120 × 170
SPINE: 30
FLAPS: 60
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Π. ΤΣΟΥΡΕΚΗΣ
ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ο σ ελότο ς
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Π. ΤΣΟΥΡΕΚΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ο σ ε λ ότ ο ς
Τιτλος Ιστορίες της Μέκτας, Θυσία στην κορυφή του ονείρου
Συγγραφέας Σειρα Γραφικα εξωφυλλου Copyright© 2012 Πρώτη Εκδοση ISBN
Κωνσταντίνος Π. Τσουρέκης Ελληνική λογοτεχνία [1358]0412/07 Σπύρος Χ. Σαρακάκης Κωνσταντίνος Π. Τσουρέκης Αθήνα, Μάιος 2012 978-960-9607-53-7
Η γενική επιμέλεια της έκδοσης έγινε από τις εκδόσεις οσελότος
Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, (Ν. 2121/1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) καθώς και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η κατ’ οιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ο σ ε λ ότ ο ς
Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα Τηλ. : 210 6431108 e–mail: ekdoseis.ocelotos@gmail.com www. ocelotos. gr
στους γονείς μου
Μ Ε Ρ Ο Σ Π Ρ Ω Τ Ο – Η Θ Ο Λ Ο Υ ΡΑ
Πρωινό Ξύπνημα Άνοιξε τα μάτια του. Ήταν ξύπνιος. Το μυαλό του μετά το χθεσινό διάβασμα είχε ξεκαθαρίσει. Τα μάτια του όμως πονούσαν ακόμα. Ανασηκώθηκε και προσπάθησε να βρει τα γυαλιά του στο κομοδίνο. Τα φόρεσε. Hλιαχτίδες είχαν καταφέρει να τρυπήσουν τις κουρτίνες και έδιναν μια λάμψη στο δωμάτιό του. Φώτιζαν τις αφίσες της Σέλτικ. Έκαναν τις λευκοπράσινες φανέλες των παικτών να φαίνονται μαγικές. «Τόμας!» ακούστηκε η φωνή μιας μεσήλικης γυναίκας. «Ξύπνα, μικρέ μου, το πρωινό σου είναι έτοιμο!» Το μικρό αγόρι σηκώθηκε από το κρεβάτι και κατευθύνθηκε προς την πόρτα με απρόθυμα βήματα. Ένιωσε ότι πεινούσε. Το χθεσινό διάβασμα του είχε ανοίξει την όρεξη. Μόλις μπήκε στην κουζίνα, η μητέρα του τού άστραψε ένα χαμόγελο. «Να το φας γρήγορα πριν κρυώσει! Και μην είσαι κατσούφης! Ξέρεις τι μέρα είναι σήμερα;» ρώτησε η μητέρα. «Παρασκευή, μαμά, και έχω σχολείο σε μισή ώρα», είπε λυπημένα. «Πολύ σωστά! Σύντομα όμως έρχεται το σαββατοκύριακο και ο πατέρας σου κατάφερε να πάρει άδεια. Αποφασίσαμε λοιπόν να επισκεφθούμε τον παππού αυτές τις δύο μέρες». Ο Τόμας δεν είπε τίποτα αλλά χαμογέλασε πλατιά στη μητέρα του προδίδοντας την ικανοποίησή του. Έφαγε με ευχαρίστηση το πρωινό του. Ήξερε ότι μετά το σχολείο θα πήγαινε να δει τον παππού Φρανκ στην εξοχή της Σκωτίας. Ο παππούς του ζούσε σε ένα σπίτι κοντά στην πόλη του Ίβερνες, κοντά στη φύση, στα δάση, στα ποτάμια, στα ζώα και στον καθαρό αέρα που γεμίζει τα πνευμόνια. Τα αγαπούσε τόσο πολύ όλα αυτά ο Τόμας! Αυτό όμως που λάτρευε περισσότερο ήταν οι ιστορίες του παππού για τα παλιά χρόνια, τα αιματοβαμμένα, δοξασμένα, αγαπημένα χρόνια! Τα χρόνια εκείνα των κάστρων, των ιπποτών και των δράκων.
