Βιβλιοτρόπιο Δελτίο 35

Page 1

ΒΙΒΛΙΟΤΡΟΠΙΟ ΔΕΛΤΙΟ 35–ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2015

Η αιρετική, παλλόμενη και ` ανίερη Διαθήκη του Γκομπρόβιτς Ένας μουσουλμάνος πρόεδρος στα Ηλύσια Πεδία Ο συγγραφέας που κατήγγειλε τον αυταρχισμό

Amazon-Killer

Εύα Στάμου: Η επέλαση της ροζ λογοτεχνίας

Η μη απόλαυση της ανάγνωσης

Επιλογή θεμάτων: Παντελής Μάκη

Ο ρόλος του κριτικού λογοτεχνίας


Περιεχόμενα

Σελ.

Amazon-Killer ............................................................................................................................ 2 Στους «Αντίποδες» θα ανθίσει ο δημόσιος χώρος μέσα από τα βιβλία ................................... 4 Η αιρετική, παλλόμενη και ανίερη Διαθήκη του Γκομπρόβιτς ................................................. 9 Ένας μουσουλμάνος πρόεδρος στα Ηλύσια Πεδία….............................................................. 13 Ο ρόλος του κριτικού λογοτεχνίας .......................................................................................... 17 Τέχνη της μνήμης και τα ερείπια της πραγματικότητας.......................................................... 20 Ο συγγραφέας που κατήγγειλε τον αυταρχισμό .................................................................... 23 Εύα Στάμου: Η επέλαση της ροζ λογοτεχνίας.......................................................................... 28 Η μη απόλαυση της ανάγνωσης .............................................................................................. 34 Βιβλιοθήκες που βρίσκονται σε σπίτια! .................................................................................. 36


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Amazon-Killer Της Κατερίνας Γούλα (ανταπόκριση- Γαλλία).

Τα Χριστούγεννα είναι η χρυσή περίοδος των βιβλιοπωλείων, μιας και το βιβλίο παραμένει το νούμερο ένα δώρο στις προτιμήσεις των καταναλωτών και η πληθώρα λογοτεχνικών βραβείων του φθινοπώρου έρχεται να ικανοποιήσει αυτήν ακριβώς την αγοραστική τάση. Στις 12 Δεκέμβρη, λίγο πριν η αγοραστική περίοδος φτάσει στο αποκορύφωμά της, ο Elliot Lepers, ένας νεαρός Γάλλος προγραμματιστής και σχεδιαστής ιστοσελίδων λάνσαρε μια εφαρμογή, διαθέσιμη για την ώρα στο Google Chrome αλλά με την πρόθεση να επεκταθεί και σε άλλες μηχανές πλοήγησης όπως Safari, Explorer και Firefox, η οποία φέρει το όνομα Amazon-Killer και αναγκάζει τον αγοραστή να περάσει αναγκαστικά από την ιστοσελίδα των βιβλιοπωλών Place des Libraires και να διαπιστώσει σε ποια βιβλιοπωλεία διατίθενται τα βιβλία που αναζητά βρίσκοντας αυτό που είναι πιο κοντά του. Αν και οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι η προσφυγή στην Άμαζον δεν οφείλεται σίγουρα στην έλλειψη γειτονικών βιβλιοπωλείων αφού οι περισσότεροι αγοραστές της Άμαζον, κατ’ αναλογία με τον πληθυσμό του κάθε τόπου, βρίσκονται στο Παρίσι.

2


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Συν τοις άλλοις, η ιδέα αυτή επιτρέπει στον καταναλωτή να χρησιμοποιεί την Άμαζον σαν βάση δεδομένων ώστε να ελέγξει τα χαρακτηριστικά ενός βιβλίου που ψάχνει, ακόμη και να επωφεληθεί του αλγορίθμου βάσει του οποίου το site είναι σε θέση να κάνει προτάσεις στους χρήστες βάσει των βιβλίων που έχουν τραβήξει ως τώρα το ενδιαφέρον τους. Αντί λοιπόν να επιτίθεται άμεσα στην Άμαζον, υιοθετεί μια έξυπνη τακτική πολεμώντας την εκ των έσω εκμεταλλευόμενος μάλιστα τα προτερήματά της! Σύμφωνα με κείμενο που δημοσίευσε ο ίδιος ο Elliot Lepers με τίτλο « La Fabrique de l’engagement » (Η κατασκευή της δέσμευσης), η πρωτοβουλία που ανέλαβε είναι η εξής : « Όπως ακριβώς δεν αρκεί να ανοίξει ένα μαγαζί με βιολογικά κάτω από το σπίτι μας για να αρχίσουμε να τρεφόμαστε σωστά· όπως δεν αρκεί ο δήμος να διαθέτει δωρεάν ποδήλατα κάτω από το σπίτι μας για να πουλήσουμε το αυτοκίνητό μας· όπως δεν αρκεί να υπάρχουν δωρεάν συστήματα πληροφόρησης για να εγκαταλείψουμε το iPhone ; μια λειτουργία δεν έχει καμία προοπτική υιοθέτησης αν δεν συνοδεύεται από μια προοπτική χρήσης. Και εκεί είναι που εμείς, οι προγραμματιστές ηλεκτρονικών υπολογιστών, μπαίνουμε στο παιχνίδι και καταθέτουμε την εμπειρογνωμοσύνη μας, τη σκέψη μας και την έρευνά μας στην κατασκευή της έννοιας του πολίτη. (…) Από τη στιγμή που η ευκολία έχει γίνει συνώνυμο της άνεσης και η δέσμευση συνώνυμο της προσπάθειας, δεν είμαστε δυστυχώς σε θέση να περιμένουμε αυτόματα να σημειωθεί μια ευρεία λήψη ευθυνών από την πλευρά των πολιτών.» Ο νεαρός δημιουργός της εφαρμογής αυτής εξήγησε επίσης ότι κατασκεύασε αυτόν τον ηλεκτρονικό κώδικα σαν αντίδραση στα γεγονότα του Ιουλίου του 2014: συγκεκριμένα, η κυβέρνηση προσπάθησε να παρέμβει ζητώντας να κηρυχθεί παράνομη η διάθεση από την Άμαζον των παραγγελιών των βιβλίων της χωρίς έξοδα αποστολής, κίνηση στην οποία η Άμαζον απάντησε ορίζοντας τα έξοδα αποστολής για τις παραγγελίες της στο 1 λεπτό του ευρώ. Η είδηση έχει τις τελευταίες είκοσι μέρες αναστατώσει το χώρο του βιβλίου, έχει συγκεντρώσει την επιδοκιμασία του κόσμου και την ευγνωμοσύνη των ανεξάρτητων βιβλιοπωλών και αναμένεται να διαπιστωθεί η ουσιαστική συμβολή της. Σύμφωνα πάντως με τον Lepers, η πορεία διαγράφεται ευοίωνη μιας και, όπως ισχυρίζεται, σε κάθε μεγάλη πόλη, ένας πολίτης απέχει το πολύ μισή ώρα από ένα μεγάλο βιβλιοπωλείο με ένα μέσο μεταφοράς. Η Άμαζον, όπως και να’ χει, θέλει τουλάχιστον μια μέρα για να στείλει το προϊόν της! Ήδη γίνονται επαφές με πολλές χώρες που επιθυμούν να υιοθετήσουν το σύστημα αυτό… Πηγή: http://www.oanagnostis.gr/

3


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Νέος εκδοτικός οίκος

Στους «Αντίποδες» θα ανθίσει ο δημόσιος χώρος μέσα από τα βιβλία Οι Κώστας Σπαθαράκης και Θοδωρής Δρίτσας, δημιουργοί ενός νέου εκδοτικού οίκου, εξηγούν στην Popaganda πώς ονειρεύονται την εκδοτική δραστηριότητα Της Λίνας Ρόκου

Ο Κώστας Σπαθαράκης και ο Θοδωρής Δρίτσας, των εκδόσεων Αντίποδες

O Κώστας Σπαθαράκης και ο Θοδωρής Δρίτσας στα τέλη του 2014 δημιούργησαν τον δικό τους εκδοτικό οίκο, με την ονομασία Αντίποδες. Νέοι στον ρόλο του εκδότη αλλά όχι καινούριοι στον χώρο του βιβλίου, αφού εδώ και χρόνια εργάζονται ως μεταφραστές, επιμελητές και διορθωτές. Τους ενδιαφέρει να διευρύνουν τον δημόσιο χώρο και θεωρούν ότι τα βιβλία και η συζήτηση γύρω από αυτά αποτελούν το καλύτερο εφαλτήριο για το πετύχουν. Φτιάξατε έναν εκδοτικό με σκοπό να εκδώσετε βιβλία που σας αρέσουν, βιβλία που πιθανόν αναρωτιόσασταν ως τώρα γιατί δεν τα βγάζει κάποιος άλλος;

4


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Όλοι όσοι έχουν εμπλακεί στον χώρο του βιβλίου έχουν κάνει κάποια στιγμή σκέψεις του τύπου «γιατί δεν βγάζουν το τάδε» ή «το τάδε βιβλίο δεν το πρόσεξαν όσο του άξιζε». Στην ουσία η ίδια η παραγωγή του βιβλίου σε ωθεί στη λογική της έκδοσης, όπου αποφασίζεις για όλες τις παραμέτρους μιας έκδοσης, και το κυριότερο, επιλέγεις τι βιβλίο θα εκδώσεις. Παρότι ως μεταφραστές και επιμελητές δεν είχαμε ασχοληθεί ιδιαίτερα με τη λογοτεχνία, αυτή βρίσκεται στο επίκεντρο των ενδιαφερόντων μας. Κατά κάποιο τρόπο, η θέληση να ασχοληθούμε με τη λογοτεχνία είναι αυτή που μας ώθησε να κάνουμε αυτό το βήμα. Ποια είναι τα κριτήρια που πρέπει να πληροί ένα βιβλίο ώστε να σας ενδιαφέρει να το εκδώσετε; Στην Ελλάδα λίγοι εκδοτικοί οίκοι έχουν ταυτότητα, καθώς η εκδοτική παραγωγή των περισσότερων είναι μάλλον ετερόκλιτη και χωρίς σταθερό άξονα. Εμείς θα θέλαμε να υπάρχει δυνητικά αναγνώστης που θα τον ενδιέφεραν εξίσου όλα τα βιβλία που βγάζουμε, άρα επιδιώκουμε να υπάρχει μια ενότητα μεταξύ των βιβλίων. Πώς προκύπτει αυτή η ενότητα; Η δική μας ιδέα είναι ότι δεν θα βγάλουμε μόνο λογοτεχνικά βιβλία αλλά θα φτιάξουμε με τη λογοτεχνία και μέσω της λογοτεχνίας ένα ζωντανό κοινό που να ενδιαφέρεται επίσης για το δοκίμιο, τη φιλοσοφία, την ιστορία. Το πρόγραμμά μας θέλουμε να λειτουργήσει σαν μια συνολική πρόταση σε όλα αυτά τα πεδία, καθώς το ένα βιβλίο μας θα οδηγεί στο άλλο σαν αλυσίδα. Θα προτείνουμε με τη λογική: «Αν σου αρέσει ο Δημοσθένης Παπαμάρκος και το «Γκιακ», θα σου αρέσει και το τάδε βιβλίο» και γι’ αυτό έχουμε ενιαία αισθητική στα εξώφυλλα και στο ύφος παρουσίασης των βιβλίων. Θέλουμε να χτίσουμε λοιπόν μια σχέση εμπιστοσύνης με το κοινό, να το κάνουμε να πιστέψει ότι οι Αντίποδες θα παρουσιάζουν μόνο αξιόλογα πράγματα που θα τον αφορούν, ακόμα κι αν δεν ανήκουν στο ίδιο είδος. Το κριτήριο λοιπόν είναι να υπηρετείται μια ενότητα. Δεν λέμε όμως ότι βγάζουμε μόνο λογοτεχνία στο ύφος του Παπαμάρκου ή ρωσική πρωτοπορία. Εννοούμε μια βαθύτερη ενότητα που θα συνδέει μεταξύ τους τα κείμενα. Επίσης στόχος μας είναι να επιτύχουμε μια πιο ζωντανή σχέση με το κάθε βιβλίο, να υπάρχει μια κινητικότητα γύρω από αυτά, να μη σταματάει η συζήτηση όταν εκδίδεται το βιβλίο, αλλά να αρχίζει τότε. Πιστεύουμε ότι ήδη υπάρχει μια γενιά που μπορεί μόνη της να δημιουργήσει και να συζητήσει ενδιαφέροντα βιβλία χωρίς να καθοδηγείται από προβληματισμούς ακαδημαϊκού τύπου. Πιο απλά, δεν θέλουμε να ασχοληθούμε με βιβλία που ανήκουν σε έναν κληροδοτημένο κανόνα υψηλής κουλτούρας, δεν μας αφορούν αυτά τα βιβλία που αισθάνεται κανείς υποχρεωμένος να τα διαβάσει γιατί έχουν περάσει ως οι σταθερές αναφορές της εποχής μας. Θα μπορούσαμε βεβαίως να εντάξουμε και καταξιωμένους συγγραφείς σε όλο αυτό που κάνουμε αρκεί να μπορέσουν να συμμετάσχουν σε αυτόν τον ζωντανό διάλογο. Αν καταφέρουμε μια τέτοια ανατροπή, θα είμαστε πολύ ευχαριστημένοι. Πιστεύουμε επιπλέον ότι μια τέτοια προσέγγιση μπορεί να αποδειχθεί και εμπορικά επιτυχημένη. Όταν λέμε «εμπορικά επιτυχημένη» τι εννοούμε στα ελληνικά εκδοτικά δεδομένα; 5


