Το Κύμα / The Wave

Page 1

Ρον Τζόουνς

Το κύμα Νεανική Σκηνή

ΚΡΑΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ θεατρική περίοδος 2013-2014


Διοικητικό Συμβούλιο Πρόεδρος Μένη Λυσαρίδου

Καλλιτεχνικός Διευθυντής Γιάννης Βούρος

Αντιπρόεδρος Φίλιππος Γράψας Μέλη Δημήτρης Χαλκιάς Γιώργος Κιουρτσίδης Άννα Χατζησοφιά Γρηγόρης Βαλτινός Γιάννης Χρυσούλης

Το ΚΘΒΕ εποπτεύεται και επιχορηγείται από το Υπουργείο Πολιτισμού & Αθλητισμού. Το ΚΘΒΕ είναι μέλος της Ένωσης των Θεάτρων της Ευρώπης.


Πρώτη παράσταση

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου ΜΟΝΗ ΛΑΖΑΡΙΣΤΩΝ

ΣΚΗΝΗ ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΚΑΡΑΝΤΙΝΟΣ θεατρική περίοδος 2013-2014

Ρον Τζόουνς

Το κύμα

Νεανική Σκηνή


Ρον Τζόουνς Το Κύμα Νεανική Σκηνή

Σκηνοθεσία: Μετάφραση: Σκηνικά: Κοστούμια: Μουσική: Κίνηση: Φωτισμοί: Video Art: Οργάνωση παραγωγής:

Γιάννης Ρήγας Ελπίδα Βιάννη Κώστας Αρώνης Χρήστος Μπρούφας Γιώργος Χριστιανάκης Κώστας Γεράρδος Στέλιος Τζολόπουλος Γιάννης Πειραλής, Βιργινία Ρηγάκη Χριστίνα Ζαχαροπούλου


Διανομή

Δημήτρης Κοντός Μαρία Καραμήτρη

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΜΑΡΙΑ (γυναίκα του) Οι μαθητές

Διαμαντής Αδαμαντίδης Σταυριάννα Παπαδάκη Ιωάννα Διαμαντίδου Πάολα Μυλωνά Ανδρέας-Άγγελος Καρανικόλας

Μαριάννα Αβραμάκη Γιάννης Τσιακμάκης Μαριαλένα Ροζάκη Ελένη Κιλινκαρίδου

Οι Έλληνες ΑΡΗΣ ΕΛΛΗ ΔΑΝΑΗ ΒΙΚΥ ΧΡΟΝΗΣ

Οι ξένοι BAHAR ΛΕΝΤΙΑΝ ΓΙΕΛΕΝΑ ΝΑΤΑΣΑ

Συμμετέχουν επίσης οι σπουδαστές της Δραματικής Σχολής του ΚΘΒΕ: Αχιλλέας Αναγνώστου, Γιάννης Γκρέζιος, Στεφανία Ζώρα, Πρόδρομος Κιρκινεζιάδης, Κωνσταντίνος Λιάρος, Σοφοκλής Προμοίρας, Ευτυχία Σπυριδάκη, Αθηνά Συκιώτη, Ανδρομάχη Φουντουλίδου

Μεταξύ α΄ & β΄ μέρους διάλειμμα 10΄


Ο Ρον Τζόουνς γεννήθηκε στο Σαν Φρανσίσκο. Μένει στην περιοχή Χάιτ Άσμπουρι, όπου μοιράζεται το σπίτι κι έναν γαλήνιο κήπο με τη σύζυγό του και τα εγγόνια τους. Αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Στράνφορντ, ολοκληρώνοντας τις μεταπτυχιακές του σπουδές στην εκπαίδευση. Μετά τη συνταξιοδότησή του από το Κέντρο ‘Janet Pomeroy’ –όπου δίδαξε επί 30 συναπτά έτη θέατρο και αθλητισμό σε άτομα με ειδικές ανάγκες (σωματικά και πνευματικά)–, ασχολείται με τη συγγραφή και πραγματοποιεί σκηνικές εμφανίσεις ως καλλιτέχνης της αφηγηματικής τέχνης.

Βιογραφικό σημείωμα Ρον Τζόουνς

Ως συγγραφέας, τα θέματά του περιστρέφονται γύρω από τους καθημερινούς ήρωες που κάνουν τη ζωή μας καλύτερη. Τρεις από τις ιστορίες του, The Acorn People, Το Κύμα (The Wave) και το B-Bal έχουν μεταφερθεί στην τηλεόραση, συγκεντρώνοντας τα βραβεία Emmy, Golden Globe και Peabody για τους παραγωγούς τους. Το Kids Called Crazy, ένα εφηβικό μυθιστόρημα που έγραψε το 1982, ήταν υποψήφιο για το βραβείο Πούλιτζερ. Το Say Ray (1984), μια ιστορία για έναν ανάπηρο που έπεσε θύμα απαγωγής στο Μεξικό, βραβεύτηκε ως το «Αμερικανικό Βραβείο της Χρονιάς». Το πείραμα πάνω στον φασισμό που διεξήγε ο Τζόουνς σε μια σχολική αίθουσα αποτέλεσε το θέμα της κινηματογραφικής ταινίας Το Κύμα (Die Welle) και του ντοκιμαντέρ Lesson Plan. Το αντίστοιχο μυθιστόρημα (Το Κύμα), που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Random House, έχει μεταφραστεί και κυκλοφορήσει σε 23 γλώσσες και έχει προταθεί ως κείμενο ανάγνωσης σε σχολεία της Γερμανίας και του Ισραήλ. Το 2012 ο συγγραφέας, μεταφέροντας την εμπειρία του από το σχετικό πείραμα, ολοκλήρωσε το μουσικο-θεατρικό κείμενο Το τρίτο κύμα (The Third Wave Musical), το οποίο κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οίκο Dramatic Publishing. Το Κύμα στη θεατρική και στη μουσικο-θεατρική εκδοχή του έχει παρουσιαστεί από θεατρικές ομάδες παγκοσμίως. (Περισσότερες πληροφορίες παρέχονται από την ιστοσελίδα: www.thewavehome.com). Πρόσφατα ο Ρον άρχισε τις σκηνικές του εμφανίσεις ως καλλιτέχνης της αφηγηματικής τέχνης. Ορισμένες από τις παραστάσεις του είναι οι Buddha Blues, Say Ray και When God Winked. Το 2011 κυκλοφόρησε το πρώτο του cd με τίτλο Soulful Blessing, όπου συνδυάζει με μοναδικό τρόπο την ποίηση με την τζαζ μουσική. (Ο πλήρης κατάλογος με τα αφηγηματικά βίντεο του συγγραφέα είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα www.ronjoneswriter.com).

4 Το Κύμα


5 Δεν είμαι περήφανος για το «Κύμα», αλλά είναι κάτι από το οποίο δεν μπορώ να ξεφύγω. Μοιάζει με ένα κάλεσμα που γίνεται ολοένα και πιο δυνατό! Για μένα το «Κύμα» είναι μια ιστορία φαντασμάτων. Αφορά το τι μπορούμε να γίνουμε. Τη γοητεία του καλού και του κακού. Τις επιλογές. Λυπάμαι, αλλά τελικά δεν μπορώ να απαντήσω στις ερωτήσεις σας για το «Κύμα». Διδάσκω αθλητισμό. Έχω εγγόνια. Είμαι μπερδεμένος από τα σημερινά γεγονότα. Ανησυχώ. Νιώθω ανίκανος να επηρεάσω την αλλαγή. Χαίρομαι να παίζω μπάσκετ με τα εγγόνια μου. Να ακούω τραγούδια νοερά. Να βρίσκω την ποίηση της καθημερινότητας με σιωπηλή ευλάβεια. Υποψιάζομαι ότι οι απαντήσεις που ψάχνετε βρίσκονται πιο κοντά από κάποια απόμακρη τυμπανοκρουσία. Είναι οι επιλογές που κάνεις. Η απόφαση του να συμπεριλάβεις ή να αποκλείσεις κάποιον από τη ζωή σου. Να διασχίσεις το δωμάτιο για να συναντήσεις έναν ξένο. Τον ξένο που υπάρχει μέσα σου και μέσα σε όλους μας. Να εμπιστευτείς τον εαυτό σου και τους άλλους. Να παλεύεις για τη δικαιοσύνη και για την ισότητα σε όλη τη ζωή σου. Να αγαπάς τα παιδιά σου. Να κάνεις κάτι ανόητο. Να παίξεις. Να οργανώσεις την αίσθηση της κοινότητας και μια καλύτερη ζωή για όλους. Μια ζωή που δεν μπορεί να παραδοθεί σε κανέναν φόβο και σε κανέναν δυνάστη. Μια ζωή που δεν μπορείς να την προγραμματίσεις ή να την εξηγήσεις, απλά να την εκτιμήσεις. Ναι, υπάρχει το καλό και το κακό σε ό,τι κάνουμε. Το καλό μέσα μου λαχταρά την ελευθερία. Το κακό υπάρχει κάπου στην άκρη, σαν οργή, σαν αίσθημα ρατσισμού, περιμένοντας να εκραγεί σε έναν κόσμο τελειότητας, απαντήσεων και τάξης. Είμαι ικανός και για τα δυο.

Ο Ρον Τζόουνς για το κυμα


Σημείωμα σκηνοθέτη

6 Το Κύμα

Α. Είμαι παιδί της διασποράς. Διασπορά ονομάσαμε τους Έλληνες μετανάστες. Μεγάλωσα με Ινδούς, Πακιστανούς, Πέρσες, Εβραίους, Άγγλους, Γάλλους, Γερμανούς, Ιταλούς, Κινέζους και μαύρους. Στα παιδικά παιχνίδια μας δεν υπήρχαν πολιτικές σκοπιμότητες. Μαζί πηγαίναμε σχολείο. Μαζί κυλιστήκαμε στις λάσπες, παίξαμε ξύλο, γνωρίσαμε τον έρωτα. Οι γονείς μας είχαν ως πρωταρχικό στόχο την επιβίωση και όχι τη δηλητηρίαση των ψυχών μας. Ονειρεύτηκαν έναν κόσμο απαλλαγμένο από τις συμφορές και την αθλιότητα του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Ήταν ξένοι, σε μια ξένη γη, ευγνώμονες για τη φιλοξενία, υπερήφανοι ο καθένας τους για την καταγωγή του και σεβαστικοί απέναντι στην ιδιαιτερότητα των άλλων. Έτσι ήμασταν παρόντες στο ραμαζάνι των μουσουλμάνων κι εκείνοι στην Ανάσταση. Η εικόνα μοιάζει ειδυλλιακή. Πώς αλλιώς; Τα φαντάσματα των νεκρών απ’ όλες τις πλευρές ήταν απειλητικά και καμιά μητέρα δεν θέλει το παιδί της νεκρό. Η λογική των μανάδων είναι τετράγωνη. Κάθε αντιπαράθεση που υπερβαίνει τα όρια οδηγεί στη βία και στα όπλα. «Διάβασε λοιπόν ιστορία». Και δυο σκαμπίλια φιλοδώρημα, στη περίπτωση που δεν κατάλαβες.


7

Β. Οι γονείς μου μου έμαθαν τα εξής: α. Φασίστας δεν γεννιέσαι, γίνεσαι. Φασίστας δεν γίνεσαι επειδή η χώρα σου περνά δύσκολα, πεινά, εξαθλιώνεται. Φασίστας γίνεσαι γιατί είσαι αγράμματος και ανιστόρητος. β. Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες. γ. Ο φασισμός δεν είναι πολιτική άποψη, είναι καρκινικό μόρφωμα. δ. Οι μετανάστες είναι άνθρωποι. ε. Έγχρωμοι δεν είναι οι μαύροι, οι κόκκινοι ινδιάνοι, οι κινέζοι και οι ιάπωνες. Όλοι είμαστε έγχρωμοι. στ. Ο καρκίνος δεν αντιμετωπίζεται με ευχές, κουβεντούλα και αντιπαράθεση. ………………………………………………………………….. Εγώ θα προσθέσω: Η σκύλα του φασισμού ξαναγκαστρώθηκε επειδή το έλλειμμα της παιδείας μας είναι εξόφθαλμο. Η νύχτα της εκπαίδευσης κάποτε πρέπει να τελειώσει. Χωρίς φανφάρες, ακκισμούς, τηλεοπτική κάλυψη, βαρύγδουπα άρθρα. Οι αίθουσες διδασκαλίας κατά τεκμήριο βρίσκονται στα σχολεία. Πουθενά αλλού. Εκεί, το σύνταγμα ορίζει, ότι η πολιτεία οφείλει να παρέχει ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή στα παιδιά της. Και παιδιά της είναι οι Έλληνες και «Όσοι ξένοι έλθωσι να κατοικήσωσιν, ή να παροικήσωσιν εις την Ελληνικήν επικράτειαν…» - Σύνταγμα της Τροιζήνας (1827). (Συγχωρέστε με που αναφέρομαι στο Σύνταγμα της Τροιζήνας. Τότε ήμασταν άλλοι. Τότε αποκτούσαμε εθνική κυριαρχία μετά από 22 αιώνες. Το μυαλό μας ήταν καθαρό και το πετσί μας γεμάτο πληγές). Είναι ήττα της κοινωνίας μας η ανάγκη των καλλιτεχνών να μιλούν σήμερα για τον φασισμό.