12
Τσουρέκης Π. Κωνσταντίνος
«Μαμά, δεν θα αργήσω να γυρίσω. Θα έρθω αμέσως μετά το σχολείο», είπε ο Τόμας. «Θα σε δω το μεσημέρι, μικρέ μου!» είπε η μεσήλικη γυναίκα. Ο Τόμας βγήκε από την εξώπορτα με τη σάκα στον ώμο. Το σχολείο του δεν ήταν πολύ μακριά. Χρειαζόταν μόνο δέκα λεπτά περπάτημα. Περπάτησε στην αυλή και βγήκε στο πεζοδρόμιο. Το Εδιμβούργο ήταν μια πολυσύχναστη πόλη από πολύ νωρίς το πρωί. Αν και Παρασκευή πρωινή ώρα, όλα έδειχναν τόσο ζωντανά. Παντού άνθρωποι έτρεχαν να προλάβουν το λεωφορείο, ενώ άλλοι περπατούσαν με ταχύ ρυθμό στην κεντρική οδό. Ο Τόμας έστριψε δεξιά και προχώρησε στην Πρίνσις στριτ. Άρχισε να περπατά με πιο γρήγορο ρυθμό. Δεν ήθελε να αργήσει. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής σκεφτόταν τα μαθήματα της ημέρας. Κοίταξε το πρόγραμμα. Δεν έμεινε πολύ ευχαριστημένος. Την πρώτη ώρα είχε χημεία, ένα μάθημα που βαριόταν τόσο πολύ! Πίστευε ότι έφταιγε ο καθηγητής που το δίδασκε. Ο κύριος Γκρέιν, ένας κοντός καθηγητής με χοντρό μουστάκι, άσπρα μαλλιά και αυστηρό πρόσωπο, έκανε το μάθημα βαρετό κατά τη γνώμη του. Κοίταξε ξανά το πρόγραμμα και το πρόσωπό του ξίνισε ακόμα περισσότερο. Τη δεύτερη ώρα είχε μαθηματικά. Ο Τόμας δεν ήταν καθόλου καλός στα μαθηματικά. Μπέρδευε τις εξισώσεις. Μισούσε τις ταυτότητες. Απεχθανόταν τη γεωμετρία. Οι άλλοι μαθητές πολλές φορές γελούσαν μαζί του. Ωστόσο ο Τόμας αγνοούσε τα γέλια των συμμαθητών του. Ήξερε ότι υπήρχαν μαθήματα που ήταν ασυναγώνιστος. Ο καθηγητής της γυμναστικής είχε δηλώσει μια μέρα μπροστά σε ολόκληρο το σχολείο ότι ο Τόμας είναι ένα πολύ γερό παιδί με δυνατό σωματότυπο. Εκείνη την απίστευτη ημέρα ο Τόμας είχε χαρίσει μια διάκριση στο σχολείο του, αφού είχε αναδειχθεί ο πιο γρήγορος μαθητής ανάμεσα σε πολλά σχολεία της Σκωτίας. Ο Τόμας είδε για τρίτη φορά το πρόγραμμα και σκέφτηκε ότι τελικά δεν ήταν και τόσο άσχημη μέρα. Τις επόμενες ώρες είχε ιστορία και γυμναστική. Στην ιστορία ήταν πολύ καλός. Από μικρός τη διάβαζε με εν-
Θυσία στην κορυφή του ονείρου
13
διαφέρον. Η αλήθεια είναι ότι εντόπιζε στον εαυτό του μια κλίση προς αυτή και μια μεγάλη αγάπη που δεν καταλάβαινε από που πήγαζε. Του άρεσε πολύ να διαβάζει την ιστορία της πατρίδας του αλλά και των άλλων χωρών. Του έκαναν εντύπωση οι πολιτισμοί και οι μύθοι των αρχαίων Ελλήνων και των Αιγυπτίων. Θαύμαζε τους μύθους των Σκανδιναβών και λάτρευε να διαβάζει τους κατακτητικούς πολέμους των Ρωμαίων, αλλά και τις συνωμοσίες στο εσωτερικό της σπουδαίας πόλης των επτά λόφων. Τα μυστικά των ιστοριών που του αφηγιόταν ο παππούς Φρανκ τον μάγευαν περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο. Συλλογίστηκε ξανά το τριήμερο που θα περνούσε με τον παππού. Ήταν τόσο χαρούμενος! Η ώρα της χημείας πέρασε πολύ δύσκολα. Ο