ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Πριν από χρόνια στο σχολείο...
Τεύχος 3ο / 1-11-2018
Η βέργα... (σελ. 2)
Η φάρσα... (σελ. 2)
Μια... χειρότερη μέρα (σελ. 3) Ωραία ήτανε...* (σελ. 4) Το σχολείο στο Νιοχώρι (σελ. 5) Μια μέρα στ’ Άγραφα (σελ. 6) Η Παλιά Παιδαγωγική (σελ. 8) Και καλά και άσχημα (σελ. 9)
Με τον κηδεμόνα σου... (σελ. 2)
Από τη γιαγιά μου, την Ελένη (σελ. 4) Μπαμπάς & Μαμά VS Παππούς & Γιαγιά (σελ. 5) Στο Παπαρούσι Ευρυτανίας (σελ. 6) Ο δάσκαλος του παππού... (σελ. 7) Το εμβόλιο... (σελ. 8)
ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Πριν από χρόνια στο σχολείο...
Η βέργα...
Τα παλιά σχολεία ήταν πολύ διαφορετικά από τα σχολεία σήμερα. Τα θρανία ήταν μονοθέσια και ένας δάσκαλος είχε την ευθύνη πολλών παιδιών. Τα παιδιά δεν ήταν χωρισμένα σε τμήματα και υπήρχε διαφορετικός τρόπος διδασκαλίας. Η μαμά μου , μου διηγήθηκε μια ιστορία από όταν ήταν στη Δευτέρα Δημοτικού. Ξεκίνησε πρωί πρωί με την τσάντα στον ώμο να πάει στο σχολείο. Φτάνοντας στο σχολείο χτυπάει το κουδούνι. Όλα τα παιδιά έκαναν γραμμές . Ένα μεγάλο παιδί σηκώθηκε για την προσευχή και ύστερα τους πήρε η δασκάλα και τους πήγε στην αίθουσα της δευτέρας. Όταν μπήκαν στην τάξη, όλοι οι μαθητές έβγαλαν τα βιβλία και τα τετράδιά τους. Η δασκάλα με τη σειρά της κάθισε στην έδρα και άρχισε το μάθημα. Όλα τα παιδιά την παρακολουθούσαν με προσοχή έκτος από ένα. Ένας συμμαθητής της μαμάς μου, έκανε ένα μεγάλο λάθος. Δεν παρακολουθούσε στο μάθημα, ενοχλούσε τους συμμαθητές του και το κυριότερο απ΄ όλα έκανε φασαρία, με αποτέλεσμα η δασκάλα να μην μπορεί να συνεχίσει το μάθημα. Θυμωμένη εκείνη για την διακοπή φώναξε στο παιδί να έρθει κοντά της. Αυτό χωρίς να ξέρει σηκώθηκε και πήγε κοντά στην δασκάλα. Η δασκάλα πήρε από την έδρα μια μεγάλη, χοντρή βέργα και πρόσταξε το παιδί να απλώσει το χέρι του. Εκείνος δεν το έκανε και αυτό είχε ως αποτέλεσμα η δασκάλα να χτυπάει τον μαθητή με τη βέργα στην πλάτη με όλη της τη δύναμη, ώσπου στο τέλος του έσπασε τη βέργα στην πλάτη. Το παιδί έκλαιγε . Ξαφνικά χτύπησε το κουδούνι. Όλοι τρομαγμένοι, μάζεψαν τα πράγματά τους, βγήκαν γρήγορα στο προαύλιο. Αυτό το γεγονός έχει μείνει χαραγμένο μέχρι και σήμερα στη μνήμη της μητέρας μου. Σήμερα ο παλιός τρόπος διδασκαλίας έχει καταργηθεί καθώς οι άνθρωποι δεν έχουν την ίδια αντίληψη με τότε.
Η φάρσα...
Σήμερα επισκέφτηκα την γιαγιά μου και μου είπε μια απίστευτη ιστορία από τα σχολικά της χρόνια. Μια μέρα που τα παιδιά στο σχολείο κάνανε διάλειμμα είχαν μείνει μέσα στην τάξη τέσσερεις συμμαθητές της γιαγιάς μου. Τα τέσσερα αυτά παιδιά είχαν ετοιμάσει μια φάρσα. Δίπλα από τον πίνακα, υπήρχε μια καταπακτή που οδηγούσε κάτω από τον πίνακα. Τα δύο παιδιά κρατούσαν τσίλιες και τα άλλα δύο άνοιγαν την καταπακτή Το ένα μπήκε μέσα και αμέσως μετά χτύπησε το κουδούνι. Η δασκάλα μπήκε στην τάξη για μάθημα και σήκωσε έναν μαθητή στον πίνακα. Το παιδάκι πήγε να γράψει στον πίνακα αλλά το άλλο που βρισκόταν στην καταπακτή κουνούσε τον πίνακα. Όλα τα παιδιά της τάξης γελούσαν ακόμη και η δασκάλα. Στο τέλος φυσικά δεν τους μάλωσε διότι το θεώρησε αστείο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣ. - Α4
ΒΑΛΙΑ Χ. – Α4
Με τον κηδεμόνα σου...