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Υπολογίζουμε ότι το «ζωντανό» κοινό της λογοτεχνίας σε όλη την Ελλάδα είναι περίπου 10.000, ενώ για το δοκίμιο είναι πολύ μικρότερο. Με αυτά τα νούμερα μπορεί σήμερα ένας εκδοτικός να έχει κέρδος; Ένας εκδοτικός σαν τον δικό μας, ναι. Γιατί κάνουμε πάρα πολλές δουλειές μόνοι μας, τα πάντα κάνουμε μόνοι μας, μόνο που δεν τυπώνουμε. Επιμελούμαστε, διορθώνουμε, κουβαλάμε, σηκώνουμε τα τηλέφωνα. Στην ομάδα συμμετέχει, σχεδιάζοντας εξώφυλλα, δελτία τύπου κ.λπ., και η Μάρω Κατσίκα, που είναι αρχιτεκτόνισσα αλλά πρόσφατα εξέδωσε ένα παιδικό βιβλίο με τίτλο «Το καραβάκι» στις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο, σε κείμενο και εικονογράφηση δικά της. Τα έξοδά μας είναι η εκτύπωση, η αμοιβή των μεταφραστών, και φυσικά τα δικαιώματα που πληρώνουμε στους συγγραφείς. Και αυτό το τελευταίο, όσο κι αν ακούεται αυτονόητο δυστυχώς δεν είναι. Σε πολλούς εκδοτικούς οίκους πληρώνονται γραμματείς, διορθωτές και επιμελητές και δεν πληρώνονται οι συγγραφείς. Δεν είναι αδιανόητο αυτό; Μα πλέον ακούω πολλές περιπτώσεις συγγραφέων που όχι μόνο δεν πληρώνονται αλλά πληρώνουν για να εκδώσουν το έργο τους. Αυτό είναι παραλογισμός και από τη μεριά του συγγραφέα και από τη μεριά του εκδότη. Έτσι νοθεύεται η αγορά, γιατί δεν ξέρεις τελικά πόσα από τα βιβλία που κυκλοφορούν έχουν περάσει από ένα, έστω στοιχειώδες, στάδιο κρίσης. Στην ποίηση αυτό συμβαίνει κατά κόρον και είναι ώς ένα βαθμό εύλογο, αλλά το βλέπουμε και στην πεζογραφία. Βέβαια έτσι χάνεται ο στόχος του εκδότη. Αν βγάζει ένα βιβλίο γιατί πληρώθηκε γι’ αυτό, τότε δεν τον απασχολεί αν το βιβλίο είναι καλό ή όχι. Μπορεί και να ντρέπεται που το έβγαλε και να σκέφτεται «Παναγία μου, που το έβαλα πάλι το ονοματάκι μου», οπότε σιγά μην ασχοληθεί με την προώθησή του. Επιπλέον, σε αυτές τις περιπτώσεις οι ίδιοι οι συγγραφείς δεν ασχολούνται με το βιβλίο τους. Τους αρκεί που το έβγαλαν, άντε να γράψει κάτι ένας φίλος τους, αλλά η φιλοδοξία τους έχει ικανοποιηθεί και δεν ασχολούνται περαιτέρω. Γιατί επιλέξατε ως τα δύο πρώτα βιβλία του εκδοτικού το «Γκιακ» του Δημοσθένη Παπαμάρκου και το «Καρδιά σκύλου» του Mikhail Bulgakov; Το «Γκιακ» είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο και οι Αντίποδες είναι περήφανοι που το εξέδωσαν. Μακάρι να μπορέσουμε να κινηθούμε σε τέτοιο επίπεδο ποιότητας και στα επόμενα βιβλία μας. Η «Καρδιά σκύλου», επίσης είναι ένα εντυπωσιακά επίκαιρο έργο, πολυεπίπεδο αλλά και τρομερά αστείο. Και τα δύο εντάσσονται σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό. Τα τρία επόμενα θα κυκλοφορήσουν τέλη Φεβρουαρίου και κινούνται στη λογική της εσωτερικής ενότητας για την οποία κάναμε λόγο παραπάνω. Πρόκειται για το «Περί βάθους» του Alexander Pope, ενός λογοτέχνη που αποτελεί υπόδειγμα για εμάς αφού είναι ένας από τους πρώτους που βιοπορίστηκαν από τα κείμενά τους. Στο θεοπάλαβο έργο του «Περί βάθους» αντιστρέφεται όλη η πραγματεία του Λογγίνου «Περί ύψους» και προκύπτει ένα σατιρικό κείμενο που κοροϊδεύει τη σοβαροφάνεια και τη μεγαλοστομία των ποιητών της εποχής.

6


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Το δεύτερο βιβλίο που θα εκδοθεί προσεχώς είναι μια νουβέλα «Το φάντασμα του Αλεξάντρ Βολφ» του Gaito Gazdanov, που γράφτηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1940, και δεν είναι ένα τυπικό ρώσικο μυθιστόρημα, αλλά ένα γαλλικό νουάρ με μεταφυσική χροιά. Το τρίτο, «Η δύναμη του κυρίου Δ», του Άγη Πετάλα, είναι μια διαβολιάδα που τοποθετείται στη σημερινή Ελλάδα. Για να επιστρέψουμε στο κείμενο του Pope, αυτό που μας γοητεύει σε εκείνη την περίοδο, την Αγγλία των αρχών του 18ου αιώνα, είναι η συγκρότηση ενός εκπληκτικά διευρυμένου και ζωντανού δημόσιου χώρου, αυτό δηλαδή που μας λείπει σήμερα εδώ. Υπολογίζεται ότι το Spectator, το περιοδικό που εξέδιδε καθημερινά ο Άντισον, διαβαζόταν από περίπου 60.000 ανθρώπους, δηλαδή από το ένα δέκατο του πληθυσμού του Λονδίνου. Ωραία θα ήταν να πετύχαινε κανείς σήμερα κάτι τέτοιο!

Ο Θοδωρής Γρίτσας

Έστω και με 10.000 ενεργούς αναγνώστες; Μα αυτό είναι που έχει ενδιαφέρον. Υπάρχει αυτό το μικρό νούμερο αλλά υπάρχει κι άλλο κοινό, ας πούμε οι άνθρωποι που διαβάζουν αποκλειστικά επιστημονική φαντασία ή κόμικς. Αυτούς, που δεν είναι άσχετοι με το χώρο του βιβλίου, δεν μπορούμε να τους προσελκύσουμε και σε άλλα λογοτεχνικά είδη; Μπορούμε, έχουμε και παραδείγματα ότι τα σύνορα πέφτουν, ότι συγκλίνουν τα διαφορετικά είδη, όπως η συνεργασία του συγγραφέα Δημοσθένη 7


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Παπαμάρκου με τον κομίστα Γιώργο Γούση. Δεν αντιμετωπίζουμε τους αναγνώστες κόμικς ως αναγνώστες β΄ κατηγορίας. Όταν καταργήσουμε αυτές τις διακρίσεις μέσα στο κεφάλι μας ή σε επίπεδο κριτικής, τότε θα επιτύχουμε να διευρυνθεί το αναγνωστικό κοινό και να διαχυθεί και σε άλλα είδη και επιπλέον θα γίνει πολύ πιο ενδιαφέρουσα η συζήτηση περί λογοτεχνίας. Πολύ σημαντικό για να επιτευχθεί αυτό είναι να καταργηθεί ο κάθε είδους διδακτισμός και αυτή η εμμονή με τα στάνταρ που έρχονται απέξω. Το θέμα είναι να τεθούν οι βάσεις για να γεννηθεί μια συζήτηση στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα. Υπάρχουν λογοτεχνικές παρέες στην Αθήνα που μπορούν να καλλιεργήσουν ένα τέτοιο κλίμα; Παρέες και συντροφιές υπάρχουν αλλά ίσως είναι η στιγμή να αρχίσουμε να αποδομούμε και αυτήν την ιστορία της παρέας γιατί μάλλον μας έχει κάνει κακό. Δεν το λέω από την άποψη ότι υπάρχει κύκλωμα, δεν εννοώ κάτι τέτοιο. Λέω ότι το πιο κομφορμιστικό πράγμα είναι ότι οι παρέες γράφουν ιστορία. Δεν αρκεί να είμαστε μια ωραία παρέα, η οποία συμφωνεί σε όλα και να βγαίνει αυτό προς τα έξω ως ενιαία ταυτότητα. Αυτό είναι κάτι που και το λογοτεχνικό πεδίο, και τη θεωρητική αλλά και την πολιτική συζήτηση την έχει δηλητηριάσει. Υπάρχει μια αυτάρκεια που οδηγεί στη σκέψη «δε με νοιάζει τι λες εσύ γιατί ανήκεις σε μια άλλη παρέα, με μια άλλη ταυτότητα». Μπορεί να σε νοιάζει αλλά να αισθάνεσαι ότι δεν υπάρχουν κανάλια επικοινωνίας. Ναι, αλλά αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει δημόσιος χώρος ή, αν υπάρχει, είναι κατακερματισμένος σε μικρές κοινότητες, που τα μέλη τους συνεννοούνται μεταξύ τους και ισχύει το «Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει». Για να το πούμε πιο απλά, όλοι οι άνθρωποι που γράφουν και που ασχολούνται με το βιβλίο συζητούν μεταξύ τους, αλλά αυτή η συζήτηση παραμένει στο επίπεδο των ιδιωτικών σκέψεων, πρωτοβουλιών και δράσεων, ενώ σπάνια περνάει στον δημόσιο χώρο με τους όρους που θα έπρεπε. Πώς μπορεί να περάσει στον δημόσιο χώρο; Πρέπει να καλλιεργηθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν η συζήτηση, και κυρίως η κριτική, αποκτήσει μεγαλύτερη αντικειμενικότητα, ρίχνοντας το βάρος στις ιδέες, την αισθητική και το ύφος. Πρέπει να αρχίσουμε να συζητάμε όχι με τους όρους καλό ή μέτριο βιβλίο, αλλά με βάση τη συνολική λογική που το διέπει, είτε πρόκειται για λογοτεχνία είτε πρόκειται για επιστημονική μελέτη. Η συζήτηση πρέπει αντίστοιχα να ξεφύγει από το name dropping, στο οποίο πολλές φορές καταφεύγουμε για να συγκροτήσουμε μια ταυτότητα. Έτσι όμως δεν φτιάχνουμε κοινότητα ιδεών ούτε οι αναφορές μας οργανώνονται σε μια ενιαία αντίληψη. Το σημαντικό είναι πως ένα σύγχρονο, αναγνωστικό και όχι μόνο, κοινό έχει άμεση ανάγκη να κατανοήσει. Δεν χρησιμοποιεί λοιπόν το βιβλίο μόνο για να αποκτήσει ταυτότητα αλλά για να καταλάβει τον κόσμο γύρω του. Αυτό θέτει πολύ ψηλά τον πήχυ των απαιτήσεων από τη μετάφραση, όπου έχουμε συνηθίσει να ανεχόμαστε να μην καταλαβαίνουμε. Αντίστοιχα 8


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

διαβάζουμε ένα ελληνικό βιβλίο που γράφτηκε σήμερα όχι για να το παίξουμε έξυπνοι επειδή ανακαλύψαμε κάτι καινούργιο ή για να δείξουμε ότι είμαστε μέσα στα λογοτεχνικά πράγματα. Διαβάζουμε για να καταλάβουμε, για να γνωρίσουμε μια όψη της αλήθειας. Μας ενδιαφέρει κι εμάς να ξεκινήσουμε μια συζήτηση ζωντανή, ίσως στην παρουσίαση των πέντε πρώτων βιβλίων μας. Θα θέλαμε ένα μοντέλο παρουσίασης που θα υπηρετεί αυτή τη λογική και θα ξεφεύγει λίγο από τη συνηθισμένη παρουσίαση βιβλίου, που είναι μάλλον ανιαρή. Πρέπει να βγάλουμε τη δική μας κανονικότητα για να μπορούμε να συζητάμε σαν άνθρωποι και όχι αποστειρωμένα και βαρετά, λες και όσοι ασχολούνται με το βιβλίο είναι μια ομάδα nerd και αποκομμένων από τη ζωή ανθρώπων. Πηγή: http://popaganda.gr/

Η αιρετική, παλλόμενη και ανίερη Διαθήκη του Γκομπρόβιτς Ο Πολωνός στοχαστής παρέδωσε με αυτό το βιβλίο-διαθήκη το μανιφέστο του για τη σημασία της ζωτικής ορμής στο δημιούργημα πέρα από κάθε έννοια μορφής ή συστήματος. Της Τίνας Μανδηλαρά

Στον Άμλετ, που ξαναθυμηθήκαμε αυτές τις μέρες χάρη στην παράσταση της Στέγης, τίθεται περισσότερο απ' οπουδήποτε αλλού το δίλημμα που θέτει κάθε άνθρωπος ριγμένος στο Είναι του κόσμου: γιατί η ύπαρξη να είναι πάντα πιο δυνατή από την ανυπαρξία; Γιατί να είμαστε 9


