12
www.rethemnosnews.gr
αφιέρωμα
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΧΑΡΗΣ ΣΤΡΑΤΙΔΑΚΗΣ Δρ Παιδαγωγικής-Ιστορικός Ερευνητής-Συγγραφέας strharis@yahoo.gr, 2831055031
ΣΑΒΒΑΤΟ 9 ΜΑΪΟΥ 2020
Ιστορικές περιηγήσεις (32)
Στο Ρέθυμνο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου: φωτοαναδρομή και σχολιασμός (Ι) Συμπληρώθηκαν εφέτος 80 χρόνια από την είσοδο της Ελλάδας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και αυτές τις μέρες 79 από τη Μάχη της Κρήτης. Με την ευκαιρία αυτή θα κάνουμε μια φωτοαναδρομή στο Ρέθυμνο της περιόδου εκείνης, με τα απαραίτητα ιστορικά σχόλια, που είναι πιθανόν να μη μας βρουν σύμφωνους όλους τους αναγνώστες. Όμως ο χρόνος που πέρασε από τότε μας δίνει το δικαίωμα της κριτικής ιστορικής ματιάς και μας υποχρεώνει να παρακάμψουμε τα συνήθη αφηγήματα των ηρωισμών, που, αν ήταν πραγματικοί, ο Χίτλερ θα είχε χάσει τον πόλεμο από το ξεκίνημά του κιόλας! Παράλληλα, και για να είμαστε δημιουργικοί και προσγειωμένοι, θα τελειώσουμε με μια πρόταση, που έχουμε κάνει και κατά το παρελθόν, υλοποιήσιμη, ανέξοδη και προαγωγική της ιστορικής μας συνείδησης.
Τι θέλω να πω με τα παραπάνω; Θέλω να πω ότι, όπως και η μάχη της Ελλάδας συνολικά, έτσι και η Μάχη της Κρήτης δεν μπόρεσε ασφαλώς να μεταβάλλει την πορεία του Πολέμου. Σ’ όσους μελετούν την ιστορία του, είναι φανερό ότι το μέγεθος της Ελλάδας και της Κρήτης ήταν ουσιαστικά αμελητέα για μια ανατροπή, έστω και αν εμείς ανατραφήκαμε με το αφήγημα της καθυστέρησης και του «ρωσικού χειμώνα». Το ίδιο ισχύει και με την πληθώρα των «ηρωισμών» των Κρητικών καπετάνιων, που, αν αλήθευαν έστω και κατά το ήμισυ, δεν θα μπορούσαν ούτε στιγμή να σταθούν στην Κρήτη τα κουρασμένα από το ανατολικό μέτωπο στρατεύματα που την κατείχαν. Πολλοί από αυτούς κατασκευάστηκαν γιατί μεταπολεμικά έπρεπε να θεμελιωθεί το αφήγημα της εθνικοφροσύνης, εν όψει ψυχρού πολέμου, και οι, όποιοι ηρωισμοί, ανταμείφθηκαν πλουσιοπάροχα, από ένα κράτος, που είχε επί της ουσίας συνεργαστεί με τον κατακτητή.
Αλλά κι ο κρητικός πληθυσμός δεν υπήρξε καθολικά αντιστασιακός, όσο θα ήθελαν να τον παραστήσουν οι διάφοροι πανηγυρικοί λόγοι. Είναι αστείο να ισχυριζόμαστε ότι υπήρξαν συντοπίτες μας που αντιμετώπισαν τους αλεξιπτωτιστές, έστω και ζαλισμένους, με κατσούνες, τσουγκράνες και πέτρες, ή έστω με μαχαίρια, εκ του σύνεγγυς. Κι όπως όλα τα σχετικά εθνικά αφηγήματα έχουν ξεκινήσει από κάποια εικόνα, όπως για παράδειγμα εκείνο του «κρυφού σχολειού» έχει ξεκινήσει από τον ομώνυμο πίνακα ζωγραφικής του Νικολάου Γύζη, όπως εκείνο της Αγίας Λαύρας, έχει ξεκινήσει από τον πίνακα του Θεόδωρου Βρυζάκη, το ίδιο και οι μουστακαλήδες που χτυπούν με τις μπαστούνες τούς οπλισμένους με αυτόματα «ομπρελάδες» έχουν την αρχή τους σε ζωγραφιές. Στα πανέμορφα δηλαδή αλλά όχι όμως και ρεαλιστικά σκίτσα του Χανιώτη Αλέξανδρου Δρουδάκη, που κόσμησαν τις σελίδες της «Κρητικής Εστίας» αλλά και τον κρητικό τύπο των δεκαετιών του 1950 και 1960.
Τα ίδια ισχύουν και για τη συνεργασία μιας όχι ασήμαντης μερίδας Κρητών με τον κατακτητή, με στάση που κυμαινόταν από την ανοχή μέχρι και τον δωσιλογισμό. Σ’ όλα τα μπλόκα που πραγματοποιήθηκαν, στο Ρέθυμνο και στα χωριά, και σ’ όλες τις εφόδους, παντού υπήρχαν οι καλοθελητές, που καθοδηγούσαν και εξηγούσαν καταστάσεις και πράγματα στους αγνοούντες ακόμη και τη γλώσσα κατακτητές. Ποιήματα του είδους «Καράβας, Αλεξομανώλης / Φραγγιάς, Μαρκίδης, Μαρκιανός /Παπουτσιδάκης, Καπαϊδόνης / και ο παπάς ο Πρασανός», όσο κι αν διατηρούν την αξία τους, δεν επαρκούν ως ιστορικά τεκμήρια. Οπωσδήποτε ο αριθμός των δωσιλόγων του Ρεθύμνου ήταν πολύ μεγαλύτερος, αφού στον Ειδικό Επίτροπο του Δικαστηρίου Δωσιλόγων παραδόθηκαν στα τέλη του 1945 από τον δικηγόρο Μιχάλη Παπαδάκη συνολικά 231 δικογραφίες! Άλλο αν οι περισσότεροι απαλλάχτηκαν για τους γνωστούς ψυχροπολεμικούς λόγους και πολλοί καν δεν χρειάστηκε καν να φτάσουν στην αίθουσα του Δικαστηρίου.
