O υφυπουργός

Page 1

140 × 210  SPINE: 5.5  FLAPS: 80

ΧΑΡΗΣ ΒΑΦΟΠΟΥΛΟΣ

ΧΑΡΗΣ ΒΑΦΟΠΟΥΛΟΣ •

Δ

ύο φίλοι ταξιδεύουν με αυτοκίνητο προς το Άγιο Όρος. Η αναζήτηση της αλήθειας είναι πιο σκληρή απ’ ό,τι φαντάζονταν. Η ανέμελη εκδρομή τους θα τελειώσει απρόσμενα. Τα εφηβικά τους όνειρα θα ξυπνήσουν με ένα εφιάλτη…

Ο υφυπουργός

Ο υφυπουργός ΝΟΥΒΕΛΑ

Ο Χάρης Βαφόπουλος γεννήθηκε στη Σαλονίκη. Ύστερα από το μυθιστόρημά του Σε δέκα χρόνια, επιστρέφει με τη νουβέλα Ο Υφυπουργός, η οποία αποτελεί τη δεύτερη απόπειρά του με τις εκδόσεις Οσελότος. e-mail: charva30@yahoo.com

ISBN 978-960-564-119-1 ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ο σ ε λ ότ ο ς

Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108 E-MAIL: ekdoseis.ocelotos@gmail.com www. ocelotos. gr

0_cover_yfipourgos.indd 1

Ε Κ ΔΟ Σ Ε Ι Σ

ο σ ε λ ότ ο ς

1/22/2014 1:06:01 PM



Ο υφυπουργός ΤΟΥ

ΧΑΡΗ ΒΑΦΟΠΟΥΛΟΥ


Τιτλος O υφυπουργός Συγγραφέας Χάρης Βαφόπουλος Σειρα Ελληνική λογοτεχνία Διορθωσεισ - Επιmελεια Δημήτρης Καραναστάσης Copyright© 2013 Χάρης Βαφόπουλος Πρώτη Εκδοση Αθήνα, Δεκέμβριος 2013 ISBN 978-960-564-119-1 Η γενική επιμέλεια της έκδοσης έγινε από τις εκδόσεις οσελότος

Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, (Ν. 2121/1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) καθώς και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα.

Ε Κ ΔΟ Σ Ε Ι Σ

ο σ ε λ ότ ο ς

Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108 E–MAIL: ekdoseis.ocelotos@gmail.com www. ocelotos. gr


Στη φιλόλογό μου, Πολύμνια Ιντζέ

Blowin’ In The Wind Yes, how many years can some people exist Before they’re allowed to be free? Yes, how many times can a man turn his head Pretending he just doesn’t see? The answer my friend is blowin’ in the wind Robert Allen Zimmerman



Ο υ φ υ πο υ ρ γ ό ς

Τ

ο τηλέφωνο πάνω στο γραφείο χτυπούσε εκκωφαντικά. Ο άνδρας το κοιτούσε χωρίς να αντιδρά, μονάχα έστυβε τις σκέψεις, να καθαρίσουν ήθελε, σαν ρούχο βρόμικο. Το κουδούνισμα βαρέθηκε, σιώπησε ο χώρος. Η ταμπέλα πάνω στο ξύλινο καλογυαλισμένο γραφείο του έγραφε με χρυσά γράμματα: «ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΑΡΓΥΡΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ». Την κοίταξε με αποστροφή και έπιασε το πακέτο με τα τσιγάρα. Ήταν σαράντα τριών ετών, έδειχνε όμως κάπου πέντε χρόνια νεότερος, αν και τα μαλλιά του είχαν αρχίσει ν’ αραιώνουν στο μέτωπο. Έδινε δικαιολογίες στον εαυτό του –φταίει το άγχος, τα χρόνια σίγουρα– όμως δεν ήταν αυτό που του έτρωγε τη χαρά της κάθε μέρας. Βασανιζόταν πάντα, και τελευταία ακόμα πιο πολύ. Η ανέλιξή του στο κόμμα ήταν περιπετειώδης. Δεν πίστευε ότι θα αθετούσε τις αξίες που πήρε από την οικογένειά του. Και οι δυο γονείς του ήταν εκπαιδευτικοί. Χρωμάτισαν τη ζωή του με ιδεώδη, που αν και κάποιες φορές αναίρεσε, έπειτα τα βρήκε να ορθώνονται μπροστά του, θυμίζοντάς του πως η καρδιά είναι το μόνο εμπόδιο που δεν υπερνικάται. Όταν πλέον είχε χάσει και τους δύο, τότε εκτίμησε πιο πολύ τους αγώνες τους για δικαιοσύνη. Πίστευε πως η θέση που κατείχε στην κυβέρνηση θα βοηθούσε να πραγματοποιηθούν κάποια από τα οράματά τους. Να δείξει νοερά πως δεν ήταν αντιδραστικός στα γοητευτικά όνειρά τους. Ήθελε να τους ευχαριστήσει για την πληρότητα του χαρακτήρα του. Του έλειπαν αυτοί οι βοηθοί της ψυχής του. Ήταν το εικονοστάσι απ’ το οποίο 5


