Οδηγός ανίχνευσης παιδικής κακοποίησης για τον εκπαιδευτικό. Πέρττουλα Μαρία Νηπιαγωγός ΠΕ60, perttoula@sch.gr
Περίληψη Κάθε χρόνο χιλιάδες παιδιά σε όλο τον κόσμο γίνονται θύματα ή μάρτυρες σωματικής, συναισθηματικής ή σεξουαλικής κακοποίησης. Η παιδική κακοποίηση αποτελεί ένα διαχρονικό και οικουμενικό φαινόμενο, με σοβαρές ψυχοκοινωνικές συνέπειες στα παιδιά. Παρ’ όλα ταύτα, σημαντικό πεδίο δράσης έχει αποτελέσει το κίνημα αγωγής και προαγωγής υγείας σε παγκόσμιο επίπεδο, το οποίο στηρίζει και ενδυναμώνει τα δικαιώματα του παιδιού. Το πρόβλημα της παιδικής κακοποίησης δεν είναι ιδιωτική ή οικογενειακή υπόθεση. Αντιθέτως, σήμερα θεωρείται ποινικό αδίκημα και παραβίαση ελληνικού και διεθνούς δικαίου. Η παρούσα εργασία βασίζεται στην βιβλιογραφική ανασκόπηση
ερευνών και επεξεργασία διαφόρων πληροφοριών έχοντας ως στόχο να ευαισθητοποιήσει τον εκπαιδευτικό σε θέματα παιδικής κακοποίησης και να τονίζει τον καθοριστικό του ρόλο στην ανίχνευση περιστατικών κακοποίησης παιδιών και στη λήψη μέτρων για την προστασία τους. Λέξεις κλειδιά: : παιδική κακοποίηση, εκπαιδευτικός, ανθρώπινα δικαιώματα.
Εισαγωγή Ο δράστης της παιδικής κακοποίησης μπορεί να είναι γονέας ή άλλο πρόσωπο φροντίδας, άλλος μέλος της οικογένειας, συγγενής, φιλικό ή άγνωστο πρόσωπο προς το παιδί. Όμως, η παιδική κακοποίηση δεν θεωρείται σήμερα ιδιωτική ή οικογενειακή υπόθεση ή ως θεμιτό μέσο σωφρονισμού, όπως θεωρούνταν παλιότερα. Αντιθέτως, σήμερα συνιστά ποινικό αδίκημα και παραβίαση ελληνικού και διεθνούς δικαίου. (Γυφτοπούλου, A., Κυριάκου, Κ., Σταμάτη, Δ., & Νικολαΐδου, Γ. 2015). «Το 1989, η παγκόσμια κοινότητα υποσχέθηκε σε όλα τα παιδιά τα ίδια δικαιώματα, με την υιοθέτηση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Αυτά τα
δικαιώματα βασίζονται στην αδιαπραγμάτευτη ανάγκη που έχει κάθε παιδί να επιβιώσει και να ενηλικιωθεί αναπτύσσοντας πλήρως τις δυνατότητές του. Σύμφωνα με τη Σύμβαση κάθε παιδί έχει το δικαίωμα σε μια παιδική ηλικία, στη μόρφωση, στην υγεία, σε δίκαιη μεταχείριση και να ακούγεται η φωνή του.» (CSRindex, (2018). Δυστυχώς, αυτά τα δικαιώματα καταπατώνται κάθε μέρα σε όλο τον κόσμο. Η φυσική αδυναμία του παιδιού το καθιστά να είναι το εύκολο θύμα των μεγάλων για βία, κακομεταχείριση και παραμέληση. Επιπλέον, με τη δήλωση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (1999) η παιδική κακοποίηση αναγνωρίστηκε «ως μείζον πρόβλημα» για τη δημόσια υγεία. (Γυφτοπούλου, A., Κυριάκου, Κ., Σταμάτη, Δ., & Νικολαΐδου, Γ. 2015). Κατά συνέπεια, η Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού και οι δηλώσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας θέτουν νέες βάσεις για την προστασία και την ευημερία του παιδιού στα πλαίσια της οικογένειας και της ευρύτερης κοινωνίας. (Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, Νόμος 2101/1992).
