ΒΙΒΛΙΟΤΡΟΠΙΟ ΔΕΛΤΙΟ 39–ΙΟΥΝΙΟΣ 2015 Σολ Μπέλοου: Ο κορυφαίος μεταπολεμικός πεζογράφος των ΗΠΑ
Μπόρχες: η απόλυτη Βιβλιοθήκη»
Η προστιθέμενη αξία του πολιτισμού
Ο Ζοφερός Οίκος του Ντίκενς Χρήστος Χωμενίδης: «Ωραία ζει όποιος δεν παραιτείται στιγμή από το κυνήγι της ευτυχίας» Όταν η Αριστερά γύριζε την πλάτη στην αστυνομική λογοτεχνία
Επιλογή θεμάτων: Παντελής Μάκη
`
Ανταλλακτική Βιβλιοθήκη: Σκέψου το, γίνεται;
Περιεχόμενα
Σελ.
Η προστιθέμενη αξία του πολιτισμού ....................................................................................... 2 Ο Ζοφερός Οίκος του Ντίκενς.................................................................................................... 5 Μπόρχες: η απόλυτη Βιβλιοθήκη» ........................................................................................... 8 Στον Ισπανό λογοτέχνη Εντουάρντο Μεντόθα, το βραβείο «Φραντς Κάφκα» … ................... 14 Οι νικητές των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνικής Μετάφρασης ........................................... 15 Χρήστος Χωμενίδης: Ωραία ζει όποιος δεν παραιτείται στιγμή από το κυνήγι της ευτυχίας................................................................................................................................... 16 Όταν η Αριστερά γύριζε την πλάτη στην αστυνομική λογοτεχνία .......................................... 20 Ανταλλακτική Βιβλιοθήκη ....................................................................................................... 23 Ασκήσεις στο πιάνο της λογοτεχνίας ...................................................................................... 28 Σολ Μπέλοου: Ο κορυφαίος μεταπολεμικός πεζογράφος των ΗΠΑ ...................................... 31 Διορθωτών εγκώμιον ή όταν τα χέρια γίνονται… μαχαίρια ................................................... 36
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Η προστιθέμενη αξία του πολιτισμού Του Αναστάση Βιτωνίτη
Αντίλογος στους τεχνικούς της εξουσίας που θεωρούν ότι η λογοτεχνία και οι ανθρωπιστικές σπουδές είναι άχρηστες
Η Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης. Η κουλτούρα και η ανθρωπιστική παιδεία αποτελούν τα πρώτα θύματα κάθε οικονομικής κρίσης
Ο Νούτσιο Ορντινε, καθηγητής της Ιταλικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Καλαβρίας, δίνει στο βιβλίο του τον οξύμωρο τίτλο Η χρησιμότητα του άχρηστου ίσως για να ερεθίσει την περιέργεια του αναγνώστη και ενδεχομένως να προκαλέσει. Αλλά πρόκειται για τίτλο απολύτως συμβατό με το περιεχόμενό του. Αν οι δύο τομείς που εξετάζει, δηλαδή η λογοτεχνία και οι ανθρωπιστικές σπουδές, είναι άχρηστοι, όπως τους θεωρούν σήμερα κάποιοι τεχνικοί της εξουσίας, τι είναι χρήσιμο; Ένα γαλλικό κλειδί; μια πένσα; μια βελόνα; Η απάντηση στο ερώτημα είναι αυτονόητη ή τουλάχιστον ήταν πριν από λίγα χρόνια: Όλα είναι χρήσιμα, για διαφορετικούς λόγους το καθένα. Οι σημερινοί τεχνικοί της εξουσίας όμως θεωρούν χρησιμότητα μόνο την πρακτική χρησιμότητα. Και με την έννοια αυτή το να διαβάζει 2
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
κανείς λογοτεχνία ή το να γνωρίζει λατινικά είναι άχρηστο. Γι' αυτό και η κουλτούρα και η ανθρωπιστική παιδεία αποτελούν τα πρώτα θύματα κάθε οικονομικής κρίσης, όπως συμβαίνει τώρα στην Ευρώπη και κατ' εξοχήν στη χώρα μας.
«Κάλπικη» πρόοδος Το βιβλίο του Ορντινε στηρίζεται στο σκεπτικό ότι με την τέχνη, τη λογοτεχνία και τα Γράμματα γενικώς διαμορφώνονται ολοκληρωμένες προσωπικότητες και όχι ανδρείκελα της τεχνοδομής. Ο συγγραφέας ανατρέχει σε πλήθος παραδείγματα από το παγκόσμιο απόθεμα των λογοτεχνικών και φιλοσοφικών έργων: από τον Πλάτωνα ως τη δική μας εποχή. Είναι η λεγόμενη τεχνική πρόοδος όσο σημαντική μας την παρουσιάζουν οι τεχνοκράτες; Μήπως πρόκειται για πρόοδο «κάλπικη» που αγνοεί τις βαθύτερες ανάγκες του ανθρώπου και ενώ προμηθεύει στον κόσμο πλήθος νέα προϊόντα ταυτοχρόνως τον αδειάζει και τον φτωχαίνει; «Η πίστη στην πρόοδο είναι ένα δόγμα των αργόσχολων και των Βέλγων» σάρκαζε τον 19ο αιώνα ο Μποντλέρ και ο Φλομπέρ κορόιδευε όσους πίστευαν πως ο πολιτισμός πηγαίνει ένα βήμα μπροστά επειδή βελτιώθηκε η ποιότητα των βελονιών. Παρόμοια καυστικά έχουν πει πολλοί συγγραφείς πρώτης γραμμής, σε αρκετούς από τους οποίους αναφέρεται ο Ορντινε παραθέτοντας πλήθος παραδειγμάτων, πολλά από τα οποία είναι γνωστά στον μέσο αναγνώστη, αυτόν δηλαδή που έχει γενική γνώση της λογοτεχνίας και των μεγάλων έργων. Η αξία τους όμως είναι ακόμη μεγαλύτερη σήμερα όπου, καθώς γράφει εύστοχα, «ζούμε στον χειμώνα της συνείδησης», γι' αυτό και τα μεγάλα έργα «είναι ένα χρησιμότατο εργαλείο αντίστασης κατά της βαρβαρότητας του παρόντος» και «το άνευ σημασίας αποδεικνύεται 3
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
ουσιαστικό». Διαβάζουμε λοιπόν όχι για να κερδίσουμε κάτι αλλά εξαιτίας της επιθυμίας να γνωρίσουμε και να γνωριστούμε - και άρα να γίνουμε καλύτεροι.
Τα πανεπιστήμια-επιχειρήσεις Το πρώτο μέρος του βιβλίου είναι ένα άθροισμα υπενθυμίσεων και γι' αυτό δίνει την εντύπωση του συμπιληματικού. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει το δεύτερο μέρος, όπου ο Ορντινε εξετάζει την κατάσταση των σημερινών πανεπιστημίων στη Δύση και «τις καταστροφικές συνέπειες που η λογική του κέρδους παρήγαγε στον χώρο της διδασκαλίας». Δεν είναι τωρινό το ότι οι έδρες των ανθρωπιστικών σπουδών μειώνονται ή υποβαθμίζονται σε όλα τα πανεπιστήμια, που δεν στοχεύουν πλέον στην παροχή ολοκληρωμένης γνώσης αλλά πρωτίστως στην παραγωγή επαγγελματιών. Οι φοιτητές έτσι μετατρέπονται σε πελάτες, ειδικά στα αμερικανικά πανεπιστήμια. Και επειδή ο πελάτης έχει πάντα δίκιο, ο πελάτης-φοιτητής πρέπει να έχει τον καθηγητή «του χεριού του». Τα πανεπιστήμια έχουν μετατραπεί σε επιχειρήσεις και το μόνο για το οποίο ενδιαφέρονται είναι οι ισολογισμοί τους. Και επειδή το μεγαλύτερο μέρος από τα έσοδά τους προέρχεται από τα δίδακτρα, διαφημίζονται τακτικότατα προκειμένου να προσελκύσουν πελάτες. Το ακαδημαϊκό έτος έτσι είναι επιχειρηματικό έτος με κέρδη και ζημιές. Αναπόφευκτα οι καθηγητές μεταβάλλονται σε γραφειοκράτες απομακρυνόμενοι και οι ίδιοι από την οικουμενική διάσταση της παιδείας και επικεντρώνοντας όλες τους τις δυνάμεις στο πώς θα παράγουν επαγγελματίες.
Περικοπές στην κουλτούρα και στην παιδεία Οι περικοπές στην παιδεία και στην κουλτούρα τις οποίες οι τεχνικοί της εξουσίας σήμερα θεωρούν αναπόφευκτες εξαιτίας της οικονομικής κρίσης δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Ο Ορντινε αναφέρεται στην παθιασμένη ομιλία του Βικτόρ Ουγκό της 10ης Νοεμβρίου 1848 στη Συνταγματική Συνέλευση τονίζοντας ότι «στα μέλη των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων θα έπρεπε να επιβληθεί η ανάγνωσή της». Παραθέτει μάλιστα ορισμένα χαρακτηριστικά αποσπάσματά της. Ο Ουγκό θεωρεί αρνητικές τις προτεινόμενες τότε περικοπές στις επιστήμες, στα Γράμματα και στις Τέχνες γιατί από οικονομική άποψη ήταν ασήμαντες ενώ από όλες τις άλλες απόψεις βλαβερές. Υποστηρίζει μάλιστα ότι «η κρίση ξεπερνιέται όχι κόβοντας τα κονδύλια για την κουλτούρα αλλά διπλασιάζοντάς τα». Όσοι θεωρούν τα παραπάνω υπερβολικά ας ανατρέξουν στον Κέινς που απέδειξε ότι ο πολιτισμός περιέχει, εκτός όλων των άλλων, προστιθέμενη αξία - αν βέβαια ξέρουμε να την υπολογίζουμε. Ποια θα ήταν η πολιτιστική υποδομή και το αντίστοιχο διεθνές κύρος της Βρετανίας αν εκείνος ο εμπνευσμένος άνθρωπος δεν είχε δημιουργήσει αμέσως μετά τον
4
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
πόλεμο τους μεγάλους πολιτιστικούς οργανισμούς και μάλιστα σε μια εποχή κατά την οποία η βιομηχανική υποδομή της χώρας είχε καταστραφεί και το εμπόριό της ήταν σχεδόν ανύπαρκτο; Σήμερα εξαφανίζονται τα ιστορικά βιβλιοπωλεία, το ίδιο θα συμβεί και με τις βιβλιοθήκες ενώ έχει προγραμματισθεί και η εξαφάνιση των κλασικών, σημειώνει ο Ορντινε. Τα συμπεράσματα είναι δυσοίωνα αλλά η ελπίδα πεθαίνει τελευταία καθώς λέει ο κοινός τόπος. Γιατί απλούστατα η ανθρωπότητα δεν έχει την πολυτέλεια να απαλλοτριώσει τις μνήμες της. Το τρίτο μέρος (και το συντομότερο) με τίτλο Η ιδιοκτησία σκοτώνει: dignitas hominis, αγάπη, αλήθεια είναι και το πιο αδύναμο, μολονότι αποτελεί μικρό ύμνο στους κλασικούς της ελληνικής και της ρωμαϊκής αρχαιότητας. Ακολουθεί στο Παράρτημα το εξαίρετο δοκίμιο του κορυφαίου αμερικανού παιδαγωγού Αμπρααμ Φλέξνερ, δημοσιευμένο το 1939 στο Harper's Magazine, ένα κείμενο προφητικό, θα λέγαμε, το οποίο παραμονές του πολέμου υπερασπίζεται, ανάμεσα στα άλλα, με πάθος την πνευματική ελευθερία. Πηγή: http://www.tovima.gr/
Ο Ζοφερός Οίκος του Ντίκενς Το λογοτεχνικό επίτευγμα του βρετανού συγγραφέα μια τομή στην κοινωνία της Βικτωριανής Αγγλίας που ο αχός της φτάνει μέχρι σήμερα Από την ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
5
