Προορισμός:
Πάρκο
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Προορισμός : Πάρκο Πράσινοι, αστικοί, τουριστικοί τόποι Σουβατζή Αλεξάνδρα α.μ. 1347
ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΙΣΩΠΟΣ
ΠΑΤΡΑ Ακαδημαïκό Έτος 2017 - 2018
Περίληψη Η μελέτη αυτή επικεντρώνεται στον εντοπισμό και στην ανάλυση μεγάλων αστικών πάρκων που λειτουργούν ως τοπικοί και υπερτοπικοί προορισμοί στα αστικά κέντρα. Οι τόποι αυτοί, αφιερώνονται στον αστικό τουρίστα, που καταναλώνει το μέρος με τον ίδιο τρόπο, είτε πρόκειται για κάτοικο της πόλης, είτε για επισκέπτη από αλλού. Στο πλαίσιο της εργασίας διερευνώνται αρχικά, η ιστορική εξέλιξη του τουρισμού, οι μεταβάσεις στον τρόπο κατανάλωσης του φυσικού τοπίου και τα πρώτα βήματα του αστικού τουρισμού. Στη συνέχεια, εντοπίζονται τα στοιχεία που ανάγουν ένα μέρος σε προορισμό και οι τρόποι που αναπτύσσεται η τουριστική δραστηριότητα. Έπειτα, αναλύονται 4 παραδείγματα τουριστικών πάρκων, 2 από το εξωτερικό και 2 από την ελληνική πραγματικότητα, έτσι ώστε να διερευνηθεί η σχέση τους με την πόλη και με τους επισκέπτες. Σκοπός της εργασίας είναι να εντοπιστούν οι λόγοι που ανυψώνουν κάποια πάρκα σε υπερτοπικούς προορισμούς, έναντι των υπόλοιπων πράσινων χώρων της πόλης. Αναλύεται η θέση τους, η σχέση με τα αξιοθέατα, το πρόγραμμα δραστηριοτήτων πού περιλαμβάνουν και ο ρόλος του σχεδιασμένου φυσικού τοπίου. Τέλος, παρατίθενται τα συμπεράσματα που προέκυψαν μέσα από την έρευνα για τους χώρους αυτούς, για την τουριστική αξία τους μέσα στην πόλη.
Abstract The current paper is focused in locating and studying great city parks that can also be perceived as international tourist landmarks. The urban tourists are drawn by these places, either if they are a member of the local community or visitors from overseas. To confront this subject, primary are researched the history of tourism, the evolution of natural landscape consumption and the first appearance of urban tourism. Then, it is essential to understand how a place is turned into a destination and the variety of actions that are included in the tourist performance. Finally, through analyzing 4 case studies, it is intended to find the relations between the park, the city, and the visitors. From the projects chosen, 2 are an example of Greek reality and 2 are destinations from abroad. The purpose of this paper is to find the reasons why some parks are functional destinations, yet other parks are just green spaces in the urban texture. To do so, they are considered by their location, their correlation with the local landmarks, the activities they include, and the central role of landscaped spaces. As a conclusion, the results of the research are presented, in order to understand the touristic value of these places for the city.
Περιεχόμενα Εισαγωγή
2
Κεφάλαιο 1: Τουρισμός: Ιστορία, πόλεις και φυσικό τοπίο 1.1. Εώς και τον 17ο αιώνα 1.1.i. Τα πρώτα βήματα του ταξιδιού για αναψυχή 1.2. 18ος – 19ος αιώνας 1.2.i. Ρομαντικό κίνημα και τουριστική κινητικότητα 1.2.ii. Η ανάπτυξη του μαζικού τουρισμού 1.2.iii. Οργανώνοντας το τουριστικό πλαίσιο 1.3. 20ος αιώνας εως σήμερα 1.3.i. Μετά το μαζικό τουρισμό 1.3.ii. Η διαχείρηση του αστικού τουρισμού 1.3.iii. Μια νέα εποχή 1.3.iv. H τουριστική εξέλιξη των αστικών κέντρων 1.4. Φυσικό τοπίο και τουρισμός 1.5. Η θεμελίωση του αστικού τουρισμού 1.5.i Το Λονδίνο 1.5.ii. Το Παρίσι
6 6 9 9 10 11 13 13 14 15 17 20 22 22 24
Κεφάλαιο 2: Σχεδιάζοντας την τουριστική δραστηριότητα 2.1. Το σχεδιασμένο φυσικό τοπίο 2.1.i. Πώς γίνεται αντιληπτό 2.2.ii. Το φυσικό τοπίο ως αξιοθέατο στην πόλη 2.2. Τουριστικές συνοικίες, το τουριστικό βλέμμα και ροές κυκλοφορίας 2.2.i. Περιοχές μείξης 2.2.ii. Τί είναι το τουριστικό βλέμμα; 2.2.iii. Τόποι και ροές κυκλοφορίας 2.3. Παράγοντες που ανάγουν το μέρος σε προορισμό 2.3.i. Τουριστικοί δείκτες 2.3.ii. Η σκηνοθετημένη πόλη 2.3.iii. Αύρα και τεχνική αναπαραγωγή εικόνων 2.4. Η τουριστική επιτέλεση στην πόλη
32 32 33 36 36 36 37 40 40 41 42 45
Κεφάλαιο 3: Μελέτη παραδειγμάτων 3.1. Regent’s Park, London 3.2. The High Line, New York 3.3. H Νέα Παραλία, Θεσσαλονίκη 3.4. Κέντρο Πολιτισμού ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, Αθήνα
51 57 67 76
Κεφάλαιο 4: Συμπεράσματα
84
Βιβλιογραφία
90
1
Εισαγωγή Ένα νέο είδος πάρκου έχει κάνει την εμφάνισή του στις σύγχρονες πόλεις : Το πάρκο ως προορισμός ψυχαγωγίας. Επιμόρφωση, αθλοπαιδιά και αναψυχή συναντιούνται εκεί, και δημιουργούν μια ιδιαίτερη μορφή αστικού τουρισμού. Για να προσεγγιστεί ο τρόπος που καταναλώνονται αυτά τα πάρκα πρέπει πρώτα να απαντηθούν τα εξής ερωτήματα : Πώς αναπτύχθηκε ο αστικός τουρισμός ; Πότε οι κάτοικοι συμπεριφέρονται ως τουρίστες στην πόλη τους ; Πώς καταναλώνεται ένα φυσικό τοπίο ; και εν τέλη, Πώς στήνεται ένας τουριστικός προορισμός ; . Σκοπός της εργασίας είναι να εντοπιστούν οι λόγοι που ανυψώνουν κάποια πάρκα σε υπερτοπικούς προορισμούς, έναντι των υπόλοιπων πράσινων χώρων της πόλης. Η ανάπτυξη του τουρισμού ανέκαθεν ήταν συνδεδεμένη με την κατανάλωση του φυσικού τοπίου. Όμως, στην περίπτωση των αστικών κέντρων, η κατανάλωση του τοπίου αφορά ej;isoy τον αστικό ιστό και τη ζωή των κατοίκων. Τα μεγάλα αστικά πάρκα είναι ικανά να φέρουν κοντά αυτά τα δύο είδη τοπίων και να αποτελέσουν ενεργές περιοχές κοινωνικής μείξης, εφόσον σχεδιαστούν βάση συγκεκριμένων στρατηγικών επιλογών. Μόνο έτσι το τοπίο γίνεται τόπος, δηλαδή χώρος που αναπτύσσονται δραστηριότητες, ικανός να κεντρίσει το τουριστικό ενδιαφέρον των κατοίκων και των επισκεπτών ομοίως. Το πρώτο κεφάλαιο επικεντρώνεται στην ιστορική εξέλιξη του τουρισμού, ώστε να διασαφηνιστούν τα βήματα που οδήγησαν στην τουριστική δραστηριότητα όπως συμβαίνει στη σύγχρονη εποχή. Επίσης, περιγράφεται η σχέση του τουρισμού με το φυσικό τοπίο, και η εξέλιξη του τρόπου που καταναλώνεται. Ακόμη, καταγράφονται τα στάδια διαχείρισης του αστικού ιστού που συνέβαλλαν στην ανάπτυξη του αστικού τουρισμού και στη σκηνοθεσία τα πόλης ως προορισμό, με πρωτοπόρους τις πόλεις του Λονδίνου και του Παρισιού. Το δεύτερο κεφάλαιο αφορά τον τρόπο με τον οποίο αναπτύσσεται ο τουρισμός στις πόλεις. Για να δημιουργηθεί ένας τουριστικός προορισμός πρέπει η πόλη να σκηνοθετηθεί και να προβληθεί κατάλληλα, τόσο γύρω από τα αξιοθέατα, όσο και στις πιο «παρασκηνιακές» περιοχές της. Επιπλέον, προσδιορίζονται οι έννοιες του τουριστικού βλέμματος και της τουριστικής επιτέλεσης, αναδεικνύοντας τη σημασία τους για την ανάπτυξη των σεναρίων κοινωνικής διάδρασης και μείξης. Στο τρίτο κεφάλαιο αναλύονται 4 παραδείγματα πάρκων – προορισμών μεγάλων αστικών κέντρων. Για να δημιουργηθεί συνολική εικόνα των τόπων, επιλέγονται 2 έργα από το εξωτερικό και 2 έργα από την ελληνική πραγματικότητα. Αυτά είναι: το Βασιλικό πάρκο Rigent’s στο Λονδίνο, η διαδρομή High Line στη Νεα Υόρκη, η ανάπλαση της Νέας Παραλίας στη Θεσσαλονίκη και το πάρκο του ΚΠΣΝ στην Αθήνα. Τέλος, στο τέταρτο κεφάλαιο, παρατίθενται τα συμπεράσματα που προέκυψαν μέσω της έρευνας για τους παράγοντες που αναδεικνύουν ένα πάρκο σε αστικό προορισμό. Η κινητικότητα των τόπων αυτών συνεισφέρει ενεργά στην κατανάλωση της πόλης από τον αστικό τουρίστα, καθώς δημιουργείται μια νέα εικόνα της και προκύπτει μια μοναδική κατάσταση δράσεων, που δεν μπορεί να βρεθεί σε κάποιο άλλο σημείο της πόλης.
2
3
Κεφάλαιο 1 Τουρισμός: Ιστορία, πόλεις και φυσικό τοπίο
4
1.0.
Ο τουρισμός αποτελεί αδιαμφισβήτητα χαρακτηριστική δραστηριότητα του σύγχρονου ανθρώπου και πολλοί τομείς της σύγχρονης κοινωνίας είναι αφιερωμένοι σε αυτόν. Σε πολλές περιπτώσεις η οικονομική ανάπτυξη μιας περιοχής είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την τουριστική ανάπτυξη καθώς επίσης πολλά είναι τα παραδείγματα που ο τουρισμός αποτέλεσε τη κινητήρια δύναμη για την περιβαλλοντική προστασία ή αποκατάσταση περιοχών. Στις πόλεις, ο τουρισμός έχει συνεισφέρει στη δημιουργία απασχόλησης, στην αναβάθμιση του αστικού ιστού και των υποδομών και στη διατήρηση μνημείων, κτιρίων ή και ολόκληρων περιοχών που έχουν κριθεί ως άξια τουριστικου εδιαφέροντος. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στον αστικό τουρισμό παρουσιάζει η αλληλεπίδραση των τουριστών με τους κατοίκους, αλλά και το γεγονός πως οι ίδιοι οι κάτοικοι πολλές φορές συμπεριφέρονται ως αστικοί τουρίστες, επισκεπτόμενοι ή περιπλανόμενοι σε περιοχές τουριστικού ενδιαφέροντος της πόλης τους. Επιγραμματικά, στις πόλεις οι κάτοικοι ανά περιστάσεις μετατρέπονται σε τουρίστες, ενώ οι τουρίστες πολλές φορές βρίσκονται εν μέσω της πραγματικής ζωής των κατοίκων. Η αμφίρροπη αυτή σχέση μεταξύ κάτοικου – τουρίστα στη σημερινή εποχή ίσως να φαίνεται φυσιολογική, απορρέει όμως από χρόνιες επεμβάσεις και μετατροπές της τουριστικής δραστηριότητας, καθώς και από τον τρόπο αντιμετώπισης της τουριστικής ανάπτυξης. Για το λόγο αυτό, θα μελετηθεί η ιστορική εξέλιξη του τουρισμού και το αντίκτυπό του στο σχεδιασμό των πόλεων, έτσι ώστε να υπάρχει η βάση πάνω στην οποία θα γίνει ανάλυση συγκεκριμένων τουριστικών θεωριών. 5
1.1 Εώς και τον 17ο αιώνα 1.1.i Τα πρώτα βήματα του ταξιδιού για αναψυχή Παρόλο που η έννοια ¨τουρίστας¨ αναπτύχθηκε τη συγχρονη εποχή, ήδη από τα αρχαία χρόνια υπήρχε το ταξίδι ως μέσο αναψυχής. Στην αρχαία Ελλάδα κοινωνικά δρώμενα όπως οι Ολυμπιακοί αγώνες και θρησκευτικές εκδηλώσεις προσέλκυαν μεγάλο πλύθος κόσμου. Ομοίως, στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία οι κάτοικοι είχαν το δικαίωμα να αναζητούν νέες εμπειρίες και απολέυσεις εν μέσω του ταξιδιου [1] εντός των συνόρων της. Ασφαλώς, τη μεγαλύτερη κινητικότητα διέθετε η ανώτερη τάξη η οποία είχε τους πόρους για να στηρίξει τέτοιου είδους μετακινήσεις σε μια εποχή που το ταξίδι συνεπάγονταν με πολλές ημέρες απουσίας και μεγάλες δαπάνες. Κύριος λόγος διοργάνωσης ταξιδιών εκείνη την εποχή ήταν η επίσκεψη ναών για προσκύνημα και η συμμετοχή σε θρησκευτικά δρώμενα και γιορτές. Επιπλέον, πολλοί ήταν οι κάτοικοι που ταξίδευαν για λόγους υγείας με στόχο να επισκεφθούν τα ιαματικά λουτρά που λειτουργούσαν κοντά σε φυσικές πηγές. Αξίζει να σημειωθεί πως το λουτρό στον κόλπο της Νάπολης αποτελούσε τουριστικό αξιοθέατο της εποχής και λειτουργούσε με τρόπο όμοιο με θέρετρα σπα των σύχρονων χρόνων. Τέλος, για αρκετούς, κινητήρια δύναμη για το ταξίδι ήταν απλώς η περιέργεια προς τα θεάματα της αυτοκρατορίας, με εξέχουσα θέση να έχει το Κολοσαίο με τα γνωστά μαζικά θεάματα που διοργανώνονταν εκεί. Κατά τη Βυζαντινή περίοδο, μπορεί να είχαν περιοριστεί οι πολιτιστικές εκδηλώσεις στην αυτοκρατορία, αλλά το ταξίδι για θρησκευτικούς λόγους ποτέ δεν έπαψε να παρακινεί τους κατοίκους να επισκεφθούν άλλες περιοχές. Ασφαλώς δεν πρέπει να παραλείπεται το ταξίδι για επαγγελματικούς λόγους που ήταν αδιάκοπο, αλλά δεν εμπίπτει στον τουρισμό, καθώς εκείνη την εποχή δεν συνδυάζοταν ακόμη με την αναψυχή και την περιέργεια. Τα πρώτα βήματα της αλλαγής στη φιλοσοφία του ταξιδιού έγιναν στον 13ου–14ου αιώνα. Το ταξίδι για προσκύνημα ήταν ήδη ευρέως διαδεδομένο αλλά ουσιαστικά πραγματοποιούταν με αφορμή την κουλτούρα και τη διασκέδαση[2]. Μεγάλη δημοτικότητα ως προορισμοί είχαν αποκτήσει ήδη από τον 12ο αιώνα πολλά μέρη της Ιταλίας με εξέχουσα θέση να λαμβάνουν η Βενετία, η Ρώμη και η Σικελία. Βασικοί λόγοι ανάδειξης των προορισμών αυτών ήταν ασφαλώς η επίσκεψη στο Βατικανό, αλλά και η πλυθώρα καλλιτεχνών που διέμεναν στην Ιταλία, εν μέσω της αναγέννησης των τεχνών . Σε αυτά πρέπει να προστεθεί το καρναβάλι της Βενετίας, εξαιρετικό τουριστικό θέρετρο που συνδύαζε όσο κανένα άλλο γεγονός τους θρησκευτικούς εορτασμούς με την διασκέδαση, σε μία πόλη που είχε ιδιαίτερη ανάπτυξη στο εμπόριο αλλά και στις τέχνες. Ώς λογικό επακόλουθο της δημοτικότητας αυτών των προορισμών, κατα το 15ο αιώνα δημιουργούνται τα πρώτα οργανωμένα ταξίδια σε Βενετία και Βατικανό[3] (γνωστό και ως HolyLand), που όμως συνεχίζουν να απευθύνονται στις τάξεις των αριστοκρατών και των εμπόρων. Στη συνέχεια, μεταξύ 16ου-17ου αιώνα, ξεκινάει το καθονομαζόμενο Grand Tour με προορισμούς στην Ευρώπη όπως η Γαλλία και η Ιταλία. Κίνητρο του ταξιδιού αυτού ήταν ο πολιτισμός, δηλαδή η επαφή με τη μουσική και τις καλές τέχνες, όμως ο κύριος σκοπός ήταν η επέιδηξη πλούτου και δύναμης των ευρωπαίων αριστοκρατών. Κατα τη διάρκεια της περιήγησης αγόραζαν πίνακες και αντικείμενα αξίας ως αναμνηστικά, τα οποία επεδείκνυαν στον κύκλο τους ώς απόδειξη του πολιτιστικού και 1 2 3
Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 5-6 Ο.π. , σελ. 5 [Feifer], Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE Publications, σελ. 5
6
οικονομικού τους επιπέδου. Ασφαλώς, στο παρασκήνιο, αυτό που παρακινούσε τους αριστοκράτες στο ταξίδι ήταν οι δημόσιες σχέσεις με πρόσωπα της ίδιας κοινωνικής τάξης και η εκτενής διασκέδαση [4] . Εώς το τέλος του 17ου αιώνα είχαν ήδη επέλθει αλλαγές στον τρόπο αντιμετώπισης του ταξιδιού, σύμφωνα με τις οποίες θα τεθούν στη συνέχεια τα θεμέλια του τουρισμού, όπως εννοείται στις μέρες μας. Μεταξύ 1600-1800 από το σχολαστικό και στοχευμένο ταξίδι για κοινωνικοποίηση με την ελίτ, ο στόχος του ταξιδιού έχει στραφεί στην οπτική παρατήρηση (eyewitness observation), χαρακτιριστικό γνώρισμα του τουρισμού[5] . Ενδεικτικά ο [Adler] αναφέρει πως πριν την τεχνολογία το ταξίδι ήταν σαν γευσιγνωσία[6] . Όμως, από τον 18ο αιώνα το ταξίδι οπτικοποιείται, η όραση γίνεται η κυρίαρχη αίσθηση και γίνεται προσπάθεια να βρεθούν νέοι τρόποι να βλέπει κανείς τον τόπο που επισκέπτεται, γεγονός που οδήγησε στην έκδοση των πρώτων τουριστικών οδηγών [7]. Ενώ εώς τώρα η κυρίαρχη άισθηση ήταν η ακοή (παρακολούθηση παραστάσεων ή κονσέρτων και συζητήσεις), από τον 18ο αιώνα και μετά η σιωπηλή οπτική παρατήρηση είναι αυτό που χαρακτηρίζει το ταξίδι.
4 5
6 7
Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 5-6 Ο.π. , σελ. 5-6 Ο.π. , σελ. 157 Ο.π. , σελ. 6
7
[1]
8
1.2 18ος – 19ος αιώνας 1.2.i Ρομαντικό κίνημα και τουριστική κινητικότητα
Εώς τις αρχές του 18ου μόνο οι αριστοκράτες και τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα διαχειρίζονταν την οπτική κατανάλωση των τοπίων, καθώς μόνο αυτοί διέθεταν την δυνατότητα κινητικότητας σε άλλες περιοχές, ή μέσω της κουλτούρας (τέχνη, βιβλία) και του κύκλου τους (επίδειξη, εξιστορήσεις) μπορούσαν να τα φανταστούν. Η φύση και το φυσικό τοπίο γι’αυτούς ήταν ταυτισμένο με την ύπαρξη των φτωχών κοινωνικών στρωμμάτων που κατοικούσαν ή εργάζονταν σε αυτό[8]. Παρόλαυτά, κατα τη διάρκεια αυτού του αιώνα επήλθε η πιό σημαντική αλλαγή που θα καθορίσει την ιστορία του τουρισμού. Οι ταξιδιώτες ξεκινούν να στρέφουν το βλέμμα τους τόσο στα τοπία καθεαυτά (landscape), όσο και στη μορφή των κτιρίων (townscape)[9]. Άγρια τοπία που προηγουμένως δεν τα πλησίαζαν οικειοθελώς (π.χ. Άλπεις, Lake District) μετατρέπονται σε πόλους έλξης αρχικά για καλλιτέχνες και συγγραφείς που συναρπάζονται από τα παρθένα άγρια τοπία, βλέπουν και βιώνουν συναισθηματικά την ομορφιά τους και συμβάλλουν στη δημιουργία μύθων και εξιστορήσεων γι’αυτά (π.χ.τέρας του Λοχ-Νες) που εν συνεχεία θα οργανώσουν το ρομαντικό κίνημα[10]. Το κίνημα του Ρομαντισμού, που εμφανίστηκε τα τέλη του 18ου, ήταν πραγματικά καθοριστικό για τον τουρισμό. Οι ρομαντικοί προωθούσαν τη συναισθηματική αρμονία που προσφέρει η παρατήρηση ασπήλωτων τοπίων (scenic tourism) και πώς αυτά διεγείρουν τις αισθήσεις με την περιπλάνηση σε αυτά ή με το κολύμπι στη θάλασσα[11]. Επιπλέον, προσπαθούσαν να κάνουν όλο τον κόσμο να αποθεώνει τη φύση και την σιωπηλή παρατήρησή της (lonely gaze). Με αυτόν τον τρόπο, υπήρχε μια συνεχής αναζήτηση για νέα παρθένα μέρη που θα μπορούσαν να παρατηρούν απομονωμένοι[12]. Αυτό οδήγησε αρχικά στην ανάπτυξη τουριστικών υποδομών κυρίως οργανωμένα σε πόλεις λουτρών(spa towns), που είχαν ιαματικούς σκοπούς αλλά κυρίως συνεβαλλαν στην κοινωνικοποίηση της ελίτ που τα επισκεπτόταν. Τα θέρετρα λουτρών(spa resort) άρχισαν να οργανώνονται σε παραθαλάσσιες περιοχές, καθώς το κολύμπι στη θάλασσα ειδικά τη χειμερινή περίοδο είχε μετατρέψει την παραλία σε χώρο υγείας[13]. Οι επιχειρήσεις αυτές ήταν ακόμη μικρές, έτσι ώστε να υποστηρίζουν την σιωπηλή, απομονωμένη απόλαυση που επιθυμούσαν οι επισκέπτες τους. Την ίδια περίοδο, αρκετή δημοτικότητα είχαν και τα πανηγύρια που διοργανώνονταν στα Αγγλικά χωριά, τα οποία όμως δεν προσέκλυαν ακόμη επισκέπτες δίχως επαγγελματικούς σκοπούς. Είναι σημαντικό όμως να παρατηρηθεί πως αυτή την περίοδο το επαγγελματικό ταξίδι αρχίζει να συνδυάζεται με τη διασκέδαση[14]. Μία ακόμη ενδιαφέρουσα συνέπεια του ρομαντικού κινήματος είναι η ανάπτυξη της μόδας του Claude Glass. Αυτό ήταν ένα κυρτό καρθεφτάκι τσέπης, που οι περιηγητές είχαν πάνω τους κατά τη διάρκεια της περιπλάνησης. Όταν συναντούσαν ένα σημείο με θέα, γυρνούσαν την πλάτη τους 9
9
10 11 12 13 14
Urry John [2002], Consuming Places, London, Taylor & Francis, σελ. 175 Ο.π. , σελ. 199 Ο.π. , σελ. 196 [Feifer], Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 36 Ο.π. , σελ. 227 [Hern], Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE,, σελ. 32 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE,, σελ. 6
9
σε αυτή και την παρατηρούσαν μέσω του μικρού καθρέφτη, μετατρέποντας το τοπίο σε ένα μικρό πίνακα ζωγραφικής στο χέρι τους[15]. Είναι σαφές πως η κίνηση αυτή ήταν επηρρεασμένη από τους πίνακες ζωγραφικής των ρομαντικών καλλιτεχνών. Η μόδα αυτή όμως δεν κράτησε πολύ καθώς ανακαλύφθηκε η τουριστική κάμερα, που άλλαξε τελείως τη μορφή της οπτικής παρατήρησης, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
1.2.ii Η ανάπτυξη του μαζικού τουρισμού Στα μέσα του 19ου αιώνα που έλαβε χώρα η βιομηχανική επανάσταση, η κοινωνία ολόκληρη αλλάζει και διαμορφώνει νέους θεσμούς και κοινωνικές σχέσεις[16]. Τα πρώτα χρόνια η ταχύτατη αστικοποίηση και οι ασφυκτικές συνθήκες εργασίας αναστατώνουν και δυσαρεστούν την κοινωνία. Επικρατούν πολύ σκληρές συνθήκες εργασίας και περιορισμένες άδειες, στις οποίες η αναψυχή των εργαζομένων είναι οργανωμένη και κατευθυνόμενη, με τα παιδιά να συμμετέχουν σε προσκοπικές ομάδες και τους ενήλικες να ταξιδεύουν μονο ομαδικώς σε επιλεγμένα μέρη. Όταν οι εργοδότες κατανόησαν πως με αυτόν τον τρόπο το εργατικό δυναμικό μειώνει την παραγωγικότητά του, αναθεώρησαν τις συνθήκες εργασίας, κίνηση πολύ ευεργετική για την ανάπτυξη του μαζικού τουρισμού. Πλέον, οι διακοπές είναι καθολικές και περισσότερες μέσα στο έτος, ενώ ο μισθός αυξάνεται έτσι ώστε να εξοικονομουνται χρήματα για ταξίδι αναψυχής. Παράλληλα εξελίσσονται οι μεταφορές και αναπτύσσονται οι πρώτες σιδηροδρομικές γραμμές. Η μετακίνηση με τρένο αποτελεί καθοριστική εφεύρεση για τον τουρισμό. Ήδη από το 1844 πραγματοποιούνται τα πρώτα μαζικά ταξίδια με το σιδηρόδρομο καθώς η συνθηκη γνωστή ως “Gladstone’s Act” προσφέρει τη δυνατότητα μετακίνησης στην εργατική τάξη[17]. Σύμφωνα με την συμφωνία αυτή, όλοι οι συρμοί υποχρεώνονται να διαθέτουν βαγόνι 3ης θέσης με μειωμένη τιμή εισητηρίου, να σταματούν σε όλους τος σταθμούς και να κινούνται με 20km/h[18]. Η μεταρρύθμιση αυτή έγινε για να μπορεί η εργατική τάξη να μετακινείται προς το χώρο εργασίας, αλλά παράλληλα δίνει το δικαίωμα στο ταξίδι με τρένο σε όλους. Το γεγονός αυτό εκμεταλλεύτηκε πολύ επιτυχημένα ο Thomas Cook, ο πρώτος ταξιδιωτικός πράκτορας. Ο επιχειρηματίας αυτός, κατανοώντας πολύ καλά τις επαγγελματικές δυνατότητες που προσφέρει το εδραιωμένο πλέον ρομαντικό κίνημα σε συνδυασμό με την ανάπτυξη των τεχνολογιών, σχεδιάζει και εμπορευματοποιεί το πρώτο πακέτο διακοπών με τρένο, το οποίο συμπεριλαμβάνει τουριστικό οδηγό που υποδεικνύει μαγαζιά που «πρέπει» να επισκεφθεί κάποιος στον προορισμό του καθώς επίσης, ξεχωρίζει ενδιαφέροντα σημεία κατάλληλα για οπτική κατανάλωση (gaze) . Επιπλέον, με τα οργανωμένα τουριστικά πακέτα του Cook έχουν τη δυνατότητα να ταξιδέψουν στην Ευρώπη γυναίκες μόνες ή με παιδιά, γεγονός που προηγουμένως ήταν αδιανόητο τόσο λόγω οικονομικών δυνατοτήτων, όσο και για λόγους ασφάλειας ή κοινωνικών στερεοτύπων. Τέλος, ο Cook, προσφέροντας σε όλους τη δυνατότητα της αναψυχής μέσω ταξιδιού, συνέβαλλε ενεργά στο να δημιουργηθεί η πεποίθηση πως η συμμετοχή σε δράσεις αναψυχής (leisure events) είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την «βρετανικότητα» (britishness) των Βρετανών. Ο τουρισμός δηλαδή συνδέθηκε με τη βρετανική νοοτροπία ζωής. Η επιτυχία της επένδυσής του γίνεται φανερή καθώς εω το 1864, μόλις 15 [Andrews, Outsby, Lofgren], Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 157 16 Ο.π. , σελ. 33-34,40 17 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 37 18 Google Scholar, λήμμα: Railway regulation Act 1844
10
20 χρόνια μετά το πρώτο πακέτο του, είχαν ήδη περάσει από αυτόν 1 εκατομμύριο πελάτες[19].