1
Το φαινόμενο της παιδικής κακοποίησης
1.1 Παιδική κακοποίηση και μορφές Η παιδική κακοποίηση ορίζεται ως: «όλες οι μορφές σωματικής, συναισθηματικής, σεξουαλικής κακοποίησης, παραμέλησης ή αμελούς διαπαιδαγώγησης ή εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης που γίνονται στα πλαίσια κάποιας σχέσης ευθύνης, εμπιστοσύνης ή δύναμης με το παιδί, με αποτέλεσμα την πραγματική ή δυνητική βλάβη στην υγεία του παιδιού, στην επιβίωση, στην ανάπτυξη ή στην αξιοπρέπειά του» (WHO, 1999). 1.2. Σωματική κακοποίηση Η σωματική βία περιλαμβάνει πρακτικές όπως τα χτυπήματα, χαστούκια, σπρώξιμο, τράβηγμα (αυτιού, μαλλιών κλπ.), τις κλωτσιές, το ταρακούνημα, το δάγκωμα, το στραγγαλισμό, το κάψιμο, τη δηλητηρίαση, την πρόκληση ασφυξίας ή οποία ασκείται σε βάρος του παιδιού ως τιμωρία με σκοπό τον σωφρονισμό ή τον έλεγχο της συμπεριφοράς του. Συχνά η σωματική κακοποίηση ξεκινά ως σωματική τιμωρία και στη συνέχεια ο θύτης χάνει τον έλεγχο (Strauss, M. A. & Yodanis, C. L. 1994). Επιπλέον, σύμφωνα με την Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής το πρόβλημα με τη χρήση της σωματικής τιμωρίας
είναι ότι, αν οι τιμωρίες θέλουν να διατηρούν την αποτελεσματικότητά τους, η απαιτούμενη δύναμη που χρησιμοποιείται πρέπει να αυξάνεται διαδοχικά. Παρόλο που τα παιδιά δεν είναι υπεύθυνα για την κακοποίηση που υφίστανται, υπάρχουν ορισμένα χαρακτηριστικά, τα οποία αυξάνουν την πιθανότητα κακοποίησης, π.χ. σωματική/νοητική αναπηρία, ανυπακοή, τα «δύσκολα - παιδιά», εκρήξεις θυμού, παιδιά με υπερκινητικότητα, παρορμητικότητα, και αντιδραστική συμπεριφορά, (Γυφτοπούλου, A., Κυριάκου, Κ., Σταμάτη, Δ., & Νικολαΐδου, Γ. 2015). 1.3.Παραμέληση Η παραμέληση ορίζεται ως: «θεωρούμε ένα παιδί ή έναν έφηβο κάτω των 18 ετών, του οποίου η σωματική, νοητική και συναισθηματική κατάσταση έχει υποστεί βλάβη ή διατρέχει κίνδυνο να υποστεί βλάβη, ως αποτέλεσμα της αποτυχίας του νόμιμου προστάτη να εξασφαλίσει στο παιδί επαρκές φαγητό, ρουχισμό, στέγη, μόρφωση ή ιατρική περίθαλψη. Παραμέληση επίσης υφίσταται όταν ο νόμιμος προστάτης αποτυγχάνει να παρέχει επαρκή εποπτεία, θέτοντας το παιδί σε κίνδυνο, συμπεριλαμβανομένης και της περίπτωσης που ο ίδιος κάνει χρήση ουσιών.» (World Health Organisation, 2008, Χαριτοπούλου, Α. (2011). Η παραμέληση μπορεί να συμβαίνει σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Ειδικότερες μορφές της είναι: η ιατρική, εκπαιδευτική, συναισθηματική παραμέληση και η ανεπαρκής ανάπτυξη μη οργανικής αιτιολογίας. (Γυφτοπούλου, A., Κυριάκου, Κ., Σταμάτη, Δ., & Νικολαΐδου, Γ. (2015) 1.4.