12 minute read
τραΠΕζΕς
from businessenergy 24
στην Ευρώπη εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής
Advertisement
Της μΑνΤΑλένΑς πιου
Ηκλιματική αλλαγή και η μετάβαση στην ανθρακική ουδετερότητα υπεισέρχονται σταδιακά στην αξιολόγηση των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών, μεταβάλλοντας το τοπίο για τις δραστηριότητες που σε λίγα χρόνια οι τράπεζες της Ευρωζώνης θα μπορούν να χρηματοδοτούν. Η συμβατότητα με τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα και κατ’ επέκταση με την πολιτική του νέου «Green Deal» της Ε.Ε. ανάγεται με την πάροδο του χρόνου σε βασικό κριτήριο για την εκτίμηση του κινδύνου που αναλαμβάνουν οι τράπεζες, πράγμα που στο μέλλον αναμένεται να καθορίσει τόσο τις επιλογές τους ως προς τα δάνεια που θα χορηγούν όσο και την επιτοκιακή τους στρατηγική. Προς το παρόν τα πιστωτικά ιδρύματα της Ευρωζώνης αυτοαξιολογούν τον κλιματικό κίνδυνο του δανείων που χορηγούν, στο πλαίσιο των Μη Οικονομικών Κριτηρίων που οφείλουν να δημοσιοποιούν, όμως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προωθεί μηχανισμούς, οι οποίοι γρήγορα θα φέρουν τον κλιματικό κίνδυνο στο επίκεντρο της αξιολόγησης, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών. Όπως ανακοίνωσε πρόσφατα η ΕΚΤ, το 2022 το stress test των τραπεζών για τις ακραίες καταστάσεις θα δώσει έμφαση στους κλιματικούς κινδύνους και μάλιστα σε δύο επίπεδα: To ένα αφορά στον κίνδυνο από τις φυσικές καταστροφές λόγω κλιματικής αλλαγής και το άλλο στην προσαρμογή του δανειακού χαρτοφυλακίου στη βιώσιμη οικονομία, με βάση τους κλάδους δραστηριοτήτων που χρηματοδοτούν οι τράπεζες και πώς κατατάσσονται οι τομείς αυτοί στο «Taxonomy» (Ταξινόμηση), τον νέο οδηγό της Ε.Ε. με την κατηγοριοποίηση των διάφορων οικονομικών δραστηριοτήτων ανάλογα με τους ρύπους που εκπέμπουν και την περιεκτικότητά τους σε άνθρακα.
Ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα
Οι ενέργειες που θα αναλάβει η ΕΚΤ σε επίπεδο τραπεζών θα υλοποιηθούν σε δύο συγκεκριμένα στάδια. Στις αρχές του 2021 θα ζητήσει από τις τράπεζες να διενεργήσουν αυτοαξιολόγηση υπό τις κατευθύνσεις των εποπτικών προσδοκιών που περιγράφονται στον νέο οδηγό της Κεντρικής Τράπεζας για τους Κλιματικούς και Περιβαλλοντικούς Κινδύνους και θα ζητήσει από τα πιστωτικά ιδρύματα να εκπονήσουν σχέδια δράσης επί αυτής της βάσης. Στη συνέχεια, η ΕΚΤ θα αξιολογήσει συγκριτικά τις εκθέσεις και τα σχέδια των τραπεζών και θα τα επαληθεύσει στο πλαίσιο του εποπτικού διαλόγου. Το 2022 θα διενεργήσει το πλήρες stress test των πρακτικών των τραπεζών και στη συνέχεια θα λάβει συγκεκριμένα μέτρα, όπου κρίνεται απαραίτητο. Μέχρι στιγμής, πάντως, με βάση την πρόσφατη έκθεση της ΕΚΤ, οι δημοσιοποιήσεις στοιχείων των τραπεζών όσον αφορά τους κλιματικούς και τους περιβαλλοντικούς κινδύνους υστερούν σημαντικά. Ορισμένα ιδρύματα έχουν πραγματοποιήσει ανάλυση σεναρίων και stress test, συχνά με τη βοήθεια εξειδικευμένων συμβούλων και διεθνών οργανισμών, χρησιμοποιώντας σενάρια που περιγράφονται από τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας για τους κινδύνους από τη μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα, καθώς και από τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή, όσον αφορά στους φυσικούς κινδύνους. Προς το παρόν είναι περιορισμένος ο αριθμός των ιδρυμάτων που αποκαλύπτει σε ποιο βαθμό τα τρέχοντα δανειακά ανοίγματα είναι συμβατά με τους στόχους της Συμφωνίας των Παρισίων. Τα reports των τραπεζών αυτών βασίζονται συνήθως στις τρέχουσες εκθέσεις για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου για τους κλάδους στους οποίους δραστηριοποιούνται οι πελάτες τους, σε συνδυασμό με τα σχέδια μείωσης των ρύπων με την πάροδο του χρόνου. Εάν, σύμφωνα με τα σενάρια που δοκιμάζονται στο πλαίσιο αυτής της αξιολόγησης, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ορισμένων πελατών ή οι προγραμματισμένες μειώσεις ρύπων είναι ασύμβατες με τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού, τα πιστωτικά ιδρύματα δηλώνουν ότι θα συνεργαστούν με τους πελάτες αυτούς για τη μείωση των ρύπων, διαφορετικά μπορεί ακόμη και να τερματίσουν τη σχέση με τον συγκεκριμένο δανειολήπτη. Ωστόσο, ακόμη και οι μεγαλύτερες τράπεζες αναγνωρίζουν ότι η ενσωμάτωση των κινδύνων που σχετίζονται με το κλίμα στην πιστωτική πολιτική παρουσιάζει αρκετές δυσκολίες.
Έχουν ενσωματωθεί οι κίνδυνοι
Τα ιδρύματα που έχουν ενσωματώσει τους κινδύνους που απορρέουν από το κλίμα στη δανειοδοτική τους στρατηγική χρησιμοποιούν συνήθως έναν συνδυασμό τομεακών προσεγγίσεων, που κυμαίνονται από τον πλήρη αποκλεισμό ορισμένων τομέων (π.χ. άνθρακας) έως την αυξημένη δέσμευση για τη μείωση των ρύπων με πελάτες σε άλλους τομείς έντασης άνθρακα (π.χ. παραγωγή ενέργειας, εξόρυξη και χάλυβα). Σε αρκετές περιπτώσεις, τα πιστωτικά ιδρύματα ανέπτυξαν μία πιο αναλυτική προσέγγιση των πελατών τους ανά κατηγορία και υποκατηγορία δραστηριότητας, ταξινομώντας τους σε ομάδες με παρόμοια επίπεδα έκθεσης σε κινδύνους που σχετίζονται με το λίμα, εστιάζοντας κυρίως στον κίνδυνο από τη μετάβαση στην οικονομία χωρίς άνθρακα. Οι κατηγοριοποιήσεις αυτές επηρεάζουν τόσο τα δανειακά ανοίγματα των τραπεζών όσο και τα επιτόκια: ορισμένα οφέλη τιμολόγησης που εφαρμόζονται σε κάποιους τομείς ή τύπους ενυπόθηκων δανείων αναγνωρίστηκαν εσωτερικά από τις τράπεζες ως «πράσινα» (δηλαδή με χαμηλότερη έκθεση σε μεταβατικούς ή/και φυσικούς κινδύνους). Όπως προκύπτει από πρόσφατες διαβουλεύσεις στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την Ανανεωμένη Στρατηγική για τη Βιώσιμη Χρηματοδότηση και την αναθεώρηση του κανονισμού NFRD 8 (για τη Δημοσιοποίηση από τις τράπεζες Μη Οικονομικών Στοιχείων) «επί του παρόντος η βιώσιμη χρηματοπιστωτική αγορά πάσχει από πολλές ανεπάρκειες όσον αφορά στην πληροφόρηση: οι πληροφορίες σχετικά με τη βιωσιμότητα των χρηματοπιστωτικών προϊόντων -όταν είναι διαθέσιμες- είναι ασυνεπείς, σε μεγάλο βαθμό μη συγκρίσιμες και μερικές φορές αναξιόπιστες» αναφέρεται χαρακτηριστικά. Σε αυτό το πλαίσιο, οι τράπεζες θα πρέπει να συμμορφωθούν με συγκεκριμένες απαιτήσεις.