Τόμας βαριόταν τόσο που δεν κράτησε ούτε σημειώσεις. Συνομιλούσε κρυφά με τον Πίτερ, έναν συμμαθητή του που του έλεγε τις απόψεις του για τον τελευταίο αγώνα της Σέλτικ. « Πέντε δύο. Πολύ σπουδαία νίκη! Ε, Τόμας; Πιστεύω ότι η ομάδα πάει για το πρωτάθλημα», ψιθύρισε ο Πίτερ. «Ναι, αλλά και το κύπελλο στο τσεπάκι μας είναι», απάντησε ψιθυριστά ο Τόμας. «Ησυχία, παρακαλώ! Πίτερ, σε παρακαλώ, έλα στον πίνακα να γράψεις τα στοιχεία από τα οποία αποτελείται μια κιμωλία. Έτσι ίσως σταματήσεις να μιλάς», φώναξε ενοχλημένος ο κύριος Γκρέιν. Την ώρα των μαθηματικών ντροπιάστηκε για άλλη μια φορά μπροστά στην τάξη. Ο καθηγητής τού ζήτησε να λύσει μια δύσκολη εξίσωση στον πίνακα κι εκείνος, όπως πάντα, τα έκανε μούσκεμα. Το αποτέλεσμα ήταν εντελώς λανθασμένο. «Τόμας, γιατί είσαι πάλι αδιάβαστος; Πώς περιμένεις να περάσεις τις εξετάσεις του Ιουνίου;» ρώτησε ο καθηγητής με επιβλητικό τόνο. Ο Τόμας νευρίασε κι έφυγε από την αίθουσα, πριν χτυπήσει το κουδούνι για διάλειμμα. Προσπαθώντας να ξεχάσει τις αποδοκιμασίες των συμμαθητών του, κατευθύνθηκε προς το γυμναστήριο. Τις επόμενες
14
Τσουρέκης Π. Κωνσταντίνος
δύο ώρες είχε γυμναστική. Όταν έφτασε εκεί, άκουσε το κουδούνι να χτυπά. Προφανώς όταν εγκατέλειψε την τάξη, έμεναν άλλα δυο λεπτά για να ολοκληρωθεί το μάθημα των μαθηματικών. Ένα δάκρυ κύλησε στο πρόσωπό του. Γιατί δεν τα κατάφερνε στα μαθηματικά; Το προηγούμενο βράδυ, είχε ξενυχτήσει διαβάζοντας εξισώσεις και ανισώσεις αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Τι πήγαινε τόσο λάθος; Ενώ καθόταν στα αποδυτήρια και σκεφτόταν το πρόβλημά του, μια καστανόξανθη κοπέλα με μεγάλα, γαλάζια μάτια και ωραίο χαμόγελο, ψηλή, με λυγερό σώμα, ήρθε και κάθισε δίπλα του. «Ρωξάνη... δεν ξέρω γιατί δεν τα καταφέρνω. Χθες διάβαζα μέχρι τις δύο μαθηματικά και με πήρε ο ύπνος χωρίς να καταλάβω τίποτα», είπε λυπημένα ο Τόμας. Η κοπέλα του χαμογέλασε και του χάιδεψε τα μακριά ξανθά μαλλιά. «Κανείς δεν σε αναγκάζει να είσαι καλός στα μαθηματικά. Δεν μπορούμε να είμαστε σε όλα τέλειοι και παντογνώστες, όπως θέλει να μας κάνει το σχολείο. Κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός κι έχει ταλέντο σε κάποια πράγματα. Όχι όμως σε όλα», είπε η κοπέλα. «Ευχαριστώ. Το έχω καταλάβει αυτό. Μάλλον θα τα παρατήσω και δεν θα παιδεύομαι με ένα μάθημα που δεν τα καταφέρνω. Πάω να βρω τον κύριο Μπερντ». «Καλά», είπε η κοπέλα παρατηρώντας τον καθώς έφευγε. Γιατί είναι τόσο απότομος, γιατί είναι τόσο σκληρός μαζί μου, αναρωτιόταν. Ο κύριος Μπερντ, ένας ψηλός, γυμνασμένος άνδρας, φορούσε όπως πάντα την αθλητική του φόρμα, και καθόταν στο γραφείο του δίπλα από το γυμναστήριο, διαβάζοντας αθλητικές εφημερίδες. «Κύριε Μπερντ!» φώναξε ο Τόμας. «Διαβάσατε το αφιέρωμα για τη Σέλτικ; Έχει αναφορά σε όλες τις νέες μεταγραφές της ομάδας. «Ναι, Τόμας, είναι καλοδουλεμένη ομάδα και έχει προοπτικές για το πρωτάθλημα. Τι κάνει ο πατέρας σου; Είχαμε βάλει ένα στοίχημα το ο-