1.2.iii Οργανώνοντας το τουριστικό πλαίσιο Η δημοτικότητα που είχε αποκτήσει πλέον το ταξίδι επηρέασε σημαντικά την τουριστική ανάπτυξη. Πλέον, η ανώτερη τάξη αλλάζει ταξιδιωτικούς προορισμούς και επιλέγει περιοχές που είναι μακρυά από τις ευκόλως προσβάσιμες. Σε αυτό το σημείο αρχίζει να γίνεται ξεκάθαρο πως στον τουρισμό δεν εχει σημασία μόνο το μέρος, αλλά και η συνύπαρξη με επισκέπτες ίδιου κοινωνικού κύρους. Η τοπική διοίκηση κάθε περιοχής επιλέγει αυτόνομα το πλαίσιο σχεδιασμού και τουριστικής ανάπτυξης, αναλόγως με τον κόσμο που επιθυμεί να προσελκύσει[20]. Παράλληλα, γίνονται τα πρώτα βήματα αστικού σχεδιασμού ως προς τις υποδομές (δρόμοι, πεζόδρομοι) και τη δημόσια υγεία (διαχείρηση αποβλήτων και ομβρίων)[21]. Κατόπιν όλων αυτών των εξελίξεων, το ρομαντικό κίνημα παύει να ορίζει καθολικά το σκοπό του ταξιδιού. Πλέον, κατά τα τέλη του 19ου, το τοπίο (φυσικό και τεχνητό) αντιμετωπίζεται ως μέσο για αναψυχή, διασκέδαση, χώρο θεάματος και οπτικής ανανέωσης[22]. Παύει δηλαδή να ισχύει η προσέγγιση της «σιωπηλής παρατήρησης» και το τοπίο αποτελεί το χώρο ποικίλων δράσεων που συμμετέχουν ενεργά οι επισκέπτες. Ακόμη και η ανώτερη τάξη, που λόγω μόρφωσης και κουλτούρας είναι πιο επηρεασμένη από τους ρομαντικούς, αντιμετωπίζει το τοπίο ως μέσο για την απόκτηση κοινωνικού και προσωπικού κέρδους. Δηλαδή, εξυψώνει το περπάτημα στη φύση ώς «αισθητική επιλογή» που επιφέρει υγεία και εκγύμναση στο άτομο, αλλά παράλληλα συνάπτει κοινωνικές σχέσεις με τους συνταξιδιώτες, οι οποίοι πάντα είναι ίδιας τάξης και κύρους[23]. Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως πρίν την τεχνολογική εξέλιξη το περπάτημα ήταν ταυτισμένο με τα κατώτερα κοινωνικά στρώμματα, ενώ τώρα που η εργατική τάξη κινείται μηχανικά το περπάτημα αποτελεί αισθητική επιλογή. Μπορεί το Ηνωμένο Βασείλιο να εδραίωσε το τουριστικό του πλαίσιο πρώτο και με δυναμικές κινήσεις, αλλά τα τέλη του 19ου αι έχουν ήδη ξεκινήσει να οργανώνονται τουριστικά και άλλες χώρες. Ξεκινούν να οργανώνουν το σενάριό τους και να παράγουν δημόσια μνημεία, όπως η πολύ στοχευμένη και επιτυχημένη κατασκευή του πύργου του Αϊφελ το 1887. Παράλληλα, αναγνωρίζεται η εθνική κληρονομιά και η ιστορία ως η σκηνή που θα δημιουργήσει το «τοπίο» τους που θα προσελκύσει τουρίστες. Τα μουσεία εμπορευματοποιούνται και ξεκινάει η διερεύνηση του τί είναι άξιο διατήρησης τόσο κτιριακά όσο και από στοιχεία της καθημερινότητας (π.χ. παμπ στο Λονδίνο και καφέ στο Παρίσι). Οι χώρες έχουν ήδη αρχίσει να προβάλλονται ως αξιοθεατα[24]. Η τελευταία κίνηση του αιώνα που θα καθορίσει τον τουρισμό στη συνέχεια είναι η εξέλιξη της κάμερας και ιδιαίτερα η καινοτομία της Kodak για την ταξιδιωτική φωτογραφική μηχανή. Η φωτογραφία πλέον διαιωνίζει το βλέμμα και καθιστά την όραση την κυρίαρχη αίσθηση. Η απαθανάτιση των ευτυχισμένων ταξιδιωτικών στιγμών γίνεται απαραίτητο εργαλείο του να «είσαι τουρίστας». Επιπλέον, δίνει τη δυνατότητα στις χώρες να οργανώσουν και να προωθήσουν το προϊόν τους, επιλέγοντας στρατηγικά τί εμφανίζεται στην εικόνα και τί όχι, στις διαφημιστικές φωτογραφίες, με 19 20 21 22 23 24
[Walton, Brendon, Young], .Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 40,42 [Perkin],Ο.π. , σελ. 38-40 Page Stephen [1995], Urban Tourism, California University, Routledge σελ.163 [Green], Urry John [2002], Consuming Places, London, Taylor & Francis, σελ. 175 ,Ο.π. , σελ. 201-202 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 147
11
στόχο να καθοδηγήσουν το βλέμμα των επισκεπτών και ταυτόχρονα να δημιουργήσουν την επιθυμία στους κατοίκους άλλων περιοχών να ταξιδέψουν εκεί, ακριβώς όπως λειτουργεί η διαφήμιση ενός εμπορεύματος. Η ταξιδιωτική φωτογραφική μηχανή και η προώθηση της εικόνας αποτελεί το πιο βασικο εργαλειο του τουρισμού που θα τον μετατρέψει σε βασικό κλάδο της οικονομίας κάθε χώρας. Τα θεμέλια του τουρισμού είναι πλέον εδραιωμένα και μία νέα εποχή έρχεται με το νέο αιώνα, ιδιαίτερα για τις χώρες του δυτικού πολιτισμού [25]. [2]
25
Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 155 - 171
12
1.3 20ος αιώνας εως σήμερα 1.3.i Μετά το μαζικό τουρισμό Με τη ραγδαία ανάπτυξη του μαζικού τουρισμού τους προηγούμενους δύο αιώνες, η κοινωνία έχει δημιουργήσει την πεποίθηση πως το ταξίδι στις διακοπές είναι απαραίτητο για τη σωματική και ψυχική υγεία[26]. Πλέον, το να είσαι τουρίστας είναι δείκτης κύρους και κοσμοπολίτικης συμπεριφοράς[27]. Εώς τα τέλη του 19ου αι., η μεσαία τάξη χαρακτηρίζεται από κινητικότητα και γεμίζει με αναμνήσεις, τις οποίες απαθανατίζει με φωτογρφίες και σουβενίρ[28]. Όπως αναφέρθηκε, η ρομαντκή εμπειρία έχει λάβει νέα μορφή, έχει «εκμοντερνιστεί» , όπως περιγράφει ο [Urry], και ώς συνέπεια έχουν αλλάξει οι σχέσεις των τουριστών με το τοπίο. Προς το τέλος του 19ου αιώνα, η παραλία από χώρος υγείας έχει μετατραπεί σε χώρο διασκέδασης και κοινωνικής ανάμειξης και διέπεται από φασαρία, πολυκοσμία και από γυμνά σώματα που είναι οικειοθελώς εκτεθειμμένα στο βλέμμα των υπόλοιπων επισκεπτών. Ειδικά στο Brighton της Αγγλίας, οπου η πρόσβαση ήταν πολύ εύκολη μέσω του σιδηρόδρομου, είχε αναπτυχθεί αρκετά ο σεξοτουρισμός ή dirty weekend που αποσκοπούσε στην άμεση ικανοποίηση και διασκέδαση και ουδεμία σχέση είχε με τις επιμορφωτικές αξίες που προωθούσε το ρομαντικό κίνημα. Για τον λόγο αυτό, όπως ήδη αναφέρθηκε η ανώτερη τάξη αναζητούσε νέους προορισμούς. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εξειδίκευση περιοχών σε διαφορετικούς τύπους τουριστικής ανάπτυξης. Έτσι, εώς τον 20ο αι., είχαν κατασκευαστεί ειδικά θέρετρα για την εργατική τάξη, ενώ η μεσαία και ανώτερη προτιμούσαν την απομόνωση σε μικρές μονάδες κατοίκησης (bungalows) στην επαρχία, όπου μπορούσαν να χαλαρώσουν και να απολαύσουν τη θέα της θάλασσας ήρεμα[29]. Εδώ γίνεται πρώτη φορά αισθητή η ενεργή επιρροή του τουρισμού στη διαμόρφωση του χώρου, καθώς τα bungalows έφτασαν να αποτελούν χαρακτηριστική αρχιτεκτονική μονάδα της βρετανικής επαρχίας, ενώ υπήρχαν μόλις λίγα χρόνια. Σε αυτό το σημείο, έχει σημασία να μελετηθεί το τρόπος που διαχειρίστηκαν το τουρισμό οι μεγάλες πόλεις σε αρχικό στάδιο. Τόσο σε Ευρώπη , όσο σε Αμερική, εξελίσσονται τα δημόσια έργα υποδομών, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στους σύγχρονους όρους ακρίβειας και αστικού περιβάλλοντος. Από τεχνικά και στείρα έργα που είναι πολιτικώς και οικονομικώς υποκεινούμενα, περνάμε σε μια εποχή οπου η μελέτη γίνεται από επιστήμονες – ηγέτες, που στηρίζουν το σχεδιασμό στην έρευνα των αναγκων της περιοχής[30]. Από το 1890 ξεκινά ο επανασχεδιασμός των πόλεων ως προορισμός διασκέδασης, κουλτούρας και αναψυχής. Επιπλέον, σημαντικός στόχος είναι η βελτίωση της ποιότητας ζωής και η διαμόρφωση ξεχωριστού χαρακτήρα, έτσι ώστε να προσελκύσουν τουρίστες. Για να επιτευχθεί αυτό, επεμβαίνουν στον αστικό ιστό, αναστηλώνουν παλαιά κτίρια ιστορικής ή αρχιτεκτονικής αξίας, διαλύουν αυτκινητόδρομους που διαπερνούν τις πόλεις (κυρίως σε Αμερική), δημιουργούν λειτουργικούς ανοιχτούς χώρους, διαχειρίζονται αισθητικά το φυσικό τοπίο και κυρίως εξυγειάνουν τις πόλεις με
26 27 28 29 30
[Williams, Shaw], Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 6 [Feifer, Urry], Ο.π. , σελ. 5 [Sontag], Urry John [2002], Consuming Places, London, Taylor & Francis, σελ. 176 [Shields, King], Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 46, 47 [Chris Reed],Waldheim Charles [2006], The Landscape Urbanism Reader, Princeton Architectural Press, σελ. 269
13
τον καθαρισμό των σκουπιδιών και μολυσμένων εκτάσεων[31]. Οι διαχειριστές και οι σχεδιαστές της αστικής πολεοδομίας θέτουν ως προτεραιότητα την άμεση και στρατηγική επέμβση στην πόλη, ώστε να γινει τουριστικά ανταγωνιστική σε σχέση με άλλες πόλεις[32], επενδύοντας ουσιατικά σε μελλοντικές οικονομικές απολαβές. Είναι εντυπωσιακή η ταχύτητα με την οποία οι χώρες αναδιαμορφώθηκαν στοχεύοντας στην τουριστική ανάπτυξη. Παρόλαυτά, τα απανωτά χτυπήματα των οικονομιών της Ευρώπης και της Αμερικής από τους πολέμους και την κατάρρευση του χρηματηστηρίου, διέκοψαν την εκθετική πορεία της τουριστικής ανάπτυξης. Πολιτιστικές πρωτεύουσες καταστράφηκαν και οι υποδομές αφιερώθηκαν στην εξυπηρέτηση των στρατευμάτων. Αξίζει να σημειωθεί όμως, πως όπως αναφέρουν οι [Walton, Walvin] ακόμη και κατα τη διάρκεια του Β΄παγκοσμίου πολέμου, υπήρχαν κάτοικοι που διεκδηκούσαν το «δικαίωμά τους» για τουρισμό και αγνάντι στη θάλασσα[33]. Μετά τις καταστροφές, την περίοδο της ανοικοδόμησης, δόθηκε ξανά η ευκαιρία στις χώρες να διαχειριστούν και να επενδύσουν στον τουρισμό. Συγκεκριμένα, από τη δεκαετία του ΄60, ειδικά στην Ευρώπη, διεθνικοποιείται ο μαζικός τουρισμός και πλέον προωθείται και διαφημίζεται μέσω της τηλεόρασης και αργότερα, από το τέλος της δεκαετίας του ’80 και μετά, μέσω του διαδικτύου. Πάραυτα, όπως είναι λογικο, έχουν αλλάξει πολλές συνιστώσες που καθορίζουν το είδος του τουρισμού. Η πρώτη ριζική αλλαγή είναι η δυνατότητα που προσφέρει το διαδίκτυο να γίνονται κρατήσεις εισητηρίων και ξενοδοχείων δίχως τη συνεργασία ταξιδιωτικού πρακτορείου[34]. Η δυνατότητα αυτή αξιοποιείται ευρέως από τους νέους οι οποίοι είναι πιο εξοικειωμένοι με την τεχνολογία και επιπλέον, προτιμούν το ανεξάρτητο ταξίδι, καθώς ξεφεύγουν από τα σενάρια που προσφέρει το οργανωμένο πακέτο διακοπών και αναζητούν τη δική τους περιπέτεια. Η νέα αυτή τάση όμως, σταδιακά επηρεάζει την κοινωνία και από τη δεκαετία του ΄80 τα οργανωμένα πακέτα διακοπών θεωρούνται ξεπερασμένα, με αποτέλεσμα να κάνουν την εμφάνισή τους αερογραμμές χαμηλού κόστους, όπως η Rynair και η Easy Jet, επενδύσεις που δίνουν τη δυνατότητα ταξιδιού στα αδύναμα οικονομικά στρώματα. Η κίνηση αυτή, θυμίζει το Gladstone’s Act, αυτή τη φορά όμως προσφέρει τη δυνατότητα διεθνής μετακίνησης και αποσκοπεί κυρίως στην τουριστική κινητικότητα έναντι της εργασιακής.
1.3.ii Η διαχείριση του αστικού τουρισμού Παράλληλα, ξεκινά η εξέλιξη των πόλεων. Εξαιτίας της αστικοποίησης των δυτικών πόλεων, που είναι έντονη με την λήξη του πολέμου, αρχίζει να θεμελιώνεται το urban / municipal management, δηλαδή γίνονται επενδύσεις ως προς τη διαχείρηση του δημόσιου χώρου και την ανάπτυξη υποδομών. Πλέον, είναι αισθητό το οικονομικό κέρδος που προσφέρει ο αστικός τουρισμός, και για το λόγο αυτό, δίνεται έμφαση στην αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος , ώστε να αναπτυχθεί τουρισμός[35]. Αυτό πάει να πεί πως οι δράσεις των τουριστών (performance) είναι προμελετημμένες, κινούνται σε συγκεκριμένες περιοχές, επιθυμούν να επισκεφθούν καθορισμένα θέρετρα και καταναλώνουν προϊόντα από ειδικά διαμορφωμένες περιοχές. Ο αστικός τουρισμός ως «προϊόν αναψυχής» (leisure 31 32 33 34 35
[Chris Reed], Waldheim Charles [2006], The Landscape Urbanism Reader, Princeton Architectural Press, σελ. 275 Page Stephen [1995], Urban Tourism, California University, Routledge, σελ.158 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 43 Ο.π. σελ. 55-57 Page Stephen [1995], Urban Tourism, California University, Routledge, σελ.161-163
14
product) την εποχή αυτή αναπτύσσεται ραγδαία, αλλά έχει προκαθορισμένα πεδία δράσης μέσα στην πόλη που αποσκοπούν σε οικονομικές απολαβές. Συγκεκριμένα, από τα μέσα του 20ου αι., γίνονται αρκετοί ¨πειραματισμοί¨ ως προς τον τρόπο αντιμετώπισης του αστικού σχεδιασμού. Τα βασικότερα προβλήματα που είχαν να αντιμετωπίσουν οι τοπικές κυβερνήσεις είναι οι οικονομικοί πόροι που θα τους επιτρέψουν να αναβαθμίζουν την περιοχή τους, καθώς επίσης ο τρόπος που πρέπει να προσεγγιστούν οι ανάγκες των κατοίκων. Κατά τα πρώτα βήματα, εν μέσω των δεκαετιών ΄60-΄70, ο σχεδιασμός ήταν λογικός, συστηματικός και κατανοητός, γινόταν με δημόσια δαπάνη που αναλάμβανε ο δήμος και οι επιλογές των κατοίκων ως προς τον τρόπο ανάπτυξης ήταν περιορισμένος. Ασφαλώς, αυτή η μεθοδολογία δημιουργούσε προβλήματα, τόσο ως προς την οικονομική επιβάρυνση των κατοίκων της περιοχής, όσο και από το γεγονός πως ο έλεγχος για το εαν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των κατοίκων γινόταν κατόπιν της κατασκευής. Έτσι, την επόμενη δεκαετία, βάσει νομοθεσίας, ξεκίνησε να επιτρέπεται η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην κατασκευή των δημόσιων έργων. Με αυτόν τον τρόπο, απαλύνοταν η οικονομική επιβάρυνση του δημοσίου και συνυπολογίζονταν η γνώμη των κατοίκων ως προς την πόλη τους. Επιπλέον, οι επεμβάσεις γινόντουσαν σημειακά και προσεκτικά, εν αντιθέσει με τις καθολικές κ εκτενείς επεμβασεις της προηγούμενης περιόδου. Τέλος, το ’90, για την οργάνωση και ολοκήρωση ενός τέτοιου έργου, γινόταν πρώτα έρευνα των αναγκών και μελέτη των δυνατοτήτων της περιοχής, έτσι ώστε ο σχεδιασμός να είναι στοχευμένος και η ανάπτυξη επιτυχής[36].
1.3.iii Μια νέα εποχή Όλοι αυτοί οι πειραματισμοί και οι καινοτομίες που πραγματοποιούνται κατα τα τέλη του 20ου αι., συνδυάζονται με την σημαντική αλλαγή που συμβαίνει στην κοινωνία, την μετάβασή της από το μοντέρνο στο μετά-μοντέρνο. Όπως περιγράφει ο [Lash][37] κατά την εποχή του μοντέρνου, επικρατεί οριζόντια και κατακόρυφη διαφοροποίηση στον τρόπο που αξιολογούνται οι θεσμοί της κοινωνίας. Δηλαδή, η οικογένεια, η οικονομία, η κουλτούρα, η επιστήμη, κ.α. αξιολογούνται με εσωστρέφια, χωρίς να επηρεάζει η μία την άλλη. Επιπλέον, ως προς την τέχνη, υπάρχει σαφής διαχωρισμός μεταξύ των δημοφιλών έργων που προβάλλει η τηλεόραση και το διαδικτυο, έναντι της αύρας κατά Benjamin που χαρακτηρίζει τα γνήσια έργα τέχνης. Ακόμη και στον τομέα των κατασκευών, διαφοροποιείται η αρχιτεκτονική από τις απλοϊκές κτιριακές μρφές που εξυπηρετούν απλώς τις ανάγκες των κατοίκων. Αντιθέτως, στην μετα-μοντέρνα εποχή, οι ξεχωριστές αυτές λειτουργικές σφαίρες ξεκινούν να αλληλοεπηρεάζονται και να εξισώνονται (de-differentation κατά Lash). Ιδιαίτερα στο χωρο της κουλτούρας, η εξίσωση αυτή είναι εκτενής, καθώς η τεχνική αναπαραγωγή έργων τέχνης είναι αέναη μέσω της τεχνολογίας και για το λόγο αυτο η νέα εποχή χαρακτηρίζεται ως η εποχή της μη-αυρας (anti-auratic). Η κουλτούρα έχει αντικαταστεθέι από το οπτικό θέαμα και τα τηλεοπτικά παιχνίδια. Οτιδήποτε και οποιοσδήποτε μπορούν να γίνουν διάσημοι για 5 λεπτά μέσα στην νέα «ελαφρότητα» της πραγματικότητας, που το αντίγραφο αξιολογείται συχνά ώς καλύτερο του γνήσιου. Είναι σημαντικό να παρατηρηθεί πως η μετάβαση αυτή της κοινωνίας δεν μπορεί να κριθεί ως καλύτερη ή χειρότερη της προηγούμενης, αποτελέι απλώς μια αλλαγή που προκύπτει από την εξέλιξη τως ανθρωπίνων σχέσεων και δυνατοτήτων. Ο τουρισμός, βέβαια, ανέκαθεν χαρακτηριζόταν από αντι-αύρα, καθώς αναπαράγει τεχνίκά 36 37
Page Stephen [1995], Urban Tourism, California University, Routledge, σελ.161-163. [Lash], Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 98-100
15
τα έργα τέχνης και τα αξιοθέτατα για την προώθηση τως προϊόντων του, χρησιμοποιώντας την εικόνα ως βασικό στοιχείο του μάρκετινγκ και δημιουργώντας αναμνηστικά σουβενιρ. Ειδικά με την κυκλοφορία του WEB 2 το 2004[38], ο τουρισμός μετατράπηκε σε προϊόν ελαστικό, που ο καθε ένας μπορεί να το διαχειριστεί όπως του αρέσεκεται. Οι τουριστικές ιστοσελίδες και μηχανές αναζήτησης γνωρίζουν μεγάλη άνθιση αλλά ταυτόχρονα κατευθύνουν τον ταξιδιώτη ως προς το τί αξίζει ή δεν αξίζει να επισκεπτεί, τόσο για τουριστικά αξιοθέατα, όσο και για εστιατόρια ή νυχτερινή διασκέδαση. Προκύπτει έτσι ένα νέο είδος τουρισμού, το ελεύθερο ανεξάρτητο ταξίδι (Free Independent Travel, FIT)[39] που θα χαρακτηρίζει μεγάλο ποσοστό της τουριστικής κινητικότητας από εδώ και το εξής. Στη νέα εποχή, ο καθονομαζόμενος post-tourist αμφιταλαντεύεται μεταξύ της υψηλής κουλτούρας (επίσκεψη σε μουσεία, εκθέσεις, αρχαιολογικούς χώρους κ.λ.π) και της διασκέδασης (εξερεύνηση, καλοπέραση, κοινωνικοποίηση) στο μέρος που επιλέγει ως προορισμό. Πλέον ο τουρίστας γνωρίζει τη μη αυθεντικότητα και τη σκηνοθεσία του μέρους που επισκέπτεται, αλλά αδιαφορεί, καθώς επιδιώκει να περάσει καλά και να αποκτήσει αναμνήσεις μέσω της άμεσης διασκέδασής του[40]. Παράλληλα, ως προς τον τρόπο διαχείρησης της ιστορίας, την εποχή αυτή διαμορφώνεται μια νοσταλγική τάση για το παρελθόν. Αυτή ασφαλώς δεν αναφέρεται στις καταστροφικές πολιτικές επιλογές των περασμένων δεκαετιών και όπως ενδεικτικά αναφέρει ο [Lowenthal] αποτελεί ¨ανάμνηση δίχως πονο¨[41]. Δηλαδή, οι τουρίστες επισκέπτονται τις Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, τα πολεμικά τους μουσεία, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τις περιοχές που είχαν πληγεί από τα πυρά του πολέμου και μένουν στη προσωρινή συγκίνηση, την οποία στη συνέχεια ξεπερνούν ώστε να συνεχίσουν την αναψυχή τους. Το παρελθόν εμπορευματοποιείται, και αποτελεί μια ωραιοποιημένη εικόνα του, η οποία στοχεύει στην προώθηση του τουρισμού. Συνοπτικά, όπως αναφέρει ο [Meyrowitz][42], με τη μετάβαση από τη μοντέρνα στη μέταμοντέρνα κοινωνία αλλάζουν και οι σχέσεις που προσδιορίζουν το άτομο μέσα στην κοινωνία. Έτσι, η δημόσια συμπεριφορά από πολιτική γίνεται καταναλωτική, δηλαδή οι πολίτες αξιολογούνται με το βαθμό των αγαθών που καταναλώνουν. Ομοίως, η αναψυχή και η διασκέδαση από δημόσια και κοινή μετατρέπεται σε ιδιωτικό τουρισμό. Με αυτό το σχόλιο, μπορεί να παρατηρηθεί το πόσο άρρηκτα έχει συνδεθεί ο τουρισμός με το κοινωνικό κύρος (prestige). Επιπλέον, ο [MacCannell][43] υπογραμμίζει πως ο τουρισμός, αναμειγνύοντας την ιστορία και την κουλτούρα επιταχύνει τον εκμοντερνισμό της μεσαίας τάξης και τη βοηθά να «διαφοροποιηθεί», μετουσιώνει δηλαδή την ίδια την κοινωνία. Ο τρόπος με τον οποίο ο τουρισμός επιτυγχάνει να επηρεάσει την κοινωνία ονομάζεται cultural production. Αυτό όμως, έχει ως συνέπεια οτι η κοινωνία και οι τουρίστες γνωρίζουν και μπορούν να ξεχωρίσουν τα σημαντικά αξιοθέατα που δεν πρέπει να παραλείψουν να δούν κατά την επίσκεψή τους σε ένα μέρος (π.χ. πύργος του Άιφελ, Ακρόπολη). Ακόμη και στην περίπτωση που ένα μέρος έχει πολλά πράγματα να δούν, οι σύγχρονοι άνρθωποι μπορούν να ξεχωρίσουν το πιο «σημαντικό» (π.χ. Μόνα Λίσα στο Λούβρο). Αυτό δημιουργείται από την υποσυνείδητη υποκίνηση των μέσων παραγωγής κουλτούρας (cultural productions/medium) όταν ανταποκρίνονται στην ηθική των 38 39 40 41 42 43
Google Scholar, λήμμα: web 2 JUrry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 54-59 [Feifer], Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 114 Urry John [2002], Consuming Places, London, Taylor & Francis, σελ. 214-218 Ο.π. , σελ. 220 MacCannell Dean [1999], The Tourist: A New Theory of the Leisure Class, California, University of California Press, σελ. 26
16
τουριστών[44]. Ο [Goffman] πάνω σε αυτό σχολιάζει πως καλλιεργείται από την κοινωνία ένα καθήκον να λατρευτούν κάποια μέρη ή έργα και με αυτόν τον τρόπο το ταξίδι γίνεται πάθος και ανάγκη, ώστε να τα δεί κανείς από κοντά. Από αυτά τα σενάρια ξεφεύγουν οι κάτοικοι της περιοχής. Όμως, εν μέσω του 21ου αι, είναι πλέον αισθητό πως ακόμα και αυτοί δεν μπορούν να ξεφύγουν από την ανάγκη να λατρεψουν κάποια αξιοθέατα, γεγονός που δημιουργεί τον «αστικό τουρισμό». Δηλαδή, στις μέρες μας, ο κάτοικος για παράδειγμα της Αθήνας θα επιδιώξει να επισκεφθεί την Ακρόπολη και το μουσείο της ή να κανει περίπατο στην Πλάκα και τα Αναφιώτικα. Σταδιακά ο τουρισμός λαμβάνει νέα μορφή και η εξέλιξή του συνεχίζεται. Πλέον, όλοι έχουν δικαίωμα στην οπτική κατανάλωση των τοπίων τοσο των φυσικών όσο και των τεχνητών ή αστικών. Ο τουρισμός έχει μετατραπεί σε διαρκή αναζήτηση της φωτογένειας, δηλαδή τοπίων ασπήλωτων ή φαινομενικά ασπήλωτων. Ακόμη, ο τουρισμός έχει αρχίσει να πραγματοποιείται μέσω performance (επιτέλεση, διαδράσεις). Τα σώματα κινούνται στο διαμορφωμένο περιβάλλον, αλλά επιθυμούν να το αισθανθούν άμεσα, να ανακαλύψουν την πραγματική ζωή των κατοίκων και να αλληλεπιδράσουν με αυτούς. Κατά ένα τρόπο, τα τουριστικά αξιοθέατα λειτουργούν συμπληρωματικά στο ταξίδι και περισσότερη σημασία αποδίδεται στα άτομα που περιβάλλουν το χώρο τόσο στους κατοίκους, όσο και στους υπόλοιπους τουρίστες. Ιδιεταίρως οι νέοι, που ξεφεύγουν από τα προδιαγεγραμμένα σενάρια της τουριστικής συμπεριφοράς καθώς επιθυμούν την διασκέδαση, επιδιώκουν τη γνωριμία και την επαφή με άλλα άτομα για να θεωρήσουν το ταξίδι τους επιτυχημένο[45]. Έτσι, είναι λογικό πως στην εποχή που σχεδόν όλοι επιδιώκουν το ταξίδι, η τουριστική εμπειρία θα είναι διαφορετική αναλόγως της κοινωνικής ομάδας, της ηλικίας και των συνταξιδιωτών.
1.3.iv Η τουριστική εξέλιξη των αστικών κέντρων Σε αυτό το σημείο έχει σημασία να σχολιαστεί και η εξέλιξη στον τομέα του αστικού σχεδιασμού , μέσα στους τελευταίους αιώνες. Τα έργα αναπτύσσονται σε δυναμικά δίκτυα που κατασκευάζουν υποδομές, ανταποκρίνονται στις ανάγκες των κατοίκων και προσαρμόζονται στις συνθήκες ανάπτυξης. Οι σχεδιαστές είναι μηχανικοί – επιστήμονες που στηρίζουν τις επιλογές τους στην προσεκτική έρευνα των προβλημάτων και των δυνατοτήτων της περιοχής[46]. Μεγάλη βαρύτητα αποδίδεται στην πρόκληση και την προμελέτη της επιτέλεσης. Η οικολογία, η αρχιτεκτονική, ο αστικός σχεδιασμός και το τοπίο μελετούνται στρατηγικά, ξεκινώντας από τη μεγάλη κλίμακα για να καταλήξουν στην μικρή, τή κλίμακα που βιώνουν οι κάτοικοι στην καθημερινόητητά τους[47]. Η νέα αυτή επιστημονική τάση στον αστικό σχεδιασμό εμπίπτει στα πλαίσια της τοπιακής πολεοδομίας (landscape urbanism), πολύ νέου κινήματος, που ουσιαστικά ορίζει πως το αποτέλεσμα του σχεδιασμού πρέπει να στηρίζεται στην κοινωνική έρευνα, στην ανάπτυξη δικτύων κυκλοφορίας και υποδομών, στην επίλυση ή διαχείριση των περιβαλλοντικών προβλημάτων και στην οικονομική (ή τουριστική) ανάπτυξη. Δηλαδή περιλαμβάνει όλους του παράγοντες που επηρεάζουν τον αστικό ιστό και τη μορφή του. Στη συνέχεια, έχει σημασία να αναφερθούν μερικοί τρόποι θεμελίωσης του τουρισμού 44
45 46 47
MacCannell Dean [1999], The Tourist: A New Theory of the Leisure Class, California, University of California Press,, σελ. 42 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 190-196 [Chris Reed], Waldheim Charles [2006], The Landscape Urbanism Reader, Princeton Architectural Press, σελ. 274-276 [Stan Allen], Ο.π. , σελ. 280
17
τη σημερινή εποχή. Αρχικά, οι αεροπορικές εταιρίες χαμηλού κόστους πλέον δεν λειτουργούν μόνο βοηθητικά για την τουριστική κινητικότητα αλλά σε αρκετές περιπτώσεις την καθορίζουν. Για παράδειγμα, η Rynair στην Ελλάδα το έτος 2016-17 πρόσφερε πάρα πολύ φτηνά εισιτήρια (από 16-25 ευρώ) για προορισμούς όπως το Μιλάνο, τη Ρώμη και η Μάλτα. Με αυτόν τον τρόπο αυξήθηκε πολύ ο τουρισμός σε αυτές τις περιοχές. Έτσι, η Rynair, μια ιδιωτική εταιρία, διαδραμάτησε σημαντικό ρόλο στην τουριστική κινητικότητα. Επιπλέον, το ίδιο έτος μια άλλη ιδιωτική εταιρία η AirBnB, αναστάτωσε τον τομέα των τουριστικών επιχειρήσεων. Η ιδεα της εταιρίας αυτής, στηρίζεται στο γεγονός πως οι τουρίστες επιθυμούν να γνωρίσουν την πραγματική ζωή των κατοίκων, και προσφέρει αυτή τη δυνατότητα άμεσα, κατοικώντας στο σπίτι ενός ντόπιου. Όμως, η κίνηση αυτή, αναδιαμορφώνει τον αστικό ιστό ιδιαίτερα στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπου τα διαμερίσματα και οι κατοικίες πλέον δεν ενοικιάζονται στους κατοίκους της πόλης, ώστε να είναι διαθέσιμα για επισκέπτες του AirBnB. Αυτό ασφαλώς αναστατώνει και τα τουριστικά καταλύμματα που πλέον δεν προτιμούνται από τους επισκέπτες[48]. Τέλος, οι πρωτεύουσες διοργανώνουν διαφόρων είδων μουσικών διοργανώσεων (ADE στο Άμστερνταμ, μουσικά φεστιβάλ στο Βερολίνο) και πολιτιστικές εκθέσεις (Expo) όπως η Biennale της Βενετίας, της Βαρκελώνης, επαγγελματικές εκθέσεις στη Γερμανία κ.α., που προσελκύουν για ένα διάστημα πολύ μεγάλο αριθμό επισκεπτών συγκεκριμένης ηλικίας και μόρφωσης. Η αστική καθημερινότητα και χωρητικότητα αναστατώνεται και πάλι σημαντικά. Όπως παρατηρούμε, η ιστορική εξέλιξη του τουρισμού αναπτύσσεται ραγδαία τους τελευταίους αιώνες και τείθονται τα θεμέλιά του. Συνεχώς αναδιαμορφώνεται η επιθυμία του «τουρίστα» και γι’αυτό το λόγο αλλάζει και το είδος της τουρισικής επένδυσης. Οι μεγάλες πόλεις, ειδικά της Δύσης, είναι πολύ ευάλωτες στις αλλαγές και αυτές τις επηρεάζουν άμεσα και ενεργά στον αστικό ιστό τους. Στο επόμενο κεφάλαιο θα αναλυθούν οι τουριστικές θεωρίες και το αντίκτυπό τους στις πόλεις και τους κατοίκους. Πρώτα όμως έχει σημασία να εξετασθεί η σημασια του φυσικου τοπίου για τον τουρισμό και στη συνέχεια, οι κινήσεις που κατέστησαν το Παρίσι και το Λονδίνο τις πρώτες τουριστικές πρωτεύουσες, τα πρώτα βήματα του αστικού τουρισμού.