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

αυτοί και όχι άλλοι; Γιατί η ζωή μας να είναι ένα ατέρμονο παιχνίδι ρόλων και μια αδιέξοδη διαδικασία πλήρωσης στο τέλος της οποίας παραμονεύει πάντα ο θάνατος; Το ερώτημα για το παράλογο παιχνίδι που είναι η ίδια η ζωή και απλώς περιπλέκεται σε μια ατελείωτη σειρά από λόγια μέχρι αναγκαστικά κάποια στιγμή να τερματιστεί, υπήρχε στην καρδιά του έργου του Σαίξπηρ, όπως και κάθε σπουδαίου φιλοσόφου. Υπήρχε και στο μυαλό καλλιτεχνών που απάντησαν στο παράλογο της ύπαρξης με τη δύναμη της δημιουργίας. Εμπνευσμένος απόλυτα από τον Άμλετ και τις ματωμένες ιαχές του Σαίξπηρ, ο σπουδαίος θεατρικός συγγραφέας, φιλόσοφος, μυθιστοριογράφος και διανοητής Βίτολντ Γκομπρόβιτς άρχισε να γράφει και να στοχάζεται από το βάθος των πραγμάτων, από την καρδιά της ύλης τους και μέχρι τέλος πάλευε να τα αποτυπώσει μακριά και έξω από το περιβάλλον τους. Έλεγε διαρκώς πως περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο εχθρεύεται τη Μορφή – αυτή την κατηγορική δύναμη που προσπαθεί να δώσει ένα ψευδεπίγραφο νόημα σε οτιδήποτε σκεφτόμαστε και οτιδήποτε ζούμε, αυτή την αναγκαστική προσήλωση στο αποσπασματικό και στο συγκεκριμένο. Ο ίδιος προσπάθησε, όπως ο Άμλετ, να ακολουθήσει τον παράδοξο σοφό, τον αρχετυπικό μάντηχορευτή, τον τρελό του Νίτσε που με μια κίνησή του αφαιρούσε από το αλυσοδεμένο σώμα του ανθρώπου σε σκέψεις, λόγια και στεγανά τα αυθαίρετα σύμβολα (που ενισχύουν τις υποτιθέμενες αποκωδικοποιήσεις κι ερμηνείες). Αυτός, ναι, μόνο αυτός είχε το χάρισμα να διαλύει τις περιορισμένες εξηγήσεις, να θυσιάζει τις αρμονικές μορφές προκειμένου να ανιχνεύει τον ρυθμό και τη δύναμη του αίματος, να παίρνει το φως που είχε διαθλαστεί εντός του και να το απελευθερώνει στο εσωτερικό του κόσμου. Οι σπουδαίοι καλλιτέχνες και ηγήτορες, όπως ο Σαίξπηρ, ο Νίτσε, ο Άμλετ ή ο Γκομπρόβιτς, το κατάφεραν επειδή ακριβώς δεν αναζήτησαν συνταγές, ούτε επεδίωξαν το θάμβος των ιδεών, παρά διείδαν κάτι πέρα από το προφανές: την κρυμμένη κι αιώνια αρμονία. Και κάπως έτσι φτάσαμε στη Διαθήκη που παρέδωσε ο Πολωνός στοχαστής στους ακολούθους του, στη δύσκολη εκείνη στιγμή που λίγο πριν από τον θάνατο ο ίδιος ο δημιουργός καλείται να δώσει εξηγήσεις. Δύσκολο για έναν καλλιτέχνη, ο οποίος έχει αναδιαμορφώσει τον τρόπο που προσεγγίζεται το κείμενο, να πρέπει να το καλουπώσει στα όρια μιας δεδομένης συνομιλίας – να εξηγήσει τι ακριβώς υπάρχει πέρα από την καλλιτεχνική του πράξη. Ευτυχώς αυτή η παράδοξη συνάντηση, μία από τις πιο συγκλονιστικές και ευεργετικές στιγμές που μπορεί να χαρεί πραγματικά ένας αναγνώστης, πήρε τη μορφή μιας απολαυστικής συνομιλίας και κατόπιν ενός βιβλίου όπου ο ανεξάντλητος Γκομπρόβιτς μας παρασύρει, συνομιλώντας με τον Ντομινίκ ντε Ρου, στην πολύπλοκη περιπέτειά του. Αιρετικός, ατιθάσευτος, προκλητικός, κυνικός, ένας πραγματικός καλλιτέχνης στον υπερθετικό βαθμό, έγινε, όπως διαφαίνεται και μέσα από τη συζήτηση, αυτό που είναι το έργο του – πράγμα σπάνιο στην ασύμπτωτη πορεία δημιουργού και έργου.

10


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Ανακαλύπτοντας επομένως κανείς ταυτόχρονα τον Γκομπρόβιτς και το έργο του στο ξεφύλλισμα του απολαυστικού αυτού αναγνώσματος που είναι η Διαθήκη, τον παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα καθώς επιταχύνει τις γραμμές της διάλυσης, την ώρα που στήνει σπειροειδή σύμπαντα, εμπλέκει το μυθοπλαστικό με το πραγματικό, καθυβρίζει, ανοίγει δρόμους και προκαλεί. «Είμαι χιουμορίστας, γελωτοποιός, ακροβάτης, προβοκάτορας. Τα έργα μου κάνουν διπλές κωλοτούμπες για να διασκεδάσουν το κοινό μου. Εγώ είμαι τσίρκο, λυρισμός, ποίηση, τρόμος, καβγάς, παιχνίδια, τι άλλο θέλετε;» λέει ο μέγας προβοκάτορας στον εκδότη του και καλό του φίλο Ντομινίκ ντε Ρου. Κι εδώ το αίτημα για την κατάλυση της Μορφής επανέρχεται εντονότερο από ποτέ – πώς θα μπορέσει ο άνθρωπος να παραβγεί τις δεδομένες συνθήκες και να απελευθερωθεί από τα συγκεκριμένα δεσμά της έκφρασης; «Εάν η Μορφή μάς παραμορφώνει, τότε το ηθικό αξίωμα απαιτεί από μας να αναλάβουμε τις συνέπειες. Να είμαι ο εαυτός μου, να υπερασπίζομαι τον εαυτό μου ενάντια στην παραμόρφωση, να κρατώ αποστάσεις από τα αισθήματά μου, από τις πιο μύχιες σκέψεις μου, όταν δεν με εκφράζουν πραγματικά. Αυτό είναι το πρώτιστο ηθικό καθήκον. Απλό δεν είναι;» αναρωτιέται εύλογα καθώς τονίζει την κατάρα τού να είναι κανείς πάντα «τεχνητός» στον βαθμό που καθορίζεται από τους άλλους και από τον πολιτισμό, από τις δικές του «μορφικές ανάγκες». Τουλάχιστον εκείνος προσπάθησε να αντιταχθεί σε αυτή την ευκολία με το έργο του: τον ατιθάσευτο Φερντυτούρκε, τον εκκεντρικό και παράλογο Υπερ-Ατλαντικό, το εμβληματικό θεατρικό του Πριγκίπισσα Υβόννη, την ανίερη και διάσημη Πορνογραφία του. Όσο για την αριστοκρατική του σκέψη, αυτή σχετίζεται άμεσα, όπως εξηγεί κι ο ίδιος στη Διαθήκη του, με τη μεγαλοπρεπή πολωνική καταγωγή του αλλά και με το γενεαλογικό του δέντρο. Ταυτόχρονα, όμως, ο ίδιος έτυχε να βιώσει την πιο σκληρή πραγματικότητα: βρέθηκε από τη μια στιγμή στην άλλη στην Αργεντινή, λίγο πριν ξεσπάσει ο Παγκόσμιος Πόλεμος, όπου έζησε 23 αδιάλειπτα χρόνια σε δύσκολες συνθήκες, ενώ συναναστράφηκε πόρνες, μαστροπούς και ανθρώπους του περιθωρίου. Μέσα στην εγγενή αντίφαση που διέτρεχε πάντα τη ζωή του είχε, παρ' όλα αυτά, την τύχη, έστω και όψιμα, τα έργα του να μεταφραστούν και να δοξαστούν από τους πνευματικούς κύκλους του Παρισιού –ο Κούντερα, ακόμη και σήμερα, δεν σταματάει να τον επικαλείται–, αν και ο ίδιος ο Γκομπρόβιτς δεν έδειξε να ανήκει και να ασπάζεται ποτέ τα παραδεδομένα μιας πνευματικής κάστας. Στην Αργεντινή δεν τα πήγε ποτέ καλά με τον κύκλο 11


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

του Μπόρχες, δεν δέχτηκε την ταμπέλα του «συγγραφέα του παραλόγου» που του επέβαλαν οι κριτικοί κι αρνήθηκε κατηγορηματικά τον χαρακτηρισμό «αντιφατικά» για πολλά από τα έργα του. Ωστόσο, δέχτηκε τη δημιουργική αντίφαση που χαρακτήριζε τον βίο του: απτό παράδειγμα ήταν και η ομοφυλοφιλία του, που δεν φάνηκε να εναρμονίζεται με την έγγαμη πραγματικότητα. «Στην πραγματική ζωή ήμουν διαταραγμένος, ευμετάβλητος, οκνηρός, βορά της αναρχίας, χαμένος. Στο χαρτί ήθελα να είμαι ιδιοφυής, αστείος, θριαμβικός... πάνω απ' όλα αγνός. Εξαγνισμένος». Κάτι που προσέδωσε στο έργο του ένα χαρακτηριστικό τρυφερής απόγνωσης, μιας αθωότητας που σφράγισε ακόμη και τις πιο σκληρές σκέψεις. Κι όντως ο Γκομπρόβιτς έκανε την ταπετσαρία με την οποία σκέπασαν οι λογοτέχνες τον κόσμο της πραγματικότητας κομμάτια. Δεν άφησε πλοκή, αρχή μέση και τέλος, χαρακτήρες για εύκολη ταύτιση, τίποτα. Μίλησε αλληγορικά για τεράστια στόματα που καταβροχθίζουν οτιδήποτε ωραίο, είδε αυτήν τη δόλια ομορφιά που παρηγορεί με ψέματα τον κόσμο να καταστρέφεται από τις ευκολίες και την καθύβρισε. Άνοιξε τις πληγές της δυτικής σκέψης και πέταξε τις στραγγαλισμένες εμβρυακές σκέψεις στους υπονόμους της δεδομένης αφήγησης: «Η Ομορφιά ήταν για μένα ένα πολύτιμο πετράδι κρυμμένο στους υπονόμους». Τι κρυβόταν πίσω από τις ξεδιαντροπιές του φορμαλισμού, ώστε να μπορέσει να γίνει κόσμος και να αρθρώσει την πρώτη λέξη; Ο άνθρωπος ήταν από μόνος του προορισμένος να βρει την αρχετυπική ισχύ των πραγμάτων και, το κυριότερο, να τη ζήσει, να τη βιώσει ως το μεδούλι, όχι μόνο να την εξηγήσει. Ίσως και να τη μεταμορφώσει σε κάτι άλλο ως καλλιτέχνης. «Αν δεν βλέπει κάποιος τη Μορφή, όπως τη βλέπω εγώ, αυτόνομη και αενάως εύπλαστη, αν δεν βλέπει τη δημιουργική της μανία, τις ιδιοτροπίες της και τις διαστροφές της, τα ιζήματα και τα διαλύματά της, τα ζεύγματα και τα διαζεύγματά της, τι θα μπορούσε άραγε να του πει ο Κόσμος; Ίσως, αν στο μέλλον διαδοθεί ευρύτερα μια παρόμοια αντίληψη για τη Μορφή, ο Κόσμος να κατορθώσει να του προκαλέσει ρίγη» ήταν το μόνιμο παράπονο του Γκομπρόβιτς για την ανικανότητα κατανόησης του έργου του κι ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που δέχτηκε να προβεί σε αυτήν τη συγκλονιστική συζήτηση με τον Ντε Ρου, που απέκτησε τη μορφή της Διαθήκης (ακόμη ένα ευτύχημα η εξαιρετική απόδοσή της σε λαγαρά ελληνικά από τον Θεόφιλο Τραμπούλη για τις εκδόσεις Πατάκη). Ο Γκομπρόβιτς εν προκειμένω επιμένει πως αν ξεφεύγαμε από τον φόβο του μηδενός (το καθιστά ακόμη περισσότερο σαφές στα Μαθήματα Φιλοσοφίας που κυκλοφορούν στα ελληνικά επίσης από τον Πατάκη) και από τη μανία των συστημάτων να διαρκούν ενώ έχουν συγκεκριμένη πορεία ζωής, να καταφέρναμε να ανιχνεύσουμε τη ζωτική ορμή πέρα από τη μορφή που κάνει το έργο πραγματικό δημιούργημα. Οι διαφεύγουσες σκέψεις, άλλωστε, αποκρυσταλλώνονται στο έργο του καλλιτέχνη, όχι έξω από αυτό, αφού μόνο εκεί μπορεί να ανασυσταθεί το περίτεχνο υφάδι της δημιουργίας που δεν φτιάχτηκε για να είναι καλό ή κακό, δίκαιο ή άδικο αλλά πραγματικό. Το έργο μετράει γιατί ακόμα κι αν όλος ο κόσμος έχει συντριβεί, οι ιαχές θα πάλλονται εντός του μέσα από ερωτήματα, αγωνίες, αντιφάσεις, λαμπρή και ιδρωμένη σάρκα που γίνεται έρωτας, δύναμη και φως. Ο καλλιτέχνης τις άκουσε, ο καλλιτέχνης τις είδε και μίλησε. Κι αυτή είναι η πιο συγκλονιστική του διαθήκη. Πηγή: www.lifo.gr 12


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Ένας μουσουλμάνος πρόεδρος στα Ηλύσια Πεδία Το νέο μυθιστόρημα του Μισέλ Ουελμπέκ υπό τον τίτλο «Υποταγή» περιγράφει τον βαθμιαίο εξισλαμισμό της Γαλλίας στο προσεχές μέλλον και προκαλεί έντονες αντιδράσεις Του Γρηγόρη Μπέκου

Γαλλία, 2022. Φανταστείτε μια καθοριστική εκλογική αναμέτρηση σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον. Στη χώρα επικρατεί ένα παράξενο κλίμα. Κυριαρχούν η αβεβαιότητα και ο φόβος. Η κοινωνική βία εξαπλώνεται αλλά συγκαλύπτεται. Ο (μη δημοφιλής) πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ έχει (παραδόξως) ολοκληρώσει τη δεύτερη θητεία του παρά την εκρηκτική άνοδο της Ακροδεξιάς. Στον πρώτο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών τα παραδοσιακά κόμματα, της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς, καταποντίζονται. Στον δεύτερο (και τελικό) γύρο οι δύο βασικοί αντίπαλοι για την ανάληψη της εξουσίας είναι ένα υπαρκτό κόμμα, το Εθνικό Μέτωπο (Front National) της Μαρίν Λεπέν, και ένα φανταστικό, η Μουσουλμανική Αδελφότητα (Fraternité Musulmane),ένα μετρ ιοπαθές (κατά τα φαινόμενα) ισλαμικό κόμμα υπό τη χαρισματική ηγεσία του, επίσης φανταστικού, Μοχάμεντ Μπεν Αμπές. Τι συμβαίνει τότε; Οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις (δεξιοί, κεντρώοι και αριστεροί μαζί) συνασπίζονται εναντίον της

13


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Ακροδεξιάς και στηρίζουν τον μουσουλμάνο υποψήφιο, ο οποίος και κερδίζει τελικώς τις εκλογές!

