TA ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ LE CORBUSIER - Βενιεράκης Μανώλης, Μαυρουδή Νερίνη

Page 1

ΤΑ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ LE CORBUSIER

ΒΕΝΙΕΡΑΚΗΣ ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΑΥΡΟΥΔΗ ΝΕΡΙΝΗ


2


ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΞΑΝΘΗΣ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Τομέας Πoλεoδoμικoύ και Χωρoταξικoύ Σχεδιασμoύ Πολεοδομία V 8o Eξάμηνο, Ακαδημαϊκό έτος 2009-2010

ΤΑ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ LE CORBUSIER

ΒΕΝΙΕΡΑΚΗΣ ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΑΥΡΟΥΔΗ ΝΕΡΙΝΗ

3


4


Περιεχόμενα 8

Ιστορικές αναφορές - Επιρροές στα σχέδια του Le Corbusier Villes Pilotis

18

Ville Contemporaine

18

Plan Voisin

28

Ville Radieuse

32

Η Χάρτα των Αθηνών

36

Εξέλιξη τύπου κατοικίας - Unité d’Habitation

42

Βιβλιογραφία

49

5


6


7


Ιστορικές αναφορές - Επιρροές στα σχέδια του Le Corbusier

Μετά το τέλος της Γαλλικής Επανάστασης (1789) και καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, ο τομέας της βιομηχανίας αναπτύσσεται ταχύτατα, επηρεάζοντας έτσι μια σειρά παραγόντων, που αφορούν τη ζωή της πόλης. Οι τεχνολογικές εξελίξεις στις γραμμικές καλλιέργειες, που εξασφάλιζαν υψηλή γεωργική απόδοση, στη δημιουργία εκτεταμένων σιδηροδρομικών γραμμών, στην καθιέρωση της χρήσης της ατμομηχανής στις μεταφορές, καθώς και στην υπερπόντια ναυσιπλοΐα. Τα νέα μέσα μεταφοράς ενίσχυσαν τη μετανάστευση προς τις νέες ηπείρους (Αμερική, Αφρική, Αυστραλία) με συνέπεια τη βαθμιαία στρατιωτική, πολιτική και οικονομική παρακμή των παραδοσιακών ευρωπαϊκών περιτειχισμένων πόλεων. Οι συνθήκες αυτές οδήγησαν στην πλήρη κατεδάφιση των τειχών και στην επέκταση της οριοθετημένης μέχρι τότε πόλης προς τα ήδη αναπτυσσόμενα προάστια. Η επικράτηση ειρήνης στην Ευρώπη την περίοδο αυτή, η απότομη πτώση της θνησιμότητας λόγω της βελτίωσης των συνθηκών διατροφής συντέλεσαν σε πρωτοφανείς συγκεντρώσεις πληθυσμού στα αστικά κέντρα. Η μεγάλη πυκνότητα κατοικιών δημιούργησε ανεπαρκείς συνθήκες φωτισμού, αερισμού, υπαιθρίων χώρων και ελλιπείς εγκαταστάσεις υγιεινής. Αυτές οι συνθήκες σε συνδυασμό με το απαρχαιωμένο σύστημα υγιεινής προκάλεσαν την εκδήλωση πολλών ασθενειών, όπως φυματίωση, χολέρα κλπ. Κάτω από αυτές τις συνθήκες αρχίζει και δημιουργείται ενδιαφέρον στο κοινωνικό σύνολο για την ανάγκη βελτίωσης της εργατικής κατοικίας. Ήδη από το 1804, ο Ledoux έχει την ιδανική του πόλη στο Chaux. Η μελέτη αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως μία από τις πρώτες προσπάθειες βιομηχανικής αρχιτεκτονικής, καθώς ενοποιεί συνειδητά τις παραγωγικές μονάδες με τις εργατικές κατοικίες. Σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα όμως, αναπτύχθηκαν διάφορες μελέτες για βιομηχανικές πόλεις και ουτοπικές κοινότητες, με σημαντικότερες αυτές των Fourier και Godin. Ο Charles Fourier ανέπτυξε στο όραμα του «Νέος Βιομηχανικός Κόσμος» (1829) τη δημιουργία ιδανικών κοινοτήτων ή φαλαγγών (Phalanx), που στεγάζονταν σ’ένα και μοναδικό κτίριο, το φαλανστήριο (phalanstery). Το φαλανστήριο ήταν σχεδιασμένο για να λειτουργεί στην ύπαιθρο, μιας και η οικονομία του βασιζόταν κυρίως στη γεωργία και συμπληρωματικά στην ελαφρά βιομηχανία. Το φαλανστήριο, ήταν στην πραγματικότητα μια πόλη-μινιατούρα, χωρίς 8


Ledoux, Η ιδανική πόλη στο Chaux, 1804

Fourier, Σχέδιο για το Φαλανστήριο, 1829 9


ανοιχτούς δρόμους εκτεθειμένους στο φυσικό περιβάλλον, αλλά με καλυμμένους διαδρόμους, που πρόσφεραν επικοινωνία σε όλα τα μέρη του κτιρίου. Η βασική πτέρυγα στέγαζε τις δημόσιες λειτουργίες (τραπεζαρία, βιβλιοθήκη, θερμοκήπιο κλπ), ενώ οι πλευρικές τα εργαστήρια και τις αίθουσες υποδοχής των επισκεπτών. Η πρόθεση του Fourier ήταν στην ουσία, να αντικαταστήσει τη μικροαστική αθλιότητα των ανεξάρτητων κατοικιών, που ήδη από τότε είχαν κατακλύσεια τα περίχωρα των πόλεων. Ο Godin, επηρεασμένος από τις ριζοσπαστικές απόψεις του Fourier, δημιούργησε το 1870 το Familestere, μια μικρότερη έκδοση του μοντέλου του Fourier, δίπλα από το διkό του εργοστάσιο σιδήρου, στη Guise της Γαλλίας. O οικισμός περιελάμβανε τρία συγκροτήματα κατοικιών και κοινόχρηστες εγκαταστάσεις. Το καθένα απ’ αυτά περιέκλειε μια κεντρική αυλή, που φωτιζόταν από πάνω, η οποία αντικατέστησε τους διαδρόμους του φαλανστηρίου. Ο Godin διατήρησε την οργάνωση της φάλαγγας με τη μόνη διαφορά ότι αντικατέστησε τη γεωργική φύση της παραγωγής από τη βιομηχανική και εγκαταλείφθηκε το μοντέλο της κοινοτικής ζωής, το οποίο έδωσε τη θέση του στην οικογενειακή αυτονομία. Προς το τέλος του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου, οι δύο μορφές που επηρέασαν έντονα τον αστικό σχεδιασμό και την πολεοδομία, ήταν ο Ebenizer Howard και ο Tony Garnier. Ο Howard πρότεινε το 1898 το μοντέλο της Kηπούπολης (Rurisville) με στόχο να καταπολεμηθούν οι θλιβερές συνθήκες των μεγλαων βιομηχανικών πόλεων. Συγκρίνοντας τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα πόλης και υπαίθρου, πρότεινε την Κηπούπολη, που συνδυάζει κατα κάποιο τρόπο και τα δύο, για να εμποδίσει αφένος τον υπερπληθυσμό και την αύξηση της φτώχειας στις μεγάλες πόλεις και αφετέρου την πνευματική στέρηση στην ύπαιθρο. Πρόκειται για μια διάταξη ακτινωτών δομών με ομόκεντρα οργανωμένες περιοχές. Στο κέντρο υπάρχει ένας κήπος, που τον περιβάλλουν δημόσια κτίρια και πολιτιστικά ιδρύματα. Η περιοχή περιστοιχίζεται από ένα πάρκο με όρια ένα κυκλικό γυάλινο μέγαρο για την εμπορική δραστηριότητα. Στη συνέχεια ακολουθούν ομόκεντρες λωρίδες, που αποτελούν την κατοικημένη περιοχή, η οποία διχοτομείαι από μια μεγάλη λεωφόρο. Εργοστάσια, αποθήκες και αγορές βρίσκονται στον εξωτερικό δακτύλιο της Κηπούπολης, και εξυπηρετούνται από ένα κυκλικό σιδηροδρομικό δίκτυο. Μια ζώνη πρασίνου χωρίς κτίσματα απλώνεται γύρω από την Κηπούπολη, η οποία προορίζεται για γεωργική χρήση και εγγυάται την επάρκεια τροφής της πόλης. 10