Γιάννης Ρήγας




Οι φονικές ταυτότητες Από τότε που εγκατέλειψα τον Λίβανο, το 1976, για να εγκατασταθώ στη Γαλλία, δεν ξέρω κι εγώ πόσες φορές με έχουν ρωτήσει, με τις καλύτερες προθέσεις του κόσμου, αν νιώθω «περισσότερο Γάλλος» ή «περισσότερο Λιβανέζος». Απαντώ με τον ίδιο πάντα τρόπο: «Και τό ’να και τ’ άλλο!» Δεν το κάνω για να κρατήσω τις αποστάσεις ή να φανώ ακριβοδίκαιος, αν όμως έδινα άλλη απάντηση, θα έλεγα ψέματα. Ο λόγος για τον οποίο είμαι ο εαυτός μου και όχι κάποιος άλλος είναι πως βρίσκομαι στις παρυφές δύο χωρών, δύο ή τριών γλωσσών, πολλών παραδόσεων. Αυτό ακριβώς ορίζει την ταυτότητά μου. Θα ήμουν άραγε πιο αυθεντικός, αν ακρωτηρίαζα με τα ίδια μου τα χέρια ένα μέρος του εαυτού μου; Σε όλους όσους μου θέτουν την ερώτηση, εξηγώ λοιπόν υπομονετικά πως γεννήθηκα στον Λίβανο, πως έζησα εκεί μέχρι τα είκοσι επτά μου χρόνια, πως τα αραβικά είναι η μητρική μου γλώσσα, πως πρωτοανακάλυψα τον Δουμά και τον Ντίκενς και τα ταξίδια του Γκιούλιβερ στην αραβική τους μετάφραση και πως γνώρισα τα πρώτα μου παιδικά σκιρτήματα στο χωριό μου, στο βουνό, εκεί που άκουσα και ορισμένες ιστορίες από τις οποίες επρόκειτο να εμπνευστώ αργότερα στα μυθιστορήματά μου. Πώς θα μπορούσα να τα ξεχάσω όλα αυτά; Πώς θα μπορούσα να αποκοπώ από τον γενέθλιο τόπο μου; Από την άλλη όμως, εδώ και είκοσι δύο χρόνια ζω στη γη της Γαλλίας, πίνω το νερό και το κρασί της, τα χέρια μου χαϊδεύουν κάθε μέρα τις παλιές τις πέτρες, γράφω τα βιβλία μου στη γλώσσα της, ποτέ πια δεν θα είναι για μένα ξένη γη. Μισός Γάλλος λοιπόν, μισός Λιβανέζος; Όχι, καθόλου. Η ταυτότητα δεν κατατέμνεται, δεν μπορείς να τη χωρίσεις στα δυο και στα τρία, ούτε σε τομείς περιφραγμένους. Δεν έχω πολλές ταυτότητες, μία και μόνη έχω, φτιαγμένη από όλα αυτά τα στοιχεία που την έχουν διαμορφώσει σύμφωνα με μία «δοσολογία» που δεν είναι ποτέ η ίδια από τον έναν άνθρωπο στον άλλον. Καμιά φορά, αφού έχω εξηγήσει πρώτα με χίλιες λεπτομέρειες για ποιους ακριβώς λόγους διεκδικώ το δικαίωμα να ανήκω και εδώ και εκεί, με πλησιάζει κάποιος, ακουμπά το χέρι του στον ώμο μου και μου ψιθυρίζει: «Πολύ καλά τα είπατε, αλλά, μεταξύ μας, βαθιά μέσα σας τι αισθάνεστε πως είστε;»

10 Το Κύμα


Ετούτη η επίμονη ανάκριση με έκανε για πολύ καιρό να χαμογελάω. Σήμερα δεν χαμογελάω πια. Γιατί μου φαίνεται πως αποκαλύπτει μια εξαιρετικά διαδεδομένη και, στα μάτια μου, επικίνδυνη αντίληψη. Κάθε φορά που με ρωτάνε τι είμαι «βαθιά μέσα μου», προϋποτίθεται ότι υπάρχει ένα βάθος στον καθένα μας, ότι μόνο μια από όλες τις κοινότητες στις οποίες ανήκουμε, μία μόνο από τις υπαγωγές μας έχει αξία, η «μοναδική μας αλήθεια» κατά κάποιον τρόπο, η «ουσία» μας, η οποία έχει καθοριστεί άπαξ και δια παντός την ώρα της γέννησής μας και δεν πρόκειται πια να αλλάξει, λες και τα υπόλοιπα, όλα τα υπόλοιπα –η πορεία που έχουμε χαράξει ως ελεύθεροι άνθρωποι, οι πεποιθήσεις τις οποίες διαμορφώσαμε κατά τη διάρκεια της ζωής μας, οι επιλογές μας, η ξεχωριστή μας ευαισθησία, οι πνευματικές μας συγγένειες, με λίγα λόγια, η ζωή μας ολόκληρη– δεν μετρούν. Και κάθε φορά που προτρέπουμε τους συνανθρώπους μας «να δηλώσουν την ταυτότητά τους», όπως το κάνουμε τόσο συχνά στις ημέρες μας, υπονοούμε με τα λόγια μας πως οφείλουν να ανασκαλέψουν στα τρίσβαθα της ψυχής τους, να βρουν ετούτη τη θρυλούμενη θεμελιώδη υπαγωγή, η οποία είναι συχνά θρησκευτική ή εθνική ή φυλετική, για να την έχουν να την επιδεικνύουν περήφανα απέναντι στους άλλους. […] Κάθε άνθρωπος, χωρίς καμιά εξαίρεση, διαθέτει μια σύνθετη ταυτότητα, αρκεί να θέσει στον εαυτό του ορισμένες ερωτήσεις για να βγάλει στο φως τις ξεχασμένες του ρωγμές, διακλαδώσεις που δεν τις είχε υποψιαστεί, και να ανακαλύψει πως ο εαυτός του είναι σύνθετος, μοναδικός, αναντικατάστατος. Αυτό ακριβώς χαρακτηρίζει την ταυτότητα του καθενός: σύνθετη, μοναδική, αναντικατάστατη, δεν συγχέεται με την ταυτότητα κανενός άλλου. Επιμένω σε αυτό το σημείο, επειδή υπάρχει ο εξαιρετικά διαδεδομένος και ολέθριος κατ’ εμέ τρόπος σκέψης, σύμφωνα με τον οποίο για να δηλώσεις την ταυτότητά σου, αρκεί να πεις «είμαι Άραβας», «είμαι Γάλλος», «είμαι μαύρος», «είμαι Σέρβος», «είμαι μουσουλμάνος», «είμαι Εβραίος». Όποιος παρατάσσει, όπως το έκανα εγώ, τις πολλαπλές υπαγωγές του, κατηγορείται αμέσως πως θέλει να «διαλύσει» την ταυτότητά του σ’ ένα άμορφο συνονθύλευμα όπου όλα τα χρώματα σβήνουν. Κι όμως, το αντίθετο θέλω να πω. Όχι πως όλοι οι άνθρωποι είναι ίδιοι, μας πως ο καθένας είναι διαφορετικός. Αμίν Μααλούφ, Οι φονικές ταυτότητες, Ωκεανίδα, Αθήνα 1999, σ.σ. 9-11. Μετάφραση: Θ.Ξ. Τραμπούλης


Διασχίζοντας ένα γεφύρι* Το να διασχίσεις μια γέφυρα, ένα ποτάμι, ένα σύνορο, σημαίνει να εγκαταλείπεις τον ιδιωτικό και οικείο χώρο που είναι ο τόπος σου για να διεισδύσεις σε έναν άλλο ορίζοντα, σε έναν χώρο ξένο, άγνωστο, όπου κινδυνεύεις –αντιμέτωπος καθώς έρχεσαι με αυτό που είναι «άλλο»– να βρεθείς χωρίς τόπο, χωρίς ταυτότητα. Πολική λοιπόν αντίθεση του ανθρώπινου χώρου σε «έσω» ή «εντός» και «έξω» ή «εκτός». Από το ασφαλές, περίφρακτο, σταθερό «έσω» και αυτό το ανησυχητικό, ανοικτό, ασταθές «έξω», οι αρχαίοι Έλληνες το παριστάνουν με τη μορφή ενός ζεύγους ομόλογων και ταυτόχρονα αντίθετων θεοτήτων: της Εστίας και του Ερμή. Η Εστία είναι η θεότητα του κέντρου του οίκου, της εστίας. Μετασχηματίζει τον οικιακό χώρο, που ιδρύει με ρίζες βαθιές, σε ένα «έσω» ή «εντός» σταθερό, περιορισμένο, ακίνητο, σε ένα κέντρο που προσδίδει στα μέλη που συγκρατούν την οικογένεια –διασφαλίζοντας τον χώρο της– διάρκεια σε χρόνο, αποκλειστικότητα σε τόπο, ασφάλεια ως προς τους έξω. Όσο η Εστία είναι σταθερή, στο πλευρό των ανθρώπων και φρουρός των αγαθών τους, τόσο ο Ερμής είναι νομάς, τυχοδιώκτης, περιπλανώμενος. Περνά ασταμάτητα από το ένα μέρος στο άλλο, περιφρονώντας τα σύνορα, τα όρια, τις πόρτες, που εύκολα παραβιάζει κατά βούληση. Κύριος των ανταλλαγών, των συνδιαλλαγών, των συναντήσεων, είναι ο θεός των οδών που καθοδηγεί τον ταξιδιώτη, ο θεός επίσης των αχανών εκτάσεων, πέραν των ορίων, που οδηγεί τα κοπάδια, κινούμενα αγαθά υπό την επίβλεψή του, όπως η Εστία προστατεύει τους θησαυρούς που είναι κρυμμένοι στον οίκον. Θεότητες σίγουρα αντιθετικές, είναι ταυτόχρονα αδιαχώριστες. Ένα συστατικό της Εστίας ανήκει στον Ερμή, ένα μέρος του Ερμή ανευρίσκεται στην Εστία. Στον βωμό της θεάς, στην εστίαν των ιδιωτικών οικιών αλλά και των δημοσίων κτιρίων, γίνονται δεκτοί –σύμφωνα με το τελετουργικό– οι ξένοι που έρχονται από μακριά, φιλοξενούμενοι και πρεσβευτές, κι εκεί τους δίνεται τροφή και κατάλυμα. Για να υπάρξει πράγματι ένα «έσω» ή «εντός», θα πρέπει να ανοιχτεί σε ένα «έξω» ή «εκτός» για να το δεχτεί στους κόλπους του. Και κάθε ανθρώπινο ον πρέπει να αναλάβει το μέρος της Εστίας και το μέρος του Ερμή που του αντιστοιχεί. Για να είσαι ο εαυτός σου, πρέπει να προσβληθείς σ’ αυτό που είναι ξένο, να προεκταθείς μέσα σε αυτό και δια μέσου του. Έγκλειστος στην ταυτότητά σου, χάνεσαι, παύεις να υπάρχεις. Γνωρίζουμε τον εαυτό μας μέσω της επαφής μας με τους άλλους, με τη συνδιαλλαγή μας με τους άλλους. Ανάμεσα στις όχθες του ταυτού και του άλλου, ο άνθρωπος είναι ένα γεφύρι. * Κείμενο για τα πενήντα χρόνια από την ίδρυση του Συμβουλίου της Ευρώπης που έχει χαραχθεί, μαζί με άλλα, σε μία στήλη στη Γέφυρα της Ευρώπη που ενώνει το Στρασβούργο με το Κehl. Δημοσιεύτηκε στο Écrire les frontiers. Le Pont de l’ Europe, Στρασβούργο, Εκδόσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης, 1999.