Χ ά ρ η ς Β α φ ό πο υλ ο ς

έπαιρνε δύναμη για να παλέψει την παραπαίουσα κοινωνία. Χρειαζόταν χρόνο, μόνο την ανυπομονησία φοβόταν, νόμιζε πως δεν θα τα κατάφερνε. Άλλες φορές κάκιζε τη νεανική του φιλοδοξία, τον ναρκισσισμό που οδηγεί σε αποφάσεις μακριά από τους κτύπους της καρδιάς. Ήθελε χρόνια για να θυμηθεί πάλι το μονοπάτι της εφηβείας του. Ίσως δεν έπρεπε να επιστρέψει τότε που το κόμμα τον φώναξε πίσω για να στηρίξει την προσπάθειά του με την ικανότητά του να πείθει, εκείνους τους μικρούς επαναστάτες που κατόπιν θα γίνονταν οι δυνάστες του τόπου τους. Όμως όλα αυτά είχαν πια περάσει, έπρεπε να διορθώσει όσα δεν πρόλαβε τότε, είχε την ευκαιρία να μπει ξανά στον σωστό δρόμο. Ο Αργύρης ποτέ δεν ξέχασε τον σκοπό του όλα αυτά τα χρόνια. Αναζητούσε αφορμές να αγγίξει τα ιδεατά όνειρα του. Η ζωή του ήταν μια διαρκής άσκηση ετοιμότητας. Ποτέ δεν μόνοιασε με τον εφηβικό εαυτό του. Σε λίγες μέρες θα έφευγε για τις μονές του Αγίου Όρους. Σε αυτό το ταξίδι ήθελε να ξεδιαλύνει τους πόθους του, να μπει στον αληθινό κόσμο, να παλέψει με όλους εκείνους τους απαθείς που μισούσε. Ήθελε εκείνοι οι μοναχικοί άνθρωποι να του πουν αν ήταν σωστό να μισεί, δεν έφτανε η δική του καρδιά για να αποφασίσει. Θα άκουγε την όποια συμβουλή και θα μελετούσε εκείνος την αξία της. Έπρεπε να διαλέξει το σωστό. Ήθελε να ενώσει το πραγματικό με το ουράνιο, να πιστέψει πως μπορούν να σμίξουν οι ιδέες με τις πράξεις. Η καρδιά του αναζητούσε ήρεμους κτύπους, να νιώσει ευτυχισμένος όπως όταν ήταν μικρός. Άνοιξε τη μπαλκονόπορτα, βγήκε στον έναστρο ουρανό να πάρει δύναμη και φως από τους εκατομμύρια ήλιους που γέμιζαν πνοή τους ανθρώπους. Εκείνη και το παιδί κοιμούνταν ήδη. Αν και είχε ψύχρα, κάθισε στην πολυθρόνα και άφησε τη σκέψη του να περιηγηθεί σε παλιούς έρωτες, ξεδιάντροπα ξενύχτια, ημέρες από φιλοδοξίες που έκλεινε καλά με τα κουμπιά από το ακριβό του σακάκι. Τώρα το είχε ξεκουμπώσει, φορούσε πιζάμες και έπινε ένα ου6