48
Άρθρο του Σ. Μαλιχούδη, www.insidestory.gr
18
[3]
19
1.4 Φυσικό τοπίο και τουρισμός Η εξύψωση της σημασίας του φυσικού τοπίου στον τουρισμό ξεκινά με το Ρομαντικό κίνημα. Παράλληλα, όμως, συμβάλλει και στην προστασία του, καθώς άνρθωποι μορφωμένοι (συγγραφείς, καλλιτέχνες, ανώτερη τάξη) ταξιδεύουν με σκοπό την οπτική κατανάλωση ασπήλωτων τοπίων και είναι σε θέση να τα συγκρίνουν μεταξύ τους και να ασκούν κριτική ως προς η διατήρησή τους[49]. Στη συνέχεια, κατόπιν της μείωσης της δημοτικότητας του μαζικού τουρισμού, οι ταξιδιώτες ξεκινούν να αναζητούν νέα και περισσότερα μέρη να δουν. Αναπτύσσεται έτσι το selective gaze[50], που είναι η κριτική επιλογή των τοπίων που θα επισκεφτούν, με κριτήρια την αγνότητά τους και τον τρόπο με τον οποίο έχει γίνει η ανθρώπινη επέμβαση και η τουριστική ανάπτυξη σε αυτά. Κατα αυτόν τον τρόπο, κάνει την εμφάνισή του ο «πράσινος τουρισμός» (green tourism) που συμβάλλει ενεργά στην διατήρηση και στην προστασία των περιοχών άγριας ζωής και φυσικής χλωρίδας από τις κυβερνήσεις. Έτσι, οι χώρες ξεκινούν να αναδασώνουν περιοχές που έχουν πληγεί από την ανθρώπινη κατάχρηση και να δημιουργούν εθνικούς δρυμούς που προστατεύονται από ειδικές νομοθεσίες[51]. Όπως ήδη αναφέρθηκε, η σύγχρονη κοινωνία ξεκινά να αντιμετωπίζει τα άγρια και δύσβατα τοπία ως μέρη διασκέδασης[52]. Το καλύτερο παράδειγμα αποτελεί η τουριστική ανάπτυξη των Άλπεων, κυρίως για την εξάσκηση χειμερινών σπορ και εξορμήσεων, αλλά παράλληλα αποτελεί μια ¨ωδή¨των ανθρωπίνων δυνατοτήτων να ¨δαμάσουν¨ τη φύση και τα φυσικα φαινόμενα με στόχο την αναψυχή και την οπτική κατανάλωση. Είναι πράγματι εντυπωσιακή η τουριστική ανάπτυξη των βουνών αυτών, που μέχρι πρότεινως αποτελούσαν πηγή φόβου και θανάτου για όσους ήταν αναγκασμένοι να τα διασχίσουν για επαγγελματικούς ή άλλους λόγους. Παρατηρείται λοιπόν η τάση του συγχρονου τουρισμού να αντιμετωπίζει τη φύση όχι ως εμπόδιο αλλά ως κάτι που ενώνει τους ανθρώπους, προσφέρει συναισθηματική συγκίνηση και δέος και είναι μείζωνος σημασίας να διατηρηθεί. Ο [MacCannell] διαχωρίζει τα είδη χρήσης της φύσης από τον τουρισμό σε τοπία για αναψυχή και σε τοπία για αισθητική κατανάλωση. Ασφαλώς, κάποια μπορούν να συνδυάζουν τις δύο κατηγορίες, και υπάρχουν και τοπία που ξεχωρίζουν και έχουν αναδειχθεί σε τοπιακά αξιοθέατα (landmarks). Σε αυτό, τα τελευταία χρόνια, έχει συμβάλλει πολύ η UNESCO που καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια να διατηρηθούν φυσικά και ανθρωπογενή τοπία, γεγονός που ενισχύει έντονα την τουριστική ανάπτυξή τους. Την εποχή που ζούμε, η άνθιση που γνωρίζουν οι μεταφορές, τόσο με τα συνεχή δρομολόγια των αερογραμμών, όσο και με την κατασκευή καλού οδικου δικτύου, όλοι έχουν τη δυνατότητα να επισκεφθούν και να συγκρίνουν τα τοπία. Επιπλέον, μέσω του διαδικτύου και της τηλεόρασης δίνεται η δυνατότητα του «armchair travel», οπου τα τοπία διαδίδονται και συγκρίνονται δίχως την ανάγκη μετακίνησης[53]. Η άρρηκτη σχέση τουρισμού και της ρομαντικής αντιμετώπισης των τοπίων υπογραμμίζεται από το σχόλιο του [Walter] “Η ρομαντική απομόνωση υποστηρίζεται από χορηγούς με επιρροή και διαφημίζεται αποτελεσματικά”[54], που επεξηγεί το λόγο που η τουριστική διαφήμιση χρησιμοποιεί εικόνες του μέρους δίχως τους επισκέπτες, προωθώντας αυτη τη ρομαντική απομόνωση. 49 50 51 52 53
54
[Walter], Urry John [2002], Consuming Places, London, Taylor & Francis, σελ. 180 [Urry], Ο.π. , σελ.181 [Jonew], Ο.π. , σελ.182 MacCannell Dean [1999], The Tourist: A New Theory of the Leisure Class, California, University of California Press, σελ. 80-81 Urry John [2002], Consuming Places, London, Taylor & Francis, σελ. 179 Ο.π. , σελ.186
20
Όμως, δεν πρέπει να παραβλεπτεί το γεγονός πως ο τουρισμός είναι ταυτόχρονα και υπαίτιος της δημιουργίας περιβαλλοντικών προβλημάτων. Δηλαδή, η ασταμάτητη επιθυμία για ταξίδι που δημιουργεί η σύγχρονη κοινωνία, αφενός καταστρέφει άμεσα το τοπίο για την ανάπτυξη των υποδομών που θα το καταστήσουν προσβάσιμο και ικανό να φλοξενήσει τον αριθμό των επισκεπτών και αφετέρου έχει ως έμμεση συνέπεια την ενίσχυση του φαινομένου του θερμοκηπίου από τη χρήση καυσίμων για τη μετακίνηση[55]. Οι λόγοι αυτοί έχουν συμβαλλει ενεργά και στη διαμόρφωση των πόλεων, με την πρόσφατη τάση ¨πρασινοποίησης¨που παρτηρείται κατά τη πράξη του landscape urbanism αλλά και την ανάγκη των κατοίκων τους να έχουν στη διάθεσή τους πάρκα στα οποία μπορούν να αθληθούν, να ψυχαγωγηθούν και να καταναλώσουν οπτικά.
[4]
55
Urry John [2002], Consuming Places, London, Taylor & Francis, σελ.192
21
1.5 Η θεμελίωση του αστικού τουρισμού Τον 19ο αιώνα έκανε την εμφάνισή του για πρώτη φορά ο αστικός σχεδιασμός. Ο υπερπλυθισμός και οι αφυκτικές συνθήκες ζωής στις πρώτες μητροπόλεις, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη του τουρισμού και της «οπτικής εμπειρίας» διαμόρφωσε το έδαφος που θα καλλιεργούσε την ανάγκη για επανασχεδιασμό των πόλεων λειτουργικά και αισθητικά. Παράλληλα, κατανοήθηκε πως οι πόλεις για να αποκτήσουν ενδιαφέρον πρέπει να οργανωθούν και να καδραριστούν ως κατάλληλες εικόνες, κατόπιν μελετημένων επεμβάσεων[56]. Σε πρώτο στάδιο, ήταν σαφές πως οι μητροπόλεις έπρεπε να επενδύσουν σε δίκτυα υποδομών που θα αναβάθμιζε τη δημόσια υγεία και κυκλοφορία. Η άναρχη πολεοδομία , η απουσία ανοιχτών χώρων και αποχετευτικού συστήματος και η πλυθισμιακή συμφόρηση του κεντρου τους, τις καθιστούσαν επικύνδυνες και χαοτικές. Επιπλέον, κατανοήθηκε πως πεπερασμένες δραστηριότητες, όπως εμπόριο και αναψυχή, πρέπει να γίνονται σε συγκεκριμένα μέρη προμελετημένης αρχιτεκτονικής σύνθεσης ώστε να παραχθεί το επονομαζόμενο “leisure” (αναψυχή)[57]. Η εναλλαγή καταστάσεων και εντυπώσεων, οι προσεγμένοι δρόμοι και πεζόδρομοι και το πλύθος κόσμου σε ένα διαμορφομένο πνευματικό και επιχειρησιακό κέντρο είναι η βάση που θα τις εξυψώσει σε τουριστικό θέρετρο για τους κατοίκους και τους επισκέπτες ομοίως. Τέλος, το φυσικό τοπίο στη μητρόπολη ξεκινά να μελετάται και να σχεδιάζεται ως χώρος αναψυχής, διασκέδασης και οπτικής κατανάλωσης[58], και να συμβάλλει στη διαμόρφωση του χαρακτήρα της μητρόπολης. Το Λονδίνο και το Παρίσι είναι οι πρώτες πόλεις που διαχειρήστηκαν επιτυχημένα τον αστκό ιστό τους και για τον λόγο αυτό είχαν αναδειχθεί σε οικονομικά και πολιτιστικά πρώτυπα του 19ου αι., προσελκύοντας επισκέπτες από όλο τον κόσμο.
1.5.i Το Λονδίνο Η μητρόπολη του Λονδίνου είναι λογικό να αποτελέσει την πρώτη που μελετήθηκε και σχεδιάστηκε κατόπιν αστικού σχεδιασμού, καθώς ήδη πριν το 19ο αι., διέθετε στοιχεία οργάνωσης στον αστικό ιστό της. Αρχικά, το 1630 είχε κατασκευαστεί η πρώτη δημόσια πλατεία η πλατεία Κόβεντ Γκαρντεν, το 1776 η πρώτη πλατεία που είχε σχεδιαστεί ως αρχιτεκτονικό σύνολο η πλατεία Μπρεντφορντ και εώς το 1790 υπήρχε ήδη ένα μελετημένο δίκτυο δρόμων με κομβικές πλατείες, γεγονός που διασπούσε την πυκνότητά της. Επιπλέον, εν αντιθέση με τις υπόλοιπες μητροπολεις, εντυπωσίαζε η αξιοπρεπής κατάσταση των περιοχών της μεσαίας τάξης και η ποικιλία μικροκαταστημάτων που λειτουργούσαν εκεί. Παρόλο που την πόλη χαρακτήριζε η αρχιτεκτονική μονοτονία και δεν φαινόταν ο πλούτος και η οικονομική άνθιση που είχε, αυτό που την έκανε ξεχωριστή και πρωτοποριακή ήταν οι υποδομές της, οι πεζόδρομοι, ο φωτισμός των δρόμων και η υγειονομική αντιμετώπιση του δημόσιου χώρου[59]. Η πρώτη, όμως, οργανωμένη αστική ανάπλαση πραγματοποιήθηκε το 1811 με την πρόταση ανάπλασης της οδού Ρίτζεντ, έργο που αποτελεί προοίμιο των γαλλικών μπούλεβαρντ. Η διαδρομή σχεδιάζεται από τον Τζον Νας ενώνει το παλάτι Τσαρλτον με το πάρκο Ρίτζεντ (πρώην πάρκο Μεριμποουν) και αφιερώνεται στο πλούσιο εμπόριο και την κομψή κατανάλωση με φόντο ένα 56 57 58 59 ,
Urry John [2002], Consuming Places, London, Taylor & Francis, σελ. 165 [Berman], Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 160 Ο.π. , σελ. 45 Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press, σελ. 12-13
22
αρχιτεκτονικό μεγαλείο. Βασική επιθυμία του σχεδιασμού είναι να προκαλέσει έκπληξη και συναισθήματα ανακάλυψης κατά την πεζή κυκλοφορία, που επιτυγχάνεται με την εναλλαγή των μοτίβων στις όψεις, σχεδιασμένες στο διαδεδομένο, για την εποχή, Ρωμαϊκό στυλ. Επιπλέον, δίνεται η δυνατότητα στους ιδιοκτήτες των κτισμάτων να επιλέξουν τον διάκοσμο από στόκο που θα προστεθεί στα κτίρια, με στόχο την αρχιτεκτονική ποικιλία, στοιχείο αισθητά απών από όλη την υπόλοιπη μητρόπολη. Πέρα όμως από την εμπορική χρήση και την αισθητική αναβάθμιση, ο δρόμος αυτός είχε και πολύ πιο σημαντικές για το Λονδίνο λειτουργίες. Διαμόρφωνε άνοιγμα στην πόλη, που βοηθούσε στην ανακύκλωση του αέρα, τον καθαρισμό του δηλαδή από επιβλαβείς μικροοργανισμούς. Ακόμη, έφερε το κεντρικό δίκτυο υπονόμων, που μετέφερε τα λύματα μακριά από την πόλη. Τέλος, αποτελούσε πόλο έλξης κατοίκων και επισκεπτών από τα υψηλά κοινωνικά στρώματα, ήταν δηλαδή τουριστικό αξιοθέατο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο [John Tallis] στον τουριστικό οδηγό του το 1838, η οδός Ρίτζεντ αποτελεί «δρόμο κύρους, έχει μαγαζιά σαν παλάτια και αποδεικνύει τη χλιδή μιας εκπληκτικής μητρόπολης»[60]. Η επιτυχία του δρόμου ήταν τόσο άμεση, που αποφασίστηκε να αναπλαστεί το 1823 και η πλατεία Τραφαλγκαρ που βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη και να ενωθεί με το Βρετανικό Μουσείο με μία δεύτερη πορεία. Είναι εμφανές πως γίνεται ήδη προσπάθεια να ενωθούν τα βασικά αξιοθέατα της πόλης, που επισκέπτεται συχνά η ανώτερη τάξη και οι μορφωμένοι ταξιδιώτες της εποχής. Όμως η επιτυχία αυτή δεν θα διαρκέσει πολύ. Ο ρυθμός που διέπει την οδό Ρίτζεντ είχε ξεπεραστεί σύντομα και είχε πολύ υψηλό κόστος. Επίσης υπήρχε δυσκολία και ασυμφωνία ως προς τον αστικό σχεδιασμό, αντικείμενο πρωτόγνωρο για την εποχή. Επιπλέον, η οικονομική κρίση το 1825 διέκοψε τα μεγαλεπήβολα σχέδια για την αισθητική αναβάθμιση της πόλης και έστρεψε τον τομέα των κατασκευών σε άλλη κατεύθυνση. Η αξία της γής στο κέντρο της πόλης ήταν απαγορευτική για την ανέγερση έργων και γι’ αυτό ξεκίνησε η επέκταση της πόλης προς τα προάστια, με κύρια επένδυση την κατασκευή κατοικιών για τον ολοένα και αυξανόμενο αριθμό κατοίκων της πόλης. Το γεγονός αυτό όμως, παρότι έγινε εξαιτίας της οικονομικής ύφεσης, απέδωσε στο Λονδίνο το μοναδικό του χαρακτήρα χαμηλής οικοδομικής πυκνότητας, που το ξεχώριζε από όλες τις υπόλοιπες μητροπόλεις της Ευρώπης[61]. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1832, ξεσπά επιδημία χολέρας στην πόλη. Παρότι συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες τις Ευρώπης το Λονδίνο είχε τα λιγότερα θύματα, οι κάτοικοί του αναστατώθηκαν, καθώς θεωρούσαν πως οι υποδομές τους ήταν αρκετές για την αποφυγή τέτοιων κρουσμάτων. Έτσι, αναθεωρούν τον τρόπο εκτέλεσης της αστικής ανάπλασης άμεσα. Από εδώ και στο εξής τα δημόσια έργα θα πραγματοποιούνται σημειακά και σταδιακά και με βασικό τους στόχο της πρακτική χρησιμότητα και όχι την αισθητική. Δημιουργούν το Metropolitan Board of Works, υπηρεσία η οποία ασχολείται αποκλειστικά με την ανάπτυξη υποδομών. Βασικά αντικείμενά της ήταν η κατασκευή των υπονόμων, η παροχή νερού σε όλα τα κτίρια, η δημιουργία ηλεκτρικών τρένων και υπόγειου σιδηρόδρομου, η ανέγερση κτιρίων εκπαίδευσης και κατοικιών και το άνοιγμα δρόμων για αντιμετώπιση της κυκλοφοριακής συμφόρησης και για τον αερισμό της πόλης. Το Λονδίνο ανανεώνεται με τον πιο πρωτοποριακό αστικό εξοπλισμό. Παράλληλα, η αξία των ακινήτων στο κέντρο της πόλης έχει αυξηθεί πάρα πολύ λόγω της αναβάθμισής του και το κόστος είναι απαγορευτικό για την εκμετάλλευσή τους ως κατοικίες. Έτσι, στην περιοχή αυτή ξεκινά να διαμορφώνεται το εργασιακό κέντρο της πόλης. Τράπεζες και γραφεία 60 61
Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press σελ. 16,18 Ο.π. , σελ. 21-22
23
αναστηλώνουν τα κτίρια με ιδιαίτερη φροντίδα. Δίνεται μεγάλη έμφαση στην αρχιτεκτονική μορφή των όψεων και του εσωτερικού, με στόχο να αποπνέουν κύρος, οικονομική σταθερότητα και ευημερία. Τα κτίρια αυτά ξεκινούν να αποτελούν ορόσημα μέσα στη μουντή και επαναλαμβανόμενη αρχιτεκτονική μορφή του Λονδίνου. Τέλος, την μεταμόρφωση της πόλης ολοκληρώνει τη δημιουργία της οδού Νιου Όξφορντ, που θεωρείται από τις πιο όμορφες και προσεγμένες αναπλάσεις δρόμων, κατά πολύ ανώτερη της ξεπερασμένης πλέον Ρίτζεντ. Εώς το τέλος του 1850, το Λονδίνο ξεχωρίζει ως τουριστικό θέρετρο και όπως σχολιάζει ο[ Theophie Gautier][62] « Το Λονδίνο εντυπωσιάζει και υπνωτίζει… Είναι πραγματικά η πρωτεύουσα του πολιτισμού». Παρατηρούμε πως η αστική ανάπλαση του Λονδίνου βοήθησε πολύ σημαντικά στην ανάπτυξη του τουρισμού. Όμως, θα περάσουν πολλά χρόνια για να διαχωριστεί ο κλάδος του αστικού από του τουριστικού σχεδιασμού. Όπως αναφέρουν οι [Gunn και Heeley], ο τουριστικός σχεδιασμός στις πόλεις προϋποθέτει τη συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για την επίλυση οικονομικών κοινωνικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων[63]. Το Ηνωμένο Βασίλειο τα μέσα του 20ου αι., συνειδητοποίησε πως είναι σημαντικό να γίνεται μελέτη πριν το σχεδιασμό, έτσι ώστε η τουριστική ανάπλαση να προσφέρει λύσεις και να μη δημιουργεί νέα προβλήματα (π.χ. συνωστισμός). Έτσι, το 1963 δημιουργείται το London Tourist Board, μια υπηρεσία περιορισμένης ευθύνης. Το LTB πραγματοποιεί μελέτες τουριστικής ανάπτυξης, τις οποίες στη συνέχεια μεταφέρει στους δήμους (London Boroughs). Τα 32 London Boroughs (1965) είναι ουσιαστικά οι δήμοι του Λονδίνου που είναι υπεύθυνα για το σχεδιασμό και την ανάπλαση της περιοχής τους. Έτσι, τα LB λαμβάνουν μια στρατηγική που προτείνεται από το LTB και την επεξεργάζονται, με στόχο να διατηρήσουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της περιοχής. Ως αποτέλεσμα, η τουριστική ανάπλαση μελετάται διεξοδικά και εφαρμόζεται σημειακά και επιτυχημένα. Το Λονδίνο, κατανοώντας από πολύ νωρίς την αξία του τουρισμού για την ευημερία του, κατάφερε να μείνει στην κορυφή των τουριστικών προορισμών της Ευρώπης από τον 19ο αι. εως σήμερα.
1.5.ii Το Παρίσι Η πόλη του Παρισιού μέσα σε μόλις 18 χρόνια κατάφερε να αλλάξει δραστικά τον αστικό ιστό της και να μετατραπεί σε πολιτιστικό και τουριστικό κέντρο της Ευρώπης. Παρατηρώντας το παράδειγμα του Λονδίνου, έγινε αισθητό πως για να γίνει ανταγωνιστική μια πόλη ως προς την «μοντέρνα εμπειρία» πρέπει να «στηθεί / σκηνοθετηθεί» κατάλληλα, επενδύοντας σε έργα υποδομών και αισθητικής αναβάθμισης[64]. Το Παρίσι θα μπορούσαμε να πούμε πως κυριολεκτικά αναγεννήθηκε μέσα από τις στάχτες του. Εώς το 1852 στο Παρίσι επικρατούσαν ακόμη μεσαιωνικές συνθήκες διαβίωσης. Ήταν ανθυγιεινό, διεπόταν από στενά σκοτεινά σοκάκια καλυμμένα με λάσπη και ψηλά κτίρια χτισμένα άναρχα κολλημένο το ένα στο άλλο χωρίς καμία ιδιομορφία στην όψη, με αποτέλεσμα τα δρομάκια να είναι δαιδαλώδη, δίχως δυνατότητα προσανατολισμού. Ταυτόχρονα η πόλη υπέφερε από υπερπληθυσμό και επιδημίες[65]. Οι λίγοι τουρίστες που την επισκεπτόντουσαν και ειδικά οι Άγγλοι 62 63 64 65
Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press, σελ. 21-34 Page Stephen [1995], Urban Tourism, California University, Routledge, σελ. 165,166 Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press, σελ.37 Ο.π. , σελ.35
24
απηυδούσαν από τις συνθήκες διαβίωσης και τη βρωμιά και δεν το θεωρούσαν καθόλου γραφικό[66]. Παρόλο που η κατασκευή νέων κατοικιών ως εμπόρευμα είχε ξεκινήσει στα προάστια από τη δεκαετία του 1830, η ριζική αλλαγή επήλθε με το σχέδιο ανάπλασης του Haussman το οποίο πραγματοποιήθηκε το 1852 – 1870. Ο G.E. Haussman (1809 – 1891) καταγόταν από οικογένεια στρατιωτικών, σπούδασε Νομική και ακολούθησε καριέρα στη δημόσια διοίκηση. Μετά από 20 χρόνια ανέλιξης, το 1950 , διορίστηκε διευθυντής (perfect) στο τμήμα της Ιόν. Όταν ο αυτοκράτορας Ναπολέων ΙΙΙ τον γνώρισε, εντυπωσιάστηκε από τις γνώσεις του και από την κοινό τους τρόπο σκέψης. Έτσι, μετά από μελέτες, αποφάσισε να του αναθέσει την φιλόδοξη αναδιαμόρφωση του Παρισιού, την οποία οραματιζόταν, για την αναβάθμιση της πρωτεύουσας. Σύμφωνα με την πρότασή του, θα διανοίγονταν boulevards (μεγάλες οδικές αρτηρίες) στην καρδιά της πόλης. Για να υλοποιηθεί έπρεπε πρώτα να γκρεμιστούν πάρα πολλά κτίρια και να μετακινηθούν περίπου 350.000 άνθρωποι[67]. Αρχικά, το σχέδιο αυτό κατηγορήθηκε πως αποσκοπούσε αποκλειστικά στην μετακίνηση των στρατευμάτων και στην καταπολέμηση των επαναστάσεων της εργατικής τάξης. Όμως, όπως υπογράμμιζε ο ίδιος ο Haussman, αλλά και όπως είναι εμφανές εκ του αποτελέσματος, ο στόχος ήταν η ενίσχυση της οικονομίας του Παρισιού άμεσα, με την εργατική απασχόληση, την κίνηση κεφαλαίου και την μελλοντική οικονομική ανάπτυξη των νέων δρόμων. Επιπλέον, ένωνε ιστορικά μνημεία μεταξύ τους και με το κέντρο, δημιουργούσε ισομετρία και ομοιογένεια στην πόλη και βοηθούσε στον προσανατολισμό[68]. Στην πράξη όμως, το αποτέλεσμα βοήθησε και ως προς άλλους παράγοντες την πόλη. Όπως και στο Λονδίνο, έτσι και εδώ, τα μπούλεβαρντς έφεραν το κεντρικό δίκτυο υπονόμων και εξυπηρετούσαν στην ανακύκλωση και καθαρισμό του αέρα της πόλης, που προηγουμένως ήταν αδύνατο εξαιτίας του άναρχου πυκνού ιστού της. Ακόμη, επιλύει τα κυκλοφοριακά προβλήματα και παρέχει φαρδύς δρόμους για να αξιοποιηθούν εμπορικά από καταστήματα και επιχειρήσεις Τέλος, ως προς την αρχιτεκτονική, τα κτίρια αναστηλώνονται, καθαρίζονται και διακοσμούνται, τα πεζοδρόμια πολλαπλασιάζονται, προστίθεται κατάλληλος φωτισμός και προπαντός τα μπούλεβαρντ καταλήγουν όλα σε μνημεία, τα οποία καδράρονται και αναδεικνύονται[69]. Καθένα έχει τη δική του χαρακτηριστική αρχιτεκτονική και διαφορετική αξία ακινήτων. Έτσι, όλα τα κοινωνικά στρώματα έχουν ¨δικαίωμα¨ να συμμετέχουν στη ζωή κάποιου. Η ζωή των μπουλεβαρντ, περιλαμβάνει εμπόριο, εργασία, διασκέδαση και κατοικία, και είναι αυτή που θα αναδείξει το Παρίσι ως κοσμοπολίτικη μητρόπολη. Πέρα όμως από τη βελτίωση της πόλης, τα μπούλεβαρντ είναι μείζονος σημασίας για τον αστικό τουρισμό. Στα εγκαίνιά τους γινόταν μεγάλος εορτασμός και όλοι οι κάτοικοι του Παρισιού, ανεξαρτήτου τάξης, είχαν πάει να τα περπατήσουν και να τα δούν. Οι κάτοικοι, κινούμενοι ως επισκέπτες στην πόλη τους, κυκλοφορούσαν στην πολυκοσμία και κατανάλωναν οπτικά τόσο στα μνημεία και τα κτίρια, όσο και στους υπόλοιπους επισκέπτες[70]. Πρώτη φορά φανερώνεται η μαγεία της μητρόπολης που κρύβεται στην ίδια την αστική ζωή η οποία είναι γεμάτη πιθανότητες, συνάμα συναρπαστική και τρομακτική[71]. 66 67 68 69 70 71
Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press, σελ. 37 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 160 Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press, σελ. 45 Ο.π., σελ. 46 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 161 Ο.π., σελ. 161
25
Η εναλλαγή των φαρδιών δρόμων με τα στενά, πλέον καθαρά και γραφικά, σοκάκια προσδίδει στους επισκέπτες την αίσθηση της ανακάλυψης και της περιπέτειας. Ομοίως, η εναλλαγή παλαιού και νέου, μικρού και μεγάλου αποδίδει ενδιαφέρον στην πεζή κυκλοφορία στην πόλη. Μεγάλα και ακριβά ξενοδοχεία εγκαινιάζονταν πάνω στα μπούλεβαντ, προσελκύοντας επισκέπτες από όλο τον κόσμο. Μεγάλες πολιτισμικές εκθέσεις ξεκίνησαν να λαμβάνουν χώρα. Το βράδυ, οι φωτισμένοι δρόμοι γέμιζαν ζωή και όπως αναφέρει ο [Thurber Cook] για τη νυχτερινή διασκέδαση «είναι τιμωρία για τους αδύναμους». Τα καφέ που γέμισαν τις νέες οδούς, έφτασαν να γίνουν η χαρακτηριστική εικόνα του Παρισιού[72], με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που τα μπανγκαλόουζ έγιναν χαρακτηριστική εικόνα της βρετανικής επαρχίας. Το πιο σημαντικό από όλα όμως, είναι πως ακόμη και κατόπιν της ριζικής ανακατασκευής, το Παρίσι παραμένει χαρακτηριστικά παριζιάνικο. Δημιουργείται η πεποίθηση πως πολιτισμός και χαρά υπάρχουν μόνο στο Παρίσι, και ειδικά στα μέρη με την περισσότερη ζωή, φασαρία και δραστηριότητα. Τέλος, η τουριστική δραστηριότητα ενισχύθηκε σημαντικά με ρήσεις καλλιτεχνών για τη μαγεία της πόλης, ένα είδος διαφήμισης της εποχής. Ο [Daly] το 1863 έγραψε «Μπορεί η Ρώμη να έχει μνημεία και το Λονδίνο φυτεμένα πάρκα, πλατείες και φαρδύς δρόμους αλλά καμία πόλη δεν συγκρίνεται με το Παρίσι: τους κήπους, τα κομψά πάρκα, τις πυκνές φυλλωσιές και τα γοητευτικά λουλούδια». Το σχόλιό του κάνει επίσης σαφή αναφορά στο ρομαντικό κίνημα, καθώς υπογραμμίζει το ρομαντικό παιχνίδι του φυσικού τοπίου στη μητρόπολη. Από άλλη οπτική γωνία ο [Ph. Gillbert Hamerton] σχολιάζει: «Το Παρίσι του 1983 οδεύει προς την τελειότητα. Μελετημένη αρχιτεκτονική, καλοί πεζόδρομοι, καλοδιατηρημένοι δρόμοι, συνεχής ανάπτυξη, καθαριότητα και κυρίως λατρεία των τεχνών». Ομοίως ο [Robert Kerr] λέει «Το Παρίσι του 1900 πρωτοπορεί και διδάσκει αστική ανάπλαση»[73].
