Hist08 | PRES_ Technological Utopia

Page 1

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ Ι: ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΤΟΜΕΑΣ ΙΙ: ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ 8 (ΕΜΒΑΘΥΝΣΕΙΣ) ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Γ’: Θεωρίες για τη Σύγχρονη Πόλη

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ: Ε. Μίχα, Θ. Παγώνης ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΕΡΓΟ: Ε. Χατζηκωνσταντινου ΣΠΟΥΔΑΣΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ: Ε. Σαράτσης, Μ. Σταυρίδου - Κουβαρά


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΠΕΡΙ ΕΧΟ ΜΕΝΑ

ΔΟΜΗ

1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

2

TORVISCOSA, UDINE

3

OAK RIDGE, TN

10

ΑΣΠΡΑ ΣΠΙΤΙΑ, ΒΟΙΩΤΙΑ

17

CELEBRATION CITY, FL

24

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

30

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

33


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

1

ΔΟΜΗ

Η αναζήτησή μας ξεκίνησε με αφορμή το βιβλίο των Robert H. Kargon και Arthur P. Molella «Invented Edens: Techno-Cities of the Twentieth Century”. Το βιβλίο αυτό περιλαμβάνει μια σειρά κατασκευασμένων και θεωρητικών πόλεων, που οι συγγραφείς κατατάσσουν στην κατηγορία «Τεχνο-Πόλεις» (Techno-Cities). Ο όρος αυτός, τον οποίο οι ίδιοι επινόησαν, αναφέρεται σε πόλεις που ενσωματώνουν: • • • •

τα ιδεώδη των Κηπουπόλεων (Garden Cities), στοιχεία ουτοπίας (Utopia/Eutopia), νέες αντιλήψεις σε σχέση με τη δομή της πόλης (new town / citta nuova / neue Stadt) νέες αντιλήψεις σε σχέση με τη δομή της κοινότητας (community / comunita)

Με όλα αυτά τα χαρακτηριστικά να υπονοούν τη χρήση καινοτομικής τεχνολογίας σε συνθήκες παραγωγής ή καθημερινής ζωής. Ξεχωρίσαμε, λοιπόν 3 χαρακτηριστικά παραδείγματα πόλεων από το βιβλίο αυτό, καθεμία σε διαφορετικό τόπο και χρονική στιγμή. Αφού εμπλουτίσαμε την έρευνα με πρόσθετα στοιχεία από νέες πηγές, επιχειρήσαμε να εισάγουμε το παράδειγμα των Άσπρων Σπιτιών (παραλία Διστόμου), ως μεταφορά της «Τεχνο-Πόλης» στον ελλαδικό χώρο, με ό,τι περιορισμούς και συμβάσεις αυτό συνεπάγεται. Η συνοχή της εργασίας μας εξασφαλίζεται από την οργάνωση των παραδειγμάτων στη βάση τριών θεματικών αξόνων (Στόχοι & Προθέσεις, Σχεδιασμός & Ζωή, Πορεία στο Χρόνο). Είναι σαφές ότι τα παραδείγματα προέρχονται από διαφορετικούς τόπους και χρονικές περιόδους – θεωρούμε, ωστόσο, ότι υπάρχουν ομοιότητες, τις οποίες αξίζει να σκιαγραφήσουμε για να συνδέσουμε τα σημεία και να καταλήξουμε σε ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις σε σχέση με τις σημερινές μας πόλεις.

CELEBRATION CITY EPCOT ΑΣΠΡΑ ΣΠΙΤΙΑ OAK RIDGE

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ / ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ

TORVISCOSA

1930

ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ

1940

1950

1960

1970

1980

1990

2000

2010


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΕΙΣΑ ΓΩΓΗ

Η «Τεχνο-Πόλη» συνιστά ένα πείραμα ενσωμάτωσης καινοτομικής τεχνολογίας σε μια ιδανικά αποτυπωμένη ζωή. Το “πάντρεμα” τεχνολογίας και ζωής γέννησε, μοιραία, μια σειρά διπολικών σχέσεων. Σε καθεμιά από τις πόλεις που διερευνήσαμε, οι σχέσεις αυτές “εξισορροπούνται” με διαφορετικό τρόπο - ή παραμένουν προβληματικές. Τα “νήματα” που τραβήξαμε μεταξύ των πόλεων “φωτίζουν” με ενδιαφέροντα τρόπο τα δίπολα αυτά.

ΑΣΤΙΚΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΦΥΣΗ

Το αίτημα για “καθαρές πόλεις” και αποκατάσταση του “χάσματος με τη Φύση”, στο οποίο ανταποκρίθηκε ο Ebenezer Howard με την εισαγωγή της “Κηπούπολης” (“Garden City”) το 1898, εμπλούτισε την ουτοπική φιλολογία του 20ου αιώνα. Η ιδεώδης εισαγωγή του τοπίου στην πόλη εξελίχτηκε με τα χρόνια. Όπως θα δούμε, όλες οι εξεταζόμενες “ΤεχνοΠόλεις”, “θίγουν” το ζήτημα της σχέσης με τη Φύση σύμφωνα με συγκεκριμένες πολιτικές ή σχεδιαστικές προτεραιότητες.

ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΕΛΘΟΝ

Την περίοδο του Μεσοπολέμου, το Μοντέρνο Κίνημα κέρδιζε έδαφος προτείνοντας αναζήτηση μιας “νέας αρχής” μετά την καταστροφή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, μαζική κοινωνική κατοικία και εισαγωγή νέων τεχνολογιών. Η προκατασκευή και η τυποποίηση των μονάδων κατοίκησης εισήχθη ως δομικό συστατικό σε πολλά από τα παραδείγματά μας. Παράλληλα, βέβαια, οι πόλεις μας ενσωματώνουν και πολλά “αντι-μοντερνιστικά” στοιχεία προερχόμενα από “ιδιόρρυθμες” αναγνώσεις της παράδοσης και του ιστορικού παρελθόντος.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η διασύνδεση των πόλεων που μελετάμε με μεγάλα τεχνολογικά ή βιομηχανικά έργα, τις μετατρέπει σε ένα πεδίο σύνθετων αλληλεπιδράσεων ανάμεσα σε τεχνολογία και κοινωνία. Διαφαίνεται σε όλες τις περιπτώσεις μια πίστη στην τεχνολογία, ως στοιχείου αναμόρφωσης της κοινωνικής ζωής. Σκιαγραφείται, παράλληλα η εικόνα ενός “ιδανικού” μέλλοντος, που διαφέρει ανάλογα με το πλαίσιο στο οποίο τοποθετούνται οι πόλεις.

ΠΡΟΟΔΟΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ ΑΞΙΕΣ

Η νοσταλγία για τα “παραδεισένια” προβιομηχανικά χωριά έρχεται να συναντήσει το “διακαή πόθο” για πρόοδο. Πώς θα καρπωθούμε τα οφέλη της βιομηχανικής ανάπτυξης χωρίς να χάσουμε τις αξίες της παραδοσιακής ζωής; Οι “Τεχνο-Πόλεις” βρίσκονται στο μεταίχμιο μεταξύ ενός ιδανικού παρελθόντος και ενός πολλά υποσχόμενου μέλλοντος.

ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ

Η δημιουργία μιας ισχυρά δεμένης κοινότητας στον πυρήνα των “Τεχνο-Πόλεων” θα εξασφάλιζε τη συνοχή της τεχνητής κοινωνικής δομής - με απώτερο στόχο την εύρυθμη παραγωγική λειτουργία της πόλης και τον κοινωνικό έλεγχο. Η ρητορική που περιέβαλλε τις νέες κοινότητες περιείχε στοιχεία κοινωνικού ουτοπισμού, διαφορετικά ανάλογα με τον τόπο και το χρόνο. Οι παραπάνω διπολικές σχέσεις εκφράζουν προβληματισμούς με προεκτάσεις στη σύγχρονη αστική ζωή. Οι “Τεχνο-Πόλεις” ως κλειστά συστήματα με μηδενική -συχνά- αλληλεπίδραση με το χωροκοινωνικό τους περιβάλλον, αποτελούν προνομιακό πεδίο διερεύνησης των σχέσεων αυτών.

2


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

3

TORVISCOSA UDINE, ITALIA


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΣΤΟΧΟΙ & ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ H Torviscosa “γεννήθηκε” στη φασιστική Ιταλία του ’30 υπό το πνεύμα των “Νέων Πόλεων” (“Citta Nuove’’), με τις οποίες ο Mussolini στόχευε να ανασυγκροτήσει τη χώρα. Η πόλη χωροθετήθηκε στην περιοχή Fruili- Venezia Guilia, μεταξύ Udine και Trieste. Επιδίωξη του δικτάτορα ήταν να “καθαρίσει” τις πόλεις από τα παρασιτογόνα στοιχεία και τις μετακινούμενες ομάδες (νομαδικοί πληθυσμοί), τις οποίες θεωρούσε πηγή αναταραχών. Ακολούθησε, γι’ αυτό το λόγο πολιτική αποκέντρωσης, προτρέποντας τους Ιταλούς να κατοικήσουν την ύπαιθρο. Η δημιουργία νέων πόλεων (“Citta Nuove”),θα τόνωνε το δεσμό του αγρότη με τη γη και την ιδιοκτησία του, καθιστώντας τον πιο πιστό και ευκολότερα υποτάξιμο. Οι πόλεις αυτές στόχευαν στην διαμόρφωση μιας νέας κοινότητας στα πλαίσια κάθε οικισμού.

Τα αιτήματα της Κηπούπολης του Ebenezer Howard (επανασύνδεση του ανθρώπου με τη φύση) μεταφέρονται παραφρασμένα από τη φασιστική ιδεολογία (δέσιμο του ανθρώπου με την πατρίδα μέσω της γης). Βασικό κομμάτι για την υλοποίηση του προγράμματος αυτού ήταν το project “L’ Agro Pontino”. Περιελάμβανε την αποξήρανση των Pontine Marshes, ελών στο βόρειο κομμάτι της Ιταλίας, προκειμένου να απελευθερωθεί έδαφος το οποίο ο Mussolini χρειαζόταν για την εγκατάσταση των νέων του πόλεων. Παράλληλα με την επίλυση του πρακτικού θέματος, εμπλουτιζόταν και η επιχειρηματολογία της φασιστικής προπαγάνδας, που διακύρηττε ότι η αποξήρανση είχε αποτελέσει όραμα των Καισάρων της Ρώμης, που τελικά θα εκπληρωνόταν. Η ένταξη του σχεδίου στα πλαίσια μιας “Μεγάλης Ιδέας” συνδεδεμένης με το ηρωϊκό παρελθόν, διευκόλυνε την ταχύτατη αποδοχή και υλοποίησή του. Προπαγανδιστική Αφίσα της Εποχής Η στιλιζαρισμένη φιγούρα ενός εργάτη που σκάβει για το έργο της αποξήρανσης. Η επικοινωνιακή διαχείρηση του έργου ήταν κρίσιμο ζήτημα για το καθεστώς. (Πηγή: “Invented Edens”, R. Kargon, Cambridge, MS, 2008)

4


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

Αριστερά: Ο ισχυρός άνδρας της SNIA και προσωπικός φίλος του Duce, Franco Marinotti Δεξιά: Ο Mussolini με τη συνοδεία του περιοδεύουν στην Torviscosa, ενώ οι κάτοικοι του αποδίδουν φασιστικό χαιρετισμό. (Πηγή: “Invented Edens”, R. Kargon, A. Molella, Cambridge, MS, 2008)