Ο υ φ υ πο υ ρ γ ό ς

ίσκι με αργές κινήσεις. Ένα αστέρι του έκλεισε το μάτι. Έφερε το ποτήρι στα χείλη και χαμογέλασε με ευχαρίστηση. Ο ύπνος θα τον έσωζε από πολλές λάθος απαντήσεις που θα έδινε αυτή τη στιγμή. Οι μέρες πλησίαζαν, οι μαυροφορεμένοι θα βοηθούσαν να γιάνει τη λαβωμένη μνήμη του. Μπήκε στο εσωτερικό του σπιτιού αθόρυβα, αν και ένιωθε το κεφάλι του να κουδουνίζει σαν ξυπνητήρι. Ήθελε από καιρό να το κάνει αυτό το ταξίδι. Ήλπιζε σε εκείνον τον γλυκό τόπο να πάρει τις απαντήσεις που το άγχος του έκρυβε. Ο πιο σημαντικός του φίλος είχε κανονίσει όλες τις διαδικασίες, παρόλο που ήταν ευκολότερο, λόγω της ιδιό­ τητάς του, να ακολουθήσει την οδό των απλών ανθρώπων. Η γυναίκα του, βέβαια, απόρησε με την απόφασή του, αλλά στο τέλος δικαιολόγησε τον σκληρά εργαζόμενο σύζυγό της. Είχε αναλάβει μια δύσκολη θέση εδώ και οκτώ μήνες. Οι εποχές δεν άντεχαν ημίμετρα, η κριτική των πολιτών είχε σκληρύνει μετά και τα αλλεπάλληλα σκληρά μέτρα που φόρτωσε η τωρινή κυβέρνηση πάνω στους ήδη γυρτούς ώμους τους. Το ταξίδι με το παλιό αυτοκίνητο του συμμαθητή του θα ήταν επίπονο, αλλά και μια πρόκληση στην χρόνια τώρα μαλθακή ζωή του. Το έβλεπε σαν μια περιπέτεια των εφηβικών του χρόνων. Γέμισε ένα σακβουαγιάζ με λιγοστά ρούχα και ένα τζιν μπουφάν, ήπιε έναν καφέ με τη γυναίκα του –την κόρη του την αποχαιρέτισε νωρίτερα καθώς έφευγε για το σχολείο– και περίμενε τον αεικίνητο φίλο του να έρθει από στιγμή σε στιγμή. Τα γρήγορα πόδια του Ευτύχη δεν τον οδήγησαν ποτέ στα μέρη της αγάπης και της ηρεμίας. Αν και κάποιες γυναίκες έδειξαν ενδιαφέρον γι’ αυτόν, σύντομα προτίμησαν ένα νωθρό και κοινωνικό άτομο για να συνεχίσουν την επίπεδη ζωή τους. Το θυροτηλέφωνο διέκοψε τη νηφάλια κουβέντα των δύο συντρόφων. «Αυτός είναι! Να πηγαίνω… Να προσέχεις το παιδί». Της έδωσε ένα παρατεταμένο φιλί στο στόμα. Την αγα7