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Οι καλοκαιρινές διακοπές άρχισαν στην περιοχή του Τσάνσερι Λέιν. Τα δύο ωραία καράβια από ξύλο τικ, ο Νόμος και το Άγραφο Δίκαιο, γερά σκαριά δεμένα με σιδερένιες αλυσίδες, κυνικά κι αργοκίνητα, βρίσκονται εκτός λειτουργίας» γράφει χωρίς περιστροφές ο Τσαρλς Ντίκενς για την απουσία της Δικαιοσύνης σε μια εποχή που η προσωπίδα του ρεαλισμού προσπαθούσε να επικαλύψει, με κάθε τρόπο, τις ταξικές αδικίες. Γιατί μπορεί τη βικτωριανή εποχή όλοι να μιλούσαν για τη βιομηχανική επανάσταση που απελευθέρωσε τον άνθρωπο, τα ουτοπικά οράματα και τις μεταφυσικές δοξασίες, ουσιαστικά όμως ο κόσμος βίωνε βαθιά στο πετσί του την εξαθλίωση που επέφερε η μαζική συρροή στα αστικά κέντρα. Στον Ζοφερό Οίκο του –το λογοτεχνικό επίτευγμα που κυκλοφορεί σε υπέροχη απόδοση από τη σειρά Orbis Literae των εκδόσεων Gutenberg– ο κορυφαίος Βρετανός συγγραφέας μετατρέπεται στον πιο γενναίο κήνσορα και εκπρόσωπο των κοινωνικά αδύναμων, όχι τόσο επειδή διέθετε πολιτικό κριτήριο – παρέμενε, άλλωστε, αμετανόητα λογοτέχνης– αλλά επειδή μπορούσε να αφουγκραστεί όσα απασχολούσαν τον μέσο αναγνώστη του. Επιπλέον, είχε τη δυνατότητα να τον γοητεύει όσο κανείς: ο Ζοφερός Οίκος, που δημοσιεύτηκε σε είκοσι συνέχειες από το 1852 μέχρι το 1853, γνώρισε τις περισσότερες πωλήσεις απ' όλα τα μυθιστορήματα του Ντίκενς, μετατρέποντάς τον παράλληλα σε έναν από τους πιο αντιπροσωπευτικούς κήνσορες του βικτωριανού φαρισαϊσμού. «Ο πιο σπουδαίος κανόνας του αγγλικού νόμου είναι να γεννάει δουλειές για λογαριασμό του» επισημαίνει στο μνημειώδες έργο του ο συγγραφέας, κλείνοντας συνωμοτικά το μάτι στον αναγνώστη του, ο οποίος έβλεπε απειλητικά να επικρέμαται από πάνω του η δαμόκλειος σπάθη της θρησκευτικής, δικανικής και πολιτικής εξουσίας. Όχι τυχαία, λέγεται πως ο Ζοφερός Οίκος γέννησε την αναγκαιότητα της μεταρρύθμισης που επιτεύχθηκε το 1870, σε μια εποχή που το άτομο πάσχιζε ακόμη να βρει την άβολη θέση του στο σύμπαν. Ο λόγος, ωστόσο, που ο Ντίκενς είχε τέτοια πολιτική ευαισθησία δεν είναι επειδή επεδείκνυε όψιμο ενδιαφέρον για τις ιδέες ή τα κινήματα της βικτωριανής περιόδου. Ακριβώς όπως και ο Κάφκα, μάλλον παρασυρόταν από τη μόνιμη πάλη ανάμεσα στη λογική και το θυμικό, την πραγματικότητα και την επιθυμία, καθώς και από τον τρόπο που η λογοτεχνία μπορούσε να αντικατοπτρίσει στην εντέλεια την άνιση μάχη του ατόμου με το παράλογο. Αφ' ης στιγμής, όμως, η κάθοδος στις λογικές δοξασίες απαιτούσε περαιτέρω εξηγήσεις, ο Ντίκενς όφειλε, μέσα από τους κυρίαρχους χαρακτήρες του, να σκιαγραφήσει τα φαινόμενα της εποχής του. Κι αυτό το κατάφερε όχι μόνο με τους πρωτεύοντες αλλά και με τους δευτερεύοντες χαρακτήρες του Ζοφερού Οίκου, όπως οι γειτόνισσες Τζένη και Λίζυ, οι οποίες προσπαθούν να επιβιώσουν καταγράφοντας ανθρώπινες απώλειες και με τους συζύγους τους να βρίσκουν παρηγοριά στο αλκοόλ, έως και με τις σπαραχτικές φιγούρες, όπως ο μικρός Τζο, αυτό το χαμίνι που προσπαθεί να επιβιώσει χάρη στην καλοσύνη των ξένων. Είναι ίσως εκκωφαντική η ενσυναίσθηση που δείχνει ο Ντίκενς ειδικά απέναντι στους ανήλικους χαρακτήρες του, που ουσιαστικά συνιστούν τον δικό του τρόπο να ερμηνεύει την πραγματικότητα και τη λογοτεχνία. Όχι τυχαία ο Ναμπόκοφ τον λάτρεψε για την αθώα ματιά με την οποία προσέγγιζε τον κόσμο, ακριβώς όπως ένα μικρό παιδί –μια ματιά λεπτομερής, διαισθητική και άμεση–, ενώ σύγχρονοι συγγραφείς, όπως η Ντόνα Ταρτ, του απέδωσαν τον ύψιστο φόρο τιμής, μετατρέποντας τους ανηλίκους σε ιδανικούς πρωταγωνιστές της. Η ίδια η Ταρτ επέμενε, άλλωστε, ότι δεν θα έγραφε τόσο καθαρά αν ο Ντίκενς δεν κυλούσε ακόμη στις φλέβες της. Το ίδιο επέμενε στον 6
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Δυτικό Κανόνα του και ο Χάρολντ Μπλουμ, υποστηρίζοντας στην ανάλυσή του πως ο Ντίκενς είναι ο ισχυρότερος μυθιστοριογράφος του 19ου αιώνα. Σύμφωνα με τον Μπλουμ, ο Βρετανός συγγραφέας όχι μόνο κατάφερε να συνενώσει ιδανικά τον ρεαλισμό με τον ρομαντισμό αλλά έφτιαξε την πιο αντιπροσωπευτική τοιχογραφία της εποχής του (και με αυτή την έννοια ο Ζοφερός Οίκος ανάγεται σε ένα κορυφαίο roman à clef).
Από εκεί κι ύστερα είναι άπειρες οι καινοτομίες που επιβάλλει και εισάγει το σπουδαίο αυτό μυθιστόρημα, το οποίο κυκλοφορεί στα ελληνικά σε δύο τόμους από τον Gutenberg και εκτείνεται σε πάνω από 1.400 σελίδες που διαβάζονται απνευστί (και χάρη στην εξαίρετη μετάφραση της Κλαίρης Παπαμιχαήλ): οι εγκιβωτισμένες ιστορίες που ενσωματώνονται αρμονικά στην κεντρική αφήγηση, τα εναλλασσόμενα στυλ (σε πρωτοπρόσωπη και τριτοπρόσωπη αφήγηση) αλλά και οι ευφάνταστοι χαρακτήρες. Ακόμη και ο αστυνομικός επιθεωρητής της Σκότλαντ Γιαρντ, Μπάκετ, είναι ίσως ο πρώτος ντετέκτιβ στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας και προφανώς αυτός που ενέπνευσε την κυρίαρχη φιγούρα του Σέρλοκ Χόλμς. Κατ' ουσίαν ο Ζοφερός Οίκος ξεδιπλώνεται αφηγηματικά σε δύο κεντρικούς άξονες: ο ένας καταγράφεται από την ίδια την πρωταγωνίστρια, την Έστερ Σάμερσον, και ο άλλος περιγράφεται σε τριτοπρόσωπη αφήγηση ως η αποκάλυψη της μακρόχρονης δικαστικής 7
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
υπόθεσης «Τζάρνταϊς και Τζάρνταϊς». Πρόκειται για την υπόθεση των διαδίκων που συγκρούονται στο Τσάνσερι, το Ανώτατο Δικαστήριο της Αγγλίας. Μεταξύ αυτών διακρίνονται ο Τζον Τζάρνταϊς, ιδιοκτήτης του περιώνυμου Μπλικ Χάους «Ζοφερού Οίκου», ένας από τους πιο «καλούς» χαρακτήρες στην ιστορία της λογοτεχνίας, ενώ στον αντίποδα βρίσκονται οι κάτοικοι της αριστοκρατικής βίλας Τσέσνι Γουόλντ, με τους ιδιοκτήτες της, τα μέλη της οικογένειας Ντέντλοκ, να επιβεβαιώνουν με κάθε τρόπο τα στερεότυπα περί ακηδίας της αριστοκρατίας – και τη βαριά «αρρώστια» της ύπαρξης από την οποία πάσχουν οι άνθρωποι χωρίς αγωνίες. Η λαίδη της οικογένειας δείχνει επίσης να συνδέεται, βάσει ενός μυστικού που αποκαλύπτεται εν είδει αστυνομικού μυστηρίου στο βιβλίο, με την κεντρική πρωταγωνίστρια Έστερ και όλα τα πρόσωπα εν τέλει να αλληλομπλέκονται με έναν ιδιόμορφο και άψογο λογοτεχνικό τρόπο που ήξερε πάντα να στήνει ο Ντίκενς αρμονικά και στο ακέραιο. Ίσως εδώ να αποκαλύπτεται το λεπτεπίλεπτο τάλαντο ενός αδιανόητου ηθογράφου αλλά κι ενός αυθεντικού, καθαρόαιμου λογοτέχνη, ο οποίος δίδαξε στις επόμενες γενιές της βασικές αρχές της αφήγησης αλλά και τον βασικό στόχο που καλείται να πετύχει κάθε ομότεχνός του: να διεισδύει βαθιά στα μύχια της ανθρώπινης ψυχής και να ανακαλύπτει εκεί αξίες αιώνιες και απαρασάλευτες (όπως αυτή της πρώτης, παιδικής ματιάς, την οποία δεν σκότωσε ποτέ ο Ντίκενς). Ακόμη και τώρα διάφορες βρετανικές σειρές αναπολούν τα αρχετυπικά χαρακτηριστικά των ηρώων του Ζοφερού Οίκου και κυρίως θέλουν να ανασυστήσουν αυτό που μόνο ο Ντίκενς καταφέρνει με έναν αδιαφιλονίκητο τρόπο: να μην επιτρέπει σε κανέναν να αφήσει τη σελίδα από τα χέρια του, επιμένοντας πως η λογοτεχνία πρέπει να παρηγορεί, να μαλακώνει, να πείθει, να κατακτά και να επιστρέφει ατόφια την περιουσία της στον πιο πολύτιμο κληρονόμο της: τον ίδιο τον αναγνώστη, τον οποίο ο Ντίκενς τίμησε όσο κανείς. Πηγή: www.lifo.gr
Μπόρχες: η απόλυτη Βιβλιοθήκη» Του Αριστοτέλη ΣαΪνη «Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες μάς δίδαξε να διαβάζουμε τα δοκίμιά του με δυσπιστία και τα διηγήματά του καθαροί και έτοιμοι να πλανηθούμε»
Κρίστιαν Γκρέινβιλ
Η ολοκλήρωση της αναθεωρημένης έκδοσης των έργων του μεγάλου Αργεντινού αποτελεί αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός και σταθμό στην ελληνική πρόσληψη του Μπόρχες. Το αυξανόμενο αναγνωστικό ενδιαφέρον είχε κάνει νωρίς επιτακτική την ανάγκη μιας
8
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
συγκεντρωτικής έκδοσης [ανάλογη με τη δίτομη γαλλική τής Pléiade (1993 -1999) ή την τρίτομη αγγλική έκδοση των Viking-Penguin (1998-1999)].
Μετά την απόπειρα συγκρότησης μιας Βιβλιοθήκης Μπόρχες τη δεκαετία του 1980 από τις εκδόσεις Υψιλον, η έκδοση των Ελληνικών Γραμμάτων (2005-2007) εξαντλήθηκε γρήγορα -πριν καν η κρίση εξαφανίσει τον εκδοτικό οίκο από την αγορά- και το κενό έσπευσαν να καλύψουν με πανηγυρικό τρόπο οι εκδόσεις Πατάκη, ενσωματώνοντας στο πρόγραμμά τους την παρούσα έκδοση. Είναι γνωστό ότι το τιτάνιο έργο της μεταφοράς του λόγου του Αργεντινού στα ελληνικά ανέλαβαν, σχεδόν εργολαβικά, οι μπορχικοί Διόσκουροι Δημήτρης Καλοκύρης και Αχιλλέας Κυριακίδης, συγγενείς εξ αγχιστείας αλλά και εξ αίματος με τη συγγραφική ιδιοσυγκρασία του Αργεντινού. Χάρη στη δική τους εικοσαετή αγρύπνια διαθέτουμε πλέον μια μεγάλη «Ποιητική Ανθολογία» Μπόρχες σε μετάφραση του πρώτου, «Απαντα τα πεζά» σε δύο τόμους και τους δύο τόμους «Δοκιμίων» που μόλις κυκλοφόρησαν, σε μετάφραση του δεύτερου. Η εικόνα του Μπόρχες ως ποιητή, αφηγητή και δοκιμιογράφου ολοκληρώνεται. Λάτρης της ακρίβειας, με ρητά εκπεφρασμένες αντιμυθιστορηματικές τάσεις, αλλά, όπως σημειώνει ο Ελιοτ Ουαϊνμπέρτζερ, που επιμελήθηκε την έκδοση στα αγγλικά, «αν και ορκισμένος οπαδός της αρετής της συντομίας, ο Μπόρχες δεν μπορούσε να σταματήσει να γράφει». 9
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Υπάρχουν περίπου πεντακόσιες σελίδες με ποιήματα (εντοπισμένες κυρίως στην αρχή και στο τέλος της ζωής του), περίπου χίλιες πρωτότυπης διηγηματογραφίας, χιλιάδες σελίδες μεταφράσεων, αλλά και χιλιάδες σελίδες από το είδος που οι Αγγλοσάξονες κατατάσσουν, ξεμπερδεύοντας, κάτω από τον αχανή ειδολογικά όρο non fiction («μη μυθοπλασία»), τουτέστιν, πάνω από χίλια δοκίμια, προλόγους και επιλόγους, βιβλιοκριτικές ή κινηματογραφικές κριτικές, μεταγραφές διαλέξεων και σύντομες βιογραφίες ή εγκυκλοπαιδικά λήμματα και ιστορικές έρευνες.