Συναισθηματική και ψυχολογική κακοποίηση Συναισθηματική κακοποίηση θεωρείται κάθε πράξη προερχόμενη από άτομο υπεύθυνο για τη φροντίδα του παιδιού, η οποία μπορεί να προκαλέσει κάθε είδους συναισθηματική στέρηση ή τραύμα (Broadbent & Bentley, 1997). Πρόκειται για ένα επαναλαμβανόμενο μοντέλο συμπεριφοράς από την πλευρά των γονιών. Είναι ο τύπος λεκτικής ή πρακτικής συμπεριφοράς που θέτει την ψυχοσυναισθηματική κατάσταση του παιδιού σε κίνδυνο. (Χαριτοπούλου, Α. (2011). Μορφές συναισθηματικής κακοποίησης αποτελούν (Field, T & Winterfeld, A. 2003): οι φωνές και οι κραυγές, οι χαρακτηρισμοί όπως «είσαι ηλίθιος/α», «είσαι κακό παιδί», η σύγκριση των παιδιών με άλλα παιδιά, όπως: «δεν αξίζεις τίποτε», «ο ξάδελφος σου πάει καλύτερα από σένα» κ.λπ., η έλλειψη στοργής, αγάπης και εκδηλώσεων τρυφερότητας, η
δημιουργία ενοχών: «θα με κάνεις να πεθάνω», «εσύ φταις για όλα» κλπ., η ταπείνωση του παιδιού: «είσαι για πέταμα», «τι ήθελα και έκανα ένα παιδί σαν και σένα», οι απειλές εγκατάλειψης ή βίας «θα φύγω και θα σε παρατήσω», «θα σε κλείσω σε ίδρυμα», «θα σου σπάσω τα κόκκαλα» κ.λπ. Οι ακραίες μορφές τιμωρίας είναι π.χ. στέρηση φαγητού, νερού, κλείδωμα σε σκοτεινούς χώρους, κλπ. Μια ειδική μορφή ψυχολογικής - συναισθηματικής κακοποίησης είναι το σύνδρομο του αμέτοχου θεατή (ορίζεται η έκθεση του παιδιού για μακρύ χρονικό διάστημα σε διάφορες μορφές ενδοοικογενειακής βίας χωρίς το ίδιο να υφίσταται σωματικές κακώσεις). (Γυφτοπούλου, A., Κυριάκου, Κ., Σταμάτη, Δ., & Νικολαΐδου, Γ. 2015). 1.5.Σεξουαλική κακοποίηση «Σεξουαλική κακοποίηση είναι οποιουδήποτε τύπου επαφή ενός ενήλικου με ένα παιδί, με στόχο τη σεξουαλική ικανοποίηση του ενηλίκου, ο οποίος έχει σε κάθε περίπτωση την αποκλειστική ευθύνη μιας τέτοιας πράξης. Ο παιδόφιλος μπορεί να είναι οποιοσδήποτε, νέος ή ηλικιωμένος, πλούσιος ή φτωχός, μορφωμένος ή αγράμματος, άνεργος ή επιτυχημένος επαγγελματίας, οποιουδήποτε φύλου, εθνικότητας, χρώματος ή κοινωνικής τάξης. Μπορεί να είναι ο δάσκαλος, ο προπονητής, ο γείτονας, ο θείος, ο πατριός, ένας γονέας, ή κάποιο άλλο άτομο «υπεράνω πάσης υποψίας». Συχνά είναι αξιοσέβαστο και γνωστό μέλος της εκάστοτε τοπικής κοινωνίας. Συνήθως ανήκει στο περιβάλλον του παιδιού ή και της οικογένειας.» Πολλές φορές συμβαίνει να έχει κακοποιηθεί σεξουαλικά και ο ίδιος ως παιδί και τα θύματά του είναι της ίδιας περίπου ηλικίας που είχε αυτός όταν κακοποιήθηκε. (Σταματογιάννης, Ν. n.d.) Οικογένειες υψηλού κινδύνου για ενδοοικογενειακή κακοποίηση : π.