Ας δούμε όμως τα γεγονότα. Όπως και σ’ όλο τον κόσμο, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τις ρίζες του στον Μεσοπόλεμο, ιδιαίτερα στη Συνθήκη των Βερσαλιών και στην οικονομική κρίση του Μεσοπολέμου, που οδήγησε στο παγκόσμιο κραχ του 1929 και στην επακόλουθη ελληνική χρεωκοπία του 1932. Στο Ρέθυμνο όμως, το οποίο διατηρούσε ανθρώπους του σε διάφορα επίπεδα της πολιτικής εξουσίας (Σκουλάς, Γοβατζιδάκης, Μοάτσος, Τσουδερός κ.ά.) ο Μεσοπόλεμος δεν ήταν η χειρότερη εποχή, όπως έχουμε δείξει απ’ αυτή εδώ τη στήλη το καλοκαίρι του 2017 σε σειρά δημοσιευμάτων, με τον τίτλο «Το Ρεθεμνιώτικο New Deal του Μεσοπολέμου». Αντίθετα ήταν μια περίοδος δημιουργική, με πληθώρα δημοσίων και ιδιωτικών έργων: Ορφανοτροφείο, Τελωνείο, Οίκος Παιδείας, Γυμνάσιο Θηλέων, Καμαράκι, 3ο Δημοτικό Σχολείο, 124 διδακτήρια στην ύπαιθρο, οδοί προς Ηράκλειο και Χανιά, Αγιοβασιλιώτικος και Αμαριώτικος δρόμος, λειτουργία βιομηχανικών μονάδων Αγίας Φωτεινής και ΒΙΟ κ.λπ.
Άρα λοιπόν, τουλάχιστον στο Ρέθυμνο, δεν ήταν η ανέχεια που οδήγησε στον εκφασισμό όχι αμελητέου τμήματος της κοινωνίας. Όπως έχουμε ήδη εντοπίσει, οι τελευταίες οικογένειες Εβραίων έφυγαν από το Ρέθυμνο για τα Χανιά στις αρχές της δεκαετίας του 1920, προκειμένου να μπορέσουν εκεί να αντιμετωπίσουν, με τη βοήθεια της ακμαίας κοινότητας, τις προσβολές και επιθέσεις που δέχονταν στην γενέθλιά τους πόλη. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο Εβραίος Ραβίνος των Χανίων Αβραάμ Εβλαγόν χρειάστηκε να έρθει στο Ρέθυμνο το 1921, για την εκταφή των νεκρών από τα εδώ εβραϊκό νεκροταφείο, και τη μεταφορά τους σ’ εκείνο των Χανίων, προκειμένου οι νεκροί να μην υφίστανται άλλες βεβηλώσεις. Αμέσως μετά ο χώρος κατελήφθη από το παρακείμενο στρατόπεδο, ενώ αργότερο σ’ αυτόν λειτούργησαν και σφαγεία.
13
www.rethemnosnews.gr
αφιέρωμα
ΣΑΒΒΑΤΟ 9 ΜΑΪΟΥ 2020
Στο πολιτικό επίπεδο, η κυριαρχία στην πόλη και την επαρχία της των «βενιζελικών» δεν άφηνε πολλά περιθώρια δραστηριοποίησης στους «λαϊκούς» (ή «βασιλικούς»), είτε του Τσαλδάρη είτε στη συνέχεια του Μεταξά. Οι μυημένοι Ρεθεμνιώτες του Κινήματος του 1935, που ατυχώς προετοίμασε τη δικτατορία του επόμενου έτους, ήταν τόσο πολλοί, ώστε αναγκαστικά συνελήφθησαν μόνο οι «κεφαλές» τους, που φυλακίστηκαν για λίγο στο γειτονικό Καλάμι, όπου και είχαν το περιθώριο όχι μόνο επίσκεψης των συγγενών και φίλων τους αλλά και φωτογράφισης.
Η συντριπτική αυτή πολιτική υπεροχή δεν άφησε πολλά περιθώρια αποδοχής της επαναφοράς της βασιλείας και αποδοχής της δικτατορίας Μεταξά. Παρά το γεγονός αυτό, τόσο ο βασιλιάς Γεώργιος όσο και ο δικτάτορας δεν δίστασαν να επισκεφθούν το 1937 από κοινού το Ρέθυμνο, στο οποίο η μόνη ένδειξη δυσαρέσκειας θα πρέπει να ήταν η αγνόησή τους από τον γνωστό καφεπώλη της Προκυμαίας, που κι αυτή στηρίζεται σε διηγήσεις και δεν είναι τεκμηριωμένη ιστορικά. Υπάρχει μια ολόκληρη σειρά φωτογραφιών, τόσο στο Ρέθυμνο όσο και σε κεντρικά χωριά της υπαίθρου του, που δείχνουν πάνδημη συμμετοχή, έστω και αν αυτή δεν ήταν ασφαλώς καθόλου αυθόρμητη...