Αυτά συμβαίνουν βεβαίως σε ένα πολιτικό και κοινωνικό roman d'anticipation, στο νέο μελλοντολογικό μυθιστόρημα του Μισέλ Ουελμπέκ, το έκτο κατά σειρά του γάλλου πεζογράφου, υπό τον χαρακτηριστικό τίτλο «Soumission» (Υποταγή). Η ίδια η λέξη «Ισλάμ», ας σημειώσουμε, παραπέμπει ακριβώς στην απαιτούμενη υποταγή του πιστού στο θέλημα του Αλλάχ, δηλαδή του Θεού.

Το βιβλίο, όπως γίνεται ευκόλως αντιληπτό, πριν ακόμη κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Flammarion (στις 7 Ιανουαρίου επισήμως), προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις. Οι χαρακτηρισμοί «σκάνδαλο» και «πρόκληση» κατέκλυσαν τα γαλλικά μέσα ενημέρωσης. Ενδεικτικό του μεγάλου ενδιαφέροντος που παρουσιάζει το μυθιστόρημα του Μισέλ Ουελμπέκ - ένα μυθιστόρημα που, ανεξαρτήτως της λογοτεχνικής του ποιότητας, δοκιμάζει συνολικά, απ' ό,τι

14


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

φαίνεται, τη σύγχρονη γαλλική πραγματικότητα - είναι πως αρχικά διακινήθηκε (παρανόμως) από τους «πειρατές» του Διαδικτύου.

Η «Libération» μάλιστα αφιέρωσε την περασμένη εβδομάδα έξι ολόκληρες σελίδες (εξαιρετικά ενδιαφέρουσες) στο μυθιστόρημα, επιχειρώντας να αναδείξει τα ζητήματα που θίγει (ή που τολμά να θίξει με αυτό το «παρατραβηγμένο» κατ' άλλους σενάριο) ο Μισέλ Ουελμπέκ, τον οποίο ο Λοράν Ζοφρέν, ο διευθυντής της γαλλικής εφημερίδας, χαρακτήρισε «αληθινό συγγραφέα». Η «Υποταγή» απέσπασε, μεταξύ άλλων, και τα διθυραμβικά σχόλια του πολύ αξιόλογου συγγραφέα Εμανουέλ Καρέρ. Τα όσα συμβαίνουν πάντως στο μυθιστόρημα, με αιχμή τον εξισλαμισμό, θα μπορούσαμε να πούμε, της γαλλικής κοινωνίας μέσα από τον έλεγχο του εκπαιδευτικού συστήματος (τα όσα περιγράφει ο Μισέλ Ουελμπέκ συνιστούν μια «υπαρκτή πιθανότητα» κατά τον ίδιο, αυτό είπε στο τηλεοπτικό δίκτυο France 2), τα παρακολουθούμε μέσα από τα μάτια του Φρανσουά, ενός 44χρονου καθηγητή Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης με ειδίκευση στον 19ο αιώνα και λατρεία στο έργο του συγγραφέα Ζορίς-Καρλ Ισμάν, ο οποίος συνδέθηκε άρρηκτα με το αισθητικό κίνημα της γαλλικής décadence. Ο αφηγητής του Μισέλ Ουελμπέκ, πέραν των αδιέξοδων ερωτικών του περιπετειών με κατά πολύ μικρότερές του γυναίκες (πρωτίστως όμως με την εβραϊκής καταγωγής Μίριαμ), δεν αντιστέκεται στον προσηλυτισμό του στο Ισλάμ όταν καλείται, εκ των νέων συνθηκών, να περισώσει τη δουλειά του, γεγονός που ο ίδιος ο Φρανσουά, εδώ που τα λέμε, δεν το φέρει και βαρέως. Υπό μία έννοια ο Μισέλ Ουελμπέκ διερευνά το πολιτισμικό πλαίσιο μιας τέτοιας επιλογής ή, για να το πούμε καλύτερα, την ευκολία μιας τέτοιας διολίσθησης - άλλωστε ο πρώτος τίτλος που επεξεργάστηκε ο συγγραφέας για το μυθιστόρημά του ήταν η λέξη conversion, όπως αποκάλυψε ο ίδιος στην πρώτη συνέντευξη που έδωσε στο αμερικανικό περιοδικό «The Paris Review» με αφορμή τον έντονο δημόσιο διάλογο που έχουν πυροδοτήσει στη Γαλλία οι διαφορετικές ερμηνείες για το νέο του βιβλίο, το βιβλίο ενός «σεσημασμένου προβοκάτορα». Άλλοι υποστηρίζουν ότι ο Μισέλ Ουελμπέκ απλώς μετέπλασε μυθιστορηματικά το μπεστ σέλερ του δημοσιογράφου Ερίκ Ζεμούρ υπό τον τίτλο «Η γαλλική αυτοκτονία - Τα 40 χρόνια που κατέστρεψαν τη Γαλλία», όπου, μεταξύ άλλων και μάλλον ακραίων πεποιθήσεων, υποστηρίζεται ότι οι πληγές της χώρας είναι η μετανάστευση, ο φεμινισμός, ο αντιρατσισμός, η απώλεια της «γκωλικής ή βοναπαρτικής» παράδοσης. Άλλοι λένε ότι η «Υποταγή» προωθεί την ισλαμοφοβία υπενθυμίζοντας μια δήλωση του συγγραφέα στο λογοτεχνικό περιοδικό «Lire» το 2001, όταν αποκάλεσε το Ισλάμ «την πιο βλακώδη θρησκεία». Αλλοι είναι πεπεισμένοι ότι είναι το καλύτερο δώρο που θα μπορούσε να κάνει σήμερα ο Μισέλ Ουελμπέκ στο επελαύνον (όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις) Εθνικό

15


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Μέτωπο και στη Μαρίν Λεπέν. Αλλοι πάλι βλέπουν το όλο ζήτημα με πρακτικούς όρους, καθαρά χρηματικούς.

Ο συγγραφέας πάντως, ο οποίος είναι ένα πνεύμα ομολογουμένως αντιφατικό αλλά σε κάθε περίπτωση πιο σύνθετο απ' όσους τον κατηγορούν με τις πρώτες τους αναγνώσεις, απάντησε δημοσίως ότι δεν έχει ασχοληθεί με το βιβλίο του Ζεμούρ και ότι δεν συμφωνεί εν γένει με αυτή την ιδέα της αυτοκτονίας - «οι χώρες αυτοκτονούν μόνο δημογραφικά και η Γαλλία δεν κινδυνεύει απ' αυτό» σημείωσε - ενώ υπογράμμισε ότι το μυθιστόρημά του δεν μπορεί να βοηθήσει τη Μαρίν Λεπέν (η οποία ούτως ή άλλως «τα πάει καλά» από μόνη της) επειδή, κατά την άποψή του, η πολιτική και η κοινωνία δεν επηρεάζονται από βιβλία μυθοπλασίας αλλά από άλλου είδους κείμενα, όπως είναι λ.χ. το Κομμουνιστικό Μανιφέστο.

«Στην πραγματικότητα δεν ήμουν ποτέ άθεος» Πέραν των όσων λένε οι άλλοι για το βιβλίο του Μισέλ Ουελμπέκ έχει σημασία να σταθούμε και σε αυτά που λέει ο ίδιος, ο οποίος δεν θεωρεί «διανοούμενο» τον εαυτό του και αποποιείται την οποιαδήποτε «ευθύνη» μπορεί να συνεπάγεται αυτός ο ρόλος. «Το βιβλίο μου περιγράφει την καταστροφή της φιλοσοφίας που κατέλιπε ο Διαφωτισμός, η οποία πλέον φαίνεται να μην έχει καμία σημασία για κανέναν ή να έχει κάποια σημασία μόνο για μια μικρή μειοψηφία» υπογράμμισε ο συγγραφέας. Από την άλλη μεριά, «θεωρώ ότι η ανάγκη των ανθρώπων να πιστεύουν στον Θεό είναι αληθινή και ότι η επιστροφή της θρησκείας στις ημέρες μας δεν είναι απλώς ένα σύνθημα αλλά μια πραγματικότητα». Απαντώντας δε στο ευθύ ερώτημα «γιατί γράψατε αυτό το βιβλίο;» ο Μισέλ Ουελμπέκ προέβη σε μια εξήγηση προσωπικού χαρακτήρα, ότι «στην πραγματικότητα δεν ήμουν ποτέ άθεος, ήμουν αγνωστικιστής», κάτι που συνειδητοποίησε μπροστά σε οικείους θανάτους που δεν άντεξε. Εν τω μεταξύ άλλαξε και η προσέγγισή του για το Κοράνι που «είναι μάλλον καλύτερο απ' ό,τι νόμιζα», η ανάγνωση του οποίου οδηγεί στο συμπέρασμα ότι «οι τζιχαντιστές είναι κακοί μουσουλμάνοι». Πηγή: http://www.tovima.gr/

16


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Ο ρόλος του κριτικού λογοτεχνίας

Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη

Όποιος νομίζει ότι ο ρόλος του κριτικού είναι απλώς μεσολαβητικός κι ο βιβλιοκριτικός ένα είδος ενδιάμεσου που αναδεικνύεται σε κόσκινο, ώστε να διηθήσει τη βιβλιοπαραγωγή και να την παρουσιάσει στους αναγνώστες, απλά τον συγχέει με τον δημοσιογράφο του λογοτεχνικού ρεπορτάζ. Όποιος νομίζει ότι ο κριτικός λογοτεχνίας αξιολογεί τα βιβλία, για να ξεδιαλέξει τα καλύτερα και να τα θέσει υπόψη του αναγνώστη, απλώς περιμένει λίγα απ’ αυτόν. Ο κριτικός βιβλίου δεν έχει καθήκον να ενημερώνει για τις νέες κυκλοφορίες ούτε απλώς να διυλίζει τα καλύτερα, προκειμένου να διευκολύνει τις αγορές του αναγνώστη. Ούτε έχει το χρέος να εξηγεί (χρησμοδοτεί για) το περιεχόμενο ή τη μορφή του λογοτεχνικού έργου, σαν ένα είδος αυθεντίας που μπορεί ex cathedra να νοηματοδοτεί και έτσι να ιεραρχεί την παραγωγή, προσπαθώντας να ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι. Όλα αυτά βέβαια περιλαμβάνονται σε μια βιβλιοκρισία, αλλά δεν είναι αυτοσκοπός αυτή να λειτουργεί προς αυτήν την κατεύθυνση. Οι αναγνώστες έχουν ήδη πολλές πληροφορίες από πληθώρα πηγών, ώστε να εκτιμήσουν ποιο ή ποια κείμενα τους ενδιαφέρουν. Η βιβλιοκριτική δεν αποσκοπεί στο να κάνει γνωστό το βιβλίο στο κοινό· αυτό θα την έκανε αξιανάγνωστη μόνο πριν κανείς διαβάσει το έργο. Αντίθετα, η βιβλιοκριτική μπορεί να έχει διαχρονική αξία, αν επιχειρήσει να αξιολογήσει τα εκάστοτε βιβλία, για να τα θέσει σε έναν βραχείας ή μακράς εμβέλειας Κανόνα. Γράφω λοιπόν, ακόμα και για ένα έργο που εκδόθηκε σε 17


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

παλιότερες εποχές (και τώρα επανεκδίδεται ή επανέρχεται με άλλο τρόπο στο προσκήνιο), σημαίνει ότι περνάω από τη βάσανο του χρόνου τον υπάρχοντα Κανόνα.