Godin, κάτοψη και υλοποιημένο Familestere, Guise, 1870

Ebenizer Howard, Κηπούπολη, 1898 11


Η Κηπούπολη ήταν σχεδιασμένη ως μια υποθετικά ανεξάρτητη, αυτάρκης και επαρχιακή πόλη, με περιορισμένο μέγεθος (όχι πάνω από 32.000 κατοίκους). Βασική προϋπόθεση για το μοντέλο αυτό ήταν η κοινοκτημοσύνη με συνεργατικές και κοινοτικές μορφές διαχείρησης για τη βιομηχανία, τη γεωργία και το λιανικό εμπόριο, ενώ θα εμποδιζόταν η κερδοσκοπία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Το μοντέλο του Howard βρήκε ευρεία αναγνώριση και αποδοχή στην Ευρώπη, ενώ μορφές του υλοποιήθηκαν στις περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις, κατά την ανάπτυξη των προαστίων τους. Η συνεισφορά του είναι σημαντική, γιατί ήταν ο πρώτος που αναγνώρισε ότι η αρχιτεκτονική ανάπτυξη αστικών και μη αστικών περιοχών είναι ενιαίο πρόβλημα. Ο Tony Garnier ανέπτυξε τις ιδέες του για «Μια Βιομηχανική Πόλη» το 1904 (Une Cité Industrielle). Η πρόταση του αναφερόταν σε κάποια φανταστική πόλη, αλλά η παρουσία του παρακείμενου ποταμού, καθώς και η τοπογραφία δηλώνουν πως πρόκειται για τη Λυών, την πόλη, όπου είχε μεγαλώσει. Η πόλη προορίζεται για 35.000 κατοίκους και είναι λειτουργικά διαχωρισμένη σε ζώνες εργασίας, κοινωνικής ζωής, κατοικίας και βιομηχανίας στα πρότυπα, που θα θεσπίσουν επίσημα τα CIAM με τη Χάρτα των Αθηνών 30 χρόνια αργότερα. Η βιομηχανική ζώνη καταλαμβάνει τη χαμηλότερη στάθμη του εδάφους, ενώ η πόλη απλώνεται προς ένα υψίπεδο πάνω από την κοιλάδα. Η σιδηροδρομική γραμμή ενώνει το βιομηχανικό τμήμα της πόλης με το κέντρο, την περιοχή κατοικιών καθώς και το ιστορικό κομμάτι της πόλης, που έχει διατηρηθεί. Το κέντρο περιλαμβάνει όλα τα διοικητικά και δημόσια κτίρια, όπως θέατρα, μουσεία, αλλά και μεγάλες αίθουσες συγκεντρώσεων, όπου θα μπορούσε να εκπληρωθεί το σοσιαλιστικό όραμα του Garnier. Φανταζόταν μια πόλη χωρίς τείχη και ατομική ιδιοκτησία, χωρίς εκκλησίες και στρατώνες, χωρίς αστυνομία και δικαστήρια, μια πόλη, όπου όλες οι ελεύθερες επιφάνειες θα λειτουργούν ως δημόσια πάρκα. Τέτοιες επιφάνειες είναι και ο χώρος ανάμεσα στις κατοικίες, όπου απλώνονται σε ορθογώνιο κάνναβο με σταθερό μέγεθος οικοπέδων. Οι κατοικίες είναι αυτόνομες, χωρίς φράκτες και επιτρέπεται να χτιστεί μόνο το 50% του οικοπέδου, ενώ το υπόλοιπο παραμένει δημόσιο πράσινο. Επίσης η πυκνότητα διατηρούταν μικρή, καθώς το ύψος των κατοικιών δεν ξεπέρναγε τους 2-3 ορόφους. Οι όροι υγιεινής ήταν κι αυτοί πολύ σημαντικοί κι είχαν εφαρμοστεί αυστηρές προδιαγραφές φωτισμού, αερισμού και πρασίνου.

12


Tony Garnier, Γενικό Τοπογραφικό Une Cité Industrielle, 1904 13


Ο Garnier δεν έθεσε απλά τις αρχές για την οργάνωση αυτής της βιομηχανικής πόλης, αλλά περιέγραψε με ιδιαίτερη λεπτομέρεια και τον τρόπο κατασκευής της. Πρότεινε τη χρήση οπλισμένου σκυροδέματος, τεχνολογία που τότε αναπτυσσόταν, καθώς και ατσάλινων δοκαριών για τα μεγάλα ανοίγματα στα βιομηχανικά κτίρια. Η συμβολή του στη σύγχρονη πολεοδομία είχε ήδη αρχίσει να αναγνωρίζεται από το 1920, όταν ο Le Corbusier άρχισε να εκδίδει διάφορα στοιχεία από το έργο του στο περιοδικό του L’ Esprit Nouveau (Το Νέο Πνεύμα) και αργότερα στο πρώτο του βιβλίο Vers Une Architecture (Για μια Αρχιτεκτονική - 1923). Μέσα σ’αυτό σχολιάζει μάλιστα ότι ο δημιουργός τοποθετεί κατοικίες με τόσο μικρή πυκνότητα στο κέντρο της πόλης. Η επιρροή όμως του Garnier στα μετέπειτα οικοδομικά έργα του Le Corbusier είναι αναμφισβήτητα μεγάλη και ενισχύεται και από τη μεταξύ τους σχέση. Η κύρια διαφορά της Βιομηχανικής Πόλης του Garnier και της Κηπούπολης του Howard είναι ότι ενώ η πρώτη είχε την εγγενή δυνατότητα να επεκτείνεται και να διαθέτει κάποια αυτονομία χάρη στη βαριά βιομηχανία, που ήταν βασισμένη, η Κηπούπολη ήταν περιορισμένη σε μέγεθος και εξαρτημένη οικονομικά, επειδή βασιζόταν στην ελαφρά βιομηχανία και στη γεωργία μικρής κλίμακας. Εκτός από τον Garnier, σαφή επιρροή στον λψ άσκησε και ο Auguste Perret. Πρωτοπόρος στη χρήση οπλισμένου σκυροδέματος, έπεισε τον Le Corbusier κατά τη συναναστροφή τους, ότι πρόκειται για το υλικό του μέλλοντος, με ιδιαίτερη αντοχή, οικονομία, αλλά και πλαστική μονολιθικότητα. Επιπλέον όμως δικιά του ήταν η ιδέα για τις «Πόλεις – Πύργους», που έπαιξε τόσο σημαντικό ρόλο στα σχέδια του Le Corbusier, που ακολούθησαν. Στο βιβλίο του Vers Une Architecture περιγράφει με εμφανή ενθουσιασμό την ιδέα αυτή, όπου με αρχή τον αμερικάνικο ουρανοξύστη, η υψηλή πυκνότητα του πληθυσμού συγκεντρώνεται σε λιγοστά σημεία, ελευθερώνοντας απέραντες επιφάνειες πρασίνου και δίνοντας έτσι λύση στις πυκνοκατοικημένες περιοχές των πόλεων, γεμάτες θόρυβο, καυσαέρια και σκόνη. Οι πύργοι, που προορίζονταν για την εργατική τάξη θα στήνονταν σε μεγάλη απόσταση ο ένας από τον άλλο, απομακρυσμένοι από τους θορυβώδεις οδικούς άξονες ταχείας κυκλοφορίας, ευθυγραμμισμένοι σε επιβλητικές λεωφόρους.