Οπωσδήποτε, το λάθος που έκαναν οι γερμανικές υπηρεσίες πληροφοριών ήταν μεγάλο. Αντί να ερευνήσουν τις διαθέσεις των Κρητικών απέναντί τους, μετά μάλιστα και τις ιταλικές προκλήσεις του Άξονα, θεώρησαν ότι κάθε Κρητικός βασιλικών και δεξιών πεποιθήσεων ήταν εν δυνάμει σύμμαχός τους ή τουλάχιστον θαυμαστής τους. Θα έπρεπε να δώσουν σωστές πληροφορίες, όταν τουλάχιστον είδαν τη θερμή υποδοχή, της οποίας έτυχαν τα συμμαχικά στρατεύματα, που μετά την είσοδο της Ελλάδας στον Πόλεμο, αποβιβάστηκαν, προκειμένου να αναλάβουν την άμυνα της Κρήτης. Κι αυτόγια να απαγκιστρωθεί η 5η Μεραρχία και να μεταφερθεί στο αλβανικό μέτωπο. Μια εικόνα της υποδοχής εκείνης παρέχει η παρατιθέμενη φωτογραφία.
Οι γερμανόφιλοι δεν μετέδωσαν στους επιτελείς τού Γ΄ Ράιχ ούτε καν την πανηγυρική ατμόσφαιρα της επιστράτευσης της 28ης Οκτωβρίου 1940. Τότε που κατά κύματα οι στρατεύσιμοι της επαρχίας «κατέβηκαν στη χώρα», με ψυχολογία όχι αναγκασμένων να πολεμήσουν για την πατρίδα τους αλλά ξεπλύματος των προσβολών που είχαν δεχτεί μέχρι τότε. Τότε που ο Ανδρέας Λαγουδάκης στον Κήπο δεν προλάβαινε να τραβά φωτογραφίες και να τις εμφανίζει πίσω από τη τη φυσούνα του, με τους ανυπόμονους να πολεμήσουν Ρεθεμνιώτες να πίνουν «μια στα όρθια», στα απέναντι καφενεία, όπως οι Σπηλιανοί της φωτογραφίας.
Οπωσδήποτε οι μανάδες τους δεν ήταν το ίδιο ενθουσιώδεις με τα παλικάρια τους. Εκείνες γνώριζαν τι σημαίνει πόλεμος, ακόμη και «δίκαιος», από τις δικές τους μανάδες και τις γιαγιάδες τους. Γι’ αυτό και φρόντισαν να καταφύγουν στους κατά τόπους προστάτες αγίους. Στο Ρέθυμνο κατέφυγαν στην Παναγία, στη Μικρή και στη Μεγάλη, και στην επαρχία στους τοπικούς αγίους προστάτες, για να προσευχηθούν προκαταβολικά και για να αφιερώσουν τα τάματά τους, που ήταν πρωτότυπα για τα μέχρι τότε δεδομένα: απεικόνιζαν τα αγόρια τους σε ομάδες, όπως ακριβώς τα είχαν αποτυπώσει στην φωτογραφική πλάκα και στη συνέχεια στο χαρτί ο Ιωάννης Παπαδόπουλος και ο Ανδρέας Λαγουδάκης, στο στρατόπεδο, αμέσως μετά το «ντύσιμό» τους στο χακί.
Ακριβώς αυτή την ψυχολογία ό μ ω ς ήταν που εκμεταλλεύτηκε η ηγεσία του ελληνικού στρατεύματος για να χύσει χ ω ρ ί ς φειδώ το αίμα των Κρητών. Ήταν η 5η Μεραρχία που στο βουνό της Τρεμπεσίνας έχασε μέσα σ’ ένα βράδυ σημαντικό μέρος από τη δύναμή της, όχι πολεμώντας, αλλά από κρυοπαγήματα. Είχε ξεκινήσει με 15.975 άνδρες, ενισχύθηκε διαρκούσης της εκστρατείας με πολλές εφεδρείες, και γύρισε με μόλις 10.350. Ήταν αυτή η αιτία που αργότερα το Ρέθυμνο και η Κρήτη ολόκληρη γέμισε από περίπτερα, που δίνονταν στους ανάπηρους της Αλβανίας. Θυμάμαι -με την ευκαιρία- να χρειάζεται να ρωτήσω τους γονείς μου για το πραγματικό επίθετο του περιπτερά της γειτονιάς μας, του αείμνηστου Χρήστου Καλαϊτζάκη, που από τους πάντες αποκαλούνταν «κουτσός». Φαντάζομαι τα αισθήματα του αείμνηστου Τάκη Φραντζεσκάκη (στη φωτογραφία) αλλά και του συμμαθητή μου μακαρίτη Γρηγόρη Καλαϊτζάκη, όταν θα άκουγαν να αποκαλούμε έτσι τους ήρωες γονείς τους…
Οι γερμανικές υπηρεσίες πληροφοριών δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να μεταδώσουν στους ανωτέρους τους την πίκρα και τον θιγμένο φιλότιμο των Κρητικών από μια σειρά επεισοδίων, που περιλάμβαναν μεταξύ άλλων τον βομβαρδισμό του επιβατικού πλοίου «Φρίντων» και τον τορπιλισμό της «Έλλης». Οι Ρεθεμνιώτες ειδικά τα ένιωσαν στο πετσί τους, αφού το πλοίο της γραμμής βομβαρδίστηκε ανάμεσα στο Μπαλί και το Φόδελε, την ίδια μέρα της βύθισης της «Έλλης», που την είχαν στην καρδιά τους, από τον Νοέμβριο του 1930. Τότε είχε σταθεί αρόδο στην πόλη, πανέμορφη την ημέρα και ηλεκτροφώτιστη τη νύχτα (φωτογραφία), προκειμένου να συμμετάσχει στον εορτασμό της εκατονταετίας της ελληνικής παλιγγενεσίας, που στο Ρέθυμνο συνεορτάστηκε το 1930 με το ολοκαύτωμα του Αρκαδιού.