Ακόμα περισσότερο, ο ρόλος του κριτικού είναι να θέσει τον λόγο της λογοτεχνίας σε ενεργή αντιπαράθεση με τους άλλους λόγους της κοινωνίας. Σε ένα ρευστό και συνεχώς αναμορφούμενο γίγνεσθαι, η λογοτεχνία συναντά την πολιτική, τη θρησκεία, την ιδεολογία, το λαϊκό αίσθημα, την ηθική, την επιστήμη κ.λπ. Η ανάγνωση πλέον δεν είναι απλώς η ψυχαγωγία που προσφέρει η συνάντηση με το βιβλίο, αλλά η αναζήτηση της νέας οπτικής που κάθε ποιοτικό ανάγνωσμα καταθέτει. Ο βιβλιοκριτικός λοιπόν καλείται να αναλύσει πόσο η λογοτεχνία, είτε τα μεμονωμένα έργα είτε το σύνολό της, διασταυρώνεται με τους υπόλοιπους λόγους δείχνοντας την κατεύθυνση της ανθρώπινης σκέψης. Όπως προείπα, ο ρόλος της κριτικής (πρέπει να) εκτείνεται σε πιο ουσιαστικά εδάφη: να αποτελέσει λόγο που να συνδιαλέγεται με τη λογοτεχνία, να τίθεται σε διάλογο μαζί της και να επιχειρεί να αναδείξει τη βασιμότητα της φωνής της αλλά και να ανασκευάσει το αβάσιμο του λόγου της. Στην ουσία δεν παρουσιάζει το βιβλίο, ούτε το αξιολογεί βάσει ενός ενδολογοτεχνικού αισθητικού μέτρου, αλλά το αξιολογεί κρίνοντας πόσο αυτό συντελεί στην ευρύτερη πολιτισμική συζήτηση για την πορεία της ανθρώπινης σκέψης και την εξέλιξη της κοινωνίας. Κρίνω ως κριτικός δεν σημαίνει ότι εξιστορώ την υπόθεση, αναλύω την αφηγηματικότητα ή την ποιητικότητα του έργου, εξηγώ τα κρυμμένα νοήματα… Κρίνω 18


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

σημαίνει ότι διεξάγω διάλογο με το κείμενο, προκειμένου να φανεί η συμβολή του στην αλλαγή νοοτροπίας, στη διεύρυνση των οριζόντων μας, στην επιβεβαίωση ή αναθεώρηση των υπαρχουσών αξιών. Η λογοτεχνία είναι ένας ισχυρός ακόμα (έστω κι αν αυτό αμφισβητείται πλέον από πολλούς) πόλος της κουλτούρας που δομεί την κοινωνία και συμβάλλει στη ζύμωση των κοινωνικών, πολιτικών και ιδεολογικών ρευμάτων. Ίσως ο κινηματογράφος, η τηλεόραση, το διαδίκτυο και οι κουλτούρες της εκπαίδευσης, της πολιτικής κ.ά. να επενεργούν πιο δραστικά και άμεσα, αλλά, έστω κι έτσι, η λογοτεχνία και γενικότερα το βιβλίο, που διατηρεί τον γραπτό λόγο ως άξονα μιας συνεχώς υπάρχουσας πολιτισμικής εξέλιξης, λειτουργούν ακόμα μέσα στις πολιτισμικές διεργασίες. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η κριτική βιβλίου αναλαμβάνει τον ρόλο της ανάδειξης αυτής της λειτουργίας της λογοτεχνίας, ξεδιπλώνοντας κουκί κουκί τις καινοτόμες ή πιο συντηρητικές μορφές της. Έτσι, αξιολογώ δεν σημαίνει απλώς μ’ αρέσει ή δεν μ’ αρέσει, αλλά ιεραρχώ κάθε βιβλίο σε μια κλίμακα πολιτισμικής διαμόρφωσης. Κρίνω ποιοτικά τα έργα που καινοτομούν ιδεολογικά και αισθητικά, που προεκτείνουν τους πνευματικούς ορίζοντες της κοινής γνώμης, που δίνουν απαντήσεις σε διαχρονικά ερωτήματα τα οποία κάθε άνθρωπος σε κάθε εποχή θέτει στον εαυτό του και στους άλλους. Ο Τζβετάν Τοντορόφ στο βιβλίο του «Η λογοτεχνία σε κίνδυνο» (Πόλις 2013) κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, προτείνοντας να βλέπουμε κάθε βιβλίο στο πλαίσιο της ιστορίας των ιδεών και των λόγων που εισηγούνται κάτι στην κοινωνική αυτοσυνειδησία. Γι’ αυτό ίσως το σοβαρότερο λάθος, στο οποίο έχει εγκλωβιστεί η σημερινή κριτική, είναι η συζήτηση στην οποία περιορίζεται, συζήτηση για το βιβλίο και όχι για το θέμα που το βιβλίο θέτει. Η κριτική μιλάει για το δάκτυλο και αγνοεί συχνά τον ουρανό, τον οποίο το δάκτυλο δείχνει, μιλάει για τη μορφή, τη λογοτεχνικότητα, τον τρόπο γραφής του εκάστοτε συγγραφέα και παραγκωνίζει τους προβληματισμούς που αυτός θέτει για τον άνθρωπο και την κοινωνία. Αποφεύγει σωστά τις παλιότερες ιδεολογικές και ηθικές αγκυλώσεις, όταν το καλλιτεχνικό έργο κρινόταν αμιγώς βάσει των πολιτικών του αντιλήψεων, αλλά φτάνει στο άλλο άκρο: αγνοεί τη δυναμική που μπορεί να έχει το λογοτέχνημα διά του θέματος που προτείνει στο αναγνωστικό κοινό και τους ερεθισμούς που αυτό προκαλεί, και συνάμα αμπελοφιλολογεί για την ενδοκειμενική φορμαλιστική και τεχνική- υπόσταση του έργου. Λίγες κριτικές δείχνουν με ουσιαστικό τρόπο πώς η αισθητική ενός πεζού ή ποιήματος προωθεί πετυχημένα ή όχι τις απόψεις που τίθενται σε διάλογο. Πηγή: http://www.bookpress.gr/

19


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Τέχνη της μνήμης και τα ερείπια της πραγματικότητας Του Νικόλα Σεβαστάκη

Ποιος ήταν ο Β. Γκ. Ζέμπαλντ; Το ερώτημα φαίνεται βιογραφικό αλλά δεν μπορεί να απαντηθεί με τα εργαλεία της συμβατικής βιογραφίας. Μιλώντας για τον Ζέμπαλντ, αναφερόμαστε φυσικά σε έναν συγγραφέα των τελευταίων δεκαετιών του εικοστού αιώνα. Πολύ περισσότερο όμως μιλάμε για μια παράξενη όσο και συναρπαστική τροπή της γραφής, για μια μορφική ανανέωση αυτού που ο ίδιος αποκαλούσε αφηγηματική πρόζα. Και, επιπλέον, αναφερόμαστε σε ένα έργο μοναδικό, το οποίο διαμορφώνεται στη μεθόριο μιας ιδιαίτερης ατομικής φαντασίας και του προβλήματος της συλλογικής μνήμης. Στο βιβλίο Η Ανάδυση της Μνήμης ο Ζέμπαλντ απαντά σε ερωτήσεις για το έργο του, ενώ επιφανείς μελετητές του εμβαθύνουν ερμηνευτικά σε κόμβους της συγγραφικής του πορείας. Τα θέματα περιστρέφονται γύρω από τη γραφή αλλά και το πλαίσιο ανάδυσης μιας συγκεκριμένης συγγραφικής πρακτικής. Το συγκεκριμένο πλαίσιο υπήρξε ουσιαστικά η διαμάχη μεταξύ μνήμης και λήθης κατά τις μεταπολεμικές δεκαετίες στις οποίες η Γερμανία θεμελίωσε την ανάπτυξή της στην απώθηση του ναζιστικού κακού. Ο Ζέμπαλντ, Νοτιογερμανός των συντηρητικών καθολικών περιοχών, μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον όπου τα κρισιμότερα ερωτήματα της περιόδου 1933-1945 δεν συζητούνται. Αυτή η σιωπή γίνεται έτσι η αφετηρία 20


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

και το έναυσμα της δικής του πορείας προς την ανησυχία της γραφής, ανησυχία η οποία ωριμάζει αργά μετά την εγκατάσταση του νεαρού Γερμανού στο Νόριτς της ανατολικής Αγγλίας. Η ανησυχία και την ίδια στιγμή η μελαγχολία. Η παρατήρηση των ερειπίων, των φυσικών καταστροφών και των μεγάλων πληγών του πολέμου θα έχει έτσι σημαίνουσα διάσταση στον κόσμο του Ζέμπαλντ. Η ενθύμηση των απωλειών θα αποτυπωθεί, όπως λέει η Ρουθ Φράνκλιν, σε ένα γοητευτικό «κράμα αισθητισμού και θρήνου». Αλλά η γραφή του Βαυαρού συγγραφέα είναι αυτή η οποία θα γεννήσει τα περισσότερα ερωτήματα στους ειδικούς: δοκιμιακή και λογοτεχνική μαζί, θέτει σε κάθε της βήμα σε δοκιμασία τη σχέση πραγματικότητας και μυθοπλασίας. Η μακροπερίοδος κομψή φράση μοιάζει να εγγράφει στους κυματισμούς της το περπάτημα του οδοιπόρου στους εξοχικούς δρόμους της ανατολικής Αγγλίας: τις συνεχείς στάσεις του και τις παρεκβάσεις των οφθαλμών και της συνείδησης που ανοίγουν καινούργια κεφάλαια στην εξερεύνηση μοναδικών ανθρώπινων πεπρωμένων και τοπίων. Όπως παρατηρεί εύστοχα ένας από τους συνομιλητές του, η περιπλάνηση η οποία διακρίνει τη γραφή του Ζέμπαλντ μοιάζει με το βάδισμα στα «νύχια των ποδιών» ενός υπνοβάτη. Σε μια τέτοια μετακίνηση από θέμα σε θέμα και από «υπόθεση» σε «υπόθεση», το εκάστοτε συγκεκριμένο περιστατικό ή η αφηγούμενη ιστορία αποκτά μια διάσταση παραίσθησης και ονείρου. Πάνω σε αυτό το μοτίβο ο τρόπος του Ζέμπαλντ συνομιλεί με διακριτές στιγμές του παρελθόντος και του παρόντος της γερμανόφωνης λογοτεχνίας όπως τον Ανταλμπερτ Στίφτερ, τον Μάρτιν Βάλζερ και κυρίως τον Τόμας Μπέρνχαρντ. Τόσο στις συνεντεύξεις όσο και στα δοκίμια των ερμηνευτών του μας φανερώνεται μια σύνθετη εργο-βιογραφία: πτυχές του βίου του ίδιου του συγγραφέα και του αφηγηματικού του προσωπείου στους Ξεριζωμένους, στους Δακτύλιους του Κρόνου, στο Αούστερλιτς. Ο Arthur Lubow στο τελευταίο κείμενο του τόμου μάς λέει ότι, μιλώντας για τον Ζέμπαλντ, παρασύρθηκε και ο ίδιος στη ζεμπαλντική λογική όπου «μοιάζουν αυθαίρετα τα όρια ανάμεσα στους νεκρούς και τους ζωντανούς, ανάμεσα σε ό,τι σχεδιάστηκε και ό,τι επιτεύχθηκε, ανάμεσα σε ό,τι θυμόμαστε και ό,τι συμβαίνει στην πραγματικότητα». Στο ίδιο κείμενο, ο Lubow ανακαλεί το παράδοξο ενός ανθρώπου με πνευματώδη αίσθηση του χιούμορ και ενός αφηγητή ο οποίος πάντοτε αναδεικνύει ροπή προς τη μελαγχολία. Σε άλλα κείμενα, ωστόσο, εγείρονται κριτικά ερωτήματα για τη χρήση της Ιστορίας και κυρίως για τη μελαγχολική ενατένιση εικόνων καταστροφής στα βιβλία του συγγραφέα. Με ποια έννοια, ας πούμε, μπορεί κανείς να βρει «κοινό μοτίβο» σε έναν μεγάλο σεισμό ή στην έκλειψη ηλίου του 1502 και στους βομβαρδισμούς της Δρέσδης από τους Συμμάχους; Ο Ζέμπαλντ, διατείνεται η Ρουθ Φράνκλιν, παρουσιάζει πάντα τα ανθρώπινα δεινά χωρίς αναφορά στα αίτιά τους, «παρά μόνο ως τμήμα ενός ευρύτερου μοτίβου οδύνης που ορίζει την ανθρώπινη κατάσταση». Η ομορφιά μιας εικόνας και η περίτεχνη ή μαγευτική αφήγηση που δημιουργεί συγκίνηση δεν συμβάλλει στην κατανόηση των όσων πραγματικά συνέβησαν. Με άλλα λόγια, αναδύεται πάντα ο κίνδυνος μιας αισθητικοποίησης της καταστροφής. 21


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Ο Τιμ Παρκς, από την άλλη, ισχυρίζεται ότι οι εικόνες που παρεμβάλλει ο Ζέμπαλντ στα βιβλία λειτουργούν ως τεκμήρια βιωμάτων και εμπειριών. Ο ίδιος ο συγγραφέας σε μια από τις συνομιλίες του διευκρινίζει ότι οι φωτογραφίες που παρεμβάλλει στα βιβλία του πιστοποιούν τη «νομιμότητα της αφήγησης» ως τεκμήρια αυθεντικότητας, λειτουργώντας συγχρόνως και ως μορφές σύλληψης του χρόνου. Στην Ανάδυση της Μνήμης μάς συστήνεται εν τέλει το σύμπαν του Ζέμπαλντ στις απορίες, στις εμμονές και στις αινιγματικές του συμπτώσεις. Δεν είναι ένας κόσμος διάφανων προθέσεων και χειραγώγησης του αναγνώστη προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Ο συγγραφέας φτάνει σε μια μορφή αλήθειας η οποία, ωστόσο, δεν είναι η αλήθεια της αιτιότητας, του «γιατί συνέβη αυτό ή το άλλο». Και αν ομολογεί ότι βρίσκει σημαντική πηγή έμπνευσης στα επιστημονικά κείμενα αδιακρίτως εποχής, ο ίδιος αναλώθηκε σε μια «στοιχειωμένη γραφή», σε μια γραφή όπου το φως συνοδεύεται μόνιμα από την ομίχλη και η διαύγεια συνυπάρχει με την καταχνιά. Η μετάφραση του Βασίλη Δουβίτσα μαζί με την επιμέλεια του Γιάννη Καλιφατίδη προσθέτουν ουσιαστικά στο ευεργετικό αποτύπωμα του βιβλίου το οποίο λειτουργεί διπλά: τόσο ως μια «συνολική» εισαγωγή στο έργο του Ζέμπαλντ όσο και ως βιογραφικό σχεδίασμα μιας φυσιογνωμίας των γραμμάτων της εποχής μας. Πηγή: www.tovima.gr

22


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Νέα μετάφραση

Ο συγγραφέας που κατήγγειλε τον αυταρχισμό Το «Μηδέν και το άπειρο», το κλασικό πολιτικό μυθιστόρημα του Αρθουρ Καίσλερ, που κυκλοφορεί στα ελληνικά σε νέα μετάφραση, απευθύνεται στους προβληματισμούς της εποχής μας

Ο Αρθουρ Καίσλερ σε φωτογραφία του 1969

23


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

O σύντροφος Ρουμπάσοφ, μέλος της ιστορικής ηγεσίας του Κόμματος και πρώην λαϊκός επίτροπος, καταλήγει μια νύχτα στη φυλακή. Πολιτικός κρατούμενος με την κατηγορία της προδοσίας, πιθανότερη μοίρα του είναι η εκτέλεση ή, στη γλώσσα του Κόμματος, η «εκκαθάριση». Περιμένοντας στο κελί του την εξέλιξη της υπόθεσής του, μεταξύ ανακρίσεων και εκβιασμών για απόσπαση ομολογίας, μεταξύ της ανάγκης για τσιγάρο και ενός επίμονου πονόδοντου, μεταξύ εφιαλτικών ονείρων και ενοχικών αναστοχασμών, ανατρέχει στη διαδρομή του στο Κόμμα, θυμάται τα στελέχη αλλά και τα απλά μέλη που συνάντησε, φιλοσοφεί για την ιδεολογία της Επανάστασης και τις πρακτικές του Κόμματος και προσπαθεί να προσδιορίσει τη δική του ευθύνη απέναντι στην ανθρωπότητα και στην Ιστορία. Γραμμένο στη Γαλλία στα 1938-1940, το μυθιστόρημα του ούγγρου συγγραφέα Αρθουρ Καίσλερ (1905-1983) αποτελεί κλασικό έργο της πολιτικής λογοτεχνίας και του ιδεολογικού μυθιστορήματος. Στον απόηχο των περιβόητων Δικών της Μόσχας (1936-1938) καταγγέλλει τις ολοκληρωτικές πρακτικές του σταλινικού καθεστώτος. Δεν αναφέρεται η Σοβιετική Ενωση, δεν κατονομάζεται ο Στάλιν, δεν αποσαφηνίζεται το Κόμμα αλλά οι παραπομπές είναι προφανείς.