Jean-Pierre Vernant, «Διασχίζοντας ένα γεφύρι», Περί ορίων, Σμίλη, Αθήνα 2008, σ.σ. 243-244. Μετάφραση: Μ.Ι. Γιόση

12 Το Κύμα


13

1967. Το τρίτο κύμα: μια ανασκόπηση/καταγραφή από τον Ron Jones Η προσωπική καταγραφή/ανασκόπηση του πειράματος, που διεξήγαγε ο Ron Jones με τους μαθητές του στο Γυμνάσιο του Πάλο Άλτο στην Καλιφόρνια και που κατέληξε στη δημιουργία ενός φασιστικού μορφώματος-κινήματος στο σχολείο του, αποτέλεσε το θέμα της βραβευμένης ταινίας του 2008, Το Κύμα. Για χρόνια κρατούσα ένα ένοχο μυστικό. Τη σιωπή μου αυτή, την είχα μοιραστεί με διακόσια παιδιά, μαθητές γυμνασίου. Χτες συνάντησα τυχαία έναν απ’ αυτούς. Μέσα σε μια στιγμή ο εφιάλτης ξαναζωντάνεψε. Τον Στηβ Κονίγκιο, μαθητή τότε της δεύτερης τάξης του Γυμνασίου, τον είχα στην τάξη μου στο μάθημα της Παγκόσμιας Ιστορίας. Βρεθήκαμε ξανά, εντελώς τυχαία. Είναι μια απ’ αυτές τις περιστάσεις που σου συμβαίνουν εκεί που δεν το περιμένεις, όταν έχεις υπάρξει καθηγητής. Περπατάς σ’ ένα στενοσόκακο, τρως σ’ ένα απόμερο εστιατόριο ή αγοράζεις εσώρουχα, όταν ξαφνικά εμφανίζεται ως δια μαγείας ένας απ’ τους παλιούς μαθητές σου και σε χαιρετάει. Σ’ αυτή την περίπτωση ήταν ο Στηβ, που ήρθε τρέχοντας προς το μέρος μου, φωνάζοντας στη μέση του δρόμου «Κύριε Τζόουνς, κύριε Τζόουνς». Χαιρετιόμαστε σ’ έναν αμήχανο εναγκαλισμό και μετά –παύση– γιατί προσπαθώ να θυμηθώ: ποιος διάολο είναι αυτός ο νεαρός που μ’ αγκάλιασε; Με αποκάλεσε «κύριε», άρα πρέπει να ήταν μαθητής μου. Σπάω το κεφάλι μου να θυμηθώ το όνομά του. Σ’ αυτά τα δευτερόλεπτα της αμήχανης κούρσας της μνήμης μου, ο Στηβ πιάνει το ερωτηματικό βλέμμα μου και κάνει δυο βήματα πίσω. Μου χαμογελάει και αργά σηκώνει το χέρι μπροστά λυγισμένο. Θεέ μου! Είναι… ήταν μέλος του «Τρίτου Κύματος». Είναι ο Στηβ, ο Στηβ Κονίγκιο. Καθόταν στη δεύτερη σειρά. Ήταν ξύπνιο και ευαίσθητο παιδί. Έπαιζε κιθάρα και του άρεσε το θέατρο.


14 Το Κύμα


15 Σταθήκαμε εκεί κάμποση ώρα ανταλλάσσοντας αμήχανα χαμόγελα, όταν εντελώς ασυναίσθητα σήκωσα κι εγώ το χέρι σε χαιρετισμό. Σαν δυο παλαίμαχοι που συναντιούνται χρόνια μετά το τέλος του πολέμου. Το Τρίτο Κύμα ξαναζωντανεύει. «Κύριε Τζόουνς, θυμάστε το Τρίτο Κύμα;». Φυσικά και το θυμάμαι. Υπήρξε μια από τις πιο τρομακτικές εμπειρίες της ζωής μου στο σχολείο. Υπήρξε το θλιβερό μυστικό, που εγώ και διακόσιοι μαθητές μου θα κουβαλούσαμε σιωπηλά για όλη την υπόλοιπή ζωή μας. Τις επόμενες ώρες τις περάσαμε μιλώντας γι’ αυτό και γελώντας. Κι ύστερα, ήρθε η ώρα του αποχωρισμού. Είναι τόσο παράξενο, να πέφτεις πάνω σ’ έναν παλιό σου μαθητή, να ξαναζωντανεύεις μαζί του στιγμές απ’ το παρελθόν, να τις γραπώνεις και να τις φέρνεις στο παρόν, κι ύστερα να λες αντίο, χωρίς να ξέρεις αν και πότε θα τον ξαναδείς. Α, φυσικά, δίνετε υποσχέσεις να τηλεφωνηθείτε και να τα ξαναπείτε, αλλά ξέρεις ότι αυτό είναι απίθανο να συμβεί. Ο Στηβ θα συνεχίσει να μεγαλώνει και να αλλάζει, ενώ εγώ θα παραμείνω ένα αγέραστο, άφθαρτο σημάδι στη ζωή του∙ σαν το χάραγμα σ’ ένα παγκάκι. Ναι, θα μείνω ίδιος κι απαράλλαχτος, εγώ, ο «κύριος» Τζόουνς. Ο Στηβ γυρνά και με χαιρετά σιωπηλά. Το χέρι του υψώνεται και σχηματίζει στον αέρα ένα κύμα. Σηκώνω το χέρι, λυγίζω αγκώνα και καρπό, και ανταποδίδω τον χαιρετισμό. Το Τρίτο Κύμα. Τώρα, τουλάχιστον, μπορούμε να μιλούμε πια γι’ αυτό. Ιδού η απόδειξη. Συνάντησα έναν μαθητή μου και μιλούσαμε ώρες γι’ αυτόν τον εφιάλτη. Το μυστικό χάνει επιτέλους τη δύναμή του. Κράτησε τρία χρόνια. Τώρα μπορώ να μιλήσω πια γι’ αυτό στον οποιονδήποτε. Τώρα μοιάζει με κακό όνειρο, μια ανάμνηση∙ μια ανάμνηση που πασχίσαμε να ξεχάσουμε. Έτσι ξεκίνησαν όλα. Κατά περίεργη σύμπτωση, νομίζω πως ήταν ο Στηβ που ξεκίνησε την ιστορία του Τρίτου Κύματος με μια ερώτηση. Μελετούσαμε την ιστορία της Γερμανίας κατά την εποχή των Ναζί και στη μέση της παράδοσης ο Στηβ έκανε την ερώτηση. Πώς μπορεί ο Γερμανικός λαός να δηλώνει άγνοια για την εξόντωση των Εβραίων; Πώς γίνεται οι άνθρωποι στις πόλεις, οι σταθμάρχες στα τρένα, οι δάσκαλοι, οι γιατροί να λένε ότι δεν ήξεραν τίποτα για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και για την ανθρώπινη θηριωδία; Πώς, άνθρωποι που ήταν γείτονες ή ακόμη και φίλοι με Εβραίους, ισχυρίζονται ότι δεν ήταν εκεί όταν αυτά συνέβησαν; Ήταν μια καλή ερώτηση. Κι εγώ, δεν γνώριζα την απάντηση. Καθώς είχαμε αρκετούς μήνες μέχρι το τέλος της χρονιάς κι είχαμε ήδη προχωρήσει στην ύλη, φτάνοντας στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, αποφάσισα να αφιερώσω μια εβδομάδα μαθημάτων για να διερευνήσουμε την απάντηση στην ερώτησή του.

Δύναμη μέσω της πειθαρχίας Τη Δευτέρα, παρουσίασα στους δευτεροετείς μαθητές μου ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της ναζιστικής Γερμανίας. Την Πειθαρχία. Τους μίλησα για την ομορφιά της πειθαρχίας. Για το πώς νιώθει ένας αθλητής που ασκήθηκε σκληρά και συστηματικά για να πετύχει σε ένα άθλημα. Για το πώς ένας χορευτής ή ζωγράφος εργάζεται σκληρά για να τελειοποιήσει μια κίνηση. Για την αφοσίωση και την υπομονή ενός επιστήμονα κατά τη διάρκεια της έρευνάς του. Αυτό λέγεται πειθαρχία. Αυτή η άσκηση του εαυτού. Ο έλεγχος. Η δύναμη της θέλησης. Το πώς το ξεπέρασμα των φυσικών εμποδίων και των δυσκολιών οδηγεί σε ανώτερες πνευματικές και φυσικές δεξιότητες. Μέχρι τον τελικό θρίαμβο. Για να βιώσουν τη δύναμη της πειθαρχίας τους κάλεσα – όχι τους διέταξα, να ασκηθούν σε μια νέα στάση καθίσματος στην τάξη. Τους εξήγησα ότι ο τρόπος που κάθονται στην τάξη ενισχύει


16 Το Κύμα


17 τη συγκέντρωσή τους στο μάθημα και ενδυναμώνει τη θέλησή τους. Και τους έδειξα έναν νέο τρόπο να κάθονται. Ξεκινήσαμε με πόδια λυγισμένα, μπροστά, στο πάτωμα, χέρια στο πίσω μέρος της μέσης για να στηρίζουν και να κρατούν σε ευθεία γραμμή τη σπονδυλική στήλη. «Λοιπόν, τώρα δεν αναπνέετε καλύτερα; Είστε σε εγρήγορση. Δεν αισθάνεστε καλύτερα;». Δοκιμάσαμε αυτή τη νέα στάση ξανά και ξανά. Περπατούσα ανάμεσα στους διαδρόμους που σχημάτιζαν οι μαθητές μου και τους έκανα παρατηρήσεις και διορθώσεις. Το σωστό κάθισμα αναδείχθηκε κύρια προϋπόθεση για τη μάθηση. Τους άφηνα να κάνουν διάλειμμα και ξαφνικά τους φώναζα πίσω να πάρουν τη σωστή θέση. Με ασκήσεις ταχύτητας έμαθαν να περνούν από την όρθια στην καθιστή στάση σε δεκαπέντε δευτερόλεπτα. Με ασκήσεις ακριβείας εστίασα την προσοχή τους στη θέση των ποδιών, ώστε να είναι παράλληλα μεταξύ τους και χαλαρά, οι αστράγαλοι σε επαφή, τα γόνατα σε γωνία ενενήντα μοιρών, τα χέρια χαλαρά διπλωμένα πίσω στην πλάτη, όρθια σπονδυλική στήλη, σαγόνι μέσα και κεφάλι μπροστά. Κάναμε ασκήσεις για τον ήχο και τη σιωπή, κατά τη διάρκεια των οποίων, η ομιλία επιτρεπόταν μόνο ως παύση της άσκησης. Ακολουθώντας τις οδηγίες μου και με συνεχείς ασκήσεις, οι μαθητές κατάφεραν να μετακινούνται εντός και εκτός της αίθουσας χωρίς θόρυβο σε πέντε δευτερόλεπτα. Ήταν πραγματικά τόσο περίεργο το πόσο γρήγορα οι μαθητές συμμορφώθηκαν σ’ αυτό τον κώδικα συμπεριφοράς, που άρχισα να αναρωτιέμαι πόσο ακόμη θα μπορούσα να τους πιέσω. Αναρωτιόμουν αν αυτή η υποταγή τους ήταν μέρος ενός ολιγόλεπτου παιχνιδιού ή θα μπορούσε να εξελιχθεί σε κάτι άλλο. Η θέληση για πειθαρχία και συμμόρφωση ήταν άραγε φυσική ανάγκη; Ένα κοινωνικό ένστικτο που υποθάλπεται από τις αλυσίδες καταστημάτων και τα σήριαλ της τηλεόρασης; Αποφάσισα να δοκιμάσω τα όρια αντοχής της τάξης μου στη διατεταγμένη και συντεταγμένη δράση. Τα τελευταία εικοσιπέντε λεπτά του μαθήματος έθεσα ορισμένους νέους κανόνες. Οι μαθητές θα έπρεπε να βρίσκονται στην τάξη, καθισμένοι στη στάση συγκέντρωσης πριν από το τελευταίο κουδούνι∙ όλοι πρέπει να έχουν μολύβι και χαρτί για να κρατούν σημειώσεις∙ όταν υποβάλλουν κάποια ερώτηση ή απαντούν θα πρέπει να σηκώνονται όρθιοι στο πλάι του θρανίου τους∙ οποιαδήποτε ερώτηση ή απάντηση θα έπρεπε να ξεκινάει με τη φράση: «Κύριε Τζόουνς». Στη συνέχεια, δοκιμάσαμε μικρές περιόδους σιωπηλού διαβάσματος. Οι μαθητές καλούνταν να απαντήσουν σε ερωτήσεις και όσοι έδειχναν νωθρότητα επιπλήττονταν και αναγκάζονταν να επαναλάβουν την απάντηση, μέχρι να πετύχουν τον επιθυμητό στόχο. Δίναμε μεγαλύτερη αξία στην ετοιμότητα και στην ενάργεια της απάντησης, παρά στο περιεχόμενο. Για να υπογραμμίσω τη σημασία της άσκησης, ζήτησα από τους μαθητές να απαντούν σε κάθε ερώτηση με τρεις μόνο λέξεις ή και λιγότερες. Εκείνοι που τα κατάφερναν αμείβονταν με έπαινο. Επίσης, αντιμετωπίζονταν γενικότερα με ιδιαίτερη εκτίμηση και προσοχή. Σύντομα, όλοι οι μαθητές βάλθηκαν να συμμετέχουν ενεργά με σύντομες ερωτήσεις ή απαντήσεις. Ξαφνικά ο βαθμός συμμετοχής στην τάξη αυξήθηκε θεαματικά, σε σχέση με το παρελθόν. Κι ακόμη πιο θεαματική ήταν η βελτίωση της ποιότητας των απαντήσεων. Φαινόταν ότι όλοι πρόσεχαν πολύ περισσότερο στο μάθημα. Συμμετείχαν μαθητές που δεν είχαμε ξανακούσει τη φωνή τους. Και οι απαντήσεις πλήθαιναν, καθώς μαθητές, που συνήθως ήταν διστακτικοί, απρόθυμοι να συμμετάσχουν, ανταμείβονταν για την προσπάθειά τους. Όσο για μένα, όσο προχωρούσε το πείραμα, ανέκυπταν και νέα ερωτήματα. Γιατί δεν είχα σκεφτεί αυτή την τεχνική νωρίτερα; Οι μαθητές ανταποκρίνονταν με αφάνταστη αφοσίωση και πειθαρχία στην κάθε άσκηση. Ακόμη έμοιαζαν να απαιτούν όλο και πιο δύσκολες ερωτήσεις και να συμπεριφέρονται μεταξύ τους με μεγαλύτερο σεβασμό και ανεκτικότητα. Πώς είχε συμβεί αυτό;