14


Tony Garnier, Απόψεις της περιοχής κατοικίας, Une Cité Industrielle, 1904 15


Ολοκληρώνοντας τις ιστορικές αναφορές στα ανάλογα σχέδια, που είχαν πραγματοποιηθεί μέχρι τότε, και στις επιρροές του Le Corbusier ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δοθεί στην επίσκεψη του στο καθολικό μοναστήρι της Ema/ Ema Charterhouse ή Certosa del Galluzzo (1341 ), στην Τοσκάνη, έξω από τη Φλωρεντία της Ιταλίας. Σ’ αυτό κάθε μοναχός του καρθουσιανού τάγματος είχε το χώρο του, όχι όμως ένα κελί, αλλά έναν κύριο χώρο προσευχής, ένα υπνοδωμάτιο και έναν κήπο, που ο καθένας περιποιόταν μόνος του. Αυτό, που εντυπωσίασε όμως τον Le Corbusier περισσότερο, ήταν ότι σ’ αυτή την κλειστή κοινότητα «μπορούσε να εκπληρωθεί μια γνήσια ανθρώπινη επιθυμία: η ησυχία, η απομόνωση, αλλά και η καθημερινή επαφή με τους ανθρώπους», όπως λέει ο ίδιος. Ήταν μια ιδανική κοινοβιακή κατασκευή, η οποία ισορροπούσε μεταξύ ατομικής ελευθερίας και συλλογικής οργάνωσης. Η εμπειρία του στο μοναστήρι αυτό (1907) μαζί με την επιρροή του Garnier θα γινόταν το πρότυπο των δικών του ουτοπικών σοσιαλιστικών ιδεών. Στο εξής θα χρησιμοποιούσε αυτό το βίωμα, που παρέμεινε στη φαντασία του σαν μια εικόνα αρμονίας, πολλές φορές με αρχή τα Immeuble Villas, τα συγκροτήματα κατοικιών των φανταστικών του πόλεων, μέχρι και τα μεγάλα οικιστικά συγκροτήματα της δεκαετίας του 1950, όπως η Unité d’Habitation στη Μασσαλία.

16


Κάτοψη και εξωτερική όψη του μοναστηριού Certosa del Galluzzo, Φλωρεντία, 1341

17


Villes Pilotis

Το έργο του Le Corbusier σχετικά με τις πόλεις και την πολεοδομία, ξεκινάει ουσιαστικά το 1915, όταν μαζί με το μηχανικό Max du Bois, αναπτύσσουν την ιδέα των Villes Pilotis. Πρόκειται για οικοδόμηση των νέων συνοικιών 4-6 μέτρα πάνω από την επιφάνεια του εδάφους, αντικαθιστώντας τα θεμέλια με εύλογο αριθμό υποστυλωμάτων, τα οποία με τη σειρά τους στηρίζουν τα ισόγεια των πολυκατοικιών και σε πρόβολο τις πλάκες των πεζοδρομίων και των δρόμων. Έτσι κερδίζεται ένα ολόκληρο κυκλοφοριακό δίκτυο, ανεξαρτητα από κείνο των δρόμων για τους πεζούς και τα γρήγορα αυτοκίνητα, που θα μπορούσαν να κυκλοφορούν τα μεγάλα φορτηγά, τα τραμ κλπ. Σ’ αυτό τον κερδισμένο χώροο μπορούν επίσης να περνιούνται κάθε είδους δίκτυα (ύδρευσης, φωταερίου, ηλεκτρικού, τηλεφώνου, αεραντλιών, υπονόμων, θέρμανσης, μετρό κλπ) χωρίς να απαιτούνται εκσκαφές. Εκτός όμως από τον χώρο των pilotis, ο Le Corbusier πρότεινε και αξιοποίηση των ταρατσών με μεταφορά των καφενείων, των χώρων ανάπαυσης και του εμπορίου πολυτελείας σ’ αυτές. Επιπλέον, μικρές γέφυρες -πασαρέλες-, πάνω από τους κανονικούς δρόμους, θα εξασφάλιζαν την κυκλοφορία σ’ αυτές τις νέες γεμάτες πράσινο συνοικίες. Έτσι μ’ αυτή την πρόταση, ο Le Corbusier πετυχαίνει τον τριπλασιασμό της ωφέλιμης επιφάνειας της πόλης.

Ville Contemporaine

Η εξέλιξη της ιδέας των Villes Pilotis αποτελεί το πρώτο ολοκληρωμένο πολεοδομικό σχέδιο του Le Corbusier, τη «Σύγχρονη Πόλη για 3.000.000 κατοίκους» ή Ville Contemporaine. Το σχέδιο αυτό πρωτοπαρουσιάστηκε στην έκθεση Salon d’Automne στο Παρίσι το 1922. Ολόκληρη την πόλη διατρέχουν δύο μεγάλοι άξονες κυκλοφορίας, ένας στον άξονα Βορρά-Νότου και ένας στον άξονα Ανατολής-Δύσης. Στην τομή τους βρίσκεται το κέντρο της πόλης με τον κεντρικό σταθμό και γύρω του 24 ουρανοξύστες, που είναι η περιοχή γραφείων. Ανάμεσά τους υπάρχουν μεγάλοι ελεύθεροι χώροι με κήπους, πάρκα, εστιατόρια και καφέ. Δυτικά των ουρανοξυστών υπάρχουν όλες οι δημόσιες χρήσεις, όπως πανεπιστήμια, μουσεία, δημοτικές και διοικητικές υπηρεσίες και δίπλα τους ένα μεγάλο πάρκο. Βορειοδυτικά υπάρχουν αθλητικές εγκαταστάσεις, όπως μεγάλο στάδιο, πισίνες κολύμβησης κλπ. Ο υπόλοιπος οριοθετημένος 18


Γενικό Τοπογραφικό Ville Contemporaine, 1922

19


χώρος της πόλης καταλαμβάνεται από περιοχές κατοικίας, διαμορφωμένες σε δύο τύπους. Τον περιμετρικό τύπο πολυκατοικίας με βίλλες – Immeuble Villas με εσωτερικό κήπο, και τις κατοικίες εν σειρά σε οδοντωτές διατάξεις - à redants. Την πόλη περιβάλλει μια προστατευμένη ζώνη πρασίνου με δάση, λιβάδια, αθλητικές εγκαταστάσεις και αεροδρόμιο. Στη ζώνη αυτή απαγορεύεται το χτίσιμο καθώς φυλάσσεται για μελλοντική επέκταση της πόλης. Ανατολικότερα της ζώνης αυτής, βρίσκεται η βιομηχανική περιοχή με τις αποθήκες και τα εργοστάσια. Τέλος, το σχέδιο περιλαμβάνει κηπουπόλεις για τους εργάτες, χωροθετημένες κι αυτές, όπως οι βιομηχανίες, πέρα από την περιοχή πρασίνου, που περιβάλλει την πόλη. Ο Le Corbusier ακολουθεί τέσσερις βασικές αρχές στην οργάνωση αυτής της πόλης: α) πρέπει να αποσυμφορηθούν τα κέντρα των πόλεων β) να αυξηθεί η πυκνότητά τους γ) να αυξηθούν τα πάρκα και οι ελεύθεροι χώροι δ) να αυξηθούν τα μέσα κυκλοφορίας. Για να υλοποιήσει αυτούς τους στόχους προτείνει τη λύση της κάθετης ανάπτυξης της πόλης. Προτείνει ουρανοξύστες 60 ορόφων και 12όροφα συγκροτήματα κατοικιών. Με αυτό τον τρόπο πετυχαίνει την αύξηση της πυκνότητας του πληθυσμού, ώστε να απαιτούνται μικρότερες μετακινήσεις, ενώ ταυτόχρονα δημιουργούνται μεγάλοι ελεύθεροι χώροι και η πόλη απαλλάσσεται από τους στενούς δρόμους. Σαφώς επηρεασμένος από τους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης, μια πόλη σύμβολο για τον Le Corbusier, προτείνει τους λεγόμενους «καρτεσιανούς ουρανοξύστες». Ο καθένας θα έχει ύψος 220 μ., δηλαδή 60 ορόφους, πλάτος 150-200 μ., ενώ η μεταξύ τους απόσταση θα είναι 250300 μ. Ένας τέτοιος ουρανοξύστης θα μπορούσε να στεγάσει μέχρι και 40.000 εργαζομένους με επιφάνεια 10μ2 ανά εργαζόμενο. Η περιοχή αυτή θα αποτελείται από 95% ελεύθερο χώρο (συμπεριλαμβανομένων πάρκων, πλατειών, εστιατορίων, θεάτρων κλπ).