Ακάματος εργάτης της πένας, ο Μπόρχες βιοποριζόταν από τις συνεργασίες του σε εκδοτικές σειρές, τις μεταφράσεις του και, κυρίως, τη συγγραφή κειμένων για κάθε είδους εφημερίδα ή πρωτοποριακό λογοτεχνικό περιοδικό, κινηματογραφική επιθεώρηση ή γυναικείο έντυπο. Μικρό μέρος αυτού του όγκου πήρε τη μορφή βιβλίου. Οι τρεις συλλογές δοκιμίων της δεκαετίας του 1920 αποκηρύχθηκαν. Άλλες τρεις συλλογές εκδόθηκαν τη δεκαετία του 1930 για να ακολουθήσουν οι περίφημες «Διερευνήσεις» του 1952. Δεν υπήρξε άλλη επίσημη έκδοση δοκιμίων παρά, προς το τέλος της ζωής του, κάποιες νέες συγκεντρωτικές συλλογές. Δεν θα συμφωνήσω με τη θεώρηση που υπερασπίζεται την ειδολογική καθαρότητα των δοκιμίων του Μπόρχες, τα οποία πρέπει να τα φανταστούμε με την παλιά σημασία του είδους, που σήμερα τείνει να εκλείψει: οριακά κείμενα μεταξύ στοχαστικής και λογοτεχνικής γραφής, ανάμεσα στο καθημερινό και άμεσο ύφος ενός Μονταίνιου και στη διδακτική λακωνικότητα ενός Φράνσις Μπέικον. 10
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Η ειδολογική κατάταξη είναι αδύνατη. Διηγήματα και δοκίμια δεν αποτελούν παρά αλληγορίες της ίδιας της ανάγνωσης και της λογοτεχνίας, διακειμενικούς λαβύρινθους, περίτεχνα ταξίδια από άλλη αφετηρία αλλά ίδια κατάληξη: το αδιαίρετο συνεχές της παγκόσμιας βιβλιοθήκης. Δεν είναι τυχαίο το ότι ήδη από τη δεκαετία του 1960 τα διηγήματα και τα δοκίμια του Μπόρχες εκτιμήθηκαν, ακριβώς γιατί ενσωμάτωναν με παραδειγματικό τρόπο πολλές από τις βασικές αισθητικές και φιλοσοφικές διερωτήσεις που απασχόλησαν την κριτική της περιόδου: ποια η σχέση γλώσσας και αναπαράστασης ή συγγραφέα και αναγνώστη, ποιες οι πηγές της συγγραφικής έμπνευσης και ποιοι οι αφηγηματικοί τρόποι δόμησης ενός φανταστικού κόσμου ή ενός επιχειρήματος; Η ελληνική έκδοση ακολουθεί, κατά βάση, την ισπανική έκδοση των Απάντων (Μπουένος Αϊρες, 1974) και εμπλουτίζεται για τα μετέπειτα χρόνια από τις αυτόνομες συλλογές δοκιμίων. Η πρώτη συλλογή, «Εβαρίστο Καρριέγο» (1930), αποτελεί δείγμα μιας πρώιμης ηθογραφικής τάσης που ανιχνεύεται και στην μπορχική ποίηση αυτής της περιόδου. Αντίθετα, η «Συζήτηση» (1932) συνιστά ηχηρό προανάκρουσμα του «κανονικού» Μπόρχες, αφού για πρώτη φορά ερχόμαστε αντιμέτωποι με τις γνωστές μπορχικές κοινοτοπίες (ασκήσεις αναχρονισμού, εμμονές με θεολογικά ζητήματα και κοπιώδεις τεκμηριώσεις παραδόξων), με τον ίδιο τρόπο που στην «Ιστορία της αιωνιότητας» (1936) περιέχονται μερικά χαρακτηριστικά μπορχικά μεγαθέματα: η αιωνιότητα και τα αμήχανα λογικά συμπεράσματα στα οποία οδηγεί η ιδέα ενός κυκλικού χρόνου, ή η φύση της ποιητικής μεταφοράς και το βασικό δίλημμα (κατά γράμμα ή κατά πνεύμα μετάφραση) που κατατρύχει της μεταφρασεολογικές σπουδές της. Δεν θα ήταν, ωστόσο, υπερβολή να δούμε τις συλλογές της δεκαετίας του 1930 ως δοκιμαστικές αψιμαχίες. Στις «Διερευνήσεις» (1952), ο Μπόρχες, με τη γνωστή εκφραστική ακρίβεια, ταχύτητα και ελαφρότητα του ύφους του, κονταροχτυπιέται με το σύνολο των θεμάτων που τον απασχόλησαν στο μάκρος μιας ολόκληρης ζωής. Να θυμίσω απλώς ότι εδώ θα ξαναβρεί κανείς την περίφημη αφοριστική ρήση: «Γεγονός είναι ότι κάθε συγγραφέας δημιουργεί τους προδρόμους του», η οποία ανατρέπει θεμελιώδη κριτικά θέσφατα της συγκριτικής φιλολογίας, ή το σχόλιο για την αρχή του δεύτερου μέρους του «Δον Κιχώτη» το οποίο συνοψίζει την ουσία της ταπεινής τέχνης της μυθοπλασίας: «Γιατί να μας ανησυχεί που ο Δον Κιχώτης είναι αναγνώστης του “Δον Κιχώτη”, κι ο Αμλετ θεατής του “Αμλετ”; Θαρρώ πως έχω την εξήγηση: τέτοιες αναστροφές υπονοούν πως, αν τα πρόσωπα ενός φανταστικού έργου μπορεί να ᾽ναι θεατές ή αναγνώστες τους, τότε κι εμείς, οι θεατές ή αναγνώστες, μπορεί να ᾽μαστε φανταστικά πρόσωπα». Η συλλογή «Πρόλογοι (με έναν Πρόλογο των Προλόγων)» (1975) περιλαμβάνει κείμενα με ένα τεράστιο εύρος χρονολόγησης, από το 1923 στο 1974, τα οποία δεν είναι παρά αυτό που λέει ο τίτλος, σύντομα προλογικά κείμενα σε διάφορα βιβλία. 11
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Για τον Μπόρχες, όπως φαίνεται στον πρόλογο προλόγων που προλογίζει το βιβλίο, ο πρόλογος, «όταν η συγκυρία των άστρων είναι ευνοϊκή», αποτελεί ένα είδος «πλάγιας κριτικής». Δεν χρειάζεται να πούμε ότι η συγκυρία στάθηκε μόνιμα ευνοϊκή για τον Αργεντινό, αφού υπηρέτησε με πάθος το είδος γράφοντας εκατοντάδες τέτοιους, κυρίως προς το τέλος της ζωής του, για τις δύο σειρές που δημιούργησε και επιμελήθηκε: τη «Βιβλιοθήκη της Βαβέλ» και την «Προσωπική Βιβλιοθήκη». Και μια απλή παράθεση των τίτλων των βιβλίων που προλογίζονται αποδεικνύει το εύρος των αδηφάγων αναγνωστικών ενδιαφερόντων του Μπόρχες. Οσο για την ανάγνωσή τους, αυτή θα προσπορίσει εκθαμβωτικά πρωτότυπες κριτικές παρατηρήσεις. Αλλαγή σκηνικού στις επόμενες δύο συλλογές, «Τα προφορικά» (1979) και τις καταπληκτικές «Εφτά νύχτες» (1980). Ο πρωτεϊκός γερο-δάσκαλος μιλά εδώ, και πάλι, για τις γνωστές του εμμονές, με μία διαφορά: από καθέδρας. Ο ντροπαλός νεαρός που έβαζε άλλους να διαβάζουν τα κείμενά του, ανήγαγε προοδευτικά τη διάλεξη σ’ ένα είδος performance, όπως λένε κάποιοι μελετητές του! Πώς αλλιώς να χαρακτηρίσει κανείς αυτούς τους αυθόρμητους αυτοσχεδιαστικούς μονολόγους πάνω σε δεδομένα θέματα, με τον ίδιο, χωρίς σημειώσεις μπροστά του, να στρέφει τα άτονα μάτια του προς τα πάνω και να συνομιλεί με το σύνολο της παγκόσμιας σκέψης; Μια «απονήρευτη» ματιά στη «Θεία Κωμωδία», το ονειρικό γένος του εφιάλτη στο πλαίσιο της «αρχαιότερης αισθητικής έκφρασης» (του είδους όνειρο), ο Βουδισμός και η μετενσάρκωση, το Βιβλίο των Χιλίων και Μιας Νυχτών, με την ιλιγγιώδη δομή του παραμυθιού-μες-σταπαραμύθια-μες-στα-παραμύθια, η ars combinatoria της εβραϊκής καββάλας, ο ορισμός της ποίησης που συμπυκνώνεται στον στίχο του Αγγελου Σιλέσιου: «Το ρόδο δεν έχει γιατί· ανθίζει γιατί ανθίζει» και (πώς θα μπορούσε να λείπει!) η τυφλότητα ως δώρο στην τελευταία διάλεξη με την αυτοβιογραφική αφορμή! Τέλος, τα «Εννέα δαντικά δοκίμια» (1982) αποτελούν ισάριθμες εκκεντρικές, καλειδοσκοπικές «εντυπώσεις» του Μπόρχες από την επανανάγνωση ενός ιερού κειμένου της Δυτικής Παράδοσης. Μένουν τα «Τέσσερα αδέσποτα δοκίμια» (1982). Σημειώνω απλώς ότι το δοκίμιο που φέρει τον τίτλο «Η απόλυτη βιβλιοθήκη» θα μπορούσε να αποτελεί και τον καλύτερο πρόλογο για τους τόμους που τυχαία επιμετρίζει. Όπως και να ’χει, τα δοκίμια αποτελούν τον προνομιακό χώρο όπου αποδεικνύεται η απεριόριστη περιέργεια, η τεράστια καλλιέργεια και η αφηγηματική ικανότητα του Μπόρχες, με το καθένα τους να αποτελεί μικρή εικονογράφηση του Αλεφ, εκείνου του σημείου στον χώρο όπου συνυπάρχουν, χωρίς να συγχέονται, τα πάντα, όπως στο γνωστό διήγημά του.
12
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Τα δοκίμια φωτίζουν μυθοπλαστικές επιλογές ή στρατηγικές των διηγημάτων και, αντιστρόφως, τα διηγήματα αποτελούν παραδειγματικές εφαρμογές των δοκιμιακών θέσεων.
Εξάλλου, η αλληλεξάρτηση και συμπληρωματικότητά τους είναι αυτή που καθιστά την εξήγηση του Μπόρχες από τον Μπόρχες ως τον προσφορότερο τρόπο ερμηνευτικής προσέγγισης. Κάποτε αυτό γίνεται με εξόφθαλμο τρόπο. Τι σχέση έχει για παράδειγμα το διήγημα «Το Αλεφ» με τα «Εννέα δαντικά δοκίμια»; Ή, ακόμα καλύτερα, τι εμπόδισε να υπάρχει στον τόμο των δοκιμίων ένα κείμενο σαν το «Πιερ Μενάρ, συγγραφεύς του Δον Κιχώτη», από τη στιγμή που τα δοκίμια περιλαμβάνουν ανενδοίαστα την «Πορεία προς τον Αλ Μουτάσιμ»; Τα δύο κείμενα, μια ψευδοκριτική ενός ανύπαρκτου μυθιστορήματος (1936) και ένας ψευδοεπικήδειος για έναν ανύπαρκτο συγγραφέα που σπατάλησε μια ολόκληρη ζωή στην κοπιώδη αντιγραφή μερικών παραγράφων του «Δον Κιχώτη» (1939), είναι απολύτως συγγενή ειδολογικά… Όπως και να έχει, νομίζω ότι το αλχημιστικό ρητό «Διάβαζε, διάβαζε, διάβαζε, εργάσου και θα ανακαλύψεις» θα ταίριαζε ως επιγραφή στο βιβλίο. Ο νεοεισερχόμενος αναγνώστης να είναι σίγουρος ότι, αν καταφέρει να βγει ποτέ από την αναγνωστική αυτή περιπέτεια, αφού πρώτα πιάσει στα χέρια του αυτούς τους τόμους, οι οποίοι, σαν το «Βιβλίο από άμμο», δεν έχουν αρχή και τέλος, θα αναφωνήσει, όπως ο Πιερ Ντριε Λα Ροσέλ, όταν, το 1933, επιστρέφοντας στη Γαλλία μετά από επίσκεψη στην εξωτική Αργεντινή, δήλωνε όλο σημασία: «Ο Μπόρχες άξιζε το ταξίδι»! Πηγή: http://www.efsyn.gr/ 13
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Στον Ισπανό λογοτέχνη Εντουάρντο Μεντόθα, το βραβείο «Φραντς Κάφκα»
Στον Εντουάρντο Μεντόθα, έναν από τους γνωστότερους και πιο μεταφρασμένους Ισπανούς συγγραφείς, απονεμήθηκε σήμερα το διεθνές λογοτεχνικό βραβείο «Φραντς Κάφκα», όπως ανακοινώθηκε από την Πράγα. Το βραβείο, ύψους 10.000 δολαρίων (περίπου 9.000 ευρώ) θα παραλάβει ο Μεντόθα σε μια τελετή που θα οργανωθεί στα τέλη Οκτωβρίου στο δημαρχείο της Πράγας με την ευκαιρία του εορτασμού της εθνικής γιορτής της Τσεχίας, όπως διευκρίνισε η Εταιρεία «Φραντς Κάφκα». Ο Μεντόθα γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 1943 στη Βαρκελώνη και εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα, με τίτλο «Αλήθεια για την υπόθεση Σαβόλτα», το 1975, λίγο μετά τον θάνατο του δικτάτορα Φρανθίσκο Φράνκο. Το 1979, με «Το μυστήριο της στοιχειωμένης κρύπτης», ο Μεντόθα αποκαλύπτει το ταλέντο του στην παρωδία και τη δεξιότητά του να κινείται στον χώρο του παράλογου, συνδυάζοντας στο συγκεκριμένο βιβλίο στοιχεία μαύρου μυθιστορήματος, γοτθικής αφήγησης κι ένα χιούμορ καταλυτικό. Η θέση του σ' αυτό το είδος εδραιώνεται με το επόμενο έργο του, τον «Λαβύρινθο με τις ελιές», που εκδόθηκε το 1982, με κεντρικό χαρακτήρα έναν ιδιόρρυθμο ντετέκτιβ και συνάμα τρόφιμο ψυχιατρείου. Ο ίδιος ήρωας πρωταγωνιστεί και στο τελευταίο μυθιστόρημά του, τον «Καλλιτέχνη γυναικών», το οποίο κυκλοφόρησε στην Ισπανία τον Φεβρουάριο του 2001 και χαρακτηρίζεται από παρόμοια στοιχεία, μεταφερμένα σε ένα διαφορετικό κλίμα. 14
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Άλλα έργα του συγγραφέα είναι τα ακόλουθα: «Η πόλη των θαυμάτων» (1986), «Το ανήκουστο νησί» (1989), «Χωρίς ειδήσεις από το Γκουρμπ» (1991), «Στα χρόνια της πλημμύρας» (1992), «Μια ανάλαφρη κωμωδία» (1996, έργο που βραβεύτηκε στη Γαλλία ως το καλύτερο ξένο βιβλίο της χρονιάς), ενώ εξέδωσε και το θεατρικό «Αποκατάσταση» (1990) και σε συνεργασία με την αδελφή του Κριστίνα το δοκίμιο - μελέτη «Η νεωτερική Βαρκελώνη» (1989). Η διεθνής επιτροπή που αποφάσισε τη βράβευσή του σημειώνει ότι το έργο αυτό παρουσιάζει «μια αυθεντική περιγραφή των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων στη Βαρκελώνη, την Καταλονία και σε όλη την Ισπανία κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα». Το βραβείο «Φραντς Κάφκα» απονέμεται στη μνήμη του Τσέχου λογοτέχνη από το 2001. Πηγή: http://www.naftemporiki.gr/
Οι νικητές των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνικής Μετάφρασης
Από τη Διεύθυνση Γραμμάτων της Γενικής Διεύθυνσης Σύγχρονου Πολιτισμού του υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων ανακοινώθηκαν τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνικής Μετάφρασης 2014, που αφορούν στις εκδόσεις έτους 2013 και στα οποία κατέληξε η Επιτροπή Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνικής Μετάφρασης από τον «βραχύ κατάλογο» των υποψηφίων προς βράβευση έργων, μετά από επανειλημμένες συνεδρίες και μακρές συζητήσεις.
