευση και ο ανεφοδιασμός των καταστημάτων, η επιφάνεια του δρόμου στις γωνίες διπλασιάζεται, αφαιρώντας μάζα από τη γωνία των οικοδομικών τετραγώνων. Δίνοντας τους έτσι το χαρακτηριστικό οκταγωνικό σχήμα, όχι μόνο εξυπηρετεί καλύτερα την κυκλοφορία, αλλά συνεισφέρει στην οπτική άνεση μέσα στην πόλη καθώς και στον ηλιασμό των δρόμων. Η πρόταση περιελάμβανε επίσης και όλες τις δημόσιες υπηρεσίες (νοσοκομεία, σχολεία, αγορές, εκκλησίες κλπ) καθώς και πλατείες και χώρους πρασίνου ομοιόμορφα κατανεμημένους σε ολόκληρη την νέα περιοχή. Δύο μεγάλα πάρκα βρίσκονται στα άκρα του σχεδίου έτσι ώστε 106 Frampton Kenneth, Μοντέρνα Αρχιτεκτονική, Θεμέλιο, Αθήνα, 2009, σελ. 33

137


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

142

143

138


ΔΗ Μ ΟΣ Ι Ο

-

Σ ΥΛΛ Ο Γ Ι Κ Ο

Α ΝΗ Κ Ε Ι Ν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

4

κάθε «συνοικία» (10x10 τετράγωνα) να έχει το δικό της πάρκο. Οι ιδιοκτήτες της περιοχής όμως θεωρούσαν ότι το σχέδιο του Cerdà ήταν υπερβολικά γενναιόδωρο σε κοινόχρηστες υπηρεσίες που παρείχε και έτσι σταδιακά μέσα από αντιπαραθέσεις η πυκνότητα των κατοικιών, έφτασε να ξεπερνά κατά 10 φορές αυτή, που είχε αρχικά προβλεφθεί. Ύστερες επεμβάσεις μείωσαν αυτό το ποσοστό, καταργώντας τους επιπλέον ορόφους. Κάθε οικοδομικό τετράγωνο είχε πλέον οριοθετηθεί αυστηρά, αφήνοντας στη φαντασία τα οράματα του Cerdà για ευρύχωρους χώρους πρασίνου, διατηρώντας όμως σ’ αυτά τα αίθρια (50x50μ.), μικρότερες δεντροφυτεμένες επιφάνειες, εσωτερικές αυλές με καθαρό αέρα, χωρίς τη φασαρία του εξωτερικού δρόμου. (143)

143. Il. Cerdà- Eixample, Σταδιακή αύξηση πυκνότητας

«Βασικά χαρακτηριστικά του σχεδίου είναι το σύστημα οδικών προσπελάσεων -κοινό σημείο με το σχέδιο του Haussmann- που βασιζόταν σε ένα γενικό ιστό που επέτρεπε τη σύνθεση του αστικού συνόλου και, στο εσωτερικό του, την αυτονομία των οικοδομικών τετραγώνων, των πυρήνων κατοικίας. Το σχέδιο λοιπόν προϋπέθετε προωθημένες πολιτικές και τεχνολογικές συνθήκες και απέτυχε σ’ εκείνα ακριβώς τα σημεία, όπως τα αυτόνομα συγκροτήματα κατοικίας, που απαιτούσαν ακριβώς μια πιο προσεκτική διοίκηση. Επιπλέον, με τη μεταμόρφωση των «illes»107 σε μεγάλα κτηριακά συγκροτήματα και με την αποδοχή της ορθογωνικής διάρθρωσης ως γενικής αρχής, το σχέδιο κατέληγε να προσφέρεται εξαιρετικά για εκμετάλλευση.»108 Παρόλο που το σχέδιο έχει επικριθεί πιθανότατα για τη μονοτονία του, καταφέρνει να διατηρήσει καλές αναλογίες δομημένου αδόμητου χώρου, με πολυώροφες κατοικίες αλλά και φαρδείς δρόμους. Παρά την αποτυχία του να διατηρηθούν οι χαμηλές πυκνότητες που οραματιζόταν ο Cerdà, καθώς δεν ανταποκρίνονταν στον τρόπο εκμετάλλευσης της γης κάτω από τις οικονομικές συνθήκες τις εποχής, κατάφερε να αποτελέσει ένα οργανωτικό πλαίσιο για την μετέπειτα εξέλιξη ολόκληρης της πόλης.

107 illa: πληθυντικός illes, κυριολεκτικά νησί, όρος της Καταλονίας που χρησιμοποιείται και για το οικοδομικό τετράγωνο 108 Rossi Aldo, Η αρχιτεκτονική της πόλης, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1991, σελ 218

139


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

4

ΑΙΘ ΡΙΟ

Δ.

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

Συμπεράσματα

Ουσιαστικά αυτό, που αποκομίζει κανείς μελετώντας τα συλλογικά συγκροτήματα κατοικίας με αίθριο είναι η ισορροπία τους ανάμεσα στο δίπολο συλλογικότητας και απομόνωσης. Καθώς αποτελούν εξ αρχής ένα κλειστό και σαφώς ορισμένο οργανισμό, μπορούν να ενοποιούν το «περιεχόμενο» τους, να στρέφουν τους κατοίκους προς τα έσω προς μια ουσιαστικότερη επικοινωνία και σύνδεση μεταξύ τους. Την ίδια στιγμή όμως σαν οριοθετημένη ενότητα, κυριολεκτικά και μεταφορικά, οργανώνουν πολύ αυστηρά την εσωτερική ζωή, αποκλείοντας οπτικά ή διαχωρίζοντας κοινωνικά και ταξικά τους κατοίκους από την πόλη. Υπάρχουν σαφώς συγκροτήματα που επιθυμούν να συνδεθούν με την πόλη, διαμορφώνοντας ένα ημιδημόσιο χώρο, μια κοινόχρηστη πλατεία. Όσο όμως η κλίμακα αυξάνεται η σημασία της αυτονομίας γίνεται ακόμα εντονότερη, όπως φαίνεται και με την επανάληψη του όρου νησί, από την insula στην αρχαία Ρώμη, τα illes στη Βαρκελώνη, μέχρι το πολεοδομικό αρχιπέλαγος, με τα οικοδομικά τετράγωνα/συγκροτήματα ως αστικά νησιά στο Βερολίνο. Εν τέλει μοιάζει σαν το όραμα για κατοίκιση με χαρακτηριστικά ατομικής ελευθερίας και συλλογικής οργάνωσης να βρίσκει εφαρμογή όχι μόνο στη ζωή των κατοίκων, αλλά να υλοποιείται αρχιτεκτονικά στο ίδιο το κτήριο.