Όμως ο άκρατος ενθουσιασμός της προέλασης στην Αλβανία μετατράπηκε σε άτακτη υποχώρηση, όταν το μέτωπο με τους Γερμανούς έσπασε στην ανατολική Μακεδονία και στη Θράκη: το στράτευμα πήγε από το ένα άκρο στο άλλο, από το ύψος στο βάθος, από τον θρίαμβο στην καταστροφή. Το μέτωπο εν μια νυκτί, πριν καν δοθεί διαταγή σύμπτυξής του, διαλύθηκε, από τον φόβο της αποκοπής. Έτσι δόθηκε η ευκαιρία στους επικεφαλής των συμμαχικών στρατευμάτων να κατηγορήσουν τους Έλληνες για δειλία, αφού τους άφησαν ακάλυπτα τα νώτα και τους οδήγησαν σε ατελείωτες υποχωρήσεις. Ελάχιστοι ήταν οι στρατιώτες που περίμεναν να πάρουν επίσημα τη διαταγή αποστράτευσής τους από τη στρατιωτική ηγεσία. Ευτυχώς όμως κάποιοι από τους ανυπόμονους είχαν καταφέρει να γυρίσουν στην Κρήτη και να πολεμήσουν στην εδώ Μάχη.
Εν τω μεταξύ οι γερμανικές δυνάμεις είχαν κάνει πλήρη ανίχνευση του εδάφους. Με την απόλυτη κυριαρχία στους αιθέρες που διέθεταν, μπόρεσαν να πάρουν ανεμπόδιστα τις αεροφωτογραφίες τους από την Κρήτη, όπως τη διπλανή. Κατάφερε να τη διασώσει μαζί μ’ άλλη μία από τα χέρια των αλεξιπτωτιστών, που πολιορκήθηκαν και παραδόθηκαν στο ελαιοτριβείο του Σταυρωμένου, ο γείτονάς μου Αντώνης Βιστάκης, επικεφαλής αποσπάσματος, και αργότερα την κατέθεσε στο Πολεμικό Μουσείο της Αθήνας. Θέλω να πιστεύω ότι ανάμεσα στους αναγνώστες των «Ιστορικών περιηγήσεων» θα υπάρξει και κάποιος στρατιωτικός, που, γνωρίζοντας τις απαιτούμενες διαδικασίες, θα ζητήσει την επαναφορά της, μαζί με τα άλλα λάφυρα που δώρισε, στο εξαιρετικό Πολεμικό Μουσείο του Χρωμοναστηριού. Θα συνεχίσουμε όμως σε επόμενο φύλλο του πάντα φιλόξενου «Ρεθέμνους».
16
www.rethemnosnews.gr
αφιέρωμα
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΧΑΡΗΣ ΣΤΡΑΤΙΔΑΚΗΣ Δρ Παιδαγωγικής-Ιστορικός Ερευνητής-Συγγραφέας strharis@yahoo.gr, 2831055031
ΣΑΒΒΑΤΟ 16 MAΪΟΥ 2020
Ιστορικές περιηγήσεις (33)
Στο Ρέθυμνο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου: φωτοαναδρομή και σχολιασμός (ΙΙ) Συνεχίζουμε και τελειώνουμε σ’ αυτό το φύλλο του φιλόξενου Ρεθέμνους τη φωτοαναδρομή μας στο Ρέθυμνο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, της Μάχης της Κρήτης και του Εμφυλίου. Είχαμε σταματήσει στη γερμανική κατασκοπία και στα μεγάλα ελλείμματά της, παρόλα τα μέσα που είχε στη διάθεσή της. Ακολούθησαν εκτεταμένοι βομβαρδισμοί, που είχαν σκοπό τόσο το χτύπημα των στρατιωτικών και οικονομικών στόχων όσο και την τρομοκράτηση, όχι μόνο των ένοπλων αλλά και του πληθυσμού της πόλης γενικά. Βομβαρδίστηκαν ανηλεώς ακόμα και θρησκευτικοί χώροι, όπως το τέμενος Βελή πασά, χωρίς ευτυχώς να πληγεί ο μιναρές του, που είναι ο αρχαιότερος της πόλης (1789).
Οι βομβαρδισμοί αυτοί ήταν εντελώς ασύμμετροι, συγκριτικά με τα αποτελέσματά τους. Όπως φαίνεται και από τις φωτογραφίες της εποχής, τεράστιες καταστροφές υπέστησαν τα κτήρια της οδού Αγίας Βαρβάρας και γενικά η περιοχή γύρω από τη Μητρόπολη. Οι βόμβες προφανώς στόχευαν το κτήριο της Εθνικής Τράπεζας, το οποίο όντως και έπληξαν, με τις γνωστές απώλειες των δύο επικεφαλής του Ρεθύμνου, του νομάρχη Γεωργίου Τσαγρή και του διοικητή της Χωροφυλακής Στυλιανού Μανιουδάκη.
Προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι για να πληγεί το κτήριο της Εθνικής Τράπεζας, όπως και άλλοι στόχοι, χρειάστηκαν τόσες παράπλευρες απώλειες. Το γεγονός αυτό συνιστούσε ήττα για τη γερμανική αεροπορία, δεδομένου ότι δρούσε εντελώς ανενόχλητη από τη συμμαχική, που είχε αποχωρήσει, αναγνωρίζοντας την ουσιαστική της αδυναμία.