Να συμμορφωθούν οι τράπεζες
Το καλοκαίρι του 2020 τα θεσμικά όργανα των Βρυξελλών
κατέληξαν σε πολιτική συμφωνία για την ανάπτυξη ενός συστήματος ταξινόμησης των βιώσιμων επενδύσεων στην Ε.Ε. Πρόκειται για το περίφημο «Taxonomy», που κατηγοριοποιεί τις περιβαλλοντικά βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες βάσει ομοιόμορφων κριτηρίων. Η Ταξινόμηση δημοσιεύθηκε στις 22 Ιουνίου 2020 και τέθηκε σε ισχύ στις 12 Ιουλίου 2020. Περιλαμβάνει ένα σύνολο λεπτομερών κριτηρίων για τις οικονομικές δραστηριότητες που θεωρούνται βιώσιμες. Ο κανονισμός για την Ταξινόμηση αναθέτει στην Επιτροπή την κατάρτιση του πραγματικού καταλόγου περιβαλλοντικά βιώσιμων δραστηριοτήτων, καθορίζοντας τεχνικά κριτήρια ελέγχου για κάθε περιβαλλοντικό στόχο. Αυτά τα κριτήρια θα καθοριστούν μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων κατά τη διάρκεια του 2021 και του 2022. Επιπλέον στο μέλλον τα πιστωτικά ιδρύματα που υπόκεινται σε Δημοσιοποίηση Μη Οικονομικών Στοιχείων (NFRD), κανονισμός που τέθηκε σε ισχύ σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. το 2018 και έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο των χωρών-μελών, πρέπει να παρέχουν περαιτέρω διαφάνεια ως προς τον βαθμό στον οποίο οι δραστηριότητές τους μπορούν να θεωρηθούν περιβαλλοντικά βιώσιμες. Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΒΑ) ανέλαβε την υποχρέωση να αναπτύξει ένα τεχνικό πρότυπο για την εφαρμογή των απαιτήσεων γνωστοποίησης, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων περιβαλλοντικής, κοινωνικής και εταιρικής διακυβέρνησης (ESG). Η ΕΒΑ θα πρέπει να καθορίσει τις γνωστοποιήσεις κινδύνων ESG ως μέρος του ολοκληρωμένου τεχνικού προτύπου στον Πυλώνα 3, δεδομένου ότι από τα μέσα του 2022 και μετά, τα μεγάλα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να δημοσιοποιούν πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους ESG, τους φυσικούς κινδύνους και τους κινδύνους μετάβασης. Στην ανακοίνωσή της για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, η Κομισιόν δεσμεύτηκε να επανεξετάσει εντός του 2020 τον κανονισμό για τα NFRD, δηλαδή τα μη χρηματοοικονομικά στοιχεία που πρέπει να γνωστοποιούν οι τράπεζες. Τον Μάιο του 2020 ολοκληρώθηκε η δημόσια διαβούλευση για την αναθεώρηση του NFRD. Ο νέος, αναθεωρημένος κανονισμός θα ενισχύσει την ποσότητα και την ποιότητα των πληροφοριών που θα πρέπει να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα σε σχέση με το Κλίμα και το Περιβάλλον.