15
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Τα βραβεία αναλυτικά Μετάφρασης έργου ξένης λογοτεχνίας σε ελληνική γλώσσα Το Βραβείο μετάφρασης έργου ξένης λογοτεχνίας σε ελληνική γλώσσα απονέμεται κατά πλειοψηφία στον Γιώργο Μπλάνα για τη μετάφραση του έργου «Ζωή και Πεπρωμένο» του Βασίλι Γκρόσμαν, εκδόσεις Γκοβόστη Α.Β.Ε.Ε.
Μετάφρασης έργου ελληνικής λογοτεχνίας σε ξένη γλώσσα Το Βραβείο μετάφρασης έργου ελληνικής λογοτεχνίας σε ξένη γλώσσα απονέμεται ομόφωνα στην Birgit Hildebrand για τη μετάφραση του έργου «Κάτι θα γίνει, θα δεις» (Warte nur, es passiert shon was. Erzahlungen aus dem heutigen Griecheland) του Χρήστου Οικονόμου, εκδόσεις C.H. Beck Verlag.
Το Βραβείο απόδοσης έργου της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στα νέα ελληνικά δεν απονέμεται. Πηγή: http://www.naftemporiki.gr/
Χρήστος Χωμενίδης: Ωραία ζει όποιος δεν παραιτείται στιγμή από το κυνήγι της ευτυχίας
16
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Νίκη, ο τίτλος του βιβλίου σας, το όνομα της μητέρας σας, που έφυγε το 2008.Πότε αποφασίσετε να γράψετε την ιστορία της; Όταν μού δημιουργήθηκε η λαχτάρα να μεταφέρω στην κόρη μου –η οποία λέγεται επίσης Νίκη- έναν κόσμο που η ίδια δυστυχώς δεν πρόφτασε: Τον κόσμο των ανιόντων μου, γονέων, παππούδων, θείων, οι οποίοι έφυγαν όλοι από την ζωή πριν εκείνη γεννηθεί. Το βιβλίο μου δεν συνιστά τόσο φόρο τιμής προς την μεγάλη Νίκη όσο χρέος προς την μικρή Νίκη.
Διαχειριστήκατε την προσωπικότητα μιας γυναίκας ,και μάλιστα της μητέρας σας, ως γυναίκα κόρη ,εγγονή ( διηγείται η ίδια όσα διαδραματίζονται στο βιβλίο) .Πόσο δύσκολο ήταν ; Πόσο κοντά ήσαστε με τη μητέρα σας όσο ήταν εν ζωή;
Όσο κοντά ή μακριά και αν βρισκόμασταν τον καιρό που ζούσε, εκείνο που όταν πέθανε κατάλαβα ήταν ότι αποτελούσε το πιο σταθερό σημείο αναφοράς μου. Δεν μέναμε μαζί, δεν είχαμε τον ίδιο τρόπο ζωής, συχνότατα διαφωνούσαμε. Της ανοιγόμουν ωστόσο περισσότερο απ’ό,τι σε οποιονδήποτε άλλον; Ξέρετε γιατί; Διότι δεν έκρινε. Δεν έβαζε ταμπέλες στους ανθρώπους, δεν πίστευε σε δόγματα και σε άκαμπτες θεωρίες. Διέθετε την ωριμότητα εκείνου που αφήνει τη ζωή να τον εκπλήσσει. Αφότου πέθανε κι όσο περνάει ο καιρός συνειδητοποιώ ότι αρχίζω να της μοιάζω. «Για κοίτα! Μιλάω σαν την μάνα μου!» διαπιστώνω όλο και πιο συχνά. Μπορεί βέβαια και είναι και ζήτημα ηλικίας. Μεγαλώνω βλέπετε…
Εισέπραξα έντονα συναισθήματα αγάπης ,σεβασμού και θαυμασμού τόσο απέναντι στη μητέρα σας αλλά και στον πατέρα σας ,σε όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης. Πόσο έντονο και καθοριστικό ήταν για εσάς το πατρικό πρότυπο;
Ο πατέρας μου είναι ο ήρωας μου. Ο άνθρωπος που μου διάβασε στα τρία μου τον Δον Κιχώτη («και ό,τι καταλάβει…» έλεγε σε εκείνους που έκριναν το βιβλίο ακατάλληλο για την ηλικία μου), που με έμαθε να ακούω κλασσική μουσική, να κάνω ποδήλατο, που με πρωτοπήγε στον κινηματογράφο και στο θέατρο. Ζήσαμε λίγα χρόνια μαζί – πέθανε στα σαραντοχτώ του, πριν συμπληρώσω εγώ τα δεκατρία. Είχα την τύχη ή την ατυχία να μην προφτάσω να τον κατεδαφίσω, όπως κάνουν τα αγόρια στους πατεράδες τους κατά την εφηβεία. Κληρονόμησα το χιούμορ του και την μποέμικη αντίληψη του περί ζωής. Καμιά φορά τον βλέπω στον ύπνο μου: Ότι δεν έχει –λέει- πεθάνει, έχει απλώς μετακομίσει σε μιαν άλλη γειτονιά της Αθήνας, έχει ξαναπαντρευτεί, έχει άλλα παιδιά. Ξυπνάω οργισμένος. Αντιλαμβάνεσθε τι τραύμα μού δημιούργησε ο θάνατός του… 17
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Μια δική μου-και πιστεύω και κάθε αναγνώστη- επισήμανση είναι ότι, ενώ διαχειρίζεστε μια δύσκολη ιστορικά περίοδο, ωστόσο δεν κατευθύνετε τον αναγνώστη να πάρει θέση απέναντι στους ήρωές σας. Πόσο δύσκολο ήταν να κρατήσετε ασφαλείς αποστάσεις, να είστε αντικειμενικός και με την άλλη πλευρά;
Ο μυθιστοριογράφος οφείλει να φωτίζει όλες τις πτυχές του κόσμου που περιγράφει. Να βρίσκει και να αναδεικνύει το δίκιο του κάθε ήρωα του, ακόμα και του εκ πρώτης όψεως πιο αντιπαθούς. Αυτό αποτελεί βασικό κανόνα της τέχνης μας. Είχα την τύχη να συναναστραφώ στη ζωή μου και με αριστερούς και με δεξιούς, να εγκύψω και στις δύο πλευρές. Απέβαλα έτσι από μικρός κάθε φανατισμό, κάθε μονόχορδη αντίληψη της Ιστορίας. Η «Νίκη» επ’ ουδενί είναι ένα στρατευμένο μυθιστόρημα. Αφηγείται την πορεία μέσα στον 20ο αιώνα μιας οικογένειας που περιλάμβανε στους κόλπους της και κοινωνικούς αγωνιστές και τύπους του κατεστημένου και καλλιτέχνες και τυχοδιώκτες. Στον αναγνώστη εναπόκειται να βγάλει τα συμπεράσματά του.
Αναφορά στο πρόσωπό σας δεν γίνεται ,παρά σε τρεις μόλις σελίδες, και μάλιστα με τη μητέρα σας να σας αναφέρει όχι με το όνομά σας ,αλλά ως «μεγάλο αγόρι» και ως «σύμβολο ,που προσωποποιούσε αυτό που κατά βάθος ποθούσα», σαν σκηνή από το μέλλον. Εκφράζετε την βαθιά επιθυμία του γιου να είναι για τη μητέρα του το πιο σημαντικό κομμάτι της ζωής της;
Μετά τον θάνατο του πατέρα μου, έγινα –δίχως αμφιβολία- το πιο σημαντικό πρόσωπο για την μάνα μου. Όποτε ωστόσο ανακεφαλαίωνε την ζωή της, επέλεγε ως κορυφαία στιγμή όχι τη δική
18
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
μου γέννηση αλλά την «επανάσταση» που έκανε απέναντι στο οικογενειακό της περιβάλλον όταν ερωτεύτηκε και κλέφτηκε. Σε αντίθεση με πάρα πολλές μητέρες αγοριών, ιδίως στην Ελλάδα, η μάνα μου έκοψε εγκαίρως τον ομφάλιο λώρο και με άφησε να ακολουθήσω την δικιά μου πορεία. Το «μεγάλο αγόρι» στο τέλος του μυθιστορήματος είναι ο άνθρωπος που αφήνει πίσω της πεθαίνοντας, χωρίς να τον επιβαρύνει με αναπάντητα ερωτήματα και ανοιχτούς λογαριασμούς. Είναι η απτή απόδειξη πως η ζωή θα προχωρήσει και μετά από εκείνην. Εκείνη όμως ποτέ δεν θα’ναι ολοκληρωτικά απούσα…
Παρόλο που έζησε αντιφατικές και αντικειμενικά δύσκολες καταστάσεις, η Νίκη δε χάνει την αισιοδοξία της και την όρεξή της για ζωή, αλλά καταφέρνει να γίνει αντικειμενικός κριτής προσώπων και καταστάσεων, χωρίς μελοδραματισμούς και συναισθηματικές εξάρσεις. Πώς θυμάστε, ωστόσο, τη μητέρα σας εσείς;
Ως μία πάρα πολύ όμορφη γυναίκα, που διατηρούσε εντός της τον κοριτσίστικο εαυτό της. Που έβρισκε τη χαρά στα μικρά πράγματα, μάζευε λουλούδια, ζωγράφιζε βότσαλα, έφτιαχνε φανουρόπιτες. Που ενσάρκωνε αυτό που αποκαλώ «ανθρωπιστική αριστερά»: Πίστευε στην ανάγκη διαρκούς διεύρυνσης της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής δημοκρατίας, απεχθανόταν τη βία και τη μισαλλοδοξία, δεν είχε ίχνος σνομπισμού απέναντι στον οποιονδήποτε. Την περιγράφω σχεδόν σαν αγία; Και όμως όσο ζούσε, τσακωνόμασταν συχνότατα. Για ασήμαντα ως επι το πλείστον θέματα. Όπως κάνουν όσοι αγαπιούνται.
Η φράση που με άγγιξε ιδιαίτερα ήταν η φράση προς τη μητέρα σας: “Ωραία τα κατάφερες, Νίκη, ωραία έζησες». Ποια χαρακτηριστικά πρέπει να έχει μια ζωή για να είναι ωραία;
Ωραία ζει όποιος παίρνει τη ζωή του στα χέρια του, ξεφεύγει από την πεπατημένη, επιλέγει ελεύθερα, αναλαμβάνει όμως και την ευθύνη των επιλογών του. Ωραία ζει όποιος ανακατεύεται με τους ανθρώπους, συνάπτει σχέσεις, ρισκάρει, πέφτει και ξανασηκώνεται. Ωραία ζει όποιος δεν παραιτείται ούτε στιγμή από το κυνήγι της ευτυχίας. Δεν ήρθαμε στον κόσμο ούτε για να ζευτούμε σε κάποιο μαγγανοπήγαδο ούτε για να δικαιώσουμε τα απωθημένα κανενός ούτε καν για να αφήσουμε το ίχνος μας στην Ιστορία. Ας απολαύσουμε τη σύντομη βόλτα μας σε αυτόν εδώ τον ολάνθιστο κήπο και όταν μάς δείξουν την έξοδο, ας τον αποχαιρετήσουμε με ένα πλατύ χαμόγελο… Πηγή: http://e-thessalia.gr/
19
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Όταν η Αριστερά γύριζε την πλάτη στην αστυνομική λογοτεχνία του Φιλίππου Φίλιππου
Την περίοδο του Εμφυλίου, οι εφημερίδες και τα περιοδικά εξακολουθούσαν να δημοσιεύουν αστυνομικά διηγήματα, καθώς και μυθιστορήματα ξένων συγγραφέων σε συνέχειες, όπως συνέβαινε και στη διάρκεια της Κατοχής. Το 1948, κι ενώ κυκλοφορούσε η Μάσκα που είχε εκδοθεί πριν από τον πόλεμο, η εφημερίδα Οι καιροί δημοσίευε σε συνέχειες το μυθιστόρημα της Άγκαθα Κρίστι Η ώρα του εγκλήματος, ενώ το περιοδικό Θησαυρός το Οι δέκα μελλοθάνατοι, πάλι της Κρίστι· το 1949 δημοσίευε Το μυστήριο των 12 Κινέζων και το Οι άνθρωποι του αίματος του Τζέιμς Τσέιζ. Ωστόσο, τα ειδικά αστυνομικά περιοδικά (Μάσκα, Μυστήριον και άλλα) δεν έχαιραν εκτίμησης από γονείς και δασκάλους, μολονότι οι ίδιοι τα διάβαζαν, επειδή φοβούνταν πως οι εγκληματικές πράξεις που περιγράφονταν σε αυτά θα μπορούσαν να γίνουν αντικείμενο μίμησης. Την άνοιξη του 1953 η Μάσκα επανεκδόθηκε. Τα αναγνώσματά της δεν ήταν μόνο αστυνομικά· δημοσίευε επίσης περιπέτειες στην Αφρική και την Ασία, πειρατικές μα και κατοχικές ιστορίες.