Η γερμανική φωτογραφία, με τον καναπέ καρφωμένο στο αλεξικέραυνο του καμπαναριού της Μητρόπολης, δίνει το μέτρο της βαρβαρότητας που επιδείχτηκε, πολύ πριν αρχίσουν οι αθρόες εκτελέσεις, με το πρόσχημα της σκύλευσης των νεκρών αλεξιπτωτιστών. Ο καναπές αυτός προερχόταν από το ακριβώς απέναντι σπίτι, στην γωνία των οδών Καψάλη και Τομπάζη, που παρέμενε ερείπιο μέχρι πρότινος.
Η ίδια βαρβαρότητα επιδείχθηκε και στην περίπτωση του αντιαε-ροπορικού πυροβόλου της Φορτέτζας, για την εξουδετέρωση του οποίου χρειάστηκε να βομβαρδιστεί και να καταστραφεί όχι μόνο ο οικισμός μέσα στο φρούριο αλλά και μια γειτονιά απ’ έξω, γνωστή με το όνομα «Χαράκια». Τα πολεοδομικά προ-βλήματα που αντιμετωπίζει η συνοικία αυτή μέχρι σήμερα έχουν να κάνουν και με την ολική καταστροφή της την εποχή εκείνη.
Τι θα μπορούσε να πει κανείς για τον μεγάλο Στρατώνα, ένα κτήριο που δεν έκρυβε κανένα στρατιωτικό μυστικό, αφού φιλοξενούσε μεν τους κληρωτούς του 44ου Συντάγματος Πεζικού, αλλά αυτό συνέβαινε μέχρι το τέλος του 1940, όταν είχε αναχωρήσει για να ριχτεί στο ελληνοϊταλικό μέτωπο; Οι αρχές κατοχής το αποτελείωσαν στη συνέχεια, παρότι μπορούσε να επισκευαστεί (όπως πολύ καλά φαίνεται στη φωτογραφία), προκειμένου να κατασκευαστεί κερκίδα για το γήπεδο και το εκεί μνημείο κατάκτησης του Ρεθύμνου, με τον γνωστό αητό (βλ. και φωτογραφία 17).
Το ίδιο ισχύει και για το άλλο επιφανές κτήριο της πόλης, εκείνο της Νομαρχίας. Δεν είναι πολύ γνωστό, αλλά κι εκείνο βομβαρδίστηκε. Ευτυχώς επλήγη η μία του μόνο γωνία, η νοτιοανατολική, και δεν είχε την ίδια τύχη με τον Στρατώνα, όταν μεταπολεμικά το λόμπι των εθνικοφρόνων εργολάβων δημοσίων έργων το έβαλε στο μάτι. Ήταν οι άνθρωποι του «Να σωθεί η πατρίς, να κονομήσουμε κι εμείς», που όμως έπεσαν πάνω στον αείμνηστο Μιχάλη Παπαδάκη και στον Δικηγορικό Σύλλογο, του οποίου ήταν πρόεδρος, που κατάφεραν να αποτρέψουν την κατεδάφισή του, παρότι οι σκαλωσιές είχαν στηθεί. Την εκστρατεία εξαφάνισης του κτηρίου έχει περιγράψει ο Τίτος Λίτινας και έχω αναδημοσιεύσει στο βιβλίο «370 μνημειακά κενά στην ιστορική τοπογραφία του Ρεθύμνου».
Σε μια υποτιθέμενη δίκη των υπαιτίων, τι θα μπορούσαν να απολογηθούν οι εμπνευστές του σχεδίου «Ερμής» και οι εκτελεστές του για τον βομβαρδισμό της οικίας Νικολάου και Μαρίας Καστρινάκη στις 20 Μαΐου, την περίοδο που σ’ αυτό στεγαζόταν η Δημοτική Φιλαρμονική; Οι αναγνώστες που ενδιαφέρονται μπορούν να διαβάσουν τα σχετικά στο βιογραφικό βιβλίο του συμπολίτη Νίκου Μαμαγκάκη, που, κρυμμένος κάτω από τον πλάτανο της οδού Γερακάρη (βλ. φωτογραφία Νο 4, αριστερά), έβλεπε έντρομος τα στούκας να το ισοπεδώνουν.
17
www.rethemnosnews.gr
αφιέρωμα
ΣΑΒΒΑΤΟ 16 MAΪΟΥ 2020 Εννοείται ότι τα ίδια και χειρότερα συνέβησαν στα Χανιά και στο Ηράκλειο. Στα Χανιά ο βασικός στόχος των επιτιθέμενων ήταν το κτήριο της Μεραρχίας στο Καστέλι, το οποίο δεν εθίγη ιδιαίτερα, σε αντίθεση με την ευρύτερη περιοχή, που κυριολεκτικά ισοπεδώθηκε. Η αποτυχία αυτή της Λουφτβάφε ήταν και πάλι αδικαιολόγητη, αφού και έμπειρη ήταν πια, μετά από ένα χρόνο πολέμου (και προϊστορία στην Ισπανία), αλλά και καμία αντίσταση, από στεριά, θάλασσα και αέρα, δεν αντιμετώπιζε.