Αξιόπιστες πληροφορίες
«Μόνο εάν οι επενδυτές έχουν σαφείς και αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με τον αντίκτυπο των επενδύσεών τους μπορούν να λάβουν οικονομικές αποφάσεις, σύμφωνα με τις δικές τους προτιμήσεις, για τη βιωσιμότητα του χαρτοφυλακίου τους και την εξισορρόπησή του με πιο βιώσιμα περιουσιακά στοιχεία. […] Το Ευρωσύστημα θεωρεί ότι η αναθεώρηση του NFRD αποτελεί απαραίτητο δομικό στοιχείο για την αντιμετώπιση του κενού δεδομένων, που παρεμποδίζει επί του παρόντος την ανάπτυξη κατάλληλων πλαισίων αξιολόγησης και παρακολούθησης κινδύνων για τον χρηματοπιστωτικό τομέα» αναφέρει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε έγγραφό της σχετικά με την ανάγκη αναθεώρησης του μοντέλου των Μη Χρηματοοικονομικών Στοιχείων που πρέπει να δημοσιοποιούνται. Η πρόσφατα συγκροτημένη ειδική ομάδα για τις χρηματοοικονομικές γνωστοποιήσεις που σχετίζονται με τα φυσικά φαινόμενα (TNFD) έχει συγκαλέσει κυβερνήσεις, ιδιωτικούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, προκειμένου να καταρτίσει ένα μοντέλο χρηματοοικονομικών γνωστοποιήσεων που σχετίζονται με τους Φυσικούς Κινδύνους μέχρι το τέλος του 2022. Παρόμοια πρωτοβουλία, αλλά για την κάλυψη κινδύνων και ευκαιριών που προκύπτουν από την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και την απώλεια βιοποικιλότητας, πέρα από το κλίμα, ανέλαβε μία άλλη Ομάδα Δράσης. Ο στόχος της Ομάδας αυτής είναι να «δημιουργήσει ανθεκτικότητα στην παγκόσμια οικονομία, ανακατευθύνοντας τις ροές χρηματοδότησης» και αναμένεται να παίξει σημαντικό ρόλο στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Οι επενδυτές και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη οφείλουν να γνωρίζουν πώς μία τράπεζα ή μία εταιρεία εντοπίζει τους κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα, τους κύριους κινδύνους που έχει εντοπίσει και πώς τους διαχειρίζεται. Στο πλαίσιο αυτό οι γνωστοποιήσεις των στοιχείων αναμένεται να περιλαμβάνουν την περιγραφή των διαδικασιών για τον εντοπισμό και την αξιολόγηση κινδύνων που σχετίζονται με το κλίμα, βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, καθώς και περιγραφή αυτών των κινδύνων. Επιπλέον, αναμένεται να ενσωματώνουν μια περιγραφή των διαδικασιών διαχείρισης των κινδύνων αυτών αλλά
και πώς όλη αυτή η διαδικασία ενσωματώνεται στη συνολική διαχείριση κινδύνων της εταιρείας. Η αποκάλυψη του τρόπου με τον οποίο ένας οργανισμός εντοπίζει, αξιολογεί και διαχειρίζεται τον κίνδυνο που σχετίζεται με το κλίμα αποτελεί επίσης αντικείμενο σύστασης της Ε.Ε.
Η έκθεση
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανέλυσε τις γνωστοποιήσεις διαχείρισης κινδύνων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σχετικά με τους κινδύνους που απορρέουν από το Κλίμα και το Περιβάλλον, στο πλαίσιο των συστάσεων της Κομισιόν, και δημοσιοποίησε τον Νοέμβριο του 2020 σχετική έκθεση. Για τον σκοπό αυτό αξιολόγησε την πληρότητα των στοιχείων σχετικά με το κλίμα και τους περιβαλλοντικούς κινδύνους που γνωστοποίησαν 107 σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα της Ευρωζώνης και 18 λιγότερο σημαντικά, για το έτος αναφοράς 2019. Ενώ η αξιολόγηση δεν κάλυψε εξαντλητικά όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την πλήρη διαφάνεια όσον αφορά στο προφίλ κινδύνου των τραπεζών και παρότι αξιολογήθηκε μόνο η ύπαρξη των γνωστοποιήσεων, η έκθεση της ΕΚΤ παρέχει μια πρώτη επισκόπηση της κατάστασης στις τράπεζες της Ευρωζώνης το 2020, καθώς και μία εικόνα των εφαρμοζόμενων πρακτικών και των τομέων για βελτίωση. Πρόκειται για τη δεύτερη αξιολόγηση του τύπου αυτού που διενεργείται από την ΕΚΤ, παρέχοντας μία σύγκριση σε σχέση με την πρώτη ανάλογη έκθεση του 2018.