20


To κέντρο της πόλης με τους κεντρικούς οδικούς άξονες, τους ουρανοξύστες, τις δημόσιες υπηρεσίες, τα μουσεία και τα παεπιστήμια

Το κέντρο της πόλης με τον κεντρικό σταθμό ανάμεσα στους ουρανοξύστες με τα καφέ και τα εστιατόρια

21


Ιδιαίτερη σημασία δίνει στην κυκλοφορία και στη σωστή οργάνωση των δρόμων. Για την αποσυμφόρηση των πόλεων προτείνει την αύξηση του μεγέθους των οικοδομικών τετραγώνων με στόχο τις λιγότερες διασταυρώσεις, που θεωρούσε εμπόδιο στην αποδοτική λειτουργία του αυτοκινήτου. Συνεχίζοντας την ιδέα της Ville Pilotis πρότεινε υπόγεια κυκλοφορία των μεγάλων φορτηγών, στο επίπεδο του εδάφους την ελαφρά κυκλοφορία, όπως αυτή των ιδιωτικών οχημάτων, ενώ στους δύο κεντρικούς άξονες της πόλης τη γρήγορη κυκλοφορία, που θα πραγματοποιείται ανεμπόδιστη. Το πιο σημαντικό όμως κομμάτι της Ville Contemporaine είναι οι τύποι κατοικίας, που προτείνει. Το περιμετρικό συγκρότημα κατοικιών ή Πολυκατοικία με βίλλες, Immeuble Villas πρόκειται ουσιαστικά για έναν αιθριακού τύπου κτίριο, που περιλαμβάνει επάλληλες βίλλες σε πέντε ή έξι επίπεδα. Κάθε μία εκτείνεται σε δύο στάθμες και έχει το δικό της κήπο, καθώς και κατακόρυφη επικοινωνία με το ισόγειο. Είναι εντελώς ανεξάρτητη, καθώς χωρίζεται από τις διπλανές της με το δικό της ημιυπαίθριο χώρο πρασίνου, αυτούς τους «κρεμαστούς κήπους», όπως τους ονόμαζε. Αυτό δίνει στο κτίριο τη δυνατότητα να απορροφά και να κυκλοφορεί τον αέρα. Στο επίπεδο του υπογείου υπάρχουν χώροι στάθμευσης, ενώ στο ισόγειο υπάρχει μεγάλο χωλ εισόδου, τα κλιμακοστάσια, καθώς και ο ενιαίος ελεύθερος χώρος κοινόχρηστων εγκαταστάσεων, που περιλαμβάνει κήπους, πάρκο, γήπεδα μπάσκετ και τέννις, με συνολική ελεύθερη επιφάνεια το 48% του συγκροτήματος. Κοινόχρηστες εγκαταστάσεις υπάρχουν όμως και στην ταράτσα, όπως αίθουσα άθλησης, πίστα τρεξίματος 300 μέτρων και αίθουσα εορταστικών εκδηλώσεων. Ο Le Corbusier είχε προβλέψει παροχή ξενοδοχειακού τύπου εξυπηρετήσεων σε όλη την κλίμακα του συγκροτήματος, όπως παροχή φαγητού, καθαρισμού, καθημερινών αγορων κλπ. Πίστευε, πως έτσι λύνεται τι πρόβλημα του υπηρετικού προσωπικού, καθώς το προσωπικό δε θα ‘ταν εξαρτημένο από μία κατοικία, αλλά θα δούλευε οκτάωρη βάρδια, όπως και σ’ ένα εργοστάσιο. Ουσιαστικά υμνεί την αξία της τυποποίησης, που θα κυριαρχούσε σε ολόκληρο το συγκρότημα, και της κοινότητας, που πίστευε πως θα δημιουργούνταν από το σύνολο των κατοίκων. Αυτή του η αντίληψη «περί ελευθερίας μέσω της τάξης» τοποθετεί αυτή του την πρόταση κάπου ανάμεσα στην αστική πολυκατοικία και τη σοσιαλιστική συλλογική κατοικία. 22


Γενικές απόψεις του συγκροτήματος Immeuble Villas

23


Κατόψεις των δύο ορόφων της μοναάδας κατοικίας και εξωτερική όψη του συγκροτήματος με τους “κρεμαστούς κήπους” 24


Αξονομετρικό και εσωτερικές απόψεις της μονάδας κατοικίας του συγκροτήματος Immeuble Villas 25


Ενώ τα κυτταρικά συγκροτήματα δίνουν την αντίληψη της «περιτοιχισμένης» πόλης, μιας πόλης που τη δημιουργούν και την οριοθετούν οι δρόμοι της, ο δεύτερος τύπος κατοικιών, τα συγκροτήματα με οδοντωτές χαράξεις - à redants, προσφέρουν την εντύπωση της ανοιχτής πόλης, χωρίς τείχη. Πρόκειται για συνεχόμενα κτίρια πολυτελών κατοικιών, αποτελούμενα από 6 στάθμες διώροφων διαμερισμάτων (12 όροφοι συνολικά), τα οποία οπισθοχωρούσαν σε σχέση με το μέτωπο του δρόμου, ελευθερώνοντας έτσι χώρους πρασίνου και εξυπηρετώντας την οπτική άνεση του πεζού. Με αυτή την διάταξη όλες οι πλευρές της κατοικίας με συνεχόμενα μεγάλα ανοίγματα, έχουν πρόσβαση στις «βασικές απολαύσεις» του ήλιου, του αέρα και του πρασίνου. Στον ελεύθερο χώρο, που καταλάμβανε το 85% της συνολικής επιφάνειας, οργανωνόντουσαν και εδώ κοινόχρηστες εγκαταστάσεις. Με αυτό τον τρόπο, ο Le Corbusier εναντιώνεται στον ως τότε καθιερωμένο στενό δρόμοδιάδρομο και δημιουργεί όγκους στη θέση των συνεχόμενων οικοδομικών μετώπων, με έμφαση στα κομμάτια, που υποχωρούν ή προβάλλουν. Επιπλέον, εκτός της οπτικής άνεσης προσφέρει στην πόλη πράσινα οικοδομικά τετράγωνα κατοικιών με τα χαρακτηριστικά του πάρκου, χωρίς ακάλυπτους και πίσω όψεις, αλλά γεμάτα φως και ήλιο. Συμπερασματικά, η Ville Contemporaine είναι μια πόλη σε απόλυτο τετραγωνικό κάνναβο. Μια πόλη ιεραρχική με λειτουργική και ταξική διαφοροποίηση, όπως φαίνεται από την επιλογή του τόπου κατοικίας αστικής και εργατικής τάξης και τον πλήρη λειτουργικό διαχωρισμό σε επιμέρους ζώνες (zoning).