Θυσία στην κορυφή του ονείρου
15
ποίο έχασε. Από τότε κανένα νέο του. Α! Προτείνω να αρχίσουμε ασκήσεις σήμερα! Τι λες;» «Κύριε, καλύτερα να παίξουμε ποδόσφαιρο. Αυτό θα θέλουν και οι υπόλοιποι». « Πολύ καλά. Μάζεψέ τους στο γυμναστήριο!» συμφώνησε ο κύριος Μπερντ. Αφού μαζεύτηκαν όλοι, ακούστηκε η φωνή του κύριου Μπερντ που έπαιρνε παρουσίες. «...Κόλιν Γουέστ, Άλεξ Γκριν. Λοιπόν, νεαροί μου, θα ξεκινήσουμε με ασκήσεις κι έπειτα θα χωριστούμε σε ομάδες για ποδόσφαιρο. Τα κορίτσια μετά τις ασκήσεις θα έχουν ελεύθερη ώρα να κάνουν ό,τι θέλουν». Όταν τελείωσαν, κουρασμένοι οι πιο πολλοί, κατευθύνθηκαν στην αίθουσά τους. Μερικοί έφυγαν τελείως από το σχολείο καθώς προτίμησαν να χαρούν πιο γρήγορα το σαββατοκύριακό τους, αντί να κάνουν ιστορία την τελευταία ώρα και μέρα της εβδομάδας. Ο Τόμας, αφού άλλαξε ρούχα, έτρεξε στην αίθουσα, χαιρετώντας στον δρόμο τους συμμαθητές του που έφευγαν νωρίτερα. Η κυρία Μίλερ, καθηγήτρια ιστορίας, τους έβαλε ένα μικρό διαγώνισμα στην αρχή του μαθήματος σχετικά με τις επαναστάσεις των Σκοτσέζων κατά τη διάρκεια του μεσαίωνα. Χωρίς προβληματισμό και με μεγάλο ζήλο, ο Τόμας άρχισε να γράφει ό,τι γνώριζε για το θέμα. Όταν τελείωσε ένιωθε σπουδαία. Οι απαντήσεις του σίγουρα ήταν πολύ σωστά τεκμηριωμένες. Ο βαθμός του θα κυμαινόταν ανάμεσα στο πολύ καλά και το άριστα. Στο σχόλασμα αγόρασε έναν χυμό. Η γυμναστική τον είχε κουράσει. Έξω από το σχολείο τον περίμενε ένας έφηβος με μακριά μαύρα σγουρά μαλλιά. Ο Τόμας τον πλησίασε. «Τι κάνεις, Λούκας, φίλε μου; Πώς πήγαν τα μαθήματά σου σήμερα; Εγώ έγραψα πολύ καλά στο διαγώνισμα ιστορίας! Η κυρία Μίλερ σίγουρα θα μείνει πολύ ευχαριστημένη», πρόφερε γρήγορα ο Τόμας. «Πολύ καλά τα πήγα. Θα πας σπίτι σου τώρα; Αν όχι, θέλεις να πάμε
16
Τσουρέκης Π. Κωνσταντίνος
για καφέ στην καινούργια καφετέρια που άνοιξε απέναντι από το σπίτι μου;» ρώτησε ο Λούκας. «Λυπάμαι, Λούκας, αλλά πρέπει να γυρίσω νωρίς σπίτι. Θα φύγω...» «Θα φύγεις;» ρώτησε μια κοπέλα λίγα βήματα πίσω τους. «Ρωξάνη;» «Πώς έγραψες στο διαγώνισμα; Εγώ χάλια. Δεν θυμόμουν ούτε ονόματα ούτε ημερομηνίες. Αυτή η καθηγήτρια το μόνο που κάνει είναι να βάζει διαγωνίσματα. Δεν έχει βαρεθεί να διορθώνει;» «Έγραψα καλά! Θα περάσω το σαββατοκύριακο στο Ίβερνες. Λούκας, ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση, αλλά δεν μπορώ να έρθω. Πρέπει να μαζέψω τα πράγματά μου. Τα λέμε σύντομα. Καλό σαββατοκύριακο, Ρωξάνη», είπε ο Τόμας κι αφήνοντάς τους πίσω του, άρχισε να περπατά χαρούμενος προς το σπίτι, με τη σκέψη του στα ωραία πράγματα που τον περίμεναν.