χ. μονογονεϊκές οικογένειες, παιδιά με φτωχές σχέσεις με γονείς, παρουσία θετού πατέρα στο σπίτι, απουσία μητέρας από το σπίτι λόγω εργασίας, ασθένειας ή ανικανότητας, παρουσία στο σπίτι ατόμου με ιστορικό σεξουαλικού εγκλήματος ή παρεκκλίνουσας σεξουαλικής συμπεριφοράς, αλκοολισμός-χρήση ουσιών, προβλήματα ψυχικής υγείας. (Γυφτοπούλου, A., Κυριάκου, Κ., Σταμάτη, Δ., & Νικολαΐδου, Γ. 2015). Άμεσα ανησυχητικά σημάδια ότι ένα παιδί κακοποιείται σεξουαλικά: ακατάλληλη σεξουαλική δραστηριότητα με παιχνίδια ή αντικείμενα, εφιάλτες, προβλήματα ύπνου, ενούρηση τη νύχτα, απόσυρση ή έντονη προσκόλληση σε κάποιον ενήλικα, ασυνήθιστη μυστικοπάθεια, ξαφνικές απρόσμενες αλλαγές στη διάθεση και την προσωπικότητα, ανεξήγητο φόβο τοποθεσιών ή ατόμων, απώλεια όρεξης ή ξαφνικές αλλαγές στις διατροφικές
συνήθειες, κατοχή νέων ενήλικων λέξεων για μέρη του σώματος, ως και να μιλάει για ένα καινούριο μεγαλύτερο φίλο, να παρουσιάζει αδικαιολόγητα δώρα ή χρήματα, προς δε να έχουμε αυτό-τραυματισμούς στους εφήβους και αδικαιολόγητη ευαισθησία, πόνο ή μώλωπες στη στοματική ή γεννητική περιοχή. (Χαριτοπούλου, Α. (2011). Ο ρόλος του εκπαιδευτικού στην ανίχνευση περιστατικών κακοποίησης και
2
παραμέλησης παιδιών
2.1
Υποψία κακοποίησης – παραμέλησης
Το παιδί έχει σημάδια (ιδιαίτερα όταν αυτές εμφανίζονται μετά από απουσία του παιδιού από το σχολείο) που έχουν ένα ορισμένο σχήμα (π.χ. δάγκωμα) ή μοιάζουν να έχουν προκληθεί από χέρι ή αντικείμενο (π.χ. ραβδί), γδαρσίματα ή μελανιές, για τα οποία δεν υπάρχει καμία εξήγηση ή η εξήγηση δεν ταιριάζει με τα τραύματα ή η ιστορία αλλάζει συνεχώς, μελανιές σε ασυνήθιστα μέρη του σώματος όπως πίσω από τα αφτιά, αφρόντιστα τραύματα. Το παιδί μπορεί να ασθενεί πολύ συχνά, να έχει συχνή πείνα (π.χ. να κλέβει φαγητό), βρομιά και δυσοσμία, κακή υγιεινή των δοντιών, άπλυτα, αχτένιστα μαλλιά, να φορά ρούχα σκισμένα ή βρώμικα, να παρουσιάζει ξαφνικές αλλαγές στη σχολική επίδοση ή να απουσιάζει συχνά από το σχολείο, να αποφεύγει το μάθημα της γυμναστικής, να πηγαίνει στο σχολείο νωρίς ή μένει έως αργά μετά το σχόλασμα. Παράλληλα, το παιδί μπορεί π.χ. ν’ αντιμετωπίζει μαθησιακά προβλήματα, τα οποία δεν αποδίδονται σε ειδική μαθησιακή δυσκολία ή συγκεκριμένα ψυχολογικά ή σωματικά αίτια, να έχει πτωχές διαπροσωπικές σχέσεις με συνομήλικους του, να είναι θύμα εκφοβισμού ή να εκφοβίζει τα άλλα παιδιά ή/και να έχει παραβατική–επιθετική συμπεριφορά. (Γυφτοπούλου, A., Κυριάκου, Κ., Σταμάτη, Δ., & Νικολαΐδου, Γ. 2015, Χαριτοπούλου, Α. 2011). Ο γονέας μπορεί να δείχνει ελάχιστο ενδιαφέρον για το παιδί και να μην ανταποκρίνεται στο κάλεσμά μας για πληροφορίες, να αρνείται την ύπαρξη εμφανών προβλημάτων του παιδιού ή άλλοτε να κατηγορεί το παιδί για αυτά, να αναφέρεται στο παιδί με τις λέξεις «κακό», «ανάξιο» και «φορτικό», να απαιτεί την τελειότητα ή γενικότερα μία επίδοση που δε μπορεί να κατακτήσει το παιδί. (Χαριτοπούλου, Α. 2011). Ας σημειωθεί, ότι η παρουσία μίας μόνο ένδειξης δεν αποτελεί απόδειξη ότι υπάρχει κακοποίηση.