Ο παππούς μου γεννήθηκε την δεκαετία το '40 σε ένα ορεινό χωριό της Λευκάδας, όπου τα πράγματα ήταν αρκετά δύσκολα. Το σχολείο του ήταν πολύ διαφορετικό από το δικό μου σήμερα. Ήταν αρκετά μακριά από το χωριό και για να πάνε εκεί έπρεπε καθημερινά να περπατήσουν πολλά χιλιόμετρα χειμώνα - καλοκαίρι, μέσα στην βροχή και στον καύσωνα. Η μάθηση ήταν υποχρεωτική. Οι δάσκαλοι ήταν πολύ αυστηροί κι απαιτητικοί. Μια φορά λοιπόν ο παππούς μου ξέχασε να πάρει μαζί του στο σχολείο μια εργασία που είχε ζητήσει ο δάσκαλος του και αυτός για τιμωρία, αφού πρώτα τον χτύπησε στις παλάμες του με την χοντρή ξύλινη βέργα του, του είπε να πάει σπίτι του και να φέρει την εργασία του μαζί με τον κηδεμόνα του. Από τότε, κάθε βράδυ που ο παππούς έφτιαχνε την σάκα του, η οποία ήταν είτε από πανί, είτε την είχαν πλέξει στον αργαλειό οι γυναίκες, κοίταζε και ξανακοίταζε αν είχε τα βιβλία του και τις εργασίες για να μην τον τιμωρήσει ξανά ο δάσκαλος.
ΗΛΙΑΣ Π. – Α3 2
ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Πριν από χρόνια στο σχολείο...
Μια... χειρότερη μέρα
Ο παππούς ήταν έντεκα χρονών στην Πέμπτη δημοτικού σε ένα χωριό της Μυτιλήνης. Τον είχαν δείρει πολλές φορές , αλλά αυτή ήταν μία από τις πιο βάναυσες . Και μάλιστα, όταν δεν φταις και δεν μπορείς ούτε να αμυνθείς, ούτε να βρεις το δίκιο σου... Έτσι «δούλευε» τότε το σύστημα της «Παιδείας». 1970.Εποχή δικτατορίας . Ακόμα πιο δύσκολα, διότι βρισκόταν σε μια εποχή που είναι αδιανόητο να ζητήσεις το δίκιό σου. Μετά το καλοκαίρι ανοίγουν τα σχολεία και κανείς δεν σκέφτεται τι θα μάθει αλλά πόσες σφαλιάρες θα φάει και πώς θα τις αποφύγει. Ήταν ένα παιδί όπως όλα τα άλλα. Δεν ήταν όμως σκανταλιάρης. Προσπαθούσε να είναι πάντα διαβασμένος, γιατί οι γονείς του ήταν φτωχοί βιοπαλαιστές και δεν μπορούσαν να κάνουν «δώρα» στο δάσκαλο. Ο Τάσος ήταν εύπορος και έτσι ο δάσκαλος τον είχε στα όπα- όπα . Και η Βαγγελιώ και ο Χρήστος ήταν πλούσιοι, υπήρχε όμως μια διαφορά . Ο Τάσος ήταν πολύ σκανταλιάρης και προσβλητικός . Η Βαγγελιώ και ο Χρήστος έπαιζαν με όλα τα παιδιά αλλά όταν ο Τάσος έπαιζε, έπρεπε να είναι νικητής. Αλλιώς, αναλάμβανε ο δάσκαλος . Ήταν ένας πολύ ψηλός, καραφλός , ασχημομούρης με δυνατή μπάσα φωνή, μόνο που τον έβλεπες από μακριά σου ερχόταν... η ανάγκη σου. Ο μόνος που δεν είχε ανάγκη ήταν ο Τασούλης, ο Τασουλάκος... Αν έκανε κάτι αυτός, τον μπελά του εύρισκε κάποιος άλλος .Ήρθε και του παππού μου η σειρά. Μάθημα Ιστορίας . Ο δάσκαλος είχε φέρει κάτι φωτογραφίες του Μεταξά και κάτι άλλες με στρατιώτες μέσα στα χιόνια. Την ώρα που ήταν γυρισμένος στον πίνακα και τις κρεμούσε , πετάγεται ο Τάσος και λέει - Τι αστείος που είναι με αυτά τα γυαλάκια. Εξωφρενών γυρίζει ο δάσκαλος, το θεώρησε μεγάλη προσβολή και με ένα ουρλιαχτό λέει -Ποιος το είπε αυτό ; Σιωπή . Κανένας δεν κουνιέται .