72 73
Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press, σελ. 50 Ο.π., σελ. 51, 52
26
[5]
27
28
29
Κεφαλαιο 2 Σχεδιάζοντας την τουριστική δραστηριότητα
30
2.0
Όπως παρατηρούμε κατόπιν της ιστορικής αναδρομής για την ανάπτυξη του τουρισμού, τα αστικά κέντρα αποτελούν προορισμό για μεγάλο αριθμό επισκεπτών και τα θέρετρά τους καταναλώνονται συνεχώς, τόσο από τους επισκέπτες, όσο και από τους μόνιμους κατοίκους. Ιδιαιτέρως μετά από τα πρώτα βήματα που έγιναν ως προς τη διαχείριση της τουριστικής ανάπτυξης βάση μελέτης και αστικού σχεδιασμού, οι μεγάλες πόλεις οργανώνουν τον αστικό ιστό τους με στόχο να προσελκύσουν τουρίστες. Ενδεικτικά ο [Mullins] υποστηρίζει πως οι τουριστικές πόλεις αντιπροσωπεύουν μια νέα και πρωτόγνωρη μορφή αστικοποίησης διότι κατασκευάζονται και αναδιαμορφώνονται για να καταναλωθούν[74]. Παρόμοιο συλλογισμό κάνουν οι [Jansen, Verbeke] οι οποίοι αντιλαμβάνονται τα αστικά κέντρα ως προϊόντα που προσφέρουν διασκέδαση και ψυχαγωγία[75]. Ως προς αυτό το «αστικό προϊόν» αξίζει να σημειωθεί και να μελετηθεί ο ρόλος και η σημασία του φυσικού τοπίου μέσα στην πόλη, ως στοιχείο που έλκει τουρίστες και αποτελεί τον περιβάλλοντα χώρο στον οποίο πραγματοποιούνται δράσεις και αναπτύσσεται η τουριστική επιτέλεση. Πάρκα όπως το Κεντρικό Πάρκο της Νέας Υόρκης, τα Βασιλικά Πάρκα στο Λονδίνο, αλλά και το πάρκο του ΚΠΣΝ στην Αθήνα λειτουργούν ως τουριστικοί προορισμοί που είναι απαραίτητο να καταναλωθούν από τους αστικούς τουρίστες. Επιπλέον, δίκτυα πεζής κυκλοφορίας που συνοδεύονται από μελετημένη φύτευση λειτουργούν εξίσου ως προορισμοί και αναβαθμίζουν την τουριστική εμπειρία στην πόλη, όπως συμβαίνει στην παραλιακή ανάπλαση της Θεσσαλονίκης, στον πεζόδρομο της Αρεοπαγίτου της Αθήνας αλλά και της Λας Ράμπλας της Βαρκελώνης, στα μπουλεβαρντ του Παρισιού κ.α. Το φυσικό τοπίο σε αυτές τις περιπτώσεις, σηματοδοτεί τον προορισμό, του προσδίδει χαρακτήρα και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την κατανάλωση του χώρου. Στο κεφάλαιο αυτό, θα μελετηθεί η σχέση των πράσινων χώρων ως προς την τουριστική εμπειρία στην πόλη καθώς και πώς το τοπίο γίνεται «τόπος», χώρος δηλαδή ενεργός μέσα στην πόλη. 74 75
Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ.13 Ο.π., σελ. 61-62
31
2.1 Το σχεδιασμένο φυσικό τοπίο 2.1.i Πώς γίνεται αντιληπτό Η μεγάλη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στο φυσικό τοπίο και στους πράσινους χώρους που υπάρχουν μέσα στις πόλεις είναι πως τα δεύτερα δημιουργούνται από σχεδιαστικές επιλογές που καθορίζουν τη μορφή και τη λειτουργία τους. Ουσιαστικά, είναι σκηνοθετημένα τοπία τα οποία δημιούργησε ο άνθρωπος βάση της αισθητικής που διέπει την εκάστοτε κοινωνία. Δηλαδή, όπως αναφέρει ο [Green] ο τρόπος που ένα άτομο διαβάζει το φυσικό τοπίο και τα επιμέρους χαρακτηριστικά του, είναι κάτι που μαθαίνει μεγαλώνοντας και εξαρτάται άμεσα από την κοινωνία στην οποία είναι μέλος[76]. Αυτό είναι ευκόλως κατανοητό, εάν αναλογιστεί κανείς τις μεγάλες διαφορές που υπάρχουν στα σχεδιασμένα τοπία για παράδειγμα της Αγγλίας και της Γαλλίας. Στην πρώτη περίπτωση, η σχεδιαστική γραμμή στην πλειοψηφία των πάρκων της είναι η απομίμηση του φυσικού τοπίου της επαρχίας, ενώ από την άλλη μεριά τα γαλλικά τοπία χαρακτηρίζονται από τάξη και την εμφανή ανθρώπινη φροντίδα. Παρόλαυτά, και στις δύο περιπτώσεις, το αποτέλεσμα ανταποκρίνεται στην αισθητική και στις απαιτήσεις της κοινωνίας που τα βιώνει και τα καταναλώνει. Έτσι, ο [Green] υποστηρίζει πως η οικονομική, κοινωνική και γεωγραφική οργάνωση του σύγχρονου τουρισμού προκαλεί σημαντικές αλλαγές στον τρόπο που διαβάζεται το φυσικό τοπίο και γίνεται κατάλληλο για κατανάλωση, γεγονός που επηρεάζει και τη μέθοδο εκμετάλλευσής του. Ορίζει τρεις βασικούς παράγοντες που αφορούν την τουριστική αξιοποίησή του. Αρχικά, είναι γεγονός πως το φυσικό τοπίο καταναλώνεται οπτικά και αυτός είναι ο κύριος λόγος που οι επισκέπτες μετακινούνται για να το δουν από κοντά. Έτσι, μέσω των επισκέψεων, τα τοπία διαδίδονται και τα άτομα μπορούν να συγκρίνουν τις ιδιαιτερότητές τους με άλλα μέρη, με αποτέλεσμα να εμπλουτίζονται και να αναδιαμορφώνονται οι ιδέες της κοινωνίας. Τέλος, εάν οι επεμβάσεις στο τοπίο ανταποκρίνονται στα κοινωνικά ιδεώδη, το μέρος αποκτά μεγάλη επισκεψιμότητα και σταδιακά αναδεικνύεται σε τουριστικό αξιοθέατο. Εν συντομία, επισημαίνει πως η ανάπλαση ενός τοπίου συνεπάγεται τουριστική δραστηριότητα και κοινωνικές αλλαγές στην περιοχή. Ο [J.Corner] σχολιάζει πως η σκηνοθετημένη ομορφιά του τοπίου που αποσκοπεί στην οπτική κατανάλωση αρέσει στο κοινό, τους ανακουφίζει από τα προβλήματα της καθημερινότητάς τους και τους ταξιδεύει νοερά σε χαρούμενες καταστάσεις[77]. Στο ίδιο πλαίσιο, οι [Machaften, Urry] επισημαίνουν πως το σχεδιασμένο τοπίο διαμορφώνεται και δημιουργείται από ανθρώπους με σκοπό να αντλήσουν απόλαυση από αυτό και να προβάλλουν τα αισθητικά πιστεύω τους[78]. Παρατηρούμε λοιπόν, πως το σχεδιασμένο φυσικό τοπίο έχει τη δυνατότητα να χαροποιεί και να ανακουφίζει τους επισκέπτες του και για το λόγο αυτό αποτελεί πόλο έλξης εν μέσω του πυκνού αστικού ιστού μιας μητρόπολης. Έτσι, σε αρκετές περιπτώσεις η τοπιακή ανάπλαση ενός τμήματος της πόλης που ήταν κατακριτέο, προσφέρει λύσεις και το αναβαθμίζει άμεσα. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί τη ανάπλαση της διαδρομής Χάι Λάιν στη Νέα Υόρκη, όπου πλέον αποτελεί ένα από τα κύρια θέρετρα της πόλης, έναντι της υπέργειας σιδηροδρομικής γραμμής που ήταν προβληματική για τις περιοχές που διαπερνούσε, εώς το 2009 που αναπλάστηκε. Επανερχόμενοι στα λόγια του [J.Corner], αξίζει 76 Urry John [2002], Consuming Places, London, Taylor & Francis,, σελ. 174-175 77 Corner James, Hirsch Alison [2014], The Landscape Imagination: Collected Essays of James Corner 1990-2010, New York, Princeton Architectural Press, σελ. 156 78 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 110
32
να σημειωθεί πως τα τοπία αυτά είναι αποπλανητικά, καθώς στο πέρασμα του χρόνου από κάτι τεχνητό και ανθρωπογενές μοιάζει ως κάτι φυσικό και αυτοδημιούργητο. Έτσι, προκύπτει εν τέλει, ένα σκηνοθετημένο «φυσικό» τοπίο. Η έννοια όμως του τοπίου και ο τρόπος που γίνεται αντιληπτό, στις δυτικές κοινωνίες, έχει εξελιχθεί. Ο [Barrell][79] σχολιάζει πως σε πρώτο στάδιο, το τοπίο καταναλωνόταν σε εσωτερικά φυσικά σκηνικά, δηλαδή σε κήπους. Ο περίκλειστος κήπος[80] γινόταν αντιληπτός ως μια όαση, ένας τεχνητός παράδεισος, ο οποίος συγκέντρωνε την «εξημερωμένη», όμορφη φύση στο εσωτερικό και ταυτόχρονα αποστασιοποιούταν από το τοπίο που τον περιέβαλλε. Στη συνέχεια, σύμφωνα με τον [Barrell] αλλά και όπως είδαμε στην εξέλιξη του τουρισμού, το τοπίο γινόταν αντιληπτό ως ένας πίνακας, δηλαδή μια φυσική περιοχή που καταναλώνεται οπτικά από μακριά από συγκεκριμένη οπτική γωνία, ως φωτογραφία της θέας. Πλέον, ολόκληρο το φυσικό τοπίο είναι διαθέσιμο για κατανάλωση, είτε είναι τα άγρια βουνά των Άλπεων, είτε αναφερόμαστε στο σχεδιασμένο φυσικό τοπίο του Κεντρικού Πάρκου. Ο [J.Corner][81] διαχωρίζει την έννοια landscape από το landshaft/landskip. Παρόλο που και οι δύο περιπτώσεις εμπίπτουν στην έννοια του φυσικού τοπίου, το πρώτο αφορά την εικόνα που καταναλώνει ο τουρίστας ή ο παρατηρητής, ως αντικείμενο που το κατακτά και το συλλέγει ως ενθύμιο. Το δεύτερο αναφέρεται τόσο στο φυσικό σκηνικό, όσο και στη σχέση του κτιστού περιβάλλοντος με το τοπίο, τις λειτουργίες και τις δραστηριότητες που πραγματοποιούνται σε μια περιοχή τη δεδομένη χρονική περίοδο. Σε αυτά αξίζει να προστεθεί το σχόλιο του [Μαραβέλια][82] για τη διαφορά τοπίου και τόπου. Το τοπίο είναι το οπτικό αποτέλεσμα του σχεδιασμού και αναφέρεται στον «πίνακα» που δημιουργούν τα επιμέρους στοιχεία του. Ο τόπος είναι χώρος αναγνωρίσιμος στον οποίο συμβαίνουν πράγματα, γίνεται προορισμός και η λειτουργία του προσδιορίζεται σύμφωνα με τις επιλογές των επισκεπτών και των δρώμενων που λαμβάνουν χώρα. Αποτελεί δηλαδή ένα σύνολο των οπτικών ερεθισμάτων και των δράσεων. Βάση αυτών των δεδομένων αναπτύσσονται τα τουριστικά φυσικά τοπία στις πόλεις.
2.1.ii Τα φυσικό τοπίο ως αξιοθέατο στην πόλη Πλέον, που ο τουρισμός έχει διαδοθεί παγκοσμίως, το ταξίδι αφορά ενεργά τη σύγκριση τοπίων, κυρίως ως προς τον χαρακτήρα της διαχείρισης του κτιστού και φυσικού περιβάλλοντος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ασκείται κριτική για μολυσμένα ή προβληματικά περιβάλλοντα, ιδιαιτέρως μέσα στις κοσμοπολίτικες πόλεις, οι οποίες είναι δέκτες αδιάκοπων τουριστικών ροών και κίνησης κεφαλαίου. Δηλαδή, θα ήταν κοινωνικά κατακριτέο για παράδειγμα το πάρκο Ρίτζεντ στο Λονδίνο να διέπεται από ρύπους και μολυσμένα ύδατα, και αυτή η άποψη υποστηρίζεται τόσο από την τοπική κυβέρνηση, όσο και από τους επισκέπτες. Έτσι, ο αστικός τουρίστας αναδεικνύει τους σχεδιασμένους πράσινους χώρους της πόλης σε αξιοθέατο εξέχουσας σημασίας, ειδικά όταν συνδυάζονται με πολιτιστικές εκδηλώσεις και ιστορικά μνημεία. Η παραλιακή ανάπλαση της Θεσσαλονίκης και το ΚΠΣΝ είναι ενεργοί τόποι που διέπονται από κοινά χαρακτηριστικά. Αρχικά, είναι προορισμοί στην πόλη που συνδυάζουν τον περίπατο, την αναψυχή, την ιστορία και την τοπιακή ανάπλαση. Το πρώτο έχει ως επίκεντρο το Λευκό Πύργο, 79 Urry John [2002], Consuming Places, London, Taylor & Francis, σελ. 175 80 Aben Rob, Saskia de Wit [1999], The Enclosed Garden, 010 Publishers, σελ. 10 81 Corner James, Hirsch Alison [2014], The Landscape Imagination: Collected Essays of James Corner 1990-2010, New York, Princeton Architectural Press, σελ. 154 82 Διάλεξη Θ. Μαραβέλια, Πανεπιστήμιο Πατρών, τμήμα Αρχιτεκτονικής, 09/01/2018
33
το άλλο διαθέτει ένα μικρό αρχαιολογικό χώρο και προσφέρει μια νέα οπτική γωνία στο λόφο της Ακρόπολης. Παρόλαυτά, οι χώροι αυτοί είναι ενεργοί και δεν προσδιορίζονται μόνο από τα μνημεία. Διαχειρίζονται τη θέα (το Θερμαϊκό κόλπο και τον Φαληρικό όρμο) ως πίνακα που βρίσκεται στο φόντο και συνοδεύει το «πραγματικό» τοπίο που βρίσκεται στους σχεδιασμένους χώρους πρασίνου. Οι χώροι και ο περίπατος καταναλώνονται οπτικά και αξιοποιούνται ενεργά για ποικίλες δραστηριότητες αθλητικές, πολιτιστικές, επιμορφωτικές, αναψυχής κ.α. Αντιθέτως, ο Εθνικός κήπος στην Αθήνα και ο Κήπος του Πασά στη Θεσσαλονίκη παρόλο που είναι και τα δύο ιστορικοί χώροι, με διαμορφωμένους χώρους πρασίνου και θέα, δεν λειτουργούν ως τόποι και η επισκεψιμότητά τους από τους κατοίκους της περιοχής είναι περιορισμένη. Αυτή η διαφορά προκύπτει από πολλούς παράγοντες που αφορούν την οργάνωση των δικτύων της πόλης, των τουριστικών και εργασιακών περιοχών της, τις μεθόδους τουριστικής ανάπτυξης αλλά και από την ίδια την κοινωνία. Επιπλέον, η κατανάλωση του τοπίου μέσω ενός περίκλειστου κήπου δεν ανταποκρίνεται πλέον στα πρότυπα της κοινωνίας, καθώς είναι περιορισμένες οι δράσεις που μπορούν να αναπτυχθούν εκεί. Οι κάτοικοι της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης αναπτύσσουν δραστηριότητες στους νέους χώρους που κατασκευάστηκαν, οι οποίες είναι πρωτόγνωρες για την ελληνική καθημερινότητα, όπως η μαζική ενασχόληση με τα αθλήματα του τρεξίματος, της ποδηλασίας και της κωπηλασίας, καθώς και η επίσκεψη για περιπλάνηση, αναψυχή και gaze – το τουριστικό βλέμμα σε έναν ανοιχτό χώρο της πόλης. Οι [Urry, Larsen] σχολιάζουν πως ο τουρισμός σχετίζεται με την εμπλοκή σε ασυνήθιστες για το άτομο καταστάσεις, οι οποίες όμως δεν απέχουν και πάρα πολύ από το περιβάλλον που έχει οικειοποιηθεί[83]. Αυτό στην περίπτωσή μας σημαίνει πως ένας κάτοικος της Αθήνας που επισκέπτεται το ΚΠΣΝ είναι διατεθειμένος να δοκιμάσει νέες δραστηριότητες, καθώς το καταναλώνει ως τουρίστας και αναζητά την περιπέτεια, τη διασκέδαση και τη μεταμόρφωση, ενώ παράλληλα βρίσκεται στο οικείο περιβάλλον της πόλης του. Ο [Berman] επισημαίνει πως στη σύγχρονη εποχή της παγκοσμιοποίησης και του ταξιδιού, η ανθρωπότητα ενοποιείται και αλληλοεπηρεάζεται[84]. Θα μπορούσε ίσως κατ’ αυτόν τον τρόπο η ελληνική κοινωνία, και ειδικότερα τα νέα άτομα[85], να κατανοούν τους τρόπους που πρέπει να διαβάζουν και να εκμεταλλεύονται έργα τοπιακού σχεδιασμού τέτοιας κλίμακας μέσα στην μητρόπολη και να αναπτύσσουν ανάλογες δραστηριότητες. Με τον ίδιο τρόπο που οι κάτοικοι του Παρισιού αγκάλιασαν και έδωσαν ζωή στα μπούλεβαρντ που διανοίχθηκαν, οι κάτοικοι των μητροπόλεων αξιοποιούν τα έργα αστικής ανάπλασης που δημιουργούνται για να αναπτύξουν δραστηριότητες και για να τα καταναλώσουν οπτικά. Οι ίδιοι οι επισκέπτες συμβάλλουν παράλληλα και στην προώθηση του μέρους[86], μέσω φωτογραφιών και συζητήσεων, γεγονός που δημιουργεί στους δέκτες την επιθυμία να το επισκεφτούν και αυτοί. Έτσι, μαζί με την διαφήμιση που ασκούν οι τουριστικοί δείκτες, το μέρος μετατρέπεται σε προορισμό μέσα στην πόλη και οικειοποιείται από ανθρώπους διαφορετικών οικονομικών δυνατοτήτων και όλων των αστικών τάξεων. Ο [MacCannell] σχολιάζει πως η μεγάλη επισκεψιμότητα αυτών των τόπων από τους κατοίκους και τους τουρίστες, εξομαλύνει τις πολιτιστικές συγκρούσεις μέσα στην κοινωνία και προκαλεί την επιθυμία γνωριμίας και σύγκρισης των διαφορών ανάμεσα σε άτομα διαφορετικής κουλτούρας. 83 84 85 86
Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE,, σελ. 15 Urry John [2002], Consuming Places, London, Taylor & Francis, σελ. 163-164 Διάλεξη Θ. Μαραβέλια, Πανεπιστήμιο Πατρών, τμήμα Αρχιτεκτονικής, 09/01/2018 Urry John [2002], Consuming Places, London, Taylor & Francis, σελ. 166
34
Δηλαδή, οι επισκέπτες από το εξωτερικό επιθυμούν να επισκεφτούν μέρη που δραστηριοποιούνται οι κάτοικοι, ώστε να μπορούν να τους γνωρίσουν, και αντιστοίχως οι κάτοικοι είναι δεκτικοί στο να αλληλεπιδράσουν με τους τουρίστες που θα βρίσκονται σε αυτό το μέρος. Δεν πρέπει να παραλειφθεί το γεγονός πως οι κύριοι λόγοι που κινητοποιεί τους τουρίστες στο ταξίδι είναι η διασκέδαση και η σύγκριση κοινωνικών καταστάσεων. Οι σχεδιασμένοι αστικοί τόποι είναι ιδανικοί για την εκπλήρωση αυτών των επιδιώξεων. [6]
35
2.2 Τουριστικές συνοικίες, το τουριστικό βλέμμα και ροές κυκλοφορίας 2.2.i Περιοχές μείξης Όπως είναι γνωστό, στις μητροπόλεις η κύρια τουριστική δραστηριότητα επικεντρώνεται στις τουριστικές συνοικίες, οι οποίες βρίσκονται γύρω από τα τουριστικά αξιοθέατα και ενώνονται μέσω δικτύων πεζοδρόμων και μεταφορών. Οι περιοχές αυτές ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των ανθρώπων για τουριστικές παροχές αλλά παράλληλα ικανοποιεί λειτουργίες εμπορίου, γραφείων, παραγωγής και κατοικίας[87]. Παρακάτω, θα μελετηθεί ο τρόπος που τα πάρκα και οι πεζόδρομοι με συνοδευτικούς χώρους πρασίνου συνεισφέρουν σε αυτές τις λειτουργίες, δέχονται τις τουριστικές ροές και καθορίζουν το τουριστικό βλέμμα προς την πόλη. Σε πολλές περιπτώσεις οι τουριστικές συνοικίες συμπίπτουν με το εργασιακό κέντρο της πόλης. Αυτό υπάρχει κυρίως στις παλιές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπως είδαμε πως συνέβη στο Λονδίνο. Το ίδιο φαινόμενο ισχύει για την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, όπου οι πιο κεντρικοί τουριστικοί πεζόδρομοι βρίσκονται στο επίκεντρο της εργασιακής και οικιστικής λειτουργίας, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται χώροι μεικτών χρήσεων όπου υπάρχει δυσκολία στο διαχωρισμό των υπηρεσιών που είναι για επισκέπτες από αυτές που είναι για τους εργαζόμενους και τους κατοίκους[88]. Το γεγονός αυτό προκαλεί πολλά διαφορετικά σενάρια κοινωνικής διάδρασης, τόσο στα καταστήματα (εμπορικά, εστιατόρια, μπαρ), όσο και στους ανοιχτούς αστικούς χώρους. Οι πράσινοι τόποι δημιουργούν την άποψη πως η πόλη δεν αφορά μόνο το σπίτι που κατοικώ και το χώρο που εργάζομαι, αλλά είναι ένα περιβάλλον στο οποίο μπορώ να «δραπετεύσω» από τη ρουτίνα της καθημερινότητας και να γίνω τουρίστας για λίγο. Έχω τη δυνατότητα να περιπλανηθώ σε σκηνοθετημένα φυσικά τοπία και να απολαύσω τη θέα προς την πόλη, με τον ίδιο τρόπο που απομακρύνομαι από ένα έργο τέχνης για να το κρίνω στην ολότητά του. Επιπλέον, το φυσικό τοπίο που με περιβάλλει γίνεται αντικείμενο παρατήρησης και δέκτης όλων των δραστηριοτήτων που αναπτύσσονται, είτε πρόκειται για πικνικ και ηλιοθεραπεία στο γρασίδι, είτε για αθλητικές δραστηριότητες. Το φυσικό τοπίο εξυψώνεται σε πόλο έλξης που προσελκύει τους αστικούς τουρίστες, οι οποίοι του προσδίδουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του μέσω των πράξεών τους.
2.2.ii Τι είναι το τουριστικό βλέμμα; Οι πράξεις αυτές εμπίπτουν στο πλαίσιο του τουριστικού βλέμματος, το οποίο πλέον έχει ξεπεράσει το επίπεδο της απλής οπτικής κατανάλωσης των τοπίων και πλέον συμπεριλαμβάνει και σωματική διάδραση με το περιβάλλον και τα άτομα που βρίσκονται εκεί. Οι [Goffman, Thrift][89] υπογραμμίζουν πως το τουριστικό βλέμμα δεν αφορά μόνο την όραση αλλά εμπεριέχει ένα σύνολο πράξεων που συμμετέχουν και η ακοή, η όσφρηση, η αφή και η γεύση. Το βλέμμα βρίσκεται σε όλες τις εκφάνσεις της επιτέλεσης (performance) που δημιουργούνται από τη δυναμική σχέση μεταξύ αυτού που παρατηρεί και αυτού που παρατηρείται[90]. Ιδιαιτέρως στην περίπτωση των τοπίων – τόπων που ζωντανεύουν μέσω των επισκεπτών, η φύση λειτουργεί ως πόλος έλξης αλλά το κύριο αξιοθέατο είναι οι πράξεις που κάνουν οι υπόλοιποι μέσα στο τοπίο. Είτε πρόκειται 87 88 89 90
Page Stephen [1995], Urban Tourism, California University, Routledge, σελ. 50-51 Ο.π., σελ. 68-70 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 14-15 Ο.π. , σελ. 18
36
για ειδικές εκδηλώσεις (πολιτιστικές, αθλητικές κλπ) που έλκουν άτομα με συγκεκριμένα ενδιαφέροντα, είτε πρόκειται για άτομα που περιδιαβαίνουν στο τοπίο και δραστηριοποιούνται ανεξάρτητα. Ένα απλό παράδειγμα αποτελούν τα «βραχάκια της Ακρόπολης», ένα μέρος που βρίσκεται κάτω από την Ακρόπολη, κρυμμένο πάνω από τα Αναφιώτικα, το οποίο επισκέπτονται κυρίως νέοι, αλλά και τουρίστες που έτυχε να το ανακαλύψουν περιπλανώμενοι. Το μέρος αυτό κοιτάει ένα τμήμα της Αθήνας από ψηλά και έχει μια περιορισμένη θέα προς τους ναούς της Ακρόπολης και δεν έχει καμία τουριστική ανάπτυξη, πέρα μιας σκάλας που οδηγεί πάνω στα βράχια. Το μέρος αυτό δηλαδή δεν διέπεται από κάποιο εντυπωσιακό στοιχείο που να το εξυψώνει μέσα στην πόλη, καθώς υπάρχουν μέρη και τοπία με πολύ καλύτερη θέα. Όμως, ο ίδιος ο κόσμος το έχει αναδείξει σε τοπόσημο ιδανικό για αναψυχή. Το συγκεκριμένο σημείο δηλαδή δεν θα είχε ενδιαφέρον εάν δεν πραγματοποιούταν οι διαδράσεις μεταξύ των ατόμων και ουσιαστικά όσοι επιλέγουν αυτό το μέρος για προορισμό τους επιθυμούν κυρίως να δουν τους υπόλοιπους επισκέπτες και να μοιραστούν το χώρο μαζί τους. Η θέα και η φύτευση συνεισφέρουν στην αλλαγή σκηνικού και στην αίσθηση απομάκρυνσης από την πόλη, δεν είναι όμως αυτός ο λόγος που επιλέγει τόσος κόσμος να πάει εκεί. Σε αυτό το γεγονός αναφέρεται ο όρος συλλογικό βλέμμα (collective gaze) όπου το να βλέπω τους άλλους είναι «υποχρεωτικό» για να καταναλώσω το μέρος. Ο [Tester][91] σχολιάζει πως αυτό είναι παράγωγο του περιπλανητή – flanerie ο οποίος «κατοικεί» στο πλήθος, στη φασαρία και στη στιγμιαία ματιά στη ζωή των άλλων. Στο ίδιο πλαίσιο ο [Massey][92] λέει πως ο χαρακτήρας του μέρους προκύπτει από τη δημιουργία διαρκών σχέσεων μεταξύ των επισκεπτών που βρίσκονται εκεί, γεγονός που τόνισε εξίσου ο [Μαραβέλιας][93] ως προς την μετατροπή ενός τοπίου σε τόπο. Το σύνολο των οπτικών δεδομένων και πράξεων ενός μέρους συνθέτουν την «εντύπωση» που αποκτά ο επισκέπτης για το μέρος. Ο [MacCannell][94] περιγράφει πως η αυτή πλαισιώνεται από υποκειμενικά στοιχεία, όπως οι προσωπικές εμπειρίες, αναμνήσεις, κουλτούρα και κοινωνικά ιδεώδη. Παράλληλα μεγάλο ρόλο έχει η προώθηση του μέρους από τους αρμόδιους φορείς μέσω εικόνων, διαφημίσεων κλπ, που προδιαθέτουν τον επισκέπτη για την εμπειρία που θα ζήσει και εν τέλει για την εντύπωση που θα αποκτήσει για το τοπίο. Η διαδικάσία αυτής της σύγκρισης προϋποθέτει νοητικό ταξίδι και ονειροπόληση, ώστε να φανταστεί κάποιος π.χ. πώς ήταν η αρχαία Αθήνα και το μεσογειακό τοπίο της Αττικής στην αρχαιότητα; ή ακόμα και ερωτήματα όπως: από πού να έχει έρθει αυτός που κάθεται απέναντί μου; , τί δουλειά να κάνει και τι αστικής τάξης να είναι; Όλα αυτά συνθέτουν το τουριστικό βλέμμα στην πόλη.