Χ ά ρ η ς Β α φ ό πο υλ ο ς

πούσε όπως και δεκαπέντε χρόνια πριν. Τον εαυτό του μόνο κάκιζε χωρίς δισταγμό. Άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού με ένα συριστικό τρίξιμο, πέταξε τον μικρό σάκο στο πίσω κάθισμα και άνοιξε ένα χαμόγελο στον Ευτύχη. «Καλώς τον φιλαράκο!» «Ξεκίνα με χίλια, πάμε να σώσουμε τις ψυχές μας!» Ανάμεσα σε αυτούς που θα έβρισκε εκεί, υπήρχαν κάποιοι που έκαναν παρέα με τον Θεό. Όλο και κάποιο νέο θα είχαν να του πουν για τον παράδεισο. Για την κόλαση γνώριζε πολλά από μόνος του. Τα σκληρά παιδιά του ροκ κάλυπταν με τις κιθάρες τούς γκρινιάρικους θορύβους του αυτοκινήτου. Ο Ευτύχης μετά την πρώτη του κουβέντα είχε σιγήσει για αρκετή ώρα. Ήταν προσηλωμένος στη φρενιαστική κίνηση της πόλης, του έδινε μόνο κοφτές λέξεις για απαντήσεις. Ο Αργύρης είχε ήδη γεμίσει καπνούς το αυτοκίνητο. Η γυναίκα του δεν επέτρεπε την πολλή χρήση νικοτίνης· τον αγαπούσε, δεν ήθελε να τον χάσει γρήγορα από κοντά της. «Μόλις βγούμε από αυτή τη ζούγκλα, σταματάμε για καφέ και πρωινό». «Κερνάω εγώ, αυτό το ταξίδι είναι δικό μου». Ο Ευτύχης ήξερε τη μεγαλοσύνη του φίλου του. «Πόσο ταραγμένη θάλασσα ήταν μικρός και πόσο απίστευτα ήρεμος κατέληξε τα τελευταία χρόνια» σκέφτηκε. Αναζήτησε με τη μνήμη του τις εικόνες του παρελθόντος, που φάνταζε μια αιωνιότητα. «Έχουμε πολύ δρόμο» τον διέκοψε, «αλλά αφού πάμε μαζί, τίποτα δε με χαλάει, παλιόφιλε!» «Ναι, Αργύρη, δεν μας βιάζει κανείς, ας αφήσουμε πίσω αυτό το παλιοντουμάνι. Εκεί που πάμε, τα πνευμόνια σου θα σε ευχαριστούν για χρόνια». Γέλασαν με την κατάληξη της κουβέντας του Ευτύχη. Σε λίγο θα έκαναν στάση για καφέ και προμήθειες. 8


Ο υ φ υ πο υ ρ γ ό ς

Η πορεία προς τον βορρά θα κρατούσε πολλές ώρες, και με αυτό το «σχεδόν» αυτοκίνητο, κάπου εννιά με δέκα. Θα είχαν πολλά να θυμηθούν, όχι πως δεν τα έλεγαν συχνά-πυκνά, απλά τώρα θα διέθεταν και τον άπλετο χρόνο. Ειδικά ο Αργύρης που ήταν «πνιγμένος» τους τελευταίους μήνες. Το αυτοκίνητο χρειαζόταν πιο πολύ από τους δύο επιβαίνοντες μια στάση. Αφού έδωσε στον Αργύρη την παραγγελία, ο Ευτύχης το οδήγησε στο βενζινάδικο για να βάλει καύσιμα και να τσεκάρει νερό και λάδια. Πρώτη φορά θα έκανε μια τόσο μεγάλη διαδρομή μ’ αυτό το αυτοκίνητο, που το είχε ήδη είκοσι χρόνια, και εκτός αυτού ήταν κακοσυντηρημένο – πού να βρει τα χρήματα άλλωστε. Ο Αργύρης επέστρεφε μασουλώντας ένα κομμάτι χωριάτικη χορτόπιτα, χαμογελαστός, αντίθετα με τον φίλο του που φαινόταν ελαφρώς απελπισμένος. «Πιστεύω το ρημάδι να μας πάει στο βορρά, έπειτα θα έχουμε κατηφόρα!» χαμογέλασε με τα καπνισμένα δόντια του. «Στην επιστροφή θα έχουμε και καμιά χιλιάδα ευλογίες» αστειεύτηκε άκομψα ο Αργύρης. «Πάρε τώρα να φας» του πρότεινε το πρωινό κολατσιό του. «Να ’σαι καλά, αρχηγέ, θα γεμίσει λίγο το στομάχι μου αυτές τις μέρες». Ο ήλιος κάθισε πάνω από τη σκοτεινή μεγαλούπολη που είχαν αφήσει εδώ και σαράντα λεπτά. «Κύριε υπουργέ, φύγαμε!» «Υφ… είπαμε!» γέλασε ο Αργύρης. Έκλεισαν τις πόρτες όσο πιο ευγενικά μπορούσαν και άδειασαν τη θέση του πάρκινγκ. Τα έργα στην εθνική οδό είχαν ολοκληρωθεί επιτέλους, κι έτσι η ταλαιπωρία τους θα ήταν μικρότερη. Αυτό ήλπιζαν, όμως ποτέ δεν ξέρεις τι σου επιφυλάσσει η κάθε στιγμή. Οι μεγάλες ευθείες έδιναν την ευχέρεια μεγάλων διερευνήσεων σε θέματα που τους έκαιγαν από την αρχή της ώριμης σκέψης τους. Ο ήλιος στα δεξιά τους καθρεφτιζόταν πάνω στο Αιγαίο. «Πόσον καιρό είχα να δω μια τέτοια 9