Γιος εβραίου ιδιοκτήτη μικρής σαπωνοποιίας, ο Καίσλερ γεννήθηκε στη Βουδαπέστη, σπούδασε στη Βιέννη, ασπάστηκε τον σιωνισμό, έζησε για κάποιο διάστημα στην Παλαιστίνη εργαζόμενος ως ανταποκριτής γερμανικών εφημερίδων και το 1931 εντάχθηκε στο Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Το 1932 επισκέφθηκε το Τουρκμενιστάν καταγράφοντας τις συνθήκες ζωής στην Κεντρική Ασία και το 1936 και το 1937 ταξίδεψε στην Ισπανία για λογαριασμό της

24


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Κομιντέρν. Συνελήφθη από το καθεστώς του Φράνκο, φυλακίστηκε και γλίτωσε την εκτέλεση την τελευταία στιγμή. Μετά την απελευθέρωσή του, στη Γαλλία πλέον, αρχίζει να γράφει, στα γερμανικά, το μυθιστόρημα Sonnenfinsternis, στο οποίο η απογοήτευσή του από το Κομμουνιστικό Κόμμα και οι εμπειρίες του από τις φυλακές του Φράνκο μεταπλάθονται σε μια αφήγηση που ασκεί κριτική στην πολιτική του Στάλιν και της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Είχαν μεσολαβήσει οι εκτελέσεις χιλιάδων παλαιών μπολσεβίκων μετά τις προσχηματικές δίκες της Μόσχας και η υπογραφή από τον Χίτλερ και τον Στάλιν του γερμανοσοβιετικού συμφώνου Ρίμπεντροπ Μολότοφ που διαμέλιζε την Πολωνία μεταξύ των δύο δυνάμεων και καθήλωνε την ΕΣΣΔ σε εγκληματική ουδετερότητα ενώ ο Β' Παγκόσμιος πόλεμος μαινόταν στην Ευρώπη. Ο Καίσλερ, που είχε εγκαταλείψει το Κομμουνιστικό Κόμμα το 1938, είναι απαυδισμένος από όλα αυτά. Το μυθιστόρημα, που αποτυπώνει αυτή τη ματαίωση, μεταφράζει στα αγγλικά η σύντροφός του γλύπτρια Δάφνη Χάρντι. Τον Μάιο του 1940, λίγο πριν από τη γερμανική εισβολή στο Παρίσι, η Χάρντι αναχωρεί για τη Βρετανία παίρνοντας μαζί της τα χειρόγραφα. Ακολουθούν μια εσφαλμένη πληροφόρηση ότι το πλοίο που τη μετέφερε βυθίστηκε και μαζί της χάθηκαν τα χειρόγραφα και μια θρυλούμενη απόπειρα αυτοκτονίας του Καίσλερ. Αργότερα, σώος και ο ίδιος στη Βρετανία, βλέπει την πρώτη έκδοση του μυθιστορήματος, στα τέλη του 1940, με τον τίτλο Darkness at Noon (Σκοτάδι στο μεσημέρι). Το βιβλίο γνωρίζει γρήγορα μεγάλη επιτυχία. Το 1945 μεταφράζεται στα γαλλικά με τον τίτλο Le zéro et l'infini Το ( μηδέν και το άπειρο), τίτλο με τον οποίο καθιερώθηκε το έργο και στα ελληνικά, με την πρώτη μετάφραση του Αλέξανδρου Κοτζιά στις εκδόσεις Γαλαξίας το 1960. Παρά τη μεγάλη κυκλοφοριακή επιτυχία του, η κριτική το αντιμετωπίζει μουδιασμένη, ειδικά για την αριστερή κριτική αποτελεί ταμπού - αν δεν της προκαλεί δυσφορία. Ο Καίσλερ θεωρείται υπόλογος για αντισοβιετική προπαγάνδα, ένας από τους εχθρούς του σοσιαλισμού, που τον πολεμά ύπουλα αντικαθιστώντας εκ των ένδον τους ταξικά αναγνωρίσιμους αντιπάλους του. «Οταν νεότεροι διαβάζαμε το Μηδέν και το άπειρο του Καίσλερ, ανίδεοι για όσα συνέβαιναν κάτω από τη μύτη μας και υπερβέβαιοι ότι τα πάντα ήταν σατανικές επινοήσεις του καπιταλισμού προκειμένου να ανακόψει την ουμανιστική πορεία του σοσιαλισμού στο μέλλον, που το φανταζόμαστε γεμάτο ευδία και ευτυχία, δυσανασχετούσαμε εναντίον του συγγραφέα» θα παραδεχθεί χρόνια αργότερα ο Τάσος Βουρνάς σε κριτική του στην Αυγή («Ρομαντικέ μου Αρθουρ Καίσλερ!», 17.4.1988).

Από τον 20ό στον 21ο αιώνα Ιστορικά, το μυθιστόρημα του Καίσλερ αφενός επιβεβαίωνε την αστική δυτική διανόηση και αφετέρου συνετέλεσε, μαζί με την αλληγορική Φάρμα των ζώων (1945) του Τζορτζ Οργουελ, στη μεταστροφή της προοδευτικής ευρωπαϊκής διανόησης απέναντι στον κομμουνισμό, δείχνοντας το σκοτεινό του πρόσωπο δύο δεκαετίες πριν από τις αποκαλύψεις του Αλεξάντρ Σολζενίτσιν για τη ζωή στα ρωσικά γκουλάγκ. 25


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού το μυθιστόρημα του Καίσλερ άρχισε να απομακρύνεται ταχύτατα από τις καθημερινές εμπειρίες που επηρεάζουν το αναγνωστικό γούστο. Η διεθνής κρίση όμως, κρίση εξίσου οικονομική όσο και πολιτική και αξιών, το φέρνει ξανά στο επίκεντρο της επικαιρότητας. Θαυμάσιο δείγμα της λεγόμενης «λογοτεχνίας της φυλακής», το κείμενο χρησιμοποιεί τη σύμβαση του εγκλεισμού για να αναδιπλώσει, με τη μορφή στοχαστικών μονολόγων, διαλογικών αντιπαραθέσεων και ημερολογιακών εγγραφών, ιδεολογικούς, φιλοσοφικούς και ηθικούς προβληματισμούς για το σωστό, το αναγκαίο, το δίκαιο και το ηθικό στην πολιτική, προβληματισμούς διαχρονικούς, που ξεπερνούν τα προαναφερθέντα ιστορικά συμφραζόμενα. Ένας γερασμένος Ρουμπάσοφ παρατηρεί ότι το σφριγηλό σώμα του Κόμματος είναι γεμάτο πληγές, αποστεώνεται. Υπέρτατη αξία στο Κόμμα είναι η αξιωματική πίστη ότι η συλλογιστική των ηγετών του είναι η σωστή, όμως ο Ρουμπάσοφ δεν πιστεύει πια στο αλάθητό του, δεν πιστεύει στην ανωτερότητα της «αναγκαιότητας της λογικής» απέναντι στην περιφρονούμενη μικροαστική ηθική. Αρχίζει να έχει ενοχές για την προπαγάνδα και τα ψέματα, τον κυνισμό και τον εκφοβισμό, την ωμότητα και την κρατική βία, για τις μεθόδους που χρησιμοποίησε ακολουθώντας τους κανόνες της λογικής, για τους φίλους που εγκατέλειψε χάριν της λογικά αναγκαίας πορείας προς τη μελλοντική Γη της Επαγγελίας. Δεν τη βλέπει πουθενά. Ο Ρουμπάσοφ, «όπου κι αν έστρεφε το βλέμμα του, το μόνο που έβλεπε ήταν η έρημος και το σκοτάδι της νύχτας». Μόνος πλέον, ένα Εγώ που δεν μπορεί να υπάρξει ατιμώρητα ξέχωρα από το Εμείς του κράτους και του Κόμματος, ακούει τη θεωρία της παλιάς ιντελιγκέντσιας να βγαίνει απάνθρωπη από τα χείλη του Γκλέτκιν, του νεαρού ανακριτή του. Τον χαρακτηρίζει «νεαντερτάλειο», είναι όμως δημιούργημα της δικής του γενιάς. Στο διάστημα που μεσολάβησε από τη μια γενιά στην άλλη, το Κόμμα, αλαζονικό, έχασε την επαφή με τη λαϊκή βάση του, με το αρχικό όραμα, με τον άνθρωπο. Η διαφορά είναι, όπως λέει ένας κουρασμένος Ρουμπάσοφ στον παλαιό συναγωνιστή και νυν ανακριτή του Ιβανόφ, ότι «τότε γράφαμε Ιστορία, τώρα εσείς απλώς κάνετε πολιτική».

Η πρόσληψη του Καίσλερ, οι ελληνικές εκδόσεις Ο Καίσλερ αυτοκτόνησε στο Λονδίνο τον Μάρτιο του 1983, σε ηλικία 78 ετών. Επασχε από τη νόσο του Πάρκινσον και από καρκίνο και δεν ήθελε να υποστεί την απώλεια της σωματικής και πνευματικής αυτάρκειας που συνεπαγόταν η επιδείνωση της υγείας του. Μαζί του αυτοκτόνησε η πολύ νεαρότερη τρίτη σύζυγός του, η οποία, όπως δήλωνε στο σημείωμα που άφησε, δεν άντεχε στη σκέψη της ζωής χωρίς εκείνον. Ως προσωπικότητα ο Καίσλερ παραμένει αμφιλεγόμενος, για τις πολιτικές του μετακινήσεις, για τη σεξιστική και βίαιη συμπεριφορά του απέναντι στις γυναίκες, για το ενδιαφέρον του για τα παραφυσικά φαινόμενα στα τέλη της 26


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

ζωής του. Από το σύνολο του έργου του, το Μηδέν και το άπειρο ξεχωρίζει αναμφίβολα ως το εισιτήριό του στην πολιτεία των Γραμμάτων και ως το δημοφιλέστερο κείμενό του, με το οποίο πρωτογνώρισε τον συγγραφέα και το ελληνικό κοινό τη δεκαετία του 1960 - αν εξαιρέσουμε τη Μεγάλη σεξουαλική εγκυκλοπαίδεια στην οποία είχε συνεργαστεί ο Καίσλερ και η οποία μεταφράστηκε τη δεκαετία του 1950. Το Μηδέν και το άπειρο ακολούθησαν στα ελληνικά τα δοκίμια Ο κομισάριος και ο γιόγκι (Γαλαξίας, 1962) και το ρεπορτάζ του ισπανικού εμφυλίου πολέμου Ισπανική διαθήκη (Ωκεανίδα, 1965). Το ενδιαφέρον για τον Καίσλερ στην Ελλάδα βρίσκεται στο ζενίθ του τη δεκαετία του 1970, και ειδικότερα μετά τη Μεταπολίτευση. Κυκλοφορούν τουλάχιστον δέκα τίτλοι του, μεταξύ των οποίων το μυθιστόρημα Τα κωλ-γκερλς (Αγκυρα, 1973), το κοσμολογικό Οι υπνοβάτες (Χατζηνικολή, 1975), τα αυτοβιογραφικά Ο βούρκος της γης (Χατζηνικολή, 1977) και Ενα βέλος στον ουρανό (Χατζηνικολή, 1979) και το φιλοσοφικό-ψυχολογικό Ένα φάντασμα στη μηχανή (Χατζηνικολή, 1977). Την επόμενη δεκαετία κυκλοφορούν τέσσερα βιβλία του και ο αριθμός τους μειώνεται κατά το ήμισυ τις δεκαετίες που ακολούθησαν. Το Μηδέν και το άπειρο μετέφρασαν επίσης η Αλίκη Βρανά (Αγκυρα, 1974), ο Βασίλης Καζαντζής (Κάκτος, 1975) και ο Βασίλης Τομανάς (Νησίδες, 2003). Η νέα μετάφραση του Ανδρέα Παππά, αν εξαιρέσουμε σποραδικές αποδόσεις λέξεων (τεχνικές όπως το «μορφότυπος» και το «διάχωρο», λαϊκότροπες όπως το «κούτελο») που ξενίζουν υφολογικά σε μια αφήγηση που είναι γραμμένη για να ρέει απλά, αποδίδει θαυμάσια την αφηγηματική μαεστρία του Καίσλερ και τη ζωντάνια της γλώσσας του, η οποία παρά τα εβδομήντα πέντε χρόνια της δεν έχει χάσει τη φρεσκάδα της. Πηγή: http://www.tovima.gr/

27


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Εύα Στάμου: Η επέλαση της ροζ λογοτεχνίας Συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

-Ποια ήταν η αφορμή για να γραφεί το βιβλίο «Η επέλαση της ροζ λογοτεχνίας»;

Κάθε φορά που διάβαζα σε κάποια εφημερίδα την λίστα των ευπώλητων ένιωθα βαθιά απογοήτευση διαπιστώνοντας ότι αφορούσε στην πλειονότητά τους εγχώρια ή μεταφρασμένα βιβλία παραλογοτεχνίας . Είχα την απορία γιατί δύο διαφορετικά είδη , η λογοτεχνία κι η παραλογοτεχνία, δεν διαχωρίζονταν το ένα από το άλλο . Με αφορμή ένα ταξίδι μου στη Βοστώνη όπου παρατήρησα ότι τα ροζ βιβλία είχαν κατακλύσει και τις προθήκες του COOP του διάσημου βιβλιοπωλείου των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων Χά ρβαρντ και ΜΙΤ , αποφάσισα να μελετήσω το φαινόμενο της ροζ λογοτεχνίας πιο συστηματικά.