26


Συγκροτήματα κατοικίας με οδοντωτές χαράξεις

Γενική άποψη της Ville Contemporaine 27


Plan Voisin

Το 1925 στην έκθεση Decorative Arts στο Παρίσι ο Le Corbusier παρουσίασε το Plan Voisin, ένα πολεοδομικό σχέδιο για την πόλη του Παρισιού, που είχε πάρει το όνομα του από την αυτοκινητοβιομηχανία Voisin, κύριο χρηματοδότη της μελέτης. Αποτελεί ουσιαστικά την προσαρμογή της Ville Contemporaine στα δεδομένα του Παρισιού. Αρχικά είχε εντοπίσει τα προβλήματα, που βασάνιζαν την πόλη, όπως οι στενοί δρόμοι, που δεν μπορούσαν να εξυπηρετήσουν την κίνηση των αυτοκινήτων, και οι πυκνοκατοικημένες γειτονιές, που λόγω μεγάλης συγκέντρωσης πληθυσμού, γίνονταν εστίες μικροβίων και αναπτύσσονταν αρρώστιες. Πρότεινε λοιπόν την κατεδάφιση μεγάλου μέρους του ιστορικού κέντρου του Παρισιού, από τη Μονμάρτη μέχρι το Σηκουάνα, και την αντικατάστασή του, από δύο κυρίαρχες ζώνες, μία ζώνη εργασίας και μία κατοικίας. Η περιοχή εργασίας αποτελείται από 18 ουρανοξύστες, ίδιων χαρακτηριστικών με αυτούς της Ville Contemporaine. Με αυτό τον τρόπο, αποσυμφορείται το κέντρο από τους στενούς δρόμους και δημιουργούνται πλατιοί δρόμοι και ενιαίες επιφάνειες πρασίνου, ενώ η κάθετη ανάπτυξη πετυχαίνει τον τετραπλασιασμό της πυκνότητας. Ανάμεσα στις δύο περιοχές βρίσκεται ο κεντρικός σιδηροδρομικός σταθμός, ενώ τις περιοχές ενώνει ο διαμήκης κεντρικός άξονας κυκλοφορίας. Συμπληρωματικά διαμορφώνονται και δύο εγκάρσιοι κεντρικοί άξονες, που ενώνονται με το υπάρχον οδικό δίκτυο. Ο ίδιος αναγνωρίζει το πολιτικό και οικονομικό ανέφικτο της πρότασης του, αλλά επιχειρηματολογεί υπέρ του σχεδίου του, καθώς προτείνει λύσεις στα προβλήματα του σύγχρονου Παρισιού.

28


Γενικό τοπογραφικό ένταξης της περιοχής μέσα στην πόλη του Παρισιού, Plan Voisin, 1925

Σύγκριση της περιοχής πριν και μετά την εφαρμογή του σχεδίου Voisin - το σχέδιο και η φωτογραφία είναι στην ίδια κλίμακα 29


30


Απόψεις της μακέτας του σχεδίου Voisin

31


Ville Radieuse

Κατά τη συνεχή ενασχόληση του Le Corbusier με τα πολεοδομικά σχέδια, το 1930 αναπτύσσει την ιδέα για την Ville Radieuse ή Ακτινοβόλα πόλη. Η πόλη οργανώνεται σε αυστηρά διαχωρισμένες παράλληλες ζώνες: α) πόλεις δορυφόροι με κύρια λειτουργία την εκπαίδευση, β) ζώνη επιχειρήσεων, γ) ζώνη μεταφορών που περιλάμβανε επιβατικές αμαξοστοιχίες και αεροδρόμιο, δ) ζώνη ξενοδοχείων και πρεσβειών, ε) ζώνη κατοικίας, στ) ζώνη πρασίνου, ζ) ζώνη ελαφράς βιομηχανίας, η) αποθήκες και εμπορικές αμαξοστοιχίες και θ) βαριά βιομηχανία. Οι ανθρωπιστικές, ανθρωπομορφικές μεταφορές δεν έλειπαν από το παραπάνω πρότυπο. Κάτι τέτοιο είναι φανερό από τα επεξηγηματικά σκίτσα του Le Corbusier, που δείχνουν το απομονωμένο «κεφάλι» των δεκαέξι σταυροειδών ουρανοξυστών πάνω από την «καρδιά» του πολιτιστικού κέντρου, το οποίο είναι τοποθετημένο ανάμεσα στους δύο «πνεύμονες» της ζώνης κατοικίας. Η εμμονή στο γραμμικό μοντέλο εξακολουθούσε να υπάρχει, επιτρέποντας όμως σε ζώνες λιγότερο ιεραρχικές να επεκτείνονται ανεξάρτητα η μία από την άλλη. Ο τύπος κατοικίας αναφέρεται σε μια μορφή κτιρίου περισσότερο προσαρμοσμένη στη μαζική παραγωγή με οδοντωτά διατεταγμένα συγκροτήματα κατοικιών, σχεδιασμένα σαν μια συνεχή ζώνη «εν σειρά». Η μορφή του Le Corbusier χαρακτηριζόταν από μια συνεχή σειρά κατοικιών, με πρόσοψη που υποχωρούσε ή ευθυγραμμιζόταν εναλλάξ με τα εξωτερικά όρια του δρόμου, όμοια με αυτής της Ville Contemporaine. Η διαφορά που υπήρχε στην οργάνωση των μονάδων κατοικίας της Immeuble-Villas της Ville Contemporaine και του τύπου κατοικίας της Ville Radieuse ήταν εξίσου σημαντική με τη διαφορά της εξωτερικής τους μορφής. Η Immeuble-Villa είχε προδιαγραφές ποιοτικής κατοικίας με ανεξάρτητες μονάδες και κρεμαστούς κήπους, ενώ ο τύπος κατοικίας της Ville Radieuse φαίνεται ότι προσανατολιζόταν προς κριτήρια μεγαλύτερης οικονομίας, δηλαδή προς τις ποσοτικές προδιαγραφές της εν σειρά παραγωγής. Σε αντίθεση με την Immeuble-Villa το συγκρότημα Ville Radieuse περιλάμβανε μονώροφα διαμερίσματα με ευέλικτη κάτοψη και διαφορετικές διαστάσεις, οικονομικότερα δηλαδή από πλευράς χώρου από τη διπλού 32