Τι θα μπορούσε να πει κανείς για τους βομβαρδισμούς χωριών, όπως η Καρωτή, οι Σαϊτούρες, οι Λαμπιώτες και τόσων άλλων, και οι πολυβολισμοί χωρικών που πήγαιναν στα χωράφια τους; Γιατί και η ύπαιθρος είχε τη δική της συμμετοχή στην εκατόμβη της Μάχης, έστω και αν μας είναι γνωστές οι περιπτώσεις αποκλειστικά του βορείου μετώπου. Δεν ήταν μόνο η πόλη που άδειασε κυριολεκτικά από τον πληθυσμό της, όπως παραστατικά το εκφράζει στον πίνακά του ο Δημήτρης Ποθουλάκης, αλλά και οι οικισμοί της υπαίθρου. Και εκεί οι κάτοικοι ξαναθυμήθηκαν τις εποχές που οι πρόγονοί τους κατέφευγαν σε σπηλιές, μέχρι που περνούσε ο κίνδυνος. Μόνο που αυτή τη φορά δεν ήταν ο Μουσταφά και ο Ρεσίτ πασάς αλλά το Γ΄ Ράιχ…
Είναι απολύτως ψευδείς οι αναφορές σε «Γερμανούς που πλιατσικολογούσαν», ενώ στην πραγματικότητα εκείνοι στέκονταν φρουροί των ιδιωτικών περιουσιών από τους δικούς μας «πατριώτες», εντεταλμένοι για τούτο από τους ανωτέρους τους. Τα στρατεύματα κατοχής ήταν απολύτως πειθαρχημένα, σ’ αυτό το θέμα και ό,τι χρειάστηκαν, το κατέσχεσαν και το επίταξαν με σχετικά πρωτόκολλα παράδοσης-παραλαβής. Έστω κι αν το παράκαναν, το έκαναν όμως συντεταγμένα και «νόμιμα».
Η κατοχή του Ρεθύμνου που ακολούθησε δεν ήταν και τόσο ηρωική, όσο εκ των υστέρων παρουσιάστηκε, τουλάχιστον μέσα στην πόλη. Βεβαίως υπήρξαν φαινόμενα υπεξαίρεσης γερμανικών εφοδίων και ιδιαίτερα τροφίμων, όμως αυτά εντάσσονταν περισσότερο στα πλαίσια του καθημερινού αγώνα επιβίωσης. Το να προσπαθούμε να δημιουργήσουμε ηρωικά αφηγήματα με περιγραφές για τις χοντρές φλούδες των πατατών που καθάριζαν οι αγγαρεμένοι στα μαγειρεία της οδού Κριτοβουλίδου ή με τα κρυμμένα τρόφιμα στις τρύπες του τείχους του παλιού λιμανιού από τους αγγαρεμένους στο Τελωνείο, δεν είναι σώνει και καλά αντίσταση.
Με την έννοια αυτή, είναι απολύτως απορριπτέες οι γερμανικές διαμαρτυρίες για την ισοπέδωση από τη συμμαχική αεροπορία ιστορικών πόλεων, όπως της Νυρεμβέργης και της Δρέσδης. Το έναυσμα το είχε δώσει η ίδια, τέσσερα σχεδόν χρόνια πριν, στο ξεκίνημα ουσιαστικά του πολέμου, στην Κρήτη, όπου όχι μόνο εχθρική αεροπορία δεν υφίστατο, αλλά ούτε και στοιχειώδες αντιαεροπορικό πυροβολικό.
Ένα θέμα που συνηθίσαμε να προσπερνάμε με τρόπο στην Κρήτη είναι εκείνο των «μπουκαδόρων» της Μάχης του 1941. Την ώρα που αρκετοί πολίτες υπερασπίζονταν το Ρέθυμνο από τα ανατολικά, την ώρα που τα αγύμναστα «χωροφυλακάκια» θερίζονταν από τους εισβολείς, υπερασπίζοντας έναν τόπο που δεν ήταν ο δικός τους, την ίδια ώρα κάποιοι συντοπίτες εισέβαλαν στα αφύλαχτα σπίτια και καταστήματα, που τα πορτοπαράθυρά τους είχαν ανοίξει από το ωστικό κύμα των βομβών, και τα λεηλατούσαν. Κάτι που συνέβη όχι μόνο στα ρεθεμνιώτικα σπίτια, αλλά και σ’ εκείνα των άλλων κρητικών πόλεων.
Κατατοπιστικό στο θέμα αυτό είναι και πάλι το βιβλίο του Ν. Μαμαγκάκη, στο οποίο γίνεται λεπτομερής αναφορά στην ανεπιτυχή προσπάθεια από τον ίδιο και άλλους συμπολίτες πλιατσικολογήματος του βιβλιοπωλείου Αριστόδημου Χατζηδάκη και στην επιτυχή στη συνέχεια επίθεση στο ζαχαροπλαστείο Γρηγοριάδη. Όμως η φύλαξη ξεκίνησε αφού τα στίφη είχαν περάσει, έτσι που ο Αριστόδημος (εικόνα), επανερχόμενος από το Άνω Μέρος στο Ρέθυμνο με την οικογένειά του, να μη βρει παρά μόνο κάποια υπολείμματα κλωστών και να χρειαστεί να ξεκινήσει και πάλι από το μηδέν. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι πρόσφατα παρουσιάστηκε στην παλαιοπωλική αγορά μια αμεταχείριστη φωτογραφική μηχανή, συνοδευόμενη από το τιμολόγιο αγοράς της, που ο άτυχος καταστηματάρχης είχε αγοράσει για να την πουλήσει! Ευτυχώς έπεσε στα χέρια ενός εξαίρετου και αισθηματία συλλέκτη.
Οι Ρεθεμνιώτες είχαν καταφύγει βέβαια είτε στα χωριά καταγωγής τους είτε σε πιο κοντινές σπηλιές: στα σπηλιάρια των Αγίων Σπυριδώνων, στη Φορτέτζα και στον Κουμπέ, στα επίσης κοντινά του λόφου του Τιμίου Σταυρού (Αγίας Άννας, Αγίου Αντωνίου και Νικόλα Μοσχινόγλου), σ’ εκείνα του φαραγγιού των Μύλων και της Ακροβατερής και όπου αλλού μπορούσαν να χωθούν. Μάλιστα σ’ εκείνο του Αγίου Σπυρίδωνα του Κουμπέ, οι μανάδες προσπαθούσαν να σωπάσουν τα κλάματα των μωρών τους, δείχνοντάς τους τον σταλαγμίτη στο κέντρο του μέσα σπηλαίου και παρομοιάζοντάς τον με το σκουφάκι του αγίου. Όμως, οι αναφορές σε διαμονή στην Τρυπητή (εικόνα) θα πρέπει να ελεγθούν, αφού γνωρίζουμε ότι το σπήλαιο αυτό είχε στρατιωτική χρήση.