Αντίκτυπος
Η έκθεση αποκαλύπτει ότι λιγότερο από το ένα τρίτο των πιστωτικών ιδρυμάτων που αξιολογήθηκαν γνωστοποιούν τον πιθανό αντίκτυπο από την ενεργειακή μετάβαση στο επιχειρηματικό τους μοντέλο, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Αυτό το ποσοστό είναι ακόμη μικρότερο για τους φυσικούς κινδύνους. Και στις δύο περιπτώσεις, δεν υπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων αξιολογήσεων. Μόνον ένας περιορισμένος αριθμός τραπεζών δημοσιοποιεί μία σαφή χαρτογράφηση των κινδύνων που σχετίζονται με το κλίμα στις υπάρχουσες κατηγορίες, των επιπτώσεων στη στρατηγική και στις δράσεις που πρέπει να εφαρμοστούν για να μειωθεί ο κίνδυνος. Μόνον το 1 στα 2 χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχει περιγράψει δημοσίως τις διαδικασίες που ακολουθεί για τον εντοπισμό, την αξιολόγηση και τη διαχείριση κινδύνων που σχετίζονται με το κλίμα, και ακόμα λιγότερες είναι οι τράπεζες που παρουσιάζουν μία διεξοδική ανάλυση του τρόπου που εφαρμόζουν. Λιγότερο από το ένα τέταρτο των πιστωτικών ιδρυμάτων αναφέρονται στη χρήση ανάλυσης σεναρίων για το κλίμα και ακόμη λιγότερα αναφέρονται σε stress test, αν και πολλά ιδρύματα δηλώνουν ότι εξακολουθούν να εργάζονται σε αυτούς τους τομείς.
ΔΗΜΟςιΟΠΟιΗςΗ
ΣΤΗΝ τραπεζική βιομηχανία, η δημοσιοποίηση στοιχείων και δεικτών παρέχει διαφάνεια σχετικά με την έκθεση του κλάδου στους κινδύνους που απορρέουν από την Κλιματική Αλλαγή, τόσο τους φυσικούς κινδύνους όσο το ρίσκο που σχετίζεται με την ενεργειακή μετάβαση στην οικονομία χωρίς άνθρακα. Οι κίνδυνοι αυτοί πρέπει να συνεκτιμώνται μαζί με τις άλλες προληπτικές απαιτήσεις που θέτει για τα κεφάλαια των τραπεζών το ρυθμιστικό πλαίσιο και ιδιαίτερα ο Κανονισμός Κεφαλαιακών Απαιτήσεων (CRR) της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών. Αν και σε σχέση με την προηγούμενη ανάλογη έκθεση έχει σημειωθεί κάποια βελτίωση,
η ΕΚΤ υπογραμμίζει στο τελευταίο της report ότι οι τράπεζες πρέπει να καταβάλουν σημαντικές προσπάθειες προκειμένου να στηρίξουν πιο αποτελεσματικά την ποσότητα και την ποιότητα των στοιχείων που δημοσιοποιούν σχετικά με το Κλίμα και το Περιβάλλον. Το δεύτερο εξάμηνο του 2021 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα επιδιώξει να εντοπίσει τα κενά που απομένουν και θα τα θέσει σε διαβούλευση με τις τράπεζες, προκειμένου να καταλήξει σε ένα σετ ομοιόμορφων κριτηρίων, βάσει των οποίων θα γίνει το stress test ακραίων καταστάσεων το 2022.