Ταξίδι για τρεις «Μαμά! Γύρισα! Επιτέλους τελείωσα! Μαμά, πού είσαι;» φώναξε ο Τόμας. Δεν πήρε απάντηση. Δεν θα γύρισε ακόμα. Μάλλον θα χαζεύει στις βιτρίνες των μαγαζιών, όπως κάνει συνήθως, σκέφτηκε. Έτρεξε στο δωμάτιό του για να μαζέψει τα πράγματά του. Ήξερε ότι ο πατέρας του θα επέστρεφε από τη δουλειά σε δύο ώρες περίπου και θα ήθελε να είναι έτοιμοι για να φύγουν. Ο κύριος Ντέιβιντ αγαπούσε εξίσου με τον γιο του τις εκδρομές στην εξοχή. Τα παιδικά του χρόνια τα είχε περάσει στην εξοχή του Ίβερνες, κοντά στον πατέρα του. Λάτρευε τις ομορφιές της και γνώριζε πολλά από τα μυστικά της φύσης. Ο Τόμας έβγαλε από την ντουλάπα τον μεγάλο ταξιδιωτικό του σάκο και τον ακούμπησε πάνω στο κρεβάτι. Εν συνεχεία άρχισε να παρατηρεί την ντουλάπα. Σκεφτόταν ποια ρούχα θα του ήταν απαραίτη-
Θυσία στην κορυφή του ονείρου
17
τα. Έβγαλε δύο πουλόβερ. Ήξερε ότι, ακόμα και Απρίλη μήνα, η Σκωτία είναι μια από τις πιο κρύες χώρες του κόσμου λόγω της γεωγραφικής της θέσης. «Τόμας, μικρέ μου, γύρισες;» ακούστηκε η φωνή της κυρίας Ντορκ. «Μαμά, είμαι πάνω». «Ωραία! Μόλις τελειώσεις, έλα να φας το μεσημεριανό σου. Δεν πρόκειται να πάμε πουθενά, αν δεν φάτε όλοι μεσημεριανό», είπε αυστηρά η κυρία Ντορκ. «Καλά, μαμά, μη φωνάζεις! Α! Μήπως ξέρεις πού είναι ο φακός μου;» ρώτησε ο Τόμας. «Δεν τον έχω δει. Κοίτα στην ντουλάπα σου!» Ακούστηκε το κουδούνι της εξώπορτας και η κυρία Ντορκ άνοιξε την πόρτα. «Α, νάτος! Δεν ξέρω τι θα έκανα χωρίς αυτόν. Μόνο που είναι σκονισμένος. Καλύτερα να τον καθαρίσω και να του αλλάξω μπαταρίες», είπε ο Τόμας και κατέβηκε τη σκάλα κατευθυνόμενος στην κουζίνα. Καθώς προχωρούσε στο χολ άκουσε πολλές φωνές από το σαλόνι, ωστόσο προχώρησε αδιάφορα προς την κουζίνα. Ύστερα από λίγο άκουσε τη μητέρα του να τον φωνάζει στο σαλόνι. Μόλις μπήκε μέσα είδε τον Λούκας και τη Ρωξάνη. «Παιδιά; Δεν καταλαβαίνω... Σας είπα ότι θα φύγω για το τριήμερο, σωστά;» είπε ο Τόμας. «Πολύ σωστά, μικρέ μου, αυτό ακριβώς τους είπες!» παρενέβη η κυρία Ντορκ χαμογελώντας. «Μαμά, δεν καταλαβαίνω.» «Είναι ξεκάθαρο, μικρέ μου! Είδα τα παιδιά καθώς γυρνούσα σπίτι. Πολύ ευγενικά μου ευχήθηκαν καλό ταξίδι...» «...ρωτήσαμε τη μητέρα σου πού θα περάσετε το σαββατοκύριακο...», συμπλήρωσε η Ρωξάνη. «...και αποφάσισα να έρθουν και τα παιδιά μαζί μας, αν δεν σε πειράζει φυσικά», ολοκλήρωσε η μητέρα.