Όλοι ήξεραν ποιος το είπε. Και ο δάσκαλος. Χαρακτηριστική η φωνή .Και όλοι σκέφτονταν ότι, δεν πρόκειται να τον μαλώσει. Έ, καλά τώρα. Το κακό ξεκίνησε . Έρχεται προς το μέρος του παππού αγριεμένος, είχε κακές διαθέσεις .Ο παππούς έχει κολλήσει στο θρανίο του από το φόβο του. Ο δάσκαλος; Σα μανιασμένος ταύρος! Τρέχουν τα σάλια από το κακό του. -Ποιος νομίζεις ότι είσαι ; Και πριν ο παππούς προλάβει να πει κάτι, του έρχεται μια σβουριχτή σφαλιάρα. Πόνεσε τόσο πολύ που δεν μπόρεσε να κλάψει. Το θέμα θα έμενε εκεί αλλά ο Τασούλης μας ήθελε παιχνιδάκια και καθώς το θηρίο επέστρεφε στην έδρα του, σηκώνεται φτύνει στο χέρι του και φωνάζει φτου, χτυπώντας δυνατά το πίσω μέρος του κεφαλιού του. Έτσι κορόιδευαν τους καραφλούς. Ποιος είδε το Θεό και δεν φοβήθηκε . Οι λίγες τρίχες που είχε στην κορυφή ο δάσκαλος σηκώθηκαν, τα μάτια του κοκκίνισαν και έρχεται πάλι στον παππού. -Γιατί σε μένα; είπε. Δεν πρόλαβε να δικαιολογηθεί . Δεν κατάλαβε από πού ερχόντουσαν οι σφαλιάρες, οι κλωτσιές και οι μπουνιές. Ένα παιδάκι ήταν...Δέκα χρονών... Ζήτημα να ήταν είκοσι πέντε κιλά. Αφού ξεθύμανε, τον άφησε . Κι ο παππούς; Το δεξί του μάτι ήταν μαύρο, το αυτί ξεκολλημένο στο κάτω μέρος έτρεχε λίγο αίμα ,τα μάγουλά του κατακόκκινα και τα πλευρά του πονούσαν. Δεν έφτανε αυτό είχε και τον φταίχτη να τον κοροϊδεύει. Έκλαιγε βουβά . Το πώς πέρασε εκείνη η μέρα δεν ξέρει. Οι ώρες ήταν ατελείωτες . «Θεέ μου, σε παρακαλώ να μην έχουν τέτοιες εμπειρίες άλλα παιδιά. Όταν μεγαλώσω, θα γίνω δάσκαλος και δεν θα χτυπήσω ποτέ μου τα παιδιά», είπε μέσα του. ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΑΝΤ. – Α4
3
ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Πριν από χρόνια στο σχολείο...
Ωραία ήτανε...*
«Το σχολείο μου ήταν μονοτάξιο. Μία αίθουσα δηλαδή για όλες τις τάξεις, κάθε χρονιά ήμασταν γύρω στα είκοσι πέντε παιδιά. Εκείνη τη χρονιά στην πρώτη δημοτικού ήμασταν τρία παιδιά. Μέχρι την Τετάρτη δημοτικού, δάσκαλος μας ήταν ένας πολύ αυστηρός, αλλά καλός δάσκαλος, ο κύριος Θανάσης. Όταν κάποιος ερχόταν αδιάβαστος ή ήταν άτακτος χρησιμοποιούσε τη βέργα. Μία φορά τις έφαγα και εγώ! Στο σχολείο μας κάθε τάξη είχε τον κήπο της, και επειδή με τους άλλους δύο συμμαθητές μου πλημμυρίσαμε τον κήπο της πρώτης, και τα νερά πήγαν και στον κήπο της δευτέρας δημοτικού, έδωσε στον καθένα μας από μια βιτσιά στο χέρι. Μπορεί να σου φαίνεται πολύ σκληρός και κακός, αλλά θεωρώ πως αυτός ο άνθρωπος μου έμαθε να αγαπάω τη γνώση. Στην πέμπτη και στην έκτη είχαμε τον κύριο Γιάννη, ο ορισμός του καλού ανθρώπου και του κακού δάσκαλου. Ας πούμε μας έλεγε: «Όποιος θέλει ας κάνει αντιγραφή.» Είχαμε την τύχη στο χωριό