Αντίθετα, αντίσταση ήταν η κλοπή του πολυβόλου από τον Τίμιο Σταυρό, και μάλιστα από δύο κοπελούδες, τη Μαρία Πινιατίδου και τη Χριστίνα Μπαγουράκη, μόνο που εκείνες ανήκαν στο στρατόπεδο των χαμένων του Εμφυλίου, γι’ αυτό και χρειάστηκε να περάσουν κάποιες δεκαετίες για να έρθει η πράξη τους στο φως. Πραγματική αντίσταση μέσα στο Ρέθυμνο ήταν ακόμα η διαδήλωση μπροστά στη Νομαρχία τον Μάιο του 1943 των τελειοφοίτων των γυμνασίων, που ζητούσαν τη λειτουργία συσσιτίων. Για την πράξη τους αυτή αποβλήθηκαν 43 κορίτσια και βασανίστηκαν δύο από αυτά, η Ειρήνη Μπιρλιράκη και η Μαρία Μουδριανάκη.
Οι παραπάνω -όντως αντιστασιακές- πράξεις έρχονται να καταρρίψουν δύο από τα στερεότυπα της κρητικής λογοτεχνίας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου: ότι η αντίσταση ήταν γένους αρσενικού (και μάλιστα από καπετάνιους, με μουστάκια και στιβάνια) και ότι αυτή ήταν μονόπλευρη, από το στρατόπεδο που αργότερα επικράτησε του Εμφυλίου. Εδώ λοιπόν και κάμποσα χρόνια οι ιστορικοί καλούνται να σταθμίσουν καταστάσεις και πρόσωπα και να αποδώσουν τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Μ’ αυτή την έννοια έχω προτείνει τη διενέργεια και στο Ρέθυμνο ενός διεθνούς επιστημονικού συνεδρίου, όπως έγινε στο Ηράκλειο ήδη από το 2010, όπου είχε τον τίτλο «Μέρες του’43. Η καθημερινή ζωή στην κατοχική Κρήτη», το οποίο εξέδωσε τα Πρακτικά του δύο χρόνια αργότερα. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗ ΣΕΛ. 18
18
www.rethemnosnews.gr
αφιέρωμα
ΣΑΒΒΑΤΟ 16 MAΪΟΥ 2020
Και το αντίθετο. Το να κρύβουμε δηλαδή ιστορικά τεκμήρια, όπως η φωτογραφία δίπλα σ’ αυτό το κείμενο, οι οποία δείχνουν τους προγόνους μας να έχουν συμβιβαστεί με την κατάσταση, συμμετέχοντας σε μικτούς με τους Γερμανούς στρατιώτες ποδοσφαιρικούς αγώνες, δεν δημιουργεί ασφαλώς ντροπή, αλλά δείχνει την επιστροφή σε μια αναπόδραστη καθημερινότητα. Και βέβαια την αναγκαιότητα για την επιβίωση.
Το ίδιο δεν ήταν «συνεργασία με τον κατακτητή» ο συμβιβασμός που τελικά έσωσε το λιμάνι και τον φάρο του Ρεθύμνου. Οι συμπτυσσόμενες γερμανικές δυνάμεις στην «Οχυρά Θέση Κρήτης» έπρεπε να υπερασπίσουν τα νώτα τους, εξουδετερώνοντας τις εγκαταστάσεις και τα λιμάνια πίσω τους. Αυτό στην περίπτωση του παλιού λιμανιού μπορούσε να γίνει ή με την ανατίναξή του ή με την έμφραξη της εισόδου του με βυθισμένα καραβόσκαρα. Αυτός ο τελευταίος ήταν ένας επιτυχής και αμοιβαία επωφελής συμβιβασμός, ανάμεσα στους απερχόμενους κατακτητές και στους μεροκαματιάρηδες του λιμανιού, που θυσίασαν τα σκάφη τους προκειμένου να χαθεί το άπαν. Παρόμοιος συμβιβασμός όμως δεν επιχειρήθηκε καν στην περίπτωση της Ατσιπουλιανής Καμάρας (εικόνα), η απώλεια της οποίας στοίχισε όχι μόνο οικονομικά και αναπτυξιακά στον τόπο, αλλά και τον στέρησε από ένα σημαντικό μνημείο του.
Και ακολούθησε ο εμφύλιος πόλεμος. Η μόνη διαφορά του μ’ εκείνον της υπόλοιπης Ελλάδας ήταν ότι εδώ δεν είχαμε «Δεκεμβριανά» αλλά «Γεναριανά». Η προσπάθεια υποβάθμισής τους τα τελευταία χρόνια δεν μπορεί να αναιρέσει την πραγματικότητα ότι συνέβησαν, παρ’ όλες τις φιλότιμες προσπάθειες της νομαρχιακής επιτροπής διαμεσολάβησης, αφού είχαν τουλάχιστον 28 καταγεγραμμένους νεκρούς. Και μάλιστα όλους από τη μία πλευρά, εκείνη του ΕΑΜ-ΕΠΟΝ, γεγονός που μας προσανατολίζει στην ονοματοδότηση των θυμάτων όχι απλά ως εμφυλιοπολεμικών θυμάτων αλλά ως ψυχρά δολοφονηθέντων. Περί αυτών όμως άλλοτε και αναλυτικότερα.