Γενικό Τοπογραφικό Ville Radieuse, 1930 33


εσωτερικού ύψους κατοικία. Σ’ αυτά αξιοποιήθηκε μέχρι και το τελευταίο τετραγωνικό εκατοστό, με αποτέλεσμα το πάχος των χωρισμάτων να ελαχιστοποιηθεί τόσο ώστε να είναι πια ακατάλληλο από άποψη ηχομόνωσης. Οι πυρήνες των βοηθητικών χώρων, δηλαδή οι κουζίνες και τα μπάνια έφτασαν στις ελάχιστες διαστάσεις τους. Σε κάθε διαμέρισμα ήταν δυνατόν να γίνονται μεταβολές ανάλογα με τις χρήσεις της ημέρας ή της νύχτας, με συρόμενα χωρίσματα. Κλείνοντας τα στοιχεία αυτά απομονωνόταν ο χώρος του ύπνου, ενώ ανοίγοντας τα διαμορφωνόταν ένας χώρος παιχνιδιού συνεχόμενος με το καθιστικό. Με τη χρήση τέτοιων ευρημάτων, το τυπικό διαμέρισμα της Ville Radieuse είχε σχεδιαστεί για να είναι τόσο αποδοτικό από εργονομική άποψη, όσο οι κουκέτες του wagon-lit (κουτιά θαύματα: ελαχιστοποιημένος χώρος με εργονομική αντιμετώπιση, που επιτυγχάνουν τη μέγιστη οικονομία). Σε μια τυπική τομή ολόκληρης της πόλης όλα τα κτίρια ακόμη και το γκαράζ και οι δρόμοι φαίνονται ανεβασμένα πολύ πιο πάνω από τη στάθμη του εδάφους, συνεχίζοντας την ιδέα των Ville Pilotis και Ville Contemporaine. Υπερυψώνοντας τα πάντα σε pilotis, έμενε ελεύθερη η επιφάνεια του εδάφους, διαμορφωνόταν δηλαδή ένα συνεχές πάρκο, όπου μπορούσαν να κυκλοφορήσουν άνετα οι πεζοί. Οι μεταβολές των πολεοδομικών προτύπων του Le Corbusier μέσα στη δεκαετία του 1920, όπως η πορεία από την «ιεραρχική», προνομιακή Ville Contemporaine του 1922, με τους ξεχωριστούς τύπους κατοικίας και τις κηπουπόλεις για τους εργάτες, στην «αταξική», ισότιμη Ville Radieuse του 1930, όπου δεν υπάρχουν τέτοιες διαφοροποιήσεις, οδήγησαν σε σοβαρές αλλαγές ως προς τον τρόπο με τον οποίο ο ίδιος αντιλαμβανόταν την πόλη της μηχανικής εποχής. Παρατηρείται λοιπόν η αλλαγή από το αυτάρκες περιμετρικό συγκρότημα στις εν σειρά κατοικίες και από το αστικό καθεστώς της βίλλας στην οικονομικότερη βιομηχανοποιημένη παραγωγή. Η σημαντικότερη μεταβολή όμως, ήταν η μετάβαση από ένα συγκεντρωτικό πρότυπο πόλης (Ville Contemporaine) σε μια, θεωρητικά τουλάχιστον, χωρίς όρια αντίληψη, της οποίας η τάξη προέκυπτε, από τις παράλληλες ζώνες που την οργάνωναν (Ville Radieuse). Αυτός ο τύπος σχεδιασμού προσέφερε τη δυνατότητα σε λιγότερο ιεραρχικά ζώνες να επεκτείνονται αυτόνομα, που αποδεικνύει ότι ο Le Corbusier είχε εγκαταλείψει την ιδέα μιας οριοθετημένης πόλης με συγκεκριμένη μορφή και είχε πλησιάσει σε προωθημένα μοντέλα, ικανά να εξελίσσονται δυναμικά σε χωροταξικό επίπεδο. Έτσι η Ville Radieuse οδήγησε την ιδέα της ανοιχτής πόλης Ville Contemporaine στη λογική της κατάληξη. 34


Τοπογραφικό της περιοχής κατοικίας με τα συγκροτήματα οδοντωτών χαράξεων

Συγκριτικό τοπογραφικό πυκνότηταςς και ελεύθερων χώρων μεταξύ της Ville Radieuse και των πόλεων του Παρισιού, της Νέας Υόρκης και του Μπουένος Άιρες 35


Παρόλο που η Ville Radieuse δεν υλοποιήθηκε ποτέ η λειτουργία της ως προτύπου της μεταπολεμικής εξέλιξης των πόλεων στην Ευρώπη και αλλού ήταν σημαντική και καθοριστική. Εκτός από τα αναρίθμητα συγκροτήματα κατοικιών, που χτίστηκαν με βάση αυτό το πρότυπο οι ιδέες τις Ville Radieuse χρησιμοποιήθηκαν στην ιδιαίτερη οργάνωση δύο νέων μεγάλων πόλεων που χτίστηκαν: στο ρυθμιστικό σχέδιο του Le Corbusier για τη Chandigarh το 1950 και στο σχέδιο για τη Μπραζίλια, που έκανε ο Lucio Costa το 1957.

Η Χάρτα των Αθηνών

Το 1933 πραγματοποιείται το 4ο συνέδριο των C.I.A.M. (Congres Internationaux Architecture Moderne –Διεθνή Συνέδρια Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής) στο ατμόπλοιο «Πατρίς II» μεταξύ Μασσαλίας-Πειραιά και στην Αθήνα, που θέτει την πολεοδομία ως βασικό πρόβλημα. Στο συνέδριο παρουσιάζονται χάρτες ανάλυσης και συλλογής στοιχείων για την κατάσταση 33 πόλεων. Για κάθε πόλη υπάρχουν 3 σχέδια-χάρτες: ένας με τις ενδείξεις των περιοχών κατοικίας, εργασίας και αναψυχής, ένας με το κυκλοφοριακό δίκτυο και ένας με την πόλη και την ευρύτερη περιοχή με τις τέσσερις παραπάνω λειτουργίες μαζί. Τα πορίσματα του συνεδρίου αυτού με το σχολιασμό και τις επεξηγήσεις του Le Corbusier κυκλοφορούν το 1943 με τίτλο η Χάρτα των Αθηνών, με σκοπό να θεραπεύσει τις άρρωστες πόλεις από τις επιβλαβείς συνέπειες της πρώτης εποχής του μηχανοκρατούμενου πολιτισμού. Η συσχέτιση με το μοντέλο της Ville Radieuse, είναι εμφανής από την παρεμβολή των αρχιτεκτονικών εικόνων στις επεξηγήσεις του. Εκείνος, είναι ο μόνος εκείνη την εποχή, που επεξεργάζεται συνεχώς μια πολεοδομική πρόταση με σαφείς αρχιτεκτονικές διαστάσεις. Κατά τη γνώμη του, η πολεοδομία πρέπει να εξασφαλίζει την ατομική ελευθερία και ταυτόχρονα να επωφελείται και να διέπει τα καλά της συλλογικής δράσης. Το υλικό κάθε πολεοδομικής δράσης είναι οι τεχνικές δυνατότητες της εποχής και τα δεδομένα της φύσης, ιδίως ο ηλιακός κύκλος των 24 ωρών.

36


Μακέτα και σκίτσα της περιοχής κατοικίας με τα συγκροτήματα οδοντωτών χαράξεων 37


Σύμφωνα με τα παραπάνω τα βασικά καθήκοντα της πολεοδομίας είναι:

α) η επανάκτηση των θεμελιωδών αναγκών της ανθρώπινης φύσης, που είναι ο ήλιος, ο χώρος και το πράσινο, β) η ανταπόκριση στην καθολικότητα της σύγχρονης κοινωνίας, που συνεπάγεται συνοικίες για όλους τους ανθρώπους, με βάση τις παγκόσμιες ψυχοφυσιολογικές απαιτήσεις, οι οποίες δεν επιδέχονται ταξικές διακρίσεις και γ) η πρωτοκαθεδρία της κατοικίας, με το απαραίτητο σύγχρονο συμπλήρωμα της την αναψυχή, απέναντι στις υπόλοιπες περιφερειακές λειτουργίες της εργασίας και της κυκλοφορίας. Η ιδέα της κατοικίας ως πυρήνα της πολεοδομίας αναπτύσσεται έντονα από τον ίδιο. Στην μεταπολεμική περίοδο ο Le Corbusier εναποθέτει αποκλειστικά τον πρωταρχικό ρόλο της θεραπείας των άρρωστων πόλεων στη μονάδα κατοικίας εύλογου μεγέθους (π.χ. πολυκατοικία Unité d’Habitation, Μασσαλία). Τα πρότυπα της κατοικίας για τον Le Corbusier, όπως τα διαμορφώνει στο βιβλίο του Vers Une Architecture, είναι: Το Σπίτι: Ένα καταφύγιο από τη ζέστη, το κρύο, τη βροχή, τους κλέφτες, τους αδιάκριτους. Ένας υποδοχέας ηλίου και φωτός. Ένας συγκεκριμένος αριθμός χώρων αφιερωμένων στη μαγειρική, την εργασία και την προσωπική ζωή. Το Δωμάτο: Μια επιφάνεια για να κυκλοφορείς ελεύθερα, ένα αναπαυτικό κρεβάτι για να ξαπλώνεις, μια καρέκλα για να κάθεσαι άνετα και να εργάζεσαι, ένα τραπέζι για να εργάζεσαι, ράφια για να τακτοποιείς γρήγορα το κάθε πράγμα στη σωστή του θέση. Πόσα Δωμάτια: Ένα για να μαγειρεύεις και ένα για να τρως. Ένα για να εργάζεσαι, ένα για να πλένεσαι και ένα για να κοιμάσαι. Ο θάνατος του Le Corbusier το 1965 συμπίπτει με τη στροφή της πολεοδομικής πρακτικής και προβληματικής προς την ήδη υπάρχουσα πόλη και κυρίως τα ιστορικά κέντρα, όπως επίσης και με τις επιφυλάξεις και τις αμφιβολίες για νέες επεκτάσεις. Στο πλαίσιο αυτό εκδηλώνεται η υποστήριξη και η επίκριση της Χάρτας των Αθηνών. 38