Χ ά ρ η ς Β α φ ό πο υλ ο ς

εικόνα;» διερωτήθηκε ο Αργύρης. «Αυτή είναι η πατρίδα μας!» αναστέναξε ο Ευτύχης. «Μόνο που δεν μας αφήνουν να τη χαρούμε· κι εσύ το ξέρεις καλύτερα νομίζω…» «Ξέρω, ξέρω…» Τα οχήματα είναι τα ψυχιατρικά γραφεία των ανθρώπων. Μέσα τους ξεσπούν σε μοναχικά γέλια, δάκρυα, τραγούδια και φαντασιώσεις. Ο Ευτύχης το ήξερε καλά αυτό. Ο Αργύρης δεν είχε ποτέ αυτή την ευκαιρία καθώς ένιωθε πάντα καρφωμένα πάνω του τα μάτια του σοφέρ. Πώς, αλήθεια, είχε υποχωρήσει τόσο η εφηβική του τρέλα; Η μουσική του ραδιοφώνου έδινε σπρωξιές στην κουρασμένη μνήμη τους. «Κανόνισες να συναντήσουμε εκείνον τον άγιο που είχες γνωρίσει;» ρώτησε ο Αργύρης. «Άσε, θα πάθεις την πλάκα σου με το τι μπορεί να ξέρει κάποιος που έχει να δει τον κόσμο από τότε που έβγαλε τρίχες στο πιγούνι του!» «Πιστεύω τα λόγια σου, φίλε μου. Ανυπομονώ να φτάσουμε σ’ εκείνο το ιερό βουνό. Λένε πως από την αρχαιότητα λατρευόταν». «Το ξέρω» τον διέκοψε ο Ευτύχης. Τι θα γλίτωνε άραγε από το μπερδεμένο γλυκό μυαλό του; Είχε απαλότερες έγνοιες από τον Αργύρη και περισσότερο χρόνο να απλώσει τις γνώσεις σαν γεύμα πάνω στο τραπέζι. Το αυτοκίνητο ρουθούνισε βαριά. «Αγκομαχάει!» είπε ο Αργύρης. «Του ’δωσες καμιά ασπιρίνη;» είπε για να βγάλει λίγο γέλιο από τον σχεδόν λυπημένο παιδικό του φίλο. Το στόμα του άνοιξε ένα μικρό χαμόγελο, μετά μίλησε. «Έχει γερή κράση, σαν κι εμένα. Δεν του δίνω τίποτα, μόνο τ’ απαραίτητα». «Σου άρεσε ο καφές;» «Ναι, αρχηγέ, φτάνει που είναι μαύρος» γέλασε ο Ευτύχης. «Όλα είναι ωραία μέσα σε αυτό το κλουβί με ρόδες. Σημασία έχει η χαλαρότητα» είπε ο Αργύρης. 10