Ό,τι δηλαδή έχει ήδη γίνει στον Πάνω Πλατανιά Χανίων, με τις εκεί γερμανικές στοές, κάτω από την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, που έχουν μετατραπεί σε χώρο μουσειακό. Εκεί, μέσα στη γη, σε αυθεντικές, όπως και οι δικές μας, στοές, εκτίθενται φωτογραφίες εποχής, οπλισμός, είδη καθημερινής χρήσης, ακόμη και άρθρα εφημερίδων, ενώ στα τοιχώματα διακρίνονται ακόμα τα χαραγμένα ονόματα κάποιων στρατιωτών, μαζί με γερμανικούς σταυρούς και σβάστικες.
Υ.Γ. 1. Έχω γράψει κι άλλοτε για τον Νίκο Σταγάκη ότι αποτελεί ένα κεφάλαιο για το Ρέθυμνο, με τις γνώσεις που διαθέτει, την ιστορική του μνήμη αλλά και την παρατηρητικότητά του. Πρόσφατα μας κοινοποίησε τη φωτογραφία μιας ακόμη γερμανικής πούγκας, που αν και βρίσκεται πραγματικά μέσα στα πόδια μας, σε σημείο να κινδυνεύουμε να πέσουμε μέσα της με τ’ αυτοκίνητά μας, ελάχιστοι την έχουμε προσέξει. Αποτελεί κι εκείνη ένα μνημείο της ιστορίας του τόπου μας, όπως κι η άλλη μπροστά στην «Κορυφή», και πρέπει να συντηρηθεί και να αναδειχθεί.
Τελειώνοντας, επανέρχομαι σήμερα και εγγράφως σε μια πρόταση που είχα κάνει και προφορικά, τόσο στον αείμνηστο Μάρκο Πολιουδάκη όσο και στον συνεχιστή του έργου του Δημήτρη Σκαρτσιλάκη. Επειδή Μουσείο της Μάχης της Κρήτης δεν επρόκειτο από παλιά αλλά κι ούτε και πρόκειται να δημιουργηθεί στο Ρέθυμνο, με ευθύνη όλων μας και περισσότερο των όσων κατά καιρούς μας διοικούν, ας ζητήσουμε τουλάχιστον τη διαμόρφωση της Πούγκας του Εβλιγιά σε μια βιωματική έκθεση των συμβάντων της Μάχης της Κρήτης και της Κατοχής.
Στο Τμήμα της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας του Ρεθύμνου έχουμε προ πολλού χαρτογραφήσει την Πούγκα και προσφέρουμε το σχέδιο σε κάθε ενδιαφερόμενο. Το Ηράκλειο θα επανεκθέσει κάποια στιγμή το εξαιρετικό υλικό που διαθέτει στο «Μουσείο Μάχης της Κρήτης και Εθνικής Αντίστασης» που έχει ιδρύσει, και τα Χανιά δρομολογούν το δικό τους σ’ έναν κατεξοχήν βιωματικό χώρο, τις φυλακές της Αγιάς, όπου εκτελέστηκαν εκατοντάδες Κρητών. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν, και το δικό μας, στον Εβλιγιά, χωρίς πολλά λόγια και μεμψιμοιρίες!
Υ.Γ. 2. Άφησα τελευταία μια αμφισβητούμενη φωτογραφία, κατοχική οπωσδήποτε, που δείχνει αγγαρεμένους πολίτες να καθαρίζουν από τα ερείπια μια πλατεία. Είχε βγει σε δημοπρασία, αποδιδόμενη στο Ρέθυμνο, μαζί με άλλες, που όμως η μία τουλάχιστον από αυτές, με την ίδια ένδειξη, είχε τραβηχτεί στα Χανιά. Οπωσδήποτε η οικογένεια Καλαϊτζάκη είναι πιο πολυπληθής στη γειτονική μας πόλη, όμως η ύπαρξη δρόμου δεξιά του κτηρίου (Εθνάρχου Μακαρίου;) και η θολή αποτύπωση σ’ αυτόν ενός θολωτού ισόγειου κτηρίου (κατοικία stradiotti;) υποβάλλουν την ιδέα ότι έχει τραβηχτεί στο Ρέθυμνο, οπότε θα έχουμε να κάνουμε με το τυπογραφείο Καλαϊτζάκη στον Άγνωστο Στρατιώτη. Θα ήθελα λοιπόν να παρακαλέσω όποιον την απόκτησε να την προσφέρει σε καλύτερη ανάλυση, για να μπορέσουμε να διαβάσουμε τις επιγραφές στους τοίχους και να βάλουμε το τελικό συμπέρασμα.
Υ.Γ. 3. Είχα σκοπό φέτος, αυτές τις μέρες, να εμψυχώσω μια ξενάγηση και στη συνέχεια μια σχετική προβολή, όπως το έχω κάνει και σε άλλες περιπτώσεις, με θέμα το Ρέθυμνο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου (Αλβανικού Μετώπου, Μάχης Κρήτης και Γερμανοκατοχής), του Εμφυλίου και των επακολουθημάτων τους. Είχα συγκεντρώσει υλικό για –ούτε λίγες ούτε πολλές– 80 στάσεις και τις έβαζα σε αξιολογική σειρά προκειμένου να επιλέξω το ένα τρίτο απ’ αυτές. Όμως, όπως συνήθως συμβαίνει, «όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια ο θεός γελάει»! Ελπίζω να μπορέσω να κάνω την ξενάγηση του χρόνου, σώματος θέλοντος, μυαλού βοηθούντος και κορονοϊού επιτρέποντος!