20
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Μεγάλο μέρος των αναγνωστών των αστυνομικών περιοδικών ήταν παιδιά και έφηβοι. Ωστόσο, στην Ελλάδα δεν είχε αναπτυχθεί εγχώρια αστυνομική λογοτεχνία. Η Μάσκα όμως αποτελούσε φυτώριο αστυνομικών συγγραφέων, αριστερών και μη, οι οποίοι έγραφαν διηγήματα με ξένους ήρωες (Ζορρό, Λέμι Κόσιον και άλλους): Απόστολος Μαγγανάρης, Γιώργος Τσουκαλάς, Νίκος Τσεκούρας, Γεωργία Δεληγιάννη (μετέπειτα και Αναστασιάδη), Ηλίας Μπακόπουλος, Στέλιος Ανεμοδουράς, Νίκος Μαράκης, Δημήτρης Χανός, Φάνης Κλεάνθης, Γιώργος Σεβαστίκογλου. Εξαιτίας της επιφυλακτικότητας γονέων και δασκάλων, κάποιοι δημοσιογράφοι σκέφτηκαν να εκδώσουν περιοδικά δράσης χωρίς εγκλήματα. Ένας από αυτούς ήταν ο Στέλιος Ανεμοδουράς, ποιητής και μεταφραστής, εκ των συνεργατών της Μάσκας. Άρχισε τη συγγραφική-εκδοτική του πορεία με το νεανικό περιοδικό Υπεράνθρωπος. Το 1952 εξέδωσε το εβδομαδιαίο περιοδικό Μικρός Ήρως με ήρωες παιδιά που πολεμούσαν στην Αθήνα τους Γερμανούς: τον Γιώργο Θαλάσση ή Παιδί-Φάντασμα, την Κατερίνα και τον Σπίθα, τον αστείο της παρέας. Οι περιπέτειες των μικρών ηρώων (τις έγραφε ο ίδιος ως Θάνος Αστρίτης) περιείχαν βία και σκοτωμούς μεταξύ Ελλήνων και Γερμανών. Ο Μικρός Ήρως, δηλαδή, ήταν αστυνομικό περιοδικό, μόνο που απευθυνόταν σε παιδιά. Στο αφιέρωμα που έκανε στον Μικρό Ήρωα το περιοδικό Ωλήν το 1982, ο ποιητής Ηλίας Λάγιος (ως Αλέξης Φωκάς) τον υπερασπίστηκε ενθέρμως: «Νόμιμο τέκνο του Τσακιτζή και της Μάσκας, θραμμένος με το αμνιακό υγρό της παραφιλολογίας, ο Μικρός Ήρως κομίζει την κορύφωση και τον αφανισμό του λαϊκού μυθιστορήματος. Κατάγεται από τη χώρα των μακάρων, τη χώρα του Αχιλλέα, του Μεγαλέξανδρου, του Διγενή και του Καραγκιόζη. Ενταγμένος στη διεθνή των λαϊκών ηρώων, συνδιαλέγεται με τον Χότζα, τον Ροκαμβόλ, τον Αρσέν Λουπέν και τον Σέρλοκ Χολμς». Ο πρώτος Έλληνας που έγραψε αστυνομικό μυθιστόρημα τη δεκαετία του '50 ήταν ο δημοσιογράφος Χρήστος Χαιρόπουλος. Τον Ιούλιο του 1952 άρχισε να δημοσιεύει σε συνέχειες στην εφημερίδα Εμπρός το Καλλιστεία του θανάτου. Λίγο αργότερα, εμφανίστηκε ο Γιάννης Μαρής, δημοσιογράφος στη σοσιαλιστική Μάχη. Η σταδιοδρομία του ως αστυνομικού συγγραφέα άρχισε το καλοκαίρι του 1953, όταν με το πραγματικό του όνομα, Γιάννης Τσιριμώκος, δημοσίευσε σε συνέχειες το κλασικό πλέον Έγκλημα στο Κολωνάκι, στο εβδομαδιαίο περιοδικό Οικογένεια. Ήρωάς του ήταν ο αστυνόμος Γιώργης Μπέκας, ο οποίος βασίστηκε στον επιθεωρητή Ζιλ Μαιγκρέ του Ζορζ Σιμενόν. Το κοινό διψούσε για αστυνομικές περιπέτειες, ωστόσο ορισμένοι αριστεροί διανοούμενοι αντιμετώπιζαν το φαινόμενο με σκεπτικισμό έως εχθρότητα. Έγραφε ο Νίκος Παπαπερικλής στην Αυγή τον Φεβρουάριο του 1958: «Κι εδώ φτάνουμε στον θρίαμβο του ραδιοφώνου μας. Ο Τζον Γκρικ... Το ελληνοαμερικανικό ζευγάρωμα. Και Τζον και Γκρικ. Και η Ελλάδα και η Αμερική... Το ελληνικό δαιμόνιο που μας τιμά στην αλλοδαπή. Ο αστυνομικός της Ιντερπόλ που τα ξέρει όλα. Σιχαίνεσαι το αστυνομικό μυθιστόρημα, τους γκάνγκστερς, τους φόνους, τα πιστόλια, τους στραγγαλισμούς. Αμ δε… Και 21
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
οι νεαροί βλαστοί μας, που παραδίνονται στο κουτί κάνουν όνειρα και διαλέγουν ρόλους: Τζον Γκρικ ή γκάνγκστερ; Θεός να τα φυλάει τα καημένα…» Η Αυγή, το δημοσιογραφικό όργανο της ΕΔΑ τότε, με διευθυντή τον Λεωνίδα Κύρκο, σε ανυπόγραφο κείμενο έγραφε στις 24 Οκτωβρίου 1961, παραμονές των εκλογών: «Ανοικτός ο δρόμος για τη διαφθορά - τα γκαγκστερικά φιλμ ελεύθερα για τη νεολαία. Τα έντυπα που διαφθείρουν τους νέους (Μάσκες κ.λπ.) κυκλοφορούν όχι μόνον ελεύθερα αλλά και σε αδασμολόγητο χαρτί, προς ευχερεστέραν κυκλοφορίαν της εντύπου αθλιότητος. Όμως ο Θούριος του Ρήγα, ο Ρουσώ και ο Ζολά απαγορεύονται». Λέει ο παλιός κομμουνιστής Στέλιος Ανεμοδουράς στο περιοδικό Ωλήν το 1982: «Η αντίδραση της κριτικής ήταν αρνητική. Και ιδίως της αριστερής. Η Αυγή επανειλημμένα έγραψε εναντίον του Μικρού Ήρωα. Κι όμως δεν είχαν διαβάσει το περιοδικό. Και οι γονείς αντέδρασαν αρνητικά αρχικά, και οι δάσκαλοι». Τα ίδια λέει στο ίδιο έντυπο κι ο Απόστολος Μαγγανάρης, ο δημιουργός της Μάσκας: «Η αντίδραση των λογίων και της επίσημης κριτικής στα περιοδικά αυτά δεν ήταν καλή. Και να σας πω, ακόμη και ιδεολογικά. Πολλές φορές έφτασε διαφημίσεις της Μάσκας να μην τις δημοσιεύει ο Ριζοσπάστης και η Αυγή λέγοντας ότι οι ήρωες, επειδή τα ονόματά τους τιμώνται, είναι αντίθετοι με τη σοσιαλιστική ιδεολογία». Βαθμιαία, η στάση της Αριστεράς άλλαξε, οι διανοούμενοί της άρχισαν να βλέπουν την αστυνομική λογοτεχνία θετικά. Τον Οκτώβριο του 1961 δημοσιευόταν σε συνέχειες στον φιλοκομμουνιστικό Ανεξάρτητο Τύπο (διευθυντές Ι.Α. Πουρνάρας - Κ.Μ. Κύρκος) το μυθιστόρημα του Ζορζ Σιμενόν Η γούνα της αγριόγατας. Το 1964, στο απογευματινό κομματικό όργανο της ΕΔΑ Δημοκρατική Αλλαγή (διευθυντής ο πρώην βουλευτής Γιάννης Ευαγγελίδης), δημοσιεύτηκε το μυθιστόρημα Ένα πτώμα στη βιβλιοθήκη της Άγκαθα Κρίστι. Σήμερα που η αστυνομική λογοτεχνία έχει πλέον αποενοχοποιηθεί, μπορούμε να ακούσουμε πλείστες φωνές που υποστηρίζουν τα ωφελήματά της. Ο εγκληματολόγος Γιάννης Πανούσης, σημερινός υπουργός Προστασίας του Πολίτη (και μέλος της Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας), υπογραμμίζει: «Το αστυνομικό όχι μόνο δεν είναι 'ανήθικο' μυθιστόρημα αλλά συχνά μέσα από τον ρομαντικό, ιστορικό, ηθογραφικό, ψυχολογικό του χαρακτήρα χάνεται το noir στοιχείο και αναδύεται μια 'διδακτική διάπλαση' που διαμορφώνει ψυχές» (Γιάννης Πανούσης, Εγκληματικές επιστήμες και αστυνομικό μυθιστόρημα, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 2006). Πηγή: http://www.avgi.gr/
22
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Ανταλλακτική Βιβλιοθήκη Πώς λειτουργεί μια υπαίθρια ανταλλακτική βιβλιοθήκη; Οι εμπνευστές και δημιουργοί της, γνωστής πλέον σε όλη τη χώρα, Ανταλλακτικής Βιβλιοθήκης, Ειρήνη Ιωαννίδου και Λευτέρης Αμπατζής, αρχιτέκτονες, περιγράφουν στο oloigiaolous ένα απόλυτα επιτυχημένο εγχείρημα που μεταφέρει τη γνώση και την ψυχαγωγία από άνθρωπο σε άνθρωπο… δωρεάν!
«Η βιβλιοθήκη είναι ανοιχτή 24 ώρες την ημέρα και 7 ημέρες την εβδομάδα. Κάθε ενδιαφερόμενος δίνει ένα βιβλίο και παίρνει ένα καινούργιο. Το σημαντικό είναι να σημαδεύεις το βιβλίο που αφήνεις, είτε με το αυτοκόλλητο με το λογότυπο «ΑΝΤΑΛΛΑΞΕ ΤΟ» είτε γράφοντας μία αφιέρωση έτσι ώστε να μην αποτελέσει ποτέ αντικείμενο κερδοσκοπίας από κανέναν, να αποτελεί προϊόν προσφοράς και δωρεάν ανταλλαγής. Η λειτουργία της είναι πραγματικά τόσο απλή. Παίρνεις ένα βιβλίο από το σπίτι, την προσεγγίζεις, ανοίγεις ένα ραφάκι, τοποθετείς το βιβλίο και το ανταλλάζεις με κάποιο άλλο από αυτά που βρίσκονται στα ράφια της.
23
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Ξεκινήσαμε να σχεδιάζουμε την ανταλλακτική βιβλιοθήκη από καθαρή περιέργεια. Πιστέψαμε ότι το σενάριο να ανταλλάζεις βιβλία δωρεάν, ελεύθερα και όλες τις ώρες θα μπορούσε υιοθετηθεί από τους πάντες. Άλλωστε έβγαιναν όλοι κερδισμένοι. Οι χορηγοί διαφημίζονται με το λογότυπό τους, ο Δήμος αναβαθμίζει το δημόσιο χώρο του μόνο με την παραχώρηση 1 τ.μ. και οι δημότες, οι πολίτες δηλαδή, αποκτούν μία επιπλέον πρόσβαση στο βιβλίο. Τα εγκαίνια της πρώτης ανταλλακτικής βιβλιοθήκης, στη συμβολή των οδών Κασσαβέτη & Λεβίδου στην Κηφισιά, έγιναν στις 9 Ιουνίου 2012. Τοποθετήσαμε μία ακόμα στην είσοδο του κτιρίου της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών, επί της Λεωφ. Συγγρού το Νοέμβριο 2012 η οποία θα γίνει δωρεά από το Ίδρυμα Ωνάση σε ένα σχολείο.
Ο Δήμος Αθηναίων και συγκεκριμένα η πλατεία Δεξαμενής στο Κολωνάκι αποτέλεσε την τρίτη τοποθεσία στην Αττική τον Οκτώβριο του 2013.Ένα μήνα μετά τοποθετήθηκαν στο Δήμο Χανίων Κρήτης σε τέσσερα σημεία ανταλλακτικές βιβλιοθήκες που όπως και αυτή στην πλατεία Δεξαμενής είχαν επενδυθεί με ψηφιακή εκτύπωση σε κάθε πλευρά τους με το έργο ενός καλλιτέχνη. Τα σημεία στα Χανιά είναι :α) πλατεία Δημοτικής Αγοράς, β) πλατεία Ελευθερίας (Δικαστηρίων), γ) πλατεία της Σούδας και δ) πλατεία Κουνουπιδιανών. Η ανταλλακτική βιβλιοθήκη, είναι ένα υπαίθριο έπιπλο δημοσίου χώρου με ύψος 2,00μ. και 0,80εκ. πλάτος και μήκος. Φέρει φωτοβολταϊκό συλλέκτη στην οροφή της που ηλεκτροδοτεί ταινίες LED στο εσωτερικό των ραφιών της. Τα υλικά της διασφαλίζουν την αντοχή της σε πάσης φύσεως καιρικά φαινόμενα και ενδεχόμενους βανδαλισμούς.