Μεγάλο τμήμα των αποξηραμένων εκτάσεων παραχωρήθηκε στη “Societa Navigazione Industriale Applicazione Viscosa” (SNIA Viscosa) , κλωστοϋφαντουργική εταιρία που ειδικευόταν στην παραγωγή και κατεργασία βισκόζης. Η βισκόζη, ένα είδος συνθετικού μεταξιού, ήταν σε μεγάλη ζήτηση την εποχή εκείνη για την παραγωγή πολυτελών ενδυμάτων. Η Torviscosa ιδρύθηκε στα εδάφη αυτά το 1938, από το Franco Marinotti (1891-1966). O τελευταίος, “consigliere nationale” (εθνικός σύμβουλος) της περιόδου Mussolini, ανέλαβε και την προεδρία της SNIA Viscosa το 1938. Η Torviscosa, σύμφωνη με τις ιδέες και το δόγμα του φασισμού, ήταν μια κυβερνητικοβιομηχανική συνεργασία. Ο Marinotti, ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Giuseppe de Min τον σχεδιασμό του οικισμού ο οποίος θα φιλοξενούσε τους εργαζόμενους των εγκαταστάσεων της SNIA. Ήδη από το 1920 , κι ενώ η επαρχία Fruili αγωνιζόταν για να “αναρρώσει” από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η SNIA Viscosa απέκτησε περίπου 6.000 εκτάρια κατεστραμμένης γης, 1.200 εκ των οποίων θα αφιερώνονταν στην καλλιέργεια του “canna gentile”. Η αγροτική γη αποκτήθηκε φτηνά, καθώς οι πληγές του πολέμου είχαν ισοπεδώσει κάθε δραστηριότητα. Έχοντας αποξηράνει τους βάλτους, η SNIA Viscosa δημιούργησε μία αντικαταστάτρια εταιρία, την “Societa Agricola Industriale Cellulosa Italiana” (SAICI), για την καλλιέργεια του “arundo donax” και την παραγωγή γλυκόζης. Το συγκεκριμένο είδος φυτού ευδοκιμούσε ιδιαίτερα σε ελώδεις περιοχές. Το “πάντρεμα” μεταξύ γεωργίας (καλλιέργεια καλαμιών) και βιομηχανίας (εργοστασιακή κατεργασία) που υποστήριζε η Κηπούπολη, έπαιρνε σάρκα και οστά. Αφού ολοκλήρωσε το εργοστάσιο γλυκόζης και τα ερευνητικά του εργαστήρια στην Torviscosa, η SAICI δημιούργησε συμπληρωματικές βιομηχανικές εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβάνοντας φυτά για να παράγει υδροηλεκτρική ενέργεια και σόδα. Η εταιρία όχι μόνο κατάφερε την έρευνα, ανάπτυξη και παραγωγή συνθετικών υλών, αλλά “κυρίευσε” την πόλη, αναλαμβάνωντας διοικητικές ευθύνες και εισπράττοντας γενναιόδωρες επιχορηγήσεις από το κράτος. Αριστερά: Δύο Όψεις του ίδιου Νομίσματος Ο νεοφασιστικός διοικητικός πύργος της βιομηχανίας και τα υπερβολικά αγάλματα του Lodi. Δεξιά: Πανοραμική Άποψη της Βιομηχανίας Αίσθηση προκαλεί η ένταξη των επιφανειών πρασίνου και των δενδροστοιχιών σε ένα υπερσχεδιασμένο περιβάλλοντα χώρο. Φύση και Βιομηχανία συνδυάζονται “αμήχανα”. (Πηγή: “Invented Edens”, R. Kargon, A. Molella, Cambridge, MS, 2008)

5


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

6

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ & ΖΩΗ Η κατασκευή της πόλης ξεκίνησε το 1937. Μέχρι το 1940, έγινε ανεξάρτητη κοινότητα με όνομα “Torre di Viscosa” (“Πύργος της Βισκόζης”), λόγω ενός μεσαιωνικού πύργου που προϋπήρχε στην περιοχή. Το αρχικό σχέδιο προέβλεπε πληθυσμό 20.000 κατοίκων, αλλά ο αριθμός αυτός αναθεωρήθηκε σε 5.000 κατοίκους στη συνέχεια. Ο βασικός όγκος της πόλης ολοκληρώθηκε κατά το φασιστικό μύθο σε λιγότερο από έναν χρόνο. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Marinotti στον εορτασμό των εγκαινίων: “Σε 320 μέρες, η πίστη, η επιμονή η δουλειά είχαν ένα καινούριο απόκτημα. Στο σημείο του Littorio ,η νέα πόλη της γλυκόζης αναδύθηκε, καθαρή και σημαντική απόδειξη της αυταρχικής νίκης του Έθνους...”. Στην πραγματικότητα, το βασικό κομμάτι της πόλης δεν ολοκληρώθηκε μέχρι τις αρχές του 1940.

ΦΟΥΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ Το 1931 το γραφείο δημοσίων σχέσεων της SNIA Viscosa ζήτησε από τον φουτουριστή ποιητή Filippo Tomasso Marinetti, να συνθέσει ένα ποίημα για την πόλη. Ο Marinetti το ονόμασε “Il Poema di Torre Viscosa” και με αυτό εξύμνησε την τεχνολογία και τη συμβολή της στη “νέα εποχή” του φασισμού. Πραγματεύεται το “πάντρεμα” της βιομηχανίας με τη φύση, ή ακριβέστερα την κατάκτηση της φύσης από την τεχνολογία, γεγονός που αντιτίθεται στο όραμα των Marinotti και Mussolini - συμπίπτει, όμως, με το πνεύμα του φουτουρισμού.

ΜΕΤΑ ΦΡΑΣΗ

Ω θεά Γεωμετρία, καταβρόχθισε συνεχώς τα χωράφια του καλαμιού από την πόλη του Πύργου της Βισκόζης Δισουλφιδικό ασβέστιο Πισίνες για τα παιδιά των εργαζομένων, γήπεδα ποδοσφαίρου Τις λεωφόρους Vittorio Veneto και Arnaldo Mussolini Θέατρα και τραπεζαρίες για χιλιάδες εργαζόμενους Ψηλά δάση από πλατάνια και καστανιές για ένα έθνος ποδηλάτων Ψηλά ταξιδέψτε! Ταξιδέψτε χωρίς τέλος με οδηγό τον αστερισμό που σχηματίζει η λέξη ΑΥΤΑΡΚΕΙΑ!

Divorare continuo di canneti della nascente città di Torre Viscosa o dea Geometria Bisolfito di calcio Piscine d’operai bambini d’operai, campi di calcio Viali Vittorio Veneto e Arnaldo Mussolini Teatri e refettori per migliaia d’operai Alto bosco di platani ed ippocastani per un popolo di biciclette In alto viaggiare! Viaggiare senza fine la nuova costellazione le cui stelle formano la parola AUTARCHIA!

Είναι σαφής η πίστη του Marinetti στην τεχνολογία: η “θεα Γεωμετρία”, η προσωποποιημένη εκδοχή των εργοστασίων της βισκόζης, “καταβροχθίζει” τα χωράφια επιβαλλόμενη στη φύση. Η ματαιοδοξία του ανθρώπου κυριαρχεί.


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

Στο σχέδιό του, ο Giuseppe de Min προσπάθησε να διατηρήσει την ισορροπία μεταξύ πόλης και εξοχής και χρησιμοποίησε πολλά φυσικά μορφολογικά στοιχεία, για να υψώσει κτίρια και να αρθρώσει μια αρμονική σχέση μεταξύ του εργοστασίου και της πόλης. Κυρίαρχο τοπόσημο ήταν το γιγαντιαίο εργοστάσιο γλυκόζης, αποτελούμενο από 11 μονάδες: καθεμία σχεδιασμένη για να εξυπηρετεί ένα διαφορετικό στάδιο της παραγωγής βισκόζης. Ο δρόμος που οδηγούσε στο εργοστάσιο είχε κατά μήκος των πλευρών του επιβλητικά αγάλματα και μαρμάρινες επιγραφές ρωμαϊκού τύπου. Έναντι του εργοστασίου βρισκόταν ένας κινηματογράφος και ένα “Ristoro - Dopolavoro”, μία εγκατάσταση ελεύθερου χρόνου, που συνδύαζε λειτουργίες ξενοδοχείου, εστιατορίου και αναψυχής: εκεί οι εργαζόμενοι θα αναπαύονταν ψυχικά και σωματικά στο τέλος της ημέρας. Τέτοια κοινόχρηστα κτήρια ικανοποιούσαν την πατερναλιστική επιθυμία της εταιρίας να ελέγχει όλους τους τομείς της καθημερινής ζωής των εργαζομένων της. Η βελτίωση της διάθεσης και η εξασφάλιση της ψυχικής ακεραιότητάς τους, θα αύξαναν την αποδοτικότητα και την προσήλωσή τους στους στόχους που όριζε το φασιστικο ιδεώδες. Ο οικισμός της Torviscosa είχε όλες τις απαραίτητες κτιριακές ενότητες μιας τυπικής φασιστικής “Νέας Πόλης” (“Citta Nuova”): δημαρχείο, εκκλησία, ταχυδρομείο, κέντρο νεότητας και άλλες κυβερνητικές εγκαταστάσεις. Σε αντίθεση με τον μοντέρνο πύργο-ρολόι της κεντρικής “Πλατείας Λαού” (“Piazza del Popolo”), τα υπόλοιπα κτίσματα του οικισμού είχαν παραδοσιακές αρχιτεκτονικές επιρροές. To ισόγειο ήταν αφιερωμένο σε καταστήματα και ο όροφος σε κατοικίες. Προσαρμοσμένα στην πλατεία ήταν επίσης το σχολείο και το νηπιαγωγείο ,που ολοκλήρωναν τη χαρακτηριστική δομή της “Citta Nuova”. Η μίξη των αρχιτεκτονικών στυλ, είχε πολιτικό και πολιτισμικό νόημα. Η λογική του De Min ήταν να συνδυάσει τον μοντερνισμό του μέλλοντος με αναφορές στην ιταλική παράδοση και κουλτούρα.

Χαρακτηριστικά Αρχιτεκτονήματα της Torviscosa (ωρολογιακά): Το μοντέρνας αισθητικής εργοστάσιο κατεργασίας βισκόζης, οι κατοικίες με τις κεραμοσκεπές οργανωμένες παράλληλα, η φορμαλιστική “Piazza del Popolo” (Πηγή: “Invented Edens”, R. Kargon, A. Molella, Cambridge, MS, 2008)

Tα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν, ήταν κόκκινο τούβλο για το συγκρότημα του εργοστασίου και πέτρα με σοβά για τις αστικές δομές. Η επιλογή των υλικών υπογραμμίζει την αντιστικτική σχέση ανάμεσα στην τεχνολογική πρόοδο (κόκκινο τούβλο / βιομηχανικό υλικό) και τις παραδοσιακές αξίες (πέτρα / φυσικό υλικό). Η επόμενη κίνηση της εταιρίας ,της οποίας η δύναμη και επιροή αυξανόταν συνεχώς στη ζωή της πόλης, ήταν η προώθηση της Τorviscosa από διανοούμενους προπαγανδιστές. Στόχος ήταν να προβληθεί -ωραιοποιημένη- η ζωή της πόλης, τόσο στο εσωτερικό της όσο και προς τα έξω. Στα πλαίσια της εκστρατείας αυτής γυρίστηκε και η δωδεκάλεπτη ταινία “Sette Cane Un Vestito”, του Antonioni. Η ταινία αυτή παρακολουθεί την πορεία της παραγωγικής διασικασίας στις εγκασταστάσεις της Torviscosa, παρουσιάζοντας την ως “τεχνολογική επανάσταση”.

7


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

Στιγμιότυπα από την ταινία “Sette Canne, Un Vestito” Το γεωργικό μηχάνημα συλλέγει την πρώτη ύλη, οι εργάτες στη βιομηχανική μονάδα χειρίζονται τα μεγάλα μηχανήματα και οι επιστήμονες πειραματίζονται σε δοκιμαστικούς σωλήνες. Η ταινία “κλείνει” με μια μεγαλειώδη επίδειξη μόδας, όπου μοντέλα επιδεικνύουν τα πτυχωτά τους φορέματα φτιαγμένα από το συνθετικό ύφασμα της SNIA.

ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ Η ιστορία της Torviscosa δεν τελείωσε με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η SNIA Viscosa μέσα σε διάστημα μερικών ετών γιγαντώθηκε και επέκτεινε την δραστηριότητά της και σε διεθνές επίπεδο, αυξάνοντας παράλληλα όλο και περισσότερο την επιρροή της στην πόλη. Ενώ ο ιστορικός πυρήνας της πόλης ξανακτίστηκε μετά τον πόλεμο στην αυθεντική του μορφή, η Torviscosa εκμοντερνίστηκε. Σήμερα προβάλλει τον εαυτό της σαν μια εξελιγμένη τεχνολογικά πόλη, όπου εδρεύει μια θυγατρική εταιρία της SNIA. Οι δύο αντιτιθέμενες τάσεις στο εσωτερικό της Torviscosa, συντηρητική παράδοση και σύγχρονη βιομηχανοποίηση, γέννησαν αναπόφευκτα μια μεγάλη αντίφαση. Τελικά, η βιομηχανική διάσταση ήταν αυτή που επικράτησε, αναιρώντας πλήρως τον ουτοπικό χαρακτήρα της πόλης. Το μόνο που παραμένει ζωντανό από το φασιστικό παρελθόν της Torviscosa είναι τα κτήρια ενός ιδιόρρυθμου “αυταρχικού μοντερνισμού” και οι μνήμες των πρώτων κατοίκων της - υπερήφανων που συμμετείχαν σε κάτι “μεγάλο”. Η επιτυχία της Torviscosa έγγυται στο ότι παρά το “βαρύ” παρελθόν της επιβίωσε προσαρμοζόμενη στις νέες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες του περιβάλλοντός της. Τα ιδεολογικά φορτισμένα σύμβολα της πόλης (ο νεοφασιστικός πύργος, το μνημείο του Marinotti και τα αγάλματα του Lodi) παραμένουν παγωμένα στο χρόνο, αλλά γυμνά από τις ακραιφνείς φασιστικές τους αναφορές.

Σε κάθε περίπτωση, η Torviscosa αποτελεί πόλη πιστή στην αναμορφωτική δύναμη του σχεδιασμού και της τεχνολογίας και ως τέτοια επιβιώνει μέχρι και σήμερα.

8


300

150

0

300

TORVISCOSA UDINE


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

10

OAK RIDGE

TENNESSEE, USA


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ Οι Βιομηχανικές Πόλεις που ιδρύθηκαν στη δεκαετία του ’30 σε Ιταλία και Γερμανία, υπέστησαν έντονα τις συνέπειες του Β’ Π.Π. Η ήττα των δυνάμεων του άξονα και η - μερική ή ολική - καταστροφή του βιομηχανικού τους πυρήνα, αναίρεσε τον ουτοπικό τους χαρακτήρα. Ο πόλεμος, ωστόσο, δεν κατάφερε να καταρρίψει ολοκληρωτικά το όραμα της ουτοπικής “τεχνο-πόλης”. Στις Η.Π.Α., το μοντέλο της κηπούπολης συνέχισε να κάνει την εμφάνισή του περισσότερο ως σχεδιασμος σε συνθήκες πολέμου, παρά ως γενική αντίληψη πολεοδομικής οργάνωσης. Ιδρύθηκαν, έτσι, 3 “Ατομικές Πόλεις” (“Atomic Cities”): απομονωμένες κοινότητες, με εργατικό δυναμικό εξειδικευμένο στην υλοποίηση ενός μεγάλου στρατιωτικού στόχου. Στην περίπτωση του Oak Ridge, το οποίο μελετάμε, ο στόχος ήταν η κατασκευή πυρηνικών όπλων.

ΣΤΟΧΟΙ & ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ Το Project Mahattan, μυστικό πρόγραμμα των Η.Π.Α. για την ανάπτυξη της ατομικής βόμβας, έδωσε την αφορμή για το σχεδιασμό τριών “Ατομικών Πόλεων” (“Atomic Cities”). Οι πόλεις αυτές, χτίστηκαν ταχύτατα για να στεγάσουν δεκάδες χιλιάδες επιστήμονες, μηχανικούς και τεχνικούς, που εργάζονταν στο Project. Ζητήματα ασφάλειας και μυστικότητας, οδήγησαν στη χωροθέτηση των πόλεων αυτών μακριά από μεγάλα αστικά κέντρα.

Η τεχνολογία μετακινήθηκε στην εξοχή από ανάγκη, όχι από επιλογή.

Στο Oak Ridge του Tennessee, πραγματοποιείτο εμπλουτισμός Ουρανίου για την κατασκευή ατομικής βόμβας. Αν και λιγότερο γνωστό από το Los Alamos του New Mexico και το Hanford στην Washington, το Oak Ridge ήταν το κέντρο διαχείρησης των οικονομικών πόρων του Project Manhattan. Ο οικισμός παρέμεινε σχεδόν άγνωστος ως το 1949, οπότε και οι πύλες του άνοιξαν. Η δημοσιοποίηση των μυστικών εγγράφων που αφορούσαν στο Oak Ridge, περιλάμβαναν μόνο ασαφείς στατιστικές πληροφορίες: τη συνολική επιφάνεια του οικισμού, το μέγιστο πληθυσμό, και τις απαιτήσεις ηλεκτρικού ρεύματος. Το μουσείο ατομικής ενέργειας που ιδρύθυκε αργότερα στο Oak Ridge παρουσιάζει τα επιτεύγματα των ατομικών επιστημόνων, με μεγάλες δόσεις πατριωτισμού και επιδοκιμάζει έντονα το αίσθημα αυτοθυσίας αυτών και των οικογενειών τους. Η κατάρριψη της “επίσημης” εικόνας της πόλης ήρθε το 1981 με τη μελέτη των Charles Jackson και Charles Johnson, “City Behind a Fence”, που αποκάλυψε στοιχεία της καθημερινής ζωής των κατοίκων.

11


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΠΟΛΕΙΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΗΚΑΝ ΠΟΤΕ: Willow Run, Michigan Η αναζήτηση του μοντέλου πόλης που θα μπορούσε να φιλοξενήσει πυρηνική έρευνα και ανάπτυξη είχε ξεκινήσει ήδη πριν τη μάχη του Pearl Harbor το 1941. Στην περιοχή του Willow Run στο Michigan, είχαν προταθεί δύο μοντέλα πόλεων: αμφότερα με “μη αστικό” χαρακτήρα και προθέσεις συμμετοχικού σχεδιαμού.

DEFENCE CITY

Ο αρχιτέκτονας - πολεοδόμος Oskar Stonorov ήταν ο πρώτος ο οποίος πρότεινε το αποκεντρωμένο μοντέλο της “Defence City”: μία πόλη με κατοικία για εργάτες, σχεδιασμένη από τους εργάτες. Για πρώτη φορά οι εργάτες συμπεριλαμβάνονται στη πόλη ως “σχεδιαστές κοινότητας”. Αυτό το είδος πόλης θα αποτελούσε ένα είδος πειράματος για τη μεταπολεμική ζωή και κατοίκηση. Η χωροθέτηση της Defence City σε μη αστικοποιημένες ζώνες, καθώς και η σύνδεσή της με καινοτομικές παραγωγικές δραστηριότητες, θα την καθιστούσε μια προχωρημένη μορφή κηπούπολης: “πάρκο - ζωντανή πόλη” (“park-living town”) και “κηπούπολη δίχως υποβαθμισμένες ζώνες” (“slumless garden city”) ήταν μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδονταν.

BOMBER CITY

Η Bomber City, σύγχρονη της Defence City, αποτελούσε προϊόν σχεδιασμού της Εθνικής Υπηρεσίας Κατοίκησης (National Housing Agency). Αποτελείτο από 5 πυρήνες γειτονιάς, σχεδιασμένες από διαφορετικές ομάδες πολεοδόμων. Ο κάθε πυρήνας διέθετε ένα Νηπιαγωγείο ένα Δημοτικό Σχολείο και ένα μικρό εμπορικό κέντρο. Το κέντρο της πόλης είχε αναλάβει ο φινλανδός αρχιτέκτονας Eliel Saarinen. Η πόλη περιβαλλόταν από επιφάνειες πρασίνου, που εισχωρούσαν στο εσωτερικό της, ενώ ένας περιφερειακός δρόμος με πέντε καθέτους που οδηγούσαν στο κέντρο οριοθετούσαν την πόλη. Ο σχεδιασμος της Bomber City είχε συμμετοχικό χαρακτήρα: λόγο είχε και το συνδικάτο εργαζομένων. Όλες οι μονάδες κατοίκησης είχαν το ισόγειο επίπεδο αδόμητο, προκειμένου να αξιοποιηθεί κυρίως ως χώρος στάθμευσης. Ο χαρακτήρας της ήταν “κάτι ανάμεσα σε αστικό και προαστιακό” ενώ “η ασφάλεια, η ευρυχωρία και η άνεσή της αποτελούσαν ένα δυναμικό πλεονέκτημα για ένα μόνιμο ζωντανό οικισμό” όπως περιγράφουν ο Oskar Stonorov και ο Louis Kahn. Η Bomber City δεν χτίστηκε ποτέ. Χαρακτηρίστηκε “ακραίο κοινωνικό πείραμα”, “περιβαλλοντική απειλή για τον ποταμό Huron”, ακόμα και “πόλη-φάντασμα”.

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ & ΖΩΗ Ο “επίσημος” σχεδιασμός έθετε σε πρώτη προτεραιότητα τη χωροθέτηση βιομηχανικών κελυφών και κατασκευών ασφαλείας, αφήνοντας στο περιθώριο την όποια “προσπάθεια δημιουργίας μιας αισθητικά ή κοινωνικά ιδανικής κοινότητας”. Χωροθετήθηκε σε περιοχή όπου η γη ήταν φθηνή και τα εργατικά χέρια άφθονα. Η απόστασή του από την ακτογραμμή, το εξασφάλιζε από εχθρικές επιθέσεις και η ύπαρξη συγκοινωνιακών υποδομών διευκόλυναν την ένταξή του στο ευρύτερο δίκτυο. Η τοπογραφία ήταν, επίσης ιδανική: Μια αλληλουχία από υψώματα και πεδινές εκτάσεις, καθιστούσε εφικτή την γειτνίαση βιομηχανικών μονάδων και οικιστικών ζωνών.

Παρά τις κυβερνητικές ντιρεκτίβες, οι σχεδιαστές επέμειναν στον ιδεαλισμό τους.

12


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

Οργανική Πολεοδομική Διάρθρωση Η δομή θυμίζει τυπικό αμερικάνικο προάστιο, με απολύτως όμοιες μονάδες κατοίκησης. Τα φαινόμενα απατούν: στο Oak Ridge συντελείται κάτι ολότελα διαφορετικό. (Πηγή: “Invented Edens”, R. Kargon, Cambridge, MS, 2008)

Για την κατασκευή του Oak Ridge, περίπου 1000 οικογένειες απομακρύνθηκαν για να απελευθερώσουν μια περιοχή 59000 εκταρίων. Ο σχεδιασμός ξεκίνησε τον Ιούνιο του 1942, από τους Stone & Webster, που είχαν αναλάβει και τις άλλες δύο «ατομικές Πόλεις» στα πλαίσια του αδιαφανούς Manhattan Engineer District. Η κοινότητα του Oak Ridge θα σχεδιαζόταν έτσι ώστε να ελαχιστοποιεί τα καθημερινά προβλήματα και το άγχος των εργαζόμενων κατοίκων. Οι κρατικοί αξιωματούχοι απέρριψαν τελικά τα σχέδια των Stone & Webster για την κοινότητα, χαρακτηρίζοντας τα «τίποτα παραπάνω από τυπικά σχέδια ενός κυβερνητικού χωριού». Εναλλακτικά, το έργο ανατέθηκε στην John B. Pierce Foundation, πρωτοπόρο στα προκατασκευασμένα σπίτια κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης του ’28 και το αρχιτεκτονικό γραφείο Skidmore, Ownings και Merrill που είχαν αναμειχθεί στο project της Bomber City. Το όνομα της πόλης ήταν δηλωτικό της πρόθεσης να εξασφαλιστεί η μυστικότητα του Project Manhattan. Εμφανώς επηρεασμένοι από την ιδέα της κηπούπολης, η κοινοπραξία SOM-Pierce σχεδίασε έναν οικισμό με διακριτές περιοχές εργασίας, ψυχαγωγίας και κατοικίας. Η διαρρύθμιση των δρόμων επέτρεπε την αποτελεσματική σύνδεση σπιτιού και δουλειάς, αποτρέποντας τα αυτοκίνητα από το να εισχωρήσουν βαθιά στις γειτονιές.