2.2.iii Τόποι και ροές κυκλοφορίας Σε αυτό το σημείο έχει σημασία να μελετηθούν οι τόποι αυτοί ως προς τη σχέση που έχουν με τις τουριστικές συνοικίες, τους πεζόδρομους και τα μέσα μεταφοράς. Όσο πιο ενεργή είναι η σχέση τους με αυτά τα δίκτυα, τόσο περισσότερο αποδίδουν στην τουριστική εμπειρία της πόλης. [πινακας 1] Οι τουριστικοί πεζόδρομοι είναι η αφετηρία της περιπλάνησης των τουριστών μέσα στην πόλη, την
91 92 93 94
Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 18 Ο.π. , σελ. 64 Διάλεξη Θ. Μαραβέλια, Πανεπιστήμιο Πατρών, τμήμα Αρχιτεκτονικής, 09/01/2018 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 17
37
οποία επιθυμούν να εξερευνήσουν[95]. Οι διαδρομές τοπιακής και αστικής ανάπλασης προσφέρουν στους αστικούς τουρίστες ένα σκηνοθετημένο τρόπο να κινούνται στην πόλη και να την αντιλαμβάνονται μέσω μιας προκαθορισμένης αλληλουχίας εικόνων. Δηλαδή, κάποιος που θέλει να περιπλανηθεί στην Αθήνα θα προτιμήσει να περπατήσει στη Διονυσίου Αεροπαγήτου για να βρεθεί στο Θυσείο και από εκεί έχει την δυνατότητα να βρεθεί μεταξύ Πλάκας και Μοναστηράκι περπατώντας μέσα από το πάρκο της Αρχαίας Αγοράς. Ομοίως, στη Θεσσαλονίκη, ένας πεζός θα επιλέξει να κατέβει στο Λευκό Πύργο από τον πεζόδρομο της Ναυαρίνου και στη συνέχεια να χρησιμοποιήσει την παραλιακή ανάπλαση για να κινηθεί στην πόλη. Την ίδια λογική θα επιλέξει κάποιος επισκέπτης στη Νέα Υόρκη όπου θα περιπλανηθεί στο Κεντρικό Πάρκο για να προσεγγίσει την 5η λεωφόρο ή τα μουσεία της πόλης ή ένας τουρίστας στη Βαρκελώνη θα περπατήσει στον πεζόδρομο Λας Ραμπλας για να βρεθεί στην παραλιακή ανάπλαση της Μπαρτσελονέττας όπου βρίσκονται αρκετά μουσεία και το ενυδρείο. Είναι εμφανής ο τρόπος με τον οποίο οι πεζόδρομοι και οι αναπλάσεις συνεισφέρουν στην κίνηση του τουρίστα μέσα στην πόλη. Όμως η συνεισφορά των πάρκων – τόπων μέσα στον αστικό ιστό δεν αφορά μόνο την κίνηση αλλά και τη στάση. Αρχικά, κατά κύριο λόγο δεν βρίσκονται στην καρδιά της τουριστική συνοικίας, αλλά κάπου κοντά, όπου η πρόσβαση είναι εύκολη είτε ως πεζός, είτε χρησιμοποιώντας σύντομες διαδρομές με μέσα μεταφοράς. Αυτό ισχύει για το Βοντελπαρκ στο Άμστερνταμ, το πάρκο Μοντχουικ στη Βαρκελώνη, το πάρκο του ΚΠΣΝ στην Αθήνα, τους διαδοχικούς κήπους στην παραλιακή της Θεσσαλονίκης κ.α. Οι αστικοί τουρίστες κινούνται και ανακαλύπτουν την πόλη και στη συνέχεια έχουν τη δυνατότητα να φτάσουν σε ένα προορισμό όπου μπορούν να ξεκουραστούν δίχως να σταματήσουν την τουριστική τους δραστηριότητα. Εκεί, όπως αναφέρθηκε, καταναλώνουν εξίσου το τοπίο, τη θέα και τους υπόλοιπους επισκέπτες ενώ παράλληλα περιπλανούνται, ξεκουράζονται και ξεκινούν εκ νέου την ανακάλυψη της πόλης από μια διαφορετική αφετηρία. Αυτός είναι και ένας παράγοντας που ενισχύει την αναβάθμιση της περιοχής όπου διαμορφώνονται τέτοιοι τόποι, δηλαδή το γεγονός πως άτομα θα αρχίσουν να περιπλανούνται και να ανακαλύπτουν το μέρος τριγύρω. Παρατηρούμε λοιπόν, πως για να λειτουργήσει ένας τόπος, πρέπει η πρόσβαση σε αυτόν να είναι εύκολη από το αστικό και τουριστικό κέντρο.
[πίνακας 1]
95
MacCannell Dean [1999], The Tourist: A New Theory of the Leisure Class, California, University of California Press, σελ. 50-51
38
[7]
39
2.3. Παράγοντες που ανάγουν το μέρος σε προορισμό 2.3.i Τουριστικοί δείκτες Μελετήσαμε παραπάνω τους τρόπους που οι επισκέπτες καταναλώνουν μία τοπιακή ανάπλαση και της δίνουν ζωή, καθώς επίσης τη συνδιαλλαγή του μέρους με τις τουριστικές συνοικίες. Όμως, αυτά από μόνα τους δεν αρκούν για να αναδείξουν το μέρος σε αστικό τουριστικό προορισμό, τον οποίο θα επισκέπτονται κάτοικοι και τουρίστες εξίσου. Πρέπει πρώτα να σκηνοθετηθεί κατάλληλα και να προωθηθεί από τους αρμόδιους φορείς, ώστε να διαδοθεί ο προορισμός στην κοινωνία. Ο [MacCannell][96] χρησιμοποιεί τον όρο «δείκτες» (markers) για να ονομάσει το σύνολο των μέσων που παρέχουν πληροφορίες για ένα συγκεκριμένο τουριστικό μέρος. Αυτοί, μπορούν να είναι οτιδήποτε από τουριστικούς οδηγούς εώς αναρτήσεις σε ιστοσελίδες στο διαδίκτυο, τηλεόραση, ταινίες, περιοδικά κτλ. Είναι όμως όλοι εξίσου σημαντικοί καθώς προδιαθέτουν τα άτομα για το μέρος και παίζουν μεγάλο ρόλο στην τελική «εντύπωση» που θα έχουν οι επισκέπτες, καθώς πάντα η πρώτη επαφή για ένα μέρος γίνεται με αυτόν τον τρόπο. Για παράδειγμα, οι κάτοικοι της Αθήνας γνώριζαν τι είδους προορισμός θα είναι το ΚΠΣΝ ήδη πριν τα εγκαίνιά του και αδημονούσαν να το δούν, γεγονός που είναι εμφανές από το πλήθος που το επισκέφθηκε την πρώτη κιόλας εβδομάδα. Στην περίπτωση που το έργο απογοήτευε τους επισκέπτες διότι δεν συμβάδιζε με την εικόνα που είχε προωθηθεί και περίμεναν να αντικρίσουν, το τοπίο δεν θα γινόταν τόπος, καθώς, όπως αναφέρθηκε, η ίδια η κοινωνία είναι αυτή που εξυψώνει και αναδεικνύει κάτι σε προορισμό και σε τουριστικό αξιοθέατο. Ασφαλώς, οι τουριστικοί οδηγοί και οι τουριστικές ιστοσελίδες είναι δείκτες εξαιρετικής σημασίας για την ανάδειξη ενός μέρους σε προορισμό, καθώς κατευθύνουν το βλέμμα σε κατάλληλα αντικείμενα και περιοχές[97]. Τα πάρκα και οι περιοχές «φυσικού τοπίου» κατέχουν εξέχουσα θέση στην λίστα των θέρετρων που «πρέπει να πάει» ο τουρίστας των αστικών κέντρων[98]. Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί πως σε πολλές περιγραφές και καταχωρήσεις για τους χώρους πρασίνου κυριαρχεί η ύπαρξη των ντόπιων ως κριτήριο για να επισκεφθεί κάποιος το μέρος. «Κάθε χρόνο εκατομμύρια Λονδρέζοι και τουρίστες επισκέπτονται το πάρκο Χαϊντ , ένα από τα 8 βασιλικά πάρκα της πρωτεύουσας...» είναι το πρώτο σχόλιο που εμφανίζεται στο Airbnb.com στην κατηγορία πάρκα και φύση στο Λονδίνο. Ομοίως, σε τουριστικό οδηγό για το Παρίσι γράφουν για το πάρκο του Λουξεμβούργου: «Ένα από τα αγαπημένα πάρκα των Παριζιάνων, όταν θέλουν να ξεφύγουν από το θόρυβο του Καρτιέ Λατέν»[99]. Τα δύο αυτά σχόλια καθιστούν ξεκάθαρο ότι το αξιοθέατο στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι οι δραστηριότητες των κατοίκων στους χώρους της πόλης τους. Όπως αναφέρει ο [Maοz][100] οι δείκτες αυτοί είναι που κατασκευάζουν το «κοινό βλέμμα» (mutual gaze), αυτό δηλαδή μεταξύ του τουρίστα και του κάτοικου. Ο δεύτερος, δίχως να το γνωρίζει, γίνεται το αντικείμενο του παρατηρητικού και αδιάκριτου βλέμματος του πρώτου. Το παράδοξο είναι, πως με τη προώθηση αυτών των τόπων στο ευρύ κοινό μέσω των δεικτών (cultural production), το ποσοστό των τουριστών ξεπερνά αυτό των ντόπιων, οπότε ο χαρακτήρας του μέρους αλλάζει, δηλαδή από «το αγαπημένο μέρος των Παριζιάνων» μετατρέπεται στο «αγαπημένο μέρος των τουριστών και των Παριζιάνων». Αξίζει να σημειωθεί πως σε 96 97 98 99 100
MacCannell Dean [1999], The Tourist: A New Theory of the Leisure Class, California, University of California Press, σελ. 110 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 202-203 Συγκριτική μελέτη τουρ. Οδηγών και ιστοσελίδων Συλλογικό έργο [2005], Οδηγοί του Κόσμου: Paris, Explorer, σελ. 32 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 205
40
μητροπόλεις με τόσο υψηλές και αδιάκοπες τουριστικές ροές, η διάδραση κατοίκων – επισκεπτών δεν σταματά ποτέ και οι τουρίστες είναι αναπόσπαστο κομμάτι του αστικού τοπίου.
2.3.ii Η σκηνοθετημένη πόλη Η περιήγηση στα αξιοθέατα σύμφωνα με τον [MacCannell][101] και τον [Goffman] είναι μια μορφή τελετουργίας που εκφράζει τη συλλογική ηθική πως κάποια μέρη πρέπει να λατρευτούν οπωσδήποτε, διαφορετικά η τουριστική εμπειρία είναι ελλιπής. Οι μόνιμοι κάτοικοι δεν ενδιαφέρονται πολύ γι’ αυτά ή τα θεωρούν δεδομένα, όπως π.χ. ο κάτοικος της Αθήνας θα απολαύσει τη θέα προς την Ακρόπολη και θα περπατήσει στους τουριστικούς πεζόδρομους γύρω της, αλλά σπάνια θα επισκεφθεί τους ναούς της. Το γεγονός αυτό εμπίπτει στα «στάδια σκηνοθετημένης αυθεντικότητας» που αναλύουν οι παραπάνω και ουσιαστικά εκφράζουν τη διαδοχική διαβάθμιση των χώρων ή περιοχών από το πολύ τουριστικό «μπροστινό σκηνικό» στο ιδιωτικό «παρασκήνιο» των κατοίκων. Ο κοινωνιολόγος Goffman, έκανε τον παραλληλισμό περι κεντρικής σκηνής και παρασκηνίων ως προς την κοινωνική ζωή στο σύνολό της. Υποστήριζε πως η αυθεντικότητα του τρόπου ζωής κατοικεί στο παρασκήνιο, στην καθημερινότητα και όχι στις δημόσιες, ανοιχτές συναναστροφές. Χαρακτηριστικά αναφέρει πως «το να γίνω ένας από αυτούς, ισοδυναμεί με το να μοιράζομαι τα παρασκήνιά τους»[102] και ως συνέπεια, και μόνο η ύπαρξη του «πίσω» δημιουργεί την πεποίθηση πως υπάρχει κάτι κρυμμένο να ανακαλυφθεί, γεγονός που διεγείρει τη φαντασία και την περιέργεια. Ο MacCannell με τη σειρά του, υποστήριξε πως το ίδιο ισχύει και για την τουριστική εμπειρία, δηλαδή η επιθυμία των επισκεπτών να δουν την ζωή όπως πραγματικά είναι. Αυτό είναι που τους προσδίδει κινητικότητα να περιπλανηθούν στο χώρο για να τον ανακαλύψουν. Όμως η άγνοιά τους για την «πραγματικότητα» του μέρους τους αφήνει ικανοποιημένους με την επίσκεψη «σκηνοθετημένων αυθεντικών παρασκηνίων» . Τα σκηνοθετημένα τουριστικά τοπία (tourist setting) είναι διαμορφωμένα να φαίνονται φυσικά ή αληθινά και έλκουν τους επισκέπτες για να τα δουν και να τα καταναλώσουν. Ο MacCannell προσδιόρισε 6 είδη διαβάθμισης των τοπίων αυτών. Έχει ενδιαφέρον να μελετήσουμε σε ποιες κατηγορίες εμπίπτουν οι πράσινοι τόποι, ώστε να γίνει ακόμα πιο κατανοητή η σημασία τους και η συνεισφορά τους στην τουριστική ανάπτυξη των μητροπόλεων. Τα στάδια είναι[103]: 1) Η κεντρική σκηνή του Goffman, όπως π.χ. η Ακρόπολη, ένα αδιαμφισβήτητο τουριστικό αξιοθέατο. 2) Μια κεντρική σκηνή που έχει διακοσμηθεί ως πίσω. Ένα τέτοιο μέρος θα μπορούσε να είναι η πλατεία και οι κεντρικοί πεζόδρομοι στο Μοναστηράκι, όπου ενώ είναι σημαντικά τουριστικά τοπία, τα καταστήματα και οι ταβέρνες είναι διαμορφωμένες να θυμίζουν την παραδοσιακή παλιά Αθήνα. 3) Μία κεντρική σκηνή που είναι τελείως στημένη και οργανωμένη ως παρασκήνιο, ώστε να είναι δύσκολο να αναγνωριστεί. Σε αυτή τη κατηγορία θεωρώ πως εμπίπτουν οι διαμορφωμένοι πεζόδρομοι όπως η Αεροπαγήτου και η παραλιακή της Θεσσαλονίκης. Αυτό διότι η χρήση τους είναι ισότιμη μεταξύ των κατοίκων και των επισκεπτών και επιπλέον, οι ίδιοι οι κάτοικοι τις περιδιαβαίνουν ως τουρίστες. Οι χώροι αυτοί δεν ανήκουν συγκεκριμένα στη μία ή στην άλλη πλευρά, παρά απευθύνονται γενικότερα στον αστικό τουρίστα. 101 102 103
MacCannell Dean [1999], The Tourist: A New Theory of the Leisure Class, California, University of California Press, σελ. 43-45 Ο.π. , σελ. 93 Ο.π. , σελ. 92-93
41
4)
Ένα παρασκήνιο το οποίο είναι ανοιχτό προς τους επισκέπτες. Σε αυτή τη κατηγορία θεωρώ πως εντάσσονται τα τοπία – τόποι, καθώς πρόκειται για έργα αστικής ανάπλασης που αποσκοπούν την βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της πόλης και δημιουργούνται για να τα χρησιμοποιούν σε πρώτο στάδιο οι ίδιοι. Για παράδειγμα, παρόλο που το Κεντρικό Πάρκο της Νέας Υόρκης αποτελεί ένα σημαντικό τουριστικό αξιοθέατο που επισκέπτονται όλοι οι τουρίστες, όμως ο σχεδιασμός και η δημιουργία του έγιναν για τους κάτοικους του Μανχάτταν. Ομοίως, το πάρκο του ΚΠΣΝ διαμορφώθηκε ως χώρος αναψυχής των Αθηναίων για να αναπτύξουν ποικίλες δραστηριότητες. Ασφαλώς, είναι βέβαιο πως θα γίνει προορισμός και για τους τουρίστες της πόλης τόσο για το αρχιτεκτονικό και πολιτιστικό ενδιαφέρον του, όσο για τη ζωή του. 5) Ένα παρασκήνιο καθαρισμένο και λίγο αλλοιωμένο για περιστασιακή επίσκεψη. Σε αυτήν την κατηγορία εμπίπτουν διοργανώσεις όπως το Open House, αλλά και επενδυτές όπως η Airbnb, μία εταιρία που σε πρώτο στάδιο κατανόησε την διαρκή αναζήτηση των τουριστών για τις πραγματικές ζωές των κατοίκων. Αξίζει να σημειωθεί πως αυτό το σημείο μπορούν να συγκρουστούν τα συμφέροντα των κατοίκων και των επισκεπτών, όπως ήδη συμβαίνει σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπου διαμερίσματα και κατοικίες δεν ενοικιάζονται, ώστε να παρέχουν τουριστικές υπηρεσίες. 6) Το παρασκήνιο που περιγράφει ο Goffman, το οποίο είναι η κινητήρια δύναμη που ενεργοποιεί την τουριστική συνείδηση. Παρόλο που αντιστοίχησα τους πεζόδρομους με φύτευση στην κατηγορία 3 και τα πάρκα – τόπους στο 4, ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι πάντα εμφανής. Αυτό διότι στους εκτενής ανοιχτούς χώρους της πόλης όπου έχουν τοπιακή ανάπλαση, μέσα στον ίδιο τον τόπο η ιδιωτικότητα μπορεί να κλιμακώνεται, ειδικά όταν πρόκειται για πολύ μεγάλες πράσινες εκτάσεις. Επιπλέον, η ίδια η έννοια του κήπου περιλαμβάνει τα στοιχεία της περιπλάνησης από ένα κεντρικό σημείο σε κάποιο περισσότερο κρυμμένο και ιδιωτικό. Δηλαδή, σε πάρκα όπως το Βολτενπαρκ ή το Κεντρικό πάρκο, ο κάτοικος και ο τουρίστας έχουν τη δυνατότητα να ανακαλύψουν ένα απομονωμένο «παρασκήνιο» περιπλανώμενοι, το οποίο να έρχεται σε αντίθεση με την πολυκοσμία των κεντρικών του χώρων. Στο πάρκο του ΚΠΣΝ αυτή τη στιγμή δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, όμως σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί η ανάπλαση του φαληρικού όρμου σύμφωνα με την πρόταση που υπάρχει, τότε η «κεντρική σκηνή» του πάρκου θα εμπλέκεται με τα «παρασκήνια» και θα προκύπτουν πολλά διαφορετικά σενάρια ιδιωτικότητας και διάδρασης
2.3.iii Αύρα και τεχνική αναπαραγωγή εικόνων Ένας ακόμη παράγοντας που συσχετίζεται με την αναγωγή ενός έργου σε προορισμό, είναι αυτό που ο [W.Benjamin][104] ονομάζει «αύρα έργου τέχνης». Αναφέρεται στη μοναδικότητα που έχει ένα έργο, είτε πρόκειται για τη Μόνα Λίζα, είτε για ένα έργο αρχιτεκτονικής ή αστικής ανάπλασης όπως τα μπούλεβαρντ του Παρισιού. Αυτά γίνονται αυθεντικά τη στιγμή που θα γίνουν τα πρώτα αντίγραφα (φωτογραφίες, αφίσες, καρτ-ποστάλ) τα οποία αναδεικνύουν την μοναδικότητα τους και προκαλούν κινητικότητα στα άτομα για να τα δουν από κοντά. Συνεχίζοντας, αναφέρει πως η κοινωνία μπορεί να υπογραμμίσει τη σημασία του αυθεντικού δημιουργώντας αντίγραφα και με αυτόν τον τρόπο κατασκευάζεται η αξία του, είτε αυτά δημιουργούνται από τους «δείκτες» είτε από τους ίδιους τους επισκέπτες. Κατ’ αυτόν τον τρόπο διεγείρεται η προσοχή του κοινού ώστε να το επισκεφθεί, να το 104
MacCannell Dean [1999], The Tourist: A New Theory of the Leisure Class, California, University of California Press, σελ. 47-48
42
ανακαλύψει και να βρεί τους λόγους για τους οποίους είναι ξεχωριστό. Όπως είδαμε και στην ιστορική εξέλιξη του τουρισμού, ο σύγχρονος άνθρωπος είναι δεκτικός στη συμμετοχή δράσεων αναψυχής (leisure events) και όταν ένα μέρος προωθείται ως αυθεντικό, γίνεται προορισμός. Το ίδιο περιγράφει και ο [ΜacCannell] [105]στην ανάλυσή του για τα «στάδια θεοποίησης των αξιοθέατων» (Stages of sight sacralisation). Μπορεί μερικά να είναι από μόνα τους ξεχωριστά (Ακρόπολη, πύργος του Άιφελ), άλλα, όμως, χρειάζονται να ακολουθηθεί μια διαδικασία από τους δείκτες και την κυβέρνηση για να αναδειχθούν. Τα πρώτα βήματα περιλαμβάνουν την ονομασία τους από επίσημους φορείς, την πλαισίωσή τους χωρικά και τη διαχείρησή τους ως θησαυρό. Τα πιο σημαντικά στάδια είναι τα επόμενα δύο που αφορούν την τεχνική αναπαραγωγή και προώθησή τους από τους δείκτες και την αναπαραγωγή τους από την ίδια την κοινωνία. Έτσι διαμορφώθηκε το ΚΠΣΝ, όπου το πάρκο πλαισιώνει το ίδρυμα (το κεντρικό αξιοθέατο) και προσφέρει πολλές διαφορετικές οπτικές προς αυτό για να φωτογραφηθεί και να προωθηθεί. Σε αυτό το σημείο αξίζει να τονιστεί ο κεντρικός ρόλος της τουριστικής φωτογραφίας στην δημιουργία προορισμών και στην προώθησή τους. Κατόπιν της «επανάστασης» που έφερε η Kodak με την ταξιδιωτική κάμερα, η φωτογραφία και ο τουρισμός είναι άρρηκτα συνδεδεμένα, γεγονός που ασφαλώς εκμεταλλεύονται οι τουριστικοί δείκτες. Τα ΜΜΕ μετέτρεψαν το τουριστικό βλέμμα, το οποίο συνδέθηκε με όλα τα είδη κοινωνικής και πολιτιστικής έκφρασης. Ιδιαιτέρως στη σύγχρονη εποχή, τα μέσα κοινωνικά δικτύωσης συμβάλλουν πολύ ενεργά στην διάδοση των προορισμών. Οι χρήστες τους αντιμετωπίζουν ως χρέος να μεταφορτώσουν φωτογραφία από το μέρος που επισκέφθηκαν και να προσθέσουν με ετικέτα την τοποθεσία, ειδικά όταν πρόκειται για κάποιο γνωστό τουριστικό αξιοθέατο. Επιπλέον, ιστοσελίδες όπως το pinterest, flickr και tumblir που το αντικείμενό τους είναι οι συλλογές φωτογραφιών συνεισφέρουν πολύ ενεργά στην διάδοση των τοπίων. Ακόμη, σε σελίδες όπως το instagram, youtube υπάρχουν οι χρήστες – ταξιδιώτες (travel bloggers) οι οποίοι εκμεταλλεύονται τη δημοσιότητα των τουριστικών αξιοθέατων για οικονομικό κέρδος, μέσω της αύξησης των ατόμων που τους ακολουθούν στην ιστοσελίδα. Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα με το που εγκαινιάστηκε η παραλιακή της Θεσσαλονίκης και το ΚΠΣΝ, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γέμισαν με εικόνες από αυτά τα μέρη, εκτοξεύοντας τη δημοτικότητά τους ως προορισμούς στα ύψη. Ο [Berger][106] σχολιάζει πως ο καταναλωτικός καπιταλισμός επενδύει στην φωτογραφία για να παρακινήσει τα άτομα στο ταξίδι και να δημιουργήσει έτσι κίνηση κεφαλαίου. Ο [Goss] υποστηρίζει πως η εμπορική τουριστική φωτογραφία είναι αποπλανητική, καθώς για να δημιουργήσει την επιθυμία για ταξίδι, στήνει και σκηνοθετεί τους προορισμούς με φανταστικές ιστορίες, που θα μπορούσαν να συμβούν εκεί. Ο προορισμός εμφανίζεται άδειος ή με λίγους επισκέπτες ακόμη και αν πρόκειται για ένα εξέχων αξιοθέατο. Ακόμη, η γωνία λήψης είναι προοπτική και τα χρώματα φαίνονται καλύτερα από την πραγματικότητα, δημιουργώντας έτσι το «φανταστικό τοπίο». Ειδικά όταν πρόκειται για προώθηση αστικών πάρκων, η φωτογραφίες απεικονίζουν το χώρο σε σχέση με τον δομικό ιστό της πόλης, συνήθως σε bird eye view. Ο [Shields][107] αναφέρεται σε αυτή τη διαχείριση της εικόνας ως η οικονομία των επιθυμιών και των φανταστικών γεωγραφιών. Οι πράσινοι τόποι παρουσιάζονται ως μια αστική όαση και ένας «μύθος» δημιουργείται γύρω τους. Αυτό το μέρος είναι για αναψυχή και τουριστικές δραστηριότητες 105 106 107
MacCannell Dean [1999], The Tourist: A New Theory of the Leisure Class, California, University of California Press, σελ. 43-45 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE,, σελ. 173 Ο.π. , σελ. 176
43
και είναι ένα μέρος που πρέπει να επισκεφθεί και να απολαύσει ο αστικός τουρίστας. Τα κινούμενα σώματα αφήνονται να παρασυρθούν από το μύθο του μέρους και το αντιμετωπίζουν κατάλληλα. Δηλαδή, όταν κοιτάω τη φωτογραφία του Κεντρικού Πάρκου, φαντάζομαι πώς είναι το τοπίο και τα άτομα που βρίσκονται μέσα σε αυτό. Επιθυμώ να πάω, να το φωτογραφίσω και να φωτογραφηθώ από τρίτους, να περιπλανηθώ στο χώρο και να ανακαλύψω τα μυστικά του, να δω τον κόσμο και να με δουν και εν τέλει να αξιολογήσω εάν ανταποκρίνεται στην εντύπωση που είχα σχηματίσει γι’ αυτό πριν την επίσκεψή μου.