24
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Είναι προσβάσιμη και από τις τέσσερις πλευρές της, ενώ στα σημεία που δεν έχει ράφια αναγράφονται πληροφορίες για την λειτουργία της, αναφέρονται τα λογότυπα των χορηγών, του εκάστοτε Δήμου και όσων συνεργάστηκαν για την κατασκευή, τοποθέτηση και λειτουργία της. Η χωρητικότητα των βιβλίων φτάνει και τα 350 βιβλία. Δεν υπάρχει έλεγχος στο πόσα βιβλία έρχονται και φεύγουν, αν ανταλλάσονται, προσφέρονται, επιστρέφονται ή όχι. Δεν υπάρχει έλεγχος στο είδος, βιβλίο θρησκευτικών Ε’ Δημοτικού και ρώσικο ξενόγλωσσο λογοτεχνικό βιβλίο στο ίδιο ράφι. Από λογοτεχνικά, κόμικ, σχολικά βιβλία, ξενόγλωσσα βοηθήματα, σπάνιες εκδόσεις, βιβλία εξειδικευμένα, εγκυκλοπαίδειες, ως και περιοδικά, cd, dvd, παιδικά παιχνίδια, παζλ, τα πάντα μπορούν να βρουν στέγη για ανταλλαγή στις δημόσιες, υπαίθριες, ανταλλακτικές βιβλιοθήκες.
Εφόσον αποτελεί παραδοχή πως ο εκάστοτε επισκέπτης αποτελεί και τον χρήστη, προστάτη και κύριο μέτοχο για την ύπαρξη της Ανταλλακτικής Βιβλιοθήκης. Όσα δε χρειάζεσαι πλέον εσύ 25
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
μπορεί να τα χρειάζομαι εγώ. Η γνώση που κυκλοφορεί και διακινείται ελεύθερα αποκτά μεγαλύτερη δύναμη.
Η ανταλλακτική βιβλιοθήκη είναι δημόσια, υπαίθρια και δωρεάν.
Μια κοινωνική αλληλεπίδραση με άξονα το βιβλίο, τον αναγνώστη και το δημόσιο χώρο. Το βιβλίο αλλάζει χέρια, για να διαβαστεί από πολλούς, διαφορετικούς και άγνωστους μεταξύ τους, αναγνώστες. Όσο περνάει ο καιρός, όσο πολλαπλασιάζονται οι τοποθεσίες που κανείς μπορεί να συναντήσει μία βιβλιοθήκη, τόσο πιο εύκολα θα γίνει βίωμα η ύπαρξη μίας τέτοιας κατασκευής στο δημόσιο χώρο. Αν λόγου χάριν υπήρχε για κάθε γειτονιά μία ανταλλακτική βιβλιοθήκη, όπως σε κάθε γωνία υπάρχει ένας κάδος ανακύκλωσης, ίσως τότε αυτή η ιδέα θα ήταν το φυσιολογικό και «αλλόκοτο» θα ήταν να μην υπήρχε. Έχουμε ξεκινήσει ένα πείραμα και είμαστε πολύ επίμονοι για να επιτύχει αφού του δοθεί ο χρόνος που χρειάζεται. Το όραμα μας είναι ένα εξαρχής: να δημιουργηθεί ένα δίκτυο ανταλλακτικών βιβλιοθηκών και κάθε γειτονιά να αποκτήσει ιδανικά τη δίκη της δημόσια, υπαίθρια, δωρεάν, ανταλλακτική βιβλιοθήκη. Ακόμα παραπέρα, οι προσδοκίες για το μέλλον είναι και σε επίπεδο κοινωνικό: να καταφέρει αυτή η ιδέα να γίνει μέρος της καθημερινότητας μας. Η ελεύθερη διακίνηση των βιβλίων σε επίπεδο ανταλλαγής, η ενασχόληση με το δημόσιο χώρο, η καλή προδιάθεση, είναι όλα χαρακτηριστικά που θα συντηρήσουν μελλοντικά την ύπαρξη των ανταλλακτικών βιβλιοθηκών. Η όλη πρωτοβουλία, ο τρόπος για να υπάρχει και να λειτουργεί μία τέτοια Aνταλλακτική Bιβλιοθήκη είναι η καλή μας θέληση. Η νοοτροπία πως παίρνω ένα βιβλίο μόνο εάν αφήσω ένα άλλο. Έτσι πάντα θα υπάρχει υλικό για τον επόμενο και η βιβλιοθήκη θα είναι γεμάτη βιβλία. Άλλωστε η πορεία του εγχειρήματος αυτού που δεν είναι τίποτε άλλο από ένα κοινωνιολογικό πείραμα για την σχέση πολίτη-δημοσίου χώρου-ανταλλαγής και φιλαναγνωσίας θα καθρεφτίσει την εθνική μας παιδεία». Πηγή: http://oloigiaolous.gr/
26
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Ασκήσεις στο πιάνο της λογοτεχνίας Ο Αχιλλέας Κυριακίδης παραθέτει γνωμικές σκέψεις για τη γραφή και την ανάγνωση, για τη μετάφραση και τον κινηματογράφο, την πρόζα και την ποίηση Της Λίζυς Τσιριμώκου
Ακαταπόνητος εργάτης του λόγου αλλά και της εικόνας, πολύπειρος μεταφραστής, επίμονος διηγηματογράφος και δοκιμιογράφος, κινηματογραφιστής και δεινός βιβλιογνώστης, εμμονικός στις αναφορές του, όπως κάθε αξιόλογος συγγραφέας, ο Αχιλλέας Κυριακίδης είναι περίπου ένας «άνθρωπος-ορχήστρα», είδος σπάνιο στον χώρο των γραμμάτων μας. Φανατικός θιασώτης της βραχυλογίας («μικρομηκάς» σκηνοθέτης, αφοσιωμένος θεράπων της μικρής αφηγηματικής φόρμας στη λογοτεχνία), ήταν θέμα χρόνου να καταλήξει στην πεμπτουσία του μινιμαλισμού, στον αφοριστικό λόγο που σφραγίζει το τελευταίο βιβλίο του. Αστερισμός μονοκυτταρικών σκέψεων, αυτό το αποφθεγματολόγιο στήνει την ουτοπία μιας αυθεντίας που βραχυκυκλώνει την εξουσία της, αυτοπαρωδείται και διαβρώνει το κύρος της επιγραμματικής αυτάρκειας («Αν η λογοτεχνία δεν είναι παιχνίδι, την έχουμε όλοι πολύ άσχημα»). Και αυτή η ανατρεπτική αντιλογία που διεκδικεί αξιωματικά την αποδοχή και συνάμα την υπονομεύει λαμπυρίζει ήδη στον διμέτωπο τίτλο: θεωρία λογοτεχνίας, δηλαδή σύνολο αληθών, συγκροτημένων προτάσεων καθολικής ισχύος και ταυτόχρονα ιδιωτική, αποκλειστικά 27
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
αυτοδεσμευτική και προσωπικής χρήσεως (περίπου σαν την ατομική ειρήνη που θέσπιζε για λογαριασμό του ο αριστοφανικός Δικαιόπολις στους Αχαρνείς). Με αυτή τη λοξή ματιά, κινούμενος αστραπιαία από την επιφάνεια στο βάθος και τούμπαλιν, ο Κυριακίδης σχετικοποιεί την απολυτότητα των γνωμικών του και εδραιώνει τα ανάλαφρα παιχνιδίσματα της σκέψης του («Όταν ο αναγνώστης δημιουργεί, ο συγγραφέας σωπαίνει»).
Οι δυνατότητες που προσφέρει η στρατηγική της ολιγολογίας, του λακωνισμού, είναι βέβαια πολλαπλές και διαχρονικά λειτουργικές: από τις σκοτεινές ρήσεις του Ηράκλειτου στα λιτά αυλικά προστάγματα του Καστιλιόνε ή του Γκραθιάν, από τα ηθικά αξιώματα (Μaximes) του Λα Ροσφουκό και των γάλλων μοραλιστών στους αφοριστικούς στοχασμούς των γερμανών ρομαντικών ή τις νιτσεϊκές γνωμολογίες, από τα έξυπνα αποφθέγματα του Γουάιλντ ως τις μικρές παράδοξες παραβολές του Κάφκα, τα ευφυή Μinima Moralia του Αντόρνο ή τα κριτικά εδάφια (lexies) και τα αποσπάσματα του μπαρτικού λόγου - o κατάλογος όσων καλλιέργησαν τον βραχύ, μονοπυρηνικό στοχασμό ως άσκηση νοηματικής συμπύκνωσης και ως στοίχημα εκφραστικής οικονομίας (μέγιστη ακριβολογία με ελάχιστα μέσα) θα τραβούσε σε μάκρος. Τα πλεονεκτήματα αυτής της μινιμαλιστικής γραφής που ακροβατεί ανάμεσα στο (μικρό) δοκίμιο, το απόσπασμα, τον αφορισμό ή το απόφθεγμα προκύπτουν ακριβώς από τη δυναμική και την ένταση της ασυνέχειας, την απρόσμενη μη γραμμική μετάβαση από μια ιδέα σε κάποιαν άλλη, με μια λογική απροσδιόριστης ρήξης: τα αφοριστικά κείμενα, ίχνη, δείκτες μιας διαδικασίας μάλλον παρά μιας τετελεσμένης κατάστασης, δίνουν την αίσθηση του αυτόνομου, κλειστού και του ανοικτού συνάμα, του περατωμένου και του ατελούς, σαν ελατήριο συσπειρωμένο και έτοιμο να τανυστεί, σπερματικός λόγος που δυνητικά θα αναπτυχθεί, στατικός και όμως ήδη εν κινήσει. Η βραχύτητα συνέλκει το αντίθετό της: ένας αφορισμός δεν μένει σχεδόν ποτέ μόνος, το ένα απόφθεγμα καλεί το άλλο και τα αποσπάσματα σχηματίζουν ομάδες, συλλογές, ανθολόγια που παραλλάσσουν και πολλαπλασιάζουν την αρχική ιδέα, αιωρούμενα ανάμεσα στην αυτάρκεια και στην ανεπάρκεια. Αυτό το παράδοξο (η πληθυντική 28
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
μονάδα, η αποσπασματική παράταξη ή παρέλαση, τα ρινίσματα του λόγου που έλκονται από ένα μαγνητικό κέντρο) είναι μέρος της γοητείας του αφοριστικού λόγου, έκκεντρου και συνάμα προσανατολισμένου. Ο Ροΐδης ή ο Μητσάκης, στα καθ' ημάς, o Σεφέρης σε κάποιες ημερολογιακές εγγραφές του, ο Αναγνωστάκης στο «ΥΓ» του ή ο Λορεντζάτος στα πυκνά Collectanea, αλλά και αρκετοί παλαιότεροι και νεότεροι έλληνες συγγραφείς έχουν ασκηθεί σε αυτή τη ρητορική της βραχυλογίας, την τέχνη μιας μινιμαλιστικής ταπεινότητας που τολμά και ρισκάρει να σπουδαιολογήσει. Ο Αχιλλέας Κυριακίδης, άριστος γνώστης του είδους που επιλέγει να καλλιεργήσει, αλλά και συνειδητός πειραματιστής, χάριν της παιδείας (του) αλλά και της παιδιάς, στην οποία πασιφανώς ομνύει, παίζει απολαυστικά στο πιάνο της λογοτεχνίας - il fait ses gammes, ας το πούμε με τη γλώσσα της μουσικής. Παραθέτει άτακτα γνωμικές σκέψεις για τη γραφή και την ανάγνωση, για τη μετάφραση και τον κινηματογράφο, την πρόζα και την ποίηση: «Η καλή λογοτεχνία θέτει τα ερωτήματα. Η κακή λογοτεχνία τα απαντά»· παραλλαγή του: «Η λογοτεχνία είναι κάτι που, χωρίς να κλείνει τα μάτια στην πραγματικότητα, κλείνει το μάτι στην πραγματικότητα». «Ο συγγραφέας "πεθαίνει" κάθε φορά που το κείμενό του διαβάζεται· δηλαδή, κάθε φορά που, σαν τη μέλισσα, κεντρίζει έναν αναγνώστη» - άλλη εκδοχή για τον περιλάλητο θάνατο του συγγραφέα. Με ανάλαφρο τόνο και χιουμοριστική διάθεση, με κοφτή, αδιαφιλονίκητη διατύπωση ή με ακαριαία οξυδέρκεια και κριτική ευαισθησία, οι Σημειώσεις του συγγενεύουν με τη μουσική νότα, το σκαρίφημα ή την εικαστική σπουδή, προσκαλούν τον αναγνώστη σε μια νοηματική αλληλουχία όπου συμπράττουν λογοτεχνία, μουσική, ζωγραφική και φωτογραφία (στιγμιότυπο): «"Αυτό δεν είναι μια πίπα" ή: Το μέγα μάθημα-σφαλιάρα του Ρενέ Μαγκρίτ: μη διαβάζετε τις λεζάντες». «"Ο Φλωμπέρ είμαι εγώ" είπε ο μεταφραστής της Μαντάμ Μποβαρύ». «Μπορεί η Ζωή οδηγίες χρήσεως του Ζωρζ Περέκ και οι Ασκήσεις ύφους του Ρεμόν Κενώ να εκπροσωπούν τη θεώρηση της λογοτεχνίας ως παιγνίου, αλλά έχουν τόση ομοιότητα μεταξύ τους όση και το γιογιό με το παζλ· γιατί, ενώ η Ζωή είναι ένα σατανικό επιτραπέζιο παιχνίδι που θέτει σε δοκιμασία τη μνήμη μας και την παρατηρητικότητά μας, οι Ασκήσεις είναι ένα ακόμη πιο σατανικό μπαλάκι που το πετάμε και μας ξαναγυρίζει κάθε φορά διαφορετικό». «Στη σημερινή λογοτεχνία δεν ισχύει πια το "Se non è vero, è ben trovato", αλλά το "Se non è ben trovato, non è vero"». Κινητοποιώντας τη γνώση και την εμπειρία του, συνεχίζοντας την πειθαρχημένη του περιπλάνηση στο μπορχεσιανό σύμπαν ή στη λοξή λογική των «ουλιπιανών» και, ωστόσο, παίζοντας σε σαφώς ιδιόκτητη περιοχή με ύφος αναγνωρίσιμο, προσίδιο, ο Κυριακίδης μοντάρει αριστοτεχνικά ένα κομψό σημειωματάριο, ένα εγχειρίδιο κριτικών αφορισμών που σίγουρα θα βρει πρόθυμους αποδέκτες, ρέκτες της λογοτεχνίας και της εγρήγορης, γυμνασμένης σκέψης. Πηγή: http://www.tovima.gr/ 29