140


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Α. Τυπολογία

5

Ξεκινώντας κανείς να μελετήσει τη διαχρονικότητα του αιθρίου ως τύπου, θα πρέπει εξαρχής να ορίσει την έννοιά του. Σύμφωνα με τον Quatremère de Quincy: «Η λέξη «τύπος» δεν παρουσιάζει τόσο την εικόνα ενός πράγματος που προσφέρεται σε πιστή αντιγραφή ή μίμηση, όσο την ιδέα ενός στοιχείου που πρέπει -αυτό το ίδιο- να χρησιμεύει ως κανόνας στο μοντέλο. Το μοντέλο σύμφωνα με την πρακτική εφαρμογή της τέχνης, είναι ένα αντικείμενο που πρέπει να επαναλαμβάνεται όπως ακριβώς είναι. Αντίθετα, ο τύπος είναι ένα αντικείμενο, σύμφωνα με το οποίο ο καθένας μπορεί να συλλάβει έργα, τα οποία δε θα μοιάζουν καθόλου μεταξύ τους. Τα πάντα είναι ακριβή και δεδομένα στο μοντέλο. Τα πάντα είναι λίγο ή πολύ ακαθόριστα στον «τύπο».109 Με τον τρόπο αυτό τα παραδείγματα που αναλύθηκαν προηγουμένως εντάσσονται στον τύπο του κτηρίου πέριξ αιθρίου παρά τις μεταξύ τους διαφορές στην κλίμακα και τη μορφολογία. Επίσης θα πρέπει να προσθέσει κανείς και τη λειτουργική ανεξαρτησία του τύπου, καθώς το αίθριο δεν παρατηρείται αποκλειστικά στην κατοικία, αλλά και σε ένα μεγάλο εύρος δημόσιων κτηρίων. Έτσι όπως ορίζει ο de Quincy τον τύπο λοιπόν, χωράει εντός του αναρίθμητη ποικιλία και επεξεργασία αυτού του βασικού προτύπου, αφού στην ουσία πρόκειται για μια θεωρητική κατασκευή, ένα τρισδιάστατο μορφοπλαστικό σχήμα, που μπορεί να ερμηνευτεί και να υλοποιηθεί μέσα στο εκάστοτε πλαίσιο. Η προσήλωση σε ήδη διαμορφωμένους αρχιτεκτονικούς τύπους εγγυάται κάποια προσήλωση στο οικείο, στο ήδη γνωστό. Τα θεμελιακά χαρακτηριστικά ενός τύπου είναι εξ ορισμού κοινά σ’ έναν αριθμό ανεξάρτητων κτηρίων και 109 Rossi Aldo, Η αρχιτεκτονική της πόλης, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1991, σελ. 40

141


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

5

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

δεν αλλάζουν μέσα στο χρόνο.110 Ο αρχιτεκτονικός τύπος είναι το γενικό και διαρκές στοιχείο της αρχιτεκτονικής, είναι η σταθερά που προσδιορίζεται, σε αδρές γραμμές, με χαρακτηριστικά συνέχειας και παράδοσης. Ο τύπος αναζητεί και αναπαράγει τη θεμέλια αρχή της κατασκευής και αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού. Είναι άμεσος δηλαδή ο συσχετισμός μεταξύ του τύπου και της ιστορικής συνέχειας, ως σύνδεση με το παρελθόν και ως εξασφάλιση της μνήμης. «Παρ’ ότι η τυπολογική προσέγγιση μας οδηγεί στη σύναψη σαφών σχέσεων με την Ιστορία της αρχιτεκτονικής, στη νοητική διαδικασία σύλληψης του έργου, η σχέση με το παρελθόν, με τα έργα του παρελθόντος, δεν εξαντλείται στην επιλογή ενός τύπου: η στιγμή της επιλογής είναι απλώς μια πρώτη σχεδιαστική στιγμή -σημαντική μεν, αλλά όχι και μοναδική-, κατά την οποία συγκρίνονται, αντιπαρατίθενται σημερινές αξίες με αξίες προερχόμενες από την Ιστορία, δραττόμενες της μαρτυρίας και της συνδρομής ενός μορφολογικού σχήματος, αποτελέσματος κριτικής επιλογής που εφαρμόστηκε σε παρελθόντα έργα.(…) Έτσι ο πυρήνας μιας λύσης που έχει ήδη δοκιμαστεί σε έργα του παρελθόντος, μπορεί μέσω της διαδικασίας επανερμηνείας του να υποδείξει κατά κάποιον τρόπο κατάλληλες, αρμόζουσες απαντήσεις για νέες ανάγκες και νέους σκοπούς, εν τέλει για νέα αρχιτεκτονικά έργα.»111 Αποδεικνύεται έτσι ότι ο τύπος γίνεται φορέας στοιχείων όχι μονοσήμαντης σύνδεσης με το παρελθόν, αλλά γόνιμης επεξεργασίας του. Μεταφέρει εκείνα τα χαρακτηριστικά που μπορούν ακόμα και σήμερα να επιβεβαιώσουν την αξία τους. Ο Άρης Κωνσταντινίδης μίλησε πολλές φορές μέσα από το συγγραφικό, φωτογραφικό και αρχιτεκτονικό του έργο για την ελληνικότητα που διασώζεται μέσω του υπαίθριου χώρου της κατοικίας, της αυλής, του αιθρίου, της στοάς. Από την αρχαία ελληνική κατοικία και το μέγαρο μέχρι τα Παλιά Αθηναϊκά σπίτια της Τουρκοκρατίας και τις προσφυγικές παράγκες διαπιστώνει την ίδια ουσία στην αρχιτεκτονική, ευαίσθητα συνδεδεμένη με τον υπαίθριο χώρο, που ορίζει τη συνέχεια μεταξύ των αιώνων. Τονίζει την ουσία της αρχιτεκτονικής, που διατηρείται αναλλοίωτη ακριβώς επειδή έχει αιώνια εφαρμογή και δεν σχεδιάζεται, αλλά εφαρμόζεται από τον ίδιο τον κάτοικο- χρήστη.