[8]
44
2.4 Η τουριστική επιτέλεση στην πόλη Είναι πλέον αισθητό πως η τουριστική εμπειρία της πόλης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με ένα σύνολο πράξεων και διαδράσεων, που ορίζουν την τουριστική επιτέλεση. Ο [Οsborne][108] επισημαίνει πως οι τουρίστες βαρέθηκαν να είναι μόνο παρατηρητές και αναζητούν δραστηριότητες και περιπέτεια, επιδιώξεις που μπορούν να εκπληρωθούν σίγουρα μέσα σε μία μητρόπολη. Ακόμη, υπογραμμίζει πως οι καταστάσεις που θα βρεθεί ο επισκέπτης, οι διαδικασίες που θα συμμετέχει και η επιτέλεση που θα λάβει μέρος είναι το κλειδί για μια επιτυχημένη τουριστική εμπειρία. Για το λόγο αυτό, είναι πολύ βασικό να υπάρχουν χώροι που μπορούν να αναπτυχθούν αυτές οι πράξεις. Τέλος, αναφέρει πως πέρα από την υλική και συμβολική σκηνοθεσία του μέρους, το προσωπικό παροχής τουριστικών υπηρεσιών είναι πολύ βασικό για τη διατήρηση του ύφους και την ανάπτυξη της επιτέλεσης. Στους πράσινους τόπους, μπορεί να μην υπάρχει προσωπικό παροχής υπηρεσιών άμεσα, όπως συμβαίνει σε ένα μουσείο, αλλά η σημασία του συνεχίζει να είναι απαραίτητη, λειτουργώντας στο παρασκήνιο. Λόγου χάριν, στα πάρκα και στους πεζόδρομους είναι υψηλής σημασίας η διατήρηση του μέρους καθαρού, ειδικά κατόπιν πολιτιστικών δράσεων που συνεπάγονται μεγάλο πλήθος ατόμων. Ακόμη, αξίζει να σχολιαστεί πως σε μεγάλα πάρκα συχνά ακολουθούνται αυστηρά ωράρια που είναι ανοιχτά προς το κοινό. Ίσως αυτό θα μπορούσε να συμβάλλει στην αύξησης της περιέργειας και του ενδιαφέροντος των επισκεπτών, καθώς δημιουργείται η σκέψη: «Εφόσον δεν μπορώ να πάω οποιαδήποτε στιγμή αποφασίσω, πρέπει να είναι ένας τόπος ξεχωριστός». Σύμφωνα με τον [MacCannell][109] η δημόσια συμπεριφορά και άλλα εμφανή αποσπάσματα της κοινωνίας είναι τουριστικό αξιοθέατο, διότι αποκαλύπτουν την ηθική περί καλού και κακού της κοινωνίας. Όπως αναφέρθηκε, η κινητικότητα του σύγχρονου ανθρώπου του δίνει τη δυνατότητα να συγκρίνει και να ασκεί κριτική για την κατάσταση που βρίσκονται τα τοπία και τα αξιοθέατα του μέρους που βρίσκεται. Επιπλέον, η αναζήτηση της αυθεντικότητας στην πραγματική ζωή των ντόπιων, ουσιαστικά δίνει το δικαίωμα στον σύγχρονο άνθρωπο να κοιτάζει τις ζωές των άλλων[110], επιθυμία που προκύπτει από την αποσύνδεσή του από τους θεσμούς της κοινωνίας όπως η γειτονιά, η πόλη, η δουλειά κ.α. Δηλαδή, πιστεύει πως οι ζωές των συνανθρώπων του είναι πιο αυθεντικές από τη δική του, και θέλει να τις παρακολουθήσει. Αξίζει να αναλογιστούμε τί επιπτώσεις έχει αυτό το γεγονός για την πόλη, και κυρίως για τους ανοιχτούς χώρους της. Αυτό που σχολίασε πρώτη η [Jane Jacobs] ως ανάγκη να ρίχνω το βλέμμα μου στο δρόμο[111], και πως οι πεζόδρομοι είναι ο κόμβος ανταλλαγής πληροφοριών στην γειτονιά, είναι το πρώιμο στάδιο της δημιουργίας των πράσινων τόπων. Είναι βασικό να έχω χώρους που μπορώ να δω ένα μεγάλο σύνολο των κατοίκων της πόλης μου, τους οποίους δεν γνωρίζω, διότι μπορώ να αποκτήσω μια σφαιρική άποψη για τους συνανθρώπους μου, έστω και εάν πρόκειται για ένα σκηνοθετημένο μέρος με προκαθορισμένες δράσεις. Έχω τη δυνατότητα να αξιολογήσω τις πράξεις τους, να προσδιορίσω τον εαυτό μου ως προς την κοινωνία, να παραδειγματιστώ από τις ενασχολήσεις τους, να διασκεδάσω μαζί τους, ακόμη και να τους γνωρίσω. Οι πράσινοι τόποι είναι κομβικά σημεία της πόλης για να αναπτυχθούν οι διαδράσεις της επιτέλεσης. Οι επισκέπτες, έχοντας ως αφορμή ένα όμορφο φυσικό τοπίο να απολαύσουν, καταλήγουν να γίνονται ένα κομμάτι της παράστασης που εκτελείται και εξελίσσεται μπροστά στα μάτια τους. 108 109 110 111
Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 176 MacCannell Dean [1999], The Tourist: A New Theory of the Leisure Class, California, University of California Press, σελ. 39, 91 Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE, σελ. 10 Jacobs Jane [1961], The Death & Life of American Cities, New York, The Random House, σελ. 95
45
[9]
46
47
Κεφαλαιο 3 Μελέτη παραδειγμάτων
48
3.0
Στο προηγούμενο κεφάλαιο μελετήθηκε ο τρόπος που οι πράσινοι τόποι συνδέονται με το αστικό κέντρο, καθώς και το πώς τα μέρη αυτά σκηνοθετούνται για ναι καταναλωθούν από τους επισκέπτες. Η συνεισφορά τους στον αστικό τουρισμό είναι εξίσου σημαντική με τη λειτουργία τους ως προορισμό αναψυχής για τους κατοίκους της πόλης. Στο κεφάλαιο αυτό θα αναλυθούν 4 παραδείγματα τέτοιων χώρων που έχουν περιπλέξει τις σχέσεις κατοίκου – τουρίστα, καθημερινότητας – εξόρμησης και αστικού ιστού – φυσικού τοπίου. Παραθέτονται δύο παραδείγματα από το εξωτερικό και δύο από την ελληνική πραγματικότητα, ώστε να μελετηθεί η εφαρμογή μιας κοινής λογικής σε διαφορετικές ιστορικές, κοινωνικές και τοπικές συνθήκες. Ο ρόλος του σχεδιασμένου φυσικού τοπίου στα έργα αυτά είναι κεντρικός. Αρχικά, η πύκνωση του πρασίνου σε μια μεγάλη έκταση μέσα στην μητρόπολη, προκαλεί το ενδιαφέρον, σηματοδοτεί πως εκεί υπάρχει μια διαφορετική κατάσταση και προσκαλεί τους περιπλανώμενους να την ανακαλύψουν. Ακόμη, δημιουργείται ένα νέο «κάδρο» προς την πόλη, μια ευκαιρία να παρατηρηθεί ο αστικός ιστός από μια άλλη οπτική γωνία. Επιπλέον είναι σημαντικό πως, όταν η φύτευση προκύπτει από μελετημένες σχεδιαστικές επιλογές, μπορεί να καθορίσει τον χώρο. Δηλαδή, όπως τα οικοδομικά στοιχεία σε ένα κτήριο, έτσι και το πράσινο μπορεί να λειτουργήσει ως όριο προς την πόλη, ως περίβλημα των υποχώρων – δωματίων του πάρκου και σαφώς, να αποδώσει υφές και χαρακτήρα στην ποιότητα του χώρου. Όμως, μόνο η ύπαρξη πρασίνου δεν αρκεί για να ανάγει τα μέρη αυτά σε τουριστικούς προορισμούς της πόλης. Ο [Setten][112] στην ανάλυσή του διακρίνει 3 παράγοντες που είναι απαραίτητοι για την ερμηνεία των χώρων αυτών. Το πρώτο είναι ασφαλώς η τοποθεσία, δηλαδή το 112 Metro–Roland M. Michelle [2011], Tourists, Signs and the City: The semiotics of culture in an urban landscape, London, Ashgate Publishing, σελ. 29
49
πού βρίσκεται χωρικά και με τι συνδιαλέγεται. Το δεύτερο είναι η «τοπικότητα» (locale), δηλαδή να είναι τόπος συνάντησης στον οποίο πραγματοποιούνται ανθρώπινες δραστηριότητες. Τέλος, αναφέρεται στην «αίσθηση του τόπου» (sence of place), ο χώρος στον οποίο έχει αποδοθεί κάποιο νόημα, κάποια χρήση, και προκύπτει από τις δραστηριότητες που συμβαίνουν εκεί. Πάνω σε αυτό η [Metro-Roland] σχολιάζει πως τα τοπία εξερευνούνται μέσω σωματικών, συναισθηματικών και αντιληπτικών σχέσεων των επισκεπτών με το μέρος που περιδιαβαίνουν. Στα διαγράμματα ανάλυσης των παραδειγμάτων, σημειώνονται κάποια κοινά χαρακτηριστικά που διέπουν τους πράσινους τόπους και τους ανάγουν σε αστικούς προορισμούς. Σε πρώτο στάδιο, παραθέτονται σημεία ενδιαφέροντος που υπάρχουν μέσα ή γειντιάζουν με τους τόπους και είναι απαραίτητα για την πρόκληση τουριστικού ενδιαφέροντος. Τέτοια μπορεί να είναι μουσεία, αξιοθέατα, κέντρα πολιτισμού, χώροι συναυλιών, αθλητικές εγκαταστάσεις και μεγάλα ξενοδοχεία που επέλεξαν να ανεγερθούν εκεί. Παράλληλα με αυτά σημειώνονται οι βασικοί άξονες κυκλοφορίας που ενώνουν αυτά τα σημεία ενδιαφέροντος μέσω του πάρκου. Σε δεύτερο στάδιο, οι τόποι αναλύονται ως προς την σκηνοθεσία τους. Σύμφωνα με την ανάλυση του [MacCannell], για να λειτουργήσει ένας τουριστικός προορισμός πρέπει να υπάρχουν στάδια διαβάθμισης της ιδιωτικότητας, ώστε να παρακινείται ο επισκέπτης να ανακαλύψει το «κρυφό παρασκήνιο» του μέρους. Στα διαγράμματα διακρίνονται 3 διαφορετικά στάδια. Πρώτα, το πολύ δημόσιο, που όλοι οι επισκέπτες θα χρησιμοποιήσουν. Στη συνέχεια, το ενδιάμεσο, που αποστασιοποιείται από το πρώτο και στρέφεται να το κοιτάξει. Εδώ θα παρευρεθούν επισκέπτες που θέλουν να αναπτύξουν κάποια συγκεκριμένη δραστηριότητα ή να ξεκουραστούν και να παρατηρήσουν γύρω τους. Τέλος, το παρασκήνιο, που για να βρεθεί κανείς εκεί πρέπει να το ανακαλύψει. Οι χώροι αυτοί είναι πιο εσωστρεφείς και ήρεμοι σε σχέση με τους προηγούμενους. Κάθε παράδειγμα διαχειρίζεται διαφορετικά τα συστατικά στοιχεία που αναφέρθηκαν. Για να αναδειχθεί σε τοπικό και υπερτοπικό προορισμό πρέπει να μελετηθούν και άλλα χαρακτηριστικά, όπως η τοποθεσία του και η σχέση που αναπτύσσεται με τον αστικό ιστό που εφάπτεται. Ακόμη, τι προβλήματα επιλύει και, εν τέλει, με ποιόν τρόπο η πόλη και οι κάτοικοι της στρέφονται να το κοιτάξουν και να το αξιοποιήσουν.
Υπόμνημα διαγραμμάτων Σημεία ενδιαφέροντος Χώροι άθλησης Τουριστικές εγκαταστάσεις Κεντρική πορεία Δευτερεύουσα κυκλοφορία Σκηνή 1: Κεντρικός δημόσιος χώρος Σκηνή 2: Δευτερεύον δημόσιος χώρος Στάδιο 3: Δημόσιο παρασκήνιο 50
3.1 Regent’s Park, London, 1811 Το έργο « Ζωηρό μα γαλήνιο, τοπικό αλλά κοσμοπολίτικο, ένας παράδεισος στην καρδιά της πόλης», είναι η περιγραφή του τουριστικού οδηγού Lonely Planet για το πάρκο Ρίτζεντ, το μεγαλύτερο βασιλικό πάρκο του Λονδίνου[113]. Προορισμός τόσο για τους Βρετανούς, όσο και για τους επισκέπτες από το εξωτερικό, το πάρκο αυτό είναι ένας τόπος που σφύζει από κόσμο και δραστηριότητες, προσφέροντας ιδανικό σημείο για διάλειμμα από τους εντατικούς ρυθμούς της μητρόπολης. Το πάρκο, σχεδιασμένο την εποχή που το ρομαντικό κίνημα ήταν στην άνθισή του, αποτελεί έναν από τους πρώτους πειραματισμούς με την αρχιτεκτονική τοπίου και την τοπιακή ανάπλαση, και αντιμετωπίστηκε ως πρότυπο ή ως αντικείμενο αντιλόγου από τις μεταγενέστερες γενιές αρχιτεκτόνων. Είναι πολύ βασικό, πως η σύλληψη και η υλοποίησή του έγινε ταυτοχρόνως με την ανάπλαση της οδού Ρίτζεντ, το 1811, προκαλώντας για πρώτη φορά το διάλογο μεταξύ φυσικού και αστικού τοπίου. Η ίδια η πόλη οδηγεί τον επισκέπτη σε αυτό και τον προσκαλεί να το ανακαλύψει. Ασφαλώς, δεν σχεδιάστηκε εξ’ αρχής με δημόσιο χαρακτήρα, καθώς την εποχή εκείνη δεν νοούνταν αναπλάσεις τέτοιου μεγέθους για το ευρύ κοινό. Ο σκοπός του ήταν να παρέχει στον πρίγκιπα Ρίτζεντ (αργότερα βασιλιά Γεώργιο ΙV) ένα μέρος για κυνήγι μέσα στην πόλη[114]. Όμως, ήδη από το 1835 οι κάτοικοι του Λονδίνου είχαν αρχίσει να διεκδικούν το χώρο τους μέσα στο πάρκο. Αυτό προέκυψε και από τον σχεδιασμό του καθεαυτό, καθώς η πρόταση που ολοκλήρωσε ο John Nash περιλάμβανε μια σειρά από πολυτελείς βίλες στα όρια του πάρκου, οι οποίες ήταν αρχικά μελετημένες να έχουν θέα προς αυτό από τις ταράτσες τους. Έτσι, οι ένοικοι ασκούσαν πιέσεις να τους επιτραπεί η είσοδος στο μαγευτικό τοπίο του πάρκου, με αποτέλεσμα, μετά από λίγα χρόνια, να μπορούν να απολαμβάνουν τον περίπατό τους στην κεντρική διαδρομή του, στο Broad Walk (Μεγάλος Περίπατος). Πλέον, περιέχει πάρα πολλές δραστηριότητες αναψυχής, αθλοπαιδιάς και κουλτούρας και για το λόγο αυτό οι επισκέπτες του αφιερώνουν σε αυτό περισσότερη ώρα από οποιοδήποτε άλλο βασιλικό πάρκο. Οι βίλες στην περίμετρό του συνεισφέρουν ενεργά στη ζωή του και στη φιλοξενία των επισκεπτών, προσφέροντας σημεία στάσης με εξαιρετική θέα. Υψηλής σημασίας είναι επίσης το γεγονός πως διατηρείται ισορροπία μεταξύ των ντόπιων επισκεπτών και των τουριστών, με αποτέλεσμα το τουριστικό βλέμμα αμφοτέρων να λειτουργεί ομαλά και να δημιουργούνται πολλά σενάρια κοινωνικής διάδρασης και επιτέλεσης. [πινακας 2] [πίνακας 2]
113 114
Fallin Steve, Yale Pat [2000], London, Lonely Planet Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press, σελ. 82-90
51
10
52
Τοποθεσία και αξιοθέατα Το πάρκο Ρίτζεντ βρίσκεται 5,5 χλμ από το Σίτι του Λονδίνου. Όπως αναφέρθηκε, από εκεί ξεκινά η οδός Ρίτζεντ, από τους πιο εμπορικούς δρόμους της πόλης και με μεγάλη ιστορική αξία. Μέσω αυτής, οι επισκέπτες μπορούν να προσεγγίσουν το ιστορικό και τουριστικό κέντρο, όπου βρίσκονται τα περισσότερα αξιτοθέατα. Ακόμη, το γνωστό μουσείο της Μαντάμ Τισό που προσελκύει μεγάλο αριθμό τουριστών βρίσκεται δίπλα στην είσοδό του, ο ζωολογικός κήπος του Λονδίνου βρίσκεται στο εσωτερικό του, και περιμετρικά του βρίσκονται οι βίλες που αναφέρθηκαν και συνεισφέρουν στην τουριστική του δραστηριότητα. Έχει ενδιαφέρον η τοποθεσία του, καθώς η επιλογή της έγινε για τελείως διαφορετικούς λόγους από τουριστικούς ή πολεοδομικούς. Στην ουσία, επιλέχθηκε διότι συνόρευε με το ανάκτορο του Πρίγκηπα, την εποχή που η μητρόπολη του Λονδίνου δεν είχε επεκταθεί ακόμη πολύ προς τα προάστια. Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί το όραμα του Nash οτι το πάρκο αυτό θα αναβαθμίσει τις περιοχές του Λονδίνου τις οποίες ακουμπά. Την εποχή που γινόταν η σχεδιαστική μελέτη, πολλές από τις γύρω περιοχές δεν ήταν ούτε ανεπτυγμένες, ούτε όμορφες, με αποτέλεσμα να υπάρχει αντίλογος ως προς την κατασκευή των βιλών περιμετρικά του πάρκου, καθώς επικρατούσε η άποψη πως κανένας αριστοκράτης δεν θα επιθυμούσε να κατοικήσει εκεί. Παρόλο που αναγκάστηκε να μειώσει τον αριθμό των κατοικιών, ο Nash επέμενε κατηγορηματικά πως «όσο αυξάνεται η ομορφιά του πάρκου, θα αυξάνεται και η αξία των γύρω περιοχών, και εν τέλει οι ίδιοι οι ένοικοι θα καθορίσουν το χαρακτήρα της γειτονιάς »[115]. Το ίδιο ακριβώς σχόλιο κάνει η Jane Jacobs πάνω από έναν αιώνα μετά, όταν σχολιάζει πως «Εκτός απ’ το να αναβαθμίζουν την περιοχή, τα πάρκα καθαυτά επηρεάζονται δραστικά και άμεσα από τον τρόπο που η γειτονιά δραστηριοποιείται σε αυτά»[116]. Η τοποθεσία του δηλαδή, τη χρονική περίοδο που σχεδιάστηκε, ουσιαστικά ήταν μια «παρασκηνιακή» γειτονιά της πόλης, η οποία μπορεί να συνόρευε με το παλάτι, αλλά δεν περιλαμβανόταν ούτε στο εργασιακό κέντρο, ούτε στο εμπορικό, και λειτουργούσε ως κατοικίες της μικρομεσαίας τάξης. Ο Nash, δίχως να το γνωρίζει πλήρως, είχε βρει τη θέση – κλειδί για το πάρκο του, το οποίο σταδιακά θα αναδειχθεί σε ιδανικό τόπο, τόσο για τους κατοίκους, όσο και για τους τουρίστες.
Το φυσικό τοπίο Ως προς το σχεδιασμό του, το πάρκο αποτελείται ουσιαστικά από 3 πάρκα – κήπους που το ένα περικλείει το άλλο, διατεταγμένα σε ένα σχέδιο κάτοψης που θυμίζει γήπεδο κρίκετ. Εξωτερικά βρίσκεται ο Μεγάλος Περίπατος, στη συνέχεια συναντάται η Λίμνη με τις Βάρκες (Boating Lake) και τέλος, ο Εσωτερικός Κύκλος (Inner Circle). Η αμηχανία του σχεδιασμού οφείλεται τόσο στην απουσία προτύπων, όσο και στη διακοπή της συνεργασίας του John Nash (αρχιτέκτων και πολεοδόμος) με τον Humphry Repton (καταξιωμένος αρχιτέκτονας τοπίου)[117]. Παρόλαυτά, ο Nash κατάφερε να δημιουργήσει ένα επιτυχημένο σχεδιασμένο φυσικό τοπίο, το οποίο συνδιαλέγεται επιτυχώς με τα γύρω κτήρια και με το αστικό κέντρο. 115 116 117
Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press, σελ. 85 Jacobs Jane [1961], The Death & Life of American Cities, New York, The Random House Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press, σελ. 87
53
Το φυσικό τοπίο είναι μια οργανωμένη εκδοχή του άγριου τοπίου της επαρχίας, όπως και τα περισσότερα Βρετανικά πάρκα. Δεν πρέπει να παραλειφθεί το γεγονός πως το ρομαντικό κίνημα αποθέωνε τέτοιου είδους φυσικές εικόνες, καθώς και πως έπρεπε να θυμίζει δάσος, εφόσον σχεδιάστηκε για κυνηγετικό έδαφος που θα φιλοξενούσε άγρια ζωή. Η ποικιλία των εικόνων επιτυγχάνεται με τη λίμνη και με τους τριανταφυλλώνες της Βασίλισσας Μαρίας, ιδιαίτερα στοιχεία του πάρκου. Τέλος, μεγάλες εκτάσεις γρασιδιού υπάρχουν σε πολλές μεριές και προσφέρονται για την ανάπτυξη λειτουργιών. Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο ενδιαφέροντος του πάρκου είναι η θέα που έχει προς την πόλη στην βόρεια πλευρά του, στο υπο-πάρκο Πριμροουζ Χιλ. Η πόλη του Λονδίνου αναπτύσσεται σε μια περιοχή με σχεδόν επίπεδο ανάγλυφο και πολύ μικρούς λόφους. Έτσι, η δυνατότητα να φαίνεται το αστικό τοπίο στο βάθος προσδίδει μεγάλη αξία στην περιοχή. Η προνομιούχα θέση του κερδίζει τους επισκέπτες και το κάνει μέρος ιδιαιτέρως αποδεκτό από την κοινωνία.
Δραστηριότητες και πόλη Το πάρκο Ρίτζεντ περιλαμβάνει στο εσωτερικό του πολλές διαφορετικές λειτουργίες. Υπάρχουν πανεπιστημιακά κτήρια, χώροι εκθέσεων, γκαλερί, καφέ και εστιατόρια. Ακόμη, εκεί βρίσκονται και δύο πολύ μεγάλα αξιοθέατα του Λονδίνου, ο Ζωολογικός Κήπος και το Κεντρικό Τζαμί. Έτσι, είναι ένας χώρος πολύ φιλικός προς τους τουρίστες. Αποτελεί και ιδανικό σημείο ξεκούρασης για αυτούς που κινούνται στο κέντρο του Λονδίνου και επισκέφθηκαν την οδό Ρίτζεντ για να τη δούν και να ψωνίσουν. Εξίσου φιλικό είναι και για τους κατοίκους. Περιλαμβάνει πολλά αθλητικά προγράμματα, όπως ο χώρος με όνομα Χαμπ που διαθέτει γήπεδα και εξοπλισμό για διάφορα αθλήματα. Επίσης, στην ανατολική πλευρά του διαθέτει όργανα γυμναστικής και στην λίμνη μπορεί κανείς να κάνει κωπηλασία, σαπ και βόλτα με βάρκες. Πολλοί επιλέγουν το πάρκο ως προορισμό για τζόκινγκ, ποδήλατο και πατίνι. Ακόμη, στους ανοιχτούς χώρους με γρασίδι παρέες και οικογένειες μπορούν να αναπτύξουν αθλητικές δραστηριότητες ανεξάρτητα, όπως ποδόσφαιρο, βόλει, γιόγκα, χορό κλπ. Τέλος, είναι ιδανικό μέρος για πικ-νικ, ηλιοθεραπεία και βόλτα, ενώ τα παιδιά μπορούν να παίξουν και στις παιδικές χαρές που υπάρχουν σε διάφορα σημεία του πάρκου. Η πόλη αγκάλιασε το πάρκο ήδη από τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του, με τις προσπάθειες των κατοίκων να διεκδικήσουν το δικαίωμά τους να τους επιτραπεί η είσοδος. Ως προς την γύρω περιοχή, γέμισε με πολυτελείς κατοικίες, ξενοδοχεία και καφέ – εστιατόρια που στρέφονται να το κοιτάξουν. Πλέον, όλοι οι τουριστικοί οδηγοί αναφέρονται σε αυτό[118] και το εντάσσουν σε ένα από τα αξιοθέατα που πρέπει να επισκεφθούν όσοι βρεθούν στο Λονδίνο. Εδώ συναντιούνται τα αξιοθέατα, ο πολιτισμός, η παιδεία, η αθλοπαιδιά, το τουριστικό κέντρο και υπηρεσίες αναψυχής. Παρά τα διάφορα στάδια που πέρασε για να αναπτυχθεί με αυτόν τον τρόπο, έχει γίνει ένας αμετάκλητος τοπικός και υπερτοπικός προορισμός.
Διαγράμματα Στα διαγράμματα που ακολουθούν, είναι εμφανής ο διασκορπισμός των λειτουργιών μέσα στο πάρκο. Οι διάφοροι ανοιχτοί χώροι που υπάρχουν προκύπτουν κυρίως από την απουσία της πυκνής βλάστησης και από το οδικό δίκτυο που το διασχίζει σε μερικά σημεία. Ακόμη, φαίνονται τα δύο δυνατά τουριστικά άκρα του, δηλαδή η οδός Ρίτζεντ και ο Ζωολογικός κήπος. Τέλος, η μεγάλη 118
Συγκριτική μελέτη τουριστικών οδηγών και ιστοσελίδων
54
του έκταση καλέι τους επισκέπτες να το εξερευνήσουν για να αποκτήσουν γεύση από τη ζωή του και να προσεγγίσουν όλα τα επιμέρους στοιχεία που το απαρτίζουν.
55
56
3.2 The High Line, New York, 2009, 2011 Το έργο « Άναρχο τοπίο μα καλλιεργημένο, χαλαροί ρυθμοί αλλά με ζωηρό πνεύμα, οικείο και ταιριαστό, κατά βάση όμως, τίποτε παραπάνω από ένα μέσο για να ξεφύγουν οι πεζοί από το δρόμο», είναι η λακωνική σύνοψη της [Nadine Gerdts][119] για την πεζή διαδρομή που εγκαινιάστηκε το 2009 Μανχάταν της Νέας Υόρκης. Το Χάι Λάιν είναι ένα γραμμικό πάρκο που προκύπτει από την ανάπλαση της υπέργειας σιδηροδρομικής γραμμής που λειτουργούσε εως το 1980 και αποσκοπούσε στην μεταφορά αγαθών από τον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό του Μανχάταν προς την συνοικία της κρεαταγοράς. Η γραμμή, διαπερνούσε τον πυκνό αστικό ιστό της περιοχής και δημιουργούσε προβλήματα στους κατοίκους, τόσο κατά την περίοδο λειτουργίας της, όσο και μετέπειτα με την εγκατάλειψή της. Τα χρόνια της παρακμής της, πολλά κοινωνικά προβλήματα συσσωρεύτηκαν γύρω της και η ίδια η κατασκευή ξεκίνησε να φθείρεται και να είναι επικίνδυνη ανά σημεία. Παράλληλα όμως, αναπτύχθηκε βλάστηση πάνω στη γραμμή και δημιουργήθηκε ένα ιδιόμορφο τοπίο, που πολλοί ήταν διατεθειμένοι να εισβάλλουν για να το ανακαλύψουν[120]. Η ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου έργου είναι εμφανής από τη βάση της ιδέας, καθώς οι ίδιοι οι κάτοικοι της περιοχής ενώθηκαν σε ένα σύλλογο εν ονόματι « Φίλοι του Χάι Λάιν »[121] με σκοπό να διεκδικήσουν την ανάπλασή του για δημόσια χρήση. Κύριο αίτημα ήταν να διατηρηθεί η γοητεία της άναρχης αστικής φύσης που είχε ήδη «καταπιεί» το υπάρχον σιδηροδρομικό δίκτυο και η επέμβαση να είναι φαινομενικά απλή, να ακουμπάει το τοπίο δίχως να το αλλοιώνει ή να το καταπατά. Ο σύλλογος, μαζεύοντας χρήματα από εράνους και πιέζοντας τη τοπική διοίκηση, κατάφερε το στόχο του και την εκτέλεση του έργου ανέλαβε το γραφείο του Τζειμς Κόρνερ (James Corner Field Operations).
Τοποθεσία και αξιοθέατα Το Χάι Λάιν βρίσκεται στο κυρίως Μανχάταν και ενώνει δύο πολύ κομβικά σημεία της πόλης, ως προς το συνολικό του μήκος. Η άνω πλευρά του βρίσκεται πολύ κοντά στο εργασιακό και εμπορικό κέντρο, όπου μπορεί κανείς να φτάσει ως πεζός ή με σύντομη χρήση των ΜΜΜ. Από την άλλη πλευρά, το πάρκο κινείται παράλληλα του πάρκου Χάντσον, που περιλαμβάνει αθλητικές εγκαταστάσεις και χώρους αναψυχής. Επιπλέον, σε αυτό το σημείο βρίσκεται η αγορά της Τσέλσι και πολλές γκαλερί τέχνης. Συνεπώς, και τα δύο άκρα του πάρκου βρίσκονται σε κομβικά σημεία που επισκέπτεται πολύς κόσμος καθημερινά. Σύμφωνα με την [Ν. Gerdts][122], το έργο αυτό αποτελεί νέο προορισμό και μια επιθυμητή παράκαμψη που σπάει τη μονοτονία της καθημερινής ρουτίνας των κατοίκων της Νέας Υόρκης. Η τοποθεσία του και οι πολλές συνδέσεις με την πόλη εξυπηρετούν σε μεγάλο βαθμό τους ντόπιους, που το χρησιμοποιούν για να κινούνται στην περιοχή. Η διαδρομή περνά ανάμεσα από «κρυφά» σημεία της πόλης, όπως εσωτερικοί ακάλυπτοι κατοικιών, σοκάκια και υφιστάμενα κτήρια, που την καθιστά ξεχωριστή. Παρόλο που την περίοδο της κατασκευής του δεν γειτνίαζε με τουριστικά αξιοθέατα και 119 120 121 122
Nadine Gerdts [2009], «The High Line, New York City», Topos 69/2009, σελ. 16-22 Corner James, Scofidio Diller + Renfro [2015], The High Line, USA, Phaidon Επίσημη ιστοσελίδα των Φίλων του High Line : www.thehighline.org Nadine Gerdts [2009], «The High Line, New York City», Topos 69/2009, σελ. 16-22
57
11
58
υποδομές, η ανάδειξή του σε προορισμό έγινε άμεσα, με αποτέλεσμα να προσελκύσει τουρίστες και επενδυτές. Ο [J. Corner] πάνω σε αυτό σχολιάζει πως η τοποθεσία και ο σχεδιασμός από μόνα τους δεν αρκούν για την ευρεία αποδοχή του πάρκου. Το Χάι Λάιν προωθήθηκε πολύ ενεργά τόσο από τους κατοίκους, όσο και από αρμόδιους τουριστικούς δείκτες. Επιπλέον, οι χρήσεις που οι επισκέπτες ανέπτυξαν σε αυτό συνέβαλλαν ενεργά στη διάδοση του πάρκου στο ευρύ κοινό. Ο συνδυασμός όλων αυτών είναι που εν τέλει ανέδειξε το Χάι Λάιν ως προορισμό μέσα στην πόλη.
Το φυσικό τοπίο Βασικό αίτημα και επιδίωξη για το σχεδιασμό του πάρκου ,ήταν να διατηρηθεί η γοητεία της άναρχης αστικής φύσης που είχε ήδη «καταπιεί» το υπάρχον σιδηροδρομικό δίκτυο και όποια επέμβαση γίνει να μην αλλοιώνει το χαρακτήρα του τοπίου[123]. Πολλά από τα φυτά που είχαν αναπτυχθεί από μόνα τους πάνω στις γραμμές διατηρήθηκαν και τα περιποιήθηκαν. Επιπλέον, φυτεύτηκαν αγριολούλουδα και βότανα, που αναπτύσσονται μόνα τους στο χώμα[124]. Σε συγκεκριμένα σημεία, έγινε στατική μελέτη, ώστε να μπορούν να φυτευτούν δέντρα και μεγάλοι θάμνοι, που έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις σε χώμα και στήριξη. Σκοπός ήταν να υπάρξει ποικιλία ως προς τη βλάστηση, για να προκύψει ένα παιχνίδι χρωμάτων, υφών και μυρωδιών κατά την κυκλοφορία στη διαδρομή. Οι εικόνες του τοπίου συνεχώς εναλλάσσονται, προσδίδοντας τα στοιχεία της έκπληξης και της ανακάλυψης, ενώ το πάρκο έχει τελείως διαφορετική όψη με το πέρασμα των εποχών. Η επιθυμία του J. Corner ήταν η πορεία να θυμίζει ξεβοτανιασμένο ή αυλακωμένο μονοπάτι, που να εισχωρεί μέσα στο φυσικό τοπίο, αντί να διαχωρίζεται. Για το λόγο αυτό χρησιμοποιεί πλάκες σκυροδέματος με ανοιχτούς αρμούς, έτσι ώστε η φύση να εισχωρεί στην επέμβαση και να ενώνεται μαζί της. Επιπλέον, βασική επιδίωξη του σχεδιασμού ήταν η «επιβράδυνση των πραγμάτων», δηλαδή η προαγωγή μιας αίσθησης διάρκειας, πως βρίσκεται κανείς σε έναν άλλο τόπο, όπου ο χρόνος μοιάζει λιγότερο πιεστικός. Σκάλες μεγάλου μήκους, μικρά μονοπάτια και σημεία στάσης ενθαρρύνουν τη χρονοτριβή στο μέρος. Η σκηνοθετημένη εικόνα του φυσικού τοπίου συνδιαλέγεται με τη θέα προς τα κτήρια της πόλης και προς το παραλιακό μέτωπο του ποταμού Χάντσον. Η εναλλαγή διαφορετικά σχεδιασμένων χώρων και τοπίων προσφέρουν τη δυνατότητα να αναπτυχθούν διαφορετικές δραστηριότητες και το μέρος να είναι φιλόξενο για όλους. Έτσι, το τοπίο ξεκινά να ζωντανεύει και να αποκτά ενδιαφέρον. Μέσω των πράσινων εκτάσεων δημιουργούνται υποχώροι , διαδρομές και μονοπάτια που προσκαλούν τον επισκέπτη να κοιτάξει «ρομαντικά» το τοπίο γύρω του, να απολαύσει την ομορφιά της φαινομενικά άγριας βλάστησης και να σκεφτεί με ποιόν τρόπο θα επιθυμούσε να καταναλώσει το μέρος αυτό, είτε πρόκειται απλώς για ένα τρόπο να κινηθεί ως πεζός στην πόλη, είτε πρόκειται για την ανάπτυξη κάποιας δράσης.