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Σολ Μπέλοου: Ο κορυφαίος μεταπολεμικός πεζογράφος των ΗΠΑ Συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννηση του συγγραφέα ο οποίος, μέσω του υψηλού ύφους, πέτυχε να μεταβάλει το δράμα της καθημερινότητας σε κωμωδία, ενίοτε μαύρη Του Αναστάση Βιστωνίτη
«Ποιος είναι ο Τολστόι των Ζουλού; Ο Προυστ των Παπούα; Θα χαρώ να τους διαβάσω». Το είπε ο Σολ Μπέλοου το 1988 στο «New York Times Magazine» προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων εκ μέρους των Αφροαμερικανών (αλλά και των πολιτικώς ορθών που φτάνοντας στα όρια του κιτρινισμού τον χαρακτήρισαν ρατσιστή), αντιδράσεων ακόμη κι εφέτος που στις 10 Ιουνίου συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννησή του. Ο συγγραφέας, από τους 30
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
σημαντικότερους στα παγκόσμια Γράμματα, πέθανε στις 5 Απριλίου 2005 στα ενενήντα του χρόνια. Ρατσιστής ο Μπέλοου; Το Διαδίκτυο είναι και σήμερα γεμάτο αποστροφές και οργισμένα σχόλια - στις αμερικανικές ιστοσελίδες βεβαίως. Στην Ευρώπη όμως αυτά ακούγονται ελαφρώς κωμικά. Το γεγονός ότι οι Ζουλού δεν έχουν κανέναν Τολστόι και οι Παπούα κανέναν Προυστ δεν σημαίνει τίποτε ούτε για την παγκόσμια λογοτεχνία ούτε για την ανθρωπολογία. Η αντίδραση όμως του Μπέλοου είχε άλλο περιεχόμενο: Εξέφραζε την αντίθεση στο λεγόμενο πολυπολιτισμικό πρότυπο, ενός συγγραφέα ο οποίος πίστευε πως ο πολιτισμός (αυτός τουλάχιστον που προσδιορίζει το ποιόν του δυτικού κόσμου) αρχίζει με τους Ελληνες, συνεχίζεται με τους Ρωμαίους και στη συνέχεια επεκτείνεται στα έργα των δυτικών δημοκρατιών. Κι έχει ιδιαίτερη σημασία που ο Μπέλοου υπήρξε τέκνο Ρωσοεβραίων οι οποίοι μετανάστευσαν στον Καναδά και στη συνέχεια πέρασαν παράνομα στις ΗΠΑ και εγκαταστάθηκαν στο Σικάγο. Ένας συγγραφέας πρώτης γραμμής δεν κρίνεται φυσικά από μια δήλωση, ιδίως μάλιστα αν λάβουμε υπόψη πως στις ΗΠΑ δεν έχουμε σήμερα πεζογράφο του δικού του αναστήματος. Είναι κοινή παραδοχή πως μετά τον θάνατο του Νόρμαν Μέιλερ το 2007 και του Τζον Απντάικ το 2009 προσωπικότητες των Γραμμάτων ίδιας αξίας δεν υπάρχουν πλέον στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Ρεαλιστής και μοντέρνος Με τον Μπέλοου συμβαίνει το παράδοξο: να είναι ένας εκατό τοις εκατό αμερικανός συγγραφέας που όμως ανακάλυψε το προσωπικό του στίγμα στην Ευρώπη, στο Παρίσι όπου βρέθηκε το 1948 με υποτροφία του Ιδρύματος Guggenheim και άρχισε να γράφει ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματά του, τις Περιπέτειες του Ογκι Μαρτς (1953). Κι ενώ είναι ρεαλιστής (το τόνιζε και ο ίδιος), παραμένει ο πιο μοντέρνος μεταπολεμικός πεζογράφος της χώρας του. Ο Μπέλοου θαύμαζε τον Τζόις και ταυτοχρόνως τον Ντράιζερ και τον Ντ. Χ. Λόρενς. Αυτό, όπως κι αν το δει κανείς, συνιστά αντίφαση πρώτου μεγέθους - για έναν συγγραφέα τουλάχιστον. Δεν είναι δυνατόν να συμβαίνουν και τα δύο. Οταν ωστόσο πρόκειται για συγγραφέα σαν τον Μπέλοου, δεν φαίνεται απίθανο. Ωστόσο εκείνοι που τον επηρέασαν είναι οι μεγάλοι συγγραφείς του ρωσικού ρεαλισμού, ο Τολστόι και ο Ντοστογέφσκι, ενώ στα πρώτα του μυθιστορήματα, τον Μετέωρο άνθρωπο και Το θύμα, πρότυπό του ήταν ο Φλομπέρ. Η ανθρώπινη συνθήκη στο έργο τους (και στο δικό του) είναι ίδια: ο άνθρωπος παρουσιάζεται ως θύμα της πραγματικότητας που τον οδηγεί σε σύγκρουση με τον εαυτό του. (Θύματα είναι οι ήρωες των μεγάλων ρεαλιστών, θύματα και οι δικοί του.) Με τη διαφορά ότι στον Μπέλοου, από ένα σημείο και μετά η σύγκρουση αυτή αποκτά ειρωνικό περιεχόμενο. Άλλωστε δεν είναι τυχαίος ο τίτλος του δεύτερου μυθιστορήματός του: Το θύμα. Ως θύμα παρουσιάζει τον 31
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
κεντρικό του ήρωα Μόουζες Χέρτσογκ στο Χέρτσογκ που τον έκανε διάσημο στην Αμερική. Θύμα είναι και ο Χέντερσον, ο πρωταγωνιστής σε ένα ακόμη σημαντικό του μυθιστόρημα, το Χέντερσον, ο βασιλιάς της βροχής. Τα θύματα όμως τα δημιουργεί μια αβέβαιη κοινωνία, όπου οι άνθρωποι μετεωρίζονται ανάμεσα στην αποδοχή και στην απόρριψη, σε αυτό που επιθυμούν και σε εκείνο που τελικά εισπράττουν. Οι ήρωες του Μπέλοου είναι μετέωροι, από το πρώτο του ακόμη μυθιστόρημα, τον Μετέωρο άνθρωπο. Ο μετέωρος άνθρωπος όμως είναι μόνος - και εν πολλοίς αυτοκαταστροφικός, επειδή δυσκολεύεται να απαντήσει στο ερώτημα: Ο κόσμος μάς οφείλει τη ζωή που θέλουμε να ζήσουμε ή εμείς θα πρέπει να την αποσπάσουμε από τον κόσμο, γνωρίζοντας μάλιστα ότι είναι συνδεδεμένη με τον θάνατο που τον ζούμε κάθε μέρα;
Ούτε αισιόδοξος ούτε απαισιόδοξος Ο Μόουζες Χέρτσογκ είναι διανοούμενος κι ένας διανοούμενος μπορεί να θέσει καλύτερα το ερώτημα «ποιος είμαι». Ο ήρωας του Μπέλοου ωστόσο το θέτει σαν να θέλει να αποσπάσει την απάντηση από την ίδια τη ζωή, γι' αυτό και βυθίζεται στις αναμνήσεις του. Η (δεύτερη) σύζυγός του Μαντλέν τον έχει εγκαταλείψει με τον καλύτερο φίλο του κι εκείνος αποσύρεται στο σπίτι του, το οποίο βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης, με συγκατοίκους τα ποντίκια. Το σπίτι μεταβάλλεται έτσι σε ένα είδος κρατητηρίου και οι αναμνήσεις του γίνονται οι δεσμοφύλακές του. Γράφει λοιπόν επιστολές συνεχώς χωρίς να τις ταχυδρομεί και γράφοντας για τους άλλους προσπαθεί αγωνιωδώς να απαντήσει στο ερώτημα «ποιος είμαι». (Δεν ήταν βεβαίως πρώτος ο Μπέλοου που το έθεσε. Προηγήθηκε κατά έναν αιώνα ο Σταντάλ.) Ωστόσο εδώ το ερώτημα είναι εξαιρετικά δύσκολο να απαντηθεί, γιατί ο Χέρτσογκ δεν είναι ικανός να αποφασίσει για τη ζωή του. Η ερωμένη του Ραμόνα λ.χ. είναι βέβαιη ότι εκείνη γνωρίζει καλύτερα τις ανάγκες του από τον ίδιο. Για τη ζωή του δεν αποφασίζει αυτός αλλά την ορίζουν οι αποφάσεις που παίρνουν οι άλλοι - για τις δικές τους ζωές εν τούτοις, όχι για τη δική του. Η αλήθεια, όπως το συνειδητοποιεί κι ένας άλλος ήρωάς του, ο Χέντερσον, δεν βρίσκεται ούτε μέσα μας ούτε έξω από εμάς αλλά στην επιθυμία να την αποκτήσουμε - που δεν το καταφέρνουμε ποτέ. Αξίζει να θυμηθεί κανείς μια βαθύτατα ειρωνική φράση του από το Χέρτσογκ: «Δεν πρέπει να ξεχνάμε πόσο γρήγορα τα οράματα των ιδιοφυών μετατρέπονται σε κονσέρβες των διανοουμένων». Εδώ βρίσκεται η γοητεία αυτού του σπουδαίου συγγραφέα: να μην είναι ούτε αισιόδοξος αλλά ούτε και απαισιόδοξος, να δημιουργεί ήρωες (αντιήρωες καλύτερα) που βρίσκονται σε δυσαρμονία με το περιβάλλον και προσπαθώντας να εναρμονιστούν μαζί του οδηγούνται στην υπερβολή φτάνοντας συχνά να πιστέψουν πως όλα μπορούν να μπουν στη σωστή τους θέση αν οι ίδιοι καταφέρουν να προσδώσουν στη φαντασία τα γνωρίσματα της πραγματικότητας. Κι επειδή δεν τα καταφέρνουν, μοίρα τους είναι η αλλοτρίωση. Αλλά ταυτοχρόνως υπάρχει και η άλλη πλευρά: αυτή είναι η ανθρώπινη κατάσταση (η condition humaine, όπως την όρισε ο Μαλρό). Αν, σύμφωνα με τον Μπέλοου, τη δεχθούμε ως έχει, μπορούμε να κρατήσουμε 32
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
αλώβητη τη φαντασία από την πραγματικότητα κι έτσι να καταφύγουμε στη μόνη αλήθεια που δεν έχει διαβρωθεί από την πραγματικότητα: τα ανθρώπινα αισθήματα.
Ήρωες μοντέρνοι και αξεπέραστοι Αυτού του είδους η προβληματική συνδέει την πεζογραφία του Μπέλοου με την αντίστοιχη του ευρωπαϊκού Μεσοπολέμου, της Γαλλίας ιδιαίτερα. Όσες διαφορές κι αν υπάρχουν ανάμεσα στον Χέρτσογκ και στον Αυτοδίδακτο της Ναυτίας του Σαρτρ, για παράδειγμα, άλλες τόσες ομοιότητες μπορεί να ανακαλύψει κανείς σε μια παράλληλη ανάγνωση. Επομένως οι ήρωες του Μπέλοου που αναδύονται μέσα από τις απολύτως ρεαλιστικές αφηγήσεις του είναι εντελώς μοντέρνοι και κάποιοι από αυτούς αξεπέραστοι. Ο Μπέλοου πρόλαβε να παντρευτεί πέντε φορές, να πάρει τέσσερις φορές διαζύγιο και να αποκτήσει τέσσερα παιδιά. (Ανάλογη είναι η περίπτωση κι ενός άλλου σπουδαίου συγγραφέα με τον οποίο δεν έχει ομοιότητες: του Νόρμαν Μέιλερ). Γάμοι, διαζύγια, ενδοοικογενειακά μίση και πάθη, διατροφές και δικαστικές περιπέτειες έχουν οδηγήσει τους ντετέκτιβ της λογοτεχνίας στο να ανακαλύψουν πάνω σε ποια πραγματικά πρόσωπα βασίστηκε για να δημιουργήσει τους ήρωες και την πλοκή των μυθιστορημάτων του. Αλλά τι σημασία έχουν όλα τούτα για τον αναγνώστη, τον ευρωπαίο ιδιαίτερα; Παίρνοντάς τα εν τούτοις τοις μετρητοίς, ορισμένοι τον κατηγόρησαν, όπως και τον Μέιλερ, για σεξισμό. Αυτά όμως και τα παρόμοια δεν σημαίνουν τίποτε για έναν στυλίστα όπως ο Μπέλοου που πέτυχε να μεταβάλει το δράμα της καθημερινότητας σε κωμωδία (μαύρη ενίοτε) μέσω του υψηλού ύφους. «Αληθινός μυθιστοριογράφος», έγραψε κάποτε σε ένα δοκίμιό του για τον Σέργουντ Αντερσον, «είναι εκείνος που παραφρονεί ελαφρώς με τη ζωή της εποχής του». Σε τέτοια περίπου κατάσταση βρίσκονται οι δικοί του «έκκεντροι» ήρωες, άνθρωποι της καθημερινότητας που προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα στις υπερβολές στις οποίες τους οδηγεί ο νους, δηλαδή η σκιά της πραγματικότητας αλλά ταυτοχρόνως και η αληθινή της εικόνα. Γι' αυτό και δεν υπάρχει αναγνώστης εξοικειωμένος με το έργο του που να μη θυμάται τους πρωταγωνιστές του αλλά και πολλά από τα δευτερεύοντα πρόσωπα - και ως έναν βαθμό να μην ταυτίζεται μαζί τους.