110 Λέφας Παύλος, Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση, Πλέθρον, Αθήνα, 2008, σελ. 101 111 Πατέστος Κωνσταντίνος, Η επικαιρότητα της τυπολογικής προσέγγισης, GreekArchitects, 2011

142


ΕΠ Ι ΛΟΓΟΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

5

«Γιατί εδώ, στα «λαϊκά» παλιά αθηναϊκά σπίτια, ο «λαϊκός» άνθρωπος δεν δρα μονάχα μέσα από ένα πάθος ή μέσα από μια μονόπλευρη συγκίνηση ή μιαν άλογη φαντασία. Αντίθετα, έχοντας πειθαρχήσει τη θέληση του και τη γνώση του και την ικανότητα του στα απόλυτα αναγκαία, και έχοντας συνοψίσει μέσα του, σε μιαν συνολική αγνότητα, όλες τις χρείες της ζωής, έφτασε στο σημείο να υπερπηδήσει το υποκειμενικό και το υπερατομικό και έτσι να φτάσει ολόλευκος προς το ουσιαστικό και το κοινό, μαζί και στην συνοπτική λύση. Γι’ αυτό και στην ησυχαστική μορφή, στη ρυθμική ενότητα, με άλλα λόγια, στην τυπική λύση, στην τυπική μορφή, στον αρχιτεκτονικό τύπο. Κι εδώ βρίσκεται στο τέλος όλο το μέγεθος της αξίας της παλιάς «λαϊκής» αθηναϊκής κατοικίας. Αφού φτάνοντας στην τυπική λύση και μορφή, διατυπώνει -πλαστικά και κατασκευαστικά- την ύπαρξη ενός συνόλου ζωής, ενός συνόλου ανθρώπου. Και δείχνει ακόμα πως το αληθινό αρχιτεκτονικό έργο, που μορφοποιεί σε μια κατασκευαστική τελειότητα, κάποιο συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό πρόβλημα –την συγκεκριμένη και κοινή ανάγκη της κατοικίαςείναι κάτι σαν το κοινό ένδυμα, σαν την κοινή τροφή, σαν την κοινή γλώσσα κάτι ανάλογο με το κοινό τραγούδι ή ποίημα, που τρέχει σε κάθε ανθρώπου το στόμα. Και που υψώνει σε σταθερή εμπιστοσύνη την ύπαρξη μιας αγαθής και σίγουρης συντροφικής ζωής, όταν οι άνθρωποι βλέπονται και γνωρίζονται, και μαζί μιλούν και μαζί ακούγονται, ανοίγοντας έναν εσωτερικό διάλογο μεταξύ τους.»112 «Νομίζω πως όταν θέλεις να κάνεις κάτι, όσο πιο τέλειο και πιο άρτιο γίνεται, καταλήγεις πάντοτε σ’ αυτό που θα έλεγα «τύπο». Μια τυπική λύση. Αν προσέξετε τη λαϊκή ανώνυμη αρχιτεκτονική, τα σπίτια που χτίζαν αυτοί οι άνθρωποι είναι όλα ίδια. Είχανε βρει έναν τύπο σπιτιού· όπως και το αρχαίο μέγαρο· όπως η προσφυγική παράγκα.»113

112 Κωνσταντινίδης Άρης, Τα Παλιά Αθηναϊκά Σπίτια, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, (1950) 2010, σελ. 42-3 113 Θέμελης Κωνσταντίνος, Ο λόγος του αρχιμάστορα – Μια συνομιλία με τον Άρη Κωνσταντινίδη, Ίνδικτος, Αθήνα, 2000, σελ. 104-5