Η πόλη περιβάλλεται από πράσινη ζώνη και επιφάνειες πάρκων χωρίζουν τις γειτονιές της.

Η καταστροφή του φυσικού αναγλύφου, που είχε συντελεστεί από τους αρχικούς σχεδιαστές του Oak Ridge, έδωσε τη δυνατότητα στην κοινοπραξία SOM-Pierce να εργαστούν σε «λευκό χαρτί». Συνδύασαν, έτσι το δομημένο περιβάλλον με τις αδόμητες επιφάνειες, δίνοντας ξεκάθαρη προτεραιότητα στο δεύτερο. Έδωσαν στις κατοικίες κατάλληλο προσανατολισμό για τον ηλιασμό τους και διαχειρίστηκαν το ανάγλυφο, ώστε να περιορίσουν τη ροή των ισχυρών ανέμων της περιοχής. Οι βοηθητικοί χώροι των σπιτιών βρίσκονταν στο πίσω μέρος τους και ήταν προσβάσιμοι από βοηθητικές οδούς, ενώ το μπροστινό τους μέρος ανοιγόταν σε μια μεγάλη αυλή.

Οι σχεδιαστές επιχείρησαν να κατασκευάσουν μια κοινότητα ενσωματωμένη στη φύση – ή μάλλον ορθότερα στη Φύση. Παρά την οργάνωση του οικισμού σε μια λογική γραμμής παραγωγής, ο σχεδιασμός επιστρέφει στη ρομαντική αμερικανική αντίληψη για τη θέση του ανθρώπου στη Φύση. Peter Bacon Hales, ιστορικός

13


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

14

Σε μια προσπάθεια να αυξηθεί η βιωσιμότητα, το Oak Ridge χωρίστηκε σε επιμέρους «χωριά». Περίπου 1500 οικογένειες αποτελούσαν το κάθε «χωριό», που ήταν σχεδιασμένο ώστε όλα να βρίσκονται σε απόσταση «περπατήματος» (walking city). Η απόσταση, ωστόσο, των χωριών από τις βιομηχανικές μονάδες παρέμενε μεγάλη για λόγους ασφαλείας.

Το πολεοδομικό σχέδιο ήταν οργανικό και όχι ιπποδάμειο, για να ενισχύεται η αίσθηση της παλιάς αμερικανικής κοινότητας. Η μπροστινή αυλή και το τζάκι, συντηρητικά στοιχεία μιας παραδοσιακής αμερικανικής αντίληψης για το κατοικείν, εμφανίζονταν σε κάθε σπίτι του Oak Ridge. Τα προκατασκευασμένα σπίτια δομούνταν από το καινοτομικό πυράντοχο υλικό Cemesto της εταιρίας Celotex. Κάθε σπίτι χτιζόταν σε περίπου 30 λεπτά και κόστιζε λιγότερο από 6000 δολλάρια. Ο πληθυσμός του Oak Ridge έφτασε μέχρι και τις 75000 κατοίκους το 1945, αν και αρχικά είχε προγραμματιστεί για 5000 κατοίκους. Τα προκατασκευασμένα σπίτια πλήθαιναν συνεχώς. Οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για την προσεκτική τοποθέτηση φαρμακείων, καταστημάτων και θρησκευτικών χώρων στην περιοχή, ώστε να εξασφαλίζεται η βιωσιμότητά της – και, άρα, η απόλυτη προσήλωση των κατοίκων στα εργατικά τους καθήκοντα. Στη διοίκηση του Oak Ridge είχε υιοθετηθεί το μοντέλο “GOCO”: Government Owned, Contractor Operated (Κρατική Ιδιοκτησία, Εταιρική Διαχείριση). Τη διοίκηση των πυρηνικών εγκαταστάσεων είχαν αναλάβει εταιρίες, όπως και τη διαχείριση της πόλης: αυτό θα έδινε στους πολίτες την αίσθηση “διοικητικής αυτονομίας”, παρά τον αυστηρό κρατικό έλεγχο.

Οι Εργαζόμενοι Κάτοικοι του Oak Ridge Στο τέλος της ημέρας, επέστρεφαν μαζικά στο προκατασκευασμένο σπίτι τους. Η ζωή τους ολόκληρη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί προκατασκευασμένη. Παρά τη μελετημένη προσπάθεια του κράτους να τους αποπροσανατολίσει από τη μιζέρια της απομόνωσης, τα χαρούμενα πρόσωπά τους στο τέλος του πολέμου μαρτυρούν καταπίεση. (Πηγή: www.timelife.com)


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ Μετά την ολοκλήρωση του Project Manhattan, το Oak Ridge απέκτησε ένα νέο γενικό σχέδιο (master plan), παρά την αρχική πρόθεση να κατεδαφιστεί. Στο γενικό σχέδιο αναγνωριζόταν ότι το Oak Ridge είχε σχεδιαστεί για να είναι ένας «ειδικός τύποις πόλης», αλλά σημαντικό θεωρείτο να «διατηρηθεί και να ενσωματωθεί στο νέο σχεδιασμό η αίσθηση της μικρής κοινότητας που το χαρακτηρίζει». Το σχέδιο περιλάμβανε βιομηχανικές εγκαταστάσεις οργανωμένες στη βάση πράσινων ζωνών. Ο διαχωρισμός τους από τις περιοχές κατοικίας γινόταν με φαρδιές οδικές αρτηρίες.

Το “Αμαρτωλό” Παρελθόν της Πόλης τη στοιχειώνει χρόνια μετά το Project Manhattan. Από το “Αφήστε εδώ ό,τι είδατε και ακούσατε”, το “Ατομικό Μυστικό” μεταβάλλεται σε εμπορικό τρικ για να προσελκύσει επισκέπτες και επενδυτές στο Oak Ridge. Ένας οικισμός που “κρυβόταν” από τους χάρτες μέχρι το 1949, ψάχνει απεγνωσμένα για ταυτότητα.

Η μεταπολεμική οικονομική επιβίωση της πόλης θα εξασφαλιζόταν και από τη διαμόρφωση μιας κεντρικής επιχειρηματικής περιοχής (central business district – CBD) και την εγκατάσταση μεγάλων εμπορικών κέντρων στην περιφέρειά της. Η προσέλκυση επενδυτών στο Oak Ridge δε συμβάδιζε, ωστόσο, με την πρόθεση για εξασφάλιση της αίσθησης της κοινότητας. Η πάλη της πόλης με το παρελθόν της είναι εμφανής και σε μια ουτοπιστική καμπάνια προώθησής του 1950, όπου η πυρηνική βιομηχανία παρουσιάζεται ως σύμβολο ειρήνης και σταθερότητας - η κατασκευή της ατομικής βόμβας αποσιωπάται. Η περίοδος του Ψυχρού Πολέμου, ωστόσο, ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τη σύνδεση της πόλης με το σκοτεινό της παρελθόν.

Σήμερα, το Oak Ridge εξακολουθεί να βασίζει την επιβίωση του σε πυρηνικά ερευνητικά προ(Πηγή: “Invented Edens”, R. Kargon, Cambridge, MS, γράμματα, με βασικό χρηματοδότη το αμερικανικό 2008) κράτος. Το μόνο που φαίνεται να έχει αλλάξει είναι η προσθήκη μεγάλων εμπορικών κέντρων στην περίμετρό του και τα συχνά μποτιλιαρίσματα. Το χάσμα ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη παραμένει μεγάλο, καθώς το Oak Ridge απέχει από το μοντέλο της ειδυλλιακής αμερικάνικης πόλης. Θα χαρακτηριζόταν μάλλον ως ένα πεδίο μονοτονίας και συμβατικότητας, ενώ το εργοστάσιο εμπλουτισμού ουρανίου επιβάλλεται ακόμα στο χώρο με την όγκο και τον έντονο συμβολισμό του. Το Oak Ridge παραμένει απομονωμένο και από την ευρύτερη περιοχή. Η απόκρυψή του από τους χάρτες μέχρι το 1949, η υψηλή εκπαίδευση και οικονομική κατάσταση των πρώτων κατοίκων του και οι διαφορετική χώρα προέλευσής τους, άφησαν το στίγμα τους στο χρόνο: το Oak Ridge είναι κάτι «ξεχωριστό». Η πόλη θα μείνει στην ιστορία ως τόπος γέννησης της βόμβας, αλλά και ως τόπος εφαρμογής ενός ξεχωριστού ιδεαλισμού.

Αποτέλεσε προϊόν συνεργασίας δημόσιας και ιδιωτικής πρωτοβουλίας, χτίστηκε για να συνοδέυσει ένα τεχνολογικό θαύμα, αντιμετωπίστηκε σχεδιαστικά ως κηπούπολη: τελικά ήταν ένα κλειστό σύστημα με ουτοπικό χαρακτήρα. Το Oak Ridge είναι σίγουρα κάτι παραπάνω από συμβατικός στρατιωτικός οικισμός.

15


700

350

0

700

OAK RIDGE TN


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΑΣΠΡΑ ΣΠΙΤΙΑ ΒΟΙΩΤΙΑ, ΕΛΛΑΔΑ

17


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΣΤΟΧΟΙ & ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ Την 27η Αυγούστου 1960 η Ελληνική κυβέρνηση της Ε.Ρ.Ε. με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και η Γαλλική εταιρεία Πεσινέ (Pechiney) υπέγραψαν σύμβαση για την δημιουργία εργοστασίου παραγωγής αλουμινίου. Το εργοστάσιο θα κατασκευαζόταν στην περιοχή του Αγ. Νικολάου στον γραφικό κόλπο της Αντίκυρας. Θα παρήγαγε 100.000 τόνους αλουμίνας και 50.000 τόνους αλουμινίου από την κατεργασία του βωξίτη που υπήρχε σε αφθονία στα βουνά της Βοιωτίας. Ο βωξίτης ανακαλύφθηκε στην Ελλάδα το 1926 και μέχρι την δεκαετία του ‘60 εξάγονταν ανεπεξέργαστος σε ευρωπαϊκές χώρες και στην Σοβιετική Ένωση. Στις 7 Απριλίου 1963 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έθεσε τον θεμέλιο λίθο και στις 11 Φεβρουαρίου 1966 άρχισε να λειτουργεί το εργοστάσιο παραγωγής αλουμινίου με σταδιακή αύξηση της παραγωγής του.