-Δίπλα στον τίτλο υπάρχει ο υπότιτλος «Για την ευδοκίμηση μιας μορφής αφηγηματικού λόγου». Μπορείτε να μας εξηγήσετε τι εννοείτε; Προσεγγίζω τα ροζ βι βλία ως δείγματα ενός γραμματολογικού είδους με κοινή τεχνοτροπία αφήγησης και επαναλαμβανόμενη θεματολογία και υποστηρίζω ότι η ευδοκίμηση που 28


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

εμφανίζουν, από άποψη παραγωγής και πωλήσεων , μπορεί να κατανοηθεί μόνο αν το φαινόμενο ιδωθεί υπό το πρίσμα της ευρύτερης κυριαρχίας της ροζ κουλτούρας.

-Το φαινο ́μενο της ροζ λογοτεχνίας έχει τις ρίζες του στο μακρινό παρελθόν . Ποια είναι όμως η ουσιαστική διαφορά με τα σημερινά βιβλία από τα ροζ βιβλία του παρελθόντος;

Η συστηματική διάδοση των ροζ βιβλίων μέσω της επιθετικής διαφήμισης σε ολόκληρο τον πλανήτη, μας βοηθά να συνειδητοποιήσουμε ότι πρόκειται για μια βιομηχανία παραγωγής ροζ κουλτούρας η οποία στοχεύει στο γυναικείο κοινό από τις απαρχές της εφηβείας έως την τρίτη ηλικία, άσχετα από την κοινωνική τάξη , το επάγγελμα και την πολιτική ή άλλη ιδεολογία των αναγνωστριών. Αυτή είναι η πρώτη σημαντική διαφορά. Η δεύτερη είναι ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται οι ηρωίδ ες των ροζ μυθιστορημάτων , ταινιών, σήριαλ: δεν έχουμε πια να κάνουμε αποκλειστικά με την φτωχή , αγνή, όμορφη πρωταγωνίστρια του ’70 και του ’80. Στις μέρες μας η ηρωίδα μπορεί να προέρχεται από την μεσαία τάξη και να είναι μία δυναμική εργαζόμενη που απολαμβάνει τον έντονο τρόπο ζωής κάποιας μεγαλούπολης . Αυτό είναι το αποτέλεσμα της διάχυσης και της υπεραπλούστευσης των ιδεών του φεμινισμού στη μαζική κουλτούρα. Στην ουσία βέβαια και τα σύγχρονα ροζ βιβλία βασίζοντ αι σε μία φόρμουλα που αναπαράγει τα πιο τετριμμένα και συντηρητικά κλισέ για τις σχέσεις των φύλων , τη θέση της γυναίκας και τον έρωτα. Η ηρωίδα εξακολουθεί να είναι η ‘γυναίκα της διπλανής πόρτας ’ που αναζητεί τον τέλειο άντρα που θα της προσφέρει μια παραμυθένια ζωή.

-Αλήθεια γιατί ονομάστηκε ροζ λογοτεχνία ; Ποια είναι η διαφορά της από την ποιοτική λογοτεχνία;

Ονομάζεται ροζ γιατί ασχολείται αποκλειστικά με το θέμα των ερωτικών σχέσεων με τρόπο απλοϊ κό και τυποποιημένο. Οι διαφορές εντοπίζονται στη γραφή και στη θεματολογία αλλά και στο γεγονός ότι η μοναδική μονάδα μέτρησης επιτυχίας των ροζ βιβλίων , από ειδικούς και κοινό, είναι η εμπορικότητα.

-Ο Άρθουρ Σοπενχάουερ γράφει «ότι όπο ιος γράφει για τους ανόητους βρίσκει πάντοτε ευρύ κοινό…» Που οφείλεται αυτή η άποψή του;

Στα αποσπάσματα που συνθέτουν το «Περί Ανάγνωσης και Βιβλίων», ο Σοπενχάουερ κάνει μία διάκριση ανάμεσα αφενός στην «μόνιμη» λογοτεχνία και τα «μόνιμα» βιβλία που είναι κατά τη 29


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

γνώμη του ελάχιστα, και στα «ελαφρά» βιβλία που κυκλοφορούν κατά χιλιάδες κάθε σεζόν και με τη βοήθεια του ημερήσιου τύπου κάνουν σημαντικές πωλήσεις . Ο λόγος που οι περισσότεροι τα αναζητούν και τα δ ιαβάζουν δεν είναι η λογοτεχνική ή φιλοσοφική αξία τους , αλλά η επιθυμία να κουτσομπολέψουν με τους γνωστούς τους το περιεχόμενο ή και την προσωπικότητα του συγγραφέα και με τον τρόπο αυτό να αισθανθούν ότι συμμετέχουν σε μία κοινότητα που ενημερώνεται , έχει άποψη για την επικαιρότητα , διαμορφώνει αναγνωστικές τάσεις και μόδες. Το κουτσομπολιο ́ κι ο μιμητισμός αποτελούν λοιπόν τους κύριους λόγους που, σύμφωνα με τον Σοπενχάουερ, τα εύπεπτα και ευτελή αυτά αναγνώσματα σημειώνουν μεγάλη εμπορική επιτυχία.

-Τα μπεστ-σέλερ έχουν την βοήθεια της διαφήμισης . Τι θα συνέβαινε αν δεν είχαν αυτή την προώθηση;

Η επικράτηση της ροζ κουλτούρας στηρίζεται στη μαζική εφαρμογή μεθόδων του εμπορικού μάρκετινγκ. Πρόκειται για μια χαμηλή μορφή τέχνης που στοχεύει απλά στο να πουλήσει όσο περισσότερα αντίτυπα γίνεται σε μικρό χρονικό διάστημα , όπως ακριβώς ισχύει για οποιαδήποτε άλλη βιομηχανία καταναλώσιμων προϊ όντων . Θα ήταν ενδιαφέρον , όμως, όπως αναφέρω και στο βιβλίο μου , να ρισκάρουν οι εκδοτικοί οίκοι δίνοντας επιτέλους τα χρήματα που προορίζουν για την προώθηση των ροζ βιβλίων , για την υποστήριξη της καλής σύγχρονης λογοτεχνίας και ποίησης . Μόνο τότε θα γνωρίζαμε αν το κοινό θα εξακολουθούσε να καταναλώνει τα ροζ αναγνώσματα με τέτοια μανία ή αν θα στρεφόταν στην αναζήτηση ποιοτικών βιβλίων.

30


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

-Η ροζ λογοτεχνία εστιάζεται στις ερωτικές σχέσεις και στη συγκίνηση του αναγνωστικού κοινού. Είναι όμως αυτά αρκετά για να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των αναγνωστών και να αυξήσουν τις πωλήσεις των βιβλίων;

Λόγω της απουσίας επίσημης πολιτικής βιβλίου στη χώρα μας και της συνακόλουθης έλλειψης αναγνωστικής παιδείας, αρκετοί αναγνώστες δεν αντιλαμβάνονται τη διαφορά ανάμεσα σε ένα βιβλίο κλασικής ή σύγχρονης λογοτεχνίας κι ένα εύπεπτο ροζ βιβλίο με ημερομηνία ληξης . Το κοινό χρειάζεται ενημέρωση , εκπαίδευση και εύκολη πρόσβαση σε δανειστικές βιβλιοθήκες , κάτι που στην Ελλάδα ακόμα δυστυχώς λείπει.

-Η ροζ λογοτεχνία έχει στην πλειοψηφία γυναίκες αναγνώστες. Τι είναι αυτό που τις κερδίζει;

Η ψευδαίσθηση που σκόπιμα καλλιεργείται από την βιομηχανία των ροζ προϊ όντων ότι η ανάγνωση ροζ βιβλίων αποτ ελεί φυσικό κι αναπόσπαστο μέρος της θηλυκότητας , ότι είναι με άλλα λόγια μια απόλυτα φυσική ενασχόληση για γυναίκες κάθε ηλικίας , επαγγέλματος, λάιφ στάιλ και ιδεολογίας.

-Ποια είναι η διάκριση μεταξύ λογοτεχνίας και παραλογοτεχνίας;

Η παραλογοτεχνία χαρακτηρίζεται από τη χρήση μιας μη λογοτεχνικής γλώσσας , πρόχειρης, άτεχνης, γεμάτης «καλολογικά» στοιχεία, κλισέ και επαναλήψεις. Σε αντίθεση με τη λογοτεχνία, η απόδοση των χαρακτήρων στην παραλογοτεχνία είναι ε πιδερμική, η σκιαγράφηση του κοινωνικού και ψυχολογικού προφίλ των χαρακτήρων ελλιπής . Τέλος, η θεματολογία στην παραλογοτεχνία στηρίζεται σε μία συγκεκριμένη συνταγή αναπαραγωγής στερεοτύπων όσον αφορά τις ερωτικές σχέσεις και τη γυναικεία ταυτότητα.

-Μυθιστορήματα όπως «Το ημερολόγιο της Μπρίτζετ Τζόουνς », «Σεξ και η πόλη » και «Οι πενήντα αποχρώσεις του γκρι», γιατί έκαναν απίστευτες πωλήσεις;

Προβλήθηκαν ως προϊ όντα που απενοχοποιούν την γυναικεία σεξουαλικότητα και προάγουν την γυναικεία χειραφέτηση . Στην πραγματικότητα , όμως, πρόκειται για συντηρητικά αναγνώσματα αφού βασίζονται σε δοκιμασμένα , χιλιοφορεμένα κλισέ για τους άντρες, τις γυναίκες, και τον έρωτα . Αναπαράγουν ένα συντηρητικό μοντέλο ζωής που απευθύνεται σε 31


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

όσους αρνούνται να σκεφθούν ή να δοκιμάσουν οτιδήποτε πρωτοπορειακό ή ανατρεπτικό στη ζωή αλλά και στη λογοτεχνία.

-Μερικοί ισχυρίζονται ότι αν ένας εκδοτικός οίκος κάνει μια εμπορική επιτυχία μπορεί τότε να βγάλει και άλλα ποιοτικά βιβλία αφού θα έχει πλεόνασμα χρημάτων . Εσείς συμφωνείτε με αυτή την γνώμη;

Πρόκειται για το ωφελιμιστικό επιχείρημα υπερ της παραλογοτεχνίας. Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν γνωρίζουμε τι θα συνέβαινε αν τα χρήματα που επενδύουν οι εκδοτικοί οίκοι για την συστηματική προώθηση των μεταφρασμένων κι εγχώριων «άρλεκιν», πήγαιναν στην προβολή βιβλίων λογοτεχνίας. Μήπως τότε θα είχαμε μία ανατροπή της υπάρχουσας κατάστασης που θα καθιστούσε άκυρο το ωφελιμιστικό επιχείρημα;

-Πώς αντιμετωπίζει η κριτική τη ροζ λογοτεχνία;

Τα τελευταία χρόνια , σοβαροί κριτικοί έχουν γράψει κατά συγκεκριμένων ροζ βιβλίων εφιστώντας την προσοχή των αναγνωστών στην αφρόντιση γλώσσα και στην τυποποιημένη θεματολογία αυτών των κειμένων . Αυτό, όμως, που έχουμε ανάγκη είναι μια επίσημη ειδολογική διαφοροποίηση ανάμεσα στα είδη της λογοτεχνίας και της παραλογοτεχνίας που θα ενισχύσει την σωστή πληροφόρηση του κοινού . Είναι επίσης αναγκαίο να συνειδητοποιήσουμε ότι πρόκειται για ένα παγκόσμιο φαινόμενο που χρειάζεται σοβαρή , οργανωμένη αντιμετώπιση. Στη χώρα μας το αναγνωστικό κοινό είναι τόσο περιορισμένο που δεν υπάρχει δυστυχώς χώρος για την επιτυχία όλων των ειδών . Το γεγονός ότι τα ροζ βιβλία έχουν παραγκωνίσει την καλή σύγχρονη και κλασική λογοτεχνία δεν είναι κάτι που πρέπει να μας αφήνει αδιάφορους.

-Υπάρχουν υπερασπιστές της ροζ λογοτεχνίας; Τι γράφουν;

Έχω αφιερώσει ένα κεφάλαιο του δοκιμίου σε αυτό το θέμα . Χωρίζω τους υπερασπιστές της παραλογοτεχνίας σε τρεις κατηγορίες : τους ελιτιστές , τους μηδενιστές και τους ωφελιμιστές , που είναι και οι περισσότεροι στη χώρα μας . Αναλύω τα κύρια επιχειρήματα και των τριών τύπων υπεράσπισης της ροζ λογοτεχνίας , και καταδεικνύω τα λογικά και άλλα σφάλματα στα οποία υποπίπτουν . Πιστεύω ότι αξίζει οι αναγνώστες να διαβάσουν κατευθείαν το σχετικό

32


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

κεφάλαιο από το βιβλίο και να μην αρκεστούν σε μια σύντομη περιγραφή μου που είναι πιθανόν να αδικήσει ένα τόσο σοβαρό ζήτημα.