κι όμως, δεν αξιολογούν τον κίνδυνο
Ένα ποσοστό της τάξης του 8% των τραπεζών δείχνει πως δεν αξιολογεί ή αξιολογεί ελάχιστα τον κίνδυνο της Κλιματικής Αλλαγής και της ενεργειακής μετάβασης, ενώ το 45% εντάσσει το σχετικό ρίσκο στη μεθοδολογία και τα κριτήρια με βάση τα οποία υπολογίζει τους δείκτες ή τους στόχους που δημοσιοποίησε. Το 55% των πιστωτικών ιδρυμάτων περιγράφει την εποπτεία που ασκεί το διοικητικό συμβούλιο όσον αφορά στους κινδύνους που απορρέουν από το κλίμα, ενώ μόνον το 24% περιγράφει τον ενδεχόμενο στρατηγικό αντίκτυπο στο business plan της τράπεζας από τους φυσικούς κινδύνους, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Πάντως, το 54% αναφέρει πώς οι κίνδυνοι που σχετίζονται με το κλίμα επιδρούν στην πιστωτική τους πολιτική. Με βάση τα δεδομένα αυτά, η ΕΚΤ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, γενικά, τα πιστωτικά ιδρύματα δεν αποκαλύπτουν ακόμη πλήρως το προφίλ κινδύνου και ότι απαιτούνται σημαντικές προσπάθειες για την προώθηση της διαφάνειας στις χρηματοπιστωτικές αγορές όσον αφορά στο κλίμα και τους περιβαλλοντικούς κινδύνους. Μέχρι στιγμής, σχεδόν κανένα από τα πιστωτικά ιδρύματα που αυτοαξιολογήθηκαν στο πλαίσιο της σχετικής έκθεσης της ΕΚΤ δεν πληροί το ελάχιστο επίπεδο γνωστοποίησης πληροφοριών που ορίζεται στον νέο «Οδηγό της ΕΚΤ για τους κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα και το περιβάλλον», και τις συστάσεις από τις «Κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τις μη χρηματοοικονομικές αναφορές», όπως αυτές περιγράφονται από την Ειδική Ομάδα για τις Χρηματοοικονομικές Γνωστοποιήσεις σχετικά με το Κλίμα (TCFD). Το επίπεδο προόδου ανάμεσα στα πιστωτικά ιδρύματα ποικίλλει σημαντικά ανάλογα με το μέγεθός τους, τη σημασία που αποδίδουν και τις τεχνικές που χρησιμοποιούν. Γενικά διαπιστώνεται μία έλλειψη ορθολογικής διάρθρωσης μεταξύ των ζητημάτων που ανακύπτουν και των στοιχείων που δηλώνονται σχετικά με το κλίμα, ενώ πολύ σπάνια τα δεδομένα που δημοσιοποιούνται υποστηρίζονται με ποσοτικές πληροφορίες. Ωστόσο, η ΕΚΤ παρατηρεί ότι τα τελευταία δύο χρόνια διαμορφώνεται μία σαφής θετική τάση στο επίπεδο των σχετικών με το κλίμα στοιχείων που δημοσιοποιούνται. Σε ορισμένα μεμονωμένα ιδρύματα η πρόοδος είναι εμφανής και οι ορθές πρακτικές εξαπλώνονται ταχέως. Οι περισσότερες από τις τράπεζες που αξιολογήθηκαν αναφέρουν τους κλιματικούς κινδύνους στα στοιχεία που δημοσιοποιούν μαζί με την ετήσια έκθεση των οικονομικών αποτελεσμάτων τους. Ένας πολύ πιο περιορισμένος αριθμός πιστωτικών ιδρυμάτων παρέχει δημόσιες πληροφορίες για το υλικό αποτέλεσμα της αξιολόγησης. Τα ιδρύματα που κατατάσσουν τον κίνδυνο ως ασήμαντο συνήθως δεν παρέχουν την απαιτούμενη τεκμηρίωση.