Στη μεταπολεμική Ελλάδα του 1960, η συγκέντρωση της εκτελεστικής εξουσίας στα χέρια του πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή, του έδινε τη δυνατότητα να αποφασίζει την υλοποίηση μεγάλων έργων γρήγορα και δίχως εκτενή διαβούλευση. Η εταιρεία που δημιουργήθηκε πήρε το όνομα “Αλουμίνιο της Ελλάδος” και αρχικά απασχολούσε 1.000 εργαζομένους. Για τη στέγαση των οικογενειών τους, το 1961 ανατέθηκε στον Κωνσταντίνο Δοξιάδη (αρχιτέκτονα απόφοιτο του Ε.Μ.Π.) ο σχεδιασμός μίας πρότυπης μικρής πολιτείας: ένα ακόμα έργο από τα πολλά στο πλάισιο της ανασυγκρότησης της χώρας από τα δεινά του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο οικισμός αυτός, ο οποίος στη συνέχεια πήρε το όνομα Άσπρα Σπίτια βρίσκεται στο Νομό Βοιωτίας, σε απόσταση 164 χλμ. από την Αθήνα και 40 χλμ. από τους Δελφούς και το χιονοδρομικό κέντρο Παρνασσού. Η έκταση των Άσπρων Σπιτιών είναι 612 στρέμματα, τα οποία περιήλθαν στην ιδιοκτησία της εταιρείας από αναγκαστική απαλλοτρίωση.

Στιγμιότυπα από την τελετή εγκαινίων Το κυβερνητικό επιτελείο και πλήθος δημοσιογράφων παρακολουθούν τον Κ. Καραμανλή να εγκαινιάζει τον οικισμό. Οι εκτεταμένες καταστροφές στις υποδομές της χώρας κατά το Β’ Π.Π., γέννησαν την ανάγκη για μεγάλα έργα ανασυγκρότησης. (Πηγή: http://www.aspra.gr)

18


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ & ΖΩΗ Το πρόγραμμα περιελάμβανε την κατασκευή 1.100 κτισμάτων, μεταξύ των οποίων μονόροφα και διόροφα σπίτια, διαμερίσματα, καταστήματα, υπηρεσίες, ένα σχολείο και επιπρόσθετες ημιδημόσιες εγκαταστάσεις. Ο Δοξιάδης και οι συνεργάτες του δεν έμειναν απλά στο γενικό σχεδιασμό αλλά προέβλεψαν από τον τύπο των κτιρίων, μέχρι την λειτουργικότητά τους (τεχνολογικές εγκαταστάσεις ) και επέβλεψαν τις εργασίες. Το έργο ανατέθηκε το 1961 με το τελευταίο κτίσμα του αρχικού προγράμματος να ολοκληρώνεται το 1965. Ο προβληματισμός κατά τον σχεδιασμό των Άσπρων Σπιτιών έγγειτο αρχικά στην τυπολογία που θα επιλεγόταν για τη διαμόρφωση του οικισμού. Θα έπρεπε να πληρεί τις ανάγκες του βιομηχανικού πληθυσμού που θα το κατοικούσε - κυρίως αγροτικός πληθυσμός από τις γύρω περιοχές - και να είναι εναρμονισμένο με το φυσικό του περιβάλλον. Αποφευκτέο θα ήταν να έρχεται σε αντιπαράθεση με το άσπιλο τοπίο το οποίο επιλέχθηκε για την εγκατάστασή του.

Γρήγορα απορρίφθηκε η ιδέα μιας τυπικής βιομηχανικής εγκατάστασης με τυποποιημένα διαμερίσματα πολυκατοικίας. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον οι κάτοικοι θα αισθάνονταν μετανάστες μακριά απ΄την πατρίδα τους, και η ζωή στην κατοικία τους θα ήταν συνέχεια του προγράμματος εργασίας τους στο νέο εργοστάσιο. Αντίθετα, αποφάσισαν να διαμορφώσουν μια “Ελληνική πόλη”, όπου οι άνθρωποι θα μπορούσαν να συνεχίσουν όλες τους τις παραδόσεις και τα έθιμα, διατηρώντας τις προσωπικές τους συνήθειες και αξίες. Αυτό απαιτούσε προσεκτικό χειρισμό έτσι ώστε να αποφευχθούν γραφικότητες, επιφανειακές απομιμήσεις και αναχρονιστικοί συναισθηματισμοί.

Το συμπέρασμα ήταν χρειαζόταν ένα απλό, καθαρό και δυνατό σχέδιο, με “αόρατη γεωμετρία” που να συνέχει το σύνολο. Χρειαζόταν μια “πρωτόγονη” αρχιτεκτονική, την οποία κάθε κάτοικος θα εμπλούτιζε με το προσωπικό του στοιχείο - όχι μια “ατσαλάκωτη” μοντέρνα αρχιτεκτονική, της οποίας η ισορροπία θα διαταρασσόταν με την παραμικρή προσωπική “πινελιά”.

19


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

Αυτές οι σκέψεις διαφαίνονται στο σχήματος «L» γενικό σχέδιο κάτοψης, (με το κοντό άκρο του κατά μήκος της ακτής και το μακρύ να διατάσσεται ανάμεσα σε δύο λόφους),όπου και διαμορφώθηκαν τέσσερις γειτονιές κάθε μία εκ των οποίων περιβαλλόταν από έναν περιμετρικό οδικό άξονα. Στην ένωση των δύο τμημάτων του «L» συγκροτήθηκε το εμπορικό και διοικητικό κέντρο ενώ μια ζώνη στο παραλιακό κομμάτι είχε προβλεφθεί για τουριστικές δραστηριότητες και εγκαταστάσεις αναψυχής. Η πρόσβαση στον οικισμό πραγματοποιείται κυρίως από το βοειοανατολικό τμήμα, με οδικό άξονα που τον συνδέει με το Δίστομο και το υπόλοιπο εθνικό δίκτυο. Υπάρχει ένας περιμετρικός οδικός δακτύλιος για την κυκλοφορία πέριξ του οικισμού ενώ εντός η κυκλοφορία αρθρώνεται σε παράλληλους προς τον παραλιακό άξονα δρόμους, με τους κάθετους συνήθως πλακοστρωμένους με πολύ ήπια ροή.

Στη συνέχεια κάθε κομμάτι του οικισμού, κάθε γειτονιά και το κέντρο, μελετήθηκαν στην υπέρτατη λεπτομέρεια, από την κεντρική πλατεία έως το μικρότερο στενάκι. Οι σχεδιαστές ήθελαν να πετύχουν μια σχηματική και μορφολογική κλιμάκωση μεταξύ μικρότερων και μεγαλύτερων χώρων,ανάλογη με την ‘‘σημαντικότητά’’ τους στην καθημερινή ζωή των κατοίκων.

Δημόσιο - Ιδιωτικό: Θολά Όρια Αυτή η ενδιαφέρουσα διαπλοκή των διαβαθμίσεων της ιδιωτικότητας δίνει στα Άσπρα Σπίτια μια ουσιαστική αίσθηση κοινότητας. Νομίζεις ότι μπορείς να εισχωρήσεις οπουδήποτε, οι πόρτες είναι ανοιχτές - αλλά ο καθένας εξακολουθεί να διατηρεί την αυτονομία του. (Πηγή: Πρωτότυπο Φωτογραφικό Υλικό)

20


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

Άσπρα Ασβεστωμένα Σπίτια Ακόμη και όταν η κλίμακα διαφοροποιείται, το αποτέλεσμα είναι ομοιόμορφο - χωρίς να επαναλαμβάνεται. (Πηγή: Πρωτότυπο Φωτογραφικό Υλικό)

Στον σχεδιασμό των κατοικιών η προσπάθεια ήταν να δημιουργηθούν όσο το δυνατόν περισσότερες παραλλαγές βασισμένες σε έναν σταθερό τύπο κατοικίας: 12 διαφορετικοί τύποι προέκυψαν που ποικίλαν ακόμη περισσότερο με τις διαφοροποιήσεις προσανατολισμού και τοποθεσίας. Συνήθως, κάθε οδός κατά μήκος αποτελούνταν από τον ίδιο τύπο σπιτιού, ενώ τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν στην επεξεργασία των όψεων,ήταν η πέτρα, το σκυρόδεμα και οι ξύλινες λεπτομέρειες. Στο σύνολό της η πέτρα ασβεστωνόταν για λόγους ομοιομορφίας, πέρα από κάποια σημειακά στοιχεία όπου το αρχικό χρώμα του λίθου διατηρείτο ή έπαιρνε κάποιο χρώμα. Ο περιορισμός αυτός στην τυχαιότητα του χρώματος απέδιδε μια πιό γλυπτική αντιμετώπιση των κτισμάτων, τόνιζε την τεχνοτροπία τους και έδινε ένα ‘‘ελληνικό’’ αποτέλεσμα συνδυασμένο με το χρώμα και την αίσθηση της ελιάς. Πέρα από τη γλυπτική επεξεργασία των όψεων, το αποτέλεσμα αυτό ενίσχυε και η διαμόρφωση των υπαιθρίων χώρων,διατηρώντας την ελιά και κάποια υπάρχουσα φύτευση ενισχύοντάς την με νέα στοιχεία.

Ο ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΜΕ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΜΑΣ Ο οικισμός έχει έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα ο οποίος διατηρείται ακόμα και σήμερα. Το κέντρο, με την πλατεία, την εμπορική στοά, το παραδοσιακό καφενείοκαθημερινό τόπο συνάντησης και τον κινηματογράφο ‘’Φίλιππος’’, πλησιάζει τη μοντέρνα ουτοπία. Ένας επιβλητικός και ψηλός κτιριακός όγκος, πιθανότατα κάποτε διοικητικού χαρακτήρα (πλέον απλή μονάδα κατοικίας), δεσπόζει και αποτελεί σημείο προσανατολισμού, ορατό σχεδόν από κάθε γωνιά του οικισμού. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα κτίρια γύρω από αυτό, κυρίως δημόσιου ή διοικητικού χαρακτήρα τα οποία χαρακτηρίζονται από το ρεύμα του μοντέρνου κινήματος σαν δομή, με “ελεύθερες” pilotis οι οποίες διαμορφώνουν ποικιλία στοών διαφοροποιούμενα μορφολογικά από τα κελύφη αμιγούς κατοικίας. Αν και παλιότερα φαίνεται πώς το δημόσιο λειτουργικά τμήμα της πόλης ήταν συγκεντρωμένο στο κέντρο, πλέον παρατηρείται το φαινόμενο διάχυσης και στο ευρύτερο σύνολο, λόγω νέων αναγκών με υπηρεσίες (ιατρεία, κοσμηματοπωλεία κλπ.) να εγκαθίστανται στα υπάρχοντα κελύφη. Ενδιαφέρον μεγάλο παρουσιάζει επίσης τόσο στις ζώνες κατοικίας, όσο και στο γενικότερο τμήμα του οικισμού μία πολυμορφική εναλλαγή μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου χώρου. Απομακρυνόμενοι προς το βόρειο τμήμα, τα σπίτια είναι παραδοσιακά, με ασβεστωμένη λιθοδομή και φτάνουν το ύψος του ενός με δύο ορόφους. Κάθε σπίτι έχει την αυλή του μπροστά ή, στην περίπτωση μικρών συγκροτημάτων, παρατηρούμε κοινόχρηστες περιοχές μεταξύ των κτισμάτων. Τα συγκροτήματα αυτά διαμερισμάτων συνήθως διαθέτουν ονόματα βουνών, νησιών ή πόλεων της Μακεδονίας και της Πελοποννήσου, ενώ οι δρόμοι φέρουν ονομασίες ιστορικών προσώπων της χώρας μας.