μας να υπάρχει ένας φτωχός συγχωριανός μας, που πήγε στην Αμερική και πλούτισε. Μέγας ευεργέτης, γιατί φρόντισε να έχουμε στο σχολείο μια εξαιρετικά πλούσια βιβλιοθήκη. Όταν ο δάσκαλος έκανε μάθημα στις άλλες τάξεις μας έστελνε σε αυτήν για να διαλέξουμε κάποιο βιβλίο να διαβάσουμε. Εκεί, διάβασα όλα τα έργα του Ιουλίου Βερν και γνώρισα τον Καζαντζάκη, τον Παπαδιαμάντη και πολλούς άλλους κλασικούς συγγραφείς! Επίσης, ο «Αμερικάνος» φρόντισε να υπάρχει στο σχολείο μου ένας πολύ ωραίος γεωφυσικός, κεραμικός χάρτης κρεμασμένος στον τοίχο, που έδειχνε την Ελλάδα. Ήταν υπέροχος! Ο άνθρωπος που τον έφτιαξε είχε ζωγραφίσει από αρχαιολογικές λεπτομέρειες μέχρι και τα ψαράκια στη θάλασσα! Πηγαίναμε συχνά εκδρομές. Η πρώτη εκδρομή του χρόνου ήταν στο ποτάμι, όπου μαζεύαμε ξύλα και κλαδάκια για τη σόμπα του σχολείου. Άλλες φορές, πηγαίναμε στο βουνό, όπου κάναμε τσουλήθρα στις πλαγιές, ανάμεσα στις ελιές και στα πεύκα. Από τις πιο ενδιαφέρουσες εκδρομές ήταν όταν ο δάσκαλος μας και ο δάσκαλος του διπλανού χωριού κανόνιζαν να πάμε και τα δύο σχολεία στο ποταμάκι που χώριζε τα δύο χωριά. Τα σχολικά μου χρόνια είναι μία από τις πιο ωραίες αναμνήσεις της παιδικής μου ηλικίας.»
*Πίσω στο 1977, σε ένα μικρό χωριό της Εύβοιας η μητέρα μου πήγε πρώτη δημοτικού.
ΛΗΔΑ Σ. – Α3
Από τη γιαγιά μου, την Ελένη...
Αχ , αναπολώ τα χρόνια, παρόλο που τότε ήταν ένα σωστό μαρτύριο .Τότε έλεγα: «πόσο θα ήθελα να γίνω μεγάλη και να γλιτώσω από τις σχολικές σκοτούρες», μα τώρα που μεγάλωσα λέω: «να ξαναγυρίσω τον χρόνο πίσω» Τότε, όταν ένας μαθητής δεν ήξερε το μάθημα του, ο δάσκαλος του ζήταγε τα χέρια του και τον έδερνε με μια βέργα μέχρι να αρχίσει να κλαίει κι έπειτα τον έβαζε στον τοίχο με το ένα πόδι στον αέρα. Το πρωί πέρναγε ο δάσκαλος από έλεγχο όλα τα παιδιά και αν δεν είχαμε καθαρά μαλλιά και κομμένα νύχια έπαιρνε την βέργα και βάραγε τα αγόρια. Στα κορίτσια, αν δεν ήταν καθαρές οι ποδιές, μας έδινε και τρώγαμε την κιμωλία. Τα θρανία μας ήταν πράσινα και ξύλινα, ενιαία με το κάθισμα και η έδρα του δάσκαλου ήταν πάνω σε μια ξύλινη βάση. Το σχολειό δεν είχε ρεύμα ούτε πετρέλαιο και θερμαινόταν με ξυλοκόπα. Κάθε μέρα πηγαίναμε στο σχολειό και από ένα μεγάλο κούτσουρο. Πολλά παιδιά, όπως και εγώ, είχαμε πρόβλημα, γιατί τα σπίτια μας ήταν μακριά από το σχολειό και αναγκαζόμασταν να περπατάμε δυο ώρες με το βαρύ κούτσουρο στην πλάτη μας. Τα ωράρια ήταν πρωί και απόγευμα, γιατί τα παιδιά ήταν πολλά και οι δάσκαλοι μόνο δυο, άλλες φορές είχαμε εξάωρο και άλλες οκτάωρο. Τέλος, το σχολειό δεν είχε καθαρίστριες και έτσι τέσσερα παιδιά κάθε μέρα δυο αγόρια και δυο κορίτσια καθάριζαν την τάξη. 4
ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Πριν από χρόνια στο σχολείο...