Δημιούργησα ένα αυταρχικό περιβάλλον εκπαίδευσης κι αυτό απέδιδε ξαφνικά τους καλύτερους καρπούς. Δεν αναρωτιόμουν πια πόσο μπορώ να τους πιέσω, αλλά άρχισα να αμφιβάλω για τον εαυτό μου, να σκέφτομαι μήπως εγώ έπρεπε να αλλάξω τις πεποιθήσεις μου σχετικά με την ελευθερία στην τάξη και τη σημασία της αυτονομίας στην προσέγγιση της γνώσης. Μήπως θα αναγκαζόμουν τελικά να αποκηρύξω τον Καρλ Ρότζερς και τις ιδέες του; Πού θα οδηγούσε άραγε αυτό το πείραμα;

Η δύναμη μέσω της κοινότητας Την Τρίτη, δεύτερη μέρα του πειράματος, μπήκα στην τάξη και βρήκα τους μαθητές μου να κάθονται με απόλυτη ησυχία στη στάση που τους είχα δείξει την προηγουμένη. Μερικοί είχαν πρόσωπα χαλαρά και με κοίταζαν χαμογελώντας, όπως κάνουν οι μαθητές για να ευχαριστήσουν τον δάσκαλό τους. Οι περισσότεροι όμως κοίταζαν ίσια μπροστά, με βλέμματα απόλυτα συγκεντρωμένα. Οι μύες του λαιμού τους ήταν τσιτωμένοι. Κανένα ίχνος χαμόγελου ή σκέψης ή απορίας. Κάθε τους κύτταρο υπηρετούσε πιστά τον στόχο και βρισκόταν σε εγρήγορση. Για να χαλαρώσω λίγο την ατμόσφαιρα και την ένταση, κατευθύνθηκα προς τον πίνακα και έγραψα με κεφαλαία γράμματα: ΔΥΝΑΜΗ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΑΣ. Κάτω από αυτό έγραψα τον δεύτερο νόμο: ΔΥΝΑΜΗ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ. Μέσα σε μια ατμόσφαιρα νεκρικής ησυχίας, άρχισα να τους μιλώ για την αξία της «κοινότητας». Σ’ αυτή τη φάση προσπαθούσα να αποφασίσω αν θα έπρεπε να σταματήσω ή να συνεχίσω το πείραμα. Φυσικά, δεν περίμενα αυτόν τον βαθμό ανταπόκρισης από την τάξη. Στην πραγματικότητα, με εξέπλησσε η εικόνα αυτή της πειθαρχίας. Κι όσο αναρωτιόμουν αν θα έπρεπε να συνεχίσω ή να το σταματήσω εδώ, συνέχισα να τους μιλάω για την «κοινότητα». Έφτιαχνα ιστορίες, βασισμένες στις εμπειρίες μου ως αθλητή, ως προπονητή, ως ιστορικού. Ήταν εύκολο. Η κοινότητα είναι ένας δεσμός ανάμεσα σε πολίτες, σε άτομα που εργάζονται και κοπιάζουν από κοινού. Κοινότητα είναι να χτίζεις έναν αχυρώνα μαζί με τους γείτονές σου∙ είναι να αισθάνεσαι ότι είσαι κομμάτι ενός μεγαλύτερου συνόλου, πέρα από τα όρια του εαυτού σου, ενός κινήματος, μιας ομάδας, μιας φυλής, ενός λαού, ενός κοινού σκοπού. Ήταν πολύ αργά για να κάνω πίσω. Τώρα καταλαβαίνω γιατί ο αστρονόμος γυρνά συνέχεια στο τηλεσκόπιο. Έψαχνα, όλο και πιο βαθιά, τις δικές μου αντιλήψεις και τα κίνητρα για συλλογική και ατομική δράση. Και συνεχώς έβρισκα καινούργιο υλικό, που καλούμουν να αναγνωρίσω και να κατανοήσω. Με στοίχειωναν ακόμη πολλά αναπάντητα ερωτήματα. Γιατί οι μαθητές μου δέχονταν αδιαμαρτύρητα την εξουσία που τους επέβαλα; Πού πήγε η καχυποψία τους και η αντίδρασή τους απέναντι σ’ αυτή τη στρατοκρατική συμπεριφορά; Πού και πώς θα τελείωναν όλα αυτά; Ολοκληρώνοντας την ομιλία μου για την κοινότητα, επανέλαβα στους μαθητές μου ότι όπως ακριβώς και η πειθαρχία, έτσι και το αίσθημα της κοινότητας πρέπει να βιωθεί για να κατανοηθεί. Για να προσεγγίσουμε την αίσθηση της κοινότητας, έβαλα τους μαθητές μου να απαγγείλουν δυνατά με μια φωνή το: «Δύναμη μέσω της πειθαρχίας. Δύναμη μέσω της κοινότητας». Στην αρχή έβαλα δυο μαθητές να σηκωθούν όρθιοι και να φωνάξουν το σύνθημα. Μετά σήκωσα άλλους δύο και τελικά ολόκληρη η τάξη σηκώθηκε όρθια και απήγγειλε. Είχε πλάκα. Οι μαθητές άρχισαν να κοιτάζονται μεταξύ τους και να αισθάνονται τη δύναμη της ομάδας. Ο καθένας αισθανόταν δυνατός και ίσος με τον άλλο. Έκαναν κάτι όλοι μαζί. Συνεχίσαμε την ίδια άσκηση σε όλη τη διάρκεια του μαθήματος. Επαναλαμβάναμε το σύνθημα εν χορώ, πότε εναλλάσσοντας

18 Το Κύμα


19 τη σειρά και πότε εναλλάσσοντας την ένταση. Επαναλαμβάναμε τις δύο φράσεις πάντα μαζί, δοκιμάζοντας τη στάση καθίσματος, την όρθια στάση και την ομιλία. Άρχισα να αισθάνομαι τον εαυτό μου ως μέρος ενός πειράματος. Και ήμουν περήφανος για την πειθαρχία και την οργανωμένη δράση που επεδείκνυαν οι μαθητές μου. Ένιωθα μεγάλη ικανοποίηση βλέποντας τη χαρά, τον ενθουσιασμό τους, αλλά και την προθυμία τους να κάνουν ακόμη περισσότερα. Και η απόδραση απ’ το σχήμα και τη μορφή που έπαιρνε πια το μάθημα, γινόταν ολοένα και πιο δύσκολη. Ήταν σαν να με οδηγούσαν εκείνοι πια σ’ αυτόν τον δρόμο, που εγώ πρώτος τους είχα βάλει και φαινόταν σαν να τους οδηγώ. Όταν το μάθημα κόντευε να τελειώσει και χωρίς να το έχω σκεφτεί από πριν, αυτοσχεδίασα έναν χαιρετισμό, που θα προοριζόταν μόνο για τα μέλη της τάξης μας. Για να κάνει κανείς τον χαιρετισμό έπρεπε να φέρει το δεξί χέρι ψηλά, στο ύψος του ώμου, λυγισμένο στο σχήμα ενός κύματος. Το ονόμασα το «Τρίτο Κύμα». Η ιδέα του «τρίτου» μου ήρθε από τη θάλασσα, καθώς τα κύματα μεταδίδονται αλυσιδωτά, και το τρίτο είναι συνήθως το μεγαλύτερο και ισχυρότερο κάθε σειράς. Αφού είχαμε πια τον χαιρετισμό, επέβαλα τον κανόνα, τα μέλη της τάξης να χαιρετιούνται επίσημα πριν μπουν στην αίθουσα. Μόλις χτύπησε το κουδούνι για τη λήξη του μαθήματος, ζήτησα από τους μαθητές μου απόλυτη ησυχία. Όλοι κάθισαν στη στάση της συγκέντρωσης κι εγώ στη μέση, σηκώνοντας αργά το δεξί μου χέρι το λύγισα σ’ έναν χαιρετισμό. Είχαμε πια ένα σήμα αναγνώρισης. Κι εκείνοι ήταν τώρα ξεχωριστοί. Χωρίς να τους ζητηθεί, όλοι οι μαθητές σήκωσαν το χέρι και ανταπέδωσαν τον χαιρετισμό. Τις επόμενες μέρες ο χαιρετισμός έγινε κανόνας. Περπατούσα στο προαύλιο και ξαφνικά τρία χέρια υψώνονταν προς το μέρος μου κάνοντας γρήγορα την κίνηση του χαιρετισμού. Στη βιβλιοθήκη ή στο γυμναστήριο έβλεπες συμμαθητές να χαιρετιούνται μ’ αυτόν τον παράξενο τρόπο. Στην τραπεζαρία πολλές φορές άκουγες δίσκους να πέφτουν με θόρυβο, καθώς τα παιδικά χέρια υψώνονταν για να σχηματίσουν τον χαιρετισμό. Το μυστήριο που απλώθηκε γύρω απ’ αυτό που μοιράζονταν τριάντα μαθητές μέσα στο σχολείο, γρήγορα προκάλεσε το ενδιαφέρον και την περιέργεια για το τμήμα και το πείραμά του στη Γερμανική ιδιοσυγκρασία. Πολλοί μαθητές άλλων τμημάτων ρωτούσαν αν θα μπορούσαν να συμμετάσχουν.