«Oι αλήθειες είναι οι φίλοι μας στο σύμπαν» Ο πρώτος τόμος της βιογραφίας του Μπέλοου από τον Ζάκαρι Λίντερ The Life of Saul Bellow: To Fame and Fortune που κυκλοφόρησε πρόσφατα και καλύπτει την περίοδο από το 1915 ως το 1964 ξεπερνά τις 800 σελίδες. Τόσες θα είναι περίπου και οι σελίδες του δεύτερου τόμου. Ασφαλώς δεν θα περίμενε κανείς να εκδοθεί και στη χώρα μας, αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι δύο από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα του Μπέλοου, Ο μικρός πλανήτης του κυρίου Ζάμλερ και Χέντερσον, ο βασιλιάς της βροχής, είναι από χρόνια εξαντλημένα. Μόνον οκτώ από 33
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
τα δεκαοκτώ βιβλία του (μυθιστορήματα και συλλογές διηγημάτων) κυκλοφορούν μεταφρασμένα στα ελληνικά. Ούτε καν εκείνο το εμβληματικό Οι περιπέτειες του Ογκι Μαρτς που για πολλούς είναι ανώτερο ακόμη και από το Χέρτσογκ. Ο Μπέλοου ανήκει εδώ και πολλά χρόνια στους σύγχρονους κλασικούς. Εκτός από το βραβείο Νομπέλ που του απονεμήθηκε το 1976, είναι ο μόνος αμερικανός πεζογράφος ο οποίος τιμήθηκε τρεις φορές με το Εθνικό Βραβείο Πεζογραφίας της χώρας του. Κι όμως, καθιερώθηκε σχετικά αργά. Μόλις το 1964, στα 53 του χρόνια, με την έκδοση του Χέρτσογκ, κατέκτησε το μεγάλο κοινό και κατάφερε να ζει αποκλειστικά από τα βιβλία του. Ως τότε ζούσε διδάσκοντας περιστασιακά σε διάφορα πανεπιστήμια (με εξαίρεση το Πανεπιστήμιο του Σικάγου στο οποίο παρέμεινε επί τριάντα χρόνια είτε διδάσκοντας είτε συμμετέχοντας σε ποικίλες επιτροπές). Ήταν εννέα ετών όταν οι γονείς του εγκαταστάθηκαν στο Σικάγο και τα παιδικά του χρόνια υπήρξαν δύσκολα, με έναν πατέρα που επιδιδόταν στο λαθρεμπόριο ποτών. Ο Μπέλοου για χρόνια «ζούσε» ανάμεσα σε δύο γλώσσες: τα γίντις που μιλούσαν στο σπίτι οι γονείς του και τα αγγλικά του σχολείου και της γειτονιάς. Μόλις το 1943, στα τριάντα ένα του, έλαβε την αμερικανική υπηκοότητα, έναν χρόνο πριν από την έκδοση του πρώτου μυθιστορήματός του. Το 1948 στο Παρίσι βρήκε την αληθινή του φωνή και απέκτησε συνείδηση της αμερικανικής ταυτότητας που για τον ίδιον ανταποκρινόταν στον χαρακτήρα και στο περιβάλλον των μεσοδυτικών Πολιτειών. Στα νιάτα του υπήρξε τροτσκιστής, και μάλιστα ταξίδεψε στο Μεξικό για να συναντήσει τον Τρότσκι, ο οποίος όμως μία ημέρα πριν από το καθορισμένο ραντεβού μαζί του δολοφονήθηκε. Η σχέση του Μπέλοου με τους ριζοσπάστες συγγραφείς και διανοουμένους καθορίστηκε και από τους δεσμούς του με το ιστορικό περιοδικό «Partisan Review», από το οποίο πέρασαν και πολλοί άλλοι τροτσκιστές μιας εποχής. Εκεί άλλωστε δημοσίευσε ολόκληρο το λακωνικό του αριστούργημα, τη νουβέλα Αδραξε τη μέρα (απευθείας μεταφορά του carpe diem του Οράτιου), η οποία προηγουμένως είχε απορριφθεί από τον «New Yorker». Η καθαρή και απέριττη γραφή του ήταν αποτέλεσμα επίπονης επεξεργασίας, προϊόν τελειομανούς, μολονότι δεν ήταν συγγραφέας που έγραφε δύσκολα. Απόδειξη η συνέντευξη που έδωσε το 1965 στο περιοδικό «Paris Review», την οποία πριν από τη δημοσίευσή της την επεξεργάστηκε σε κάθε της λεπτομέρεια αναζητώντας σαν τον Φλομπέρ την «ακριβή» λέξη (mot juste) για το καθετί. Ενδεχομένως οι τελευταίες του φράσεις εκεί να εξηγούν το συνειδησιακό και ανθρωπολογικό περιεχόμενο του έργου του και τη βαθύτερη ουσία του: «Ίσως να υπάρχουν αλήθειες από την πλευρά της ζωής. Είμαι έτοιμος να παραδεχθώ πως δεδομένου ότι λέμε ψέματα καθ' έξιν και τρέφουμε αυταπάτες, έχουμε σοβαρό λόγο να φοβόμαστε την αλήθεια. Όμως δεν παύω να ελπίζω. Μπορεί να υπάρχουν κάποιες αλήθειες οι οποίες είναι, εν πάση περιπτώσει, οι φίλοι μας στο Σύμπαν». Πηγή: http://www.tovima.gr/
34
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Διορθωτών εγκώμιον ή όταν τα χέρια γίνονται… μαχαίρια
Οι νέες τεχνολογίες προσφέρουν μια δεύτερη, πολλαπλά ενδιαφέρουσα ζωή στα παλιά κείμενα, συχνά καταδικασμένα να αραχνιάζουν στα αζήτητα των βιβλιοθηκών, διευκολύνοντας, μέσω της ψηφιοποίησής τους και της διάθεσής τους στο Διαδίκτυο, όχι μονάχα τους ερευνητές αλλά και το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Στην αναζωογόνηση παλαιότερων κειμένων μεγάλο ρόλο έχει παίξει η δυνατότητα μετατροπής τους σε e-books, μέσα από διάφορα προγράμματα OCR (Optical Character Recognition), δηλαδή της οπτικής αναγνώρισης των χαρακτήρων. Μέσω αυτού του προγράμματος, μια παλιά έκδοση δεν αναπαράγεται απλώς φωτογραφικά αλλά σε μια επεξεργάσιμη μορφή, η οποία μπορεί να υποστεί νέα, πιο σύγχρονη μορφοποίηση κ.λπ. Μόνο που η σάρωση παλαιών κειμένων και γραμματοσειρών παρουσιάζει ορισμένα προβλήματα, που μπορούν να οδηγήσουν κάποτε σε… σκανδαλιστικά αποτελέσματα, όπως όταν ο σαρωτής μπερδεύει τα χέρια (arms) του ήρωα ή της ηρωίδας με τον… πισινό τους (anus)! Πρόκειται για ένα σφάλμα που παρουσιάζεται αρκετά συχνά, όπως παρατηρεί η Alison Flood στην ιστοσελίδα της Guardian («Scanner for ebook cannot tell its ‘arms’ from its ‘anus’»), οδηγώντας σε αποτελέσματα σαν αυτό:
35
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
«When she spotted me, she flung her anus high in the air and kept them up until she reached me. “Matisse. Oh boy!” she said. She grabbed my anus and positioned my body in the direction of the east gallery and we started walking» όπως εμφανίζεται στην σελίδα 29 της ηλεκτρονικής έκδοσης του βιβλίου της Georgia Bragg Matisse on the Loose. Αφού παραθέσει και αρκετές άλλες, εξίσου χιουμοριστικές ηλεκτρονικές παραναγνώσεις, η Alison Flood καταλήγει: «Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι το OCR είναι ένας φτηνός τρόπος για τη μετατροπή παλιών βιβλίων με μορφή e-book. Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο σωστά, είναι απαραίτητη ενδελεχής διόρθωση και επιμέλεια». Έχετε, λοιπόν, το νου σας, φίλοι εκδότες: όπου δεν μεσολαβεί ανθρώπινο χέρι, η δουλειά σας κινδυνεύει να γίνει… κώλος! Πηγή: http://www.oanagnostis.gr/
36
Ιούνιος 2015
Βιβλιοτρόπιο 39
Λέσχες Ανάγνωσης ΒΙΒΛΙΟΤΡΟΠΙΟ/ΔΙΑ-ΛΟΓΟΣ Μέλη του Δικτύου Λεσχών "Ανάγνωσις"
Τώρα διαβάζουμε Κολομβία, 2009. Ο αφηγητής της ιστορίας, ο νεαρός καθηγητής της Νομικής, Αντόνιο Γιαμάρα, διαβάζει σ’ ένα περιοδικό την εξόντωση ενός ιπποπόταμου που είχε δραπετεύσει από τον ζωολογικό κήπο του διαβόητου Πάμπλο Εσκομπάρ. Το άρθρο τον πηγαίνει πίσω στα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν ο πόλεμος της κολομβιανής κυβέρνησης με το καρτέλ κοκαΐνης του Εσκομπάρ μαινόταν στους δρόμους, τα δάση και τον ουρανό της Κολομβίας. Εκείνη την εποχή, ο Γιαμάρα γνωρίζεται μ’ έναν μοναχικό μπιλιαρδόρο, «πρώην πιλότο» κατά δήλωσή του, η δολοφονία του οποίου ωθεί τον αφηγητή σ’ έναν αγώνα εξιχνίασής της, αλλά και σε μια διαδικασία αναπροσδιορισμού της ίδιας της ταυτότητάς του και των σχέσεών του με τους ανθρώπους του. Οι έρευνές του θα τον οδηγήσουν ώς την τρομερή δεκαετία του 1960 που άλλαξε τον κόσμο, λίγο πριν το εμπόριο ναρκωτικών παγιδέψει μια ολόκληρη γενιά σ’ έναν ζωντανό εφιάλτη, σ’ έναν κύκλο βίας και φόβου.
Ο Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες γεννήθηκε στην Μπογκοτά της Κολομβίας, το 1973, και σπούδασε Λατινοαμερικανική Λογοτεχνία στη Σορβόνη. Έχει εκδώσει τέσσερα μυθιστορήματα, "Los informantes" (Οι πληροφοριοδότες), 2004, "Historia secreta de Costaguana" (Μυστική ιστορία της Κοσταγουάνας), 2007, "El ruido de las cosas al caer" (Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν), 2011 και "Las reputaciones" (Οι υπολήψεις), 2013, μία συλλογή διηγημάτων "Los amantes de Todos los Santos" (Οι εραστές των Αγίων Πάντων), 2008 και μία συλλογή φιλολογικών δοκιμίων "El arte de la distorsion" (Η τέχνη της διαστρέβλωσης), 2009. Έχει τιμηθεί με πολλά διεθνή βραβεία, σημαντικότερα των οποίων είναι το Premio Alfaguara (2011), το English Pen Award (2012), το Prix Roger Caillois (2012) και το Premio Von Rezzori (2013).
37
ΒΙΒΛΙΟΤΡΟΠΙΟ ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ
ΑΝ το διάβασμα είναι για σας μια ανεξάντλητη πηγή ευχαρίστησης… ΑΝ πιστεύετε ότι το διάβασμα δεν είναι κατ’ ανάγκη μια μοναχική υπόθεση… ΑΝ αυτό που νιώθετε διαβάζοντας θέλετε να το μοιραστείτε και με άλλους… --------------------------Γίνετε μέλος σε μια από τις Λέσχες Ανάγνωσης που λειτουργούν στη Λεμεσό. ή Βρείτε κι άλλα άτομα που αγαπούν το διάβασμα και συγκροτείστε μια ομάδα, τα μέλη της οποίας θα συγκεντρώνονται μια φορά το μήνα και θα συζητούν γύρω από το βιβλίο που έχουν επιλέξει να διαβάσουν. Για περισσότερες πληροφορίες ως προς τον τρόπο συγκρότησης και λειτουργίας μιας Λέσχης Ανάγνωσης μπορείτε να απευθυνθείτε στο Δίκτυο Λεσχών «Ανάγνωσις».
Παντελής Μάκη, τηλ: 99 667599 e-mail: pmakis@cytanet.com.cy www.bibliotropio.blogspot.com Αντώνης Κουντούρης, τηλ: 99 346424 e-mail: : a_c_kountouri@hotmail.com Κατερίνα Βοσκαρίδου, τηλ: 99 526772 e-mail: pyrion@primehome.com www.pyrion.blogspot.com
Με τη στήριξη