Όταν
όμως
υπάρχει
συνδυασμός
ενδείξεων
ή
επαναλαμβανόμενες
συμπεριφορές, τότε είναι απαραίτητο να δοθεί περισσότερη προσοχή. Όλα τα παραπάνω θα πρέπει να εκτιμώνται μαζί με το σχολικό ιστορικό του παιδιού και τις πληροφορίες από την
επικοινωνία με τους γονείς ή κηδεμόνα καθώς μπορεί να αποτελούν την αντίδραση του παιδιού σε άλλες δυσκολίες (π.χ. διαζύγιο γονέων, θάνατος στην οικογένεια) που βιώνει.. (Γυφτοπούλου, A., Κυριάκου, Κ., Σταμάτη, Δ., & Νικολαΐδου, Γ. 2015). 2.2 Το παιδί αποκαλύπτει στον εκπαιδευτικό την κακοποίηση του Υπάρχουν περιπτώσεις που το ίδιο το παιδί μπορεί να εκμυστηρευτεί την κακοποίησή του στον εκπαιδευτικό είτε με άμεση είτε με έμμεση αποκάλυψη. Έτσι, τα παιδιά μπορούν να πουν ευθέως τι τους συμβαίνει (κάτι το οποίο παρατηρείται σπάνια) ή μπορούν να αποκαλύψουν το γεγονός της κακοποίησής/παραμέλησής τους μέσω της τέχνης (π.χ. μια ζωγραφιά), συζητήσεων σχετικά με φόβους ή ανησυχίες τους, λέγοντας μια ιστορία για κάποιο φίλο/η τους (π.χ. «ένας φίλος μου είπε ότι…» ή «έχω μια φίλη που…») ή μιλώντας υπό όρους («θα σου πω κάτι αλλά δεν θέλω να το μάθει κανείς». Με όποιο τρόπο και αν επιλέξει το παιδί να προσπαθήσει να επικοινωνήσει και να ζητήσει βοήθεια, η ανταπόκριση του εκπαιδευτικού είναι μεγάλης σημασίας, καθώς έτσι παρέχεται στο παιδί άμεση προστασία. Άλλωστε η επιλογή του παιδιού να μιλήσει σε έναν εκπαιδευτικό δείχνει ότι πρόκειται για ένα πρόσωπο που το παιδί εμπιστεύεται και με το οποίο νιώθει ασφάλεια. Σε περίπτωση αποκάλυψης κακοποίησης ο εκπαιδευτικός είναι ιδιαίτερα προσεκτικός, γιατί η αντίδραση του στα όσα λέει το παιδί είναι σημαντική. Αυτό που θα πει το παιδί μπορεί να τον σοκάρει, να προκαλέσει θυμό. Χρειάζεται έλεγχος συναισθημάτων και ηρεμία και όχι επικριτικά σχόλια ή οι ερωτήσεις όπως «Γιατί δεν είπες κάτι νωρίτερα;» ή «Γιατί δεν το σταμάτησες;». Ο εκπαιδευτικός παρακολουθεί όσα λέει το παιδί και το ενθαρρύνει να πει τι συνέβη χωρίς πίεση για λεπτομέρειες. Παράλληλα, θα πρέπει να δίνεται η διαβεβαίωση στο παιδί πως αυτό δεν φέρει ευθύνη για ό,τι έγινε και πως μιλώντας έκανε το σωστό. Ως εκ τούτου, υπάρχουν παράγοντες, οι οποίες καθυστερούν την αποκάλυψη της κακοποίησης π.χ. οι φόβοι του παιδιού για αρνητικές αντιδράσεις των γονέων ή ότι δεν θα το πιστέψουν, η ντροπή, η αμηχανία ή οι ενοχές, οι απειλές από το θύτη, η ηλικία του. Όμως, ο εκπαιδευτικός δεν πρέπει να υπόσχεται στο παιδί ότι η συζήτηση θα κρατηθεί μυστική. Αντίθετα, το ενημερώνει σχετικά με ό,τι πρόκειται να ακολουθήσει. Η γνώση όσων θα επακολουθήσουν δίνει στο παιδί μια αίσθηση ελέγχου της κατάστασης και μειώνει το άγχος του. (Γυφτοπούλου, A., Κυριάκου, Κ., Σταμάτη, Δ. & Νικολαΐδου, Γ. 2015).