Δύναμη μέσω της δράσης Την Τετάρτη, αποφάσισα να τυπώσω μερικές κάρτες μέλους για κάθε μαθητή, που ήθελε να συνεχίσει να συμμετέχει σ’ αυτό, που τώρα πια αποκαλούσα πείραμα. Κανείς από τους μαθητές δεν εγκατέλειψε. Κατά τη διάρκεια αυτής, της τρίτης ημέρας, είχα στην τάξη 43 μαθητές. 13 μαθητές είχαν διακόψει άλλα μαθήματα, προκειμένου να συμμετάσχουν στο πείραμα. Σημείωσα έναν κόκκινο σταυρό σε τρεις από τις κάρτες που είχα τυπώσει και ενημέρωσα τους μαθητές στους οποίους ανήκαν, ότι είναι υπεύθυνοι να αναφέρουν οποιαδήποτε παραβίαση των κανόνων που είχαμε θέσει από τους συμμαθητές τους. Στη συνέχεια, άρχισα να τους μιλώ για τη δύναμη που κρύβεται στη «δράση». Εξήγησα πως η πειθαρχία και η κοινότητα δεν έχουν καμιά αξία αν δεν υπάρχει δράση. Ανέπτυξα τη σημασία και την ομορφιά του να αναλαμβάνει κανείς την ευθύνη για τις πράξεις του∙ να πιστεύει τόσο πολύ στον εαυτό του και στην ομάδα ή στην οικογένεια στην οποία ανήκει, ώστε να κάνει ο,τιδήποτε χρειαστεί για να συντηρήσει, να διαφυλάξει και να παρατείνει την ύπαρξή της. Υπογράμμισα τη σημασία της σκληρής δουλειάς και της αλληλεγγύης για την επίτευξη ενός στόχου, π.χ. της μάθησης. Θύμισα στους μαθητές μου, πώς αισθάνονται συμμετέχοντας σε μια διαδικασία εκπαίδευσης, όπου ο ανταγωνισμός προκαλεί πόνο και ταπεί-


20 Το Κύμα


21 νωση, όπου ο ένας είναι έτοιμος να φάει τον άλλο. Απ’ τη γυμναστική ως τα μαθηματικά. Το αίσθημα να μένεις άπραγος, μόνος, χωρίς να ανήκεις κάπου, χωρίς ποτέ να βρίσκεις υποστήριξη. Τότε, πολλοί από τους μαθητές σηκώθηκαν χωρίς να ακολουθούν το τυπικό και έδωσαν τη δική τους μαρτυρία. «Κύριε Τζόουνς, για πρώτη φορά μαθαίνω τόσα πράγματα». «Κύριε Τζόουνς, γιατί δεν κάνετε πάντα έτσι το μάθημα;». Με σόκαραν. Ναι, τους είχα πιέσει να μάθουν πολλά πράγματα και μάλιστα με μια μέθοδο στρατιωτικής πειθαρχίας κι εκείνοι ανταποκρίνονταν θετικά και δήλωναν ότι το απολάμβαναν κιόλας. Ήταν τρομακτικό. Με δέος αντιλήφθηκα επίσης, ότι όχι μόνο είχαν ολοκληρώσει τις γραπτές εργασίες που τους είχα αναθέσει με θέμα τον τρόπο ζωής στη Γερμανία, αλλά είχαν διάθεση να τις ξαναδουλέψουν και να τις συμπληρώσουν με νέα στοιχεία. Η δυνατότητά τους να εκθέτουν τις απόψεις τους σε ακαδημαϊκού τύπου εργασίες είχε, επίσης, σημαντικά βελτιωθεί. Μπορούσαν να αφομοιώνουν καλύτερα τη γνώση που τους δινόταν και ζητούσαν ακόμη περισσότερη. Άρχισα να πιστεύω ότι ήταν έτοιμοι να κάνουν ο,τιδήποτε τους ζητούσα. Αποφάσισα να το διαπιστώσω. Για να διευκολύνω την εξοικείωσή τους με τη «δράση» ανέθεσα στον καθένα μια συγκεκριμένη εργασία. «Εσύ θα κατασκευάσεις το πανό του Τρίτου Κύματος. Εσύ θα αναλάβεις τη φύλαξη της αίθουσας∙ δεν επιτρέπεται η είσοδος σε μη μέλη. Εσύ, θέλω να απομνημονεύσεις μέχρι αύριο όλα τα ονόματα και τις διευθύνσεις των μελών του Τρίτου Κύματος. Εσύ, θα αναλάβεις να πείσεις τουλάχιστον 20 μαθητές του δημοτικού, ότι η θέση που καθόμαστε στην τάξη αποτελεί βασικό παράγοντα για τη μάθηση. Δική σου δουλειά είναι να διαβάσεις αυτό το φυλλάδιο και να το παρουσιάσεις στην τάξη μέχρι το τέλος του μαθήματος. Θέλω ο καθένας σας να σκεφτεί και να μου δώσει το όνομα και τη διεύθυνση ενός έμπιστου φίλου του, που θα δεχόταν να γίνει μέλος του Τρίτου Κύματος…». Η εξοικείωση με τη «δράση» ολοκληρώθηκε με την παρουσίαση από εμένα μιας απλής διαδικασίας, με την οποία θα επιστρατεύονταν τα νέα μέλη. Είχε ως εξής: κάθε νέο μέλος έπρεπε να συστήνεται στην ομάδα από ένα τουλάχιστον παλαιό μέλος και να αποκτά την κάρτα μέλους που θα του έδινα εγώ. Για να πάρει την κάρτα, ο «νεοφώτιστος» θα έπρεπε να αποδεικνύει ότι γνωρίζει τους κανόνες και ότι τους σέβεται. Η ανακοίνωση βρήκε τη θερμή τους ανταπόκριση. Ολόκληρο το σχολείο αναστατώθηκε. Η περιέργεια αλλά και οι εικασίες για τη δράση της ομάδας έδιναν κι έπαιρναν. Ο μάγειρας ήταν από τους πρώτους που ήρθε και μας ρώτησε, πώς θα ήταν το μπισκότο του Τρίτου Κύματος. Στολισμένο με κομματάκια σοκολάτας, φυσικά, του απάντησα. Ο διευθυντής μας εμφανίστηκε σε μια απογευματινή συνάντηση καθηγητών, απευθύνοντάς μου τον χαιρετισμό του Τρίτου Κύματος. Του τον ανταπέδωσα. Η υπεύθυνη της βιβλιοθήκης με ευχαρίστησε για το πανό με τις «10 εντολές της γνώσης» και με ενημέρωσε ότι το ανάρτησε έξω από τη βιβλιοθήκη. Μέχρι το τέλος της ημέρας πάνω από 200 μαθητές είχαν ενταχθεί στο τάγμα. Αισθάνθηκα πολύ μόνος και λίγο τρομαγμένος από την εξέλιξη. Ο φόβος μου ενισχύθηκε στη συνέχεια, όταν έκαναν την εμφάνισή τους τα πρώτα καρφώματα. Ενώ είχα αναθέσει μόνο σε τρεις μαθητές να αναφέρουν ανάρμοστη συμπεριφορά μελών, πάνω από είκοσι παιδιά ήρθαν και μου «κάρφωσαν» ότι «ο Άλλαν δεν έκανε τον χαιρετισμό, η Τζωρτζίνα αμφισβητούσε το πείραμα…κλπ». Αυτά τα περιστατικά μού αποδείκνυαν ότι τώρα πια τα δύο τρίτα της τάξης θεωρούσαν υποχρέωσή τους να παρακολουθούν τους συμμαθητές τους και να τους καταδίδουν, όταν θεωρούσαν ότι δεν υπάκουαν στους κανόνες. Αυτός ο καταιγισμός αναφορών πρόδιδε χωρίς αμφιβολία τη δημιουργία μιας νομιμοποιημένης συνωμοσίας…




24 Το Κύμα


25 Τρεις μαθήτριες στην τάξη ανέφεραν στους γονείς τους τις δραστηριότητες, στις οποίες συμμετείχαν στο πλαίσιο του μαθήματος. Αυτές οι τρεις ήταν αναμφισβήτητα και οι πιο ευφυείς στην τάξη. Ήταν φίλες μεταξύ τους και φαινόταν να έχουν μεγάλη αυτοπεποίθηση και να απολαμβάνουν το σχολικό περιβάλλον, που τους προσέφερε εκτός από ακαδημαϊκή γνώση και τη δυνατότητα να ξεχωρίσουν. Κατά τη διάρκεια του πειράματος, αναρωτιόμουν πώς θα αντιδρούσαν σ’ αυτόν τον ολοκληρωτικό και εν πολλοίς ισονομικό χαρακτήρα λειτουργίας της τάξης. Οι έπαινοι, στους οποίους είχαν συνηθίσει, δεν υπήρχαν πια. Η κριτική ικανότητα και η δυνατότητα να επιχειρηματολογήσουν πάνω στο οποιοδήποτε θέμα, δεν είχαν καμία αξία στο πλαίσιο της ομάδας. Ο στρατιωτικός τρόπος λειτουργίας της τάξης έμοιαζε να τις εκπλήσσει και να τις προβληματίζει. Τώρα που το σκέφτομαι, σ’ αυτό το πλαίσιο έμοιαζαν σαν παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες. Παρακολουθούσαν τις δραστηριότητες και συμμετείχαν με μηχανικό τρόπο. Δεν έδειχναν τον ζήλο που επεδείκνυαν οι συμμαθητές τους. Απλά ήταν εκεί. Αποκαλύπτοντας στους γονείς τους το περιεχόμενο του πειράματος, πυροδότησαν μια σειρά από αντιδράσεις. Ο πνευματικός (ραβίνος) μιας από τις οικογένειες με πήρε τηλέφωνο στο σπίτι. Ήταν ευγενικός και συγκαταβατικός. Του είπα ότι απλώς μελετούσαμε τα χαρακτηριστικά της γερμανικής ιδιοσυγκρασίας. Ενθουσιάστηκε και μου είπε να μην ανησυχώ. Θα μιλούσε στους γονείς και θα τους καθησύχαζε. Κλείνοντας το τηλέφωνο, αφέθηκα να φανταστώ αντίστοιχες συνομιλίες σε διαφορετικό ιστορικό πλαίσιο, όπου ο κλήρος έκανε αποδεκτές και ουσιαστικά καθαγίαζε συνθήκες και γεγονότα που δεν είχαν κανένα λογικό έρεισμα. Αν είχε μια έκρηξη θυμού ή τουλάχιστον ζητούσε να διερευνήσει την κατάσταση, θα μπορούσα να δείξω στους μαθητές μου ένα παράδειγμα υγιούς αντίστασης. Αλλά όχι. Ο ραβίνος έγινε μέρος του πειράματος. Γιατί με την επιλογή να διατηρήσει την άγνοιά του για τις συνθήκες καταπίεσης που επικρατούσαν, ουσιαστικά μετατρεπόταν σε συνένοχο και υποστηρικτή τους. Στο τέλος της τρίτης μέρας αισθανόμουν ήδη εξουθενωμένος. Ένιωθα πως είχε χαθεί η διάκριση ανάμεσα στο «αναλαμβάνω έναν ρόλο» και «αποδέχομαι να ακολουθήσω μια καθοδηγούμενη συμπεριφορά». Οι περισσότεροι από τους μαθητές μου είχαν ξεχάσει τη βασική συνθήκη του πειράματος και λειτουργούσαν πια ως πραγματικά μέλη του Τρίτου Κύματος. Απαιτούσαν απόλυτο σεβασμό των κανόνων από τους συμμαθητές τους και φέρονταν επιθετικά σε όσους δεν αντιμετώπιζαν το πείραμα με τη δέουσα σοβαρότητα. Άλλοι πάλι αφοσιώνονταν στις δραστηριότητες και αναλάμβαναν από μόνοι τους διάφορους νέους ρόλους. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον Ρόμπερτ. Ο Ρόμπερτ ήταν πολύ ανεπτυγμένος για την ηλικία του και δεν διέθετε ιδιαίτερες ικανότητες στα μαθήματα. Ωστόσο, στο πείραμα, κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια ο καημένος, περισσότερο από κάθε άλλον. Μου παρέδιδε προσεγμένες εβδομαδιαίες αναφορές, τις οποίες αντέγραφε λέξη προς λέξη από αντίστοιχα υποδείγματα που έβρισκε στη βιβλιοθήκη. Ο Ρόμπερτ ήταν από τα παιδιά που ποτέ δεν ενοχλούν ή δημιουργούν προβλήματα στο σχολείο. Ανήκε σ’ εκείνη την κατηγορία παιδιών, που δεν είναι ιδιαίτερα έξυπνα, δεν διαθέτουν ομαδικό πνεύμα και δεν προσπαθούν να προκαλέσουν την προσοχή. Περνούν πάντα απαρατήρητα. Σαν να είναι αόρατα. Ο μόνος λόγος για τον οποίο ο Ρόμπερτ τράβηξε την προσοχή μου, ήταν ότι τον βρήκα να τρώει το μεσημεριανό του μέσα στην τάξη. Πάντα έτρωγε μόνος του. Ε, λοιπόν, το Τρίτο Κύμα έδωσε στον Ρόμπερτ τη θέση που του άξιζε. Τουλάχιστον τώρα, ήταν ίσος με όλους τους άλλους. Έκανε κάτι. Συμμετείχε. Ήταν σημαντικός. Κι αυτό του έφτανε. Αργά, την Τετάρτη το απόγευμα, λοιπόν, αντιλήφθηκα ότι ο Ρόμπερτ με ακολουθούσε όπου κι αν πήγαινα. Σταμάτησα, γύρισα και τον ρώτησα τι ακριβώς συνέβαινε. Μου χαμογέλασε (δεν νομίζω ότι τον είχα ξαναδεί να χαμογελάει) και μου ανακοίνωσε με σοβαρότητα: «Κύριε Τζόουνς, είμαι ο προσωπικός σας φρουρός. Φοβάμαι μήπως σας συμβεί κάτι».