Το σχολείο στο Νιοχώρι
Ο παππούς μου μεγάλωσε και πήγε σχολείο στο Νιοχώρι της Μεσσηνίας. Το σχολείο του ήταν μονοθέσιο και όλα τα παιδιά όλων των τάξεων του Δημοτικού έκαναν μάθημα στη ίδια αίθουσα και μάλιστα με την ίδια δασκάλα. Αυτό γινόταν, γιατί το χωριό του ήταν αρκετά μικρό και επιπλέον πολύ λίγα παιδιά από κάθε τάξη πήγαιναν σχολείο, δηλαδή η κάθε τάξη είχε 4-6 μαθητές όλους κι όλους, διότι τότε δούλευαν και τα ανήλικα παιδιά. Σύμφωνα με αυτό το σύστημα τα παιδιά των μεγαλύτερων τάξεων έκαναν ξανά και ξανά επαναλήψεις στις γνώσεις που είχαν αποκτήσει από τα προηγούμενα χρόνια. Επίσης, τότε διδάσκονταν καθημερινά μέχρι και το Σάββατο από τις 8 το πρωί μέχρι τις 1 το μεσημέρι και από τις 4 το απόγευμα μέχρι τις 5 αλλά χωρίς εργασίες και διάβασμα για το σπίτι. Η δασκάλα που του έκανε όλα τα μαθήματα εκτός από τα Θρησκευτικά ονομαζόταν Δήμητρα ενώ αυτή που του μάθαινε Θρησκευτικά την έλεγαν Ειρήνη. Η κυρία Δήμητρα ήταν μια πάρα πολύ καλή δασκάλα και κατά τύχη την γνώρισα κι εγώ πρόπερσι το καλοκαίρι που είχα πάει σε ένα γάμο μαζί με τον παππού και την γιαγιά μου, όταν παντρευόταν ο γιος της μια ανιψιά του παππού μου. Από ό,τι μου είπε ο παππούς μου, η κυρία Ειρήνη χτυπούσε με την βέργα όποια παιδιά ήταν ζωηρά μέσα στην τάξη ενώ ο διευθυντής τα χτυπούσε μόνο όταν έκαναν αταξίες και ζημιές. Όσο ο καιρός το χειμώνα ήταν καλός, η καθημερινότητα κυλούσε γρήγορα και αρμονικά αλλά όταν ο καιρός κρύωνε λιγάκι η καθημερινότητα για τα παιδιά κυρίως των μεγαλύτερων τάξεων δυσκόλευε αρκετά. Κι αυτό γιατί, όταν το μάθημα το απόγευμα τελείωνε τα αγόρια της έκτης τάξης πήγαιναν και μάζευαν ξύλα, ώστε την επόμενη μέρα να είχαν αρκετά, για να ανάψει η ξυλόσομπα του σχολείου και να ζεσταθεί αρκετά η αίθουσα. Τα πρωινά, όταν τα παιδιά φτάνανε στο σχολείο, τους δινόταν δωρεάν φρέσκο γάλα ,το έπιναν και ύστερα ξεκινούσαν το μάθημα ενώ όταν το μάθημα τελείωνε τους έδιναν πάλι δωρεάν ένα μεγάλο κομμάτι φρέσκο τυρί συσκευασμένο σε νάιλον σακουλάκι και μία ολόκληρη φραντζόλα χωριάτικο ψωμί για τις οικογένειες τους. Αυτό ήταν μια δωρεά του δημάρχου προς τις πολύτεκνες οικογένειες.
Μπαμπάς και Μαμά
Ο μπαμπάς μου και η μαμά μου, κατά την εκπαίδευσή τους στο Δημοτικό Σχολείο, μαθήτευσαν σε ένα σχολείο στην πόλη. Το σχολείο ήταν εξατάξιο και παρόμοιο με το σημερινό. Η διαφορά του παλιού με το σημερινό Δημοτικό Σχολείο ήταν πως υπήρχαν λιγότερα και ευκολότερα μαθήματα. Χρησιμοποιούσαν, αντί για υπολογιστές, εγκυκλοπαίδειες. Διάβαζαν πολλά εξωσχολικά βιβλία και εφημερίδες. Ακόμη πήγαιναν εκδρομές σε μουσεία. Τα περισσότερα παιδιά έκαναν εξωσχολικές δραστηριότητες που αφορούσαν τον αθλητισμό και την μουσική. Μετά το σχολείο είχαν πολύ ελεύθερο χρόνο για να παίξουν. Δεν έπαιζαν ηλεκτρονικά παιχνίδια, όπως σήμερα. Μαζευόντουσαν σε παρέες και έπαιζαν έξω στο δρόμο διάφορα παιχνίδια όπως μήλα, κρυφτό, κυνηγητό, ποδόσφαιρο, μπίλιες και άλλα.