18
Τσουρέκης Π. Κωνσταντίνος
Χ
«Ε... όχι δενοντρές υπάρχειστάλες πρόβλημα», συμφώνησε ο Τόμας. βροχής άρχισαν να πέφτουν, « Τόμας, πάω να φέρω τα πράγματά μου», είπε Λούκας. κάνοντας τα μακριά μαλλιά του οΤόμας να κολ«Έρχομαι μαζί Έχω κι εγώτου. να μαζέψω τα δικάτου μου», είπε χαμολάνεσου. στην πλάτη Το βλέμμα καρφώγελαστά η κοπέλα ακολουθώντας τον Λούκας. θηκε σ’ ένα χρυσό νόμισμα που ξεχώριζε στο σωρό «Σετων μια ώρα να είστε πίσω! Θα ξεκινήσουμε αμέσως», ανθρώπινων οστών. Μια κόκκινη πέτραφώναξε στόλιζεπίσω τους ητο κυρία Ντορκ. κέντρο του νομίσματος. Πώς και δεν το είχαν μαζέψειέκλεισε οι αρχαιολόγοι αναρωτήθηκε, γεμάτος Μόλις η εξώπορτα ο Τόμας άρχισεκαι να ρωτάει τη πεμητέρα ριέργεια έσκυψενακαι τοκαλέσει πήρε στην του. Κοίτου πώς και αποφάσισε τους χωρίςπαλάμη να τον ρωτήσει πρώτα, ταξε έχοντας τηνΝτορκ. αίσθηση ότι κάποιος και χωρίς νατριγύρω, ρωτήσει και τον κύριο Εκείνη του εξήγησετον ότι είχε παρακολουθούσε, και άγγιξε πέ-Ο Τόεπικοινωνήσει με τον πατέρα του και δεντην είχεμικρή καμιά κόκκινη αντίρρηση. τρα· ένιωσε δυνατό πόνο ξέφυγε μια κραυμας θυμωμένος με την ανόητη, κατάκαι τη του γνώμη του, απόφαση της μηγή. Οι σταγόνες της βροχής σταμάτησαν να πέφτουν τέρας του, ανέβηκε γρήγορα στο δωμάτιό του για να μαζέψει τα τελευκαι τα πάντα γύρω του τυλίχτηκαν σε πυκνό σκοτάταία πράγματα που είχαν μείνει έξω από τον σάκο του. Είχε μόνο μια ώδι. Πού είμαι; Τι είναι αυτό το μέρος; Φοβάμαι... ρα καιρό. Καθώς μάζευε, σκεφτόταν πως τελικά η εκδρομή αυτή δεν θα ήταν και η καλύτερη. Δεν θα μπορούσε να την απολαύσει με την ησυχία του. ήταν και μαζίκαι του,οπου θα εμπόδιζαν τον δρόμο ΟΘα Τόμας, η άλλοι Ρωξάνη Λούκας βρίσκονται απόπρος τη γαλήνη και την ηρεμία. τη μια στιγμή στην άλλη στη Μέκτα, τη χώρα των Μίαονείρων. ώρα αργότερα, η κυρίακαι Ντορκ τον σύζυγό της με έΟι ιππότες τα υποδεχόταν ξωτικά παύουν να είναι να φιλίμέρος στο μάγουλο. «Πώς πήγε Ντέιβιντ;» ρώτησε η γυναίκα. της φαντασίας των τριών εφήβων και γίνονται «Πολλή δουλειά τελευταία», είπε ο ψηλός, λιγνός, γαλανομάτης μια επικίνδυνη πραγματικότητα. Πού θα οδηγήσει άνδρας. τελικά αυτό το απίστευτο ταξίδι που ξεκίνησε από απλή Ντορκ περιέργεια; καταφέρουν Ο κύριος έμοιαζεΘα πάρα πολύ με τοννα γιοεπιστρέψουν του. Ήταν ξανθός, ποτέ πίσω στη Σκωτία; πολύ ψηλός, με μουστάκι και μούσι. Είχε τα ίδια μάτια με τον γιο του. Η κυρία Ντορκ έλεγε συνέχεια στον Τόμας, πόσο θα έμοιαζε στον πατέISBN ήταν 978-960-9607-53-7 ρα του,. αν έκοβε τα μαλλιά του. Ο κύριος Ντέιβιντ ένας από τους σπουδαιότερους δικηγόρους της χώρας. Πολλές φορές μάλιστα, αναΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ο σ ετον λ ότανάγκαζαν ος λάμβανε υποθέσεις που να πηγαίνει μέχρι τα δικαστήρια του Λονδίνου. Όλοι οι συνάδελφοί του αναγνώριζαν την ικανότητά του στη δικηγορία. Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108 «Επιτέλους, πατέρα! Θα πάρουμε το τζιπ, σωστά; Πάω να φορτώσω E-MAIL: ekdoseis.ocelotos@gmail.com www. ocelotos. τις αποσκευές μου», είπεgr με λαχτάρα ο Τόμας.