«Μου επιτρέπετε να το κάνω, κύριε Τζόουνς;» Μπροστά σ’ αυτή την ηρεμία, τη σοβαρότητα και κυρίως το χαμόγελο δεν μπόρεσα να πω όχι. Είχα αποκτήσει ξαφνικά φρουρό. Με ακολουθούσε, όλη τη μέρα και μου άνοιγε ή έκλεινε τις πόρτες. Περπατούσε στα δεξιά μου. Χαμογελούσε και χαιρετούσε στρατιωτικά όποιους από τους συμμαθητές του συναντούσαμε. Με ακολουθούσε δε, παντού. Στο γραφείο των καθηγητών (που κανονικά απαγορευόταν η είσοδος για τους μαθητές) καθόταν ήσυχος και έπινε τον καφέ του. Όταν μάλιστα του έκανε παρατήρηση γι’ αυτό μια καθηγήτρια Αγγλικών, εκείνος απλώς χαμογέλασε και της ανακοίνωσε ότι δεν ήταν μαθητής αλλά ο προσωπικός μου φρουρός.

Δύναμη μέσω της υπερηφάνειας Την Πέμπτη, αποφάσισα ότι θα έπρεπε να οδηγήσω το πείραμα σε μια τελική φάση. Ήμουν, όπως είπα, εξουθενωμένος αλλά και τρομαγμένος. Πολλοί από τους μαθητές είχαν ξεπεράσει τα όρια. Το Τρίτο Κύμα τους είχε απορροφήσει τόσο, που αποτελούσε τον πυρήνα της ύπαρξής τους. Κι εγώ αισθανόμουν ότι είχα χάσει τον προσανατολισμό μου. Λειτουργούσα πια ως ένα είδος δικτάτορα. Φυσικά, οι προθέσεις μου ήταν καλές. Καθημερινά αναρωτιόμουν και προσπαθούσα να εστιάσω στα οφέλη του πειράματος. Αλλά τώρα, την τέταρτη μέρα του πειράματος, είχα αρχίσει πια να χάνω τα επιχειρήματά μου. Όσο περισσότερο χρόνο ξόδευα για να μπω στον ρόλο που καλούμουν να παίξω, τόσο λιγότερος χρόνος μου έμενε για να σκεφτώ τη λογική αφετηρία και τον σκοπό του ρόλου αυτού. Καταλάβαινα ότι είχα αρχίσει να μπαίνω στον ρόλο ακόμη και σε στιγμές που δεν ήταν καθόλου απαραίτητο. Αναρωτιόμουνα αν αυτό συμβαίνει γενικότερα στους ανθρώπους. Αναλαμβάνουμε ή μας αναθέτουν έναν συγκεκριμένο ρόλο και προσαρμόζουμε ολόκληρη τη ζωή μας σ’ αυτόν. Και βλέπεις ότι σε λίγο καιρό η «εικόνα» είναι το μόνο πράγμα που αποδέχονται οι άλλοι. Έτσι, τελικά ταυτίζεσαι με την εικόνα σου. Το πρόβλημα στην κατάσταση που είχε διαμορφωθεί και στον ρόλο που εγώ είχα αναλάβει, ήταν ότι δεν είχα τον χρόνο να σκεφτώ πού θα μας οδηγούσε. Τα γεγονότα εξελίσσονταν ανεξέλεγκτα. Ανησυχούσα ότι οι μαθητές μου θα μετάνιωναν στο μέλλον για όσα τώρα έκαναν. Κι ανησυχούσα το ίδιο και για τον εαυτό μου. Για μια ακόμη φορά μπήκα στη διαδικασία να σκέφτομαι αν πρέπει να σταματήσουμε εδώ ή να συνεχίσουμε για να δούμε πού θα μας οδηγούσε. Ήταν αδύνατον να φανταστώ τις συνέπειες και στις δύο περιπτώσεις. Αν σταματούσα το πείραμα εδώ, ένας μεγάλος αριθμός μαθητών θα βρισκόταν σε πολύ δύσκολη θέση. Είχαν ήδη εκτεθεί μέσα στον χώρο του σχολείου, επιδεικνύοντας ακραίες συμπεριφορές. Επιπλέον, είχαν εκτεθεί συναισθηματικά όσο και ψυχολογικά. Αν τώρα, ξαφνικά, τους επανέφερα στην πραγματικότητα θα είχα να αντιμετωπίσω τη σύγχυση και την αμηχανία τους για όλη την υπόλοιπη χρονιά. Μαθητές σαν τον Ρόμπερτ, θα ένιωθαν πληγωμένοι και υποτιμημένοι, αν τους έλεγα ότι όλο αυτό ήταν ένα παιχνίδι κι ότι θα έπρεπε να ξαναγυρίσουν στο θρανίο τους. Θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν και τις επικρίσεις των πιο ευφυών συμμαθητών τους, που συμμετείχαν με μεγαλύτερη προσοχή και σύνεση στο πείραμα. Δεν μπορούσα να το επιτρέψω αυτό. Η άλλη επιλογή, να αφήσω, δηλαδή, τα πράγματα να εξελιχθούν, έμοιαζε εξίσου αδιανόητη. Η κατάσταση είχε ήδη βγει εκτός ελέγχου. Το βράδυ της Τετάρτης κάποιος διέρρηξε την αίθουσα και έκανε τα πάντα άνω κάτω. Αργότερα έμαθα ότι το είχε κάνει ο πατέρας ενός μαθητή. Ήταν απόστρατος της αεροπορίας, ο οποίος είχε κρατηθεί για κάποιο διάστημα σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής. Μαθαίνοντας για το πείραμα έχασε τον έλεγχο και το βράδυ εισέβαλε στην αίθουσα του σχολείου και τα έσπασε. Τον βρήκα την επομένη

26 Το Κύμα


27 το πρωί, ακουμπισμένο στην πόρτα, έξω ακριβώς από την τάξη. Μου μίλησε για τους φίλους του που σκοτώθηκαν στη Γερμανία. Με κρατούσε και έτρεμε. Μιλούσε αρθρώνοντας τις λέξεις μία μία, παρακαλώντας με να τον βοηθήσω να γυρίσει σπίτι. Πήρα τηλέφωνο τη γυναίκα του και με τη βοήθεια ενός γείτονα τον μετέφεραν στο σπίτι. Αργότερα, περάσαμε ώρες μιλώντας για το τι ένιωσε και το πώς αντέδρασε, αλλά από εκείνη τη στιγμή, του πρωινού της Πέμπτης, άρχισα να ανησυχώ σοβαρά για το τι συνέβαινε στο σχολείο. Η κυριότερη ανησυχία μου εστιαζόταν στις επιπτώσεις που είχε το πείραμά μας στα άλλα μέλη του διδακτικού προσωπικού και τους υπόλοιπους μαθητές. Το Τρίτο Κύμα διατάραξε τη φυσιολογική πορεία των μαθημάτων. Πολλοί από τους μαθητές έφευγαν από άλλα μαθήματα για να πάρουν μέρος και οι σχολικοί σύμβουλοι είχαν αρχίσει να κάνουν ερωτήσεις. Η πραγματική Γκεστάπο του σχολείου είχε πιάσει δουλειά. Αντιμέτωπος με τα αποτελέσματα του πειράματός μου, που ξαφνικά διαχέονταν προς εκατοντάδες διαφορετικές κατευθύνσεις, αποφάσισα να ακολουθήσω μια παλιά στρατηγική, που ακολουθούσαμε στο μπάσκετ. Όταν παίζεις απέναντι σε μια πολύ καλύτερη ομάδα, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να τους αιφνιδιάσεις! Κι αυτό έκανα! Την Πέμπτη ο αριθμός των μαθητών είχε ξεπεράσει τους ογδόντα. Κατάφερναν και χωρούσαν στην αίθουσα μόνο χάρη στην ενισχυμένη πειθαρχία και στη διατήρηση της στάσης συγκέντρωσης της προσοχής στο μάθημα, με απόλυτη σιωπή. Μια περίεργη ησυχία απλωνόταν στην αίθουσα, καθώς όλα αυτά τα παιδιά κάθονταν ήσυχα αλλά και σε στάση αναμονής. Αυτό με βοήθησε να τους πλησιάσω και να τους μιλήσω πιο ελεύθερα. Τους μίλησα για την υπερηφάνεια. «Η υπερηφάνεια είναι πάνω από τα πανό και τους χαιρετισμούς. Η υπερηφάνεια είναι κάτι που κανείς δεν θα μπορέσει να σας πάρει. Η υπερηφάνεια είναι το να γνωρίζετε ότι είστε οι καλύτεροι… δεν μπορεί κανείς να καταστρέψει αυτό το αίσθημα…». Στη μέση αυτού του οίστρου, που με είχε πιάσει, σταμάτησα ξαφνικά και χαμηλώνοντας τη φωνή μου, τους αποκάλυψα τον πραγματικό σκοπό του Τρίτου Κύματος. «Το Τρίτο Κύμα δεν είναι απλώς ένα πείραμα ή μια σχολική δραστηριότητα. Είναι πολύ πιο σημαντικό. Το Τρίτο Κύμα είναι ένα πρόγραμμα που λειτουργεί σε εθνικό επίπεδο, με στόχο την ανεύρεση μαθητών, πρόθυμων να παλέψουν για να αλλάξει αυτή η χώρα. Ακριβώς. Οι δραστηριότητες που πραγματοποιήσαμε δεν είναι παρά η πρακτική εξάσκηση, που θα μας δώσει το διαβατήριο για την πραγματική δράση. Σε ολόκληρη τη χώρα, δάσκαλοι όπως εγώ, στρατολογούσαν και εκπαίδευαν μια ταξιαρχία νέων, ικανών να παραδώσουν στο έθνος μια καλύτερη κοινωνία, μέσω της πειθαρχίας, της κοινότητας, της υπερηφάνειας και της δράσης. Αν μπορούμε να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί αυτό το σχολείο, τότε μπορούμε να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα εργοστάσια, τα καταστήματα, τα πανεπιστήμια και όλοι οι άλλοι θεσμοί. Είστε μια επίλεκτη ομάδα νέων που επιλέχθηκαν για να συμβάλουν σ’ αυτόν τον σκοπό. Αν βγείτε μπροστά και δείξετε όλα αυτά που μάθατε, μέσα στις τέσσερις τελευταίες ημέρες, τότε θα μπορέσουμε να αλλάξουμε τη μοίρα αυτού του έθνους. Θα μπορέσουμε να εγκαταστήσουμε μια νέα τάξη πραγμάτων. Κοινότητα, Υπερηφάνεια και Δράση. Μια νέα προοπτική. Όλα εξαρτώνται από σας και από τη θέλησή σας να βγείτε μπροστά και να πάρετε τον λόγο». Για να δώσω ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα στη σοβαρότητα των λόγων μου, γύρισα προς τις τρεις μαθήτριες, που ήξερα ότι αμφισβητούσαν το Τρίτο Κύμα. Τους ζήτησα να εγκαταλείψουν την αίθουσα. Τους εξήγησα τους λόγους, για τους οποίους το έκανα αυτό και κατόπιν ζήτησα από τέσσερις άλλους μαθητές-φρουρούς να οδηγήσουν τα κορίτσια στη βιβλιοθήκη και να απαγορεύσουν την είσοδό τους στην τάξη την επόμενη μέρα. Με δραματικό ύφος, ενημέρωσα την τάξη ότι την επόμενη ημέρα, το μεσημέρι, θα διεξαγόταν ένας ειδικός διαγωνισμός. Κι αυτός ο διαγωνισμός θα αφορούσε μόνο στα μέλη του Τρίτου Κύματος.