2.3
Τι καλείται να κάνει ο εκπαιδευτικός
Στο σχολείο ο εκπαιδευτικός οφείλει να παρακολουθεί το παιδί, ώστε να αναγνωρίσει τυχόν αλλαγές στη συμπεριφορά του ή αν του συμβαίνει κάτι. Σύμφωνα με το νόμο ν. 3500/2006 α. 23 που ρυθμίζει θέματα ενδοοικογενειακής βίας, εφόσον αντιλαμβάνεται ή πληροφορείται ότι έχει διαπραχθεί έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας εις βάρος ανηλίκου, έχει την υποχρέωση να το αναφέρει στο διευθυντή της σχολικής μονάδας και εκείνος να το καταγγείλει αμέσως στον εισαγγελέα ή την αστυνομία. Η αποτελεσματική και άμεση ανταπόκριση μπορεί να εμποδίσει από περαιτέρω κακοποίηση του παιδιού και να φέρει τους δράστες ενώπιον της δικαιοσύνης. Στην επικοινωνία με τους γονείς-κηδεμόνες, ο εκπαιδευτικός οφείλει να κρατά μια ήρεμη στάση χωρίς επιθετικότητα και επικριτικά σχόλια προς αυτούς. Συνεπώς, ο εκπαιδευτικός δεν καλείται να γίνει ανακριτής και να διερευνήσει την υπόθεση πιθανής κακοποίησης/παραμέλησης ούτε να αξιολογήσει πόσο παλιά είναι μελανιά ή με ποιον τρόπο προκλήθηκε. Εξάλλου, το παιδί δεν επιτρέπεται να υπόκειται σε εξέταση του σώματός του στο σχολικό πλαίσιο. Επιπλέον, ο εκπαιδευτικός μπορεί να προτείνει στους γονείς ή κηδεμόνες να απευθυνθούν σε φορείς όπως ΚΕΔΔΥ, τα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα, τα Κέντρα Ψυχικής Υγείας και οι Κοινωνικές Υπηρεσίες των Δήμων που παρέχουν είτε εξειδικευμένη αξιολόγηση παιδιών σε θέματα όπως μαθησιακές δυσκολίες, θέματα παραβατικής συμπεριφοράς, προβλήματα στη συγκέντρωση είτε συμβουλευτική ή υποστηρικτική παρέμβαση σε παιδιά και τις οικογένειές τους. (Γυφτοπούλου, A., Κυριάκου, Κ., Σταμάτη, Δ., & Νικολαΐδου, Γ. 2015).
2.4
Τι μπορεί να κάνει το σχολείο για την πρόληψη
Το σύγχρονο σχολείο αποτελεί ένα μέρος που πρέπει να προστατεύει τους μαθητές και να προάγει την ομαλή εξέλιξή τους. Οφείλει να προωθεί την αλληλεγγύη, την αλληλοεκτίμηση, την εκτίμηση εαυτού, την κατανόηση της απόκλισης και το δικαίωμα της διαφοράς. (Φερέτη, Ε. 1998). Έχει τη δυνατότητα να το κάνει αυτό με τη βοήθεια εκπαιδευτικών βιβλίων, ομαδικών εργασιών, βίντεο και να παρουσιάσει θέματα όπως τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Συναισθηματική Αγωγή, βία και εκφοβισμό σε ενημερωτικές συναντήσεις για τους γονείς και για το ευρύτερο κοινό. Επιπλέον, κρίνεται απαραίτητο οι εκπαιδευτικοί να επιμορφωθούν σε σύγχρονες τάσεις και εξελίξεις της ψυχολογίας και της παιδικής προστασίας.
Επιπρόσθετα, το σχολείο έχει την υποχρέωση να παρακολουθεί και να καταγράφει καθημερινά τις απουσίες των μαθητών. Άλλωστε, η φοίτηση είναι υποχρεωτική στο Νηπιαγωγείο, στο Δημοτικό σχολείο και στο Γυμνάσιο, εφόσον ο μαθητής δεν έχει συμπληρώσει το 16ο έτος της ηλικίας του (α. 2 §3 ν. 1566/1985). Οι γονείς ή κηδεμόνες που δεν εγγράφουν τα παιδιά τους στο σχολείο και αμελούν για την τακτική τους φοίτηση τιμωρούνται με χρηματική ποινή (ΠΚ 458: παραβίαση διοικητικών διατάξεων) και αρμόδια για την επιβολή κυρώσεων είναι η εκάστοτε νομαρχιακή αυτοδιοίκηση (α. 1 περ. 13 ΠΔ 161/2000). (Γυφτοπούλου, A., Κυριάκου, Κ., Σταμάτη, Δ., & Νικολαΐδου, Γ. 2015).