Δραστηριότητες και πόλη Το σύνολο των πραγμάτων που συμβαίνουν εντός και γύρω από το Χάι Λάιν είναι αυτά που το έχουν αναδείξει σε τόπο ενεργό που προσελκύει κόσμο και επενδυτές. Η κοινωνική ζωή του πάρκου συνεχώς εναλλάσσεται αναλόγως με τους ρυθμούς της κάθε εποχής και μοτίβα της καθημερινότητας 123 124
Συλλογικό έργο [2009], «The High Line, Manhattan, Νέα Υόρκη - ΗΠΑ», ΔΟΜΕΣ 08/09, σελ. 129 Corner James, Scofidio Diller + Renfro [2015], The High Line, USA, Phaidon
59
των κατοίκων και των τουριστών. Όλοι έχουν το δικαίωμα να συμβάλλουν στη ζωτικότητα του τόπου, από νέες οικογένειες έως ηλικιωμένους περιπλανητές. Είναι το μέρος που ενισχύονται οι τυχαίες συναντήσεις, το τουριστικό «αδιάκριτο» βλέμμα των χρηστών που παρατηρεί τους γύρω του με ενδιαφέρον και περιέργεια. Είναι το μέρος που πλαισιώνεται η θέα προς τα αξιοθέατα και τον αστικό ιστό, είναι το μέρος για να απολαύσει κανείς τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος, στο μεταίχμιο μεταξύ πόλης και φύσης, μεταξύ καθημερινότητας και ταξιδιού. Ένας πολύ βασικός παράγοντας που αναδεικνύει ένα μέρος σε προορισμό είναι η κουλτούρα. Όπως αναφέρθηκε, ήδη η περιοχή χαρακτηριζόταν από πολλές γκαλερί τέχνης. Πλέον, το πάρκο αποτελεί ένα ξεκούραστο τρόπο να φτάσει κανείς εκεί. Ακόμη, εκθέσεις και καλλιτεχνικά δρώμενα πλημύρισαν την γραμμική πορεία[125]. Πολλοί ανεξάρτητοι καλλιτέχνες «του δρόμου» επέλεξαν να εκθέτουν να έργα τους πάνω στη διαδρομή, με σκοπό να τα πουλήσουν ή να συζητήσουν με άλλους καλλιτέχνες. Επίσης, καλλιτεχνικές επιτελέσεις (περφορμανς) πραγματοποιούνται συχνά εκεί, καθώς ο κόσμος που περιπλανάται είναι ευκαιρία για το σχηματισμό ακροατηρίου. Ασφαλώς, επέμβαση – κλειδί για την τουριστική και καλλιτεχνική τάση του Χάι Λάιν είναι η μετακόμιση του Μουσείου Γουίτνει ακριβώς δίπλα στην κάτω είσοδό του. Το κτήριο, σχεδιασμένο από το γραφείο του Ρένζο Πιάνο συνεισφέρει στην αίγλη του πάρκου ως προορισμός μέσα στην πόλη. Ο ίδιος, αναφέρει πως «σε αυτό το σημείο συνυπάρχουν ταυτόχρονα το ποτάμι, το πάρκο, τα βιομηχανικά κτήρια και η συναρπαστική μείξη ανθρώπων που συγκεντρώνονται εδώ για να βιώσουν την τέχνη»[126]. Στο ίδιο ακριβώς πλαίσιο, θα εγκαινιαστεί το 2019 ένα νέο κτήριο το «The Shed» από το γραφείο Diller Scofidio + Renfro που κατασκευάζεται με σκοπό να μπορεί να φιλοξένει ακόμα και τις πιο απαιτητικές καλλιτεχνικές δράσεις[127]. Έχει πολύ μεγάλη σημασία που δύο κτήρια τέτοιου κύρους έρχονται και προσκολλούνται στο Χάι Λάιν. Όλα μαζί, δημιουργούν μια συνολική επέμβαση στην πόλη που γίνεται αντιληπτή ως πολιτιστικός προορισμός για κατοίκους και τουρίστες ομοίως. Επιπλέον, ένας παράγοντας που κάνει το Χάι Λάιν προορισμό είναι η αθλοπαιδιά και η αντίληψή του ως χώρος υγείας. Πέρα από την εμφανή σύνδεσή του με τις αθλητικές εγκαταστάσεις του Χάντσον, πολλοί επιλέγουν το πάρκο για γυμναστική. Ακόμη και συλλογικές διοργανώσεις χορού ή γίογκα στο γρασίδι αναπτύσσονται σε αυτό[128]. Κέντρα γυμναστικής ανοίγουν εκατέρωθεν της πορείας, ενώ άτομα προχωρημένης ηλικίας επιλέγουν το πάρκο για μέρος περιπάτου. Εξίσου σημαντικός λόγος να επισκεφτεί κανείς το πάρκο είναι ασφαλώς η αναψυχή. Το μέρος προσφέρει μοναδικές εικόνες προς την πόλη και ένα πολύ ιδιαίτερο φυσικό τοπίο. Δεν υπάρχει άλλο μέρος στο Μανχάταν σαν και αυτό. Εκεί συνδυάζονται η τέχνη, η αρχιτεκτονική, ο αστικός ιστός, η φύση και η θέα προς την πόλη. Έτσι, πολλοί είναι αυτοί που το επιλέγουν ως προορισμό απλώς και μόνο για να το δουν και να συμμετέχουν στη ζωή του. Είναι κατάλληλο μέρος για βόλτα, για φωτογράφιση και για ανάπαυση. Περπατώντας στο Χάι Λάιν μπορεί κανείς να βιώσει το ρυθμό της πόλης, να δεί κατοίκους και τουρίστες, να ανακαλύψει το τι μπορεί να συμβαίνει στην επόμενη στροφή. Παρέες καταλαμβάνουν τα πεζούλια, οικογένειες κάνουν ηλιοθεραπεία, νεόνυμφοι βγάζουν γαμήλιες φωτογραφίες και τουρίστες παρατηρούν τα πάντα γύρω τους. Ασφαλώς, η ίδια η πόλη στρέφεται προς τους επισκέπτες και κάνουν την εμφάνισή τους εστιατόρια, καταστήματα και νυχτερινά κέντρα, που μπορούν να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες τους. 125 126 127 128
Corner James, Scofidio Diller + Renfro [2015], The High Line, USA, Phaidon Επίσημη ιστοσελίδα Μουσείου Γουίτνει: https://whitney.org/About/NewBuilding Επίσημη ιστοσελίδα D. Scofidio, Renfro: https://dsrny.com/project/the-shed Corner James, Scofidio Diller + Renfro [2015], The High Line, USA, Phaidon
60
Η ομορφιά και κινητικότητα του τόπου δίνει την ευκαιρία για την ανέγερση πολυτελών ξενοδοχείων πάνω στο όριό του, όπως το The Standard και το Hotel Americano, γεγονός που αναδεικνύει αμετάκλητα το Χάι Λάιν ως υπερτοπικό προορισμό. Ακόμη, επιχειρήσεις real estate κατασκευάζουν πολυτελή διαμερίσματα γύρω του ή αναβαθμίζουν τα υπάρχοντα. Η ίδια πόλη που εως λίγα χρόνια πριν γυρνούσε την πλάτη της στην εγκαταλελειμμένη σιδηροδρομική γραμμή, πλέον την αγκαλιάζει και την αξιοποιεί από όλες τις πλευρές.
Διαγράμματα Το ενδιαφέρον στοιχείο που προκύπτει από την διαγραμματική ανάλυση του Χαί Λάιν είναι πως παρόλο της περιορισμένης έκτασής του, εμπεριέχει όλα τα χαρακτηριστικά που έχουν και τα άλλα παραδείγματα. Σημεία ενδιαφέροντος έρχονται και προσκολλούνται πάνω του και συνεισφέρουν στην ζωή του. Επιπλέον, παρά τη χάραξή του ως μια ενιαία γραμμική διαδρομή, απαντώνται σημεία που μπορεί κανείς να απομονωθεί από το πολύ δημόσιο τμήμα και να απολαύσει το χώρο με σχετική εσωστρέφεια.
61
62
63
64
3.3 Η Νέα Παραλία της Θεσσαλονίκης, 2012 Το έργο «Σίγουρα από τα ομορφότερα χαρακτηριστικά της ανάπλασης της Νέας Παραλίας είναι το γεγονός ότι ο χώρος που προέκυψε είναι πραγματικά ανοιχτός σε όλους και γεμάτος δραστηριότητες»[129] σχολιάζουν παμψηφεί οι τουριστικές ιστοσελίδες για τη Θεσσαλονίκη. Ένα έργο με δημόσιο χαρακτήρα που επαναπροσδιορίζει τη σχέση των κατοίκων με την πόλη τους και αναδεικνύεται σε προορισμό ήδη πριν την ολοκλήρωσή του, αποτελεί ένα ζωτικό χώρο που πρέπει να επισκεφτούν όσοι βρεθούν στην πόλη. Το γραμμικό πάρκο απαρτίζεται από δύο κομμάτια που συνδιαλέγονται μεταξύ τους. Το πρώτο είναι η πορεία στο όριο στεριάς και θάλασσας, του κατασκευασμένου και του φυσικού, δηλαδή αποτελεί το «μέτωπο» της πόλης, όπως το ονομάζει ο δημιουργός του[130]. Χαρακτηρίζεται από γραμμικότητα και συνέχεια, αφήνοντας ελεύθερο το οπτικό πεδίο προς τον ορίζοντα[131]. Το δεύτερο είναι οι χώροι πρασίνου, διαδοχικοί κήποι με διάσπαρτες χρήσεις αναψυχής, ανάπαυσης και μικρών αθλοπαιδιών, που προσφέρουν σκιασμό, μαλακά δάπεδα, οπτική απομόνωση και εναλλαγές χώρων και τοπίων. Τα δύο αυτά σκέλη του χώρου συνεργάζονται για να προσφέρουν ένα πλήθος δραστηριοτήτων σε όλους, ανεξαρτήτου ηλικίας. Βασική επιδίωξη του έργου ήταν να ελευθερωθεί το παραλιακό κομμάτι της πόλης από τα σταθμευμένα αυτοκίνητα και να αναβαθμιστούν οι συνθήκες κυκλοφορίας σε αυτό. Η προηγούμενη εικόνα της παραλιακής ήταν αυτή της εγκατάλειψης και της αδιαφορίας[132]. Έχει σημασία πως το αρχιτεκτονικό γραφείο που ανέλαβε την υλοποίησή του ανήκει στον Π. Νικηφορίδη, ο οποίος κατάγεται από τη Θεσσαλονίκη και έχει περάσει εκεί το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής του[133]. Έτσι, γνώριζε πολύ καλά τα προβλήματα και τις ελλείψεις του χώρου, ζητήματα τα οποία έλυσε επιτυχώς. Ο [Αίσωπος][134] περιγράφει το ελληνικό τοπίο ως «το πλαίσιο των συμπεριφορών και δραστηριοτήτων των επισκεπτών και των απλών, λαϊκών ανθρώπων που το κατοικούν […] το ελληνικό τοπίο με όλα τα συστατικά του γίνεται αντιληπτό ως ένας αυτοτελής κόσμος, επανοηματοδοτημένος ως ελληνικότητα». Το αποτέλεσμα του σχεδιασμού των Νικηφορίδη, Κουόμο, Κάστρο είναι ένας τέτοιος κόσμος, ένα ελληνικό τοπίο που γεμίζει από τη ζωή που του δίνουν οι επισκέπτες του και δημιουργεί μια, πλέον, χαρακτηριστική εικόνα της Θεσσαλονίκης.
Τοποθεσία και αξιοθέατα Η γεωγραφική θέση του έργου σε σχέση με την πόλη έχει από μόνη της πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Όλη η έκταση του πάρκου αναπτύσσεται παράλληλα με το όριο της θάλασσας. Το ένα άκρο του βρίσκεται στο κομβικό σημείο του Λευκού Πύργου. Εκεί συναντιέται με τον πεζόδρομο της οδού Νίκης που συνεχίζει παραλιακά μέχρι το ύψος της πλατείας Αριστοτέλους, το εμπορικό κέντρο 129 130 131 132 133 134
Το συγκεκριμένο διαβάστηκε από : www.inthessaloniki.com Προσωπική ιστοσελίδα γραφείου Π. Νικηφορίδη : www.nikiforidis-cuomo.com Συλλογικό έργο [2009], «Ανάπλαση Νέας Παραλίας, Θεσσαλονίκη – Ελλάδα», ΔΟΜΕΣ 08/09, σελ. 111 Τζήμου Κύα [2017], «Το πρίν και το μετά της Νέας Παραλίας. Για να μην ξεχνιόμαστε», http://parallax imag.gr/ Προσωπική ιστοσελίδα γραφείου Π. Νικηφορίδη : www.nikiforidis-cuomo.com Αίσωπος Ιωάννης [2015], Τοπία τουρισμού: Ανακατασκευάζοντας την Ελλάδα, Αθήνα, Δομές
65
12
66
της πόλης. Ακόμη, στο σημείο αυτό τελειώνει ο άξονας της πεζοδρομημένης Ναβαρίνου, που συνδέει την παραλιακή με το ιστορικό κέντρο. Επιπλέον, το σημείο αυτό βρίσκεται απέναντι από του χώρους της Δ.Ε.Θ., της HELEXPO, τον πύργο του ΟΤΕ, το Αρχαιολογικό μουσείο και το μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού. Το πάρκο δηλαδή, ξεκινά από το πολιτιστικό επίκεντρο της πόλης. Προς το άλλο άκρο του, ακουμπά το Λαογραφικό και Εθνολογικό μουσείο, και καταλήγει στα κτήρια του Μεγάρου Μουσικής. Στην περιοχή αυτή, βρίσκονται και ιστορικές βίλες που είναι τουριστικά αξιοθέατα. Οι δραστηριότητες του πάρκου προσκαλούν τον επισκέπτη να το εξερευνήσει και να κινηθεί εύκολα μέσα στην πόλη. Επιπλέον, περιοχές που προηγουμένως δεν έφτανε το τουριστικό βλέμμα, ανοίγουν προς το κοινό και αναβαθμίζονται. Μέσα σε μόλις λίγα χρόνια από τα εγκαίνιά της, τη νέα παραλία αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα της πόλης και είναι τοπικός και υπερτοπικός προορισμός.
Το φυσικό τοπίο Οι χώροι πρασίνου σε αυτό το έργο έχουν κεντρικό ρόλο, όχι μόνο αισθητικά αλλά και λειτουργικά. Αρχικά, ηχομονώνουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τον θόρυβο της κεντρικής λεωφόρου που βρίσκεται στην πάνω πλευρά, καθώς ψηλά δέντρα και πυκνοί θάμνοι έχουν τοποθετηθεί στο όριο του πάρκου. Με αυτόν τον τρόπο, αποδίδεται η αίσθηση του ταξιδιώτη στους επισκέπτες, καθώς αφήνει την πόλη πίσω του και βρίσκεται σε ένα εξοχικό μέρος, όπου το φυσικό τοπίο και η θέα στη θάλασσα κυριαρχούν προς όλες τις κατευθύνσεις. Αυτό είναι εμφανές, καθώς η φύτευση μειώνεται προσεγγίζοντας το νερό, δημιουργώντας έτσι ένα τείχος που στρέφει την πλάτη του στην πόλη και τους έντονους ρυθμούς της. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του έργου είναι οι 12 διαδοχικοί κήποι που διαφέρουν μεταξύ τους σε φύτευση, σχεδιασμό και λειτουργίες. Ενδεικτικά οι κήποι που συνθέτουν το σύνολο είναι : του Μέγα Αλεξάνδρου, του απογευματινού ήλιου, της άμμου, των εποχών, του Οδυσσέα Φωκά, της Μεσογείου, των γλυπτών, του ήχου, των ρόδων, της μνήμης, του νερού και της μουσικής. Ο καθένας φιλοξενεί διαφορετικές δραστηριότητες, όπως λόγου χάρη ο κήπος των ρόδων προσφέρεται για σχολικές εκδρομές καθώς περιλαμβάνει εκπαιδευτικό εργαστήριο για καλλωπιστικά φυτά, ενώ ο κήπος της μουσικής που βρίσκεται δίπλα στο Μέγαρο Μουσικής είναι ένα «ξέφωτο» που μπορεί να φιλοξενήσει υπαίθριες μουσικές εκδηλώσεις. Τα πράσινα αυτά «δωμάτια» χαρακτηρίζονται από ελεγχόμενη εσωστρέφεια σε σχέση με την παραλιακή διαδρομή. . Θα μπορούσαν να παραλληλιστούν ως το παρασκήνιο της νέας παραλίας, το οποίο ο τουρίστας καλείται να δει και να ανακαλύψει. Το τοπίο είναι διαφορετικό στο παραλιακό μέτωπο που έχει ως θέμα «οι περιπατητές των κυμάτων» . Αποτελεί ιδανικό τόπο περιπάτου, χωρίς διακοπές και οχλήσεις[135]. Ο περιπατητής – flaneur, εκτεθειμένος στο φώς και στο βλέμμα των γύρω του, κινείται στο γοητευτικό όριο των αντιθέτων, μεταξύ συμπαγούς και διαυγές. Η ανοιχτή προοπτική προς όλες τις κατευθύνσεις βοηθά την θάλασσα να εισχωρήσει στο τοπίο και να γίνει το κεντρικό στοιχείο, καθώς η φύτευση περιορίζεται σε μια γραμμική δεντροστοιχία στο φόντο. Η πόλη στο βάθος πλαισιώνεται από μια νέα οπτική γωνία, πίσω από έναν πράσινο «φράκτη».
Δραστηριότητες και πόλη 135
Συλλογικό έργο [2009], «Ανάπλαση Νέας Παραλίας Θεσσαλονίκης», Αρχιτεκτονικά Θέματα 43/2009, σελ. 152
67
Η νέα παραλία σφύζει από δραστηριότητες. Όπου και να κοιτάξει κανείς, κάτι συμβαίνει. Ήδη αναφέρθηκαν τα τουριστικά αξιοθέατα που συναντούν το πάρκο. Όμως, υπάρχουν χώροι ενδιαφέροντος και στο εσωτερικό του. Κάθε κήπος περιέχει κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό όπως γλυπτά, σιντριβάνια, αμφιθέατρα, υπαίθριους χώρους εκδηλώσεων και εκθέσεων. Επιπλέον, κήποι που δεν συσχετίζονται με την τέχνη φέρουν άλλες λειτουργίες επιμορφωτικές ή αναψυχής όπως «μουσείο» λουλουδιών, παιδική χαρά ή πέργκολες για ξεκούραση. Με αυτό τον τρόπο, καμία γωνιά του πάρκου δεν παραμελείται και δεν είναι κενή λειτουργίας. Η νέα παραλία προσφέρεται και για αθλητικές δραστηριότητες. Ο κήπος της Άμμου γειτνιάζει με γήπεδα τέννις και απέναντι από τον κήπο των Γλυπτών βρίσκεται ο Ναυτικός Όμιλος Θεσσαλονίκης. Ο ποδηλατόδρομος και οι σταθμοί ενοικίασης ποδηλάτων προσκαλούν τους πολίτες να τα χρησιμοποιήσουν είτε για λόγους αναψυχής, είτε για να κινούνται εύκολα στην πόλη. Ακόμη, οι παιδικές χαρές και το πάρκο κυκλοφοριακής αγωγής παρέχουν χώρους άθλησης μέσω παιχνιδιού στα παιδιά. Πέραν, όμως, των εγκαταστάσεων, πολλοί είναι αυτοί που επιλέγουν το μέρος για να αθληθούν ανεξάρτητα. Εμφανής είναι η παρουσία ατόμων που κάνουν τζοκινγκ, νέοι και παιδιά πειραματίζονται με το σκέιτ και το πατίνι στα ανεπίπεδα τμήματα, ομάδες γιόγκα και χορού διοργανώνουν δράσεις στους κήπους, αλλά και αθλήματα στη θάλασσα όπως σαπ και κωπηλασία. Οι επισκέπτες της όμως δεν περιορίζονται μόνο στην κουλτούρα και την αθλοπαιδιά. Μεγάλο ποσοστό χρησιμοποιεί τους χώρους της παραλίας απλώς για να ξεφύγει από τους ρυθμούς της πόλης. Πολλοί είναι αυτοί που κάνουν βόλτα για να απολαύσουν το τοπίο ή για να περπατήσουν τα σκυλιά τους. Επιπλέον, πολλοί φοιτητές επιλέγουν το μέρος για ηλιοθεραπεία, για καφέ, ακόμη και για μελέτη, καθώς το ΑΠΘ βρίσκεται πολύ κοντά και είναι εύκολο να κατεβούν στην παραλία μετά το μάθημα. Τουρίστες ασφαλώς δεν λείπουν από το τοπίο, παρατηρώντας τα αξιοθέατα και τον κόσμο και κάνοντας βόλτες στο Θερμαϊκό με τα φέρρυ. Τέλος, σε ειδικές διοργανώσεις όπως συναυλίες ή άλλα δρώμενα, η παραλία γεμίζει από άτομα όλων των ηλικιών. Η πόλη δεν άργησε να απαντήσει και επιχειρησιακά στο άνοιγμα της νέας παραλίας. Μεζεδοπωλεία, καφέ, μπαρ και εστιατόρια άνοιξαν στο όριό της με το δρόμο. Κινητές καντίνες εμφανίζονται πάνω στη διαδρομή και προσφέρουν φαΐ στο χέρι και δροσερά ροφήματα. Ακόμη, ξενοδοχεία στην παραλιακή ανακαινίστηκαν και ανέβηκε η αξία τους, όπως το Metropolitan Hotel και το Βασιλίσσης Όλγας. Το Μακεδονία Παλάς έχει αναδειχθεί σε χαρακτηριστικό κτήριο της παραλιακής, με τον κήπο του απογευματινού ήλιου από κάτω να το στολίζει και να το αναδεικνύει. Το έργο αυτό, άλλαξε συνολικά την πόλη, τόσο εμφανισιακά, όσο και σε εύρος δράσεων και για το λόγο αυτό είναι ένας ενεργός υπερτοπικός προορισμός της Θεσσαλονίκης.
Διαγράμματα Με τη διαγραμματική ανάλυση της κάτοψης, είναι πολύ ξεκάθαρες οι χαράξεις και η διαφοροποίηση των χώρων στο πάρκο. Η γραμμικότητα που δημιουργεί το όριο με τη θάλασσα συνεχίζεται σε όλα τα επίπεδα μέχρι να φτάσει στο όριο της πόλης. Εδώ, είναι πολύ εμφανή τα στάδια σκηνοθεσίας ή διαβάθμισης της ιδιωτικότητας, καθώς η ίδια η μελέτη αποσκοπούσε σε αυτό. Επιπλέον, το γεγονός πως το πιο δημόσιο τμήμα του πάρκου κινείται παράλληλα με το μέτωπο, ενισχύει την παρουσία της θάλασσας στο τοπίο και την επαναφέρει ενεργά μέσα στην πόλη.
68
69
70
71
72
3.4 Κέντρο Πολιτισμού ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, Αθήνα, 2016 Το έργο «Η παιδεία και ο πολιτισμός αποτελούν τη ραχοκοκαλιά κάθε προηγμένης κοινωνίας. Χρηματοδοτώντας το ΚΠΙΣΝ, το όραμα του Ιδρύματος είναι να προσφέρει στη χώρα και την πόλη νέες θεσμικές βάσεις, απαραίτητα στοιχεία για να κινηθεί προς τα εμπρός, καθώς και ένα πλαίσιο για το μέλλον. Παιδεία, πολιτισμός και βιωσιμότητα, τα τρία κύρια στοιχεία του ΚΠΙΣΝ, είναι βασικές προϋποθέσεις για την ενίσχυση της δυναμικής προοπτικής της πόλης και των ανθρώπων της και για την ενσωμάτωσή τους στον εικοστό πρώτο αιώνα και σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο»[136]. Το όραμα για τη δημιουργία του τόπου αυτού ήταν από την αρχή ξεκάθαρα αφιερωμένος στο ευρύ κοινό των κατοίκων της Αθήνας και των Ελλήνων συνολικά. Το μόνο που χρειάζεται να κάνουν είναι να ενεργοποιήσουν τον χώρο μέσω της επίσκεψης και των δράσεών τους. Το έργο αποτελείται από 4 κυρίως επιμέρους κομμάτια. Την Εθνική Βιβλιοθήκη, την Εθνική Λυρική σκηνή, το Πάρκο και το Κανάλι. Από αυτά, ήδη είναι εμφανής η πρόθεση να συνδυαστεί ο πολιτισμός με το φυσικό τοπίο. Το αρχιτεκτονικό γραφείο που ανέλαβε το σχεδιασμό του είναι του Ρένζο Πιάνο, και από την αρχή η πρόθεσή του ήταν να δημιουργηθεί ένα κτήριο - σύμβολο για την πόλη της Αθήνας. Μεγάλο βάρος έχει δοθεί στην αειφορία του συνολικού έργου, καθώς έχουν τοποθετηθεί 10.000 τμ φωτοβολταϊκών, 170.000τμ φυτεμένου πάρκου και το κανάλι είναι ικανό να αποτρέψει πλημμύρες που πλήττουν την περιοχή. Επιπλέον, κύρια πρόθεση ήταν να αποκατασταθεί η σχέση της περιοχής με τη θάλασσα, με την επιδίωξη να ανοίξει η θέα προς αυτή[137].
Τοποθεσία και αξιοθέατα Το ΚΠΣΝ βρίσκεται στο Δήμο Καλλιθέας στην διασταύρωση της λεωφόρου Ανδρέα Συγγρού με την παραλιακή λεωφόρο Ποσειδώνος. Μέσω της πρώτης οδού, απέχει μόλις 4,5 χλμ. από το κέντρο της Αθήνας, ενώ μέσω της δεύτερης ο Πειραιάς βρίσκεται στα 5 χλμ. Βρίσκεται λοιπόν, ανάμεσα από τα δύο τουριστικά, εμπορικά και ιστορικά κέντρα. Επιπλέον, πολύ κοντά βρίσκεται η μαρίνα Φλοίσβου ενώ απέναντι είναι το Ολυμπιακό Κέντρο Χειροσφαίρισης και Τάε Κβο Ντο. Από την άλλη του πλευρά συνορεύει με το Δημοτικό Κολυμβητήριο Καλλιθέας και ποδοσφαιρικές εγκαταστάσεις. Το οικόπεδο στο οποίο ανεγέρθηκε, χρησιμοποιούταν ως χώρος στάθμευσης κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών αγώνων, και εκ τότε, είχε εγκαταλειφθεί[138]. Γύρω από το οικόπεδο, δεν υπάρχουν τουριστικά αξιοθέατα, πέρα από το Ευγενίδειον Πλανητάριο, που υποστηρίζεται ενεργά με την ανάπλαση που πραγματοποιήθηκε, και το μουσείο Ιστορίας και Πολεμικής Αεροπορείας. Τα τουριστικά λεωφορεία τύπου Ho-Ho ανέκαθεν περνούσαν από το μέρος αλλά εως τώρα δεν υπήρχε λόγος να σταματήσουν[139]. Όπως είναι εμφανές, η ανέγερση του έργου δεν έγινε στο τουριστικό κέντρο της πόλης, αλλά σε συνοικίες «παρασκηνιακές» που κατοικούν και δραστηριοποιούνται οι Αθηναίοι. Η θέση του καθιστά ξεκάθαρη την αφιέρωσή του στους ντόπιους και τους προτρέπει να συγκεντρωθούν στην παραλιακή ζώνη και να αποκαταστήσουν τη σχέση τους με τη θάλασσα. 136 137 138 139
Επίσημη ιστοσελίδα Ιδρύματος ΚΠΣΝ : www.snfcc.org Επίσημη ιστοσελίδα Renzo Piano Building Workshop, http://www.rpbw.com Ο.π. Συγκριτική μελέτη τουριστικών χαρτών με διαδρομές Ηο-Ηο λεωφορείων
73
13
74
Ως προς τη διάταξή του, η πιο ριζοσπαστική και επιτυχημένη σχεδιαστική ιδέα είναι η δημιουργία ενός τεχνητού λόφου που ανυψώνεται σταδιακά στα 35μ. με αποτέλεσμα να ανοίγει η θέα προς όλες τις κατευθύνσεις. Στο τέλος της διαδρομής βρίσκεται η «κορωνίδα»[140] ένα περίπτερο, ημιυπαίθριο χώρο με πανοραμική θέα. Η παλαιότερα κρυμμένη εικόνα της θάλασσας εισβάλλει ενεργά στο φόντο, ενώ ταυτόχρονα εμφανίζεται ένα μεγάλο τμήμα του ιδιόμορφου Αττικού τοπίου. Κοιτάζοντας προς τον αστικό ιστό, στο επίκεντρο της νέας εικόνας φαίνεται από μια νέα τελείως προοπτική ο λόφος και τα μνημεία της Ακρόπολης, ο «πρωταγωνιστής» της πόλης, πολιτισμικό σύμβολο της Αθήνας.
Το φυσικό τοπίο Το φυσικό τοπίο του πάρκου μελετήθηκε διεξοδικά από τα γραφεία της Deborah Nervins σε συνεργασία με την Έλλη Παγκάλου, με σκοπό να αποτελεί ζωτικό τόπο που να μπορεί να καταναλωθεί μέσω δράσεων και παράλληλα να είναι ένα μουσείο μεσογειακής βλάστησης. Συμβάλλει στην σημαντική και καθολική αναβάθμιση του Δήμου Καλλιθέας πολεοδομικά, διπλασιάζοντας την επιφάνεια του πρασίνου της περιοχής. Δρόμοι από δεντροστοιχίες εισχωρούν στον πυκνό δομικό ιστό της, δημιουργώντας πράσινους άξονες που κατευθύνουν και προσελκύουν τον κόσμο προς το πάρκο[141]. Το πάρκο καθεαυτό σχεδιάζεται ως ένα «μουσείο» μεσογειακής, ελληνικής βλάστησης, σκηνοθετώντας ένα «φυσικό» ανηφορικό τοπίο. Όσο ο επισκέπτης βρίσκεται μέσα σε αυτό έχει την αίσθηση πως κυκλοφορεί μέσα σε ένα λόφο από δέντρα και θάμνους που ξεφυτρώνουν από το έδαφος. Όταν όμως προσεγγίσει το κάτω επίπεδο του χώρου, η «αυλαία πέφτει» και αποκαλύπτεται το κυρίως έργο, η Εθνική βιβλιοθήκη, που είναι κρυμμένη ακριβώς από κάτω. Ως προς την τοπιακή ανάπλαση, το πάρκο προσφέρεται για εξερεύνηση, καθώς περιλαμβάνει ποικίλους πλάτους δρομάκια, διαφορετικά επίπεδα, και εναλλαγή ανοιχτών και πυκνών χώρων φύτευσης. Τα ίδια τα φυτά δημιουργούν ένα παιχνίδι φωτός – σκιάς, αρωμάτων και χρωματικής παλέτας. Τέλος, περιλαμβάνει υποχώρους που προσφέρονται για παιδιά, για αθλητικές δραστηριότητες ακόμα και για συναυλίες, φεστιβάλ και θερινό σινεμά. Το πάρκο του ΚΠΣΝ είναι ένα τοπίο ζωντανό που συνεισφέρει ενεργά στην κατανάλωση του συνολικού έργου. Στο κάτω επίπεδο το τοπίο είναι διαφορετικό. Οι χώροι πρασίνου υποχωρούν στην «Εσπλανάδα» και σε γραμμικές δενδροστοιχίες για να δώσουν τη θέση τους στις λειτουργίες και να ανοίξουν την προοπτική προς τα δύο κτήρια. Το κανάλι νερού, κυριαρχεί στο χώρο, αφήνει ανοιχτό τον ορίζοντα και προσθέτει το στοιχείο του νερού στο επίπεδο όπου η θέα προς τη θάλασσα δεν είναι εφικτή. Στην πλευρά όπου υπάρχουν οι αθλητικές εγκαταστάσεις το πράσινο και πάλι αναπτύσσεται σε δενδροστοιχίες για να υπάρχει χώρος για τις λειτουργίες, όμως η παρουσία του φυσικού στοιχείου είναι πολύ αισθητή.