vs
Παππούς και Γιαγιά
Ο παππούς μου και η γιαγιά μου κατά την, φοίτησή τους στο Δημοτικό Σχολείο, μαθήτευσαν σε ένα σχολείο σε ένα ορεινό χωριό. Το σχολείο ήταν εξατάξιο. Υπήρχε μόνο ένας δάσκαλος. Όλα τα παιδιά μαθήτευαν στην ίδια τάξη. Το κάθε παιδί ήταν υποχρεωμένο να φέρει ένα ξύλο για να ανάψουν την φωτιά για να ζεσταθούν. Κάθε ημέρα ένα παιδί αναλάμβανε να ανοίξει το σχολείο και να ανάψει την φωτιά για να είναι ζεστό. Όσο για τις αταξίες, κάθε παιδί που έκανε αταξίες, γύρναγε τρεις φορές το σχολείο, ακόμα και με χιόνι ή βροχή. Τα διαλείμματα ήταν μεγάλα σε διάρκεια. Τα παιδιά, συνήθως, έπαιζαν παιχνίδια όπως κρυφτό, κυνηγητό, ποδόσφαιρο, μακριά γαϊδούρα, μήλα και άλλα. ΧΡΗΣΤΟΣ Τ. – Α4 5
ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Πριν από χρόνια στο σχολείο...
Στο Παπαρούσι Ευρυτανίας...
Το σχολείο όσα χρόνια κι αν περάσουν θα είναι πάντα χαραγμένο στη μνήμη μας και στην καρδιά μας. Αλλιώς ήταν τα σχολικά χρόνια στην εποχή των παππούδων μας και των γονιών μας και αλλιώς είναι τα πράγματα για μας τους μαθητές σήμερα. Κάνοντας μια αναδρομή σε προηγούμενα χρόνια, θα καταγράψουμε τις εμπειρίες της γιαγιάς μου από τα δικά της σχολικά χρόνια. « Πριν από χρόνια, στο Δημοτικό στο Παπαρούσι της Ευρυτανίας και πριν τη δωρεάν Παιδεία (1964), θυμάμαι δεν είχαμε δωρεάν βιβλία. Είχαμε ένα κουτάλι, μια πένα, ένα τετράδιο και τα βιβλία τα αγοράζαμε καινούργια ή μεταχειρισμένα ή τα δανειζόμασταν από άλλα παιδιά. Οι τάξεις μας δεν είχαν πάντα θέρμανση ή φως, επικρατούσε κρύο και γι’ αυτό ο δάσκαλος ζητούσε κάθε μέρα απ’ τον καθένα μας να φέρνει ένα κούτσουρο για να ζεσταθούμε στη φωτιά. Για μένα όμως, αυτό δεν ήταν εύκολο, καθώς δεν υπήρχε Δημοτικό στο χωριό μου και χρειαζόταν να περπατάω μία ώρα περίπου μέχρι το σχολείο. Θυμάμαι η τσάντα μου δεν ήταν χρωματιστή όπως η δική σας αλλά καφέ, δερμάτινη και ακριβή, ώστε να την έχω για όλες τις τάξεις του Δημοτικού. Το ντύσιμό μας ήταν απλό για αγόρια και κορίτσια: μπλε ποδιά με άσπρο γιακά. Ήμουν καλή μαθήτρια και πάντα διαβασμένη, γιατί ήθελα να μάθω και για να αποφεύγω το χάρακα ή τη βέργα του δασκάλου, αν δεν ήξερα το μάθημα. Βλέπεις τότε πίστευαν ότι «το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο». Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον ήχο απ’ το κουδούνι, που χτυπούσε ο επιστάτης για τα διαλείμματα, τον μαυροπίνακα, το αριθμητήριο και τα πράσινα ξύλινα σχολικά θρανία μας.» ΧΡΙΣΤΙΑΝΝΑ Β.-Α4
Μια μέρα στ’ Άγραφα...
Ήταν το 1936. Βρέθηκα στην πλατεία του χωριού με τον Κωστή και ξεκινήσαμε για το σχολείο. Ήταν μια μέρα με πολύ κρύο, κάτι φυσικό για τα’ Άγραφα. Δεν άργησε πολύ ν’ αρχίσει το χιόνι. Μέσα σε πέντε λεπτά περπατήματος, το χιόνι είχε μπει στην κάλτσα και είχε γίνει νερό. Με μουσκεμένα ρούχα, μπήκαμε στην τάξη του σχολείου. Όλοι μας είχαμε μαζευτεί γύρω απ’ την ξυλόσομπα. Ο δάσκαλος δεν είχε έρθει ακόμη, πράγμα περίεργο για τον κύριο Δανέζη. Όταν έφτασε, μια ώρα αργοπορημένος, δεν είχε μεγάλη διαφορά από ένα χιονάνθρωπο. Ήταν καλυμμένος με χιόνι και μωβ απ’ το κρύο. Είχε πολλά νεύρα και δεν είπε κουβέντα σε κανέναν. Τα ξύλα της σόμπας είχαν τελειώσει. Απογοητευμένος από την κατάσταση, πέταξε τη βίτσα που μας έκαιγε τα χέρια κάθε μέρα, όταν δεν ήμαστε ήσυχοι. Εκείνη την ημέρα προσπαθούσαμε μόνο να προστατευτούμε απ’ το χιόνι και το κρύο. ΧΡΙΣΤΙΑΝΝΑ Χ.-Α4 6
ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Πριν από χρόνια στο σχολείο...