-Αλήθεια ποια , κατά την γνώμη σας , στο μέλλον θα επικρατήσει ; Η ροζ ή η ποιοτική λογοτεχνία;

Η ροζ λογοτεχνία επικρατεί ήδη στις προθήκες των βιβλιοπωλείων , στις λίστες των ευπώλητων, στα εκδοτικά προγράμματα αρκετών οίκων . Χωρίς συγκεκριμένη επίσημη πολιτική βιβλίου , δίχως δανειστικές βιβλιοθήκες , και με τον τρόπο που διδάσκ εται σήμερα το μάθημα της λογοτεχνίας στην μέση εκπαίδευση , δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξη για το μέλλον της λογοτεχνίας στη χώρα μας.

Ποια ήταν η ανταπόκριση του βιβλίου σας από τους κριτικούς αλλά και από τους αναγνώστες;

Υπάρχει ανταπόκριση από τους κριτικούς και ακόμη μεγαλύτερη από το κοινό. Το σημαντικο ́ για μένα είναι ότι αποτέλεσε αφορμή για να τεθεί και πάλι το ζήτημα προς συζήτηση , οδηγώντας σταδιακά σε μία σύνθεση απόψεων που θα φωτίσει αυτό το περίπλοκ ο πρόβλημα . Πρόκεται για ζήτημα που αφορά όσους αγαπούν τη λογοτεχνία και ασχολούνται συστηματικά με το βιβλίο.

-Τι θα προτείνατε στους αναγνώστες που θα διαβάσουν την συνέντευξή σας;

Να διαβάσουν και να χαρίσουν βιβλία κλασικής και σύγχρονης πεζογραφίας και ποίησης, και να κουβεντιάσουν με τους φίλους ή τα παιδιά τους το θέμα της παραλογοτεχνίας . Με κάποιον τρόπο πρέπει όσοι απολαμβάνουμε τις χαρές της καλής λογοτεχνίας να αντισταθούμε στη ροζ λαίλαπα. Θεωρώ ότι εί ναι πράξη μεγάλης σημασίας για τον πολιτισμό μας , είναι πράξη πολιτική.

Πηγή: http://fractalart.gr/

33


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Άρθρο

Η μη απόλαυση της ανάγνωσης Της Βενετίας Αποστολίδου

Από τότε που ο Ρολάν Μπαρτ έγραψε το βιβλίο Η απόλαυση του κειμένου (1973 στα γαλλικά, 1980 στα ελληνικά) ή, σωστότερα, από τότε που διαδόθηκε στη χώρα μας ο δομισμός και έγινε μόδα, η λέξη «απόλαυση» συνδέθηκε με την ανάγνωση με έναν τρόπο που θεωρείται πια αυτονόητος. Φαίνεται σχεδόν ιεροσυλία να μην αντιμετωπίζεις την ανάγνωση ως απόλαυση. Και, όπως συμβαίνει συνήθως με τις θεωρίες, φυσικοποιήσαμε μια προσέγγιση την οποία ο εμπνευστής της εισήγαγε ως αντίδραση στην επί αιώνες φυσικοποιημένη ηθική (χριστιανική, θετικιστική, ρασιοναλιστική, μαρξιστική) προσέγγιση του κειμένου. Ο Μπαρτ όμως μισούσε το αυτονόητο και μας έμαθε να αμφισβητούμε όλες τις παραδοχές στο χώρο της κουλτούρας. Μήπως λοιπόν πρέπει να ξανασκεφτούμε τι εννοούμε όταν λέμε ότι η ανάγνωση δίνει απόλαυση; Μήπως πέσαμε στην παγίδα, λόγω της υπερβολικής χρήσης του όρου, να ταυτίσουμε την απόλαυση του κειμένου με την απλή ψυχαγωγία, ολωσδιόλου αντίθετα με όσα επεδίωκε ο Μπαρτ; Τα ερωτήματα είναι τεράστια και θα ήμουν αφελής αν επιδίωκα να τα απαντήσω εδώ. Σκοπός μου είναι να τα θέσω και, για την ώρα, να προετοιμάσω το έδαφος προσεγγίζοντάς τα από την αντίθετη οδό: ποιες είναι δηλαδή εκείνες οι περιστάσεις όπου εμφανώς δεν αισθανόμαστε απόλαυση κατά την ανάγνωση αλλά, αντίθετα, δυσφορία, πίεση, δυσκολία στην κατανόηση; Όλοι οι αναγνώστες έχουμε να θυμηθούμε αναγνώσεις που μας προκάλεσαν τέτοιες αντιδράσεις αλλά, παρόλα αυτά, συνεχίσαμε την ανάγνωση διότι υπήρχε κάποιος λόγος, 34


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

είχαμε κίνητρο· σε πολλές περιπτώσεις η απόλαυση ήρθε στο τέλος ή βρισκόταν σε άλλο επίπεδο, λ.χ. γίναμε αποδεκτοί σε μια ομάδα, ανεβάσαμε το κύρος μας σε μια κοινότητα, πλησιάσαμε ένα αγαπημένο πρόσωπο. Δεν συζητώ εδώ τις καταναγκαστικές αναγνώσεις των μαθητικών χρόνων, των εξετάσεων, αν και σ΄ αυτές μπορεί κάποτε να ελλοχεύει η απόλαυση της κατάκτησης. Μιλώ για τις μη απολαυστικές αναγνώσεις που επιλέγουμε μόνοι μας διότι θέλουμε να γνωρίσουμε έναν συγγραφέα (ο οποίος τελικά δεν μας αρέσει αλλά πώς θα το ξέραμε αν δεν τον διαβάζαμε;), διότι θέλουμε να διερευνήσουμε ένα θέμα, διότι απλώς θέλουμε να πλουτίσουμε τις αναγνωστικές μας εμπειρίες και, εν τέλει, το πολιτισμικό μας κεφάλαιο. Πώς θα μπορούσαμε να γνωρίζουμε τι είναι η απόλαυση της ανάγνωσης αν δεν νιώθαμε, και μάλιστα συχνότερα, τη μη απόλαυση; Τι είδους αναγνώστες θα ήμασταν, τι είδους άνθρωποι θα ήμασταν αν δεν συνδέαμε εν τέλει την απόλαυση της ανάγνωσης με τη δυσκολία, την κατάκτηση αναβαθμών, τη γνωριμία με νέα πράγματα, συχνά ενοχλητικά που μας κάνουν να θυμώνουμε ή να δυσφορούμε; Αν συμφωνούμε στα παραπάνω, θα πρέπει να επανεξετάσουμε τα μηνύματα που δίνουμε στα παιδιά σε σχέση με την ανάγνωση. Καταλαβαίνω πως η έμφαση στην απόλαυση ήρθε ως αντίδραση σε ένα μακροχρόνιο καθεστώς ηθικοπλαστικών αναγνώσεων οι οποίες επιβάλλονταν σε ένα κλίμα αυστηρότητας και στρυφνότητας. Τα δικαιώματα του αναγνώστη του Ντανιέλ Πενάκ έχουν γίνει το νέο ευαγγέλιο των απανταχού προωθητών της ανάγνωσης στα παιδιά και τους νέους. Τα προσυπογράφω κι εγώ. Μήπως όμως αποενοχοποιούν το ατέρμονο τσαλαβούτημα; Σε διάφορα προγράμματα και δράσεις η ανάγνωση παρουσιάζεται σαν μια παιδική χαρά όπου μόνο ευχάριστα πράγματα συμβαίνουν: τραγουδάμε, χορεύουμε, παίζουμε, ζωγραφίζουμε κοκ. Όλα αυτά είναι πολύ καλά για εισαγωγή στον κόσμο της ανάγνωσης στα μικρά παιδιά. Πότε όμως θα πάμε παραπέρα; Δεν είναι τυχαίο ότι δεν υπάρχουν προγράμματα για μεγαλύτερα παιδιά, τα οποία χάνονται από τις βιβλιοθήκες ή ότι πολλά παιδιά που διαβάζουν παιδική λογοτεχνία δυστυχώς δεν μετατρέπονται σε συστηματικούς αναγνώστες καθώς μεγαλώνουν. Θα πρέπει να δημιουργήσουμε πολλές και διαφορετικές προσδοκίες από την ανάγνωση και όχι μόνο εκείνη της απόλαυσης. Θα πρέπει να βρούμε νέους τρόπους να ξανασυνδέσουμε την ανάγνωση με την κοινωνική προκοπή, μακριά από τη ρητορεία και τη χρησιμοθηρία του παρελθόντος. Να αναδείξουμε την ανάγνωση σε πολυδύναμο μέσο απόλαυσης, γνώσης και κοινωνικής συμμετοχής. Το χρωστάμε σε όλα τα παιδιά αλλά ιδίως στα παιδιά που στερούνται πολλών ευκαιριών. Πηγή: http://www.oanagnostis.gr/

35


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Βιβλιοθήκες που βρίσκονται σε σπίτια!

36


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

37


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Πηγή: http://www.lifo.gr/

38


Φεβρουάριος 2015

Βιβλιοτρόπιο 35

Λέσχες Ανάγνωσης ΒΙΒΛΙΟΤΡΟΠΙΟ/ΔΙΑ-ΛΟΓΟΣ Μέλη του Δικτύου Λεσχών "Ανάγνωσις"

Τώρα διαβάζουμε Τέσσερις μορφές κυριαρχούν στον πρώτο τούτο τόμο: η Ιουστίνη, μια αινιγματική και παράφορη Εβραία, η Μέλισσα, χορεύτρια, ο Νεσσήμ, Κόπτης τραπεζίτης, και ο αφηγητής, ένας Ιρλανδός. Πλάι στα πρόσωπα τούτα, πλήθος άλλα που ο αναγνώστη θα παρακολουθήσει την ιστορία τους στους επόμενους τόμους. Αλλά το κεντρικό πρόσωπο σ όλη την τετραλογία είναι ασφαλώς η Αλεξάνδρεια, πόλη εξωτική και παρακμασμένη, γεμάτη ομορφιά και γραφικότητα, σύμβολο ενός κόσμου κατ εξοχή ερωτικού. Ο έρωτας, το πάθος, η ζήλεια, αλλά και το μυστήριο που υπορρέει τον μύθο, συμβάλλουν στη δημιουργία ενός κλίματος μοναδικού, έντονου και εξαιρετικά αισθησιακού.

Ο Lawrence Durrell γεννήθηκε στην Ινδία το 1912 από γονείς Βρετανούς. Στην πατρίδα του βρέθηκε μόνο για τις πανεπιστημιακές του σπουδές, τις οποίες γρήγορα εγκατέλειψε για να αρχίσει μια ζωή περιπλανήσεων με επίκεντρο τη λεκάνη της Μεσογείου. Αφού γεύθηκε τη μποέμικη ζωή των καλλιτεχνών στο Παρίσι, εγκαταστάθηκε από το 1934 ως το 1940 στην Ελλάδα, χώρα που γνώρισε κι αγάπησε βαθιά. Στα χρόνια του πολέμου υπηρέτησε στο Κάιρο ενώ αργότερα εργάστηκε στη Ρόδο, στην Κύπρο και στην Αργεντινή. Από το 1957 ως τον θάνατό του, το Νοέμβριο του 1990, έζησε στη νότια Γαλλία όπου αφοσιώθηκε στο γράψιμο. Το έργο του, που ο ίδιος χαρακτηρίζει "σπουδή του έρωτα στη σύγχρονη εποχή", μελετά την ανθρώπινη ψυχή με κλειδιά τον έρωτα, το πάθος και τη ζήλια. Η πλούσια και αισθησιακή γραφή του βρήκε μεγάλη απήχηση στην Ευρώπη και πολύ μικρότερη στην Αγγλία. Από το έργο του που περιλαμβάνει μυθιστορήματα, διηγήματα και ταξιδιωτικές εντυπώσεις ξεχωρίζουν: "Το αλεξανδρινό κουαρτέτο", "Πικρολέμονα", "Το κουιντέτο της Αβινιόν", "Tune", "Nunquam".

39


ΒΙΒΛΙΟΤΡΟΠΙΟ ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ

ΑΝ το διάβασμα είναι για σας μια ανεξάντλητη πηγή ευχαρίστησης… ΑΝ πιστεύετε ότι το διάβασμα δεν είναι κατ’ ανάγκη μια μοναχική υπόθεση… ΑΝ αυτό που νιώθετε διαβάζοντας θέλετε να το μοιραστείτε και με άλλους… --------------------------Γίνετε μέλος σε μια από τις Λέσχες Ανάγνωσης που λειτουργούν στη Λεμεσό. ή Βρείτε κι άλλα άτομα που αγαπούν το διάβασμα και συγκροτείστε μια ομάδα, τα μέλη της οποίας θα συγκεντρώνονται μια φορά το μήνα και θα συζητούν γύρω από το βιβλίο που έχουν επιλέξει να διαβάσουν. Για περισσότερες πληροφορίες ως προς τον τρόπο συγκρότησης και λειτουργίας μιας Λέσχης Ανάγνωσης μπορείτε να απευθυνθείτε στο Δίκτυο Λεσχών «Ανάγνωσις».

Παντελής Μάκη, τηλ: 99 667599 e-mail: pmakis@cytanet.com.cy www.bibliotropio.blogspot.com Αντώνης Κουντούρης, τηλ: 99 346424 e-mail: : a_c_kountouri@hotmail.com Κατερίνα Βοσκαρίδου, τηλ: 99 526772 e-mail: pyrion@primehome.com www.pyrion.blogspot.com

Με τη στήριξη


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.