Θυσία στην κορυφή του ονείρου
19
«Ναι, καλή ιδέα, μικρέ!» απάντησε ο άνδρας. «Καλέ μου, τελείωσε το μεσημεριανό σου! Δεν μας κυνηγάει κανείς. Θα φύγουμε, όταν με το καλό είμαστε έτοιμοι. Άλλωστε περιμένουμε και δυο φίλους του Τόμας. Θυμάσαι που στο είπα στο τηλέφωνο;» είπε η γυναίκα. Ο άνδρας έγνεψε καταφατικά. Ύστερα από είκοσι λεπτά όλοι είχαν καθίσει στις θέσεις τους, και ο κύριος Ντορκ έβαζε μπροστά το οικογενειακό τζιπ. Αυτό το όχημα ήταν ό,τι έπρεπε για τον δύσκολο χωματόδρομο που οδηγούσε στο απομονωμένο σπίτι του παππού Φρανκ. Μέχρι τώρα, δεν τους είχε απογοητεύσει σε καμία εκδρομή τους. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του κυρίου Ντορκ, το ταξίδι τους θα κρατούσε πέντε ώρες περίπου ως την πόλη του Ίβερνες. «Κύριε Ντορκ, το τζιπ σας είναι πολύ ευρύχωρο, άρα και δέκα ώρες να κάτσω εδώ μέσα, δεν νομίζω να κουραστώ», είπε χαρούμενα ο Λούκας. Η άποψή του αυτή φάνηκε να διαψεύδεται, μετά την τρίτη στάση που ζήτησαν τα παιδιά για να φάνε και να πάρουν καθαρό αέρα. Η Ρωξάνη φαινόταν χλωμή, πράγμα που παρακινούσε την κυρία Ντορκ να τη ρωτάει κάθε λίγο και λιγάκι αν είναι καλά. Η κοπέλα προσποιόταν ότι ένιωθε καλά για να μην ανησυχήσει τη μητέρα του Τόμας. Στην πραγματικότητα, είχε ζαλιστεί από το πολύωρο ταξίδι. Ταξιδεύοντας βόρεια προς τη Σκωτία, το τοπίο ήταν πολύ ομορφότερο από το τοπίο της νότιας Αγγλίας. Η Σκωτία ήταν καταπράσινη. Ο κύριος Ντορκ, με ένα απότομο στρίψιμο δεξιά, μπήκε σε έναν μεγάλο χωματόδρομο, αφήνοντας πίσω την εθνική οδό που ένωνε το Εδιμβούργο, το Περθ και το Ίβερνες. Το τζιπ άρχισε να τραντάζεται σε έναν διαφορετικό, γνώριμό του ρυθμό. «Έχουμε μισή ώρα ακόμα για να φτάσουμε στον προορισμό μας. Υπομονή!» είπε ο κύριος Ντορκ. Τα παιδιά όμως μάλλον δεν έδωσαν προσοχή στα λόγια του. Είχαν στρέψει τα πρόσωπά τους προς τα παράθυρα, χαζεύοντας την ομορφιά του τοπίου. Ένα μεγάλο ποτάμι τους ακολουθούσε παράλληλα στον δρόμο. Μεγάλες βελανιδιές και πυκνόφυλ-