28 Το Κύμα


29

Ήταν δύσκολο το στοίχημα. Συνέχισα να μιλάω. Γιατί φοβόμουν ότι αν σταματούσα, θα βρισκόμουν αντιμέτωπος με το γέλιο τους ή με κάποια ερώτηση, που θα διέλυε το μεγαλόσχημο σχέδιο. Τους εξήγησα, λοιπόν, ότι την Παρασκευή το μεσημέρι ένας από τους υποψηφίους προέδρους για τις εθνικές εκλογές θα ανακοίνωνε τη δημιουργία ενός προγράμματος για νέους, στο πλαίσιο του Τρίτου Κύματος. Μόλις θα γινόταν η ανακοίνωση, πάνω από χίλιες ομάδες νέων από κάθε μεριά της χώρας, θα έβγαιναν και θα δήλωναν την υποστήριξή τους στην κίνηση αυτή. Τους εκμυστηρεύθηκα ότι αυτές οι ομάδες θα απαρτίζονταν από τους μαθητές που θα επιλέγονταν για να εκπροσωπήσουν την περιοχή τους. Τους είπα ακόμη ότι δεν ήμουν σίγουρος αν θα μπορούσαν να προκριθούν, γιατί είχαν ήδη προσκληθεί δημοσιογράφοι που θα κατέγραφαν τον διαγωνισμό με κάμερες. Κανείς δεν γέλασε. Δεν υπήρξε ούτε ένας ψίθυρος αντίδρασης. Απίστευτη ησυχία. Ξαφνικά, ένα ντελίριο ενθουσιασμού κατέλαβε την τάξη. «Θα τα καταφέρουμε!». «Πρέπει να βάλουμε άσπρα πουκάμισα;» «Μπορούμε να φέρουμε και βοηθούς;» «Κύριε Τζόουνς, ανακοινώθηκε μήπως και στους Τάιμς;» Και τότε ήρθε η χαριστική βολή. Εντελώς τυχαία. Ήταν μια ολοσέλιδη καταχώρηση στο τελευταίο τεύχος των Τάιμς. Διαφήμιση μιας εταιρείας ξυλείας, που διαφήμιζε τα προϊόντα της με το όνομα «Το Τρίτο Κύμα». Στο μέσο της σελίδας, με μεγάλα κόκκινα, μπλε και άσπρα γράμματα έγραφε: «Το Τρίτο Κύμα έρχεται!». «Είναι κι αυτό μέρος της καμπάνιας, κύριε Τζόουνς;» «Είναι κωδικοποιημένο μήνυμα;» – «Ναι. Και τώρα ακούστε με προσεκτικά». Όλα είναι κανονισμένα για αύριο. Πρέπει να βρίσκεστε στο μικρό αμφιθέατρο, δέκα λεπτά πριν από τις 12:00. Πρέπει να είστε καθισμένοι. Να είστε έτοιμοι να αποδείξετε ό,τι έχετε μάθει. Πειθαρχία, Κοινότητα, Υπερηφάνεια. Μην πείτε σε κανέναν γι’ αυτό που θα συμβεί. Αυτός ο διαγωνισμός αφορά μόνο στα μέλη».

Δύναμη μέσω της κατανόησης Την Παρασκευή, τελευταία μέρα του πειράματος, πήγα από νωρίς στο αμφιθέατρο για να προετοιμάσω τον χώρο για τον διαγωνισμό. Στις 11.30 άρχισαν να εμφανίζονται οι πρώτοι μαθητές. Κατέφθαναν όλο και περισσότεροι. Η μια σειρά μετά την άλλη άρχισαν να γεμίζουν. Απόλυτη ησυχία απλωνόταν σε όλη την αίθουσα. Πανό του Τρίτου Κύματος κρέμονταν πάνω απ’ τους συγκεντρωμένους μαθητές. Στις 12 ακριβώς, έκλεισα τις πόρτες και τοποθέτησα μπροστά σε κάθε μια από έναν φρουρό. Ορισμένοι φίλοι μου, που παρίσταναν τους δημοσιογράφους και τους φωτογράφους άρχισαν να τραβούν φωτογραφίες και να παρατηρούν το συγκεντρωμένο πλήθος κρατώντας δήθεν σημειώσεις. Πάνω από διακόσιοι μαθητές είχαν γεμίσει την αίθουσα. Δεν είχε μείνει ούτε μια κενή θέση. Είχαν έρθει μαθητές κάθε ηλικίας και τύπου. Έβλεπε κανείς τους αθλητικούς τύπους, τους κοινωνικά εξέχοντες, τους αρχηγικούς τύπους, τους απόμακρους, τους κοπανατζήδες, τους ποδηλάτες, τους ψευτο-χιπ χόπερς, κάποιους που ανήκαν στην ομάδα των ντανταϊστών του σχολείου, ακόμη κι εκείνους που σύχναζαν στα καπνιστήρια. Κι όμως, έμοιαζαν όλοι αυτοί, σαν μια ομάδα, καθώς είχαν πάρει όλοι την ειδική στάση καθίσματος και κοίταζαν ίσια μπροστά με συγκεντρωμένο βλέμμα. Όλοι είχαν στρέψει το βλέμμα στην οθόνη της τηλεόρασης που είχα τοποθετήσει ακριβώς απέναντί τους, μέσα στην αίθουσα. Κανείς δεν κινούνταν. Κανένας θόρυβος δεν ακουγόταν από πουθενά. Ήταν σαν να ήμασταν όλοι μάρτυρες μπροστά σε μια γέννηση. Η ένταση και η αγωνία ήταν απίστευτη!


30 Το Κύμα


31 «Πριν συνδεθούμε για να παρακολουθήσουμε την εθνική συνέντευξη τύπου, που ξεκινά σε πέντε λεπτά, θα ήθελα να κάνουμε μια επίδειξη της εκπαίδευσής μας». Μ’ αυτά τα λόγια σήκωσα το χέρι σε χαιρετισμό. Σχεδόν ταυτόχρονα, διακόσια χέρια σηκώθηκαν, καρφώνοντας τον αέρα, σε απάντηση. Μετά είπα τη φράση: «Δύναμη μέσω της πειθαρχίας», που ακούστηκε σχεδόν ταυτόχρονα από διακόσια στόματα εν χορώ. Επανέλαβα τη φράση αρκετές φορές. Κάθε φορά η απάντηση ήταν και πιο βροντερή. Οι φωτογράφοι απαθανάτιζαν την τελετουργία, πλησιάζοντας όλο και πιο κοντά, αλλά τώρα πια κανείς δεν τους έδινε σημασία. Επανέλαβα τη σημασία της σημερινής συγκέντρωσης και ζήτησα μια ένδειξη πίστης και υποταγής. Ήταν η τελευταία φορά στη ζωή μου που ζητούσα από κάποιον να επαναλάβει μια φράση. Ο χώρος δονήθηκε από τη βροντερή κραυγή: «Δύναμη μέσω της Πειθαρχίας». Ήταν δώδεκα και πέντε. Έσβησα τα φώτα της αίθουσας και προχώρησα προς την τηλεόραση. Ο αέρας έμοιαζε ξηρός και ηλεκτρισμένος. Έμοιαζε δύσκολο να πάρεις ανάσα ή ακόμη και να μιλήσεις. Οι κραυγές είχαν καταναλώσει και την τελευταία ποσότητα οξυγόνου. Άνοιξα την τηλεόραση. Στάθηκα δίπλα στην οθόνη, απέναντι στο ασφυκτικά γεμάτο αμφιθέατρο. Η συσκευή άνοιξε, γεμίζοντας την αίθουσα μ’ ένα φωσφορίζον φως. Ο Ρόμπερτ βρισκόταν, όπως πάντα, δίπλα μου. Γύρισα και του ψιθύρισα να δει προσεκτικά τι θα συμβεί μέσα στα επόμενα λεπτά. Το μόνο φως στην αίθουσα, ήταν αυτό της τηλεόρασης. Ήταν το μόνο που φώτιζε τα διακόσια παιδικά πρόσωπα απέναντί μου. Τα μάτια όλων ήταν καρφωμένα στην οθόνη αλλά τίποτα δεν φαινόταν να γίνεται. Στο αμφιθέατρο επικρατούσε νεκρική σιγή. Όλοι περίμεναν. Ήταν σαν μια νοητή μάχη ανάμεσα στα μάτια και την τηλεόραση. Με νικητή την τηλεόραση. Το φως της κενής οθόνης δεν αποκάλυψε ποτέ τον υποψήφιο πρόεδρο που όλοι περίμεναν. Παρέμεινε μια φωτεινή πηγή σε μια κενή οθόνη. Ωστόσο, οι θεατές επέμεναν. Πίστευαν ότι κάτι θα γινόταν. Σε λίγο θα εμφανιζόταν. Πού ήταν; Μου φάνηκε ότι η προσήλωσή τους στην οθόνη κράτησε ώρες. Ήταν 12 και 7 λεπτά. Τίποτα. Μια κενή, λευκή οθόνη. Τίποτα. Η αναμονή έδωσε τη θέση της στην αγωνία και μετά στην απογοήτευση. Κάποιος σηκώθηκε όρθιος και ούρλιαξε: – «Δεν υπάρχει αρχηγός εδώ μέσα;» Όλοι γύρισαν προς το μέρος του τρομαγμένοι. Και μετά ξανά προς την κενή οθόνη. Στα πρόσωπά τους διαγράφηκε για πρώτη φορά η δυσπιστία. Μέσα στη σύγχυση της στιγμής κινήθηκα αργά προς την τηλεόραση. Την έκλεισα. Ένιωσα τον αέρα να ελαφραίνει. Υπήρχε ακόμη διάχυτη σιωπή, αλλά για πρώτη φορά άκουγα τις αναπνοές τους. Σιγά-σιγά τα σώματα χαλάρωναν και τα χέρια έφευγαν από τη στάση που τα ήθελε πίσω στην πλάτη και έρχονταν ξανά μπροστά στη φυσιολογική τους θέση. Περίμενα θύελλα ερωτήσεων, αλλά αντί γι’ αυτό εισέπραξα απόλυτη σιωπή. Ξεκίνησα να μιλάω. Ένιωθα να ρουφούν κάθε μου λέξη. «Ακούστε με προσεκτικά. Έχω να σας πω κάτι πολύ σημαντικό». «Κάτσε κάτω». «Δεν υπάρχει αρχηγός! Δεν υπάρχει κανένα εθνικό κίνημα επονομαζόμενο το Τρίτο Κύμα. Σας χρησιμοποίησα. Σας χειραγώγησα. Οδηγηθήκατε στη θέση που βρίσκεστε τώρα, ωθούμενοι από τις προσωπικές σας επιθυμίες. Δεν είσαστε ούτε καλύτεροι ούτε χειρότεροι από τους Γερμανούς Ναζιστές, τους οποίους θα μελετούσαμε». «Πιστέψατε πως είστε οι εκλεκτοί. Ότι είσαστε καλύτεροι απ’ αυτούς που βρίσκονται έξω απ’ αυτή την αίθουσα. Απαρνηθήκατε την ελευθερία σας στο όνομα της άνεσης που θα σας χάριζε η πειθαρχία και η ανωτερότητα. Αποφασίσατε να τοποθετήσετε τη δύναμη της ομάδας και το ψέμα στο οποίο βασίστηκε, πάνω από την προσωπική σας αντίληψη. Βέβαια, ίσως πείτε στον εαυτό σας πως το κάνατε για λίγο, για τη χαρά της συμμετοχής. Ότι θα μπορούσατε να αποχωρήσετε οποιαδήποτε στιγμή. Αλλά σκεφτήκατε ποτέ πού οδηγούσε όλο αυτό; Πού θα μπορούσατε να φτάσετε; Θα ήθελα να σας δείξω τώρα το μέλλον σας».