Ο δάσκαλος του παππού...
Συγκρίνοντας το παρελθόν με το παρόν, εντοπίζουμε πολλές αλλαγές στους τομείς της ζωής μας. Ένας από αυτούς είναι και η εκπαίδευση. Στην εποχή των παππούδων μας τα πράγματα δεν ήταν όπως σήμερα. Εκείνη την εποχή οι δάσκαλοι ήταν πιο αυστηροί και έδερναν τα παιδιά αλύπητα, όταν έκαναν κάποια αταξία. Άλλες φορές οι δάσκαλοι έδερναν τα παιδιά για όχι και τόσο σημαντικούς λόγους και άλλες φορές για σημαντικότερους λόγους που όμως, θα μπορούσαν να λυθούν με μια απλή συζήτηση. Χαρακτηριστικά είναι και τα παρακάτω περιστατικά που μου διηγήθηκε ο παππούς μου από την δική του σχολική εμπειρία. Ο παππούς μου είχε έναν πολύ καλό δάσκαλο, όταν ήταν στην πρώτη δημοτικού. Τους δίδασκε σωστά την ύλη και τους εξηγούσε τις ασκήσεις και τα μαθήματα. Είχε όμως ένα ελάττωμα. Δεν του άρεσε να παίζουν τα παιδιά. Νόμιζε πως τα παιδιά έπρεπε όλη μέρα να διαβάζουν και όχι να περνούν την ώρα τους παίζοντας. Όποιος δεν τηρούσε αυτόν τον κανόνα είχε σοβαρές κυρώσεις. Μια μέρα που ο παππούς μου και τα αγόρια της γειτονιάς του αποφάσισαν να πάνε στον « Πύργο της Βασιλίσσης» να παίξουν μπάλα, ο δάσκαλος κατάλαβε την απουσία τους και τους βρήκε να παίζουν. Την επόμενη μέρα τους έβαλε τιμωρία να γράψουν χίλιες λέξεις άγνωστη ορθογραφία και, όπως ήταν αναμενόμενο, κανείς δεν τις έγραψε σωστά όλες. Γι’ αυτό, ο δάσκαλος τους έδειρε με την βίτσα στα χέρια και τα πόδια μέχρι να ματώσουν. Αλλά δεν έφτανε μόνο το βασανιστήριο μέσα στο σχολείο! Ο δάσκαλος περιφερόταν κάθε απόγευμα στο χωριό, για να δει αν διαβάζουν οι μαθητές του. Αν δεν διάβαζαν τους τιμωρούσε αυστηρά. Αν τους έβλεπε στον δρόμο παιδιά, τα ρωτούσε πού πήγαιναν. Τους είχε πει, όταν πήγαιναν στο μπακάλικο, να έχουν πάντα μαζί τους ένα μπλοκάκι στο οποίο θα υπολόγιζαν πόσο θα πλήρωναν. Έτσι, μια μέρα συνάντησε τον παππού μου και τον ρώτησε πού πήγαινε. Όταν ο παππούς του είπε πως πήγαινε στο μπακάλικο, εκείνος τον συνόδευσε ως εκεί. Ο παππούς μου ζήτησε από τον μπακάλη μισή οκά μακαρόνια και μισή οκά ντομάτες, έκανε τον υπολογισμό και είπε στο δάσκαλο πως θα πληρώσει δέκα δραχμές. Έκανε όμως λάθος, αφού ήταν μόλις στην πρώτη δημοτικού και δεν ήξερε να κάνει σωστά τις προσθέσεις και τις αφαιρέσεις. Την επόμενη μέρα για τιμωρία ο δάσκαλος τον χτύπησε σαράντα φορές με την βίτσα στα χέρια. Το σχολείο, ευτυχώς, έχει αλλάξει πολύ από τότε και δεν έχουμε τόσο τραυματικές εμπειρίες!
7
ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Πριν από χρόνια στο σχολείο...
Το εμβόλιο...