3
Συμπεράσματα Η παιδική κακοποίηση έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχική και σωματική υγεία, στην
ανάπτυξη και στην ευημερία των θυμάτων και είναι αναγκαίο να πάψει να είναι το «μείζον πρόβλημα» για τη δημόσια υγεία. Επομένως, ο στόχος της κάθε ευνοούμενης κοινωνίας πρέπει να είναι μια ευτυχισμένη οικογένεια. Η πολιτεία μπορεί να την υποστηρίξει και να την ενδυναμώσει με διάφορα νομοθετικά, διοικητικά, κοινωνικά και εκπαιδευτικά μέτρα. Οι καλύτερες συνθήκες διαβίωσης, κατοικίας, εκπαίδευσης, υγειονομικής περίθαλψης, πρόνοιας, εργασίας ‘όπως και οι υγιέστερες οικογενειακές σχέσεις αποτελούν στόχο της πρωτογενούς πρόληψης. (Φερέτη, Ε. (1998). Επιπλέον, σκόπιμο είναι οι εκπαιδευτικοί να διαθέτουν γνώσεις και δεξιότητες για την πρόληψη, την ανίχνευση και την αντιμετώπιση της κακοποίησης του παιδιού. Εξάλλου, η προστασία των παιδιών συνιστά νομική και ηθική υποχρέωση.
Bιβλιογραφία Broadbent, A., & Bentley, R. (1997). «Child abuse and neglect Australia: 1995-96» (No. 06422472181320-081X). Canberra, ACT: Australian Institute of Health and Welfare Field, T & Winterfeld, A. (2003), Guidelines on emotional abuse. “Tough problems, tough choices: Guidelines for needs-based service planning in child welfare.” Englewood, CO: American Humane and Casey Outcomes and Decision-Making project Γυφτοπούλου, A., Κυριάκου, Κ., Σταμάτη, Δ., & Νικολαΐδου, Γ. (2015). «Οδηγός Εφαρμογής του Πρωτοκόλλου Διερεύνησης, Διάγνωσης και Διαχείρισης κακοποίησης - παραμέλησης παιδιών για Επαγγελματίες», Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού, Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας, Κέντρο για τη Μελέτη και Πρόληψη της Κακοποίησης και
Παραμέλησης των Παιδιών, 10-23, 76-80. Ανακτήθηκε στις 14/3/2018 από http://www.018.gr/downloads/protokolloeyretiriokakopoisis/Guide%20to%20Protocol%20use_ICH_6.2015.pdf CSRindex, (2018). “U N I C E F Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Ε Θ Ν Ι Κ Η Ε Π Ι Τ Ρ Ο Π Η – Ε Ν Ω Μ Ε Ν Ο Ι ΓΙΑ
ΤΑ
ΠΑΙΔΙΑ
–
ΜΚΟ”.
Ανακτήθηκε
στις
5/5/2018,
από
https://csrindex.gr/hospital/unicef-elliniki-ethniki-epitropi-enomenoi-gia-ta-paidia/ Σταματογιάννης, Ν. (n.d.). «Παιδοφιλία Παιδική Σεξουαλική Κακοποίηση». Ανακτήθηκε στις 15/3/2018,
από
https://www.kiath.gr/epistimonika-arthra/pedofilia-pediki-sexoyaliki-
kakopoihsh Συνήγορος του Πολίτη. (n. d.) «Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, Νόμος 2101/1992». Ανακτήθηκε στις 2/5/2018 από http://www.0-18.gr/gia-megaloys/dsdp Straus, M.A. & Yodanis, C. L. (1994), Physical abuse. In M. A. Strauss (Ed.) “Beating the devil out of them: Corporal punishment in American families and its effects on children” (pp.81-98). San Francisco: Jos-sey-Bass/Lexington Φερέτη, E. (1998). «Αποσπάσματα από: ΟΔΗΓΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΕΛΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ», ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ Ανακτήθηκε
ΥΓΕΙΑΣ στις
ΤΟΥ
ΠΑΙΔΙΟΥ
ΑΘΗΝΑ
14/3/
2018,
1998,
14-26. από
https://meapopsi.files.wordpress.com/2010/10/odhgos20anagnwrishs20kakopoihmenoy20p aidioy1.pdf World Health Organization (1999). “Report of Consultation on Child Abuse Prevention”, Geneva, 29-31 March, Document WHO/HSC/PVI/99.1 Χαριτοπούλου, Α. (2011). Ανακτήθηκε στις content/uploads/2014/02/paidikh_kakopoihsh.pdf
15/3/2018,
https://xaritopoulou.gr/wp-