21


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ Την ίδια μορφή διατήρησαν και οι επόμενοι αρχιτέκτονες Λεμπέσης, Μασουρίδης, Φωτιάδης σε μεταγενέστερες επεκτάσεις του οικισμού, λόγω των οποίων προέκυψαν και επιπλέον τυπολογίες κατοικιών και κτισμάτων. Μέσα από συνεχείς επεκτάσεις (1969 - 1972, 1975, 1979 - 1983) και βελτιώσεις η πόλη έφτασε στη σημερινή της μορφή μετά και από την κατεδάφιση των πολύ παλιών κατοικιών στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και την πώληση των διαμερισμάτων “ΜΕΤΕΩΡΑ” το 2000. Σήμερα αποτελείται από 1.072 κατοικίες συνολικής επιφάνειας 115.000 m² και 30 καταστήματα, κτίρια κοινής ωφέλειας, συνολικής επιφάνειας 15.500 m². Τα Άσπρα Σπίτια αποτελούν μια σημαντικά οργανωμένη πόλη, που λειτουργεί εξυπηρετώντας τις ανάγκες των εργαζομένων στην εταιρία “Αλουμίνιον της Ελλάδος”, στις δημόσιες υπηρεσίες, τους οργανισμούς και στον κλάδο των ελεύθερων επαγγελματιών. Αποτέλεσε δε πολεοδομικά μία πρωτοπορία για την Ελλάδα του ‘ 60.

Φαίνεται να διαθέτει τελικά αυτό το ιδιαίτερο αστικό συναίσθημα, χαρακτηριστικό των ελληνικών πόλεων του παρελθόντος, όπου το ιδιωτικό με το δημόσιο συνυπάρχουν και ενισχύουν το ένα το άλλο - με τη φυσική κλίμακα και τη γενικότερη αντιμετώπιση να εκφράζει την ιεραρχία των αξιών της αστικής ζωής.

Δυναμικά Κατακόρυφα Στοιχεία Πρόκειται για τα υψηλότερα κτίσματα του οικισμού και της βιομηχανικής περιοχής. Ακόμη και αυτά όμως, δεν διασπούν την κλίμακα του τεχνητού μέσα στο φυσικό. Όλα φαίνεται να “παντρεύονται” σε ένα αισθητικά συμπαγές αποτέλεσμα. (Πηγή: Πρωτότυπο Φωτογραφικό Υλικό)

22


60

30

0

60

ΑΣΠΡΑ ΣΠΙΤΙΑ Ν. ΒΟΙΩΤΙΑΣ


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

24

CELEBRATION CITY FLORIDA, USA


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΣΤΟΧΟΙ & ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ To 1996, η Walt Disney World Company έθεσε σε λειτουργία ένα σχέδιο για τη δημιουργία μιας νέας πόλης ονόματει Celebration City. O χαρακτήρας και οι ρίζες της πόλης αυτής ήταν άμεσα συνδεδεμένες με τις ιδέες της προόδου, του αστικού σχεδιασμού και του ρόλου που παίζει η τεχνολογία στην κοινωνία - όλα συνυφασμένα με την Αμερικανική κουλτούρα. Αν και η σύνδεση με την βιομηχανία εδώ δεν είναι άμεσα εμφανής, ουσιαστικά η βιομηχανία στην προκειμένη φάση δεν άλλη από τον κόσμο της διασκέδασης.

Είναι μία πόλη η οποία θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει ένα νέο είδος τεχνο-πόλης, κινούμενη όμως ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό. Η Celebration είχε αφορμή το ουτοπικό όνειρο του Walt Disney, απόρροια του ευρύτερου πνεύματος τεχνολογικής αισιοδοξίας των δεκαετιών 1920-30, το οποίο κυριαρχούσε στις αναπαραστάσεις της πόλης του μέλλοντος στο World’s Fair της Νέας Υόρκης του 1930-1940. Αυτό το όραμα βασίστηκε στα θεματικά πάρκα του Disney και κυρίως στο σχέδιό του για ένα αληθινό αστικό περιβάλλον γνωστό ως EPCOT (Experimental Prototype Community Of Tomorrow). Στο πνεύμα αυτό διατυπώθηκαν πολλές θεωρίες για το ‘’πάντρεμα’’ του οργανωμένου αστικού σχεδιασμού με την αναπτυσσόμενη τεχνολογική πρόοδο.

O Walt Disney δείχνει περιχαρής την τοποθεσία του EPCOT στο χάρτη. Στο ίδιο σημείο κατασκευάστηκε τελικά η Celebration City. (Πηγή: http://www.disney.com)

Αποτυπώνοντας πολλές αρχές της “Νέας Πολεοδομίας” και δίνοντας έμφαση στις νέες τεχνολογίες η EPCOT βασιζόταν στην πεποίθηση ότι η τεχνολογία έχει τη δύναμη να επηρεάζει και να διαμορφώνει την ανθρώπινη συμπεριφορά και να οργανώνει την ανθρώπινη κοινότητα. Η πεποίθηση αυτή ταίριαζε, βέβαια, με τη δοκιμασμένη φόρμουλα επιτυχίας του Walt Disney. Από το 1955 κι έπειτα, η Disney Company είχε ήδη έρθει αντιμέτωπη με προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι πόλεις σε καθημερινή βάση: διαχείρηση μεγάλου αριθμού ανθρώπων, εργαζόμενου σε ποικίλα πεδία δραστηριοτήτων. Μετά τη δήλωσή του James Rouse (ιδρυτή του οικισμού Columbia στο Maryland) ενώπιον κοινού στο Πανεπιστήμιο του Harvard πως “το σπουδαιότερο κομμάτι του αστικού σχεδιασμού στις Ηνωμένες Πολιτείες σήμερα είναι η Disneyland”, ο Disney στράφηκε αισιόδοξος προς τη σύλληψη της ιδέας για μια πόλη που θα αποτελούσε ζωντανό παράδειγμα για όλους: μιας αληθινής πόλης όπου χιλιάδες άνθρωποι θα εργάζονταν και θα ζούσαν, απολαμβάνοντας καθημερινά τα τελευταία επιτεύγματα της τεχνολογίας. Ο αριθμός των απασχολούμενων στην πόλη αυτή θα άγγιζε τα 20.000 άτομα.

25


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

Ο Disney πέθανε το Δεκέμβριο του 1966, προτού υλοποιήσει τμήμα του σχεδίου του, αφήνοντας πίσω μία ταινία στην οποία περιέγραφε τις ιδέες του για την EPCOT. Η πόλη διατάσσεται σαν ρόδα, το κέντρο της οποίας στεγάζεται από έναν γυάλινο κλιματιζόμενο θόλο. Εκεί θα χωροθετείτο ξενοδοχείο 30 ορόφων, συνεδριακό κέντρο, και συγκρότημα εστιατορίων και καταστημάτων. Η κυκλοφορία θα πραγματοποιείτο με υπερυψωμένο ηλεκτροκίνητο σιδηρόδρομο ο οποίος θα συνέδεε το κέντρο με τις περιοχές κατοικίας: ένα συνδυασμό διαμερισμάτων υψηλής πυκνότητας και χαμηλής δόμησης σε πράσινες ζώνες. Λόγω των μεγάλων δαπανών και ανεπίστρεπτων εξόδων που προέκυψαν στον προϋπολογισμό της ΕPCOT, οι συνεχιστές του έργου του Disney,οδηγήθηκαν στη δημιουργία του EPCOT Center, ενός πάρκου διασκέδασης με τη φιλοδοξία να “επιμορφώσει”.

Η πόλη EPCOT σε σχέδιο του 1955 και το EPCOT Center σήμερα. Πρόκειται για το τρίτο θεματικο πάρκο σε επισκεψιμότητα στις Η.Π.Α., με προϋπολογισμό 1,4 δις δολάρια. Η σφαίρα “Spaceship Earth” που δεσπόζει στο EPCOT Center αποτελεί σαφή μορφολογική αναφορά στη “μαγική” δύναμη της τεχνολογίας. (Πηγή: http://www.disney.com)

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ & ΖΩΗ Στην νέα κουλτούρα των 90’s όπου η κοινότητα, η περιβαλλοντική ευαισθησία και η κοινωνική και εθνική ποικιλία άρχισαν να παίρνουν θέση στον κοινωνικό προβληματισμό, τα πάρκα διασκέδασης δεν ήταν απλά ένα συνοδευτικό της κινηματογραφικής βιομηχανίας της Disney. Θα μπορούσαν να αποτελέσουν κινητήρια δύναμη ανάπτυξης της εταιρίας, ενσωματώνοντας στοιχεία που θα “απαντούσαν” στη σύγχρονη προβληματική. Έτσι, ο Michael Eisner, o επικεφαλής διοίκησης της Walt Disney Company, ενεργοποίησε έναν επεκτατικό μηχανισμό θεματικών πάρκων με τη ”Dream City” να αποτελεί αιχμή αυτής της στρατηγικής. Η ”Dream City” βασιζόταν σε παραλλαγή του οράματος του Disney για την EPCOT, ενώ στη συνέχεια μετονομαστηκε σε “Celebration City”. H Celebration Company η οποία συστήθηκε για να υλοποιήσει αυτό το έργο, ξεκίνησε με το πρώτο τμήμα του γενικού σχεδίου, τον Ιούλιο του 1996. Μέχρι το 2000, η Celebration, είχε 1.500 κατοίκους σε πολλές εκατοντάδες σπίτια και διαμερίσματα, ένα κέντρο και ένα εμπορικό πάρκο. Στην αυγή του 21ου αιώνα η πόλη αυτή αποτελεί ένα περίπλοκο, εξελισσόμενο φαινόμενο: μια νέα πόλη κατασκευασμένη στη βάση της πληροφορικής τεχνολογίας και μιας ιδιόρρυθμης ερμηνείας των παραδοσιακών αμερικανικών αξιών. Στον επισκέπτη η Celebration δίνει μια ευχάριστη και πολύχρωμη πρώτη εντύπωση - φαίνεται όμως να απέχει πολύ από το φουτουριστικό θέαμα που αρχικά οραματιζόταν ο Disney. Η δραματική ένταση μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος ήταν πάντα χαρακτηριστικό των πάρκων Disney: στην περίπτωση της Celebration, μιας πραγματικής ζωντανής κοινότητας, το -παραλλαγμένο- παρελθόν φαίνεται να αναδύεται θριαμβευτικά. Πέρα από τους δρόμους με τις συνεχείς δενδροστοιχίες, το γήπεδο γκολφ και τους παραδοσιακούς φράχτες, κυρίαρχη εικόνα στη Celebration είναι οι στεγασμένες μπροστινές βεράντες (front porches) των σπιτιών. Οι σχεδιαστές ένέταξαν τις βεράντες αυτές ως προϋπόθεση κοινωνικοποίησης.

26


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

Η Celebration συνιστά μια νέα μορφή προηγμένης τεχνολογικά κοινότητας, μακριά από τη φουτουριστική σκέψη του Disney και των συγχρόνων του. Η πόλη αυτή δεν βασίζεται σε εμφανείς τεχνολογικές κατασκευές, όπως υπερυψωμένο σιδηρόδρομο και πύργους ραδιοφωνίας, αλλά στα “αφανή νήματα” των τηλεπικοινωνιών. Η τεχνολογία με τη μορφή της τηλεπικοινωνιακής επανάστασης, σε συνδυασμό με τη χωρική διαμόρφωση, τις παροχές παιδείας / υγείας και τη δομή “κοινότητας”, αποτελούν τους 5 ακρογωνιαίους λίθους της Celebration. Η εταιρεία AT&T ανέλαβε το σχεδιασμό ενός ταχύτατου δικτύου οπτικών ινών, ενώ προσκάλεσε τους καταναλωτές να δοκιμάσουν αυτό που η ίδια αποκαλούσε “ζωντανό εργαστήριο”. Το στοιχείο που βρίσκεται στον πυρήνα του σχεδιασμού κατά τον Michael Eisner, είναι ο άνθρωπος. Γι’ αυτό και οι κοινοτικές υπηρεσίες κατέχουν εξέχουσα θέση στη Celebration - η τεχνολογία παραμένει στενά συνδεδεμένη με το ιδανικό της κοινότητας. Διαφημιστικά σχέδια σε ακουαρέλα και η συντελεσμένη πραγματικότητα. Η συντηρητική αμερικάνικη αντίληψη για την κοινότητα αναβιώνει θεαματοποιημένη: μπροστινές βεράντες με άνθη, βόλτες με ποδήλατο στην εξοχή και γραφικές νύχτες στην κοινοτική πλατεία. (Πηγή: http://www.disney.com)

Παρά την πληθώρα αρχιτεκτονικών ρυθμών που συναντά κανείς στην πόλη (Αποικιακό, Παραλιακό, Κλασσικό, Βικτωριανό, Μεσογειακό και Γαλλικό) η κεντρική περιοχή διαθέτει κοινοτικά κτήρια σχεδιασμένα από σημαντικούς αρχιτέκτονες: Michael Graves, Robert Venturi και Philip Johnson είναι μόνο μερικοί από αυτούς. Το κέντρο δίνει μια αίσθηση συντηρητικού μεταμοντερνισμού, ενώ στο σύνολό της η Celebration θα μπορούσε να χαρακτηριστεί “αρχιτεκτονικό θεματικό πάρκο”. Στο πάρκο αυτό η τεχνόλογία είναι πάντα αόρατη, δίχως φουτουριστικά σύμβολα: “η τεχνολογία στην υπηρεσία του ανθρώπου”.