Ο υ φ υ πο υ ρ γ ό ς

«Αυτό έχει αξία, να νιώθεις άνετα. Όπως όταν είσαι στην τουαλέτα σου» γέλασε ξανά με το χοντρό του αστείο. Επιτέλους το ταξίδι άνοιγε πανιά. «Πάρε ένα τσιγάρο απ’ τα δικά μου» πρότεινε ο Αργύρης. «Θα κακομάθω, φίλε, και η ληστεία τραπεζών είναι ζόρικο πράμα». «Έλα, ρε συ, πάρε! Κι αν κακομάθεις, να μου λες να σου φέρνω κούτες». «Ε, τότε δώσ’ το μου». Το πήρε και το ’χωσε στα δόντια του. Φύσηξε μια μεγάλη ποσότητα καπνού. «Αυτή είναι ζωή. Άρχισε να γράφεις παραγγελίες» είπε και γέλασε με την καρδιά του. «Άντε, ρε Ευτύχη, τώρα σ’ αναγνωρίζω». Μια πινακίδα στον δρόμο ανήγγειλε τη χιλιομετρική απόσταση προς Θεσσαλονίκη. Τετρακόσια δέκα χιλιόμετρα! «Πώς πάνε οι γκόμενες;» ρώτησε ο Αργύρης για να πιάσουν καμιά αντρική συζήτηση, καθότι ο φίλος του δεν ασχολιόταν με τα ποδόσφαιρα. Ο Ευτύχης τον αγριοκοίταξε τάχα, και άρχισε να διηγείται μια μικρή ιστορία αγάπης. «Η Ίνα», ξεκίνησε, «κατέχει το 90% των δικών μου “θέλω,” νιώθω φυλακισμένος στο κορμί της, είναι η πιο ευχάριστη φυλακή. Δε με νοιάζει η καθαριότητα, το φαγητό της, απλά υπακούω στις διαταγές της. Είναι ζεστά μέσα στο ψυχρό περιβάλλον της. Τουλάχιστον έχω κάποιον να με προσέχει, έστω και μ’ αυτόν τον τρόπο… Δε με νοιάζουν οι ελευθερίες μαζί της. Την αγαπώ όπως και να μου φέρεται. Μια ζωή με χρησιμοποιούσαν, αυτή τη φορά το χαίρομαι κιόλας. Το θέμα είναι πως χάρη σ’ εκείνη άρχισα πάλι να αγωνίζομαι πιο έντονα. Απέκτησα αφορμή να νιώσω πως προσφέρω κάτι σε αυτόν τον αργοκίνητο συρφετό, τον καταδικασμένο σε ευκολίες και λήθη». «Ουάου! Ερωτευμένο σε βρίσκω, φίλε, τη θαυμάζεις αυτή την “κλωστή”» έπαιξε με την ερμηνεία του ονόματός της στη δημοτική. 11


140 × 210  SPINE: 5.5  FLAPS: 80

ΧΑΡΗΣ ΒΑΦΟΠΟΥΛΟΣ

ΧΑΡΗΣ ΒΑΦΟΠΟΥΛΟΣ •

Δ

ύο φίλοι ταξιδεύουν με αυτοκίνητο προς το Άγιο Όρος. Η αναζήτηση της αλήθειας είναι πιο σκληρή απ’ ό,τι φαντάζονταν. Η ανέμελη εκδρομή τους θα τελειώσει απρόσμενα. Τα εφηβικά τους όνειρα θα ξυπνήσουν με ένα εφιάλτη…

Ο υφυπουργός

Ο υφυπουργός ΝΟΥΒΕΛΑ

Ο Χάρης Βαφόπουλος γεννήθηκε στη Σαλονίκη. Ύστερα από το μυθιστόρημά του Σε δέκα χρόνια, επιστρέφει με τη νουβέλα Ο Υφυπουργός, η οποία αποτελεί τη δεύτερη απόπειρά του με τις εκδόσεις Οσελότος. e-mail: charva30@yahoo.com

ISBN 978-960-564-119-1 ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ο σ ε λ ότ ο ς

Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108 E-MAIL: ekdoseis.ocelotos@gmail.com www. ocelotos. gr

0_cover_yfipourgos.indd 1

Ε Κ ΔΟ Σ Ε Ι Σ

ο σ ε λ ότ ο ς

1/22/2014 1:06:01 PM


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.