Λέγοντας αυτή την τελευταία φράση, άνοιξα τον προτζέκτορα. Το φως του έπεφτε σ’ ένα λευκό πανί που κρεμόταν πίσω από την τηλεόραση. Στην οθόνη εμφανίστηκαν νούμερα σε αντίστροφη μέτρηση. Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά. Εικόνες από την ιστορία του Τρίτου Ράιχ γέμισαν την οθόνη. Η μια μετά την άλλη. Σαν φαντάσματα. Η πειθαρχία. Το βάδισμα της χήνας. Η ανώτερη φυλή. Το μεγάλο ψέμα. Μισαλλοδοξία, βία, τρόμος. Άνθρωποι που στοιβάζονταν βίαια σε καμιόνια. Οι δυνατές εικόνες των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Πρόσωπα χωρίς μάτια. Οι δίκες. Η επίκληση της άγνοιας. Απλώς έκανα τη δουλειά μου. Τη δουλειά μου. Απότομα, όπως είχε ξεκινήσει, το βίντεο πάγωσε σε μια εικόνα. Ήταν ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο ήταν γραμμένο: «Όλοι πρέπει να αποδεχτούμε την ενοχή μας. Κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν είχε συμμετοχή σε κάποιο βαθμό». Το δωμάτιο παρέμεινε σκοτεινό καθώς το τελευταίο καρέ της ταινίας έδωσε τη θέση του στο σκοτάδι. Το στομάχι μου είχε σφιχτεί. Η μυρωδιά του ιδρώτα είχε πλημμυρίσει την αίθουσα, θυμίζοντας γυμναστήριο. Καμία κίνηση. Ήταν σαν να προσπαθούσαν να πείσουν τους εαυτούς τους ότι δεν είχε συμβεί. Σαν να είχαν μόλις ξυπνήσει από βαθύ όνειρο και έκαναν προσπάθειες να ξανασυνδεθούν με τη συνείδησή τους. Άφησα αρκετά λεπτά να περάσουν. Τους έδωσα τον χρόνο να συνέλθουν. Και σιγά σιγά, δειλά στην αρχή, άρχισαν οι ερωτήσεις. Όλες αναφέρονταν σε φανταστικές περιστάσεις και αποσκοπούσαν στο να ανακαλύψουν το νόημα όσων είχαν συμβεί. Άρχισα να τους εξηγώ, χωρίς ακόμη να έχω ανάψει τα φώτα. Τους ομολόγησα τις δικές μου ενοχές και το σφίξιμο που ένιωθα. Τους είπα πως θα χρειαστεί χρόνος για να κατανοήσουμε πλήρως όλα αυτά που συνέβησαν. Αλλά κάνοντας την αρχή, τους είπα πως επιστρέφω κι εγώ στον ρόλο του δασκάλου. Είναι πιο εύκολο το να είσαι δάσκαλος. Και ξεκίνησα να τους περιγράφω αποστασιοποιημένα πια, το τι είχε συμβεί. «Μέσα από αυτό το πείραμα και τις εμπειρίες της τελευταίας εβδομάδας, νιώσαμε όλοι πώς είναι να ζεις και να δρας στη Γερμανία την εποχή των Ναζί. Μάθαμε πώς είναι το να δημιουργείς ένα περιβάλλον πειθαρχίας και υπακοής. Το να χτίζεις μια νέα, εκλεκτή κοινωνία. Το να εμφυτεύεις μια νέα πίστη σ’ αυτή την κοινωνία. Το να αντικαθιστάς τη λογική με κανόνες. Ναι, όλοι μας θα μπορούσαμε να είμαστε Ναζί. Θα είχαμε βάλει τη στολή. Θα είχαμε στρέψει το κεφάλι αλλού όταν οι φίλοι μας και οι γείτονες κατηγορούνταν και εκτελούνταν. Θα κλείναμε την πόρτα πίσω μας. Θα εργαζόμασταν στα σώματα «αμύνης». Θα καίγαμε ιδέες. Ναι, τώρα ξέρουμε πώς είναι να ανακαλύπτεις ότι είσαι ήρωας. Να παίρνεις γρήγορες αποφάσεις. Να νιώθεις δυνατός και ότι εξουσιάζεις τη μοίρα. Γνωρίσαμε όλοι τον φόβο του αποκλεισμού. Την ευχαρίστηση της ανταμοιβής όταν κάνουμε κάτι που είναι αποδεκτό. Να είμαστε το νούμερο ένα. Να έχουμε πάντα δίκιο. Υπερβάλλοντας σε έναν βαθμό, θα σας έλεγα ότι είδαμε και ίσως νιώσαμε όλοι το που θα μπορούσε να μας οδηγήσει αυτό το πείραμα. Ο καθένας είδε και ένιωσε με τον δικό του τρόπο όλη αυτή την εμπειρία μέσα στην εβδομάδα που πέρασε. Καταλάβαμε ότι ο φασισμός δεν είναι κάτι που έκαναν κάποιοι άνθρωποι μακριά από εμάς. Όχι. Βρίσκεται εδώ. Σ’ αυτή την αίθουσα. Στον τρόπο που ζούμε και σκεφτόμαστε. Μόλις ξύσουμε λίγο την επιφάνεια, θα φανεί. Είναι κάτι που βρίσκεται μέσα σε όλους μας. Το κουβαλάμε μέσα μας, σαν αρρώστια. Η ιδέα ότι ο άνθρωπος είναι κατά βάση κακός και γι’ αυτό ανίκανος να φερθεί σωστά απέναντι στους συνανθρώπους του. Μια ιδέα που οδηγεί στην ύπαρξη ενός ισχυρού αρχηγού και στην ανάγκη της πειθαρχίας για να διατηρηθεί η κοινωνική τάξη. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο. Η πράξη της απολογίας.

32 Το Κύμα


33 Αυτό είναι η τελευταία εμπειρία που θα σας διδάξω. Το τελευταίο αυτό μάθημα είναι ίσως και το πιο σημαντικό. Βασίζεται στην ερώτηση που μας οδήγησε να μελετήσουμε τη ζωή των Ναζί. Θυμάστε αυτή την ερώτηση; Αφορούσε την μη κατανόηση της συμπεριφοράς του γερμανικού πληθυσμού που ισχυριζόταν ότι δεν γνώριζε και δεν είχε καμία ανάμειξη στο κίνημα των Ναζί. Αν θυμάμαι καλά, η ερώτηση τέθηκε ως εξής: Πώς γίνεται ένας Γερμανός στρατιώτης, δάσκαλος, σιδηροδρομικός υπάλληλος, μια νοσοκόμα, ένας φοροεισπράκτορας, ο μέσος πολίτης να ισχυρίζεται ότι δεν είχε καμία ανάμειξη στο ολοκαύτωμα. Τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να ακυρώνουν την ίδια τους την ιστορία; Στις επόμενες ώρες, μέρες ίσως και χρόνια, θα σας δοθεί η ευκαιρία να απαντήσετε σ’ αυτή την ερώτηση. Τώρα, που η αναπαράσταση της φασιστικής ιδεολογίας μέσα από το πείραμά μας ολοκληρώθηκε, κανένας από εσάς δεν θα θέλει να παραδεχτεί ότι βρισκόταν εδώ, στον τελικό διαγωνισμό του Τρίτου Κύματος. Όπως οι Γερμανοί, θα θέλετε να ξεχάσετε ότι συμμετείχατε και ότι φτάσατε ως εδώ. Δεν θα θέλετε να γνωρίζουν οι φίλοι σας και οι οικογένειές σας ότι προδώσατε την προσωπική σας ελευθερία και ακολουθήσατε πρόθυμα τις διαταγές ενός αόρατου αρχηγού. Δεν θα είναι εύκολο να παραδεχτείτε ότι γίνατε υποχείρια. Ότι αποδεχτήκατε το Τρίτο Κύμα ως τρόπο ζωής. Δεν θα μπορείτε να αποδεχτείτε ότι δεχτήκατε αδιαμαρτύρητα και συμμετείχατε ενεργά σ’ αυτόν τον παραλογισμό. Θα κρατήσετε κρυφή τη συμμετοχή σας εδώ σήμερα. Σας υπόσχομαι ότι αυτό θα είναι ένα μυστικό που θα μοιραστούμε μόνο όσοι βρισκόμαστε τώρα εδώ. Αυτό σας το υπόσχομαι. Έβγαλα τις ταινίες από τις τρεις κάμερες που είχαμε στήσει στον χώρο και τράβηξα το φιλμ στο φως. Τώρα, όλα είχαν τελειώσει. Η δίκη έλαβε τέλος. Το Τρίτο Κύμα έληξε. Κοίταξα πίσω μου. Ο Ρόμπερτ έκλαιγε. Οι μαθητές σηκώνονταν σιγά σιγά από τα καθίσματα και έβγαιναν έξω στο φως. Προχώρησα προς τον Ρόμπερτ και τον αγκάλιασα. Σιωπηλοί λυγμοί έβγαιναν ακόμη από το στέρνο του. «Έλα, πέρασε. Αυτό ήταν. Πέρασε». Το πλήθος μας παρέσυρε καθώς είμασταν αγκαλιά και προσπαθούσαμε να παρηγορήσουμε ο ένας τον άλλο. Κάποιοι σταματούσαν για να μου δώσουν το χέρι. Άλλοι πάλι έβγαιναν γρήγορα σκουπίζοντας τα δάκρυά τους. Κάποιοι αγκαλιάζονταν μεταξύ τους ή κρατιόντουσαν απ’ το χέρι σε μια προσπάθεια να το αντέξουν. Ανθρώπινα πλάσματα που έβγαιναν από το σκοτάδι στο φως. Προσπαθώντας να αντικρύσουν ξανά τον κόσμο. Είχαμε μοιραστεί μια ολόκληρη εβδομάδα, στο μέσο του σχολικού έτους, και την είχαμε ζήσει μαζί. Και, όπως το είχα προβλέψει, κρατήσαμε το φοβερό μυστικό. Στα τέσσερα χρόνια που δίδαξα στο Γυμνάσιο του Κάμπερλεϊ, κανείς δεν παραδέχθηκε δημόσια ότι είχε συμμετάσχει στον διαγωνισμό του Τρίτου Κύματος. Βέβαια, μιλήσαμε για όλες τις δραστηριότητες και τις μελετήσαμε με προσοχή. Αλλά ποτέ τον Διαγωνισμό. Όχι. Αυτό, ήταν κάτι που κανείς δεν ήθελε να θυμάται. Ρον Τζόουνς (1972) Μετάφραση: Αμαλία Κοντογιάννη


Υπεύθυνοι παράστασης

Γραφειο Παραγωγης & περιοδειων

Οδηγός σκηνής Αθανασία Ανδρώνη

Συντονιστρια Βούλα Γεωργιάδου

Χειριστής κονσόλας φωτισμών Άρης Βακός

ΤΜΗΜΑ ΣΚΗΝΩΝ & ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΩΝ

Χειριστής κονσόλας ήχου & βίντεο Κώστας Χουλιάρας

Προϊστάμενος Στέλιος Τζολόπουλος ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΕΣ ΓΡΑΦΕΙΩΝ

Ενδύτρια Κυράννα Μήτσα-Δελλή

Μηχανικών σκηνής Κώστας Γεράσης

Κατασκευές σκηνικών & κοστουμιών Εργαστήρια ΚΘΒΕ

Ηλεκτρολόγων Τάσος Δαηλίδης

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΤΜΗΜA Προϊσταμένη Ιωάννα Καρτάση ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ ΓΡΑΦΕΙΩΝ Ασφάλειας-ΦύλαξηςΚαθαριότητας Ανέστης Καραηλίας ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Προϊστάμενος Μιχάλης Χώρης ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΕΣ ΓΡΑΦΕΙΩΝ

Ηχητικών Γιάννης Αμπατζόγλου

Μηχανογράφησης λογιστηρίουΚεντρικό ταμείο Στέργιος Κεχαγιάς

Φροντιστών-κατασκευών φροντιστηριακού υλικού Νίκος Συμεωνίδης

Επεξεργασίας οικονομικών στοιχείων Αθανάσιος Τσολάκης

Σκηνογραφικών εργαστηρίων Ζαχαρίας Παπαδόπουλος

Προμηθειών-Διαχείρισης υλικού Κατερίνα Καράγαλη

Ραπτριών Ζωή Βλάχου Εργατών σκηνής-οδηγών Χάρης Πασχαλίδης

ΤΜΗΜΑ ΕΚΔΟΣΕΩΝ & ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ Προϊσταμένη Ελπίδα Βιάννη ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΕΣ ΓΡΑΦΕΙΩΝ

Υπεύθυνοι χώρων Δημήτρης Καβέλης Ανέστης Καραηλίας Γιώργος Κασσάρας Δημήτρης Μητσιάνης Βασίλης Μυτηλινός (χρέη υπευθύνου) Περικλής Τράιος

Διεθνών Σχέσεων Αμαλία Κοντογιάννη Τύπου & Δημοσίων Σχέσεων Καρίνα Ιωαννίδου Αρχείου–Βιβλιοθήκης Δήμητρα Βαλεοντή




Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος Εθνικής Αμύνης 2, 546 21, Θεσσαλονίκη T. 2315 200 000 E. info@ntng.gr

www.ntng.gr

Ρον Τζόουνς

Το κύμα

Νεανική Σκηνή Θεατρική περίοδος 2013-2014 Αρ. δελτίου 643 (239)

ΤΜΗΜΑ ΕΚΔΟΣΕΩΝ & ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΘΒΕ Συντονισμός έκδοσης Ελπίδα Βιάννη

Χορηγοί Επικοινωνίας

Χορηγός ΚΘΒΕ

Ευχαριστούμε θερμά το 100ο Δημοτικό Σχολείο Θεσσαλονίκης (Κάτω Τούμπα) για την παραχώρηση φροντιστηριακού υλικού.

Επιμέλεια προγράμματος Αιμιλία Καρακόκκινου Γραφιστική επιμέλεια Σταύρος Καρανταγλής Φωτογραφίες δοκιμών Γιώργος Χρυσοχοΐδης Παραγωγή εντύπου SKY Printing

Με την υποστήριξη

Ευχαριστούμε θερμά τον κ. Γρηγόρη Πασχαλίδη, Κοινωνιολόγο, Πρόεδρο του Τμήματος Δημοσιογραφίας & Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του ΑΠΘ, για την επιλογή των αποσπασμάτων από τα βιβλία Οι φονικές ταυτότητες του Αμίν Μααλούφ και Περί ορίων του Jean-Pierre Vernant.



Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.