(Η Celebration είναι) ένα παλιομοδίτικο παστέλ σύνολο με ομοιογενές περίβλημα, λόγω μοναδικού εργολάβου και υπερβολικού σοβά John Henry, αρχιτέκτονας

Στην πραγματικότητα, βέβαια, η εφαρμογή της τεχνολογίας ήταν συμβατική, με εξαίρεση τα κοινόχρηστα κτήρια και το δίκτυο που τα συνδέει. Προσφέρονται, μεταξύ άλλων, ηλεκτρονική βιβλιοθήκη, υπηρεσίες τηλεϊατρικής και τηλεδιαχείρησης τραπεζικών λογαριασμών. Η πληροφορική επανάσταση ταυτίστηκε με τις αρχές της νέας πολεοδομίας, καθώς έδινε τη δυνατότητα οργάνωσης αποκεντρωμένων συστημάτων, εξασφάλιζε τη διαπροσωπική επικοινωνία σε συνθήκες αποξένωσης και προωθούσε ένα μοντέλο ισότητας. Η εφαρμογή της τεχνολογίας γέννησε αντιφάσεις: οι κάτοικοι ης Celebration αποφεύγουν να χρησιμοποιούν τις μπροστινές τους βεράντες και προτιμούν να επικοινωνούν διαδικτυακά. Το αν η ψηφιακή αυτή “επαφή” θα υποκαταστήσει επιτυχώς τη φυσική επαφή, παραμένει άγνωστο. Άγνωστο επίσης παραμένει και το αν η πληροφορική επανάσταση ευνοεί την αποκέντρωση της πληροφορίας ή τον κεντρικό της έλεγχο. Τα ερωτήματα αυτά είναι σίγουρα ευρύτερα από τα κοινοτικά ζητήματα της Celebration.

27


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ Η αξιοπιστία του ομίλου Disney και η “ιδιωτική διακυβέρνηση” που προώθησε στη Celebration προσέλκυσαν πλειάδα ενδιαφερόμενων αγοραστών στην πόλη. Η Celebration ήταν η πρώτη πόλη που συνέδεσε με τόσο διαυγή τρόπο τη διασκέδαση με τον κοινωνικό έλεγχο. Συνιστά, έτσι, μια “συντηρητική ουτοπία” με “άνεση μέσα - σύγκρουση έξω”. H Celebration μάλλον δεν αποτελεί υλοποίηση του οράματος του Disney για την EPCOT. Η πόλη δεν επιλύει τα κοινωνικά προβλήματα με τεχνολογικές εφαρμογές, αλλά τοποθετεί την τεχνολογία στο αφανές παρασκήνιο για να εστιάσει στις κοινοτικές υποδομές - προϋπόθεση για την ύπαρξη της “κοινότητας”. Πρόκειται, θα λέγαμε, για ένα συνδυασμό της τάσης για “επιστροφή στις ρίζες” με το θαυμασμό για την τεχνική πρόοδο. Αυτό το οποίο ο Disney καταφέρνει με επαγγελματικό τρόπο είναι να κατασκευάζει εμπειρίες με στυλ, μαγεία και τεχνική τελειότητα. Η προσομοίωση των εμπειριών γίνεται με κάποιον τρόπο πιο αληθινή και από την πραγματικότητα. Ενώ τα πλήθη τρομάζουν στη θέα ομοιωμάτων κροκοδείλων στην τεχνητή λίμνη ενός θεματικού πάρκου, λίγοι άνθρωποι αντιμετωπίζουν πραγματικούς αλιγάτορες σε ένα κοντινό ποτάμι. Η Celebration κάνει ακριβώς το ίδιο: “κατασκευάζει” μια απλή κοινοτική ζωή, κατά τα πρότυπα των ταινιών - όχι στη βάση πραγματικών εμπειριών.

MARKETING ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΕΜΠΕΙΡΙΩΝ

“ “

Σε ένα απόσπασμα από διαφημιστικό φυλλάδιο της Celebration εν έτει 1999, περιγράφεται: Πριν το Β’ Π.Π., πολλοί αμερικανοί ζούσαν σε μικρές πόλεις, απολαμβάνοντας μια απλή και ξέγνοιαστη ζωή. Η ζεστασιά των μικρών πόλεων χάθηκε στις πέντε τελευταίες δεκαετίες. Καθώς οι πόλεις μεγάλωναν και τα προάστια διαχέονταν, η αίσθηση της γειτονιάς γινόταν μια απλή ανάμνηση. Η Celebration προσφέρει την επιστροφή σε έναν πιο κοινωνικό και “ανοιχτό” τρόπο ζωής.

Όπως έχει σχολιαστεί, “η Celebration μας υπόσχεται εμπειρίες που ποτέ δεν ζήσαμε, αλλά πάντα αποζητούσαμε”. Το ζήτημα της τεχνολογίας θίγεται στο ίδιο φυλλάδιο ως εξής: Κάθε διαμέρισμα και σπίτι στην πόλη συνδέεται σε ένα δίκτυο οπτικών ινών με τηλέφωνο, εικόνα και υπηρεσίες δεδομένων. Η ιδέα είναι παλιομοδίτικη επικοινωνία “ένας προς έναν”, αλλά με προχωρημένη τεχνολογία.

Από τη στιγμή που οι νέες τεχνολογίες δύσκολα γίνονται πλήρως κατανοητές, η Celebration προσφέρει μια ατελή ελπίδα ως συντελεσμένη πραγματικότητα. Ο συνδυασμός προσομοιωμένου παρελθόντος και φανταστικού μέλλοντος είναι η συνταγή της επιτυχίας του Disney - απομένει να δούμε αν θα πετύχει και στη Celebration.

28


400

200

0

400

CELEBRATION CITY FL


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΠΑΡΑ ΤΗΡΗΣΕΙΣ Θεωρήσαμε σκόπιμο να δομήσουμε τις παρατηρήσεις μας με βάση τα δίπολα που εισάγαμε στην αρχή της εργασίας. Η αναζήτηση “νημάτων” με τον τρόπο αυτό ήταν ευκολότερη και πιο ξεκάθαρη.

ΑΣΤΙΚΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΦΥΣΗ Στην Torviscosa η επιστροφή στη Φύση είχε στοιχεία φασιστικής νοοτροπίας: η αμεσότερη σχέση με τη γη θα έδενε τους κατοίκους ισχυρότερα με το “χώμα”, και άρα την “πατρίδα”. Η πόλη ήταν ενταγμένη στα όρια μιας ευρύτερης προσπάθειας αποκέντρωσης με στόχο τον αποτελεσματικότερο κοινωνικό έλεγχο. Λίγα χρόνια αργότερα, στο Oak Ridge, η επιλογή μιας τοποθεσίας μέσα στο φυσικό περιβάλλον για τη χωροθέτηση της πόλης σχετιζόταν με ζητήματα μυστικότητας και ασφάλειας. Κανείς δεν έπρεπε να γνωρίζει για το Project Manhattan και οι δραστηριότητές του θα αναπτύσσονταν μακριά από τα πυκνά αστικά κέντρα. Στην εξοχή, ο οικισμός που θα συνόδευε το Project θα παρέπεμπε εντονότερα σε ειδυλλιακό αμερικάνικο οικισμό, κάμπτοντας τις αναστολές των καταπιεζόμενων κατοίκων. Στα Άσπρα Σπίτια η Φύση δεν αποτελεί προπαγανδιστικό εργαλείο, καθώς οι πολιτικές προθέσεις είναι λιγότερο σκιώδεις. Στόχος είναι η διαμόρφωση ενός φιλόξενου οικισμού με ελληνικά χαρακτηριστικά - ένα ελληνικό εργατικό χωριό δίχως γραφικότητες και υπερβολικούς συμβολισμούς. Ο ίσορροπημένος διάλογος του κτισμένου με το άκτιστο είναι περισσότερο σχεδιαστική κατάκτηση, παρά πολιτικός σχεδιασμός. Στη Celebration City, το αμερικάνικο όνειρο επανέρχεται πιο ζωντανό από ποτέ. Η διαχείριση του φυσικού τοπίου δεν αποτελεί συμπληρωματικό στοιχείο της δραστηριότητας της πόλης, αλλά βρίσκεται στον πυρήνα της μεταβιομηχανικής της λειτουργίας: η Φύση συμβάλλει στην κατασκευή εμπειριών. Αποτελεί και αυτή μέρος ενός παρελθόντος που ποτέ δε ζήσαμε αλλά πάντα αποζητούσαμε - ακόμη και αν δεν το ξέραμε.

ΜΟΝΤΕΡΝΟ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΟΝΤΕΡΝΟ Στην Torviscosa τα μεγάλα βιομηχανικά κελύφη με τις μοντέρνες όψεις ήταν σύμβολα τεχνολογικής προόδου. Την ίδια στιγμή όμως, μόλις λίγα μέτρα μακριά ο οικισμός αναπτυσσόταν χρησιμοποιώντας παραδοσιακά υλικά. Η κλίμακα ήταν σαφώς μικρότερη, κλίμακα “χωριού” και πυκνές φυλλωσιές σκαρφάλωναν στα ξύλινα μπαλκόνια των κατοικιών. Η ταυτόχρονη αναφορά σε παρελθόν και μέλλον ήταν δηλωτική μιας πόλης με διχασμένη ταυτότητα. Οι στρεβλώσεις ήταν εμφανείς ακόμη και στα υπερβολικά αγάλματα του Lodi με τις ρωμαϊκές αναφορές. Στο Oak Ridge το μοντέρνο πυρηνικό εργοστάσιο ήταν κρυμμένο - δεν διεκδικούσε το χαρακτήρα του συμβόλου της εξέλιξης. Αυτό, άλλωστε, επέβαλλε ο χαρακτήρας της δραστηριότητας που αναπτυσσόταν εκεί. Οι τυποποιημένες κατοικίες, αν και χτίστηκαν μαζικά και φτηνά, δεν είχαν μοντέρνες αναφορές - έπρεπε να δημιουργούν την αίσθηση αμερικάνικου προαστίου. Ο οικισμός έχει τις προτεραιότητες μιας μοντέρνας αστικής συγ-