143


Κ ΕΦΑΛ ΑΙ Ο

5

ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

Β. Συμπεράσματα Μετά την έρευνα που προηγήθηκε με την ανάλυση αιθριακών σχηματισμών από ατομικές κατοικίες μέχρι απομονωμένα και δημόσια συλλογικά συγκροτήματα, θα μπορούσε κανείς να συμπυκνώσει την ουσία του αιθρίου σε μία σειρά εννοιών. Από τις βασικές αρχές που χαρακτηρίζουν το αίθριο ως χώρο μέσω των υλοποιημένων εφαρμογών του φτάνει κανείς στο συμπέρασμα ότι το αίθριο αποτελεί την πολυσήμαντη πραγμάτωση της έννοιας της μετάβασης στο χώρο, ως εξής: Αποτελεί τον ενδιάμεσο παράγοντα, που επιτυγχάνει την ισορροπία μεταξύ μιας σειράς από δίπολα που υλοποιούνται στον περιβάλλοντα και τον εσωτερικό του χώρο. Από το σύνολο στο σημείο και από την περίμετρο στο κέντρο, το αίθριο συγκεντρώνει και κλείνει το περιεχόμενο σε ένα αυτόνομο σύστημα, ενώ ταυτόχρονα εστιάζει στο εσωτερικό. Από το μνημειακό στο ανθρώπινο, ισορροπεί ο υπαίθριος χώρος ανάμεσα στους πνευματικούς συμβολισμούς και την καθημερινή λειτουργικότητα. Από το άτομο στην κοινωνία, το αίθριο μεταφέρει το χώρο ζωής από την ελάχιστη μονάδα του ατόμου και της οικογένειας μέχρι το σύνολο των κατοίκων μίας ομάδας, μίας κοινότητας και μιας πόλης. Από το ατομικό στο συλλογικό, ορίζεται η απομόνωση και η εσωστρέφεια μέχρι την κλιμάκωση της συλλογικότητας, της ενότητας και της επικοινωνίας. Από το ιδιωτικό στο δημόσιο, το αίθριο περιγράφει τη μετάβαση στην ιδιοκτησία από το προσωπικό περιβάλλον μέχρι τον κοινόχρηστο χώρο, που ο άνθρωπος μοιράζεται. Από το ανοιχτό στο προστατευμένο, το αίθριο οριοθετεί τον υπαίθριο χώρο και υλοποιεί τις μεταβολές από την ελευθερία και τη διαμπερότητα μέχρι το διαχωρισμό και την άμυνα. Από το μικρό στο μεγάλο, το αίθριο κλιμακώνει τον κατοικήσιμο χώρο και συνδέει τα διαφορετικά μεγέθη, το σπίτι με τον οικισμό, το συγκρότημα με το οικοδομικό τετράγωνο και εν τέλει με ολόκληρο το σύνολο της πόλης. Από τον υπαίθριο στον στεγασμένο χώρο, το αίθριο υλοποιεί τη διαβάθμιση μεταξύ φωτός και σκιάς, μεταξύ προστασίας της στέγης και ελευθερίας υπό των καιρικών φαινομένων.

144


ΕΠ Ι ΛΟΓΟΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

5

Από το φυσικό στο τεχνητό, το αίθριο επιτυγχάνει τη σύζευξη του φυσικού με το ανθρωπογενές περιβάλλον, οριοθετώντας έναν ασφαλή και προστατευμένο χώρο μέσα στο τοπίο. Από το αρχέγονο στο σύγχρονο, το αίθριο διατηρεί τη σχέση κατοικίας και υπαίθριου χώρου από την περιμετρική συγκέντρωση γύρω από τη φωτιά μέχρι τις σημερινές κατασκευές. Το αίθριο λοιπόν λειτουργεί σαν ισορροπιστής ανάμεσα στους συσχετισμούς των αντικρουόμενων αυτών δυνάμεων, διαβαθμίζει τις συμπληρωματικές έννοιες και εν τέλει πετυχαίνει τη σύνδεση τους μέσα από ένα χώρο που εμπεριέχει πολλαπλές σχέσεις: συμβολικές, αντιληπτικές αλλά και καθαρά λειτουργικές. Η ιδιαίτερη αυτή φύση του χώρου του αιθρίου που περιλαμβάνει, εκφράζει και εξυπηρετεί πολλές διαφορετικές παραμέτρους της ανθρώπινης ζωής είναι πιθανώς ο λόγος που συνεχίζει να υφίσταται η συγκεκριμένη τυπολογία. Εμπεριέχει διαχρονικές αξίες για τον άνθρωπο και λειτουργεί με τέτοιο τρόπο που βρίσκει εφαρμογή σε κάθε ξεχωριστό τόπο και χρόνο. Ενυπάρχει μέσα του μια αλήθεια για τον τρόπο ύπαρξης των ανθρώπων πάνω στη γη, αναλλοίωτη μέσα στις χιλιετίες. Καταλήγει έτσι κανείς και πάλι στα λόγια του Άρη Κωνσταντινίδη που έλεγε ότι: «Μία είναι η αλήθεια της αρχιτεκτονικής, μόνο που σε κάθε εποχή εκφράζεται και διατυπώνεται διαφορετικά, σύμφωνα με το ρυθμό και τη γλώσσα (γλώσσα πλαστική, φιλοσοφική και κατασκευαστική) του ενός ανθρώπου.»114 Ίσως πράγματι λοιπόν το αίθριο και οι περιμετρικές αυτές οργανώσεις της κατοικίας να εμπεριέχουν ένα κομμάτι αυτής της αλήθειας…

114 Κωνσταντινίδης Άρης, Τα Παλιά Αθηναϊκά Σπίτια, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, (1950) 2010, σελ. 9