Μακέτα της περιοχής κατοικίας με τα συγκροτήματα οδοντωτών χαράξεων 39


Οι υποστηρικτές πιστεύουν ότι πολλά από τα προβλήματα των πόλεων που είχαν τότε επισημανθεί όπως το χάος, ο διαχωρισμός σε πλούσιες και φτωχές αστικές περιοχές, η κερδοσκοπική εκμετάλλευση της γης, η αντίθεση μεταξύ συλλογικού και ατομικού συμφέροντος είναι ακόμα επίκαιρα, όπως επίκαιρες είναι και οι απαιτήσεις για την αντιμετώπιση αυτών, που είχαν προβληθεί στη Χάρτα, δηλαδή η συλλογική ιδιοποίηση της γης, η σημασία της φύσης και του πράσινου, η προτεραιότητα της κατοικίας, η δημιουργία κοινωνικού εξοπλισμού συλλογικής χρήσης, η διαφύλαξη και η προστασία της ιστορικής κληρονομιάς των πόλεων, η διευθέτηση χώρων για τους πεζούς κ.α. Παράλληλα παραδέχονται ότι οι υπάρχουν κριτικές που θίγουν σωστά ζητήματα, όπως ο αυστηρός διαχωρισμός σε ζώνες λειτουργιών, η τυφλή πίστη στην αποτελεσματικότητα της τεχνικής, η απλουστευτική θεώρηση της καθολικότητας των προβλημάτων, η πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη στις ικανότητες των τεχνικών και της εξουσίας, παραβλέποντας τη συμμετοχή του χρήστη στην πολεοδομία, είτε ατομικά είτε κατά ομάδες. Για τους επικριτές δεν υπάρχουν δικαιολογίες σχετικά με την αποτυχία της μοντέρνας πολεοδομίας, που να οφείλονται στην λανθασμένη ερμηνεία και εφαρμογή της Χάρτας. Τη Χάρτα αντίθετα την βλέπουν σαν την πιο τέλεια εικονογράφηση της μοντέρνας πολεοδομίας, που καταξιώνει γνωστές ήδη πολεοδομικές λύσεις και αρχές, ακριβώς επειδή τους αποδίδει έναν κανονιστικό, καθολικό και αφηρημένο χαρακτήρα. Η Χάρτα λειτουργεί ως μοντέλο στο οποίο εγγράφονται οι απαιτήσεις της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης. Το πολεοδομικό μοντέλο που υποδηλώνεται στη Χάρτα των Αθηνών και στην Ville Radieuse συνεπάγεται μια νέα ιδέα χώρου που έρχεται σε αντίθεση με αυτήν του χώρου της ιστορικής πόλης. Πρόκειται για ένα χώρο στον οποίο δεν αναγνωρίζεται πλέον η διαλεκτική σχέση δημόσιου-ιδιωτικού και όπου αντιστρέφεται η ιστορική σχέση πόλης-αρχιτεκτονικής, στο βαθμό που η αρχιτεκτονική τείνει να αντικαταστήσει την αστική μορφολογία. Η κριτική της Χάρτας μετατρέπεται σε μια κριτική της εκβιομηχάνισης, του διαχωρισμού σε ζώνες χρήσεων, του πολιτικού και πολιτιστικού συγκεντρωτισμού. Στο πλαίσιο αυτό ο Le Corbusier και η Χάρτα φαίνεται να πληρώνουν παραδόξως το τίμημα για όσα προσπάθησαν να αποτρέψουν: την αρρώστια των πόλεων, την ασυνέπεια, το χάος, την πνευματική ακαταστασία, τον πανικό και την καταστροφή, που δεν οδήγησαν όμως στην επιφοβούμενη κοινωνική επανάσταση.

40


Με δύο λόγια, οποιαδήποτε επίκριση ή υποστήριξη, απόρριψη ή παραδοχή της Χάρτας, συνεχίζει να σκοντάφτει πάνω στο διπολικό σχήμα ή σύστημα σκέψης, που χαρακτηρίζει τον Le Corbusier. Ο Le Corbusier παραδέχεται στο βιβλίο του Urbanisme (1925) ότι «Τα σχέδια για τη σύγχρονη πόλη είναι σε ένα βαθμό δοκιμαστικά και δεν λαμβάνουν υπ΄όψιν τους, πολλούς από τους παράγοντες που θα ήταν απαραίτητοι». Ο ορθολογισμός και η πεποίθηση του ότι «τέτοια αχανής και σύνθετη μηχανή όπως η μεγάλη μοντέρνα πόλη μπορεί μόνο να είναι επαρκής όταν λειτουργεί στη βάση της αυστηρής-ακριβούς τάξης», αλλά και η αφ΄υψηλού στάση του απέναντι στον άνθρωπο, είναι στοιχεία που ενισχύουν την άποψη ότι ενώ στη αρχιτεκτονική ο Le Corbusier έφερε την επανάσταση, στην πολεοδομία παρέμεινε απόλυτος και δογματικός.

41


Εξέλιξη τύπου κατοικίας - Unité d’Habitation

Παρόλο που ο Le Corbusier δεν κατάφερε να υλοποιήσει κανένα από τα παραπάνω πολεοδομικά σχέδια, πραγματοποίησε διάφορες μορφές του οικιστικού συγκροτήματος που σχεδίαζε, με κορυφαία ίσως αυτή της οικιστικής μονάδας Unité d’Habitation στη Μασσαλία της Γαλλίας. Η πορεία προς αυτή ξεκινάει από το 1915, όταν πρωτοσχεδίασε μαζί με τον Max du Bois τη μονάδα Dom-Ino, ένα σκελετό από μπετονένια υποστυλώματα και πλάκες, που μπορεί να συνδυάζεται σε συγκροτήματα μορφής L ή U. Το όνομα του ήταν ένα λογοπαίγνιο από το ρωμαϊκό domus (κατοικία) και το innovation (καινοτομία) και παρέπεμπε σ’ ένα σπίτι, εξίσου βιομηχανοποιημένο με το γνωστό παιχνίδι βιομηχανικής παραγωγής, domino. Στη συνέχεια, το 1920 δημιουργείται το πρότυπο της κατοικίας του Le Corbusier, Maison Citrohan. Πρόκειται για τον καθημερινό χώρο με διώροφο ύψος, των ημιώροφο του υπνοδωματίου και το υπνοδωμάτιο των παιδιών στη στέγη. Οι πλευρικοί φέροντες τοίχοι απλοποιούσαν τη φωτεινή πηγή σ’ ένα μόνο μεγάλο άνοιγμα σε κάθε πλευρά. Το όνομα του ήταν παραφθορά του γνωστού εργοστασίου αυτοκινήτων Citroën και υπαινισσόταν ότι μια κατοικία μπορεί να είναι τόσο τυποποιημένη όσο κι ένα αυτοκίνητο. Ο τύπος κατοικίας Immeuble Villa της Ville Contemporaine του 1922, αποτελεί την προσαρμογή του Masion Citrohan στα περιμετρικά συγκροτήματα του σχεδίου αυτού, με μόνη παραλλαγή το φυτεμένο χώρο δίπλα της. Η μονάδα αυτή των Immeuble Villas υλοποιείται τελικά το 1925, στην έκθεση, όπου ο Le Corbusier παρουσίασε τα σχέδια Ville Contemporaine και Plan Voisin, ως το περίπτερο του περιοδικού, που εξέδιδε εκείνη την εποχή, με το όνομα Pavillion d’ Esprit Nouveau. Την ίδια χρονιά πραγματοποιεί και το πρώτο του συγκρότημα κατοικιών στην Pessac, κοντά στο Bordeaux της Γαλλίας. Ο τύπος αυτός αλλοιώνεται στο σχέδιο της Ville Radieuse του 1930 και μένει μονώροφος στα οδοντωτά συγκροτήματα αυτού του σχεδίου, ενώ χάνει και τις συγκεκριμένες διαστάσεις του και προσαρμόζεται κάθε φορά στο μέγεθος της οικογένειας