30


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

κρότησης (διάκριση λειτουργιών, αποτελεσματικές συγκοινωνιακές συνδέσεις), αλλά τις ερμηνεύει μέσα από ένα πρίσμα κατασκευασμένης αμερικάνικης παράδοσης. Στα Άσπρα Σπίτια, ο οικισμός διατηρεί μια ελληνικότητα δίχως γραφικές εξάρσεις, αλλά το πολεοδομικό σχέδιο είναι απολύτως μοντέρνο. Οι μορφές δεν είναι επιτηδευμένες, αλλά έξυπνα ενταγμένες στο φυσικό τοπίο. Η περίοδος, άλλωστε της άκριτης εφαρμογής του Μοντέρνου σε οποιονδήποτε νέο οικισμό είχε παρέλθει. Η Celebration City δεν αντιμετώπισε αντίστοιχα διλήμματα. Τάχθηκε σαφώς υπέρ μιας επιστροφής σε μορφές του παρελθόντος. Έκρυψε, μάλιστα, οτιδήποτε θα μπορούσε να παραπέμψει άμεσα στο μέλλον, σε ένα δίκτυο αόρατων υποδομών. Η κατασκευή μιας φανταστικής ζωής κοντά στο Αμερικάνικο Όνειρο, θα βασιζόταν στην τεχνολογική πρόοδο, χωρίς να το δηλώνει.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Στην Torviscosa η κοινωνία θα συσπειρωνόταν γύρω από μια υπερσύγχρονη παραγωγική δραστηριότητα. Η μονάδα κατεργασίας βισκόζης είναι το “καμάρι” της πόλης μέχρι και σήμερα, όπως μαρτυρούν οι ηλικιωμένοι - σήμερα - εργάτες: “Ξέραμε ότι παίρναμε μέρος σε κάτι σπουδαίο”. Η τεχνολογία ήταν το όχημα της κοινωνικής συνοχής - την ώρα που εφαρμοζόταν στην πόλη η σκληρή φασιστική προπαγάνδα. Στο Oak Ridge η τεχνολογία ήταν κάτι στο οποίο κανείς δεν έπρεπε να αναφέρεται. Ακόμη και αν η δραστηριότητα ήταν το μόνο το οποίο ένωνε τους χιλιάδες εργαζόμενους, η κοινωνική ζωή έπρεπε να απέχει από αυτό. Η απομόνωση και οι σκληροί ρυθμοί δουλειάς έπρεπε να “μπαίνουν κάτω από το χαλί” όταν η πόρτα του εργοστασίου έκλεινε. Η τεχνολογία ήταν κρατικό μυστικό - οι κάτοικοι τα βράδια μαζεύονταν στο κοινοτικό εστιατόριο που ο επίσημος σχεδιασμός είχε προβλέψει. Στα Άσπρα Σπίτια ο οικισμός αναπτύχθηκε μακριά από τη μονάδα βωξίτη: η συνειδητή επιλογή αυτή είχε να κάνει με το ανάγλυφο, αλλά και την αίσθηση του “χωριού” που θα έπρεπε να αναδύεται. Η παραγωγική δραστηριότητα ήταν υγιής και ζωογόνος για την κοινότητα. Ο ελληνικός εργατικός πληθυσμός “διψούσε”, άλλωστε, για δουλειά μετά από τα καταστροφικά χρόνια του Β’ Π.Π. και του Εμφυλίου. Η τεχνολογία έδινε μια παραγωγική διέξοδο και το κοινωνικό όραμα ενός καλύτερου μέλλοντος. Στη Celebration η τεχνολογία δεν σχετίζεται με την παραγωγή. Ο υπολογιστής στη δεκαετία του 1990 έχει γίνει προσωπικός και η τεχνολογική πρόοδος έχει “εκδημοκρατιστεί” με την πληροφορική επανάσταση. Οι στόχοι της “Νέας Πολεοδομίας” που εφαρμόστηκε ως σχεδιασμός στην πόλη θα υλοποιούντο μέσα από την τεχνολογία: ψηφιακή κοινωνικοποίηση, αποκέντρωση των δεδομένων και ίση πρόσβαση στην πληροφορία. Η τεχνολογία εδώ θα πρόσφερε μια ιδιαίτερη “ψηφιακή” κοινωνική συνοχή.

ΠΡΟΟΔΟΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ ΑΞΙΕΣ Στην Torviscosa οι παραδοσιακές αξίες εισάγονταν διαστρεβλωμένες από τη φασιστική ιδεολογία. Η εργασία έπρεπε να είναι σκληρή για να επιτυγχάνεται η αυτάρκεια κατά τα παραφρασμένα νεορωμαϊκά ήθη. Παράλληλα, η “αγάπη για τη γη” θα διαπαιδαγωγούσε το “νέο ιταλό πολίτη” να “αγαπά την πατρίδα”. Η πρόοδος και η καινοτομία ήταν το μέσο για μια “νέα κοινότική ζωή” - οι προωθούμενες αξίες ήταν η προϋπόθεση. Στο Oak Ridge η πρόοδος δεν αποτελούσε αυτοσκοπό. Η ανάπτυξη μιας ατομικής βόμβας είναι, άλλωστε, αμφίβολο αν συνιστά πρόοδο. Στις πλατείες του Oak Ridge δεν ακούγονταν φουτουριστικά ποιήματα μελλοντολάγνων ιταλών καλλιτεχνών - δέσποζαν προπαγανδιστικές επιγραφές με συνθήματα: “προστάτεψε την πατρίδα” και “η πατρίδα σε χρειάζεται”. Οι συντηρητικές αξίες θόλωναν το τοπίο, ώστε να συντελεστεί απρόσκοπτα μια αμφισβητούμε-

31


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

νη πρόοδος. Στα Άσπρα Σπίτια ο εργατικός πληθυσμός ήταν επί το πλείστον γηγενής. Γι’ αυτό το λόγο, οι παραδοσιακές αξίες δεν χρειάστηκε να παραφραστούν - ήταν ήδη ισχυρά συνδεδεμένες με την περιοχή. Το ζήτημα ήταν να διαφυλαχθούν - να μην εξαφανιστούν κάτω από τον “αδιαφανή μανδύα” της προόδου. Ο Δοξιάδης με το σχεδιασμό του δημιούργησε μια πρότυπη κοινότητα με ενσωματωμένη ελληνικότητα. Η Ιστορία, μάλιστα φαίνεται να τον δικαιώνει, καθώς μέχρι και σήμερα τα Άσπρα Σπίτια διατηρούν χαρακτηριστικά της “άλλης” Ελλάδας που έχουν χαθεί ακομα και σε μακροβιότερους οικισμούς: αλληλοϋποστήριξη, αξιοπρέπεια και σεβασμός για τη Φύση. Στη Celebration οι αξίες μεταβάλλονται σε εμπορικό κόλπο. Αξίες και μνήμες που ένας κάτοικος αστικού κέντρου ποτέ δε θα γνώριζε αναβιώνουν πιο χρωματιστές και σκηνογραφημένες από ποτέ. Ο Disney μας καλεί να αποτελέσουμε μέρος μιας εικονικής πραγματικότητας. Όταν, μάλιστα αυτή επενδύεται και με τη μαγεία ενός καθημερινού τεχνολογικού θαύματος, το “πακέτο” καθίσταται ακαταμάχητο. Η πρόοδος παραμένει, ωστόσο, αόρατη, για να μη “βαρύνει” το καλοστημένο σκηνικό.

ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ Στην Torviscosa, η κοινότητα χτίζεται γύρω από μια φιλόδοξη τεχνολογική μονάδα, στη βάση της επανασύνδεσης των κατοίκων με τη γη και το ηρωικό παρελθόν. Η πόλη αποτελεί παράλληλα πεδίο κοινωνικών πειραμάτων: η μουσολινική προπαγάνδα διαπαιδαγωγεί το “νέο ιταλό πολίτη” σύμφωνα με ουτοπικά οράματα. Απώτατος στόχος, ο αποτελεσματικότερος κοινωνικός έλεγχος. Στο Oak Ridge ο κοινωνικός έλεγχος είναι εξίσου ισχυρός. Η πληροφορία για την ανάπτυξη της βόμβας δεν πρέπει να διαρρεύσει, η πόλη δεν αποτυπώνεται στους χάρτες και τα σύρματα της περίφραξης είναι “γυρισμένα προς τα μέσα”. Οι παροχές της κοινότητας και η προαστιακή εικόνα του οικισμού στόχο έχουν να αποπροσανατολίσουν τους κατοίκους από το πραγματικό τους πρόβλημα: την κοινωνική απομόνωση. Στα Άσπρα Σπίτια, δεν τίθενται ζητήματα κοινωνικού ελέγχου με την ίδια ένταση. Η διαμόρφωση της κοινότητας γίνεται με αμιγώς αρχιτεκτονικούς και πολεοδομικούς όρους Δεν χρειάζεται να συμπληρωθεί από φασίζουσες ιδεολογίες η συντηρητικά σλόγκαν. Ο κοινός στόχος είναι η παραγωγική εργασία και η κοινότητα στη βάση παραδοσιακών ελληνικών αξιών που δεν επιβλήθηκαν, αλλά βρήκαν πεδίο για να καλλιεργηθούν: τον οικισμό του Δοξιάδη. Στην Celebration City η κοινότητα έχει δύο διαστάσεις: τη φυσική και την ψηφιακή. Οι μπροστινές βεράντες των σπιτιών (front porches) μένουν σύνήθως άδειες, αλλά το δίκτυο οπτικών ινών είναι συχνά “φορτωμένο” με χρήστες. Αν και η πληροφορική επανάσταση θα μπορούσε να διευκολύνει την κοινωνικοποίηση, τελικά συντελεί στην παραγωγή μιας εικονικής πραγματικότητας - έννοιας σύμφυτης με τη Celebration City. Ο κοινωνικός έλεγχος είναι, μάλλον, ευκολότερος στα όρια μιας ψηφιακής κοινότητας, παρά μιας φυσικής.

Στη μεταβιομηχανική περίοδο της έκρηξης της πληροφορίας, οι πόλεις μας αναζητούν συνεχώς σημείο ισορροπίας σε αυτά τα δίπολα. Η τεχνολογία μπαίνει βαθύτερα στην καθημερινότητα μεταβάλλοντας την αστική ζωή. Το αν θα οξύνει τις διαφορές ή θα μας φέρει πιο κοντά στην κοινωνική ειρήνη, μένει να το δούμε.

32


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΥΤΟΠΙΑ: Οργανωμένοι Βιομηχανικοί και Μεταβιομηχανικοί Οικισμοί στον 20ο αιώνα

ΒΙΒΛΙΟ ΓΡΑ ΦΙΑ ΕΝΤΥΠΟ ΥΛΙΚΟ Robert H. Kargon & Arthur P. Morella, “Invented Edens : Techno-Cities of the Twentieth Century”, MIT Press, Cambridge, Massachussets, USA, 2008. Ruth Ben-Ghiat , “Fascist Modernities: Italy, 1922-1945 (Studies on the History of Society and Culture)”, University of California Press, Los Angeles, California, USA, 2001. Charles Jackson & Charles Johnson, “City Behind a Fence: Oak Ridge, 1942-1946”, University of Tennessee Press, Knoxville, Tennessee, USA, 1981. Ed Westcott , “Images of America: Oak Ridge, Tennessee”, Arcadia Publishing, Knoxville, Tennessee, USA, 2005 Κωνσταντίνος Δοξιάδης, “Ekistics: An introduction to the science of human settlements”, Hutchinson, New York City, New York, USA, 1968. Russ Rymer, “Back to the future: Disney reinvents the company town”, Harper’s, New York City, New York, USA, 1996.

ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΕΣ ΠΗΓΕΣ http://www.comune.torviscosa.ud.it/Biblioteca.3256.0.html http://www.primiditorviscosa.it/fabbrica/origini.htm http://www.behance.net/MartinMiller/frame/161741 http://www.cortn.org/government/Employment http://www.aspra.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=44&Itemid=27 http://ypeppas.blogspot.com/2009/06/blog-post_30.html http://www.intbau.org/essay8.htm http://www.celebration.fl.us/res_only/index.html

ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ Michelangelo Antonioni, “Sette Canne, Un Vestito”, I.C.E.T., Torviscosa, Udine, Friuli-Venezia Giulia, Italy, 1949.

33


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.