145


ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Α. ΒΙΒΛΙΑ Αποστόλου Φίλιππος, Το κάστρο της Αντιπάρου, Διδακτορική Διατριβή ΕΜΠ, Αθήνα, 1978 Βαλσαμάκης Νίκος: Αρχιτέκτων, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα, 2007 Δουμάνης Ορέστης, Oliver Paul, Οικισμοί στην Ελλάδα, Αρχιτεκτονικά Θέματα, Αθήνα, 1974 ΕΑΧΑ Ενοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων και Αναπλάσεις, Αναλυτική Προκήρυξη Διαγωνισμού Ιδεών ΑΘΗΝΑ Χ4, 2010, Αθήνα Καλογήρου Νίκος, Κατοικίες κοντά στη Θάλασσα, Μαλλιάρης-Παιδεία, Θεσσαλονίκη, 1993 Καραποστόλης Βασίλης, Χειροποίητη πόλη- Η Αθήνα ανάμεσα στο ναι και το όχι, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1995 Καρδαμίτση-Αδάμη Μάρω, Ο Αρχιτέκτων Κλέων Κραντονέλλης, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα 2009 Κοσμάκη Π., Λιάπης Γ., Λουκόπουλος Δ., Ανάπλαση κεντρικών περιοχών κατοικίας: μελέτη περίπτωσης Κάτω Πατήσια, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, 1992 Κουβέλης Κώστας, Οι επεμβάσεις οικιστικής ανάπλασης της ΙΒΑ στο Kreuzberg S0 36, Αρχιτεκτονικά Θέματα 22/ 1988 Κούκης Γιάννης, ΙΒΑ Κτήριο και Αστικός Χώρος, Παπασωτηρίου, Αθήνα, 1989 Κωνσταντινίδης Άρης, Τα Παλιά Αθηναϊκά Σπίτια, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, (1950) 2010 Κωνσταντινίδης Δημήτρης, Παραδόσεις Ιστορίας Αρχιτεκτονικής, Μέρος Β’, Τεύχος Α’,ΕΜΠ, Αθήνα, 1970 Μπαμπάλου-Νουκάκη Μπούκη, Για τη συλλογική κατοικία στην πόλη, Αθήνα, 2003 Μπαμπινιώτης Γεώργιος, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Κέντρο Λεξικολογίας, 1998, Αθήνα Μπούρας Χαράλαμπος, Μαθήματα Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Α’ τόμος, Συμμετρία, 1999 Παπαϊωάννου Κωνσταντίνος, Τα ελληνικά μοναστήρια σαν αρχιτεκτονικές συνθέσεις, Διδακτορική Διατριβή ΕΜΠ, Αθήνα, 1977 Ποταμιάνος Ιάκωβος, Σημειώσεις Ιστορίας Αρχιτεκτονικής ΔΠΘ, 2004 Τριανταφύλλου Γιώργος, Αρχέτυπα, από τις καλύβες και τα μαντριά στη σύγχρονη τέχνη και αρχιτεκτονική, K.Adam Publications, Αθήνα, 2010 146


ΒΙ Β Λ Ι ΟΓΡΑΦ Ι Α

Abbott Edwin, Flatland – Η Επιπεδοχώρα, Αιώρα, Αθήνα, 2008 Arnheim Rudolf, Η δυναμική της αρχιτεκτονικής μορφής, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2003 Frampton Kenneth, Μοντέρνα Αρχιτεκτονική, Θεμέλιο, 2009 Hertzberger Herman, Μαθήματα για σπουδαστές αρχιτεκτονικής, Πανεπιστημιακές εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, 2002 Kandinsky Wassily, Σημείο Γραμμή Επίπεδο, Δωδώνη, Αθήνα, 1996 Lahti Louna, Αalto, Taschen, Köln, 2004 Le Corbusier, Συζήτηση με τους φοιτητές της αρχιτεκτονικής [1943], Παπαζήσης, Αθήνα, 1971 Pirandello Luigi, Χάος, Καστανιώτη, Αθήνα, 2010 Rapoport Amos - Δημήτρης Φιλιππίδης, Ανώνυμη Αρχιτεκτονική και πολιτιστικοί παράγοντες, Μέλισσα, 2010 Rossi Aldo, Η αρχιτεκτονική της πόλης, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1991 Sitte Camillo, Η πολεοδομία σύμφωνα με τις καλλιτεχνικές της αρχές, ΕΜΠ, Αθήνα, 1992

Β. ΑΡΘΟΓΡΑΦΙΑ Βαλσαμάκης Νίκος, Οικία Καρακώστα Παληάγιαννη Κηφισιά, Θέματα χώρου και τεχνών 13/1982 Δασκαλάκη Γεωργία, Παπαδόπουλος Γιάννης, Συγκρότημα κατοικιών και καταστημάτων στο Μεταξουργείο, Αθήνα – Ελλάδα, Δομές 05/09, Πολυκατοικίες Ε’ Δραγώνας Πάνος, Μετά (την) ιδιωτικότητα: Βασικές έννοιες για τη σύγχρονη αστική κατοίκηση, Συμπόσιο “Κατοικία: Σχεδιάζω, κατασκευάζω, σκέπτομαι” ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη, 2011 Θεοχαρίδης Πλούταρχος, Εισαγωγή στην Αρχιτεκτονική του Αγίου Όρους, στο Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, τόμος 8, Μέλισσα, 1991 Θεοχαρίδης Πλούταρχος, Οι Πτέρυγες κατοικίας στα Αγιορείτικα μοναστήρια, στο Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, τόμος 8, Μέλισσα, 1991 Καρδαμίτση-Αδάμη Μάρω, Κυριάκος Παναγιωτάκος 1902-1982, Δελτίο Συλλόγου Αρχιτεκτόνων 1982/13 Καρδαμίτση-Αδάμη Μάρω, Συγκρότημα Κατοικιών ‘Χαρά’, Αθήνα, 19581960, Δομές 02/06 Πολυκατοικίες B’ 147


ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

Κζούνιας Γεώργιος, Η οικία με atrium: Θέματα τυπολογίας, προέλευσης, χρονολόγησης και κοινωνικής διαστρωμάτωσης σε σχέση με την ρωμαϊκή οικία Κοσμόγλου Γαρυφαλιά, Ενεργό Οικοδομικό Τετράγωνο. Μια χαμένη ευκαιρία για την Αθήνα;, 11ο Πανελλήνιο Συνέδριο Αρχιτεκτόνων, Αθήνα, 2011 Κραντονέλλης Κλέων, Σπίτι κοντά στη θάλασσα, Αρχιτεκτονική 67/ 1968 Μπίρης Τάσος, Ο κεντρικός κοινωνικός πυρήνας στο σύγχρονο δημόσιο κτήριο. Αναφορά στις αρχέτυπες διατάξεις για το δημόσιο χώρο, Αρχιτεκτονικά Θέματα 24/1990 Πανέτσος Γεώργιος, Μεταξουργείο: Μια συζήτηση με αφορμή την αποπεράτωση, Δομές 05/09 Παπαγιαννόπουλος Ηλίας, Κατοικία στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής, Θέματα Χώρου και Τεχνών 18/1987 Πατέστος Κωνσταντίνος - Η επικαιρότητα της τυπολογικής προσέγγισης, GreekArchitects, 2011 Τζάκου Αναστασία, Η εξέλιξη της πολυκατοικίας στην Αθήνα μετά τον πόλεμο», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 12/1978 Φεσσά – Εμμανουήλ Ελένη, Η Αθήνα στο δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα, Πολεοδομική μεταμόρφωση & αρχιτεκτονική δημιουργία, GreekArchitects, 2010 Φιλιππίδης Δημήτρης, Η φευγαλέα μορφή του Κλέωνα Κραντονέλλη, Αρχιτεκτονικά Θέματα 31/1997 Frampton Kenneth, H εξέλιξη των ιδεών για την κατοικία: 1870-1970, Αρχιτεκτονικά Θέματα 8/1974, Αθήνα Woditch Richard, Από το σκεπτικό, που ενυπάρχει την πολυκατοικία, στο σκεπτικό που την αναστοχάζεται, Δομές 03/08 Πολυκατοικίες Γ’