42


Dom-Ino , 1915

Maison Citrohan, 1920

Pavillion d’ Esprit Nouveau,1925 43


Με μικρά δείγματα των οικιστικών του συγκροτημάτων τις εστίες της Ελβετίας στο Παρίσι – Pavillion Suisse (1932) και το συγκρότημα κατοικιών Immeuble Clarté στη Γενεύη (1933), ο Le Corbusier υλοποιεί την Unité d’Habitation στη Μασσαλία κατά το διάστημα 1947-1952. Το συγκρότημα αποτελούνταν απο 337 διαμερίσματα, διαφορετικού μεγέθους, κατασκευασμένα ως ανεξάρτητα στοιχεία, αναρτημένα μέσα σ’ ένα μπετονένιο σκελετό, σαν άλλα μπουκάλια μέσα σε μια ραφιέρα. Κάθε μονάδα ακολουθεί το πρότυπο κατοικίας με τον διώροφου ύψους καθημερινό χώρο και τα δωμάτια στον ημιώροφο. Έτσι τα διαμερίσματα είναι διαμπερή, αφού καταλαμβάνουν όλο το πλάτος του κτιρίου, έχουν θέα τόσο προς τη θάλασσα όσο και προς το βουνό και ελαχιστοποιούν τους εσωτερικούς διαδρόμους σε έναν ανά τρεις ορόφους. Η pilotis με τα ιδιαίτερα υποστυλώματα και η ταράτσα φιλοξενούσαν κοινόχρηστες εγκαταστάσεις, όπως διάδρομο για τρέξιμο, πισίνα , νηπιαγωγείο, γυμναστήριο, ενώ καταστήματα και ξενοδοχείο στεγάζονταν σε εσωτερικό όροφο του κτιρίου. Η Unité είναι στην οργάνωσή της πολλή πιο σύνθετη από το συγκρότημα της Ville Radieuse. Ενώ εκείνο περικλειόταν ερμητικά από τζάμια, η Unité αποκαλύπτει το δομικό της πυρήνα, μέσα από τη χρήση τσιμεντένιων μπαλκονιών προφυλαγμένων από τον ήλιο και στεγάστρων, που προεξέχουν από το κύριο σώμα του κτιρίου (brise soleil). Το συγκρότημα αυτό, όπως και τα αντίστοιχά του στο Βερολίνο της Γερμανίας, στο Firminy της Γαλλίας και στη Briey-en-Foret στο Λουξεμβούργο, αποτέλεσε πρότυπο για εκατοντάδες μαζικά παραγώμενα κτίρια κατοικίας ανά τον κόσμο, όπως τα συγκροτήματα κατοικιών στα προάστια του Παρισιού. Μπορεί να κατηγορούνται για το μεγάλο τους μέγεθος, την αδιαφορία για τον τόπο, τις «νεκρές» περιοχές ανάμεσα τους χωρίς χρήσεις, που προκαλούν φόβο και ανασφάλεια στους κατοίκους, αλλά δεν πρέπει να λησμονείται το γεγονός ότι αποτελούν μόνο ένα μέρος ενός γενικότερου σχεδίου, που δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Τα πολεοδομικά σχέδια, που δημιούργησε ο Le Corbusier με τελικό αποτέλεσμα τη Χάρτα των Αθηνών, έχουν συχνά κατηγορηθεί ως η αιτία καταστροφής των σύγχρονων πόλεων, λόγω του υπερβολικού διαχωρισμού των λειτουργιών, παρολ’ αυτά πρότειναν απτές λύσεις στα προβλήματα της εποχής, όπως ο υπερπληθυσμός των πόλεων και η έλλειψη βασικών αγαθών (φως, αέρας, πράσινο).

44


Unité d’Habitation, Μασσαλία, 1952

Τα διαμπερή διαμερίσματα αναρτώνται μέσα στον μπετονένιο σκελετό 45


Τομή και κατόψεις των διαμερισμάτων, ελαχιστοποίηση των διαδρόμων

46


Άποψη της pilotis με τα μπετονένια brise soleil στους ορόφους και οι κοινόχρηστες εγκαταστάσεις του δώματος 47


48


Βιβλιογραφία Kenneth Frampton, Μοντέρνα Αρχιτεκτονική, εκδ. Θεμέλιο, 2009 Le Corbusier, Για μια αρχιτεκτονική, ελλ. Μτφρ. Vers Une Architecture (1923), εκδ. Εκκρεμές, 2005 Le Corbusier, Τhe City of To-Morrow and its Planning, αγγλ. Μτφρ Urbanisme (1925), εκδ. Dover, 1987 Le Corbusier, H Χάρτα των Αθηνών, ελλ. Μτφρ. Charte d’Athènes (1933), εκδ. Ύψιλον, 1987 Jean-Louis Cohen, Λε Κορμπυζιέ, ελλ. Μτφρ. Le Corbusier (2006), εκδ. Taschen/Γνώση, 2006 Διάφοροι συγγραφείς, Αρχιτεκτονική θεωρία, εκδ. Taschen/Γνώση, 2006 Emma Dummett, Green space and cosmic order: Le Corbusier’s understanding of nature, Ph.D, University of Edinburgh, 2007 David Watkin, Ιστορία της δυτικής Αρχιτεκτονικής, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2005 Μπούκη Μπαμπάλου – Νουκάκη, Για τη συλλογική κατοικία στην πόλη, σημειώσεις Ε.Μ.Π., 2003 Εργασίες από το μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Μεταλλαγές των ιδεών για την πόλη στον 20ο αιώνα», ΕΜΠ: Καμενοπούλου Μαρία, Λαγγουράνη Ελένη, Από την οριζόντια κηπούπολη του Howard στην κατακόρυφη κηπούπολη του Le Corbusier, 2004 Έλενα Κωνσταντινίδου, Η σχέση πόλης - τοπίου στο έργο του Le Corbusier : το παράδειγμα της Ville Contemporaine και της Unite d’Habitation στη Μασσαλία, 2004 Μεταλλαγές των ιδεών για τα πρότυπα κατοίκησης στο μοντέρνο κίνημα, 2006 Μαναήλογλου Ελευθερία, Ουτοπικές θεωρίες για την πόλη και Ολοκληρωτικός σχεδιασμός, 2006 Ιωάννης Μπέκος, Οι ιδέες για την πόλη και η μεταβολή τους μέσα απο τη σκέψη των Le Corbusier, Garnier, Sant’ Elia και Venturi, 2009

49


50


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.