Οι παππούδες μας πήγαιναν σχολείο , πρωί , απόγευμα , αλλά και τα Σάββατα . Πήγαιναν σε διθέσιο σχολείο . Το πρωί έκαναν ανάγνωση και αριθμητική και το απόγευμα , τα υπόλοιπα μαθήματα . Επειδή δεν υπήρχαν βιβλία , έγραφαν σε τετράδιο τα μαθήματα που τους υπαγόρευε ο δάσκαλος . Όλα τα παιδιά, αγόρια και κορίτσια φορούσαν ποδιές. Κάθε Κυριακή , γιορτή και στους Χαιρετισμούς , ο εκκλησιασμός ήταν υποχρεωτικός . Πολλά παιδιά έμεναν στην ίδια τάξη, γιατί οι γονείς δεν ήξεραν να τα βοηθήσουν αλλά και γιατί δούλευαν στα χωράφια .Ο παππούς μου, εκτός από τα παραπάνω, μου διηγήθηκε ένα αστείο περιστατικό αυτών των χρόνων . Όταν κάποτε πήγε κλιμάκιο γιατρών για να τους κάνει εμβόλιο , όλα τα παιδιά , έφυγαν από το παράθυρο . Κατόπιν τιμωρήθηκαν και από τους γονείς τους , και από τον δάσκαλο . ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΑ Τ.-Α3
Η ΠΑΛΙΑ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ
Μια μέρα η γιαγιά μου είπε μια παλιά ιστορία απ’ το Δημοτικό σχολείο, όπου φοίτησε. Το σχολείο ήταν πολύ μακριά από το σπίτι της και ήταν αναγκασμένη να πηγαίνει με τα πόδια, κάθε χειμώνα με το κρύο και κάθε καλοκαίρι με την αφόρητη ζέστη Μας είπε ότι όλοι οι δάσκαλοι ήταν πολύ αυστηροί με τα παιδιά. Κάθε φορά που κάποιο παιδί δεν έκανε τα μαθήματά του, ο δάσκαλος τον άρπαζε και τον χτύπαγε με τη βέργα, μέχρι να ματώσει το χέρι του και όταν κάποιο παιδί δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του, το έβαζε τιμωρία όρθιο στον πίνακα, μέχρι το τέλος της ώρας. Μια μέρα τα πράγματα αγρίεψαν! Ένας δάσκαλος που δίδασκε Γεωγραφία στην τάξη της γιαγιάς μπήκε με άγριο βλέμμα και φώναξε στα παιδιά να καθίσουν στα θρανία τους. Ένας μαθητής σήκωσε το χέρι του και ρωτάει το δάσκαλο: « Σε πόση ώρα χτυπάει το κουδούνι;». Επιτόπου τον άρπαξε και τον χτύπαγε με τη βέργα στο κεφάλι και στα χέρια με τόση δύναμη που το παιδί λιποθύμησε. Αμέσως, έστειλε ένα παιδί να φωνάξει το Διευθυντή. Αυτός αναστατώθηκε πολύ και φώναξε το γιατρό του χωριού. Όλα τα παιδιά φοβήθηκαν για το συμμαθητή τους. Ευτυχώς, συνήρθε αλλά χρειάστηκε να μείνει 2-3 μέρες στο σπίτι. Μόλις τέλειωσε την αφήγηση, η γιαγιά, με δάκρυα στα μάτια, μας είπε πως ευτυχώς στην εποχή μας δε γίνονται αυτά.... ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Π.-Α3 8
ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Πριν από χρόνια στο σχολείο...
Και καλά και άσχημα... Η γιαγιά μου στο Δημοτικό, πέρασε και καλά και άσχημα. Στην Πρώτη και στη Δευτέρα είχε έναν αυστηρό Κύριο αλλά ευτυχώς δεν τους χτυπούσε πολλές φορές με τη βέργα. Στην Τρίτη και μέχρι την Πέμπτη είχε ένα δάσκαλο, που κάθε φορά που τα παιδιά έλεγαν μια απάντηση ή άσκηση λάθος τα βάραγε πάρα πολύ, μέχρι να ματώσουν τα χέρια τους. Πάντα κάθε Έκτη τάξη είχε δάσκαλο το Διευθυντή, όπως και η γιαγιά μου. Ήταν καλός με τα παιδιά αλλά, όταν έκαναν φασαρία, έτρεχαν να σωθούν!! Μετά από χρόνια, στο ίδιο σχολείο πήγε και ο μπαμπάς μου. Κάποιο δάσκαλοι ήταν εκεί, κάποιοι είχαν πάρει σύνταξη. Έτσι, η γιαγιά μου τους συνάντησε και χάρηκαν που την είδαν. Ευτυχώς σήμερα στα σχολεία δε μας βαράνε!!
ΕΛΕΝΗ Π.- Α3
9