Γ. VIDEOS Καρδαμίτση-Αδάμη Μάρω στο Ντοκυμαντέρ Κυριάκος Παναγιωτάκος, Πορτραίτα και Διαδρομές Ελλήνων Αρχιτεκτόνων, επιμ. Γ. Τζιρτζιλάκης, ΕΡΤ, Αθήνα, 2006 Φιλιππίδης Δημήτρης στο Ντοκυμαντέρ Κλέων Κραντονέλλης, Πορτραίτα και Διαδρομές Ελλήνων αρχιτεκτόνων, επιμ. Τζιρτζιλάκης Γιώργος, ΕΡΤ, Αθήνα, 2006 148


ΒΙ Β Λ Ι ΟΓΡΑΦ Ι Α

Δ. ΦΟΙΤΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ – ΣΠΟΥΔΑΣΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ Αλετρά Χαρίκλεια, Μπίσυλλα Ζωή, Το πολιτιστικό και ενεργειακό προφίλ του καλυμμένου αιθρίου, Διάλεξη ΕΜΠ, 2006 Αντωνέλλη Χριστίνα, Το αίθριο στην κατοικία της μεσογείου κ της μέσης ανατολής, Διάλεξη ΤΑΜ Πάτρας, 2010 Αντωνίου Κωνσταντίνος, Το ιδεόσχημα ως η πρώτη απεικόνιση της κεντρικής ιδέας, Διάλεξη ΔΠΘ, 2008 Αντωνίου Λεωνίδας, Πράσινου Μαρία, Το αίθριο στον ελληνικό χώρο, Σπουδαστική Εργασία ΕΜΠ, 1992 Βογιατζή Μαρία Ελένη, Κωσταγιάννη Μαρία, Δύο συγκροτήματα κατοικιών συν-κρίνονται: “Χαρά”(1958) - “Μεταξουργείο”(2008), Διάλεξη ΕΜΠ 2008 Δημητριάδης Φώτης, Μαύρος Κώστας, Ο συμβολισμός του κύκλου και η μεταφορά του στην αρχιτεκτονική πράξη, Διάλεξη ΕΜΠ, 2001 Μαλατρά Αικατερίνη, Θερμική συμπεριφορά κτηρίων με αίθριο, ΔΠΜΣ Αρχιτεκτονική-Σχεδιασμός του Χώρου Α’, Διπλωματική ΕΜΠ, 2002 Μαρίνου Ευαγγελία, Το αίθριο στην αρχιτεκτονική και την πολεοδομία, Ιστορική Εξέλιξη, Διάλεξη ΔΠΘ, 2006 Μουτσόπουλος Αντώνιος, Μπαμπίλη Σοφία, Σπειροειδείς διαμορφώσεις: εξέλιξη και επιστροφή, Διάλεξη ΕΜΠ, 2005 Μπέλση Μαρία, Αστικά κενά στην πόλη. Το παράδειγμα των αστικών ακάλυπτων, ΔΠΜΣ Αρχιτεκτονική-Σχεδιασμός του Χώρου Β’, Σπουδαστική Εργασία ΕΜΠ, 2007 Μπούτσικα Ελένη, Η κοινωνική κατοικία της κόκκινης Βιέννης, Διάλεξη ΕΜΠ, 2009 Παπαευσταθίου Βασίλης, Κατευθύνσεις του σχεδιασμού ενοποίησης ακάλυπτων χώρων οικοδομικού τετραγώνου : επεμβατική αξιοποίηση ελεύθερων χώρων για ένα ανανεωμένο αστικό περιβάλλον, ΔΠΜΣ Αρχιτεκτονική και Σχεδιασμός του Χώρου B’, Σπουδαστική Εργασία ΕΜΠ, 2004 Σελιανίτη Ευδοκία, Κόκκινη Βιέννη- ΙΒΑ- Πατήσια: τρία παραδείγματα ήπιας επέμβασης στην πόλη βάσει της ενοποίησης των ακαλύπτων χώρων των οικοδομικών τετραγώνων, ΔΠΜΣ Αρχιτεκτονική-Σχεδιασμός του Χώρου Β’, Σπουδαστική Εργασία ΕΜΠ, 2007 Σιγανίδου Άννα, Από την εσωτερική αυλή στο αίθριο : η εξέλιξη του τύπου του μουσείου, ΔΠΜΣ Αρχιτεκτονική-Σχεδιασμός του Χώρου Α’, Διπλωματική ΕΜΠ, 2001 Τσαφούλιας Θεόδωρος, Η αστική πολυκατοικία σε εξέλιξη (;), Διάλεξη ΕΜΠ, 2008 149


ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

ΠΗΓΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 1. Steve Silverman, http://flic.kr/p/bp5cf3 2. Φωτογραφικόν Πρακτορείον Δ.Α.Χαρισιάδη, επιμ. Ιμσιρίδου Γεωργία, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα, 2009 3. Μαριλένα Σταφυλίδου, από την παράσταση Πουθενά, Δημήτρης Παπαϊωάννου, 2009 4. Robert Mapplethorpe, Thomas, negative 1987, print 1994, Robert Mapplethorpe Foundation 5. JC Milo, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, http://flic.kr/p/f8zbdx 6. Kasimir Malevich, Red Square Painterly Realism of a Peasant Woman in Two Dimensions, 1915 7. Fiedler Jeannine - Feierabend Peter, Bauhaus, hf Ullmann, 2013 8. Δημήτρης Πλάτζος, http://flic.kr/p/MCGN8 9. Ιdris Κhan, Ηomage to Βernd Βecher, 2007

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 10-12,14. Οικισμοί στην Ελλάδα επιμ. B.Δουμάνη κ Paul Oliver, Αρχιτεκτονικά Θέματα, 1974, σελ. 24-26 13. Η Αρχαία Ελληνική Κατοικία ως Διδακτικό Αντικείμενο της Διδασκαλίας της Τοπικής Ιστορίας, Ανιστόρητον, τόμ. 8 (2010-2011) αρ. 30 15-19. Κωνσταντινίδης Άρης, Τα Παλιά Αθηναϊκά Σπίτια, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, 2010, σελ. 12, 56, 57, 36 ,37, 75 20. Rapoport Amos - Φιλιππίδης Δημήτρης, Ανώνυμη Αρχιτεκτονική και πολιτιστικοί παράγοντες, Μέλισσα, 2010, σελ. 57 21-23. Οικισμοί στην Ελλάδα επιμ. B.Δουμάνη κ Paul Oliver, Αρχιτεκτονικά Θέματα, 1974,, σελ. 27 24-25. A. McKay, Houses, villas and palaces in the Roman world, London, 1975, σελ. 22 26. MatthiasKabel, goo.gl/e8CkJd 27, 28. Αντωνέλλη Χριστίνα, Το αίθριο στην κατοικία της μεσογείου κ της μέσης ανατολής, Διάλεξη ΤΑΜ Πάτρας, 2010 29. Rapoport Amos - Φιλιππίδης Δημήτρης, Ανώνυμη Αρχιτεκτονική και πολιτιστικοί παράγοντες, Μέλισσα, 2010, σελ. 118 30, 31. Κωνσταντινίδης Άρης, Τα Παλιά Αθηναϊκά Σπίτια, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, 2010, σελ 32, 33. Βενιεράκης Μανώλης 34,37. Καρδαμίτση-Αδάμη Μάρω, Ο Αρχιτέκτων Κλέων Κραντονέλλης, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα 2009, σελ. 97-99 35,36. Φιλιππίδης Δημήτρης, Η φευγαλέα μορφή του Κλέωνα Κραντονέλλη, Αρχιτεκτονικά Θέματα 31/1997, σελ. 66-67

150


ΒΙ Β Λ Ι ΟΓΡΑΦ Ι Α

38, 41. Βαλσαμάκης Νίκος: Αρχιτέκτων, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα, 2007, σελ. 114, 116 39,40. Βαλσαμάκης Νίκος, Οικία Καρακώστα Παληάγιαννη Κηφισιά, Θέματα χώρου και τεχνών 13/1982, σελ. 71 42,45,46. Κραντονέλλης Κλέων, Σπίτι κοντά στη θάλασσα, Αρχιτεκτονική 67/ 1968, σελ. 64-66 43. Καρδαμίτση-Αδάμη Μάρω, Ο Αρχιτέκτων Κλέων Κραντονέλλης, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα 2009, σελ. 110 44. Φιλιππίδης Δημήτρης, Η φευγαλέα μορφή του Κλέωνα Κραντονέλλη, Αρχιτεκτονικά Θέματα 31/1997, σελ. 55 47. Alvar Aalto, Band I 1922-1962, Les edition d’ Architecture Artemis, Zurich, 1963, σελ. 110 48, 49, 51. ΝΥΙΤ Architecture http://flic.kr/ps/zMbCZ 50. Ideasgn http://ideasgn.com/architecture/villa-mairea-alvar-aalto/ 52. Alvar Aalto, Band I 1922-1962, Les edition d’ Architecture Artemis, Zurich, 1963 53. Lahti Louna, Αalto, Taschen, Köln, 2004 54, 55. Doctor Casino http://flic.kr/s/aHsjERfQPr 56 ,57. Τριανταφύλλου Γιώργος, Αρχέτυπα, από τις καλύβες και τα μαντριά στη σύγχρονη τέχνη και αρχιτεκτονική, K.Adam Publications, Αθήνα, 2010, σελ. 187,189

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 58. Κωνσταντινίδης Δημήτρης, Παραδόσεις Ιστορίας Αρχιτεκτονικής, Μέρος Β’, Τεύχος Α’,ΕΜΠ, Αθήνα, 1970 59. Μπούρας Χαράλαμπος, Μαθήματα Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Α’ τόμος, Συμμετρία, 1999, σελ. 116 60. Μυλωνάς Παύλος, Άτλας του Όθωνος, τ.2, Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, Wasmuth, 2000 61, 62. Αποστόλου Φίλιππος, Το κάστρο της Αντιπάρου, Διδακτορική Διατριβή ΕΜΠ, Αθήνα, 1978, σελ. 15, 74 63-65. Βενιεράκης Μανώλης 66, 67. Παπαϊωάννου, σελ. 26 68, 69. Μυλωνάς Παύλος, Άτλας του Όθωνος, τ.2, Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, Wasmuth, 2000 70. Μπούρας Χαράλαμπος, Μαθήματα Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Α’ τόμος, Συμμετρία, 1999, σελ. 93 71. Κωνσταντινίδης Δημήτρης, Παραδόσεις Ιστορίας Αρχιτεκτονικής, Μέρος Β’, Τεύχος Α’,ΕΜΠ, Αθήνα, 1970, σελ.86 72. http://www.phorum.gr/viewtopic.php?f=51&t=232937&start=990 73. Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, τόμος 8, Μέλισσα, 1991, σελ. 252 74. Μυλωνάς Παύλος, Άτλας του Όθωνος, τ.2, Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, Wasmuth, 2000 75-79. Καλογήρου Νίκος, Κατοικίες κοντά στη Θάλασσα, Μαλλιάρης-Παιδεία, Θεσσαλονίκη, 1993, σελ. 7-15 80.Γλούπας Τάκης, Φωτογραφικό Οδοιπορικό στο Άγιο Όρος – 1969, Καπόν, Άγιον Όρος-