Δραστηριότητες και πόλη Όπως αναγράφεται και στο όνομά του, ο τόπος αυτός είναι κέντρο πολιτισμού. Η ροή εκδηλώσεων τέχνης και πνευματικών δραστηριοτήτων είναι συνεχής και ανανεώνεται αδιάκοπα. Με αυτόν τον τρόπο, πάντα υπάρχει κάτι νέο να δεί και να κάνει κανείς στο Ίδρυμα, ανάγοντάς το σε 140 141
Διάλεξη Θ. Μαραβέλια, Πανεπιστήμιο Πατρών, τμήμα Αρχιτεκτονικής, 09/01/2018 Συλλογικό έργο [2012], «Κέντρο Πολιτισμού ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, Αθήνα – Ελλάδα», ΔΟΜΕΣ 07/12, σελ. 110
75
προορισμό που οι επισκέπτες έχουν λόγο να επιστρέψουν επανειλημμένα. Μουσικές και θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες, σινεμά, φεστιβάλ και περιστασιακές εκθέσεις είναι μερικά παραδείγματα από το πλούσιο πρόγραμμά του. Ακόμη, ο Φάρος, το ψηλότερο σημείο της κορωνίδας, λειτουργεί ως αξιοθέατο που όλοι πρέπει να επισκεφθούν και να φωτογραφηθούν εκεί. Ως προς το πάρκο, η ζωή του είναι εξίσου γεμάτη. Αποτελεί ιδανικό μέρος για αθλητικές δραστηριότητες όπως τρέξιμο, ποδήλατο, σκέιτ και κωπηλασία. Επίσης, ανά τις εποχές μπορούν να διεξαχθούν και άλλα αθλήματα, όπως πατινάζ στον πάγο το χειμώνα και υπαίθρια γιόγκα το καλοκαίρι. Αυτό που το κάνει πραγματικά ξεχωριστό είναι πως οι δραστηριότητες αφήνονται ελεύθερες στην φαντασία των ίδιων των επισκεπτών. Τα παιδιά γυμνάζονται μέσω του παιχνιδιού στα γρασίδια και στους κήπους και κάνουν ποδήλατο σε όλο τον χώρο. Οι ενήλικες, μπορούν να αθληθούν, να κάνουν βόλτα και να επισκεφθούν μια εκδήλωση. Το πάρκο είναι ανοιχτό προς άτομα κάθε ηλικίας και αυτό είναι που το κάνει τόσο αποδεκτό από την κοινωνία. Η πόλη δεν άργησε να στρέψει το βλέμμα της στον νέο τόπο. Και εδώ, καφέ, εστιατόρια και AriBnB προσέγγισαν τα όριά του. Οι αστικοί τουρίστες το επισκέπτονται και εξερευνούν την πόλη γύρω. Παρόλαυτά, ο περιορισμένος χρόνος λειτουργίας του δεν έχει αφήσει την πόλη να οργανωθεί πλήρως. Αυτό που αξίζει να σημειωθεί, είναι το όραμα του ελληνικού δημοσίου να αναπλαστεί ως πάρκο ο Φαληρικός κόλπος, για το οποίο έχει παραδώσει πρόταση και το γραφείο του Ρενζο Πιάνο. Με αυτόν τον τρόπο θα αποδοθεί συνέχεια στο Πάρκο του Ιδρύματος και θα προκύψουν ροές ικανές να προσεγγίσουν το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Υπάρχει δηλαδή η τάση να δημιουργηθεί ένα νέο κέντρο στην πόλη που θα αφιερώνεται στον πολιτισμό και στην αειφορία. Συνολικά, το ΚΠΣΝ αποτελεί μια νέα κατάσταση στην πόλη της Αθήνας, η οποία μπορεί να βρεθεί μόνο εκεί και για το λόγο αυτό είναι , πλέον, τοπικός και υπερτοπικός προορισμός της πρωτεύουσας.
Διαγράμματα Στη διαγραμματική ανάλυση του ΚΠΣΝ είναι εμφανές πως αναφερόμαστε σε ένα έργο με διαφορετική αντιμετώπιση από τα προηγούμενα δύο. Για το γεγονός αυτό, οφείλεται πως δεν αναπτύσσεται γραμμικά πάνω στο όριο, αλλά περιορίζεται στο οικόπεδό του. Στο έργο αυτό δεν υπάρχει αρχή και τέλος, δηλαδή δεν πρόκειται για ένα πάρκο που να ενώνει δύο ισχυρούς τουριστικούς, πολιτισμικούς πυρήνες. Σε αυτή τη περίπτωση, όλα είναι διάσπαρτα απλωμένα στο χώρο και τα ιδρύματα πολιτισμού βρίσκονται στο επίκεντρο. Ακόμη και οι αθλητικές δραστηριότητες μπορούν να συμβούν οπουδήποτε. Όμως, και εδώ μπορούν να αναγνωστούν υποχώροι οι οποίοι αποστασιοποιούνται από τους κεντρικά δημόσιους, και να αποτελέσουν ένα ήρεμο «παρασκήνιο». Οι χώροι και οι δραστηριότητες περιπλέκονται μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να προκύπτει μια μείξη ανθρώπων, που έχουν διαφορετικό λόγο επίσκεψης, αλλά όλοι συνεισφέρουν στο τουριστικό βλέμμα και την τελική εικόνα του τόπου.
76
77
[10]
78
79
Κεφάλαιο 4 Συμπεράσματα
80
4.0
Τα αστικά πάρκα που αναλύονται στην εργασία ενεργοποιούν το δημόσιο χώρο και του δίνουν ταυτότητα, αλλάζοντας ριζικά τις συνθήκες ζωής της περιοχής στην οποία βρίσκονται. Μέσω αυτών, η περιοχή αναβαθμίζεται, καθώς επιλύονται κοινωνικά και πολεοδομικά προβλήματα. Η δημιουργία ενός τέτοιου τόπου δίνει χώρο στη δημόσια ζωή να αναπτυχθεί, εμπλουτίζοντάς την με ποικίλες δραστηριότητες επιμόρφωσης, άθλησης και αναψυχής. Η πόλη ανοίγεται στους κατοίκους της για να την καταναλώσουν, και έτσι προκύπτει ένας νέος πόλος έλξης να ανακαλύψει ο αστικός τουρίστας. Παρακάτω, καταγράφονται τα δεδομένα που πρέπει να ληφθούν υπόψιν για την αναγνώριση και την επιτυχημένη λειτουργία των πάρκων – προορισμών, χωρισμένα σε 3 βασικές θεματικές ενότητες. 81
Τουρισμός Η τουριστική αξία των πάρκων που προσεγγίζει η εργασία είναι ίδια και για τους κατοίκους της πόλης και για τους επισκέπτες από άλλα μέρη. Ο ρόλος του αστικού τουρίστα αποδίδεται σε όλους όσους συμμετέχουν στη ζωή των πράσινων αυτών τόπων, καθώς οι δράσεις τους εμπίπτουν στο πλαίσιο της σκηνοθετημένης τουριστικής επιτέλεσης. Παρόλο που κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού οι χώροι που διαμορφώνονται έχουν ως προτεραιότητα την αναβάθμιση της περιοχής και, κατά συνέπεια, τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων, η αυθεντικότητα των δράσεων που αναπτύσσονται εκεί τους προσδίδει τουριστικό ενδιαφέρον. Εξίσου σημαντικό για την αναγωγή τους σε τουριστικό προορισμό είναι η διάδοσή τους στο ευρύ κοινό. Όπως όλοι οι τουριστικοί προορισμοί, έτσι και στην περίπτωση των πράσινων τόπων, τα τοπία διαφημίζονται και προβάλλονται πολύ έντονα από τους τουριστικούς δείκτες και από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό το βήμα είναι απαραίτητο για να ενεργοποιηθεί ο χώρος, καθώς μόνο έτσι εξάπτεται η περιέργεια των ατόμων, και συνεπώς κινητοποιούνται για να το επισκεφτούν. Ο J. Corner δήλωνε με έμφαση πως αυτού του είδους η γνωστοποίηση του High Line στο ευρύ κοινό είναι που του έδωσε ζωντάνια, και όχι ο σχεδιασμός καθαυτός. Το ίδιο συνέβη και στα παραδείγματα της ελληνικής πραγματικότητας σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Τα μέρη αυτά προωθούνται ως αστικοί προορισμοί ήδη πριν από τα εγκαίνιά τους, προκαλώντας το ενδιαφέρον των ατόμων και την ανάγκη να μετακινηθούν για να τα δούν από κοντά. Με τον ίδιο τρόπο που ένας τουρίστας γνωρίζει τί θα δεί και τί θα κάνει στο μέρος που επισκέπτεται πριν ξεκινήσει το ταξίδι του, έτσι και εδώ, ο αστικός τουρίστας προετοιμάζεται για την επίσκεψή του στον πράσινο τόπο. Οργανώνει το πρόγραμμά του και επιλέγει ποιες δράσεις θα αναπτύξει εκεί, είτε πρόκειται για κάποια πολιτιστική εκδήλωση ή για κάποιο άθλημα ή απλώς για περιπλάνηση. Στη συνέχεια, καλεί τα άτομα που επιθυμεί να τον συνοδέψουν στο ταξίδι του, όπως φίλους, παιδιά και οικογένεια. Τέλος, εφοδιάζεται με τον κατάλληλο εξοπλισμό και δεν παραλείπει να φωτογραφήσει και να φωτογραφηθεί, ώστε να μπορεί να μοιραστεί την εμπειρία του με άλλα άτομα, συμβάλλοντας έτσι στην περαιτέρω διάδοση του μέρους.
Πρόγραμμα Όπως παρατηρήθηκε στην ανάλυση των παραδειγμάτων, βασικό χαρακτηριστικό των πράσινων τόπων είναι τα προγράμματα που περιλαμβάνουν, τόσο στο εσωτερικό τους, όσο και γύρω τους. Αυτά, προσελκύουν τους επισκέπτες και δίνουν ζωή και νόημα στο χώρο. Δίχως αυτά, θα ήταν αδύνατη η ανάδειξη του πάρκου σε τόπο, και κατά συνέπεια σε τουριστικό προορισμό. Η έλλειψη προγραμμάτων και σημείων ενδιαφέροντος είναι που “υποβαθμίζει” τα υπόλοιπα αστικά πάρκα σε απλούς χώρους πρασίνου, δίχως τη δυνατότητα να αξιοποιηθούν τουριστικά. Τα προγράμματα αποτελούν το «στήσιμο» του προορισμού, τη σκηνοθεσία του ως μέρος προς κατανάλωση. Περιλαμβάνουν αξιοθέατα, κέντρα τεχνών, πολιτισμού και αθλητισμού αλλά και βοηθητικές εγκαταστάσεις εστίασης και διασκέδασης, ικανές να παραλάβουν τον αριθμό των τουριστών και να τον διοχετεύσουν σε όλο τον χώρο, ώστε κανένα σημείο να μην μένει κενό από περιεχόμενο. Πολιτισμός, αθλητισμός και αειφορία συνδυάζονται για να παραχθεί μια νέα περιοχή κοινωνικής μείξης και διάδρασης. Η μείξη αυτή είναι που προκαλεί και διαμορφώνει το κοινό βλέμμα (mutual gaze) και την τουριστική επιτέλεση (performance), στοιχεία απαραίτητα για ένα τουριστικό προορισμό. Εδώ, 82
η «πραγματική ζωή» των κατοίκων είναι ανοιχτή στο αδιάκριτο τουριστικό βλέμμα που παρατηρεί τα πάντα γύρω του. Ούτε οι ντόπιοι ξεφεύγουν από την περιέργεια να παρατηρήσουν τους γύρω τους και τις δράσεις που αναπτύσσουν. Η πολυκοσμία και η ποικιλία των διαδράσεων ανάγονται σε αξιοθέατο και οι επισκέπτες πλέον επισκέπτονται το μέρος για να δούν «τί συμβαίνει» εκεί. Παράλληλα, το πρόγραμμα του τόπου είναι αυτό που προσκαλέι τον επισκέπτη να επιστρέψει εκεί ξανά και ξανά, εξασφαλίζοντας πως κάθε επίσκεψη θα είναι μία νέα τουριστική εμπειρία.
Φυσικό τοπίο Οι τόποι που μελετώνται στην εργασία προσδιορίζονται από το πάρκο τους, το οποίο διαμορφώνει και την συνολική εικόνα τους. Παρόλο που όπως είδαμε τα μέρη αυτά περιλαμβάνουν πολλές διαφορετικές λειτουργίες και καταναλώνονται με πολλούς τρόπους, το φυσικό στοιχείο κυριαρχεί παντού. Η λέξη «πάρκο» ίσως δεν αρκεί για να περιγράψει το σύνολο των διαστάσεων που έχει το φυσικό τοπίο στα μέρη αυτά, καθώς είναι συνυφασμένη με απλούς χώρους πρασίνου μέσα στην πόλη, ιδιαίτερα στην ελληνική πραγματικότητα. Εδώ, το φυσικό στοιχείο είναι απαραίτητο για να σηματοδοτήσει τον προορισμό. Μέσα στον πυκνό αστικό ιστό των μεγαλουπόλεων, μεγάλες εκτάσεις σχεδιασμένου φυσικού τοπίου προκαλούν το ενδιαφέρον των κατοίκων και τους προϊδεάζουν πως κάτι διαφορετικό συμβαίνει εκεί. Παράλληλα, εμπλουτίζει την αρχιτεκτονική της πόλης με διαφορετικές υφές και ποιότητες χώρου, όπως μαλακά δάπεδα, ημιυπαίθρια στέγαστρα και ανοιχτή προοπτική προς πολλές κατευθύνσεις. Επιπλέον, το «ακουστικό τοπίο» (soundscape) αλλάζει, καθώς αποστασιοποιείται από τους εντατικούς ρυθμούς της πόλης. Όπως είδαμε στην τουριστική εξέλιξη του τουρισμού, ο τρόπος που καταναλώνεται το φυσικό τοπίο άλλαξε με το πέρασμα του χρόνου. Στην αρχή, οι κήποι αποστασιοποιούνταν από αυτό και οι άνθρωποι απολάμβαναν μια έγκλειστη ωραιοποιημένη εικόνα του. Στη συνέχεια, οι ταξιδιώτες βγήκαν από τους κήπους και παρατηρούσαν σιωπηλά το τοπίο από μακριά. Έπειτα, ξεκίνησαν να αναπτύσσουν όλο και περισσότερες δράσεις μέσα σε αυτό, εως ότου το ταξίδι στην επαρχία ταυτίστηκε με τις δραστηριότητες μέσα στο φυσικό τοπίο. Ίσως, οι πράσινοι τόποι να αποτελούν εξέλιξη αυτού του τρόπου σκέψης, ικανοποιώντας την ανάγκη κατανάλωσης του φυσικού τοπίου μέσω δράσεων, στα πλαίσια μιας πυκνοδομημένης μητρόπολης. Η έντονη παρουσία του πάρκου σε αυτούς τους νέους προορισμούς των μεγαλουπόλεων, δίνει στον επισκέπτη την ψευδαίσθηση πως βρίσκεται σε ταξίδι στην επαρχία. Τα δέντρα, το γρασίδι και η θέα στη θάλασσα (ή στη λίμνη) προσκαλούν τον επισκέπτη να αναπτύξει δραστηριότητες αναψυχής, με τον ίδιο τρόπο που θα τις έκανε εάν βρισκόταν πραγματικά σε διακοπές. Το πάρκο που δημιουργείται είναι ένα μέρος χαλάρωσης, αθλοπαιδιάς και ψυχαγωγίας, ανοιχτό σε όλους και σκηνοθετημένο να θυμίζει το άγριο φυσικό τοπίο της χώρας στην οποία βρίσκεται. Δηλαδή, τα μέρη αυτά δίνουν την ευκαιρία στους κατοίκους να «ταξιδέψουν» για λίγες ώρες, να δούν και να κάνουν κάτι διαφορετικό και στη συνέχεια να επιστρέψουν στην καθημερινότητά τους. Τέλος, όπως αναφέρθηκε και στη μελέτη των παραδειγμάτων, το φυσικό στοιχείο καδράρει εκ νέου την πόλη υπο μια διαφορετική οπτική γωνία. Πλέον, το τουριστικό βλέμμα κοιτάει την πόλη, όχι μέσα από τον ιστό της, αλλά από έξω, από μακριά, και «στολισμένη» από ένα όμορφο φυσικό τοπίο.
83
14
84
85
Βιβλιογραφία
86
ΕΛΛΗΛΌΓΛΩΣΣΗ Αίσωπος Ιωάννης [2015], Τοπία τουρισμού: Ανακατασκευάζοντας την Ελλάδα, Αθήνα, Δομές Δένφερ Αλέξιος, Καραχάλης Νικόλας [2012], Marketing και Branding Τόπου, Βόλος, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Θεσσαλίας Λέφας Παύλος [2003], Αύριο, οι πόλεις, Αθήνα, Πλέθρον Συλλογικό έργο [2009], Νικηφορίδης – Cuomo αρχιτέκτονες 1991-2009, Θεσσαλονίκη, IANOS εκδόσεις Τσάρτας Πάρις [1996], Τουρίστες, Ταξίδια, Τόποι: Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις στον τουρισμό, Αθήνα, Έξαντας
ΞΕΝΌΓΛΩΣΣΗ Aben Rob, Saskia de Wit [1999], The Enclosed Garden, 010 Publishers Corner James, Balfour H. Alan [1999], Recovering Landscape: Essays in Contemporary Landscape Theory, New York, Princeton Architectural Press Corner James, Hirsch Alison [2014], The Landscape Imagination: Collected Essays of James Corner 1990-2010, USA, Princeton Architectural Press Corner James, Scofidio Diller + Renfro [2015], The High Line, USA, Phaidon Crouch David [1999], Leisure/tourism: geographies practices and geographical knowledge, London, Routledge Cutler Phoebe [1985], The public landscape of the new deal, New York, New Haven Yale University Hunter Colin, Green Howard [1995], Tourism and the environment: a sustainable relationship?, Michigan, Routledge Jacobs Jane [1961], The Death & Life of American Cities, New York, The Random House MacCannell Dean [1999], The Tourist: A New Theory of the Leisure Class, California, University of California Press Metro–Roland M. Michelle [2011], Tourists, Signs and the City: The semiotics of culture in an urban landscape, London, Ashgate Publishing Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press 87
Page Stephen [1995], Urban Tourism, California University, Routledge Tate Alan [2004], Great City Parks, London, Taylor & Francis Urry John [2002], Consuming Places, London, Taylor & Francis Urry John, Larsen Jonas [2011], The Tourist Gaze 3.0, London, SAGE Publications Waldheim Charles [2006], The Landscape Urbanism Reader, Princeton Architectural Press Walter Benjamin, μτφ Κούρτοβικ Δημοσθένης [2016], Το έργο τέχνης στην εποχή της τεχνικής αναπαραγωγιμότητάς του, Πάτρα, Ομπλός
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΊ ΟΔΗΓΟΊ Συλλογικό έργο [2004], Οδηγοί του Κόσμου: London, Εxplorer Συλλογικό έργο [2006], Οδηγοί του Κόσμου: New York, Explorer Συλλογικό έργο [2005], Οδηγοί του Κόσμου: Paris, Explorer Συλλογικό έργο [2006], Οδηγοί του Κόσμου: Amsterdam, Explorer Fallin Steve, Yale Pat [2000], London, Lonely Planet Fallon Steve [2002], Paris, Lonely Planet Gorry Conner [2002], New York City, Lonely Planet
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΈΣ ΙΣΤΟΣΕΛΊΔΕΣ https://www.airbnb.gr/ https://www.inthessaloniki.com/ https://www.royalparks.org.uk/ https://www.tripadvisor.com.gr/ http://www.visitgreece.gr/el
ΆΡΘΡΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΙΚΆ Βασιλάκης Στέλιος [2012], «Κέντρο Πολιτισμού ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, Δήλωση προθέσεων», 88
ΔΟΜΕΣ 07/12, σελ. 102 Συλλογικό έργο [2009], «Ανάπλαση Νέας Παραλίας Θεσσαλονίκης», Αρχιτεκτονικά Θέματα 43/2009, σελ. 152 Συλλογικό έργο [2009], «Ανάπλαση Νέας Παραλίας, Θεσσαλονίκη – Ελλάδα», ΔΟΜΕΣ 08/09, σελ. 111 Συλλογικό έργο [2009], «The High Line, Manhattan, Νέα Υόρκη - ΗΠΑ», ΔΟΜΕΣ 08/09, σελ. 124 Συλλογικό έργο [2012], «Κέντρο Πολιτισμού ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, Αθήνα – Ελλάδα», ΔΟΜΕΣ 07/12, σελ. 110 Nadine Gerdts [2009], «The High Line, New York City», Topos 69/2009, σελ. 16
ΆΡΘΡΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΊΚΤΥΟ Αρβανίτης Κώστας [2017], «AirBnB: Τί συμβαίνει όταν η ‘συνεργατική οικονομία΄αρπάζει τις πόλεις από τους κατοίκους της;», Luben, Διαθέσιμο στο: https://luben.tv/politix/opinion/121900 (τελευταία πρόσβαση Ιούνιος 2018) Ζαφειρόπουλος Κώστας [2017], «Ευχή ή κατάρα το AirBnB;», efsyn.gr, Διαθέσιμο στο: http://www. efsyn.gr/arthro/eyhi-i-katara-airbnb (τελευταία πρόσβαση Ιούνιος 2018) Συλλογικό έργο [2017], «Η αναζήτηση μιας νέας αστικής ισορροπίας στο θαλάσσιο μέτωπο της Θεσσαλονίκης», Κατασκευές κτιρίων, Διαθέσιμο στο: http://kataskevesktirion.gr/η-αναζήτηση-μιαςνέας-αστικής-ισσοροπ/ (τελευταία πρόσβαση Ιούνιος 2018) Τζήμου Κύα [2017], «Το πρίν και το μετά της Νέας Παραλίας. Για να μην ξεχνιόμαστε», Parallaxi, Διαθέσιμο στο: http://parallaximag.gr/thessaloniki/to-prin-kai-to-meta-tis-neas-paralias-gia-na-minksechniomaste (τελευταία πρόσβαση Ιούνιος 2018)
ΙΣΤΟΣΕΛΊΔΕΣ Επίσημη ιστοσελίδα γραφείου Πρόδρομου Νικηφορίδη : www.nikiforidis-cuomo.com Επίσημη ιστοσελίδα ΚΠΣΝ : www.snfcc.org Επίσημη ιστοσελίδα των Φίλων του High Line : www.thehighline.org Επίσημη ιστοσελίδα Μουσείου Γουίτνει: https://whitney.org/About/NewBuilding Επίσημη ιστοσελίδα D. Scofidio, Renfro: https://dsrny.com/project/the-shed 89
Επίσημη ιστοσελίδα Renzo Piano Building Workshop, http://www.rpbw.com Επίσημη ιστοσελίδα James Corner field operations: http://www.fieldoperations.net
ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ Διάλεξη : Θεόδωρος Μαραβέλιας, Πανεπιστήμιο Πατρών, τμήμα Αρχιτεκτονικής, 09/01/2018
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΕΙΚΟΝΩΝ Εξώφυλλο Αθήνα : Naked eye photography : https://www.facebook.com/pg/Naked-Eye-Photography-426119087582834/photos Πίνακας 1 Page Stephen [1995], Urban Tourism, California University, Routledge, σελ. 70 Πίνακας 2 Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press, σελ. 90 Κολάζ 1 Colosseum : http://www.visitrome.tv/hotel/marthas-bb/ Παρθενώνας : https://www.pinterest.com/pin/292734044509993485/ Χάρτης Ευρώπης¨: https://www.pinterest.com.au/pin/518899188294718405/ Grand Tour painting : https://aplus.com/a/danmidleton/ Μάσκες Βενετίας : https://originalveniceshop.com/fr/masques-venitiens/ Σχέδια Ολυμπιακών αγώνων : https://www.pinterest.es/pin/527273068865313437/ Κολάζ 2 Claude Glass : https://glass.siyaset.us/claude-glass-photography/ Kodak First Tourist Camera : https://gr.pinterest.com/pin/518547344569572792/ Πεζοπόροι στη Lake District : https://www.theguardian.com/travel/2012/mar/28/top-10-familydays-out-lake-distict Τοπίο Lake District : http://www.lakedistrictgolftoursuk.com/ Αφίσα Thomas Cook : https://gr.pinterest.com/pin/178947785164364967/ Τραίνο : https://www.telegraph.co.uk Κολάζ 3 Τείχος Βερολίνου : https://gr.pinterest.com/pin/263249540698853192/ Τείχος Βερολίνου πόλεμος : http://latimesblogs.latimes.com/washington/2009/11/ Τείχος Βερολίνου Selfie : https://www.gettyimages.com/detail/news-photo/496001992 Brighton Beach : http://paradiseintheworld.com/brighton-england/ Bungalow Britain : http://www.wattersbrothers.com/country-cottages-to-rent_D105014 90
Easy Jet airplane : https://www.dailyrecord.co.uk/ Eiffel tower : http://wallpapersmirror.net/architecture/67613/ Mona Lisa : Dreamstime.com Expedia screenshot : https://www.expedia.ie/? Κολάζ 4 Άπλεις : https://www.theodysseyonline.com/top-ski-resorts-visit-this-winter Unesco Παρθενώνας : https://whc.unesco.org/en/statesparties/GR Κολάζ 5 John Nash: http://www.countrylife.co.uk/news/great-british-architects-john-nash-27592 Georges Haussmann: https://en.wikipedia.org/wiki/Georges-Eug%C3%A8ne_Haussmann The Champs – Elysees : http://cityguide.paris-is-beautiful.com/en/paris/sights/28753 The café, Fernard Lungren : https://artandopinion.tumblr.com/page/96 Covent Garden Market : https://georgianera.wordpress.com/tag/edward-wilford/ The new Paris plan : http://passerelles.bnf.fr/explo/haussmann1/index.php Haussmann, Paris plan : Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press, Map of Regent Street : https://www.pinterest.fr/pin/507499451731789147/ Regent Street painting : https://londontraveller.org/2013/09/19/ Café Terrace, Van Gogh : https://wallpapercave.com/van-gogh-cafe-terrace-at-night-wallpapers Κολάζ 6 The High Line, Iwan Baan : https://iwan.com/portfolio/james-corner-field-operations-diller-scofidio-renfro-highline/ The High Line, before : http://blog.buildllc.com/2014/10/the-high-line-before-the-high-line/ Hyde Park, London : http://viajerosblog.com/ Jardin du Luxemburg, Paris : https://en.parisinfo.com/paris-museum-monument/71393/Jardin-du-Luxembourg Κολάζ 7 Βραχάκια Ακρόπολης : προσωπικό αρχείο Renzo Piano sketch : Συλλογικό έργο [2012], «Κέντρο Πολιτισμού ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, Αθήνα – Ελλάδα», ΔΟΜΕΣ 07/12, σελ. 110 Hashtags : https://www.instagram.com/ Κολάζ 8 ΚΠΣΝ : https://www.snfcc.org/ Πεζόδρομος Διονυσίου Αροπαγήτου : http://www.athensvoice.gr/life/urban-culture/cityvibes/349669 Φωτογραφία Ακρόπολης : http://www.horizonsholidays.com/greek-rhapsody/ Trip Advisor screenshot : https://www.tripadvisor.com.gr/
91
Κολάζ 9 ΚΠΣΝ , Νίκος Καρανικόλας : https://www.snfcc.org/multimedia/photos/visiting-the-stavros-niarcos-foundation-center/?lang=el
Κολάζ 10 London plan : https://land.copernicus.eu/local/urban-atlas/urban-atlas-2012, ArcMap GIS Primrose Hill – Regent’s Park , London : http://kidmartin.com/primrose-hill-regents-park-london Κολάζ 11 New York plan : The High Line : http://www.fieldoperations.net/ Kολάζ 12 Σχέδιο Θεσσαλονίκης : https://land.copernicus.eu/local/urban-atlas/urban-atlas-2012, ArcMap GIS Νέα παραλία : προσωπικό αρχείο Κολάζ 13 Σχέδιο Αθήνας : https://land.copernicus.eu/local/urban-atlas/urban-atlas-2012, ArcMap GIS KΠΣΝ : https://www.snfcc.org/multimedia/photos/visiting-the-stavros-niarcos-foundation-center/?lang=el Κολάζ 14 Primrose Hill – Regent’s Park , London : http://kidmartin.com/primrose-hill-regents-park-london The High Line : http://www.fieldoperations.net/ KΠΣΝ : https://www.snfcc.org/multimedia/photos/visiting-the-stavros-niarcos-foundation-center/?lang=el Νέα παραλία : προσωπικό αρχείο Κατόψεις Regent’s Park : Olsen J. Donalnd [1986], The city as a work of art: London, Paris, Vienna, USA, Yale University Press, σελ. 85 The High Line : Corner James, Scofidio Diller + Renfro [2015], The High Line, USA, Phaidon, σελ. 62-67 Νέα Παραλία Θεσσαλονίκης : Συλλογικό έργο [2017], «Η αναζήτηση μιας νέας αστικής ισορροπίας στο θαλάσσιο μέτωπο της Θεσσαλονίκης», Κατασκευές κτιρίων, Διαθέσιμο στο: http://kataskevesktirion.gr/η-αναζήτηση-μιας-νέας-αστικής-ισσοροπ/ (τελευταία πρόσβαση Ιούνιος 2018) ΚΠΣΝ : https://www.snfcc.org/you-the-snfcc/snfcc-map/?lang=el
92
93
Ευχαριστίες Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον καθηγητή μου Ιωάννη Αίσωπο που με ενέπνευσε και με καθοδήγησε στην εκπόνηση της εργασίας μου. Την οικογένειά μου για την υποστήρηξη που μου προσέφερε όλο αυτόν τον καιρό. Και τη φίλη μου Βάσια για τη πολύτιμη βοήθειά της κατα τη διάρκεια των σπουδών μου.
94
95