151


ΑΙΘ ΡΙΟ

&

ΚΑΤΟ ΙΚΙΑ

Αθήνα, 2001 81. Hellier Chris, Monasteries of Greece, Tauris Parke Books, London, 1995 82. Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, επιμ. Δημ. Φιλιππίδης, Μέλισσα 1988-90 83. Βενιεράκης Μανώλης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 84. Atelieraroulette http://kliclac.blogspot.gr/ 85. Hertzberger Herman, Μαθήματα για σπουδαστές αρχιτεκτονικής, Πανεπιστημιακές εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, 2002, σελ. 60 86. http://mutationsofthebuiltenvironment.lecolededesign.com/?tag=utopie 87. http://de.academic.ru/dic.nsf/dewiki/267753 88. Frampton Kenneth, H εξέλιξη των ιδεών για την κατοικία: 1870-1970, Αρχιτεκτονικά Θέματα 8/1974, Αθήνα 89. Le Corbusier, The City of To-Morrow and its Planning, (γαλλ.Urbanisme -1925), Dover, 1987 90. Τζάκου Αναστασία, Η εξέλιξη της πολυκατοικίας στην Αθήνα μετά τον πόλεμο», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 12/1978 91, 93. Καρδαμίτση Αδάμη Μάρω, Η μπλε πολυκατοικία, εκδόσεις Libro, Αθήνα, 2006 92. Αρχείο Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής – Μουσείο Μπενάκη 94. goo.gl/taWkYR 95, 96. http://www.parrocchie.it/firenze/galluzzo/le_chiese.htm 97. http://it.wikipedia.org/wiki/Certosa_di_Firenze 98. http://dc353.4shared.com/doc/jl_uVvtz/preview.html 99, 101. http://ds-lands.com/places/karl-marx-hof.html 100. http://students.washington.edu/ems29/redvienna.html 102. ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ goo.gl/swoUcr 103. Δασκαλάκη Γεωργία, Παπαδόπουλος Γιάννης, Συγκρότημα κατοικιών και καταστημάτων στο Μεταξουργείο, Αθήνα – Ελλάδα, Δομές 05/09, Πολυκατοικίες Ε’, σελ. 74-75 104. Frampton Kenneth, H εξέλιξη των ιδεών για την κατοικία: 1870-1970, Αρχιτεκτονικά Θέματα 8/1974, Αθήνα 105. http://www.gahetna.nl/collectie/afbeeldingen/fotocollectie/zoeken/weergave/ detail/q/id/af567cde-d0b4-102d-bcf8-003048976d84 106. Hertzberger Herman, Μαθήματα για σπουδαστές αρχιτεκτονικής, Πανεπιστημιακές εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, 2002, σελ. 49 107. Tom Wolbrink http://flic.kr/s/aHsjtgYojg 108-110. Hertzberger Herman, Μαθήματα για σπουδαστές αρχιτεκτονικής, Πανεπιστημιακές εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, 2002, σελ. 39 111-113. Βογιατζή Μαρία Ελένη, Κωσταγιάννη Μαρία, Δύο συγκροτήματα κατοικιών συν-κρίνονται: “Χαρά”(1958) - “Μεταξουργείο”(2008), Διάλεξη ΕΜΠ 2008 114. ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ goo.gl/swoUcr 115. Δασκαλάκη Γεωργία, Παπαδόπουλος Γιάννης, Συγκρότημα κατοικιών και

152


ΒΙ Β Λ Ι ΟΓΡΑΦ Ι Α

καταστημάτων στο Μεταξουργείο, Αθήνα – Ελλάδα, Δομές 05/09, Πολυκατοικίες Ε’, σελ. 72-73 116. Rossi Aldo, Η αρχιτεκτονική της πόλης, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1991, σελ. 93 117. Monumenti Antichi 23, 1914, 562 fig. 9; Architettura e Arti Decorative 3, 1923, 58 118, 119. Κινηματογραφική ταινία Tungsten, σκηνοθ. Γιώργος Γεωργόπουλος, 2011 120. Γερόλυμπος Γιώργης, http://el.yerolymbos.com/ 121. Καρσεράς Κυριάκος, Πρόγραμμα παράστασης Μέσα, Δημήτρης Παπαϊωάννου, 2011 122-125. Κινηματογραφική ταινία Rear Window, σκηνοθ. Alfred Hitchcock , 1954 126. Γερόλυμπος Γιώργης, http://el.yerolymbos.com/ 127-128. Κινηματογραφική ταινία Der Himmel über Berlin, σκηνοθ. Wim Wenders, 1987 129-132. Κούκης Γιάννης, ΙΒΑ Κτήριο και Αστικός Χώρος, Παπασωτηρίου, Αθήνα, 1989, σελ. 116, 71, 79 139-141. Μπαμπάλου-Νουκάκη Μπούκη, Για τη συλλογική κατοικία στην πόλη, Αθήνα, 2003, σελ. 38-41 142, 143. Rossi Aldo, Η αρχιτεκτονική της πόλης, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1991, σελ. 217, 219

153



Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.